Ίσως το τίτλος να ταίριαζε περισσότερο σε μια συνέντευξη με το Μητσοτάκη -τον πρεσβύτερο ή το νεότερο- αλλά κι ο Σημίτης δεν πάει πίσω. Ούτε στη γερασμένη, ταλαιπωρημένη όψη -81 χρονών έχει φτάσει άλλωστε- που προσέδιδε μάλλον κωμικό χαρακτήρα στο ρητορικό ερώτημα αν θα τον ενδιέφερε να ενεργοποιηθεί εκ νέου στην πολιτική. Ούτε στα αντιλαϊκά μέτρα και την καταστολή των διαδηλώσεων (βλέπε επίσκεψη Κλίντον, αγροτικά μπλόκα, συνταξιούχοι, κοκ) που έχει στο ενεργητικό του κι άφησαν στην ιστορία ως κλασικό το σύνθημα: ΜΑΤ-βία-αυταρχισμός, αυτός είναι ο εκσυγχρονισμός. Ή το "ευχαριστώ τους Αμερικανούς" που εκφράστηκε στο σύνθημα: κυβέρνηση Σημίτη, υπάλληλοι του ΝΑΤΟ, η Ελλάδα δεν είναι προτεκτοράτο.
(Και προφανώς δεν είναι ούτε προτεκτοράτο, ούτε υπό κατοχή, ούτε όμως και η ισχυρή, ιμπεριαλιστική Ελλάδα, που οραματίστηκε η ελληνική αστική τάξη, εφορμώντας στα Βαλκάνια, μετά την παγκόσμια αντεπανάσταση και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας).
Μα το Σημίτη βρήκαν; Γιατί όχι; Αφού επιστρέφουμε στα happy 90's (εντός άπειρων εισαγωγικών), αφού επιστρέφει ο Τροχός της Τύχης και το Μεγάλο Παζάρι, το δίδυμο Βίσση-Καρβέλας, τα άθλια ριάλιτι της εποχής του μιλένιουμ, ακόμα και το Trainspotting, γιατί να μην επιστρέψει και το πολιτικό εποικοδόμημά τους -με την "ελπίδα" πως θα μας γυρίσει στην "εποχή της ανάπτυξης", τότε που ζούσαμε όλοι καλύτερα, όλα ήταν πιο απλά, αγνά κι ανέμελα;
Σε κάποιον τοίχο διάβασα πως η νοσταλγία είναι μια καλλιεργούμενη ψευδαίσθηση που μας εγκλωβίζει στο εξιδανικευμένο παρελθόν, να ξέρουμε ότι μόνο υπήρξαμε, αλλά δεν μπορούμε ποτέ να υπάρξουμε, γιατί δεν έχουμε παρόν και μέλλον. Αυτός είναι ένας κλασικός μηχανισμός και αξία χρήσης της νοσταλγίας για το κυρίαρχο σύστημα. Που είναι όμως επιφορτισμένο με την αδιάκοπη κατασκευή νέων οπίων και ψευδαισθήσεων. Κι όταν στερεύει από ιδέες, καταφεύγει στο παρελθόν, ανακυκλώνοντας παλιά υλικά. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στη μουσική βιομηχανία, την τέχνη. Ή και στην πολιτική εσχάτως...
Ο Σημίτης στη συνέντευξη ήταν σαν το παλιό, ξινισμένο κρασί, που επιβεβαίωσε τις χειρότερες αναμνήσεις μας. Έκανε τα ίδια τραγικά σαρδάμ -παρά το μοντάζ και το ρετουσάρισμα- με πολύ κακό λέγειν και το ίδιο επικοινωνιακό έλλειμμα. Υπερασπίστηκε τη δημιουργική λογιστική -που είναι ο πρόγονος της "δημιουργικής ασάφειας" και, το "ευχαριστώ" στις ΗΠΑ για τα Ίμια -που εμπνέει και τη σημερινή κυβέρνηση. Είπε ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη διαφθορά σαν κοινωνικό φαινόμενο κι όχι εχθρικά -σαν αρχιερέας που ανησυχεί για το ποίμνιό του. Επέσεισε τον μπαμπούλα του Grexit με βάση την αμείλικτη λογική των αριθμών -που άλλοτε μπορεί να ευημερούν εις βάρος των λαών κι άλλοτε να γίνουν λάστιχο, για να δικαιώσουν ένα έτοιμο, διαμορφωμένο συμπέρασμα.
Αλλά δεν είπε ούτε κουβέντα για την περίοδο του χρηματιστηρίου, τα τεράστια ποσά που άλλαξαν τσέπες -για να καταλήξουν σε μεγαλύτερες- και την αισιοδοξία που καλλιεργήθηκε τεχνηέντως, για να ευνοήσει τις "επενδύσεις" -με τον Παπαντωνίου σε ρόλο Μπουχάριν, να λέει: μουζίκοι επενδύστε, κουλάκοι πλουτίστε εις βάρος τους...
Όσο κι αν τα κυρίαρχα ΜΜΕ επιχειρού(σα)ν να παρουσιάσουν το Σημίτη ως τον Τρικούπη του 20ού αιώνα (βοηθάει και η σημειολογία με τα γραφεία του ΠαΣοΚ) που είχε όραμα, έκανε μεταρρυθμίσεις και έργα, ο Κινέζος δεν ήταν παρά ένας αχυράνθρωπος χαμηλού πολιτικού αναστήματος (πιο κοντός και από την κίτρινη φυλή), χωρίς αέρα, πολιτική γοητεία, επικοινωνιακό χάρισμα, λαϊκό έρεισμα και επαφή με τις μάζες (η έμπνευσή του να υψώσει τα χέρια για να χαιρετήσει τα πλήθη σε μια εκλογική συγκέντρωση, θύμισε στους κωμωδιογράφους της εποχής τζαμά που πλένει με σφουγγαρόπανα μια βιτρίνα). Και βασικά, με συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια γελοιογραφία του Στάθη, όπου το πρόσωπο το Σημίτη αντί για ουλές κι ελιές είχε σημειωμένες διάφορες ημερομηνίες (πχ 4-3-1999) κι η λεζάντα έλεγε πως περνά ο καθένας και μαντεύει την ημερομηνία του τέλους του. Τελικά το ΠαΣοΚ κέρδισε οριακά -με ποσοστό ρεκόρ για το δικομματισμό- τις επεισοδιακές εκλογές του 2000, και ο Σημίτης έμεινε άλλα τέσσερα χρόνια στο προσκήνιο, προτού πεταχτεί σα στυμμένη λεμονόκουπα, κι αφού αναγκάστηκε να παραδώσει το δαχτυλίδι της διαδοχής στο ΓΑΠ -δεν τόλμησε καν να κατέβει στην αναμέτρηση, ως πρωθυπουργός που κρίνεται για το έργο του, για να αποφύγει τη συντριβή.
Αυτή είναι η τακτική της αστικής τάξης κι η τύχη που επιφυλάσσει στο υπαλληλικό της προσωπικό. Όσο συμπυκνώνεται μάλιστα ο πολιτικός χρόνος κι οι εξελίξεις, τόσο πιο αναλώσιμο γίνεται αυτό το προσωπικό και συντομεύει η διάρκεια της θητείας του (βλ ΓΑΠ, Σαμαρά ακόμα και τον Καραμανλή πριν από αυτούς ή τη ραγδαία απαξίωση του πολιτικού κεφαλαίου -asset που θα έλεγε και ο Τσίπρας- του Σύριζα. Κι αν η αστική τάξη ανασύρει τώρα το Σημίτη από τη ναφθαλίνη και το χρονοντούλαπο της ιστορίας, αυτό δείχνει αφενός την ένδεια επιλογών και τις δυσκολίες στην αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού, αφετέρου εξυπηρετεί πολύ συγκεκριμένες σκοπιμότητες, που ερμηνεύουν και το μεταμεσονύχτιο ξέπλυμα -για να έρθει νυχτερινό τιμολόγιο, όπως με το πλυντήριο- στις Ιστορίες του ΣΚΑΪ.
Ο Σημίτης χρειάζεται ως ο σοφός πρόδρομος της μάχης κατά του λαϊκισμού, που κυβέρνησε με σωφροσύνη και διορατικότητα, κι ήθελε να φέρει ήδη από το 2001 την αντιασφαλιστική ανατροπή με το Γιαννίτση, που αν τον είχαμε ακούσει, θα είχαμε πετύχει καλύτερα αποτελέσματα, χωρίς την απότομη κι οδυνηρή προσαρμογή που απαιτούσαν τα μνημόνια. Αλλά είτε δεν τόλμησε να την κάνει, είτε... δεν είχαν ωριμάσει ακόμα οι συνθήκες -sic.
Από την άλλη, ο Σημίτης και το σινάφι του είναι απαραίτητοι για να στηθεί το δίπολο με το Σύριζα, που βάλλει εναντίον του, γιατί εκκρεμούν τόσες κατηγορίες κι εξεταστικές επιτροπές για υπουργούς των κυβερνήσεών του -συνεπώς δε δικαιούται να ομιλεί και να περιφέρεται να δίνει συμβουλές σαν σοφός. Ευτυχώς βέβαια το κόμμα της Κουμουνδούρου έχει φροντίσει να στεγάσει πολιτικά αρκετά από αυτά τα μπουμπούκια (Κουρουμπλής, Τόσκας, Σπίρτζης, κοκ) τονίζοντας την πολιτική άβυσσο που τη χωρίζει με το εκσυγχρονιστικό ΠαΣοΚ.
Και το πολιτικό σανό συνεχίζεται να προσφέρεται από της οθόνης...
Υγ: ο δεύτερος βρικόλακας-φάντασμα που πλανάται εσχάτως πάνω από την "ενωμένη Ευρώπη" και τη γηραιά -σαν την όψη και την πολιτική του Σημίτη- ήπειρο, είναι το Brexit, όπου οι Βρετανοί φεύγουν μένοντας, όπως ειπώθηκε στη συνέντευξη του βρικόλακα. Για να μη στριμώξουμε όμως το θέμα σε ένα υστερόγραφο, παραθέτω μόνο ένα χρήσιμο σύνδεσμο και μπορεί να το σχολιάσουμε εν καιρώ.
Βρετανία: Σχεδόν το 80% των βρετανών εκατομμυριούχων τάσσονται υπέρ του Brexit
(Και προφανώς δεν είναι ούτε προτεκτοράτο, ούτε υπό κατοχή, ούτε όμως και η ισχυρή, ιμπεριαλιστική Ελλάδα, που οραματίστηκε η ελληνική αστική τάξη, εφορμώντας στα Βαλκάνια, μετά την παγκόσμια αντεπανάσταση και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας).
Μα το Σημίτη βρήκαν; Γιατί όχι; Αφού επιστρέφουμε στα happy 90's (εντός άπειρων εισαγωγικών), αφού επιστρέφει ο Τροχός της Τύχης και το Μεγάλο Παζάρι, το δίδυμο Βίσση-Καρβέλας, τα άθλια ριάλιτι της εποχής του μιλένιουμ, ακόμα και το Trainspotting, γιατί να μην επιστρέψει και το πολιτικό εποικοδόμημά τους -με την "ελπίδα" πως θα μας γυρίσει στην "εποχή της ανάπτυξης", τότε που ζούσαμε όλοι καλύτερα, όλα ήταν πιο απλά, αγνά κι ανέμελα;
Σε κάποιον τοίχο διάβασα πως η νοσταλγία είναι μια καλλιεργούμενη ψευδαίσθηση που μας εγκλωβίζει στο εξιδανικευμένο παρελθόν, να ξέρουμε ότι μόνο υπήρξαμε, αλλά δεν μπορούμε ποτέ να υπάρξουμε, γιατί δεν έχουμε παρόν και μέλλον. Αυτός είναι ένας κλασικός μηχανισμός και αξία χρήσης της νοσταλγίας για το κυρίαρχο σύστημα. Που είναι όμως επιφορτισμένο με την αδιάκοπη κατασκευή νέων οπίων και ψευδαισθήσεων. Κι όταν στερεύει από ιδέες, καταφεύγει στο παρελθόν, ανακυκλώνοντας παλιά υλικά. Όπως ακριβώς συμβαίνει και στη μουσική βιομηχανία, την τέχνη. Ή και στην πολιτική εσχάτως...
Ο Σημίτης στη συνέντευξη ήταν σαν το παλιό, ξινισμένο κρασί, που επιβεβαίωσε τις χειρότερες αναμνήσεις μας. Έκανε τα ίδια τραγικά σαρδάμ -παρά το μοντάζ και το ρετουσάρισμα- με πολύ κακό λέγειν και το ίδιο επικοινωνιακό έλλειμμα. Υπερασπίστηκε τη δημιουργική λογιστική -που είναι ο πρόγονος της "δημιουργικής ασάφειας" και, το "ευχαριστώ" στις ΗΠΑ για τα Ίμια -που εμπνέει και τη σημερινή κυβέρνηση. Είπε ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε τη διαφθορά σαν κοινωνικό φαινόμενο κι όχι εχθρικά -σαν αρχιερέας που ανησυχεί για το ποίμνιό του. Επέσεισε τον μπαμπούλα του Grexit με βάση την αμείλικτη λογική των αριθμών -που άλλοτε μπορεί να ευημερούν εις βάρος των λαών κι άλλοτε να γίνουν λάστιχο, για να δικαιώσουν ένα έτοιμο, διαμορφωμένο συμπέρασμα.
Αλλά δεν είπε ούτε κουβέντα για την περίοδο του χρηματιστηρίου, τα τεράστια ποσά που άλλαξαν τσέπες -για να καταλήξουν σε μεγαλύτερες- και την αισιοδοξία που καλλιεργήθηκε τεχνηέντως, για να ευνοήσει τις "επενδύσεις" -με τον Παπαντωνίου σε ρόλο Μπουχάριν, να λέει: μουζίκοι επενδύστε, κουλάκοι πλουτίστε εις βάρος τους...
Όσο κι αν τα κυρίαρχα ΜΜΕ επιχειρού(σα)ν να παρουσιάσουν το Σημίτη ως τον Τρικούπη του 20ού αιώνα (βοηθάει και η σημειολογία με τα γραφεία του ΠαΣοΚ) που είχε όραμα, έκανε μεταρρυθμίσεις και έργα, ο Κινέζος δεν ήταν παρά ένας αχυράνθρωπος χαμηλού πολιτικού αναστήματος (πιο κοντός και από την κίτρινη φυλή), χωρίς αέρα, πολιτική γοητεία, επικοινωνιακό χάρισμα, λαϊκό έρεισμα και επαφή με τις μάζες (η έμπνευσή του να υψώσει τα χέρια για να χαιρετήσει τα πλήθη σε μια εκλογική συγκέντρωση, θύμισε στους κωμωδιογράφους της εποχής τζαμά που πλένει με σφουγγαρόπανα μια βιτρίνα). Και βασικά, με συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά μια γελοιογραφία του Στάθη, όπου το πρόσωπο το Σημίτη αντί για ουλές κι ελιές είχε σημειωμένες διάφορες ημερομηνίες (πχ 4-3-1999) κι η λεζάντα έλεγε πως περνά ο καθένας και μαντεύει την ημερομηνία του τέλους του. Τελικά το ΠαΣοΚ κέρδισε οριακά -με ποσοστό ρεκόρ για το δικομματισμό- τις επεισοδιακές εκλογές του 2000, και ο Σημίτης έμεινε άλλα τέσσερα χρόνια στο προσκήνιο, προτού πεταχτεί σα στυμμένη λεμονόκουπα, κι αφού αναγκάστηκε να παραδώσει το δαχτυλίδι της διαδοχής στο ΓΑΠ -δεν τόλμησε καν να κατέβει στην αναμέτρηση, ως πρωθυπουργός που κρίνεται για το έργο του, για να αποφύγει τη συντριβή.
Αυτή είναι η τακτική της αστικής τάξης κι η τύχη που επιφυλάσσει στο υπαλληλικό της προσωπικό. Όσο συμπυκνώνεται μάλιστα ο πολιτικός χρόνος κι οι εξελίξεις, τόσο πιο αναλώσιμο γίνεται αυτό το προσωπικό και συντομεύει η διάρκεια της θητείας του (βλ ΓΑΠ, Σαμαρά ακόμα και τον Καραμανλή πριν από αυτούς ή τη ραγδαία απαξίωση του πολιτικού κεφαλαίου -asset που θα έλεγε και ο Τσίπρας- του Σύριζα. Κι αν η αστική τάξη ανασύρει τώρα το Σημίτη από τη ναφθαλίνη και το χρονοντούλαπο της ιστορίας, αυτό δείχνει αφενός την ένδεια επιλογών και τις δυσκολίες στην αναδιαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού, αφετέρου εξυπηρετεί πολύ συγκεκριμένες σκοπιμότητες, που ερμηνεύουν και το μεταμεσονύχτιο ξέπλυμα -για να έρθει νυχτερινό τιμολόγιο, όπως με το πλυντήριο- στις Ιστορίες του ΣΚΑΪ.
Ο Σημίτης χρειάζεται ως ο σοφός πρόδρομος της μάχης κατά του λαϊκισμού, που κυβέρνησε με σωφροσύνη και διορατικότητα, κι ήθελε να φέρει ήδη από το 2001 την αντιασφαλιστική ανατροπή με το Γιαννίτση, που αν τον είχαμε ακούσει, θα είχαμε πετύχει καλύτερα αποτελέσματα, χωρίς την απότομη κι οδυνηρή προσαρμογή που απαιτούσαν τα μνημόνια. Αλλά είτε δεν τόλμησε να την κάνει, είτε... δεν είχαν ωριμάσει ακόμα οι συνθήκες -sic.
Από την άλλη, ο Σημίτης και το σινάφι του είναι απαραίτητοι για να στηθεί το δίπολο με το Σύριζα, που βάλλει εναντίον του, γιατί εκκρεμούν τόσες κατηγορίες κι εξεταστικές επιτροπές για υπουργούς των κυβερνήσεών του -συνεπώς δε δικαιούται να ομιλεί και να περιφέρεται να δίνει συμβουλές σαν σοφός. Ευτυχώς βέβαια το κόμμα της Κουμουνδούρου έχει φροντίσει να στεγάσει πολιτικά αρκετά από αυτά τα μπουμπούκια (Κουρουμπλής, Τόσκας, Σπίρτζης, κοκ) τονίζοντας την πολιτική άβυσσο που τη χωρίζει με το εκσυγχρονιστικό ΠαΣοΚ.
Και το πολιτικό σανό συνεχίζεται να προσφέρεται από της οθόνης...
Υγ: ο δεύτερος βρικόλακας-φάντασμα που πλανάται εσχάτως πάνω από την "ενωμένη Ευρώπη" και τη γηραιά -σαν την όψη και την πολιτική του Σημίτη- ήπειρο, είναι το Brexit, όπου οι Βρετανοί φεύγουν μένοντας, όπως ειπώθηκε στη συνέντευξη του βρικόλακα. Για να μη στριμώξουμε όμως το θέμα σε ένα υστερόγραφο, παραθέτω μόνο ένα χρήσιμο σύνδεσμο και μπορεί να το σχολιάσουμε εν καιρώ.
Βρετανία: Σχεδόν το 80% των βρετανών εκατομμυριούχων τάσσονται υπέρ του Brexit