«Εγώ ο λάτρης του ποδοσφαίρου, απρόθυμα γνωστοποιώ την απόφασή μου, θα ακολουθήσω κι άλλες προσωπικότητες όπως ο Φίλιπ Λαμ, ο Βίνσεντ Λίντον και και ούτω καθεξής. Δεν θα δω ούτε ένα παιχνίδι αυτού του Μουντιάλ».
«Χιλιάδες άνθρωποι πέθαναν κι όμως εμείς θα γιορτάσουμε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο. Προσωπικά, δεν θα το δω»
Τάδε έφη Καντονά.
Μπράβο στον Ερίκ, πρώτος μάγκας, πήρε το like μας και μια κοινοποίηση στον τοίχο μας, μπας και ευαισθητοποιηθεί η κοινή γνώμη και ξεκινήσουμε καμιά ΜΚΔική καμπάνια, ζεσουί αντι-Μουντιάλ.
Ναι αλλά εμείς τι κάνουμε;
Τι εννοείς τι κάνουμε; Αλληλεπιδρούμε σαν ενεργοί και ανήσυχοι χρήστες, κοινοποιούμε τσιτάτα του Καντονά και πανό οπαδών σε Γερμανία και Ελλάδα, γράφουμε εξυπνάδες σε χρωματιστά πλαίσια που προδίδουν την ηλικία μας ή την αισθητική μας, γεμίζουμε τοίχους, γιατί θεωρούμε την ταπετσαρία του ΦΒ καθρέφτη της ζωής μας και του ασυμβίβαστου, εναλλακτικού προφίλ μας στο διαδίκτυο.
Κι ύστερα καθόμαστε αναπαυτικά στην οθόνη, για να έχουμε άποψη και να μπορούμε να σχολιάζουμε τα χάλια τους. Τους ξεφτίλες.
Τι να καν'ς, στην τελική; Να κάτσ' να σαμποτάρεις;
Κάνουμε, με άλλα λόγια, ό,τι και κάθε μέρα. Κι αν τύχει καμιά μεγάλη επέτειος, επανάστασης, της τριάδας των κλασικών ή άλλων αγίων του κινήματος -σαν τον Άρη και τον Τσε- μια βόλτα στα ΜΚΔ σου δίνει την εντύπωση πως όλοι αυτοί-ές-ά, υπήρξαν βασικά για αυτό: να κοιτάν το κενό θυμωμένοι ή χαμογελαστοί ή και τα δύο, πάντως μοιραίοι, σαν σταρ του σινεμά, με τη συνοδεία ενός τσιτάτου ή μιας ντεμέκ ψαγμένης Κοελιάς, που θα μπορούσε να είναι και σλόγκαν διαφήμισης, και επιβεβαιώνει τις βασικές μας αρχές: δηλαδή πόσο γαμάτοι κι εναλλακτικοί είμαστε.
Ναι αλλά τι θες να πεις; Εντάξει, όλοι ξέρουμε γιατί να κάνουμε μποϊκοτάζ στο Μουντιάλ του Κατάρ, είναι αυτονόητο. Απλά δεν το έχουμε σκεφτεί πολύ -γιατί παραήταν αυτονόητο- και δεν έχουμε πείσει ούτε τον εαυτό μας. Τι να καν'ς, να κάτσεις να σκέφτεσαι και να βγάζεις συμπεράσματα; Πιο βαρετό και από Κατάρ-Εκουαδόρ στην πρεμιέρα, σου έρχεται να φύγεις από το ημίχρονο...
Δεν είναι όμως λίγο υποκριτικό να είσαι κομμάτι του δυτικού κόσμου -γιατί ως γνωστόν "ανήκομεν εις τη Δύση" (άλλο αν "δεν περάσαμε ποτέ Διαφωτισμό", δεν έχουμε... "πραγματικό καπιταλισμό" κοκ)-, αλλά εσύ να ρίχνεις κατάρες στο Κατάρ (στην πραγματικότητα, όλο το κείμενο γράφτηκε ως άλλοθι για αυτό το καταραμένο λογοπαίγνιο), και να επιλέγεις μια μουσουλμανική χώρα ως εύκολο στόχο για τα δικαιώματα γυναικών, ΛΟΑΤΚΙ, εργατών κοκ;
Ναι, βέβαια. Στο σημείο αυτό να πούμε ότι ο Χαβελάνζ(ε) είχε βγει πρόεδρος της ΦΙΦΑ (διαδεχόμενος έναν Βρετανό αποικιοκράτη), κερδίζοντας τις ψήφους της Αφρικής με αιχμές εναντίον του Απαρτχάιντ, υποσχέσεις για επενδύσεις και έργα υποδομών, ενώ ο Μπλάτερ έκλεισε χορηγία με την Κόκα-Κόλα για τα παιδάκια στην Αφρική που δεν έχουν να φάνε και να παίξουν μπάλα, αλλά γιόρτασαν τη δική τους εκδίκηση της βουβουζέλας με τον Μαντέλα στην κερκίδα, στο Μουντιάλ του '10. Κάπου στο τέλος του κατήφορου αυτής της παράνοιας, η καμπάνια-εκστρατεία κατά του Κατάρ αποδεικνύεται μια ακόμα καλοστημένη ιμπεριαλιστiκή προπαγάνδα για να πλήξει την αντιφασιστική συμμαχία των BRICs -τώρα που ξαναβγήκε και ο Λούλα- και την υστεροφημία της ΦΙΦΑ, που έδωσε το Μουντιάλ στη Ρωσία του Πούτιν, εμβληματικού αντι-ιμπεριαλιστή ηγέτη.
Σε άλλα νέα, το Κατάρ πήρε τη φετινή διοργάνωση μέσα από τα χέρια της υποψηφιότητας των ΗΠΑ που την προωθούσε ο Κλίντον, αμέσως μετά τη Ρωσία -που είχε πάρει τη σκυτάλη από τη Βραζιλία και τη Ν. Αφρική. Ψιλά γράμματα, τώρα, αν στήθηκαν μπίζνες με τη Γαλλία του Σαρκοζί, για να μπουν τα πετροδόλαρα των εμίρηδων στην Παρί και να κάνει φέτος πολιτική παρέμβαση ο Μακρόν για μείνει ο Μπαπέ στην ομάδα!
Συμπέρασμα: τα βέλη της κριτικής ενάντια στο Μουντιάλ δε στρέφονται μόνο προς το Κατάρ, αλλά και στις χώρες που πέρασαν διαφωτισμό και καπιταλισμό. Το ανάθεμα αφορά πρωτίστως όλους αυτούς και το σύστημα που υπηρετούν. Ή τουλάχιστον το ποδόσφαιρο που φτιάχνουν παγκοσμίως.
Ακόμα και αν μένεις παγερά αδιάφορος για τα δικαιώματα, τις ανθρωποθυσίες για να στεριώσουν τα νέα γήπεδα και την πολιτική που δεν έχει θέση στο ποδόσφαιρο (ουρανομήκη χάχανα μέχρι δακρύων), έχεις πολλούς αμιγώς αθλητικούς λόγους για να σνομπάρεις το πανηγύρι.
-Τα γήπεδα-θερμοκήπια, με τον κλιματιζόμενο καύσωνα, που έχουν στείλει τόσους παίκτες με ίωση.
-Τις ομάδες που έπεσαν κατευθείαν στα βαθιά, χωρίς σωσίβιο, και χρόνο για φιλικά προετοιμασίας.
-Τον ανώμαλο συνδυασμό Μουντιάλ με μελομακάρονα -που βασικά μοιάζει με πρόβλημα του βορείου ημισφαιρίου (κατά το 1st world problems). Το χαβιάρι μαύρο, το κρασί παλιό...
-Τους παίκτες που γίνονται λάστιχο μέχρι τελικής πτώσης, σαν τα αρκουδάκια της Duracell, να δούμε ποιος έχει καλύτερες μπαταρίες και φάρμακα (κύριε Μάκη).
Ακόμα και με αστικούς όρους να το δεις, αν νιώθεις πελάτης, έχεις ευθύνη για αυτό που τρως στη μάπα αδιαμαρτύρητα. Και αν δεν αντιδράς βλέποντας τους αρκουδιάρηδες της ΦΙΦΑ να κουνάνε το ντέφι, δε θα αργήσει να περάσει και στη δική σου μύτη ο χαλκάς. Κατά κανόνα, χωρίς πολιτικό κριτήριο, χάνεται και το φίλαθλο. Και μπορείς να ετοιμάζεσαι για περισσότερα εκτρώματα, όπως Μουντιάλ με 48 ομάδες ή Μουντιάλ Συλλόγων με 32 ομάδες κάθε τέσσερα χρόνια...
Στις παραπάνω παύλες χωρά μια αναφορά και στο αίσχος του ΑΝΤ-1 με τη συνδρομητική πλατφόρμα του, που πήγε άπατη αλλά μένει ως προηγούμενο. Όχι πως το Μουντιάλ είναι δημόσιο αγαθό ή κάτι άλλο από το πιο εμπορικό προϊόν της ΦΙΦΑ, αλλά αυτή η κίνηση ενόχλησε ακόμα και ένα ευρύτερο α-πολιτικο κοινό. Αν και είναι ίσως ουτοπία να περιμένεις αντίδραση από τηλεθεατές που δεν κούνησαν βλέφαρο για το νερό, την ιδιωτικοποίηση του νερού και για άλλα βασικά αγαθά.
Το φιάσκο του ANT-1 Plus δεν άλλαξε τίποτα, δείχνει όμως τη συγκλονιστική ικανότητα ενός ιδιώτη που κυνηγά την αρπαχτή, να διαψεύδει τα πιο αήττητα στερεότυπα για τον αναποτελεσματικό δημόσιο τομέα. Ευχαριστούμε ΑΝΤ-1, ευχαριστούμε υιέ Κυριακού. Τουλάχιστον φέτος γλιτώσαμε από το σίχαμα του Λαμπρόπουλου με τις μοντέλες που βαρούσαν πέναλτι και από τη γλίτσα του Καρπετόπουλου, που έκανε ρελάνς γράφοντας αυτό που ακολουθεί. Χρήμα ανίκατο μάχαν...
Είχε όμως σκληρό ανταγωνισμό από τον Σαμπράκο, που... προσπαθεί κάθε φορά να διαχωρίζει από τα υπόλοιπα το ποδόσφαιρο, για να απολαμβάνει το παιχνίδι. Και όταν κατάλαβε τι μουσμουλιά έγραψε, πήγε να το μαζέψει με ένα κείμενο για το "Μουντιάλ της μεγάλης υποκρισίας", ξεχνώντας βολικά τη δική του.
Εδώ βλέπουμε πάντως μια βασική γραμμή άμυνας -τρύπια σαν Μαζινό. Γιατί δεν είπατε τίποτα το '78 για την Αργεντινή (του "κεντρώου" Βιντέλα); Γιατί δεν αντιδράσατε το '18, στο Μουντιάλ της Ρωσίας (του "αντι-ιμπεριαλιστή" Πούτιν); Και επίσης, "ναι, αλλά για τη Μαρφίν δε λέτε τίποτα".
Τι απαντάμε, σφοι;
Πρώτον, δεν έχουμε ιστορική αμνησία, ούτε αφωνία -και όποιος τυχόν έσφαλλε, ας κάνει αυτοκριτική στην πράξη, σήμερα, παίρνοντας θέση.
Δεύτερον, η φετινή διοργάνωση πέρασε διάφορα εσκαμμένα, που δεν αφήνουν περιθώρια για αφέλεια και παιδικές αυταπάτες. Και τι άλλο είναι άραγε η τρέλα για το Μουντιάλ από την ανάγκη ενός άντρα να γίνει πάλι παιδί και να χαρεί το παιχνίδι; Αλλά είναι ασυγχώρητη αφέλεια -ακόμα και για παιδιά- να αφήνουν σε ψυχρούς κερδοσκόπους τα παιδικά τους όνειρα.
Τρίτον, όσα ενήλικα παιδιά καταλαβαίνουν τι έργο παίζεται, ας το πούνε και στα άλλα παιδάκια, χωρίς διδακτισμό και χωρίς να κουνάνε το δάχτυλο -όπως δε θα το έκαναν σε άλλους εξαρτημένους χρήστες ουσιών, θρησκευτικών ή μη, που ικανοποιούν κάποια ανάγκη τους, υπαρκτή ή πλαστή.
Ο τελικός στόχος δεν είναι να ξεκολλήσουμε από το Μουντιάλ αλλά απ' τον επαγγελματικό αθλητισμό συνολικά. Αν το καταφέρουμε, είμαστε σε πολύ καλό σημείο. Αν διατηρούμε κατάλοιπα, παλεύουμε να τα ξεπεράσουμε -επιτυχώς ή μη. Δεν έχει νόημα όμως να ζητάμε τα ρέστα από όσους μποϊκοτάρουν ένα Μουντιάλ βουτηγμένο στο αίμα, αλλά όχι πχ και το -εξίσου βρώμικο- Τσάμπιονς Λιγκ. Πόσο μάλλον αν είναι για να πεις πως κάθε αντίσταση είναι μάταια και να τα βλέπεις όλα, καταναλώνοντας άρτο και θεάματα χωρίς τύψεις, αφήνοντας έξω από την αρένα κάθε συνείδηση και ελπίδα.
Τελευταία γραμμή άμυνας για τον αντίλογο της άλλης πλευράς, είναι το χαμηλό ταβάνι που έχει το μποϊκοτάζ, ως κίνηση με καθαρά συμβολική αξία, που δεν επηρεάζει πολλά και ως εκ τούτου δεν την προτιμά-προκρίνει συχνά ως μέσο η οργανωμένη πρωτοπορία του κινήματος.
Αλλά αυτό είναι η μισή αλήθεια. Αφενός γιατί το μποϊκοτάζ ίσως πετύχαινε πιο ουσιαστικά πράγματα, αν ήταν μαζική συνειδητή επιλογή και είχαμε έναν, δύο, εκατομμύρια Καντονά. Κι αφετέρου γιατί λίγα πράγματα μπορούν να συγκριθούν με τη συμβολική αξία του μποϊκοτάζ που διάλεξαν οι σοβιετικοί σε μια σειρά διοργανώσεις, κατά τον εικοστό αιώνα. Όχι τόσο στους Αγώνες του Λος Άντζελες το '84, που θεωρήθηκε μια μορφή "αντίποινων" στο μποϊκοτάζ της καπιταλιστικής Δύσης, το '80 στη Μόσχα. Όσο σε άλλες, πιο ειδικές περιστάσεις.
-Πχ την άρνηση της σοβιετικής ομάδας ποδοσφαίρου να παίξει αγώνα-ρεβάνς στη Χιλή, λίγες μέρες μετά το πραξικόπημα του Πινοτσέτ, που στοίχισε τη συμμετοχή της στην τελική φάση του Μουντιάλ του '74 στη Δ. Γερμανία
-Και την ιστορική άρνηση της σοβιετικής ομάδας μπάσκετ να αγωνιστεί εναντίον της Ταϊβάν το '59 στη Χιλή, που της στοίχισε ένα βέβαιο χρυσό μετάλλιο στο Μουντομπάσκετ, καθώς ήταν αήττητη (μάλιστα κυκλοφόρησε και μια σειρά γραμματοσήμων στην ΕΣΣΔ, με τη λεζάντα "ηθικοί νικητές του 3ου Παγκ. Κυπέλλου).
Αυτές οι σημειώσεις είχαν γραφτεί πριν την έναρξη του Μουντιάλ, αλλά δεν πρόλαβα(ν) την πρεμιέρα και έμειναν ημιτελείς στο πρόχειρο, μοιάζοντας πλέον μπαγιάτικες. Δύο στοιχεία από την επικαιρότητα όμως με έπεισαν να ολοκληρώσω το κείμενο, έστω και αναδρομικά.
-Το πρώτο ήταν το σκάνδαλο με τη σύλληψη και φυλάκιση της Καϊλή, που ίσως ήταν πιο ειλικρινής από όσο έπρεπε για τις "πρωτοποριακές" ιδέες της τάξης της περί εργατικού δικαίου. Και μπορεί η όλη υπόθεση να έγινε γνωστή ως Qatar Gate, αλλά -όπως ακριβώς και το Μουντιάλ- αφορά πρωτίστως τον πυρήνα του δυτικού κόσμου, τις δημοκρατικές ευαισθησίες της ΕΕ και ενός βασικού στελέχους του ευρωκοινοβουλίου, με σταθερά ευλύγιστες αξίες.
-Το δεύτερο είναι ο πρόσφατος θάνατος του Γιάννη Διακογιάννη, ενός εστέτ δημοσιογράφου αστικής καταγωγής που είχε όμως λαϊκό έρεισμα χάρη στις αθλητικές του μεταδόσεις που σημάδεψαν πολλές γενιές, και το τραγούδι του Κηλαηδόνη που συμπύκνωσε πολύ εύστοχα την τρέλα του φιλάθλου στον στίχο: πώς μας ενώνει και πώς μας δονεί του Διακογιάννη η φωνή...
Σε ένα σχετικό αφιέρωμα μπορεί να είχαν θέση διάφορες σκέψεις για τις ηχητικές αναμνήσεις στις οποίες φέρνουμε σήμερα τα παιδιά μας (Νίκο Τσιαμτσίκα Γιάννη Διακογιάννη) ή για το πραγματικό ποιόν κάποιων νάρκισσων με κακοποιητικές συμπεριφορές και τα πολύ σχετικά όρια της αυτονόμησης του έργου τους από τη ζωή τους. Αλλά για τους σκοπούς του κειμένου, μας ενδιαφέρει μόνο το φινάλε του γνωστού τραγουδιού, που ελάχιστοι κατάλαβαν ή επισήμαναν στις συγκινημένες αναρτήσεις τους για τον εκλιπόντα.
Και όποιος γνωρίζει
τι φταίει για όλα αυτά
Ας μου εξηγήσει μετά
Ναι, γνωρίζουμε τι φταίει για όλα αυτά. Και αν θα έπρεπε να απαντήσουμε μονολεκτικά, θα λέγαμε "ο καπιταλισμός". Με άλλα λόγια, "η εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου".
Όσοι πάλι βάζουν το τραγούδι και πορώνονται, εν όψει του μεγάλου ματς που αρχίζει, αποτυγχάνουν θεαματικά να συλλάβουν το νόημά του -όπως κάτι Σεκίτες που έκαναν εξόρμηση με ένα άλλο τραγούδι του Λούκι και στη στροφή: "δε μας τρομάζουν τα νέα μέτρα (...) θα μας τρομάξει τώρα ο καπιταλισμός". Ενώ αυτός αμέσως μετά εξηγούσε με πικρή ειρωνεία:
"Τα συνηθίζουμε κι αυτά
(...) εδώ δεχτήκαμε τόσα και τόσα
(...) Δε μας τρομάξαν αρκετά..."
Το σωστό:
ΑπάντησηΔιαγραφήΧρῆμα ἀνίκατον μάχαν
ἀνίκατον: κλητική ενικού ουδετέρου του επιθέτου ὁ/ἡ ἀνίκατος, τὸ ἀνίκατον, δωρική μορφή του αττικού ὁ/ἡ ἀνίκητος, τὸ ἀνίκητον.
Αχ, αυτά τα ελληνικά…
Άγρυπνος