Αποσπάσματα από το βιβλίο του Δημήτρη Ραβάνη - Ρεντή. Ενός συγγραφέα με τρομερή πένα, που εδώ γράφει για πραγματικά πρόσωπα και περιστατικά, και καταφέρνει να κερδίσει το σεβασμό του αναγνώστη, ακόμα κι αν καταλήγει σε τελείως διαφορετικά συμπεράσματα και ιστορικές εκτιμήσεις από τις δικές του. Επιφυλάσσομαι για αναλυτική παρουσίαση στο μέλλον.
Στις μεγάλες συνεδριάσεις, συσκέψεις, συνδιασκέψεις στο Μπούλκες βγαίνει ένα προεδρείο. Κάποιος απ' το "γραφείο", όταν είμαστε έτοιμοι να ψηφίσουμε το προεδρείο αναφέρει έναν έναν τα προτεινόμενα μέλη. Στο τέλος γίνεται μια στατιστική:
-Το προεδρείο μας αποτελείται από δεκατέσσερα άτομα, που συγκεντρώνουν 122 χρόνια κομματική ζωή, 100 χρόνια φυλακές και εξορίες!
Είναι η πρώτη πίεση του "γραφείου" (Μιχάλης - Περικλής) στα μέλη.
Η δεύτερη:
-Τώρα θα διαβάσουμε γράμματα των φυλακισμένων μας!
Διαβάζουμε γράμματα. Αληθινά γράμματα. Χαιρετιστήρια από τις φυλακές και τα ξερονήσια. Όλα τα γράμματα λένε: "Να φυλάξετε την ενότητά σας σαν κόρη οφθαλμού".
Η τρίτη πίεση:
-Θα χαιρετίσουν τη συνδιάσκεψή μας οι ανάπηροί μας.
Στο βήμα βγαίνει ένας τυφλός σύντροφος. Τον συνοδεύει η γυναίκα του με ξύλινο πόδι. Ο ανάπηρός μας ανεβαίνει στο βήμα με τα μαύρα γυαλιά του:
-Σύντροφοι! Να φυλάξουμε την ενότητά μας σαν τα μάτια μας!
Ε, αυτό είναι άλλο... Ακόμη κι εκείνοι που είχαν ετοιμαστεί να κάνουν κριτική στη δουλειά και στις μέθοδες του γραφείου σωπαίνουν. Είναι τα χρόνια του προεδρείου, είναι οι φυλακισμένοι και οι εξόριστοι που μας το ζητάνε, είναι οι τυφλοί, οι ανάπηροί μας που φέρνουν την παλάμη τους, άθελά τους, και κλείνουν τα στόματα που 'χαν κάτι να πουν.
(...)
Το ξέκομμα απ' την πραγματικότητα θα βγει στο φως από μια "λεπτομέρεια".
Στο "κεφάλι" της εφημερίδας μας, δεξιά κι αριστερά από τον τίτλο υπάρχουν κάτι αριθμοί.
Αριστερά:
"ΟΙ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ ΜΑΣ! Στο ζαχαροπλαστείο μας καταναλώθηκαν τον τελευταίο μήνα 150.000 μπακλαβάδες - 160.000 διάφορες πάστες και παγωτά - 120.000 τουλουμπάκια και τρίγωνα".
Δεξιά:
"ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΣΤΟ ΒΙΤΣΙ: Νεκροί, στρατιώτες .300 - τραυματίες 3.420 - αυτόμολοι 456. Δικές μας απώλειες: 145 νεκροί.
Αυτό που περίμενε το γραφείο με μια τέτοια αντιπαράθεση αριθμών, δεν το πέτυχε. Ποιος θα περηφανευτεί μ' αυτήν την τραγική αλλά και γελοία αντιπαραβολή: πάστες και νεκροί!
Ντρέπονται ακόμη και τους μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού: τι θα πουν, αν φτάσει καμιά τους εφημερίδα στα χέρια τους! Και φτάνει. Και λένε. Κι έχουνε δίκιο.
Όταν κατεβαίνει κανένας μπουλκιώτης στο βουνό, τον αναγνωρίζουν από τη στολή του: από ένα ειδικό σκούρο χοντρό ύφασμα κουβέρτας. Μόλις τους βλέπουν τους κοροϊδεύουν: "ήρθανε οι φωστήρες του Μπούλκες: Πώς πάνε οι μπακλαβάδες; Τρώτε, τρώτε;"
Σκίζονται μνα βρούνε ρούχα, να πετάξουνε τα "μπουλκιώτικα" να τα αντικαταστήσουν με ό,τι άλλο, για να μη φαίνονται ότι έρχονται από "κει".
(...)
Απ' την Αθήνα μαθαίνουμε πως έκανε δήλωση ο Βεάκης. Δε θέλουμε να το πιστέψουμε! Ο Αιμίλιος Βεάκης! Που η φωνή του βρόνταγε στα οδοφράγματα μαζί με τα όπλα! Ο Βεάκης! Που σήκωνε τα χέρια του προς τη γαλαρία: "Για σας παίζω παιδιά μου!" Μερικοί από εμάς βιαστήκαμε να τον καταδικάσουμε, αν κι ήταν μαζί μας και ο Γιάννης ο Βεάκης, ο γιος του Μεγάλου. Ο Αντώνης προσπαθεί να μας προλάβει.
-Να μην ακούσω κακιά λέξη για τον Βεάκη! Τους άλλους να καταραστείς, εκείνους που τον ανάγκασαν να το κάνει αυτό! Και θα το δείτε: δε θα το αντέξει αυτό ο Βεάκης. Τον σκοτώσανε με αυτό που τον ανάγκασαν να κάνει! Τον εκτελέσανε! Θα το δείτε!
Κι εγώ μια μέρα, νευριασμένος για κάτι διαφωνίες με το Γιάννη Βεάκη, για να τον σκαλίσω εκεί που τον πόναγε, του 'πα:
-Δεν ξέρω τι λες για τον Γιαννίδη... ξέρω καλά, όμως, πως αυτός είναι κοντά μας, ενώ ο Βεάκης...
Δεν είπα τι "ενώ ο Βεάκης", μα η κακεντρέχεια ήταν φανερή. Το 'μαθε ο Γιαννίδης και ποιος είδε το θεό και δε φοβήθηκε! Ένας μανιασμένος Αντώνης μας καλεί σε "έκτακτη συνέλευση". Σηκώνεται να μιλήσει, θυμωμένος, έτοιμος να ξεσπάσει. Εγώ, ζαρωμένος περιμένω το ξέσπασμά του, στο κεφάλι μου. Μας κοιτάζει έναν έναν. Ηρεμεί. Κάθεται. Μιλάει σιγά, σαν για τον εαυτό του.
Μιλάει για τη θέση του καλλιτέχνη στην αστική κοινωνία, για τους όρους "θεατρίνος" και ηθοποιός, για την προσπάθεια που γίνεται να εξευτελίσουν τους γίγαντες. Μέσα σε αυτή τους την προσπάθεια και η πίεση στο Βεάκη.
-Κάποτε... όταν πάμε στην Αθήνα, τον Βεάκη θα τον βγάλουμε πρόεδρο της βουλής. Αφού εμένα με εκλέξατε στο Κοινοτικό Συμβούλιο... Για να δείτε τη διαφορά!... Κι όσοι βιάζονται να καταδικάσουν, το βράδυ, όταν είναι μόνοι τους στο σπίτι τους με κλεισμένα τα φώτα, να μην βλέπονται και να μην τους βλέπουν, ας ρωτήσουν τον εαυτό τους "εγώ θα άντεχα;"
(...)
Ο Μανώλης, που τον είχαμε κάπως στην "άκρη", γιατί δεν άκουσε τον καθοδηγητή του που του είπε "να πάει να παρουσιαστεί στο στρατό" κι όταν χρειαστεί, "παίρνει το όπλο του και φεύγει", βρίσκει το δίκιο του. Θα το βρει ολοκληρωτικά αργότερα, στο αντάρτικο. Στο στρατό που μας πολεμάει, χιλιάδες οι ελασίτες, οι εαμίτες -δικοί μας άνθρωποι. Δύσκολο να "πάρεις το όπλο σου και να φύγεις", με το Β Γραφείο της μονάδας στη ράχη σου. Θυμάμαι, τώρα, μια δίκη, το Μάρτη του 1949, στο Βίτσι. (Μα να που νιώθω την ανάγκη να προειδοποιήσω: Δεν είναι συγγραφική φαντασία. Είναι πραγματική αλήθεια). Μετά τις μάχες στο Μαλιμάδι, ανάμεσα στους αιχμαλώτους είναι ένας έφεδρος λοχαγός. Οι φαντάροι αιχμάλωτοι λένε πως ήταν από κείνους που πολεμούσαν σκληρά.
Στο Λαϊκό Δικαστήριο που γίνεται στη Μικρολίμνη, με καλεί ο Δικαστικός Εκπρόσωπος της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης να "αναλάβω την υπεράσπιση του κρατούμενου". Δικηγόρους δεν είχαμε. Τα Λαϊκά μας Δικαστήρια λειτουργούσαν με λαϊκή υπεράσπιση.
Πριν από τη δίκη μιλάω με το λοχαγό. (Πόσο λυπάμαι, πόσο λυπάμαι που έχασα το όνομά του μαζί με τα χαρτιά μου!...)
-Δέχεσαι να σε υπερασπίσω;
-Τι σημασία έχει; σηκώνει τους ώμους του.
-Έχει! Μην ακούτε αυτά που λένε για μας! Έχουμε πραγματική δικαιοσύνη.
Με κοιτάζει ειρωνικά:
-Δεν περιμένω να μου τα πείτε εσείς αυτά. Ήμουν λοχαγός του ΕΛΑΣ.
Τον κοιτάζω με απορία.
-Ναι! Τι με κοιτάζετε; Ήμουνα λοχαγός του ΕΛΑΣ. Όταν με καλέσανε, και ρώτησα το κόμμα, μου 'πανε να παρουσιαστώ. Και να 'μαι εδώ!
-Λένε... λένε πως πολεμήσατε σκληρά!
-Δε θα καταλάβετε! με κοιτάζει με θλίψη.
Θέλω να τον βεβαιώσω ότι θα τον καταλάβω.
-Ήμουνα θυμωμένος, προσθέτει. Πολύ θυμωμένος! Οι μισοί από το λόχο μου ήταν δικά μας παιδιά... Και να... τα 'δες!
Στη δίκη, σε μια τάξη του Σχολείου, έχει έρθει και όλο το καλλιτεχνικό συγκρότημα του Γενικού Αρχηγείου. Εγώ είμαι μπερδεμένος και συγκινημένος. Περισσότερο από "συγγραφικό" ένστικτο παρά από πολιτικό, νιώθω πως είναι μια σημαντική δίκη. Μια δίκη που θα 'πρεπε να γίνει ανοιχτά, σε κάποιο Στάδιο, σε κάποια πλαγιά. Αυτά που σκέφτομαι δε βγαίνουν όπως τα θέλω. Τα περισσότερα "επιχειρήματά" μου για την υπεράσπιση του λοχαγού είναι βλακείες. Φτάνω να πω και τούτη την κουταμάρα:
-Πολέμησε για τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα, να ησυχάσει ο τόπος!
--Να 'ρχότανε από δω να πολεμήσει! φωνάζει το ακροατήριο.
Έχουν δίκιο. Κι ο λοχαγός το ξέρει πως έχουν δίκιο. Ήρεμος στην απολογία του με διορθώνει, μιλάει για τα δικά του πάθη, για τη γραμμή που είχε πάρει, για τους δικούς του θυμούς...
Το Λαϊκό Δικαστήριο, με πρόταση του Χρηστίδη δικαστικού του Δημοκρατικού Στρατού που σκοτώθηκε στο Βίτσι, τον καταδικάζει δύο χρόνια φυλακή με αναστολή.
(Να το ξαναπώ; Είναι αληθινή ιστορία).
Έχω κι έναν τέτοιο. Ποτέ δε λείπουν οι "ανώνυμοι". Τον έχω και στο τηλέφωνο κάθε Κυριακή μεσημέρι -δεν ξέρω αν είναι ο ίδιος της επιστολής: "Γράψε και για τα εγκλήματα! Γράψε για τα εγκλήματα!"
Ο "ανώνυμός" μου με παροτρύνει να γράψω για "τους 95 που απήλασαν στην Ελλάδα" από το Μπούλκες. (Θα του ξέφυγε το κομμάτι που το ανέφερα).
Με "προκαλεί" να γράψω "για την τρομοκρατία του Μπούλκες" και την "Υπηρεσία Τάξης Ομάδας". (Μα δε θα διάβασε το κομμάτι με τις περιβόητες πεντάδες, από τις πιο τραγικές -κατά τη γνώμη μου- ιστορίες μας...)
Και συνεχίζει ο "ανώνυμος" να μιλάει για "κόκαλα αγωνιστών", για "προδοτική ηγεσία του ΚΚΕ", και και...
Μια συμβουλή στον "ανώνυμο": αυτά μπορεί να τα βρει για να διαβάσει σε όλες τις φασιστοφυλλάδες, μα και να τα ακούσει ακόμη και στις ομιλίες "κυβερνητικών εκπροσώπων" σε διάφορες τελετές, ακόμη κι από "ευκαιριακούς" θεωρητικούς, που δε βρίσκουν τίποτα θετικό στον αγώνα μας, μάχονται για το σοσιαλισμό ξεσπαθώνοντας κατά του σοσιαλισμού, και φοράνε τέτοιες παρωπίδες που δε βλέπουν ούτε μία χώρα σοσιαλιστική γύρω τους. Ξοφλάνε με τον υπαρκτό σοσιαλισμό βάζοντάς του εισαγωγικά...
Σε μένα έκανε λάθος...
Δεν είμαι από κείνους που γενικεύουν. Δεν είμαι από κείνους που λένε: "φταίει ο Παρτσαλίδης που υπόγραψε"... Για μένα, για αυτά τα μεγάλα πολιτικά λάθη, δεν φταίει "ο".
Το φταίξιμο το 'χει η γενική κατάσταση, και η ανωριμότητα σε μια αναμέτρηση, όχι τόσο με τη "δεξιά μας", όσο με τις μεγάλες αντίπαλές μας φασιστικές και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Κι όταν μιλάω για φταίξιμο ηγετικών στελεχών -και μίλησα- αναφέρομαι περισσότερο σε μέθοδες που χρησιμοποιήθηκαν εσωκομματικά, και εσω-αγωνιστικά, μέθοδες απαράδεκτες. Και πάλι ονόματα είπα, κι όχι "η ηγεσία"!
Όχι! Ο "ανώνυμος" δε θα με έχει ποτέ συνεργό του!...
Αρχίζω από τον "ανώνυμο" όχι γιατί του δίνω σημασία, μα επειδή η απάντηση σε αυτόν δίνει σε μένα τον επώνυμο τη δυνατότητα να κάνω μια "διακήρυξη αρχών" -που τη λένε...
(...)
Όχι, δεν είμαι εγώ εκείνος που θα αφαιρέσει ζωή αγώνα, από οποιονδήποτε: κι ας τον πιάνει σε τούτα τα γραφτά η πίκρα μου. Να το ξαναπώ: Ο οποιοσδήποτε δικός μου "κακός" είναι ο ίδιος ένας αγωνιστής, ένας νικημένος νικητής. Αυτό ισχύει για όλους όσους πικραίνω με τις κρίσεις μου σε αυτό το βιβλίο. Κι εκείνοι που αρπάζονται από κάτι τέτοια γραφτά για να πούνε "νάτοι μόνοι τους τα λένε", το ξέρουν και μοναχοί τους πως είναι οι ίδιοι που προσφέρανε γη και ύδωρ σε κάθε ξένο φανερό ή κρυφό καταχτητή.
Είχα μια κουβέντα, πριν από κάμποσο καιρό με έναν από τους ηγέτες του ΚΚΕ. Δε λέω το όνομά του, όχι γιατί είπε κάτι "στραβό", μα για να μην παινευτώ για τις "προσωπικές μου συζητήσεις" με την ηγεσία. Του 'λεγα τις δικές μου τοτινές και τωρινές ανησυχίες. Μου είπε:
-Ναι είναι αλήθεια πως δεν είχαμε το χρόνο, πιασμένοι από τα τόσα σκληρά καθημερινά, να δούμε πιο πλατιά τα προβλήματα των διανοούμενων. Μπορείς όμως να κατηγορήσεις το Κόμμα ότι δεν είχε σε αυτή τη δουλιά, τουλάχιστον στο εξωτερικό, τους πιο κατάλληλους και τους πιο ειδικούς;
Σκέφτομαι:
Όχι. Δεν μπορώ να το πω αυτό. Η αλήθεια είναι πως στη λογοτεχνική επιτροπή ήταν η Έλλη Αλεξίου, ο Μενέλαος Λουντέμης, ο Θεοδόσης Πιερίδης, η Φούλα Χατζηδάκη, ο Βάσος Γεωργίου... Όχι... Ξέρω πως σε πλατιές συσκέψεις που γινόντουσαν, ερχόντουσαν οι συγγραφείς μας, οι καλλιτέχνες μας, οι διανοούμενοί μας από όλες τις χώρες της Ξενητιάς. Και η Μέλπω Αξιώτη και ο Δημήτρης Χατζής και ο Γιώργης Σεβαστίκογλου και ο Σταμάτης Γιαννακόπουλος και και... Ακόμη και από την Ελλάδα φτάνανε άνθρωποι σαν τον Μάρκο Αυγέρη να πάρουν μέρος σε τέτοιες συζητήσεις.
Κι ερχόντουσαν και "επιστολές" των κατατρεγμένων διανοούμενων μας από την Ελλάδα που έβαζαν προβλήματα και ζητούσαν λύση και συμπαράσταση.
Τι να απαντήσω λοιπόν στην ερώτηση; Ότι εμείς οι ίδιοι φταίμε; Οι μισοί απ' όσους ανέφερα πιο πάνω, οι τότε δογματικοί είναι σήμερα οι "αντιδογματικοί".
Τι να απαντήσω λοιπόν στην ερώτηση; Άλλη απόκριση από αυτή δε βρίσκω:
-Να μην αφηνόμαστε στους "ειδικούς" κάποιας επιτροπής, και να μην παίρνουμε τη γνώμη τους σαν πιο "τεκμηριωμένη". Να μην τους αφήνουμε να υποκαταστήσουν το κόμμα. Είναι συνηθισμένη έκφραση: για να το λέει ο Τάδε, το 'πε το Κόμμα... Να συναντιόμαστε συχνά, να κάνουμε ανοιχτές συζητήσεις, λόγο και αντίλογο, να ακούγονται ολονώνε οι απόψεις...
(...)
Τώρα που γράφω αυτό το τελευταίο κεφάλαιο -τελευταίο γιατί αυτή η ιστορία τελειωμό δεν έχει- ξανακοιτάζω την "επιλογή". Εκείνο που είχα υποσχεθεί από την αρχή -τι ενδιαφέρει και τους άλλους τι όχι, τι είναι γενικό, τι προσωπικό...
Λες να 'γινα, λέω, κι εγώ, από κείνα τα μεγάλα στελέχη που δίνουν συνεντεύξεις δεξιά κι αριστερά, προσπαθώντας να ξεφορτώσουν τη γερμένη από τις ευθύνες πλάτη τους, και να φορτώνουν σ' άλλους; (Μα όχι... Δεν ήμουνα ποτέ "μεγάλος", δεν είχα ποτέ ευθύνη για των άλλων τις ζωές -έξω από την ευθύνη των πολλών - ένας από αυτούς κι εγώ- που αδρανοποιήθηκαν και προσωπολατρικά δέχτηκαν τις κατευθύνσεις των άλλων... Αυτή είναι η δική μου ευθύνη. Πρέπει να φάνηκε...)
Λες να 'γινα, λέω κι εγώ, "ένας από τους κοντινούς συνεργάτες" του Νίκου Ζαχαριάδη, έτσι που, κολλώντας καθυστερημένα "μεγαλοσύνη", αναθυμιέμαι συζητήσεις τετ-α-τετ, "μου είπε του είπα", για να κόψω λίγο από το μπόι του, και να ψηλώσω μια στάλα εγώ -ο οποίος "εγώ" και ξέρουμε πολλούς -μια και δεν υπάρχει τώρα ο άνθρωπος να με αντικρούσει; (Μα όχι... Μια συζήτηση που ανέφερα στο γενικό αρχηγείο, δεν την είχε κάνει με εμένα, δεν είχα τέτοιες σχέσεις με τον αρχηγό, τα 'λεγε αυτά στο Λευτέρη τον Ελευθερίου και στο Γαβρήλο και στην Κατίνα Ελευθερίου, κι εκείνοι ήταν πολύ σύμφωνοι μαζί του).
Λες να έγινα, λέω, κι εγώ ένας από κείνους που ρίχνουνε νερό στα αυλάκια αυτονών που κατασκευάζουν λάσπη και μας φορτώνουν ιστορίες "δάσους του Κατίν" με "κονσέρβες" και "εγκλήματα" -ένα παραμύθι μπαμπούλα, που συνεχίζεται; (Μα όχι... Ίσα- ίσα λέω, που προσπάθησα να μιλήσω για τους αγνούς μας ανθρώπους, για την τεράστια πλειοψηφία των αγωνιστών που γνώρισα, από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο, αγωνιστές που τα 'δωσαν όλα για την πατρίδα, χωρίς να ζητήσουν για αντάλλαγμα ούτε τον έπαινο της κομματικής τους συνέλευσης. Ναι αυτό πρέπει οπωσδήποτε να φάνηκε...)
Λες να 'γινα λέω κι εγώ ξαφνικά "ντοκουμεντάριος", ξεφουρνίζοντας καθυστερημένος -και χωρίς δυνατότητα αντίκρουσης- πράξεις και θέσεις για να στηλώσω την "ηγετική μου προσωπικότητα" σε κάποιο από τα "κάπα κάπα", ή -γιατί όχι;-σε κανένα καινούριο που ετοιμάζω; (Μα όχι αλίμονο! Μια ιστορία είπα για κοντινούς μου ανθρώπους, κι από την αρχή προειδοποίησα "μην τα πάρετε σαν ντοκουμέντα" κι όπου αναγκάστηκα κι αναφέρθηκα σε "λόγια μεγάλων", για να αντικρούσω σημερινούς "σοφούς", δεν ήμουνα ποτέ "μεταξύ μας" εγώ κι ο μεγάλος μα κάθε φορά πάνω από δέκα.
Λες να 'μαι λέω τελικά κι εγώ ένας από κείνους που κάνουνε με το εξεπίτηδες λάθος να γενικεύουν, μαυρίζοντας έναν αγώνα από τους μεγαλύτερους κι από τους πιο παλληκαρίσιους της εποχής μας; -μεγάλους και παλληκαρίσιους γιατί μεγάλες και δυνατές ήταν οι δυνάμεις που αντιμετωπίσαμε; (Μα όχι -να μου κοβότανε το χέρι!- πως θα 'κανα κάτι τέτοιο, αφού έζησα ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους, από τις μάντρες της αντίστασης που περιμέναμε να σταματήσει η κυκλοφορία για να βγούμε να γράψουμε στους τοίχους "Ζήτω η Λευτεριά", μέχρι την ανοιχτή μάχη με τους γερμανούς και τους συνεργάτες τους και τα οδοφράγματα με τους άγγλους και τα βουνά με τους αμερικάνους; Πώς θα σβήσω τον εαυτό μου; Πώς να γκρεμίσω τους σταυρούς των συντρόφων μου, για να ανάψω φωτιά να ζεσταθώ ελόγου μου;)
Λες να 'γινα λέω κι εγώ μέλος της "χορωδίας" -ξένης και δικής- που φωνασκεί κι αρπάζεται από την τρίχα για να την κάνει σκοινί, για να δεθεί γερά σε κάποια "ηγετική καρέκλα" ή για να δέσει όλη την αντίσταση στο "νάτα μόνοι τους τα λένε!"; (Μα όχι... Κι αν ακούστηκε κάπου και το δικό μου το φάλτσο, με τα παραφουσκωμένα εγώ -σαν παραδείγματα- ή με κάποιο άστοχο παράδειγμα που "το 'πιασαν" οι... μουσικολόγοι του "Σόφια-Μόσχα είναι το όνειρό μας", είναι γιατί δεν είναι εύκολη δουλιά το... σόλο!)
Από ανάγκη -δική μου- τα γράφω αυτά και από υποχρέωση -σε σένα που με διάβασες. Κι αν τα "μα όχι" τα δικά μου, οι δικαιολογίες μου, φαίνονται ανεδαφικές τωραδά, δε φταίει η πρόθεσή μου, μα ο συναισθηματισμός και η πίκρα, κακοί σύμβουλοι στο γράψιμο...
Φταίει ακόμη η αδυναμία του χεριού να παρακολουθήσει το νου και την καρδιά...
Στις μεγάλες συνεδριάσεις, συσκέψεις, συνδιασκέψεις στο Μπούλκες βγαίνει ένα προεδρείο. Κάποιος απ' το "γραφείο", όταν είμαστε έτοιμοι να ψηφίσουμε το προεδρείο αναφέρει έναν έναν τα προτεινόμενα μέλη. Στο τέλος γίνεται μια στατιστική:
-Το προεδρείο μας αποτελείται από δεκατέσσερα άτομα, που συγκεντρώνουν 122 χρόνια κομματική ζωή, 100 χρόνια φυλακές και εξορίες!
Είναι η πρώτη πίεση του "γραφείου" (Μιχάλης - Περικλής) στα μέλη.
Η δεύτερη:
-Τώρα θα διαβάσουμε γράμματα των φυλακισμένων μας!
Διαβάζουμε γράμματα. Αληθινά γράμματα. Χαιρετιστήρια από τις φυλακές και τα ξερονήσια. Όλα τα γράμματα λένε: "Να φυλάξετε την ενότητά σας σαν κόρη οφθαλμού".
Η τρίτη πίεση:
-Θα χαιρετίσουν τη συνδιάσκεψή μας οι ανάπηροί μας.
Στο βήμα βγαίνει ένας τυφλός σύντροφος. Τον συνοδεύει η γυναίκα του με ξύλινο πόδι. Ο ανάπηρός μας ανεβαίνει στο βήμα με τα μαύρα γυαλιά του:
-Σύντροφοι! Να φυλάξουμε την ενότητά μας σαν τα μάτια μας!
Ε, αυτό είναι άλλο... Ακόμη κι εκείνοι που είχαν ετοιμαστεί να κάνουν κριτική στη δουλειά και στις μέθοδες του γραφείου σωπαίνουν. Είναι τα χρόνια του προεδρείου, είναι οι φυλακισμένοι και οι εξόριστοι που μας το ζητάνε, είναι οι τυφλοί, οι ανάπηροί μας που φέρνουν την παλάμη τους, άθελά τους, και κλείνουν τα στόματα που 'χαν κάτι να πουν.
(...)
Το ξέκομμα απ' την πραγματικότητα θα βγει στο φως από μια "λεπτομέρεια".
Στο "κεφάλι" της εφημερίδας μας, δεξιά κι αριστερά από τον τίτλο υπάρχουν κάτι αριθμοί.
Αριστερά:
"ΟΙ ΕΠΙΤΥΧΙΕΣ ΜΑΣ! Στο ζαχαροπλαστείο μας καταναλώθηκαν τον τελευταίο μήνα 150.000 μπακλαβάδες - 160.000 διάφορες πάστες και παγωτά - 120.000 τουλουμπάκια και τρίγωνα".
Δεξιά:
"ΟΙ ΜΑΧΕΣ ΣΤΟ ΒΙΤΣΙ: Νεκροί, στρατιώτες .300 - τραυματίες 3.420 - αυτόμολοι 456. Δικές μας απώλειες: 145 νεκροί.
Αυτό που περίμενε το γραφείο με μια τέτοια αντιπαράθεση αριθμών, δεν το πέτυχε. Ποιος θα περηφανευτεί μ' αυτήν την τραγική αλλά και γελοία αντιπαραβολή: πάστες και νεκροί!
Ντρέπονται ακόμη και τους μαχητές του Δημοκρατικού Στρατού: τι θα πουν, αν φτάσει καμιά τους εφημερίδα στα χέρια τους! Και φτάνει. Και λένε. Κι έχουνε δίκιο.
Όταν κατεβαίνει κανένας μπουλκιώτης στο βουνό, τον αναγνωρίζουν από τη στολή του: από ένα ειδικό σκούρο χοντρό ύφασμα κουβέρτας. Μόλις τους βλέπουν τους κοροϊδεύουν: "ήρθανε οι φωστήρες του Μπούλκες: Πώς πάνε οι μπακλαβάδες; Τρώτε, τρώτε;"
Σκίζονται μνα βρούνε ρούχα, να πετάξουνε τα "μπουλκιώτικα" να τα αντικαταστήσουν με ό,τι άλλο, για να μη φαίνονται ότι έρχονται από "κει".
(...)
Απ' την Αθήνα μαθαίνουμε πως έκανε δήλωση ο Βεάκης. Δε θέλουμε να το πιστέψουμε! Ο Αιμίλιος Βεάκης! Που η φωνή του βρόνταγε στα οδοφράγματα μαζί με τα όπλα! Ο Βεάκης! Που σήκωνε τα χέρια του προς τη γαλαρία: "Για σας παίζω παιδιά μου!" Μερικοί από εμάς βιαστήκαμε να τον καταδικάσουμε, αν κι ήταν μαζί μας και ο Γιάννης ο Βεάκης, ο γιος του Μεγάλου. Ο Αντώνης προσπαθεί να μας προλάβει.
-Να μην ακούσω κακιά λέξη για τον Βεάκη! Τους άλλους να καταραστείς, εκείνους που τον ανάγκασαν να το κάνει αυτό! Και θα το δείτε: δε θα το αντέξει αυτό ο Βεάκης. Τον σκοτώσανε με αυτό που τον ανάγκασαν να κάνει! Τον εκτελέσανε! Θα το δείτε!
Κι εγώ μια μέρα, νευριασμένος για κάτι διαφωνίες με το Γιάννη Βεάκη, για να τον σκαλίσω εκεί που τον πόναγε, του 'πα:
-Δεν ξέρω τι λες για τον Γιαννίδη... ξέρω καλά, όμως, πως αυτός είναι κοντά μας, ενώ ο Βεάκης...
Δεν είπα τι "ενώ ο Βεάκης", μα η κακεντρέχεια ήταν φανερή. Το 'μαθε ο Γιαννίδης και ποιος είδε το θεό και δε φοβήθηκε! Ένας μανιασμένος Αντώνης μας καλεί σε "έκτακτη συνέλευση". Σηκώνεται να μιλήσει, θυμωμένος, έτοιμος να ξεσπάσει. Εγώ, ζαρωμένος περιμένω το ξέσπασμά του, στο κεφάλι μου. Μας κοιτάζει έναν έναν. Ηρεμεί. Κάθεται. Μιλάει σιγά, σαν για τον εαυτό του.
Μιλάει για τη θέση του καλλιτέχνη στην αστική κοινωνία, για τους όρους "θεατρίνος" και ηθοποιός, για την προσπάθεια που γίνεται να εξευτελίσουν τους γίγαντες. Μέσα σε αυτή τους την προσπάθεια και η πίεση στο Βεάκη.
-Κάποτε... όταν πάμε στην Αθήνα, τον Βεάκη θα τον βγάλουμε πρόεδρο της βουλής. Αφού εμένα με εκλέξατε στο Κοινοτικό Συμβούλιο... Για να δείτε τη διαφορά!... Κι όσοι βιάζονται να καταδικάσουν, το βράδυ, όταν είναι μόνοι τους στο σπίτι τους με κλεισμένα τα φώτα, να μην βλέπονται και να μην τους βλέπουν, ας ρωτήσουν τον εαυτό τους "εγώ θα άντεχα;"
(...)
Ο Μανώλης, που τον είχαμε κάπως στην "άκρη", γιατί δεν άκουσε τον καθοδηγητή του που του είπε "να πάει να παρουσιαστεί στο στρατό" κι όταν χρειαστεί, "παίρνει το όπλο του και φεύγει", βρίσκει το δίκιο του. Θα το βρει ολοκληρωτικά αργότερα, στο αντάρτικο. Στο στρατό που μας πολεμάει, χιλιάδες οι ελασίτες, οι εαμίτες -δικοί μας άνθρωποι. Δύσκολο να "πάρεις το όπλο σου και να φύγεις", με το Β Γραφείο της μονάδας στη ράχη σου. Θυμάμαι, τώρα, μια δίκη, το Μάρτη του 1949, στο Βίτσι. (Μα να που νιώθω την ανάγκη να προειδοποιήσω: Δεν είναι συγγραφική φαντασία. Είναι πραγματική αλήθεια). Μετά τις μάχες στο Μαλιμάδι, ανάμεσα στους αιχμαλώτους είναι ένας έφεδρος λοχαγός. Οι φαντάροι αιχμάλωτοι λένε πως ήταν από κείνους που πολεμούσαν σκληρά.
Στο Λαϊκό Δικαστήριο που γίνεται στη Μικρολίμνη, με καλεί ο Δικαστικός Εκπρόσωπος της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης να "αναλάβω την υπεράσπιση του κρατούμενου". Δικηγόρους δεν είχαμε. Τα Λαϊκά μας Δικαστήρια λειτουργούσαν με λαϊκή υπεράσπιση.
Πριν από τη δίκη μιλάω με το λοχαγό. (Πόσο λυπάμαι, πόσο λυπάμαι που έχασα το όνομά του μαζί με τα χαρτιά μου!...)
-Δέχεσαι να σε υπερασπίσω;
-Τι σημασία έχει; σηκώνει τους ώμους του.
-Έχει! Μην ακούτε αυτά που λένε για μας! Έχουμε πραγματική δικαιοσύνη.
Με κοιτάζει ειρωνικά:
-Δεν περιμένω να μου τα πείτε εσείς αυτά. Ήμουν λοχαγός του ΕΛΑΣ.
Τον κοιτάζω με απορία.
-Ναι! Τι με κοιτάζετε; Ήμουνα λοχαγός του ΕΛΑΣ. Όταν με καλέσανε, και ρώτησα το κόμμα, μου 'πανε να παρουσιαστώ. Και να 'μαι εδώ!
-Λένε... λένε πως πολεμήσατε σκληρά!
-Δε θα καταλάβετε! με κοιτάζει με θλίψη.
Θέλω να τον βεβαιώσω ότι θα τον καταλάβω.
-Ήμουνα θυμωμένος, προσθέτει. Πολύ θυμωμένος! Οι μισοί από το λόχο μου ήταν δικά μας παιδιά... Και να... τα 'δες!
Στη δίκη, σε μια τάξη του Σχολείου, έχει έρθει και όλο το καλλιτεχνικό συγκρότημα του Γενικού Αρχηγείου. Εγώ είμαι μπερδεμένος και συγκινημένος. Περισσότερο από "συγγραφικό" ένστικτο παρά από πολιτικό, νιώθω πως είναι μια σημαντική δίκη. Μια δίκη που θα 'πρεπε να γίνει ανοιχτά, σε κάποιο Στάδιο, σε κάποια πλαγιά. Αυτά που σκέφτομαι δε βγαίνουν όπως τα θέλω. Τα περισσότερα "επιχειρήματά" μου για την υπεράσπιση του λοχαγού είναι βλακείες. Φτάνω να πω και τούτη την κουταμάρα:
-Πολέμησε για τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα, να ησυχάσει ο τόπος!
--Να 'ρχότανε από δω να πολεμήσει! φωνάζει το ακροατήριο.
Έχουν δίκιο. Κι ο λοχαγός το ξέρει πως έχουν δίκιο. Ήρεμος στην απολογία του με διορθώνει, μιλάει για τα δικά του πάθη, για τη γραμμή που είχε πάρει, για τους δικούς του θυμούς...
Το Λαϊκό Δικαστήριο, με πρόταση του Χρηστίδη δικαστικού του Δημοκρατικού Στρατού που σκοτώθηκε στο Βίτσι, τον καταδικάζει δύο χρόνια φυλακή με αναστολή.
(Να το ξαναπώ; Είναι αληθινή ιστορία).
Έχω κι έναν τέτοιο. Ποτέ δε λείπουν οι "ανώνυμοι". Τον έχω και στο τηλέφωνο κάθε Κυριακή μεσημέρι -δεν ξέρω αν είναι ο ίδιος της επιστολής: "Γράψε και για τα εγκλήματα! Γράψε για τα εγκλήματα!"
Ο "ανώνυμός" μου με παροτρύνει να γράψω για "τους 95 που απήλασαν στην Ελλάδα" από το Μπούλκες. (Θα του ξέφυγε το κομμάτι που το ανέφερα).
Με "προκαλεί" να γράψω "για την τρομοκρατία του Μπούλκες" και την "Υπηρεσία Τάξης Ομάδας". (Μα δε θα διάβασε το κομμάτι με τις περιβόητες πεντάδες, από τις πιο τραγικές -κατά τη γνώμη μου- ιστορίες μας...)
Και συνεχίζει ο "ανώνυμος" να μιλάει για "κόκαλα αγωνιστών", για "προδοτική ηγεσία του ΚΚΕ", και και...
Μια συμβουλή στον "ανώνυμο": αυτά μπορεί να τα βρει για να διαβάσει σε όλες τις φασιστοφυλλάδες, μα και να τα ακούσει ακόμη και στις ομιλίες "κυβερνητικών εκπροσώπων" σε διάφορες τελετές, ακόμη κι από "ευκαιριακούς" θεωρητικούς, που δε βρίσκουν τίποτα θετικό στον αγώνα μας, μάχονται για το σοσιαλισμό ξεσπαθώνοντας κατά του σοσιαλισμού, και φοράνε τέτοιες παρωπίδες που δε βλέπουν ούτε μία χώρα σοσιαλιστική γύρω τους. Ξοφλάνε με τον υπαρκτό σοσιαλισμό βάζοντάς του εισαγωγικά...
Σε μένα έκανε λάθος...
Δεν είμαι από κείνους που γενικεύουν. Δεν είμαι από κείνους που λένε: "φταίει ο Παρτσαλίδης που υπόγραψε"... Για μένα, για αυτά τα μεγάλα πολιτικά λάθη, δεν φταίει "ο".
Το φταίξιμο το 'χει η γενική κατάσταση, και η ανωριμότητα σε μια αναμέτρηση, όχι τόσο με τη "δεξιά μας", όσο με τις μεγάλες αντίπαλές μας φασιστικές και ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Κι όταν μιλάω για φταίξιμο ηγετικών στελεχών -και μίλησα- αναφέρομαι περισσότερο σε μέθοδες που χρησιμοποιήθηκαν εσωκομματικά, και εσω-αγωνιστικά, μέθοδες απαράδεκτες. Και πάλι ονόματα είπα, κι όχι "η ηγεσία"!
Όχι! Ο "ανώνυμος" δε θα με έχει ποτέ συνεργό του!...
Αρχίζω από τον "ανώνυμο" όχι γιατί του δίνω σημασία, μα επειδή η απάντηση σε αυτόν δίνει σε μένα τον επώνυμο τη δυνατότητα να κάνω μια "διακήρυξη αρχών" -που τη λένε...
(...)
Όχι, δεν είμαι εγώ εκείνος που θα αφαιρέσει ζωή αγώνα, από οποιονδήποτε: κι ας τον πιάνει σε τούτα τα γραφτά η πίκρα μου. Να το ξαναπώ: Ο οποιοσδήποτε δικός μου "κακός" είναι ο ίδιος ένας αγωνιστής, ένας νικημένος νικητής. Αυτό ισχύει για όλους όσους πικραίνω με τις κρίσεις μου σε αυτό το βιβλίο. Κι εκείνοι που αρπάζονται από κάτι τέτοια γραφτά για να πούνε "νάτοι μόνοι τους τα λένε", το ξέρουν και μοναχοί τους πως είναι οι ίδιοι που προσφέρανε γη και ύδωρ σε κάθε ξένο φανερό ή κρυφό καταχτητή.
Είχα μια κουβέντα, πριν από κάμποσο καιρό με έναν από τους ηγέτες του ΚΚΕ. Δε λέω το όνομά του, όχι γιατί είπε κάτι "στραβό", μα για να μην παινευτώ για τις "προσωπικές μου συζητήσεις" με την ηγεσία. Του 'λεγα τις δικές μου τοτινές και τωρινές ανησυχίες. Μου είπε:
-Ναι είναι αλήθεια πως δεν είχαμε το χρόνο, πιασμένοι από τα τόσα σκληρά καθημερινά, να δούμε πιο πλατιά τα προβλήματα των διανοούμενων. Μπορείς όμως να κατηγορήσεις το Κόμμα ότι δεν είχε σε αυτή τη δουλιά, τουλάχιστον στο εξωτερικό, τους πιο κατάλληλους και τους πιο ειδικούς;
Σκέφτομαι:
Όχι. Δεν μπορώ να το πω αυτό. Η αλήθεια είναι πως στη λογοτεχνική επιτροπή ήταν η Έλλη Αλεξίου, ο Μενέλαος Λουντέμης, ο Θεοδόσης Πιερίδης, η Φούλα Χατζηδάκη, ο Βάσος Γεωργίου... Όχι... Ξέρω πως σε πλατιές συσκέψεις που γινόντουσαν, ερχόντουσαν οι συγγραφείς μας, οι καλλιτέχνες μας, οι διανοούμενοί μας από όλες τις χώρες της Ξενητιάς. Και η Μέλπω Αξιώτη και ο Δημήτρης Χατζής και ο Γιώργης Σεβαστίκογλου και ο Σταμάτης Γιαννακόπουλος και και... Ακόμη και από την Ελλάδα φτάνανε άνθρωποι σαν τον Μάρκο Αυγέρη να πάρουν μέρος σε τέτοιες συζητήσεις.
Κι ερχόντουσαν και "επιστολές" των κατατρεγμένων διανοούμενων μας από την Ελλάδα που έβαζαν προβλήματα και ζητούσαν λύση και συμπαράσταση.
Τι να απαντήσω λοιπόν στην ερώτηση; Ότι εμείς οι ίδιοι φταίμε; Οι μισοί απ' όσους ανέφερα πιο πάνω, οι τότε δογματικοί είναι σήμερα οι "αντιδογματικοί".
Τι να απαντήσω λοιπόν στην ερώτηση; Άλλη απόκριση από αυτή δε βρίσκω:
-Να μην αφηνόμαστε στους "ειδικούς" κάποιας επιτροπής, και να μην παίρνουμε τη γνώμη τους σαν πιο "τεκμηριωμένη". Να μην τους αφήνουμε να υποκαταστήσουν το κόμμα. Είναι συνηθισμένη έκφραση: για να το λέει ο Τάδε, το 'πε το Κόμμα... Να συναντιόμαστε συχνά, να κάνουμε ανοιχτές συζητήσεις, λόγο και αντίλογο, να ακούγονται ολονώνε οι απόψεις...
(...)
Τώρα που γράφω αυτό το τελευταίο κεφάλαιο -τελευταίο γιατί αυτή η ιστορία τελειωμό δεν έχει- ξανακοιτάζω την "επιλογή". Εκείνο που είχα υποσχεθεί από την αρχή -τι ενδιαφέρει και τους άλλους τι όχι, τι είναι γενικό, τι προσωπικό...
Λες να 'γινα, λέω, κι εγώ, από κείνα τα μεγάλα στελέχη που δίνουν συνεντεύξεις δεξιά κι αριστερά, προσπαθώντας να ξεφορτώσουν τη γερμένη από τις ευθύνες πλάτη τους, και να φορτώνουν σ' άλλους; (Μα όχι... Δεν ήμουνα ποτέ "μεγάλος", δεν είχα ποτέ ευθύνη για των άλλων τις ζωές -έξω από την ευθύνη των πολλών - ένας από αυτούς κι εγώ- που αδρανοποιήθηκαν και προσωπολατρικά δέχτηκαν τις κατευθύνσεις των άλλων... Αυτή είναι η δική μου ευθύνη. Πρέπει να φάνηκε...)
Λες να 'γινα, λέω κι εγώ, "ένας από τους κοντινούς συνεργάτες" του Νίκου Ζαχαριάδη, έτσι που, κολλώντας καθυστερημένα "μεγαλοσύνη", αναθυμιέμαι συζητήσεις τετ-α-τετ, "μου είπε του είπα", για να κόψω λίγο από το μπόι του, και να ψηλώσω μια στάλα εγώ -ο οποίος "εγώ" και ξέρουμε πολλούς -μια και δεν υπάρχει τώρα ο άνθρωπος να με αντικρούσει; (Μα όχι... Μια συζήτηση που ανέφερα στο γενικό αρχηγείο, δεν την είχε κάνει με εμένα, δεν είχα τέτοιες σχέσεις με τον αρχηγό, τα 'λεγε αυτά στο Λευτέρη τον Ελευθερίου και στο Γαβρήλο και στην Κατίνα Ελευθερίου, κι εκείνοι ήταν πολύ σύμφωνοι μαζί του).
Λες να έγινα, λέω, κι εγώ ένας από κείνους που ρίχνουνε νερό στα αυλάκια αυτονών που κατασκευάζουν λάσπη και μας φορτώνουν ιστορίες "δάσους του Κατίν" με "κονσέρβες" και "εγκλήματα" -ένα παραμύθι μπαμπούλα, που συνεχίζεται; (Μα όχι... Ίσα- ίσα λέω, που προσπάθησα να μιλήσω για τους αγνούς μας ανθρώπους, για την τεράστια πλειοψηφία των αγωνιστών που γνώρισα, από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο, αγωνιστές που τα 'δωσαν όλα για την πατρίδα, χωρίς να ζητήσουν για αντάλλαγμα ούτε τον έπαινο της κομματικής τους συνέλευσης. Ναι αυτό πρέπει οπωσδήποτε να φάνηκε...)
Λες να 'γινα λέω κι εγώ ξαφνικά "ντοκουμεντάριος", ξεφουρνίζοντας καθυστερημένος -και χωρίς δυνατότητα αντίκρουσης- πράξεις και θέσεις για να στηλώσω την "ηγετική μου προσωπικότητα" σε κάποιο από τα "κάπα κάπα", ή -γιατί όχι;-σε κανένα καινούριο που ετοιμάζω; (Μα όχι αλίμονο! Μια ιστορία είπα για κοντινούς μου ανθρώπους, κι από την αρχή προειδοποίησα "μην τα πάρετε σαν ντοκουμέντα" κι όπου αναγκάστηκα κι αναφέρθηκα σε "λόγια μεγάλων", για να αντικρούσω σημερινούς "σοφούς", δεν ήμουνα ποτέ "μεταξύ μας" εγώ κι ο μεγάλος μα κάθε φορά πάνω από δέκα.
Λες να 'μαι λέω τελικά κι εγώ ένας από κείνους που κάνουνε με το εξεπίτηδες λάθος να γενικεύουν, μαυρίζοντας έναν αγώνα από τους μεγαλύτερους κι από τους πιο παλληκαρίσιους της εποχής μας; -μεγάλους και παλληκαρίσιους γιατί μεγάλες και δυνατές ήταν οι δυνάμεις που αντιμετωπίσαμε; (Μα όχι -να μου κοβότανε το χέρι!- πως θα 'κανα κάτι τέτοιο, αφού έζησα ανάμεσα σε αυτούς τους ανθρώπους, από τις μάντρες της αντίστασης που περιμέναμε να σταματήσει η κυκλοφορία για να βγούμε να γράψουμε στους τοίχους "Ζήτω η Λευτεριά", μέχρι την ανοιχτή μάχη με τους γερμανούς και τους συνεργάτες τους και τα οδοφράγματα με τους άγγλους και τα βουνά με τους αμερικάνους; Πώς θα σβήσω τον εαυτό μου; Πώς να γκρεμίσω τους σταυρούς των συντρόφων μου, για να ανάψω φωτιά να ζεσταθώ ελόγου μου;)
Λες να 'γινα λέω κι εγώ μέλος της "χορωδίας" -ξένης και δικής- που φωνασκεί κι αρπάζεται από την τρίχα για να την κάνει σκοινί, για να δεθεί γερά σε κάποια "ηγετική καρέκλα" ή για να δέσει όλη την αντίσταση στο "νάτα μόνοι τους τα λένε!"; (Μα όχι... Κι αν ακούστηκε κάπου και το δικό μου το φάλτσο, με τα παραφουσκωμένα εγώ -σαν παραδείγματα- ή με κάποιο άστοχο παράδειγμα που "το 'πιασαν" οι... μουσικολόγοι του "Σόφια-Μόσχα είναι το όνειρό μας", είναι γιατί δεν είναι εύκολη δουλιά το... σόλο!)
Από ανάγκη -δική μου- τα γράφω αυτά και από υποχρέωση -σε σένα που με διάβασες. Κι αν τα "μα όχι" τα δικά μου, οι δικαιολογίες μου, φαίνονται ανεδαφικές τωραδά, δε φταίει η πρόθεσή μου, μα ο συναισθηματισμός και η πίκρα, κακοί σύμβουλοι στο γράψιμο...
Φταίει ακόμη η αδυναμία του χεριού να παρακολουθήσει το νου και την καρδιά...
"Οι μισοί απ' όσους ανέφερα πιο πάνω, οι τότε δογματικοί είναι σήμερα οι "αντιδογματικοί".
ΑπάντησηΔιαγραφήολη η ουσια εδω ...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε πολλα επι μερους μπορει να διαφωνηση κανεις με το Δοκιμιο Ιστοριας του ΚΚΕ. Η τοποθετηση ομως για συνθετα ζητηματα οπως εσωκομματικες αλλα και μεταξυ κομματων διαφωνιες,η σταση στελεχων, οπως και ο προβληματισμος-ανολοκληρωτος κατα την γνωμη μου-για την μεταστροφη στελεχων, ιδιαιτερα κατα και μετα την 6η ολομ. του 56, δειχνει την οριμοτητα του ΚΚΕ. Ο Γαβρηλος που ο Δ Ρ-Ρεντης αναφερει οτι ειχε ιδιαιτερες σχεσεις ο Ζαχαριαδης, ειναι ο Γαβρηλος Παπαδοπουλος ο μετεπειτα επικεφαλης των λεγομενων ζαχαριαδικων που εξελιχτηκαν στο μ-λ στην προσφυγια
ΑπάντησηΔιαγραφήΝαι, δημοσιευόταν σε συνέχειες στην Ελευθεροτυπία. Δεν το αναφέρω, γιατί δεν έκανα παρουσίαση του βιβλίου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλά επειδή έχω πρόσφατο και τον Πάρνη, όχι παιδιά. Καμία απολύτως σχέση η πολιτική κριτική των δύο. Για αυτό βάζω και το τελευταίο απόσπασμα. Αν ο Ραβάνης-Ρεντής ήταν γλυκός άνθρωπος, αυτό φαίνεται και στο γραπτό του. Ο Πάρνης μου βγάζει την αίσθηση πως ανήκει σε αυτούς που γράφουν για να ψηλώσουν τον εαυτό τους και να κοντύνουν όλους τους άλλους. Χώρια τα χοντροκομμένα σχόλια (πχ η ηγεσία γενικά) κι η πολιτική πορεία, ζαχαριαδικός αλλά κι αντισοβιετικός ταυτόχρονα. Αν τώρα μέσα σε όλα, λέει κάτι σωστό, αυτό είναι άλλη υπόθεση.
http://sfyrodrepano.blogspot.gr/2016/02/blog-post_28.html