Παρασκευή 31 Μαρτίου 2023

Τι είναι και τι θέλει το αστικό πατατάκι

Πάει ο Κουτσούμπας μου, έγινε είδωλο, βγαίνει σε μεσημβρινά
Να ’τανε ψέμα, να ’ταν προβοκάτσια, αχ να ’τανε Πρωταπριλιά.

Που, όντως, Πρωταπριλιά θα ’ναι. Λες;

-Έρχεται μια φάση στη ζωή του οργανωμένου πρωτοπόρου (που είναι πρώτος σε όλα, στα μαθήματα, στον αγώνα και στο να κρατά μέσα του την γκρίνια και τη μελαγχολία), που κουρασμένος και αηδιασμένος, σαν τον Σκιπίωνα στην τελευταία σκηνή του «Αστερίξ Λεγεωνάριος», διατάσσει υποχώρηση. Η οποία μπορεί να είναι συντεταγμένη -κατά το «διαλυόμαστε συγκροτημένα» στις συγκεντρώσεις- αλλά βιώνεται προσωπικά, όπως κάθε ήττα.

Και τι είναι άραγε οι εκλογές, αν όχι μια μικρή ήττα, όπου δεν παίζουμε καν στο δικό μας γήπεδο, και ο βασικός κανόνας είναι πως δεν πρέπει να νικήσουμε ποτέ; Αλλιώς περιμένουν στη γωνία της ιστορίας τα τανκς, να διορθώσουν το λάθος του κυρίαρχου λαού, που δε διάλεξε τον Καραμανλή. Ή μας περιμένει το τέλος του Αγιέντε και η πικρή αλήθεια της Unidad Popular, που επαναλήφθηκε μια φορά σαν τραγωδία και άλλη μια σαν φάρσα, με τον Λαφαζάνη στο Νομισματοκοπείο.

Και δε θες να είσαι πάντα ο θλιμμένος στη γιορτή τους, τη γιορτή της δημοκρατίας τους, το πανηγυράκι του αστικού κοινοβουλευτισμού, όπου τη βγάζεις με μαλλί της γριάς -σαν του Λυκουρέζου. Θες να πάρεις πατατάκια, να αποτραβηχτείς και να κρατήσεις μια απόσταση, αλλά όχι μπρεχτική αποστασιοποίηση, να μην έχεις δηλαδή ενεργό ανάμιξη στα πράγματα. Θες να ξαποστάσεις, να ζήσεις τη γλυκιά ξεκούραση του πολεμιστή που κουράστηκε να περιμένει στο χαράκωμα -πόλεμος θέσεων- χωρίς να πολεμάει, να βλέπει τα πράγματα να μην αλλάζουν, να μην αλλάζουν από όσα κάνει ο ίδιος, να αλλάζουν μόνο προς το χειρότερο.

Θες να πας για μια φορά ενάντια στο σύνθημα και να μείνεις θεατής στα πράγματα. Να απολαύσεις άρτον (δηλαδή πίτσα ή πατατάκια) κι εκλογικά θεάματα, με πολιτικό άλλοθι. Να χαλαρώσεις και να απολαύσεις τη στιγμή, που δεν μπορείς να αποφύγεις. Να παρακολουθείς λαίμαργα τις εξελίξεις, να βγάζεις με γεμάτο στόμα άναρθρες κραυγές -και ψίχουλα που εκσφενδονίζονται- αντί να αρθρώνεις πολιτικό λόγο με σοβαρά επιχειρήματα που ελάχιστοι ακούν, λιγότεροι προσέχουν κι ακόμα λιγότεροι καταλαβαίνουν.

Να πάρεις μια μέρα ρεπό. Να κάνεις χαβαλέ, σα να βλέπεις Γιουροβίζιον. Σύνδεση με Μανταμάδο Λέσβου: Μεσιέ Κουτσουμπάς, ντουζ πουά.

Αλλά ο οργανωμένος κομμουνιστής (γιατί, υπάρχουν και άλλοι;) δεν έχει δικαίωμα στην τεμπελιά. Κι αντί για χαβαλέ, μπαίνει εκλογικός αντιπρόσωπος και τρώει τα σ’κώτια του, να μετράει ψηφοδέλτια, σταυρούς και σφυροδρέπανα, να καλύπτει άτυπα το κενό της εφορευτικής, να ανοίγει και να κλείνει το μαγαζί μαζί με τον δικαστικό αντιπρόσωπο, αλλά να μην παίρνει καμία αποζημίωση για τη χαμένη μέρα -ούτε καν μια ηθική επιβράβευση από τους συσχετισμούς, που συνεχίζουν καταθλιπτικοί, χωρίς να βλέπουν τη δική μας αισιοδοξία.

Τι εστί λοιπόν (αστικό, εκλογικό) πατατάκι; Να κόβεις φάτσες στα πάνελ, λίγο πριν το πρώτο έξιτ πολ, για να μαντέψεις το αποτέλεσμα. Η Βίκυ Μοσχολιού στα γραφεία της ΝΔ, να κάνει ανακουφισμένη το σήμα της νίκης, λίγο πριν έρθει η κρυάδα. Ο Βενιζέλος να θέτει ταπεινά την αφεντιά του στην υπηρεσία της παράταξης, πριν καν κρυώσει το πτώμα του ΠαΣοΚ. Η κλασική λατρεμένη φράση: ας περιμένουμε να μπει η Β’ Αθήνας -σα να λες: να ωριμάσουν οι συνθήκες. Η ροή των αποτελεσμάτων κι οι πρώτοι πίνακες από τα κουτσοχώρια: «Πέρα Παναγιά: Μαντάς 2, Κουτσούμπας 98%. Δώθε Παναγιά...» Η διαχρονική απορία: «πού βρέθηκαν τόσοι μουλούδες/εκκε/τροτσκιστές/κοκ, στην τάδε ραχούλα...»; Και το παραδοσιακό ξενύχτι, για να φυσήξουμε το ποσοστό του κόμματος, που ανέβαινε αργά και βασανιστικά -όσο έμπαινε η Β’ Αθήνας...

Ο Καραμανλής να ανακοινώνει εκλογές πάνω στις στάχτες της Ηλείας και το Ευρωμπάσκετ, κάνοντας τον θρήνο πλεονέκτημα. Το Λαϊκό Στρώμα να μου ανακοινώνει με προγούλι: Παραγγέλνω αμέσως ένα στρέμμα πατάτες από το Νευροκόπι. Το Κόμμα να σκαρφαλώνει ανέλπιστα στο 8,15 και ο αμερικάνος της Ρωσίας να κλείνει το σπίτι των υπερφίαλων Ισπανών -που τελικά δεν ήταν και τόσο αντιπαθητική φουρνιά. Κάτι σαν τη «χούντα του Καραμανλή», που έλεγαν τα πλακάτ του ΣΕΚ, που στην πορεία έγινε «βασιλιάς ήλιος» που «τον έφαγαν οι νταβατζήδες και οι Αμερικάνοι» και τώρα παίρνει τώρα τα στελέχη του ο ΣΥΡΙΖΑ στα ψηφοδέλτιά του. Με τη διαφορά πως οι Ισπανοί στο μπάσκετ είναι όντως αρκετά συμπαθείς -αν εξαιρέσεις τον προκλητικό Ρούντι και κάνα δυο ακόμα.

Και από κοντά το προεκλογικό πατατάκι: Ο Βαγγέλας της ΝΔ να χαμηλώνει το σώμα του, για να τρολάρει τον σκηνοθέτη του ντιμπέι(τ), που τον δείχνει πιο κοντό από τον Τσίπρα. Τα προεκλογικά πεντάλεπτα του κάθε πικραμένου (κατά φαντασίαν) συνεχιστή του Καποδίστρια και του Βενιζέλου. Ο «Ενικός» του ’12 με την Αλέκα και τους βαλτούς «αγανακτισμένους», που ξεσπούσαν και έφευγαν ζωντανά από το στούντιο. Η χαμογελαστή αμηχανία μετά από κάθε καλτ σποτ: «Έρχεται θύελλα» - «Βρυξέλλες; Εμείς πάμε αγώνα...». Τα δημοσκοπικά μπαλόνια του Θεοδωρικάκου και άλλων, από Οικολόγους Πράσινους μέχρι ΔΗΜΑΡ και Δημαρά, που ξεφούσκωναν γρήγορα, αλλά ήταν καλά αναχώματα.

Η αγωνία να δεις τη σύνθεση των πάνελ της Δευτέρας: αν θα έχει Παφίλη ο Χατζηνίκος -όταν το έπαιζε αντι-μνημονιακός-, αν θα θολώσει ο Μπογιό να αρχίσει τα κουτσαβάκικα, αν θα κάνει την «Ανατροπή» ο Πρετεντέρης να φέρει κάποιον δικό μας. Ή αν θα παίζει τον αριστερό ο Κουναλάκης, για 30ή συνεχόμενη βδομάδα. Κάτι μεταμεσονύχτια καμένα ντιμπέι με τα μικρά κόμματα, που στρίμωχναν τον Τζήμερο δίπλα στον Χάγιο, τον Μπίστη, τον Σάββα και τη θεωρία των δύο άκρων. Και μια εκπομπή του Παπαδάκη, που έκανε σύνδεση με σπίτια και οικογένειες: οικογένεια Πασόκων, Κουκουέδων κοκ. Σαν σκηνή του Ρετιρέ, με σενάριο Δαλιανίδη. Και πού θα τα βρούμε αυτά άραγε -ποιος τα ’χει να τα ανεβάσει;

Τώρα πια η χαρά έχει λιγοστέψει. Ίσως φταίει η παγκόσμια σταθερά, το ποσοστό PH που σου αφαιρεί το στοιχείο της έκπληξης. Ίσως φταίνε οι νέες γενιές αστών πολιτικών, που είναι σαν ατάλαντοι ηθοποιοί, χωρίς καλό κείμενο και χωρίς πλάκα -σαν τη φθίνουσα πορεία της ιδιωτικής τηλεόρασης. Ίσως φταίει ότι δε βγαίνουν πουθενά σχεδόν οι δικοί μας ή ότι βγαίνουν οι παρεμβάσεις τους μαζεμένς στο portal και δε χρειάζεται να περιμένεις μαζοχιστικά πότε θα έρθει η σειρά τους, για να τους πουν ότι πρέπει να πάμε σε διαφημίσεις. Ίσως απλά να φταίει ότι μεγαλώσαμε πια κι ωριμάσαμε, σε αντίθεση με τις συνθήκες. Βασικά μπορεί και αντίστροφα.

Αλλά δεν το φτιάχνουν πια όπως παλιά -στα χρόνια της μεταπολίτευσης- το αστικό πατατάκι. Και αν αυτή είναι η απόδειξη πως γίνεσαι μπάρμπας, την ψηφίζω δαγκωτό...

Υστερόγραφα

1. Το 13ο -το γουρλίδικο- Συνέδριο του ΚΚΕ. Το 4ο Συνέδριο της ΚΝΕ -και το επόμενο Έκτακτο. Η 6η Ολομέλεια -ποια απ’ όλες, θα μου πεις. Η εποχή του φραξιονισμού χωρίς αρχές -εντάξει να φραξιονίζεις, αλλά πού είναι οι αρχές σου; Η έφοδος στα γραφεία της Τασκένδης, το αυτί του Πάνου Δημητρίου... Και τόσες άλλες δραματικές στιγμές, που θα τα έδινες όλα για να τις ζήσεις και ας ξέρεις πως δεν πρέπει να τις ξαναζήσουμε ποτέ πια. Μοναδικές ιστορίες, για να τρως όλο το φαγητό σου, τις κρύες νύχτες του χειμώνα, μπροστά από το τζάκι και την κρύπτη της ιστορίας που δεν τελείωσε.

Σαν το δικό μας -το ταξικό, κομμουνιστικό- πατατάκι, δεν έχει...

2. Κι αν θες απόδειξη για όλα αυτά, μπορείς να βάλεις να δεις πρωταπριλιάτικα Κουτσούμπα στη Ναταλία Γερμανού. Και δεν εννοώ αυτήν...

Πιο καλτ πατατάκι δε γίνεται...

Κάποτε γκρίνιαζαν πως το ΚΚΕ δεν είναι καθόλου επικοινωνιακό. Τώρα γκρινιάζουν πως έχει παραγίνει. Ακολουθούν αντανακλαστικά το ραβδί που λυγίζει από την ανάποδη. Αλλά και ο ΓΓ, με το επιτελείο του, άλλο που δε θέλουν από τέτοια -όχι σαν την Αλέκα, που γινόταν σταρ, επειδή απέφευγε τη δημοσιότητα. Αλλά... αυτοί είναι/είμαστε...

Οκ, η Γερμανού δεν είναι η χειρότερη σε αυτό το είδος, άσε που για ένα φεγγάρι έγινε σύμβολο αγώνα για τη μίζερη αντιπολίτευση των συριζοτρόλ. Αλλά δεν είναι καν άξια του ονόματος του Φρέντυ Γερμανού, που ήταν κλασικός δεξιός αλλά μύριζε μεταπολίτευση και Ελευθεροτυπία. Τουλάχιστον ο Κουτσούμπας μπορεί να πει στην εκπομπή για το κύκνειο άσμα του, το ημιτελές «Αντικείμενο» για τον Ζαχαριάδη, και πόσο αντικομμουνιστικό γινόταν, όταν δεν ήταν απλά καλτ -με την πάλη του ήρωα με την ινστρούκτορα της ΚΟΥΤΒ, προτού συνεχίσουν να κυλιούνται, σε άλλο είδος (ερωτικής) πάλης...

Αν είναι να γίνει, αντικείμενο τηλεθέασης ο ίδιος, ας βγει τουλάχιστον και ένα συμπέρασμα για το κοινό, όχι μόνο ατάκες για το Λούμπεν...

3. Πέστε με τρελό, πέστε με τρελό
Εγώ δε συμπαθώ τη Ναταλία...
Άσε που βάζει 100 φίλτρα πάνω της και γυαλίζει στο γυαλί.

Σάββατο 25 Μαρτίου 2023

Έρχονται οι πόλεις του Φωτός

Θα έχουμε πάντα το Παρίσι...
Σαν ήρωες του σινεμά, μοιραίοι και άβουλοι Αντάμα (Τραορέ), προσμένουμε ίσως κάποιο θάμα, εκλογικό.
Και ήπια του Κούλη/του Αλέξη το ποτό με την τσανάκα
Στην Καζαμπλάνκα, στην Καζαμπλάνκα...
Πάει και η Ειρήνη, από τις 3 Χάριτες και επί γης.

Παρίσι. Η πόλη του έρωτα και της επανάστασης, που είναι βασικά το ίδιο και βαδίζουν χέρι-χέρι στις όχθες του Σηκουάνα. Που είναι πενταβρώμικος, αλλά μην αφήνεις ποτέ μια μικρή λεπτομέρεια και ένα μικρό μποτιλιάρισμα στη Λουτετία (αναφορά στο Αστερίξ είναι αυτό, μάνα) να σου χαλάσει μια ρομαντική εικόνα.

Θα έχουμε πάντα το Παρίσι. Την Κομμούνα και τις απεργίες εμείς. Τον Μάη και τα γιλέκα οι άλλοι. Και εμείς δεν είμαστε οι άλλοι, αλλά οι άλλοι πρέπει να γίνουν εμείς ή να έρθουν μαζί μας και να πάψουν να μας βλέπουν σαν την κόλασή τους. Και αν θες να ξέρεις, στην Κομμούνα δεν ήμασταν πλειοψηφικό ρεύμα, αλλά στον (εργατικό) Μάη, ναι, και ας μην καταγράφηκε ως ηγεμονικά «δικός μας».

Και γιατί να έχουμε μόνο το Παρίσι; Γιατί να μην έχουμε πρώτα Μανχάταν και ύστερα Βερολίνο; Βασικά γιατί να μην έχουμε, πριν απ’ όλα, τις δικές μας πόλεις, που μόνο τότε γίνονται πραγματικά δικές μας, όταν μας ανήκουν οι δρόμοι;

Μπολόνια-Αθήνα-Παρίσι, εσύ μου έχεις χαρίσει...
-Κάτσε, στην Μπολόνια τι έγινε;
-Ξέρω ’γω; Η Σύνοδος των Υπουργών Παιδείας. Το σύνθημα το λέει.
Αλλά κάποτε ήταν κόκκινη και ηρωική. Και έχει λεωφόρο Στάλινγκραντ, προς την (ακόμα πιο ηρωική) Μπολονίνα -το «νι», παχύ, Καλαματιανό ή έστω σαν του Κουτσούμπα. Που κάποτε είχε μιλήσει άπταιστα ιταλικά, αλλά τότε δεν είχε γίνει ακόμα λαϊκό (ΠΟΠ) είδωλο του Luben και των σανς κιλότ.

Γιατί όμως να μη νιώθουμε δικά μας τα καθ’ ημάς; Και γιατί να έχουμε γενικώς κάτι να θυμόμαστε; Τον μόνο πραγματικό έρωτα τον βρήκαμε στη Σοβιετία. Αλλά δεν μπορεί να ζήσει κανείς με τις αναμνήσεις, ούτε -πολύ περισσότερο- να κάνει μια νοσταλγική επανάσταση.

Ίσως μοιάζουν, σε κάποιους, τα ημέτερα πολύ πεζά και επαρχιώτικα, για καρτ-ποστάλ ή για insta story. Σα να σου έχουν τάξει τον Πύργο του Άιφελ και να βλέπεις μπροστά σου τον ιμιτασιόν στα Φιλιατρά -κελ ντεκαντάνς... (Ή σα να περιμένεις Ντε Γκολ και να σου βγαίνει ο Κώτσος από τας Σέρρας, με παχύ σίγμα», όπως στο «σαπό» -chapeau, άκαπνος και χωρίς την παραμικρή ανάμειξη στην Εθνική Αντίσταση, αλλά γι’ αυτό ακριβώς «εθνάρχης» του έθνους των καταπιεστών). Κι όμως, λίγοι ποιοτικοί δείκτες έχουν τόση αξία, όσο οι κινητοποιήσεις των μαθητών στη μονίμως ατάραχη επαρχία, που καταπίνει συνήθως σαν βούρκος κάθε κραδασμό.

Μαζικές διαδηλώσεις παντού (ακόμα και στα Φιλιατρά παίζει να είχε), χωρίς φίλτρο και Μπιρσίμ να τις φουσκώνει, για να τις κάνει instagramable. Που δεν τις πιάνει το αντι-φίλτρο της ΕΛ.ΑΣ. με τις φαιδρές εκτιμήσεις (αγάπη μου, συρρίκνωσα τις διαδηλώσεις). Αλλά και χωρίς μαγικό φίλτρο αλά γαλατικά. Που ακόμα κι αν το είχαμε, κάποτε τελειώνει η επίδρασή του και ο κόσμος γυράνει απογοητευμένος σπίτι του. Όχι όμως στη Γαλλία...

Εμείς καμαρώνουμε για την ελληνική κινηματική ιδιαιτερότητα, αλλά ευτυχώς δεν είναι ΠΟΠ, ούτε και θέλουμε αποκλειστικότητα ή πνευματικά δικαιώματα, σαν πρωτοπορία ανάδελφη -εν τω μεταξύ μέχρι και οι Τούρκοι αρκαντάς, που τους έλεγαν ειρωνικά «παράρτημα» του κόμματος, σκέφτονταν λέει να ψηφίσουν «χωρίς αυταπάτες» τον υποψήφιο της αντιπολίτευσης, ίσως για «να πέσει η χούντα του Ερντογάν», που θα έλεγε και η πρώην ΟΣΕ (τελικά ευτυχώς θα κατέβουν με δικό τους υποψήφιο). Και αν μας περάσουν οι «νοζ αμί» στην άμιλλα, μόνο στενάχωρο δε θα είναι.

Τότε λοιπόν, Ελλάς-Γαλλία-συμμαχία; Ναι, αλλά οι συμμαχίες είναι ταξικές, όχι εθνικές, και χτίζονται σε δύο επίπεδα, δύο παράλληλων κόσμων. Μπορεί η Γαλλία να πέρασε από Διαφωτισμό, αλλά έχουν και εκεί φασίστες, ρατσισμό που θεριεύει, χολερικό φιλελέ «χιουμοράκι» αλά Σαρλί Εμπντό, εξόριστα θεία βρέφη και Καΐλήδες, Θιέρσους και άθλιους Ιαβέρηδες, στρατιωτικές μονάδες της αστυνομίας, αστικά καθάρματα που πίνουν το αίμα του κοσμάκη και αυξάνουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, για να δουλεύουμε ως τον τάφο.

Και όχι, αυτά δε γίνονται μόνο στην Ελλάδα -κατά τον κλασικό αφορισμό-, ούτε είναι ΠΟΠ. Γίνονται σε όλο τον προηγμένο δυτικό κόσμο (διάβαζε: καπιταλισμό), εδώ και τριάντα χρόνια, μετά τις ανατροπές και το «τέλος της ιστορίας». Η οποία στη χώρα μας άρχισε να γράφεται ξανά στους δρόμους τον Μάρτη του ’99, με τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας (μαύρη επέτειος αυτές τις μέρες) και λίγο αργότερα, με την πρώτη ανατροπή του Γιαννίτση στο ασφαλιστικό, που εγκαινίασε μια πολυετή επιχείρηση «σωτηρίας» του, με ένα σωρό σωτήρες (από τον Λοβέρδο ως τον Κατρούγκαλο, που είχε την τιμητική του με σύνθημα: "στείλτε τον Κατρούγκαλο στη Γαλλία, να πάει τη σύνταξη στα 73" ή κάπως έτσι...), από τους οποίους πρέπει να σωθούμε. Και δε χρειάζεται να είναι κανείς προληπτικός και να πιστεύει στις συμπτώσεις, για να συνδέσει τις ανατροπές της αντεπανάστασης, με τις ανατροπές στις συντάξεις και το «κοινωνικό κράτος» σε όλο τον κόσμο.

{Παρεμπιπτόντως και παρενθετικά.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση διεθνώς ήταν η αύξηση των ορίων στη Ρωσία του Πούτιν (από τα τελευταία «κατάλοιπα» του υπαρκτού). Αλλά δεν είδαμε ποτέ κάποια ανάλυση από τους «γκρούπι» του μεγάλου «αντι-ιμπεριαλιστή ηγέτη», αν πρόκειται για κάποιο ελιγμό τύπου ΝΕΠ ή απλώς για αντιφάσεις στο προτσές της οικοδόμησης, με το παλιό (σοσιαλισμός) που αρνείται να πεθάνει και το καινούριο (Πούτιν) που του χορηγεί ευθανασία, σε μια εποχή ιδιότυπων τεράτων και ιδεολογικών τερατουργημάτων. Τα οποία φαίνεται να ταλανίζουν ακόμα τον μικρόκοσμο του εξωκοινοβουλίου.

Εξάλλου, ο Σάββας έχει παράδοση σε εύστοχες εκτιμήσεις για την περιοχή, από τότε που θεωρούσε τον Γέλτσιν ως την πιο συνεπή, ριζοσπαστική μερίδα της «αντιγραφειοκρατικής επανάστασης» στην ΕΣΣΔ, που οραματίζονταν οι τροτσκιστές. Αν και λίγες επεξεργασίες μπορούν να συγκριθούν με την πολιτική εκτίμηση του ΚΕΚΡ ότι η Ρωσία είναι μεν ιμπεριαλιστική δύναμη, διεξάγει όμως προοδευτικό πόλεμο στην περιοχή! Ιμπεριαλιστές μέσα, σωτήρες προς τα έξω. Σα να λέμε ιμπεριαλισμός εσ. (Εσωτερικού), που διασπάστηκε από το σύνολο και έχει οπορτουνιστική στάση αντί να συμμορφωθεί στις επιθυμίες μας...}

Κι η δική μας συμμαχία, των από κάτω; Grece General...
Από το Παρίσι ως το Κορωπί, αυτός ο σάπιος κόσμος θα ανατραπεί
.

Και δεν είναι απαραίτητα τα viral γαλλικά του ΓΓ για να δέσουν. Ίσως μονάχα λίγα γαλλικά -για να τον ταρακουνήσουμε, όχι να του κουνήσουμε το δάχτυλο- στον παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο, που στα όνειρά του επαναστάσεις αναζητεί. Αλλά δεν κατέβηκε ποτέ στους δικούς μας δρόμους, ενώ είδε κάτι μεγάλο και ιστορικό να γίνεται μπροστά στα μάτια του, σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας.

-Α ρε, να είχαμε μια Γαλλία εδώ...
Μέχρι και τον ύμνο της Διεθνούς, με την τρίχα κάγκελο θα τραγουδούσε τότε.
Εμπρός της γης οι βολεμένοι...
Είχαμε όμως την πρεσβεία της Γαλλίας* και μια μεγάλη διεθνιστική διαδήλωση τις προάλλες. Να πεδίο δόξας λαμπρό, για όποιον ονειρευόταν καταστάσεις αλά γαλλικά. Αλλά μην τον είδατε τον κυρ-Παντελή...
Δεν πειράζει, όμως, θα έχουν και άλλη ευκαιρία, στην επόμενη ανατροπή για τις συντάξεις. Τότε, θα γίνει της Γαλλίας, Βαστίλλη, νύχτα Βαρθολομαίου. Θα τους δούμε πρωταγωνιστές στη νέα Κομμούνα (να είμαι οπορτούνα).

(*φαντάσου, λέει, να ήταν οι πρεσβείες σαν τα ΚΚ και να άλλαζε το νόημα αν λέγαμε γαλλική πρεσβεία ή πρεσβεία της Γαλλίας -κατά το ΚΚ Γαλλίας και το Γαλλικό ΚΚ. Θα τους λέγαμε ότι αυτά είναι επικίνδυνα πράγματα, ευρωπρεσβευτικό ρεύμα κτλ, και θα τους διαλύαμε το μυαλό. Εδώ δεν μπορούν να ξεχωρίσουν ακόμα το μπροστά και το πίσω μουλού, δείχνοντας τι προφήτης ήταν ο Χάρρυ Κλυνν όταν έλεγε για το Μ-ΚΚΕ-Λ και το ΚΚΕ Μπουλκουμέ...

Ένα Πούλιτζερ για τον κ. Ευγενίδη.

Το κοινωνικό προτσές αντιστρέφει διαλεκτικά τα στερεότυπα. Πριν λίγα χρόνια, με τα παριστινά προάστια στις φλόγες, κάποιοι έλεγαν πως το όργανο, που πρόβαλλε την ελπιδοφόρα εξέγερση, αν έβλεπε τα ίδια βίαια γεγονότα στη χώρα μας, θα μιλούσε για βαλτούς και προβοκάτσια. Κι είναι απολαυστικό -αν μη τι άλλο- να βλέπεις την εξυπνάδα αυτή να γυρίζει μπούμερανγκ στους ινστρούκτορες του πληκτρολογίου, που γκαβλώνουν κινηματικά με τις εικόνες από τη Γαλλία, αλλά σνομπάρουν αφ’ υψηλού την κίνηση των μαζών, όταν την βλέπουν ζωντανά μπροστά τους.

Σε κάθε περίπτωση, οι εικόνες από τη Γαλλία δεν αφήνουν ασυγκίνητο κανέναν -είτε γεννάνε ελπίδα είτε φόβο για τους «γαλαζοαίματους» της τάξης τους. Και είναι δύσκολο να μη σε αγγίξει ο ύμνος της Διεθνούς στα στόματα δεκάδων χιλιάδων διαδηλωτών, η απεργιακή φρουρά έξω από ένα εργοστάσιο που κάνει τους Γάλλους Μπαλούρδους να υποχωρούν συντεταγμένα για να μην πάθουν Βατερλό κτλ.

Το βασικό γνώρισμα όσων βλέπουμε στη Γαλλία δεν είναι ο κοινωνικός αναβρασμός, γενικά και αόριστα -αυτό το έχουμε κι εδώ ως έναν βαθμό. Είναι ότι ο κόσμος δεν ξεθυμαίνει, δεν υποχωρεί, δεν απογοητεύεται, ούτε σηκώνει λευκή σημαία. Είναι ζητούμενο, όμως, ποια σημαία σηκώνει τελικά και τι στόχους έχει.

Ο Ένγκελς έγραφε κάποτε για τη Γαλλία ότι είναι η χώρα, όπου οι ταξικοί αγώνες παραδοσιακά αποκτούν πιο ολοκληρωμένη μορφή -για αυτό εξάλλου άλλες κραταιές δυνάμεις της εποχής την αντιμετώπιζαν σαν μίασμα και παράδειγμα προς αποφυγή, για να μη μολύνει ο ιός της επανάστασης τους δικούς τους λαούς.

Κατά μια έννοια, οι Γάλλοι μοιάζει να συνεχίζουν την αγωνιστική τους παράδοση. Αλλά -για εμάς είναι αυτονόητο πως- κανένας αγώνας δεν μπορεί να πάρει ολοκληρωμένη μορφή χωρίς πολιτική έκφραση. Και αυτή μοιάζει υπονομευμένη, εφόσον δεν υπάρχει οργανωμένη πολιτική πρωτοπορία που να οδηγήσει τον αγώνα στη νίκη. Αυτό δηλαδή που, όσο βαρύγδουπο και αν ακουστεί, φαίνεται να έχουμε στην Ελλάδα, με όσες αδυναμίες, αντιφάσεις ή ανεπάρκειες μπορεί να έχει -και εννοείται πως έχει.

Η πρωτοπορία όμως μπορεί να γίνει ο καταλύτης, όχι το καύσιμο. Και δεν πρόκειται να καταφέρει τίποτα, αν δεν ξεσηκωθεί ο ίδιος ο εργαζόμενος λαός για την υπόθεσή του.

Μπορεί το γαλλικό ΚΚ να είναι (αυτο)ευνουχισμένο και μεταλλαγμένο, την ίδια στιγμή όμως στη Γαλλία υπάρχει αγωνιστική παράδοση, μαζικά και οργανωμένα συνδικάτα και μια αυτόνομη συνομοσπονδία: την CGT (σα να λέμε μια ξεχωριστή «ΓΣΕΕ» ως κέντρο αγώνα). Την ίδια στιγμή, στη χώρα μας, το αντίστοιχο ποσοστό οργάνωσης στα συνδικάτα είναι μετά βίας διψήφιο σε μια σειρά κρίσιμους τομείς της παραγωγής -και αυτό είναι αδιάψευστο μέτρο για τη χαμηλή μας αφετηρία και τον όγκο δουλειάς που μας περιμένει, προτού θέσουμε με άλλους όρους και αξιώσεις τις προοπτικές του αγώνα μας.

Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία δείχνουν τα απλά και αυτονόητα -που είναι δύσκολο να κατακτηθούν ή και να γίνουν κατανοητά, πολλές φορές, από το ευρύ κοινό.

-Ότι η δύναμη της τάξης μας είναι το μπλοκάρισμα της παραγωγής.
-Ότι τα μαζικά συνδικάτα μπορούν να δώσουν πολυήμερους και αποτελεσματικούς αγώνες, να στηρίξουν τα μέλη τους, να τρομάξουν τις δυνάμεις καταστολής (με όρους πραγματικής σύγκρουσης, όχι κοινωνίας του θεάματος αλά Ντεμπόρ με στρακαστρούκες και δυο σπασμένες βιτρίνες), να μας δώσουν εντυπωσιακές εικόνες ως παραδείγματα αγώνα.

Δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές, ούτε καινοτόμα μέσα και κόλπα, για να κόψουμε δρόμο. Όταν κάποιοι ονειρεύονται απεργίες διαρκείας (αντί για «ντουφεκιές στον αέρα»), είναι κενό γράμμα, αν δεν κάνουν τα πάντα για να αποκτήσουμε μαζικά και πανίσχυρα σωματεία. Αν κάποιοι ονειρεύονται εύκολες λύσεις από το μαγικό κουτί της κάλπης ή άλλες μορφές, η περίπτωση της Γαλλίας δείχνει πάλι τον δρόμο, που περνά από τα «γνωστά» και «τετριμμένα», που πρέπει να ανακτήσουμε και να επανανοηματοδοτήσουμε.

Η συνταγή των Γάλλων δεν έρχεται από τον τσελεμεντέ ενός μεταμοντέρνου μέλλοντος, αλλά από τις πετυχημένες συνταγές που γνωρίσαμε. Τους λείπει όμως το πιο παραδοσιακό συστατικό, για να πετύχουν και να πάνε ως το τέλος. Σαν τις φράουλες, που ζητούσε ο Πανοραμίξ από τους Ρωμαίους, για να φτιάξει το μαγικό φίλτρο -αλλά μετά έλεγε πως ήταν μόνο για τη γεύση.

Φράουλες και αίμα...

Και αυτές οι κόκκινες φράουλες, δηλαδή το κόμμα (που κάποτε οι Τσέχοι το συμβόλισαν με κερασάκια, από μια στροφή της Διεθνούς, γιατί είχε απαγορευτεί το σφυροδρέπανο στη χώρα τους, μαζί με άλλα δικά μας σύμβολα), που πρέπει να το φτιάξουν οι Γάλλοι από την αρχή, είναι η μόνη τους ελπίδα για τη νίκη και πως η εξέγερσή τους δε θα πνιγεί στο αίμα της βάρβαρης καταστολής του αστικού κράτους.

Παρασκευή 17 Μαρτίου 2023

Τροπάρια για φονιάδες και εργατοπατέρες

Το βασικό σχέδιο-προσδοκία της κυβέρνησης για το μεγάλο φουσκωμένο ποτάμι της λαϊκής οργής είναι πως αυτό διανύει τα στάδια του πένθους, μετά το έγκλημα στα Τέμπη, και ότι σύντομα θα περάσει από το στάδιο της οργής σε αυτό της αποδοχής, με τελικό προορισμό τις κάλπες, για να επιστρέψουμε ομαλά στο γνώριμο, πένθιμο σκηνικό της καταθλιπτικής κανονικότητας.

Αλλά όσο το ποτάμι αυτό ρέει στους δρόμους, διαψεύδει τις μεγάλες προσδοκίες της και αρνείται να μπει στις κοίτες που του όρισαν, τόσο αυτή πενθεί για τη χαμένη συναίνεση των υπηκόων της. Και αν η βελόνα της έχει κολλήσει στο στάδιο της οργής, με χημικά, γερανούς και άγρια καταστολή στους διαδηλωτές, όλο αυτό δεν κρύβει τελικά κάποιο πένθος αλλά τον φόβο μιας θρασύδειλης εξουσίας, που διψάει για αίμα -αρκεί να μην είναι το δικό της. Η βία παραμένει άλλωστε το μοναδικό απαράβατο «κρατικό μονοπώλιο» στην παρούσα φάση της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Χτες μπορεί να μην είδαμε στον δρόμο τον απίστευτο όγκο μαθητών, που έκαναν τη διαφορά στις 8 Μάρτη, μπορεί κάποιοι τελικά να φοβήθηκαν ή να μην τους έπαιρνε η τσέπη τους να απεργήσουν δεύτερη φορά μες σε έναν μήνα. Αλλά οι δρόμοι έγραψαν πάλι τη δική τους ιστορία. Και η πορεία του ΠΑΜΕ περνούσε επί τρία τέταρτα μπροστά από το Σύνταγμα.

Οπότε τίθεται το ερώτημα. Τι είναι άραγε πιο αστείο: Οι χαλαρές εκτιμήσεις της ΕΛ.ΑΣ. για μόνο 20 χιλιάδες άτομα ή η λάθος εκτίμηση της πολιτικής της ηγεσίας πως η ωμή καταστολή θα τρομάξει τον κόσμο και θα ξεφουσκώσει την οργή του, ενώ στην πράξη πετυχαίνει το ακριβώς αντίθετο;

Ίσως το μόνο πιο αστείο να είναι η δήλωση του Θεοδωρικάκου για τους αστυνομικούς που προστατεύουν τους διαδηλωτές και αυτή είναι η βασική τους αποστολή. Τόση προστασία, Τάκη μου, ούτε νταβατζήδες να ήταν. Και ποιος μπορεί να ορκιστεί ότι δεν είναι, άλλωστε...

Γιατί να κωλώσει, όμως, ο Τάκης; Βλέπει έναν άλλο υπουργό να λέει χωρίς ντροπή ότι είναι ντροπή να βάζουμε θέμα ασφάλειας για τις μεταφορές -και να θεωρείται ευαίσθητος γιατί παραιτήθηκε... Και να τον καλύπτει ένας τρίτος συνάδελφός του, γιατί θα ήταν «ανεύθυνο» να παραδέχεται ένας υπουργός πως υπάρχει όντως πρόβλημα...
Γιατί δηλαδή να μην κάνει ρελάνς ο Τάκης -πρώην στέλεχος του Συνασπισμού, για να μην ξεχνιόμαστε- και να μην πει και αυτός τη μουσμουλιά του για τους προστάτες μας;

Τα πρόσφατα ανδραγαθήματα των μπουμπουκιών της ΕΛ.ΑΣ. περιλαμβάνουν συνοπτικά:
-Έναν γερανό που ζήλεψε τη δόξα των τρίκυκλων και του Γκοτζαμάνη, και όποιον πάρει ο χάρος, με ζιγκ-ζαγκ μες στο πλήθος. Έναν νταή Μπαλούρδο να δείχνει πόσο μάτσο άνδρας μπάτσος είναι σε μια κοπέλα με την ασπίδα του. Έναν ένστολο μπαχαλάκια να σπάει στην ψύχρα ένα αμάξι, για να το χρεωθούν οι «ταραξίες». Το χαφιεδότσουρμο με τις κουκούλες, πίσω από τα ΜΑΤ στη Θεσσαλονίκη -που δεν είναι καν είδηση αλλά είναι πάντα ενδιαφέρον όταν δένει με αδιάψευστα τεκμήρια. Και το εν ψυχρώ χτύπημα της διαδήλωσης στο Σύνταγμα, βάσει σχεδίου, χωρίς να έχει συμβεί το παραμικρό. Ποιος είπε, εξάλλου, πως νοιάζονται για τα προσχήματα;

Βασικά αυτό είναι υλικό για να γράψει κανείς δίσκο, πχ τη συνέχεια από τα «Τροπάρια για Φονιάδες» του Μικρούτσικου (Ανδρέα, ψήνεσαι για ένα κύκνειο άσμα;). Για τους ένστολους, αφιονισμένους μπάχαλους, πάλι, είναι απλά μια μέρα στη δουλειά -στην κυριολεξία.

Αν στην περίπτωση του ΟΣΕ έβλεπαν όλοι οι ιθύνοντες το θανατηφόρο δυστύχημα να έρχεται αλλά δεν έκαναν απολύτως τίποτα για να το αποτρέψουν, στο μέτωπο της καταστολής, μοιάζει να είναι θέμα χρόνου να θρηνήσουμε θύματα και αυτό το γνωρίζει καλά η πολιτική ηγεσία τους. Δεν είναι, όμως, πολύ σαφές αν ενδιαφέρεται να το αποτρέψει ή αν -αντιθέτως- το επιδιώκει.

Κι αν κάποιος πιστεύει ότι η κυβέρνηση πληρώνει παθογένειες και αμαρτίες χρόνων, χωρίς να έχει την αποκλειστική ευθύνη για αυτές, βασικά το ξέσπασμα της οργής δεν αφορά μόνο όσα αμέλησε να κάνει για να αποτρέψει το έγκλημα στα Τέμπη, αλλά όσα έκανε εκ των υστέρων για να το «διαχειριστεί».

Χτύπησε στυγνά και επανειλημμένα τα παιδιά που διαμαρτύρονταν στον δρόμο. Φρόντισε να τα φορτώσει όλα στον «μοιραίο σταθμάρχη». Μετά στους συνδικαλιστές και στην έλλειψη αξιολόγησης. Ξέπλυνε καλά τις ευθύνες του Καραμανλή και τον έβαλε εκ νέου υποψήφιο. Πήγε σαν τον λύκο στην αναμπουμπούλα να περάσει και την ιδιωτικοποίηση του νερού. Ζήτησε ονόματα απεργών, για να τους φακελώσει και να τους τρομοκρατήσει. Κυνήγησε διοικητικά τους μαθητές που βγήκαν μπροστά.
Πού να μην υπολόγιζε δηλαδή προεκλογικά και το πολιτικό κόστος...

Το ζήτημα είναι ως πότε θα δρουν ασύδοτα, νιώθοντας πως έχουν το ακαταλόγιστο. Ιδίως στο κομμάτι της ανεξέλεγκτης κρατικής βίας. Ως πότε θα νιώθει ελεύθερος ο εκάστοτε Τάκης να κυκλοφορεί χαλαρός στη Βουλή, να χαριεντίζεται με συναδέλφους και να κάνει τον πολιτικό συνήγορο της κρατικής καφρίλας; Το ζητούμενο δεν είναι να νιώσουμε εμείς μια προσωρινή ηθική ικανοποίηση (και να χαρεί ο «αριστεριστής» που μπορεί να κρύβουμε μέσα μας) κάνοντάς τους να τρομάξουμε. Αλλά να καταλάβουν -όπως είχε πει και ο Παφίλης κάποτε στη Βουλή- πως το ξύλο έχει δύο άκρες και μπορεί να τους γυρίσει μπούμερανγκ.

-.-

Τελικά το πιο αστείο, σε αυτή την ιστορία, αν και παίζει εκτός συναγωνισμού, είναι ο θίασος της ΓΣΕΕ. Ο καλύτερος φίλος της -εκάστοτε- κυβέρνησης, που θεωρητικά καλούσε σε συγκέντρωση στο Σύνταγμα. Αλλά αν πήγαινες την καθορισμένη ώρα, θα έβλεπες μόνο τη νεολαία ΣΥΡΙΖΑ (αλίμονο), το μπλοκ του ΑΚΕΠ, μια σημαία με σταυρό στα ασπρόμαυρα και έναν φωτορεπόρτερ που αναρωτιόταν αν αυτοί ειναι αναρχικοί. Δεν ήταν ούτε καν το ΣΕΚ που ονειρεύεται το Ενιαίο Μέτωπο και γίνεται παραδοσιακά ο χειροκροτητής της ΓΣΕΕ, αλλά αυτή τη φορά προτίμησε τη συγκέντρωση της ΑΔΕΔΥ στην Κλαυθμώνος.

Ο Παναγόπουλος και το παρεάκι του όμως, πουθενά. Και τρεις ώρες να περνούσε η πορεία του ΠΑΜΕ από το Σύνταγμα, δε θα είχε καμία ελπίδα να πετύχει στα πέριξ τους εργατοπατέρες, που δεν είχαν στήσει καν μια κερκίδα για την υποτιθέμενη συγκέντρωση, στην οποία καλούσε η αφίσα τους, με εμφανείς επιρροές από την Ιωάννα της Λοραίνης: Εσείς ακούτε τις φωνές ή είστε τίποτα βολεμένοι αστοί, που ρουφάτε αίμα εργατικό;

Μπορεί οι δυνάμεις καταστολής να μην προστατεύουν ακριβώς τους εργαζόμενους, προστατεύουν όμως -και πολύ αποτελεσματικά μάλιστα- τους εργατοπατέρες. Το έκαναν με μεγάλη επιτυχία πριν από τρία χρόνια στην εργατούπολη του Καβουριού, και έκτοτε η ΓΣΕΕ κάνει ό,τι μπορεί για να ξεπληρώσει τα γραμμάτια στους προστάτες της. Κρύφτηκε για μια διετία πίσω από το πρόσχημα της πανδημίας, έλειπε στις 8 Μάρτη γιατί ετοίμαζε -λέει- το Συνέδριό της και χτες εφάρμοσε για πολλοστή φορά το πρωτοπόρο σύστημα της τηλε-απεργίας (!), όπου ο δήθεν απεργός κρατά τη γραμμή «μένουμε σπίτι» και αγωνίζεται από εκεί υπεύθυνα, χωρίς να ταλαιπωρεί τους συμπολίτες του στον δρόμο.

Εντάξει, προκήρυξαν 24ωρη απεργία, έβγαλαν και αφίσα, τι άλλο περιμένατε; Να τρέξουν κιόλας για την επιτυχία της και να δηλώσουν «παρών»; Πόσος μαξιμαλισμός πια; Έχουν άλλωστε εσωτερικά θέματα και βαριά σεκλέτια να λύσουν, μετά τις καταγγελίες της ΔΑΚΕ του Κουτσιούκη για τη συμμαχία που έσπασε. Τέτοιος πόνος και λυγμός, που συγκίνησε ακόμα και τον Τασιούλα του ΠΑΜΕ που τους αφιέρωνε από το βήμα καψουροτράγουδα, για να τα βρούνε.

Όλα τα έδωσα για σένα, τίποτα δεν κράτησα
Γιατί εσένα στη ζωή μου, μόνο εσένα αγάπησα

Και στο τέλος να τραγουδάνε:

Θα προχωράμε μαζί,
κάνε κουράγιο γιατί
Έχει ανηφόρα μπροστά...

Όποιος αγαπά καταλαβαίνει... (μετά το 8.44.00)

Η γραφειοκρατική κλίκα απέδειξε για άλλη μια φορά πως δεν έχει καμία απολύτως επίδραση στο ζωντανό κίνημα και είναι εντελώς περιττή η ύπαρξή της για τις απεργίες και τους μεγάλους αγώνες της τάξης μας. Η υπαρξιακή αγωνία της, όμως, δεν είναι ότι έχει χάσει κάθε χρηστική αξία για τους εργαζόμενους. Αλλά ότι είναι εντελώς άχρηστη και περιττή για τα αφεντικά της. Δεν τους χρησιμεύει ούτε καν ως κοινωνικός εταίρος σε έναν στημένο διάλογο με προκαθορισμένους όρους, αφού ακόμα και οι αυξήσεις-ψίχουλα στους μισθούς ανακοινώνονται πλέον απευθείας από την κυβέρνηση, χωρίς το θέατρο των σκληρών, πολύωρων διαπραγματεύσεων. Μη σου τύχει...

Και τώρα τι μέλλει γενέσθαι; Η επόμενη μέρα περιλαμβάνει νέες κινητοποιήσεις, ένα μέτωπο αιχμής ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού, που συνδέεται άμεσα με το εγκληματικό ξεπούλημα του ΟΣΕ, και πολλά κρίσιμα και ενδιαφέροντα ερωτήματα. Αλλά αυτά, καλώς εχόντων, σε επόμενη ανάρτηση.

Υστερόγραφο:

Αν ποτέ βγει τελικά ο δίσκος που λέγαμε (Τροπάρια για Φονιάδες ΙΙ), μπορεί να πει ως bonus track το νέο κομμάτι των ΚΘ για το έγκλημα στα Τέμπη. Και αν θεωρούσαν παράσημο για την μπάντα να ακούγονται τα τραγούδια της από τα μεγάφωνα στις συγκεντρώσεις, τώρα το πήγαν και ένα βήμα πιο πέρα, κάνοντας πρεμιέρα σε απεργιακή συγκέντρωση, για ένα επίκαιρο τραγούδι που σε λίγες ώρες ήταν στα χείλη όλων.

Πάντα τέτοια...

Πέμπτη 16 Μαρτίου 2023

Δεν υπάρχει τίποτα καλό σε ένα έγκλημα...

Κάποιοι ονομάζουν τα λάθη τους πείρα. Εμείς λέμε πείρα και ρεαλισμό τις διαψεύσεις του κινήματος και τις χαμηλές προσδοξίες που γεννάνε. Ο κόσμος αυτός ποτέ δε θα αλλάξει. Και ας ξέρουμε πως μπορεί και πρέπει να αλλάξει.

Η κοσμοπλημμύρα των πρόσφατων διαδηλώσεων δε διέψευσε απλώς την εγγενή απαισιοδοξία μας που την βαφτίζουμε ενίοτε σοφία, ρεαλισμό και πείρα. Υπερκάλυψε με σταχανοβίτικο ζήλο το πλάνο και τις προσδοκίες των πιο αισιόδοξων συντρόφων και μας άφησε να αναρωτιόμαστε και να ψάχνουμε ποιος ήταν ο καταλύτης που πυροδότησε το κλίμα, κάνοντας τη διαφορά. Όχι για να βρούμε τι πήγε λάθος στις προβλέψεις μας -και να προστεθεί στην ήδη υπάρχουσα πείρα- αλλά για να δούμε τι πήγε σωστά, να το επαναλάβουμε, να το ενισχύσουμε, να μην το αφήσουμε να σβήσει.

Μια εύστοχη εκτίμηση σημειώνει πως το έγκλημα στα Τέμπη έσπασε (ακριβέστερα: θρυμμάτισε και έκανε κομμάτια) το κοινωνικό συμβόλαιο της συναίνεσης, καθώς οι κρατούντες αποδείχτηκαν ανίκανοι να τηρήσουν τους πιο στοιχειώδεις όρους για την επιβίωση και την ασφάλειά μας -η οποία ανάγεται διαρκώς σε υπέρτατη αξία, όταν απευθύνονται σε νοικοκυραίους για τρομονόμους, αλλά την ξεχνάνε βολικά όταν μιλάμε για ασφάλιση, περίθαλψη και το ανύπαρκτο «κοινωνικό κράτος».

Για την ακρίβεια, (οι κρατούντες) αποδείχτηκαν ικανοί για το πιο στυγερό έγκλημα, για να διασφαλίσουν τους όρους του κέρδους τους, όπως δείχνει γλαφυρά ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο», στο viral απόσπασμα, που αναπτερώνει τις ελπίδες των Χατζηφραγκέτα για τη σχέση τους.
(
Και το Κεφάλαιο του Μαρξ, που πήρα στη γιορτή σου...)

Με άλλα λόγια, ο κοιμώμενος γίγας λαός ξεσηκώθηκε γιατί σκοτώνουν τα παιδιά μας και το μέλλον μας.

Αυτό είναι σωστό, αλλά ως ερμηνευτικό εργαλείο δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί δε συνέβη κάτι αντίστοιχο πχ την περίοδο της πανδημίας -που δεν τελείωσε ακόμα- οπότε βλέπαμε κάθε μέρα σε επανάληψη το έργο της κρατικής δολοφονίας, σαν τη μέρα της μαρμότας, σε έναν εφιάλτη χωρίς τέλος.

Δεν έχω απάντηση στο ερώτημα, ούτε σκοπεύω να το πιάσω αναλυτικά, για να βρω αίτια, ευθύνες κτλ. Αν πάντως κάποιοι καταλογίζουν τέτοιες στην οργανωμένη πρωτοπορία για τη στάση της και τη στόχευσή της (τακτική και στρατηγική), ας λάβουν υπόψη τους ότι είναι οι ίδιες δυνάμεις, με την ίδια ακριβώς στάση - πολιτική στόχευση, που τώρα μπαίνουν μπροστά και οργανώνουν -ως ένα βαθμό- τον χείμαρρο οργής που ξεχείλισε τους δρόμους σε όλη τη χώρα. Οπότε μπαίνει το ερώτημα γιατί αυτό που τότε φαινόταν-αποδείχτηκε (;) ανεπαρκές, τώρα έδωσε τόσο διαφορετικό αποτέλεσμα. Και δεν είμαι σίγουρος πως η διαφορά εξηγείται από τον υποκειμενικό παράγοντα και τη στάση της πρωτοπορίας.

Στα Τέμπη η κυβέρνηση αντέγραψε τη συνταγή για τον κορονοϊό και επικέντρωσε στο χαρτί της «ατομικής ευθύνης», βρίσκοντας στον σταθμάρχη τον αναγκαίο αποδιοπομπαίο τράγο για το σκηνικό της «τραγωδίας». Το ζήτημα είναι γιατί όσοι κατάλαβαν πως έχουμε να κάνουμε με κρατική δολοφονία, δεν είχαν την ίδια κριτική ικανότητα τον καιρό της πανδημίας, που είχαν περισσότερα στοιχεία για να φτάσουν στο ίδιο συμπέρασμα. Ίσως γιατί κατάφερε να τους πείσει η κυβέρνηση πως η πανδημία αφορά πρωτίστως κάτι γέρους, ηλικιωμένους που έχουν φτάσει στη δύση της ζωής τους -κάτι που δεν μπορεί να ισχυριστεί για τα παιδιά που είδαν τα όνειρά τους να γκρεμίζονται στα Τέμπη.

Μια παράμετρος που συνέβαλε πιθανότατα στο ξέσπασμα και την έκταση της οργής, ήταν η προκλητική στάση των δημοσιολόγων του συστήματος, που έκαναν λάθος εκτίμηση, βασισμένοι και αυτή στην πείρα τους (που την απόκτησαν από τις δικές μας ανεπάρκειες και όχι από δικά τους λάθη). Είχαν μάθει να βγαίνουν με χυδαίο, επιθετικό λόγο και να έχουν το ακαταλόγιστο, να μη συναντούν σοβαρές, μαζικές αντιδράσεις πέρα από τον κλειστό κύκλο των συνήθων υπόπτων ή το καθιερωμένο σούσουρο στα social media, που λειτουργεί μάλλον εκτονωτικά σε τελική ανάλυση.

Πιο χυδαία και χαρακτηριστική έκφραση αυτής της αλαζονείας της (τέταρτης και όχι μόνο) εξουσίας ήταν το κυνικό επιχείρημα πως το έγκλημα (που στη διπλή τους γλώσσα βαφτίζεται «τραγωδία» ή «δυστύχημα» στην καλύτερη) είναι μια θαυμάσια ευκαιρία να φτιάξουμε ένα σύγχρονο, ασφαλές δίκτυο, σύμφωνα με τις τεχνολογικές προδιαγραφές του αιώνα μας.

«Θαυμάσια ευκαιρία» μπορεί να ήταν αν είχαν πάρει σοβαρά την ανακοίνωση των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ: δε θα περιμένουμε το δυστύχημα που έρχεται για να δούμε τα κροκοδείλια δάκρυά τους. Ή έστω τις εκατοντάδες δυσλειτουργίες, καθυστερήσεις και τα προβλήματα στο δίκτυο και τα δρομολόγια, που δεν ήταν απλά καμπανάκια κινδύνου αλλά καμπαναριό ολόκληρο. Και αν γίνονταν αντιληπτά, έστω εμπειρικά, από το επιβατικό κοινό, αντιλαμβάνεται κανείς τι εικόνα θα είχαν για αυτά οι αρμόδιες αρχές και η πολιτική τους ηγεσία: ο υπουργός Μεταφορών.
Αυτός όμως, μια βδομάδα πριν το «δυστύχημα», έλεγε πως είναι ντροπή να μιλάμε για θέματα ασφάλειας. Και τον κάλυψε ένας συνάδελφός του, υπουργός, λέγοντας πως δε θα ήταν υπεύθυνο να είχε παραδεχτεί δημόσια ότι υπάρχει τέτοιο πρόβλημα!

Οι αρχές δεν έκαναν απολύτως τίποτα για να αποτρέψουν το έγκλημα και είναι εντελώς αμφίβολο αν θα κάνουν κάτι έστω εκ των υστέρων. Το μόνο σίγουρο είναι πως δε θα εκτροχιαστούν εκατοστό από τη ράγα της δολοφονικής πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων.
Κάθε ένδειξη δική τους «μεταμέλειας», κάθε σκυμμένο κεφάλι στο υπουργικό συμβούλιο, είναι βγαλμένη από το εγχειρίδιο του καλού Φαρισαίου. Και το μόνο που λείπει, στο κλίμα της εποχής των Φαρισαίων, όταν μιλάνε για «θαυμάσια ευκαιρία», είναι οι Εσταυρωμένοι από την τελευταία σκηνή στη ζωή του Brian να τραγουδάνε:
Δες την καλή πλευρά του θανάτου...

{Παρενθετικά. Στα ελληνικά, ο τίτλος της ταινίας των Monty Python ήταν εντελώς μοντιπαϊθονικός: Ένας προφήτης, μα τι προφήτης!

Τον θυμήθηκα συνειρμικά, βλέποντας τις αντιδράσεις των «Ράδιο-Αρβύλα», που άκουγαν τον Κατσώτη στη Βουλή να προειδοποιεί για την κατάσταση στα τρένα και το έγκλημα που έρχεται. Και έμεναν με το στόμα ανοιχτό, λες και τους βρήκε τη μοίρα στα χαρτιά. Το μόνο που ξέχασαν να πουν για τον... «προφήτη» ήταν η πολιτική του ιδιότητα ως κομμουνιστής -που ήταν και το κλειδί για τις «μαντικές του ικανότητες».

Συγκρίνεις το επίπεδο αυτής της «σάτιρας» με τους Μόντι Πάιθον και... Και θυμώντας τα να κλαις.

Εν τω μεταξύ, κάπου πήρε το μάτι μου, σε ένα πρόσφατο ζάπινγκ, τον γνωστό ιστορικό Μαραντζίδη στο πάνελ των Ράδιο-Αρβύλα. Το σκέφτεσαι, αναρωτιέσαι αν ο επόμενος καλεσμένος θα είναι ο Καρπόζηλος από τους πάλαι ποτέ «θρυλικούς επτά», νιώθεις σαν τον Τσάντλερ στα «Φιλαράκια», που παλεύει μέσα του για να μην ξεκινήσει το χαβαλέ, και τελικά παραιτείσαι. Είναι από μόνο του τέτοιο αυτοτρολάρισμα, που δεν μπορείς να πεις τίποτα για να το χλευάσεις. Σε ξεπερνάει, είναι αήττητο, σε έχει καταβάλει.


Ίσως η καλύτερη ομολογία του ενός πως το ιστορικό του έργο είναι κατά βάση κωμικό -με τελευταίο επίτευγμα μια ιστορία του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, «στη σκιά του Στάλιν». Ή των άλλων (του Αρβύλα) πως ο Μαρατζίδης τα καταφέρνει καλύτερα από αυτούς.}

Μπορεί να γελάμε πικρά για την περίσταση, που ούτως ή άλλως δε σηκώνει πολλά αστεία, αλλά αυτό δεν είναι μια περιστασιακή αμυντική γραμμή του αστικού κόσμου, αλλά διαχρονικά ένα από τα κυρίαρχα αφηγήματά του.

Μπορεί να το καταλάβει κανείς διαβάζοντας πχ από διαστροφή -όπως από διαστροφή το κράτησα και εγώ, όταν μου το δώρισε ένας συνάδελφος, με το σκεπτικό πως με ενδιαφέρουν οι ιστορικές μελέτες...- το βιβλίο του Καλύβα «Καταστροφές και Θρίαμβοι». Που μαρτυρά εν πολλοίς από τον τίτλο το περιεχόμενό του και ο βασικός ισχυρισμός του είναι πως το σύγχρονο ελληνικό κράτος «δεν το σκιάζει φοβέρα καμιά», γιατί μετά από κάθε μεγάλη «εθνική τραγωδία» - καταστροφή, αναγεννιέται σαν τον φοίνικα από τις στάχτες του και ακολουθεί μια καμπή και ένας κύκλος ορμητικής ανάπτυξης που πιστοποιεί την... νομοτελειακή πρόοδο του έθνους, που «ξανά προς τη δόξα τραβά, τραβά, τραβά».


Και αν η πολιτική σκοπιμότητα του βιβλίου είναι σαφής και εύκολα αναγνωρίσιμη, αφού γράφτηκε μες στην κορύφωση της κρίσης και έπρεπε να δίνει αχτίδες αισιοδοξίας (και ανάσες αξιοπρέπειας αν ήταν του «αριστερού Μαραντζίδη») καθώς βγαίναμε μωρό μου βγαίνουμε από το τούνελ, ο λογικός πυρήνας του δεν παύει να είναι κυνικός και απολύτως ενδεικτικός για τους κυνικούς υπολογισμούς της τάξης που υπηρετεί και εκπροσωπεί.

Καταστροφές εσείς; Θρίαμβοι εμείς.
Γκολ εμείς; Σέντρα εσείς. Μην τα παρατάτε.
Οι θάνατοί σας; Τα κέρδη μας.
Τούνελ εσείς; Βγαίνουμε στο φως εμείς...

{Παρεμπιπτόντως, το δίδυμο Καλύβα-Μαραντζίδη είναι μακράν η καλύτερη και πιο γλαφυρή απεικόνιση, σε επίπεδο ιστορικών και όχι μόνο, της συγκυβέρνησης και του μεγάλου συνασπισμού που έρχεται -και, όπως ακριβώς με το έγκλημα των Τεμπών, δε θα περιμένουμε να την δούμε, για να την αναγγείλουμε και να την καταγγείλουμε. Ούτε θα πέσουμε από τα σύννεφα, όταν σμίξουν βουνό με βουνό, τα δυο αστικά κόμματα που μαλώνουν ποιος είναι ο Όλυμπος και ποιος ο Κίσσαβος.}

Η σύγχρονη ελληνική ιστορία δεν είναι παρά ένας κύκλος με ταυτόχρονες τραγωδίες και θριάμβους, σαν τις δύο πλευρές ενός νομίσματος. Εξαρτάται από ποια ταξική πλευρά το βλέπεις... Από τη μια πόνος, εκμετάλλευση, και όνειρα που γίνονται κρέας για τα πολεμικά κανόνια. Από την άλλη, μικροί ή μεγάλοι θρίαμβοι, σαξές στόρι ανάπτυξης και «εθνικοί στόχοι» που σκεπάζουν τον πραγματικό κόσμο και λειαίνουν τις γωνίες του -μαζί με τις αιχμές του ταξικού λόγου.

Αν μπορούσαν, θα είχαν εντάξει τα Τέμπη στο ίδιο ακριβώς αφήγημα. Αλλά το «εθνικό πένθος» που κήρυξαν δεν μπορεί να σκεπάσει το τσουνάμι της λαϊκής οργής και τα -δυνάμει- ταξικά της χαρακτηριστικά. Ούτε να μας κάνει χρυσόψαρα χωρίς μνήμη και να αρχίσουμε να σφυράμε αδιάφορα, βλέποντας την καλή πλευρά του θανάτου...

Σφύριξε χαρούμενα μπορείς...

Υγ: Υπάρχει μια ακόμη ουσιώδης παράμετρος, για τη διαφορά του δικού μας κόσμου από τον δικό τους. Αλλά καλύτερα να πάει σε δεύτερο μέρος, για να μη στριμωχτεί σε έναν μικρό επίλογο και ξεχειλώσει το κείμενο.

Κυριακή 12 Μαρτίου 2023

Η εκλογική παγίδα... - Να μη γίνει η φωνή μας εκλογική αφωνία...

Ανεξάρτητα από την εκτίμηση που μπορεί να έχουμε για τον χαρακτήρα του, το ταβάνι και την εμβέλειά του, ο Μάης του ’68 στο Παρίσι είχε συγκεκριμένα γνωρίσματα: εκατοντάδες χιλιάδες στον δρόμο, μαζικές διαδηλώσεις, μαχητικές οργανωμένες απεργίες που έδωσαν τον τόνο και κοινωνικό αναβρασμό. Μόλις ένα μήνα μετά, ο Ντε Γκολ -που στο ενδιάμεσο είχε αναγκαστεί να φύγει και στο εξωτερικό για να οργανώσει τις άμυνές του- έβγαινε θριαμβευτής των εκλογών. Όχι μόνο δε χρειάστηκε να καταφύγει στη δύναμη των όπλων για να θωρακίσει την εξουσία του, αλλά μπορούσε να επικαλεστεί τη «σιωπηλή πλειοψηφία» και τη δημοκρατική νομιμοποίηση που του έδινε, για να συνεχίσει στην ίδια κατεύθυνση. Ιστορικά, εξάλλου, δεν ήταν η πρώτη φορά που το εξεγερμένο Παρίσι πνιγόταν στον βάλτο της μακάριας αταραξίας της γαλλικής επαρχίας.

Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς οι εκλογές, ως γιορτή -ή μάλλον πανηγυράκι- της αστικής δημοκρατίας, μπορούν να σβήσουν ένα δυναμικό, αναπτυσσόμενο κίνημα. Δεν είναι απαραίτητα, όμως, το πιο αντιπροσωπευτικό. Μπορεί να μην υπάρχει πάντα ευθεία αντιστοίχηση, σε γενικές γραμμές ωστόσο, οι κοινωνικοί αγώνες βρίσκουν κάποια έκφραση στα αποτελέσματα των εκλογών.

Για παράδειγμα, το ριζοσπαστικό κλίμα της Μεταπολίτευσης έφερε τη φθορά και τη σταδιακή συρρίκνωση της ΝΔ και την «Αλλαγή» του ΠΑΣΟΚ, που -μολονότι ψευδεπίγραφη- στην εποχή της θεωρήθηκε ως ένα είδος αναδρομικής δικαίωσης του Εαμογενούς κόσμου. Ενώ οι μαζικοί αγώνες της διετίας 2010-12 έφεραν την εκλογική κατάρρευση του κραταιού δικομματισμού -και σε δεύτερη φάση την αλλαγή σε κυβερνητικό επίπεδο.

Τα παραπάνω παραδείγματα από τη σύγχρονη ελληνική ιστορία είναι απολύτως αντιπροσωπευτικά αυτής της τάσης και δείχνουν ποια είναι η βασική στόχευση των αστικών επιτελείων στην παρούσα συγκυρία. Να καναλιζάρουν την οργή, που είναι μεγάλο ποτάμι φουσκωμένο στους δρόμους, για να το κατευθύνουν να εκβάλει ειρηνικά στις κάλπες και να αποφασίσει ο «κυρίαρχος λαός» ποιος θα συνεχίσει την πολιτική που σκοτώνει τα παιδιά του.

Ήδη από την πρώτη μέρα, πάνω από τις στάχτες και τα θύματα στα Τέμπη, η βασική ανησυχία των ΜΜΕ ήταν πώς θα επηρεαστεί ο προγραμματισμός της κυβέρνησης για τις εκλογές -που φαινόταν να κλειδώνουν για τις 9 Απρίλη- αν θα κληθεί να πληρώσει πολιτικό κόστος και αν αυτό ήταν ευθέως συγκρίσιμο με το αντίστοιχο για το έγκλημα στο Μάτι. Μετά τον εκρηκτικό απόηχο της 8ης Μάρτη, έχουν πέσει πάνω του για να τον ερμηνεύσουν, να τον μετρήσουν, να τον ελέγξουν -και βασικά να τον οδηγήσουν σε εκτόνωση, εκλογική ή μη. Ενώ πλέον αρχίζουν να σκάνε κυνικά οι πρώτες δημοσκοπήσεις και εσύ αναρωτιέσαι με τι εκνευρίζεσαι περισσότερο: με τον ωμό κυνισμό τους ή με το μαγείρεμα των ευρημάτων -που κάνει ωστόσο ακόμα πιο ωμό τον κυνισμό.

Η προεκλογική περίοδος φαίνεται να πλακώνει τα πάντα, καθορίζοντας τη στάση και τις κινήσεις των αστικών κομμάτων. Ο Καραμανλής παραιτήθηκε δακρυσμένος, απλά και μόνο για να παίξει προεκλογικά το χαρτί της «πρωτοφανούς υπουργικής ευαισθησίας» του και να κατέβει αναβαπτισμένος στις προσεχείς εκλογές, με... «ηθικό πλεονέκτημα»! Ενώ τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου έπαιξαν τους τεθλιμμένους συγγενείς ενώπιον φωτογράφων, σε κλίμα μεγάλης Παρασκευής, θέλοντας να διασκεδάσουν τις αρχικές άθλιες εντυπώσεις και τον πάντα χαμογελαστό αρχηγό τους.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έκρυψε τις πρώτες μέρες τον Σπίρτζη -που τελικά βγήκε να μας πει ότι επί ροζ διακυβέρνησης όλα κυλούσαν αρμονικά- και τον αρμόδιο τομεάρχη Ν. Παππά από τα κανάλια, για να μην μπει στο κάδρο της καταστροφής και της ιδιωτικοποίησης. Ταυτόχρονα μας διαβεβαίωσε ότι δεν είναι ώρα να αναζητηθούν πολιτικές ευθύνες, γιατί θα «λογαριαστούμε μετά» -δηλαδή στην κάλπη.

Παρόλα αυτά, η στρατηγική τους παραμένει αμετακίνητη, υπερβαίνοντας συγκυριακές σκοπιμότητες και εκλογικές προτεραιότητες. Η ΝΔ πήγε να περάσει, σαν τον λύκο στην αναμπουμπούλα, με συνοπτικές διαδικασίες την ιδιωτικοποίηση του νερού, και αν δε στούκαρε στο τείχος της πραγματικότητας, θα συνέχιζε το τροπάρι της «ατομικής ευθύνης» του σταθμάρχη, με τη συνταγή της πανδημίας. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ, από θέσεις «υπεύθυνης αντιπολίτευσης», απέφυγε να οξύνει το κλίμα και δεν πήρε την παραμικρή δέσμευση -έστω προεκλογικά, για τα μάτια των ψηφοφόρων- πως θα αλλάξει το νομικό, ιδιοκτησιακό καθεστώς του ΟΣΕ -όπως έκανε σε άλλα μέτωπα.

Δεν αλλάζει η στρατηγική για ένα κωλοτρένο «δυστύχημα», ρε μ...ες.

Δηλαδή εμάς δε μας ενδιαφέρουν οι εκλογές;

Εδώ μπορείς να πεις ένα ξερό «όχι» και να σταματήσεις, σαν την Πυθία. Γιατί με τέτοια διατύπωση, όποια και αν είναι η απάντηση, δεν μπορεί παρά να ξεκινά με ένα «όχι» -και ΟΧΙ, δεν είναι κουκουέδικο κόλπο.
-Όχι, δε σημαίνει πως δε μας ενδιαφέρουν.
ή: -Όχι, δε μας ενδιαφέρουν.
Ας δούμε πιο αναλυτικά κάθε ενδεχόμενο.

-Όχι, δε σημαίνει πως δε μας ενδιαφέρουν. Αλλά «δεν είμαστε σαν τα μούτρα τους», όπως λέει μια ψυχή, να βάζουμε τα εκλογικά κέρδη πάνω από τις ανθρώπινες ζωές.
Επιπλέον: ένα άνυδρο, καταθλιπτικό σκηνικό δεν μπορεί παρά να δώσει εξίσου θλιβερά αποτελέσματα. Κι η μόνη λύση για οξυγόνο είναι να αλλάξει ριζικά το τοπίο -πρωτίστως, ως προϋπόθεση, κοινωνικά και παρεμπιπτόντως, και εντελώς δευτερευόντως, εκλογικά. Το οξυγόνο όμως θα έρθει από όσους διαδηλώνουν στον δρόμο και όχι από τη στενωπό (σχισμή) μιας ψηφοδόχου κάλπης.

-Όχι, δε μας ενδιαφέρουν.
Όχι με την έννοια πως κάνουμε εκλογικό σαμποτάζ και δε συμμετέχουμε στη... «γιορτή της δημοκρατίας», που είναι απλώς ένα πανηγυράκι χωρίς αντίκρισμα. Αλλά γιατί καμία αλλαγή δεν προήλθε ποτέ από τις κάλπες -πλην της κάλπικης του ΠΑΣΟΚ. Ο Ένγκελς σημείωνε σωστά πως το εκλογικό δικαίωμα δεν είναι παρά ένας δείκτης της ωριμότητας της εργατικής τάξης. Δεν μπορεί να είναι τίποτα παραπάνω, γιατί δε βοηθά να ωριμάσουν οι συνθήκες. Ούτε μπορεί να είναι στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, όταν λαμβάνουν χώρα πιο ενδιαφέρουσες διαδικασίες.

Το δικό μας καθήκον είναι απλό: να βοηθήσουμε να αναπτύξουν όλη τη δυναμική τους, να κάνουν πράξη τον φόβο του εσμού της εξουσίας που τρομάζει από την «αντισυστημική ψήφο» και την προοπτική τους. Και βασικά να απενεργοποιήσουμε τις παγίδες -εκλογικές και μη- που θα βάλει το σύστημα στον δρόμο τους, για να τις κάνει να σβήσουν, χωρίς να αφήσουν κανένα ουσιαστικό αποτύπωμα.

Πέμπτη 9 Μαρτίου 2023

Το αυθόρμητο όπως ακριβώς το θέλουμε

 Μια βασική δυσκολία στην αποτίμηση της χτεσινής 8ης Μάρτη ήταν να υπολογίσει κανείς το μέγεθος της διαδήλωσης στο κέντρο της Αθήνας (και όχι μόνο). Όχι γιατί είχαμε χρόνια να δούμε τέτοια πλήθη και ξεχάσαμε πώς να τα υπολογίζουμε χοντρικά, αλλά γιατί ήταν εξαιρετικά δύσκολο να μετακινηθείς από το ένα μπλοκ στο άλλο (λόγω της πυκνότητας στα Προπύλαια) και να πιάσεις τη συγκέντρωση από την αρχή ως το τέλος. Και ίσως ο πιο εύκολος τρόπος είναι να πάρεις τη φαιδρή εκτίμηση που δίνει η Αστυνομία για 30 χιλιάδες κόσμου και να την διπλασιάσεις -αν θες να είσαι μετριοπαθής.

Θα σας γκρεμίσουμε...

Χτες, βασικά, ακούγοντας ακόμα και απολιτίκ γλάστρες στο ραδιόφωνο να σχολιάζουν πως «η ταλαιπωρία σήμερα είναι για καλό σκοπό», ένιωθες να μπαίνει εμφατικά «Χι» στο κλισέ του αγανακτισμένου πολίτη και ντυνόσουν για λίγο αγανακτισμένος διαδηλωτής, για να καλύψεις το κενό.
Φέρε μικρόφωνο να στα πω...

Παστωθήκαμε στον ηλεκτρικό για να έρθουμε. Οι πιτσιρικάδες άκουγαν τραπ, φώναζαν συνθήματα μες στον συρμό, κανόνιζαν ποιος θα κατέβει Βικτώρια και ποιος Θησείο, για να μοιραστούμε. Μαρτύριο σκέτο...
(...)
Είμαστε καρφωμένοι στο ίδιο σημείο, εδώ και δυόμισι ώρες, εγκλωβισμένοι σαν το φιδάκι στα παλιά κινητά. Περιμένουμε να ξεκινήσει η πορεία, αλλά δεν έχουν πού να πάνε τα μπλοκ, όλοι οι δρόμοι φρακαρισμένοι είναι, λες και παίζουμε σε μποτιλιάρισμα στη Λουτετία του Αστερίξ. «Και να πάω πού ρε μπάρμπα...»
(...)

Δεν υπάρχουν καν μεγάφωνα να ακούσουμε τι λένε στα Προπύλαια. Δεν υπάρχει ένας υπεύθυνος να μας πει τι θα γίνει, πού θα πάμε, πότε περίπου θα ξεκινήσουμε, ποιος περιφρουρεί τη Βουλή. Δεν υπάρχει κράτος. Αντιθεσμοί έστω...
(...)
Έχει πάει κοντά 4 και δεν έχουμε καν πλησιάσει το Σύνταγμα. Μόνο την Ομόνοια περικυκλώσαμε από τη Σωκράτους και τώρα στρίβουμε από την Πειραιώς, για να κατέβουν τα μπλοκ μπροστά που έφαγαν χημικά. Πάλι τσάρκα στο Μεταξουργείο θα κάνουμε. Δε βγαίνει τίποτα με τις πορείες...

Ουρές, ορθοστασία, ταλαιπωρία σκέτη... Είναι κατάσταση αυτή; Να οργανωθούμε λίγο...

Η βασική αντίφαση που καθόριζε το προτσές της χτεσινής διαδήλωσης ήταν απλή: ενώ γνώριζες πολύ καλά -ή αντιλαμβανόσουν έμμεσα- ότι λαμβάνει χώρα κάτι μεγαλειώδες σε όλη την Ελλάδα, η προσωπική σου μαρτυρία μπορεί να 'ταν ελάχιστα ηρωική, χωρίς τίποτα μεγαλειώδες. Να ήσουν πχ ακινητοποιημένος για ώρες στην Πανεπιστημίου, σε σημείο που δεν έφτανε καν ο ήχος από τη μικροφωνική στα Προπύλαια, για να πάρεις λίγο κλίμα και να νιώσεις πολιτικό ζώο. Περίμενες μιλώντας με κόσμο γύρω σου, βλέποντας ροή ειδήσεων και φωτογραφιών στο κινητό, ενώ αναρωτιόσουν ποια είναι η δική σου συμμετοχή στο θαύμα της φύσης κοινωνίας που ξεσηκώνεται.

Και όμως, αυτό ακριβώς ήταν ίσως η καλύτερη πιστοποίηση του όγκου της διαδήλωσης και του ιστορικού χαρακτήρα της. Ότι δεν έφτανε το εμπειρικό κριτήριο ενός ατόμου, για να την αγκαλιάσει ολόκληρη και να βγάλει συμπέρασμα. Ακόμα και εδώ, η μόνη λύση ήταν συλλογική...

Ήταν σίγουρα -και με διαφορά- η μεγαλύτερη διαδήλωση της τελευταίας δεκαετίας -δηλαδή από το ’13, που σε κάνει να συνειδητοποιείς πώς περνάει ο χρόνος, και ας μην είναι ιστορικά συμπυκνωμένος. Πολύ κοντά στις τεράστιες διαδηλώσεις της διετίας 2010-12: την 5η Μάη του ’10, με το πρώτο μνημόνιο, τον Ιούνιο του ’11 με το Μεσοπρόθεσμο, την 19η Οκτώβρη (στη 48ωρη απεργία, μια μέρα πριν τη δολοφονία του Κοτζαρίδη) και τη 12η Φλεβάρη του 2012. Και ανά περιπτώσεις, ακόμα μεγαλύτερη. Σε πολλές πόλεις της επαρχίας, κατέβηκε το μισό εκλογικό σώμα (και βάλε), ενώ τα μπλοκ των μαθητών ξεπερνούσαν ακόμα και τις μέρες του Αλέξη, με τις κινητοποιήσεις για τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου.
Δεν είναι κλισέ, ούτε υπερβολή. Η χτεσινή λαοθάλασσα στους δρόμους έγραψε ιστορία!

Αυτό που τονίζει λίγο παραπάνω την αξία της χτεσινής ημέρας, είναι με τι όρους και απέναντι σε ποιους κατάφερε ο κόσμος αυτόν τον μικρό άθλο. Νικώντας τον φόβο και τα γνωστά καθάρματα, που δουλεύουν πάντα μαζί σαν συμμορία.

-Το όργιο καταστολής του Θεοδωρικάκου, που πίστευε ότι η βία θα τρομάξει τους πιτσιρικάδες και ότι αν κλείσει τους μισούς σταθμούς του Μετρό στο ιστορικό κέντρο, θα ανακόψει το φουσκωμένο ποτάμι της λαϊκής οργής.

-Την προπαγάνδα των καναλιών, που ξαναπιάνουν ιστορικό χαμηλό αξιοπιστίας (όπως πριν από δέκα χρόνια) και αλλάζουν σταδιακά τροπάρι, καλοπιάνοντας πλέον τα παιδιά που διαμαρτύρονται και αγανακτούν -περίπου όπως έκαναν στις Πλατείες.

-Την ανυπαρξία της ΓΣΕΕ του χομπίστα Παναγόπουλου, που... συνεδριάζει και δεν μπορεί να κηρύξει μια απεργία. Χωρίς ντροπή. Διακοπή για μουσική αφιέρωση.

(Ας σημειωθεί παρενθετικά πως σήμερα, με το συνέδριο της ΓΣΕΕ, κλείνει ένας κύκλος που άνοιξε με τη διεξαγωγή του προηγούμενου στο Καβούρι, υπό την υψηλή προστασία των ΜΑΤ και της κυβέρνησης. Η κλίκα του Παναγόπουλου ξεπλήρωσε με το παραπάνω τη χάρη στον πολιτικό ευεργέτη της, κάνοντας ό,τι μπορούσε για να μην κουνηθεί φύλλο -εντός και εκτός πανδημίας.

Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι αυτή τη φορά, κάποιοι εργατοπατέρες -που είναι της ίδιας παράταξης και του ίδιου φυράματος- προχώρησαν σε μια σειρά Εργατικά Κέντρα στην προκήρυξη απεργίας. Είτε επειδή πιέστηκαν από τα γεγονότα, είτε επειδή ελίχθηκαν έξυπνα. Η ειδοποιός διαφορά είναι πως η ηγεσία της ΓΣΕΕ είναι ένα σάπιο προϊόν καλπονοθευτικών μηχανισμών, που δεν έχει καμία επαφή με την κοινωνία ούτε επηρεάζεται από τις διεργασίες που συντελούνται σε αυτήν -γι’ αυτό και ο Παναγόπουλος έχει μείνει αμετακίνητος στην καρέκλα του).

Ο εργαζόμενος λαός όμως μπορεί χωρίς αυτούς και βασικά ενάντια σε αυτούς. Και αυτό ήταν το πλέον σημαντικό ποιοτικό στοιχείο που ανέδειξε η 8η Μάρτη.

Αυτός ο κόσμος, που μέχρι χτες έμοιαζε υπνωτισμένος και διαχειρίσιμος, δεν τσίμπησε το αφήγημα του ανθρώπινου λάθους και αναγνωρίζει πως μιλάμε για κρατική δολοφονία. Δε μάσησε στον φόβο και στην οργανωμένη επιχείρηση τρομοκράτησής του, ούτε λούφαξε στη γωνία. Δεν εμπιστεύεται τη ροζ συμπολίτευση και τη λογική «μετά θα λογαριαστούμε», ούτε άλλα συνένοχα κόμματα. Δε φαίνεται να ξεθυμαίνει ή να εκτονώνει την οργή του με μούντζες και τηλεδιαγγέλματα. Δεν είναι "πάμε και όπου βγει..." Αντιθέτως, εξοργίζεται με τον εμπαιγμό και μοιάζει ανεξέλεγκτος, όσο η αντίδρασή του δεν καναλιζάρεται στις γνωστές βαλβίδες ασφαλείας του συστήματος.

Οπότε το σύστημα περνάει στη δεύτερη γραμμή άμυνας. Μετά το «ό,τι κινείται - καταστέλλεται», περνάει στη λογική «ό,τι δεν ελέγχουμε, το καταστέλλουμε πλαγίως, δια των επαίνων και του καλοπιάσματος»...

Οι αναλυτές των συστημικών ΜΜΕ φοβούνται την «αντισυστημική ψήφο» αυτού του οργισμένου πλήθους, υπονοώντας πως ο μηδενισμός του πολιτικού συστήματος μπορεί να οδηγήσει στην ανάκαμψη των νεοναζί -που είναι βέβαια δικό τους δημιούργημα. Δεν τους έχουν πιάσει όψιμες «Antifa» ανησυχίες, απλώς κρύβουν τους πραγματικούς τους φόβους για το κίνημα και τις προοπτικές του, μετά τους χοντροκομμένους χειρισμούς της κυβέρνησης (που της γύρισαν μπούμερανγκ και τώρα επιχειρεί να τους διασκεδάσει με την τακτική του δακρυσμένου κροκόδειλου, με τον πλέον άγαρμπο τρόπο). Και πασχίζουν να το θέσουν άμεσα υπό έλεγχο, με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα το Πάσχα ή -το αργότερο- τις επερχόμενες εκλογές, όποτε και αν γίνουν αυτές τελικά.

Αλλά εδώ δεν έχουμε την επανάληψη των Πλατειών ως φάρσα. Αυτοί οι διαδηλωτές είναι οργισμένοι αλλά δεν είναι «αγανακτίστας». Είναι κόσμος που κατέβηκε σε απεργία, μαθητές που κατέβηκαν μαζικά με τις τάξεις τους. (Και) Αυθόρμητα και οργανωμένα. Κόσμος που κατέβηκε χωρίς να τον βρούμε -δεν υπήρχε άλλωστε τόσος χρόνος για μεγάλη προετοιμασία της απεργίας- αλλά ίσως να τον είχαμε βρει κάπου, κάποτε, να είχε έρθει σε επαφή με κάποιες βασικές έννοιες. Κόσμος που είναι δεκτικός, μας ακούει προσεκτικά και υιοθετεί τα δικά μας συνθήματα στην παρούσα φάση.

Με άλλα λόγια, είναι ένα μαζικό, αυθόρμητο στοιχείο, που δεν έρχεται ποτέ «κατά παραγγελία» τη στιγμή που το θέλεις, αλλά έχει όλα τα χαρακτηριστικά που θέλουμε -ούτε παραγγελιά να 'ταν. Που δεν είναι δικό μας, «ιδιοκτησία» μας, αλλά βάζει στον δρόμο τη λογική που θέλουμε και ένα σωστό κριτήριο, ακόμα και αν δεν είναι κατασταλαγμένο. Που το θέλουμε όπως ακριβώς είναι, όχι για να το φέρουμε στα μέτρα μας, αλλά για να ποτίσει τον αγώνα με στοιχεία που μπορεί να μην είχε μέχρι τώρα, και να εμπλουτίσει τις μορφές του.

Είναι το περιβόητο αυθόρμητο, για το οποίο δεν υπάρχει καμία εγγύηση πως θα επιδείξεις σωστά αντανακλαστικά, για να πιάσεις τον παλμό του και τις αγωνίες του. Το αυθόρμητο που πρέπει να μάθουμε να το αφουγκραζόμαστε, να ενισχύουμε τους δεσμούς μας, να μάθουμε να δουλεύουμε μαζί του, να το βοηθάμε να προχωρά αλλά κυρίως να μαθαίνουμε από την επαφή μαζί του.

Κανείς δεν παραγνωρίζει τις αντιφάσεις του ή τις θολές αντιλήψεις που μπορεί να έχει αυτός ο κόσμος, κανείς δεν ονειρεύεται εφόδους στα χειμερινά ανάκτορα και άλλες ενδιαφέρουσες διαδικασίες. Κανείς δεν ξέρει πόσο ψηλά είναι το ταβάνι του και πού μπορεί να φτάσει -αυτό όμως εξαρτάται και από τη δική μας δράση ως ένα βαθμό. Μπορεί να έχει φτάσει ήδη στην κορύφωσή του και να σβήσει σιγά-σιγά ή -από την άλλη- να αποκτήσει άλλη δυναμική στην πορεία. 

Το βασικό είναι ότι υπάρχει, αναπτύσσεται και αλλάζει το καταθλιπτικό σκηνικό των πολλών τελευταίων χρόνων. Το ακόμα πιο βασικό είναι να βρει συνέχεια στον δρόμο και να μην το αφήσουμε βορά στα κανάλια τους -είτε τηλεοπτικά, είτε κανάλια εκτόνωσης της οργής, που έχουν χίλιες μορφές και πρόσωπα.

Η πιο δυνατή εικόνα-υπόσχεση των ημερών ήταν αυτός ο χείμαρρος παιδιών που βγήκαν στον δρόμο. Και δεν είναι ένα τυπικό κλισέ για τον επίλογο, αλλά επειδή πρέπει να γίνει ο ποταμός που θα τους πάρει και θα τους σηκώσει.

Η συνέχεια κάθε άλλο παρά επί της οθόνης...