Χτες είχαμε
την επέτειο έναρξης των εργασιών του κομβικού και πολύ κρίσιμου 13ου
συνεδρίου του κόμματος (19-24 φλεβάρη του 91’) που δεν καθόρισε απλά τη
μετέπειτα εξέλιξή του, αλλά την ίδια την ύπαρξή του ενάντια στο κλίμα της εποχής.
Ως πρόγευση κάποιων αναρτήσεων που σκοπεύω να ακολουθήσουν στα πλαίσια ενός μικρού
αφιερώματος, η κε του μπλοκ αναδημοσιεύει σήμερα από το ρίζο της εποχής
(νοέμβρη του 90’) την επιστολή του δασκάλου λευτέρη κορέλη στον προσυνεδριακό
διάλογο, που φέρει τον τίτλο της ανάρτησης. Ο δάσκαλος καταφέρνει να δώσει μες
σε λίγες γραμμές πληρωμένη απάντηση στην κυρίαρχη φιλολογία περί ανανέωσης που φοριόταν πολύ εκείνα τα
χρόνια. Παρά τις διαφωνίες που μπορεί να έχει κανείς σε κάποια επιμέρους
σημεία, θα συμφωνήσει υποθέτω πως η επιστολή περιγράφει μια διαχρονική
κατάσταση, που έχει φτάσει σχεδόν αναλλοίωτη μέχρι τις μέρες μας.
Είναι
ένας κουκουεδολόγος (κατά το αμερικάνικο σοβιετολόγος) που τον φαντάζομαι να
μεταμορφώνεται σε Κοντορεβυθούλη του παραμυθιού και να κρύβεται μέσα σε
ντουλάπες και κάτω από τις καρέκλες της αίθουσας συνεδριάσεων του Περισσού… Να
βλέπει μέσα από κλειδαρότρυπες και ν’ ακούει τους καυγάδες των «ανανεωτικών»
και «σταλινικών» κουκουέδων… Να πιτσιλίζεται από το αίμα των «συντροφικών
μαχαιρωμάτων» και ν’ ακούει την κλαγγή των όπλων, των διασταυρούμενων σπαθιών
και των ιπτάμενων καρφιών… Να διαβάζει τις εκθέσεις των κομματικών οργανώσεων
και να βλέπει τους πίνακες των μελών του ΚΚΕ που από 65.000 πέρσι έγιναν 35.000
φέτος και να πηγαίνει ύστερα να τα περιγράφει όλα αυτά στις στήλες μεγάλης
εβδομαδιαίας εφημερίδας…
Από
την ίδια πάλι εφημερίδα, ένας, παλιός όπως φαίνεται αριστερός αυτός, αναλύει
την πολιτική της Αριστεράς και αντλώντας επιχειρήματα από το με περισσή
φροντίδα κι επιμέλεια συγκεντρωμένο από χρόνια πλούσιο λαθολόγιό της,
ανακαλύπτει κι επισημαίνει την αμετάβλητη σταλινική γραμμή του ΚΚΕ και
απρόβλεπτη εξαφάνιση και καταποντισμό του εδώ και αρκετά χρόνια… Μαλάκωσε για
λίγο το φαρμάκι του πέρσι το καλοκαίρι, που η Αριστερά συμμετείχε στην
κυβέρνηση Τζανετάκη…
Υπάρχει
κι ένας δημοσιογράφος με δική του εκπομπή στην ΥΧ, έξυπνος, ικανός και κατά τα
άλλα συμπαθής άνθρωπος, ο οποίος αγωνίζεται κάθε φορά που ξεμοναχιάζει κάποιο
στέλεχος της Αριστεράς, να του αποσπάσει κάποια κουβέντα, κάποιο υπονοούμενο,
κάποια άποψη, έστω και προσωπική, του συνεντευξιαζόμενου, για να συμπεράνει πως
κάτι δεν πάει καλά στο ΚΚΕ, στην ΕΑΡ, στο Συνασπισμό… Κι ενώ είναι
διακηρυγμένες οι Θέσεις όλων αυτών, αυτός θέλει, σώνει και καλά, να βγάλει και
να πει πως δεν υπάρχει ενιαία γραμμή στο θέμα των απεργιών, πως κάτι κρύβεται
στο κλείσιμο της «Πρώτης», πως κάτι συμβαίνει με την καθυστέρηση της αναγγελίας
του υποψηφίου δημάρχου στον Πειραιά, με τη θρυλούμενη αποχώρηση του Φλωράκη από
την ενεργό πολιτική…
Κι ένας
άλλος τέλος βαρύς διανοούμενος, κατηγορεί την Αριστερά για την τακτική της
απέναντι στους πραγματικούς διανοούμενους, που τάχα «τους εκμεταλλεύεται και
στο τέλος τους αποβάλλει με τη μέθοδο της έκτρωσης». Και αναφέρει σαν
παράδειγμα μεταξύ άλλων και το Δημήτρη Γληνό, ο οποίος πέθανε σα μέλος της ΚΕ
του ΚΚΕ και τιμήθηκε και τιμάται όσο κανένας άλλος από τους συντρόφους του… Το
πάθος του για το ΚΚΕ τον οδηγεί σε ανακρίβειες…
Και
δε μιλάμε για τον καθημερινό και περιοδικό αστικό Τύπο κι ούτε για την «Αυριανή»
που ζει και πορεύεται συκοφαντώντας τους αγωνιστές και την ηγεσία της Αριστεράς…
Και σ’
όλα αυτά τα κοράκια, θα μπορούσε ν’ απαντήσει κανείς με τη λαϊκή παροιμία: «Από
πίτα που δεν τρως, τι σε νοιαζ’ αν καεί;».
Εκείνο
όμως που χρησιμοποιούν κατά κόρον και με επιμονή –αιώνια τακτική τους- είναι
ότι το ΚΚΕ δεν εκσυγχρονίζεται, δεν αλλάζει στόχους, πρόγραμμα, μέθοδο και
τακτική… Εδώ ακριβώς χύνουν το μελάνι και το δηλητήριό τους… Κι εγώ καλόπιστα,
θα ‘θελα να ακούσω έναν από αυτούς να μας πει: Τι ακριβώς νομίζει πρέπει να
αλλάξει σ’ αυτό το Κόμμα των 70 και παραπάνω χρόνων; Ν’ αλλάξει το έμβλημά του;
Το βρίσκω ανόητο, γιατί όλα τα κόμματα σ’ Ανατολή και Δύση, έχουν το έμβλημά τους
από την ίδρυσή τους και το διατηρούν. Ν’ αλλάξει ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός
και η διεθνιστική του αλληλεγγύη; Και τι πρέπει να μπει στη θέση τους;
Μ’
όλα ταύτα ο Φλωράκης είπε κάποτε πως δε θα ‘χε αντίρρηση να μπει στη θέση του
σφυροδρέπανου μια καμινάδα εργοστασίου, ένα φουγάρο πλοίου, η εικόνα ενός τρακτέρ!
Κι ωστόσο ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός πήρε άλλη μορφή κι η προλεταριακή
αλληλεγγύη άλλαξε περιεχόμενο. Ακόμα και η δικτατορία του προλεταριάτου εγκαταλείφθηκε
ως στόχος. Τι άλλο θέλουν λοιπόν οι κουκουεδολόγοι για να ικανοποιηθούν και να
λουφάξουν;
Για να
δοθεί μια απάντηση στο ερώτημα, θα πρέπει να δεχθούμε, εκ προοιμίου, ότι οι
κουκουεδοαναλυτές αυτοί δεν είναι ούτε αφελείς ούτε αγράμματοι. Μερικοί
(Γεωργαλάς) έχουν σπουδάσει μαρξισμό-λενινισμό σε σοβιετικά πανεπιστήμια. Άλλοι
έχουν περάσει απ’ τις γραμμές του ΚΚΕ κι έζησαν την κομματική του ζωή…
Σήμερα,
όλοι τους, υπηρετούν κάποιους κυρίους απ’ τους οποίους πληρώνονται και βγάζουν
το ψωμάκι τους και στην καλύτερη περίπτωση –σπάνιο φαινόμενο- είναι θαυμαστές
καθεστώτων που συγκρούστηκαν με το ΚΚΕ και πλήρωσαν κάποιο λογαριασμό. Τους τελευταίους
θεωρώ εντιμότερους… Αυτοί, λοιπόν, όταν μιλούν για εκσυγχρονισμό του ΚΚΕ,
εννοούν ν’ αλλάξει το Κόμμα πρόγραμμα, σκοπούς, τακτική και στρατηγική! Δε θέλουν
να σβήσει, γιατί τους χρειάζονται πάντα κάποιοι «βάρβαροι»… Θέλουν ένα
κόμμα-σκορδαλιά, αλλά δίχως το σκόρδο!
-Δεν
έχετε δικαίωμα να λέτε πως είστε το κόμμα της εργατικής τάξης, μας λένε. Εμείς
έχουμε περισσότερους εργάτες που μας ψηφίζουν.
-Σωστά,
τους απαντάμε. Ανέκαθεν είχατε περισσότερους. Όμως εμείς έχουμε λίγους, αλλά
πρωτοπόρους. Έχουμε τους μπροστάρηδες, τους ανιδιοτελείς, τους γενναίους… Αυτούς,
για τους οποίους ο Βενιζέλος έκανε το ιδιώνυμο. Αυτούς που σκότωσε, που εξόρισε,
που φυλάκισε ο Μεταξάς… Αυτούς που πολέμησαν τον κατακτητή σε πόλεις και βουνά
τον καιρό της Εθνικής Αντίστασης. Αυτούς που έστειλε το μεταπελευθερωτικό
κράτος των δωσιλόγων στο εκτελεστικό απόσπασμα, στη Μακρόνησο, στα Γιούρα… Αυτούς
που τουφέκιζαν οι Γερμανοί στην Κοκκινιά και στην Καισαριανή… Τους Σουκατζίδηδες,
τους Μπελογιάννηδες, τους Πλουμπίδηδες…
Αυτοί
οι λίγοι εργάτες της φάμπρικας ή του γραφείου, οι καλλιτέχνες και οι
επιστήμονες, αυτοί είναι που δεν αλλάζουν, που δεν «εκσυγχρονίζονται».
Πολλοί
απ’ αυτούς –κι εγώ ένας τους- έγιναν κομμουνιστές σε μια εποχή που τα χωράφια
τα ‘χαν οι τσιφλικάδες, ενώ οι γεωργοί, εκείνοι που τα δούλευαν, δεν χόρταιναν
ψωμί. Δεν είχαν δεύτερο βρακί, πέθαιναν χωρίς γιατρό και φάρμακα, έμπαιναν
φυλακή για χρέη στο Δημόσιο. Οι λίγοι μάθαιναν γράμματα κι οι πολλοί ήταν
αγράμματοι.
Αυτή
λοιπόν την εποχή, κάποιοι λίγοι, αλλά πολύ θαρραλέοι, μπήκαν μπροστά σε
διαδηλώσεις και συλλαλητήρια κι οδήγησαν τη φτωχολογιά, της γης τους κολασμένους,
σε «άνιση πάλη κι αγώνες…», πείθοντάς τους πως «οι δούλοι κι οι ραγιάδες
μοναχοί τους θα σωθούν…»
Εμείς,
νέα παιδιά τότε, ακούσαμε το σάλπισμα, απαντήσαμε «παρών» και στοιχηθήκαμε στη
φάλαγγα που τραβούσε μπροστά μ’ επικεφαλής το κόκκινο λάβαρο…
Ακολουθώντας
την ανηφορική κι επίπονη πορεία διδαχτήκαμε: Ν’ αγαπάμε τους ανθρώπους
ανεξαρτήτως χρώματος ή φυλής… Ν’ αγαπάμε την πατρίδα, την ελευθερία, τη
δημοκρατία, την ισότητα, το δίκαιο… Κι επιχειρήσαμε να κάνουμε έναν καινούργιο
κόσμο ειρηνικό, χωρίς βία κι αδικία, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο…
Γι’
αυτά τα ιδανικά, γι’ αυτούς τους οραματισμούς αγωνιστήκαμε, παλέψαμε, ματώσαμε
επί μισό αιώνα και παραπάνω. Και μας λένε τώρα να εκσυγχρονισθούμε. Δηλαδή; Να τα
αλλάξουμε, να τα εγκαταλείψουμε; Και τι να βάλουμε στη θέση τους; Τον καταναλωτισμό,
τον ευδαιμονισμό ή το ρατσισμό;
Ας μάθουν
λοιπόν οι κουκουεδολόγοι τούτα τα απλά που θέλουν να τα ξεχνούν:
Με τους
αγώνες των λαών και την καθοδήγηση της πρωτοπορίας των αγωνιστών, πολλά άλλαξαν
στον καπιταλισμό. Άλλαξε πρόσωπο κι υποχρεώθηκε να κάμει παραχωρήσεις στους εργαζόμενους
κι έγινε πιο ανθρώπινος στη συμπεριφορά του…
Παρόλα
αυτά, οι κίνδυνοι για την ειρήνη, την ελευθερία, τη δημοκρατία, την ισότητα και
τη δικαιοσύνη δεν εξαλείφθηκαν.
Η
φτώχεια εξακολουθεί να ταλανίζει εκατομμύρια ανθρώπων σ’ όλη τη γη…
Σήμερα
πέθανε στην Αθήνα ο ποιητής Νίκος Καρούζος στα 64 του χρόνια, φτωχός και
ξεχασμένος. Νοσηλευόταν στο νοσοκομείο με δελτίο απορίας! Και ω της ειρωνείας!
Κηδεύτηκε «δημοσία δαπάνη».
Είπαν
γι’ αυτόν και τον χαρακτήρισαν:
«Κατατάσσεται
στους μεγάλους των Ελληνικών Γραμμάτων» (Τζαννετάκης).
«Αδρή
ποιητική φυσιογνωμία κι ο θάνατός του, απώλεια για τον τόπο μας» (Φλωράκης)
«Σπάνιας
αξίας δημιουργός» (Κύρκος)
Θα
θέλαμε κι εμείς πολύ να αλλάξουμε. Αλλά, δυστυχώς, τα ιδανικά για τα οποία
αγωνιστήκαμε μένουν ακόμα ανεκπλήρωτα και μας συγκινούν…
Κι
όσο υπάρχουν άνθρωποι, όπου γης κι όποιου χρώματος ή φυλής, που πεινούν όχι
μόνο για ψωμί αλλά και για δικαιοσύνη κι ελευθερία, ειρήνη και δημοκρατία και
σιγουριά για το αύριο, εμείς θα παλεύουμε μαζί τους και δε θα ανανεωθούμε κι
ούτε θ’ αλλάξουμε ρότα…
Δεν
είμαστε ούτε σταλινικοί, ούτε συντηρητικοί, ούτε ανανεωτικοί. Είμαστε απλά
αγωνιστές!..
Είμαστε
περήφανοι για το κόμμα μας, για τους ήρωές του, για τα θύματά του, για τους αγώνες
του, για τους καθοδηγητές του…
Τζάμπα
ξοδεύουν το μελάνι τους και το φαρμάκι τους οι κουκουεδολόγοι. Ελάχιστοι τους ακούνε.
Οι πολλοί τραβούν το δρόμο της τιμής και του αγώνα, με σύμβολο το κόκκινο πανί
με ή χωρίς το σφυροδρέπανο που τους ενοχλεί… Τους θυμίζουμε το του Αποστόλου
Παύλου: «Σληρόν προς κέντρα λακτίζειν».