Αναδημοσίευση από το Ατέχνως
Δηλαδή το ποδόσφαιρο είναι τέχνη; Όχι ακριβώς. Αν και θα βρεις πολλούς να επιχειρηματολογήσουν περί του αντιθέτου. Αλλά αν είναι έτσι, πού θα κατατάσσαμε το ελληνικό ποδόσφαιρο και το πρωτάθλημά του; Παίρνουμε τη σκυτάλη από αυτό το κείμενο του 2310net, για να απαντήσουμε το ερώτημα.
ΑΝ η μπάλα ήταν τέχνη, ο Καλιτζάκις (με ι, λόγω καλλιτεχνικής φύσης) θα ήταν καλλιτέχνης-νίντζα και ο ομογενής Τζάκις του Απόλλων Πατρών ένας απλός τεχνίτης της μπάλας, αλλά σε άλλο άθλημα (όπως και ήταν δηλαδή).
ΑΝ το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν σκηνοθέτης, θα ήθελε να τον θυμούνται σαν Αγγελόπουλο, με αργόσυρτες φάσεις και λιγοστή δράση, αλλά στην πραγματικότητα θα ήταν ο Παπακαλιάτης, που κάνει φτηνές αντιγραφές καλών ιδεών από το εξωτερικό. ΑΝ ήταν ταινία, θα ήταν το «Αν». Ή κάποια άλλη «b movie», πχ από το Μπόλιγουντ –ΑΝ και δε φταίει σε τίποτα το ινδικό πρωτάθλημα, που έπαιξε κι εκεί ο Κατσουράνης. Αν ήταν σενάριο, θα ήταν μονότονο κι απολύτως προβλέψιμο, με το ίδιο φινάλε κάθε χρόνο. Και αν ήταν σκηνογραφία, θα ήταν όλα άψογα ΣΤΗΜΕΝΑ, μέχρι τελικής λεπτομέρειας, τελικού σκορ κι αριθμού κόρνερ. Ενώ αν ήταν τηλεοπτική παραγωγή, θα ήταν Trash-TV, σε επανάληψη, με σκηνές ακατάλληλες για φιλάθλους και με το απαγορευτικό σηματάκι.
Όσο νυχτώνει, το θέαμα μεγαλώνει.
ΑΝ το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν μουσική, θα ήταν Παντελίδης ή κάτι άλλο αντίστοιχα υψηλής αισθητικής, από αυτά που ακούν οι περισσότερες ποδοσφαιριστές. Αν ήταν στίχος-σύνθημα, θα ήταν κάτι σαν: εεε-ωωω, άσο το ημίχρονο και δύο τελικό. Κι αν ήταν κουπλέ, θα ήταν η παρακάτω στροφή απ’ το «Ελλάς» του Παπακωνσταντίνου.
Το πρωτάθλημα αρχίζει
η εξέδρα πλημμυρίζει
γίνεται χαμός σε κάθε γκολ
Μα το ντέρμπι είναι στημένο
κι από πριν ξεπουλημένο
κι εσύ πνίγεσαι με δίχρωμα κασκόλ
Με τη διαφορά πως τώρα πια σχεδόν καμία εξέδρα δεν πλημμυρίζει και το ελληνικό πρωτάθλημα ανήκει σε αυτή τη σπάνια κατηγορία των διοργανώσεων, που δε μελαγχολείς όταν τελειώνουν, αλλά επειδή ξεκινάνε.
Αν το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν ποιητική συλλογή, θα ‘χε τίτλο «τον ήπιαμε», εμπνευσμένο από την ποιητική φυσιογνωμία και τις πρόσφατες δηλώσεις του Πανόπουλου. Και πρώτο ποίημα οι δηλώσεις του παράγοντα του Εδεσσαϊκού, με μετάφραση στα αγγλικά από τον Ογκουνσότο και καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Αμπέ Λαλέ». Αν ήταν πίνακας ζωγραφικής, θα ήταν η Γκερνίκα, κρανίου τόπος και ραντεβού θανάτου, ενίοτε, για ιδιωτικούς στρατούς ή ανυποψίαστους φιλάθλους. Αν ήταν άγαλμα, θα ήταν κάποιο ακρωτηριασμένο, όχι απλά σαν την Αφροδίτη της Μήλου, αλλά σαν το βασικό ήρωα στο «ο Τζόνι πήρε το όπλο του», που έχει σώα κι αβλαβή μόνο τα ζωτικά του όργανα και πέραν τούτων ουδέν.
Αν ήταν φιγούρα κόμικ θα ήταν οι Ντάλτον, γιατί απευθύνεται σε κοινό με νοημοσύνη Ραντανπλάν και γιατί του πάνε τα ριγέ της φυλακής. Αν ήταν θέατρο, θα ήταν του παραλόγου ή κάτι σαν το «Ρωμαίος κι Ιουλιέτα», αλλά στη σύγχρονη εκδοχή των Απαράδεκτων από τις «σχολή Ζούλοβιτς». Κι αν ήταν τεχνοτροπία, θα ήταν κακέκτυπο της μπρεχτικής αποστασιοποίησης, όπου καταργούνται τα όρια μεταξύ σκηνής και κερκίδας, ηθοποιού και θεατή, προπονητή και προέδρου, κι ο Σαββίδης κατεβαίνει στον πάγκο για να δώσει συμβουλές στον Γου Χου. Αλλά έχει αγοράσει τη μισή Θεσσαλονίκη σχεδόν κι αυτό του εξασφαλίζει πολύ καλύτερη υστεροφημία από το Βουλινό και τα δικά του «ντου» στο γήπεδο.
ΑΝ ήταν κι αν δεν ήταν του δήμαρχου παιδί, τα ριάλια, ριάλια, ριάλια (αυτά είναι εξάλλου τα μόνα που ενδιαφέρουν τους… «επενδυτές»). Αν ήσουνα ο Ρότσα και ήμουν ο Πουμπλής… Αν κάποτε θα γίνουν όλα αυτά τα ΑΝ, αμάν-αμάν (και ου-λελέ απ’ την κερκίδα).
Μόνο μία σταθερά, δε θα αλλάξει μέσα σε όλα. Αν το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν τέχνη, εμείς θα παραμέναμε συνειδητά κι από άποψη το «Ατέχνως».
Δηλαδή το ποδόσφαιρο είναι τέχνη; Όχι ακριβώς. Αν και θα βρεις πολλούς να επιχειρηματολογήσουν περί του αντιθέτου. Αλλά αν είναι έτσι, πού θα κατατάσσαμε το ελληνικό ποδόσφαιρο και το πρωτάθλημά του; Παίρνουμε τη σκυτάλη από αυτό το κείμενο του 2310net, για να απαντήσουμε το ερώτημα.
ΑΝ η μπάλα ήταν τέχνη, ο Καλιτζάκις (με ι, λόγω καλλιτεχνικής φύσης) θα ήταν καλλιτέχνης-νίντζα και ο ομογενής Τζάκις του Απόλλων Πατρών ένας απλός τεχνίτης της μπάλας, αλλά σε άλλο άθλημα (όπως και ήταν δηλαδή).
ΑΝ το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν σκηνοθέτης, θα ήθελε να τον θυμούνται σαν Αγγελόπουλο, με αργόσυρτες φάσεις και λιγοστή δράση, αλλά στην πραγματικότητα θα ήταν ο Παπακαλιάτης, που κάνει φτηνές αντιγραφές καλών ιδεών από το εξωτερικό. ΑΝ ήταν ταινία, θα ήταν το «Αν». Ή κάποια άλλη «b movie», πχ από το Μπόλιγουντ –ΑΝ και δε φταίει σε τίποτα το ινδικό πρωτάθλημα, που έπαιξε κι εκεί ο Κατσουράνης. Αν ήταν σενάριο, θα ήταν μονότονο κι απολύτως προβλέψιμο, με το ίδιο φινάλε κάθε χρόνο. Και αν ήταν σκηνογραφία, θα ήταν όλα άψογα ΣΤΗΜΕΝΑ, μέχρι τελικής λεπτομέρειας, τελικού σκορ κι αριθμού κόρνερ. Ενώ αν ήταν τηλεοπτική παραγωγή, θα ήταν Trash-TV, σε επανάληψη, με σκηνές ακατάλληλες για φιλάθλους και με το απαγορευτικό σηματάκι.
Όσο νυχτώνει, το θέαμα μεγαλώνει.
ΑΝ το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν μουσική, θα ήταν Παντελίδης ή κάτι άλλο αντίστοιχα υψηλής αισθητικής, από αυτά που ακούν οι περισσότερες ποδοσφαιριστές. Αν ήταν στίχος-σύνθημα, θα ήταν κάτι σαν: εεε-ωωω, άσο το ημίχρονο και δύο τελικό. Κι αν ήταν κουπλέ, θα ήταν η παρακάτω στροφή απ’ το «Ελλάς» του Παπακωνσταντίνου.
Το πρωτάθλημα αρχίζει
η εξέδρα πλημμυρίζει
γίνεται χαμός σε κάθε γκολ
Μα το ντέρμπι είναι στημένο
κι από πριν ξεπουλημένο
κι εσύ πνίγεσαι με δίχρωμα κασκόλ
Με τη διαφορά πως τώρα πια σχεδόν καμία εξέδρα δεν πλημμυρίζει και το ελληνικό πρωτάθλημα ανήκει σε αυτή τη σπάνια κατηγορία των διοργανώσεων, που δε μελαγχολείς όταν τελειώνουν, αλλά επειδή ξεκινάνε.
Αν το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν ποιητική συλλογή, θα ‘χε τίτλο «τον ήπιαμε», εμπνευσμένο από την ποιητική φυσιογνωμία και τις πρόσφατες δηλώσεις του Πανόπουλου. Και πρώτο ποίημα οι δηλώσεις του παράγοντα του Εδεσσαϊκού, με μετάφραση στα αγγλικά από τον Ογκουνσότο και καλλιτεχνικό ψευδώνυμο «Αμπέ Λαλέ». Αν ήταν πίνακας ζωγραφικής, θα ήταν η Γκερνίκα, κρανίου τόπος και ραντεβού θανάτου, ενίοτε, για ιδιωτικούς στρατούς ή ανυποψίαστους φιλάθλους. Αν ήταν άγαλμα, θα ήταν κάποιο ακρωτηριασμένο, όχι απλά σαν την Αφροδίτη της Μήλου, αλλά σαν το βασικό ήρωα στο «ο Τζόνι πήρε το όπλο του», που έχει σώα κι αβλαβή μόνο τα ζωτικά του όργανα και πέραν τούτων ουδέν.
Αν ήταν φιγούρα κόμικ θα ήταν οι Ντάλτον, γιατί απευθύνεται σε κοινό με νοημοσύνη Ραντανπλάν και γιατί του πάνε τα ριγέ της φυλακής. Αν ήταν θέατρο, θα ήταν του παραλόγου ή κάτι σαν το «Ρωμαίος κι Ιουλιέτα», αλλά στη σύγχρονη εκδοχή των Απαράδεκτων από τις «σχολή Ζούλοβιτς». Κι αν ήταν τεχνοτροπία, θα ήταν κακέκτυπο της μπρεχτικής αποστασιοποίησης, όπου καταργούνται τα όρια μεταξύ σκηνής και κερκίδας, ηθοποιού και θεατή, προπονητή και προέδρου, κι ο Σαββίδης κατεβαίνει στον πάγκο για να δώσει συμβουλές στον Γου Χου. Αλλά έχει αγοράσει τη μισή Θεσσαλονίκη σχεδόν κι αυτό του εξασφαλίζει πολύ καλύτερη υστεροφημία από το Βουλινό και τα δικά του «ντου» στο γήπεδο.
ΑΝ ήταν κι αν δεν ήταν του δήμαρχου παιδί, τα ριάλια, ριάλια, ριάλια (αυτά είναι εξάλλου τα μόνα που ενδιαφέρουν τους… «επενδυτές»). Αν ήσουνα ο Ρότσα και ήμουν ο Πουμπλής… Αν κάποτε θα γίνουν όλα αυτά τα ΑΝ, αμάν-αμάν (και ου-λελέ απ’ την κερκίδα).
Μόνο μία σταθερά, δε θα αλλάξει μέσα σε όλα. Αν το ελληνικό πρωτάθλημα ήταν τέχνη, εμείς θα παραμέναμε συνειδητά κι από άποψη το «Ατέχνως».
Προσωπικα πηγα να φαω ξυλο προσφατα οταν ειπα σε μια παρεα,που τσακωνονταν για το γαυρο και το βαζελο,οτι ειναι ΓΤΠ οσοι ασχολουνται με το πρωταθλημα αυτο.
ΑπάντησηΔιαγραφή