Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2014

Να εκσυγχρονιστούμε σύντροφοι

Υπάρχει ένας νόμος για το φεστιβάλ που (είναι το δίκιο του εργάτη και) λέει πως η καλύτερη μέρα, από μία άποψη, είναι η πρώτη, γιατί δεν έχει πανικό από κόσμο κι ουρές, οπότε μπορείς να το γυρίσεις άνετα και να το φχαριστηθείς, μαζεύοντας πληροφορίες κι υλικό για ό,τι σου φαίνεται καινούριο κι ιδιαίτερο –ενώ τις άλλες μέρες, δε βρίσκεις τόσα πράγματα να σου κάνουν εντύπωση. Κι έτυχε δηλ κι υποκειμενικά να μας γεμίζει περισσότερο το πρόγραμμα της πέμπτης, που ήταν αφιερωμένο στην πάλη ενάντια στο φασισμό και το σύστημα που τον γεννά και πιο ειδικά, λόγω της ημέρας, στον παύλο φύσσα, στη μνήμη του οποίου κρατήθηκε ένα λεπτό σιγής σε όλο τον χώρο του φεστιβάλ, που τηρήθηκε ευλαβικά, με πολύ υποβλητικό τρόπο, από δεκάδες χιλιάδες κόσμου.

Είχε όμως κι άλλες ιδαίτερες πινελιές η μέρα. Με κορυφαία ίσως την εμφάνιση και το σπιρτόζικο κωμικό ρόλο του ζαραλίκου στη μαθητική σκηνή, που δεν έμεινε στον απλό χαβαλέ, αλλά έκανε έξυπνη πολιτική σάτιρα –είδος προς εξαφάνιση στις μέρες μας.
Και τι δεν είπε ο άνθρωπος... Για τη σχέση του έντεχνου με τον πόνο του αεκτζή, που βλέπει βουναλάκια στην άμμο να τα παίρνει το κύμα και δακρύζει, γιατί θυμάται το γήπεδο στη φιλαδέλφεια. Για τον αεκτζή μίλτο πασχαλίδη και τις «βυθισμένες άγκυρες επάνω στο κορμί του» που παραπέμπουν κατευθείαν στον υποβιβασμό στη γάμα εθνική. Για τη θήβα που παράγει κυρίως κρεμμύδια και πατάτες, και το θηβαίο, που πάει κλαμμένος και κλασμένος από χέρι, χωρίς καν να κάνει κίνηση να διεκδικήσει αυτή που θέλει, γιατί.. «πόσο πολύ σε αγάπησα, ποτέ δε θα το μάθεις». Πόνος κι εντεχνίλα!

Για την ανάγκη να εκσυγχρονιστεί το κουκουέ (ξεφεύγοντας κι από αυτή την εντεχνίλα στο φεστιβάλ), να όπως ο κουβέλης, που δε μιλάει για αυτοκτονίες κι απολύσεις, αλλά για απαγκίστρωση από τη ζωή και το οκτάωρο, και σε σκλαβώνει. Ή όπως ο τσίπρας, που συνάντησε τον πάπα, και γιατί να μην απαντήσει δηλ ο κουτσούμπας πηγαίνοντας στη λέιντι γκάγκα πχ, εκτός κι αν λέει πουθενά ο μαρξ πως δεν μπορούμε να πηγαίνουμε στη λέιντι, οπότε πάσο. Είπε και για την ψυχολογία του μέσου συριζαίου, που απαιτεί ειδική προσέγγιση, γιατί έχει πιει δύο μπύρες, έναν μπάφο, και δε γίνεται να πηγαίνεις εσύ και να του λες για τον ευρωμονόδρομο της λυκοσυμμαχίας, δυο λέξεις οκτώ νοήματα, και να του τινάζεις τα μυαλά στον αέρα.

Έκανε τον παραλληλισμό του άδωνη και της ευγενίας με το ζευγάρι του αδόλφου και της εύας (μπράουν) και μίλησε με τη φωνή του πρώτου, που είναι σαν του χιούι (ή μήπως του ντιούι; μπορεί και του λιούι), αλλά στο πιο ψιλό κι εκνευριστικό. Που δεν είναι κακό από μόνο του δηλ, αλλά δε γίνεται να βγαίνεις πρωί-μεσημέρι-βράδυ, με τέτοια φωνή στην τηλεόραση και το ραδιόφωνο. Μας μίλησε για το πετρέλαιο θέρμανσης, που.. γαμάει, και σου εξασφαλίζει εγγημένα ερωτικό σύντροφο τις κρύες νύχτες του χειμώνα. Και για τη ζωάρα που κάνουν οι άνεργοι, όπως φαίνεται και στην τελεταία ταινία του παπακαλιάτη, που ζει σε ένα φτωχικό διόροφο στην πλάκα κι έχει ένα σχόλιο που το φωνάζου μοναξιά –αλλά όχι ανεργία ή κατάθλιψη. Κάπου ενδιάμεσα, πέταξε και κάτι περί φράξιας, που ήταν άγνωστη λέξη σε μια κοπέλα, αλλά της εξήγησε πως θα τη μάθει, όταν τη διαγράψουν.

Οι υπεραστικοί, που έπαιζαν αργότερα, δεν έρχονταν για πρώτη φορά αλλά ο ενθουσιασμός ήταν ο ίδιος και ο κόσμος ακόμα περισσότερος, να ακούει τους στίχους για «του αδόλφου τα εγγόνια, τη σαπίλα του ντουνιά» και να ξεσπάει σε αυθόρμητα χειροκροτήματα, πριν καν τελειώσει το τραγούδι. Κι ύστερα από καμιά εικοσαριά χρόνια, στο εξηκοστό φεστιβάλ, οι επόμενες γενιές κνιτών, θα συζητάν για αυτά που δεν έζησαν, αλλά θα ήθελαν να έχουν προλάβει. Το πρώτο φεστιβάλ με το λοΐζο, τα φεστιβάλ με το ρίτσο, τον κατράκη, το θεοδωράκη, το φεστιβάλ στο γαλάτσι με την ομιλία του γράψα –για άλλους λόγους-, το τελευταίο φεστιβάλ του μητροπάνου και... το 40ό φεστιβάλ, όπου τραγούδησε μισή ώρα ο βουρνούκιος των υπεραστικών και (παραδόξως) δεν έβρεξε...!

Στη δική μου καλή τριάδα της πέμπτης μπήκε κι η συζήτηση απέναντι από τη διεθνούπολη με τον γκίκα, από το τμήμα ιστορίας του κκε, για τα 100 χρόνια απ’ τον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο που είχε διαφημιστεί αρχικά ως ο πόλεμος που θα έβαζε τέλος σε όλους τους πολέμους! Η εισήγηση του γκίκα κινήθηκε σε πολλά σημεία στο ίδιο μήκος κύματος με το άρθρο του στην προηγούμενη κομεπ για τη στάση των κομμουνιστών πριν και κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκόσμιου. Εγώ παραθέτω απλώς κάποεις σκόρπιες σημειώσεις που κράτησα.

Για τη γρήγορη μεταπήδηση της ιταλίας σε άλλο στρατόπεδο, το 15’, και τον εύθραυστο χαρακτήρα των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών –σήμερα είσαι, αύριο δεν είσαι. Για το αποικιακό πρόγραμμα που είχαν κάποιοι κατ’ όνομα σοσιαλιστές, προβάλλοντας μάλιστα τον εκπολιτιστικό ρόλο των μητροπόλεων –σα να ακούς χρυσαυγίτη για το μεγαλέξανδρο! Για τα εκατομμύρια οργανωμένα μέλη που ήταν στις τάξεις ή υπό την επιρροή της σοσιαλδημοκρατίας, αλλά με ευθύνη των ηγετών τους δε δραστηριοποιήθηκαν ποτέ σε αντιπολεμικές πρωτοβουλίες –και το ωραίο της υπόθεσης είναι πως κάποιοι τρέφουν σήμερα ελπίδες για τη σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία, που δεν έχει καν την πολυάριθμη εργατική βάση του παρελθόντος.  Για τον επιλεκτικό αφοπλισμό της ηττημένης γερμανίας, που διατήρησε τις δυνάμεις της στο ανατολικό μέτωπο (ρωσία) και το εσωτερικό της, για να καταπνίξει ένοπλα τις επαναστάσεις που ξέσπασαν. Για το σύνθημα «οι ιμπεριαλιστές τη γη ξαναμοιράζουν..» (με των λαών το αίμα τα σύνορα χαράζουν, που εφαρμόστηκε σχεδόν κυριολεκτικά στην περίπτωση της αφρικής, όπου οι μεγάλες δυνάμεις πήραν τον χάρακα, για να μοιράσουν εδάφη, λες κι έκοβαν ένα ταψί μπακλαβά.

Για την απάντηση του λένιν στους πασιφιστές πως οι λαοί δεν πρέπει με τίποτα να παραδώσουν τα όπλα, τώρα που αναγκάστηκαν να τους τα δώσουν οι αστοί, αλλά να τα κρατήσουν μετατρέποντας τον πόλεμο σε επανάσταση και να τα χρησιμοποιήσουν για τους δικούς τους σκοπούς. Και για την τοποθέτηση του γκίκα περί άμεσης αποδέσμευσης από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς (τώρα και όχι στη δευτέρα παρουσία) σε αντίθεση με τη ρεφορμιστική λογική που προτάσσει τη στόχο της διάλυσής τους σε κάποιο απώτερο μέλλον-και μέχρι τότε τίποτα.
Κάποιοι φίλοι και σφοι με εμπόδισαν (με την καλή έννοια) να προσέξω το δεύτερο μέρος της εκδήλωσης με τις ερωτοαπαντήσεις, αλλά αυτό δεν αλλάζει το βασικό συμπέρασμα πως οι συζητήσεις του φεστιβάλ της αθήνας είναι μακράν πιο ζωντανές κι ενδιαφέρουσες, από αυτές που συναντάς κατά κανόνα σε άλλες πόλεις.

Πριν αλλάξουμε κατηγορία, παραθέτω με την ευκαιρία ένα ωραίο απόσπασμα από την καινούρια έκδοση της σύγχρονης εποχής, ο Λένιν τον Οκτώβρη, σχετικά με τις αντιθέσεις και τις ιδιαιτερότητες του πρώτου παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Ο παγκόσμιος πόλεμος τα αναποδογύρισε όλα. Ο Γερμανός αυτοκράτορας σύρθηκε σε πόλεμο εναντίον του ξαδέρφου του, του βασιλιά της Αγγλίας, και του τσάρου. Ο Άγγλος βασιλιάς βοήθησε να ανατραπεί ο συγγενής του και ο ομόλογός του τσάρος. Οι φιλελεύθερες Αγγλία και Γαλλία δεν άφησαν τους Ρώσους εμιγκρέδες επαναστάτες να γυρίσουν, η μισοφεουδαρχική Γερμανία το έκανε με χαρά. Οι σοσιαλιστές των εμπόλεμων κρατών, σε αντίθεση με κάθε προηγούμενη απόφαση, δεν ψήφισαν κατά, αλλά υπέρ του πολέμου. Οι Άγγλοι εργάτες, αντί να συμμαχήσουν με τους Γερμανούς εργάτες, συμμάχησαν με ττους Άγγλους κεφαλαιοκράτους. Οι Ούγγροι αγρότες, αντί να σμίξουν με τους Ρώσους αγρότες, πήγαν με τους Ούγγρους τσιφλικάδες. Η έννοια του έθνους έγινε ισοδύναμη με αυτή του κράτους και όλα υποτάχτηκαν στο μοναδικό συμφέρον του κράτους.

Από τα υπόλοιπα ξεχώρισα την αφιέρωση του πασχαλίδη στο γιο του μπογιό (που έχει μεγαλώσει, λέει, αρκετά τώρα πια). Και τη διχογνωμία για το ράπερ αφάζα, που κάποιοι σφοι τον παρουσιάζουν ως πολύ αξιόλογο στιχουργό και κάποιοι άλλοι μου λένε πως κινείται στα όρια της γραφικότητας, να χώνει για τα οπορτούνια πχ και να γουστάρει ο στενός δικός μας κύκλος, μέλη κι οπαδοί. Και δεν είναι πως μ’ αρέσει ο κεντρισμός, αλλά δεν έχω προσωπική εικόνα και εκτίμηση, παρά μόνο μια πολύ ισχυρή προκατάληψη απέναντι στο είδος και τη μορφή, που δύσκολα θα ξεπεράσω, για να αποκτήσω προσωπική άποψη.


Υπάρχουν και άλλες εκκρεμότητες από τα στιγμιότυπα της πρώτης μέρας, αλλά θα τις δούμε σε δεύτερη φάση, για να μην ξεφύγει πολύ σε έκταση το κείμενο. Η βασική εκκρεμότητα ωστόσο που μένει ανοιχτή είναι πως η ανταπόκριση θα είχε κανονικά κι ένα κομμάτι από την πορεία στο κερατσίνι για τον παύλο φύσσα. Η αθήνα όμως δεν είναι μια κανονική πόλη, με νορμάλ, ανθρώπινες αποστάσεις. Είναι ένα χάος, όπου σου φεύγει η μαγκιά, καθώς καταπίνεις χιλιόμετρα και τρέχεις να προλάβεις κάτι, που σχεδόν ποτέ δεν το φτάνεις. Κι έτσι η ανάρτηση θα κλείσει με ένα ηχηρό κενό, σαν ένα λεπτό σιγής –αν και όχι τόσο υποβλητικό, όπως αυτό που κρατήθηκε στο φεστιβάλ για τον παύλο φύσσα.

4 σχόλια:

  1. Πραγματικά θέλω να το ρωτήσω, γιατί το έχω απορία καιρό τώρα, και χωρίς καμιά απολύτως παρεξήγηση, με θαυμασμό μάλιστα. Τί σκατά μνήμη έχεις; Και όχι μόνο σ' αυτή την περίπτωση, που τα μισά είναι στο youtube, αλλά γενικότερα. Πηγαίνεις σε μια εκδήλωση και μετά μάς την περιγράφεις με το νύ και με το σίγμα. Μπράβο…

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Μην τρελένεσαι neophyte. Αυτό που θαύμασες γίνεται πανεύκολα με χρήση ενός tablet ή ενός σημειωματαρίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Για τον καθένα υποθέτω ότι ισχύει το:
    Ιδού το tablet ή το σημειωματάριο,
    ιδού και το πήδημα.

    Πιστεύω όμως ότι δεν είναι αρκετά αυτά anonymous anonymoys

    ρα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Νεόφυτε προφανώς δεν έχω τόσο καλή μνήμη, για να θυμάμαι απέξω αυτά που παρακολουθώ. Συνήθως κρατάω πρόχειρες χειρόγραφες και στενογραφημένες σημειώσεις (που αν δεν τις ξαναδιαβάσω το ίδιο βράδυ, μπορεί ούτε εγώ να μη βγάζω μετά νόημα) και από τεχνολογία φτάνω μέχρι το κινητό, όταν δε με βολεύει να γράψω. Γενικά η κε μένει πιστή στις συμβατικές, κλασικές μορφές, χαρτί (λευκή κόλλα) και κίτρινο στιλό μπικ, γιατί στο τάμπλετ θα μου έπαιρνε μία ώρα να γράψω κάτι. Αν βέβαια έχει κάποιος καλύτερες σημειώσεις από κάποια τέτοια εκδήλωση –ή ακόμα καλύτερα από κάποια συζήτηση όπου δεν ήμουν εγώ- και τις μετατρέψει σε κείμενο, είναι παραπάνω από ευπρόσδεκτες για το μπλοκ, που προσφέρεται μάλιστα να τις φιλοξενήσει σε ανάρτηση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

ΚΑΝΟΝΕΣ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΥ

Η κε του μπλοκ είναι ανοιχτή σε κάθε σχόλιο που προσπαθεί να προσθέσει κάτι στην πολιτική συζήτηση
Αρκεί να έχει κάποιο διακριτό ψευδώνυμο ως υπογραφή.