Αναδημοσίευση από το Ατέχνως
Αυτές τις γιορτάρες μέρες, η σκέψη σκοντάφτει σε πεισματάρικα γεγονότα και οδηγείται μηχανικά στα ίδια συμπεράσματα: η θρησκεία είναι το όπιο του λαού, όπως σημείωνε κι ο Μαρξ. Για να προσθέσει μετά από μερικά χρόνια ο Λένιν πως «η θρησκεία είναι μια απ’ τις μορφές της πνευματικής καταπίεσης που καταδυναστεύει παντού τις λαϊκές μάζες, που τσακίζονται στη δουλειά προς όφελος τρίτων. Η αδυναμία των τάξεων που υφίστανται την εκμετάλλευση στην πάλη τους ενάντια στους εκμεταλλευτές γεννάει την πίστη σε μια καλύτερη ζωή μετά θάνατο, το ίδιο αναπόφευκτα όπως η αδυναμία του άγριου, στην πάλη του με τη φύση, γεννάει την πίστη στους θεούς, τους σατανάδες, στα θαύματα, κλπ».
Δεν εξαντλείται όμως τόσο απλά το θέμα. Ο Μαρξ συμπλήρωνε αμέσως μετά τη γνωστή φράση για το όπιο (που αποκόπηκε και αυτονομήθηκε) πως «η θρησκεία αποτελεί την καρδιά ενός άκαρδου κόσμου». Το όπιο ως ναρκωτικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για ιατρικούς σκοπούς, ως παυσίπονο. Κι ως παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του αναζητώντας τη μετά θάνατον δικαίωση. Και μια ελπίδα για να πορεύεται και να αντέξει στην ατέλειωτη κοιλάδα των δακρύων που λέμε ζωή.
Κατά μία έννοια όμως κι η σοσιαλδημοκρατία είναι ένα σύγχρονο όπιο του λαού, με γλυκερές ρεφορμιστικές ουτοπίες για όσους εύπιστους θέλουν να παραμυθιαστούν: Δευτέρα Παρουσία, καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο, διαταξική συνεργασία, κτλ. Μια προσπάθεια-ματαιοπονία να καταπολεμηθεί με ασπιρίνες ένα σύστημα βαριά άρρωστο, σε προχωρημένη σήψη και στάδιο καρκίνου. Παστίλιες για τα κέρδη του άλλου, όπως θα έλεγε παραφρασμένη και μια διαφήμιση. Ή με άλλα λόγια, η σοσιαλδημοκρατία είναι ο «δίκαιος συμβιβασμός» ενός άδικου κόσμου, η καρδιά ενός άκαρδου συστήματος, που έχει στο DNA του τα κέρδη του και την εκμετάλλευση που τα αυγατίζει.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια, το δικό μας πρόβλημα δεν είναι με τον χρήστη ναρκωτικών ουσιών, αλλά με τον έμπορο που τις καλλιεργεί και τις εμπορεύεται συστηματικά –είτε μιλάμε για το κανονικό όπιο, είτε για τη μεταφορική του σημασία (πολιτική, θρησκευτική, κτλ). Συνεπώς είναι ζητούμενο, δύσκολο προς κατάκτηση, να πολεμήσουμε σταθερά και επίμονα τη διάδοσή τους, χωρίς εκπτώσεις στο περιεχόμενο, αλλά και χωρίς να προσβάλουμε τους ίδιους τους πιστούς και τους ψηφοφόρους για τις αυταπάτες που τρέφουν. Και αυτό δε σημαίνει να πάμε με τα νερά τους και να τα ανοίξουμε στα δύο με το μαγικό μας ραβδί. Αλλά να καταπολεμήσουμε όλες τις αυταπάτες, σκληρές και μαλακές, ανεξάρτητα από το φιλολαϊκό, ριζοσπαστικό τους μανδύα (με το δηλητήριο του Νέσσου, που σκότωσε τον Ηρακλή).
Και το κυριότερο, να μην υποκαταστήσουμε αυτές τις ουσίες και ξεπέσουμε οι ίδιοι σε κάποια μορφή θρησκείας, θεϊκών εντολών-κανόνων και αφηρημένων εξαγγελιών για το απώτερο μέλλον, που θα έρθουν από τα πάνω, θεόσταλτες, ως μάννα εξ ουρανού, με το λαό στο περιθώριο, δειλό, μοιραίο και άβουλο αντάμα, προσμένοντας ίσως κάποιο θάμα και την άνωθεν σωτηρία του. Μόνο αν σπάσει αυτό το απόστημα της ανάθεσης και κουνήσει την χείρα του (συν Αθηνά), χωρίς να περιμένει την ευτυχία να έρθει από το αόρατο χέρι της (καπιταλιστικής) αγοράς του Άνταμ Σμιθ, θα μπορέσει ο περιούσιος λαός να κάνει κοινωνική περιουσία τον πλούτο που παράγει. Μόνο τότε θα συμμετέχει στο θείο μυστήριο της επ-ανάστασης και το δικό του πέρασμα (Πεσάχ, δηλ Πάσχα) στην κοινωνία του μέλλοντος και τηγη της επαγγελίας.
Δεν εξαντλείται όμως τόσο απλά το θέμα. Ο Μαρξ συμπλήρωνε αμέσως μετά τη γνωστή φράση για το όπιο (που αποκόπηκε και αυτονομήθηκε) πως «η θρησκεία αποτελεί την καρδιά ενός άκαρδου κόσμου». Το όπιο ως ναρκωτικό μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για ιατρικούς σκοπούς, ως παυσίπονο. Κι ως παρηγοριά στον άρρωστο μέχρι να βγει η ψυχή του αναζητώντας τη μετά θάνατον δικαίωση. Και μια ελπίδα για να πορεύεται και να αντέξει στην ατέλειωτη κοιλάδα των δακρύων που λέμε ζωή.
Κατά μία έννοια όμως κι η σοσιαλδημοκρατία είναι ένα σύγχρονο όπιο του λαού, με γλυκερές ρεφορμιστικές ουτοπίες για όσους εύπιστους θέλουν να παραμυθιαστούν: Δευτέρα Παρουσία, καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο, διαταξική συνεργασία, κτλ. Μια προσπάθεια-ματαιοπονία να καταπολεμηθεί με ασπιρίνες ένα σύστημα βαριά άρρωστο, σε προχωρημένη σήψη και στάδιο καρκίνου. Παστίλιες για τα κέρδη του άλλου, όπως θα έλεγε παραφρασμένη και μια διαφήμιση. Ή με άλλα λόγια, η σοσιαλδημοκρατία είναι ο «δίκαιος συμβιβασμός» ενός άδικου κόσμου, η καρδιά ενός άκαρδου συστήματος, που έχει στο DNA του τα κέρδη του και την εκμετάλλευση που τα αυγατίζει.
Σε κάθε περίπτωση βέβαια, το δικό μας πρόβλημα δεν είναι με τον χρήστη ναρκωτικών ουσιών, αλλά με τον έμπορο που τις καλλιεργεί και τις εμπορεύεται συστηματικά –είτε μιλάμε για το κανονικό όπιο, είτε για τη μεταφορική του σημασία (πολιτική, θρησκευτική, κτλ). Συνεπώς είναι ζητούμενο, δύσκολο προς κατάκτηση, να πολεμήσουμε σταθερά και επίμονα τη διάδοσή τους, χωρίς εκπτώσεις στο περιεχόμενο, αλλά και χωρίς να προσβάλουμε τους ίδιους τους πιστούς και τους ψηφοφόρους για τις αυταπάτες που τρέφουν. Και αυτό δε σημαίνει να πάμε με τα νερά τους και να τα ανοίξουμε στα δύο με το μαγικό μας ραβδί. Αλλά να καταπολεμήσουμε όλες τις αυταπάτες, σκληρές και μαλακές, ανεξάρτητα από το φιλολαϊκό, ριζοσπαστικό τους μανδύα (με το δηλητήριο του Νέσσου, που σκότωσε τον Ηρακλή).
Και το κυριότερο, να μην υποκαταστήσουμε αυτές τις ουσίες και ξεπέσουμε οι ίδιοι σε κάποια μορφή θρησκείας, θεϊκών εντολών-κανόνων και αφηρημένων εξαγγελιών για το απώτερο μέλλον, που θα έρθουν από τα πάνω, θεόσταλτες, ως μάννα εξ ουρανού, με το λαό στο περιθώριο, δειλό, μοιραίο και άβουλο αντάμα, προσμένοντας ίσως κάποιο θάμα και την άνωθεν σωτηρία του. Μόνο αν σπάσει αυτό το απόστημα της ανάθεσης και κουνήσει την χείρα του (συν Αθηνά), χωρίς να περιμένει την ευτυχία να έρθει από το αόρατο χέρι της (καπιταλιστικής) αγοράς του Άνταμ Σμιθ, θα μπορέσει ο περιούσιος λαός να κάνει κοινωνική περιουσία τον πλούτο που παράγει. Μόνο τότε θα συμμετέχει στο θείο μυστήριο της επ-ανάστασης και το δικό του πέρασμα (Πεσάχ, δηλ Πάσχα) στην κοινωνία του μέλλοντος και τηγη της επαγγελίας.
«Σε κάθε περίπτωση βέβαια, το δικό μας πρόβλημα δεν είναι με τον χρήστη ναρκωτικών ουσιών, αλλά με τον έμπορο που τις καλλιεργεί και τις εμπορεύεται συστηματικά»
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε την παραπάνω παρατήρηση, νομίζω μπαίνεις στην ουσία του θέματος. Η θρησκεία από μόνη της δεν αποτελεί κατάρα για την ανθρωπότητα. Αντίθετα σε πολλές περιπτώσεις την ώθησε ένα σκαλί παραπάνω στην πορεία της εξέλιξης. Γιατί είναι πάντα σημαντικό να έχεις για οδηγό, ίνδαλμα, πρότυπο μια θεότητα, ένα ιδανικό δηλαδή και να προσπαθείς να της μοιάσεις και να τη φτάσεις και άλλο το να αφήνεσαι στην ανθρώπινη σου φύση. Και επειδή μιλάμε για το υπάρχον θρησκευτικό περιβάλλον, δεν πιστεύω ότι ο χριστιανισμός λειτούργησε αρνητικά για την νοητική και πνευματική εξέλιξη των ανθρώπων. Το αν κάποιοι «Έμποροι» όπως τους ονομάζεις και εσύ, καπηλεύτηκαν και στράγγιξαν προς όφελος τους το αγνό νόημα του πρώιμου χριστιανισμού, δεν αποτελεί μομφή προς το θρησκευτικό συναίσθημα αλλά προς την ροπή πονηρών ανθρώπων να εκμεταλλεύονται το οτιδήποτε.
Η ανάγκη για πίστη, το έμφυτο θρησκευτικό συναίσθημα, μπορεί κάποιος να το εκμεταλλευτεί αλλά δεν μπορεί να το εκμηδενίσει. Όπως η φύση απεχθάνεται το κενό, έτσι και ο άνθρωπος αντικαθιστά την έλλειψη θρησκευτικών προτύπων με άλλα πρότυπα. Μπορεί να μην πηγαίνεις στην εκκλησία ή να διαβάζεις τη βίβλο, αλλά να λατρεύεις πολιτικούς ηγέτες και να μελετάς με θρησκευτική ευλάβεια τα βιβλία τους. Η ανάγκη να πιαστείς από κάποια «ανώτερη δύναμη» που θα σου φωτίσει την ζωή, παραμένει. Τα τοτεμ απλά αντικαθιστούνται με άλλα τοτεμ και η αιώνια αυτή διαδικασία θα φτάσει στο τέλος της μόνο όταν θα έχουμε τελικές απαντήσεις για την ζωή και το θάνατο. Μπορεί και ποτέ.
Εφόσον όμως μιλάμε για την σοσιαλιστική προοπτική και για ένα κοινωνικό σύστημα, δεν βλέπω πως αυτό έχει κάποια σχέση με το θρησκευτικό συναίσθημα ή μπορεί να αποτινάξει από τον κόσμο τον φόβο για το θάνατο.
Κυνήγησε όσο θες τους πλούσιους παπάδες, λιώσε τα πολύτιμα μέταλλα από χρυσοποίκιλτα σκεύη και άμφια και δώστα στο λαό, φυλάκισε όσους έχουν στήσει παζάρι πουλώντας «χριστιανοσύνη» και προφητείες γερόντων, ξεσκέπασε το σύστημα συνεργασίας και υποταγής των πολιτικών και ιερέων, αλλά μην περιμένεις να παρατήσει ο κόσμος την προσευχή, την πίστη και το θρησκευτικό του συναίσθημα.
Ο σωστός χριστιανός του «αγαπάτε αλλήλους» και του «ο έχων δύο χιτώνες να δίδει τον ένα» στην σοσιαλιστική κοινωνία δεν αποτελεί πρόβλημα, ούτε απειλή, αλλά σύμμαχο.
Μακάρι να μπορούμε να ξεχωρίζουμε την πνευματική θρησκευτική ανάγκη και κατάνυξη από τον φανατισμό, τον σκοταδισμό και τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό.
Το βασικό πρόβλημα πάντως γιάννη είναι πως ακριβώς επειδή οι έμποροι δεν είναι χαζοί, θα χρησιμοποιήσουν το ποίμνιο ως ασπίδα, για να μην χάσουν τα προνόμιά τους, που θα τα ταυτίσουν με τα ιερά και όσια της θρησκευτικής πίστης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο σημειώνω όχι ως ένσταση σε όσα λες, αλλά για να δείξω πως δεν είναι πάντα απλά τα πράγματα, στην καθαρή μορφή, που θα μας εξυπηρετούσε ίσως