Αν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο, θα ήταν παράνομες. Ομοίως και η αποχή. Μπορούν όμως να αλλάξουν το ηθικό μας -αυτό είναι ακόμα νόμιμο. Αρκεί να μη σπέρνουν εκλογικές αυταπάτες και χάσουμε τον κινηματικό μπούσουλα, δηλαδή τον δρόμο για τους δρόμους.
Στο αποτέλεσμα του κόμματος υπάρχουν μια σειρά ενθαρρυντικά στοιχεία, ποσοτικά και ποιοτικά. Αλλά στις πόσες ψήφους ανεβαίνουμε επίπεδο; Στους πόσους κόκκους γίνεται η άμμος σωρός; Στις πόσες μονάδες παύει η κινούμενη άμμος της κάλπης να είναι βάλτος και αρχίζει να κινείται πραγματικά;
Στις αστικές εκλογές οι νόμοι της διαλεκτικής καταργούνται και η ποσότητα δεν πρόκειται να γίνει ποτέ μια άλλη, επαναστατική ποιότητα, αν δε μεσολαβήσουν άλλες πιο ενδιαφέρουσες διαδικασίες, μιας εποχής που βρίσκεται σε ενδιαφέρουσα και κυοφορεί τους σεισμούς που μέλλονται να έρθουν, αλλά δίνει τερατογενέσεις όσο το νέο δεν μπορεί να γεννηθεί ακόμα, χωρίς τη μαμή της ιστορίας, περιμένοντας τον Γκοντό και την κάλπη, που είναι γκαστρωμένη, όπως έλεγε κάποτε ο Χαρίλαος -αλλά βγήκε ανεμογκάστρι με τους ανέμους της αλλαγής που σκόρπισαν τις ψευδαισθήσεις.
Τα διψήφια ποσοστά του κόμματος σε παλιά και νέα κάστρα (ενάντια στα παλιά και νέα τζάκια), στην Αττική, στον Δυτικό Τομέα της Αθήνας (και όχι μόνο), στην πόλη της Θεσσαλονίκης (στις περιφερειακές εκλογές) και η εντυπωσιακή άνοδος σε όλες ανεξαιρέτως τις Περιφέρειες είναι μερικά μόνο από αυτά τα θετικά στοιχεία.
Το πανελλαδικό άθροισμα της θρυλικής Λάσυ δίνει επίσης διψήφιο ποσοστό, σε μικρή απόσταση από ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, τις δυνάμεις της διασπασμένης σοσιαλδημοκρατίας που πάνε για συγχώνευση, σαν έτοιμες από καιρό, σαν ψωραλέες. Τελευταία φορά που είχαμε δει αντίστοιχα ποσοστά και δυναμική ήταν στις τοπικές εκλογές του 2010, τον πρώτο καιρό των «ένδοξων» αντιμνημονιακών χρόνων, όταν είχαν γίνει πάνω από 10 πανεργατικές απεργίες -με ή χωρίς τη ΓΣΕΕ, που προσπαθούσε ακόμα να τηρήσει τα προσχήματα.
Αν γίνονταν την επόμενη Κυριακή οι εκλογές της ερχόμενς άνοιξης, το κόμμα θα φλέρταρε με διψήφιο ποσοστό, για πρώτη φορά μετά την «ένδοξη» δεκαετία με τις βάτες. Το βασικό ερώτημα που θα κρίνει και το αποτέλεσμα της ευρωκάλπης είναι τι θα μεσολαβήσει ως τον Μάη -που τρώει τριφύλλι. Κοινωνικός αναβρασμός και μαζικές κινητοποιήσεις ή νηνεμία και σκόρπιες εκτονώσεις, τύπου αγανακτισμένων; (Γιατί, τι άλλο ήταν η χειμερία νάρκη που ακολούθησε τις πλατείες, αν όχι το αποτέλεσμα της γρήγορης διάψευσης των ψευδαισθήσεων για μια εύκολη -πχ εκλογική- λύση, χωρίς σύγκρουση;)
Το αποτέλεσμα της Λάσυ, ενάντια στα αστικά κομματόσκυλα -που γαβγίζουν χαρούμενα σε όλους τους τόνους ότι είναι αδέσποτα και ανεξάρτητα, και ήρθαν ντυμένα σαν φίλοι, κουνώντας την ουρά τους, γυρεύοντας φιλικές, προσωπικές ψήφους- θα μπορούσε να είναι ακόμα πιο εντυπωσιακό, αν δε χάναμε οριακά τον δεύτερο γύρο σε κάποιους δήμους.
Πχ στη Νίκαια, όπου ο δεξιός υποψήφιος ζήτησε ανακαταμέτρηση (υποψήφιο όνομα μιας επόμενης διάσπασης στο εξωκοινοβούλιο) για να πιάσει το 43% και επειδή δεν είχε πολλά δικά του ψηφοδέλτια με ενστάσεις, έβγαλε άκυρα μερικά των άλλων, για να αυξήσει το δικό του ποσοστό επί των εγκύρων.
Ακόμα πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ο δήμος Αθηναίων, όπου ο Σοφιανός βγήκε τέταρτος, αλλά με πολύ μικρή διαφορά από τον Ζαχαριάδη (που έχει το όνομα χωρίς τη χάρη, γιατί τα ράσα δεν κάνουν τον παπά και η μαντίλα δεν κάνει τον φίλο της Ιντιφάντα) και τον Δούκα του ΠΑΣΟΚ. Και αν γινόταν η «στραβή» και έμπαινε τελικά στο δεύτερο γύρο, θα είχε πλάκα να βλέπαμε τι θα έκαναν όσοι σηκώνουν τώρα παντιέρα κατά του Μπακογιάννη, ενώ ψήφιζαν μαζί του ακόμα και τον Μεγάλο Περίπατο.
Κι είναι αδύνατο να μη σκεφτείς πως, αν δεν είχε πάει τόσο καλά ο συνδυασμός του Παπαδάκη -που λόγω της δίκης της ΧΑ, έχει ευρύτερη αναγνωρισιμότητα και κύρος, αλλά δεν ήταν καν η αρχική επιλογή του χώρου του και προέκυψε μάλλον από καραμπόλα και συμβιβασμούς, ως λύση- μπορεί να ψήφιζαν και άλλοι τον Σοφιανό και να είχαμε άλλο σκηνικό. Περισσότερα όμως για τις 50 αποχρώσεις του εξωκοινοβουλευτικού οπορτουνισμού σε άλλη φάση.
Όπως δε γίνεται να μη σκεφτείς τι θα γινόταν με στοιχειωδώς έντιμες δημοσκοπήσεις, που δε θα έδιναν διψήφια ποσοστά στον Κασιδιάρη -για να τον βγάλουν στον δεύτερο γύρο-, ούτε θα γκρέμιζαν τον Πρωτούλη στο 4%, μη τυχόν και αποκτήσει ρεύμα σε χύμα κόσμο.
Ποτέ άλλοτε δεν ήταν τόσο φανερό ότι οι δημοσκοπήσεις δεν έχουν την παραμικρή σχέση με επιστημονικές μεθόδους και τη σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης. Αντιθέτως την χειραγωγούν και την κατευθύνουν και γίνονται εργαλείο στα χέρια όποιου τις παραγγέλλει.
Αυτή η σχέση εξάρτησης των δημο(σ)κόπων από τα αφεντικά τους έχει γίνει δεύτερη φύση τους, ακόμα και στα exit poll, που δε διαμορφώνουν κλίμα και η διάψευση έρχεται άμεσα, χωρίς βέβαια να ιδρώνει το αυτί τους. Ο... επιστήμονας που έδινε 3,5-5,5% στον Τομπουλίδη, στο δήμο Θεσσαλονίκης, απάντησε στη διαμαρτυρία της Λάσυ πως τον ενδιαφέρει να «πιάσει τη γενική τάση». Με τόσο μαγείρεμα, όμως, δεν πιάνει ούτε μικρή τάση με πιεσόμετρο. Πόσο μάλλον τη σειρά -έστω- των συνδυασμών.
Άραγε υπάρχει κάτι πιο αντιδημοκρατικό από το όριο του 43%, για να βγει δήμαρχος ή Περιφερειάρχης από την πρώτη Κυριακή; Ο εκάστοτε εκλογικός νόμος είναι, όπως ακριβώς και οι δημοσκοπήσεις, εργαλείο στα χέρια του νομοθέτη, για να πετύχει τον σκοπό του. Δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον σεβασμό της πλειοψηφίας και του «κυριάρχου λαού», αλλά είναι ωμός υπολογισμός για το όριο που θα τους φέρει το μεγαλύτερο δυνατό όφελος -ακόμα και αν τους γυρίζει μπούμερανγκ σε κάποιες περιπτώσεις, όπως στην Ικαρία. Σημειωτέον πως αν είχε και η ΝΔ έναν αντίστοιχο κόφτη στις εσωκομματικές εκλογές της, πχ γύρω στο 40%, θα εκλεγόταν ο Μεϊμαράκης απ’ τον πρώτο γύρο και δε θα είχε βγει ποτέ ο Μητσοτάκης.
Μιλάμε για ένα σύστημα που έχει συνολικά αλλεργία στην ισότητα της ψήφου. Ο Ζέρβας πχ σε ένα μήνυμά του συγκαταλέγει την απλή αναλογική στα δεινά που είχε να αντιμετωπίσει, μαζί με την κρίση και την πανδημία. Το μίσος τους για την απλή αναλογική καταργεί κάθε απλή λογική που μαθαίνουν τα παιδιά στα Μαθηματικά ή την Αγωγή του Πολίτη. Κι αυτό περιλαμβάνει και την «αριστερή λογική» του ΣΥΡΙΖΑ, που χρησιμοποίησε την «απλή αναλογική» (εντός εισαγωγικών, αφού διατήρησε τους κόφτες με το ελάχιστο όριο) με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, ως εργαλείο για να πετύχει τους σκοπούς του, και όχι ως θέση αρχής. Και εφόσον δεν τα κατάφερε, δεν προλαβαίνεις να ακούς στελέχη του να δηλώνουν με στόμφο πως «η στρατηγική της απλής αναλογικής απέτυχε»...
Το νέο μέτωπο που βρήκαν οι «φλογεροί μαχητές» της Δημοκρατίας είναι ο Μπέος στον Βόλο. Λες και δεν είναι γέννημα-θρέμμα του δικού τους (υπο)κόσμου. Τον γέννησε το σύστημα και η τάξη που λειτουργεί σαν μαφία για να πετύχει εύκολα το μέγιστο κέρδος και τον θρέφουν οι αντίπαλοί του που δεν είναι ικανοί να πείσουν κανέναν ότι διαφέρουν στην πράξη από τον εκάστοτε Μπέο. Τρανή απόδειξη ο δημοσιογραφικός κόσμος της χώρας, που έδειξε τις οξυμένες ευαισθησίες του ενάντια στην ομοφοβία και άρχισε μια άτυπη άμιλλα με τον ένδοξο Αχιλλέα, ενάντια στους «π...στηδες» και τις «συκιές».
Οι μαφίες λειτουργούν πάντα σε δύο επίπεδα -και δεν ξεχνάν να τονίζουν με αγαθοεργίες το κοινωνικό προφίλ τους, όπως ακριβώς και οι εταιρίες, για να δείχνουν το ανθρώπινο πρόσωπό τους. Πρώτο επίπεδο ο εκφοβισμός και η τρομοκρατία. Δεύτερο επίπεδο η εξαγορά ψήφων και οι πελατειακές σχέσεις. Αυτοί είναι οι βασικοί άξονες της επικράτησης του Μπέου. Καρότο και μαστίγιο. Άραγε πρώτη φορά συναντάμε κάτι τέτοιο στην πολιτική ζωή της αστικής μας δημοκρατίας; Η μεγαλύτερη μαφία, διαχρονικά, είναι το κράτος και η εκάστοτε κυβέρνηση, που χρησιμοποιεί τα ίδια ακριβώς όπλα.
Το ζητούμενο για τον Βόλο και τη Θεσσαλία (με τον Αγοραστό) δεν είναι να τρολάρουμε τους Θεσσαλούς για τις επιλογές τους, όπως κάναμε κάποτε με τους Θεσσαλονικείς που έβγαζαν φτερωτούς γιατρούς -για να κάνουν και τα λεφτά φτερά μαζί του- και Ζορό -πού είναι ένας Ψωμιάδης να πολεμήσει τη διαφθορά, όταν τον χρειάζεσαι;
Στην τελική δεν είναι θέμα πόλης. Καμία τοπική κοινωνία δεν μπορεί να νιώθει απρόσβλητη από το δηλητήριο του καθημερινού φασισμού. Και η Πάτρα, που έχει επίσης αγωνιστικές παραδόσεις αλλά είναι μια πόλη σε κρίση και παρακμή, θα μπορούσε κάλλιστα να έχει βρει τον δικό της Μπέο, αν δεν ήταν ο Πελετίδης κι οι κομμουνιστές.
Το πιο ανησυχητικό είναι να βλέπεις πλήθη κόσμου να τον φτύνουν στα μούτρα και αυτός να λέει «απλά βρέχει» -και οσονούπω πλημμυρίζουμε πάλι. Να έχεις ένα πλήθος, που μπορεί να έχει ένα σωρό γιατρούς, δικηγόρους και ομοφυλόφιλους, να τους βρίζει κατάμουτρα κι αυτοί να τον ζητωκραυγάζουν με ουρανομήκεις επιδοκιμασίες και θυελλώδικα χειροκροτήματα.
Οι εκλογές του Βόλου είχαν και ένα άλλο ενδιαφέρον, με τον καταμερισμό δυνάμεων που θύμιζε συνειρμικά τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Ένας Φυρερίσκος που συσπειρώνει όλο τον αστικό (υπο)κοσμο, οι σοσιαλδημοκράτες στην πιο χυδαία, χρεοκοπημένη τους εκδοχή, και οι κομμουνιστές.
Εξίσου ενδιαφέρουσα περίπτωση για
μελέτη, ως προς τον συσχετισμό δύναμης, είναι
ο δήμος του Περιστερίου στη Δυτική Αθήνα και
των Συκεών-Νεάπολης στη Δυτική Θεσσαλονίκη,
που παρουσιάζουν κοινά στοιχεία και πολλές
ομοιότητες. Πασοκογενείς τοπάρχες (Παχατουρίδης
και Δανιηλίδης) που έχουν καλές σχέσεις με όλους
και πάνω από όλα με τον αντικομμουνισμό, οι κομμουνιστές
ως το μόνο αντίπαλο δέος, κι ως αστερίσκος κάποια
τοπικά σχήματα του εξωκοινοβουλίου, με μακρόχρονη
παρουσία στον δήμο.
Κάπως έτσι μπορεί να είναι
τα πράγματα, σε πανελλαδική κλίμακα, όταν θα
έχουμε επαναστατική κατάσταση.
Κι ενώ η υστερία των δεξιών διαδικτυακών τρολ ενάντια στην Παλαιστίνη και όσους δείχνουν αλληλεγγύη στον αγώνα της, ανταγωνίζεται ευθέως το μένος των συριζοτρολ ενάντια σε όσους δε ψηφίζουν Πασόκ -με αυταπάτες ή χωρίς- στον δεύτερο γύρο, το βασικό ζητούμενο σήμερα είναι να γεμίσουν οι κάλπες με γαρίφαλα και να βγουν και άλλες κόκκινες δημοτικές αρχές. Στην Πάτρα, στην Καισαριανή, στην Πετρούπολη, στο Χαϊδάρι, στον Τύρναβο.
Αλλά αυτό δεν είναι τόσο εύκολο -κι ας κρατάμε μικρό καλάθι καλύτερα. Γιατί σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ο κοινός αντίπαλος όλων των αστικών δυνάμεων, είναι οι κομμουνιστές. Το λένε πλέον ανοιχτά και τα προσχήματα περισσεύουν -από την Πάτρα μέχρι την Πετρούπολη, με τις... «ομάδες από τον Περισσό» που χτυπάν κουδούνια και αναστατώνουν τους φιλήσυχους κυρ-Παντελήδες. Κι αυτή είναι η απάντηση σε κάθε πολιτικό απατεώνα που προσφέρει στο πόπολο κάθε λογής ξινισμένες σούπες. Συνταγματικά τόξα ή δημοκρατικά μέτωπα (ενάντια στον Μπέο), προοδευτικές συμμαχίες και αθροίσματα δημοκρατικών δυνάμεων (ενάντια στον Μπακογιάννη και τους ομοίους του).
Και ας κλείσουμε με μια ευχή.
Να βρείτε κάποιον να σας αγαπά:
Όπως τα αστικά καθίκια το κράτος-δολοφόνο
του Ισραήλ. Είτε φοράνε παλαιστινιακές μαντίλες,
ως φερετζέ, είτε φλερτάρουν με τον βούρκο και
τη συνωμοσιολογία για τους «εβραίους μασόνους
που κυβερνάν τον κόσμο».
Όπως ο ΣΥΡΙΖΑ το ΠΑΣΟΚ και τον Αυριανισμό.
Όπως η αστική δημοκρατία τον καθημερινό
φασισμό του Μπέου και όσους βρίζουν τους «π...στηδες».
Για την αστική δημοκρατία, ρε γαμώτο...
Ο αστός βλαχοδήμαρχος που πάει με όλα. Μπλούζα ΝΔ, καπέλο ΣΥΡΙΖΑ, παπούτσια ΠΑΣΟΚ |
Κλασικό: «Αν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο, θα ήταν παράνομες».
ΑπάντησηΔιαγραφήΣπάνια όμως σκεφτόμαστε τη σχέση των «εκλογών» με την αλλαγή του κόσμου, όταν το ρητό επιβεβαιώνεται και οι εκλογές κηρύσσονται πράγματι παράνομες (ενδεικτικά στην Ελλάδα 1936, 1967).
Οι «εκλογές» στην παραπάνω πρόταση εντός εισαγωγικών, γιατί δεν είναι απλώς και μόνο οι εκλογές καθαυτές το ζήτημα, αλλά γενικότερα η ανοιχτή πολιτική αντιπαράθεση ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και ο περιορισμός ή τερματισμός της όποτε η αστική εξουσία κρίνει πως αυτή η αντιπαράθεση διακινδυνεύει τη δική της σταθερότητα. Και - ταυτόχρονα - όποτε αυτή της η κρίση συνοδεύεται από συσχετισμούς που, πρώτον, την κάνουν ικανή να περιορίσει ή να τερματίσει την ανοιχτή πολιτική αντιπαράθεση και, δεύτερον, δεν «διπλασιάζουν» τον κίνδυνο με αυτόν τον περιορισμό ή τερματισμό.
Όμως δεν θα έκανα το σχόλιο αν δεν μου χτυπούσε στο μάτι αυτό το φοβερό για το «Μάη -που τρώει τριφύλλι».
Είναι μεγάλη η αγανάκτηση: Δεν τρώει ο Μάης τριφύλλι! Τριφύλλι τρώει ο «μαύρος»! Γι’ αυτό κι αφέντης του τού λέει: «Ζήσε μαύρε μου να φας το Μάη τριφύλλι» (δηλ. μέχρι τότε δεν ευκαιρώ να σε ταΐσω, παρόμοια με την άλλη ιστορία, όπου ένας προσπαθούσε να μάθει το γαϊδούρι του να μην τρώει, κι εκεί που φαινόταν πως ο γάιδαρος έμαθε, ψόφησε).
Η μετεξέλιξη της όλης υπόθεσης στο Μάη που «ζει» και που τρώει και τριφύλλι, καθώς και η κατάληξη της συντομευμένης φράσης από «ζήσε μαύρε μου» σε «ζήσε Μάη μου» είναι ανεξιχνίαστη αλλά όχι μη αποκαταστάσιμη. Διαδώστε!