Αν έχετε σύνδρομο προλεκάλτ στέρησης, τώρα που αραίωσαν τα κείμενα της κε του μπλοκ, μπορείτε να δοκιμάσετε την τύχη σας και τα νεύρα σας, ακολουθώντας αυτόν τον αμφιλεγόμενο σύνδεσμο. Και να διαβάσετε -με δική σας πολιτική ευθύνη- την απάντηση ενός Οαακίτη στο τρίτο μέρος του ΛΣ για τον αριστερισμό -όπου ούτε καν σωστά το σύνδεσμο για την ανάρτηση δεν έβαλε, αλλά θα μου πεις, αυτό να ήταν το πρόβλημα.
Παραθέτω μόνο την εισαγωγή και τον επίλογο με τα συμπεράσματα, όπου αναφέρει και την αφεντιά μου -σε ένα από τα πιο ανόητα και διασκεδαστικά τσουβαλιάσματα της ιστορίας- και τα υποδέλοιπα ανήκουν στην ιστορία και σε κάποια πτέρυγα -όχι της ΦΛΣ, όχι πολιτική, ξέρεις εσύ...
Αναρτήθηκε στο ιστολόγιο «Φιλολαϊκό» ένα «άρθρο» με τίτλο «Αριστερισμός. Μέρος 3ο. Οι μικροί (και θαυματουργοί)».
Στο άρθρο αυτό υποτίθεται ότι γίνεται μια κριτική στις πολιτικές οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.
Στο μέρος που αφορά την ΟΑΚΚΕ, ο κνίτης «Λαϊκό στρώμα», ξεπέρασε κάθε όριο γιατί εξαπέλυσε ένα λίβελο εναντίον της με διαστρεβλώσεις και ψέματα που ο χαρακτηρισμός «πολιτική αλητεία» δεν είναι αρκετός. Ένας φίλος ΟΑΚΚιτης μπήκε στο κόπο να απαντήσει σ’ αυτό το λιβελογράφημα για τα σημεία που αφορούν στην ΟΑΚΚΕ.
Δημοσιεύουμε παρακάτω την απάντηση η οποία περιέχει σε link και το άρθρο από το ιστολόγιο «Φιλολαϊκό».
(...)
Οι «γραφικοί» και οι «ασφαλίτες»
Ο κνίτης «Λαϊκό Στρώμα» στο κλείσιμο του σχολίου του για την ΟΑΚΚΕ μας κάνει αυτή τη φορά τη «χάρη» να μας θεωρεί «γραφικούς» και όχι ασφαλίτες, όπως μας χαρακτήριζε στο πρώτο του πιο σύντομο πόνημα για την ΟΑΚΚΕ το 2011. Η γραμμή ότι οι αντισοσιαλφασίστες αρχικά εκείνοι του ΕΚΚΕ και στη συνέχεια εκείνοι της ΟΑΚΚΕ είναι ασφαλίτες ήταν και παραμένει η γραμμή του ψευτοΚΚΕ και είναι μια γραμμή φτιαγμένη για να νομιμοποιήσει την άσκηση βίας των τραμπούκων του απέναντι στους εχθρούς του. Πώς εξηγείται λοιπόν αυτή η φαινομενική διαφοροποίηση του “λαϊκό στρώμα” από τη γραμμή του κόμματός του; Εξηγείται απ’ το ότι το μπλογκ του είναι ειδικής απεύθυνσης, συγκεκριμένα απευθύνεται σε ακροατήρια της λεγόμενης εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, δηλαδή της «ακροαριστερής» ουράς του ψευτοΚΚΕ.
Ο χώρος αυτός έχει δοκιμάσει και δοκιμάζει συχνά τη βία των τραμπούκων κνιτών, όπως και την κατηγορία του «ασφαλίτη», που χρησιμοποιείται για να δώσει πολιτική νομιμοποίηση σε αυτή τη βία. Μια επανάληψη αυτής της κατηγορίας ενάντια στην ΟΑΚΚΕ σε ένα κοινό που έχει δεχθεί την ίδια αυτή κατηγορία άδικα θα έκανε όλη την επίθεση του κνίτη στην ΟΑΚΚΕ άδικη και ύποπτη στα μάτια του εξωκοινοβουλευτικού κοινού του. Το ψευτοΚΚΕ φροντίζει το χώρο της εξωκοινοβουλευτικής «αριστεράς» να τον κρατάει υπό την πολιτική-ιδεολογική κηδεμονία του πότε με το μαστίγιο (ξύλο και συκοφαντίες) και πότε με το καρότο (χάιδεμα τύπου Μπογιόπουλου, «λαϊκό στρώμα», «σφυροδρέπανο» κτλ).
Σήμερα ο Τσίπρας γίνεται αισίως ο δέκατος Έλληνας πρωθυπουργός, που
περνά το κατώφλι του Λευκού Οίκου, και μια ιστορική αναδρομή μας δίνει
χρήσιμα ιστορικά συμπεράσματα.
Από το Δεκέμβρη του 1946, με τον Τσαλδάρη να εξασφαλίζει “ευγενή
χορηγία” για τον εμφύλιο που βρισκόταν σε εξέλιξη, εγκαινιάζοντας την
αλλαγή φρουράς μεταξύ ΗΠΑ και Βρετανίας…
…στην επίσκεψη του Καραμανλή το 61′ -με την ΕΔΑ αξιωματική αντιπολίτευση
ακόμα, λίγους μήνες πριν το εκλογικό όργιο βίας και νοθείας- και τον…
Γκωλισμό του αρχηγού της ΕΡΕ να δείχνει το ‘ανεξάρτητο πνεύμα’ του,
επικροτώντας την εισβολή στον κόλπο των Χοίρων, που γινόταν εκείνες τις
μέρες…
Ο οποίος ξαναπήγε το 78′ ανεπίσημα και με την Ελλάδα έξω από το
στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ -για τα μάτια του κόσμου. Ενώ μεσολάβησε το
64′ η επίσκεψη του Γ. Παπανδρέου του πρεσβύτερου -του πρώτου από τους
τρεις- και το παζάρι για την Κύπρο, με το σχέδιο Άτσεσον, που το χάλασε η
κυβέρνηση του Μακάριου.
Ο Μητσοτάκης πήγε το 90′ κι έγινε φίλος με τον Μπους, στο τέλος του
“Ψυχρού Πολέμου’ με τα Βαλκάνια να είναι πυριτιδαποθήκη έτοιμη να
εκραγεί. Το 94′ ήταν η σειρά του Ανδρέα, 13 χρόνια μετά την πρώτη εκλογή
του, αφού στην οκταετία της Αλλαγής ήταν ακόμα νωπό το “ΕΟΚ και ΝΑΤΟ”
(το ίδιο συνδικάτο) και η θεωρητική εναντίωση στην πολιτική μιας χώρας,
της οποίας ήταν υπήκοος. Κι όσο πολέμησε τελικά την πρώτη, πολέμησε και
το δεύτερο.
Ο Σημίτης πήγε το 96′, αμέσως μετά τα Ίμια, για να ευχαριστήσει από
κοντά τους Αμερικανούς -η δική μας εκδοχή thanksgiving… Και άλλη μία
φορά το 2002, στον απόηχο της 11ης Σεπτέμβρη, για να πάρει οδηγίες
αντιμετώπισης της τρομοκρατίας. Ακολούθησε ο δεύτερος Καραμανλής, αφού
είχε θαφτεί το σχέδιο Ανάν, και προτού αρχίσει να χτίζει την αφήγηση
πως τον έφαγαν οι ΗΠΑ, όταν προσέγγισε τη Ρωσία για το φυσικό αέριο.
Οι Παπανδρέου τρίτωσαν με το ΓΑΠ το 2010, λίγο πριν πάει στο
Καστελόριζο να ανακοινώσει το πρώτο μνημόνιο, με τη συμμετοχή του ΔΝΤ.
Κι ακολούθησε ο Σαμαράς με το δεύτερο μνημόνιο, για να τριτώσει κι εδώ
το καλό με τον Αλέξη, που ντύθηκε για λίγο Τομ Κρουζ, μες στο F-16, για
να μπει στο κλίμα.
Έτοιμοι για υπόκλιση; Πάμε
Κρατήστε λοιπόν ένα ωραίο στατιστικό, που δεν μπορεί να είναι
σύμπτωση: στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, όλοι οι πρωθυπουργοί
-εξαιρώντας φυσικά τους υπηρεσιακούς- πέρασαν σε κάποια φάση της θητείας
τους -αν όχι από την πρώτη τετραετία τους, για να πάρουν τα
διαπιστευτήρια από τον πρόεδρο, μαζί με την ευλογία της Ουάσιγκτον και
να κλείσουν παράλληλα μερικές μπίζνες.
Κι η “περήφανη Αριστερά” του Αλέξη δε θα μπορούσε φυσικά να λείπει από το κάδρο.
Δεν είναι δικό μου κείμενο αλλά νομίζω ότι αξίζει τον κόπο να διαβαστεί και να διαδοθεί σε κάθε ραχούλα κάθε καλύβα κάθε τόπο δουλειάς το πόνημά του Γιάννη Α-γιαννη. Αναδημοσίευση από Κατιούσα
Εμείς στην Κατιούσα έχουμε μάτια κι αυτιά παντού. Είμαστε παντού και μέσα σας που θα λεγε και ο λαϊκός βάρδος. Στα πιο απομακρυσμένα χωριά, στα πιο ανήλιαγα υπόγεια, διάολε ακόμα και σε Φεστιβάλ που κρύβουν τους διοργανωτές τους, είμαστε.
Το πλήρωμα της Κατιούσα μπήκε λοιπόν με δημοσιογραφική κάρτα στο Φεστιβάλ Σπούτνικ για να μην αφήσει ούτε λεπτό του σεντ στους διοργανωτές και σας μεταφέρει το κλίμα. Ποιο κλίμα δηλαδή, που οι ζωντανοί οργανισμοί που έχουν ταξιδέψει στο διάστημα είναι περισσότεροι απ’ όσους βρέθηκαν στο εν λόγω φεστιβάλ.
Σε κάθε περίπτωση προτιμότερη από την (κατά)χρηση ονομάτων που παραπέμπουν σε σοβιετικά επιτεύγματα, θα ήταν η χρησιμοποίηση κάποιου πιο κοντινού στην κυβερνώσα αριστερά. Φεστιβάλ Challenger ας πούμε, που θα έκανε και τους σωστούς συνειρμούς για τη… ζωντάνια του εγχειρήματος -μετά την έκρηξη (too soon?).
Συναντήσαμε πολλούς και ωραίους τύπους και σας τους παρουσιάζουμε: 1. Το μέλος της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ
Σπάνιο είδος. Απαντώνται λιγότερα από 100 τέτοια θηλαστικά σε όλη την Ελλάδα κυρίως σε χώρους πέριξ υπουργείων. Δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν Λένιν, Λένον και Λίνεν, αλλά είναι βέβαιοι πως οι “θέσεις του Απρίλη” του τελευταίου οδήγησαν την ΑΕΚ στον ιστορικό συμβιβασμό. Ή η ΑΕΚ είχε τον υποβιβασμό και ο ΣΥΡΙΖΑ τον συμβιβασμό; Τέλοσπάντων, το σημαντικό είναι πως είναι χολωμένος με το κόμμα. Όλοι έχουν βρει δουλειά κι εκείνος συντηρείται ακόμα με τον πενιχρό μισθό του επαγγελματικού στελέχους. Ραπάρει τον πόνο του.
2. Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος
Δηλαδή ο Γιώργος ο Παπανδρέου, που σκούπιζε το Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, ήταν πιο μάγκας; Ο Ευκλείδης, σερβίρει ποτά στο μπαρ, σαν τους θείους που στο πασχαλινό τραπέζι “θα κάτσουν με τη νεολαία”. Από το μπαρ βέβαια δεν περνάει κανείς και ο υπουργός Οικονομικών, πίνει μόνος τα ποτά που φτιάχνει, έχοντας γίνει “ντέφι” από τις 10 το βράδυ. Η Εύη η Καρακώστα, κάνει μια στάση στο μπαρ, ο Ευκλείδης με μια απότομη κίνηση παρασύρει 2 τσόνι κόκκινα, αλλά λεφτά έχουμε θα πάρουμε άλλα, και της φωνάζει τρελαμένος “Εύη με ξύδια, σε βλέπω Σκάρλετ ίδια”. Η Εύη κολακεύεται κι οι δυο τους καταλήγουν αγκαλιασμένοι, με τον Ευκλείδη να διηγείται ιστορίες από τότε που “έσκισε” τον Ντάισελμπλουμ με το “Ουάου”, πως πήγε με δερμάτινη καμπαρντίνα στην Αγγλία και ο Guardian τον παρομοίαζε με νταβατζή από το Μάντσεστερ και πόσο καλά πάει το καινούργιο του βιβλίο. Κυκλοθυμικός ων, τα γυρνάει. Αρχίζει να κλαίει με αναφιλητά στην αγκαλιά της και να αναρωτιέται σε άπταιστα Greeklish γιατί εκείνος δεν καραφλιάζει, γιατί φοβάται τις μοτοσυκλέτες και γιατί το όνομά του δεν έχει πολλά “ν” να κόψει το ένα από άποψη; Είναι όμως κάθετος, αν το αφορολόγητο πέσει κάτω από τις 9 χιλιάδες θα παραιτηθεί και δεν θα ξανακάνει χρέωση σε φεστιβάλ. Άλλωστε όπως έλεγε και ο Μάρξ τον οποίο έχει μελετήσει ενδελεχώς, “ΠΑΟΚ είσαι, αφού”.
3. Τα τρολάκια
Φασαριόζοι στα social media, ανθρωπάκια από κοντά. Ο “στρατός των ατάκτων” όπως αρέσκεται να λέει ο επικεφαλής τους. Έχουν 3_3_33 προβλήματα καθώς η “διαφημιστική” στην οποία τους προσλαμβάνουν, τους πληρώνει όποτε το θυμάται. Και να πεις ότι παίρνουν κανένα μισθό της προκοπής; Σαν το ανέκδοτο με το πρώτο συμβόλαιο του Καραγκούνη. “Τι θα τα κάνεις τα λεφτά Γιώργο; Θα πάρω μηχανάκι. Και τα υπόλοιπα; Ε, τα υπόλοιπα θα τα βάλει η μάνα μου”. Έχουν κόντρα, αγενή άμιλλα θα την έλεγε κάποιος λιγότερο κακεντρεχής, με τον Periodista και τον FAQ και δεν κάθονται ποτέ μαζί. Αλλά και με την Ομάδα Μνήμης, δεν τα πάνε καλύτερα. Τοποθετούν τις καρέκλες τους σε κύκλο, σαν σε ψυχοθεραπεία, πίνουν από το νεράκι που τους κέρασε ο επικεφαλής, γουλιά – γουλιά για να βγει το βράδυ και γελάνε με τα αστεία τους για τον Άδωνι που τσιρίζει, τον Κούλη με τα πεταχτά μάτια και άλλα τέτοια βαθιά πολιτικά. Το κόμμα όμως τους έχει κι αυτούς πληγώσει. Γιατί δεν φέρνουν την Άντζυ τη Σαμίου κύριε ράπερ μου;
4. Το ΦΕΚόσιτο
Με διαφορά ο χειρότερος απ’ τις φυλές που κυκλοφορούν στο κυβερνητικό φεστιβάλ. Όταν βρίσκεται με παρέα που όντως δεν ψηφίζει την κυβέρνηση, δηλώνει -χαμηλόφωνα πάντα- πως εκείνος δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ, αλλά βιοπορίζεται από τη δουλειά στο υπουργείο ή και στο Μαξίμου για τα δόλια τα παιδάκια του. Άλλωστε όπως του αρέσει να λέει κοπιάροντας κάθε μπάτσο ή ΕΠΟΠ με τύψεις «καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή». Και καμιά ντροπή δεν είναι δουλειά από την άλλη. Και αν και δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ, κάνει χρέωση από… υποχρέωση στον υπουργό, που είναι καλό παιδί κατά βάθος και ούτε κι εκείνος είναι ΣΥΡΙΖΑ καλά-καλά. Και σε τελική ανάλυση, με τον Μητσοτάκη δηλαδή θα είναι καλύτερα;
5. Ο δημοσιογράφος
Πριν το 2012, δεν ήταν σίγουρος αν είναι ο ή το ΣΥΡΙΖΑ και το έγραφε με μικρά γιατί δεν είχε καταλάβει ότι πρόκειται για αρκτικόλεξο. Διάβασε τα 20 χρόνια που χρειάστηκαν του Γιάννη του Μπαλάφα και αν και δουλεύει στο γραφείο τύπου του Νίκου Παππά, (όχι του καλού, του άλλου), της ΕΥΔΑΠ και έχει θέση σχολιαστή σε ένα-δυο δελτία ειδήσεων, δεν το κάνει για τα χρήματα αλλά για τις ιδέες του, τις οποίες αν η ζωή το απαιτήσει, θα καταδικάσει χωρίς περιστροφές. Αρνείται να συνομιλήσει με οτιδήποτε κατώτερο από γραμματέα υπουργείου.
6. Ο ΕΣΠΑτζης
Αγαπημένο του κομμάτι το dΕΣΠΑcito, ακούει στα κρυφά και Θεοδωράκη (όχι Μίκη, Σταύρο). Τον συνεπήραν τα αγνά κίνητρα του κινήματος ανεξαρτησίας της Καταλονίας από την Ισπανία, την οποία για κάποιο λόγο προτιμά να γράφει ΕΣΠΑνια. Είδωλό του, ο Αλέξης. Χαρίτσης. Πήρε λεφτά από πρόγραμμα για κατασκευαστικά έργα και ανέλαβε υπεργολαβία το περίπτερο της Αυγής στο Φεστιβάλ, δηλώνοντάς το ως παρεκκλήσι για να γλιτώσει τον ΕΝΦΙΑ. Αγαπημένη του ατάκα, το “Ξέρεις από ΕΣΠΑ;”. Γυρνά κάνοντας παράπονα σε υπουργούς για την απορρόφηση του τρέχοντος κοινοτικού προγράμματος χρηματοδότησης που έχει φτάσει μόλις στο 99,8%.
7. Οι 53+
Οι 53+ είναι περίπου 20-. Εντάξει, ούτε οι τρεις σωματοφύλακες ήταν όσοι ισχυρίζονταν ο Αλέξανδρος Δουμάς. Κάνουν τις χρεώσεις στο Φεστιβάλ, γιατί δεν είναι “τίποτα ξεπουλητάρια σαν τους άλλους που ψηφίζουν τα Μνημόνια κι έχουν αστικοποιηθεί”. Πιέζουν για να εφαρμοστεί το παράλληλο πρόγραμμα. Που το εξειδίκευσαν στο πλαίσιο του φεστιβάλ στην πρόταση να παίζει παράλληλα με τον Μαργαρίτη (που θα έπαιζε αν δεν έβρεχε) και οι Gadjo Dillo, για να μην τους πουν και σκυλάδες. Ζητούν τεστ DNA για την πατρότητα του προγράμματος, γιατί όπως λέει και ο εκ των στελεχών της τάσης Χρήστος Καραγιαννίδης “Παιδιά να οργανωθούμε, έχω εισηγηθεί ένα και έχω ψηφίσει άλλο ένα”. Δηλαδή, δύο περισσότερα από τον επόμενο κύριο.
8. Ο Φώτης Κουβέλης
Θυμάστε εκείνη την ταινία με το Μίμη τον Φωτόπουλο, που επιστρέφει από το θάνατο να δει την οικογένειά του, προσπαθεί να παρέμβει και κανείς δεν τον καταλαβαίνει – προφανώς γιατί είναι φάντασμα; “Ο ουρανοκατέβατος”. Ε, αυτό. Δεν τον χαιρετά κανείς. Δεν τον αναγνωρίζει κανείς. Σιγοτραγουδά την “Κόκκινη γραμμή” της Θεοδωρίδου, μήπως και πάει κανενός το μυαλό, αλλά δεν… Έχει πια απαγκιστρωθεί πλήρως από τη δημοσιότητα. Πλησιάζει παρέες-παρέες και τις ρωτά: “Μισθούς-συντάξεις, τα έκανα κουρέλι, ποιός είμαι;”. Διάολε, ούτε καρέκλα ελεύθερη να ξαποστάσει δεν μπορεί να βρει, σε ένα χώρο που και πολυσύχναστο, δεν τον λες. Πίνει ένα κουβά και φεύγει νωρίς μονολογώντας “Σταύρος Δήμας, γαμώ το ξεσταύρι μου, Σταύρος Δήμας”.
9. Ο περαστικός
Μένει στο Γουδή και κατεβάζει κάθε βράδυ τον σκύλο του για βόλτα στο πολυσύχναστο πάρκο. Φτάνοντας στην είσοδο, αναρωτιέται “που πήγαν όλοι;” βλέποντας τη νέκρα που επικρατεί. Κι όμως φώτα, τραπέζια, ποτά, μουσική μαρτυρούν ότι κάτι σημαντικό πρέπει να έχει συμβεί. Ούτε ψυχή ζώσα όμως για να του δώσει τις απαντήσεις που ζητά και ο σκύλος γαβγίζει, εμφανώς εκνευρισμένος. Φοβούμενος τα χειρότερα -ότι η περιοχή έχει χτυπηθεί από κάποιου τύπου Zombie Apocalypse– ανοίγει το βήμα του, επιστρέφοντας προς το σπίτι, ενώ το σκυλί συνεχίζει να γαυγίζει χωρίς σταματημό. Έχουν ένστικτο τα ζώα.
10. Ο εργάτης
Άνθρωποι να στήσουν εθελοντικά το φεστιβάλ δεν υπάρχουν -εδώ δεν υπάρχουν να το επισκεφθούν θα μου πείτε- οπότε το έργο ανέλαβε ιδιωτική εταιρεία. Ο εργάτης, ο μοναδικός που βρέθηκε στο φεστιβάλ Σπούτνικ, περιμένει καρτερικά να τελειώσει η -σεμνή το δίχως άλλο- τελετή, να πάει σπίτι του. Πίνει μια μπύρα που του κέρασαν από το μπαρ που έστηνε και συζητά με το νέο προϊστάμενο του γραφείου Τύπου του πρωθυπουργού, που του εξηγεί γιατί ο Ιβάν είναι τρομερός και πως ο Στάλιν δεν τρώγεται. Ο μισθός του μετακλητού όμως;
Κάποιοι προτιμούν να βλέπουν την Αριστερά σαν ένα μεγάλο οικογενειακό
δέντρο, με παρακλάδια και συγγενείς ομάδες, που έχουν κοινή ρίζα. Κάπως
έτσι μπορείς να βάλεις στο ίδιο τσουβάλι το Μαρξ με το σημερινό SPD,
αφού σε αυτό το κόμμα ανήκε κι ο Κάρολος, ή τον άνθρωπο με τον πίθηκο
-εξάλλου συμπίπτει ένα μεγάλο κομμάτι του γενετικού μας υλικού. Κι αν
κάποιοι μιλάνε για “το δέντρο που πληγώναμε”, υπάρχει κι η οπτική που
λέει πως θέλει ένα καλό ξεκαθάρισμα από καταβολάδες, παραφυάδες και
παρασιτικούς κισσούς που το λυμαίνονται.
Η μουσική έχει παρόμοιους ειδολογικούς διαχωρισμούς και προσφέρεται
για μια σειρά συνειρμούς. Πχ αυτούς που ακούνε τα πάντα και μοιάζουν με
όσους δεν ανήκουν συγκεκριμένα σε κάποιο χώρο, δε θέλουν
ταμπέλες-κουτάκια κι είναι επιρρεπείς σε έναν ιδεολογικό αχταρμά, από
τον οποίο θα επιλέξουν μόνο τα άξια και συνετά πρόσωπα, που βρίσκονται
σε όλους τους χώρους, σε όλα τα μουσικά είδη, σε κάθε πεζούλι, κάθε
ρεματιά. Αυτούς που του λένε καλύτερα, τέλος πάντων.
Αλλά πώς καταλήγουν κάθε φορά, με κάποιον τρόπο, να πηγαίνουν με τα πολιτικά και μουσικά σουξεδάκια του συρμού…
Το ζήτημα είναι να είσαι σταθερός σα βράχος -που διαβρώνεται ενίοτε,
αλλά δε λυγάει ποτέ- σις απόψεις σου, σαν τον Ντιμιτρόφ μπροστά στους
δικαστές του (βράχος γρανίτινος στέκει ορθός) και τον ροκά -εκ του rock
(=βράχου). Κι ο νοσταλγός του ροκ-εν-ρολ, που λέει ο Γιοκαρίνης,
παραπέμπει στο μαζικό κύμα της Ostalgie για το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε.
Ναι αλλά ήταν ο Γιοκαρίνης ροκάς; Ήταν σοσιαλισμός αυτό που είχε η
Σοβιετική Ένωση κι οι άλλες ΛΔ; Είναι νομοτέλεια να ξεπουλιούνται οι
επαναστάσεις, σαν τα ροκ συγκροτήματα μετά τους πρώτους δίσκους τους που
συγκλόνισαν τον κόσμο; Ως πότε θα είμαστε κολλημένοι στις παλιές,
αθάνατες επιτυχίες, που τρέφουν ακόμα το παρόν μας; Γιατί δε γραφεται
σήμερα ποιοτική, επαναστατική μουσική του μέλλοντός μας; Δεν πρέπει να
σκύψουμε σε αυτά τα ερωτήματα και τις αιτίες της υποχώρησης;
Η κλασική ροκ είναι σαν τους κλασικούς του μαρξισμού. Χρειάζεται
επικαιροποίηση στην εποχή μας, αλλά παραμένει αξεπέραστη, η καλύτερη
μουσική που γράφτηκε ποτέ. Και τα πρωτοπόρα συγκροτήματα ήταν μπροστά
από την εποχή τους, ακριβώς γιατί την εξέφραζαν κι είχαν συλλάβει το
πνεύμα της, όπως οι μεγάλοι διανοητές-επαναστάτες της οργανωμένης
πρωτοπορίας.
Η παρακμή τους οδήγησε στον εκφυλισμό και τη στροφή σε ρεφορμιστικές,
αγοραίες λύσεις, με AOR κι ασυγχώρητες παραχωρήσεις στην ποπ κι άλλα
είδη, που επιχειρούσαν πάντως να λύσουν υπαρκτά προβλήματα της
σοσιαλιστικής οικοδόμησης και του μουσικού εποικοδομήματος.
Οι σκληροπυρηνικοί χεβιμεταλάδες θεωρούν ρεφόρμες όλους τους άλλους,
που μολύνουν τη θεωρία, την πρακτική, τη μουσική και ιδεολογική τους
καθαρότητα, με πλήκτρα, συνθεσάιζερ, ραπάρισμα, νέους ήχος και τέτοιες
φλωριές. Αλλά όσο πιο “καθαροί” γίνονται, τόσο σε πιο περιθωριακές
πολιτικές γκρούπες και μουσικά γκρουπ καταλήγουν -που δεν τα ξέρει ούτε ο
θυρωρός της πολυκατοικίας τους- και για αυτό δεν πρόκειται να αλλάξουν
τον κόσμο -όπως δεν τον άλλαξαν κι οι Πασόκοι που τους έμαθε ο θυρωρός
τους, εξαιτίας του Ανδρέα.
Οι επικριτές λένε πως τα πράγματα και η μουσική εξελίσσεται, αλλά
αυτό δε γίνεται πάντα προς το καλύτερο, όπως αποδεικνύει το πισωγύρισμα
της αντεπανάστασης κι η πλήρης επικράτηση της μουσικής βιομηχανίας -που
αυτή σκοτώνει τη μουσική, όχι η πειρατία και το δωρεάν κατέβασμα
τραγουδιών κι αρχείων από το διαδίκτυο, που το ‘χαν παρομοιάσει με τος
σατανάδες τους μπολσεβίκους…
Η έννοια ροκ όμως έχει ξεχειλώσει, σαν την έννοια της αριστεράς, για
να χωρέσει τους πάντες, όταν ήταν μόδα, και τώρα χρειάζεται
συμπληρωματικές διευκρινίσεις δίπλα στους αυτοπροσδιορισμούς (ό,τι
δηλώσεις είσαι) για το gendre και του μουσικό είδος.
Ενώ κάποιοι ακούν τον όρο “ελληνικό ροκ”, χαμογελάνε ειρωνικά κι
αμφιβάλλουν αν υπήρξε ποτέ, σε αντίθεση με την ελληνική πολιτική
ιδιαιτερότητα, που κάνει πολλούς να πιστεύουν πως ζούμε σε μια σοβιετική
χώρα -την τελευταία της Ευρώπης και του κόσμου ίσως.
Σήμερα, αναρωτιέται κανείς τι έχει μείνει από τα μοντέρνα
αριστουργήματα του εικοστού αιώνα, το σοσιαλισμό και το ροκ, γιατί οι
πιο πολλοί -κατ’ όνομα- ροκομεταλλάδες και πολλά ΚΚ δεν έχουν τη χάρη κι
είναι σχεδόν αντιδραστικά.
Κι αν είμαι ροκ, μη με φοβάσαι, θα γίνω σε λίγο εκατό χρονών…
Αλλά είμαστε ακόμα ζωντανοί, σα ροκ συγκρότημα, παρά την αντεπανάσταση.
Ο κομμουνισμός και το ροκ είναι η νιότη του κόσμου. Κι η αλήθεια είναι στο Μαρξ και -δευτερευόντως- στους Σεξ Πίστολς. Γκέγκε;
Σήμερα η κε του μπλοκ αναδημοσιεύει ένα πολύ ενδιαφέρον δείγμα σοβιετικής σάτιρας. Τη μετάφραση την βρήκε στο ιστολόγιο γνωστού υποστηρικτή της μνημονιακής κυβέρνησης, με μια μάλλον κακόπιστη αναφορά (μου φάνηκε να υστερεί) στο αφιέρωμα της Κατιούσα στην Οχτωβριανή Επανάσταση και ειδικότερα σε μια ανάρτηση που αναφερόταν στη σοβιετική σάτιρα. Και την θεωρώ μάλλον κακόπιστη, με την έννοια πως στην Κατιούσα ποτέ δε γράψαμε πως κάναμε κάποια συνολική ή εξαντλητική αναφορά στη σοβιετική σάτιρα. Κι επειδή στο ίδιο μήκος κύματος κυμαίνονται πολλά σχόλια, όπως το υπ' αριθμόν 88, που λέει πως χρησιμοποιήσαμε στοιχεία της εφημερίδας του Ραχόι (της Ελ Παΐς), για να δείξουμε ποιος στηρίζει την ανεξαρτησία στην Καταλονία, κι ας αναφέρουμε στη δεύτερη κιόλας παράγραφο πως η έρευνα διενεργήθηκε από καταλανικό ινστιτούτο.
Σε κάθε περίπτωση, τα παραπάνω μικρή σημασία έχουν κι αναφέρονται απλώς παρεμπιπτόντως. Αυτό που έχει σημασία αντιθέτως είναι το ζουμί, δηλαδή το σατιρικό διήγημα των Ιλφ και Πετρόφ, που δημοσιεύτηκε πιθανότατα στην Πράβδα -όπως προκύπτει από σχόλια της ίδιας ανάρτησης- και αν μη τι άλλο καταρρίπτει σε μεγάλο βαθμό το εύκολο δυτικό στερεότυπο, για τους Σοβιετικούς που δεν μπορούσαν να εκφραστούν ελεύθερα και να κριτικάρουν τα κακώς κείμενα της κοινωνίας τους και του κράτους τους. Καλή ανάγνωση.
Η συντακτική επιτροπή του δεκαπενθήμερου εικονογραφημένου περιοδικού Ο κόσμος της περιπέτειας παραπονιόταν για έλλειψη λογοτεχνικής ύλης. Έλειπαν τα λογοτεχνήματα που θα τραβούσαν και θα διατηρούσαν την προσοχή των νεαρών αναγνωστών.
Τους έστελναν βέβαια πολλά χειρόγραφα, αλλά κανένα δεν ταίριαζε: παραήταν σοβαρά και βαρετά. Για να λέμε την αλήθεια, το πιθανότερο ήταν να προκαλέσουν κατάθλιψη στους νεαρούς αναγνώστες αντί να τους συναρπάσουν. Ο αρχισυντάκτης όμως ήθελε να συναρπάσει το κοινό του.
Τελικά, αποφάσισαν να παραγγείλουν ένα μυθιστόρημα που θα το δημοσίευαν σε συνέχειες.
Ένας κλητήρας έτρεξε να ειδοποιήσει τον συγγραφέα Μολδαβάντσεφ, και την επόμενη μέρα ο Μολδαβάντσεφ καθόταν στον άνετο καναπέ στο γραφείο του αρχισυντάκτη.
— Καταλαβαίνετε, είπε με έμφαση ο αρχισυντάκτης, θέλουμε κάτι φρέσκο, ζωντανό, που να αιχμαλωτίζει τον αναγνώστη με συναρπαστικές περιπέτειες. Θα θέλαμε, με δυο λόγια, έναν σοβιετικό Ροβινσώνα Κρούσο. Θέλουμε μια ιστορία που ο αναγνώστης να μη μπορεί να την αφήσει πριν την τελειώσει.
— Ροβινσώνα Κρούσο; Ναι, γίνεται, απάντησε λακωνικά ο συγγραφέας.
— Αλλά όχι έναν οποιονδήποτε Ροβινσώνα –έναν σοβιετικό Ροβινσώνα.
— Μα φυσικά! Ένας Ρουμάνος Ροβινσώνας δεν θα ταίριαζε.
Ο συγγραφέας δεν σπαταλούσε τα λόγια του. Φαινόταν με την πρώτη ματιά πως ήταν άνθρωπος της δράσης.
Και πράγματι, ετοίμασε το μυθιστόρημα ακριβώς σύμφωνα με τις προδιαγραφές. Ο Μολδαβάντσεφ δεν ξέφυγε πολύ από το διάσημο πρωτότυπό του. Στο κάτω κάτω, ο Ροβινσώνας είναι Ροβινσώνας.
Λοιπόν, ένας σοβιετικός νέος ναυαγεί. Ένα κύμα τον ρίχνει σε ένα έρημο νησί. Βρίσκεται μόνος, ανυπεράσπιστος, απέναντι στην παντοδύναμη φύση. Κάθε λογής κίνδυνοι τον περιτριγυρίζουν: άγρια ζώα, πυκνή βλάστηση, οι μουσώνες που πλησιάζουν. Αλλά ο σοβιετικός μας Ροβινσώνας, γεμάτος ζήλο και ενέργεια, ξεπερνάει όλους τους κινδύνους, ακόμα κι όσους μοιάζουν ανυπέρβλητοι. Κι ύστερα από τρία χρόνια, μια σοβιετική εξερευνητική αποστολή τον βρίσκει να χαίρει άκρας υγείας. Έχει δαμάσει τη φύση, έχει χτίσει μια καλύβα, με παρτέρια ολόγυρα, εκτρέφει κουνέλια, έχει ράψει μια μπλούζα τύπου Τολστόι από τις ουρές των πιθήκων κι έχει διδάξει έναν παπαγάλο να τον ξυπνάει κάθε πρωί με το παράγγελμα: «Προσοχή! Πέταξε το πάπλωμα! Πέταξε το πάπλωμα! Ώρα για την πρωινή γυμναστική!»
— Πολύ καλό! αναφώνησε ο αρχισυντάκτης. Αυτό με τα κουνέλια είναι τέλειο, απολύτως επίκαιρο. Ξέρετε, όμως, δεν καταλαβαίνω πολύ καλά ποιο είναι το κεντρικό θέμα του έργου σας.
— Ο αγώνας του ανθρώπου κόντρα στη φύση, απάντησε ο Μολδαβάντσεφ με τη συνηθισμένη του λακωνικότητα.
— Ναι, αλλά δεν βλέπω κάτι που να είναι ειδικά σοβιετικό.
— Αλλά ο παπαγάλος; Αντικαθιστά το ραδιόφωνό μας –ένας τέλειος εκφωνητής.
— Ναι, ο παπαγάλος είναι καλή ιδέα. Κι αυτό με τα παρτέρια, πολύ καλό. Αλλά στο έργο σας δεν υπάρχει η αίσθηση της σοβιετικής κοινωνίας. Πού είναι, αίφνης, η τοπική επιτροπή; Πού αναδείχνεται ο καθοδηγητικός ρόλος των συνδικάτων μας;
Ο Μολδαβάντσεφ ξαφνικά ζωντάνεψε. Μόλις διαισθάνθηκε ότι το μυθιστόρημά του μπορεί να μη γίνει δεκτό, η επιφυλακτικότητά του έδωσε τη θέση της στην ευγλωττία.
— Μα, τι σχέση έχει η τοπική επιτροπή; Αφού το νησί είναι ακατοίκητο!
— Ναι, έχετε δίκιο. Είναι ακατοίκητο. Πρέπει όμως να υπάρχει μια τοπική επιτροπή των συνδικάτων. Εγώ δεν είμαι βέβαια λογοτέχνης, αλλά στη θέση σας θα έβαζα την επιτροπή. Είναι κάτι το σοβιετικό, καταλαβαίνετε.
— Μα, είπαμε ότι όλο το μυθιστόρημα στηρίζεται ακριβώς στο γεγονός ότι το νησί είναι ακατ….
Τη στιγμή εκείνη, ο Μολδαβάντσεφ έτυχε να κοιτάξει κατάματα τον αρχισυντάκτη. Η φράση του έμεινε μισή. Τα μάτια εκείνα έλαμπαν με μια τέτοια κενή αθωότητα, με εκείνο το άδειο γαλάζιο του πρωινού μαρτιάτικου ουρανού, που ο Μολδαβάντσεφ αποφάσισε αμέσως να συμβιβαστεί.
— Φυσικά, έχετε δίκιο, είπε, ανασηκώνοντας τους ώμους. Μα βέβαια, πώς δεν το σκέφτηκα αμέσως; Από το ναυάγιο σώζονται δύο άνθρωποι: ο Ροβινσώνας μας και ο πρόεδρος της τοπικής επιτροπής των συνδικάτων.
— Και δυο εξωκομματικοί, πρόσθεσε ψυχρά ο αρχισυντάκτης.
— Όι, αναφώνησε ο Μολδαβάντσεφ.
— Δεν θέλω «Όι». Δυο εξωκομματικοί και μια κοπέλα, δραστήριο κομματικό μέλος, που θα εισπράττει τις συνδρομές.
— Μα γιατί να βάλουμε και την εισπρακτόρισσα; Ποιανού συνδρομές θα εισπράττει;
— Του Ροβινσώνα, φυσικά.
— Μα, θα μπορούσε ο Πρόεδρος να εισπράττει τη συνδρομή του Ροβινσώνα. Τι θα πάθει;
— Κάνετε λάθος, σύντροφε Μολδαβάντσεφ, μεγάλο λάθος. Κάτι τέτοιο είναι εντελώς ανεπίτρεπτο. Ο πρόεδρος της τοπικής επιτροπής δεν πρέπει να χάνει τον καιρό του με ασήμαντες λεπτομέρειες και να τρέχει αριστερά δεξιά να μαζεύει τις συνδρομές των μελών. Είμαστε αντίθετοι σε κάτι τέτοιο. Πρέπει να αφιερώνει όλες του τις δυνάμεις στα σοβαρά ηγετικά του καθήκοντα.
— Ωραία, να βάλουμε και την εισπρακτόρισσα, υποχώρησε ο Μολδαβάντσεφ. Καλύτερα έτσι, θα έλεγα. Θα παντρευτεί τον πρόεδρο –ή ακόμα και τον Ροβινσώνα. Αυτό θα μας έδινε γουστόζικα επεισόδια.
— Δεν χρειάζεται κάτι τέτοιο. Μην ξεπέσουμε σε φτηνή χυδαιότητα ή σε νοσηρό ερωτισμό. Αρκεί να εισπράττει τις συνδρομές των μελών και να τις κρατάει σε ένα αλεξίπυρο χρηματοκιβώτιο.
Ο Μολδαβάντσεφ μετατοπίστηκε νευρικά πάνω στον καναπέ.
— Συγγνώμη, αλλά πώς θέλετε να βρεθεί αλεξίπυρο χρηματοκιβώτιο σ’ ένα ακατοίκητο νησί;
Ο αρχισυντάκτης έμεινε για λίγο σκεφτικός.
— Μισό λεπτό, αναφώνησε. Στο πρώτο κεφάλαιο του μυθιστορήματος έχετε μια πολύ ωραία σκηνή. Εκτός από τον Ροβινσώνα και τα μέλη της τοπικής επιτροπής των συνδικάτων, το κύμα ρίχνει στην ακρογιαλιά και διάφορα αντικείμενα…
— Ένα τσεκούρι, ένα ντουφέκι, έναν διαβήτη, ένα βαρελάκι ρούμι κι ένα μπουκαλάκι με αντισκορβουτικό φάρμακο, απαρίθμησε θριαμβικά ο συγγραφέας.
— Το ρούμι ξεχάστε το, τον έκοψε ο αρχισυντάκτης. Και τι είναι πάλι αυτό το αντισκορβουτικό; Τι το χρειαζόμαστε; Καλύτερα βάλτε ένα μπουκαλάκι μελάνι. Και βέβαια, ένα αλεξίπυρο χρηματοκιβώτιο.
— Μα γιατί στην ευχή χρηματοκιβώτιο; Οι συνδρομές των μελών της τοπικής συνδικαλιστικής επιτροπής θα μπορούσαν μια χαρά να φυλάγονται στην κουφάλα ενός κοκοφοίνικα. Ποιος θα τις κλέψει;
— Ποιος; Γιατί όχι ο Ροβινσώνας; Ή ο πρόεδρος της τοπικής επιτροπής; Ή οι εξωκομματικοί; Ή και τα μέλη της επιτροπής;
— Επέζησαν και τα άλλα μέλη της επιτροπής από το ναυάγιο; ρώτησε με αγωνία ο Μολδαβάντσεφ.
— Ναι, κι αυτά.
Ακολούθησε σιωπή.
— Μήπως να βάλουμε το κύμα να ξεβράζει στην ξηρά κι ένα τραπέζι, για τις συνεδριάσεις της επιτροπής; ρώτησε με σαρκασμό ο συγγραφέας.
— Ο-πωσ-δή-πο-τε! Οι κατάλληλες συνθήκες εργασίας είναι απαραίτητες. Γιά να δούμε, χρειάζεται ακόμα μια καράφα νερό, ένα κουδούνι κι ένα τραπεζομάντηλο. Το τραπεζομάντηλο μπορεί να είναι όποιο χρώμα θέλετε, κόκκινο ή πράσινο. Δεν θέλω να επέμβω στη δημιουργική δουλειά σας. Αλλά, αγαπητέ μου, πρώτ’ απ’ όλα πρέπει να δώσουμε στον αναγνώστη μια εικόνα από τις μάζες, τα πλατιά στρώματα του εργαζόμενου λαού.
— Το κύμα δεν μπορεί να ρίξει στην ακτή μάζες, αντέτεινε ο Μολδαβάντσεφ. Αυτό πάει κόντρα στην πλοκή. Γιά φανταστείτε ένα κύμα που να ρίχνει στην ακτή καμιά δεκαριά χιλιάδες ανθρώπους –θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι.
— Αυτό ακριβώς μας λείπει, λίγο υγιές, αισιόδοξο, ζωογόνο γέλιο, τον έκοψε ο αρχισυντάκτης.
— Μα δεν γίνεται ένα κύμα να κάνει τέτοιο πράγμα.
— Κύμα; Και γιατί να είναι κύμα; ρώτησε έκπληκτος ο αρχισυντάκτης.
— Πώς αλλιώς θα βρεθούν οι λαϊκές μάζες στο νησί; Δεν είναι ακατοίκητο;
— Ποιος σας είπε πως είναι ακατοίκητο; Με μπερδέψατε. Α, να το ξεκαθαρίσουμε. Υπάρχει ένα νησί –ή, καλύτερα, μια χερσόνησος, είναι πιο σίγουρα έτσι. Και συμβαίνουν μια σειρά από διασκεδαστικές, πρωτότυπες, συναρπαστικές περιπέτειες. Οργανώνεται η δουλειά των συνδικάτων, αλλά υπάρχουν πολλές αδυναμίες. Η κοπέλα, το κομματικό μέλος, αποκαλύπτει μερικά ελαττώματα –ας πούμε σε σχέση με την είσπραξη των συνδρομών. Οι εργατικές μάζες τη στηρίζουν. Το ίδιο και ο πρόεδρος, που μετανιώνει για τα λάθη του. Προς το τέλος του μυθιστορήματος μπορείτε να βάλετε μια γενική συνέλευση. Θα είναι πολύ αποτελεσματική, εννοώ από λογοτεχνική άποψη. Αυτό ήταν –τελειώσατε.
— Και ο Ροβινσώνας; τραύλισε ο Μολδαβάντσεφ.
— Χμ, ναι. Καλά που μου τον θυμίσατε. Δεν μου αρέσει και πολύ αυτός ο Ροβινσώνας. Καλύτερα βγάλτε τον εντελώς. Παράξενος χαρακτήρας, απροσάρμοστος, κλαψιάρης πεσιμιστής.
— Κατάλαβα το πνεύμα σας, είπε πένθιμα ο Μολδαβάντσεφ. Αύριο θα έχετε το μυθιστόρημα.
— Ωραία λοιπόν. Πηγαίνετε σπίτι σας και δημιουργήστε. Απροπό, στην αρχή του μυθιστορήματος έχετε βάλει ένα ναυάγιο. Δεν το βγάζετε καλύτερα; Χωρίς ναυάγιο θα είναι πιο συναρπαστική η ιστορία. Σύμφωνοι; Πολύ ωραία, καλή σας μέρα.
Όταν βρέθηκε μόνος του, ο αρχισυντάκτης χαμογέλασε ικανοποιημένος.
— Επιτέλους, αναφώνησε, επιτέλους θα έχουμε μια συναρπαστική περιπέτεια –κι ένα γνήσιο λογοτεχνικό έργο.
Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς για την επόμενη μέρα, αν δεν έχει
χωνέψει την προηγούμενη. Κι αυτή αφήνει πολλά ανοιχτά ερωτήματα και
ορισμένα σημεία που δεν είναι εύκολο να ερμηνευτούν ή να μετρηθούν με το
χτεσινό αποτέλεσμα που ανακοίνωσαν οι καταλανικές αρχές για το
δημοψήφισμα: περισσότερες από 2 εκατομμύρια ψήφοι, παρά το όργιο
καταστολής και τα αντικειμενικά εμπόδια, και ποσοστό πάνω από 90% υπέρ
της ανεξαρτησίας. Αλλά η δυναμική των γεγονότων μοιάζει να ξεπερνά κατά
πολύ τη φαντασία των πρωταγωνιστών τους.
Πριν από την κλιμακούμενη ένταση των τελευταίων ημερών, δεν ήταν
καθόλου σίγουρο πως θα επικρατούσε το “Ναι” -η θέση υπέρ της
ανεξαρτησίας- στο δημοψήφισμα. Ακόμα κι αν επικρατούσε όμως, η ισπανική
κυβέρνηση δεν ήταν υποχρεωμένη να το αναγνωρίσει και να το λάβει υπόψη
της. Σε κάθε περίπτωση, όσο και αν ξετυλιγόταν αυτό το κουβάρι, πολύ
δύσκολα θα οδηγούσε τα πράγματα ως το τέλος και την απόσχιση της
Καταλονίας από το ισπανικό κράτος.
Το πιο πιθανό είναι πως οι καταλανικές αρχές χρησιμοποιούσαν το
δημοψήφισμα, για να διεκδικήσουν καλύτερες θέσεις και περισσότερη
οικονομική αυτονομία. Ακολουθούσαν δηλαδή τακτική ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας
να πουλήσουν στην καλύτερη δυνατή τιμή, για το καλύτερο δυνατό
αντάλλαγμα την ψήφο των Καταλανών. Όχι, οι independistas -δηλ οι
υπέρμαχοι της ανεξαρτησίας- δεν είναι επαναστάτες, όσο κι αν οργίαζε το
φαντασιακό πολλών χώρων με το ιστορικό φορτίο της Βαρκελώνης. Αλλά οι
αντίπαλοί τους είναι φασίστες, νοσταλγοί του Φράνκο, όπως δείχνουν οι
σωβινιστικές συγκεντρώσεις στην υπόλοιπη Ισπανία και το όργιο καταστολής
τη μέρα του δημοψηφίσματος.
Τώρα τα δεδομένα άλλαξαν ριζικά και φαίνεται να απομακρύνουν -ή να
δυσκολεύουν προς το παρόν- το ενδεχόμενο ενός συμβιβασμού. Οι αρχές της
Καταλονίας προανήγγειλαν τη μονομερή διακήρυξη της ανεξαρτησίας της. Από
την άλλη ο Ραχόι έριξε λάδι στη φωτιά, λέγοντας πως δεν είδε κανένα
απολύτως δημοψήφισμα χτες. Συνεπώς έστειλε τις αστυνομικές δυνάμεις να
καταστείλουν κάτι που δεν υπήρχε…
Η ισπανική κυβέρνηση επιχείρησε μια επίδειξη δύναμης -όση τέτοια
μπορεί να κρύβουν οι εικόνες της αστυνομίας να χτυπάει στο ψαχνό το
άοπλο πλήθος, να κλέβει κάλπες σαν τους αναρχικούς της Ελλάδας στις
φοιτητικές εκλογές και να μπλέκει σε σκηνές που θυμίζουν τη “Μεγάλη των Μπάτσων Σχολή”.
Μια αχρείαστη επίδειξη δύναμης, που τσαλάκωσε ανεπανόρθωτα το προφίλ του Ραχόι και φαίνεται να πετυχαίνει ακριβώς το αντίθετο απ’ το αποτέλεσμα που επιδίωκε, συσπειρώνοντας όσο ποτέ τους Καταλανούς. Εκτός κι αν ήταν μια μελετημένη, υπολογισμένη κίνηση πρόκλησης χάους, εν είδει αυτοεκπληρούμενης προφητείας, όπου ο ίδιος θα φάνταζε ως η μόνη σώφρων λύση, φάρος λογικής και σταθερότητας. Είναι τόσο ανόητο που μοιάζει τελικά σχεδόν μεγαλοφυές…
Η επόμενη μέρα βρίσκει ενισχυμένους και κυρίαρχους τους εκατέρωθεν εθνικισμούς, σε ένα εκρηκτικό μίγμα, που είχε πολλά χρόνια να απασχολήσει τη Δυτική Ευρώπη και φαίνεται να την ξαναγυρνάει στην εποχή των Αψβούργων και των Βουρβόνων, που τα βασίλεια σφάζονταν μεταξύ τους, για να επιβάλουν την κυριαρχία τους στα υπόλοιπα…
Όσο οξυμένες κι αν είναι οι αντιθέσεις κι η ανισόμετρη ανάπτυξη στο εσωτερικό της Ισπανίας, δεν ήταν εύκολο να προβλέψει κανείς την τροπή των γεγονότων και τη σφοδρότητα με την οποία εκδηλώθηκαν. Ακριβώς αυτή η άγρια καταστολή όμως, με τις πλαστικές σφαίρες και τους εκατοντάδες τραυματίες, με τους αστυνομικούς να δείχνουν ότι είναι παντού ίδιοι και πως η ηλιθιότητά τους δεν έχει σύνορα ούτε πατρίδα -περίπου όπως οι προλετάριοι- είναι που δίνει ευρύτερες διαστάσεις σε αυτήν την ενδοαστική διαμάχη. Όπως σημειώνει και το ΚΚΛΙ στην ανακοίνωσή του, η κρατική καταστολή θα γυρίσει -αργά ή γρήγορα- στις εργατικές και λαϊκές οργανώσεις, το μόνο πραγματικό φορέα των κοινωνικών μετασχηματισμών.
Η επόμενη μέρα περιλαμβάνει γενική απεργία, την Τρίτη 3 Οκτώβρη, ως
ένδειξη διαμαρτυρίας για την πρωτοφανή καταστολή του ισπανικού κράτους.
Κι αυτό μπορεί να μην είναι πανάκεια, αλλά προβάλλει ως ένα σοβαρό
αντίδοτο από εργατική ταξική σκοπιά, ενάντια στον ανερχόμενο εθνικισμό
και τη διαχείριση του ζητήματος από τις αστικές κυβερνήσεις.