Το
σου κου που διανύουμε είναι θεωρητικά το πρώτο σ/κ του καλοκαιριού και η κε του
μπλοκ εγκαινιάζει για φέτος τη στήλη βιβλία το καλοκαίρι, με ένα ελαφρύ και
δροσερό ανάγνωσμα, που είναι ευχάριστο χωρίς να απαιτεί ή να δίνει πολλά (μαζί
πάνε αυτά) στον αναγνώστη. Ο λόγος για το βιβλίο προχωρώντας κι αναθεωρώντας, του νίκου μπίστη, που μπορεί από
πολιτικής άποψης να είναι αναθεωρητής, αλλά τουλάχιστον το παραδέχεται ανοιχτά,
(ανα)θεωρώντας το μάλλον και τίτλο τιμής, για να το βάζει στον τίτλο του
βιβλίου. Κι από αυτή την άποψη είναι πολύ πιο τίμιος (οπορτουνιστής) από
κάποιους άλλους που το παίζουν ιστορία και αγώνες, για να καπηλευτούνε αυτούς
τους κόμματος. Συν τοις άλλοις διηγείται μερικά γουστόζικα περιστατικά που
καθιστούν από μόνα τους αξιανάγνωστο το βιβλίο του. Ας δούμε μερικά από αυτά,
για του λόγου το αληθές.
Για
τη δύναμη και το συμβολισμό της σημαίας, ιδού δυο εύγλωττα περιστατικά.
Η
πρώτη συγκέντρωση που θα κάναμε (σσ: ως κκε στη μεταπολίτευση, μετά την
παρανομία) ήταν εκδήλωση αλληλεγγύης στην χιλή. Καθορίζαμε στην κνε τους χώρους
προσυγκέντρωσης και το σημείο που θα καταλαμβάναμε στα προπύλαια του
πανεπιστημίου. Δεν υπάρχει περίπτωση να
χαθούμε, μας λέει ο θανάσης σκαμνάκης, μέλος του γραφείου του κσ της κνε. Θα δείτε τη μεγαλύτερη σημαία με
σφυροδρέπανο από την εποχή της συγκέντρωσης του κκε στο παναθηναϊκό στάδιο το
1945. Πράγματι βρεθήκαμε κάτω από μια μεγάλη κατακόκκινη σημαία. Δίπλα μας
νεολαίοι γελούσαν και μεγάλοι άνθρωποι έκλαιγαν σα μικρά παιδιά. Ένας ηλικιωμένος
κύριος, καλοντυμένος, με γραβάτα και κουστούμι –δικηγόρος ήταν,
συμβολαιογράφος, γιατρός ήταν; εργάτης πάντως δεν ήταν- μη μπορώντας να
συγκρατήσει τα δάκρυά του, ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί: ξέρεις νόμιζα ότι δε θα τη ζούσα ποτέ αυτή
τη στιγμή.
Δεκαπέντε
χρόνια μετά η κόκκινη σημαία κατέβαινε από το κρεμλίνο. Την άλλη μέρα το πένθος
ήταν βαρύ στα γραφεία του συν (σσ: όπου είχε μεταπηδήσει πλέον ο μπίστης). Ο
σπύρος λυκούδης –λαμπράκης από την πρώτη στιγμή ταγμένος στο κκε εσωτερικού-
πήγαινε πέρα δώθε αμίλητος, λες και του είχαν ξεκληρίσει την οικογένεια. Ο
καλός και σεβαστός σε όλους μας μπάμπης πρωτοπαπάς –σοσιαλδημοκράτης από την
κατοχή, αντιστασιακός επί χούντας, μέλος της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του
καραμανλή το 74’, μετά κοδησο και στο τέλος συν- προσπαθούσε να μας παρηγορήσει
με αισιόδοξες αναλύσεις: πώς κάνετε έτσι;
μια φάση της ιστορίας έκλεισε, μια άλλη θα ανοίξει για την αριστερά, χωρίς τις
επιβαρύνσεις του παρελθόντος. Παρά το σεβασμό που του έτρεφε ο σπύρος δεν
άντεξε: άσε μας ρε μπάμπη σε παρακαλώ.
Εσύ δεν έχεις περπατήσει κάτω από την κόκκινη σημαία, να καταλάβεις πώς νιώθω.
Το
74’ πιστεύαμε πως έτσι κι αλλιώς η γη θα γινόταν κόκκινη. Ως συνεπείς
κοινωνικοί ζωγράφοι ή απλοί ελαιοχρωματιστές, τις κυριακές το πρωί, όταν οι
άλλοι άνθρωποι κοιμούνταν ή απλώς χουζούρευαν, εμείς σηκωνόμασταν αξημέρωτα για
εξόρμηση ριζοσπάστη. Το ίδιο έκαναν και οι αναθεωρητές με την αυγή, μόνο που
εξορμούσαν με δίωρη καθυστέρηση και αποσύρονταν νωρίτερα, για να χαρούν την κυριακή
τους. Όταν αργότερα προσχώρησα στο κκε εσωτερικού, προσπάθησα να εφαρμόσω
κνίτικο ωράριο στην οργάνωση του κερατσινίου, της οποία ήμουν γραμματέας. Την
πρώτη κυριακή, για να τιμήσουν τον εκ μεταγραφής σύντροφο –δεν ήταν και πολλοί
που από το κκε πήγαιναν στο κκε εσωτερικού- προσήλθαν άπαντες στην ώρα τους.
Την επόμενη κυριακή ήρθαν οι μισοί και τη μεθεπόμενη έμεινα με τον έκτοτε φίλο
κι ασφαλιστή μου σώτο διδυμιώτη και τον πάκο τις εφημερίδες να τους περιμένουμε
μέχρι τις έντεκα.
Αν ήταν να ξυπνάω πρωί
πήγαινα και στο κκε,
με κάρφωσε η άννυ καταχανά, οδοντίατρος και εκ γενετής αναθεωρήτρια.
Κι αυτό θα το
προσυπέγραφαν πολλοί ακόμα και σήμερα. Αλλά ας δούμε κάποια ακόμα περιστατικά
από εξόρμηση με ρίζο.
Δυσκολότερα
ήταν τα πράγματα στην κατ’ οίκον πώληση. Πολλούς τους ξυπνούσαμε και μας
άνοιγαν την πόρτα με την τσίμπλα στο μάτι. Άλλοι αγρίευαν στη θέα και μόνο του
ριζοσπάστη. Δε θέλω ρε παιδάκι μου
ριζοσπάστη. Πώς να σας το πω; Αν ήθελα, θα τον έπαιρνα από το περίπτερο,
μας έλεγε ένας απόστρατος αξιωματικός, που του είχαμε σπάσει τα νεύρα με τις
κυριακάτικες κατ’ εξακολούθηση επισκέψεις μας στο διαμέρισμά του.
Είχαμε
πολλά ευτράπελα. Μια φορά η λία μάντικα φόρεσε το πιο γλυκό της χαμόγελο και
πλησίασε έναν κύριο: μήπως θέλετε το
ριζοσπάστη; Το ρώτησε όλο νάζι. Όχι
ευχαριστώ, μήπως έχετε ελευθεροτυπία; Απάντησε εκείνος σοβαρά.
Μια
Κυριακή το συνεργείο μου εξορμούσε στα κάτω πετράλωνα, λαϊκή γειτονιά και
προπύργιο του ελας στην κατοχή, σε αντίθεση με το γειτονικό θησείο, έδρα της
οργάνωσης χ του γρίβα. Μόλις βγήκαμε από τον ηλεκτρικό, είχαμε κακό
συναπάντημα. Πέσαμε πάνω σε ένα συνεργείο μαρτύρων του ιεχωβά που πουλούσαν
ασάλευτοι το ξύπνα. Μου πρότειναν να
κάνουμε ανταλλαγή εντύπων. Το ριζοσπάστη
για αυτή τη ζωή, την πεπερασμένη, είπαν, το ξύπνα για την άλλη, την αιώνια. Αρνήθηκα ευγενικά –θα ήταν
φοβερό μαρτύριο να πάρω μαζί μου στην κόλαση για διάβασμα το ξύπνα- και
προχωρήσαμε προς ένα χαμόσπιτο όπου υποθέσαμε ότι θα ζούσαν αυτής της γης οι
κολασμένοι, κι ως εκ τούτου δυνητικοί αναγνώστες του ριζοσπάστη. Μόλις φτάσαμε
στην πόρτα, χτύπησα το κουδούνι και περίμενα να μας ανοίξουν. Τίποτα.
Ξαναχτύπησα, πάλι τίποτα. Χτύπησα για τρίτη φορά. Και τότε άκουσα να σέρνονται
αργά, βασανιστικά, δυο πόδια προς την πόρτα, με τον χαρακτηριστικό ήχο που
κάνουν οι παντόφλες στο πάτωμα και μια λαχανιασμένη από τη διαδρομή φωνή
ηλικιωμένης γυναίκας να ρωτάει: ποιος
είναι; -Καλημέρα, μας ανοίγετε; Σας
φέραμε το ριζοσπάστη, απάντησα γεμάτος αυτοπεποίθηση. Η σιωπή που έπεσε
πίσω από την πόρτα ήταν εκκωφαντική. Μόνο μια βαριά ανάσα ακουγόταν. Σας φέραμε την εφημερίδα σας, το ριζοσπάστη,
επέμενα. Η ανάσα από μέσα έγινε πιο βαριά και πιο γρήγορη, η ηλικιωμένη γυναίκα
από την τρομάρα της είχε ταχυπαλμία, και τα χρειάστηκα. Ώρα είναι να ‘παθε καμιά συγκοπή, σκέφτηκα
και αποφάσισα να λύσουμε την πολιορκία. Επειδή όμως έχω τρόπους, θέλησα να την
αποχαιρετίσω. Γεια σας, φεύγουμε τώρα,
είπα και πρόσθεσα: θα ξανάρθουμε.
Πριν προλάβω να απομακρυνθώ άκουσα κι άλλες γρήγορες παντόφλες να σέρνονται
προς την πόρτα, άλλη μια βαριά ανάσα και μια επίσης γυναικεία φωνή να ρωτάει
σιγά και με ανησυχία: ποιοι ήταν μαρία;
Με απελπισμένη φωνή εκείνη απάντησε: οι
κομμουνιστές. Σιγή ολίγων δευτερολέπτων, με τις δυο –κατά πάσα πιθανότητα-
αδελφές να στέκουν ακίνητες πίσω από την πόρτα και να ζουν με τον τρόμο της
κομμουνιστικής περικύκλωσης. Και το δράμα κορυφώθηκε όταν η πρώτη σχεδόν
κλαίγοντας ενημέρωσε τη δεύτερη: είπαν
ότι θα ξανάρθουν.
Αλλά ο φόβος δεν ήταν
ο μόνος τρόπος αντιμετώπισης προς τους συντρόφους σε εκείνα τα πρώτα χρόνια της
μεταπολίτευσης. Ο μπίστης διηγείται μερικά σπαρταριστά σκηνικά από προεκλογικές
εκστρατείες του κόμματος στην επαρχία. Αυτό που παραθέτω έλαβε χώρα στις
σπέτσες –όπου στα χρόνια του εμφυλίου οι ντόπιοι είχαν εξοντώσει τους αντάρτες
που θέλησαν να βρουν καταφύγιο στο νησί και τους κρέμασαν από τους φανοστάτες
της ντάπιας.
Η
πρόταση να μιλήσω στη ντάπια απορρίφθηκε από τους τοπικούς παράγοντες. Δε μπορώ
να πω ότι δυσαρεστήθηκα. Η ντάπια διατηρεί ακόμα τους φανοστάτες της και μπορεί
να τους έμπαινε κάποια ιδέα. Βγάλαμε μεγάφωνο στην άκρη του στενού, για να
ακούν όσοι κάθονταν στη ντάπια κι όσοι έκαναν την απογευματινή τους βόλτα εκεί.
Οι έξι σύντροφοι της οργάνωσης με πλαισίωναν δίπλα στο μικρόφωνο, το οποίο είχε
τοποθετηθεί στη μικρή είσοδο του εκλογικού κέντρου. Δεν είναι εύκολο να
εκφωνείς ημίωρη προεκλογική ομιλία μπροστά σε δύο ανθρώπους –γιατί τόσοι
προσήλθαν. Σε κοιτάζουν στα μάτια κι εσύ υποχρεωτικά. Ένα κλίμα οικειότητας
αναπτύσσεται, θες να τους φωνάξεις με τα μικρά τους και να τους καλέσεις μέσα
για καφέ. Αισθάνεσαι και λίγο γελοίος να μιλάς με έξι παραστάτες σε δύο
ανθρώπους. Το αντίστροφο είναι πιο λογικό. Δεν ήταν η καλύτερη ομιλία μου
–ακόμα κι οι μεγαλύτεροι παίκτες δεν αποδίδουν σε άδειο γήπεδο- αλλά η ντάπια
άκουσε από το μεγάφωνο κι οι κομμουνιστές αποβιβάστηκαν επιτέλους σώοι στις
σπέτσες.
Πήραμε
θάρρος και το επόμενο καλοκαίρι αποτολμήσαμε συγκέντρωση στη ντάπια, εκεί που
ενώνεται με το μόλο, δίπλα στα κανόνια, κάτω (μπρρ) από ένα φανοστάτη, με την
πλάτη στη θάλασσα και μέτωπο στις καρέκλες. Όπως είχαμε προβλέψει κάποιοι
τουρίστες από την αθήνα στάθηκαν να ακούσουν κι αποτέλεσαν την πρώτη μαγιά του
ακροατηρίου μας. Σε λίγο είχαμε μια αξιοπρεπή συγκέντρωση όπου όλοι άκουγαν
ήρεμα και προσεκτικά. Ξαφνικά βλέπω κάποιον να βγαίνει από ένα στενάκι και να
κατευθύνεται σχεδόν τρέχοντας προς τους συγκεντρωμένους. Η φάτσα του, το ύφος
του, το δεξί χέρι κρυμμένο πίσω από την πλάτη, με προειδοποιούσαν ότι δεν
ερχόταν για καλό. Συνέχισα την ομιλία, αλλά δεν τον έχασα απ’ τα μάτια μου. Μόλις
με πλησίασε σε απόσταση βολής, με μια ημικυκλική κίνηση έφερε το δεξί του χέρι
πάνω από το κεφάλι του κι εκτόξευσε εναντίον μου ένα τούβλο. Καλός αμυντικός,
παραμέρισα και το καρφί έφυγε εκτός γηπέδου. Το τούβλο έπεσε στη θάλασσα, ενώ ο
τουβλοβόλος χάθηκε τρέχοντας στα σοκάκια.
Ας δούμε μία ακόμα
ιστορία από εκείνα τα χρόνια και τα φεστιβάλ της οργάνωσης.
Το
σημαντικότερο ήταν ότι αυτή η έκθεση (σσ: ειδών λαϊκής τέχνης) φιλοξένησε έργα
που τα είχαν φτιάξει τα χρόνια της φυλακής και της εξορίας τους οι πολιτικοί
κρατούμενοι. Συνήθως καραβάκια με σπίρτα, σπιτάκια και άλλες κατασκευές. Μερικά
ήταν αριστουργήματα, μα όλα ανεξαιρέτως είχαν πάνω τη σφραγίδα από το μεράκι
και τα ατέλειωτα μερόνυχτα της φυλακής. Έρχονταν ένας-ένας και τα παρέδιδαν, με
τη στοργή που οι γονείς εναποθέτουν τα μωρά στα χέρια του νονού για τη βάφτιση.
Μόνο παρακαλώ να μην χαθεί. Είναι από τη
γυάρο, από το λακκί, από το παρθένι, την αλικαρνασσό, τον ωρωπό, τον κορυδαλλό.
Αυτό είναι πιο παλιό, το ‘βγαλα με χίλια βάσανα από τη μακρόνησο, πρόσθεταν
με συστολή. Αυτός ήταν ο πραγματικός μου εφιάλτης, να μη χαθεί ούτε ένα
καραβάκι, έργο και σύμβολο δέκα, είκοσι ή και τριάντα χρόνων ζωής κι αγώνα.
Ευτυχώς τα παιδιά της περιφρούρησης συνειδητοποίησαν πλήρως την αποστολή τους,
γύριζαν σαν κέρβεροι πάνω από τα εκθέματα κι όλα επιστράφηκαν σώα κι αβλαβή.
Και
στα εκθέματα λαϊκής τέχνης έγινε η σχετική βέβηλη πλάκα. Ήταν καλοκαίρι του
75’, πολλή ζέστη και δυο τρεις φορές την εβδομάδα, γύρω στις δυο με δυόμισι το
μεσημέρι, παίρναμε ένα αυτοκίνητο, κατεβαίναμε για μια βουτιά στα λιμανάκια,
μετά για μπιφτέκια στη γλυφάδα και γρήγορα πίσω στο κόμμα ή στο γήπεδο ζωγράφου
για την προετοιμασία του φεστιβάλ. Δυο τρεις φορές μπήκαμε στο ασανσέρ μαζί με
τον χαρίλαο. -Πού πάτε μεσημεριάτικα;
-Πάμε για μπάνιο, θα είμαστε πίσω στις έξι.
-Το καλό που σας θέλω. Αν δεν πάει καλά
του φέστιβαλ (η καρδιτσιώτικη προφορά οδηγούσε σε άψογη αγγλική απόδοση) θα σας βγουν ξινά τα μπάνια,
αστειεύτηκε.
Για
να μην καθυστερώ, έπαιρνα επάνω την πετσέτα του μπάνιου. Ήταν μια λίγο
διαφορετική πετσέτα, με κάπως περίεργη παχιά ύφανση, με κρόσσια και βαθύ ματ
πράσινο χρώμα. Συνήθως την ακουμπούσα στον πάγκο με τα εκθέματα, την έπαιρνα και
έφευγα για μπάνιο. Μια μέρα μπήκε μέσα ο αγαπητός κι εξαίρετος κατά τα άλλα
σύντροφος θανάσης σκαμνάκης, είδε την πετσέτα και ρώτησε: ποιος το έφερε αυτό; Συνεννοηθήκαμε με την ιωάννα και το
μεϊμάρογλου με τα μάτια. Είναι ένα υφαντό που το έφερε ένας γνωστός του μπίστη
από την ήπειρο, του είπε ο γιάννης. Δε
νομίζω ότι αξίζει τίποτα, λέω να το δώσουμε πίσω, πρόσθεσα αδιάφορα και η
ιωάννα υπερθεμάτισε. Τι λέτε ρε παιδιά,
είναι εξαιρετικής ποιότητας, τσίμπησε ο θανάσης, θα το βάλουμε οπωσδήποτε.
Αν
το πράγμα έμενε εκεί, η πλάκα θα περιοριζόταν στο θανάση. Επεκτάθηκε όμως,
γιατί ο θανάσης διαφήμισε σε όλη την καποδιστρίου το θαυμάσιο «υφαντό από την
ήπειρο». Άρχισαν να κατεβαίνουν διάφοροι να δουν το «υφαντό που έφεραν στο
μπίστη», ώσπου το σπασμένο τηλέφωνο το μετέτρεψε σε «υφαντό του μπίστη». Εν τω
μεταξύ η πετσέτα μου είχε καταλάβει μόνιμη θέση στα ράφια, κι αναγκάστηκα να φέρω
άλλη για το μπάνιο μου. Ετοιμαζόμασταν να αποκαλύψουμε την απάτη, αλλά δεν
χρειάστηκε γιατί ο χαρίλαος, που όλα τα μάθαινε, ήρθε να δει και αυτός το
περίφημο υφαντό. Ρε πάτε από δω που το
χάψατε. Η πετσέτα του μπίστη είναι, με αυτήν πάει κάθε μεσημέρι για μπάνιο,
άκου υφαντό.
Και
μια τελευταία ιστορία για επιδόρπιο, από το εθνικό συμβούλιο της εφεε.
Λόγω
της πρόδηλης πνευματικής του ανωτερότητας, ο τέλης αϊβαλιώτης, από αριστερή
οικογένεια της ικαρίας είχε προαχθεί σε γραμματέα της ππσπ, ήταν δηλαδή ο
αντίστοιχος γραμματέας της σπουδάζουσας του κκε και του κκε εσωτερικού. Ευφυής,
εύστροφος, ήταν ό,τι καλύτερο μαζί με τον κουμάνταρο της αασπε είχαν να
επιδείξουν οι μαοϊκοί στη μικρή εκείνη άνοιξη του χώρου. Είχε διαπιστώσει λοιπόν
ότι ο γιώργος σταματάκης χρησιμοποιούσε στις ομιλίες του κείμενα του νίκου
κοτζιά, δημοσιευμένα στην κομεπ. Προμηθεύτηκε έτσι σαράντα τεύχη της κομεπ και
τα μοίρασε στους συντρόφους της ππσπ.
Μόλις
ο σταματάκης άρχισε να διαβάζει από το ενσωματωμένο στην ομιλία κείμενο του κοτζιά,
όλοι οι σύνεδροι της ππσπ άνοιξαν την κομεπ και με προσποιητή σοβαρότητα
παρακολουθούσαν την ομιλία από το πρωτότυπο. Και όλοι μαζί γύρισαν σελίδα,
προκαλώντας τη θυμηδία των υπολοίπων και την οργή των κνιτών. Κι η πλάκα
συνεχίστηκε μέχρις ότου ο σταματάκης εδέησε να παρατήσει τον κοτζιά και να
μιλήσει με τα δικά του λόγια.
Να όμως πως τα μεγάλα
μυαλά δεν πάνε χαμένα και συναντιούνται.
Τον
επόμενο χρόνο έμαθα ότι ο τέλης διαγράφτηκε από το κκε(μ-λ) και προσχώρησε στο
κκε, ηγετικό στέλεχος του οποίου ήταν ο θείος του, ο στέφανος παπαγιάννης. Μετά
τον έχασα. Το 2000 η αεκα, σε συνεργασία με το κόμμα των φιλελευθέρων, τους
ταύρους του στέφανου μάνου είχε διοργανώσει εκδήλωση στο κάραβελ για το θέμα
της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Αριστεροί και δεξιοί
φιλελεύθεροι κατά του χριστόδουλου. Ομιλητές ήμασταν ο αλιβιζάτος, ο μάνος κι
εγώ. Στο τέλος της εκδήλωσης ο μάνος με φώναξε σε μια γωνιά.
Να σου συστήσω το
γραμματέα του κόμματός μας. Γιατί γελάτε, πού είναι το αστείο; Α βλέπω ότι
γνωρίζεστε.
Ο
τέλης και αν είχε αναθεωρήσει. Από σταλινικός ακραία φιλελεύθερος.
Κι
όπως θα μαντέψατε ίσως, πρόκειται για συγγενή του γνωστού αιβαλιώτη του λαος –ή
όπου αλλού βρίσκεται σήμερα- που αγαπήσαμε στις δημοτικές εκλογές στην ικαρία
–μαζί με όσους άλλους συνασπίστηκαν εναντίον μας.
Αλλά
για να διαβάσετε τα υπόλοιπα, θα πρέπει να αγοράσετε το βιβλίο. Που δεν είναι
πολύ παλιό –ο μπίστης το έβγαλε το 2010, λίγους μήνες μετά την αποτυχία του να
εκλεγεί βουλευτής με τον γιωργάκη- αλλά ο κόσμος αναγνώρισε άμεσα την αξία του
και έτσι μπορείτε ήδη να το βρείτε σε επιλεγμένα παλαιοπωλεία.
"Κι από αυτή την άποψη είναι πολύ πιο τίμιος (οπορτουνιστής) από κάποιους άλλους που το παίζουν ιστορία και αγώνες, για να καπηλευτούνε αυτούς τους κόμματος."
ΑπάντησηΔιαγραφήΊσως προ κρίσης αυτό. Δες ένα από τα τελευταία του άρθρα για την ανακοίνωση του παμε για την τζολί, θέλει κι αυτός πίσω τα σύμβολα, τους αγώνες κτλ (παρ'ότι πριν στο ίδιο άρθρο παραδέχεται ότι ποτέ του δεν πήρε τίποτα από αυτά στα σοβαρά).
Ijon Tichy
ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΙΣΘΑΝΕΤΑΙ ΝΤΡΟΠΗ Ο ΚΑΘΕΝΑΣ
ΑπάντησηΔιαγραφήΔιατρέχοντας τον κίνδυνο να μου αποδοθεί ότι ως «γηραιός», εξαιτίας μερικών ανθρώπων και πραγμάτων που έχω καλά γνωρίσει στο παρελθόν, «ανεβάζ[ω] τεταρταίο πυρετό» και «πίεση», «παίρν[ω] ανάποδες» και άλλα φαιδρά, τα οποία έγραψαν νοσταλγοί της «Β΄/Π» ως «απάντηση» στα όσα τεκμηριωμένα υποστήριξα στην αμέσως προηγούμενη ανάρτηση σχετικά μ’ εκείνο το αλήστου μνήμης μόρφωμα —τελικά, όταν στριμώχνεσαι από τα γεγονότα, δεν υπάρχει πιο εύκολη λύση από το να βγάζεις τον άλλο άρρωστο με ψυχοπαθολογικά συμπτώματα, αλλά δεν πειράζει, τους συγχωρώ τους νεαρούς νοσταλγούς καθότι ισχύει γι’ αυτούς κι άλλους που αλληθωρίζουν προς την συγκεκριμένη κατεύθυνση το του Ορατίου (Σάτιρες Ι 1, 69): mutato nomine de te fabula narratur— διατρέχοντας αυτόν, λοιπόν, τον κίνδυνο, θα καταφύγω για να χαρακτηρίσω τον «κύριο» Νίκο Μπίστη και τα γραφόμενά του σε κάποιον απείρως σοφότερο εμού, και συγκεκριμένα στον αρχαίο κινέζο φιλόσοφο Μήγκιο (εξελληνισμένη μορφή του ονόματός του που ήταν Μενγκ τσι 孟子 Mèng Zǐ), ο οποίος έζησε μεταξύ 372 και 289 π. Χ. (κατ’ άλλους μεταξύ 385 και 303/302 π. Χ.).
Γράφει, λοιπόν, ο Μήγκιος στο ομώνυμο βιβλίο του:
羞惡之心 , 義也 。
( 孟子 • 告子章句上 • 第六章 • 七節 )
και ελληνιστί:
Το αίσθημα της ντροπής και της απέχθειας προϋποθέτει την αρχή της δικαιοσύνης.
(Μήγκιος, Ϛ΄ Βιβλίο: «Κάο τσι», Κεφάλαιο 6, Παράγραφος 7)
Και συμπληρώνω: Επειδή ο «κύριος» Νίκος Μπίστης δεν είναι δίκαιος με το παρελθόν του αδυνατεί να αισθανθεί ντροπή γι’ αυτά που γράφει και όποιος ή όποια είναι δίκαιος/δίκαια μπορεί και πρέπει να απεχθάνεται τον «κύριο» Νίκο Μπίστη και άλλους ή άλλες «κύριους» ή «κυρίες» του σιναφιού του…
Καλό Σαββατοκύριακο σ’ όλες κι όλους τις/τους αναγνώστριες/αναγνώστες,
Μη Απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής
ΚΑΙ ΤΙ ΑΛΛΟ; ΕΝΑ ΠΑΡΟΡΑΜΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΚάτι μου ξέφυγε στην μετάφραση της παραπομπής στο απόσπασμα από τον Μήγκιο.
Αντί:
(Μήγκιος, Ϛ΄ Βιβλίο: «Κάο τσι», Κεφάλαιο 6, Παράγραφος 7)
να διαβαστεί, παρακαλώ, συμπληρωμένο:
(Μήγκιος, Ϛ΄ Βιβλίο: «Κάο τσι»/Μέρος Πρώτο, Κεφάλαιο 6, Παράγραφος 7) .
Pardon!
Μη Απολιθωμένος (ακόμα!) από τις ακτές της Ανατολικής Βαλτικής
Ijon Tichy, για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ σε καμία περίπτωση ότι ο μπίστης είναι τίμιος στη στάση του απέναντι στο κόμμα ή γενικότερα. Λέω ότι είναι σχετικά πιο τίμιος γιατί παραδέχεται την πολιτική του ταυτότητα (σοσιαλδημοκράτης και αναθεωρητής) οπότε μπορεί κανείς να αντιπαρατεθεί μαζί του επ' αυτής της βάσης. Δεν το κρύβει όπως κάποιοι άλλοι, που θέλουν να βάλουν χέρι στο ιστορικό φορτίο και την κληρονομιά του κκε -βλέπε πχ και τις πρόσφατες εκλογές, πώς επικαλέστηκαν τον χαρίλαο και το ααδμ. Κατά τα άλλα έχεις δίκιο για το τελευταίο του άρθρο, συμφωνούμε απόλυτα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ποιους αναφέρεστε κύριε απολίθωμα?Ποιοι είναι άτιμοι οπορτουνιστές σύμφωνα με το οπορτουνιστικόμετρο σας? Τον Χαρίλαο και το ΑΑΔΜ τα επικαλέστηκαν και αρκετοί σύντροφοι στον προσυνεδριακό.Τι εννοείται?
ΑπάντησηΔιαγραφήΤον προεκλογικό τσίπρα ενοοώ κύριε ομάρ. Αλλά μου αρέσει ο τρόπος που σκέφτεστε..
ΑπάντησηΔιαγραφήΜίλησε και για ΑΑΔΜ προεκλογικά ο Τσίπρας? Τι να πει κανείς.. Άτιμοι οπορτουνιστές..
ΑπάντησηΔιαγραφήγια δυο-τρεις αναρτήσεις θα μας πρήξει ο τετράτζε, όπως πριν ο icarus, ο μπερνέρι, ο σαλαμάγκουρας κτλ, κτλ. Δεν είναι λίγο βαρετό το σκηνικό;
ΑπάντησηΔιαγραφήΡΓ
Μίλησε συγκεκριμένα για κυβέρνηση του μετώπου, ερμηνεύοντας κατά το δοκούν το προηγούμενο πρόγραμμα του κόμματος. Άτιμη πραγματικότητα..
ΑπάντησηΔιαγραφήΡΓ η κε του μπλοκ συμφωνεί μαζί σου. Είναι βαρετό.
Όλοι, σήμερα Δευτέρα στις 7 μ.μ., στη συγκέντρωση του ΚΚΕ στο Πολεμικό Μουσείο για να διαμαρτυρηθούμε για τη βίαιη καταστολή και τον αυταρχισμό της κυβέρνησης Ερντογάν και για να εκφράσουμε την αλληλεγγύη μας στους Τούρκους συντρόφους μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήο επι 25 ετη αγωνιζομενος ζηλακος κατεβαινει υποψηφιος στην ΕΣΗΕΑ με τον συριζα !!!
ΑπάντησηΔιαγραφήμια μικρη ανταμοιβη
Άναυδε, ο κύριος στον οποίο αναφέρεσαι ποτέ δεν ήταν ΚΚΕ.
ΑπάντησηΔιαγραφή...αλλά είχε διοριστεί διαφωτιστής μας, αφού ήταν διακεκριμένος και ενυπόγραφος συντάκτης του "Ρ".....
ΑπάντησηΔιαγραφήΓκρρρρρρ!!1
25 χρόνια στον "Ρ" αλλά, όπως υποστηρίζει και ο ίδιος...
ΑπάντησηΔιαγραφή"επιλογή μου, μετά από διάφορα γεγονότα της περιόδου 1989-1991, να έχω μόνο επεγγαλματική σχέση με τον Ριζοσπάστη και όχι σχέση κομματικού μέλους, ωστόσο η πολιτική σχέση με το Κόμμα παρέμεινε σταθερή. Πιστεύω ότι η συνύπαρξη επαγγελματικής και κομματικής ιδιότητας μπορεί να οδηγήσει σε στρεβλώσεις και σε άλλες καταστάσεις"
αρά η πολιτική σχέση παρέμενε σταθερή στη βάση του μισθού διότι 25-22 να βάλω (με σκόντο).... ας μην συνεχίσω την πράξη...
για να μην σχολιάσω την απόφανση περι στρεβλώσεων απο τη συνύπαρξη επαγγελματικής και κομμματικής ιδιότητας
δηλαδή, με τη λογική του, ο πρετεντέρης και η τρέμη που δεν ανήκουν σε κόμμα αλλά σε τάξη, την αστική, δεν είναι στρεβλοί οοοοχχιιιιι!
τα κομματικά μέλη του "Ρ" τα τελευταία 25 χρόνια είναι στρεβλά.
και εν λόγω κύριος συνυπήρχε με τους "στρεβλούς" 25 χρόνια...
γκρρρρρρρρ!!!!!!!!!!!!
Ξαφνικά ο Μπίστης έγινε της μόδας και όλοι γράφουν για την πολυτάραχη
ΑπάντησηΔιαγραφήκαριέρα του!
http://www.gazzetta.gr/genikes-eidiseis/article/517760/metagrafes-paikton-sta-kommata-horis-symvolaia
ARGIE