Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

Δια του Τύπου

Στο κατώφλι της νέας χρονιάς, μια μερίδα του κυριακάτικου τύπου, δανείζεται τους πρωτοσέλιδους τίτλους της απ’ την χρονική συγκυρία, κυνηγώντας (μάταια μάλλον) την πρωτοτυπία και την έκπληξη. Αν και τίποτα δεν μπορεί να απειλήσει στην κορυφή των κλισέ την χιλιοειπωμένη πασχαλιάτικη ευχή στους συντρόφους για καλή επ-ανάσταση, που ούτε στη δευτέρα παρουσία δε θα πάψει να λέγεται..

Στο σπίτι όπου θα κάνει αλλαγή η κε του μπλοκ μπαίνουν δύο εφημερίδες: το πριν του άβερελ και ο κυριακάτικος ρίζος για το θηλυκό γονιό. Χτες μπήκε εκτάκτως και το έθνος του μπόμπολα που έδινε το ‘ταξιδεύοντας στη ρωσία’ (σοβιετική ένωση) του καζαντζάκη (που θα μας απασχολήσει μάλλον σε κάποια προσεχή ανάρτηση) κι ένα ημερολόγιο-ατζέντα του αρκά. Αλλά οι προσφορές κάλυπταν όλο σχεδόν το πρωτοσέλιδο και δεν πολυσκαλίσαμε το εσωτερικό της συσκευασίας, γιατί, για να ‘μαι ειλικρινής, κι εμείς για τις προσφορές το πήραμε.

Παίρνεις λοιπόν τις άλλες δύο εφημερίδες, τις βάζεις δίπλα-δίπλα και συγκρίνεις τα πρωτοσέλιδα. Η μία έχει το μήνυμα του κκε για τη νέα χρονιά, να γίνει έτος λαϊκής αγωνιστικής ανάτασης, ενίσχυσης του κινήματος και της λαϊκής συμμαχίας, κτλ. Ενώ η άλλη λέει ότι θα καεί ο σαμαράς στην «κόλαση 2014». Και μόνο από τη στόχευση δηλ, καταλαβαίνεις πολλά για το στίγμα του χώρου που εκφράζει η καθεμιά.


Εντάξει, δεν έτρεφα ενδόμυχες ελπίδες και για την παγκόσμια επανάσταση μες στο 14’, αλλά περίμενα κάτι πιο βαθύ (που με λερώνει) από την «εφημερίδα της ανεξάρτητης αριστεράς». Προχώρησα για διευκρινίσεις στον υπότιτλο, μήπως και την παρεξήγησα (οι υπογραμμίσεις δικές μου).

στην κόλαση που θα δημιουργήσει με την πολιτική της θα καούν πολιτικά ο σαμαράς, ο βενιζέλος κι όλος αυτός ο απεχθής μνημονιακός εσμός των αδίστακτων αρπακτικών που λυμαίνονται τη χώρα προς όφελος της ελληνικής αστικής τάξης και των ξένων επικυρίαρχων της εε και του δντ.

Και παρακάτω.
Είτε η επονείδιστη κυβέρνησή τους πέσει από το βάρος των λαϊκών κινητοποιήσεων είτε διαλυθεί από το βάρος της αναμενόμενης συντριπτικής ήττας τους στις ευρωεκλογές του μαΐου, το βέβαιο είναι πως η ανατροπή της κυβέρνησης κι η απαλλαγή από αυτήν θα οδηγήσει σε λαϊκή έξαρση. Ανεξάρτητα από τη σύνθεση της κυβέρνησης που θα σχηματιστεί, είναι απολύτως σίγουρο ότι θα κυριαρχήσει πνεύμα διεκδικητικότητας και μαχητικότητας στις μάζες των εργαζομένων, της νεολαίας, των μεσαίων στρωμάτων, των συνταξιούχων. Οι απελπισμένοι, οι αδρανείς, οι υποταγμένοι θα σηκώσουν κεφάλι και θα διεκδικούν τον ουρανό με τ’ άστρα!

Και λαγούς με πετραχήλια, θα πρόσθετα. Ειδικά αν πάει σε επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου πχ, θα πρέπει να έχεις και μερικά δευτερεύοντα αιτήματα (πχ λαγούς με πετραχήλια, τον ουρανό με τ' άστρα, κτλ), που να τα θυσιάσεις τακτικά στο βωμό της διαπραγμάτευσης, για να κερδίσεις τα υπόλοιπα που σε ενδιαφέρουν.

Αλλά αν είναι να γίνουν όλα αυτά τα συγκλονιστικά, γιατί να μην ψηφίσουμε απευθείας σύριζα ρε παιδιά –ανεξάρτητα, πάντα, από τη σύνθεση της κυβέρνησης, η οποία δεν ξέρουμε τι μπορεί να είναι; Μας το εξηγεί παρακάτω.
Η δράση των μαζών θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα διαμόρφωσης του νέου συσχετισμού ταξικών δυνάμεων που –θεωρητικά μιλώντας- μπορούν να ανατρέψουν και να ακυρώσουν πολλές από τις υποχωρήσεις τις οποίες θα έχει ενδεχομένως κάνει η νέα κυβέρνηση.
Ενδεχομένως… Μπορεί και ναι, μπορεί και όχι. Η ζωή θα δείξει. Ναι αλλά θεωρητικά μιλώντας πάντα, γιατί να ψηφίσει κανείς ανταρσύα, που δύσκολα θα μπει στη βουλή και να μην το ρίξει κατευθείαν στην αριστερή κυβέρνηση στις εκλογές; Κι έτερον εκάτερον τι θα κάνει μετά στο κίνημα για να διαμορφώσει τους ταξικούς συσχετισμούς.

Εδώ έχουμε φτάσει σε ένα σημείο, όπου όπως έλεγε παλιά ο κάσπερ σε μια ανάρτησή του, έχεις μπροστά σου κι ένα κουτί κακάο, κατεβάζεις στωικά μια γουλιά και συνεχίζεις. Μέχρι να στραβοκαταπιείς και να πνιγείς με όσα διαβάζεις και να πετάξεις την εφημερίδα στον τοίχο, μαζί με το κακάο. Και αυτό μολονότι το φύλλο αυτό περιέχει και αξιόλογα κείμενα, όπως η δισέλιδη ανάλυση για το έργο του ρίτσου, με αφορμή την έκδοση της συλλογής υπερώο, υπό την επιμέλεια της κόρης του, έρης.


Το ξεφύλλισμα του ρίζου από την άλλη, μπορεί να σου προσφέρει (πέρα από το ενημερωτικό κομμάτι και τον ιδεολογικό-πολιτικό εξοπλισμό) μια σειρά απρόσμενους και σπάνιους συνειρμούς, που αγγίζουν ευαίσθητες χορδές του κοινού.
Όπως για παράδειγμα η εικόνα του θερινού παράδεισου, που έχεις κρατήσει στο μυαλό σου για τη θάσο και γκρεμίζεται τον χειμώνα, με τα δρομολόγια των πλοίων να θυμίζουν πλέον άγονη γραμμή (τελειώνουν από τις δέκα το πρωί για την καβάλα κι εκλείπουν εντελώς το σαββατοκύριακο), όσο καθορίζονται από τις «ανάγκες» και το κέρδος της εταιρίας. Εδώ να δεις υλικό για να γράψει κανείς σήμερα το «ταξιδεύοντας στη θάσο».

Κρατάς στα «υπ’ όψιν» την πολύ καλή βιβλιοπαρουσίαση του υπόγειου ρεύματος του άλμπερτ μαλτς για μελλοντική αξιοποίηση κι αντιπαραβολή με το βασιλιά άνθρακα του σίνκλερ· καθώς και μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη με την εύη κοντόρα για τις πρωτότυπες παιδικές ιστορίες που εκλαϊκεύουν την κρίση για τους μεγάλους.

Και προχωράμε στις γιορταστικές εκδηλώσεις και τα χριστουγεννιάτικα φεστιβάλ του κόμματος και της ογε για τους εκκολαπτόμενους νέους πρωτοπόρους, όπου συναντάμε κι ένα πρωτότυπο γράμμα-κόλαφο ενός πραγματικά κόκκινου και ταξικού αγιοβασίλη προς τα παιδιά, που λέει μεταξύ άλλων.

Ξέρω ότι μερικοί από σας αναρωτιόσασταν αν θα σας επισκεπτόμουν φέτος, αλλά βρίσκομαι στην ευχάριστη θέση να σας πληροφορήσω ότι είμαι πάντα στο πόστο μου και θα προσπαθήσω να σας ικανοποιήσω όσο μπορώ. Να ξέρετε, όμως, ότι δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό και, σας βεβαιώνω, όσο περνάει ο καιρός γίνεται δυσκολότερο!
(…)
Πρέπει να ομολογήσω ότι τα έχω χάσει με όσα είδα στον κόσμο σας και δεν διστάζω να παραδεχτώ ότι δεν μου αρέσουν καθόλου... Ένα μόνο θα πω: Μην περιμένετε από μένα να διορθώσω τ' αδιόρθωτα! Ούτε κι από κανέναν άλλο δηλαδή...
Δεν ξέρω μόνο αν στο τέλος ο Άι κλείνει και με συντροφικούς χαιρετισμούς.

Δεν είναι μόνο ότι έτσι συνεχίζουμε τις καλύτερες παραδόσεις των κλασικών, στα χνάρια των ιστοριών του γκοσινί, όπου ο μικρός νικόλας παίρνει ένα γράμμα από τον άγιο βασίλη, που του εξηγεί, ότι δεν έχει αρκετά λεφτά φέτος, για να του πάρει το δώρο που ήθελε, εξαιτίας ενός τροχαίου που είχε με το έλκηθρο και του κόστισε ένα σωρό χρήματα, αλλά το λάθος ήταν του άλλου οδηγού, ο οποίος είχε...
 Είναι κυρίως ότι σε αυτές τις εκδηλώσεις υπάρχουν κάποια μοναδικά σε στιγμιότυπα, που σε κάνουν να λες «δεν υπάρχει». Σαν κι αυτό πχ.

Δεν υπάρχει...
Στο πρόγραμμα αυτών των γιορτών υπάρχουν κάποια εργαστήρια και δραστηριότητες, με δασκάλες συντρόφισσες του παιδαγωγικού, πχ ζωγραφική, facepainting, κτλ. Αν και υποψιάζομαι ότι ο πραγματικός τίτλος τους θα μπορούσε να είναι: πώς φτιάχνουμε στράτσα, κινέζικα, κτλ.

Κι αφού πιάσαμε τις επιστολές, θα ήταν παράλειψη ασυγχώρητη να μη γίνει μια ειδική μνεία στην κατάθεση ψυχής μιας συντρόφισσας από τη θέρμη, που διηγείται στη στήλη επικοινωνίας του ρίζου με τους αναγνώστες μια συγκινητική προσωπική της εμπειρία από την πρώτη της επαφή με το ριζοσπάστη στα χρόνια της μεταπολίτευσης.

Αγαπητέ "Ρίζο" σας διαβάζω εδώ και πολλά χρόνια. Τελευταία παρατηρώ πολλές προσπάθειες και αλλαγές για τη βελτίωσή σου. Εύχομαι το καλύτερο. Αυτές τις μέρες φέρνω στη μνήμη μου ένα γεγονός -προσωπικό γεγονός- που θέλω να το μοιραστώ μαζί σου, αλλά και με τους αναγνώστες σου. Πήγα το 1974 στο Βουκουρέστι, όπου ήταν βαριά άρρωστος ο πατέρας μου, αφού πέρασα πρώτα από τα Γραφεία των Πολιτικών Προσφύγων. Εκεί ένας φίλος του πατέρα μου και σύντροφος μου έδωσε να του πάω δώρο μια εφημερίδα. Ηταν ο "ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ", ο πρώτος μετά τη δικτατορία. Εγώ, φοιτήτρια τότε, γεννημένη στην ξενιτιά, παιδί τότε, περπατούσα και παραμιλούσα. Κοιτούσα αριστερά και δεξιά μήπως με δει κάποιος να μονολογώ... Η απορία μου μεγάλη. Η καρδιά μου χτυπά δυνατά. Οι ερωτήσεις μέσα μου πολλές. Μήπως δεν άκουσα καλά... Μήπως εννοούσε κάτι ο σύντροφος... Εφτασα στο Νοσοκομείο. Ούτε που το κατάλαβα. Βλέπω τον πατέρα μου. Βγάζω μουδιασμένη από την τσάντα μου αυτό το παράξενο και περίεργο για μένα δώρο ...τον "ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ" και εκεί που σκεφτόμουν πώς να του το πω, μου άρπαξε ξαφνικά την εφημερίδα, την αγκάλιασε, δάκρυσε για πολλή ώρα σαν μικρό παιδί. Καθίσαμε αρκετή ώρα αμίλητοι . Κοιτούσαμε ο ένας τον άλλο. Τα μάτια του είχαν δάκρυα χαράς και συγκίνησης. Τα δικά μου μάτια ήταν γεμάτα με δάκρυα απορίας, όπως θα άρμοζε σε ένα παιδί που γεννήθηκε στην προσφυγιά από γονείς αγωνιστές... Η ώρα πέρασε και ξαφνικά κατάλαβα ότι ξέχασε να με φιλήσει, να...να...να... Εγώ πρώτη φορά το 1974 είδα την εφημερίδα "Ριζοσπάστης". Απορούσα για πολλή ώρα. Δεν ήξερα τι έκανα και τι ήταν αυτή η λαχτάρα. Επιτέλους ήρθε η σειρά μου. Οταν ηρέμησε, μου μίλησε για την εφημερίδα της εργατιάς και του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας. Τότε έμαθα και για την αξία αυτού του πρωτότυπου δώρου και συνέχισα να την κρατώ σφιχτά μέχρι και σήμερα. Ετσι, όπως αρμόζει σε μας, τα παιδιά των Ελλήνων, των Αγωνιστών της Αντίστασης και του ΕΜΦΥΛΙΟΥ που μας δώσανε την ανεμελιά, τα όνειρα και την ελπίδα στις ανατολικές χώρες που μας φιλοξένησαν. Ισως η δική μας γενιά σήμερα να έχει δώρο-ρόλο στην ενημέρωση των επόμενων γενιών για τα ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ, έτσι όπως ζήσαμε, μεγαλώσαμε, σπουδάσαμε εκεί . Ο "Ριζοσπάστης" θα είναι ένα καλό βήμα λόγου για μας που απολαύσαμε τα επιτεύγματα του Σοσιαλισμού. Ευχαριστώ για το βήμα και την ευκαιρία που μου δώσατε να μοιραστώ τα συναισθήματά μου που τα κουβαλώ εδώ και 39 χρόνια.

ΑΝΝΑ ΚΕΦΑΛΕΛΗ ΘΕΡΜΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


Αυτό το 'ρουμάνικο' περιστατικό, μου θύμισε μια άλλη... τρομακτική ιστορία σχετικά με αυτή την χώρα, που διαδραματιζόταν τέτοιες μέρες περίπου, πριν από αρκετά χρόνια, κι υπάρχουν τα σχετικά ντοκουμέντα να τη θυμίζουν

Το πγ της κε του κκε χαιρετίζει την ηρωική εξέγερση του ρουμάνικου λαού, που πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος, ανέτρεψε το δεσποτικό, τυραννικό καθεστώς τσαουσέσκου. Ένα καθεστώς που ματοκύλισε τη ρουμανία και ποδοπάτησε βάναυσα το σοσιαλισμό και τις μεγάλες ανθρωπιστικές και δημοκρατικές αξίες του.
Στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν και εξελίσσονται στη ρουμανία, το κκε υποστηρίζει τις προσπάθειες για την εξομάλυνση της κατάστασης ώστε ο ρουμάνικος λαός να μη θρηνήσει νέα θύματα.

Το πγ της κε του κκε εύχεται, μετά την ανατροπή του τσαουσέσκου, η ρουμανία να προχωρήσει γρήγορα μπροστά και με σταθερότητα, και να μπορέσει να ξεπεράσει τα μεγάλα προβλήματά της, στο δρόμο της σοσιαλιστικής ανάπτυξης που θα έχει στο κέντρο της τον άνθρωπο και το σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών του ρουμάνικου λαού.
Σ’ αυτήν την κατεύθυνση θα εκφράσουν την πιο ενεργή αλληλεγγύη τους στο ρουμανικό λαό οι έλληνες κομμουνιστές.

27. 12. 89
ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ



Κι όλα αυτά για μια ρουμανία, που ‘χε μια σχετική αυτονομία από τη σοβιετική ένωση (για αυτό και ανέπτυξε φιλικές σχέσεις με το λεγόμενο κκε εσωτερικού) και αρκετά κουσούρια (που τα "επισήμανε εύστοχα" κι ο μαχητής της ελευθερίας τέρενς κουίκ, όταν άφησε ως αθλητικός ανταποκριτής για λίγες μέρες τη θαλπωρή της δημοκρατικής ελλάδας επί επταετίας). Αλλά αυτή ακριβώς η αυτονομία ήταν ο βασικός λόγος για τον οποίο η αντεπανάσταση δεν ήταν βελούδινη και χρειάστηκε η σκηνοθεσία με τους μαζικούς τάφους στην τιμισοάρα και η ένοπλη βία για να επικρατήσει.

Το παραπάνω ντοκουμέντο περιλαμβάνεται στο βιβλιαράκι από το 12ο ως το 13ο συνέδριο του κκε (σελ 268), που περιέχει κι άλλα αντίστοιχα «τρομακτικά» ντοκουμέντα. Και συνίσταται ιδιαίτερα η ανάγνωσή του σε όσους φωνάζουν υστερικά για αποκαθήλωση του χαρίλαου κι άλλα τέτοια ηχηρά, χωρίς (;) να καταλαβαίνουν τι είναι στην πραγματικότητα αυτό που πρέπει να μπει στο στόχαστρο της κριτικής του δοκιμίου και να... αποκαθηλωθεί.

Φτάνοντας λοιπόν στο κατώφλι της νέας χρονιάς, πρέπει να ξέρουμε πως το ζητούμενο είναι να μη μείνουμε στα ευχολόγια, που κρύβουν όπως-όπως την απαισιόδοξη αίσθηση, πως κάθε πέρσι και καλύτερα. Να μη μείνουμε σε μια τυπική αλλαγή χρόνου, όπου αλλάζει απλώς ένα ψηφίο, αλλά να πάμε στην …πραγματική αλλαγή (με κατεύθυνση το σοσιαλισμό). Να αλλάξουμε τον ιστορικό χρόνο, το ρου των γεγονότων και της εποχής μας, που παραμένει αντικειμενικά από ιστορική άποψη, εποχή περάσματος στο σοσιαλισμό.


Αλλιώς ο χρόνος θα είναι σαν τους κρητικούς μανωλιούς (που όπως πληροφορήθηκα γιορτάζουν ανήμερα τα χριστούγεννα) και θα βάλει απλώς τα ρούχα του αλλιώς, ενώ εμάς θα μας πάρουν το σπίτι και τα εσώρουχα…

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

Από το Μιστριώτη στο Λένιν

Την περασμένη πέμπτη συμπληρώθηκαν εβδομήντα χρόνια από το θάνατο του κομμουνιστή δασκάλου δημήτρη γληνού. Ως ελάχιστο φόρο τιμής η κε του μπλοκ θα επιχειρήσει να δώσει αναδρομικά μια μικρή ανταπόκριση από την εκδήλωση που διοργάνωσε στις αρχές του μήνα προς τιμήν του ο χανιώτικος σύλλογος «οι φίλοι των γραμμάτων». Η ανταπόκριση αυτή θα μπορούσε να είναι καλύτερη και πληρέστερη, αν ήταν πιο νωπές οι μνήμες μου και δεν είχε μεσολαβήσει τόσο μεγάλο διάστημα για την αποκρυπτογράφηση των πρόχειρων στενογραφημένων σημειώσεων που κράτησα. Πιστεύω όμως πως έχει μια αξία να μεταφερθούν, έστω και σε αυτή τη μορφή.



Η εκδήλωση φιλοξενήθηκε στην αίθουσα του τεε, όπου δέσποζε ένα πανό με μια σπουδαία φράση του γληνού, την οποία ακολούθησε ως αρχή κι ανέδειξε με το προσωπικό του παράδειγμα: ο μόνος τρόπος για να ζήσει και να πεθάνει κανείς σαν άνθρωπος, είναι να ζήσει και να πεθάνει για ένα ιδανικό. Η οποία θυμίζει κάπως και τους γνωστούς στίχους του λειβαδίτη από το ποίημα «αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος…»

Το πρόγραμμα ξεκίνησε με την προβολή ενός ντοκιμαντέρ για τη ζωή και το έργο του γληνού, στη δημιουργία του οποίου συνέβαλαν κάποιοι φοιτητές του πολυτεχνείου κρήτης. Ο συντονιστής της εκδήλωσης ζήτησε εξαρχής την επιείκειά μας για τυχόν αδυναμίες αυτής της ερασιτεχνικής δουλειάς, λέγοντας πως «κανείς μας δε δουλεύει στην ερτ». Αφενός όμως κανείς δε δουλεύει πλέον στη ερτ, εκ των πραγμάτων (άλλο αν η δτ συνεχίζει τις χειρότερες παραδόσεις της, προβάλλοντος πχ προχτές τα μεσάνυχτα τις γνωστές αστικές μυθοπλασίες για το λιμό στην ουκρανία). Αφετέρου το ντοκιμαντέρ ήταν πολύ καλό, τόσο στις τεχνικές του προδιαγραφές, όσο και στο περιεχόμενο, δίνοντας χρήσιμα στοιχεία και πληροφοριακό υλικό για την εξέλιξη της σκέψης του γληνού.

Παρακολουθούσε δηλ τη διαδρομή του από το μιστριώτη στο λένιν, όπως την είχε χαρακτηρίσει και ο ίδιος σε ένα δικό του άρθρο. Από τη συντηρητική αρχικά στάση του ως φοιτητής στα ευαγγελικά, στην παραμονή του στη γερμανία, όπου ήρθε σε επαφή με το γεώργιο σκληρό και τις μαρξιστικές ιδέες. Και από τη θητεία του σε διάφορες υψηλόβαθμες θέσεις του κρατικού μηχανισμού –ακόμα και στο «κράτος της θεσσαλονίκης» στο αποκορύφωμα του διχασμού- (παιδαγωγείο, γγ υπουργείου παιδείας, ακαδημία, πανεπιστήμιο θεσσαλονίκης), όπου τρεις φορές διακόπηκε και αναιρέθηκε το μεταρρυθμιστικό του έργο, στην οδυνηρή (για τον ίδιο το γληνό) διαπίστωση πως η αστική τάξη στην καλύτερη δεν ενδιαφέρεται και στην χειρότερη καταπολεμά την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, που πρέπει να συνδυαστεί με ριζικές κοινωνικές αλλαγές.

Και από εκεί στην ίδρυση του εκπαιδευτικού ομίλου και τη μετέπειτα διάσταση με το δελμούζο, τον αστικό δημοτικισμό και τη λογική της μη ανάμιξης στην πολιτική, που οδήγησε τελικά στη διάσπασή του. Για να ακολουθήσει το ταξίδι του γληνού στη σοβιετική ένωση, η προσέγγισή του με το κόμμα κι η εκλογή του ως βουλευτή του παλλαϊκού μετώπου, ο κομβικός ρόλος του στις επαφές με τους φιλελεύθερους για την υπογραφή του συμφώνου σοφούλη-σκλάβαινα, η ένταξή του στο κουκουέ, η περιπλάνηση στα ξερονήσια της εξορίας, η ανάδειξή του στο πολιτικό γραφείο του κόμματος και η σκέψη να ηγηθεί της πεεα, της πολιτικής επιτροπής του βουνού, που έμεινε τελικά στα χαρτιά, καθώς την πρόλαβε ο θάνατος, μετά από μια ηπατική κρίση και την επιπλοκή κατά την εγχείριση στην οποία υποβλήθηκε, στην κατεχόμενη αθήνα. Ελπίζω ο σύλλογος να ανεβάσει σύντομα στη σελίδα του το βίντεο αυτό –αν δεν το έχει κάνει ήδη δηλ στο ενδιάμεσο κι έχει απλώς διαφύγει της προσοχής μου.

Στο ντοκιμαντέρ δόθηκαν αρκετά στοιχεία που επικαλύπτονταν με τις σύντομες παρεμβάσεις που προηγήθηκαν της κύριας εισηγητικής ομιλίας. Και που καταπιάστηκαν μεταξύ άλλων με το γλωσσικό ζήτημα, που ο γληνός το αντιμετώπιζε ως εθνική υπόθεση· με τα φυλλάδια του περιοδικού «αναγέννηση» (όχι των μαοϊκών), που κυκλοφόρησαν απ’ το 25’ ως το 28’ και συσπείρωσαν τα πρωτοπόρα στοιχεία του εκπαιδευτικού ομίλου, φιλοξενώντας κορυφαίους συνεργάτες (βάρναλης, κορδάτος, καζαντζάκης) και φιλοσοφικές επιστημονικές μελέτες, με σκοπό την ευρύτερη καλλιέργεια των εκπαιδευτικών –αν και συνάντησαν την ανοιχτή εχθρότητα του επίσημου κράτους και των εκπαιδευτικών αρχών· την τριλογία του πολέμου, που συνέγραψε στην εξορία του στη σαντορίνη, όπου έπιανε μία προς μία τις διάφορες ερμηνείες του πολέμου κι αντιμετώπιζε το φασισμό ως γέννημα-θρέμμα του καπιταλισμού, με εκλαϊκευτική γλώσσα, μακριά απ’ το ναρκισσισμό και τον αυτοαναφορικό λόγο των διανοούμενων της εποχής του· και την πορεία του από το μιστριώτη στο λένιν, από το βερμπαλισμό στο ματεριαλισμό, από μια έτοιμη λαμπρή σταδιοδρομία στην αγωνιστική συνειδητοποίηση και το δρόμο της εξορίας.

Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο βασικός ομιλητής, ο πάλαι ποτέ ιστορικός και δημοσιογράφος του ριζοσπάστη και νυν συμπρωτεργάτης της ιστοσελίδας ergatikosagwnas, γιώργος πετρόπουλος, που βλέποντας το κοινό στη σχετικά γεμάτη αίθουσα του τεε, είπε πως αισθανόταν σαν τον μπρέζνιεφ (;!) γιατί δεν είχε ξαναμιλήσει σε τόσο κόσμο. Κι ανέφερε μεταξύ πολλών άλλων τα εξής:

Ότι ο γληνός ήταν ένας λαμπρός, ολοκληρωμένος διανοούμενος κι αν δεν έδινε το κακό παράδειγμα για την τάξη του, περνώντας με το κκε, θα τον τιμούσαν σήμερα σα δάσκαλο του γένους, με βραβεία από την επίσημη πολιτεία.
Ότι σήμερα στερούμαστε μιας προσωπικότητας αντίστοιχου διαμετρήματος, γιατί μπορεί κάθε επόμενη γενιά να είναι πιο εξοπλισμένη σε γνώσεις, αλλά απαιτείται κάτι παραπάνω που μετατρέπει την ποσότητα σε ποιότητα και καθιστά κάποιον «οδηγητή της κοινωνίας», που ξεχωρίζει απ’ το μέσο όρο.

Ότι το ιστορικό πλαίσιο στο οποίο διαμορφώθηκε η προσωπικότητα του γληνού ήταν η εικόνα μιας εξαρτημένης ελλάδας, μιας καθυστερημένης οικονομίας, χωρίς βαριά βιομηχανία, με κομπραδόρικο χαρακτήρα κι εκτεταμένα δάνεια –αυτό το σημείο το ανέπτυξε διεξοδικά κι επί μακρόν, κατεβάζοντας στην ουσία όλη την ‘πολιτική του γραμμή’. Σε αυτό το πλαίσιο ασφυκτιούσε η ανάγκη για εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, προσκρούοντας τελικά στα αντιφατικά συμφέροντα της ίδιας της άρχουσας τάξης –έτσι εξηγείται πχ κι η 'διγλωσσία' με τη συντηρητική επιμονή της στην καθαρεύουσα στο γλωσσικό ζήτημα.

Αναφέρθηκε επίσης σε μια περιοδολόγηση του καραγιώργη για τις βασικές φάσεις της εξέλιξης της σκέψης του γληνού· στο βαθμιαίο πέρασμά του στις σοσιαλιστικές ιδέες· στη συμβολή του κατά τη φάση των διαπραγματεύσεων του συμφώνου σοφούλη-σκλάβαινα, που (κατά την κρίση του) αν είχε εφαρμοστεί, μπορεί να είχε φράξει το δρόμο στο μεταξά! Και στην πασίγνωστη μπροσούρα «τι είναι και τι θέλει το εαμ», που είναι παραμελημένο, αλλά αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ιστορικά ντοκουμέντα» κι ένα είδος εθνικού ύμνου της χώρας.
Στον επίλογο της εισήγησής του κράτησα μια φράση της ρόζας ιμβριώτη για το έργο του γληνού, από το οποίο ξεπηδάει ένας ολόκληρος ηθικός κόσμος -όχι με την σχετική τρέχουσα έννοια, αλλά με την πρακτική αίσθηση του καθήκοντος.

Από τις παρεμβάσεις του κοινού στη συζήτηση που ακολούθησε, ξεχώρισαν κατά τη γνώμη μου.
Το έτοιμο λογύδριο ενός αναρχικού για τη διαφορά του χώρου του από τους κομμουνιστές, που αναγνωρίζουν μόνο την ταξική συνείδηση και παραβλέπουν την χειραφέτηση από μια πανανθρώπινη σκοπιά. Και σε δεύτερη φάση τον προβληματισμό του για τον προφορικό λόγο που καταστρέφεται από το αστικό σχολείο και δεν μπορούμε έτσι να αλλάξουμε δυο στρωτές κουβέντες μεταξύ μας.
Οι ευχαριστίες ενός εκπαιδευτικού προς τον ομιλητή και τους διοργανωτές για το πολύτιμο αυτό μάθημα σχετικά με το έργο και την προσωπικότητα του γληνού, που δε μας δίδαξε ποτέ το ταξικό σχολείο.

Η παρέμβαση ενός βενιζελοχτυπημένου {ας το αντιμετωπίσουμε: στην κρήτη ήμασταν, και δη στα χανιά} που ανέσυρε από μνήμης μια εγκωμιαστική φράση του γληνού στη βουλή για το βενιζέλο και την έδεσε πολιτικά με ένα τσιτάτο του βλαδίμηρου (που έχει μια φυσιογνωμική ομοιότητα βέβαια με το λευτεράκη, αλλά πέραν αυτού ουδέν άλλο) για την προκατάληψη που είναι χειρότερη από την αμάθεια. Κι όταν τελικά ειπώθηκαν δυο λόγια για το προοδευτικό (και με εισαγωγικά και χωρίς αυτά) ποιόν του βενιζέλου και το γαμήλιο ταξίδι του με την έλενα σκυλίτση σε εξωτικά μέρη ενώ ο λαός υπέφερε και αποκαλύφτηκε πως ο οπαδός του ήταν ένας παλιός βουλευτής του πασόκ, αυτός τα γύρισε, λυπήθηκε που παρεξηγήθηκαν όσα είπε και σηκώθηκε να φύγει. Πασοκοθεούλης…

Ενώ αυτός που τον ξεσκέπασε, συνέχισε αντιπαραθέτοντας το έπος του στάλινγκραντ στην τραγωδία του λίβανου και της βάρκιζας που ακολούθησαν, συμπεριέλαβε τα λαϊκά μέτωπα συλλήβδην και αναρωτήθηκε αν ο γληνός θα έπαιρνε αποστάσεις από αυτές τις επιλογές, εφόσον είχε επιζήσει, για να του θυμίσει ο πετρόπουλος τη μεσολάβηση του γληνού για το σύμφωνο σοφούλη-σκλάβαινα.

Το κορυφαίο καλτ στιγμιότυπο ωστόσο ήταν το ξέσπασμα ενός άλλου ηλικιωμένου κυρίου για το σιωνισμό και τον ξένο παράγοντα που καταστρέφουν την χώρα μας, το οποίο σε έκανε να αναρωτιέσαι αν είχε καταλάβει πού βρισκόταν και τι είχε ειπωθεί τόση ώρα στην εκδήλωση. Κι όταν άρχισε δεύτερο γύρο για τον εβραιο μαρξ, τον διέκοψε ευγενικά ο συντονιστής, λέγοντας πως προσωπικά δεν πιστεύει σε θεωρίες συνωμοσίας και εξάρτησης –αυτό το τελευταίο πρέπει να ήταν έμμεση απάντηση σε όσα είχε πει πριν εισηγητικά ο πετρόπουλος.

Κι ο συντονιστής ήταν μάλλον ναρίτης. Αλλά εμένα να σου πω την αλήθεια, δε με νοιάζει τόσο τι ήταν, ούτε αν κάλεσαν τον πετρόπουλου, ούτε ποιοι ακριβώς είναι σε αυτόν το σύλλογο, που μάλλον συσπειρώνει εξωκοινοβούλιο και κάποιος δικούς μας (με την ευρεία έννοια) ανένταχτους, ή πρώην δικούς μας. Εμένα με νοιάζει ότι μάζεψαν κόσμο με κάποιες αξιόλογες εκδηλώσεις –πχ παρουσίαση βιβλίου για το βάρναλη, κινηματογραφικό αφιέρωμα για την εργατική τάξη- και πήραν μια αξιέπαινη πρωτοβουλία στη μνήμη του γληνού για τα 70χρονα από το θάνατό του. Κι είχε δίκιο ο συντονιστής όταν είπε πως είναι όνειδος που κανένα ίδρυμα, κόμμα, σύλλογος δε διοργάνωσε κάτι αντίστοιχο –καθώς μέχρι και συνέδριο θα μπορούσε να σταθεί σχετικά με το έργο και τη ζωή του γληνού. Και ο δικός τους σύλλογος συμβάλλει στο βαθμό που του αναλογεί, χωρίς να παίρνει για μπόι τη σκιά του, υπενθυμίζοντας απλώς αυτή την ανάγκη σαν.. αλογόμυγα.
Με νοιάζει δηλ που δε σηκώσαμε εμείς μια αντίστοιχη εκδήλωση, είτε στα χανιά, είτε και συνολικά, σαν κόμμα, κι αφήνουμε κενά που τα καλύπτουν άλλοι.

Όσο για το επιμύθιο της εκδήλωσης, το έπιασε πολύ καλά μια άλλη εκπαιδευτικός στην παρέμβασή της, προτού τη διακόψει ο εβραιοφάγος. Κι αυτό βγαίνει από τη διαδρομή του γληνού, που ξεκίνησε προσπαθώντας να αλλάξει την εκπαίδευση, προς όφελος του λαού, για να αλλάξει τις συνειδήσεις και τον κόσμο. Αλλά κατάλαβε από την πείρα του πως πρέπει να κάνει ακριβώς το αντίθετο, να παλέψει πρωτίστως για την αλλαγή του κόσμου και μαζί με αυτόν να αλλάξει και η εικόνα της παιδείας. Να αλλάξει δηλ το κοινωνικό-οικονομικό σύστημα, για να αλλάξει ριζικά και το εκπαιδευτικό.


Κι αυτό συνιστά την καλύτερη απάντηση και στα κάθε λογής ιδεολογήματα του ποικιλόχρωμου οπορτουνισμού, που προσπαθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο να διαστρέψει αυτή τη βασική αλήθεια.

Υγ: Μπορείτε επίσης να επισκεφτείτε εδώ την ιστοσελίδα του ιδρύματος γληνού.

Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2013

Ένα κομμάτι ουρανός

Αυτές τις μέρες η κε του μπλοκ το έχει ρίξει (στο φαΐ και) στη βιβλιοθεραπεία. Συνεπώς περιορίζεται σήμερα σε μια τεμπέλικη ανάρτηση, με την αντιγραφή ενός αποσπάσματος από ένα μυθιστόρημα του δημήτρη (μίμη) ραβάνη-ρεντή. Ο οποίος έχει γράψει μερικά από τα καλύτερα μυθιστορήματα για την περίοδο της αντίστασης, αλλά και τους στίχους μερικών πολύ σπουδαίων τραγουδιών (σαν ατσάλινο τείχος, παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους, ο μπελογιάννης ζει), ποιήματα, θεατρικά, κτλ.

Το απόσπασμα που ακολουθεί είναι από το βιβλίο του «ένα κομμάτι ουρανός», από τη δεκαετία με τις βάτες και μεταφέρει στην εποχή του μια πραγματική ιστορία, που είχε συμβεί πολλά χρόνια πριν, το 39’.
Την ξανάφερε στο μυαλό μου ένας γύρος στα νησιά της άγονης γραμμής, καθώς και μια ειδική οδηγία για τους ερασιτέχνες κατασκευαστές σκαφών, που λέει: «προσοχή! Όταν κατασκευάζετε σκάφος να μελετήσετε πρώτα τον χώρο, να βεβαιωθείτε ότι θα μπορέσετε να το βγάλετε!»
Φαίνεται πως συχνά συμβαίνει να μη βγαίνει η βάρκα σου από διάφορα «τείχη»…

Στο κεφάλαιο αυτό ο συγγραφέας περιγράφει την απεργία των λιμενεργατών, το χτύπημα των ματ και της κρατικής καταστολής, την κόντρα με τους παραγωγούς που ζητούσαν να μεταφερθούν τα προϊόντα τους και τις σκέψεις κυβέρνησης της αλλαγής (που υποσχόταν ακόμα καλύτερες μέρες) να χρησιμοποιήσει στρατιώτες στη θέση των απεργών.
Το συγκεκριμένο απόσπασμα εστιάζει στις αντιδράσεις των θαμώνων ενός καφενείου, που ακούνε τις ειδήσεις του κρατικού καναλιού.


Δημήτρης Ραβάνης Ρεντής (1925-1996)
 Το προηγούμενο βράδυ είχαν στηθεί όλοι στην τηλεόραση ν’ ακούσουν ειδήσεις για τις κινητοποιήσεις. Σε μερικά νησιά η πλειοψηφία εξακολουθούσε να υποστηρίζει την απεργία, σε άλλα είχε λυθεί. Ανάμεσα σ’ αυτούς που είχαν λύσει την απεργία ανάφεραν και τους λιμενεργάτες του νησιού τους.

Για τ’ άλλα νησιά πέσανε οι κατάρες των σχολιαστών. Δεκάδες φράσεις, πάντα οι ίδιες, ακούστηκαν σ’ όλες τις εκπομπές.
«Συντεχνιακά συμφέροντα των απεργών…»
«Υποκινούμενοι από πολιτικές σκοπιμότητες…»
«Το δικαστήριο κήρυξε την απεργία παράνομη».

Οι θεατές, άλλοι όρθιοι, άλλοι καθισμένοι, άλλοι παίζοντας το κουμκάν τους, άρχισαν να καλαμπουρίζουν:
«Καλά σας κάνουν! Να σκάσει και να πλαντάξει η συμπαθής τάξις των λιμενεργατών!»
«Σας υποκινούν οι κομμουνιστές βρε, οι κομμουνιστές που θέλουν να διαλύσουν ως και την οικογένεια! Συνέλθετε μωρέ!»
«Βρε γαμώτο! Να μην έχει τύχει ούτε μία απεργία δίκαια και νόμιμη ούτε πριν, με την «τρισκατάρατη» δεξιά, ούτε τώρα με το «τρισευλογημένο» ΠΑΣΟΚ;»

«Αμ το άλλο το αλησμονήσατε; Κάθε κλάδος που απεργεί βαφτίζεται και προνομιούχος!» κάποιος πέταξε.
«Καλά λες! Αυτό πού το πας! Να οι τραπεζικοί –οι πλέον προνομιούχοι-, οι γιατροί –οι πλέον προνομιούχοι-, το ίδιο και οι δημόσιοι υπάλληλοι, κι οι οικοδόμοι, κι άσε την Ολυμπιακή!»
«Αμ οι ταξιτζίδες; Ξεχάσατε τη «συμπαθέστατη τάξη των ταξιτζίδων» που ο Κουτσόγιωργας τους ονομάτισε εφοπλιστές της ασφάλτου;»

Κι όλα θα είχαν εκτονωθεί ίσως από αστείο σε αστείο, αν δεν εμφανιζότανε ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης να δηλώσει πως αποφασίστηκε η χρησιμοποίηση στρατιωτικών δυνάμεων για το φόρτωμα των κηπευτικών. Και μπορεί κι αυτό να πέρναγε έτσι, αν τέλος δεν έβαζε και το χεράκι του ο τέως πρωθυπουργός, ο Ράλλης, να δηλώσει ότι οι στρατιώτες εκτός από τα καθήκοντά τους για την υπεράσπιση της πατρίδας, επιτρέπεται να κάνουν και τέτιες δουλιές.

«Ποπό, τι θυμήθηκα!» χτύπησε ένας εργάτης το κούτελό του. «Ρε Ντίνο, τι είχε πει ο τωρινός πρωθυπουργός όταν ο Ράλλης είχε κινητοποιήσει το στρατό για να σπάσει τις απεργίες;»
«Εγώ δε θυμάμαι. Θυμάται κανείς παιδιά;» έκανε τον ανήξερο ο Ντίνος.
«Ο Παπανδρέου τον είχε κολλήσει στον τοίχο τον Ράλλη, τότε, αυτός όμως, είδες τώρα ευγένεια και συμπαράσταση;»
«Ρε παιδιά, ρε παιδιά, όχι και συμπαράταξη με τη δεξιά!» μπήκε άλλος στη μέση.
«Συμπαράσταση είπε ο άνθρωπος, μην υπερβάλλεις και μη διαστρεβλώνεις. Γιατί, όπως είδες, ο τέως πρωθυπουργός μας εμφανίστηκε οικειοθελώς και ευγενώς προσφερόμενος!»

«Ε λοιπόν, να ξέρετε πως είναι «κρυπτοκλαδικός» κι ο Ράλλης!»
«Α καλά, αυτός ήταν από παλιά σοσιαλιστής. Το δήλωσε κιόλας. Δε θυμάστε πέρσι, σα σήμερα, που τ’ ακούσαμε σ’ αυτό εδώ το καφενείο, απ’ αυτήν εδώ την τηλεόραση; Θυμάστε τι είπε; Αν αυτό, λέει, είναι σοσιαλισμός, εμείς τον είχαμε εφαρμόσει επί κυβερνήσεώς μας».
«Σκάσε ρε εφοπλιστή του τσουβαλοφορτώματος» κάποιος γέλασε.

Το καπάκι στο καζάνι που κόχλαζε, το ‘βαλε –ή καλύτερα, το ‘βγαλε- ένας «ειδικός οικονομολόγος» από δαύτους που κινητοποιούν πάντα σε τέτιες περιπτώσεις, με αριστεροειδή πεπαλαιωμένα «πτυχία», άσοι στο να παρουσιάζουν το μαύρο για άσπρο. Αυτός πάλι –τι του ‘ρθε;- δήλωσε πως η κυβέρνηση στεκότανε πάντα στο πλάι των παραγωγών και στα προβλήματά τους και τώρα που η κατάστασή τους άρχισε να καλυτερεύει, ερχότανε η απεργία των λιμενεργατών να τους χαλάσει τη δουλιά.
«Γιατί το κάνετε αυτό, βρε εργάτες, αφού τους μεσάζοντες που ρουφούσαν το αίμα των παραγωγών τους διέλυσε η κυβέρνηση;» ρώτησε ένας από τους παρευρισκόμενους «καταστενοχωρημένος».

Πάνω σ’ αυτό μπουρίνιασαν κι οι παραγωγοί που χρόνια τώρα τους εμπαίζει η Νομαρχία με τα μέτρα που όλο και θα πάρει.
«Μας κοροϊδεύουν ρε, μας κοροϊδεύουν!»
«Δε μας αξίζει; Όχι πες μου, δε μας αξίζει να μας κοροϊδεύουν, αφού ξεχνάμε τις φάπες που τρώμε;»
Το αστείο εξελίχθηκε σε αγανάκτηση. Οι άνθρωποι είναι πάντα έτοιμοι να κάνουν έστω και υποχωρήσεις, φτάνει να μην τους παίρνουν στο ψιλό.
Κι έτσι, σε συμφωνία με τους παραγωγούς αυτή τη φορά, ψηφίστηκε η συνέχιση της απεργίας…


Το εξώφυλλο της έκδοσης, με την χαρακτηριστική 80'ς αισθητική
που βρίσκουμε και σε άλλα σπουδαία βιβλία της ίδιας σειράς


Στο οπισθόφυλλο της έκδοσης, ο συγγραφέας γράφει πως "αν και μου λένε 'μη μαρτυράς πως οι ιστορίες σου είναι αληθινές, γιατί χάνεις' κάνω πάλι το ίδιο λάθος". Κι εμείς με τη σειρά μας χαιρόμαστε να μοιραζόμαστε το δυνατό ρεαλισμό και τις συνέπειες αυτού του λάθους.

Ο σφος αναγνώστης μπορεί να μείνει στις ομοιότητες με τη δική μας εποχή και το διαχρονικό χαρακτήρα κάποιων καταστάσεων. Ας μη μας διαφεύγει ωστόσο, πως σήμερα έχει σπάσει το κρατικό μονοπώλιο στην τηλεόραση και η ενημέρωσή μας είναι σαφώς πιο αντικειμενική. Κι ότι η σημερινή ροζ αλλαγή, θα διδαχτεί από τα λάθη του παρελθόντος και θα φροντίσει να μην τα επαναλάβει.
Ας μην τα ισοπεδώνουμε λοιπόν όλα, με στείρο μηδενισμό..

Υγ: όσοι αναγνώστες ενδιαφέρονται για το βιβλίο, μπορούν να το βρουν στη σύγχρονη εποχή σε ειδική προσφορά (τρία ευρώ, αν δεν κάνω λάθος), μαζί με πολλά άλλα έργα του ίδιου συγγραφέα, εκ των οποίων το καλύτερο ίσως είναι "ο δρομάκος με την πιπεριά", για τα χρόνια της αντίστασης.

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Το αλφαβητάρι του χοντρού

Όσοι επισκέπτονται συχνά βιβλιοπωλεία θα γνωρίζουν μια σειρά μικρών εγχειριδίων, που παίρνουν μια θεματική κατηγορία ή ένα χόμπι και αναλύουν κάποιες βασικές έννοιες με εκλαϊκευτικό τρόπο, συγκεντρώνοντας σε ένα μικρό βιβλιαράκι πληροφορίες, κανόνες, με δυο λόγια την αλφαβήτα όσων πιστών ασχολούνται με το συγκεκριμένο αντικείμενο. Εξ ου κι η αντίστοιχη ονομασία τους: πχ το αλφαβητάρι του καπνιστή, του φοιτητή, του καλοφαγά, του μπάσκετ, των μαντινάδων, των πούρων αβάνας! Και πάει λέγοντας. Στη σύγχρονη εποχή της θεσσαλονίκης πχ μπορούσες να βρεις κάποτε το αλφαβητάρι του ασφαλισμένου και του καλού φαντάρου. Καθώς επίσης και το αλφαβητάρι του κομμουνισμού, των μπουχάριν και πρεομπραζένσκι, που ανήκει πάντως σε διαφορετική κατηγορία.


Σε αυτή την κατηγορία λοιπόν υπάρχει και το αλφαβητάρι του χοντρού, που αποτελεί παρηγοριά και πολύτιμο εργαλείο για κάθε εύσωμο συνάνθρωπό μας, που τον έχει πάρει από κάτω και νιώθει μειονεκτικά. Ο συγγραφέας αναλύει με ευφυή τρόπο και συνεπές ταξικό κριτήριο την επιβαλλόμενη δικτατορία των χτικιάρηδων, τα ανορεξικά πρότυπα ομορφιάς, τις διάφορες κατηγορίες χοντρών –από την παραιτημένη ως το λεβεντόχοντρο, (που ‘ναι καταδικασμένος σε μια ιδιότυπη μοναξιά, γιατί κανείς δεν τον αγκαλιάζει), τις χάρες και τα πλεονεκτήματα της εύσωμης τάξης, τις κατασκευασμένες ενοχές και την ιδεολογική διαπάλη που αναπτύσσεται παράλληλα με την ταξική της συνείδηση καθώς και τις διάφορες παγίδες που απειλούν να τη διαβρώσουν.

Αυτές τις χρονιάρες μέρες λοιπόν που όλοι γινόμαστε λίγο καλύτεροι άνθρωποι, που νιώθουμε κάποιες εσωτερικές διεργασίες και γουρουνιάζουμε χωρίς κόμπλεξ και τύψεις συνείδησης· τώρα που κάθε αφόρητη κοινωνική σύμβαση-υποχρέωση φαίνεται να αποκτά επιτέλους κάποιο νόημα, εφόσον καταλήγει σε ένα πλούσιο γιορτινό τραπέζι· σήμερα που ανακαλύπτουμε τα προσωπικά μας όρια και νιώθουμε μέσα μας πραγματικά γεμάτοι –«αφήσαμε όμως λίγο χώρο και για το γλυκό;»· που το φαΐ γίνεται αχώριστος σύντροφος, ικανός να γεμίσει κάθε υπαρξιακό κενό και να δώσει λύσεις, χωρίς να μας απογοητεύει ποτέ· και διαπιστώνουμε στην πράξη το συγκριτικό πλεονέκτημα και την υπεροχή –ακόμα και του πιο χυδαίου- διατροφικού υλισμού, που δεν υπερίπταται στα σύννεφα, πάνω από τον άνθρωπο και τις ανάγκες του κι αναγνωρίζει τον πρωτοπόρο ρόλο του σώματος της εργατικής τάξης.

Αυτές τις (φ)άγιες μέρες λοιπόν, τα διδάγματα που αναλύει, εκλαϊκεύει και μας δίνει μασημένη τροφή (τι άλλο;) αυτό το αλφαβητάρι καθίστανται δραματικά επίκαιρα. Μας καλούν να εμβαθύνουμε στο καταστάλαγμα της λαϊκής σοφίας, τα τσιτάτα για την επανάσταση που περνάει από το στομάχι και τη ζωή που είναι ένα πιάτο φαΐ και αλίμονο σε αυτόν που δεν το γεύτηκε. Να αφομοιώσουμε την κινηματική πείρα των συνεστιάσεων, της συλλογικής κουζίνας, της αγωνιστικής ταβέρνας, των λαϊκών τσιμπουσιών και γυράδικων κι άλλων πολύπλευρων μορφών πάλης.


Να διδαχτούμε από τους λαϊκούς ήρωες της κλασικής μας παιδείας, τον αλσέστ από το μικρό νικόλα, που μασουλάει συνέχεια, φτύνει ψίχουλα όταν μιλάει και το χέρι του κολλάει απ’ το βούτυρο σε κάθε χειραψία. Τις θυμόσοφες φράσεις του λαϊκού ηγέτη μαζεστίξ, στην ασπίδα της αρβέρνης, που θυμίζουν κάπως τον χαρίλαο: όταν έχεις ορεξούλα, όλα πάνε κατ’ ευχούλα. Και την αγνή κι άδολη απορία του ταξικού βράχου οβελίξ, μπροστά στα ιδεολογήματα της αστικής τάξης (που μας θέλει λιμασμένους κι ολιγαρκείς) καθώς αδυνατεί να καταλάβει πώς θα μπορούσε κανείς να παραφάει και να πάθει κάτι κακό από το φαγητό.
Αλλά (να διδαχτούμε) και από τους επιστημονικούς υπολογισμούς που είχαμε κάνει στο ξεκίνημα της κρίσης με το λαϊκό στρώμα και τη φόρμουλα-σύνθημα προς ζύμωση: ένα κιλό σε κάθε εργάτη για κάθε ποσοστιαία μονάδα του χρέους της χώρας επί του αεπ. Στο 120% το χρέος; 120 κιλά και το ενδεικνυόμενο βάρος για να επιβιώσουμε.

Αυτοί που μας αρπάζουν το φαΐ από το τραπέζι, έρχονται να μας πουν με θράσος πως όλοι μαζί τα φάγαμε. Και γαντζώνονται γερά γύρω από την κουτάλα της εξουσίας –«δεν μπορεί κανείς να μας την πάρει», όπως έλεγε κι ο ανδρέας στο θρυλικό δίσκο του χάρρυ κλυνν «ραντεβού με την εισαγγελία».


Εμπνεόμαστε απ’ τους μακροχρόνιους εργατικούς αγώνες για το ψωμί του λαού. Το βαθύτατα λαϊκό μέγεθος της παχυσαρκίας, λόγω έτοιμης τροφής και λιπαρής κακής διατροφής –πόσοι εργάτες έχουν σήμερα την πολυτέλεια του χρόνου και των χρημάτων για να μαγειρεύουν ό,τι προβλέπει ένα υγιεινό, χορταστικό διαιτολόγιο με γκουρμεδιές; Από την καταπολέμηση του κατοχικού συνδρόμου, που δε μπόρεσε ωστόσο να καταστεί κρίκος για την κατάληψη της εξουσίας. Απ’ το στόχο πάλης για γνήσιο εργατικό έλεγχο των κρεάτων και των λαχανικών που μας ταΐζουνε. Αλλά όχι από το ρεφορμιστικό σύνθημα της καύσης θερμίδων και πληρωμών, χωρίς λαϊκή εξουσία, ως ενδιάμεσο σκαλοπάτι για το νέο άνθρωπο της κοινωνίας του μέλλοντος.

Έχουμε ως αδιαπραγμάτευτη αφετηρία το ειδικό βάρος της εργατικής τάξης και της πολιτικής της πρωτοπορίας στην ταξική πάλη. Αλλά παράλληλα επιδιώκουμε συμμαχία με τα μεσαία σ(τρ)ώματα, που στοχοποιούνται στην κρίση, γιατί έχουν ακόμα λίπος να κάψουν, έχουν παχάκια κι αντικειμενικό συμφέρον να παλέψουν στο πλευρό μας. Ωστόσο έχουν αντιφατική συνείδηση, γιατί ονειρεύονται να ανελιχθούν και να γίνουν κι αυτοί χτικιάρηδες –όπως και κάποιοι αποστάτες της τάξης μας, που ‘χαν ταξικές κοιλίτσες, αλλά λύγισαν και πέρασαν στην άλλη όχθη.

Η κε του μπλοκ πήρε την πρωτοβουλία μαζί με ένα συμπλόγκερ σφο που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του, για να μη λουστεί την κοινωνική κατακραυγή για αυτό που θα ακολουθήσει, να εκλαϊκεύσει ακόμα περισσότερο τις παραπάνω ιδέες και να τις προσαρμόσει σε κάποια δικά μας τσιτάτα και συνθήματα, που θα εκφράσουν τους λαϊκούς πόθους και την πείνα του εργατόκοσμου.

Πάλης ξεκίνημα, νέα τσιμπούσια, οδηγοί της ελπίδας, οι πρώτοι χοντροί
Εμπρός χοντρέ, μη σκύβεις το κεφάλι, στη δίαιτα μπροστά, αντίσταση και πάλη
Χοντρέ μπορείς και αν το καταλάβεις, θα γίνεις ο κυρίαρχος του λίπους που παράγεις
Χωρίς το γύρο γρανάζι δε γυρνά, χοντρέ μπορείς χωρίς λαχανικά
Δίνε ένα σουβλάκι σε όποιον σηκώνεται, εσύ να πάρεις πρέπει την ποικιλία
Τα λαχανικά τους είναι μια απάτη, νόμος είναι ζαμπόν και ωμοπλάτη
Εργάτη πολέμα, μας φάγανε το γεύμα
Εννέα εβδομάδες δίαιτα και θυσία, τσακίζουν το λαό για την πλουτοκρατία
Ο λαός πρέπει να διορθώσει την παραγγελία του

Και τέλος
Από τον καθένα με βάση τις δυνατότητές του, στον καθένα με βάση την όρεξή του
Ζήτω ο βλαδίμηρος λένιν και τα ανεξίτηλά έργα του «τι να φάμε» (αντί του ‘τι να κάνουμε’) και «κρέατος κι επανάστασης», γωνία…


Και καλή μας όρεξη…

Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

Οι φίλοι της δημοκρατίας

Σου ‘χει τύχει υποθέτω σφε αναγνώστη να πετύχεις σε κάποια στιγμή της ζωής σου κάτι που θεωρείς πως ανήκει σίγουρα στο παρελθόν και δεν μπορεί να συμβαίνει πλέον. Όταν ήμουν μικρός πχ, διάβαζα τον τόμο της ιστορίας από την τρομερή σειρά ‘τα χρυσά μου βιβλία’ (δε βγαίνουν πια τέτοια διαμάντια) και μου είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ο πόλεμος ήταν κάτι συνταρακτικό που γινόταν σε άλλους καιρούς, πολύ μακρινούς, δε μας αφορούσε πια και είχε σταματήσει οριστικά με τη συγκρότηση του οηε, το 45’ –σαν ένα ιδιότυπο τέλος της ιστορίας.


Κούνια που με κούναγε βέβαια, γιατί το τέλος της ιστορίας του φουκουγιάμα ερχόταν ολοταχώς, τον καιρό που εγώ… διάβαζα, δίνοντας τέλος σε αυτή τη λεπτή μεταπολεμική ισορροπία (που κάποιοι την ονόμασαν ψυχρό πόλεμο κι άλλοι ειρηνική συνύπαρξη –με όσα εισαγωγικά χρειάζεται ο κάθε όρος για να σταθεί) και τις όποιες ασφαλιστικές δικλείδες παρείχε στους λαούς του κόσμου σε κάθε επίπεδο.

Κάποιοι βέβαια μπορεί να πιστεύουν το ίδιο για το κουκουέ και τους κομμουνιστές που ξέχασαν να πεθάνουν. Αυτό που αργοπεθαίνει όμως στην πραγματικότητα είναι ο εκλεπτυσμένος αντικομμουνισμός με το βαμβάκι, που έδωσε τη θέση του σε έναν άλλο, ανοιχτά φασίζοντα, παλιό και πατροπαράδοτο, που είχε μπει προσωρινά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και μυρίζει ναφθαλίνη, οπότε χρειάζεται κατά καιρούς διάφορα αρωματικά αριστερού χώρου να το φρεσκάρουν και να παίξουν το ρόλο του φερετζέ.

Με άλλα λόγια αυτό που δυναμώνει είναι ο φασισμός. Κι αν ψάχνουμε να βρούμε το αντίστοιχό του σε ένα λεξικό συνωνύμων, αυτό είναι ο αντικομμουνισμός (απ’ όπου κι αν προέρχεται) κι όχι κάποια υποτιθέμενη συνταγματική εκτροπή από τη νομιμότητα και το κοινοβουλευτικό ιδεώδες της αστικής δημοκρατίας,  που ξέρει να κάνει τη δουλειά της με πολλούς τρόπους, ακόμα κι όταν φαίνεται να αρνείται διαλεκτικά τις αρχές της και να μετεξελίσσεται σε άλλη ποιότητα.

Ας πάρουμε ένα πιο συγκεκριμένο παράδειγμα, λχ το θέμα μιας αγαπημένης ταινίας, όπως το μάθε παιδί μου γράμματα, να σκεφτούμε τι παρέμεινε ίδιο και τι έχει αλλάξει από τότε. Ο διαμαντόπουλος άφησε πίσω του πολύ μεγάλο κενό. Ο καλογερόπουλος δεν ασχολείται πια με τέτοια ξεπερασμένα, στρατευμένα είδη. Κι ο τσάκωνας το γύρισε στη βιντεοκασέτα και γύρισε το μάθε παιδί μου μπάσκετ. Αλλά δε βρήκε ποτέ τα χαμένα του μαλλιά και την χαμένη εξαετία που του περίσσευε στο λογαριασμό.
Έξι χρόνια στο δημοτικό, έξι στο γυμνάσιο, έξι στο πανεπιστήμιο…

Η ελληνική ύπαιθρος έχει ερημώσει. Τώρα πια ρημάζουν κι οι πόλεις, ήδη πριν να πλακώσει η σκιά της κρίσης, με τη λεγόμενη αποβιομηχάνιση. Οι πτυχιούχοι ερευνητές και επιστήμονες μένουν στο εξωτερικό, για να μην παίζουν τάβλι στο καφενείο της γειτονιάς. Οι παπάδες ζουν και βασιλεύουν επί γης και δεν τους αγγίζει κανένα μνημόνιο. Και τα διάφορα θρασίμια αντιστρέφουν την πραγματικότητα και τη βάζουν με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω (όπως ο χέγκελ τη διαλεκτική), ζητώντας «την αλήθεια ρε» και τα ρέστα από το κουκουέ, που πρέπει να απολογηθεί για τα πάντα.

Αλλά η ιστορική αλήθεια «έλαμψε». Η κυβέρνηση της αλλαγής αναγνώρισε την εθνική αντίσταση, κουτσουρεμένη βέβαια ως το 44΄, χωρίς το δεκέμβρη, λεηλατώντας εκλογικά την εαμογενή βάση. Κατάργησε και τις ποδιές στα σχολεία, καθιέρωσε τη δημοτική, έφερε κάποια σχετικά προοδευτικά –εξαρτάται με τι συγκρίνεις πάντα- εγχειρίδια ιστορίας, άρχισαν να μας διαβάζουν και οι διευθυντές κάθε νοέμβρη ένα σύντομο μήνυμα για το γοργοπόταμο.
Με δυο λόγια νικήσαμε!! Η ιστορική μνήμη αποκαταστάθηκε. Δεν είμαστε πια στην εποχή που τα παιδιά στην ταινία δεν μπορούσαν να καταθέσουν στεφάνι στη μνήμη του χρήστου καναβού, που σκοτώθηκε από τους γερμανούς. Αυτά γίνονταν σίγουρα στο παρελθόν, τώρα όμως έχουν αλλάξει τα πράγματα. Τώρα έχουμε δημοκρατία…

Ας πάρουμε άλλο ένα παράδειγμα, με όσα διηγείται το βιβλίο του σινκλέρ για τους ανθρακωρύχους, την κατάσταση της εργατικής τάξης, τις συνθήκες εργασίας και τα πολιτικά της δικαιώματα –πήραμε μια γεύση και στην αμέσως προηγούμενη ανάρτηση. Ασφαλώς όλα αυτά είναι πολύ δυσάρεστα, ίσως και ψυχοπλακωτικά, ιδίως για τα ευαίσθητα μέλη της καλής κοινωνίας, αλλά ανήκουν σε ένα μακρινό, σκοτεινό παρελθόν στο οποίο μπήκε οριστικά ταφόπλακα.

Έκτοτε η κατάσταση έχει βελτιωθεί δραματικά. Οι εργάτες έχουν δικά τους σωματεία, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, μέτρα προστασίας που τους διασφαλίζουν από ατυχήματα, κατοχυρωμένες συνταγματικές ελευθερίες. Έτσι δεν είναι; Η ανθρωπότητα εξελίσσεται, εκπολιτίζεται κι αφήνει πίσω της το μεσαίωνα και την κοιλάδα των δακρύων στην οποία ζούσαν οι λαοί μέχρι πρότινος.

Σήμερα δηλ δεν υπάρχουν εργάτες που απολύονται εκδικητικά για συνδικαλιστική δραστηριότητα, απεργοί που αντιμετωπίζοντας ως σαμποτέρ της παραγωγής και εγκληματίες, θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα, χειρώνακτες που αντιμετωπίζονται σαν υποζύγια, δικαστικές κι εκτελεστικές αρχές που μεροληπτούν, ελεγκτικά όργανα που εθελοτυφλούν, καταστολή, οκτάωρα που παραβιάζονται, μαύρη ανασφάλιστη ή και παιδική ακόμα εργασία, φτώχια και πείνα. Ζούμε σε μια ευνομούμενη πολιτεία, όμορφη, ηθική, αγγελικά πλασμένη. Κι έχουμε αφήσει πίσω μας όλες αυτές τις ασχήμιες.
Σήμερα έχουμε δημοκρατία.

Σήμερα λοιπόν καλούμαστε να βγάλουμε μερικά συμπεράσματα. Όποιος θίγει σήμερα το ζήτημα της δημοκρατίας, γενικά κι αφηρημένα, εστιάζοντας σε συνταγματικά τόξα, το κοινοβούλιο και τη μορφή του πολιτεύματος, οφείλει να συνυπολογίσει πως δημοκρατία θεωρητικά είχαμε και το 80’ που γυρίστηκε η ταινία του μαραγκού. Δημοκρατία θεωρητικά είχανε και στις ηπα, έναν αιώνα πριν, που ξεσπούσε η απεργία των ανθρακωρύχων και τα υπόλοιπα γεγονότα που ενέπνευσαν στο σινκλέρ το μυθιστόρημά του. Όποιος θέλει να βρει για να αντιπαλέψει τις ρίζες του φασισμού, δεν πρέπει να ψάξει στους εχθρούς που απειλούν να καταλύσουν την αστική δημοκρατία, αλλά στην ίδια την ταξική της ουσία, ως πολιτική έκφραση της δικτατορίας του κεφαλαίου. Θα τις βρει στον πολιτικό λόγο των αστικής τάξης και τη θεωρία των δύο άκρων, στην ιστορική της αντίληψη και την ουσιαστική αθώωση των φασιστών, που πάλεψαν για λογαριασμό της.

Θα βρει το φασισμό κυρίαρχο στους χώρους δουλειάς, όπου βασιλεύει η εργοδοτική τρομοκρατία κι ο βασιλιάς άνθρακας, καίγοντας άπληστα τις εργατικές κατακτήσεις. Πόσοι γνωρίζουν άραγε ότι μια από τις «δευτερεύουσες» παράπλευρες συνέπειες του μνημονίου ορίζει πως πλέον βρίσκεται στη διακριτική ευχέρεια του εργοδότη να θεωρεί εργάσιμες μέρες την πρωτοχρονιά, τα φώτα ή την 28η οκτωβρίου; Καλά, για την πρωτομαγιά ούτε λόγος…

Αυτά τα παραδείγματα δεν είναι καθόλου τυχαία, καθώς αφορούν δυο άκρως νευραλγικούς τομείς: την ιστορική μνήμη και τη σφαίρα της παραγωγής. Η ιστορία δεν μπορεί ποτέ να είναι ουδέτερη, να ακολουθήσει κάποιον τρίτο δρόμο, ιδίως σε μια χώρα σαν την ελλάδα, που η αγωνιστική παράδοση κι η δράση των κομμουνιστών έχει ποτίσει κάθε πέτρα και γωνιά της. Ούτε κι η παραγωγή είναι κάτι ουδέτερο και τεχνοκρατικό, για να χωρέσει την άπλα γενικών, αφηρημένων ιδεών, όπως η ανάπτυξη –κι όσοι χάψουν το παραμύθι, θα πάρουν καραμέλες στο τέλος.

Η μόνη δημοκρατία που μπορεί να υπάρξει σε τέτοιους τομείς κι ιδίως στους χώρους δουλειάς, για να εξασφαλίσει τα στοιχειώδη δικαιώματα όσων εργάζονται και παράγουν τον πλούτο αυτής της χώρας είναι η εργατική δημοκρατία. Ή μάλλον για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, η δικτατορία του προλεταριάτου, ενάντια στην τάξη των εκμεταλλευτών κι ό,τι απομένει από τον παλιό κόσμο της καταπίεσης, το βασίλειο του καταναγκασμού και του άνθρακα, που καθιστά ψευδεπίγραφη την όποια δημοκρατία κι άνθρακες το θησαυρό της «ελευθερίας».


Όσοι λοιπόν νιώθουν, δηλώνουν ή –τόσο το καλύτερο- είναι φίλοι της δημοκρατίας, οφείλουν τώρα να σκεφτούν σοβαρά τα παραπάνω και να πάρουν συγκεκριμένη θέση. Τώρα είναι καιρός…

Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2013

Ο βασιλιάς άνθρακας

Πολλές φορές, όταν θες να παρουσιάσεις ένα βιβλίο, είναι καλύτερο να αφήσεις αυτό να μιλήσει για τον εαυτό του, μέσα από κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Κι αυτό ισχύει στην περίπτωση του βιβλίου του άπτον σίνκλερ ‘ο βασιλιάς άνθρακας’ που κυκλοφορεί από τη σύγχρονη εποχή, σε μετάφραση της βασιλείας παπαρήγα. Κάποια απ’ τα σημεία που παραθέτω είναι ελαφρώς αλλαγμένα, κυρίως για να μην μπερδευτεί με πολλά ονόματα ο αναγνώστης, που δεν ξέρει τους χαρακτήρες του βιβλίου. Ο βασικός ήρωας του έργου πάντως είναι ένας γόνος πλούσιας οικογένειας, που προχωρά σ’ ένα κοινωνιολογικό πείραμα και γίνεται εργάτης, για να δει από πρώτο χέρι πώς ζουν και πορεύονται αυτοί οι άνθρωποι.



-Έλα τώρα! Δούλεψε για λίγο και θα μάθεις ότι νόμος στα ανθρακωρυχεία είναι αυτό που λέει το αφεντικό.
Ο ρέμπελος συνέχισε να απαριθμεί τα πιστεύω του, ότι όταν ένας δίνει δουλειά κι ένας άλλος πρέπει να παλέψει για να την πάρει, τότε ο νόμος δεν έχει να πει πολλά σε αυτό το αλισβερίσι. Ο Χ. θεώρησε αυτή την άποψη πολύ εμβριθή παρατήρηση και ευχόταν να μπορούσε να τη μεταφέρει στον καθηγητή πολιτικής οικονομίας, στο πανεπιστήμιο.

(…)

-Δηλ πρέπει να ψωνίζεις μόνο από αυτό το μαγαζί!
-Νόμιζα ότι είπες πως δούλευες σε ορυχεία, είπε ο γέρος που μέχρι εκείνη τη στιγμή άκουγε σιωπηλός.
-Έτσι είναι, αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο χάλια.
-Ναι σιγά, είπε η κυρία Ρ. Θα ‘θελα να ‘ξερα πού τα βρήκες αυτά. Ο γέρος μου κι εγώ ξεπατωθήκαμε όλα τούτα τα χρόνια ψάχνοντας.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή, η συζήτηση είχε κυλήσει ομαλά. Αλλά ξαφνικά, λες κι έπεσε μια σκιά, σκιά φόβου. Είδε το γέρο να κοιτάζει τη γυναίκα του, να συνοφρυώνεται και να της κάνει νοήματα. Άλλωστε τι ήξεραν για το νεαρό ξένο;
-Δεν έχουμε παράπονο, είπε ο γέρος.
Η γυναίκα του βιάστηκε να προσθέσει:
-Εδώ μας φέρονται το ίδιο καλά μ’ αλλού.
-Δεν είναι αστείο η ζωή των εργατών, όπου κι αν πας, συμπλήρωσε ο άλλος.
Όταν ο νεαρός άρχισε να εκφράζει τη γνώμη του, το άγχος τους να του κλείσουν το στόμα ήταν τόσο φοβερό, ώστε φοβήθηκε μην τους συμβεί τίποτα κι άλλαξε γρήγορα θέμα συζήτησης.

(…)

Πριν λίγο καιρό είχε διαβάσει σε μια εφημερίδα τη συνέντευξη του Προέδρου της Γενικής Εταιρίας Καυσίμων στην οποία υποστήριζε πως όσο πιο έμπειρος είναι ένας ανθρακωρύχος τόσο πιο επικίνδυνος γίνεται στη δουλειά του, γιατί, καθώς νομίζει πως τα ξέρει όλα, δε δίνει καμιά σημασία στους σοφούς κανονισμούς που ορίζει η εταιρία για τη δική του ασφάλεια!

(…)

Πέρασε μια ολόκληρη βδομάδα ώσπου να έρθει η στιγμή να μην αισθάνεται πόνο. Πότε δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί πλήρως σε αυτή τη δουλειά. Ήταν αδύνατο για οποιονδήποτε δούλευε τόσο σκληρά να διατηρήσει την πνευματική του εγρήγορση, το ζήλο, την ευαισθησία του. Ήταν αδύνατο να δουλεύει κανείς τόσο σκληρά και ταυτόχρονα να παραμένει λάτρης της περιπέτειας. Στην ουσία δεν μπορούσε να είναι τίποτα περισσότερο από μια μηχανή. Είχε ακούσει τη γεμάτη περιφρόνηση φράση «αδράνεια των μαζών» και είχε αναρωτηθεί σχετικά με αυτήν. Τώρα πλέον δεν είχε απορίες, γιατί γνώριζε. Πώς μπορούσε ένας άνθρωπος να διαμαρτυρηθεί με γενναιότητα στον εργοδηγό του ορυχείου, με το σώμα του παράλυτο από την κούραση; Πώς μπορούσε να αποτιμήσει με καθαρότητα τα σωστά και τα λάθη του, ώστε να δράσει αποτελεσματικά, να στηρίξει τα συμπεράσματά του, όταν οι πνευματικές ικανότητές του παρέλυαν εξαιτίας της σωματικής κούρασης;

(…)

Όσο απίστευτο και αν φαινόταν, όταν μιλούσε για τις απάνθρωπες εμπειρίες του, δεν υπήρχε ίχνος πικρίας στη φωνή του, προφανώς ούτε και στην καρδιά του. Εδώ, μέσα στη φτώχια και την απόγνωση, με την οικογένειά του διαλυμένη, σκορπισμένη, με τον εφιάλτη της πείνας να του χτυπά την πόρτα, κοίταζε το παρελθόν του χωρίς μίσος για όσους τον είχαν καταστρέψει. Αυτό δε συνέβαινε γιατί ήταν γέρος, αδύναμος ή γιατί είχε χάσει το επαναστατικό πνεύμα του· αλλά γιατί είχε μελετήσει τα οικονομικά και είχε πειστεί πως υπήρχε ένα κακό σύστημα το οποίο τύφλωνε τους ανθρώπους, τους δηλητηρίαζε την ψυχή. Θα έρχονταν καλύτερες μέρες, έλεγε, όταν το κακό σύστημα θα άλλαζε και οι άνθρωποι θα κατάφερναν να δείξουν έλεος στο συνάνθρωπό τους.

(…)

-Έχεις διαβάσει ποτέ για τα μυρμήγκια της Αφρικής;
-Όχι, του απάντησε.
-Ταξιδεύουν σε μεγάλες φάλαγγες, εκατομμύρια μυρμήγκια. Όταν φτάνουν σε κάποιο χαντάκι, οι πρώτες σειρές πέφτουν μέσα, μέχρι να το γεμίσουν ως πάνω, και οι υπόλοιποι περνούν απέναντι. Μυρμήγκια είμαστε.
-Όσοι και να πέσουν μέσα, κανείς δε θα περάσει απέναντι, γιατί το χαντάκι δεν έχει πάτο!
-Αυτό δεν το ξέρει κανένα μυρμήγκι, απάντησε εκείνος. Το μόνο που ξέρουν είναι ότι πρέπει να συνεχίσουν. Αρπάζεται το ένα απ’ το σώμα του άλλου, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής του· κάνουν γέφυρα και περνούν απέναντι οι υπόλοιποι.
-Θα μείνω στη μια πλευρά. Δε θα με χαραμίσω.
-Ακόμα κι αν μείνεις στη μια πλευρά, θα μπεις πάλι στη γραμμή. Σε ξέρω καλύτερα απ’ όσο γνωρίζεις τον εαυτό σου.

(…)

-Ίσως οι εργοδηγοί στα ορυχεία να μην έχουν δικαίωμα ν’ ανακατεύονται με τα πολιτικά, αλλά σ’ ένα πράγμα έχουν λόγο κι αυτό είναι ποιος δουλεύει στο ορυχείο τους.
Όσο συνέχιζε η φωνή του δεν είχε πλέον το συνήθη καλοσυνάτο τόνο.
-Όσοι δε θέλουν να ψηφίσουν ό,τι κι εγώ μπορούν να πάνε αλλού να ρίξουν την ψήφο τους. Αυτό έχω μόνο να πω για τα πολιτικά!

(…)

-‘Μέρα δικαστή.
-Μμ! Ήταν η απάντηση του ειρηνοδίκη.
-Δικαστή, τι νομίζεις ότι θα γίνει στις εκλογές;
-Δε νομίζω τίποτα, είπε ο άλλος. Ζάχαρη ζυγίζω,
-Θα ψηφίσει κανείς εδώ τον Μακ Ντούγκαλ;
-Αν το κάνουν, καλύτερα να μη μου το πουν!
-Τι; Στην ελεύθερη δημοκρατία της Αμερικής; είπε χαμογελώντας.
-Σ’ αυτό το μέρος, την ελεύθερη δημοκρατία της Αμερικής, ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να βγάζει τον άνθρακα, αλλά όχι να ψηφίζει ένα λεχρίτη σαν το Μακ Ντούγκαλ.
{σσ: και να φανταστεί κανείς ότι δε μιλάμε για κάποιο σοσιαλιστή πολιτικό, αλλά για τον υποψήφιο των δημοκρατικών}

(…)

-Όλο τον προηγούμενο χρόνο αφήσαμε τους καθηγητές της πολιτικής οικονομίας να μας λένε τις θεωρίες τους. Αλλά κατά κάποιο τρόπο οι θεωρίες αυτές δεν έμοιαζαν να ανταποκρίνονται στα γεγονότα. Έτσι είπα στον εαυτό μου: «πρέπει να τους τσεκάρω». Ίσως γνωρίζεις τις λέξεις ατομισμός, laissez faire, ελεύθερη διαπραγμάτευση, το δικαίωμα του ανθρώπου να δουλεύει για όποιον θέλει. Εδώ βλέπεις πώς δουλεύουν αυτές οι θεωρίες· ο αστυνόμος ενός καταυλισμού, με μοχθηρό χαμόγελο και όπλο στο μηρό, σπάει το νόμο πριν ακόμα στεγνώσει η υπογραφή που έχει βάλει ο κυβερνήτης για την έγκρισή του.

(…)

{Από τη συζήτηση του βασικού ήρωα με τον αστυνόμο του καταυλισμού, που τον συλλαμβάνει και αρχίζει να του λέει}.
Κάποιοι της Εκκλησίας φτιάχνουν ένα νόμο ότι δεν μπορεί να δουλεύει ο κόσμος την Κυριακή. Τι βγαίνει μ’ αυτό; Έχουν τριάντα έξι ώρες για να σουρώσουν και να μην μπορούν να πάνε για δουλειά τη Δευτέρα!
-Αν η εταιρία αρνιόταν να νοικιάζει κτήρια στους ιδιοκτήτες σαλούν;
-Νομίζεις ότι δεν έχουμε προσπαθήσει; Πηγαίνουν στην πόλη για πιόμα και κουβαλούν πάνω τους –όπου μπορείς να φανταστείς- όσο περισσότερο μπορούν. Αν τους σταματήσουμε, τότε χάνουμε χέρια γιατί πάνε σ’ άλλους καταυλισμούς που μπορούν να ξοδέψουν τα λεφτά τους όπως θέλουν. Όχι νεαρέ, όταν έχεις τέτοια ζωντανά, πρέπει εσύ να τα οδηγείς! Και χρειάζεται ένα δυνατό χέρι να το κάνει, όπως αυτό του αφεντικού. Για να υπάρχει άνθρακας, για να συνεχίσει η βιομηχανία, για να υπάρχει πρόοδος…
Είναι εύκολο για σας τους νέους εξυπνάκηδες να κάνετε στιχάκια, ενώ ζείτε άνετα με το πορτοφόλι του μπαμπά σας. Αλλά αυτό δεν απαντά σε κανένα επιχείρημα. Είστε έτοιμοι, εσείς του κολεγίου, να πιάσετε δουλειά; Ή αυτοί οι Δημοκράτες πολιτικοί που έρχονται εδώ, λέγοντας χαζομάρες για την ελευθερία και φτιάχνοντας νόμους για τους βρομο-ξένους…
-Αρχίζω να καταλαβαίνω, είπε στον αστυνόμο. Έρχεσαι σε αντιπαράθεση με τους πολιτικούς που ψηφίζουν νόμους, αμφισβητείς τα κίνητρά τους, γι’ αυτό αρνείσαι να τους υπακούσεις. Γιατί δε μου είπες νωρίτερα ότι είσαι αναρχικός;
-Αναρχικός; Ούρλιαξε ο αστυνόμος. Εγώ, αναρχικός;
-Αυτό σημαίνει να είσαι αναρχικός, έτσι δεν είναι;

-Ξέρεις πως το πρώτο πράγμα που έρχεται στο μυαλό αυτών των ανθρώπων, αν τους αφήσεις ελεύθερους, είναι να βάλουν δυναμίτη στα φρεάτια, φωτιά στα κτήρια!
-Εδώ ζω κι εγώ, μπορώ να καταλάβω απολύτως τη θέση τους. Όταν έβαζαν φωτιά στα κτήρια, το έκαναν γιατί νόμιζαν ότι μπορεί εσύ να βρισκόσουν μέσα.
Θέλουν να καταστρέψουν τις περιουσίες, γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος που μπορούν να σκεφτούν για να τιμωρήσουν την τυραννία και την απληστία των ιδιοκτητών τους. Όμως, ας υποθέσουμε ότι κάποιος ήθελε να τους βάλει μια καινούρια ιδέα στο μυαλό. Ας υποθέσουμε ότι κάποιος τους έλεγε: μην καταστρέφετε τις περιουσίες, πάρτε τις!
Ο άλλος έμεινε εμβρόντητος.
-Πάρτε τις! Ωραία ιδέα έχεις για την ηθική!
-Πολύ πιο ηθική από τη μέθοδο που χρησιμοποίησε το αφεντικό για να κάνει περιουσίες στο ξεκίνημά του.
-Για ποια μέθοδο μιλάς; Πλήρωσε την αξία αγοράς τους, αυτό δεν έκανε;
-Πλήρωσε την αξία αγοράς των πολιτικών.
-Ναι αλλά αν δεν αγοράσεις τους πολιτικούς, ξυπνάς ένα πρωί και βρίσκεις πως κάποιος άλλος το έχει κάνει. Όταν έχεις περιουσία, πρέπει και να την προστατεύσεις.

(…)

{Από τις συζητήσεις μεταξύ των εργατών, μετά από ένα εργατικό ατύχημα}

-Είχαν σφραγίσει το ορυχείο, ενώ οι γυναίκες λιποθυμούσαν, οι άνδρες έσκιζαν τα ρούχα τους σε κατάσταση παραληρήματος –μερικοί από αυτούς τρελάθηκαν. Το ορυχείο έμεινε σφραγισμένο για δύο βδομάδες, όταν το άνοιξαν μόνο είκοσι ένα άτομα ήταν ζωντανά!
-Το ίδιο έκαναν κι αλλού. Έφτιαξαν ένα φράγμα και όταν το άνοιξαν, βρήκαν μια στοίβα από ανθρώπινα πτώματα που είχαν μπουσουλήσει και είχαν σπάσει τα κόκαλα των δαχτύλων τους στην προσπάθειά τους να το γκρεμίσουν.
-Χριστέ μου! κι αυτός ο άνθρωπος, πώς το ανέχεται;
-Θα σου έλεγε πως έκαναν το καλύτερο. Ίσως έτσι να νομίζει. Αλλά θα δεις, όλο και κάτι κάνουν συνέχεια. Θα τραβήξουν την κατάσταση από μέρα σε μέρα και δε θα βάλουν μπροστά τον ανεμιστήρα, μέχρι να είναι οι ίδιοι έτοιμοι.
-Μα αυτό είναι έγκλημα!
-Μπίζνες είναι, είπε ήρεμα ο άλλος.

(…)

Όλο τον προηγούμενο χρόνο, στο κολέγιο, άκουγε διαλέξεις σχετικά με την πολιτική οικονομία, οι οποίες υμνούσαν αυτό που ονόμαζαν «ατομική ιδιοκτησία». Η ατομική ιδιοκτησία ανέπτυσσε την πρωτοβουλία, την οικονομία· διατηρούσε τους τροχούς της βιομηχανίας σε κίνηση, συντηρούσε τους παχυλούς μισθούς των πανεπιστημιακών του κολεγίου· εναρμονιζόταν με τους ιερούς νόμους της προσφοράς και της ζήτησης, αποτελούσε τη βάση της προόδου και της ευημερίας με την οποία είχε ευλογηθεί η Αμερική. Και να που ξαφνικά βρέθηκε αντιμέτωπος με το αληθινό της πρόσωπο· είδε τα άγρια αδηφάγα μάτια της να αγριοκοιτάζουν τα δικά του, αισθάνθηκε τη ζεστή καπνισμένη ανάσα της στο πρόσωπό του, είδε τα λαμπυρίζοντα σαρκοφάγα δόντια της, τα γατίσια νύχια των δαχτύλων της να στάζουν αίμα ανδρών, γυναικών και παιδιών. Η ατομική ιδιοκτησία των ανθρακωρυχείων! Η ατομική ιδιοκτησία των σφραγισμένων εισόδων και των ανύπαρκτων εξόδων διαφυγής! Η ατομική ιδιοκτησία των ανεμιστήρων που δεν ξεκινούσαν τη λειτουργία τους, των καταβρεχτήρων που δεν κατάβρεχαν. Η ατομική ιδιοκτησία των υποκόπανων και των ρεβόλβερ, των μπράβων και των πρώην καταδίκων που τους έχει στο χέρι για να διώχνουν τους διασώστες, να κλειδαμπαρώνουν στα σπίτια τους τις χήρες και τα ορφανά που αγωνιούν! Α, οι μειλίχιοι, οι καλοταϊσμένοι κήρυκες της ατομικής ιδιοκτησίας υμνούν τον αιμοσταγή αυτό δαίμονα στους ακαδημαϊκούς διαδρόμους!

(…)

Η κυρία Ράφερτι δόξαζε το θεό των Ράφερτι που της τον είχε φέρει πίσω σώο σε τόσους κινδύνους. Ήταν φανερό πως Αυτός ήταν πιο αποτελεσματικός από τον προτεστάντη θεό των Γιόχανσον, του σουηδού γίγαντα, που παρέδωσε το πνεύμα ξαπλωμένος δίπλα στο Ράφερτι.
Όμως ο γιατρός είπε πως ο γερο-Ιρλανδός δε θα μπορούσε να δουλέψει ξανά. Είδε μια σκιά τρόμου να περνάει από την χαρούμενη λιακάδα που έλουζε την ψυχή της κυρίας Ράφερτι. Πώς μπορούσε να λέει τέτοιο πράγμα ο γιατρός; Σίγουρα ο Ράφερτι ήταν γέρος. Αλλά ήταν σκληροτράχηλος –μπορούσε να φανταστεί άραγε ο γιατρός πόσο σκληρά πρέπει να προσπαθήσει ένας άνθρωπος για να φροντίσει την οικογένειά του; Εκτός από τον ίδιο, μόνο ο γιος του έβγαζε μεροκάματο. Παρόλο που ήταν καλό παιδί και είχε σταθερή δουλειά, οι γιατροί έπρεπε να γνωρίζουν πως μια μεγάλη φαμίλια δεν μπορούσε να στηρίζεται στο μισθό ενός δεκαοχτάχρονου ανθρακωρύχου. Όσο για τους υπόλοιπους νεαρούς της οικογένειας, ο νόμος έλεγε πως ήταν πολύ νέοι για να δουλέψουν. Η κυρία Ράφερτι σκέφτηκε πως κάποιος θα έπρεπε να βάλει λίγο μυαλό σε αυτούς που έφτιαχναν τους νόμος. Γιατί, αν ήθελαν να απαγορεύουν στα παιδιά να δουλεύουν στα ορυχεία, έπρεπε σίγουρα να βρουν άλλο τρόπο για να τα ταΐσουν.

(…)

Η αμφισβήτηση μπήκε από πολύ νωρίς στη ζωή του. Υπήρχε κάτι στην ίδια του τη φύση που τον ανάγκαζε να ανατρέχει στη ρίζα των πραγμάτων. Ο αδελφός τους ουδέποτε είχε τέτοια ερωτήματα. Πήγαινε στην εκκλησία γιατί η νεαρή που ήθελε να παντρευτεί τον έβαζε να φοράει το επίσημο κουστούμι του και να τη συνοδεύει σε ένα όμορφο μέρος με μουσική, λουλούδια και αρώματα, όπου μπορούσε να συναντήσει τις φίλες της, ομοίως ντυμένες με τα καλά τους. Πόσο αφύσικο φαινόταν ένας νεαρός να περιφρονεί αυτή την ευχάριστη συνήθεια, μόνο και μόνο επειδή δεν ήταν βέβαιος αν ο Ιωνάθαν είχε καταπιεί τη φάλαινα!

(…)

 Ο Ρ. για παράδειγμα θα βρισκόταν στο δρόμο, με ένα εισιτήριο στην τσέπη αγορασμένο από το σωματείο. Ίσως να έβρισκε δουλειά, ίσως πάλι όχι. Σε κάθε περίπτωση αυτό που μπορούσε να ελπίζει στη ζωή του ήταν να δουλεύει για κάποιο άλλο αφεντικό και να τον πιστώνει ένα άλλο εταιρικό κατάστημα. Τα ίδια ίσχυαν και για τους άλλους δύο, μόνο που ο ένας είχε τέσσερα παιδιά και ο άλλος έξι. Ο Μ.Γ. είχε μόνο τη γυναίκα του –δόξα το θεό, έλεγε, τα μωρά τους είχαν πεθάνει. Ήταν άνεργος και απένταρος. Θα έπαιρνε το δρόμο για τα ανατολικά και από εκεί πίσω στην Αγλλία. Αυτό είναι που λένε η χώρα της ελευθερίας! Μα το θεό, αν επρόκειτο να διηγηθεί τι είχε περάσει, δε θα υπήρχε ούτε ένας Άγγλος ανθρακωρύχος να τον πιστέψει!

(…)

Καθώς άκουγε το γέροντα να του ψιθυρίζει την ιστορία του, η ικανοποίηση έσβησε. Συνειδητοποιούσε, ακόμα μια φορά, τη σκληρή αλήθεια αυτής της καλοκαιρινής εμπειρίας: στην ουσία είχε ηττηθεί. Τέλεια, ολοσχερής ήττα! Είχε προκαλέσει στα αφεντικά πρόσκαιρη απογοήτευση. Δε θα τους έπαιρνε πολλή ώρα να αντιληφθούν ότι στην πραγματικότητα τους είχε προσφέρει υπηρεσία ανακαλώντας την απεργία. Θα έβαζαν πάλι σε λειτουργία τους τροχούς της βιομηχανίας και οι εργάτες θα βρίσκονταν στο σημείο ακριβώς που ήταν πριν από την άφιξή του. Καμία αξία δεν είχαν όλες αυτές οι κουβέντες για αλληλεγγύη και ελπίδα για το μέλλον. Τι παραπάνω θα πρόσθεταν στο καθημερινό γύρισμα των τροχών της βιομηχανίας; Οι εργάτες θα είχαν τα ίδια ακριβώς δικαιώματα με πριν: το δικαίωμα να είναι σκλάβοι και, αν αυτό δεν τους άρεσε, το δικαίωμα να γίνουν μάρτυρες!



Το μυθιστόρημα του σίνκλερ βασίζεται στα πραγματικά γεγονότα μιας απεργίας στα ορυχεία του κολοράντο, όπως εξηγεί στο υστερόγραφο του βιβλίου. Μπορεί σε κάποιους να φαίνεται τραβηγμένο από τα μαλλιά το αρχικό εύρημα της μυθοπλασίας (ένας πλούσιος που πηγαίνει στο ορυχείο, για να δει από κοντά τη ζωή των εργατών), μπαίνει όμως για να δείξει ακριβώς τα όρια αυτής της τάξης και την αντικειμενική θέση που έχει, ανεξάρτητα από τις υποκειμενικές προθέσεις του καθενός. Εξάλλου ο σίνκλερ δεν περιγράφει μια χαρούμενη ιστορία με εύκολα, απλοϊκά σχήματα και αίσιο τέλος, αλλά ένα τραγικό συμβάν κι έναν αγώνα που αναγκάζεται τελικά σε τακτική αναδίπλωση, αφήνοντας όμως παρακαταθήκη για το μέλλον. Και γίνεται πολύ διεισδυτικός αναλύοντας όχι μόνο την εξέγερση των εργατών, τη δημιουργία σωματείου και τη σταδιακή τους συνειδητοποίηση, αλλά και τις αντιφάσεις αυτής της συνείδησης, τις δυσκολίες του αγώνα και τους απαραίτητους επώδυνους συμβιβασμούς, ως που να οργανωθεί το σύνολο της εργατικής τάξης και να ωριμάσει για να φτάσει στην τελική νίκη. Κι από αυτή την άποψη είναι ένα πολύ χρήσιμο ανάγνωσμα για όλους, είτε βρίσκονται στο ξεκίνημα της διαδρομής τους στον αγώνα και την ταξική πάλη, είτε σε πιο.. προχωρημένο επίπεδο.