Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Δρόμοι του πουθενά

Τις προάλλες η κε του μπλοκ βρέθηκε στο όμορφο, γειτονικό ρέθυμνο, για να παρακολουθήσει την εκδήλωση των οβ της σπουδάζουσας με ομιλητή το μαργαρίτη και θέμα τον χαρακτήρα της εε και το παράδειγμα της ουκρανίας. Πριν από την εκδήλωση ένας σφος τραγουδούσε τους «δρόμους του πουθενά», παίζοντας με τη συνωνυμία του ομιλητή και του γνωστού λαϊκού βάρδου, που είχε έρθει πρόπερσι και στο φεστιβάλ της οργάνωσης στην πάτρα. Και μπορεί να το έκανε ασυναίσθητα, αλλά το τραγούδι κολλούσε κάπως με το θέμα της εκδήλωσης και τον ουκρανικό λαό. Και ο δικός σου ο δρόμος (ηπα, εε) και ο δικός μου (ρωσία) στο πουθενά μας πάνε. Δικός μου που λέει ο λόγος δηλ, αφενός γιατί δεν μπλέκουμε στη λογική να επιλέξουμε τον «καλό ιμπεριαλιστική» κι αφετέρου γιατί ο δικός μας ο δρόμος μ’ έχει χρόνια διαλέξει, στην οδό γράφει μόνος, κτλ, κτλ...


Παρακάτω θα επιχειρήσω να παρουσιάσω κάποια σημεία της εισηγητικής ομιλίας του μαργαρίτη και της συζήτησης που ακολούθησε. Η παρουσίαση αυτή βασίζεται σε στενογραφημένες σημειώσεις που κράτησα, συνεπώς κάθε πιθανή αστοχία ή αβαρία κατά τη μεταφορά βαραίνει αυτονόητα εμένα και μόνο.

Η ουκρανία είναι κλειδί για τη γεωστρατηγική ισορροπία της ευρώπης και για την κατανόηση της στάσης των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών απέναντι στη δημοκρατία, τις ελευθερίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, μετά το 91’, που, για να το θέσουμε ευγενικά, δε στάθηκαν πολύ καλοί φίλοι των λαών –αν υπήρχε δηλ κάποια αμφιβολία επ’ αυτού μετά τη γιουγκοσλαβία.

Η ουκρανία αποτελούσε πάντα μήλο της έριδος, ήδη από το 18’ –για να μην πάμε παλιότερα- που την πήρε η γερμανία ως αντάλλαγμα για την υπογραφή της ανακωχής του μπρεστ λιτόφσκ με τους σοβιετικούς. Το 19’ πολεμούσαν στην ουκρανική επικράτεια δώδεκα διαφορετικοί στρατοί ενάντια στους μπολσεβίκους κατά τη διάρκεια του επαναστατικού «εμφυλίου» (άγγλοι, γάλλοι –πορτογάλοι όχι αλλά- ρουμάνοι, τσεχοσλοβάκοι και φυσικά έλληνες, για να μην ξεχνάμε την εθνική δόξα) λες κι είχε μέλι. Και όντως είχε κατά μία έννοια, αν λάβουμε υπόψη τα σιτηρά της και τον ορυκτό πλούτο της –κάτι που μας δείχνει με τη σειρά του πως ένας ευλογημένος τόπος γίνεται ενίοτε κατάρα για το λαό του. Στο τέλος του πολέμου, είχε αποσπαστεί το ένα τρίτο της αρχικής έκτασης της ουκρανίας και προσαρτήθηκε σε όμορες χώρες (πολωνία, τσεχοσλοβακία, ρουμανία).

Οι αναθεωρητικές σχολές της ιστορίας με τα έργα των κουρτουά (μαύρη βίβλος του κομμουνισμού), ίρβινγκ, ντέιβις, κ.ά, επικεντρώνουν στην ουκρανία ως το κατεξοχήν παράδειγμα για τις συνέπειες του «σταλινικού ολοκληρωτισμού». Και προκειμένου να φανεί ο τελευταίος ως το χειρότερο καθεστώς στην ευρώπη, πλειοδοτούν στις ήδη βεβαιωμένες σφαγές και θύματα των ναζί και διευρύνουν αυτό το νούμερο, όσο επιβάλλουν οι εκάστοτε προπαγανδιστικές ανάγκες με άκρως επιστημονικές μεθόδους, που ανάγονται στη σφαίρα της μεταφυσικής.

Ένας ξένος ερευνητής πχ (δυστυχώς δεν άκουσα καθαρά το όνομά του) {υστερόγραφη προσθήκη: όπως συμπλήρωσε ο waltendgewalt με σχόλιο, το όνομά του είναι alain blum} μετέφερε αυθαίρετα τα δημογραφικά δεδομένα και την τάση γεννήσεων και θανάτων μιας άλλης περιόδου στα χρόνια του μεγάλου ουκρανικού λιμού (χολομοντόρ), βγάζοντας έτσι έναν αριθμό για να το συγκρίνει με τον πραγματικό πληθυσμό της ουκρανίας και τη διαφορά την υπολόγισε αυτομάτως στα «θύματα του σταλινισμού». Έτσι, οι πιο γενναιόδωρες εκτιμήσεις φτάνουν μέχρι και τα δέκα εκατομμύρια, όπου αν συνυπολογιστούν κι οι βεβαιωμένες σφαγές κατά τη ναζιστική κατοχή, συμπεραίνουμε βασικά ότι οι ουκρανοί δε θα έπρεπε να υφίστανται ως λαός σήμερα.

Με βάση κάποιους πιο νηφάλιους υπολογισμούς –αν και δεν είμαι σίγουρος εάν πρόλαβα να τους καταγράψω με ακρίβεια- την εποχή της οκτωβριανής επανάστασης, ο πληθυσμός της ουκρανίας ανερχόταν στα 32 εκατομμύρια κι έπεσε στα 29 εκ. το 26’ λόγω των απωλειών από τον επαναστατικό πόλεμο και της γεωγραφικής συρρίκνωσης της χώρας, για να ανέβει κατά τη δεκαετία του 30’ και να φτάσει τα 40 εκ. αργότερα, με την αποκατάσταση και των αρχικών της συνόρων. Μετά το ναζιστικό λουτρό αίματος {με το μαργαρίτη να δίνει συγκλονιστικές λεπτομέρειες για τη μαζική εξόντωση πληθυσμών στην κοιλάδα του μπάμπι γιαρ –ένα είδος σύγχρονου καιάδα- για τα πτώματα που καλύπτονταν με ασβεστόσκονη, για να πέσουν πάνω τους τα επόμενα και για τις «θεματικές ημέρες», αφιερωμένες πχ στην εξόντωση κομμουνιστών ή των εβραίων} μειώθηκε εκ νέου στα 37 εκ. για να ακολουθήσει μεταπολεμικά μια σταθερά ανοδική πορεία και να φτάσει να αριθμεί πάνω από 50 εκ. κατοίκους το 91’ που διαλύθηκε η εσσδ.

Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι παρά τον όγκο των αναλύσεων και της προπαγάνδας για τα χρόνια του χολομοντόρ, ελάχιστα λέγονται για τη σημερινή κατάσταση και τα τωρινά δημογραφικά δεδομένα της ουκρανίας, όπου οι συνταγές του καπιταλισμού έχουν επιφέρει μείωση του πληθυσμού κατά 6,5 εκατομμύρια μέσα σε είκοσι χρόνια, αύξηση θανάτων κι αυτοκτονιών, μείωση των γεννήσεων και του προσδόκιμου ζωής –χώρια η φτώχια κι η εκμετάλλευση- με άλλα λόγια μια πραγματική γενοκτονία. Εξίσου «ευεργετικές συνέπειες» είχαν υποστεί αντίστοιχα κι άλλες πρώην σοσιαλιστικές χώρες στην προς ανατολάς επέκταση των ευρωνατοϊκών θέσεων, προκειμένου να προσεγγίσουν τα καύσιμα και το φυσικό αέριο της περιοχής –στη βουλγαρία πχ ο πληθυσμός έχει πέσει από τα 10 εκατομμύρια σε λιγότερο από επτά σήμερα.

Ερχόμαστε έτσι στη σύγχρονη εποχή, όπου είναι λογικό να υπάρχουν ισχυρές λαϊκές αντιδράσεις με την κατάσταση που επικρατεί, παράλληλα όμως έχουν αναπτυχθεί πολυπλόκαμοι μηχανισμοί αξιοποίησης και μετατροπής τους, με τρόπους που αρχίζουμε να μαθαίνουμε σταδιακά κι εμείς στην χώρα μας –που κινείται από υποδεέστερες θέσεις πλέον στη λυκοσυμμαχία της εε. Κάθε φορά που οι αντιδράσεις τείνουν να αποκτήσουν μαζικό χαρακτήρα, δρουν οι γνωστοί κουκουλοφόροι επικουρικά με το πνεύμα των πλατειών και μια ηθικολογική θεώρηση της πολιτικής –περί λαμογιών, κτλ- που καταλήγει να ενισχύει την χρυσή αυγή. Κι όλα τα σφυριά χτυπάνε συντονισμένα κατά του οργανωμένου μαζικού κινήματος που αποτελεί τη μόνη εναλλακτική απάντηση.

Στο κίεβο, το μαϊντάν ακολούθησε το δρόμο της άνω πλατείας, αποκτώντας καθαρά ναζιστικά χαρακτηριστικά, με την ανάδειξη του σβόμποντα και του δεξιού τομέα σε πρωταγωνιστικό ρόλο, και με την κλιμάκωση της βίας, για να φτάσουν τα θύματα σε αξιοποιήσιμα επίπεδα, ώστε να δικαιολογούν μια «ανθρωπιστική επέμβαση» και ένα πραξικόπημα –το τελευταίο σε συνδυασμό και με την εξαγορά πολλών στελεχών του κόμματος του γιανουκόβιτς από ουκρανούς πλουτοκράτες, που καταλαμβάνουν αρκετές θέσεις στην κορυφής της λίστας forbes.

Ο νέος πρωθυπουργός γιάτσενιουκ είναι γνωστός για τα ναζιστικά του φρονήματα, αλλά οι πάτρωνες του τον συμβούλεψαν να περιορίσει την ανοιχτή εκδήλωσή τους, γιατί θα ήταν κάπως προβληματικό να παραλληλίσουν την επέμβαση της ρωσίας στην κριμαία με το χιτλερικό anschluss (προσάρτηση) στην αυστρία, όταν ηγείται ένας νεοναζί της κυβέρνησης του κιέβου. Ο οποίος ήταν μάλιστα από τους πρωτεργάτες της πορτοκαλί επανάστασης κι έτυχε θερμής υποδοχής στην ουάσιγκτον και το βερολίνο, για να ανταποδώσει άμεσα αυτή τη στήριξη με τα πρώτα κιόλας μέτρα της κυβέρνησής του: απαγόρευση των κκ και λιντσάρισμα κομμουνιστών, απαγόρευση άλλων ιδιωμάτων, εξαγγελία άμεσης πρόσδεσης της οικονομίας της χώρας με το δντ, κτλ.

Το πιο σημαντικό πάντως (όπως θα αναλυθεί στο δεύτερο μέρος) είναι ότι η ουάσιγκτον και οι βρυξέλλες προχωρούν για πρώτη φορά σε απροκάλυπτη συνεργασία με τους νεοναζί σε κυβερνητικό επίπεδο, στα πρότυπα και της «νέας ευρώπης» του χίτλερ. Ο μαργαρίτης αναφέρθηκε στο παρελθόν του δεξιού τομέα (που συνειδητοποίησα στενογραφώντας το πώς τα αρχικά του ταυτίζονται με αυτά της τηλεοπτικής δτ, στην οποία παρεμπιπτόντως θα κολλούσε γάντι το προσωνύμιο «δεξιός τομέας»), του εκλεκτού των γερμανών πυγμάχου κλίτσκο, με το κόμμα γροθιά, που φρόντισε πάντως καλού – κακού να πάρει την αμερικάνικη υπηκοότητα, και του σβόμποντα, που έχει αναλάβει τα υπουργεία που σχετίζονται άμεσα με τη διεξαγωγή πολέμου (στρατιωτικών, εσωτερικών, δικαιοσύνης, κτλ). Και το οποίο πρωτοεμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο ως εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα ουκρανίας, μετά τις ανατροπές, ως άμεσος πολιτικός απόγονος της ένωσης ουκρανών εθνικιστών με επικεφαλής τον αμετανόητο ναζί στεπάν μπαντιέρα, που έδρασε στο μεσοπόλεμο και το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και μάλιστα εξήγαγε και… ναζιστική τεχνογνωσία στους κροάτες φασίστες της ουστάσα.

Οι παντογνώστες των καναλιών και του γνωστού συγκροτήματος λένε συχνά το εξής: πώς να μην κερδίσει έδαφος ο φασισμός στους ουκρανούς, με τόσα που τράβηξαν από τους σοβιετικούς και το στάλιν; Αυτό που αγνοούν (;) βέβαια είναι πως η ένωση του μπαντιέρα δε συγκροτήθηκε στο σοβιετικό τμήμα της ουκρανίας, αλλά στις δυτικές της περιφέρειες που αποσπάστηκαν και προσαρτήθηκαν στη πολωνία, τη ρουμανία και την τσεχοσλοβακία. Κι ότι διακρίθηκε στη σφαγή δεκάδων χιλιάδων πολωνών πχ –για τους οποίους δε λέει τίποτα η σημερινή πολωνική κυβέρνηση- στη γενοκτονία της λευκορωσίας κατά τη ναζιστική κατοχή και σε διάφορα αντικομμουνιστικά κι αντισημιτικά πογκρόμ –δράση για την οποία τιμήθηκαν κι από τους ναζί, με το μαργαρίτη να αναφέρει ενδεικτικά την 14η μεραρχία γρεναδιέρων των ες-ες, αν τη σημείωσα σωστά.

Είναι χαρακτηριστικό πως μέχρι και το ευρωκοινοβούλιο αναγκάστηκε το 2010 να εκφράσει υποκριτικά τη λύπη του για την αποκατάσταση του ναζισμού, ενώ ένα ισραληνικό κέντρο (το βάιλαντ αν το ‘χω σημειώσει σωστά) συμπεριέλαβε το σβόμποντα στις δέκα πιο επικίνδυνες αναβιώσεις του ναζισμού παγκοσμίως.

Οι ηπα κι η εε χρησιμοποιούν αυτές τις οργανώσεις για να σπρώξουν το ρώσικο ιμπεριαλισμό πίσω από τα ουράλια. Ανησυχούν για το προβάδισμα του τελευταίου στο στρατιωτικό κομμάτι (με την έννοια πως μεγάλο κομμάτι του ρώσικου λαού δείχνει πεισμένο για την αναγκαιότητα των πολεμικών επιχειρήσεων και συναινεί σε αυτές). Και ψάχνουν κρέας για τα δικά τους κανόνια μεταξύ των λαών της ευρώπης, ακόμα και στην ελλάδα, για την οποία μπορεί να μην επαρκεί πια η αποπληρωμή των τοκοχρεωλύσιων και η παράδοση-ξεπούλημα των φιλέτων της. Αυτό ακριβώς ήταν και το νόημα της συνάντησης κορυφής των ευρωνατοϊκών ιμπεριαλιστών στις βρυξέλλες, που πέρασε στα ψιλά των μμε, αλλά και η σκοπιμότητα της επίδειξης στρατιωτικής δύναμης του ομπάμα (με τα ελικόπτερα και τα μεταγωγικά αεροπλάνα), προκειμένου να ασκήσει πίεση στους συμμάχους του για πιο ενεργό συμμετοχή και ανάληψη πολεμικών ευθυνών, όχι μόνο σε περιφερειακές αποστολές -πχ στο μάλι και την κεντροαφρικανική δημοκρατία.

Η ελληνική αστική τάξη δείχνει πρόθυμη για όλα. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η εσπευσμένη παρουσία του βενιζέλου στην ουκρανία (εκ μέρους της εε και της ελλάδας ως προεδρεύοντος μέλους της), 95 χρόνια μετά την αποστολή ελληνικού στρατού στην κριμαία από (έναν άλλο) βενιζέλο. Όπως δεν είναι τυχαία η απεγνωσμένη προσπάθεια του πρετεντέρη, μεταξύ άλλων, να αποδώσει σε παρανόηση και στην κακιά στιγμή το ναζιστικό χαιρετισμό του γιάτσενκο και να αποκρύψει το φασιστικό χαρακτήρα των δυνάμεων που στηρίζουν τη νέα κυβέρνηση –και μάλιστα λίγους μόλις μήνες μετά τη διαδήλωση αλληλεγγύης που διοργάνωσε ο δεξιός τομέας για τους διωκόμενους και συλληφθέντες ομοϊδεάτες τους της χρυσής αυγής! Η κυβέρνηση και ο ελληνικός καπιταλισμός είναι στενά δεμένοι με δεσμούς συμφερόντων με τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, δεν έχουν πατρίδα, ούτε λαό, και μας έχουν κατάλληλα τοποθετημένους (στους οργανισμούς αυτούς) όχι μόνο για να πεινάσουμε, όπως τώρα, αλλά και για να ματώσουμε.

Εξίσου εγκληματικό βέβαια είναι να καλλιεργείς αυταπάτες και να ξεπερνάς όλη αυτή την κατάσταση με γενικά ευχολόγια για ειρηνική διευθέτηση και καταδίκη της βίας. Να βλέπεις την ανοιχτά φιλοφασιστική στάση της εε και να μιλάς για έναν απλό εκτροχιασμό που μπορεί να διορθωθεί ώστε να οικοδομηθεί μια ευρώπη των λαών –ενώ είναι φανερό πως το πιο πιθανό είναι να φτιαχτεί μια ευρώπη των στρατών. Και να αφοπλίζεις το λαό, φτιασιδώνοντας το προφανές –με τον ίδιο τρόπο και ζήλο που καλύπτει ο πρετεντέρης πχ το φασίστα γιάτσενιουκ.
Με τη ευκαιρία ο μαργαρίτης έκανε μια παρενθετική νύξη για το ιστορικό συνέδριο που ετοιμάζουν φέτος τα ασκι του συνασπισμού για τα 70χρονα των δεκεμβριανών και την... έξαρση βίας –sic- χωρίς καμία άλλη αναφορά στο λαϊκό κίνημα, το εαμ, την επέμβαση των βρετανών –οπότε μάλλον… κάτι ψυχολογικό πρέπει να ήταν.

Στο κλείσιμο της εισηγητικής του ομιλίας, ο μαργαρίτης αναφέρθηκε στην αναγκαιότητα της αποδέσμευσης από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και την καταστροφική λογική επιλογής του «καλύτερου ιμπεριαλιστή». Αλλά και στο σημαντικό ρόλο που καλείται να παίξει η διανόηση και η πανεπιστημιακή κοινότητα επισημαίνοντας στο λαό τα αυτονόητα, δείχνοντάς του πόσο ισχυρός είναι, γιατί αυτός δημιουργεί τον πλούτο και πάνω σε αυτόν βασίζονται τα κέρδη, οι ανταγωνισμοί και η κυριαρχία των «ισχυρών».

Εξίσου ενδιαφέρον ήταν και το δεύτερο μέρος, όπου ακολούθησε συζήτηση. Αλλά αυτό θα το κρατήσουμε κάβα για το ιστορικό ένθετο της κυριακής μάλλον, καθώς έχουμε ήδη ξεφύγει αρκετά σε έκταση σε αυτό το πρώτο μέρος.

Κυριακή 30 Μαρτίου 2014

Υπόθεση Τουχατσέφσκι - Η Έκθεση του στρατάρχη Σ. Μπουντιόνυ

Αν και στο σημερινό ιστορικό ένθετο οι περισσότεροι θα περίμεναν να διαβάσουν κάτι σχετικό με την επέτειο εκτέλεσης του μπελογιάννη και των συντρόφων του (για την οποία μπορούν να ανατρέξουν στο αρχείο με τις αναρτήσεις του μπλοκ, πατώντας τις σχετικές ετικέτες στα δεξιά), η κε του μπλοκ θα ‘πρωτοτυπήσει’, φιλοξενώντας σήμερα μία ακόμα δουλειά του άναυδου, που επιστρέφει στο θέμα των δικών της μόσχας και την υπόθεση τουχατσέφσκι, για να την εξετάσει υπό το φως ενός σημαντικού ντοκουμέντου με την έκθεση του στρατάρχη μπουντιόνυ (μέλους του στρατοδικείου που δίκασε τον τουχατσέφσκι κι άλλους επτά υψηλόβαθμους αξιωματικούς του κόκκινου στρατού) και τις εντυπώσεις του απ’ τη δίκη. Καλή ανάγνωση και κάθε καλόπιστη παρατήρηση ευπρόσδεκτη

Υπόθεση Τουχατσέφσκι - Η Έκθεση του στρατάρχη Σ. Μπουντιόνυ.
Άναυδος -  Μάρτιος 2014

Πριν από όλα ένα μεγάλο ευχαριστώ στην Αρετή Ρ.  που ανέλαβε τη μετάφραση του υλικού

1. Η υπόθεση Τουχατσέφσκι.
Ο Μιχαήλ Τουχατσέφσκι (1893 – 1937) καταγόταν από εύπορη οικογένεια ευγενών του Σμολένσκ και σπούδασε στη Στρατιωτική Ακαδημία της Μόσχας. Πήρε μέρος στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και λίγο πριν από την κατάρρευση του ρωσικού μετώπου συνελήφθη από τους Γερμανούς. Επέστρεψε στη Ρωσία  τον Οκτώβριο του 1918 και προσχώρησε στις τάξεις των μπολσεβίκων. Υπηρέτησε στον Κόκκινο Στρατό (ΚΣ) σε επιτελικές θέσεις κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου και των ξένων επεμβάσεων και στη συνέχεια εργάστηκε για την οργάνωση και τον εκσυγχρονισμό του. Διετέλεσε διαδοχικά διοικητής της Ακαδημίας Πολέμου, υπαρχηγός και αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού (1925), μέλος του Πολεμικού Συμβουλίου της Σοβιετικής Ένωσης, αντιπρόεδρος της Επιτροπής για τα στρατιωτικά προβλήματα

Ο Τουχατσέφσκι απομακρύνθηκε  το 1928 από αρχηγός του Γενικού επιτελείου και μέχρι το 1931 ήταν επικεφαλής της στρατιωτικής περιοχής του Λένινγκραντ. Ο βασικός λόγος του υποβιβασμού του ήταν η διαμάχη του με τον Κ. Βοροσίλοφ για την ευθύνη του Στρατού σχετικά με την οικονομική προπαρασκευή. Ο Τουχατσέφσκι πίστευε ότι αυτή έπρεπε να βρίσκεται στην αποκλειστική ευθύνη του  Γενικού επιτελείου, ενώ ο Βοροσίλοφ πίστευε ότι η ευθύνη άνηκε κατά προτεραιότητα τις πολιτικές αρχές και το κόμμα.

Το 1930 ο Τουχατσέφσκι  πρότεινε μια γιγάντια αναδιοργάνωση του ΚΣ τόσο σε άνδρες όσο και σε μέσα. Η κλίμακα ήταν τέτοια που ξεπερνούσε κατά πολύ τους στόχους του 1ου 5χρονου.  Ο Στάλιν έμεινε έκπληκτος που ένας τόσο ικανός στρατιωτικός κατέληξε σε ένα τέτοιο σχέδιο, που ξεπερνούσε τις δυνατότητες της ΕΣΣΔ και οδηγούσε σε μια στρατοκρατική πολιτική.

Το 1930-32 ο ΚΣ εκκαθαρίστηκε από τους εναπομείναντες τσαρικούς αξιωματικούς. Στην επιχείρηση με το κωδικό όνομα Άνοιξη περί τις 3,000 αποπέμφθηκαν από τα στράτευμα και ορισμένοι εξ αυτών φυλακίστηκαν. Δυο από αυτούς, καθηγητές της στρατιωτικής ακαδημίας Φρούνζε, κατηγόρησαν τον Αύγουστο του 1930 τον Τουχατσέφσκι για συνωμοσία και προετοιμασία πραξικοπήματος. Στο πλευρό του Τουχατσέφσκι στάθηκαν τότε οι Γκαμάρνικ[1] και Γιακίρ. Ο Στάλιν θεωρούσε πιθανή μια συνωμοσία των δεξιών με σκοπό ένα πραξικόπημα, προκειμένου να διαλύσουν τα κολχόζ και σοβχόζ. Ωστόσο  μετά από την έρευνα που ακολούθησε και που δεν έφερε στο φως επιπλέον επιβαρυντικά στοιχεία όχι μόνο απάλλαξε τον Τουχατσέφσκι από τις κατηγορίες αλλά  τον επανέφερε στο Γενικό επιτελείο. Λίγο μετά διορίστηκε αναπληρωτής λαϊκός επίτροπος αμύνης ενώ το 1935 αναδείχτηκε σε στρατάρχη. Το 1934 εκλέχθηκε αναπληρωματικό μέλος της ΚΕ του ΠΚΚ(μπ).

To 1935 ο Ουρίτσκι (επικεφαλής της Στρατιωτικής αντικατασκοπίας) υποκλέπτει έκθεση του Γαλλικού Γενικού Επιτελείου. Η έκθεση αναφέρεται στις προσπάθειες της Πολωνίας να συμπήξει συμμαχία με τη Φινλανδία, τις Βαλτικές, την Ιαπωνία και τη Γερμανία με σκοπό την επίθεση ενάντια στην ΕΣΣΔ. Η επίθεση αυτή εκτιμούσαν ότι  θα οδηγούσε σε ήττα τον ΚΣ και την ήττα θα την ακολουθούσε η εκδήλωση πραξικοπήματος που θα οδηγούσε στην πτώση του καθεστώτος  και του Στάλιν. Η έκθεση ανέφερε μυστικές επαφές στελεχών του ΚΣ με γερμανούς στρατηγούς. Πέρα από την έκθεση αυτή σε όλη σχεδόν την Ευρώπη υπήρχαν φήμες για τον Τουχατσέφσκι και τη συνεργασία του με τους γερμανούς (αναλυτικότερα σε μια πολύ καλή μετάφραση του βιβλίου της Α.Lacroix-Riz Le Choix de la Défaite,  εδώ).

Το 1936 ο Τουχατσέφσκι και ο κύκλος του προσπαθεί να πετύχει την απομάκρυνση του Βοροσίλοφ από τη θέση του Λαϊκού Επίτροπου Άμυνας, συναντώντας την άρνηση του Στάλιν. Τα ονόματα των στενών συνεργατών του και πρώην τροτσκιστών, Πούτνα, Πριμακόφ αναφέρονται στην πρώτη δίκη της Μόσχας από τους κατηγορούμενους. Στις 27 Μαΐου 1937 συλλαμβάνεται μαζί με άλλους επτά στρατηγούς με την κατηγορία ότι, σε συνεργασία με τη Γερμανία, είχαν συνωμοτήσει με σκοπό την ανατροπή της σοβιετικής κυβέρνησης. Οι οκτώ στρατηγοί δικάστηκαν με μυστικές και συνοπτικές διαδικασίες και εκτελέστηκαν στις 11 Ιουνίου 1937.

Η στρατιωτική συνωμοσία είχε σαν αποτέλεσμα να αποπεμφθούν από το καθοδηγητικό όργανο και να συλληφθούν 24 τακτικά και 14 δόκιμα μέλη της ΚΕ του ΠΚΚ(μπ), όπως επίσης και πολλοί υψηλόβαθμοι αξιωματικοί του Κόκκινου στρατού. Η συνωμοσία και η παράλληλη εκστρατεία ενάντια στη γραφειοκρατία (πιο αναλυτικά εδώ) είχαν σαν αποτέλεσμα την απομάκρυνση από το στράτευμα περί των 35,000 αξιωματικών και υπαξιωματικών, ενώ μερικές εκατοντάδες εκτελέστηκαν (έκθεση Σχαντένκο το 1940). Μεγάλο ποσοστό αυτών που αποπέμφθηκαν επανήλθε στο στράτευμα στα επόμενα 4 χρόνια. Τα πρακτικά της δίκης παραμένουν ακόμη και σήμερα απόρρητα.

Η αστική ιστοριογραφία θεωρεί τον Τουχατσέφσκι και τους συνοδοιπόρους του αθώα θύματα της παράνοιας του Στάλιν. Αν και ορισμένοι (π.χ. Deutscher)  αποδέχονται την πιθανότητα πράγματι ο Τουχατσέφσκι να ετοίμαζε πραξικόπημα ενάντια στη σοβιετική κυβέρνηση, οι περισσότεροι αρνούνται ότι υπήρξε συνωμοσία. Οι αποκαταστάσεις όλων των συμμετεχόντων της συνωμοσίας έγιναν από τον Χρουστσόφ το 1957. Μάλιστα ο ίδιος το 1961 προσπάθησε να θολώσει ακόμη περισσότερο τα νερά λέγοντας στο 22ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ (Οκτώβριος 1961): «Με αίσθημα πόνου μίλησαν εδώ για πολλούς επιφανείς κομματικούς και κρατικούς παράγοντες που χάθηκαν, ενώ ήταν αθώοι. Θύματα έπεσαν επίσης εξέχοντες ηγέτες του στρατού όπως ο Τουχατσέφσκι, ο Γιακίρ, ο Ουμπορέβιτς λαμπροί στρατηλάτες. Αργότερα εξοντώθηκαν ο Μπλιούχερ και άλλοι επιφανείς στρατιωτικοί ηγέτες. Στον ξένο Τύπο δημοσιεύτηκε μια αρκετά περίεργη είδηση, πως τάχα ο Χίτλερ, προετοιμάζοντας την επίθεση κατά της χώρας μας, δια μέσου της κατασκοπείας του διοχέτευσε πλαστό ντοκουμέντο για το ότι ο Γιακίρ, ο Τουχατσέφσκι και άλλοι ήταν πράκτορες του γερμανικού Γενικού Επιτελείου. Αυτό το "ντοκουμέντο" έπεσε στα χέρια του προέδρου της Τσεχοσλοβακίας Μπένες, κι εκείνος με τη σειρά του, με καλές όπως φαίνεται προθέσεις, το έστειλε στον Στάλιν».  Όπως έγραψε όμως ο Μολότοφ οι αποκαταστάσεις βασίστηκαν σε πλαστά στοιχεία, ενώ τα κομματικά σώματα παγιδεύτηκαν από τις κοπτοραπτική της κλίκας των δεξιών όπως δείξαμε εδώ.

Το γράμμα του Μπουντιόνυ που ακολουθεί στάλθηκε στον Κ. Βοροσίλοφ 2 εβδομάδες μετά τη δίκη του Τουχατσέφσκι  (12/6/1937). Το γράμμα αυτό το εντόπισε ο ιστορικός Γκ. Φερ στο αρχείο Βολκογκόνοφ, στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου περί το 2008. Ο Μπουντιόνυ, μέλος του  Στρατοδικείου που δίκασε τον Τουχατσέφσκι μαζί με άλλους εφτά υψηλόβαθμους αξιωματικούς έγραψε τις λεπτομερείς εντυπώσεις του από τη δίκη με τη μορφή ενός γράμματος στον Στρατάρχη Κλιμέντ Βοροσίλοφ (Λαϊκό Επίτροπο  Άμυνας). Με δεδομένο ότι τα πρακτικά της δίκης δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας μέχρι και σήμερα η μαρτυρία αυτή του Μπουντιόνυ αποκτά ξεχωριστή σημασία. Αποτελεί μια ισχυρή ένδειξη ότι ο Τσουχατσέφσκι και οι συγκατηγορούμενοι του ήταν ένοχοι συνωμοσίας μαζί με τη Γερμανία ενάντια στην ΕΣΣΔ όπως και ότι οι κατηγορίες ενάντια στον Τρότσκι για συνεργασία με τη Γερμανία  ήταν αληθινές.

2. Από την εισαγωγή των Φερ και Μπομπρόφ (όλο το κείμενο στα ρώσικα εδώ)
Η προτεινόμενη δημοσίευση θέτει ως σκοπό να γνωρίσει στους αναγνώστες ένα ντοκουμέντο μεγάλης ιστορικής σημασίας: τη μαρτυρία του στρατάρχη Μπουντιόνι για τη δίκη της αντεπαναστατικής στρατιωτικής οργάνωσης στον Κόκκινο Στρατό (ΚΣ), μαρτυρία την οποία ο Μπουντιόνι, σαν αυτόπτης μάρτυρας και συμμετέχων στα γεγονότα, ετοίμασε δυο εβδομάδες μετά την καταδίκη από το ειδικό δικαστήριο του Ανώτατου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ. Τις εντυπώσεις του για τη δίκη του Τσουχατσέφσκι και των άλλων στρατιωτικών, ο Μπουντιόνι τις εξέθεσε εν είδη επιστολής προς τον Λαϊκό Επίτροπο Άμυνας Κ. Σ Βοροσίλοφ. Σήμερα ακριβώς αυτό το ντοκουμέντο απεικονίζει όσο το δυνατόν πληρέστερα και αξιόπιστα εκείνο που συνέβη στις 11 Ιουνίου του 1937 πίσω από τις κλειστές πόρτες: της συνεδρίασης του δικαστηρίου.

Η σημασία των σημειώσεων του Μπουντιόνι για τη δίκη είναι τόσο μεγάλη, ώστε σαν ιστορική πηγή μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά σε διορθώσεις στη σημερινή αντίληψη για τα γεγονότα του σοβιετικού παρελθόντος.

Οι πρώτες μαρτυρίες για τη δίκη ‘της υπόθεσης Τουχατσέφσκι’, όπως αποκαλείται ακόμη, εμφανίστηκαν στις 11 Ιουνίου του 1937 στις σελίδες της εφημερίδας Πράβντα. Η σημείωση εν συντομία πληροφορούσε για την ολοκλήρωση της προανάκρισης των συλληφθέντων σε διαφορετικό χρόνο των διοικητών του Κ.Σ. Μ.Ν. Τουχατσέφσκι, Ι.Σ. Γιακίρ, Ι.Π. Ουμπόρεβιτς, Α.Ι. Κορκ, Ρ.Π. Έϊντεμαν, Μπ.Μ Φέλντμαν, Β.Μ. Πριμακόφ και Β.Κ. Πούτνα και για την εξέταση την ίδια μέρα της υπόθεσής τους στην κεκλεισμένη των θυρών συνεδρίαση του ειδικού δικαστηρίου του Ανώτατου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ.

Στο άρθρο που είχε τίτλο ’Στην Εισαγγελία της ΕΣΣΔ’ ανακοινώθηκε: ‘‘ από τα ανακριτικά όργανα διαπιστώθηκε η συμμετοχή των κατηγορούμενων καθώς και του αυτοκτονήσαντος Γκαμάρνικ σε αντικυβερνητικές επαφές με στρατιωτικούς κύκλους ενός από τα ξένα κράτη που διεξάγει εχθρική πολιτική ενάντια στην ΕΣΣΔ. Ευρισκόμενοι στην υπηρεσία στρατιωτικής κατασκοπίας αυτού του κράτους οι κατηγορούμενοι συστηματικά παρείχαν στους στρατιωτικούς κύκλους αυτού του κράτους πληροφορίες για την κατάσταση του κόκκινου Στρατού, εργάζονταν προς βλάβη και εξασθένηση του Κ.Σ, προετοίμαζαν σε περίπτωση στρατιωτικής επίθεσης στην ΕΣΣΔ την ήττα του ΚΣ και είχαν ως στόχο την αποκατάσταση της εξουσίας των τσιφλικάδων και των καπιταλιστών’’.

Την επόμενη μέρα η Πράβντα ανέφερε την σύνθεση του Ειδικού δικαστηρίου (όπου, ας σημειώσουμε, μεταξύ των 9 μελών ήταν ο στρατάρχης της ΕΣΣΔ Μπουντιόνι, ο διοικητής Στρατιάς  Άλκσνις, και ο διοικητής Στρατιάς .Π. Μπέλοφ) και έδινε λίγες λεπτομέρειες για τη δίκη που διήρκησε μια μέρα. ’’Μετά την εκφώνηση του κατηγορητηρίου στην ερώτηση του προεδρεύοντος σ. Ούλμπριχτ αν αποδέχονται οι υπόδικοι την ενοχή τους, όλοι οι κατηγορούμενοι ομολόγησαν την ενοχή τους  στις παραπάνω κατηγορίες πλήρως’’.

3. Η έκθεση του Μπουντιόνυ
Α. Προς τον Λαϊκό Επίτροπο Άμυνας της ΕΣΣΔ στρατάρχη Κ.Ε. Βοροσίλοφ
Θέλω να σας εκθέσω τις εντυπώσεις μου για τη δίκη που έγινε στις 11.6.37 της αντεπαναστατικής στρατιωτικής φασιστικής οργάνωσης στη συνεδρίαση του Ειδικού δικαστηρίου του ανώτατου δικαστηρίου της ΕΣΣΔ με την κατηγορία για προδοσία προς την Πατρίδα, κατασκοπία και επιζήμια δράση των Τουχατσέφσκι, Γιακίρ, Ουμπόρεβιτς, Κορκ, Έϊντεμαν, Φέλντμαν, Πριμακόφ, Πούτνα.



Σάββατο 29 Μαρτίου 2014

Ο κουρέας της Κορέας

Μες στη βδομάδα, στα ελεύθερα μέσα του δυτικού κόσμου έπαιξε η είδηση για την υποχρεωτική επιβολή ενός συγκεκριμένου τύπου κουρέματος στους άρρενες λ-δ κορεάτες, που οφείλουν λέει να αντιγράψουν το καπελάκι-στιλ του ηγέτη τους, κιμ γιονγκ ουν. Από την ίδια πηγή πληροφορούμαστε πως τα μακριά μαλλιά έχουν απαγορευτεί στην κορέα, γιατί δε συνάδουν με το σοσιαλιστικό τρόπο ζωής. Και πως μέχρι πρότινος οι άνδρες είχαν να επιλέξουν ανάμεσα σε δέκα στιλ κουρέματος αυτό της αρεσκείας τους, ενώ οι γυναίκες έχουν μια ευρύτερη γκάμα επιλογών ανάμεσα σε 18 διαφορετικά στιλ και δεν χρειάζεται –προς το παρόν τουλάχιστον- να κουρευτούν κι αυτές καπελάκι.

Στα δυτικά μέσα βέβαια η λδ κορέας παρουσιάζεται κάπως σαν τον τσακ νόρις από την ανάποδη, όπου κάθε τι αρνητικό και εξωφρενικό δυνητικά ισχύει ή μάλλον εννοείται πως ισχύει, εφόσον δε θα βρεθεί εύκολα κάποιος να το διαψεύσει. Στην κορέα πχ δεν είναι είδηση αν ένας άνθρωπος δαγκώσει ένα σκύλο, αλλά το αντίστροφο, γιατί θα είναι κάποιος θείος του κιμ, που τον έριξαν στα σκυλιά που περιποιούνται τους αντιφρονούντες. Μπορείτε επίσης πατώντας αυτό το σύνδεσμο, να επισκεφτείτε μια ιστοσελίδα που μου υπέδειξε φίλος και σχολιαστής του μπλοκ, που έχει ως αποκλειστικό θέμα της τον κιμ γιονγκ ουν να… κοιτάει πράγματα!


Έτσι λοιπόν η συλλογή σχετικών ειδήσεων θυμίζει περισσότερο συλλογή με ανέκδοτα, όπου μπορεί να σου πέσουν τα μαλλιά από τα εύκολα ψέματα και τις χονδροειδείς ανακρίβειες που μπορείς να ακούσεις και να διαβάσεις. Και δεν ξέρω τι μπορεί να κάνεις σε αυτή την περίπτωση, για να μιμηθείς το κούρεμα του αρχηγού κι αν το περουκίνι συνάδει ή όχι με το σοσιαλιστικό τρόπο ζωής. {Αν και από την άλλη, η βαφή των άσπρων μαλλιών για να κρύψει το γήρας –που δεν έρχεται γαρ μόνο- θα μπορούσε ίσως να αντιστοιχεί ως ένα βαθμό με «αξίες» όπως η αστική υποκρισία και η υπερβολική σημασία που δίνεται στην εξωτερική εμφάνιση και σε κάθε τι επιφαινόμενο –κατά κανόνα εις βάρος της ουσίας. Και να συνδυαστεί με το γέρικο αστικό κόσμο που όσο κι αν καλλωπιστεί, δεν μπορεί να ξεγελάει πια με τον ίδιο τρόπο τις μάζες και να φαίνεται ελκυστικός, όμορφος, αγγελικά πλασμένος}.
Είναι ζήτημα πάντως αν η λδ κορέας έχει πέρα από τη φιλοσοφία juche (δηλ της αυτάρκειας και της αυτοδύναμης ανάπτυξης) κάποιες ευθείες αναφορές στο σοσιαλισμό και τα ιδανικά του. Αυτά όμως είναι ψιλά (σαν τρίχες) γράμματα για τη δυτική προπαγάνδα.

Προσωπικά θυμάμαι αμυδρά το σοβιετικό ροζεντάλ (όχι το φιλόσοφο που καταπιάστηκε με τη μέθοδο το κεφαλαίου, αλλά το γιο του αν δεν κάνω λάθος) να ασκεί κριτική σε ένα βιβλίο του (στους λαβύρινθους της συνείδησης νομίζω· ή μήπως στο άλλο;) στους χίπηδες με το αξύριστο πρόσωπο και την αγριωπή όψη. Αλλά αυτό στα πλαίσια μιας θεώρησης που αφορούσε συνολικά μάλλον την ουσία και το περιεχόμενο του «κινήματός» τους, παρά τα εμφανισιακά τους πρότυπα.

Στην χώρα μας πάντως η αριστερά έχει δεθεί ιστορικά με το κλασικό μουστάκι της μεταπολίτευσης και τα μακριά γένια –να παραπέμπουν φαντασιακά στο αντάρτικο και ας μη μας εξασφαλίζουν και τα χτένια, όπως αντιστοίχως τα ράσα δεν κάνουν τον παπά. Άλλο αν κάποιοι μας συγχέουν καμιά φορά μαζί τους –επίτηδες ως ένα βαθμό- και μιλάνε για δογματικούς, αιρέσεις και το (κομματικό) ιερατείο που επαγγέλλεται τη δευτέρα παρουσία. Κι αυτό γιατί αρνούμαστε να φάμε τον παπά της φιλολαϊκής διαχείρισης του συστήματος και να ταΐσουμε στο λαό μούσια για έναν πιο ανθρώπινο καπιταλισμό και μια ευρωπαϊκή ένωση των λαών.

Έχει δεθεί ιστορικά επίσης με τη μακριά ατημέλητη κόμη και τα μαύρα σγουρά μαλλιά του πανδή –που «και αν ασπρίσαν, δεν μας τρομάζει η βαρυχειμωνιά». Αλλά τώρα το κύμα της αντεπανάστασης, μαζί με τη φιλότριχη μεταπολίτευση, στοχοποιεί τις ίδιες τις τρίχες –που τις φυλάει για το δημόσιο πολιτικό λόγο- προωθώντας την χρυσαυγίτικη καράφλα και τους διαφόρων αποχρώσεων skinheads. Θεωρητικά, σου αφήνει βέβαια ανοιχτές όλες τις (στιλιστικές και μη) επιλογές. Στην πράξη ωστόσο επικρατεί μια καταθλιπτική ομοιομορφία, σε διάφορες πανομοιότυπες εκδοχές, με βάση τις επιταγές της μόδας. Και σε πιο γενικό επίπεδο, απ’ την εικονική πληθώρα των επιλογών (ταξίδια, αγορές, κτλ) ελάχιστες είναι αυτές που μπορείς να προχωρήσεις στην πράξη.
Για να πας μπροστά επαγγελματικά πχ, πρέπει να πας σε συνεντεύξεις ντυμένος στην τρίχα και χωρίς πολλές τρίχες (γένια, μακριά μαλλιά), με αυστηρό ενδυματολογικό-εμφανισιακό κώδικα. Και να ‘χεις μαλλιά στη γλώσσα, για να μη βρεις τον μπελά σου και να μη στενοχωρήσεις με την ειλικρίνειά σου τους άλλους.

Και όλα αυτά σε μια χώρα, που μπήκε για μαλλί στην εοκ και βγήκε κουρεμένη. Και από επίδοξο αφεντικό των βαλκανίων, πήρε το ρόλο του τζαννετάκου κι έγινε παιδί της φάπας για τις... αγορές και τις τράπεζες, που της εύχονται «με γεια το κούρεμα» του δημόσιου χρέους.
Στα καθ’ ημάς ο πολιτικός λόγος είναι ένα μάτσο τρίχες κατά το κοινώς λεγόμενο. Με την κυβέρνηση να ελπίζει να πετύχει το θαύμα της κανά με το πλεόνασμα (φάτε μάτια-ψάρια και ψωμιά που λένε) και να λέει τρίχες για τη βιωσιμότητα του χρέους (καλέ ναι, μόνο του σπανού τα γένια δεν γίνονται). Και να κινδυνολογεί ασύστολα πως όλα κρέμονται σε μια τρίχα, που αν χάσει τις επόμενες εκλογές, θα σπάσει και θα καταστραφούμε. Ενώ ο σύριζα εμπορεύεται φρούδες ελπίδες φάρμακα και συνταγές για την πολιτική καταγγελία της τριχόπτωσης και την προοπτική ζωηρής τριχοφυίας εντός της ευρωπαϊκής ένωσης και του αστικού πλαισίου.

Κι ο κοσμάκης; Πέντε τρίχες όλες κι όλες στην τσέπη, μα μυαλό μικρού παιδιού. Συνεχίζουμε να τους πιστεύουμε (ή να τους φοβόμαστε) κι αρχίζουμε να μαλλιοτραβιόμαστε μεταξύ μας (δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, μόνιμοι και συμβασιούχοι), για να βρούμε το φταίχτη, λες κι είναι ανάμεσά μας. Κι αυτοί βρίσκουν και κάνουν, διαιωνίζοντας την κυριαρχία τους.

Αλλά οι αντιθέσεις του συστήματος οξύνονται και γίνονται κουβάρι αξεδιάλυτο, σαν τα μαλλιά της μουρλής, που έλεγαν κι οι παλιότεροι. Κι αυτό το έχει καταλάβει από πρώτο χέρι ο τρελο-ντένις ο ρόντμαν, ο βετεράνος ΝΒΑer που έμεινε στην ιστορία για τα ριμπάουντ, τον οξύθυμο χαρακτήρα του και τα χρώματα που άλλαζε στα μαλλιά του, σαν τα πουκάμισα. Και δεν έμεινε σε μονοχρωμία, νέτη-σκέτη, και σε απλούς συνδυασμούς, αλλά προσπαθούσε να προκαλέσει με τα διάφορα σχέδια στο κεφάλι του. Όπως και τώρα δηλ, με τα σχέδια στο εσωτερικό του κεφαλιού του, καθώς είναι ο καλύτερος αμερικανός φίλος του λδ-κορεατικού λαού και ένα είδος πρέσβη της χώρας στο δυτικό κόσμο.


Δεν ξέρω αν τώρα θα βγει καινούριο φιρμάνι να ακολουθήσουν οι λδκορεάτες το εκάστοτε στιλ του ρόντμαν, άνδρες-γυναίκες, αδιακρίτως. Αν είχε χιούμορ δηλ ο κιμ, αυτό θα έπρεπε να κάνει για να μπει ακόμα περισσότερο στο μάτι των δυτικών. Κι αν ο ρόντμαν είχε χιούμορ (που είναι το βασικό προϊόν που παράγει δηλ, με τόση τρέλα που κουβαλάει), θα έπρεπε να κουρευτεί κι αυτός καπελάκι, στο στιλ του ηγέτη κιμ και να λανσάρει το νέο λουκ στη δύση, για να το κάνει μόδα.

Αυτό να δω και τι στον κόσμο…

Λες να τα κάνω έτσι;
Υγ1: ο τίτλος και η κεντρική ιδέα του κειμένου βασίστηκε σε μια ιδέα του poe xania – φραγκίσκου λαγωνικάκη.
Υγ2: αυτά φυσικά συμβαίνουν σε τριτοκοσμικές, απολίτιστες χώρες με "στυγνές, κομμουνιστικές δικτατορίες". Καμία σχέση με τα δικά μας χρηστά ήθη και την ίση μεταχείριση που απολαμβάνουν οι βαρυποινίτες στον πολιτισμένο δυτικό κόσμο με τα πολλά στιλ κουρέματος

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

Γιουγκοσλαβία – 15 χρόνια μετά

Η πρόσφατη μειωμένη επέτειος των βομβαρδισμών στη γιουγκοσλαβία δίνει μια καλή αφορμή για μια σύντομη αναδρομή· να θυμηθούμε πολλές ιδιαίτερες στιγμές και να σημειώσουμε μερικά βασικά σημεία.

Οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί ήταν το αποκορύφωμα του δεκαετούς γιουγκοσλαβικού δράματος, σε μια πάλαι ποτέ ενιαία χώρα, με αμφίβολο σοσιαλιστικό προσανατολισμό, που κρατούσε ωστόσο μονιασμένους τους λαούς της και εν υπνώσει τις μεταξύ τους εθνικές αντιθέσεις. Ταυτόχρονα ήταν η απαρχή μιας σειράς απροκάλυπτων κι αιματηρών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, που συνεχίστηκαν τα επόμενα χρόνια στο αφγανιστάν και το ιράκ.

Παράλληλα όμως έδωσαν το έναυσμα για τον ξεσηκωμό του ελληνικού λαού, που είδε τα τύμπανα του πολέμου να χτυπάνε στη γειτονιά του, να είναι κάτι πολύ πιο ζωντανό και άμεσο από μια απλή εικόνα στις ειδήσεις, και βγήκε να διαδηλώσει μαζικά στους δρόμους, μόλις δέκα χρόνια από τις χρεοκοπημένες αστικές θεωρίες για το τέλος της ιστορίας (και συνεπώς της ταξικής πάλης).

Ήταν μάλιστα τόσο μαζικές και δυναμικές οι αυθόρμητες αντι-ιμπεριαλιστικές διαθέσεις του ελληνικού λαού, τόσο ευρύ το φάσμα των δυνάμεων που αγκάλιαζαν (από τους κομμουνιστές μέχρι τις παρυφές της εκκλησίας και ένα τμήμα του κατώτερου κλήρου, στα πλαίσια της αλληλεγγύης στους ομόδοξους σέρβους), που ανάγκασαν σε –λιγότερο ή περισσότερο ειλικρινή- αναδίπλωση και αρκετούς αστούς δημοσιολόγους. Τα νέα της εποχής πχ, με το γνωστό στάθη τότε στις τάξεις τους, έμοιαζαν να αντιγράφουν τους τίτλους και το λόγο του ριζοσπάστη –όσο περίεργο κι αν μας φαίνεται αυτό σήμερα.


 Πολύ χαρακτηριστική είναι και η διείσδυση αυτού του πνεύματος ακόμα και σε τηλεοπτικές κωμικές σειρές, όπως για παράδειγμα στην πρώτη σκηνή ενός επεισοδίου των «δύο ξένων», με την τηλεφωνική συνομιλία – αντιιμπεριαλιστικό μονόλογο της ντένης μαρκορά (κατά κόσμο ντίνας κώνστα) -που μάλλον αντανακλά κάτι παραπάνω από την πολιτική τοποθέτηση του σεναριογράφου ρήγα.


Και πώς να ξεχάσεις άραγε εκείνη την ηρωική επίσκεψη της ποδοσφαιρικής αεκ στο μαρτυρικό βελιγράδι για το φιλικό αγώνα με την παρτιζάν;

Αυτό το παλλαϊκό κύμα αλληλεγγύης στη γείτονα χώρα άφησε έκθετη τόσο την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία για το βρώμικο ρόλο που έπαιξε, όσο και τον ποικιλώνυμο οπορτουνιστικό χώρο (χωρίς τη σημερινή ικανότητα προσαρμογής του), από την ευρώδουλη αριστερά μέχρι και τη λογική των ίσων αποστάσεων ενός τμήματος του εξωκοινοβουλίου, που μιλούσε για τον σφαγέα μιλόσεβιτς, επιδεικνύοντας το ακαταμάχητο πολιτικό του κριτήριο.

Οι λίγο παλιότεροι σύντροφοι έχουν να διηγούνται ηρωικές ιστορίες και μικρά ανδραγαθήματα από τις νυχτερινές συνεννοήσεις, τον αποκλεισμό των σιδηροδρομικών γραμμών, τις φλογερές μαχητικές συγκεντρώσεις στο προξενείο στη νίκης τότε (πριν μετακομίσουν έκτοτε στο εμπορικό της τσιμισκή, για να μην τους αγγίζει –έτσι νόμιζαν- οι αποδοκιμασίες και η χλεύη του κόσμου). Και το κόλπο με την αλλαγή των πινακίδων στους οδοδείκτες, που έστειλαν τα νατοϊκά άρματα να κόβουν βόλτες στο λαβύρινθο της λαχαναγοράς για μερικές ώρες. Ένα τέχνασμα βγαλμένο κατευθείαν από τον αστερίξ και την αντιιμπεριαλιστική του περιπέτεια στο γύρο της γαλατίας, με τα στενά του λουγκντουνούμ, αν δεν κάνω λάθος -που δεν αποκλείεται να κάνω. Το οποίο έπιανε το νήμα των καλύτερων παραδόσεων αγωνιστικής αντίστασης, αναδεικνύοντας την αστείρευτη εφευρετικότητα του λαού μας.

Προσωπικά πρόλαβα ως οργανωμένος μόνο τον απόηχο αυτής της εποχής με τις πορείες στο λιμάνι, όταν εμφανιζόταν κάποιο πλοίο από το στόλο των μακελάρηδων και τις δίκες κάποιων συλληφθέντων συντρόφων, που επικαλέστηκαν το ακροτελεύτιο άρθρο του συντάγματος για την υπεράσπιση της πατρίδας από την εισβολή ξένων στρατευμάτων –που είχαν όμως άδεια διέλευσης από το σημίτη. Και τελικά απαλλάχτηκαν από τις κατηγορίες, όχι γιατί είχαν δίκιο, αλλά γιατί τάχα δεν κατάλαβαν καλά το σύνταγμα και την ερμηνεία του. Πώς λέμε ένοχος ή βλαξ; Ε, το δεύτερο..

Προσωπικά λοιπόν θυμάμαι από εκείνη την περίοδο μόνο το αντιπολεμικό κλίμα στο σχολείο μας, που μας έβγαινε αυθόρμητα πιο πολύ κάπως στενά αντι-γιάνκικο, «φονιάδες των λαών αμερικάνοι» κι ήταν φυσικό εν μέρει για την ηλικία μας. Και θυμάμαι να ζωγραφίζουμε στα θρανία αμερικάνικες σημαίες να καίγονται κι εγώ να προσθέτω δίπλα απ’ τους στίχους του la bamba yo no soy marinero’ γιατί (τότε δεν ήξερα ισπανικά ακόμα), νόμιζα πως αντιστοιχεί στο εγγλέζικο ‘marine’ (=πεζοναύτης) κι ότι έτσι πιάναμε και το αντι-μιλιταριστικό κομμάτι της υπόθεσης.

Και όπως το βλέπεις εκ των υστέρων, σκέφτεσαι πως εκείνη ήταν μια μεστή κινηματική χρονιά, που άφησε σπουδαία παρακαταθήκη, σε πολλά μέτωπα.
Στο μαθητικό κίνημα με τις πολύμηνες καταλήψεις ενάντια στη «μεταρρύθμιση αρσένη». Στη στρατολογία της οργάνωσης, που εκείνο το διάστημα διπλασίασε οργανωτικά τις δυνάμεις της. Στο αντιπολεμικό αντιιμπεριαλιστικό μέτωπο, που κορυφώθηκε με την επίσκεψη κλίντον –δυστυχώς στο αρχείο του ρίζου, την τελευταία φορά που κοίταξα, έλειπαν κάποιες σελίδες από τα επίμαχα φύλλα της περιόδου και το κενό πρέπει να αποκατασταθεί άμεσα. Στο εργατικό κίνημα με τη δημιουργία του παμε, ως ορόσημου για την παραπέρα εξέλιξή του σε ταξική, αγωνιστική κατεύθυνση. Στο λαϊκό κίνημα ευρύτερα, που άρχισε να αφυπνίζεται από τη χειμερία νάρκη της αντεπανάστασης. Εκλογικά με την εκτίναξη των ποσοστών του κόμματος στις ευρωκάλπες, ως επιστέγασμα εκείνου του κλίματος και κερασάκι στην τούρτα –χωρίς να υποκαθιστά την τελευταία- αλλά δε βρήκε άμεση συνέχεια στις εθνικές εκλογές της επόμενης χρονιάς (2000) με το ιστορικό υψηλό του (τότε) δικομματισμού.

Και γενικά με την ευρεία συστράτευση συνεργαζόμενων προσωπικοτήτων που (ξανα)συναντούσαν το κόμμα στο δρόμο του αγώνα και των αντιιμπεριαλιστικών κινητοποιήσεων. Μια αποτυχία για κάθε πετυχημένη συνεργασία κι ένας ζουράρις για κάθε κανέλλη –που τώρα είναι σα να έχει ξαναφορέσει το στόχο από τις κινητοποιήσεις στη γιουγκοσλαβία και συγκεντρώνει συντονισμένα πυρά από όλο το πολιτικό φάσμα των (μικρο)αστικών δυνάμεων. Ο ρούσης που ένιωθε σα να μην είχε περάσει μια μέρα από τότε που ήταν στο κόμμα –και πόσο μακρινή μοιάζει αλήθεια σήμερα αυτή η εποχή. Ο παπακωνσταντίνου, ο μικρούτσικος, ο μητροπάνος κι ο τσακνής –που τον έχω σα θολή ανάμνηση να λέει σε κάποια φάση στο συγκεντρωμένο πλήθος κάτι σαν ‘ελλάς-σερβία-ορθοδοξία’ ως ένα σύνθημα που όλους μας ενώνει –κι άφηνε αμήχανους εμάς τους ορθόδοξους κομμουνιστές.

Κι ας μη φανταστεί κανείς πως μιλάμε για πολύ διαφορετικές συγκυρίες κι ένα άλλο, ενωτικό κκε του 90’, που όλοι το αγαπούσαν κι αποζητούσαν να φτιάξουνε μαζί μας μέτωπο. Η ίδια σχεδόν πολεμική υπήρχε και τότε για τη θολή λαϊκή εξουσία, το διασπαστικό παμε, τα αγροτικά μπλόκα, την κανέλλη. Σαν να μην πέρασε μια μέρα. Και εγώ στο σπίτι άκουγα από το ναρίτη άβερελ (εξήντα χρόνια νάτο) τις ίδιες ιστορίες, για τον κόφφα (της κετουκε), την απεργία των καθηγητών και τις ράγες του τρένου, που τις κλείναμε συμβολικά σε μια περίσταση, αλλά τις ανοίξαμε προδοτικά την κρίσιμη ώρα. Και επειδή μετά δεν ήταν το ίδιο ενεργός, έπαψε να ανανεώνει το οπλοστάσιο με καινούριες βιωματικές ιστορίες κι ακούγαμε συνεχώς τις ίδιες (για τον κόφφα, το τρένο, την απεργία των καθηγητών) μέχρι να φάμε όλο το φαγητό μας (και να μας βγει από τη μύτη).

Όχι βέβαια πως ήταν όλα ρόδινα, χωρίς λάθη. Ανέφερα και πριν την περίπτωση του ζουράρι που δένει με τα ποικιλόχρωμα πλήθη και τις σημαίες του (ορθόδοξου) βυζαντίου. Κι ίσως να προσθέσει κανείς κι άλλα τέτοια σημεία –πχ μια μάλλον μηχανική μεταφορά της επονίτικης-εαμικής πείρας και μια κοινή δήλωση αρχικά και συγκέντρωση αργότερα με όλες τις ελληνικές πολιτικές νεολαίες, από την οννεδ μέχρι την εκον ρήγας φεραίος!

Γενικά όμως η πορεία ωρίμανσης των πρώτων αντιπολεμικών, αντιιμπεριαλιστικών σκιρτημάτων στις μάζες, η περαιτέρω συνειδητοποίηση κι η μετατροπή του αντιιμπεριαλιστικού μετώπου σε κρίκο για τη στρατηγική μας, δεν είναι ούτε εύκολη ούτε μονοσήμαντη. Κάτι που δεν αναιρεί στο παραμικρό όμως τα βήματα και τις κατακτήσεις εκείνων των πρώτων γλυκών καρπών της ανασυγκρότησης, που δίνουν εν πολλοίς και τον μπούσουλα για τα καθήκοντά μας στη σημερινή δύσκολη συγκυρία.

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Αντικομμουνισμός από βελούδο

Εάν κληθεί να αναλύσει κανείς τις σύγχρονες μορφές αντικομμουνισμού, μπορεί να διακρίνει δυο βασικές κατηγορίες εκδήλωσής του: τον ανοιχτό και το συγκαλυμμένο. Εκτός απ’ τον πατροπαράδοτο, αιμοσταγή αντικομμουνισμό, κατευθείαν από την εποχή του χωροφύλακα και της επταετίας, αν όχι από αυτήν των εκτελέσεων και του παρθενώνα της μακρονήσου, υπάρχει κι αυτός που εκδηλώνεται με το βαμβάκι, για να σκουπίσει τα αίματα της πρώτης κατηγορίας και να τη βγάλει καθαρή το σύστημα, χωρίς λερωμένα νύχια –κι ας κυλιέται ολόκληρο μες στο βούρκο.

Υπάρχει δηλ ο κακός μπάτσος, με την εμφυλιοπολεμική ρητορική και την χρυσή αυγή ως λαγό και προμετωπίδα του. Με τη μακαρθική υστερία (σε διεθνή κλίμακα) που ουδέποτε υποχώρησε και τη «δημοκρατική εε» που στηρίζει την απαγόρευση των κομμουνιστικών κομμάτων και των –ζωντανών ακόμα σε πολλές συνειδήσεις και μνήμες- συμβόλων τους, προωθώντας παράλληλα την εξίσωση του κομμουνισμού με το ναζισμό, για να αθωώσει ιστορικά τον τελευταίο.

Και υπάρχει ως συμπλήρωμά του ο «καλός μπάτσος» με τις «δημοκρατικές ευαισθησίες». Η άλλη όψη του νομίσματος, που δίνει άλλοθι σε όλα τα παραπάνω. Ο κοσμοπολίτικος ραγιαδισμός πλάι στον ‘εθνικό’ αντικομμουνισμό της φουστανέλας και των γερμανοτσολιάδων –για να θυμηθούμε και την χτεσινή επέτειο. Υπάρχει ο αντικομμουνισμός ορισμένων πρώην, που ξεπερνάνε σε λύσσα και τα παραληρήματα του άδωνη, αξιοποιώντας στον «αγώνα» τους κάθε θάνατο συντρόφου που δεν μπορεί να μιλήσει για να διαχωρίσει τη θέση του –τι και αν το είχε ήδη κάνει, εν ζωή, με τις πράξεις του και την κομματικότητά του. Και ο αντικομμουνισμός κάποιων που δηλώνουν γνήσιοι κομμουνιστές, για να καταλήξουν να δυσφημούν την έννοια και τα ιδανικά στα οποία αναφέρεται –με πιο κλασικό παράδειγμα τον ηγέτη της διάλυσης της σοβιετικής ένωσης, μιχαήλ γκορμπατσόφ.

Βλέποντας προχτές το βράδυ πολιτικές εκπομπές δημόσιου λόγου, δυσκολευόσουν αρκετά να βρεις ουσιαστικές διαφορές ανάμεσα στα δύο είδη και να ξεχωρίσεις ποιο από τα δύο είναι πιο επικίνδυνο.

Η ακροδεξιά κυβέρνηση που ξέθαψε το (φωτιά και) τσεκούρι του αβέρωφ από τον εμφύλιο, αφήνοντας πίσω την καραμανλική τακτική της μειλίχιας απαξίωσης του αντιπάλου διά του σεβασμού και του ηθικού πλεονεκτήματος –«σέβομαι τους αγώνες και τις απόψεις του κουκουέ... αλλά διαφωνώ κάθετα...» και πάμε παρακάτω στον επόμενο;
Που έχει ευρείς πολιτικούς ορίζοντες κι αν μη τι άλλο πολυσυλλεκτικό χαρακτήρα, συγκεντρώνοντας στις τάξεις της στελέχη σαν τον περήφανο αντικομμουνιστή μπαλτάκο, μέχρι το φαήλο και τον άδωνη, που σιχαίνεται τους κομμουνιστές; (Παλιότερα ο μπουμπούκος είχε πει ότι σιχαίνεται και το μνημόνιο, που το ψήφισε βέβαια· δεν αποκλείεται, με το ίδιο σκεπτικό, να είναι κρυφοκομμουνιστής και να ψηφίζει τελικά το κόμμα)

Του Πάνου Ζάχαρη από το Ποντίκι
Που επιστρατεύει συστηματικά τη σοβιετολογία, κάθε φορά που τα βρίσκει σκούρα στην πολιτική αντιπαράθεση, πετώντας την μπάλα στην κερκίδα; Κι είναι ένα ζήτημα αν οι δικοί μας εκπρόσωποι, πρέπει να απαντάνε, παίζοντας όμως έτσι το παιχνίδι της, ή να το αφήνουν να πέσει κάτω –κι αυτό να εκληφθεί ως αδυναμία απάντησης.
Που ωστόσο είναι ευθέως και ανυπόκριτα χυδαία και δεν παύει να γίνεται γραφική, παρέχοντας άφθονο υλικό για τα βιντεάκια της ελληνοφρένειας; (Ο μιχελάκης προχτές πχ έθεσε αρκετά ψηλά τον πήχη της γραφικότητας, κάνοντας λόγο σε κάποια φάση για την εξέγερση της βαρσοβίας (;) και τα πέντε εκατομμύρια θύματα του στάλιν, προκειμένου να αυξηθεί η παραγωγή χάλυβα! Δεν είναι πλέον μόνο η πλειοδοσία κι η... άμιλλα που αναπτύσσεται στα πλαίσια της σταλινολογίας -έχω 5 μύρια από το μιχελάκη, ακούω άλλη προσφορά; 5 εκατομμύρια ένα... 5 εκατομμύρια δύο...- αλλά κι ο γραφικός ζήλος στη δημιουργία καινούριων ευφάνταστων μύθων, που προδίδουν αν μη τι άλλο την άγνοια και τη σύγχυση του λασποβόλου. Αλλά όσο πιο σίγουρος ακούγεται, τόσο μεγαλύτερες πιθανότητες έχει να φανεί πειστικός στο κοινό του).

Ή μήπως από την άλλη ο βελούδινος αντικομμουνισμός της αξιωματικής αντιπολίτευσης; Με το στάθη στον ενικό να δηλώνει κομμουνιστής αλλά να αδυνατεί να αρθρώσει πειστικό αντίλογο στον κεκράκτη άδωνη –ως κι ο χατζηνικολάου, έκανε αντιπαράθεση με καλύτερους όρους. Κι ο αριστερός κατρούγκαλος, που σπάει πονηρά δια της πλαγίας οδού το εμπάργκο του σύριζα στην ανατροπή του πρετεντέρη, κι έκρινε σκόπιμο να πάρει εργολαβία την υπεράσπιση της τσογλάνικης αντίδρασης του τσίπρα στο γνωστό περιστατικό με τον κασιδιάρη, τη δούρου και την κανέλλη.

Αφού δείτε εδώ το βίντεο με το επίμαχο απόσπασμα, μπορείτε να διαβάσετε εδώ και μια πολύ καλή προσέγγιση του plagal στο ζήτημα.
Το χειρότερο πάντως κατά τη γνώμη μου, είναι ότι ο κατρούγκαλος προσπαθεί να στοχοποιήσει την κανέλλη φέρνοντάς την σε αντιπαράθεση με το αριστερό ήθος, το ήθος του κκε και τους μπολσεβίκους, για να του απαντήσει πολύ εύστοχα η λιάνα πως δεν έχει φτάσει στο σημείο να είναι μπολσεβίκα. Μιας και αναφέρθηκε πάντως, καλό θα ήταν για τον κατρούγκαλο να ξαναφρεσκάρει τις γνώσεις του για το γραπτό έργο του λένιν και να θυμηθεί τι όρους χρησιμοποιούσε ο βλαδίμηρος για το λακέ της αστικής τάξης κάουτσκι και για άλλους πολιτικούς προγόνους του σύριζα.
Στη συνέχεια βέβαια απαντά και ο ίδιος πολύ σωστά στο μιχελάκη πως δεν υπάρχει μία μόνη ηθική και πως το ήθος της αριστεράς στην χώρα αυτή διαφέρει ποιοτικά. Μόνο που στην προκείμενη, η δική του στάση παραπέμπει απλώς σε αστική υποκρισία –που σοκάρεται με τους όρους αλλά όχι με την ουσία- και τίποτα παραπάνω.

Αν υπάρχει κάτι που να απάδει στο ήθος της αριστεράς, αυτό είναι το τσογλάνικο, επιμελώς ανέμελο ύφος και γελάκι του κουλ αλέξη. Η λογική ότι ο κασιδιάρης είναι ψυχοπαθής –σε ευθεία αντιστοίχιση με την αστική ιστορική θεώρηση που αντιμετωπίζει τον χίτλερ ως παράφρονα. Το σύρσιμο –έρπειν- με κάθε θεμιτό κι αθέμιτο μέσο προς την εξουσία και την κυβερνητική προοπτική, που θαμπώνει το κριτήριο αξιόλογων ίσως ατόμων, σαν το στάθη και τον κατρούγκαλο, και τους καθιστά απολογητές του κρετινισμού με αριστερό πρόσημο. Άτομα που δεν είδαν, δεν άκουσαν, αγνοούν τα αυτονόητα, προσπαθούν να τα κρύψουν, να θολώσουν τα νερά.

Αντικομμουνισμός με το βαμβάκι είναι και να διαστρεβλώνεις τις θέσεις των κομμουνιστών που τα παραπέμπουν όλα τάχα στη δευτέρα παρουσία. Λες κι εσύ παραδέχεσαι έστω την πρώτη παρουσία, για να μιλήσεις για δεύτερη. Κι είναι ζήτημα αν τελικά εσύ είσαι που περιμένεις τη δευτέρα παρουσία να έρθει με τον κυβερνητικό κρίνο, χωρίς επανάσταση κι άλλα τέτοια δυσάρεστα αιματηρά επεισόδια

Θα με ρωτήσεις ίσως σφε αναγνώστη: κάθε κριτική-πολεμική απέναντι στο κόμμα και τη σοβιετική ένωση συνιστά αντικομμουνισμό; Όχι βέβαια. Έλα όμως που τις περισσότερες φορές ταυτίζονται –όχι στη δική μας λογική, αλλά- αντικειμενικά ή και υποκειμενικά στις προθέσεις του επιτιθέμενου. Γιατί κάθε πολιτικός απόγονος των δωσίλογων που σέβεται τον εαυτό του, καθίσταται αυτομάτως κι αντικομμουνιστής, για να βρει (έτσι νομίζει) ιδεολογική νομιμοποίηση για τις πράξεις του. Ενώ η «αριστερόστροφη» λογική «τέρμα η ασυλία στο κκε» είχε ως πρώτο εμπνευστή κι εκτελεστή της τον ανδρέα παπανδρέου στα χρόνια της αλλαγής αλλά κι αργότερα, από κάθε είδους πασόκ που προέκυψε από τις ανατροπές. Και πάντα συνόδευε ή συγκάλυπτε μια επίθεση, όχι στενά στο κουκουέ, αλλά ευρύτερα, στις κατακτήσεις των εργαζόμενων και των λαϊκών στρωμάτων.

Πώς λοιπόν να μην κυριαρχεί σήμερα, σε μια περίοδο γενικευμένης υποχώρησης του κινήματος, ο αντικομμουνισμός; Και πώς να μη θυμηθείς τα σοφά λόγια του κάππου για τον αντισταλινισμό, που δεν είναι παρά μια μορφή ντροπαλού αντικομμουνισμού; Πώς να μη σκεφτείς ότι σήμερα είναι, όσο ποτέ άλλοτε, απαραίτητη μια καταδίκη του αντικομμουνισμού, από όπου κι αν προέρχεται –για να δανειστούμε ένα αγαπημένο κλισέ του δημόσιου αστικού λόγου;


Είναι όμως και κάτι ακόμα. Αν ο κομμουνισμός έχει πεθάνει και ξοφλήσει ιστορικά, ή αν οι κομμουνιστές ήταν ζωντανοί-νεκροί, απολιθώματα που έχουν ξεχάσει να πεθάνουν, όπως είχε πει πρόσφατα ένα άλλο καμάρι του βελούδινου αντικομμουνισού, ποιος ο λόγος τότε να ξιφουλκούν ενάντια σε ένα φάντασμα, που εξακολουθεί να πλανάται πάνω από τη γηραιά ήπειρο και το γερασμένο αστικό κόσμο, στοιχειώνοντας δικαιολογημένα τον ύπνο του;

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

"Έφυγε" ο Τάκης Τσίγκας

Σήμερα το βράδυ έφυγε από τη ζωή ο κομμουνιστής τάκης τσίγκας, στέλεχος του κουκουέ, που είχε διατελέσει κατά το παρελθόν –μεταξύ άλλων- μέλος του πγ, διευθυντής του ριζοσπάστη και του 902. Πατώντας αυτό το σύνδεσμο, μπορείτε να διαβάσετε την ανακοίνωση της κετουκε για το θάνατο του συντρόφου, που περιλαμβάνει εκτενή βιογραφικά στοιχεία.


Ως ελάχιστο φόρο τιμής, η κε του μπλοκ αξιοποιεί το αρχείο του ριζοσπάστη και αναδημοσιεύει αποσπάσματα από μερικά κείμενα του τάκη τσίγκα, ξεκινώντας από την επιστολή που έστειλε στον προσυνεδριακό διάλογο του πρόσφατου 19ου συνεδρίου του κόμματος.

Τρία ζητήματα ήταν πάντα βασικά και κρίσιμα στην ενενηνταπεντάχρονη μέχρι σήμερα πορεία του Κόμματος. Πρώτο, η στρατηγική του και όλα όσα την αφορούν. Δεύτερο, το επίπεδο του ταξικού εργατικού κινήματος και του αγωνιστικού προσανατολισμού των λαϊκών στρωμάτων. Και τρίτο, το ποσοτικό και ποιοτικό δυνάμωμα των γραμμών του Κόμματος με νέο αίμα, η πρωτοπόρα, καθημερινή δράση των κομμουνιστών, όπου κι αν βρίσκονται και, πρωτίστως, στους χώρους δουλειάς.
Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα. Παρά τα σοβαρά βήματα, που έχουν γίνει τα προηγούμενα χρόνια, παραμένει η μεγάλη απόσταση από τις αντικειμενικές ανάγκες. Οι σύγχρονες συνθήκες και οι πρωτόγνωρες δυσκολίες βάζουν μπροστά μας σύνθετες και πολύ ψηλότερες απαιτήσεις. Η αντιμετώπιση και το ξεπέρασμα των αδυναμιών, των καθυστερήσεων και των προβλημάτων παίρνουν καθημερινά και περισσότερο επιτακτικό χαρακτήρα.

Πρώτο: Η βαθύτερη κατανόηση, δημιουργική εξειδίκευση και αποτελεσματική εφαρμογή στην πράξη της στρατηγικής του Κόμματος αποτελεί σήμερα πρωταρχική ανάγκη και αναντικατάστατη προϋπόθεση για την παραπέρα πορεία. Απ' όλο το Κόμμα, την ΚΝΕ, κάθε κρίκο, κάθε σύντροφο και συντρόφισσα χωριστά. Οπως και η σε ανάλογη βάση συσπείρωση και συστράτευση του στενού -τουλάχιστον- περίγυρου των οπαδών και φίλων του Κόμματος. Αυτό απαιτεί και συνεπάγεται πολλά, όπως γίνεται φανερό κι από τις Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο. Πρωτίστως, όμως, απαιτεί την αποφασιστική αντιμετώπιση και ξεπέρασμα των κάθε λογής αυταπατών, περί φιλολαϊκής κυβέρνησης στο πλαίσιο του συστήματος. Κι όχι μόνο, γιατί δεν υπάρχει η παραμικρή τέτοια δυνατότητα, ενώ, το ενδεχόμενο αποδοχής της θέσης αυτής από το Κόμμα θα συνιστούσε -σε τελευταία ανάλυση- προδοσία της εργατικής τάξης και απώλεια του επαναστατικού χαρακτήρα του, με όλα όσα αυτά συνεπάγονται. Οι αυταπάτες αυτές εμποδίζουν και υπονομεύουν την αποτελεσματική και επιτακτικά αναγκαία σήμερα αντιμετώπιση των γενικότερων κοινοβουλευτικών αυταπατών, που είναι κυρίαρχες στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, ακόμη και σε μεγάλη μερίδα των οπαδών του Κόμματος. Εμποδίζουν και υπονομεύουν την αντιμετώπιση και ξεπέρασμα των κυρίαρχων λογικών της ανάθεσης στους «ειδικούς» (στα κόμματα και την κυβέρνηση με τις βουλευτικές εκλογές, στα ΔΣ με τις αρχαιρεσίες, κλπ.), έως και της πρακτικής του «καναπέ». Συσκοτίζουν και νοθεύουν το πραγματικό, ταξικό περιεχόμενο και ρίζα των προβλημάτων, που βασανίζουν σήμερα την εργατική τάξη και το λαό και, γενικότερα, την κρίσιμη σχέση οικονομίας και πολιτικής. Εμποδίζουν τη βαθύτερη κατανόηση των σύγχρονων όρων διεξαγωγής της ταξικής πάλης, της διάταξης και των στόχων των τάξεων και των πολιτικών τους εκπροσώπων, του ταξικού χαρακτήρα και ρόλου του αστικού κράτους, όπως και αυτού της ΕΕ και της Ευρωζώνης, του σύγχρονου καπιταλισμού γενικότερα. Και, βέβαια, οι αυταπάτες αυτές δε βοηθούν στην αποτελεσματική αντιμετώπιση μιας σειράς αποπροσανατολιστικών ιδεολογημάτων, που θέλουν τις αιτίες της σημερινής κατάστασης στην υποτέλεια και υποταγή, στην ανικανότητα και διαφθορά ή στην κυριαρχία των νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων της Μέρκελ και όχι των νεοκεϋνσιανικών απόψεων Ομπάμα. Αλήθεια, σε τι απ' όλ' αυτά οφείλεται η κυβερνητική εμπειρία του ΑΚΕΛ στην Κύπρο, μαζί με την κατάληξή της; Η απάντηση, βέβαια, δε βρίσκεται σε κανένα από τα παραπάνω. Τη δίνουν οι θέσεις και εκτιμήσεις του ΚΚΕ. Ακριβώς αυτές, που έδιναν το δικαίωμα και τη σιγουριά στην Αλέκα Παπαρήγα, να δηλώνει τον περασμένο Ιούνη, λίγο πριν τις εκλογές: «Οποια κυβέρνηση και αν σχηματισθεί, ανεξάρτητα από τα συνθήματά της, τελικά θα συμμορφωθεί με τις δεσμεύσεις της ΕΕ και τις κατευθύνσεις των μονοπωλίων». Φιλολαϊκή πολιτική δε γίνεται, με τον πλούτο, τα μέσα παραγωγής του και, γενικότερα, με την εξουσία στα χέρια των μονοπωλίων και της αστικής τάξης. Χωρίς κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας και απαλλαγή της χώρας από τις ευρωενωσιακές και όποιες άλλες αλυσίδες και δεσμεύσεις. Και αυτά -όπως διδάσκει όλη η μέχρι σήμερα, θετική ή αρνητική, εγχώρια και διεθνής εμπειρία - θα προχωρήσουν και θα κατακτηθούν με όρους σκληρής ταξικής αναμέτρησης και σύγκρουσης, πέρα κι έξω από τα όρια, τους κανόνες και την υποκρισία της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, δηλαδή, της δικτατορίας των μονοπωλίων
.

Ακολουθεί ένα απόσπασμα από την περίληψη της ομιλίας του στο (επίσης προγραμματικό) 15ο συνέδριο.

Αγαπητοί σύντροφοι και συντρόφισσες,
έχω πάρει μέρος σε όλες τις φάσεις προετοιμασίας των προσυνεδριακών υλικών, καθώς και της εισήγησης της ΚΕ κι έχω συμφωνήσει σε όλα τα ουσιαστικά και βασικά σημεία, που θέτουν.
Με δεδομένη αυτή τη συμφωνία μου επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε ορισμένα ζητήματα, που έχουν κατά τη γνώμη μου τη δική τους σημασία.

Η δημόσια κυρίως προσυνεδριακή συζήτηση ανέδειξε ορισμένες λαθεμένες απόψεις. Ποιες νομίζω πως είναι αυτές:
1. Η άποψη, που θεωρεί εντελώς λαθεμένη και έως οπορτουνιστική την πολιτική του α - α - δ μετώπου, όπως αυτή περιγράφεται και αναλύεται στα προσυνεδριακά ντοκουμέντα και την εισήγηση της ΚΕ. Είναι μια άποψη, που ενώ ισχυρίζεται, πως υπερασπίζεται και προωθεί τη σοσιαλιστική επανάσταση, αφού τη θέτει δήθεν, ως μοναδικό και άμεσο στόχο, στην πραγματικότητα την παραπέμπει στις ελληνικές καλένδες.

2. Λαθεμένες είναι επίσης οι απόψεις, που βλέπουν την πολιτική του α - α - δ μετώπου ξεκομμένη και αποσπασμένη από τη δουλιά για το σοσιαλισμό και την επαναστατική αλλαγή.
Ίσα-ίσα, σήμερα είναι πολύ μεγαλύτερη από κάθε παλιότερη περίοδο η διαπλοκή των διάφορων αντιθέσεων αντιιμπεριαλιστικού περιεχόμενου, με τη βασική αντίθεση της καπιταλιστικής κοινωνίας μας, την αντίθεση κεφαλαίου και εργασίας. Είναι επόμενα αναγκαίο, αλλά και ώριμο, για μια συστηματική και καθημερινή ιδεολογική και προπαγανδιστική δουλιά αντικαπιταλιστικού και σοσιαλιστικού περιεχόμενου, πρώτα και κύρια στο χώρο της εργατικής τάξης.

3. Η συζήτηση για την πολιτική συμμαχιών του Κόμματος, μοιάζει ορισμένες φορές, σαν να θέλουμε σώνει και καλά να σκιαμαχούμε, με φανταστικούς εχθρούς και ψεύτικα διλήμματα. Και βέβαια, θα ήταν τραγικό λάθος, έστω και να σκεφθούμε, να κάνουμε το α - α - δ μέτωπο με τις υπάρχουσες σήμερα πολιτικές δυνάμεις. Αυτό θα σήμαινε παντελή ακύρωση όλης της πολιτικής και όλων των αποφάσεών μας
.
Μπορείτε επίσης να διαβάσετε εδώ μια παρέμβασή του σε μια εκδήλωση – δημόσια συζήτηση του κόμματος για το ααδμ, εν έτει 98’.Κι εδώ την περίληψη της ομιλίας του στο 17ο συνέδριο του κκε.

Και να θυμηθείτε επίσης (πατώντας στους συνδέσμους) διάφορα άρθρα του στο ριζοσπάστη
-εν όψει των 80χρονων του κόμματος
-για την έννοια της αριστεράς και της ενότητας
-για το ρόλο του ριζοσπάστη στην καθημερινή κομματική δράση
-μια πρόσφατη κριτική του στο πρόγραμμα του συνασπισμού
-για το ιδεολόγημα του «νέου εθνικού αφηγήματος»
-και για τις σκοπιμότητες της πολεμικής στο κουκουέ –στο τελευταίο ίσως άρθρο του στο όργανο, το δεκέμβρη του 12’.

Σάββατο 22 Μαρτίου 2014

100 χρόνια Άρης

-Δηλ είσαι από την τούμπα και είσαι αρειανός;
Μα ναι ρε φίλε, γιατί όχι. Τι με κοιτάς λες και είμαι, ξέρω εγώ, αφροαμερικάνος στην εθνική ρωσίας; Για στάσου όμως, κι αυτό έχει γίνει στο μπάσκετ, με τον χόλντεν. Είδες η παλινόρθωση; Και ο παοκ στην τελική το 60’ πήγε εκεί, που του έδωσαν το οικόπεδο να φτιάξει γήπεδο. Ως τότε έπαιζε κάπου μες στην πανεπιστημιούπολη, στην πλατεία χημείου νομίζω, και όταν έφευγε έξω η μπάλα, πήγαινε στα μνήματα απέναντι, στο α’ νεκροταφείο, στην αρχή της ευαγγελίστριας –η οποία είναι ένα μαγικό μέρος, κέντρο – απόκεντρο, σαν χωριουδάκι στη μέση της πόλης.

Και ξέρεις πως από εκεί έχει μείνει η φράση που προτρέπει τον αμυντικό να πετάξει την μπάλα στα μνήματα, για να φάει χρόνο; Όπως στην επαρχία –και την ευαγγελίστρια- που το γήπεδο είναι λίγο έξω από το χωριό, μαζί με το νεκροταφείο. Κι όπως ερημώνει τις τελευταίες δεκαετίες η επαρχία, θα την κλείσουν μια μέρα όλη μαζί σε ένα μνήμα και θα μείνουμε πίσω εμείς, ζωντανοί-νεκροί μες στις πόλεις και τα αστικά κλουβιά –αστικά με την έννοια της πόλης και της αστυφιλίας, και με την έννοια των αστών, που εδώ να δεις ‘αστυφιλία’ από διάφορους ψωνισμένους μικροαστούς.

Αλλά κι η τούμπα τότε, σαν χωριουδάκι ήταν, με χαμηλά προσφυγικά σπίτια. Η πραγματική (αετο)φωλιά για τον παοκ όμως είναι η δυτική θεσσαλονίκη, με τις δυτικές συνοικίες -ή με τα λούμπεν κωλόμπαρα και τους κάγκουρες, εξαρτάται από ποια σκοπιά το βλέπεις. Και όσο πας ανατολικά, σπάει λίγο η μαυρίλα κι αρχίζει κάπως να κιτρινίζει. Οπότε η διελκυστίνδα της υπερβολής μεταξύ των οπαδών, κάτι σα διαγωνισμός γραφικότητας, όπου τραβάς το σκοινί προς την πλευρά σου μέχρι να σπάσει, επιτάσσει να λένε οι παοκτζήδες πως ο άρης είναι ‘παπαναστασιακός’, που αφορά μόνο μια μικρή ζώνη γύρω από τον κεντρικό δρόμο του χαριλάου, και οι αρειανοί να παίρνουν τηλέφωνο στα αθλητικά ραδιόφωνα και τον ραπτόπουλο –που και ο ραπ αρειανός από την τούμπα ήταν, αλλά το κρύβει, όπως έκρυβε παλιά, στα φιλότριχα και προοδευτικά χρόνια του ογδόντα, με περουκίνι το εξωτερικό κενό στο κεφάλι του (για το εσωτερικό κενό δεν ξέρω να σου πω, αλλά μια χαρά ξύπνιος μου φαίνεται), ενώ τώρα που είναι της μόδας η χρυσαυγίτικη καράφλα, κυκλοφορεί γουλί ακομπλεξάριστος…- να παίρνουν λοιπόν τηλέφωνο στα ραδιόφωνα οι αρειανοί και να λένε: καλησπέρα από την κιτρινόμαυρη τούμπα ή από την κιτρινόμαυρη επτάλοφο, την κιτρινόμαυρη κρήτη (όχι από τους ντάλτον του εργοτέλη), τον κιτρινόμαυρο πειραιά, την κιτρινόμαυρη αφρική, τον κιτρινόμαυρο πλανήτη άρη, που βασικά κοκκινωπός είναι, αλλά έτσι και αλλιώς κι η γη θα γίνει κόκκινη, ή κόκκινη από ζωή ή κόκκινη από θάνατο και νιόγαβρους θαυμαστές του μαρινάκη (που πήρε λέει και τον 902), εκτός βέβαια από την τούμπα και την επτάλοφο, που θα παραμείνουν κιτρινόμαυρες, αν και λένε πως και εμείς στο άρμα του μαρινάκη είμαστε. Και τότε, αν είναι, γιατί πέφτουμε ρε συ και μας έχουν πηδήξει διαιτητικά;

Ναι, αλλά γιατί αναφέρεις την τούμπα σε ένα επετειακό κείμενο για τα εκατό χρόνια του άρη; Για να σου εξηγήσω τη δική μου βιωματική σχέση με την ομάδα. Και ότι στη δική μου γενιά, δεν ήταν περίεργο να είσαι τουμπιώτης κι αρειανός, αν είχες προλάβει, στα τελειώματα έστω, τη μεγάλη ομάδα του γκάλη και του γιαννάκη –άλλο αν κάποιοι αλλαξοπίστησαν στην πορεία. Κι έπρεπε να έχεις παοκτζή πατέρα και γερή κατήχηση από το σπίτι, για να πας κόντρα στο αυθόρμητο ρεύμα της εποχής· ή αντιστρόφως να έχεις δεθεί με την ομάδα –και όχι μόνο με τους τίτλους της και τη λογική να είσαι πάντα με τον καλύτερο- για να μη σε παρασύρει μετά η άμπωτη της αντεπανάστασης και να παραμείνεις αρειανός στα πέτρινα χρόνια.

Και τη λαμπράκη –ή κονίτσης, όπως τη λένε ακόμα κάποιοι παλιοί δεξιοί- την έχουν συνδέσει όλοι με τη διαδρομή του 14, κατά μήκος της άνω τούμπας, που ανεβάζει τα καραβάνια των ταλιμπάν ως την αγία βαρβάρα, για να πάνε γήπεδο, ή τους αφήνει μια στάση πιο πέρα, στα γυράδικα, για να φάνε ωμό κρέας –πού να προλάβει να ψηθεί ο γύρος σε μέρα αγώνα- πίνοντας τούμπα λίμπρε: μαλαματίνα με κόκα κόλα ή σουρωτή για τους «εναλλακτικούς». Αλλά το μόνο γήπεδο που υπάρχει επί της λαμπράκη στην πραγματικότητα, είναι το αλεξάνδρειο, όπου παίζει ο μπασκετικός άρης, στην αρχή του δρόμου, κάτω από την εγνατία –αν και οι περισσότεροι αγνοούν αυτό το κομμάτι. Είδες σφε, κι ο λαμπράκης δικός μας είναι...

Κι ίσως είναι σκάνδαλο να έχει ο παοκ δικό του γήπεδο μπάσκετ και να το γεμίζει (;) δύο φορές τον χρόνο, με άρη κι ολυμπιακό, ενώ ο άρης όχι, αλλά καλύτερα έτσι από μια άποψη, που μας άδειασαν τη γωνιά, γιατί το αλεξάνδρειο είναι το πιο μπασκετικό γήπεδο, γεμάτο αύρα, θρύλους και φαντάσματα, που πλανώνται πάνω από την ευρώπη. Κι ήταν αυτονόητο η κεντρική σάλα να πάρει το όνομα του γκάλη, που άφησε εποχή σε αυτό το γήπεδο. Θα το φανταζόσουν ποτέ δηλ με όνομα «μπάνε πρέλεβιτς» ή κάτι άλλο παρόμοιο; (πχ πέτζα στογιάκοβιτς, ή χρήστος τσέκος, ακόμα καλύτερα).


Έτσι κι αλλιώς όμως, δεν έχει νόημα να μιλήσεις για τον άρη χωρίς το διαλεκτικό του αντίθετο, για το γιν χωρίς το γιαν (και για το δίδυμο γκα-γιαν) –κι ας μην το καταλαβαίνουν αυτό όσοι χαίρονται τώρα με την παρακμή και τον υποβιβασμό του ποδοσφαιρικού τμήματος. Όπως δε γίνεται να μη μιλήσεις και για τον ηρακλή, που ιδρύθηκε επί τουρκοκρατίας, αρχικά ως σύλλογος φίλων της μουσικής, και ο άρης προέκυψε από τις τάξεις του με διάσπαση –την ίδια χρονιά που τα έσπαγαν κι οι μπολσεβίκοι με τη δεύτερη διεθνή.
Κι όσοι θυμούνται τον παλιό rso στα ερτζιανά της πόλης, που έκανε ξανά μόδα τα 80’ς στη θεσσαλονίκη, ήδη από τα τέλη του 90’, κι αναρωτιόντουσαν τι να σημαίνουν αυτά τα αρχικά, έχουν καθαρά ελληνική προέλευση και βγαίνουν από το «ραδιοφωνικός σταθμός των οπαδών του ηρακλή», γιατί ως τέτοιος είχε ξεκινήσει –τιμής ένεκεν ίσως και για την αρχική ιδιότητα του συλλόγου. Και πώς να μην έχουν νοσταλγία για τα 80’ς και το βάσια, που ποτέ δεν ξεπέρασαν, οι ηρακλειδείς –ή γριές κατά το κοινώς λεγόμενο, λόγω της παλαιότητας του συλλόγου;

Κι ούτω πως προέκυψε από τα σπλάχνα του ημίθεου ηρακλή ένας θεός. Δηλ τι θεός…; Ημίθεος και βάλε, που θα ‘λεγε κι ο χάρρυ κλυνν. Ο οποίος όμως είναι με τον απόλλωνα καλαμαριάς κι είχε γίνει και πρόεδρος της επαε για ένα διάστημα στα μυθικά 80’ς. Να τα βλέπει αυτά τώρα ο άλλος πόντιος, ο σαββίδης, που τα ‘χει βρει μπαστούνια με τον σαρρή στην επαε, και... διηγώντας τα να κλαις.

Κι αν ψάχνουμε το συνδετικό (μ)νήμα των συλλόγων της θεσσαλονίκης, δεν είναι γιατί τις θεωρούμε «μια πόλη, μια ομάδα, μια τζατζίκι, μια πατάτες». Που το ‘χε πει, με άλλα λόγια κάποτε κι ο μπουτάρης, όταν πρότεινε να υπάρχει μόνο μία ομάδα ανά άθλημα: ο άρης στο μπάσκετ, ο παοκ στο ποδόσφαιρο και ο ηρακλής στο βόλεϊ. Και ναι μεν ο μπουτάρης είναι αρειανός θεωρητικά, μα πάνω απ’ όλα είναι επιχειρηματίας χωρίς ιδεολογίες και συναισθήματα, που σκέφτεται πάντα με κριτήρια κέρδους και όρους αγοράς –που δύσκολα θα χωρέσει στη θεσσαλονίκη παραπάνω από έναν «επενδυτή», με σταθερά έσοδα και κερδοφορία.

Γιατί δηλ, οι ομάδες εκφράζουν κάποια ιδεολογία –θα μου πεις; Δεν είναι ανώνυμες επιχειρήσεις (αε); Σωστή παρατήρηση. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι εμείς τις θέλουμε έτσι, να συγχωνεύονται σαν τις ελληνικές τράπεζες, για να επιβιώσουν, διαγράφοντας μονοκονδυλιά την ιστορία τους.

Και σαν τι διαφορετικό εκφράζει δηλ ιστορικά και ιδεολογικά ο άρης; Έλα ντε. Ο άρης είναι πολύ αντιφατική κι ιδιαίτερη ομάδα. Κάποτε είχε αριστοκρατική κοινωνική βάση, αλλά άκμασε μαζί με τους μικροαστούς και την πασοκάρα του 80’, ενώ σήμερα έχει επιφανειακά αρκετές εξωτερικές ομοιότητες με το κομμουνιστικό κίνημα (ίσως τις αναλύσουμε σε κάποια επόμενη ανάρτηση, αν υπάρξει ανταπόκριση από τη βάση του μπλοκ) και μπορείς να δεις στο γήπεδο πανό με τον τσε και τη σημαία της αργεντινής –λόγω μπομπονέρα περισσότερο, παρά λόγω του αργεντινάσο. Άσε που οι αρειανοί έχουν βγάλει και το σύνθημα-κατατεθέν της κρίσης κι εκστασιάζονται όταν φωνάζουν όλοι μαζί «δεν έχω σπίτι, δεν έχω δουλειά, δεν έχω γκόμενα, δεν έχω λεφτά».

Ο άρης είναι επίσης αδελφοποιημένος με το (εναπομείναν) εβραϊκό στοιχείο της πόλης και την τοπική μακάμπι, παράλληλα όμως ήταν από τους ευνοούμενους της κατοχής, σύμφωνα με την κυρίαρχη ασπρόμαυρη προπαγάνδα –κι ας τον αποκαλούν ‘εβραίο’ κι αυτοί σε κάποιο σύνθημά τους (στη μελωδία του «σαρά περκέ τι άμο»).
Κατάφερε να ενώσει στην ακμή του όλους σχεδόν τους έλληνες –κάτι σαν το εαμ της δεκαετίας με τις βάτες- και να κλείνει τα θέατρα τα βράδια της πέμπτης, αλλά να ενώσει στην παρακμή του όλους τους αντίπαλους οπαδούς, που κάνουν καζούρα με το διαφαινόμενο ποδοσφαιρικό υποβιβασμό του.
Έχτισε μια αυτοκρατορία στο μπάσκετ –που οι παοκτζήδες τη θυμούνται σαν την επταετία- αλλά σήμερα έχει μείνει αλώβητο από την «τουρκιά» μόνο το σούλι και ο σούλης παπαδόπουλος, όπως στην τελευταία περίοδο των παλαιολόγων.

Αν θέλεις όμως σφε αναγνώστη μια βασική ιδιαιτερότητα του άρη, εγώ θα ξεχώριζα την εξής. Έβλεπα προχτές τη συγκινητική υποδοχή που είχε ο ομπράντοβιτς στο οακα, στην επιστροφή του ως αντίπαλος και τη βράβευσή του από τον επίσημο παναθηναϊκό στο ημίχρονο. Και σκεφτόμουν ότι ο άρης δεν είχε ούτε ένα ομαλό διαζύγιο με τους δικούς του μπασκετικούς θρύλους.

Ο ιωαννίδης ήρθε με τον ολυμπιακό για να χάσει και να ακούσει να βρίζουν εν χορώ τη γυναίκα του. Ο γκάλης την επόμενη χρονιά με τον παναθηναϊκό, δε γλίτωσε την ένταση και τα υβριστικά. Για το γιαννάκη, ένα χρόνο αργότερα, είχε βγει και ειδικό τραγούδι που υπάρχει και στο γιου-τιουμπ. Μία από τα ίδια με το σούμποτιτς (ως προπονητής) και με το λιαδέλη –που ήταν μια σκάλα κάτω βέβαια ως μπασκετική αξία από τους άλλους. Όλους σχεδόν –άντε να εξαιρείται εν μέρει ο γκάλης- το κοινό τους υποδέχτηκε σαν ιούδες, όπως υποδέχτηκε το καμπ νου το φίγκο, την πρώτη χρονιά που πήρε μεταγραφή στη ρεάλ. Κι αν γινόταν τότε καμιά απόπειρα να τους βραβεύσουν στο ημίχρονο για την προσφορά τους στην ομάδα, πχ το γιαννάκη, θα τον πετροβολούσαν οι οπαδοί με όσα αντικείμενα δεν είχαν πετάξει στον πρέλεβιτς (τότε που εκτελούσε βολές σε νεκρό χρόνο και ο γιαννάκης κάθισε μπροστά, ασπίδα προστασίας από την εξέδρα των αρειανών). Άλλο αν σήμερα έχει παραγραφεί για κάποιους το αδίκημα και τον θέλουν προπονητή στην ομάδα.

Κι η πλάκα είναι πως οι πιο πολλοί από αυτούς είναι όντως αρειανοί κι ο κόσμος σε γενικές γραμμές τους αγαπάει –με βασική εξαίρεση τον ιωαννίδη, που έγινε υπουργός με τη νδ και συνεχίζει από άλλο πόστο την επίδειξη των αρετών του χαρακτήρα του. Αλλά (ο κόσμος) δε συγχωρεί ποτέ και κανέναν. Γιατί όπως λέει και το σύνθημα της αρειανής κερκίδας.

Και πες μου τι ψυχή θα παραδώσεις
Τα χρώματα του άρη αν προδώσεις.

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2014

Η κατάσταση του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα – Μέρος Β’

Η σωστή κριτική προϋποθέτει τη σφαιρική γνώση –κι η αυτοκριτική αντιστοίχως ένα βαθμό αυτογνωσίας. Συνεπώς, μια σφαιρική αποτίμηση της δουλειάς των κομμουνιστών στο εργατικό κίνημα προϋποθέτει να έχουμε μια συνολική εικόνα και να γνωρίζουμε συγκεκριμένα στοιχεία: από τη διείσδυση και την επιρροή μας σε χώρους δουλειάς, επιμέρους κλάδους, βιομηχανικές ζώνες και την πορεία της κομματικής οικοδόμησης, μέχρι τη συμμετοχή των εργατών στα συνδικάτα και τις απεργιακές κινητοποιήσεις. Η κε του μπλοκ δεν είναι προφανώς σε θέση να γνωρίζει τα παραπάνω στοιχεία, οπότε η δική της κριτική της προσέγγιση είναι αναπόφευκτα κάπως γενική και αφηρημένη. Είναι ένα ερώτημα πάντως για ποιο λόγο υπάρχει έλλειψη κάποιων στοιχείων, τα οποία δεν αφορούν οργανωτικά ζητήματα του κόμματος, αλλά τη συμμετοχή των εργαζομένων στα συνδικάτα και στις μαζικές διαδικασίες των τελευταίων χρόνων, τη στιγμή μάλιστα που μπορούμε να βρούμε αντίστοιχα αριθμητικά δεδομένα σε ιστορικές μελέτες για πολύ πιο μακρινές περιόδους –πχ για τα χρόνια του μεσοπολέμου.

Ένα ακόμα βασικό σημείο, που ξεπερνά ωστόσο τις δικές μου δυνατότητες και προθέσεις, είναι μια γενική αποτίμηση της 15χρονης πορείας του παμε, σε συνάρτηση και με την πρόσφατη συνεδρίαση της πανελλαδικής συντονιστικής επιτροπής του –από τις εργασίες της οποίας δημοσιεύτηκαν κάποια αποσπάσματα από τοποθετήσεις δεκάδων συνδικαλιστών, από την εισήγηση κι απ’ την τελική ομιλία του πέρρου. Και πιο ειδικά, η μελέτη της απόφασης της πανελλαδικής συνδιάσκεψης του 10’ για τη δουλειά του κόμματος στην εργατική τάξη και το συνδικαλιστικό κίνημα, εν όψει και της επικείμενης ευρείας ολομέλειας που αναφέρει η πολιτική απόφαση του 19ου συνεδρίου για τον έλεγχο των αποφάσεων της συνδιάσκεψης. Με άλλα λόγια δηλ απαιτείται μια προσπάθεια που να εξετάζει: ποιοι στόχοι είχαν μπει, σε ποιο βαθμό επιτεύχθηκαν, πού και για ποιους λόγους δεν προχώρησαν και τι συμπεράσματα βγαίνουν για τη συνέχεια.

Σε αυτό το τελευταίο διάστημα –από το 10’ και μετά δηλ- εστιάζω κι εγώ τη δική μου αναφορά. Το βασικό παράδοξο της περιόδου είναι πως ο κατεξοχήν ‘αντιμνημονιακός’ πολιτικός λόγος πιστώθηκε σε δυνάμεις που δημαγωγούσαν με υποσχέσεις για την επαναδιαπραγμάτευση – ακύρωση - πολιτική καταγγελία – αυτοκαταστροφή του μνημονίου, όπως τα χαρτάκια του αρχηγού κουίμπι στο σαΐνη, κι άλλα τινά παρόμοια. Ενώ οι κομμουνιστές κατηγορήθηκαν πως τα παραπέμπουν όλα στη δευτέρα παρουσία του σοσιαλισμού, μολονότι έδωσαν (και δίνουν) τον πιο συνεπή κι αποφασιστικό αγώνα για την απόκρουση και ανατροπή της πολιτικής που επέβαλε τα μνημόνια και της αστικής στρατηγικής που υπηρετούσε.

Αυτό το τελευταίο δεν προκύπτει μόνο από την πρόταση νόμου του κουκουέ για την κατάργηση των μνημονίων –που δεν έφτασε καν να συζητηθεί στην ολομέλεια της βουλής- όσο κυρίως από τη στάση του παμε και των ταξικών δυνάμεων στο εργατικό κίνημα, που:
-άσκησαν πίεση στην ηγεσία της γσεε για να κηρυχθούν (έστω, γιατί για να πετύχουν χρειάζονται πολύ περισσότερα) κάποιες απεργιακές κινητοποιήσεις –αναγκάστηκε μάλιστα να κηρύξει 48ωρη γενική απεργία για πρώτη φορά, μετά από είκοσι χρόνια.
-σήκωσαν χωρίς αυτήν ισάριθμες απεργίες, με επικεφαλής το παμε, τα σωματεία και τις ομοσπονδίες που συσπειρώνει και τις δυνάμεις του σε όλους τους κλάδους, ανεξαρτήτως συσχετισμών.

Αυτό το τελευταίο σημείο, η απόφαση δηλ να απεργήσουν όλοι ακόμα και χωρίς κάλυψη-αγωνιστική απόφαση από το σωματείο τους, προκάλεσε μια οξεία κριτική που μέσω κάποιων μάλλον αυθαίρετων και τραβηγμένων ισχυρισμών, καταλήγει στο έωλο συμπέρασμα πως το παμε θέλει να συγκροτήσει κόκκινα σωματεία! Ένα δείγμα αυτής της… εποικοδομητικής κριτικής, που εκπορεύεται κυρίως από διάφορους διαδικτυακούς υπονόμους, μπορείτε να δείτε και σε προηγούμενη ανάρτηση, στο αθώο σχόλιο ενός δ.υ.
Αυτό που καταλαβαίνω πάντως εγώ για την ουσία του θέματος είναι πως εκείνη ειδικά η περίοδος απαιτούσε κι αντίστοιχα ανεβασμένες μορφές πάλης, έξω από τα ήδη γνωστά, συμβατικά μέσα. Και ότι ο πήχης των απαιτήσεων ανέβαινε αντίστοιχα για κάθε οργανωμένο μέλος και όσους θέλουν να έχουν ουσιαστικό πρωτοπόρο ρόλο στο κίνημα. Αν αυτό λοιπόν αφορούν οι παραπάνω κατηγορίες και η «κριτική» που γίνεται, μπορούμε να τις αποδεχτούμε και να προχωρήσουμε παρακάτω.

Για ποιο λόγο δε νίκησαν όμως οι αγώνες που ξεδιπλώθηκαν αυτό το διάστημα; Αυτό είναι ένα πολύ σύνθετο ζήτημα, με πολλές παραμέτρους, όπως για παράδειγμα, την προβοκάτσια της μαρφίν, που ανέστειλε πολύ αποτελεσματικά για λίγο καιρό τις ριζοσπαστικές διαθέσεις και τον ενθουσιασμό του κόσμου, αλλά και μια γενικότερη εξέταση της τακτικής και των μέσων που χρησιμοποίησε το αστικό μπλοκ.
Υπάρχει όμως και μια ειδική παράμετρος, που δεν αφορά μόνο την «κόπωση» και την οικονομική εξάντληση των εργαζόμενων μαζών, όπως την αναλύσαμε στο πρώτο μέρος, αλλά τις εκδικητικές απολύσεις πρωτοπόρων στελεχών σε νευραλγικούς εργασιακούς χώρους, που αποδεκάτισαν ως ένα σημείο τις ταξικές δυνάμεις, τις άφησαν χωρίς εφεδρείες και αναχαίτισαν κάπως την οργάνωση του αγώνα και το προχώρημα της δουλειάς.

Μπορεί βέβαια το διάστημα αυτό (των… αντιμνημονιακών αγώνων, για να το ορίσουμε κάπως σχηματικά) να μην αντιστοιχούσε σε κάποια προεπαναστατική κατάσταση, όπου η εξουσία κυκλοφορούσε στους δρόμους, περιμένοντας να απλώσουμε το χέρι και να την καταλάβουμε, ήταν ωστόσο μια ρευστή περίοδος, που κυκλοφορούσαν πολλές συνειδήσεις στους δρόμους και το σχολείο του αγώνα, που τις διαμορφώνει, αφυπνισμένες από πολύχρονη χειμερία νάρκη και με όλα τα σημάδια που άφησε αυτή η χρόνια νάρκωση. Παραμένει συνεπώς το ερώτημα τι θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, ή τι παραπάνω θα μπορούσαμε να κάνουμε, για να κερδηθούν περισσότερες συνειδήσεις, να οικοδομηθούν πιο στέρεοι δεσμοί, να υπάρχει κινηματική συνέχεια.

Ούτε σε αυτό το ερώτημα, με την αντιδιαλεκτική γοητεία της εναλλακτικής εξέλιξης της ιστορίας, είναι εύκολο να δοθεί μια απλή απάντηση. Νομίζω ωστόσο πως μια κρίσιμη καμπή που χάθηκε το παιχνίδι και θα μπορούσε να έχει εξελιχθεί διαφορετικά, ήταν η υπόθεση με το χαράτσι, όπου –κατά τη δική μου αντίληψη τουλάχιστον- οι δυνάμεις μας φάνηκαν ανεπαρκείς και απροετοίμαστες για να υποδεχτούν και να χωρέσουν αυτό το μαζικό κι αυθόρμητο κύμα άρνησης πληρωμής, δεν μπόρεσαν να το οργανώσουν σε συγκεκριμένες δομές και να το κινητοποιήσουν, τόσο σε επίπεδο συνδικάτων, όσο –κυρίως- στο επίπεδο της γειτονιάς, όπου θα μπορούσε να έχει γίνει δουλειά υποδομής και με προοπτική για τις λαϊκές επιτροπές, αλλά και για το κομβικό ζήτημα της οργάνωσης των ανέργων.

Πολύ σημαντικό επίσης είναι να δούμε και να αναλύσουμε τα διδάγματα από το σημαντικότερο ίσως αγώνα της τελευταίας τριετίας, την ηρωική πολύμηνη απεργία των χαλυβουργών, όπου διαφάνηκαν οι αρετές και η δύναμη της αλληλεγγύης της εργατικής τάξης και ταυτόχρονα κάποιες χρόνιες, γενικές αντιφάσεις και παθογένειες του εργατικού κινήματος. Όπως για παράδειγμα:
-ο κοντόφθαλμος συντεχνιασμός στην περίπτωση των εργατών της μονάδας του βόλου, που νόμιζαν πως θα επωφεληθούν από την εύνοια του εργοδότη και τώρα το βρίσκουν μπροστά τους –και ενώ θα αρκούσε έστω και μία εβδομάδα απεργιακής πίεσης και παράλληλων κινητοποιήσεων για να καμφθεί η αδιαλλαξία του μάνεση και να νικήσει ο κοινός αγώνας.
-οι δυνατότητες αλλά και τα όρια της περιβόητης κοινής δράσης και της ειλικρινούς διάθεσης όσων την επικαλούνται και έσπευσαν να κεφαλαιοποιήσουν σε αντι-παμε κατεύθυνση το περιστατικό με το κλιμάκιο των νεοναζί στην πύλη του εργοστασίου.
-η αντιφατική συνείδηση πολλών εργαζόμενων, στην πρώιμη φάση διαμόρφωσής της, που σε συνδυασμό και με τις δεκάδες απολύσεις πρωτοπόρων εργατών της χαλυβουργίας, οδήγησε σε πισωγύρισμα και αλλαγή συσχετισμών, με την ανάδειξη μιας υστερικής απεργοσπάστριας (που είχε πιάσει στασίδι στα κανάλια, σε τη διάρκεια της απεργίας) στη θέση του προέδρου του σωματείου.

Σε κάθε περίπτωση όμως παραμένει η αγωνιστική πείρα ως μαγιά και πολύτιμη παρακαταθήκη για το μέλλον του ταξικού κινήματος. Που δεν περιορίζεται στα πολλά και συγκινητικά παραδείγματα ταξικής αλληλεγγύης στους χαλυβουργούς, αλλά συνίσταται κυρίως στην πρωτοπόρο δράση ενός και μόνο οργανωμένου κομματικού μέλους, που κατάφερε να οργανώσει τους συναδέλφους του, για να σηκώσουν έναν πολύμηνο απεργιακό αγώνα.


Αυτό είναι που θέτει τον πήχη των απαιτήσεων για κάθε κομμουνιστή σήμερα, δείχνοντας τι σημαίνει να είναι κανείς πραγματικά πρωτοπόρος στον χώρο του. Κι από αυτό το ζητούμενο περνάει η –δύσκολη, αλλά αναγκαία όσο ποτέ- ανασύνταξη του εργατικού κινήματος, σε αγωνιστική, ταξική βάση.