Εδώ υπάρχει μια φοβερή παρεξήγηση. Ότι θέλω να πάω κάπου συγκεκριμένα.
Ώστε κι εσείς μεταμοντέρνος. Η κίνηση είναι το παν…
…κι η ιθάκη δεν είναι τίποτα. Κι ας την εργατική τάξη να υφαίνει όνειρα στον αργαλειό της και να τα ξηλώνουν κάθε βράδυ στις οκτώ οι μνηστήρες που τη ξελογιάζουν και της παίρνουν νου και ταξική συνείδηση. Κι εμείς χαμένοι μεταξύ σκύλλας και χάρυβδης, κλείνουμε τα αυτιά μας στις σειρήνες και την αγωνία αυτού του τόπου για ζωή. Γύρω μας οι παλιοί σύντροφοι του οδυσσέα λιγοστεύουν και μεταμορφώνονται σε γουρούνια για να αντέξουν το βούρκο.
Κι είκοσι χρόνια μετά που γυρίσαμε από πόλεμο και παρανομία, μόνο λίγοι πιστοί άργοι του κόμματος είχαν μείνει να φυλάν άγρυπνοι θερμοπύλες για να μας αναγνωρίσουν. Αλλά ήταν ήδη γέροι, γενιά της αντίστασης, με κατοχή και χούντα στην πλάτη. Οι καινούριες ράτσες έφαγαν λωτούς, ενσωματώθηκαν κι ευδαιμονούσαν σε ντίσκο και σε σκυλάδικα.
Κι αν φτωχικούς τους βρήκες τους συντρόφους, δε σε γέλασαν.
Σύντροφοί μου τους γέλασα, που έλεγε κι ένας δικός μας στον άνθρωπο με το γαρίφαλο.
Κοίτα να δεις, εγώ είμαι οπαδός της στασιμότητας. Κάνω τον αργόσχολο με επιτυχία κι έχω το μπλοκ γιατί κάπου πρέπει να βρεις και μια καρικατούρα εξέλιξης σε αυτή τη ζωή. Αυτή η ζωή αυτό το τυρί βγάζει. Κλείνει τον κόσμο στο μαντρί και τον κάνει κοπάδι από πρόβατα, χωρίς προσωπικότητα. Κι όσοι τυχόν γλιτώσουν δεν έχουν κανένα μαγικό ραβδί. Βρίσκουν αυτό της κίρκης και γίνονται γουρούνια που βάζουν την προσωπικότητά τους πάνω απ’ όλα. Και πώς να διαφέρω εγώ απ’ τους άλλους δηλ; Ένας αλλά λέων κι όλοι εσείς τυριά; Δεν πάει έτσι σύντροφε. Αυτό είναι αντιδιαλεκτικό.
Δηλ παραδέχεστε ότι χρησιμοποιείτε το μπλοκ ως υποκατάστατο της πραγματικής ζωής.
Εσύ τι λες ρε αρχηγέ; Άμα με κάλυπτε η ανθρώπινη επικοινωνία κι είχα τρόπο να εκφραστώ, θα είχα κίνητρο να γράφω τόσο συχνά;
Η μικροαστική πεπατημένη της ατομικής διεξόδου στα συλλογικά αδιέξοδα.
Α, μη με ανακατώνετε με αυτά. Εγώ απλώς έγραφα σε ένα μπλοκ εδώ παρακάτω, μαζί με τον τραμπάκουλα που βοσκούσε πρόβατα.
Αστικός ατομισμός του κερατά στην πιο καθαρή του μορφή.
Και κέρατα διαθέτουμε. Πίστεψα στην ανανέωση του γκόρμπι κι αυτός με κεράτωσε με τους δυτικούς. Μετά αυτός διαφήμιζε πίτσες κι εμείς φάγαμε την πίτσα που λένε. Κι είχα καθαρές αυταπάτες και για την κάθαρση που ξεβρόμισε το σύστημα και το άφησε να αναπαράγει όλες τις βρωμιές του παρελθόντος. Τώρα όμως που καθάρισε η ήρα απ’ το στάρι στο κόμμα έχουμε τη συνείδησή μας καθαρή και το μητρώο μας λευκό.
Λοιπόν κάτσε να κάνουμε μερικές προσθήκες. Ο λένιν άφησε μισό το κράτος κι επανάσταση γιατί τον πρόλαβε η οκτωβριανή. Κι είναι προτιμότερο έλεγε να ζεις μια επανάσταση από το να γράφεις γι’ αυτήν. Αλλά όταν σε γράφουν η ζωή κι οι αντικειμενικές συνθήκες, τις γράφεις κι εσύ κι όλη σου η ζωή γίνεται το γράψιμο.
Πρώτα ζούμε και μετά γράφουμε που έλεγε κι ένα σλόγκαν. Αλλά βασικά κάνουμε το δεύτερο γιατί δεν έχουμε απ’ το πρώτο. Πρέπει να βρούμε την χρυσή τομή. Εκεί που ζεις, να σταματάς λίγο να κατέβεις, να σκεφτείς, να τα αφομοιώσεις, να αναστοχαστείς που λεν και στον όμιλο.
Και πέρα από αυτό υπάρχει κι η διαλεκτική. Που δεν είναι ακριβώς χρυσή τομή, αυτή είναι πιο πολύ κεντρισμός. Κεντρισμός και διαπραγμάτευση. Ενώ η διαλεκτική είναι ενότητα και πάλη των αντιθέτων. Διαρκής πόλεμος, χωρίς τέλος και διαπραγμάτευση. Όπου το ένα χέρι νίβει το άλλο και τα δυο αλλάζουν και γίνονται το αντίθετό τους. Κι εμείς κατά βάθος είμαστε οι άλλοι και τις τρώμε από τον εαυτό μας.
Ο γκόρμπι είναι ένας από εμάς. Ο ιούδας είναι μέσα μας.
Γι’ αυτό λέμε και ανατροπή και κατάρρευση. Και βασικά αντεπανάσταση.
Κυρίως όμως ανατροπή. Κι από μέσα να ήταν δεν παύει να είναι ταξικός εχθρός. Δεν πέσαμε μόνοι μας. Ήταν καθαρή ανατροπή. Αλλά το μαύρο κοράκι –με νύχια γαμψά- έκανε πως δεν το είδε. Και σφύριξε το τέλος της ιστορίας.
Στο κοινό πλαίσιο όμως θα λέμε για αντεπανάσταση, να ‘μαστε όλοι καλυμμένοι.
Διαλεκτική λοιπόν είναι να ζεις κάθε στιγμή ποιητικά σαν παραμύθι. Βρίσκεις την ομορφιά της ζωής και δεν έχεις χρόνο και λόγια να την εκφράσεις. Αλλά τη ζεις σαν ποιητής, ο ποιητής των πάντων. Εσύ την έφτιαξες, την πήρες στα χέρια σου, όρισες τις τύχες σου. Και την έκανες καλύτερη από παράδεισο, γιατί είναι αληθινή, με στραβά κι αντιφάσεις που το αποδεικνύουν.
Ένα πράγμα όμως δεν έλυσα μέσα μου.
Αν πλησιάζουμε στον παράδεισο λύνοντας αντιφάσεις τι θα μείνει να μας κινεί στο τέλος; Τι συνείδηση αναπτύσσει ο κόσμος όταν τα βασικά προβλήματά του είναι λυμένα και τα βρίσκει όλα έτοιμα απ’ το κράτος; Δεν είναι λογικό οι άλλοι που έχουν οξυμένα αδιέξοδα να πάνε πιο γρήγορα για να τα υπερβούν;
Και να ψάχνουν πιο έντονα διέξοδο στην τέχνη για να εκφράσουν την απόγνωσή τους;
Ενώ εμείς είμαστε ποιητές της ζωής. Η νταρντάνα στο κολχόζ, ο σταχανοβίτης στο ορυχείο, η ξεχερσωμένη γη, ο φαντάρος που δε λύγισε ποτέ στο μέτωπο με τους ναζί.
Αυτός είναι ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός. Αλλά αυτοί που ψάχνουν στην τέχνη μια απόδραση από τη ζωή σου λεν ότι αυτό δεν είναι ζωή. Η στρατευμένη τέχνη δεν είναι καν τέχνη. Κι εσύ είσαι λέει σταλινικός.
Αν αυτός είναι ο ορισμός, είμαι και φαίνομαι. Ασ’ τη γραμμή τι λέει. Δεν υπάρχουν σταλινικοί και δε στέκει ο σταλινισμός ως έννοια. Ναι, δε στέκει. Αλλά αφού το θέτουν έτσι, είμαστε όλοι σταλινικοί.
Αυτό τώρα το βάζω για να ξενερώσουν όσοι μαγεύονται από τη φόρμα και την ξεκόβουν ιδεαλιστικά από το περιεχόμενο. Όχι κύριε, εδώ κάνουμε ρεαλισμό κι έχουμε αντιφάσεις. Δεν κάνουμε τέχνη για την τέχνη να θαυμάζεις τη φόρμα, κάνουμε την τέχνη της ζωής και της επανάστασης. Προσπαθούμε τουλάχιστον.
Αλλά ξέρεις τι φοβάμαι; Ότι τη ζωή, τις χαρές και τις τέχνες της, τις έμαθα μέσα από τα βιβλία. Και μόνο εκεί μπορώ να τα λέω καλά. Και τους ανθρώπους τους γνώρισα κυρίως από το μπλοκ και το διαδίκτυο. Υποτίθεται επηρεάζω κόσμο πίσω από οθόνες κι από κοντά δε μπορώ να τους πω τι θέλω και τι σκέφτομαι. Η μόνη αληθινή επαφή είναι η ζωντανή κι εκεί το χάνω. Τι διάολο επανάσταση θα κάνουμε με τόση αποξένωση;
Κι είναι κι αυτό που λέει ο χουρμουζιάδης στη συνέντευξη στον πι-πι. Όλα αυτά καταντούν να είναι γκρίνια κι ατομικό παράπονο, αντί για κάτι δραστικό και συλλογικό που θα αλλάξει τον κόσμο. Το θέμα δεν είναι να τον καταλάβουμε μόνο.
Ε ναι ρε αρχηγέ. Είπαμε ρεαλισμό. Αλλά εδώ κατά βάση ψυχοθεραπεία κάνουμε. Τι περίμενες δηλ από ένα μπλοκ, επανάσταση; Να το διαβάζουν και να λεν στ’ άρματα, στ’ άρματα, εμπρός στον αγώνα;
Θα μου πεις, εσύ δηλ γράφεις κι αναστοχάζεσαι;
Όχι βέβαια. Έχω κολλήσει ανεπανόρθωτα στο βούρκο με τις αντιφάσεις μου και κάθομαι και το αμπελοφιλοσοφώ. Προσπαθώ να μη βουτήξω όλος μέσα και να κρατήσω τα νύχια μου καθαρά, σαν τον τύπο του μπρεχτ. Και βαυκαλίζομαι ότι τα νύχια μου είναι η σκέψη που την κρατάω αιχμηρή και καθαρή.
Αλλά αν δεν πάει νύχι-κρέας με τη δράση, είναι να γδέρνουμε τα μάγουλά μας από απελπισία. Και το κρέας είναι γουρουνίσιο. Απ’ όλους τους χοιρινούς συντρόφους με το ιδεολογικό λίπος, και τη γραφειοκρατική αρτηριοσκλήρυνση στην πράξη.
Ποια ήταν η πρώτη ερώτηση; Α, ναι. Ο τίτλος του κειμένου.
Όποιος σφος αναγνώστης βρει πού παραπέμπει ο συνειρμός, κερδίζει παραγγελιά ένα κείμενο της αρεσκείας του με θέμα που θα διαλέξει ο ίδιος. Βοηθητικό στοιχείο: 80'ς.
Υγ: Το σκίτσο είναι παρμένο από το πολύ καλό πλάκα κάνεις του κωνσταντίνου ρουγγέρη (http://plaka-kaneis.blogspot.com/).
Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010
Παρασκευή 24 Σεπτεμβρίου 2010
Λδ Καζακ(η)στάν
Σε αυτούς τους δρόμους, σε αυτή την κοινωνία
Μια μέρα η αρας δε θα ‘ναι συμμορία
Ξεκινάμε δυναμικά με σύνθημα. Και συνεχίζουμε έτσι, με κείμενο του καζάκη από τον καιρό που ήταν κουκουέ, συνεργάτης του τμήματος οικονομίας της κε.
Η «ενιαία αγορά» και το μάαστριχτ
Η συνθήκη του μάαστριχτ δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία, αλλά υποτίθεται πως έρχεται να ολοκληρώσει την πορεία που ξεκίνησε με τη σύνοδο κορυφής της εοκ στο λουξεμβούργο το δεκέμβρη του 1985, όπου υιοθετήθηκε η «ενιαία ευρωπαϊκή πράξη», με στόχο τη διαμόρφωση της «ενιαίας εσωτερικής αγοράς» μέχρι το 1992. Έτσι λοιπόν η συνθήκη του Μάαστριχτ, το περιεχόμενό της, οι προεκτάσεις της κι οι συνέπειές της, τόσο για την χώρα μας, όσο και για την ευρώπη συνολικά, δε μπορεί να εξετάζονται ξεκομμένα απ’ τη μέχρι σήμερα πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της «ενιαίας αγοράς».
Η ενιαία ευρωπαϊκή πράξη του 1985 φιλοδοξούσε να υπερβεί μια παρατεταμένη περίοδο κρίσεων στο εσωτερικό της κοινότητας, οικονομικών αποτυχιών και φυγόκεντρων τάσεων, που εκπορεύονται πρώτα και κύρια από τις πιο ισχυρές χώρες. Ποια είναι τα αποτελέσματα; Καθώς ήδη βρισκόμαστε στα μέσα του 1992, της «χρονιάς-ορόσημο» για την «ενιαία αγορά», φαίνεται καθαρά ότι η πορεία της εοκ περιπλέχτηκε ακόμη περισσότερο σε αντιθέσεις και συγκρούσεις που πυροδότησε η ίδια. Η αναζωογόνηση της οικονομίας της εοκ, η ενίσχυση της θέσης της στο διεθνή ανταγωνισμό, η κοινωνική άνοδος κλπ που υποσχόταν η ενιαία αγορά, παρέμειναν φρούδες ελπίδες, όχι μόνο για την εξαρτημένη περιφέρεια, αλλά και για τον αναπτυγμένο καπιταλιστικό πυρήνα της.
Η εικόνα που παρουσιάζει η οικονομία της εοκ στα χρόνια που προωθείται η ενιαία αγορά είναι αποκαρδιωτική. Η κατά μέσο όρο άνοδος της παραγωγής της εοκ έχει ήδη καταρρεύσει απ’ το 4% που ήταν πριν πέντε χρόνια, σε λίγο περισσότερο από 1% σήμερα, με ακόμη πιο δυσμενή προοπτική για τα επόμενα χρόνια. Την ίδια ώρα η ανεργία αρχίζει ξανά να καλπάζει, με πρόβλεψη σύντομα να πιάσει το 10%. Κι όλα αυτά, όταν πριν 6 χρόνια εκθέσεις σαν του τσεκίνι –η οποία εκπονήθηκε κατ’ εντολή του διευθυντηρίου το 1985, περισσότερο για προπαγανδιστικούς λόγους- αλλά κι εκτιμήσεις των βρυξελλών, πρόβλεπαν απογείωση των ρυθμών ανάπτυξης της εοκ που θα κυμαίνονταν γύρω στο 7% ετήσια, ενώ θα άνοιγαν περίπου 5 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας.
Ταυτόχρονα η εοκ στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων δε μπόρεσε να ξεπεράσει σε ρυθμούς ανόδου τόσο την ιαπωνία, όσο και τις ηπα. {Εδώ παραλείπω κάποιους αριθμούς που παραθέτει ο καζάκης για το αεπ, την ανεργία, τον δείκτη τιμών καταναλωτή και τη βιομηχανική παραγωγή στις χώρες της εοκ, τους οποίους συγκρίνει μετά με τα αντίστοιχα μεγέθη σε ηπα κι ιαπωνία για να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα}: Η διαφαινόμενη νέα οικονομική ύφεση φαίνεται να πλήττει περισσότερο την ίδια την εοκ, παρά τους αντιπάλους της στο διεθνή ανταγωνισμό.
Γίνεται φανερό πως η πορεία προς την «ενιαία αγορά» με τις αντιθέσεις που πυροδότησε και την περιπλοκή της με τις διαδικασίες νέας οικονομικής ύφεσης, όχι μόνο δεν απογείωσε την οικονομία όπως ονειρεύονταν τα επιτελεία των βρυξελλών, αλλά την προσγείωσε σε μια νέα περίοδο έντασης και συγκρούσεων, που ίσως προοπτικά απειλήσει και την ίδια την υπόσταση της εοκ. Το μόνο αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμά της είναι πως μετέτρεψε το εσωτερικό της εοκ σε μια ανοιχτή αρένα ξέφρενου ανταγωνισμού ανάμεσα σε τμήματα του πολυεθνικού κεφαλαίου. Ένας ανταγωνισμός που διαχέεται σε όλες τις σφαίρες της οικονομίας, της κοινωνίας και της πολιτικής, παίρνει σύγχρονες μορφές και γίνεται πιο εξουθενωτικός.
Έτσι η «ενιαία αγορά» πυροδότησε ένα νέο κύμα ανταγωνισμού, που αντί να ισχυροποιήσει –όπως περίμενε το «διευθυντήριο»- αδυνάτισε τις δομές και τις αντοχές της οικονομίας της εοκ, την αποσταθεροποίησε και διευκόλυνε το αμερικανικό και ιαπωνικό κεφάλαιο να μεταφέρουν τη διεθνή σύγκρουση στο εσωτερικό της. Και ταυτόχρονα να συνδέσουν την ίδια την πορεία προς την ευρωπαϊκή ένωση με την αποφασιστική προώθηση των θέσεών τους στην ευρώπη. Προς μεγάλη απογοήτευση όλων εκείνων που βαυκαλίζονταν με την ιδέα του φωτισμένου εοκικού ιμπεριαλισμού ενάντια στο σκοτεινό ιμπεριαλισμό των ηπα.
Τα δεδομένα αυτά έχουν απελευθερώσει την «ενιαία αγορά», περισσότερο όμως το καταστροφικό της δυναμικό, παρά τις εκσυγχρονιστικές της διαστάσεις έστω κι απ’ τη σκοπιά του αναπτυγμένου καπιταλιστικού πυρήνα της εοκ. Γι’ αυτό κι αρκετοί ειδικοί επισημαίνουν πως μόνο μία στις τρεις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να επιβιώσουν στις διαδικασίες της «ενιαίας αγοράς». Κύκλοι επίσης των ευρωπαίων βιομηχάνων τονίζουν πως χρειάζεται μια πρόσθετη δεκαετία για να καταστήσουν τις επιχειρήσεις τους αρκετά παραγωγικές, ώστε να ανταγωνιστούν τους ιάπωνες και τους αμερικάνους.
Αυτό ακριβώς αναγκάζει και το ίδιο το μεγάλο κεφάλαιο να αναθεωρήσει την εκτίμησή του για τις δυνατότητες της ενιαίας αγοράς. Έτσι ένα από τα μεγάλα αφεντικά της εοκ, ο μεγαλοβιομήχανος ουμπέρτο ανιέλι, θεωρεί πως «καθώς πλησιάζουμε στα 1993, είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχτούμε πως η δημιουργία ισχυρής κοινοτικής βιομηχανικής διάρθρωσης απέχει πολύ από το να είναι το φυσικό αποτέλεσμα της ‘ενιαίας αγοράς’».
Με ανάλογο τρόπο ο αλέν γκομέζ, πρόεδρος του γαλλικού συγκροτήματος ηλεκτρονικών τόμσον, τονίζει πως «το δόγμα του ελεύθερου εμπορίου δε μπορεί να σταθεί πια στην εποχή των βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας». Και απαιτεί μια μακροπρόθεσμη αποτελεσματική πολιτική δασμολογικής προστασίας του σκληρού πυρήνα της βιομηχανίας, σα βασική προϋπόθεση για να υπάρξουν παράλληλα πολιτικές εκσυγχρονισμού της. Κι αν αυτός ο σκεπτικισμός αναπτύσσεται από τέτοιους κολοσσούς, τότε τι πρέπει να κάνει μια μικρή, εξαρτημένη χώρα σαν τη δική μας;
Αυτός είναι ο λόγος που αρκετοί ιθύνοντες της εοκ εκτιμούν πως οι χαμηλοί ρυθμοί και η ύφεση αυξάνουν το οικονομικό κόστος των πολιτικών συμβιβασμών κι έχουν επιβραδύνει σημαντικά τη διαδικασία ολοκλήρωσης. Ενώ ζητήματα ελεύθερου εμπορίου και προστασίας τομέων κι επιχειρήσεων συγκεντρώνουν σοβαρότατες συγκρούσεις, ιδίως ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες. Έτσι, ο επίτροπος ανταγωνισμού της εοκ, λ. μπρίταν, διαπιστώνει πως «απλά δεν υπάρχει συμβιβασμός σε αυτούς τους τομείς, ούτε είναι πιθανό να υπάρξει στα χρόνια που έρχονται».
Έκφραση αυτής της συσσωρευμένης αρνητικής εμπειρίας από την ενιαία αγορά είναι και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη δανία. Το «ΟΧΙ» δεν αφορούσε απλά τη συνθήκη του μάαστριχτ, αλλά τη συνολική εξαπάτηση των λαϊκών προσδοκιών απ’ τη συνολική πορεία της εοκ.
Επομένως, η πορεία προς την «ενιαία αγορά», μ’ όλες τις αντιφάσεις της, συσσώρευσε σοβαρά προβλήματα, ιδίως βέβαια σε χώρες με ασθενή παραγωγική-τεχνική βάση, όπως η χώρα μας. Τις οδηγεί πιο γρήγορα στο περιθώριο, τις μετατρέπει σε χώρους αποβλήτων, που προέρχονται απ’ την έξαρση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού τόσο στο εσωτερικό της εοκ, όσο και διεθνώς.
Έτσι οι ευρύτερες «αποκλίσεις» ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους, σε αναπτυγμένες και υποβαθμισμένες περιοχές κλπ στο εσωτερικό της εοκ, δεν είναι αποτέλεσμα απλά κάποιων «πολιτικών επιλογών», είτε κάποιων κακών κυβερνήσεων, όσο κι αν οι κυβερνήσεις του δικομματισμού φρόντισαν με το παραπάνω για να δραματοποιήσουν ακόμη περισσότερο αυτή την κατάσταση. Αντίθετα, πηγάζουν από την εσωτερική λογική της «ενιαίας αγοράς», η οποία είναι ενιαία μόνο τυπικά, εξωτερικά, ενώ εσωτερικά και ουσιαστικά είναι ανισότιμη. Κι αυτό γιατί επιδιώκει να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους δράσης για το πολυεθνικό κεφάλαιο. Δημιουργεί νέους μηχανισμούς επιβολής της θέλησής του. Οι αρχές λειτουργίας της ενιαίας αγοράς δεν οδηγούν στη διάχυση της τεχνολογικής προόδου προς τις πιο καθυστερημένες περιοχές, αλλά σε μια νέα μεγάλη συγκέντρωση τεχνολογικών επιτευγμάτων, εφαρμογών και οικονομικών ωφελειών στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό πυρήνα της εοκ.
Ριζοσπάστης, 7.6.1992.
Και στον επίλογο κάποιες δικές μου παρατηρήσεις.
Νοσταλγούμε χωρίς πολιτικό άλλοθι, την εποχή που παλεύαμε ενάντια στις συνέπειες της ένταξης με κατεύθυνση την αποδέσμευση και για αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Κατ’ επέκταση έχω αδυναμία σε όσα κείμενα αναφέρουν ακόμα ως εοκ τη σύγχρονη ιερά συμμαχία. Άσε που κάνει ομοιοκαταληξία με το πασόκ.
Στο μυαλό μου το 92 ήταν χρονιά ορόσημο από τα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης και το σήμα έναρξης των Αυθαίρετων με πολλές καλτ μορφές, από αυτές που ο κομάντο συνηθίζει να αποκαλεί τελευταίους έλληνες. Τώρα το θυμάμαι για τους ολυμπιακούς της βαρκελώνης και τους ταβάριτσι αθλητές της κοινοπολιτείας με τις σοβιετικές σημαίες και το σφυροδρέπανο στην καρδιά.
Τι άλλο χρήζει της προσοχής μας;
Τα εισαγωγικά που χρησιμοποιεί ο καζάκης στον όρο ενιαία αγορά με τον ίδιο ζήλο που τα βάζουν οι μουλάδες στο κάπα όταν μιλάν για το κόμμα.
Ότι ασπάζεται ως καλός μουλάς τη θεωρία της εξάρτησης. Κάτι που καθιστά ακόμα πιο παράξενους τους ασπασμούς και τις πολιτικές του φιλίες στο σήμερα με ρεύματα που μιλάν για την ιμπεριαλιστική ελλάδα και το ρόλο της στα βαλκάνια.
Κι η συντριπτική κριτική του στις συνέπειες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που πηγάζουν από την εσωτερική λογική της 'ενιαίας αγοράς' και δεν είναι απλά αποτέλεσμα κάποιων πολιτικών επιλογών ή κάποιων κακών κυβερνήσεων. Σε πλήρη αντίθεση με όσα λέει σήμερα περί άρνησης χρέους και κυβερνητικής αλλαγής για ένα δημοκρατικό κράτος που θα πατάξει τη διαφθορά.
Αλλά ο βασικός λόγος της αναδημοσίευσης είναι άλλος. Είναι η μοναδική του ανάλυση –απ’ όσες κυκλοφορούν- όπου δε μιλάει για το χρέος και τα πολιτικά, δημοκρατικά αιτήματα που θ’ ανοίξουν το δρόμο για το σοσιαλισμό. Αν θέλει, μπορεί να μιλήσει και για άλλα πράγματα.
Σπάνιο ντοκουμέντο, συλλεκτικής αξίας. Μπορείτε να το βρείτε στη σύγχρονη εποχή στη συλλογή κριτικών σημειωμάτων με τον τίτλο για την ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση –έκδοση της ιε της κε του κκε- μαζί με άρθρα και κείμενα της μπέλλου, του παφίλη, του μάκη παπαδόπουλου κι άλλων παλιών συντρόφων.
Καλή ανάγνωση.
Μια μέρα η αρας δε θα ‘ναι συμμορία
Ξεκινάμε δυναμικά με σύνθημα. Και συνεχίζουμε έτσι, με κείμενο του καζάκη από τον καιρό που ήταν κουκουέ, συνεργάτης του τμήματος οικονομίας της κε.
Η «ενιαία αγορά» και το μάαστριχτ
Η συνθήκη του μάαστριχτ δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία, αλλά υποτίθεται πως έρχεται να ολοκληρώσει την πορεία που ξεκίνησε με τη σύνοδο κορυφής της εοκ στο λουξεμβούργο το δεκέμβρη του 1985, όπου υιοθετήθηκε η «ενιαία ευρωπαϊκή πράξη», με στόχο τη διαμόρφωση της «ενιαίας εσωτερικής αγοράς» μέχρι το 1992. Έτσι λοιπόν η συνθήκη του Μάαστριχτ, το περιεχόμενό της, οι προεκτάσεις της κι οι συνέπειές της, τόσο για την χώρα μας, όσο και για την ευρώπη συνολικά, δε μπορεί να εξετάζονται ξεκομμένα απ’ τη μέχρι σήμερα πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της «ενιαίας αγοράς».
Η ενιαία ευρωπαϊκή πράξη του 1985 φιλοδοξούσε να υπερβεί μια παρατεταμένη περίοδο κρίσεων στο εσωτερικό της κοινότητας, οικονομικών αποτυχιών και φυγόκεντρων τάσεων, που εκπορεύονται πρώτα και κύρια από τις πιο ισχυρές χώρες. Ποια είναι τα αποτελέσματα; Καθώς ήδη βρισκόμαστε στα μέσα του 1992, της «χρονιάς-ορόσημο» για την «ενιαία αγορά», φαίνεται καθαρά ότι η πορεία της εοκ περιπλέχτηκε ακόμη περισσότερο σε αντιθέσεις και συγκρούσεις που πυροδότησε η ίδια. Η αναζωογόνηση της οικονομίας της εοκ, η ενίσχυση της θέσης της στο διεθνή ανταγωνισμό, η κοινωνική άνοδος κλπ που υποσχόταν η ενιαία αγορά, παρέμειναν φρούδες ελπίδες, όχι μόνο για την εξαρτημένη περιφέρεια, αλλά και για τον αναπτυγμένο καπιταλιστικό πυρήνα της.
Η εικόνα που παρουσιάζει η οικονομία της εοκ στα χρόνια που προωθείται η ενιαία αγορά είναι αποκαρδιωτική. Η κατά μέσο όρο άνοδος της παραγωγής της εοκ έχει ήδη καταρρεύσει απ’ το 4% που ήταν πριν πέντε χρόνια, σε λίγο περισσότερο από 1% σήμερα, με ακόμη πιο δυσμενή προοπτική για τα επόμενα χρόνια. Την ίδια ώρα η ανεργία αρχίζει ξανά να καλπάζει, με πρόβλεψη σύντομα να πιάσει το 10%. Κι όλα αυτά, όταν πριν 6 χρόνια εκθέσεις σαν του τσεκίνι –η οποία εκπονήθηκε κατ’ εντολή του διευθυντηρίου το 1985, περισσότερο για προπαγανδιστικούς λόγους- αλλά κι εκτιμήσεις των βρυξελλών, πρόβλεπαν απογείωση των ρυθμών ανάπτυξης της εοκ που θα κυμαίνονταν γύρω στο 7% ετήσια, ενώ θα άνοιγαν περίπου 5 εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας.
Ταυτόχρονα η εοκ στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων δε μπόρεσε να ξεπεράσει σε ρυθμούς ανόδου τόσο την ιαπωνία, όσο και τις ηπα. {Εδώ παραλείπω κάποιους αριθμούς που παραθέτει ο καζάκης για το αεπ, την ανεργία, τον δείκτη τιμών καταναλωτή και τη βιομηχανική παραγωγή στις χώρες της εοκ, τους οποίους συγκρίνει μετά με τα αντίστοιχα μεγέθη σε ηπα κι ιαπωνία για να καταλήξει στο εξής συμπέρασμα}: Η διαφαινόμενη νέα οικονομική ύφεση φαίνεται να πλήττει περισσότερο την ίδια την εοκ, παρά τους αντιπάλους της στο διεθνή ανταγωνισμό.
Γίνεται φανερό πως η πορεία προς την «ενιαία αγορά» με τις αντιθέσεις που πυροδότησε και την περιπλοκή της με τις διαδικασίες νέας οικονομικής ύφεσης, όχι μόνο δεν απογείωσε την οικονομία όπως ονειρεύονταν τα επιτελεία των βρυξελλών, αλλά την προσγείωσε σε μια νέα περίοδο έντασης και συγκρούσεων, που ίσως προοπτικά απειλήσει και την ίδια την υπόσταση της εοκ. Το μόνο αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμά της είναι πως μετέτρεψε το εσωτερικό της εοκ σε μια ανοιχτή αρένα ξέφρενου ανταγωνισμού ανάμεσα σε τμήματα του πολυεθνικού κεφαλαίου. Ένας ανταγωνισμός που διαχέεται σε όλες τις σφαίρες της οικονομίας, της κοινωνίας και της πολιτικής, παίρνει σύγχρονες μορφές και γίνεται πιο εξουθενωτικός.
Έτσι η «ενιαία αγορά» πυροδότησε ένα νέο κύμα ανταγωνισμού, που αντί να ισχυροποιήσει –όπως περίμενε το «διευθυντήριο»- αδυνάτισε τις δομές και τις αντοχές της οικονομίας της εοκ, την αποσταθεροποίησε και διευκόλυνε το αμερικανικό και ιαπωνικό κεφάλαιο να μεταφέρουν τη διεθνή σύγκρουση στο εσωτερικό της. Και ταυτόχρονα να συνδέσουν την ίδια την πορεία προς την ευρωπαϊκή ένωση με την αποφασιστική προώθηση των θέσεών τους στην ευρώπη. Προς μεγάλη απογοήτευση όλων εκείνων που βαυκαλίζονταν με την ιδέα του φωτισμένου εοκικού ιμπεριαλισμού ενάντια στο σκοτεινό ιμπεριαλισμό των ηπα.
Τα δεδομένα αυτά έχουν απελευθερώσει την «ενιαία αγορά», περισσότερο όμως το καταστροφικό της δυναμικό, παρά τις εκσυγχρονιστικές της διαστάσεις έστω κι απ’ τη σκοπιά του αναπτυγμένου καπιταλιστικού πυρήνα της εοκ. Γι’ αυτό κι αρκετοί ειδικοί επισημαίνουν πως μόνο μία στις τρεις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα μπορέσουν να επιβιώσουν στις διαδικασίες της «ενιαίας αγοράς». Κύκλοι επίσης των ευρωπαίων βιομηχάνων τονίζουν πως χρειάζεται μια πρόσθετη δεκαετία για να καταστήσουν τις επιχειρήσεις τους αρκετά παραγωγικές, ώστε να ανταγωνιστούν τους ιάπωνες και τους αμερικάνους.
Αυτό ακριβώς αναγκάζει και το ίδιο το μεγάλο κεφάλαιο να αναθεωρήσει την εκτίμησή του για τις δυνατότητες της ενιαίας αγοράς. Έτσι ένα από τα μεγάλα αφεντικά της εοκ, ο μεγαλοβιομήχανος ουμπέρτο ανιέλι, θεωρεί πως «καθώς πλησιάζουμε στα 1993, είμαστε αναγκασμένοι να παραδεχτούμε πως η δημιουργία ισχυρής κοινοτικής βιομηχανικής διάρθρωσης απέχει πολύ από το να είναι το φυσικό αποτέλεσμα της ‘ενιαίας αγοράς’».
Με ανάλογο τρόπο ο αλέν γκομέζ, πρόεδρος του γαλλικού συγκροτήματος ηλεκτρονικών τόμσον, τονίζει πως «το δόγμα του ελεύθερου εμπορίου δε μπορεί να σταθεί πια στην εποχή των βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας». Και απαιτεί μια μακροπρόθεσμη αποτελεσματική πολιτική δασμολογικής προστασίας του σκληρού πυρήνα της βιομηχανίας, σα βασική προϋπόθεση για να υπάρξουν παράλληλα πολιτικές εκσυγχρονισμού της. Κι αν αυτός ο σκεπτικισμός αναπτύσσεται από τέτοιους κολοσσούς, τότε τι πρέπει να κάνει μια μικρή, εξαρτημένη χώρα σαν τη δική μας;
Αυτός είναι ο λόγος που αρκετοί ιθύνοντες της εοκ εκτιμούν πως οι χαμηλοί ρυθμοί και η ύφεση αυξάνουν το οικονομικό κόστος των πολιτικών συμβιβασμών κι έχουν επιβραδύνει σημαντικά τη διαδικασία ολοκλήρωσης. Ενώ ζητήματα ελεύθερου εμπορίου και προστασίας τομέων κι επιχειρήσεων συγκεντρώνουν σοβαρότατες συγκρούσεις, ιδίως ανάμεσα στις ανεπτυγμένες χώρες. Έτσι, ο επίτροπος ανταγωνισμού της εοκ, λ. μπρίταν, διαπιστώνει πως «απλά δεν υπάρχει συμβιβασμός σε αυτούς τους τομείς, ούτε είναι πιθανό να υπάρξει στα χρόνια που έρχονται».
Έκφραση αυτής της συσσωρευμένης αρνητικής εμπειρίας από την ενιαία αγορά είναι και το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στη δανία. Το «ΟΧΙ» δεν αφορούσε απλά τη συνθήκη του μάαστριχτ, αλλά τη συνολική εξαπάτηση των λαϊκών προσδοκιών απ’ τη συνολική πορεία της εοκ.
Επομένως, η πορεία προς την «ενιαία αγορά», μ’ όλες τις αντιφάσεις της, συσσώρευσε σοβαρά προβλήματα, ιδίως βέβαια σε χώρες με ασθενή παραγωγική-τεχνική βάση, όπως η χώρα μας. Τις οδηγεί πιο γρήγορα στο περιθώριο, τις μετατρέπει σε χώρους αποβλήτων, που προέρχονται απ’ την έξαρση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού τόσο στο εσωτερικό της εοκ, όσο και διεθνώς.
Έτσι οι ευρύτερες «αποκλίσεις» ανάμεσα σε φτωχούς και πλούσιους, σε αναπτυγμένες και υποβαθμισμένες περιοχές κλπ στο εσωτερικό της εοκ, δεν είναι αποτέλεσμα απλά κάποιων «πολιτικών επιλογών», είτε κάποιων κακών κυβερνήσεων, όσο κι αν οι κυβερνήσεις του δικομματισμού φρόντισαν με το παραπάνω για να δραματοποιήσουν ακόμη περισσότερο αυτή την κατάσταση. Αντίθετα, πηγάζουν από την εσωτερική λογική της «ενιαίας αγοράς», η οποία είναι ενιαία μόνο τυπικά, εξωτερικά, ενώ εσωτερικά και ουσιαστικά είναι ανισότιμη. Κι αυτό γιατί επιδιώκει να εξασφαλίσει ευνοϊκότερους όρους δράσης για το πολυεθνικό κεφάλαιο. Δημιουργεί νέους μηχανισμούς επιβολής της θέλησής του. Οι αρχές λειτουργίας της ενιαίας αγοράς δεν οδηγούν στη διάχυση της τεχνολογικής προόδου προς τις πιο καθυστερημένες περιοχές, αλλά σε μια νέα μεγάλη συγκέντρωση τεχνολογικών επιτευγμάτων, εφαρμογών και οικονομικών ωφελειών στον αναπτυγμένο καπιταλιστικό πυρήνα της εοκ.
Ριζοσπάστης, 7.6.1992.
Και στον επίλογο κάποιες δικές μου παρατηρήσεις.
Νοσταλγούμε χωρίς πολιτικό άλλοθι, την εποχή που παλεύαμε ενάντια στις συνέπειες της ένταξης με κατεύθυνση την αποδέσμευση και για αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό. Κατ’ επέκταση έχω αδυναμία σε όσα κείμενα αναφέρουν ακόμα ως εοκ τη σύγχρονη ιερά συμμαχία. Άσε που κάνει ομοιοκαταληξία με το πασόκ.
Στο μυαλό μου το 92 ήταν χρονιά ορόσημο από τα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης και το σήμα έναρξης των Αυθαίρετων με πολλές καλτ μορφές, από αυτές που ο κομάντο συνηθίζει να αποκαλεί τελευταίους έλληνες. Τώρα το θυμάμαι για τους ολυμπιακούς της βαρκελώνης και τους ταβάριτσι αθλητές της κοινοπολιτείας με τις σοβιετικές σημαίες και το σφυροδρέπανο στην καρδιά.
Τι άλλο χρήζει της προσοχής μας;
Τα εισαγωγικά που χρησιμοποιεί ο καζάκης στον όρο ενιαία αγορά με τον ίδιο ζήλο που τα βάζουν οι μουλάδες στο κάπα όταν μιλάν για το κόμμα.
Ότι ασπάζεται ως καλός μουλάς τη θεωρία της εξάρτησης. Κάτι που καθιστά ακόμα πιο παράξενους τους ασπασμούς και τις πολιτικές του φιλίες στο σήμερα με ρεύματα που μιλάν για την ιμπεριαλιστική ελλάδα και το ρόλο της στα βαλκάνια.
Κι η συντριπτική κριτική του στις συνέπειες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που πηγάζουν από την εσωτερική λογική της 'ενιαίας αγοράς' και δεν είναι απλά αποτέλεσμα κάποιων πολιτικών επιλογών ή κάποιων κακών κυβερνήσεων. Σε πλήρη αντίθεση με όσα λέει σήμερα περί άρνησης χρέους και κυβερνητικής αλλαγής για ένα δημοκρατικό κράτος που θα πατάξει τη διαφθορά.
Αλλά ο βασικός λόγος της αναδημοσίευσης είναι άλλος. Είναι η μοναδική του ανάλυση –απ’ όσες κυκλοφορούν- όπου δε μιλάει για το χρέος και τα πολιτικά, δημοκρατικά αιτήματα που θ’ ανοίξουν το δρόμο για το σοσιαλισμό. Αν θέλει, μπορεί να μιλήσει και για άλλα πράγματα.
Σπάνιο ντοκουμέντο, συλλεκτικής αξίας. Μπορείτε να το βρείτε στη σύγχρονη εποχή στη συλλογή κριτικών σημειωμάτων με τον τίτλο για την ευρωπαϊκή καπιταλιστική ενοποίηση –έκδοση της ιε της κε του κκε- μαζί με άρθρα και κείμενα της μπέλλου, του παφίλη, του μάκη παπαδόπουλου κι άλλων παλιών συντρόφων.
Καλή ανάγνωση.
Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010
Είναι κάτι αναπτήρες
Ξεκινάμε με γκολ από τα αποδυτήρια. Φωτό από το φεστιβάλ της αθήνας στο περίπτερο του κκρο στη διεθνούπολη, που μας έστειλε φίλη αναγνώστρια. Θρίαμβος του σοσιαλιστικού σουρεαλισμού.
Το δικό μας φεστιβάλ στη λδ του βορρά δεν είχε τρότσκι, ούτε διεθνούπολη. Τι είχε;
Πολύ εργατόκοσμο και λαϊκές φάτσες, σκαμμένες απ’ το μόχθο, χωρίς τη δροσιά της φοιτητικής ανεμελιάς. Οικογένειες με παιδιά που είχαν να ξυπνήσουν νωρίς για δουλειά το πρωί και δεν είναι για ξενύχτια, δακρυγόνα στις πορείες και καγκελάκι.
Του οποίου τη σημασία μέχρι πρόσφατα αγνοούσα κερδίζοντας έτσι την χλεύη του κομάντο και μιας συναδέλφου του. Άρχισα όμως να διαβάζω τσίρκα κι ίσως ξανανέβω στην εκτίμησή τους.
Κι ήξερα για την αντιλαϊκή αύξηση τιμών στα φάρμακα που ακρίβυνε το μαλόξ 12,5%. Γι’ αυτό κι εμείς τώρα προτιμάμε λέει ένα άλλο, αλλά δε θυμάμαι πώς μου το είπαν.
Την πρώτη μέρα αυτοί είχαν συντονιστικό εαακ με χαριτωμένες προτάσεις του στιλ, πάμε καμάρα χωρίς να το πούμε συγκέντρωση ή προσυγκέντρωση κι ο καθένας το βαφτίζει μετά όπως θέλει.
Μα αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται γιατρέ εδώ πέρα, η άλλη μισή στο φεστ αμεσοδημοκρατίας της ακ βρίσκεται. Που γινόταν στα γρασίδια πιο δίπλα.
Οι πιο πολλοί φυλλορρόησαν κι οι εναπομείναντες αποφάσισαν κατά τις τρεις να το λήξουν χωρίς να καταλήξουν πριν καταλήξουν από φυσικά αίτια. Αυτό συνέφερε τη σοβαρή συνιστώσα που δεν είχε τους συσχετισμούς στο θέμα της έκθεσης. Θα το βρει μπροστά της όμως σε κάνα μήνα που θα έχουν για θέμα την εφεε.
Στο φεστιβάλ της ακ έπαιζαν εντός έδρας. Γρασίδια, κακό χορτάρι, μαυρίλα με παρδαλό σύριζα, τα παιδιά για ύπνο κι οι εργαζόμενοι με ποσόστωση. Δε θέλουμε εργάτες στη γιορτή μας.
Καταλαβαίνω γιατί μπορεί να φρικάρουν στο δικό μας. Βλέπουν φαμίλιες με παιδιά –στη γλώσσα τους τους λεν νοικοκυραίους- και ξενερώνουν. Ή μπορεί απλώς να βλέπουνε εικόνες από το μέλλον τους και τις απωθούν έντρομοι.
Γιατί η καλή νοικοκυρά είναι δούλα. Ή όπως λέει ένα σύνθημα στην τούμπα, έξω οι οικογένειες απ’ τα γήπεδα. Ζήτημα χρόνου να βρουν ένα αντίστοιχο και για τις πορείες.
Στα μάτια τους πρέπει να συγκροτούμε το αντεπαναστατικό υποκείμενο της εποχής. Μαζί με τους παππούδες απολιθώματα που δε μπορούν να τρέξουν κι υποχρεώνουν όλη την πορεία να πάει στο ρυθμό τους. Κι όμως αυτοί είναι οι πιο ηρωικοί απ’ όλους.
Τέλος συναυλίας. Φωνή απ’ τα μεγάφωνα.
Εδώ τελειώνει το 36ο φεστιβάλ κνε-οδηγητή. Ραντεβού… στιγμιαία παύση.
Ραντεβού στα οδοφράγματα, σπεύδει να πει ο κομάντο.
Εντάξει. Πήγαινε ξεκίνα το στήσιμο. Και μετά βάλε εσύ μια φωνή κι αν δεν είμαι εκεί, χάρη να μη με λένε. Που δε με λένε δηλ. Κι αν δε με βρεις, ραντεβού στο δρόμο του αγώνα. Και μετά στα γουναράδικα.
Πιο πριν, ομιλία πγ, από τον υποψήφιο αντιπεριφερειάρχη. Ο κομάντο τον έκοψε για μερακλή κι έφαγε σκάλωμα με την κοιλιά του. Στο καπάκι γενίκευση και πολιτικό συμπέρασμα.
-Ξέρεις ποιοι μας χωρίζουν; Αυτοί με τις μεγάλες κοιλιές. Κι απ’ τις δυο πλευρές.
-Μα κι εγώ μεγάλη κοιλιά έχω.
-Όχι ρε, η δική σου είναι νεανική και σφριγηλή.
-Ααα…
Το απόγευμα στην πορεία με βρήκε μια φωνή από τη μπελ επόκ που ήμασταν (συμ)φοιτητές και μου ψιθύριζε αναμνήσεις απ’ το καταφύγιο του παρελθόντος. Ήρθε ως το λευκό πύργο και μας άφησε να συνεχίσουμε τη βόλτα μας παραλιακά. Κι όταν έστριψε στη γωνία οι Ψίθυροι έσβησαν και το καταφύγιο χάθηκε, οριστικά και τελεσίδικα.
Στο τέλος της διαδρομής μας περίμεναν 27άρια λεωφορεία που μας πήγαν κατευθείαν στον χώρο του φεστιβάλ. Επιβάτης στην υστερία αυτού του τόπου.
Επόμενη στάση, νεξτ στοπ, φεστιβάλ κνε-οδηγητή. Παρακαλούμε για μετεπιβίβαση χρησιμοποιείστε τα εισιτήρια της οργάνωσης.
Από καλλιτέχνες είδαμε το λάκη παπαδόπουλο να κάνει τα γνωστά του με το κοινό, να λέει δικό σας και να θυμώνει τάχα που δεν τον αφήνουν να πει αυτός το τέλος.
Ρε αφού σας λέω έχω συνεννοηθεί με την αλέκα να κάνω εγώ το κλείσιμο. Αφήστε τον άνθρωπο να κάνει τη δουλειά του.
Και στο τέλος: καλή επιτυχία στην κνε στις εκλογές. Το σκέφτεται λίγο, δεν του κολλάει και προσθέτει απνευστί: και στους αγώνες της.
Οι χειμερινοί κολυμβητές μας είπαν για τις ανθρώπινες μυρωδιές που έχουν χαθεί γιατί κάνουμε μπάνιο κάθε μέρα, ενώ μόνο οι σκουπιδιάρηδες και κάτι χειρώνακτες δικαιολογούνται να κάνουν τόσο συχνά. Ο μπακιρτζής κι άλλος ένας της μπάντας κάνουν λέει μόνο τα σάββατα. Αλλά δε μας είπε αν είχαν ήδη κάνει ή το είχαν αφήσει για μετά τη συναυλία.
Το κοινό από κάτω γελούσε συμφωνώντας. Στη θεωρία. Γιατί στην πράξη είναι με τον ζαχαριάδη. Αγαπά το πολύ νερό και μισεί τους άπλυτους –στο λέω κι εγώ που το ‘χω δοκιμάσει. Και νοσταλγεί την εποχή που κοιμόμασταν με ανοιχτά παράθυρα -για να μη μας πιάσουν οι φασίστες στον ύπνο.
Σουρεάλ καταστάσεις με τους σιρίαλ και ντεζαβού με τα δεκαπεντάχρονα που τους ακούν και την κατασκήνωση του εμεπ. Αλλά εκεί ο διεθνισμός φούσκωνε τα στήθη και σκέπαζε τη σκέψη κι όλα τα άλλα.
Ο κομάντο μου ανέλυσε τη διαφορά του λαϊκού τραγουδιού που βγαίνει από τα σπλάχνα του λαού και του νέου κύματος που είναι έντεχνο και μελωδικό, αλλά χωρίς λαϊκές ρίζες. Κι αφού ένιωσα τύψεις που συντάσσομαι αισθητικά με το δεύτερο, μου λέει, πάμε να ακούσουμε μπλε, που του αρέσουν.
Κι ύστερα μας πείραξαν το έντεχνο κι οι σιρίαλ. Πίτσες μπλε.
Έλειπαν όμως οι μπαλκάν καμπαρέ γιατί λέει τους βάλαμε βέτο να μην παίξουν στο φεστιβάλ της ακ κι αυτοί αρνήθηκαν. Σε αυτούς δεν έπαιξαν οι μπλουζγουάιρ κι ο πουλικάκος που κατάπιε τη μασέλα του –ή κάτι τέτοιο. Αλλά η δική μας απουσία ήταν πολιτική και συζητήθηκε περισσότερο.
Κι από συναισθήματα; Όλο το τριήμερο είχα την αίσθηση ότι με ξεβράζει το κίνημα. Οι γνωστοί λιγόστεψαν, οι παλιοί έφυγαν, άλλαξαν πόλη, οργάνωση, έκαναν παιδιά. Λιγότερες από ποτέ κι οι πεθαμένες καλησπέρες μ’ αυτούς που ποτέ δε χαιρετούσα κι όσους εσχάτως αποφεύγω. Θυμάμαι την χρονιά της ρήξης που την είχα βγάλει στην κρυψώνα του σινεμά όπου είχα εποπτεία. Φέτος όμως που είχε και καλή εισήγηση από ένα σκηνοθέτη για το σοσιαλιστικό ρεαλισμό δεν πρόλαβα να πάω.
.
Στην χαμένη άνοιξη ο τσίρκας μιλάει για το διαχωρισμό μεταξύ χαρακτήρα και προσωπικότητας. Ο πρώτος χτίζεται στο καμίνι της βιοπάλης και της καθημερινότητας. Πολλές φορές εις βάρος της ανάπτυξης της δεύτερης. Που χωρίς το πρώτο μένει δώρο της φύσης άδωρο.
Η διαφορά τους είναι αυτή μεταξύ ενός χειρώνακτα με ένα διανοούμενο. Αυτό ακούγεται ίσως ζντανοφικό, αλλά εξαρτάται από τη διατύπωση. Μπορεί να θεωρείς τους διανοούμενους ύποπτα και χαλασμένα στοιχεία, μικροαστικά κι ασταθή. Και πάνω απ’ όλα στοιχεία, όχι ανθρώπους.
Μπορείς όμως να το πεις και σαν το λένιν για το κόμμα νέου τύπου, την πειθαρχία στο εργοστάσιο και τον χαρακτήρα που φτιάχνει. Και για τους διανοούμενους που πηγαίνουν ένα βήμα μπρος με το μυαλό τους κι άλλα δυο πίσω λόγω έλλειψης χαρακτήρα.
Τα εξηγεί ο ρούσης στο βιβλίο του για τη διανόηση. Και το εντυπωσιακό είναι ότι ο ίδιος αποτελεί ζωντανή απόδειξη για την αστάθεια που καταλογίζει στους διανοούμενους ο λένιν.
Στη διαμάχη του με το κόμμα έχει δίκιο κι άδικο μαζί. Χάνει το πρώτο με τα τρία σίγμα και τον τρόπο που αντέδρασε. Αλλά όπως λέει το ένα έβδομο, στις σχέσεις του κόμματος με τέτοια άτομα η κατάληξη αυτή είναι σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Κι όχι με δική τους ευθύνη.
Υπόδειγμα χαρακτήρα ήταν οι παλιοί κομμουνιστές σαν τον αλύγιστο του κοτζιά. Το ωραίο είναι πως ο ήρωάς του είναι ο πλουμπίδης που ήταν όντως αλύγιστος παρά το άσθμα του και την πίκρα του και πέθανε φωνάζοντας ζήτω το κουκουέ. Αλλά ήταν συνάμα και διανοούμενος δασκαλάκος σε μια θαυμαστή διαλεκτική ενότητα όπου τα σπουδαία άτομα θυσιάζονταν για το σύνολο.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο χαρακτήρας είναι η διαφορά του μέσου αριστεριστή από τον κομμουνιστή σύντροφο. Είναι πάντα προβληματικό να κάνεις μία αφαίρεση γιατί δεν χωράει όλα τα φαινόμενα της πραγματικότητας. Κι είναι πολύ δύσκολο να κατατάξεις τους δήθεν που το παίζουν ιστορία και προσωπικότητες του κινήματος, για να καλύψουν το τεράστιο κενό τους –ως χαρακτήρες κι ως προσωπικότητες.
Το πρώτο θα φανεί στο στρατό ή το αργότερο μετά στη βιοπάλη. Και το άλλο θα φανεί σε οποιονδήποτε στοιχειωδώς έμπειρο με νοοτροπία που στέκει ένα σκαλί πάνω από τον ενθουσιασμό του πρωτοετή. Το θέμα είναι πόσοι καταφέρνουν να ξεφύγουν τελικά από αυτό το επίπεδο. Ο παιδισμός και η ανωριμότητα είναι μαζικά παράγωγα του σημερινού τρόπου ζωής. Μάστιγα της κοινωνίας και της αριστεράς ειδικότερα.
Οι αριστεριστές μπορεί να είναι το καλύτερα παιδιά και να μην τους βαριέσαι ποτέ. Παραμένουν όμως αναξιόπιστοι κι ανυπόληπτοι χωρίς χαρακτήρα για μια σειρά πράγματα.
Από το θα ξυπνήσω να είμαι εκεί από νωρίς και το θα είμαι στην ώρα μου για το ραντεβού. Μέχρι τη σχέση με μόνιμα και σταθερά χαρακτηριστικά.
Πάντα με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Τώρα που λέμε για προσωπικότητες και περσόνες. Μετά το φεστιβάλ πήγα σε μια ναρίτικη σύναξη στο ταξίδι, στο κέντρο (της γης). Ήρθαν δύο δικές τους και με ρώτησαν αν είμαι αυτός. Ως κε του μπλοκ διέψευσα τα πάντα. Κι ύστερα μεταξύ σοβαρού κι αστείου –θέλω να πιστεύω το δεύτερο- μου ζήτησαν αυτόγραφο.
Ο χριστός κι η παναγία!
Είπαμε ρε συ. Σταλινικός κι οπαδός της προσωπολατρίας, αλλά όχι κι έτσι.
Έχω αρχίσει να πουλάω μούρη και να το παίζω προσωπικότητα; Μα τόσο παλιοχαρακτήρας έχω γίνει; Πρέπει να αρχίσω να κάνω άλλες παρέες, πχ με τους φίλους του τζιοβάννη που νιώθουν ότι γράφω μαλακίες για πάρτη του και με βρίζουν. Ή με αυτούς που αναρωτιούνται γιατί δεν πιάνω δουλειά και μένω ανεπρόκοπος, χαραμοφάης να ασχολούμαι με μπλόγκινγκ κι εξυπναδούλες.
Στην οργάνωση πάντοτε είχαμε ισχυρούς χαρακτήρες με φιλότιμο. Από έλλειψη προσωπικότητας πάσχαμε. Και βασικά από άτομα που να τα συνδυάζουν και τα δύο διαλεκτικά. Μπορεί όλοι μας να κολυμπάμε στις αντιφάσεις που είναι η πεμπτουσία της, αλλά από διαλεκτική δε σκαμπάζουμε και πολλά.
Κι ο γράφων πρώτος και καλύτερος. Το πολύ να καταλάβει τις αντιφάσεις και τα αίτια, αλλά ελάχιστα κάνει για να τις αντιμετωπίσει. Ειδικά τις δικές του.
Η πραγματική αγάπη είναι να αγαπάς τον άλλον με τις αντιφάσεις του. Το θέμα είναι να καταλάβουμε τον άλλο. Αλλά το μαρξιστικό είναι να τον αλλάξουμε. Κι ο δικός μας τρόπος είναι το δεύτερο χωρίς το πρώτο. Για αυτό και χωρίς πολλές πιθανότητες επιτυχίας.
Πώς θα αλλάξεις κάτι που δεν γνωρίζεις και δεν αγαπάς;
Για μένα ήταν αποκάλυψη να βλέπω προσωπικότητες σαν τον τρόμπα, τον -κατά κομάντο ευαγγέλιο- μεγαλύτερο συνδικαλιστή που έχει περάσει από το απθ, να αναγνωρίζει ότι παλιότερα ήταν σνομπ με τους πρωτοετείς και παλιοχαρακτήρας. Κι είναι εξίσου αποκαλυπτικό ότι τώρα που δηλώνει ξεκρέμαστος κουκουές και μπορεί να συνδυάσει αρμονικά τα καλύτερα στοιχεία κι από τους δυο χώρους, τα πράγματα του υπαγορεύουν την ιδιώτευση σε ρόλο λεμονόκουπας.
Και να ήσουν στυμμένη πάει κι έρχεται. Άμα έχεις ακόμα πράγματα να δώσεις τι γίνεται; Κρατάς το ζουμί μέσα σου, υποφέρεις σα γελάδα που δεν την αρμέγουν, τραβάς τα βυζιά σου να κατεβάσουν γάλα και σε πνίγει η ξινίλα από το ζουμί που έχεις μέσα σου και τις κακίες σου που οι άλλοι τις περνάνε για κριτική. Μπορεί κι αντίστροφα.
Κι έτσι στόχος γίνεται μια τίμια ιδιώτευση, αντάξια του τίμιου οπορτουνισμού σου. Κρατάς μικρές αντιστάσεις, τελευταίες ζώνης άμυνας, σε αντιπαράθεση πχ με τον άλλο που βρήκε ένα ζουζουλίνι και πήγε να κλειστεί στα προάστια. Και να φανταστείς αυτός μπορεί να είναι ακόμα οργανωμένος. Η ιδιώτευση μες σε οργάνωση είναι η πιο δύσκολη να εντοπιστεί και μία από τις πλέον δύσκολα αντιμετωπίσιμες.
Και τι να κάνεις στην τελική; Να πας στον άλλο να του πεις, ζουλήξτε με γιατί είμαι χαριτωμένος κι έχω πολλά να δώσω;
-Α, πάγαινε από δω ρε λεμονόκουπα, θα σου πει.
Η αυτοεκπληρούμενη προφητεία που λέγαμε...
Πεταμένα λεφτά.
Το δικό μας φεστιβάλ στη λδ του βορρά δεν είχε τρότσκι, ούτε διεθνούπολη. Τι είχε;
Πολύ εργατόκοσμο και λαϊκές φάτσες, σκαμμένες απ’ το μόχθο, χωρίς τη δροσιά της φοιτητικής ανεμελιάς. Οικογένειες με παιδιά που είχαν να ξυπνήσουν νωρίς για δουλειά το πρωί και δεν είναι για ξενύχτια, δακρυγόνα στις πορείες και καγκελάκι.
Του οποίου τη σημασία μέχρι πρόσφατα αγνοούσα κερδίζοντας έτσι την χλεύη του κομάντο και μιας συναδέλφου του. Άρχισα όμως να διαβάζω τσίρκα κι ίσως ξανανέβω στην εκτίμησή τους.
Κι ήξερα για την αντιλαϊκή αύξηση τιμών στα φάρμακα που ακρίβυνε το μαλόξ 12,5%. Γι’ αυτό κι εμείς τώρα προτιμάμε λέει ένα άλλο, αλλά δε θυμάμαι πώς μου το είπαν.
Την πρώτη μέρα αυτοί είχαν συντονιστικό εαακ με χαριτωμένες προτάσεις του στιλ, πάμε καμάρα χωρίς να το πούμε συγκέντρωση ή προσυγκέντρωση κι ο καθένας το βαφτίζει μετά όπως θέλει.
Μα αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται γιατρέ εδώ πέρα, η άλλη μισή στο φεστ αμεσοδημοκρατίας της ακ βρίσκεται. Που γινόταν στα γρασίδια πιο δίπλα.
Οι πιο πολλοί φυλλορρόησαν κι οι εναπομείναντες αποφάσισαν κατά τις τρεις να το λήξουν χωρίς να καταλήξουν πριν καταλήξουν από φυσικά αίτια. Αυτό συνέφερε τη σοβαρή συνιστώσα που δεν είχε τους συσχετισμούς στο θέμα της έκθεσης. Θα το βρει μπροστά της όμως σε κάνα μήνα που θα έχουν για θέμα την εφεε.
Στο φεστιβάλ της ακ έπαιζαν εντός έδρας. Γρασίδια, κακό χορτάρι, μαυρίλα με παρδαλό σύριζα, τα παιδιά για ύπνο κι οι εργαζόμενοι με ποσόστωση. Δε θέλουμε εργάτες στη γιορτή μας.
Καταλαβαίνω γιατί μπορεί να φρικάρουν στο δικό μας. Βλέπουν φαμίλιες με παιδιά –στη γλώσσα τους τους λεν νοικοκυραίους- και ξενερώνουν. Ή μπορεί απλώς να βλέπουνε εικόνες από το μέλλον τους και τις απωθούν έντρομοι.
Γιατί η καλή νοικοκυρά είναι δούλα. Ή όπως λέει ένα σύνθημα στην τούμπα, έξω οι οικογένειες απ’ τα γήπεδα. Ζήτημα χρόνου να βρουν ένα αντίστοιχο και για τις πορείες.
Στα μάτια τους πρέπει να συγκροτούμε το αντεπαναστατικό υποκείμενο της εποχής. Μαζί με τους παππούδες απολιθώματα που δε μπορούν να τρέξουν κι υποχρεώνουν όλη την πορεία να πάει στο ρυθμό τους. Κι όμως αυτοί είναι οι πιο ηρωικοί απ’ όλους.
Τέλος συναυλίας. Φωνή απ’ τα μεγάφωνα.
Εδώ τελειώνει το 36ο φεστιβάλ κνε-οδηγητή. Ραντεβού… στιγμιαία παύση.
Ραντεβού στα οδοφράγματα, σπεύδει να πει ο κομάντο.
Εντάξει. Πήγαινε ξεκίνα το στήσιμο. Και μετά βάλε εσύ μια φωνή κι αν δεν είμαι εκεί, χάρη να μη με λένε. Που δε με λένε δηλ. Κι αν δε με βρεις, ραντεβού στο δρόμο του αγώνα. Και μετά στα γουναράδικα.
Πιο πριν, ομιλία πγ, από τον υποψήφιο αντιπεριφερειάρχη. Ο κομάντο τον έκοψε για μερακλή κι έφαγε σκάλωμα με την κοιλιά του. Στο καπάκι γενίκευση και πολιτικό συμπέρασμα.
-Ξέρεις ποιοι μας χωρίζουν; Αυτοί με τις μεγάλες κοιλιές. Κι απ’ τις δυο πλευρές.
-Μα κι εγώ μεγάλη κοιλιά έχω.
-Όχι ρε, η δική σου είναι νεανική και σφριγηλή.
-Ααα…
Το απόγευμα στην πορεία με βρήκε μια φωνή από τη μπελ επόκ που ήμασταν (συμ)φοιτητές και μου ψιθύριζε αναμνήσεις απ’ το καταφύγιο του παρελθόντος. Ήρθε ως το λευκό πύργο και μας άφησε να συνεχίσουμε τη βόλτα μας παραλιακά. Κι όταν έστριψε στη γωνία οι Ψίθυροι έσβησαν και το καταφύγιο χάθηκε, οριστικά και τελεσίδικα.
Στο τέλος της διαδρομής μας περίμεναν 27άρια λεωφορεία που μας πήγαν κατευθείαν στον χώρο του φεστιβάλ. Επιβάτης στην υστερία αυτού του τόπου.
Επόμενη στάση, νεξτ στοπ, φεστιβάλ κνε-οδηγητή. Παρακαλούμε για μετεπιβίβαση χρησιμοποιείστε τα εισιτήρια της οργάνωσης.
Από καλλιτέχνες είδαμε το λάκη παπαδόπουλο να κάνει τα γνωστά του με το κοινό, να λέει δικό σας και να θυμώνει τάχα που δεν τον αφήνουν να πει αυτός το τέλος.
Ρε αφού σας λέω έχω συνεννοηθεί με την αλέκα να κάνω εγώ το κλείσιμο. Αφήστε τον άνθρωπο να κάνει τη δουλειά του.
Και στο τέλος: καλή επιτυχία στην κνε στις εκλογές. Το σκέφτεται λίγο, δεν του κολλάει και προσθέτει απνευστί: και στους αγώνες της.
Οι χειμερινοί κολυμβητές μας είπαν για τις ανθρώπινες μυρωδιές που έχουν χαθεί γιατί κάνουμε μπάνιο κάθε μέρα, ενώ μόνο οι σκουπιδιάρηδες και κάτι χειρώνακτες δικαιολογούνται να κάνουν τόσο συχνά. Ο μπακιρτζής κι άλλος ένας της μπάντας κάνουν λέει μόνο τα σάββατα. Αλλά δε μας είπε αν είχαν ήδη κάνει ή το είχαν αφήσει για μετά τη συναυλία.
Το κοινό από κάτω γελούσε συμφωνώντας. Στη θεωρία. Γιατί στην πράξη είναι με τον ζαχαριάδη. Αγαπά το πολύ νερό και μισεί τους άπλυτους –στο λέω κι εγώ που το ‘χω δοκιμάσει. Και νοσταλγεί την εποχή που κοιμόμασταν με ανοιχτά παράθυρα -για να μη μας πιάσουν οι φασίστες στον ύπνο.
Σουρεάλ καταστάσεις με τους σιρίαλ και ντεζαβού με τα δεκαπεντάχρονα που τους ακούν και την κατασκήνωση του εμεπ. Αλλά εκεί ο διεθνισμός φούσκωνε τα στήθη και σκέπαζε τη σκέψη κι όλα τα άλλα.
Ο κομάντο μου ανέλυσε τη διαφορά του λαϊκού τραγουδιού που βγαίνει από τα σπλάχνα του λαού και του νέου κύματος που είναι έντεχνο και μελωδικό, αλλά χωρίς λαϊκές ρίζες. Κι αφού ένιωσα τύψεις που συντάσσομαι αισθητικά με το δεύτερο, μου λέει, πάμε να ακούσουμε μπλε, που του αρέσουν.
Κι ύστερα μας πείραξαν το έντεχνο κι οι σιρίαλ. Πίτσες μπλε.
Έλειπαν όμως οι μπαλκάν καμπαρέ γιατί λέει τους βάλαμε βέτο να μην παίξουν στο φεστιβάλ της ακ κι αυτοί αρνήθηκαν. Σε αυτούς δεν έπαιξαν οι μπλουζγουάιρ κι ο πουλικάκος που κατάπιε τη μασέλα του –ή κάτι τέτοιο. Αλλά η δική μας απουσία ήταν πολιτική και συζητήθηκε περισσότερο.
Κι από συναισθήματα; Όλο το τριήμερο είχα την αίσθηση ότι με ξεβράζει το κίνημα. Οι γνωστοί λιγόστεψαν, οι παλιοί έφυγαν, άλλαξαν πόλη, οργάνωση, έκαναν παιδιά. Λιγότερες από ποτέ κι οι πεθαμένες καλησπέρες μ’ αυτούς που ποτέ δε χαιρετούσα κι όσους εσχάτως αποφεύγω. Θυμάμαι την χρονιά της ρήξης που την είχα βγάλει στην κρυψώνα του σινεμά όπου είχα εποπτεία. Φέτος όμως που είχε και καλή εισήγηση από ένα σκηνοθέτη για το σοσιαλιστικό ρεαλισμό δεν πρόλαβα να πάω.
.
Στην χαμένη άνοιξη ο τσίρκας μιλάει για το διαχωρισμό μεταξύ χαρακτήρα και προσωπικότητας. Ο πρώτος χτίζεται στο καμίνι της βιοπάλης και της καθημερινότητας. Πολλές φορές εις βάρος της ανάπτυξης της δεύτερης. Που χωρίς το πρώτο μένει δώρο της φύσης άδωρο.
Η διαφορά τους είναι αυτή μεταξύ ενός χειρώνακτα με ένα διανοούμενο. Αυτό ακούγεται ίσως ζντανοφικό, αλλά εξαρτάται από τη διατύπωση. Μπορεί να θεωρείς τους διανοούμενους ύποπτα και χαλασμένα στοιχεία, μικροαστικά κι ασταθή. Και πάνω απ’ όλα στοιχεία, όχι ανθρώπους.
Μπορείς όμως να το πεις και σαν το λένιν για το κόμμα νέου τύπου, την πειθαρχία στο εργοστάσιο και τον χαρακτήρα που φτιάχνει. Και για τους διανοούμενους που πηγαίνουν ένα βήμα μπρος με το μυαλό τους κι άλλα δυο πίσω λόγω έλλειψης χαρακτήρα.
Τα εξηγεί ο ρούσης στο βιβλίο του για τη διανόηση. Και το εντυπωσιακό είναι ότι ο ίδιος αποτελεί ζωντανή απόδειξη για την αστάθεια που καταλογίζει στους διανοούμενους ο λένιν.
Στη διαμάχη του με το κόμμα έχει δίκιο κι άδικο μαζί. Χάνει το πρώτο με τα τρία σίγμα και τον τρόπο που αντέδρασε. Αλλά όπως λέει το ένα έβδομο, στις σχέσεις του κόμματος με τέτοια άτομα η κατάληξη αυτή είναι σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Κι όχι με δική τους ευθύνη.
Υπόδειγμα χαρακτήρα ήταν οι παλιοί κομμουνιστές σαν τον αλύγιστο του κοτζιά. Το ωραίο είναι πως ο ήρωάς του είναι ο πλουμπίδης που ήταν όντως αλύγιστος παρά το άσθμα του και την πίκρα του και πέθανε φωνάζοντας ζήτω το κουκουέ. Αλλά ήταν συνάμα και διανοούμενος δασκαλάκος σε μια θαυμαστή διαλεκτική ενότητα όπου τα σπουδαία άτομα θυσιάζονταν για το σύνολο.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο χαρακτήρας είναι η διαφορά του μέσου αριστεριστή από τον κομμουνιστή σύντροφο. Είναι πάντα προβληματικό να κάνεις μία αφαίρεση γιατί δεν χωράει όλα τα φαινόμενα της πραγματικότητας. Κι είναι πολύ δύσκολο να κατατάξεις τους δήθεν που το παίζουν ιστορία και προσωπικότητες του κινήματος, για να καλύψουν το τεράστιο κενό τους –ως χαρακτήρες κι ως προσωπικότητες.
Το πρώτο θα φανεί στο στρατό ή το αργότερο μετά στη βιοπάλη. Και το άλλο θα φανεί σε οποιονδήποτε στοιχειωδώς έμπειρο με νοοτροπία που στέκει ένα σκαλί πάνω από τον ενθουσιασμό του πρωτοετή. Το θέμα είναι πόσοι καταφέρνουν να ξεφύγουν τελικά από αυτό το επίπεδο. Ο παιδισμός και η ανωριμότητα είναι μαζικά παράγωγα του σημερινού τρόπου ζωής. Μάστιγα της κοινωνίας και της αριστεράς ειδικότερα.
Οι αριστεριστές μπορεί να είναι το καλύτερα παιδιά και να μην τους βαριέσαι ποτέ. Παραμένουν όμως αναξιόπιστοι κι ανυπόληπτοι χωρίς χαρακτήρα για μια σειρά πράγματα.
Από το θα ξυπνήσω να είμαι εκεί από νωρίς και το θα είμαι στην ώρα μου για το ραντεβού. Μέχρι τη σχέση με μόνιμα και σταθερά χαρακτηριστικά.
Πάντα με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις να επιβεβαιώνουν τον κανόνα.
Τώρα που λέμε για προσωπικότητες και περσόνες. Μετά το φεστιβάλ πήγα σε μια ναρίτικη σύναξη στο ταξίδι, στο κέντρο (της γης). Ήρθαν δύο δικές τους και με ρώτησαν αν είμαι αυτός. Ως κε του μπλοκ διέψευσα τα πάντα. Κι ύστερα μεταξύ σοβαρού κι αστείου –θέλω να πιστεύω το δεύτερο- μου ζήτησαν αυτόγραφο.
Ο χριστός κι η παναγία!
Είπαμε ρε συ. Σταλινικός κι οπαδός της προσωπολατρίας, αλλά όχι κι έτσι.
Έχω αρχίσει να πουλάω μούρη και να το παίζω προσωπικότητα; Μα τόσο παλιοχαρακτήρας έχω γίνει; Πρέπει να αρχίσω να κάνω άλλες παρέες, πχ με τους φίλους του τζιοβάννη που νιώθουν ότι γράφω μαλακίες για πάρτη του και με βρίζουν. Ή με αυτούς που αναρωτιούνται γιατί δεν πιάνω δουλειά και μένω ανεπρόκοπος, χαραμοφάης να ασχολούμαι με μπλόγκινγκ κι εξυπναδούλες.
Στην οργάνωση πάντοτε είχαμε ισχυρούς χαρακτήρες με φιλότιμο. Από έλλειψη προσωπικότητας πάσχαμε. Και βασικά από άτομα που να τα συνδυάζουν και τα δύο διαλεκτικά. Μπορεί όλοι μας να κολυμπάμε στις αντιφάσεις που είναι η πεμπτουσία της, αλλά από διαλεκτική δε σκαμπάζουμε και πολλά.
Κι ο γράφων πρώτος και καλύτερος. Το πολύ να καταλάβει τις αντιφάσεις και τα αίτια, αλλά ελάχιστα κάνει για να τις αντιμετωπίσει. Ειδικά τις δικές του.
Η πραγματική αγάπη είναι να αγαπάς τον άλλον με τις αντιφάσεις του. Το θέμα είναι να καταλάβουμε τον άλλο. Αλλά το μαρξιστικό είναι να τον αλλάξουμε. Κι ο δικός μας τρόπος είναι το δεύτερο χωρίς το πρώτο. Για αυτό και χωρίς πολλές πιθανότητες επιτυχίας.
Πώς θα αλλάξεις κάτι που δεν γνωρίζεις και δεν αγαπάς;
Για μένα ήταν αποκάλυψη να βλέπω προσωπικότητες σαν τον τρόμπα, τον -κατά κομάντο ευαγγέλιο- μεγαλύτερο συνδικαλιστή που έχει περάσει από το απθ, να αναγνωρίζει ότι παλιότερα ήταν σνομπ με τους πρωτοετείς και παλιοχαρακτήρας. Κι είναι εξίσου αποκαλυπτικό ότι τώρα που δηλώνει ξεκρέμαστος κουκουές και μπορεί να συνδυάσει αρμονικά τα καλύτερα στοιχεία κι από τους δυο χώρους, τα πράγματα του υπαγορεύουν την ιδιώτευση σε ρόλο λεμονόκουπας.
Και να ήσουν στυμμένη πάει κι έρχεται. Άμα έχεις ακόμα πράγματα να δώσεις τι γίνεται; Κρατάς το ζουμί μέσα σου, υποφέρεις σα γελάδα που δεν την αρμέγουν, τραβάς τα βυζιά σου να κατεβάσουν γάλα και σε πνίγει η ξινίλα από το ζουμί που έχεις μέσα σου και τις κακίες σου που οι άλλοι τις περνάνε για κριτική. Μπορεί κι αντίστροφα.
Κι έτσι στόχος γίνεται μια τίμια ιδιώτευση, αντάξια του τίμιου οπορτουνισμού σου. Κρατάς μικρές αντιστάσεις, τελευταίες ζώνης άμυνας, σε αντιπαράθεση πχ με τον άλλο που βρήκε ένα ζουζουλίνι και πήγε να κλειστεί στα προάστια. Και να φανταστείς αυτός μπορεί να είναι ακόμα οργανωμένος. Η ιδιώτευση μες σε οργάνωση είναι η πιο δύσκολη να εντοπιστεί και μία από τις πλέον δύσκολα αντιμετωπίσιμες.
Και τι να κάνεις στην τελική; Να πας στον άλλο να του πεις, ζουλήξτε με γιατί είμαι χαριτωμένος κι έχω πολλά να δώσω;
-Α, πάγαινε από δω ρε λεμονόκουπα, θα σου πει.
Η αυτοεκπληρούμενη προφητεία που λέγαμε...
Πεταμένα λεφτά.
Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2010
Το κλειδί είναι κάτω απ' το γεράνι
Που βρίσκεται λοιπόν η λύση από τα καθημερινά αδιέξοδα;
Το κλειδί είναι η μεταφυσική. Κι αυτό δε σημαίνει απαραιτήτως θεός. Παίρνουμε τη μεταφυσική από το διαλεκτικό ιδεαλισμό του χέγκελ που την είχε βάλει ανάποδα, με τα πόδια πάνω και το κεφάλι κάτω, κατεβάζουμε το θεό στη γη και τον βαφτίζουμε κατά περίπτωση: έρωτα, κόμμα κτλ. Ανάλογα ποια γήινη κατάσταση αποθεώνουμε κάθε φορά.
Γι’ αυτό κι ο πανθεϊσμός του σπινόζα ήταν στην ουσία ένα φιλοσοφικό βήμα προς τον υλισμό. Ο άνθρωπος δε μπορεί να ζήσει χωρίς κάτι να τον ενθουσιάζει. Κι αν το πάρουμε ετυμολογικά αυτό ακριβώς σημαίνει ο ενθουσιασμός. Να έχεις το θεό μέσα σου. Αντίστοιχη ετυμολογία έχουν όσοι φέρουν μέσα τους το δία κι είναι ενδιαφέροντες. Θα φανταζόσουν ποτέ τη ζωή χωρίς ενδιαφέρον;
Οι απαισιόδοξοι δικαιώνονται στα προγνωστικά αλλά αποτυγχάνουν πάντα στη ζωή. Όταν οι άλλοι μπλέκουν στις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα της διαλεκτικής, η μόνη αντιπολίτευση είμαστε εμείς που τα έχουμε όλα λυμένα (αν και εμείς είμαστε οι άλλοι). Η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με ταβούρλα χωρίς να κοιτάει τη δική μας μελαγχολία. Ελπίζω στην κοινωνία του μέλλοντος να ‘χει μια θέση και για εμάς τους σκεπτικιστές. Αλλιώς πρέπει να βρούμε από τώρα μια κατηγορία μεταφυσικών που να μας χωράει αξιοπρεπώς.
Το κλειδί δεν είναι η μεταφυσική. Το κλειδί είναι να μην αποδράσεις από τις αντιφάσεις της ζωής, αλλά να τις καταλάβεις και να τις πιάσεις από τα κέρατα. Το πρώτο είναι θεωρία κι αντιληπτική ικανότητα. Το δεύτερο είναι πράξη και θέλει χαρακτήρα και δύναμη ψυχής. Κι αυτό με τη σειρά του απαιτεί πίστη. Δηλ μεταφυσική και πάλι.
Όταν πιστεύεις σε κάτι, όλα γίνονται εύκολα κι ευχάριστα. Αυτό μπορεί να φανεί εύκολα σε έναν άνθρωπο που είναι ερωτευμένος. Ο έρωτας είναι συναίσθημα αντιδιαλεκτικό. Μονολιθικό κι απόλυτο. Δεν χωράει συμβιβασμούς κι αμφισβήτηση. Ούτε απιστία γιατί τότε χάνει το βασικό του χαρακτηριστικό. Τη μεταφυσική πίστη.
Υπάρχει όμως κι η έλλογη πίστη που βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα.
Το κλειδί είναι να μην ψάχνεις ένα μόνο κλειδί, σα λυδία λίθο που θα εξηγήσει τα πάντα. Η ζωή δεν είναι τόσο απλή για να χωρέσει σε μία αφαίρεση. Το πολύ να βρεις κάτι το πρωτεύον που θα καθορίζει τα υπόλοιπα μες στην αλληλεπίδρασή τους.
Το κλειδί είναι μέσα μας γιατί το κατάπιαμε. Κι άντε να το βρεις και να το βγάλεις πάλι έξω.
Το κλειδί είναι ο συμβολισμός της ερωτικής πράξης. Όπου κάτι αιχμηρό διεισδύει σε μια τρύπα και τη συμπληρώνει διαλεκτικά ανοίγοντας τον παράδεισο.
Όχι πως έχω το κλειδί του παραδείσου μα σ’ αγαπώ κι αυτό νομίζω είναι κάτι.
Το κλειδί μπορεί να μην χρειάζεται καν, γιατί δεν είναι κλειδωμένα. Αλλά διστάζουμε και δεν τολμάμε να ανοίξουμε την πόρτα. Είμαστε κλειδικά νεκροί κι έχουμε μείνει αναίσθητοι, χωρίς ευαισθησίες κι επαφή με τους γύρω μας.
Το κλειδί το ξέχασα στα γραφεία πάνω στην κερκόπορτα. Κλειδαμπαρωθήκαμε στο μικρόκοσμό μας, πίσω απ’ το τείχος του βερολίνου. Γίναμε λίγο κλειστοί γιατί η οργάνωση θέλει καλό κλείσιμο και κλειστού τύπου όργανα για να μη γίνει μπάτε σκύλοι αλέστε. Και πάσχουμε από ανοιχτοφοβία γιατί τα οικονομικά ανοίγματα μας έφεραν την περεστρόικα και τα πολιτικά το συνασπισμό και το τζανή. Και μείναμε με το στόμα ανοιχτό και την ελπίδα καλά κλεισμένη στο κουτί της πανδώρας.
Οι δυτικοί μας βρήκαν με ανοιχτά πόδια και σύνορα και μας τον φόρεσαν. Κι έκτοτε μαύρη μαυρίλα πλάκωσε. Τέλος της ιστορίας και άνοιξε πέτρα για να μπω. Άνοιξε ο ασκός του αιόλου με τους ανέμους της αλλαγής κι ήταν σα να μπαίνει η άνοιξη της πράγας, αναδρομικά θριαμβεύτρια, και να πλάκωσε βαρυχειμωνιά για τους λαούς και το παγκόσμιο κίνημα.
Υπάρχει όμως κι η διαλεκτική, όπου ένα πράγμα μετατρέπεται στο αντίθετό του κι αντιστρόφως. Εκεί που βρίσκουμε τώρα κλειστούς δρόμους θα ανοίξουμε λεωφόρους για την έφοδό μας στον ουρανό. Αλλά αν έχει κακό καιρό θα ξεκινήσουμε την έφοδο σε κλειστό χώρο. Με κλειστά μάτια ονειρεύεσαι καλύτερα κι ανοίγεις τους ορίζοντές σου. Ενώ όσοι έχουν ανοιχτά μυαλά θα τα δουν να σκορπίζουν στους πέντε ανέμους και καταλήγουν αλλοπαρμένοι.
Χωρίς την έννοια του κλειστού, το ανοιχτό χάνει κάθε αξία κι η ανοιχτή κοινωνία του πόπερ όλους τους εχθρούς της. Και μένει μόνο ο ανοιχτός μαρξισμός του χολογουέι που είναι πασπαρτού για κάθε περίσταση.
.
Ψυχή βαθιά. Σαν τη πηγάδα του μελιγαλά. Ψυχή βαθιά, μυαλό ρηχό και στοχασμός επίσης.
Δεν τα μπορώ εγώ αυτά τα βαθυστόχαστα, με τα βαριά κι ασήκωτα νοήματα. Μα [είναι] χρέος σου μονάχος να σηκωθείς και να τα σηκώσεις. Αλλιώς σκάβεις μόνος το λάκκο της αμορφωσιάς σου. Κι όσο πιο βαθύς είναι τόσο πιο δύσκολο να ανέβεις στην επιφάνεια.
Γιωργάκη, μην πας στα βαθιά παιδί μου.
Θολή παιδική ανάμνηση με άχλη χάρρυ κλυνν κι ολίγη από θηλυκό γονιό. Που φώναζε να βγω και γινόμασταν θέαμα στην παραλία. Κι εγώ γύριζα κεφάλι προς τα έξω κι έκανα ότι βγαίνω αλλά πήγαινα πίσω με ανάποδο κολύμπι. Όπως στα τρένα στους σταθμούς του οσε που βλέπεις στο παράθυρο κάτι να κινείται και χαίρεσαι ότι ξεκίνησαμε ενώ είναι οι απέναντι που πάνε προς άλλη κατεύθυνση και μας αφήνουν πίσω μπρεζνιεφικά στάσιμους.
Η ουσία είναι ότι μια ολόκληρη γενιά δε βγήκε ποτέ στα βαθιά και δεν έμαθε να κολυμπάει και να ξανοίγεται. Και μένει πάντα σε ρηχά νερά, ασορτί με τα όνειρα και τις φιλοδοξίες της.
Κι έτσι είμαστε ή του ύψους ή του βάθους. Και βασικά της επιφάνειας. Ειδικά αν είναι οικονομική. Σκεπάζει όλα τα άλλα και σε αφήνει κατά βάθος κομμουνιστή. Κατά πολύ βάθος όμως. Ούτε καν κρυπτοκομμουνιστή.
Βαθιά συγκίνηση κι εκ βαθέων εξομολογήσεις. Που καταλήγουν σε βαθιά απογοήτευση κι άμεση επιστροφή στα ρηχά πηδήματα της μιας βραδιάς και τις γνωριμίες που γίνονται φιλίες στο φέισμπουκ. Εκεί δηλ που πραγματικά μετράει, γιατί αν τους μετρήσεις στην πραγματική ζωή, τότε το ‘να χέρι χτύπαε το άλλο από τη –βαθιά- απελπισιά.
Μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει. Στόχος μας είναι το βάθεμα των συνειδήσεων, το πλάτεμα της συσπείρωσης και του μετώπου, το απαύτωμα της δημοκρατίας και κάτι άλλα που έλεγε παλιά ο δρακόπουλος από το εσ. αλλά δεν τα θυμάμαι πια.
Είσαι ρηχός και δεν χωράς στο σοσιαλισμό μου.
Ενώ εμείς ούτε πλατύναμε, ούτε στενέψαμε όπως απάντησε κι η αλέκα στο σπαρίλα για τα ανοίγματα και την ενότητα. Ίδιοι μείναμε εδώ και πόσα χρόνια.
Βαθαίνουμε το προτσές κι εμβαθύνουμε -θεωρητικά- στη θεωρία. Κι είμαστε ιστορικά αισιόδοξοι, γιατί όπως λέει κι ένα ωραίο τσιτάτο, το βάθος του ουρανού είναι πάντα κόκκινο.
.
Τέλος πάντων άστα αυτά να πούμε κάτι επιδερμικό να αλαφρύνει το κλίμα. Ας πούμε για αυτά που έγιναν στην πάτρα να πιάσουμε πάτο.
Αν είναι μια φορά δύσκολο να μην πέσεις στη λούμπα της καζούρας και της κακεντρέχειας, είναι δέκα φορές πιο δύσκολο να πείσεις τους άλλους ότι δεν έχουν τέτοιο σκοπό τα σχόλια κι η σάτιρα που κάνεις.
Η κε του μπλοκ συγκέντρωσε δύο ατάκες που περιγράφουν την κατάσταση χωρίς να εκθέτει αυτούς που τις είπαν.
Η πρώτη είναι απ' το ένα έβδομο. Ευτυχώς που δεν είναι γραφειοκράτες να νοιάζονται για τις θέσεις στα δσ. Φαντάσου και να ήταν τι θα γινόταν.
Κι η δεύτερη από ένα τασάκι που δεν καλοβλέπει την ανταρσύα. Δηλαδή ήταν τόσο απλό να διαλυθεί; Έπρεπε να πλακωθούν μεταξύ τους; Αν το ξέραμε θα κανονίζαμε να πλακωθούνε πριν δυο χρόνια και θα τελείωνε η ιστορία πριν καν αρχίσει.
Ο ναρίτης στην αναμπουμπούλα χαίρεται. Αλλά όταν πλακώνονται τα βουβάλια στο βάλτο, την πληρώνουν τα βατράχια. Και δεν ξέρω γιατί, αλλά μου έχει κολλήσει ότι το σεκ είναι ο κέρμιτ της υπόθεσης και συμβολίζει το μπάγεβιτς που έχει κάνει τον κόσμο του χώρου να κόψει το γήπεδο και την ανταρσύα μέχρι να φύγει από την ομάδα. Κι υπάρχουν πάντα αυτοί που τρέφουν φρούδες ελπίδες ότι αν φιλήσουν τον σεκίτη βάτραχο αυτός θα μεταμορφωθεί σε αντικαπιταλίστα πρίγκηπα του μοράβα.
Υπάρχει κι ένας εξίσου καλτ συμβολισμός που παραλληλίζει την όλη φάση με τις καρεκλιές στο φιλικό ελλάδα-σερβία και τους καρεκλοκένταυρους που πρωταγωνίστησαν στα επεισόδια.
Η αρας έχει το ρόλο του θρασύδειλου κρίστιτς που είναι ο πιο προκλητικός απ’ όλους. Κι η αραν της πάτρας είναι σαν τους διεθνείς μας που δεν είναι ακριβώς λουλούδια για μύρισμα, αλλά δεν έφτασαν μέχρι τα άκρα.
Το σεκ είναι ο ειρηνοποιός μπουρούσης που μπήκε στη μέση να τους χωρίσει. Και το ναρ με την ανταρσύα έχουν το ρόλο της φίμπα που πρέπει να επιβάλλει ποινές, αλλά ξέρει ότι πλησιάζει το μουντομπάσκετ κι οι δημοτικές και θέλει να ξεχαστεί το θέμα και να μείνουν όλοι φίλοι.
Η εθνική αραν όμως ασκεί πιέσεις για παραδειγματική τιμωρία και μπορεί τελικά να επιβληθούν ποινές σε μεμονωμένους παίκτες κι όχι συνολικά στις οργανώσεις.
Κατόπιν τούτων αλλά και των τεκταινομένων στο συριζα καθίσταται προφανές το επίκαιρο της ερώτησης του σπαρίλα στη συνέντευξη τύπου της αλέκας στη δεθ για τις εκλογικές συμμαχίες και την ενότητα της αριστεράς.
http://www1.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=5841183
Πέραν αυτού η κε του μπλοκ έχει φάει ένα μικρό σκάλωμα με την τόσο συχνή χρήση της λέξης συμμορία για την αρας και προτείνει την εισαγωγή του νεολογισμού αλτουσεριανο-συμμορίτης ή –για λόγους συντομίας, ευφωνίας κι ακρίβειας- αρασοσυμμορίτης.
Άντε και καλό διήμερο.
Το κλειδί είναι η μεταφυσική. Κι αυτό δε σημαίνει απαραιτήτως θεός. Παίρνουμε τη μεταφυσική από το διαλεκτικό ιδεαλισμό του χέγκελ που την είχε βάλει ανάποδα, με τα πόδια πάνω και το κεφάλι κάτω, κατεβάζουμε το θεό στη γη και τον βαφτίζουμε κατά περίπτωση: έρωτα, κόμμα κτλ. Ανάλογα ποια γήινη κατάσταση αποθεώνουμε κάθε φορά.
Γι’ αυτό κι ο πανθεϊσμός του σπινόζα ήταν στην ουσία ένα φιλοσοφικό βήμα προς τον υλισμό. Ο άνθρωπος δε μπορεί να ζήσει χωρίς κάτι να τον ενθουσιάζει. Κι αν το πάρουμε ετυμολογικά αυτό ακριβώς σημαίνει ο ενθουσιασμός. Να έχεις το θεό μέσα σου. Αντίστοιχη ετυμολογία έχουν όσοι φέρουν μέσα τους το δία κι είναι ενδιαφέροντες. Θα φανταζόσουν ποτέ τη ζωή χωρίς ενδιαφέρον;
Οι απαισιόδοξοι δικαιώνονται στα προγνωστικά αλλά αποτυγχάνουν πάντα στη ζωή. Όταν οι άλλοι μπλέκουν στις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα της διαλεκτικής, η μόνη αντιπολίτευση είμαστε εμείς που τα έχουμε όλα λυμένα (αν και εμείς είμαστε οι άλλοι). Η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με ταβούρλα χωρίς να κοιτάει τη δική μας μελαγχολία. Ελπίζω στην κοινωνία του μέλλοντος να ‘χει μια θέση και για εμάς τους σκεπτικιστές. Αλλιώς πρέπει να βρούμε από τώρα μια κατηγορία μεταφυσικών που να μας χωράει αξιοπρεπώς.
Το κλειδί δεν είναι η μεταφυσική. Το κλειδί είναι να μην αποδράσεις από τις αντιφάσεις της ζωής, αλλά να τις καταλάβεις και να τις πιάσεις από τα κέρατα. Το πρώτο είναι θεωρία κι αντιληπτική ικανότητα. Το δεύτερο είναι πράξη και θέλει χαρακτήρα και δύναμη ψυχής. Κι αυτό με τη σειρά του απαιτεί πίστη. Δηλ μεταφυσική και πάλι.
Όταν πιστεύεις σε κάτι, όλα γίνονται εύκολα κι ευχάριστα. Αυτό μπορεί να φανεί εύκολα σε έναν άνθρωπο που είναι ερωτευμένος. Ο έρωτας είναι συναίσθημα αντιδιαλεκτικό. Μονολιθικό κι απόλυτο. Δεν χωράει συμβιβασμούς κι αμφισβήτηση. Ούτε απιστία γιατί τότε χάνει το βασικό του χαρακτηριστικό. Τη μεταφυσική πίστη.
Υπάρχει όμως κι η έλλογη πίστη που βασίζεται σε πραγματικά δεδομένα.
Το κλειδί είναι να μην ψάχνεις ένα μόνο κλειδί, σα λυδία λίθο που θα εξηγήσει τα πάντα. Η ζωή δεν είναι τόσο απλή για να χωρέσει σε μία αφαίρεση. Το πολύ να βρεις κάτι το πρωτεύον που θα καθορίζει τα υπόλοιπα μες στην αλληλεπίδρασή τους.
Το κλειδί είναι μέσα μας γιατί το κατάπιαμε. Κι άντε να το βρεις και να το βγάλεις πάλι έξω.
Το κλειδί είναι ο συμβολισμός της ερωτικής πράξης. Όπου κάτι αιχμηρό διεισδύει σε μια τρύπα και τη συμπληρώνει διαλεκτικά ανοίγοντας τον παράδεισο.
Όχι πως έχω το κλειδί του παραδείσου μα σ’ αγαπώ κι αυτό νομίζω είναι κάτι.
Το κλειδί μπορεί να μην χρειάζεται καν, γιατί δεν είναι κλειδωμένα. Αλλά διστάζουμε και δεν τολμάμε να ανοίξουμε την πόρτα. Είμαστε κλειδικά νεκροί κι έχουμε μείνει αναίσθητοι, χωρίς ευαισθησίες κι επαφή με τους γύρω μας.
Το κλειδί το ξέχασα στα γραφεία πάνω στην κερκόπορτα. Κλειδαμπαρωθήκαμε στο μικρόκοσμό μας, πίσω απ’ το τείχος του βερολίνου. Γίναμε λίγο κλειστοί γιατί η οργάνωση θέλει καλό κλείσιμο και κλειστού τύπου όργανα για να μη γίνει μπάτε σκύλοι αλέστε. Και πάσχουμε από ανοιχτοφοβία γιατί τα οικονομικά ανοίγματα μας έφεραν την περεστρόικα και τα πολιτικά το συνασπισμό και το τζανή. Και μείναμε με το στόμα ανοιχτό και την ελπίδα καλά κλεισμένη στο κουτί της πανδώρας.
Οι δυτικοί μας βρήκαν με ανοιχτά πόδια και σύνορα και μας τον φόρεσαν. Κι έκτοτε μαύρη μαυρίλα πλάκωσε. Τέλος της ιστορίας και άνοιξε πέτρα για να μπω. Άνοιξε ο ασκός του αιόλου με τους ανέμους της αλλαγής κι ήταν σα να μπαίνει η άνοιξη της πράγας, αναδρομικά θριαμβεύτρια, και να πλάκωσε βαρυχειμωνιά για τους λαούς και το παγκόσμιο κίνημα.
Υπάρχει όμως κι η διαλεκτική, όπου ένα πράγμα μετατρέπεται στο αντίθετό του κι αντιστρόφως. Εκεί που βρίσκουμε τώρα κλειστούς δρόμους θα ανοίξουμε λεωφόρους για την έφοδό μας στον ουρανό. Αλλά αν έχει κακό καιρό θα ξεκινήσουμε την έφοδο σε κλειστό χώρο. Με κλειστά μάτια ονειρεύεσαι καλύτερα κι ανοίγεις τους ορίζοντές σου. Ενώ όσοι έχουν ανοιχτά μυαλά θα τα δουν να σκορπίζουν στους πέντε ανέμους και καταλήγουν αλλοπαρμένοι.
Χωρίς την έννοια του κλειστού, το ανοιχτό χάνει κάθε αξία κι η ανοιχτή κοινωνία του πόπερ όλους τους εχθρούς της. Και μένει μόνο ο ανοιχτός μαρξισμός του χολογουέι που είναι πασπαρτού για κάθε περίσταση.
.
Ψυχή βαθιά. Σαν τη πηγάδα του μελιγαλά. Ψυχή βαθιά, μυαλό ρηχό και στοχασμός επίσης.
Δεν τα μπορώ εγώ αυτά τα βαθυστόχαστα, με τα βαριά κι ασήκωτα νοήματα. Μα [είναι] χρέος σου μονάχος να σηκωθείς και να τα σηκώσεις. Αλλιώς σκάβεις μόνος το λάκκο της αμορφωσιάς σου. Κι όσο πιο βαθύς είναι τόσο πιο δύσκολο να ανέβεις στην επιφάνεια.
Γιωργάκη, μην πας στα βαθιά παιδί μου.
Θολή παιδική ανάμνηση με άχλη χάρρυ κλυνν κι ολίγη από θηλυκό γονιό. Που φώναζε να βγω και γινόμασταν θέαμα στην παραλία. Κι εγώ γύριζα κεφάλι προς τα έξω κι έκανα ότι βγαίνω αλλά πήγαινα πίσω με ανάποδο κολύμπι. Όπως στα τρένα στους σταθμούς του οσε που βλέπεις στο παράθυρο κάτι να κινείται και χαίρεσαι ότι ξεκίνησαμε ενώ είναι οι απέναντι που πάνε προς άλλη κατεύθυνση και μας αφήνουν πίσω μπρεζνιεφικά στάσιμους.
Η ουσία είναι ότι μια ολόκληρη γενιά δε βγήκε ποτέ στα βαθιά και δεν έμαθε να κολυμπάει και να ξανοίγεται. Και μένει πάντα σε ρηχά νερά, ασορτί με τα όνειρα και τις φιλοδοξίες της.
Κι έτσι είμαστε ή του ύψους ή του βάθους. Και βασικά της επιφάνειας. Ειδικά αν είναι οικονομική. Σκεπάζει όλα τα άλλα και σε αφήνει κατά βάθος κομμουνιστή. Κατά πολύ βάθος όμως. Ούτε καν κρυπτοκομμουνιστή.
Βαθιά συγκίνηση κι εκ βαθέων εξομολογήσεις. Που καταλήγουν σε βαθιά απογοήτευση κι άμεση επιστροφή στα ρηχά πηδήματα της μιας βραδιάς και τις γνωριμίες που γίνονται φιλίες στο φέισμπουκ. Εκεί δηλ που πραγματικά μετράει, γιατί αν τους μετρήσεις στην πραγματική ζωή, τότε το ‘να χέρι χτύπαε το άλλο από τη –βαθιά- απελπισιά.
Μα είναι κάτι πιο βαθύ που με λερώνει. Στόχος μας είναι το βάθεμα των συνειδήσεων, το πλάτεμα της συσπείρωσης και του μετώπου, το απαύτωμα της δημοκρατίας και κάτι άλλα που έλεγε παλιά ο δρακόπουλος από το εσ. αλλά δεν τα θυμάμαι πια.
Είσαι ρηχός και δεν χωράς στο σοσιαλισμό μου.
Ενώ εμείς ούτε πλατύναμε, ούτε στενέψαμε όπως απάντησε κι η αλέκα στο σπαρίλα για τα ανοίγματα και την ενότητα. Ίδιοι μείναμε εδώ και πόσα χρόνια.
Βαθαίνουμε το προτσές κι εμβαθύνουμε -θεωρητικά- στη θεωρία. Κι είμαστε ιστορικά αισιόδοξοι, γιατί όπως λέει κι ένα ωραίο τσιτάτο, το βάθος του ουρανού είναι πάντα κόκκινο.
.
Τέλος πάντων άστα αυτά να πούμε κάτι επιδερμικό να αλαφρύνει το κλίμα. Ας πούμε για αυτά που έγιναν στην πάτρα να πιάσουμε πάτο.
Αν είναι μια φορά δύσκολο να μην πέσεις στη λούμπα της καζούρας και της κακεντρέχειας, είναι δέκα φορές πιο δύσκολο να πείσεις τους άλλους ότι δεν έχουν τέτοιο σκοπό τα σχόλια κι η σάτιρα που κάνεις.
Η κε του μπλοκ συγκέντρωσε δύο ατάκες που περιγράφουν την κατάσταση χωρίς να εκθέτει αυτούς που τις είπαν.
Η πρώτη είναι απ' το ένα έβδομο. Ευτυχώς που δεν είναι γραφειοκράτες να νοιάζονται για τις θέσεις στα δσ. Φαντάσου και να ήταν τι θα γινόταν.
Κι η δεύτερη από ένα τασάκι που δεν καλοβλέπει την ανταρσύα. Δηλαδή ήταν τόσο απλό να διαλυθεί; Έπρεπε να πλακωθούν μεταξύ τους; Αν το ξέραμε θα κανονίζαμε να πλακωθούνε πριν δυο χρόνια και θα τελείωνε η ιστορία πριν καν αρχίσει.
Ο ναρίτης στην αναμπουμπούλα χαίρεται. Αλλά όταν πλακώνονται τα βουβάλια στο βάλτο, την πληρώνουν τα βατράχια. Και δεν ξέρω γιατί, αλλά μου έχει κολλήσει ότι το σεκ είναι ο κέρμιτ της υπόθεσης και συμβολίζει το μπάγεβιτς που έχει κάνει τον κόσμο του χώρου να κόψει το γήπεδο και την ανταρσύα μέχρι να φύγει από την ομάδα. Κι υπάρχουν πάντα αυτοί που τρέφουν φρούδες ελπίδες ότι αν φιλήσουν τον σεκίτη βάτραχο αυτός θα μεταμορφωθεί σε αντικαπιταλίστα πρίγκηπα του μοράβα.
Υπάρχει κι ένας εξίσου καλτ συμβολισμός που παραλληλίζει την όλη φάση με τις καρεκλιές στο φιλικό ελλάδα-σερβία και τους καρεκλοκένταυρους που πρωταγωνίστησαν στα επεισόδια.
Η αρας έχει το ρόλο του θρασύδειλου κρίστιτς που είναι ο πιο προκλητικός απ’ όλους. Κι η αραν της πάτρας είναι σαν τους διεθνείς μας που δεν είναι ακριβώς λουλούδια για μύρισμα, αλλά δεν έφτασαν μέχρι τα άκρα.
Το σεκ είναι ο ειρηνοποιός μπουρούσης που μπήκε στη μέση να τους χωρίσει. Και το ναρ με την ανταρσύα έχουν το ρόλο της φίμπα που πρέπει να επιβάλλει ποινές, αλλά ξέρει ότι πλησιάζει το μουντομπάσκετ κι οι δημοτικές και θέλει να ξεχαστεί το θέμα και να μείνουν όλοι φίλοι.
Η εθνική αραν όμως ασκεί πιέσεις για παραδειγματική τιμωρία και μπορεί τελικά να επιβληθούν ποινές σε μεμονωμένους παίκτες κι όχι συνολικά στις οργανώσεις.
Κατόπιν τούτων αλλά και των τεκταινομένων στο συριζα καθίσταται προφανές το επίκαιρο της ερώτησης του σπαρίλα στη συνέντευξη τύπου της αλέκας στη δεθ για τις εκλογικές συμμαχίες και την ενότητα της αριστεράς.
http://www1.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=5841183
Πέραν αυτού η κε του μπλοκ έχει φάει ένα μικρό σκάλωμα με την τόσο συχνή χρήση της λέξης συμμορία για την αρας και προτείνει την εισαγωγή του νεολογισμού αλτουσεριανο-συμμορίτης ή –για λόγους συντομίας, ευφωνίας κι ακρίβειας- αρασοσυμμορίτης.
Άντε και καλό διήμερο.
Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010
Κι ύστερα θα σου πουν να πας πανεπιστήμιο
Έλεγα να γράψω κάτι για τις εγγραφές τώρα που είναι επίκαιρο.
Πρώτες εικόνες, εντυπώσεις από τις οργανώσεις, τρόπος προσέγγισης της καθεμιάς. Να 'λεγε καθένας τις εμπειρίες του και μετά να τα μαζεύαμε και να τα βγάζαμε σε ένα λεύκωμα.
Αλλά δε θα μου έβγαινε τώρα στα κοντά. Κι εναλλακτικά είπα να βάλω ένα κείμενο που είχα γράψει προ επταετίας για τους πρωτοετείς της δημοσιογραφίας. Προσωπική συμβολή στην έλλειψη έμπνευσης και πρωτοτυπίας που μαστίζει τέτοιου είδους κείμενα.
Κοιτώντας το τώρα από τα βάθη του χρόνου και το ύψος της ιστορίας η κε του μπλοκ το αποκηρύσσει. Αλλά ξέρει να το κρίνει διαλεκτικά και να διακρίνει στοιχεία συνέχειας που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο σήμερα. Όποιος άλλος το βλέπει έτσι μπορεί να τα αξιοποιήσει ελεύθερα.
Η πρώτη ερώτηση που σού ‘ρχεται στο μυαλό εννιά φορές στις δέκα, όταν πρωτοπηγαίνεις στη σχολή σου είναι: «και τώρα πώς διάολο θα μάθω εγώ τι πρέπει να κάνω εδώ που ήρθα;» Οπότε βρίσκεις ένα σωρό συμφοιτητές σου από μεγάλα έτη, με χαμόγελο στο στόμα πρόθυμους να σε ξεψαρώσουν.
Κι έτσι η δεύτερη ερώτηση που σού ‘ρχεται είναι: «Γιατί πέφτουν πάνω μου όλοι αυτοί οι πέφτουλες και μου ζητάνε τηλέφωνα και διευθύνσεις; Είμαι τόσο αξιαγάπητος και δεν το ήξερα;»
Εάν είσαι κοπέλα σχετικά εμφανίσιμη δεν χρειάζεται να ανησυχείς. Σύντομα θα δεις πως σε αυτή τη σχολή υπάρχουν πολλοί λιγούρηδες που ψοφάν να το παίξουν γόηδες στις πρωτοετείς.
Αν πάλι δεν ανήκεις στην κατηγορία της όμορφης, γοητευτικής κοπέλας και πάλι υπάρχει εξήγηση. Μάλλον έχεις πέσει σε κάποιο μέλος παράταξης που προσπαθεί να γίνει φίλος σου, να σε καλοπιάσει και να σε κλείσει για τις εκλογές των φοιτητών την άνοιξη.
Πριν σιχτιρίσεις την τύχη σου όμως, πρέπει να ξέρεις πως δεν ισχύουν για όλους τα ίδια…
Υπάρχει ένας κανόνας που λέει ότι αν δεν κολακέψεις (γλείψεις) τον αναγνώστη σου από την πρώτη σελίδα είναι ζήτημα αν αυτός θα διαβάσει τη δεύτερη. Χίλια μπράβο λοιπόν!!
Όχι όμως για κολακεία, αλλά ειλικρινή.
Κι η δική μας γενιά κι η δική σου είμαστε από «τα παιδιά της μεταρρύθμισης Αρσένη» και είδαμε από πρώτο χέρι τι εστί βερίκοκο. Διπλοβάρδιες σχολείο –φροντιστήριο, άγχος, πίεση, ξενύχτια, κι όλα αυτά με κέντρο τους τις εξετάσεις στο τέλος της χρονιάς να κρίνουν το μέλλον μας (λες και οι κλίσεις και τα ενδιαφέροντα του καθενός φαίνονται από το πόσο έγραψε στα Αρχαία Ελληνικά, ή στα Μαθηματικά).
Είτε λοιπόν είχες τη Δημοσιογραφία πρώτη επιλογή, είτε βρέθηκες κατά λάθος εδώ επειδή τα μόρια δεν σου έφτασαν για νομική, ο έπαινος είναι όλος δικός σου. Και σου αξίζει γιατί κατάφερες να βγεις από αυτήν τη (δήθεν) εκπαιδευτική διαδικασία, όπου στερείσαι τα πάντα (από ελεύθερο χρόνο κι έρωτες μέχρι την ίδια σου την προσωπικότητα) φυσιολογικός άνθρωπος με σώας τας φρένας.
Δεν κατάφεραν να σε τρελάνουν…
Και μετά το Λύκειο ΤΙ; Ήταν ο τίτλος μιας ηλίθιας εκπομπής με τη Σινιώρη που λέει τον καιρό να διαφημίζει ως λύση διάφορες ιδιωτικές σχολές. Μετά το λύκειο σε περιμένει ένας γενναίος, νέος, κόσμος. Το πανεπιστήμιο.
Ετοιμάσου για εκπλήξεις, καθώς επίσης και να μάθεις πόσο μικρός είναι ο κόσμος που ζούμε. Γιατί κατά βάθος όπως λέει και το τραγούδι: όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν.
Θυμήσου τα μαθητικά σου χρόνια. Τους συμμαθητές σου στο γυμνάσιο που μόνο οι μισοί από αυτούς κατάφεραν να τελειώσουν και το λύκειο και να συνεχίσουν σε κάποια ανώτατη σχολή. Τις σκόρπιες γνώσεις που σου γεμίζανε το κεφάλι όλο το χρόνο για να τις πετάξεις στο καλάθι με τα άχρηστα την επομένη των εξετάσεων. Τον σχολικό χουντο- κανονισμό που σε ήθελε πειθήνιο στρατιωτάκι. Τους διευθυντές που απειλούσαν με τιμωρίες όσους πήγαιναν να διαδηλώσουν ενάντια στον πόλεμο.
Και σύγκρινέ τα με την πραγματικότητα στο πανεπιστήμιο. Όπου τα πτυχία χρησιμεύουν μόνο ως περιεχόμενο κορνίζας. Οι εταιρείες μετατρέπουν το πανεπιστήμιο σε ΑΕ και την παιδεία σε εμπόρευμα. Το άσυλο είναι στο στόχαστρο κάθε χρόνο και οι πιέσεις για την κατάργησή του εντείνονται. Εκεί όπου μας δίνουν τόσες «γνώσεις», ίσα- ίσα για να βγούμε απόφοιτοι φτηνοί και αναλώσιμοι στην αγορά εργασίας, ή για να παίξουμε το ρόλο του μελλοντικού ανέργου.
Πόσο μοιάζουν όλα αυτά! Τι μικρός που είν’ ο κόσμος!
Μάθε παιδί μου γράμματα. Όπως έλεγε κι ο Τσάκωνας στην ομώνυμη ταινία: «6άρες: 6 χρόνια στο Δημοτικό, 6 χρόνια γυμνάσιο (τότε ήταν και το λύκειο μέσα), 6 χρόνια πανεπιστήμιο, 6 χρόνια μεταπτυχιακά. Και τι κατάλαβα;»
Πόσες φορές δεν αναρωτηθήκες κι εσύ το ίδιο. Ποιο είναι το νόημα σε όλα αυτά; Γιατί χαραμίζουμε τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας;
Υποτίθεται για να γίνουμε καλοί επιστήμονες προς όφελος της κοινωνίας! Αυτό είναι όμως το βασικό πρόβλημα της ελληνικής εκπαίδευσης σήμερα. Μας μιλάνε για ανάγκη σύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Κι από πότε είναι το βασικό η αγορά εργασίας κι όχι οι ανθρώπινες ανάγκες;
Τι είδους απόφοιτους μέσης και ανώτατης εκπαίδευσης θα βγάζει το εκπαιδευτικό μας σύστημα; Φτηνό και υπάκουο εργατικό δυναμικό με περιορισμένες γνώσεις για τα κέρδη των εταιρειών και των οικονομικά ισχυρών; Ή ολοκληρωμένους επιστήμονες που θα προσφέρουν την γνώση της επιστήμης τους προς όφελος όλης της κοινωνίας αντί ενός μόνο μέρους της;
Και γιατί ρε γαμώτο να συμβαίνουν όλα αυτά σε μας; Τόσο γκαντέμηδες είμαστε;
Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά μόνο ζήτημα τύχης, ή γκαντεμιάς δεν είναι. Ίσα- ίσα που είναι απόλυτα ώριμη και συνειδητή πολιτική επιλογή των κρατούντων.
Κοίταξε γύρω σου στον μικρόκοσμο της σχολής σου τα διάφορα προβλήματα.
Το απαρχαιωμένο πρόγραμμα σπουδών, τα γεμάτα ελλείψεις σε υποδομή εργαστήρια, τα συγγράμματα που πληρώνουμε και καταρρίπτουν τον μύθο της δωρεάν παιδείας. Αλλά και τα πιο γενικής φύσης. Τα δωμάτια στις Εστίες που δε φτάνουν ούτε για ζήτω, τα λεφτά που στέλνουν οι γονείς και δεν φτάνουν γιατί η ζωή ακριβαίνει. Ή και τα πιο μικρά: το φαγητό στη λέσχη που τρώγεται με πολλά κουράγια, τα πανάκριβα κυλικεία που είναι όλα ιδιωτικά. Όλα σε τελική ανάλυση, από το πιο μεγάλο μέχρι το πιο μικρό, έχουν αίτια, και αυτά τα αίτια, άμεσα ή έμμεσα, έχουν στη βάση τους την πολιτική.
Το ζητούμενο σήμερα είναι αν θα συνεχίσει να χαράσσεται στην παιδεία μια πολιτική που ευνοεί τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, όπως γίνεται και σήμερα, ή αν τελικά το φοιτητικό κίνημα θα οργανωθεί, και θα παλέψει να την ανατρέψει με όσα μέσα μπορεί.
Αυτός είναι ο δρόμος που σε καλούμε να ακολουθήσεις. Γιατί στα συλλογικά προβλήματα δεν υπάρχουν ατομικές λύσεις.
Υπάρχει ένα ρητό που λέει πως τα φοιτητικά χρόνια είναι τα καλύτερα. Κι αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό, αλλά μπορείς να το δεις από πολλές οπτικές γωνίες. Θα έχεις την ευκαιρία να ηρεμήσεις και να κάνεις μπόλικο χαβαλέ με τις παρέες σου, όσο ποτέ μέχρι τώρα. Όμως είναι μεγαλύτερη μαγκιά να καταφέρεις να πας κόντρα στο ρεύμα της εποχής, του παρτάκια, εγωιστή φοιτητή, που έχει για σλόγκαν ζωής το «δεν βαριέσαι αδερφέ, εμείς να περνάμε καλά». Είναι πολύ μεγαλύτερη μαγκιά να μάθεις να εκφράζεσαι μέσα από συλλογικούς αγώνες, να κάνεις τις ανησυχίες σου αφετηρία για δημιουργία, να παλέψεις για ένα καλύτερο αύριο. Να πας κόντρα σε όσους μας λένε ότι όλα αυτά τα κάνουμε «επειδή είμαστε νέοι και το αίμα μας βράζει». Ή «ότι κυνηγάμε χίμαιρες και ουτοπίες». Ουτοπικό σήμερα είναι να παραμένεις αδρανής και να νομίζεις ότι έτσι τα πράγματα μπορούν να γίνουν καλύτερα.
Εμείς που επικοινωνούμε μαζί σου μέσα από αυτό το κείμενο εκπροσωπούμε την Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας στη Δημοσιογραφία. Δεν πρόκειται να σου πουλήσουμε ψεύτικα, φιλικά συναισθήματα, ούτε να σε κοροϊδέψουμε. Θα σου μιλήσουμε ανοιχτά και πολιτικά για το χάλι της σημερινής εκπαίδευσης, και για όσα πρέπει να κάνουμε για να αντιδράσουμε -κι αυτό είναι που μας κάνει πολλές φορές δυσάρεστους στους άλλους. Θέλουμε να σε βρούμε στους δρόμους για να ζήσουμε μαζί την ομορφιά του αγώνα για όσα δικαιούμαστε.
Πανσπουδαστική Κίνηση Δημοσιογραφίας
Αυτά. Για το ξεκατίνιασμα στην πάτρα σε επόμενο κείμενο.
Πρώτες εικόνες, εντυπώσεις από τις οργανώσεις, τρόπος προσέγγισης της καθεμιάς. Να 'λεγε καθένας τις εμπειρίες του και μετά να τα μαζεύαμε και να τα βγάζαμε σε ένα λεύκωμα.
Αλλά δε θα μου έβγαινε τώρα στα κοντά. Κι εναλλακτικά είπα να βάλω ένα κείμενο που είχα γράψει προ επταετίας για τους πρωτοετείς της δημοσιογραφίας. Προσωπική συμβολή στην έλλειψη έμπνευσης και πρωτοτυπίας που μαστίζει τέτοιου είδους κείμενα.
Κοιτώντας το τώρα από τα βάθη του χρόνου και το ύψος της ιστορίας η κε του μπλοκ το αποκηρύσσει. Αλλά ξέρει να το κρίνει διαλεκτικά και να διακρίνει στοιχεία συνέχειας που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο σήμερα. Όποιος άλλος το βλέπει έτσι μπορεί να τα αξιοποιήσει ελεύθερα.
Η πρώτη ερώτηση που σού ‘ρχεται στο μυαλό εννιά φορές στις δέκα, όταν πρωτοπηγαίνεις στη σχολή σου είναι: «και τώρα πώς διάολο θα μάθω εγώ τι πρέπει να κάνω εδώ που ήρθα;» Οπότε βρίσκεις ένα σωρό συμφοιτητές σου από μεγάλα έτη, με χαμόγελο στο στόμα πρόθυμους να σε ξεψαρώσουν.
Κι έτσι η δεύτερη ερώτηση που σού ‘ρχεται είναι: «Γιατί πέφτουν πάνω μου όλοι αυτοί οι πέφτουλες και μου ζητάνε τηλέφωνα και διευθύνσεις; Είμαι τόσο αξιαγάπητος και δεν το ήξερα;»
Εάν είσαι κοπέλα σχετικά εμφανίσιμη δεν χρειάζεται να ανησυχείς. Σύντομα θα δεις πως σε αυτή τη σχολή υπάρχουν πολλοί λιγούρηδες που ψοφάν να το παίξουν γόηδες στις πρωτοετείς.
Αν πάλι δεν ανήκεις στην κατηγορία της όμορφης, γοητευτικής κοπέλας και πάλι υπάρχει εξήγηση. Μάλλον έχεις πέσει σε κάποιο μέλος παράταξης που προσπαθεί να γίνει φίλος σου, να σε καλοπιάσει και να σε κλείσει για τις εκλογές των φοιτητών την άνοιξη.
Πριν σιχτιρίσεις την τύχη σου όμως, πρέπει να ξέρεις πως δεν ισχύουν για όλους τα ίδια…
Υπάρχει ένας κανόνας που λέει ότι αν δεν κολακέψεις (γλείψεις) τον αναγνώστη σου από την πρώτη σελίδα είναι ζήτημα αν αυτός θα διαβάσει τη δεύτερη. Χίλια μπράβο λοιπόν!!
Όχι όμως για κολακεία, αλλά ειλικρινή.
Κι η δική μας γενιά κι η δική σου είμαστε από «τα παιδιά της μεταρρύθμισης Αρσένη» και είδαμε από πρώτο χέρι τι εστί βερίκοκο. Διπλοβάρδιες σχολείο –φροντιστήριο, άγχος, πίεση, ξενύχτια, κι όλα αυτά με κέντρο τους τις εξετάσεις στο τέλος της χρονιάς να κρίνουν το μέλλον μας (λες και οι κλίσεις και τα ενδιαφέροντα του καθενός φαίνονται από το πόσο έγραψε στα Αρχαία Ελληνικά, ή στα Μαθηματικά).
Είτε λοιπόν είχες τη Δημοσιογραφία πρώτη επιλογή, είτε βρέθηκες κατά λάθος εδώ επειδή τα μόρια δεν σου έφτασαν για νομική, ο έπαινος είναι όλος δικός σου. Και σου αξίζει γιατί κατάφερες να βγεις από αυτήν τη (δήθεν) εκπαιδευτική διαδικασία, όπου στερείσαι τα πάντα (από ελεύθερο χρόνο κι έρωτες μέχρι την ίδια σου την προσωπικότητα) φυσιολογικός άνθρωπος με σώας τας φρένας.
Δεν κατάφεραν να σε τρελάνουν…
Και μετά το Λύκειο ΤΙ; Ήταν ο τίτλος μιας ηλίθιας εκπομπής με τη Σινιώρη που λέει τον καιρό να διαφημίζει ως λύση διάφορες ιδιωτικές σχολές. Μετά το λύκειο σε περιμένει ένας γενναίος, νέος, κόσμος. Το πανεπιστήμιο.
Ετοιμάσου για εκπλήξεις, καθώς επίσης και να μάθεις πόσο μικρός είναι ο κόσμος που ζούμε. Γιατί κατά βάθος όπως λέει και το τραγούδι: όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν.
Θυμήσου τα μαθητικά σου χρόνια. Τους συμμαθητές σου στο γυμνάσιο που μόνο οι μισοί από αυτούς κατάφεραν να τελειώσουν και το λύκειο και να συνεχίσουν σε κάποια ανώτατη σχολή. Τις σκόρπιες γνώσεις που σου γεμίζανε το κεφάλι όλο το χρόνο για να τις πετάξεις στο καλάθι με τα άχρηστα την επομένη των εξετάσεων. Τον σχολικό χουντο- κανονισμό που σε ήθελε πειθήνιο στρατιωτάκι. Τους διευθυντές που απειλούσαν με τιμωρίες όσους πήγαιναν να διαδηλώσουν ενάντια στον πόλεμο.
Και σύγκρινέ τα με την πραγματικότητα στο πανεπιστήμιο. Όπου τα πτυχία χρησιμεύουν μόνο ως περιεχόμενο κορνίζας. Οι εταιρείες μετατρέπουν το πανεπιστήμιο σε ΑΕ και την παιδεία σε εμπόρευμα. Το άσυλο είναι στο στόχαστρο κάθε χρόνο και οι πιέσεις για την κατάργησή του εντείνονται. Εκεί όπου μας δίνουν τόσες «γνώσεις», ίσα- ίσα για να βγούμε απόφοιτοι φτηνοί και αναλώσιμοι στην αγορά εργασίας, ή για να παίξουμε το ρόλο του μελλοντικού ανέργου.
Πόσο μοιάζουν όλα αυτά! Τι μικρός που είν’ ο κόσμος!
Μάθε παιδί μου γράμματα. Όπως έλεγε κι ο Τσάκωνας στην ομώνυμη ταινία: «6άρες: 6 χρόνια στο Δημοτικό, 6 χρόνια γυμνάσιο (τότε ήταν και το λύκειο μέσα), 6 χρόνια πανεπιστήμιο, 6 χρόνια μεταπτυχιακά. Και τι κατάλαβα;»
Πόσες φορές δεν αναρωτηθήκες κι εσύ το ίδιο. Ποιο είναι το νόημα σε όλα αυτά; Γιατί χαραμίζουμε τα καλύτερα χρόνια της ζωής μας;
Υποτίθεται για να γίνουμε καλοί επιστήμονες προς όφελος της κοινωνίας! Αυτό είναι όμως το βασικό πρόβλημα της ελληνικής εκπαίδευσης σήμερα. Μας μιλάνε για ανάγκη σύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας. Κι από πότε είναι το βασικό η αγορά εργασίας κι όχι οι ανθρώπινες ανάγκες;
Τι είδους απόφοιτους μέσης και ανώτατης εκπαίδευσης θα βγάζει το εκπαιδευτικό μας σύστημα; Φτηνό και υπάκουο εργατικό δυναμικό με περιορισμένες γνώσεις για τα κέρδη των εταιρειών και των οικονομικά ισχυρών; Ή ολοκληρωμένους επιστήμονες που θα προσφέρουν την γνώση της επιστήμης τους προς όφελος όλης της κοινωνίας αντί ενός μόνο μέρους της;
Και γιατί ρε γαμώτο να συμβαίνουν όλα αυτά σε μας; Τόσο γκαντέμηδες είμαστε;
Η αλήθεια είναι ότι όλα αυτά μόνο ζήτημα τύχης, ή γκαντεμιάς δεν είναι. Ίσα- ίσα που είναι απόλυτα ώριμη και συνειδητή πολιτική επιλογή των κρατούντων.
Κοίταξε γύρω σου στον μικρόκοσμο της σχολής σου τα διάφορα προβλήματα.
Το απαρχαιωμένο πρόγραμμα σπουδών, τα γεμάτα ελλείψεις σε υποδομή εργαστήρια, τα συγγράμματα που πληρώνουμε και καταρρίπτουν τον μύθο της δωρεάν παιδείας. Αλλά και τα πιο γενικής φύσης. Τα δωμάτια στις Εστίες που δε φτάνουν ούτε για ζήτω, τα λεφτά που στέλνουν οι γονείς και δεν φτάνουν γιατί η ζωή ακριβαίνει. Ή και τα πιο μικρά: το φαγητό στη λέσχη που τρώγεται με πολλά κουράγια, τα πανάκριβα κυλικεία που είναι όλα ιδιωτικά. Όλα σε τελική ανάλυση, από το πιο μεγάλο μέχρι το πιο μικρό, έχουν αίτια, και αυτά τα αίτια, άμεσα ή έμμεσα, έχουν στη βάση τους την πολιτική.
Το ζητούμενο σήμερα είναι αν θα συνεχίσει να χαράσσεται στην παιδεία μια πολιτική που ευνοεί τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα, όπως γίνεται και σήμερα, ή αν τελικά το φοιτητικό κίνημα θα οργανωθεί, και θα παλέψει να την ανατρέψει με όσα μέσα μπορεί.
Αυτός είναι ο δρόμος που σε καλούμε να ακολουθήσεις. Γιατί στα συλλογικά προβλήματα δεν υπάρχουν ατομικές λύσεις.
Υπάρχει ένα ρητό που λέει πως τα φοιτητικά χρόνια είναι τα καλύτερα. Κι αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό, αλλά μπορείς να το δεις από πολλές οπτικές γωνίες. Θα έχεις την ευκαιρία να ηρεμήσεις και να κάνεις μπόλικο χαβαλέ με τις παρέες σου, όσο ποτέ μέχρι τώρα. Όμως είναι μεγαλύτερη μαγκιά να καταφέρεις να πας κόντρα στο ρεύμα της εποχής, του παρτάκια, εγωιστή φοιτητή, που έχει για σλόγκαν ζωής το «δεν βαριέσαι αδερφέ, εμείς να περνάμε καλά». Είναι πολύ μεγαλύτερη μαγκιά να μάθεις να εκφράζεσαι μέσα από συλλογικούς αγώνες, να κάνεις τις ανησυχίες σου αφετηρία για δημιουργία, να παλέψεις για ένα καλύτερο αύριο. Να πας κόντρα σε όσους μας λένε ότι όλα αυτά τα κάνουμε «επειδή είμαστε νέοι και το αίμα μας βράζει». Ή «ότι κυνηγάμε χίμαιρες και ουτοπίες». Ουτοπικό σήμερα είναι να παραμένεις αδρανής και να νομίζεις ότι έτσι τα πράγματα μπορούν να γίνουν καλύτερα.
Εμείς που επικοινωνούμε μαζί σου μέσα από αυτό το κείμενο εκπροσωπούμε την Πανσπουδαστική Κίνηση Συνεργασίας στη Δημοσιογραφία. Δεν πρόκειται να σου πουλήσουμε ψεύτικα, φιλικά συναισθήματα, ούτε να σε κοροϊδέψουμε. Θα σου μιλήσουμε ανοιχτά και πολιτικά για το χάλι της σημερινής εκπαίδευσης, και για όσα πρέπει να κάνουμε για να αντιδράσουμε -κι αυτό είναι που μας κάνει πολλές φορές δυσάρεστους στους άλλους. Θέλουμε να σε βρούμε στους δρόμους για να ζήσουμε μαζί την ομορφιά του αγώνα για όσα δικαιούμαστε.
Πανσπουδαστική Κίνηση Δημοσιογραφίας
Αυτά. Για το ξεκατίνιασμα στην πάτρα σε επόμενο κείμενο.
Τετάρτη 15 Σεπτεμβρίου 2010
Η διαλεκτική της ήττας
Σήμερα που χρειαζόταν να σου απαλύνει το κενό της μέρας και το βράδυ ενός ηττημένου, είναι μακριά. Μόνο καταφύγιο η συμφιλίωση με την ήττα. Εξοικείωση με έναν εχθρό που μαθαίνεις να αγαπάς και να συνυπάρχεις ειρηνικά στον ίδιο χώρο. Ο οποίος είναι ο ζωτικός μας κι εμείς τον παραχωρήσαμε ευγενικά.
Εγώ θα πιάσω μια γωνίτσα στο κρεβάτι.
Μας έχουν στριμώξει σε μια γωνίτσα στο περιθώριο. Παίζουν τη γάτα κι εμείς τα ποντίκια που αν ενωθούμε θα επαναλάβουμε τον άθλο του σκραμπλ. Αλλά τα ποντίκια το σκάνε πρώτα στα δύσκολα κι εγκαταλείπουν το πλοίο. Κι όσα μένουν πίσω τα περιμένει η φάκα.
Μαθαίνεις να αγαπάς αυτό που έχεις. Και ψάχνεις να φτιάξεις μικρές γωνιές, ζεστές, οικείες, ερωτικές, να στεγάσεις αξιοπρεπώς την ήττα σου. Βγαίνεις στο ανοιχτό γήπεδο, μπροστά στις μάζες και χάνεις τη μπάλα, το μπούσουλα, τα βήματά σου. Πανικός κι ανοιχτοφοβία.
Χάνουμε άνευ αγώνα. Είκοσι-μηδέν στο μπάσκετ. Και καλώς τα τα παιδιά, τα 3-0, στο ποδόσφαιρο για να φαίνεται ότι πήραμε τα τρία.
Η υπαρξιακή μας αγωνία είναι η γωνία με το στερητικό άλφα μπροστά. Να ξεφύγουμε από τη γωνία, τη στέρηση και τη νοητική καθυστέρηση. Αλλά καθαρό αέρα θα πάρουμε μια και καλή στο τέλος, όπως ο νίκος. Σαν τελευταία μας επιθυμία.
Σε όλη την ιστορία ήμασταν πάντα οι βόρειοι (με εξαίρεση την υεμένη). Ή οι ανατολικοί. Και μακροπρόθεσμα σχεδόν πάντα οι ηττημένοι. Αρχικά νίκες αλά ζεγκόβια γιατί στο ένας εναντίον ενός είμαστε αχτύπητοι: βιετνάμ, βήτα παγκόσμιος. Κι ύστερα άδοξη ήττα στα χαρτιά και τα παρασκήνια του ψυχρού πολέμου.
Αλεζία; Ποια αλεζία; Όχι, δεν ξέρω καμία τέτοια κυρία.
Η ήττα είναι το πεπρωμένο μας. Τη νομοτέλεια φυγείν αδύνατον. Αλλά η νομοτέλεια είναι φάσμα δυνατοτήτων. Και μπορούμε κάθε φορά να χάνουμε καλύτερα από την προηγούμενη. Να μην κάνουμε τα ίδια λάθη, αλλά καινούρια και πρωτότυπα. Κι έτσι η λαθολογία ανανεώνεται αλλά σπανίως πρωτοτυπεί κι αναμασά διαρκώς τα ίδια.
Είναι σαν αυτό που λένε οι μεταμοντέρνοι. Τα πάντα έχουν ειπωθεί κι απλώς ανακυκλώνονται. Για το κόμμα αυτό είναι περίπου σίγουρο.
Η πείρα είναι το όνομα που έχουμε δώσει στα λάθη μας. Που όπως και να τα πάρεις είναι άπειρα. Αν φτιάξεις ένα έμπειρο κεντρικό όργανο, θα έχεις καλό προπονητή αλλά άπειρους παίκτες. Και μετά θα ψάχνεις να βρεις γιατί δεν πήραν την κατάσταση στα χέρια τους κι αποχαιρετούσαν απαθείς το λένινγκραντ που χάνανε χωρίς να πέσει πιστολιά.
Άσε με να κάνω λάθος.
Όπως λέει κι η ρόζα τα λάθη του αγωνιζόμενου προλεταριάτου είναι ιστορικά πιο γόνιμα από τ’ αλάθητο της καλύτερης κεντρικής επιτροπής. Μες σ’ αυτό το αλάθητο υπάρχουν διαλεκτικά τα χειρότερα λάθη. Καταδικάζουμε τα δεύτερα για να διασώσουμε το πρώτο και συνεχίζουμε.
Η ήττα φέρνει πάντα μιζέρια κι αμπελοφιλοσοφία για να βρεις τα αίτια. Αν είσαι νικητής, τα ‘χεις όλα λυμένα και δεν ψάχνεις το γιατί. Αν είσαι πχ όμορφος και ματσωμένος δεν έχεις και πολλά κίνητρα για να αλλάξεις τον κόσμο.
Το πρόβλημα είναι ότι στις τάξεις μας μαζεύονται όλοι οι προβληματικοί και γινόμαστε άσυλο για αναξιοπαθούντες κομπλεξικούς. Η ηττοπάθεια γίνεται δεύτερη φύση των συντρόφων. Και κρύβεται με διάφορα ψευδώνυμα, του στιλ αντικειμενικές συνθήκες.
Η νίκη του συστήματος είναι ότι σε κάνει να φαντασιώνεσαι ανώδυνες νίκες για να ξεχνάς τις μεγάλες ήττες της καθημερινότητας. Η ζεμπεκιά όπου ψηλώνεις δέκα πόντους και βρίσκεις το μπόι που χάνεις στη δουλειά. Μικρά κορίτσια ή μεγάλοι φαλλοί ως έπαθλα για τον τίμιο συμβιβασμό να κάνεις τον αληθινό έρωτα κρεμαστάρια. Κάποιοι μένουν με τη γλυκιά ήττα της μιας βραδιάς κι εγώ μένω αήττητος σαν τη βλακεία.
Και πάνω απ’ όλα το γήπεδο. Γαλάτες που πλακώνονται μεταξύ τους γιατί δεν τους παίρνει να τα βάλουν με τους ρωμαίους και μετουσιώνουν εκεί την οργή και την ταξική τους συνείδηση. Και να πεις ότι έχουμε κάνα μαγικό ζωμό κι εφησυχάζουμε..
Δεν είμαστε εμείς ηττοπαθείς. Η ζωή είναι σκατά. Η ήττα είναι αντικειμενική. Κι οι σύντροφοι απλώς αρκετά έξυπνοι για να την καταλάβουν. Και να μην κλείσουν τα μάτια στην πραγματικότητα φωνάζοντας υστερικά νίκη, νίκη σαν σεκίτες. Που και το 89 ακόμα νίκη το θεωρούνε.
Τα μικροαστικά ξεσπάσματα είναι καταδικασμένα σε ήττα. Η απόδειξη ότι δεν ξέρεις να χάνεις κι ότι δεν έχεις καμία ελπίδα να νικήσεις. Χτυπάς με θυμό τον αντίπαλο που σε έχει βάλει από κάτω για να εκτονωθείς και να ξεθυμάνεις. Κι αντί να τον βγάλεις νοκ άουτ παίρνεις αποβολή (ντισκαλιφιέ) από την ταξική πάλη.
Οι ντούροι αγωνιστές είναι διαρκώς ερεθισμένοι, σαν ταύροι σε υαλοπωλείο και τα βλέπουν όλα κόκκινο πανί. Στην πραγματικότητα όμως πάσχουν από αχρωματοψία και κινηματικό πριαπισμό που θολώνει το πολιτικό τους κριτήριο.
Κι έτσι καταστρώνουμε επαναστάσεις επί χάρτου και παίζουμε επιτραπέζια. Το αγαπημένο μας είναι το κερδίστε χάνοντας, που είναι απλά μαθήματα διαλεκτικής. Θανάτω θάνατον πατήσας.
Και κατά βάση θυμίζει ομοιοπαθητική. Που είναι η διαλεκτική των μεταφυσικών. Όπως λέμε πιο πολύ κράτος για να μην υπάρχει κράτος.
Κλείνουμε ανακωχή άνευ όρων με την πραγματικότητα. Κρατάμε μικρές αντιστάσεις για να έχουμε ιδεολογικό άλλοθι και καθαρή συνείδηση. Και κάτι να τρυπώνει μες στο πουκάμισο, μη μοιάζει τελείως αδειανό.
Τελικά καλύτερα που δεν ήρθε. Θα την έπαιρνε κι αυτή η μπάλα και το κενό της μέρας θα έμοιαζε μεγαλύτερο.
Αλλά στο τέλος η κομμουνιστική ορθοδοξία και μεταφυσική θα νικήσει. Στο μαγγανοπήγαδο της ήττας μου περνώ. Άντε και στον μελιγαλά*.
Vencerémos, vencerémos.
*Ο αστερίσκος αφορά μεταξύ άλλων και το εξής
http://www2.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=5836622
Εγώ θα πιάσω μια γωνίτσα στο κρεβάτι.
Μας έχουν στριμώξει σε μια γωνίτσα στο περιθώριο. Παίζουν τη γάτα κι εμείς τα ποντίκια που αν ενωθούμε θα επαναλάβουμε τον άθλο του σκραμπλ. Αλλά τα ποντίκια το σκάνε πρώτα στα δύσκολα κι εγκαταλείπουν το πλοίο. Κι όσα μένουν πίσω τα περιμένει η φάκα.
Μαθαίνεις να αγαπάς αυτό που έχεις. Και ψάχνεις να φτιάξεις μικρές γωνιές, ζεστές, οικείες, ερωτικές, να στεγάσεις αξιοπρεπώς την ήττα σου. Βγαίνεις στο ανοιχτό γήπεδο, μπροστά στις μάζες και χάνεις τη μπάλα, το μπούσουλα, τα βήματά σου. Πανικός κι ανοιχτοφοβία.
Χάνουμε άνευ αγώνα. Είκοσι-μηδέν στο μπάσκετ. Και καλώς τα τα παιδιά, τα 3-0, στο ποδόσφαιρο για να φαίνεται ότι πήραμε τα τρία.
Η υπαρξιακή μας αγωνία είναι η γωνία με το στερητικό άλφα μπροστά. Να ξεφύγουμε από τη γωνία, τη στέρηση και τη νοητική καθυστέρηση. Αλλά καθαρό αέρα θα πάρουμε μια και καλή στο τέλος, όπως ο νίκος. Σαν τελευταία μας επιθυμία.
Σε όλη την ιστορία ήμασταν πάντα οι βόρειοι (με εξαίρεση την υεμένη). Ή οι ανατολικοί. Και μακροπρόθεσμα σχεδόν πάντα οι ηττημένοι. Αρχικά νίκες αλά ζεγκόβια γιατί στο ένας εναντίον ενός είμαστε αχτύπητοι: βιετνάμ, βήτα παγκόσμιος. Κι ύστερα άδοξη ήττα στα χαρτιά και τα παρασκήνια του ψυχρού πολέμου.
Αλεζία; Ποια αλεζία; Όχι, δεν ξέρω καμία τέτοια κυρία.
Η ήττα είναι το πεπρωμένο μας. Τη νομοτέλεια φυγείν αδύνατον. Αλλά η νομοτέλεια είναι φάσμα δυνατοτήτων. Και μπορούμε κάθε φορά να χάνουμε καλύτερα από την προηγούμενη. Να μην κάνουμε τα ίδια λάθη, αλλά καινούρια και πρωτότυπα. Κι έτσι η λαθολογία ανανεώνεται αλλά σπανίως πρωτοτυπεί κι αναμασά διαρκώς τα ίδια.
Είναι σαν αυτό που λένε οι μεταμοντέρνοι. Τα πάντα έχουν ειπωθεί κι απλώς ανακυκλώνονται. Για το κόμμα αυτό είναι περίπου σίγουρο.
Η πείρα είναι το όνομα που έχουμε δώσει στα λάθη μας. Που όπως και να τα πάρεις είναι άπειρα. Αν φτιάξεις ένα έμπειρο κεντρικό όργανο, θα έχεις καλό προπονητή αλλά άπειρους παίκτες. Και μετά θα ψάχνεις να βρεις γιατί δεν πήραν την κατάσταση στα χέρια τους κι αποχαιρετούσαν απαθείς το λένινγκραντ που χάνανε χωρίς να πέσει πιστολιά.
Άσε με να κάνω λάθος.
Όπως λέει κι η ρόζα τα λάθη του αγωνιζόμενου προλεταριάτου είναι ιστορικά πιο γόνιμα από τ’ αλάθητο της καλύτερης κεντρικής επιτροπής. Μες σ’ αυτό το αλάθητο υπάρχουν διαλεκτικά τα χειρότερα λάθη. Καταδικάζουμε τα δεύτερα για να διασώσουμε το πρώτο και συνεχίζουμε.
Η ήττα φέρνει πάντα μιζέρια κι αμπελοφιλοσοφία για να βρεις τα αίτια. Αν είσαι νικητής, τα ‘χεις όλα λυμένα και δεν ψάχνεις το γιατί. Αν είσαι πχ όμορφος και ματσωμένος δεν έχεις και πολλά κίνητρα για να αλλάξεις τον κόσμο.
Το πρόβλημα είναι ότι στις τάξεις μας μαζεύονται όλοι οι προβληματικοί και γινόμαστε άσυλο για αναξιοπαθούντες κομπλεξικούς. Η ηττοπάθεια γίνεται δεύτερη φύση των συντρόφων. Και κρύβεται με διάφορα ψευδώνυμα, του στιλ αντικειμενικές συνθήκες.
Η νίκη του συστήματος είναι ότι σε κάνει να φαντασιώνεσαι ανώδυνες νίκες για να ξεχνάς τις μεγάλες ήττες της καθημερινότητας. Η ζεμπεκιά όπου ψηλώνεις δέκα πόντους και βρίσκεις το μπόι που χάνεις στη δουλειά. Μικρά κορίτσια ή μεγάλοι φαλλοί ως έπαθλα για τον τίμιο συμβιβασμό να κάνεις τον αληθινό έρωτα κρεμαστάρια. Κάποιοι μένουν με τη γλυκιά ήττα της μιας βραδιάς κι εγώ μένω αήττητος σαν τη βλακεία.
Και πάνω απ’ όλα το γήπεδο. Γαλάτες που πλακώνονται μεταξύ τους γιατί δεν τους παίρνει να τα βάλουν με τους ρωμαίους και μετουσιώνουν εκεί την οργή και την ταξική τους συνείδηση. Και να πεις ότι έχουμε κάνα μαγικό ζωμό κι εφησυχάζουμε..
Δεν είμαστε εμείς ηττοπαθείς. Η ζωή είναι σκατά. Η ήττα είναι αντικειμενική. Κι οι σύντροφοι απλώς αρκετά έξυπνοι για να την καταλάβουν. Και να μην κλείσουν τα μάτια στην πραγματικότητα φωνάζοντας υστερικά νίκη, νίκη σαν σεκίτες. Που και το 89 ακόμα νίκη το θεωρούνε.
Τα μικροαστικά ξεσπάσματα είναι καταδικασμένα σε ήττα. Η απόδειξη ότι δεν ξέρεις να χάνεις κι ότι δεν έχεις καμία ελπίδα να νικήσεις. Χτυπάς με θυμό τον αντίπαλο που σε έχει βάλει από κάτω για να εκτονωθείς και να ξεθυμάνεις. Κι αντί να τον βγάλεις νοκ άουτ παίρνεις αποβολή (ντισκαλιφιέ) από την ταξική πάλη.
Οι ντούροι αγωνιστές είναι διαρκώς ερεθισμένοι, σαν ταύροι σε υαλοπωλείο και τα βλέπουν όλα κόκκινο πανί. Στην πραγματικότητα όμως πάσχουν από αχρωματοψία και κινηματικό πριαπισμό που θολώνει το πολιτικό τους κριτήριο.
Κι έτσι καταστρώνουμε επαναστάσεις επί χάρτου και παίζουμε επιτραπέζια. Το αγαπημένο μας είναι το κερδίστε χάνοντας, που είναι απλά μαθήματα διαλεκτικής. Θανάτω θάνατον πατήσας.
Και κατά βάση θυμίζει ομοιοπαθητική. Που είναι η διαλεκτική των μεταφυσικών. Όπως λέμε πιο πολύ κράτος για να μην υπάρχει κράτος.
Κλείνουμε ανακωχή άνευ όρων με την πραγματικότητα. Κρατάμε μικρές αντιστάσεις για να έχουμε ιδεολογικό άλλοθι και καθαρή συνείδηση. Και κάτι να τρυπώνει μες στο πουκάμισο, μη μοιάζει τελείως αδειανό.
Τελικά καλύτερα που δεν ήρθε. Θα την έπαιρνε κι αυτή η μπάλα και το κενό της μέρας θα έμοιαζε μεγαλύτερο.
Αλλά στο τέλος η κομμουνιστική ορθοδοξία και μεταφυσική θα νικήσει. Στο μαγγανοπήγαδο της ήττας μου περνώ. Άντε και στον μελιγαλά*.
Vencerémos, vencerémos.
*Ο αστερίσκος αφορά μεταξύ άλλων και το εξής
http://www2.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=5836622
Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 2010
Πρωτοπόρος θα πει
Τι είναι η πρωτοπορία; Μην είναι οι κάμποι, τα βουνά; Το κόμμα μας το εργατικό κι οι οργανώσεις του εξωκοινοβουλίου; Μην είναι όλα αυτά μαζί και τίποτα συγχρόνως;
Μην είναι το εκδοτικό που εξαγόρασε τη Γνώση με τα διαμαντάκια από την ακαδημία επιστημών της εσσδ; Κι αγοράζει όλο το στοκ φτιάχνοντας μονοπώλιο με φτηνότερες τιμές που κανείς δε μπορεί να χτυπήσει. Ακόμα και την ουτοπία τη δίνει με έκπτωση σαν βιβλίο. Αν μπορείς να τα αγοράσεις φτηνότερα όμως, αυτό είναι το τελευταίο που θα σε απασχολήσει.
Αλλά τι σημασία έχει; Τώρα πια αγοράζουμε αυστηρά και μόνο από παλαιοπωλεία. Φτηνά και καλά καλτ βιβλία που είναι εκτός εμπορίου και τα παίρνεις με το κιλό. Οτιδήποτε άλλο είναι οικονομικό έγκλημα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του σδοε -όπως και τα σι-ντι από τότε που υπάρχει το ίντερνετ.
Πόλεμος στον πόλεμο των αυθεντικών.
Μην είναι οι δεξιοί κύπριοι φοιτητές που σπάνε νεύρα σε κάθε καταμέτρηση;
(μ)Πρωτο(μ)πορία, (μ)πρωτο(μ)πορία! Ε κι αυτούνο αγγελούδι είναι! (το σήμα της παράταξής τους). Οπότε δεν κρατήθηκαν κι οι δικοί μας κι άρχιζαν να του φωνάζουν: βάλ’ το αγγελάκι μες στον πόλο.
Μετά μεγαλώσαμε, καταλάβαμε τι είναι το ακελ και πηγαίναμε στις καταμετρήσεις από υποχρέωση. Κι έκτοτε εύχεσαι να μην τύχει στον χώρο σου κανένα ψήφισμα για το ρόλο του ακελ στο θέμα της γάζας κι άντε να τα μπαλώσεις μετά.
Μην είναι οι αδερφοί ράιτ που έδειξαν στους μπολσεβίκους το δρόμο για την έφοδο στον ουρανό; Κι εμείς λοιπόν θα γίνουμε πολύ καλύτεροί σας. Αρκεί να μην κάνουμε αριστερισμούς σαν τον ίκαρο και μας κάψει η φωτιά του ονείρου μας. Να μην αεροβατούμε στα σύννεφα. Γιατί η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται είτε ως φάρσα (για βόμβα στο αεροπλάνο) είτε ως (αεροπορική) τραγωδία.
Πρωτοπορία είναι οι φουτουριστές σαν το μαγιακόφσκι. Και το σοβιετικό κυριούλη που πέρυσι στις αναιρέσεις τους έλεγε για το διάστημα και την προοπτική να ζήσουμε σε άλλο πλανήτη. Ένα σοβιετικό απολίθωμα έτη φωτός μπροστά από την εποχή του. Με το παρόν να δούμε πότε θα συντονιστούμε.
Πρωτοπόρος είναι αυτός που μελετά τα διδάγματα του παρελθόντος για να σχεδιάσει το μέλλον και να τα εφαρμόσει στο σήμερα. Το παρόν είναι η γέφυρα του χρόνου που ενώνει το Πριν με το ριζοσπάστη και το Μετά του μίμη και γίνεται αμέσως παρελθόν για να έρθει η επόμενη μελλοντική στιγμή και να ακολουθήσει κι αυτή την ίδια διαδρομή. Κι αυτό είναι το μόνο μεταβατικό που καταλαβαίνουμε.
Πρωτοπορία είναι αυτοί που τραβάν το κάρο στην ανηφόρα. Το συνειδητοποιημένο κομμάτι που με δουλειά μυρμηγκιού και δύναμη βοδιού το τραβάει να ξεκολλήσει απ’ τη λάσπη που μας πετάνε και το βούρκο του τέλους της ιστορίας.
Τι τραβάμε κι εμείς οι πρωτοπορίες.
Κι υπάρχουν κι αυτοί που βάζουν τη θεωρία πάνω απ’ την πράξη και το κάρο μπροστά απ’ τα βόδια.
Βγαίνουν πολλοί και λεν πως δεν κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Ε λοιπόν, εμείς την κατέχουμε. Θεωρητικά είμαστε η θεωρητική πρωτοπορία της πρωτοπορίας. Ο όμιλος πήρε το απ’ έξω του λένιν και το επέκτεινε. Τα κόμματα κι οι οργανώσεις λένε θεωρία έχουμε και νιώθουν θεωρητικά αυτάρκεις. Η περαιτέρω ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας μπορεί να τους έρθει μόνο απ’ έξω. Και σε αυτό το απ’ έξω μπαίνει ο όμιλος. Θέλω να βγω από δω έξω, που λέει και στον αρκά.
Μπρεζνιεφική αυταρέσκεια κι εισοδισμός τύπου ποσάδα (αν το συνδέσεις και με τους φουτουρισμούς για το διάστημα). Και ποιος ασχολείται μαζί μας;
Α, δεν είναι ότι αδιαφορούν και μας θεωρούν αμελητέα ποσότητα. Φοβούνται να μας αντιμετωπίσουν. Αλλά ακούνε στα κρυφά και μητροπάνο.
Κι αν βάλουν καμιά διατύπωση παραπλήσια με τη δική μας για πρώιμο κομμουνισμό που το ‘λεγε κι ο λένιν. Ή αν φτάσουν σε ίδια συμπεράσματα μ’ εμάς. Τότε πάει να πει πως μας αντέγραψαν χωρίς να αναφέρουν καν την πηγή. Μόνοι τους αποκλείεται να τα έβγαλαν.
Η ώρα των πρωτοποριών με το γιάννη καραλή. Στο τέλος όμως μόνο ένας θα μείνει πρωτοπόρος, όπως στο χαϊλάντερ. Προς το παρόν το κόμμα νικάει στα σημεία και στη διαφορά τερμάτων, ελλείψει άλλου καλύτερου. Πάντα υπάρχει ένας πρωτοπόρος. Έστω κι ο λιγότερο κακός απ’ τους χειρότερους.
Η ανάγκη να πρωτοπορήσουμε μας ωθεί να πρωτοτυπήσουμε. Να ξαφνιάσουμε τον ταξικό εχθρό με πράγματα ενδιαφέροντα και πρωτότυπα. Σαν τη θεωρία για τον ολοκληρωτικό. Το πρωτότυπο είναι ο ιδιότυπος τρόπος του πατρός διαλεκτικού να σου πει πόσο άστοχο του φάνηκε αυτό που μόλιες είπες. Σοφή η μ-λ κία σου, που λέει κι ο γεωργίου.
Γινόμαστε πρωτοπόροι σαν τον κολόμβο και τους μπολσεβίκους. Που ξεκίνησαν να ανακαλύψουν τις ινδίες και την παγκόσμια επανάσταση, αλλά τελικά τους προέκυψε η αμερική κι ο σοσιαλισμός σε μία μόνο χώρα.
Ενώ η αναρχία των βίκινγκς και των λοιπών βαρβάρων λέει ότι την είχε ανακαλύψει πολύ πιο πριν με μικρές κοινότητες από την αρχαιότητα που ζούσαν ζωή χαρισάμενη χωρίς αφεντικά.
Έκτοτε πολλοί είναι αυτοί που ανακαλύπτουν εκ νέου την αμερική νομίζοντας πως κομίζουν γλαύκας εις αθήνας. Αλλά το πουλί της σοφίας έρχεται μόνο στο τέλος της μέρας, όπως μας λέει ο χέγκελ. Και η διαφορά του από τους διάφορους μπούφους είναι πολύ λεπτή. Κι επειδή άλλα τα μάτια του μπούφου κι άλλα της κουκουβάγιας, ο καθένας βλέπει το δικό του φορέα ως τον πιο όμορφο και πρωτοπόρο απ’ όλους.
Αλλά όπως θα έλεγαν κι οι σοβιετικοί σύντροφοι (που έχουν περίεργους κανόνες στη γλώσσα τους κι όπου βρουν όνομα να αρχίζει από χι, το αλλάζουν και το προφέρουν ‘γκ’).
Η αλήθεια βρίσκεται στο μαρξ. Γκέγκελ;
.
Πορεία του παμε με γκεστ σταρ τον κομάντο που ήρθε ινκόγκνιτο. Ντου στα υπουργεία και φωτιά μες στον υδράργυρο. Κι ο ιδρώτας ποτάμι που δε γυρίζει πίσω πια. Άντε να τελειώνουμε να μας απλώσουν με μανταλάκια να στεγνώσουμε.
Είχε όμως ωραία συνθήματα για τους εργατοπατέρες. Είστε η ντροπή των εργατών... Μέχρι και στον κομάντο άρεσαν.
Και πιο πίσω κάτι άλλοι να αγωνιούν να διαφοροποιηθούν με ένα σύνθημα για τις ταξικές δυνάμεις. Τι πάει να πει αυτό; Αφού όλες ταξικές είναι. Στις μέρες μας ουδείς άτακτος. Κι ας τον χαριτόπουλο και την χαρι-τάση να λένε.
Εγώ το κομάντο τον περίμενα ξανθό μου λέει ο κάσπερ. Εγώ τον περίμενα και μελαχρινό ταυτόχρονα. Με πιο πολλή όρεξη για καβγάδες και κουβέντα με όρους εμφύλιου σπαραγμού. Κι αυτός φαντάζομαι κάτι αντίστοιχο θα περίμενε.
Τελικά κανονικοί (λέμε τώρα) σύντροφοι είμαστε. Πηγαίνουμε σε καφέ διανοούμενων και κερνάμε καφέ στον χρόνη που κάθεται νοητικά δίπλα μας και σχολιάζει τα κορίτσια που περνάνε. Εμένα με περνάνε για λογοτέχνη κι αυτόν για μαρξιστή. Ενώ αμφότεροι διατηρούμε επιφανειακή σχέση με τα εν λόγω αντικείμενα. Αν τα ανταλλάξουμε κάπως σώζεται.
Όταν ήμουν πιο μικρός έπαιρνα το φεστιβάλ του ναρ στο ψιλό.
Γεια σας είμαστε από τις κομμουνιστικές αναιρέσεις. Αναιρούμε τον κομμουνισμό.
-Κι από ποια νεολαία είστε; -Από την κομμουνιστική απελευθέρωση. Απελευθερώνουμε τις μάζες από τους κομμουνιστές.
Χιούμορ επιπέδου κοντόχοντρου.
Γυρνώντας απ’ την αθήνα, πλάι στον κομάντο, το φιλοσόφησα αλλιώς.
Ακούς διάφορες μ-λ κίες που σε εξοργίζουν και συνεχίζεις να τρως στωικά τα σουβλάκια που είναι εντελώς ξερά, αλλά είσαι συγκινημένος γιατί μετά από καιρό πήρες αυτό που ζήτησες με το όνομά του, χωρίς καλλιτεχνικό ψευδώνυμο (καλαμάκι). Κι εξάλλου εδώ είναι πολύ φτηνότερα από το κυριλέ φεστιβάλ της αθήνας. Κι εκεί είναι όλο το ζουμί. Δεν χρειάζεται να το έχουν και στην πραγματικότητα τα σουβλάκια.
Κι όταν αρχίσει ο καζάκης κι οι βερμπαλισμοί πετάς ένα ευκρινές φτλοφπτ μασπψατς με γεμάτο στόμα και τα ψίχουλα φτάνουν στον απέναντι. Αρχίζεις την στραβοκατάποση και τις σταυροπαναγίες και ξηγιέσαι καφρίλιον με άναρθρες κραυγές, ή επευφημίες όταν συμφωνείς. Αληθινές στιγμές ανθρωπιάς.
Έτσι κι αλλιώς μεταξύ μας είμαστε. Μη βλέπεις που το πριν πρέπει να γράψει για καλή κουβέντα και μεγάλη συμμετοχή. Οι πιο πολλοί περίμεναν τις συναυλίες. Στη συζήτηση ούτε εκατό άτομα δεν ήμασταν.
Πολλοί εξ αυτών αλεξιπτωτιστές για να κρατήσουν ισορροπίες. Δε μπορεί να μιλάει η τάδε οργάνωση και να μη μιλήσουμε εμείς. Δεν έχει καμία σημασία αν δεν έχεις ακούσει τι προηγήθηκε. Σημασία έχει πως έχεις άποψη κι ότι μπορείς να την πεις ελεύθερα. Και μόλις τελειώσεις να φύγεις για να περάσει ο επόμενος αλεξιπτωτιστής.
Σύντροφοι, τις ισορροπίες.
Εντάξει καλά τα είπες. Αλλά λίγο πιο επικολυρικά απ’ όσο έπρεπε. Κι ο έμπειρος ακροατής καταλαβαίνει ότι δεν είναι γνήσιο, αλλά ρητορικό κόλπο. Ο ενθουσιασμός δεν απορρέει ως κορύφωση από το περιεχόμενο (που κατά τα άλλα μπορεί να είναι κι αξιόλογο) αλλά βγαίνει εκβιαστικά εξ αρχής. Κι εγώ ως κοινό υποτίθεται ότι πρέπει να τον συμμεριστώ και να χειροκροτήσω.
Χειροκρότα ρε τι σου ζητάνε;
Μην είναι το εκδοτικό που εξαγόρασε τη Γνώση με τα διαμαντάκια από την ακαδημία επιστημών της εσσδ; Κι αγοράζει όλο το στοκ φτιάχνοντας μονοπώλιο με φτηνότερες τιμές που κανείς δε μπορεί να χτυπήσει. Ακόμα και την ουτοπία τη δίνει με έκπτωση σαν βιβλίο. Αν μπορείς να τα αγοράσεις φτηνότερα όμως, αυτό είναι το τελευταίο που θα σε απασχολήσει.
Αλλά τι σημασία έχει; Τώρα πια αγοράζουμε αυστηρά και μόνο από παλαιοπωλεία. Φτηνά και καλά καλτ βιβλία που είναι εκτός εμπορίου και τα παίρνεις με το κιλό. Οτιδήποτε άλλο είναι οικονομικό έγκλημα που εμπίπτει στην αρμοδιότητα του σδοε -όπως και τα σι-ντι από τότε που υπάρχει το ίντερνετ.
Πόλεμος στον πόλεμο των αυθεντικών.
Μην είναι οι δεξιοί κύπριοι φοιτητές που σπάνε νεύρα σε κάθε καταμέτρηση;
(μ)Πρωτο(μ)πορία, (μ)πρωτο(μ)πορία! Ε κι αυτούνο αγγελούδι είναι! (το σήμα της παράταξής τους). Οπότε δεν κρατήθηκαν κι οι δικοί μας κι άρχιζαν να του φωνάζουν: βάλ’ το αγγελάκι μες στον πόλο.
Μετά μεγαλώσαμε, καταλάβαμε τι είναι το ακελ και πηγαίναμε στις καταμετρήσεις από υποχρέωση. Κι έκτοτε εύχεσαι να μην τύχει στον χώρο σου κανένα ψήφισμα για το ρόλο του ακελ στο θέμα της γάζας κι άντε να τα μπαλώσεις μετά.
Μην είναι οι αδερφοί ράιτ που έδειξαν στους μπολσεβίκους το δρόμο για την έφοδο στον ουρανό; Κι εμείς λοιπόν θα γίνουμε πολύ καλύτεροί σας. Αρκεί να μην κάνουμε αριστερισμούς σαν τον ίκαρο και μας κάψει η φωτιά του ονείρου μας. Να μην αεροβατούμε στα σύννεφα. Γιατί η ιστορία έχει την τάση να επαναλαμβάνεται είτε ως φάρσα (για βόμβα στο αεροπλάνο) είτε ως (αεροπορική) τραγωδία.
Πρωτοπορία είναι οι φουτουριστές σαν το μαγιακόφσκι. Και το σοβιετικό κυριούλη που πέρυσι στις αναιρέσεις τους έλεγε για το διάστημα και την προοπτική να ζήσουμε σε άλλο πλανήτη. Ένα σοβιετικό απολίθωμα έτη φωτός μπροστά από την εποχή του. Με το παρόν να δούμε πότε θα συντονιστούμε.
Πρωτοπόρος είναι αυτός που μελετά τα διδάγματα του παρελθόντος για να σχεδιάσει το μέλλον και να τα εφαρμόσει στο σήμερα. Το παρόν είναι η γέφυρα του χρόνου που ενώνει το Πριν με το ριζοσπάστη και το Μετά του μίμη και γίνεται αμέσως παρελθόν για να έρθει η επόμενη μελλοντική στιγμή και να ακολουθήσει κι αυτή την ίδια διαδρομή. Κι αυτό είναι το μόνο μεταβατικό που καταλαβαίνουμε.
Πρωτοπορία είναι αυτοί που τραβάν το κάρο στην ανηφόρα. Το συνειδητοποιημένο κομμάτι που με δουλειά μυρμηγκιού και δύναμη βοδιού το τραβάει να ξεκολλήσει απ’ τη λάσπη που μας πετάνε και το βούρκο του τέλους της ιστορίας.
Τι τραβάμε κι εμείς οι πρωτοπορίες.
Κι υπάρχουν κι αυτοί που βάζουν τη θεωρία πάνω απ’ την πράξη και το κάρο μπροστά απ’ τα βόδια.
Βγαίνουν πολλοί και λεν πως δεν κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Ε λοιπόν, εμείς την κατέχουμε. Θεωρητικά είμαστε η θεωρητική πρωτοπορία της πρωτοπορίας. Ο όμιλος πήρε το απ’ έξω του λένιν και το επέκτεινε. Τα κόμματα κι οι οργανώσεις λένε θεωρία έχουμε και νιώθουν θεωρητικά αυτάρκεις. Η περαιτέρω ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας μπορεί να τους έρθει μόνο απ’ έξω. Και σε αυτό το απ’ έξω μπαίνει ο όμιλος. Θέλω να βγω από δω έξω, που λέει και στον αρκά.
Μπρεζνιεφική αυταρέσκεια κι εισοδισμός τύπου ποσάδα (αν το συνδέσεις και με τους φουτουρισμούς για το διάστημα). Και ποιος ασχολείται μαζί μας;
Α, δεν είναι ότι αδιαφορούν και μας θεωρούν αμελητέα ποσότητα. Φοβούνται να μας αντιμετωπίσουν. Αλλά ακούνε στα κρυφά και μητροπάνο.
Κι αν βάλουν καμιά διατύπωση παραπλήσια με τη δική μας για πρώιμο κομμουνισμό που το ‘λεγε κι ο λένιν. Ή αν φτάσουν σε ίδια συμπεράσματα μ’ εμάς. Τότε πάει να πει πως μας αντέγραψαν χωρίς να αναφέρουν καν την πηγή. Μόνοι τους αποκλείεται να τα έβγαλαν.
Η ώρα των πρωτοποριών με το γιάννη καραλή. Στο τέλος όμως μόνο ένας θα μείνει πρωτοπόρος, όπως στο χαϊλάντερ. Προς το παρόν το κόμμα νικάει στα σημεία και στη διαφορά τερμάτων, ελλείψει άλλου καλύτερου. Πάντα υπάρχει ένας πρωτοπόρος. Έστω κι ο λιγότερο κακός απ’ τους χειρότερους.
Η ανάγκη να πρωτοπορήσουμε μας ωθεί να πρωτοτυπήσουμε. Να ξαφνιάσουμε τον ταξικό εχθρό με πράγματα ενδιαφέροντα και πρωτότυπα. Σαν τη θεωρία για τον ολοκληρωτικό. Το πρωτότυπο είναι ο ιδιότυπος τρόπος του πατρός διαλεκτικού να σου πει πόσο άστοχο του φάνηκε αυτό που μόλιες είπες. Σοφή η μ-λ κία σου, που λέει κι ο γεωργίου.
Γινόμαστε πρωτοπόροι σαν τον κολόμβο και τους μπολσεβίκους. Που ξεκίνησαν να ανακαλύψουν τις ινδίες και την παγκόσμια επανάσταση, αλλά τελικά τους προέκυψε η αμερική κι ο σοσιαλισμός σε μία μόνο χώρα.
Ενώ η αναρχία των βίκινγκς και των λοιπών βαρβάρων λέει ότι την είχε ανακαλύψει πολύ πιο πριν με μικρές κοινότητες από την αρχαιότητα που ζούσαν ζωή χαρισάμενη χωρίς αφεντικά.
Έκτοτε πολλοί είναι αυτοί που ανακαλύπτουν εκ νέου την αμερική νομίζοντας πως κομίζουν γλαύκας εις αθήνας. Αλλά το πουλί της σοφίας έρχεται μόνο στο τέλος της μέρας, όπως μας λέει ο χέγκελ. Και η διαφορά του από τους διάφορους μπούφους είναι πολύ λεπτή. Κι επειδή άλλα τα μάτια του μπούφου κι άλλα της κουκουβάγιας, ο καθένας βλέπει το δικό του φορέα ως τον πιο όμορφο και πρωτοπόρο απ’ όλους.
Αλλά όπως θα έλεγαν κι οι σοβιετικοί σύντροφοι (που έχουν περίεργους κανόνες στη γλώσσα τους κι όπου βρουν όνομα να αρχίζει από χι, το αλλάζουν και το προφέρουν ‘γκ’).
Η αλήθεια βρίσκεται στο μαρξ. Γκέγκελ;
.
Πορεία του παμε με γκεστ σταρ τον κομάντο που ήρθε ινκόγκνιτο. Ντου στα υπουργεία και φωτιά μες στον υδράργυρο. Κι ο ιδρώτας ποτάμι που δε γυρίζει πίσω πια. Άντε να τελειώνουμε να μας απλώσουν με μανταλάκια να στεγνώσουμε.
Είχε όμως ωραία συνθήματα για τους εργατοπατέρες. Είστε η ντροπή των εργατών... Μέχρι και στον κομάντο άρεσαν.
Και πιο πίσω κάτι άλλοι να αγωνιούν να διαφοροποιηθούν με ένα σύνθημα για τις ταξικές δυνάμεις. Τι πάει να πει αυτό; Αφού όλες ταξικές είναι. Στις μέρες μας ουδείς άτακτος. Κι ας τον χαριτόπουλο και την χαρι-τάση να λένε.
Εγώ το κομάντο τον περίμενα ξανθό μου λέει ο κάσπερ. Εγώ τον περίμενα και μελαχρινό ταυτόχρονα. Με πιο πολλή όρεξη για καβγάδες και κουβέντα με όρους εμφύλιου σπαραγμού. Κι αυτός φαντάζομαι κάτι αντίστοιχο θα περίμενε.
Τελικά κανονικοί (λέμε τώρα) σύντροφοι είμαστε. Πηγαίνουμε σε καφέ διανοούμενων και κερνάμε καφέ στον χρόνη που κάθεται νοητικά δίπλα μας και σχολιάζει τα κορίτσια που περνάνε. Εμένα με περνάνε για λογοτέχνη κι αυτόν για μαρξιστή. Ενώ αμφότεροι διατηρούμε επιφανειακή σχέση με τα εν λόγω αντικείμενα. Αν τα ανταλλάξουμε κάπως σώζεται.
Όταν ήμουν πιο μικρός έπαιρνα το φεστιβάλ του ναρ στο ψιλό.
Γεια σας είμαστε από τις κομμουνιστικές αναιρέσεις. Αναιρούμε τον κομμουνισμό.
-Κι από ποια νεολαία είστε; -Από την κομμουνιστική απελευθέρωση. Απελευθερώνουμε τις μάζες από τους κομμουνιστές.
Χιούμορ επιπέδου κοντόχοντρου.
Γυρνώντας απ’ την αθήνα, πλάι στον κομάντο, το φιλοσόφησα αλλιώς.
Ακούς διάφορες μ-λ κίες που σε εξοργίζουν και συνεχίζεις να τρως στωικά τα σουβλάκια που είναι εντελώς ξερά, αλλά είσαι συγκινημένος γιατί μετά από καιρό πήρες αυτό που ζήτησες με το όνομά του, χωρίς καλλιτεχνικό ψευδώνυμο (καλαμάκι). Κι εξάλλου εδώ είναι πολύ φτηνότερα από το κυριλέ φεστιβάλ της αθήνας. Κι εκεί είναι όλο το ζουμί. Δεν χρειάζεται να το έχουν και στην πραγματικότητα τα σουβλάκια.
Κι όταν αρχίσει ο καζάκης κι οι βερμπαλισμοί πετάς ένα ευκρινές φτλοφπτ μασπψατς με γεμάτο στόμα και τα ψίχουλα φτάνουν στον απέναντι. Αρχίζεις την στραβοκατάποση και τις σταυροπαναγίες και ξηγιέσαι καφρίλιον με άναρθρες κραυγές, ή επευφημίες όταν συμφωνείς. Αληθινές στιγμές ανθρωπιάς.
Έτσι κι αλλιώς μεταξύ μας είμαστε. Μη βλέπεις που το πριν πρέπει να γράψει για καλή κουβέντα και μεγάλη συμμετοχή. Οι πιο πολλοί περίμεναν τις συναυλίες. Στη συζήτηση ούτε εκατό άτομα δεν ήμασταν.
Πολλοί εξ αυτών αλεξιπτωτιστές για να κρατήσουν ισορροπίες. Δε μπορεί να μιλάει η τάδε οργάνωση και να μη μιλήσουμε εμείς. Δεν έχει καμία σημασία αν δεν έχεις ακούσει τι προηγήθηκε. Σημασία έχει πως έχεις άποψη κι ότι μπορείς να την πεις ελεύθερα. Και μόλις τελειώσεις να φύγεις για να περάσει ο επόμενος αλεξιπτωτιστής.
Σύντροφοι, τις ισορροπίες.
Εντάξει καλά τα είπες. Αλλά λίγο πιο επικολυρικά απ’ όσο έπρεπε. Κι ο έμπειρος ακροατής καταλαβαίνει ότι δεν είναι γνήσιο, αλλά ρητορικό κόλπο. Ο ενθουσιασμός δεν απορρέει ως κορύφωση από το περιεχόμενο (που κατά τα άλλα μπορεί να είναι κι αξιόλογο) αλλά βγαίνει εκβιαστικά εξ αρχής. Κι εγώ ως κοινό υποτίθεται ότι πρέπει να τον συμμεριστώ και να χειροκροτήσω.
Χειροκρότα ρε τι σου ζητάνε;
Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου 2010
Για το Φεστιβάλ
-Και για το φεστιβάλ; Τι έχεις να μας πεις για το φεστιβάλ;
Ένα κουβάρι αναμνήσεις και συναισθήματα. Δως του κλώτσο να αρχινίσει.
Εκεί ένιωσα τι θα πει σταχανοφισμός όταν είχα βγάλει φουσκάλα στο πόδι, αλλά πήγα να βοηθήσω να ξεστήσουμε. Αλλά και τι πάει να πει ανθρωπιά, όταν ο υπεύθυνος με απάλλαξε και μου είπε, πήγαινε σπίτι σου.
Ένιωσα απανθρωπιά με τη νιφάδα που καθόταν δύο τραπέζια πιο πέρα και δε μιλούσαμε. Εγώ την κάρφωνα με κλεφτές ματιές κι αυτή με αδιαφορία. Κι απανθρωπιά νέου τύπου με τους οικονομικούς μας υπεύθυνους να έχουν στο βλέμμα τους το σήμα του χρήματος και να κοιτάν κάθε λίγο τι θέση έχει ο τομέας στην άμιλλα.
Κατάλαβα τι θα πει γραφειοκρατία όταν τους είδα να σπαν το κεφάλι τους πώς θα κόψουμε περισσότερα εισιτήρια. Σκέφτηκαν τις καφετέριες στη μελενίκου, αλλά οι ίδιοι δεν πήγαιναν ποτέ εξόρμηση. Με τον καιρό ωρίμασαν και τώρα έγιναν στελέχη περιωπής.
Κι είδα τι είναι να υπερβαίνεις τη γραφειοκρατία με τους συντρόφους που κόβουν εισιτήρια, γίνονται ένα με τις μάζες, βρίσκουν πατέντες και δημιουργικό πνεύμα για να ξεπεράσουν αναποδιές και προβλήματα.
Τότε η τιμή ήταν στο ένα χιλιάρικο και τα εισιτήρια έφευγαν σα ζεστά ψωμάκια. Τώρα έχει γίνει 100% αύξηση μες σε δέκα χρόνια και προσπαθώ να σκεφτώ αν έχει γίνει το ίδιο και με τους μισθούς. Μάλλον όχι, αλλά τι ψάχνεις να βρεις τώρα.
Ψύλλους στα άχυρα ψάχνουν να βρουν κι όσοι βλέπουν κρυφά κι ανάστροφα μηνύματα στο ότι το φεστιβάλ της αθήνας έγινε τριήμερο, από τέσσερις μέρες που διαρκούσε μέχρι τώρα. Κάποια πράγματα είναι εμφανή και κολαούζο δε θέλουν. Όπως την χρονιά που το φεστιβάλ από κνε-οδηγητή έγινε κνε-κκε. Αλλά τώρα το πιο σημαντικό είναι που άλλαξε γειτονιά και πήγε στις δυτικές συνοικίες. Όπως κι εδώ σε εμάς που άφησε το πανεπιστήμιο και πήγε στη σταυρούπολη, όπου θα μας κλείσουν όλους μια μέρα.
Έχω νιώσει επίσης τι σημαίνει να έχεις άτομο υπ’ ευθύνη σου, με το θείο μου που είναι μια χαρά παιδί, αλλά έχει νοητική αναπηρία και το μυαλό δεκάχρονου κι έπρεπε να προσέχω να μην κάνει τράκα τσιγάρα απ’ τους άλλους.
Έζησα για πολλά χρόνια το νόμο του μέρφι με τα πρωτοβρόχια και τα πρωτοκρύα που πέφτουν πάντα πάνω στις μέρες του φεστιβάλ. Και φέτος που άρχισαν λίγο νωρίτερα έχω αρχίσει να ανησυχώ.
Είδα συντρόφους που έκαναν τα πάντα για να μπουν περιφρούρηση στα μωρά στη φωτιά και να χτυπηθούν στην πρώτη σειρά μαζί με το πλήθος. Και στο ενδιάμεσο να φωνάξουν κομματικά συνθήματα που ξενέρωναν τους μισούς κι είναι το απόλυτο αντι-αφροδισιακό για τους πωρωμένους.
Θυμάμαι σε ένα αποκριάτικο πάρτι στη λέσχη που ο κόσμος δεν έφευγε με τίποτα ο σύντροφος ντι τζέι έβαλε τον ύμνο της σοβιετίας και μπήκαν όλοι στο παρασύνθημα. Σαν το τζιγκλάκι της κρατικής τηλεόρασης που θα μας λέει καληνύχτα όταν θα νικήσουμε και θα ‘χουμε σοσιαλισμό.
Από τραγουδιστές ξεχωρίζω το λάκη με τα ψηλά ρεβέρ, που είναι σόουμαν βαρέων βαρών και με το ζόρι στέκεται πια όρθιος πολλή ώρα πάνω στη σκηνή. Παρόλα αυτά το παλεύει. Κι είναι κι ο βασίλης που διαρκώς επαναλαμβάνεται κι είναι κάθε χρόνο και χειρότερος. Έβαλε πολλή κόκα κόλα στο κρασί του κι είναι σαν αναψυκτικό που ξεθυμαίνει. Αλλά το παρελθόν του μενει αξεπέραστο. Κι είναι απ’ τους βασικούς τρόπους να καταλάβω πόσο κνίτης είμαι.
Ένιωσα αμηχανία με τον άβερελ να κάνει το βαρύ πεπόνι, αλλά τελικά να αγοράζει εισιτήριο και να πιάνει κουβέντα με παλιούς γνωστούς του. Και το ίδιο ακριβώς συναίσθημα όταν μια τότε ναρίτισσα –και νυν ξεκρέμαστη κουκουέ- που είχε πάρει από μένα εισιτήριο ήθελε να μου πουλήσει απ’ τα δικά της για τις αναιρέσεις. Κι εγώ έπρεπε να της πω ότι δε μου άρεσε το πρόγραμμά τους και δεν ήθελα να τους ενισχύσω οικονομικά.
Φέτος με το σκληρό διαλεκτικό πήγα πρώτη φορά εκεί κι έμεινα με την ίδια περίπου εντύπωση, αλλά διαλεκτικά επικαιροποιημένη, γιατί είχα κι αρκετούς γνωστούς που τους συμπαθούσα. Αλλά αυτά θα μας απασχολήσουν μάλλον στο επόμενο κείμενο.
Είδα εκ πείρας πόσο μάταιο είναι να προσπαθείς να κάνεις κάτι χρήσιμο κι ενδιαφέρον στα περίπτερα που είναι δίπλα στις συναυλίες. Όσοι και να ‘ρθουν δεν πρόκειται να ακούσουν τίποτα.
Την πρώτη χρονιά το είχα πάρει με ζήλο κι είχα γράψει ένα κείμενο για τα ριάλιτι και το μπιγκ μπράδερ που ήταν το φρούτο της εποχής, μαζί με μια ατάκα του λέανδρου απ’ την χωματερή: μακάρι να ήταν απλώς μια μαλακία.
Κάπου μετά τα είκοσι μαθαίνεις και συμβιβάζεσαι. Κι απλώς εύχεσαι το περίπτερό σου να είναι δίπλα στη σκηνή με τους καλλιτέχνες που θέλεις να ακούσεις.
Θυμάμαι τις προετοιμασίες του χώρου μαζί με τους γιατρούς που ήταν σταχανοβίτες χωρίς σύνορα, αν και κάποιες φορές μαζί με τη νόρμα έχαναν και το μέτρο. Είχαν την πιο ζόρικη εξεταστική απ’ όλους, αλλά έρχονταν το ίδιο συχνά με μένα που ζούσα φοιτητική ζωή στα μμε και δεν χρωστούσα κανένα μάθημα.
Εκεί ανακάλυψα τον καταναγκασμό και τη δουλειά με μουσική υπόκρουση σκυλάδικου από τη ντροπή της μαύρης φυλής –που κατά τα άλλα ήταν τζιμάνι παιδί. Κι αναστοχαζόμουν φιλοσοφικά αν η υποκουλτούρα γεννιέται από την χειρωνακτική δουλειά ή από την ιατρική.
Κι υπάρχουν κι οι άσχημες στιγμές.
Τα νεύρα με τους συντρόφους που αρχίζουν να ξεστήνουν την τελευταία μέρα πριν καν τελειώσει το πρόγραμμα. Η κούραση του θανατά την τελευταία φορά που το φεστιβάλ είχε πέσει μαζί με την έκθεση. Τότε είχαμε πει πως το πάθημα έγινε μάθημα, αλλά φέτος είπαμε να το ξανακάνουμε, για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Κι η απογοήτευση κάθε φορά που ακυρώνεται το φεστιβάλ λόγω εκλογών. Πολύς κόσμος πιστεύει ότι η καλύτερη προεκλογική δουλειά είναι το φεστιβάλ κι ίσως να έχουν δίκιο. Αλλά όταν δεν τραβάς εσύ το λούκι όλα φαίνονται εύκολα.
Υπάρχει και μια ιστορία με τον υποψήφιο περιφερειάρχη, αλλά αυτή μετά τις εκλογές.
Στο τέλος όμως μένει πάντα μια γλυκιά γεύση στον ουρανίσκο της μνήμης. Κι η συλλογική περηφάνια ότι είσαι κομμάτι μιας πολιτείας. Το φεστιβάλ είναι τόπος συνάντησης για ένα σωρό κόσμο. Τόσο πολύ που συνήθως δε βρίσκεσαι και πολύ εύκολα με τον κόσμο που θες.
Η μεγάλη γιορτή της κομμουνιστικής ορθοδοξίας που εκτός απ’ τους πιστούς συγκεντρώνει πολλούς αιρετικούς, ή απλό κόσμο που δεν πολυπιστεύει και πηγαίνει σπάνια για προσευχή και κατάνυξη. Κάπως σαν τις εκκλησίες στην ανάσταση. Κάποιοι μένουν μόνο στη συναυλία και δεν περιμένουν να πάρουν το δεύτε λάβετε φως από τη διαφωτιστική ομιλία του μέλους του πγ. Γι’ αυτό κι εμείς τη βάζουμε πιο νωρίς.
Κι όταν έρθει στο τέλος η ώρα να τα ξεστήσουμε νιώθεις σαν το παιδί που του μαζεύουν τα χριστουγεννιάτικα στολίδια. Κι αν τα αφήναμε έτσι όλο τον χρόνο;
Υστερόγραφα:
-όλα τα λεφτά η αλέκα στο φεστιβάλ της πάτρας, όπου είπε μεταξύ άλλων για την εργατική, λαϊκή εξουσία. Περιμένοντας ανταπόκριση από το σχιζοφρενή οικοδόμο, παραπέμπουμε στο ρεπορτάζ του χτεσινού ρίζου.
http://www2.rizospastis.gr/page.do?publDate=7/9/2010&id=12503&pageNo=8&direction=1 Κάπου στη μέση κάτω από τις φωτογραφίες, στο κομμάτι με τίτλο αντίσταση και ρήξη για το σοσιαλισμό.
Με το κουκουέ υπάρχει λύση. Αλλά κάποιοι έχουν ένα πρόβλημα για κάθε μας λύση. Και κάνουν λογοπαίγνια με την τελευταία λέξη. Με το κουκουέ υπάρχει στύση, πλύση κι ό,τι ο καθένας λαχταρίσει. Πάνω απ’ όλα με το κουκουέ υπάρχει έμπνευση, για όλους.
-Κυριακή, λουίς και σκόλα, να ‘ταν στη ζωή μας όλα.
Απίθανος παίκτης.
Ένα κουβάρι αναμνήσεις και συναισθήματα. Δως του κλώτσο να αρχινίσει.
Εκεί ένιωσα τι θα πει σταχανοφισμός όταν είχα βγάλει φουσκάλα στο πόδι, αλλά πήγα να βοηθήσω να ξεστήσουμε. Αλλά και τι πάει να πει ανθρωπιά, όταν ο υπεύθυνος με απάλλαξε και μου είπε, πήγαινε σπίτι σου.
Ένιωσα απανθρωπιά με τη νιφάδα που καθόταν δύο τραπέζια πιο πέρα και δε μιλούσαμε. Εγώ την κάρφωνα με κλεφτές ματιές κι αυτή με αδιαφορία. Κι απανθρωπιά νέου τύπου με τους οικονομικούς μας υπεύθυνους να έχουν στο βλέμμα τους το σήμα του χρήματος και να κοιτάν κάθε λίγο τι θέση έχει ο τομέας στην άμιλλα.
Κατάλαβα τι θα πει γραφειοκρατία όταν τους είδα να σπαν το κεφάλι τους πώς θα κόψουμε περισσότερα εισιτήρια. Σκέφτηκαν τις καφετέριες στη μελενίκου, αλλά οι ίδιοι δεν πήγαιναν ποτέ εξόρμηση. Με τον καιρό ωρίμασαν και τώρα έγιναν στελέχη περιωπής.
Κι είδα τι είναι να υπερβαίνεις τη γραφειοκρατία με τους συντρόφους που κόβουν εισιτήρια, γίνονται ένα με τις μάζες, βρίσκουν πατέντες και δημιουργικό πνεύμα για να ξεπεράσουν αναποδιές και προβλήματα.
Τότε η τιμή ήταν στο ένα χιλιάρικο και τα εισιτήρια έφευγαν σα ζεστά ψωμάκια. Τώρα έχει γίνει 100% αύξηση μες σε δέκα χρόνια και προσπαθώ να σκεφτώ αν έχει γίνει το ίδιο και με τους μισθούς. Μάλλον όχι, αλλά τι ψάχνεις να βρεις τώρα.
Ψύλλους στα άχυρα ψάχνουν να βρουν κι όσοι βλέπουν κρυφά κι ανάστροφα μηνύματα στο ότι το φεστιβάλ της αθήνας έγινε τριήμερο, από τέσσερις μέρες που διαρκούσε μέχρι τώρα. Κάποια πράγματα είναι εμφανή και κολαούζο δε θέλουν. Όπως την χρονιά που το φεστιβάλ από κνε-οδηγητή έγινε κνε-κκε. Αλλά τώρα το πιο σημαντικό είναι που άλλαξε γειτονιά και πήγε στις δυτικές συνοικίες. Όπως κι εδώ σε εμάς που άφησε το πανεπιστήμιο και πήγε στη σταυρούπολη, όπου θα μας κλείσουν όλους μια μέρα.
Έχω νιώσει επίσης τι σημαίνει να έχεις άτομο υπ’ ευθύνη σου, με το θείο μου που είναι μια χαρά παιδί, αλλά έχει νοητική αναπηρία και το μυαλό δεκάχρονου κι έπρεπε να προσέχω να μην κάνει τράκα τσιγάρα απ’ τους άλλους.
Έζησα για πολλά χρόνια το νόμο του μέρφι με τα πρωτοβρόχια και τα πρωτοκρύα που πέφτουν πάντα πάνω στις μέρες του φεστιβάλ. Και φέτος που άρχισαν λίγο νωρίτερα έχω αρχίσει να ανησυχώ.
Είδα συντρόφους που έκαναν τα πάντα για να μπουν περιφρούρηση στα μωρά στη φωτιά και να χτυπηθούν στην πρώτη σειρά μαζί με το πλήθος. Και στο ενδιάμεσο να φωνάξουν κομματικά συνθήματα που ξενέρωναν τους μισούς κι είναι το απόλυτο αντι-αφροδισιακό για τους πωρωμένους.
Θυμάμαι σε ένα αποκριάτικο πάρτι στη λέσχη που ο κόσμος δεν έφευγε με τίποτα ο σύντροφος ντι τζέι έβαλε τον ύμνο της σοβιετίας και μπήκαν όλοι στο παρασύνθημα. Σαν το τζιγκλάκι της κρατικής τηλεόρασης που θα μας λέει καληνύχτα όταν θα νικήσουμε και θα ‘χουμε σοσιαλισμό.
Από τραγουδιστές ξεχωρίζω το λάκη με τα ψηλά ρεβέρ, που είναι σόουμαν βαρέων βαρών και με το ζόρι στέκεται πια όρθιος πολλή ώρα πάνω στη σκηνή. Παρόλα αυτά το παλεύει. Κι είναι κι ο βασίλης που διαρκώς επαναλαμβάνεται κι είναι κάθε χρόνο και χειρότερος. Έβαλε πολλή κόκα κόλα στο κρασί του κι είναι σαν αναψυκτικό που ξεθυμαίνει. Αλλά το παρελθόν του μενει αξεπέραστο. Κι είναι απ’ τους βασικούς τρόπους να καταλάβω πόσο κνίτης είμαι.
Ένιωσα αμηχανία με τον άβερελ να κάνει το βαρύ πεπόνι, αλλά τελικά να αγοράζει εισιτήριο και να πιάνει κουβέντα με παλιούς γνωστούς του. Και το ίδιο ακριβώς συναίσθημα όταν μια τότε ναρίτισσα –και νυν ξεκρέμαστη κουκουέ- που είχε πάρει από μένα εισιτήριο ήθελε να μου πουλήσει απ’ τα δικά της για τις αναιρέσεις. Κι εγώ έπρεπε να της πω ότι δε μου άρεσε το πρόγραμμά τους και δεν ήθελα να τους ενισχύσω οικονομικά.
Φέτος με το σκληρό διαλεκτικό πήγα πρώτη φορά εκεί κι έμεινα με την ίδια περίπου εντύπωση, αλλά διαλεκτικά επικαιροποιημένη, γιατί είχα κι αρκετούς γνωστούς που τους συμπαθούσα. Αλλά αυτά θα μας απασχολήσουν μάλλον στο επόμενο κείμενο.
Είδα εκ πείρας πόσο μάταιο είναι να προσπαθείς να κάνεις κάτι χρήσιμο κι ενδιαφέρον στα περίπτερα που είναι δίπλα στις συναυλίες. Όσοι και να ‘ρθουν δεν πρόκειται να ακούσουν τίποτα.
Την πρώτη χρονιά το είχα πάρει με ζήλο κι είχα γράψει ένα κείμενο για τα ριάλιτι και το μπιγκ μπράδερ που ήταν το φρούτο της εποχής, μαζί με μια ατάκα του λέανδρου απ’ την χωματερή: μακάρι να ήταν απλώς μια μαλακία.
Κάπου μετά τα είκοσι μαθαίνεις και συμβιβάζεσαι. Κι απλώς εύχεσαι το περίπτερό σου να είναι δίπλα στη σκηνή με τους καλλιτέχνες που θέλεις να ακούσεις.
Θυμάμαι τις προετοιμασίες του χώρου μαζί με τους γιατρούς που ήταν σταχανοβίτες χωρίς σύνορα, αν και κάποιες φορές μαζί με τη νόρμα έχαναν και το μέτρο. Είχαν την πιο ζόρικη εξεταστική απ’ όλους, αλλά έρχονταν το ίδιο συχνά με μένα που ζούσα φοιτητική ζωή στα μμε και δεν χρωστούσα κανένα μάθημα.
Εκεί ανακάλυψα τον καταναγκασμό και τη δουλειά με μουσική υπόκρουση σκυλάδικου από τη ντροπή της μαύρης φυλής –που κατά τα άλλα ήταν τζιμάνι παιδί. Κι αναστοχαζόμουν φιλοσοφικά αν η υποκουλτούρα γεννιέται από την χειρωνακτική δουλειά ή από την ιατρική.
Κι υπάρχουν κι οι άσχημες στιγμές.
Τα νεύρα με τους συντρόφους που αρχίζουν να ξεστήνουν την τελευταία μέρα πριν καν τελειώσει το πρόγραμμα. Η κούραση του θανατά την τελευταία φορά που το φεστιβάλ είχε πέσει μαζί με την έκθεση. Τότε είχαμε πει πως το πάθημα έγινε μάθημα, αλλά φέτος είπαμε να το ξανακάνουμε, για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι.
Κι η απογοήτευση κάθε φορά που ακυρώνεται το φεστιβάλ λόγω εκλογών. Πολύς κόσμος πιστεύει ότι η καλύτερη προεκλογική δουλειά είναι το φεστιβάλ κι ίσως να έχουν δίκιο. Αλλά όταν δεν τραβάς εσύ το λούκι όλα φαίνονται εύκολα.
Υπάρχει και μια ιστορία με τον υποψήφιο περιφερειάρχη, αλλά αυτή μετά τις εκλογές.
Στο τέλος όμως μένει πάντα μια γλυκιά γεύση στον ουρανίσκο της μνήμης. Κι η συλλογική περηφάνια ότι είσαι κομμάτι μιας πολιτείας. Το φεστιβάλ είναι τόπος συνάντησης για ένα σωρό κόσμο. Τόσο πολύ που συνήθως δε βρίσκεσαι και πολύ εύκολα με τον κόσμο που θες.
Η μεγάλη γιορτή της κομμουνιστικής ορθοδοξίας που εκτός απ’ τους πιστούς συγκεντρώνει πολλούς αιρετικούς, ή απλό κόσμο που δεν πολυπιστεύει και πηγαίνει σπάνια για προσευχή και κατάνυξη. Κάπως σαν τις εκκλησίες στην ανάσταση. Κάποιοι μένουν μόνο στη συναυλία και δεν περιμένουν να πάρουν το δεύτε λάβετε φως από τη διαφωτιστική ομιλία του μέλους του πγ. Γι’ αυτό κι εμείς τη βάζουμε πιο νωρίς.
Κι όταν έρθει στο τέλος η ώρα να τα ξεστήσουμε νιώθεις σαν το παιδί που του μαζεύουν τα χριστουγεννιάτικα στολίδια. Κι αν τα αφήναμε έτσι όλο τον χρόνο;
Υστερόγραφα:
-όλα τα λεφτά η αλέκα στο φεστιβάλ της πάτρας, όπου είπε μεταξύ άλλων για την εργατική, λαϊκή εξουσία. Περιμένοντας ανταπόκριση από το σχιζοφρενή οικοδόμο, παραπέμπουμε στο ρεπορτάζ του χτεσινού ρίζου.
http://www2.rizospastis.gr/page.do?publDate=7/9/2010&id=12503&pageNo=8&direction=1 Κάπου στη μέση κάτω από τις φωτογραφίες, στο κομμάτι με τίτλο αντίσταση και ρήξη για το σοσιαλισμό.
Με το κουκουέ υπάρχει λύση. Αλλά κάποιοι έχουν ένα πρόβλημα για κάθε μας λύση. Και κάνουν λογοπαίγνια με την τελευταία λέξη. Με το κουκουέ υπάρχει στύση, πλύση κι ό,τι ο καθένας λαχταρίσει. Πάνω απ’ όλα με το κουκουέ υπάρχει έμπνευση, για όλους.
-Κυριακή, λουίς και σκόλα, να ‘ταν στη ζωή μας όλα.
Απίθανος παίκτης.
Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2010
Σα βγω από αυτή τη φυλακή
Κανείς δε θα σε περιμένει. Εκτός από τα προβλήματά σου που θα έχουν μείνει ακριβώς εκεί που τα είχες αφήσει. Μιζέρια, μοναξιά, ανεργία, δντ.
Ημερολόγια κατασκήνωσης – ημέρα δέκατη και τελευταία
Οι διοργανωτές μοιράζουν ερωτηματολόγια, αλλά τα αφήνω ασυμπλήρωτα. Έχω κακή εμπειρία από τότε που συμπλήρωνα πληρεξούσια στην οργάνωση ως αντιπρόσωπος.
Προέρχεσαι από εργατική οικογένεια;
Κοίτα να δεις. Ο άβερελ είναι οικοδόμος, αλλά δε συμμετέχει στα του σωματείου, γιατί έχει συνεργείο και δε θέλει να κάνει τα ίδια –λέει- με τους κουκουέδες υπεργολάβους. Μάλλον όμως θεωρητικοποιεί την τεμπελιά του. Κι η μάνα μου είναι καθηγήτρια αλλά τις προάλλες μίλησα με έναν μουλά και μου είπε πως δεν παράγει υπεραξία.
Οπότε και ναι και όχι.
Τώρα ο άβερελ είναι άνεργος, ο θηλυκός γονιός βγήκε στη σύνταξη κι εγώ αυτά τα ‘χω λυμένα. Αλλά τότε μου την είπανε και με πείραξε. Μετά ο γραμματέας μας είπε πως ό,τι είναι να ειπωθεί πρέπει να ειπώνεται και τουλάχιστον σιγουρεύτηκα για τη δική του ταξική καταγωγή.
Μας διάβασαν το τελικό κείμενο της διακήρυξης κι η συνέλευση διαλύθηκε εγκρίνοντας. Εάν τα έκανε αυτά το κόμμα στην ελλάδα, θα ήταν πρώτο θέμα συζήτησης τα επόμενα δέκα χρόνια. Αλλά εδώ τα κατάπιαμε αμάσητα και φουσκώσαμε με διεθνιστικό ενθουσιασμό.
Έξω φωνάζουνε όλοι σα σκύλοι και στα μπαλκόνια σιωπούν οι φίλοι
Κι εγώ που θέλω να κλείσω μάτι, έχω μείνει χωρίς κρεβάτι.
Οι τουρκογερμανοί παρέμειναν απάλευτοι μέχρι τέλους. Το τελευταίο βράδυ άνοιγαν στην ψύχρα σκηνές στο γιουνάν μαχαλά και ξυπνούσαν τον κόσμο για να πουν: brothers, we need alkohol. -Όχι αρκαντάς, δε χρειάζεσαι. Κι έτσι λιώμα είσαι.
Κι άντε εμάς μας έβρισκαν μέσα και μας ξυπνούσαν. Άμα δε βρίσκαν κανένα, τι ακριβώς έκαναν;
Φεύγοντας αφήσαμε πίσω ένα απέραντο σκουπιδαριό, δείγμα πολιτισμού κι αυτό-οργάνωσης. Καθώς κι ένα σωρό κεντροφόρες μέλισσες αντί αξίνας, αιχμή –συμβολική- για τους τροτσκιστές που θα έπαιρναν μετά από εμάς τον χώρο.
Η ελληνική αποστολή ήταν λαμπρή εξαίρεση στον κανόνα. Αφήσαμε μόνο κάτι σκηνές, αλλά πήραμε μαζί μας όλα τα έμψυχα, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά. Γενικά θα μπορούσε να γίνει ένα παζάρι μόνο με αυτά που έμειναν πίσω άκλαυτα, από μαξιλάρια μέχρι ρακέτες.
Στο πούλμαν για τον τσεσμέ, αρχίσαμε με τον κοντόχοντρο τα αποφθέγματα.
Αν τρέμεις από φόβο, όταν πέφτουν δακρυγόνα.
Αν τρέμεις από οργή κι αγανάκτηση όταν πέφτουν τα δακρυγόνα κι αντί για σένα, τα τρων οι μπάχαλοι κι οι αριστεριστές.
Αν τρέμεις από οργή κι αδικία όταν πέφτουν δακρυγόνα και τα τρως εσύ, αντί να τα φαν οι μπάχαλοι.
Τότε είμαστε όλοι σύντροφοι. Τα λέει κι ο γκεβάρα, μία σελίδα πριν το απόφθεγμα με τις κουκούλες.
Κι αν κάποιες φορές τρέμουμε τον ίσκιο μας, κατά βάθος ξέρουμε πως θέλει αρετή και τόλμη η συνείδηση της αναγκαιότητας. Δηλ η ελευθερία.
Επινοήσαμε από κοινού και την έννοια του ηθικού σωσία για συμπεριφορές και χαρακτήρες. Και βρήκαμε ότι ένα σωρό κόσμος είναι φτυστός ο κάουτσκι, που πρώτα ήταν λεβέντης, μαρξιστής αλλά ύστερα έγινε λακές και δε συμμαζεύεται.
Και η πίτσα στέκει μακριά κι αδιάφορη. Όχι για μένα. Αλλά για το αλάνθαστο πολιτικό κριτήριο του κοντόχοντρου, που μου ‘βαλε την ιδέα.
Στο πλοίο της επιστροφής παίξαμε κρυφτούλι με τους υπαλλήλους που κυνηγούσαν όποιον ήθελε να ξαπλώσει και δεν είχε πληρώσει για καμπίνα. Εντάξει αρχηγέ με βρήκες. Σειρά σου να κρυφτείς τώρα.
Κι άντε να του εξηγήσω τι είπε ο λένιν, όταν τον ρώτησαν γιατί ταξίδευε πρώτη θέση. Εμείς σύντροφε την τρίτη θέση θέλουμε να καταργήσουμε, όχι την πρώτη.
Κι εμείς να φανταστείς ρε βλαδίμηρε ούτε καν πρώτη δεν πήγαμε. Στη δεύτερη παρεισφρήσαμε μπας και βολευτούμε, αλλά δε μας αφήσανε.
Στο τελωνείο της χίου σταμάτησαν μερικούς δικούς μας, βρήκαν τις κούτες απ’ τα duty free κι είπαν να βγάλουν εύκολο κέρδος, γιατί κανονικά το αφορολόγητο όριο είναι δύο πακέτα!
Όσοι είχαμε μείνει πίσω μαζευτήκαμε κι έγινε ένας μικρός χαμός σα συντονιστικό. Αλλά η συνδικαλιά που κέρδισε τη συνέλευση ήταν ότι δέκα μέρες στην τουρκία δεν είχαμε κανένα πρόβλημα και ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί μας παίρνουν τον τουρισμό οι τούρκοι. Λίγο μπροστά με διαφορά στήθους από το είμαι πολίτης και πρέπει να με υπηρετείτε που ‘πε ο ρασκόλνικοφ σε ένα λιμενομπάτσο και το επιχείρημα της άγνοιας, γιατί τώρα με το δντ, δεν ξέρουμε τι φορολογείται και τι όχι.
Τελικά το λύσαμε με όρους κινήματος, γιατί ερχόταν κι άλλο καράβι και μας άφησαν για να αρμέξουνε τους επόμενους.
Νου-κου-α αφορολόγητα/ κι όνειρα ανομολόγητα (στο ρυθμό του συνθήματος νΚα χωρίς πουκάμισα)
Βγαίνω μια βόλτα στην αθήνα και σκοντάφτω σε κάθε τετράγωνο στα ίδια πρόσωπα. Δέκα άτομα που ξεμείναμε 15αύγουστο στην αθήνα μαζί με τα κορόιδα και τους μπάτσους και έπρεπε να αποφασίσουμε σε ποια απ’ τις δυο κατηγορίες ανήκαμε.
Εμείς ανήκουμε στον homo ομιλίτικους, είδος άκρως ομιλητικό, που μες στο κατακαλόκαιρο είχε κάτι σαν ολομέλεια στα γραφεία του βιβλίου-χάρτου που είναι γεμάτα με αναρχικά βιβλία κι αφίσες. Ποιος είπε ότι οι αναρχικοί δεν κάνουν πολιτική δουλειά;
Μπαλόνια με ήλιο που ξεμακραίνουν, χάνουν επαφή με τα εγκόσμια και μπερδεύουν την εποπτεία με την αφ’ υψηλού θεώρηση. Περνάν τα πάντα από κόσκινο, αλλά δε θέλουν να ζυμώσουν στις πλατειές μάζες. Κι απλώς απλώνουν την κουβέντα σαν τραχανά, σαν αυτόν που έφερε μαζί το παπαγαλάκι του κρεμλίνου. Φοβερή σημειολογία.
Κι ένας γιατρός γκασταρμπάιτερ να μας λέει για τους σουηδούς που επέμεναν να κάνει το εμβόλιο για τη γρίπη. Μέχρι που τους είπε ότι δε θέλει να το κάνει για πολιτικούς λόγους κι αυτοί πήγαν πάσο. Γιατί στη σουηδία το πολιτικό είναι προσωπικό. Και στην κοινωνία του μέλλοντος η πολιτική θα απονεκρωθεί μαζί με το κράτος.
Κι η επόμενη μέρα; Οπορτουνιστικές αγαπούλες με τη μπρέζνιεβα. Πολλή ιταλοντίσκο για να συνέλθουν τα αυτιά. Κουβέντα για τις πυρκαγιές στη μόσχα και την τοποθέτηση της οακκε. Κι απόηχος με τον πατριώτη κομάντο, μια τραμπούκο νΚαπελεύθερη με αδύναμους κρίκους και την κλασική ερώτηση: πώς πέρασες;
Τι απαντάς τώρα; Περίμενε να τα διαβάσεις στο μπλοκ;
Η πρώτη λέξη που σου ‘ρχεται στο μυαλό είναι περίεργα. Και μετά προσθέτεις, πολύ ωραία. Το περίεργα όμως υπερέχει. Πρώτα μπαίνει αυτό και μετά όλα τα άλλα.
Μια δεύτερη απάντηση που με κάλυψε είναι το κάπως συγκλονιστικά. Οι δέκα μέρες που ψιλοσυγκλόνισαν τον κόσμο. Εμπειρία μοναδική κι αναντικατάστατη, αλλά φτάνει τόσο. Ήταν απλώς συμπαθητικά και με αρκετές στιγμές βαρεμάρας. Στη νάξο προσωπικά πέρασα καλύτερα. Αλλά τη νάξο τη ξαναβρίσκεις. Ενώ αυτό το πανηγύρι λαών πολύ δύσκολα. Ειδικά στη γειτονιά σου.
Έφτιαξαν κι ένα βιντεάκι με τις εντυπώσεις των μελών της ελληνικής αποστολής. Ζήτησαν κι από μένα, αλλά τι να τους έλεγα; Για την πάλη των τάξεων και την επαναθεμελίωση που μένει ιστορικά αδικαίωτη;
Ή μήπως το άλλο το ποίημα που λέει ο κοντόχοντρος; Στάλιν εσύ που ανθίζεις στα σπαρτά... Κι αν το καλοσκεφτείς ποιοι συμμετείχαν στο κάμπινγκ ταιριάζει κιόλας.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι τούρκοι δεν είναι οι καλύτεροι διοργανωτές. Μην κοιτάς τους ναρίτες που εντυπωσιάστηκαν. Είναι σαν την ινδή απ’ τον φιλέα φογκ που δεν είχε ξαναδεί χιόνι. Και με μια νιφάδα θα είχε ενθουσιαστεί.
Κι όχι τίποτα άλλο, αλλά ανέλαβαν και το μουντομπάσκετ (όχι οι ναρίτες, οι τούρκοι).
Κι αυτό που θα μου λείψει περισσότερο είναι η ελληνική αποστολή. Ο καψιμιτζής που παίζει να είναι και μέλος του εμεπ. Ο τολιάτι που ως είδος τελεί υπό εξαφάνιση –όχι ως αρανίτης, αλλά ως μπασκετικός οπαδός του παοκ. Ο φρανκ ριμπερί, ο παπακαλιάτης με τα ανοιχτά πουκάμισα που χαλούσε την πιάτσα και το σύνθημα, ο σύντεκνος οβελίξ με τη φράμπαλα που είναι οικονομική και δεν τρώει πολύ, τα δυο κοριτσάκια που έλεγαν τον κοντόχοντρο κύριε χρήστο κι αυτός είναι επαρκής λόγος για να αφήσουμε το ένα από τα δύο να ζήσει. Το τασάκι που αψήφησε την ιδεολογική μοναξιά κι ήρθε μαζί μας. Και πιο πολύ αυτοί που δεν ανέφερα καν.
Με αυτούς ζήσαμε πράγματα και δεθήκαμε περισσότερο. Οι άλλοι σε ένα μήνα από τώρα θα είναι απλά ένα όνομα στο χαρτι με ένα μέιλ ή ένα φέις μπουκ που δεν έχω.
Κλείνω τα ημερολόγια με ένα ιντριγκαδόρικο κουίζ της κατηγορίας σωστό-λάθος.
-στη σμύρνη ένας αριστοκράτης νΚαπελεύθερος έβαλε έναν λουστράκο να του καθαρίσει έναντι αμοιβής τα παπούτσια του.
-το ναρ κι η νΚα –ως υπεύθυνοι για την αποστολή της σμύρνης- ειδοποίησαν από τις άλλες οργανώσεις μόνο τη νεολαία αράν.
-στο καράβι της επιστροφής, γνωστός ναρίτης που ανήκει στην πλειοψηφία, εθεάθη να διαβάζει με ζήλο το βιβλίο του χόλογουέι, πώς να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία.
-κατά την παραμονή της στην τουρκία το μόνο είδος μπάνιου που έκανε η κε του μπλοκ ήταν με νεράκι της θάλασσας.
-η αγαπημένη τούρκικη τράπεζα των μελών της αποστολής ήταν η ΑΚ ΒΑΝΚ.
-κανένα μέλος από την ελληνική αποστολή δεν έκανε διεθνιστικές επαφές στενού τύπου με μέλη άλλων αποστολών.
Σε όλα τα παραπάνω υπάρχουν το πολύ δύο λάθη. Εκ των οποίων το ένα είναι μάλλον προφανές. Καλή τύχη.
Ημερολόγια κατασκήνωσης – ημέρα δέκατη και τελευταία
Οι διοργανωτές μοιράζουν ερωτηματολόγια, αλλά τα αφήνω ασυμπλήρωτα. Έχω κακή εμπειρία από τότε που συμπλήρωνα πληρεξούσια στην οργάνωση ως αντιπρόσωπος.
Προέρχεσαι από εργατική οικογένεια;
Κοίτα να δεις. Ο άβερελ είναι οικοδόμος, αλλά δε συμμετέχει στα του σωματείου, γιατί έχει συνεργείο και δε θέλει να κάνει τα ίδια –λέει- με τους κουκουέδες υπεργολάβους. Μάλλον όμως θεωρητικοποιεί την τεμπελιά του. Κι η μάνα μου είναι καθηγήτρια αλλά τις προάλλες μίλησα με έναν μουλά και μου είπε πως δεν παράγει υπεραξία.
Οπότε και ναι και όχι.
Τώρα ο άβερελ είναι άνεργος, ο θηλυκός γονιός βγήκε στη σύνταξη κι εγώ αυτά τα ‘χω λυμένα. Αλλά τότε μου την είπανε και με πείραξε. Μετά ο γραμματέας μας είπε πως ό,τι είναι να ειπωθεί πρέπει να ειπώνεται και τουλάχιστον σιγουρεύτηκα για τη δική του ταξική καταγωγή.
Μας διάβασαν το τελικό κείμενο της διακήρυξης κι η συνέλευση διαλύθηκε εγκρίνοντας. Εάν τα έκανε αυτά το κόμμα στην ελλάδα, θα ήταν πρώτο θέμα συζήτησης τα επόμενα δέκα χρόνια. Αλλά εδώ τα κατάπιαμε αμάσητα και φουσκώσαμε με διεθνιστικό ενθουσιασμό.
Έξω φωνάζουνε όλοι σα σκύλοι και στα μπαλκόνια σιωπούν οι φίλοι
Κι εγώ που θέλω να κλείσω μάτι, έχω μείνει χωρίς κρεβάτι.
Οι τουρκογερμανοί παρέμειναν απάλευτοι μέχρι τέλους. Το τελευταίο βράδυ άνοιγαν στην ψύχρα σκηνές στο γιουνάν μαχαλά και ξυπνούσαν τον κόσμο για να πουν: brothers, we need alkohol. -Όχι αρκαντάς, δε χρειάζεσαι. Κι έτσι λιώμα είσαι.
Κι άντε εμάς μας έβρισκαν μέσα και μας ξυπνούσαν. Άμα δε βρίσκαν κανένα, τι ακριβώς έκαναν;
Φεύγοντας αφήσαμε πίσω ένα απέραντο σκουπιδαριό, δείγμα πολιτισμού κι αυτό-οργάνωσης. Καθώς κι ένα σωρό κεντροφόρες μέλισσες αντί αξίνας, αιχμή –συμβολική- για τους τροτσκιστές που θα έπαιρναν μετά από εμάς τον χώρο.
Η ελληνική αποστολή ήταν λαμπρή εξαίρεση στον κανόνα. Αφήσαμε μόνο κάτι σκηνές, αλλά πήραμε μαζί μας όλα τα έμψυχα, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά. Γενικά θα μπορούσε να γίνει ένα παζάρι μόνο με αυτά που έμειναν πίσω άκλαυτα, από μαξιλάρια μέχρι ρακέτες.
Στο πούλμαν για τον τσεσμέ, αρχίσαμε με τον κοντόχοντρο τα αποφθέγματα.
Αν τρέμεις από φόβο, όταν πέφτουν δακρυγόνα.
Αν τρέμεις από οργή κι αγανάκτηση όταν πέφτουν τα δακρυγόνα κι αντί για σένα, τα τρων οι μπάχαλοι κι οι αριστεριστές.
Αν τρέμεις από οργή κι αδικία όταν πέφτουν δακρυγόνα και τα τρως εσύ, αντί να τα φαν οι μπάχαλοι.
Τότε είμαστε όλοι σύντροφοι. Τα λέει κι ο γκεβάρα, μία σελίδα πριν το απόφθεγμα με τις κουκούλες.
Κι αν κάποιες φορές τρέμουμε τον ίσκιο μας, κατά βάθος ξέρουμε πως θέλει αρετή και τόλμη η συνείδηση της αναγκαιότητας. Δηλ η ελευθερία.
Επινοήσαμε από κοινού και την έννοια του ηθικού σωσία για συμπεριφορές και χαρακτήρες. Και βρήκαμε ότι ένα σωρό κόσμος είναι φτυστός ο κάουτσκι, που πρώτα ήταν λεβέντης, μαρξιστής αλλά ύστερα έγινε λακές και δε συμμαζεύεται.
Και η πίτσα στέκει μακριά κι αδιάφορη. Όχι για μένα. Αλλά για το αλάνθαστο πολιτικό κριτήριο του κοντόχοντρου, που μου ‘βαλε την ιδέα.
Στο πλοίο της επιστροφής παίξαμε κρυφτούλι με τους υπαλλήλους που κυνηγούσαν όποιον ήθελε να ξαπλώσει και δεν είχε πληρώσει για καμπίνα. Εντάξει αρχηγέ με βρήκες. Σειρά σου να κρυφτείς τώρα.
Κι άντε να του εξηγήσω τι είπε ο λένιν, όταν τον ρώτησαν γιατί ταξίδευε πρώτη θέση. Εμείς σύντροφε την τρίτη θέση θέλουμε να καταργήσουμε, όχι την πρώτη.
Κι εμείς να φανταστείς ρε βλαδίμηρε ούτε καν πρώτη δεν πήγαμε. Στη δεύτερη παρεισφρήσαμε μπας και βολευτούμε, αλλά δε μας αφήσανε.
Στο τελωνείο της χίου σταμάτησαν μερικούς δικούς μας, βρήκαν τις κούτες απ’ τα duty free κι είπαν να βγάλουν εύκολο κέρδος, γιατί κανονικά το αφορολόγητο όριο είναι δύο πακέτα!
Όσοι είχαμε μείνει πίσω μαζευτήκαμε κι έγινε ένας μικρός χαμός σα συντονιστικό. Αλλά η συνδικαλιά που κέρδισε τη συνέλευση ήταν ότι δέκα μέρες στην τουρκία δεν είχαμε κανένα πρόβλημα και ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί μας παίρνουν τον τουρισμό οι τούρκοι. Λίγο μπροστά με διαφορά στήθους από το είμαι πολίτης και πρέπει να με υπηρετείτε που ‘πε ο ρασκόλνικοφ σε ένα λιμενομπάτσο και το επιχείρημα της άγνοιας, γιατί τώρα με το δντ, δεν ξέρουμε τι φορολογείται και τι όχι.
Τελικά το λύσαμε με όρους κινήματος, γιατί ερχόταν κι άλλο καράβι και μας άφησαν για να αρμέξουνε τους επόμενους.
Νου-κου-α αφορολόγητα/ κι όνειρα ανομολόγητα (στο ρυθμό του συνθήματος νΚα χωρίς πουκάμισα)
Βγαίνω μια βόλτα στην αθήνα και σκοντάφτω σε κάθε τετράγωνο στα ίδια πρόσωπα. Δέκα άτομα που ξεμείναμε 15αύγουστο στην αθήνα μαζί με τα κορόιδα και τους μπάτσους και έπρεπε να αποφασίσουμε σε ποια απ’ τις δυο κατηγορίες ανήκαμε.
Εμείς ανήκουμε στον homo ομιλίτικους, είδος άκρως ομιλητικό, που μες στο κατακαλόκαιρο είχε κάτι σαν ολομέλεια στα γραφεία του βιβλίου-χάρτου που είναι γεμάτα με αναρχικά βιβλία κι αφίσες. Ποιος είπε ότι οι αναρχικοί δεν κάνουν πολιτική δουλειά;
Μπαλόνια με ήλιο που ξεμακραίνουν, χάνουν επαφή με τα εγκόσμια και μπερδεύουν την εποπτεία με την αφ’ υψηλού θεώρηση. Περνάν τα πάντα από κόσκινο, αλλά δε θέλουν να ζυμώσουν στις πλατειές μάζες. Κι απλώς απλώνουν την κουβέντα σαν τραχανά, σαν αυτόν που έφερε μαζί το παπαγαλάκι του κρεμλίνου. Φοβερή σημειολογία.
Κι ένας γιατρός γκασταρμπάιτερ να μας λέει για τους σουηδούς που επέμεναν να κάνει το εμβόλιο για τη γρίπη. Μέχρι που τους είπε ότι δε θέλει να το κάνει για πολιτικούς λόγους κι αυτοί πήγαν πάσο. Γιατί στη σουηδία το πολιτικό είναι προσωπικό. Και στην κοινωνία του μέλλοντος η πολιτική θα απονεκρωθεί μαζί με το κράτος.
Κι η επόμενη μέρα; Οπορτουνιστικές αγαπούλες με τη μπρέζνιεβα. Πολλή ιταλοντίσκο για να συνέλθουν τα αυτιά. Κουβέντα για τις πυρκαγιές στη μόσχα και την τοποθέτηση της οακκε. Κι απόηχος με τον πατριώτη κομάντο, μια τραμπούκο νΚαπελεύθερη με αδύναμους κρίκους και την κλασική ερώτηση: πώς πέρασες;
Τι απαντάς τώρα; Περίμενε να τα διαβάσεις στο μπλοκ;
Η πρώτη λέξη που σου ‘ρχεται στο μυαλό είναι περίεργα. Και μετά προσθέτεις, πολύ ωραία. Το περίεργα όμως υπερέχει. Πρώτα μπαίνει αυτό και μετά όλα τα άλλα.
Μια δεύτερη απάντηση που με κάλυψε είναι το κάπως συγκλονιστικά. Οι δέκα μέρες που ψιλοσυγκλόνισαν τον κόσμο. Εμπειρία μοναδική κι αναντικατάστατη, αλλά φτάνει τόσο. Ήταν απλώς συμπαθητικά και με αρκετές στιγμές βαρεμάρας. Στη νάξο προσωπικά πέρασα καλύτερα. Αλλά τη νάξο τη ξαναβρίσκεις. Ενώ αυτό το πανηγύρι λαών πολύ δύσκολα. Ειδικά στη γειτονιά σου.
Έφτιαξαν κι ένα βιντεάκι με τις εντυπώσεις των μελών της ελληνικής αποστολής. Ζήτησαν κι από μένα, αλλά τι να τους έλεγα; Για την πάλη των τάξεων και την επαναθεμελίωση που μένει ιστορικά αδικαίωτη;
Ή μήπως το άλλο το ποίημα που λέει ο κοντόχοντρος; Στάλιν εσύ που ανθίζεις στα σπαρτά... Κι αν το καλοσκεφτείς ποιοι συμμετείχαν στο κάμπινγκ ταιριάζει κιόλας.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι τούρκοι δεν είναι οι καλύτεροι διοργανωτές. Μην κοιτάς τους ναρίτες που εντυπωσιάστηκαν. Είναι σαν την ινδή απ’ τον φιλέα φογκ που δεν είχε ξαναδεί χιόνι. Και με μια νιφάδα θα είχε ενθουσιαστεί.
Κι όχι τίποτα άλλο, αλλά ανέλαβαν και το μουντομπάσκετ (όχι οι ναρίτες, οι τούρκοι).
Κι αυτό που θα μου λείψει περισσότερο είναι η ελληνική αποστολή. Ο καψιμιτζής που παίζει να είναι και μέλος του εμεπ. Ο τολιάτι που ως είδος τελεί υπό εξαφάνιση –όχι ως αρανίτης, αλλά ως μπασκετικός οπαδός του παοκ. Ο φρανκ ριμπερί, ο παπακαλιάτης με τα ανοιχτά πουκάμισα που χαλούσε την πιάτσα και το σύνθημα, ο σύντεκνος οβελίξ με τη φράμπαλα που είναι οικονομική και δεν τρώει πολύ, τα δυο κοριτσάκια που έλεγαν τον κοντόχοντρο κύριε χρήστο κι αυτός είναι επαρκής λόγος για να αφήσουμε το ένα από τα δύο να ζήσει. Το τασάκι που αψήφησε την ιδεολογική μοναξιά κι ήρθε μαζί μας. Και πιο πολύ αυτοί που δεν ανέφερα καν.
Με αυτούς ζήσαμε πράγματα και δεθήκαμε περισσότερο. Οι άλλοι σε ένα μήνα από τώρα θα είναι απλά ένα όνομα στο χαρτι με ένα μέιλ ή ένα φέις μπουκ που δεν έχω.
Κλείνω τα ημερολόγια με ένα ιντριγκαδόρικο κουίζ της κατηγορίας σωστό-λάθος.
-στη σμύρνη ένας αριστοκράτης νΚαπελεύθερος έβαλε έναν λουστράκο να του καθαρίσει έναντι αμοιβής τα παπούτσια του.
-το ναρ κι η νΚα –ως υπεύθυνοι για την αποστολή της σμύρνης- ειδοποίησαν από τις άλλες οργανώσεις μόνο τη νεολαία αράν.
-στο καράβι της επιστροφής, γνωστός ναρίτης που ανήκει στην πλειοψηφία, εθεάθη να διαβάζει με ζήλο το βιβλίο του χόλογουέι, πώς να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία.
-κατά την παραμονή της στην τουρκία το μόνο είδος μπάνιου που έκανε η κε του μπλοκ ήταν με νεράκι της θάλασσας.
-η αγαπημένη τούρκικη τράπεζα των μελών της αποστολής ήταν η ΑΚ ΒΑΝΚ.
-κανένα μέλος από την ελληνική αποστολή δεν έκανε διεθνιστικές επαφές στενού τύπου με μέλη άλλων αποστολών.
Σε όλα τα παραπάνω υπάρχουν το πολύ δύο λάθη. Εκ των οποίων το ένα είναι μάλλον προφανές. Καλή τύχη.
Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010
Του πόλου τα εννιάμερα
Ημερολόγια κατασκήνωσης – ημέρα ένατη
Έφτασε η ώρα να χωρίσουμε. Ή μάλλον πλησιάζει. Και τα λελεδόνια ξεχαρβάλωσαν. Αφού πρώτα τα είδαν όλα με την τούρκικη καλλιόπη και τα σκουπίδια. Καταταγείτε, μας λέγανε. Θα γνωρίστε πολλούς φίλους και συντρόφους από όλες τις γωνιές της γης, μας λέγανε.
Το απόγευμα το πρόγραμμα είχε αλληλεγγύη έξω από ένα πολυκατάστημα όπου οι εργαζόμενοι έφτιαξαν σωματείο, αλλά δεν τους το αναγνωρίζουν το κράτος κι η εργοδοσία γιατί βάση νόμου χρειάζεται να υπογράψει το 50% των υπαλλήλων.
Κάποιοι κοιτούσαν λαίμαργα τις βιτρίνες (και δεν εννοώ τα προϊόντα), ενώ εγώ και κάνα δυο άλλοι θέλαμε να αποκλείσουμε συμβολικά για κάνα δίωρο την είσοδο. Τελικά μείναμε στην ειρηνική συνύπαρξη και μια παράσταση διαμαρτυρίας χωρίς σύγκρουση. Με καπελάκια του σωματείου, ιλουστρασιόν φυλλάδια με φωτό απ’ τις κινητοποιήσεις τους και πανό που έλεγαν ότι ο συνδικαλισμός είναι το πιο ιερό ανθρώπινο δικαίωμα.
Εκτός από εμάς και το δεξιό πρόεδρο του σωματείου, υπήρχαν κάτι πασόκοι με γαλάζια πανό κι εθνικιστές με σημαίες που έφερναν στο τούρκικο εθνόσημο. Επίσης είχαν μια σημαία της κούβας, της λδ κίνας (άτσα!) και της σουηδίας –γιατί κατά βάθος σε αυτό το μοντέλο πιστεύουμε όλοι. Η ελληνική σημαία ήταν κατά λάθος –ή μήπως όχι;- βαλμένη ανάποδα σε στιλ ελληνοφρένειας.
Και μετά η λογική χανόταν. Είχαμε σημαίες του καναδά και της ελβετίας –ανάθεμα αν υπήρχε κανείς από αυτές τις χώρες εκεί. Και τέλος μια σημαία της κορέας! Όχι της λδ, της άλλης. Γιατί είμαστε με την χιουντάι και το κίνημα του τογιοτισμού.
Ο δικός μας μίλησε πάλι στα αγγλικά και χωρίς μετάφραση –όχι ότι θα ΄χε διαφορά δηλ. Μίλησε ως εκπρόσωπος σωματείου κι είπε κάτι συντηρητικά τρεϊντγιουνιονίστικα, θα μεταφέρουμε τον αγώνα σας κτλ. Ενώ ο τυνήσιος μίλησε ως εκπρόσωπος κόμματος κι έκλεισε λέγοντας, ζήτω η κομμουνιστική διεθνής. Καθείς εφ ω ετάχθη.
Στο γυρισμό η γαλαραία τραγουδούσε το κοκοράκι (όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι) και ο τουρκοκνίτης το είπε στα γερμανικά, αλλά δεν ήταν το ίδιο διεθνιστικό όσο την προηγούμενη μέρα.
Μπαίνοντας στην κατασκήνωση, ο δίας με αξίωσε να δω τους ναρίτες να φωνάζουν το σύνθημα: α-αντί-αντικαπιταλίστα. Χωρίς να τρέχουν και να χοροπηδάν, αλλά δεν πειράζει. Ο πάγος έσπασε, ο δρόμος χαράχτηκε. Στόχος για την επόμενη φορά το: μη στύβετε ανθρώπους, στύψτε πορτοκάλια.
.
Ο κοντόχοντρος λέει ότι ζούμε στην κοινωνία του «ένας-μία-ένα». Βοήθησε κι εσύ να αγοράσουμε ένα αναπηρικό καροτσάκι για ένα παιδί που το έχει ανάγκη... ένας υπερτυχερός κερδίζει...
Το κλείνουμε σε όλες τις πτώσεις, αλλά δεν έχει πληθυντικό αριθμό. Και πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωπου κι ευημερεί ο σύριζα.
Ένα είναι το κόμμα. Μία κι αδιαίρετη η ομοούσιος αγία τριάδα μαρξ-ένγκελς-λένιν. Υπάρχουν όμως οι μονοφυσίτες που λεν ότι ο υιός λένιν διαστρέβλωσε το άγιο πνεύμα του μαρξισμού και δε δέχονται τη θεία φύση του. Κι οι μεταμοντέρνοι αιρετικοί που είναι με το μαρξ και με το λένιν, αλλά όχι με το μαρξισμό-λενινισμό. Αρνούνται την παυλίτσα και το φιλιόκβε.
Ένας είναι κι ο κομμουνισμός, αλλά πολλές οι ερμηνείες κι οι δρόμοι για να φτάσεις σε αυτόν.
Είμαστε με τη μονογαμία (στη θεωρία τουλάχιστον), ιστορικά με το μονοκομματικό σύστημα, τη μονοπρόσωπη διεύθυνση στα εργοστάσια και το μονοπρόσωπο διάλογο –ως ιμπεριαλιστές του λόγου. Κατ’ εικόνα κι ομοίωση του μονοδιάστατου ανθρώπου του μαρκούζε που δέχεται μια μεγάλη αφήγηση και χάνει την πολλαπλότητα. Στο άλλο άκρο του μεταμοντέρνου ψηφιδωτού που τονίζει υπέρμετρα την πολλαπλότητα και χάνει την ενότητα μέσα στη διαφορά.
Ο μονοδιάστατος άνθρωπος έχει κοινωνικό έλλειμμα, εντυπωσιάζεται εύκολα με την πρώτη ευκαιρία και ψάχνει από κάπου να πιαστεί. Αναζητά απεγνωσμένα την υπέρβαση από τα στενά όρια του εαυτού του –με τον οποίο τα έχει φαινομενικά καλά- για να βρει ισορροπίες από κάπου απ’ έξω. Η σωτηρία της εργατικής τάξης έρχεται απ’ έξω. Η προσωπική γιατί να διαφέρει δηλ;
Κι έτσι κουτουλάμε από αδιέξοδο σε αδιέξοδο. Γιατί η χειραφέτηση της τάξης των εργατών είναι πάντα δική της υπόθεση. Όπως λέει κι ο αρκάς στα αδιέξοδα του κόκορα το αληθινό πρόβλημα είναι ο εαυτός σου κι από αυτόν δε μπορείς να ξεφύγεις ποτέ.
Έλα στο δικό μου τον παλμό, ζήταγα πολύ να αγαπηθώ.
Αλλά η πραγματική τέχνη της αγάπης είναι να μπορέσεις να αγαπήσεις εσύ τους άλλους. Όταν ψάχνεις απεγνωσμένα ανταπόκριση, κάποιον για να εφαρμόσεις την αγάπη σου και τα έτοιμα σχήματα της θεωρίας σου, δε σε ενδιαφέρει ο άλλος, μονάχα ο εαυτός σου.
Πώς ακριβώς θα αλλάξεις τον κόσμο αν δεν πιάσεις τον παλμό του να τον γνωρίσεις; Αν στέκεις αφ’ υψηλού και τον μισείς ελιτίστικα; Αν δεν είσαι πρόθυμος να αλλάξεις κι εσύ μαζί του; Πώς θα αλλάξεις κάτι που δεν αγαπάς και δεν ξέρεις πώς ζει και κινείται;
Πώς θα μάθεις την τέχνη της αγάπης διαβάζοντας κλεισμένος στα γραφεία κ τους μηχανισμούς χωρίς τριβή κι επαφή με τον έξω κόσμο; Θα περιμένεις να σου έρθει η σωτηρία απ’ έξω; Ξέρεις τηλέφωνο για παραγγελίες, να πάρουμε καμιά πίτσα;
Οι πιο πολλοί καταλήγουν στον οπορτουνισμό. Με πολλούς κι αδιάφορους γνωστούς αντί για καλές φιλίες. Και τρεχάλα πίσω απ’ τη συγκυρία της μιας βραδιάς αντί για το στρατηγικό στόχο των σχέσεων. Παύση πληρωμών και συναισθημάτων. Προστατευτισμός και κλείσιμο στον εαυτό μας. Τυπική κοινωνικοποίηση με κρατικοποιήσεις των βασικών κλάδων κι επενδύσεις χαμηλού συναισθηματικού κόστους στον άνθρωπο, χωρίς δασμούς και δεσμεύσεις.
Αν ο έρωτας είναι επανάσταση, ζούμε σε εποχές βαθιάς αντίδρασης. Ο λαός ερωτεύεται αστούς δημαγωγούς που τον ξεγελάνε με υποσχέσεις κι όμορφα λόγια. Κι οι κομμουνιστές είναι τα καλά παιδιά που όλοι τα συμπαθούν, παραδέχονται πως έχουν δίκιο, αλλά στο τέλος προτιμούν τους μαλάκες. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Κι όλα αυτά ξέρεις με τι αφορμή; Η κουρδιστή περιφρούρηση έκοψε στην παραλία δυο δικούς μας που φιλιόντουσαν και τους είπαν: νόου κίσινγκ. Δηλ όλα τα άλλα επιτρέπονται;
Τα φιλιά απαγορεύονται γιατί φέρνουν συναισθηματικό δέσιμο. Όπως για δέσιμο είναι κι οι οικοδεσπότες μας. Αλλά χωρίς φιλιά και συναίσθημα.
Έφτασε η ώρα να χωρίσουμε. Ή μάλλον πλησιάζει. Και τα λελεδόνια ξεχαρβάλωσαν. Αφού πρώτα τα είδαν όλα με την τούρκικη καλλιόπη και τα σκουπίδια. Καταταγείτε, μας λέγανε. Θα γνωρίστε πολλούς φίλους και συντρόφους από όλες τις γωνιές της γης, μας λέγανε.
Το απόγευμα το πρόγραμμα είχε αλληλεγγύη έξω από ένα πολυκατάστημα όπου οι εργαζόμενοι έφτιαξαν σωματείο, αλλά δεν τους το αναγνωρίζουν το κράτος κι η εργοδοσία γιατί βάση νόμου χρειάζεται να υπογράψει το 50% των υπαλλήλων.
Κάποιοι κοιτούσαν λαίμαργα τις βιτρίνες (και δεν εννοώ τα προϊόντα), ενώ εγώ και κάνα δυο άλλοι θέλαμε να αποκλείσουμε συμβολικά για κάνα δίωρο την είσοδο. Τελικά μείναμε στην ειρηνική συνύπαρξη και μια παράσταση διαμαρτυρίας χωρίς σύγκρουση. Με καπελάκια του σωματείου, ιλουστρασιόν φυλλάδια με φωτό απ’ τις κινητοποιήσεις τους και πανό που έλεγαν ότι ο συνδικαλισμός είναι το πιο ιερό ανθρώπινο δικαίωμα.
Εκτός από εμάς και το δεξιό πρόεδρο του σωματείου, υπήρχαν κάτι πασόκοι με γαλάζια πανό κι εθνικιστές με σημαίες που έφερναν στο τούρκικο εθνόσημο. Επίσης είχαν μια σημαία της κούβας, της λδ κίνας (άτσα!) και της σουηδίας –γιατί κατά βάθος σε αυτό το μοντέλο πιστεύουμε όλοι. Η ελληνική σημαία ήταν κατά λάθος –ή μήπως όχι;- βαλμένη ανάποδα σε στιλ ελληνοφρένειας.
Και μετά η λογική χανόταν. Είχαμε σημαίες του καναδά και της ελβετίας –ανάθεμα αν υπήρχε κανείς από αυτές τις χώρες εκεί. Και τέλος μια σημαία της κορέας! Όχι της λδ, της άλλης. Γιατί είμαστε με την χιουντάι και το κίνημα του τογιοτισμού.
Ο δικός μας μίλησε πάλι στα αγγλικά και χωρίς μετάφραση –όχι ότι θα ΄χε διαφορά δηλ. Μίλησε ως εκπρόσωπος σωματείου κι είπε κάτι συντηρητικά τρεϊντγιουνιονίστικα, θα μεταφέρουμε τον αγώνα σας κτλ. Ενώ ο τυνήσιος μίλησε ως εκπρόσωπος κόμματος κι έκλεισε λέγοντας, ζήτω η κομμουνιστική διεθνής. Καθείς εφ ω ετάχθη.
Στο γυρισμό η γαλαραία τραγουδούσε το κοκοράκι (όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι) και ο τουρκοκνίτης το είπε στα γερμανικά, αλλά δεν ήταν το ίδιο διεθνιστικό όσο την προηγούμενη μέρα.
Μπαίνοντας στην κατασκήνωση, ο δίας με αξίωσε να δω τους ναρίτες να φωνάζουν το σύνθημα: α-αντί-αντικαπιταλίστα. Χωρίς να τρέχουν και να χοροπηδάν, αλλά δεν πειράζει. Ο πάγος έσπασε, ο δρόμος χαράχτηκε. Στόχος για την επόμενη φορά το: μη στύβετε ανθρώπους, στύψτε πορτοκάλια.
.
Ο κοντόχοντρος λέει ότι ζούμε στην κοινωνία του «ένας-μία-ένα». Βοήθησε κι εσύ να αγοράσουμε ένα αναπηρικό καροτσάκι για ένα παιδί που το έχει ανάγκη... ένας υπερτυχερός κερδίζει...
Το κλείνουμε σε όλες τις πτώσεις, αλλά δεν έχει πληθυντικό αριθμό. Και πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωπου κι ευημερεί ο σύριζα.
Ένα είναι το κόμμα. Μία κι αδιαίρετη η ομοούσιος αγία τριάδα μαρξ-ένγκελς-λένιν. Υπάρχουν όμως οι μονοφυσίτες που λεν ότι ο υιός λένιν διαστρέβλωσε το άγιο πνεύμα του μαρξισμού και δε δέχονται τη θεία φύση του. Κι οι μεταμοντέρνοι αιρετικοί που είναι με το μαρξ και με το λένιν, αλλά όχι με το μαρξισμό-λενινισμό. Αρνούνται την παυλίτσα και το φιλιόκβε.
Ένας είναι κι ο κομμουνισμός, αλλά πολλές οι ερμηνείες κι οι δρόμοι για να φτάσεις σε αυτόν.
Είμαστε με τη μονογαμία (στη θεωρία τουλάχιστον), ιστορικά με το μονοκομματικό σύστημα, τη μονοπρόσωπη διεύθυνση στα εργοστάσια και το μονοπρόσωπο διάλογο –ως ιμπεριαλιστές του λόγου. Κατ’ εικόνα κι ομοίωση του μονοδιάστατου ανθρώπου του μαρκούζε που δέχεται μια μεγάλη αφήγηση και χάνει την πολλαπλότητα. Στο άλλο άκρο του μεταμοντέρνου ψηφιδωτού που τονίζει υπέρμετρα την πολλαπλότητα και χάνει την ενότητα μέσα στη διαφορά.
Ο μονοδιάστατος άνθρωπος έχει κοινωνικό έλλειμμα, εντυπωσιάζεται εύκολα με την πρώτη ευκαιρία και ψάχνει από κάπου να πιαστεί. Αναζητά απεγνωσμένα την υπέρβαση από τα στενά όρια του εαυτού του –με τον οποίο τα έχει φαινομενικά καλά- για να βρει ισορροπίες από κάπου απ’ έξω. Η σωτηρία της εργατικής τάξης έρχεται απ’ έξω. Η προσωπική γιατί να διαφέρει δηλ;
Κι έτσι κουτουλάμε από αδιέξοδο σε αδιέξοδο. Γιατί η χειραφέτηση της τάξης των εργατών είναι πάντα δική της υπόθεση. Όπως λέει κι ο αρκάς στα αδιέξοδα του κόκορα το αληθινό πρόβλημα είναι ο εαυτός σου κι από αυτόν δε μπορείς να ξεφύγεις ποτέ.
Έλα στο δικό μου τον παλμό, ζήταγα πολύ να αγαπηθώ.
Αλλά η πραγματική τέχνη της αγάπης είναι να μπορέσεις να αγαπήσεις εσύ τους άλλους. Όταν ψάχνεις απεγνωσμένα ανταπόκριση, κάποιον για να εφαρμόσεις την αγάπη σου και τα έτοιμα σχήματα της θεωρίας σου, δε σε ενδιαφέρει ο άλλος, μονάχα ο εαυτός σου.
Πώς ακριβώς θα αλλάξεις τον κόσμο αν δεν πιάσεις τον παλμό του να τον γνωρίσεις; Αν στέκεις αφ’ υψηλού και τον μισείς ελιτίστικα; Αν δεν είσαι πρόθυμος να αλλάξεις κι εσύ μαζί του; Πώς θα αλλάξεις κάτι που δεν αγαπάς και δεν ξέρεις πώς ζει και κινείται;
Πώς θα μάθεις την τέχνη της αγάπης διαβάζοντας κλεισμένος στα γραφεία κ τους μηχανισμούς χωρίς τριβή κι επαφή με τον έξω κόσμο; Θα περιμένεις να σου έρθει η σωτηρία απ’ έξω; Ξέρεις τηλέφωνο για παραγγελίες, να πάρουμε καμιά πίτσα;
Οι πιο πολλοί καταλήγουν στον οπορτουνισμό. Με πολλούς κι αδιάφορους γνωστούς αντί για καλές φιλίες. Και τρεχάλα πίσω απ’ τη συγκυρία της μιας βραδιάς αντί για το στρατηγικό στόχο των σχέσεων. Παύση πληρωμών και συναισθημάτων. Προστατευτισμός και κλείσιμο στον εαυτό μας. Τυπική κοινωνικοποίηση με κρατικοποιήσεις των βασικών κλάδων κι επενδύσεις χαμηλού συναισθηματικού κόστους στον άνθρωπο, χωρίς δασμούς και δεσμεύσεις.
Αν ο έρωτας είναι επανάσταση, ζούμε σε εποχές βαθιάς αντίδρασης. Ο λαός ερωτεύεται αστούς δημαγωγούς που τον ξεγελάνε με υποσχέσεις κι όμορφα λόγια. Κι οι κομμουνιστές είναι τα καλά παιδιά που όλοι τα συμπαθούν, παραδέχονται πως έχουν δίκιο, αλλά στο τέλος προτιμούν τους μαλάκες. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Κι όλα αυτά ξέρεις με τι αφορμή; Η κουρδιστή περιφρούρηση έκοψε στην παραλία δυο δικούς μας που φιλιόντουσαν και τους είπαν: νόου κίσινγκ. Δηλ όλα τα άλλα επιτρέπονται;
Τα φιλιά απαγορεύονται γιατί φέρνουν συναισθηματικό δέσιμο. Όπως για δέσιμο είναι κι οι οικοδεσπότες μας. Αλλά χωρίς φιλιά και συναίσθημα.
Παρασκευή 3 Σεπτεμβρίου 2010
Δεν κάνει ζέστη στην τουρκία
Ημερολόγια κατασκήνωσης - ημέρα όγδοη
Το εστιατόριο γίνεται μια μικρή γιάλτα όπου οι αποστολές μοιράζουν τον κόσμο. Σμύρνη μπιζίμ, ο παοκ δικός σας.
Κι απέναντι μια δικιά μας με τα μπιζίμ της να προεξέχουν κι ένα όμορφο χαμόγελο. Αμοιβαία χαμόγελα που συνεχίζονται μέχρι να εξελιχθούν ποιοτικά σε κάτι ανώτερο ή να παγώσουν σα μισθοί σε περίοδο συναισθηματικής λιτότητας.
Κι όχι πως κολλάει ιδιαίτερα, αλλά ο γούφιους λέει για την πολυγαμία ότι αν έχεις σχέση είναι μπελάς κι όταν δεν έχεις είναι μοναξιά. Σοφία αποκρυσταλλωμένη.
Κάθομαι χωρίς να μπορώ να σηκώσω ανταπόκριση γιατί στους υπολογιστές είναι ένα σωρό άσχετοι που έχουν να κάνουν πολύ σημαντικά πράγματα, όπως να δουν φωτογραφίες, να μπούνε στο facebook και να μοντάρουν πλάνα για τα ρεπορτάζ του camp tv που είναι αισθητικής σταρ τσάνελ. Αλλά δε μπορούν να δουν βιντεάκια γιατί δεν έχουν πρόσβαση στο youtube. Κι είναι ζήτημα αν η ευθύνη είναι της κυβέρνησης ή των διοργανωτών.
Απέναντί μου ένας ρώσος αναλύει τα χρόνια του μπρέσνιεφ, πνίγοντας τον πόνο του στην κόκα κόλα –ελλείψει βότκας. Κι εγώ ελλείψει καρέκλας κάθομαι σε ένα άβολο καφάσι που είχε άγουρα σταφύλια της οργής. Μαζεύτηκε κόσμος πολύς για την ομιλία του προέδρου του εμεπ κι όλοι μαζί παίζουμε τις μουσικές καρέκλες με κακόγουστη μουσική υπόκρουση που φτάνει μέχρι ανατολίτικο μέταλ.
Παίρνω την καρέκλα μου και σε κυνηγώ.
Κι ο τουρκοκνίτης συνάδελφος να αγνοεί όλη τη βρωμιά γύρω του και να κολλάει σε ένα παρατημένο μπουκάλι.
Ήθελα να ξέρω, ποιος ασυνείδητος το ‘κανε. Εσύ στη θέση μου τι θα έκανες;
Κοίτα να δεις, εγώ στη θέση σου θα έκανα μάλλον ό,τι κι ο μαγιακόφσκι. Και δεν εννοώ να αρχίσεις να γράφεις ποιήματα.
Στην προηγούμενη διμερή συνάντηση είχαμε στείλει αδιάβαστο τον τυνήσιο. Βουζ ετ μαρξιστ ε βουζ ετ λενινίστ, με βουζ ετ πα μαρξίστ-λενινίστ; Σε πα ποσίμπλ. Ή κάπως έτσι.
Στην ερώτηση για το στάλιν, αρχίσαμε τη διαβούλευση στα ελληνικά και περίμενε με υπομονή. Αλλά το πράγμα τραβούσε πολύ και στο τέλος δεν κρατήθηκε.
Τι έγινε, βγάλατε απόφαση;
Είπαμε, στάλιν γουόζ ράιτ εντ τρότσκι λεφτ. Κι όπως το πάρει κανείς.
Η γενική γραμμή ήταν τα ιδεολογικά να τα αφήνουμε για μετά, σε πιο χαλαρές συζητήσεις και να τα λύνουμε (ως συνήθως) με όρους παρέας, για να αποφεύγονται οι μετωπικές.
Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και ο στάλιν μου.
Αλλά αυτή τη φορά ήταν η σειρά μας να χάσουμε το μπούσουλα με το κκ συρίας. Που ζήλεψε γιατί μιλήσαμε με το συριακό κκ και ζήτησε κι αυτό συνάντηση.
Η συρία είναι ένας επίγειος παράδεισος, όπου όλοι είναι συνασπισμένοι στο πατριωτικό μέτωπο (στην αρχή μας το είπαν πατριαρχικό, αλλά μετά το διόρθωσαν) και το βασικό τους πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν κακοί. Δεν υπάρχει δεξιά, ούτε θρησκευτικά κόμματα κι οι αμερικάνοι δεν έχουν κανένα πολιτικό στήριγμα στην χώρα, πλην ατομικών εξαιρέσεων. Παιδεία κι υγεία είναι δωρεάν για το λαό.
Εντάξει υπάρχουν και μερικά στραβά, αλλά γράφουμε γι' αυτά στην εφημερίδα μας. Α, εντάξει τότε.
Το συριακό κκ συμμετέχει κι αυτό στον κυβερνητικό συνασπισμό. Και τότε ποιες μπορεί να είναι οι διαφορές μεταξύ τους; Διασπάστηκαν λέει το 86, επειδή είχαν ιδεολογικές διαφορές για τη σοβιετία κι οι άλλοι δεν ήταν ανοιχτοί σε καινούριες, ανανεωτικές ιδέες.
Ρε λες να είναι οπαδοί της περεστρόικα;
Αλλά το μάτι μου πήρε κάπου στις σημειώσεις τους ένα ανάποδο σφυροδρέπανο. Λες τελικά να είναι τροτσκιστές; Και από πότε συμμετέχουν οι τρότσκες σε πατριωτικά μέτωπα; Εκτός κι αν έχουν σχέσεις με τον πι-πι.
Πραγματικά αγεφύρωτες διαφορές για να περνάει η ώρα. Τζερτζελές να γίνεται.
Ο κοντορεβιθούλης δεν άντεξε και τους ρώτησε: δηλ στη συρία έχετε σοσιαλισμό;
-Μα ναι, αφού σας είπα ότι όλα είναι δωρεάν. Μάλιστα.
Όταν σε έχουν βάλει στον άξονα του κακού οι αμερικάνοι, είναι λογικό να έχεις μια λαϊκή ενότητα ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Αλλά όχι κι έτσι σύντροφοι.
Αλλάξαμε παραστάσεις και πήγαμε για καθαρό αέρα στον κιρκιτζέ, το χωριό του μανώλη αξιώτη και της διδώς σωτηρίου. Που κανονικά είναι της διδούς, αλλά δε μου πάει καθόλου να το πω έτσι. Όπως δε μου πάει και να την πω εθνικίστρια.
Λένε ότι ο αξιώτης –τη ζωή του οποίου διηγείται η σωτηρίου στα ματωμένα χώματα- διαφώνησε με όσα έλεγε το βιβλίο κι έγραψε κάτι δικό του από άλλη σκοπιά, πιο διεθνιστική.
Τούτα τα χώματα είναι μπιζίμ κι είναι και δικά τους, ποτισμένα απ’ τον ιδρώτα και το αίμα των δυο λαών που σκοτώθηκαν για τ’ αφέντη το φαΐ. Πώς είναι δυνατόν να διαβάζεις για το πώς μάτωσαν και να σου βγάζει εθνικισμό; Μόνο αν πάσχεις από κάποιον Ιό, παιδική αρρώστια, ή οτιδήποτε άλλο που σε τυφλώνει.
Μπορεί στη σμύρνη να μη βρήκαμε τίποτα απ’ όσα περιμέναμε, αλλά το συλλογικό φαντασιακό κι οι αναμνήσεις απ’ τα βιβλία κι απ’ τις περιγραφές πήραν εκδίκηση στον κιρκιτζέ. Παραδοσιακά σπίτια, στενά σοκάκια, ελληνικές επιγραφές. Πικάντικα φαγητά –επιτέλους- για να δοκιμάσεις τις αντοχές του ουρανίσκου σου.
Κι ένα ανατολίτικο παζάρι όπου οι χαρμανιασμένοι σύντροφοι βρήκαν αλκοόλ και τοπικά κρασιά με γεύση φρούτων. Μεταξύ άλλων και με γεύση ναρ (στα τούρκικα σημαίνει ρόδι) το οποίο έβγαινε σε τρία διαφορετικά είδη. Ένα παραπάνω από τα καθ’ ημάς όπου έχουμε τους κλασικούς και τους μεταμοντέρνους. Αν και τα τασάκια είναι πιο κλασικοί από τους νεόκοπους κλασικούς. Αυτοί είναι το ναρ που γνωρίσαμε που λέει κι ο κομάντο.
Μεγάλη συγκίνηση να βρίσκεσαι στο χωριό της διδώς σωτηρίου. Κι ίσως είναι τραγικά πεζό, αλλά ακόμα πιο μεγάλη συγκίνηση να ξαλαφρώνεις στο χωριό της διδώς σωτηρίου.
Σε ένα παραδοσιακό, τούρκικο καμπινέ, επιστρωμένο βιαστικά με πλακάκια για να κρύψει τα χρόνια του και την ασιατική καταγωγή του. Που μου έφερε μνήμες από τα παιδικά μου χρόνια και τους καμπινέδες του χωριού μου. Μαζί και εκ των υστέρων τύψεις που ως παιδί γκρίνιαζα γιατί ήταν έξω από το σπίτι και δε μου φαίνονταν πολύ βολικοί.
Κι η έφεσος είχε την πλάκα της. Μια μεγάλη πόλη σε διάφορα επίπεδα με πολλά σημεία να σώζονται εξ ολοκλήρου. Ένα αμφιθέατρο που ήταν λίγο μεγαλύτερο από το χαριλάου σε χωρητικότητα κι εμείς σκεφτόμασταν αν θα κάναμε σολντ άουτ. Κάτι αριστοκρατικές χέστρες όπου κάθονταν πρώτα οι δούλοι να τις ζεστάνουν για τους αφέντες τους με τους αριστοκρατικούς πισινούς. Και το σύστημα αποχέτευσης που το είχαν εδώ και χιλιετίες, ενώ η ελληνική επαρχία το απέκτησε πριν κάτι δεκαετίες.
Και κάτι κιτς αναπαραστάσεις της ρωμαϊκής εποχής, με καίσαρες, σκλάβους κι αυτοκρατορικά θεάματα που απευθύνονται σε σύγχρονους μισθωτούς σκλάβους χωρίς άρτο, που ξεγελάνε την πείνα τους με ψεύτικα θεάματα κι οφθαλμόλουτρα που είναι οφθαλμαπάτες. Φάτε μάτια ψάρια, που λένε.
Το πολιτικό θερμόμετρο ανέβηκε επικίνδυνα κι έγινε αφόρητο ακόμα και για τους λατινοαμερικάνους που είναι συνηθισμένοι από ισημερινό και αδύναμους κρίκους. Ειδικά μες στο φορτηγάκι του δήμου που μας ανέβασε μισούς-μισούς, σε δυο δόσεις στο χωριό, για να μην κλατάρει. Στην επιστροφή όμως το ηθικό ήταν ακμαίο –όπως κάθε φορά που αφήναμε πίσω το κάτεργο- και ζήσαμε κορυφαίες στιγμές διεθνισμού τραγουδώντας τη διεθνή σε τρεις γλώσσες και το hasta siempre comandante.
Επιστροφή στον παιδισμό και στην πραγματικότητα της κατασκήνωσης με την ελληνική αποστολή κομμένη στα δύο σα βερολίνο. Οι μεν ήρθαν για διεθνείς γνωριμίες κι είναι ιδιότυπα εξωστρεφείς. Κι οι άλλοι ξενέρωσαν που δε βλέπουν πολλά μέρη, είναι πιο κλειστοί κι αναπαράγονται μεταξύ τους.
Συντάσσομαι από θέση αρχής με τους δεύτερους.
Τα πολλά ανοίγματα θα μας κλείσουν το σπίτι και θα την πατήσουμε όπως η πανδώρα. Που άνοιξε το κουτί με το νόμο της αξίας και πλάκωσαν οι άνεμοι των σκόρπιονς και της περεστρόικα. Εμείς μείναμε ιδεολογικά στους πέντε δρόμους κι η ελπίδα σκόρπισε στους πέντε ανέμους. Αλλά εμείς πιστεύουμε πως έμεινε στον πάτο του κουτιού και συνεχίζουμε μέχρι να τον πιάσουμε.
Στο εστιατόριο αρχίζει το εργαστήριο ελληνικών χορών. Μαθαίνουμε τα βήματα που μας οδηγούν στις ζεμπεκιές και στα χνάρια της ελληνοτουρκικής φιλίας του γιωργάκη. Ατομικό ξέσπασμα κι αποθέωση. Νταλγκάδες και σεκλέτια βγαίνουν στην επιφάνεια υπό τους ήχους της ανατολής κι όλοι χειροκροτούν ενθουσιασμένοι γύρω.
Αφού όλοι διασκεδάζουνε γιατί είσαι λυπημένη;
Κι είναι που λες κάτι τέτοιες στιγμές που νιώθω τόσο –μα τόσο- αρανίτης...
Σε αυτό το κάμπινγκ που στα δυο έχει σχιστεί, με έχω βαρεθεί.
Το εστιατόριο γίνεται μια μικρή γιάλτα όπου οι αποστολές μοιράζουν τον κόσμο. Σμύρνη μπιζίμ, ο παοκ δικός σας.
Κι απέναντι μια δικιά μας με τα μπιζίμ της να προεξέχουν κι ένα όμορφο χαμόγελο. Αμοιβαία χαμόγελα που συνεχίζονται μέχρι να εξελιχθούν ποιοτικά σε κάτι ανώτερο ή να παγώσουν σα μισθοί σε περίοδο συναισθηματικής λιτότητας.
Κι όχι πως κολλάει ιδιαίτερα, αλλά ο γούφιους λέει για την πολυγαμία ότι αν έχεις σχέση είναι μπελάς κι όταν δεν έχεις είναι μοναξιά. Σοφία αποκρυσταλλωμένη.
Κάθομαι χωρίς να μπορώ να σηκώσω ανταπόκριση γιατί στους υπολογιστές είναι ένα σωρό άσχετοι που έχουν να κάνουν πολύ σημαντικά πράγματα, όπως να δουν φωτογραφίες, να μπούνε στο facebook και να μοντάρουν πλάνα για τα ρεπορτάζ του camp tv που είναι αισθητικής σταρ τσάνελ. Αλλά δε μπορούν να δουν βιντεάκια γιατί δεν έχουν πρόσβαση στο youtube. Κι είναι ζήτημα αν η ευθύνη είναι της κυβέρνησης ή των διοργανωτών.
Απέναντί μου ένας ρώσος αναλύει τα χρόνια του μπρέσνιεφ, πνίγοντας τον πόνο του στην κόκα κόλα –ελλείψει βότκας. Κι εγώ ελλείψει καρέκλας κάθομαι σε ένα άβολο καφάσι που είχε άγουρα σταφύλια της οργής. Μαζεύτηκε κόσμος πολύς για την ομιλία του προέδρου του εμεπ κι όλοι μαζί παίζουμε τις μουσικές καρέκλες με κακόγουστη μουσική υπόκρουση που φτάνει μέχρι ανατολίτικο μέταλ.
Παίρνω την καρέκλα μου και σε κυνηγώ.
Κι ο τουρκοκνίτης συνάδελφος να αγνοεί όλη τη βρωμιά γύρω του και να κολλάει σε ένα παρατημένο μπουκάλι.
Ήθελα να ξέρω, ποιος ασυνείδητος το ‘κανε. Εσύ στη θέση μου τι θα έκανες;
Κοίτα να δεις, εγώ στη θέση σου θα έκανα μάλλον ό,τι κι ο μαγιακόφσκι. Και δεν εννοώ να αρχίσεις να γράφεις ποιήματα.
Στην προηγούμενη διμερή συνάντηση είχαμε στείλει αδιάβαστο τον τυνήσιο. Βουζ ετ μαρξιστ ε βουζ ετ λενινίστ, με βουζ ετ πα μαρξίστ-λενινίστ; Σε πα ποσίμπλ. Ή κάπως έτσι.
Στην ερώτηση για το στάλιν, αρχίσαμε τη διαβούλευση στα ελληνικά και περίμενε με υπομονή. Αλλά το πράγμα τραβούσε πολύ και στο τέλος δεν κρατήθηκε.
Τι έγινε, βγάλατε απόφαση;
Είπαμε, στάλιν γουόζ ράιτ εντ τρότσκι λεφτ. Κι όπως το πάρει κανείς.
Η γενική γραμμή ήταν τα ιδεολογικά να τα αφήνουμε για μετά, σε πιο χαλαρές συζητήσεις και να τα λύνουμε (ως συνήθως) με όρους παρέας, για να αποφεύγονται οι μετωπικές.
Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και ο στάλιν μου.
Αλλά αυτή τη φορά ήταν η σειρά μας να χάσουμε το μπούσουλα με το κκ συρίας. Που ζήλεψε γιατί μιλήσαμε με το συριακό κκ και ζήτησε κι αυτό συνάντηση.
Η συρία είναι ένας επίγειος παράδεισος, όπου όλοι είναι συνασπισμένοι στο πατριωτικό μέτωπο (στην αρχή μας το είπαν πατριαρχικό, αλλά μετά το διόρθωσαν) και το βασικό τους πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν κακοί. Δεν υπάρχει δεξιά, ούτε θρησκευτικά κόμματα κι οι αμερικάνοι δεν έχουν κανένα πολιτικό στήριγμα στην χώρα, πλην ατομικών εξαιρέσεων. Παιδεία κι υγεία είναι δωρεάν για το λαό.
Εντάξει υπάρχουν και μερικά στραβά, αλλά γράφουμε γι' αυτά στην εφημερίδα μας. Α, εντάξει τότε.
Το συριακό κκ συμμετέχει κι αυτό στον κυβερνητικό συνασπισμό. Και τότε ποιες μπορεί να είναι οι διαφορές μεταξύ τους; Διασπάστηκαν λέει το 86, επειδή είχαν ιδεολογικές διαφορές για τη σοβιετία κι οι άλλοι δεν ήταν ανοιχτοί σε καινούριες, ανανεωτικές ιδέες.
Ρε λες να είναι οπαδοί της περεστρόικα;
Αλλά το μάτι μου πήρε κάπου στις σημειώσεις τους ένα ανάποδο σφυροδρέπανο. Λες τελικά να είναι τροτσκιστές; Και από πότε συμμετέχουν οι τρότσκες σε πατριωτικά μέτωπα; Εκτός κι αν έχουν σχέσεις με τον πι-πι.
Πραγματικά αγεφύρωτες διαφορές για να περνάει η ώρα. Τζερτζελές να γίνεται.
Ο κοντορεβιθούλης δεν άντεξε και τους ρώτησε: δηλ στη συρία έχετε σοσιαλισμό;
-Μα ναι, αφού σας είπα ότι όλα είναι δωρεάν. Μάλιστα.
Όταν σε έχουν βάλει στον άξονα του κακού οι αμερικάνοι, είναι λογικό να έχεις μια λαϊκή ενότητα ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Αλλά όχι κι έτσι σύντροφοι.
Αλλάξαμε παραστάσεις και πήγαμε για καθαρό αέρα στον κιρκιτζέ, το χωριό του μανώλη αξιώτη και της διδώς σωτηρίου. Που κανονικά είναι της διδούς, αλλά δε μου πάει καθόλου να το πω έτσι. Όπως δε μου πάει και να την πω εθνικίστρια.
Λένε ότι ο αξιώτης –τη ζωή του οποίου διηγείται η σωτηρίου στα ματωμένα χώματα- διαφώνησε με όσα έλεγε το βιβλίο κι έγραψε κάτι δικό του από άλλη σκοπιά, πιο διεθνιστική.
Τούτα τα χώματα είναι μπιζίμ κι είναι και δικά τους, ποτισμένα απ’ τον ιδρώτα και το αίμα των δυο λαών που σκοτώθηκαν για τ’ αφέντη το φαΐ. Πώς είναι δυνατόν να διαβάζεις για το πώς μάτωσαν και να σου βγάζει εθνικισμό; Μόνο αν πάσχεις από κάποιον Ιό, παιδική αρρώστια, ή οτιδήποτε άλλο που σε τυφλώνει.
Μπορεί στη σμύρνη να μη βρήκαμε τίποτα απ’ όσα περιμέναμε, αλλά το συλλογικό φαντασιακό κι οι αναμνήσεις απ’ τα βιβλία κι απ’ τις περιγραφές πήραν εκδίκηση στον κιρκιτζέ. Παραδοσιακά σπίτια, στενά σοκάκια, ελληνικές επιγραφές. Πικάντικα φαγητά –επιτέλους- για να δοκιμάσεις τις αντοχές του ουρανίσκου σου.
Κι ένα ανατολίτικο παζάρι όπου οι χαρμανιασμένοι σύντροφοι βρήκαν αλκοόλ και τοπικά κρασιά με γεύση φρούτων. Μεταξύ άλλων και με γεύση ναρ (στα τούρκικα σημαίνει ρόδι) το οποίο έβγαινε σε τρία διαφορετικά είδη. Ένα παραπάνω από τα καθ’ ημάς όπου έχουμε τους κλασικούς και τους μεταμοντέρνους. Αν και τα τασάκια είναι πιο κλασικοί από τους νεόκοπους κλασικούς. Αυτοί είναι το ναρ που γνωρίσαμε που λέει κι ο κομάντο.
Μεγάλη συγκίνηση να βρίσκεσαι στο χωριό της διδώς σωτηρίου. Κι ίσως είναι τραγικά πεζό, αλλά ακόμα πιο μεγάλη συγκίνηση να ξαλαφρώνεις στο χωριό της διδώς σωτηρίου.
Σε ένα παραδοσιακό, τούρκικο καμπινέ, επιστρωμένο βιαστικά με πλακάκια για να κρύψει τα χρόνια του και την ασιατική καταγωγή του. Που μου έφερε μνήμες από τα παιδικά μου χρόνια και τους καμπινέδες του χωριού μου. Μαζί και εκ των υστέρων τύψεις που ως παιδί γκρίνιαζα γιατί ήταν έξω από το σπίτι και δε μου φαίνονταν πολύ βολικοί.
Κι η έφεσος είχε την πλάκα της. Μια μεγάλη πόλη σε διάφορα επίπεδα με πολλά σημεία να σώζονται εξ ολοκλήρου. Ένα αμφιθέατρο που ήταν λίγο μεγαλύτερο από το χαριλάου σε χωρητικότητα κι εμείς σκεφτόμασταν αν θα κάναμε σολντ άουτ. Κάτι αριστοκρατικές χέστρες όπου κάθονταν πρώτα οι δούλοι να τις ζεστάνουν για τους αφέντες τους με τους αριστοκρατικούς πισινούς. Και το σύστημα αποχέτευσης που το είχαν εδώ και χιλιετίες, ενώ η ελληνική επαρχία το απέκτησε πριν κάτι δεκαετίες.
Και κάτι κιτς αναπαραστάσεις της ρωμαϊκής εποχής, με καίσαρες, σκλάβους κι αυτοκρατορικά θεάματα που απευθύνονται σε σύγχρονους μισθωτούς σκλάβους χωρίς άρτο, που ξεγελάνε την πείνα τους με ψεύτικα θεάματα κι οφθαλμόλουτρα που είναι οφθαλμαπάτες. Φάτε μάτια ψάρια, που λένε.
Το πολιτικό θερμόμετρο ανέβηκε επικίνδυνα κι έγινε αφόρητο ακόμα και για τους λατινοαμερικάνους που είναι συνηθισμένοι από ισημερινό και αδύναμους κρίκους. Ειδικά μες στο φορτηγάκι του δήμου που μας ανέβασε μισούς-μισούς, σε δυο δόσεις στο χωριό, για να μην κλατάρει. Στην επιστροφή όμως το ηθικό ήταν ακμαίο –όπως κάθε φορά που αφήναμε πίσω το κάτεργο- και ζήσαμε κορυφαίες στιγμές διεθνισμού τραγουδώντας τη διεθνή σε τρεις γλώσσες και το hasta siempre comandante.
Επιστροφή στον παιδισμό και στην πραγματικότητα της κατασκήνωσης με την ελληνική αποστολή κομμένη στα δύο σα βερολίνο. Οι μεν ήρθαν για διεθνείς γνωριμίες κι είναι ιδιότυπα εξωστρεφείς. Κι οι άλλοι ξενέρωσαν που δε βλέπουν πολλά μέρη, είναι πιο κλειστοί κι αναπαράγονται μεταξύ τους.
Συντάσσομαι από θέση αρχής με τους δεύτερους.
Τα πολλά ανοίγματα θα μας κλείσουν το σπίτι και θα την πατήσουμε όπως η πανδώρα. Που άνοιξε το κουτί με το νόμο της αξίας και πλάκωσαν οι άνεμοι των σκόρπιονς και της περεστρόικα. Εμείς μείναμε ιδεολογικά στους πέντε δρόμους κι η ελπίδα σκόρπισε στους πέντε ανέμους. Αλλά εμείς πιστεύουμε πως έμεινε στον πάτο του κουτιού και συνεχίζουμε μέχρι να τον πιάσουμε.
Στο εστιατόριο αρχίζει το εργαστήριο ελληνικών χορών. Μαθαίνουμε τα βήματα που μας οδηγούν στις ζεμπεκιές και στα χνάρια της ελληνοτουρκικής φιλίας του γιωργάκη. Ατομικό ξέσπασμα κι αποθέωση. Νταλγκάδες και σεκλέτια βγαίνουν στην επιφάνεια υπό τους ήχους της ανατολής κι όλοι χειροκροτούν ενθουσιασμένοι γύρω.
Αφού όλοι διασκεδάζουνε γιατί είσαι λυπημένη;
Κι είναι που λες κάτι τέτοιες στιγμές που νιώθω τόσο –μα τόσο- αρανίτης...
Σε αυτό το κάμπινγκ που στα δυο έχει σχιστεί, με έχω βαρεθεί.