Βελιγράδι, καλοκαίρι 2024. Σε κάθε γωνιά
μια pekara σου σπάει τη μύτη, σα να ’σουν φασίστας
που προκαλεί. Τα πλήθη συνωστίζονται (στην προκυμαία),
αναμένουν τη μεγάλη στιγμή, σκαρφαλώνουν αλαφιασμένα
σε κολόνες, πεζούλια, αγάλματα, σε πεκάρες, σε
κάθε ραχούλα, κάθε ρεματιά, περιμένοντας να
ακούσουν το όνομά Του.
-Και τώρα μαζί μας, ο εν ταμπλό αδεφός Νίκολααααα
Γιόκιτς!
Ουρανομήκεις επιδοκιμασίες, θυελλώδικα
χειροκροτήματα. (Γκουντ)ουραααααα...
Nikola Jokić, MVP 🇷🇸 pic.twitter.com/VJukympaBN
— THE JOKER(S) 🃏🇷🇸🏆 (@SerbsInSports) August 12, 2024
Σαν σκηνή από το 19ο Συνέδριο. (Του ΚΚΣΕ,
ντάξει;). Ή από τη ζωή του Μπράιαν, του κατά φαντασίαν
Μεσσία, που τον βάφτισε «προφήτη» στον τίτλο
η ελληνική μετάφραση.
Romanus eunt domus...
Ο Νίκολα θα μπορούσε να ξεπροβάλει στο παράθυρο, σαν ποδοβολητό Σελήνης -ή σαν τον Φραγκιόγλου που έκανε το ποδοβολητό Σελήνης, πριν πάει τουαλέτα και προτού γίνει Χλαπάτσας-, γυμνός και ανέμελος ή έστω με ακάλυπτη κοιλιά, σε κοινή θέα. Κι αντί να τρομάξει από το σμήνος των πιστών -ή το σμήνος από την κοιλιά του επαγγελματία αθλητή- που συρρέουν όπως οι μύγες στο φαγητό, για να πάρουν ψίχουλα από τη λάμψη του, να το σκεφτεί μια στιγμή αμήχανος και τελικά να δεχτεί τον τίτλο του:
-Δε γαμιέται. Είμαι ο Μεσσίας.
-He is, he is the Messiah...
Κι όταν ήταν μικρός, οι τρεις μάγοι με τα δώρα (Τζόρτζεβιτς, Ντίβατς, Ντανίλοβιτς) του έφεραν κεμπάπια, πλεσκάβιτσα και μια πορτοκαλί μπάλα με σπυράκια. Για να μάθει τα βασικά του μπάσκετ και της σέρβικης φυλής, που είναι σχεδόν ταυτόσημα, σαν ομοούσιος τριάδα.
Εν τω μεταξύ, δεν προλαβαίνεις να δεις
ένα ωραίο στιγμιότυπο, όπως του Γουέμπι με τον
Ιάπωνα ή του Γουέμπι με τον Κάρι κι αμέσως βγαίνουν
καμιά δεκαριά πανομοιότυπα τουί γεμάτα έμπνευση: «ελαιογραφία σε καμβά»,
και ξαναδώστου «λάδι σε καμβά». Εντάξει, παιδιά,
ψόφησε λίγο το αστείο. Κι αν θέλετε -που έλεγε
η Αλέκα-, πραγματικό έργο τέχνης είναι οι αγώνες
του λαού. Και η φωτό του Γιόκιτς να πίνει μπίρα.
Αν θες να γίνεις σαν τον Γκραντ Χιλ, προπονήσου σκληρά.
Αν θες να γίνεις Νίκολα Γιόκιτς, χαλάρωσε και πιες μια μπίρα.
Το βλέμμα του Μπόγκι είναι η λεπτομέρεια
που απογειώνει τον πίνακα. Βασικά ο Μπογκντάνοβιτς θα μπορούσε να είναι ο μικρός Νικόλας
ενήλικος, αν μεγάλωνε από το πενάκι του Σανπέ.
Αλλά το πιο εκπληκτικό (επιβλητικό, μυστηριακό
και πιο μεγάλο) είναι ο άλλος «μικρός Νικόλας»,
πώς ήταν δηλαδή μικρός ο Γιόκιτς. Και ότι βασικά
έμοιαζε μάλλον με τον Αλσέστ, που δεν έχανε σουτγεύμα.
Σε μια άλλη σκοτεινή εποχή, ο (ντεφορμέ) βασιλιάς Βασίλιε, ο πρίγκιπας Μπόγκι και ο φίλος τους Joker, με στολή γελωτοποιού και ταλέντο που κάνει τον Ρίβερ Φοίνιξ (και τον Ντουράντ του Φοίνιξ) να νιώθει λίγος κι ατάλαντος, θα ήταν μια παρέα άσβερκων Σέρβων μισθοφόρων, λίγο άξεστων, κυριλλικά αναλφάβητων, που θα γίνονταν λιάρδα, μεθώντας στη μάχη, πίνοντας τόνους κρασί και ανέρωτο αίμα από τα κρανία των αντίπαλων στρατηγών αντί για κύπελλα.
Στον σύγχρονο (εργασιακό) μεσαίωνα, θα ήταν πάλι άσβερκοι -ο Νίκολα τουλάχιστον- αλλά με υπογάστριο και υπεργάστριο, όχι τίποτα ιμπεριαλιστικά γουρούνια. Θα ήταν πάλι επαγγελματίες μισθοφόροι, με χρυσά συμβόλαια στο ΝΒΑ. Και θα έπιναν το νέκταρ της επιτυχίας από το σκαλπ του Λεμπρόν, αν οι διαιτητές δεν προστάτευαν τον ντεμέκ GOAT. Για γέλια και για κλάματα. Τραγωδία -δηλαδή ωδή στον τράγο, μόνο που αυτός δεν είναι ο Λεμπρόν, αλλά ένας καμπυλόγραμμος Βαλκάνιος. Και διαφέρει από όλους τους άλλους γιατί δεν παίζει σαν μισθοφόρος.
Οι πιο πολλοί αστέρες είναι κολλημένοι με το άθλημα, θα έπαιζαν μπάσκετ έτσι κι αλλιώς, γιατί είναι αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα από οτιδήποτε άλλο. Υπάρχει όμως μια λεπτή διαχωριστική γραμμή: άλλο να ζεις για το μπάσκετ και άλλο να ζεις από αυτό. Ο Γιόκιτς είναι ο μόνος μισθοφόρος που δεν αλλάζει συνήθειες και θα ήτα πάντα στο ίδιο επίπεδο, καταβάλλοντας -έτσι ή αλλιώς- την ίδια ακριβώς -μίνιμουμ- προσπάθεια και ούτε μια παραπανίσια σταγόνα ιδρώτα που θα ξεχείλιζε το ποτήρι, στερώντας του τη χαρά του παιχνιδιού. Που είναι να κάνεις αυτό που αγαπάς, χωρίς να είσαι επαγγελματίας -η πορνεία σκοτώνει τον έρωτα.
Στην κοινωνία του μέλλοντος, θα θυμούνται
τον Γιόκιτς σαν προφήτη -δε γαμιέται, είμαι προφήτης- και εικόνα από τα προσεχώς. Ένας ασύγκριτος
παικταράς, που έπαιζε εκπληκτικό μπάσκετ, επειδή
δεν τον ένοιαζε (μόνο/τόσο) το μπάσκετ. Το πρωί
ήταν καλαθοσφαιριστής, το μεσημέρι ψαράς, το
απόγευμα ποιητής-φιλόσοφος και στο τέλος της
ημέρας όλα τα παραπάνω και τίποτα από όλα αυτά.
Ή περίπου έτσι. Τη μέρα έπαιζε μπάσκετ, ενδιάμεσα
σκεφτόταν τα άλογα και τις ιπποδρομίες κι η
μέρα έκλεινε με μπίρες, βαλκανικό γλέντι και
αγριογούρουνα γύρω από τη φωτιά. Ή σαν ένα άλλο
σύγχρονο γαλατικό χωριό, που ζει στον κλοιό
του εμπάργκο, με τα ίδια χρώματα στη σημαία και
ένα αστέρι, όπως η παλιά καλή (;) Γιουγκοσλαβία.
Που ίσως να μην ήταν ποτέ αδέσμευτη, όπως
δήλωνε το «κίνημα» που ηγήθηκε, αλλά αν ψάχνουμε
έναν καλό ορισμό της ανεξαρτησίας, θα μπορούσαμε
να παραφράσουμε λίγο έναν ήδη γνωστό, του δικηγόρου με τη γενειάδα.
Ανεξαρτησία είναι να έχεις το κεφάλι
σου στο στόμα του λύκου και να του λες προκλητικά
«άντε γαμήσου».
Ή ακόμα καλύτερα: να πιστεύει
ότι σου έχει φάει το κεφάλι και εσύ να τραγουδάς
και να γλεντάς, σα να έχεις κερδίσει. Όπως οι τρελο-μπρατ
στο πούλμαν της αποστολής τους.
Koliko iskrena emocija i zajednistvo ❤️ https://t.co/7YtsouqKEA
— THE JOKER(S) 🃏🇷🇸🏆 (@SerbsInSports) August 10, 2024
Curry is on fire...
Σα να λέμε: Always look on the bright side of death!
Εδώ είναι Βαλκάνια, σου το 'πα. Παίξε, γέλασε και μη σιωπάς ποτέ...
Κάποιοι πιστεύουν ότι ο Γιόκιτς είναι τεράστιος παίκτης, μολονότι έχει τεράστια κοιλιά, δεν είναι αθλητικός ή πολύ γρήγορος και παίζει ως αδιάφορος. Φαντάσου λέει να είχε και φυσική κατάσταση! Δεν έχουν καταλάβει τίποτα από αθλητισμό. Ο Γιόκιτς είναι τεράστιος παίκτης, ακριβώς λόγω της μεγάλης κοιλιάς του και του τρόπου που παίζει. Είναι ο ομφαλός του μπασκετικού πλανήτη -ου μην και ο αφαλός του-, η γη της επαγγελίας, η υπόσχεση ενός άλλου καλύτερου κόσμου, χωρίς γραμμές (συνόρων και μυών) να χαράσσουν το σώμα του πλανήτη και την κοιλιά μας.
Γι’ αυτό το μπάσκετ είναι ο βασιλιάς των σπορ. Γιατί παίζεται πρωτίστως με το μυαλό και δευτερευόντως με τα μούσκουλα. Γιατί είναι άκρως δημοκρατικό (ούτε καν πεφωτισμένη δεσποτεία) όπου πρέπει να τα κάνεις όλα καλά (άμυνα, επίθεση, ατομικές και ομαδικές προσπάθειες) και μπορούν να παίξουν όλοι. Ψηλοί-κοντοί, φτερά στον άνεμο και μπουλουκάκια (σε σέρβικα μπουλούκια που σκορπούν τρόμο και θάνατο από το τρίποντο) ή απλώς εύσωμοι, με μυικό πάχος, αλλά ούτε ένα γραμμάριο λίπους στο παιχνίδι τους.
Ο Γιόκιτς είναι μια περίπτωση Αϊνστάιν. Όχι μόνο γιατί είναι μπασκετική ιδιοφυία. Αλλά γιατί δίνει ελπίδα σε όλα τα παιδιά ότι μπορούν να παίξουν μπάσκετ στο πιο υψηλό επίπεδο, όπως και να ’ναι ο κόσμος, όσα κι αν έχει στραβά το κορμί τους. Όπως ήταν και το δικό του, πριν βάλει σε μπόι τα κιλά του -ντάξει, όχι όλα. Κι όπως ο Αλβέρτος είχε κάποτε μέτρια βαθμολογία στην τάξη του -και παραλίγο να τον βγάλουν άχρηστο και να χαντακώσουν το ταλέντο του.
Κι αν ο Αϊνστάιν έλεγε κάποτε ότι ο σοσιαλισμός και ο κεντρικός σχεδιασμός είναι το μέλλον και η διέξοδος της ανθρωπότητας από τα προβλήματά της, ο Γιόκιτς και οι όρτοντοξ μπρατ μάς θύμισαν με τον δικό τους τρόπο κάτι άλλο: ανίκητος δεν είναι ο ιμπεριαλισμός. Ακόμα και όταν νικάει με το στανιό...
Ο Γιόκιτς είναι νους υγιής σε ένα σώμα ανθρώπινο, καμπυλόγραμμο, όχι χτιστό και φουσκωμένο. Είναι τετραπέρατος και κατακτά τα πέρατα της γης. Είναι εγκεφαλικός σαν γυναικείος οργασμός, χυμώδης και απολαυστικός, σαν τις καμπύλες του Παρθενώνα, τις γραμμές του που αρνούνται τη γράμμωση και την ευθυγράμμιση, ξεγελώντας γλυκά το ανθρώπινο μάτι και τον αντίπαλο. Έχει κάτι από την μπιροκοιλιά του χτίστη στο γιαπί, από την ομορφιά της τάξης μας, από τη γοητεία των Βαλκανίων, από τον γείτονα που ρεμβάζει στο μπαλκόνι με το σώβρακο, που κατεβάζει τα σκουπίδια με το φανελάκι Μινέρβα, κρατώντας στο χέρι μια φέτα καρπούζι με τυρί (πες μου τώρα ότι κάτω από τα Τέμπη νογάνε κασέρι. Και τι εννοούν με τη «φέτα» καρπούζι άραγε; Γιόκιτς, αγάπη μου, έλα πάρε με από εδώ. Έτσι κι αλλιώς κι εμείς Σλάβοι ήμασταν μέχρι πρόσφατα...).
Ο τύπος είναι ένα κινούμενο meme -με την καλύτερη των εννοιών. Φαίνεται σαν ανέκδοτο, αλλά έχει ανατροπή και κάνει τους άλλους να γελοιοποιούνται. Σαν εκείνες τις κρύες τις αμερικανιές με το hold my beer -ή απλώς χλιαρές, αν είναι βρετανικές- αλλά στην κυριολεξία. Κράτα λίγο την μπίρα μου να φέρω ένα μετάλλιο.
Μέχρι πρότινος, το μεγαλύτερο αντιαδιαλεκτικό ερώτημα της μπασκετικής ιστορίας ήταν τι θα γινόταν αν η χρυσή γενιά της ενιαίας Γιουγκοσλαβίας -που έπεσε πάνω στις ανατροπές και τη διάλυση- είχε προλάβει να αντιμετωπίσει τους επαγγελματίες του ΝΒΑ. Αν όχι το ’92, ενάντια στην πρώτη -και μοναδική- «ομάδα όνειρο», τότε ίσως το ’94 με το Μουντομπάσκετ που ήταν προγραμματισμένο να γίνει στο Βελιγράδι, πριν καταλήξει -λόγω του εμπάργκο- στον Καναδά του Νας. Πολλοί μεταφέρουν το ίδιο ερώτημα στο σήμερα, φτιάχνοντας μια βαλκανική ομάδα-όνειρο με τις φυλές της παλιάς Γιουγκοσλαβίας.
Πλέον όμως το βασικό ερώτημα είναι άλλο:
αν οι ΗΠΑ έπρεπε να φέρουν ότι καλύτερο έχουν
και 3 παίκτες από το πάνω ράφι του hall of fame για να νικήσουν
οριακά τη Σερβία, τι θα κάνουν χωρίς αυτούς στις
επόμενες διοργανώσεις;
Και αν τελικά χρειάστηκαν
έναν «νατουραλιζέ» σαν τον Εμπίντ -που τον γιούχαραν
οι Γάλλοι για την «προδομένη υπόσχεσή του»
και τώρα λέει πως θέλει να επιστρέψει με τη φανέλα
του Καμερούν!- τι θα γινόταν αν ασκούσαν το ίδιο
δικαίωμα και οι Σέρβοι; Όχι με κάποιον Αμερικάνο,
αλλά με δικό τους αίμα, πχ τον Λούκα Ντόνσιτς,
που είναι κατά το ήμισυ Σέρβος. Κι όποιος αμφιβάλλει,
δεν έχει παρά να δει το σώμα του «ζυμαρούλη»,
πώς προκαλεί τους αντιπάλους του, το μπασκετικό
του IQ και τις κραυγαλέες ομοιότητες με τον Νίκολα
Γιόκιτς.
Βρήκε ο Σέρβος τη γενιά του...
Λέγε, μπρατ! Θα γίνεις Σέρβος;
Imagine all the Γιούγκους living life in peace...
Β’ Μέρος
-Είναι τεράστιος αθλητής ο Λεμπρόν; Αθλητής
σίγουρα ναι. Καλαθοσφαιριστής όχι απαραίτητα
-το «τεράστιος» τουλάχιστον.
Είναι μεγάλη προσωπικότητα, που βγήκε
μπροστά με το θάρρος της γνώμης του, για το Black Lives
Matter; Ναι, όπως και για την εκλογή της Χίλαρι επίσης.
Μα πάνω απ’ όλα είναι μια περσόνα με υπερτροφικό
εγώ. Θεωρεί τον εαυτό του μεγαλύτερο από το άθλημα
και ότι όλοι χειροκροτούν -παντού και πάντα-μόνο αυτόν.
Είναι GOAT; Δεν ήταν καν ο MVP της ομάδας του.
Και αν δεν ήταν ο Κάρι (και ο Ντουράντ), θα είχε
πάει αυτός από νωρίς για νάνι...
-Μερικά ακόμα αναπάντητα ρητορικά ερωτήματα.
Πότε έγινε τόσο μαλάκας ο Κάρι και πανηγυρίζει
σαν σπαστικό; Πότε έγιναν τόσο αμερικανάκια
τα γαλλάκια που φώναζαν Λεμπγόν (ούτε καν USA), αντί
να στηρίξουν αυθόρμητα τους Σέρβους ως θεωρητικό αουτσάιντερ (άγραφος
νόμος) ή έστω τις ρεαλιστικές πιθανότητες της
Γαλλίας για το χρυσό σε έναν πιο βατό τελικό; Πότε είχαν τέτοια ασυλία
οι ΗΠΑ; Α, ναι. Πάντα. Είτε μιλάμε για κοράκια (με
σφυρίχτρες γαμψές) είτε για το ντόπινγκ και
τη WADA.
Και πότε έγινε τόσο τραγική η ειρωνεία της ιστορίας, που σε κάνει να δυσανασχετείς με τους ποζεράδες απόγονους των σκλάβων από την Αφρική και να υποστηρίζεις αυθόρμητα άριες φυλές (πέρσι στο Μουντομπάσκετ), ξανθά γένη και όρτοντοξ μπρατηδες, ως θύματα του ιμπεριαλισμού;
-Από την επαγγελματική παρθενιά, που
είναι πάντα γλυκό να στην παίρνει αργεντίνος εραστής, ως την ακόμα πιο γλυκιά εκδίκηση των
Σέρβων, μες στο σπιτάκι του μπάσκετ (Ιντιανάπολις),
ένα χρόνο μετά τους δίδυμους πύργους, εν είδει
αναπαράστασης.
Από τα χαστούκια στους Ολυμπιακούς
της Αθήνας -ακόμα και από προτεκτοράτα-άτυπες
Πολιτείες, σαν το Πουέρτο Ρίκο- στο έπος της Σαϊτάμα,
που θα το έχουμε πάντα -σαν το Παρίσι-, ακόμα και αν είχαμε χάσει
με 50 στον τελικό από τη φαμίλια.
Κι από το Μουντομπάσκετ του
’19 -που έμειναν εκτός εξάδας- μέχρι το περσινό,
όπου έμειναν εκτός μεταλλίων.
Ποτέ και πουθενά ίσες αποστάσεις. Κάθε ήττα της Team USA είναι μια μικρή νίκη της ανθρωπότητας. Αρκεί να μην μπερδεύεις το αυθόρμητο αθλητικό συναίσθημα με πολιτικό κριτήριο -και αυτό είναι δύσκολος στόχος για όσους έχουν μάθει να σκέφτονται πρωτίστως οπαδικά.
-Όλα αυτά έχουν προφανώς συμβολική αξία και τίποτα άλλο πέραν αυτής. Αλλά τι δυνατοί συμβολισμοί, ε; Δεν υπάρχουν πολλά πεδία που να γεννάν τέτοιους, πια, πλην του αθλητισμού.
Στον αντίποδα, η αθλητική ισχύς μια χώρας δεν είναι ακριβώς συμβολική. Κατά κανόνα είναι καθρέφτης της γενικής δύναμης ενός κράτους -οικονομικής, στρατιωτικής κτλ- που αποτυπώνεται και στην «αθλητική της παραγωγή». Οι πρώτες θέσεις της κατάταξης των μεταλλίων είναι σχεδόν σα να διαβάζεις τη λίστα με τα κράτη-μέλη του G8, του G20 κοκ. Οι λιγοστές εξαιρέσεις αφορούν βασικά χώρες με ειδικό βάρος (βλέπε και τον επίλογο), όταν δεν επιβεβαιώνουν απλώς τον γενικό κανόνα.
Οι ΗΠΑ είχαν τα περισσότερα μετάλλια, αλλά πήραν την πρωτιά πάνω στο νήμα, ισοφαρίζοντας μόλις την τελευταία μέρα τα χρυσά της Κίνας. Αν μη τι άλλο θα ’χε πλάκα να έμενε δεύτερη μια χώρα, με τόσα μετάλλια και βασικό σύνθημα «ο πρώτος είναι το παν, ο δεύτερος δεν είναι τίποτα». Και η οποία βλέπει αργά αλλά σταθερά τα πρωτεία να γλιστράνε από τα χέρια της -και στον αθλητισμό. Τα κράτησε οριακά στο Παρίσι, θα τα διατηρήσει λογικά και στο Λος Άντζελες, παίζοντας εντός έδρας -όπως τα είχε χάσει το ’08 στο Πεκίνο από τους οικοδεσπότες Κινέζους- αλλά το ’32 μπορεί να επισημοποιηθεί η αλλαγή φρουράς και σε αθλητικό επίπεδο.
Κι έχουμε οκτώ χρόνια μπροστά μας για να δούμε πόσοι θα δουν σε αυτό μια νίκη-επιβεβαίωση του κεντρικού σχεδιασμού και όχι ένα ακόμα γκεστάλτ ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών.
-Και η Κούβα, κύριε;
Το νησί της επανάστασης έχει ειδικό βάρος, που του έδινε πάντα μια θέση κοντά στην κορυφή, και του δίνει την πρώτη θέση στα μετάλλια ανάμεσα στις χώρες της Λατινικής Αμερικής -μακράν της δεύτερης Βραζιλίας. Η σχετική πτώση των τελευταίων ετών δε δείχνει τόσο κάποια υποχώρηση στο προτσές της οικοδόμησης, αλλά τις δυσκολίες της Κούβας και του λαού της, που ψάχνει πια -όλο και περισσότερο- μια διέξοδο μακριά από αυτό. Ιδίως αν μιλάμε για τους αθλητές, που έχουν αρκετές πιθανότητες διάκρισης στο εξωτερικό.
Δύσκολα θα βρει κανείς πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα από τον τελικό του τριπλούν των ανδρών στο Παρίσι, όπου οι αθλητές του βάθρου γεννήθηκαν στην Κούβα, αλλά ο «μόνος Κουβανός» τερμάτισε όγδοος και τα μετάλλια πήγαν στον ευρωπαϊκό νότο (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία). Πάντα υπάρχει όμως μια εξαίρεση, σαν τον Μιχαΐν Λόπες στην πάλη, που έγραψε ιστορία με το πέμπτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο (αν δεν το μάθατε, είναι ίσως γιατί δεν το πέτυχε κάποιος αθλητής των ΗΠΑ), αλλά κυρίως με τις δηλώσεις του για τον Φιντέλ και τη δύναμη που του δίνει η επανάσταση. (Ίσως επίσης να μη μάθατε πως ο αντίπαλός του στον τελικό ήταν κι αυτός Κουβανός, που κατέφυγε στη Χιλή, γιατί στο νησί, θα έμενε αναπόφευκτα στη σκιά του Λόπες και όχι για ιδεολογικούς λόγους).
Εξαίρεση στον κανόνα κι αυτός. Αλλά τι εξαίρεση και τι συμβολισμός! Μόνο ο αθλητισμός μπορεί -στις μέρες μας- να δώσει τέτοιους...
Υγ: Ευχές σε εσάς Νικόλα και μπρατ -τώρα που πλησιάζει και η επέτειος...
Το σωστό: Romani ite domum!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑχ, αυτά τα λατινικά...
Άγρυπνος
Με όλο τον σεβασμό, πολύ άκυρο σχόλιο. Εδώ μπαίνει επίτηδες το λάθος, για να σχολιάσει την ποιότητα της μετάφρασης του τίτλου της ταινίας στα ελληνικά. Καλές, χρυσές οι διορθώσεις, αλλά πρέπει να πιάνουμε και την ειρωνεία στο κείμενο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌποιος έχει δει την ταινία, ξέρει το σωστό (έχει δει και τον Μπράιαν να το γράφει εκατό φορές στα τείχη της πόλης άλλωστε). Παρεμπιπτόντως, υπάρχει και μπλουζάκι με τη σωστή απάντηση -και ναι, το έχω.
Βασίλη, ευχαριστώ για τον σεβασμό, αλλά μην είσαι, σε παρακαλώ, τόσο αυστηρός. Ό,τι γράφεις σχετικά το ξέρω πολύ καλά (μπλουζάκι δεν έχω), απλώς κατέβαλα μιαν προσπάθεια να κοινοποιήσω σε αναγνώστριες κι αναγνώστες την σωστή μετάφραση του «Romans, go home!» στα λατινικά, μιαν γλώσσα τόσο σημαντική και σπουδαία για τον παγκόσμιο πολιτισμό, η οποία, ειδικά στην Ελλάδα, κακοποιείται ποικιλοτρόπως. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο... Καλό Σαββατοκύριακο!
ΑπάντησηΔιαγραφήἈγρυπνος
Άσχετο, αλλά φέτος θα έχει απολιθωματικο αφιέρωμα στο φεστιβάλ για τα 50 χρόνια??
ΑπάντησηΔιαγραφήΘ.Κ.
Έλα ντε
ΔιαγραφήΚάθε φορά με πιάνει μια φεστιβαλική μελαγχολία (επειδή μεγαλώνουμε ίσως), σκέφτομαι πως θα είναι το τελευταίο αλλά συνήθως βρίσκω αφορμές και για άλλο "αφιέρωμα".
Εξαρτάται πάντως από τον χρόνο, την έμπνευση, τη διάθεση. Δηλαδή από αστάθμητους παράγοντες που δεν ξέρω αν θα είναι ευνοϊκοί φέτος