Τούτες τις μέρες που ο άνεμος μας κυνηγά οι παίκτες των επαγγελματικών κατηγοριών μπάσκετ έδωσαν έναν απεργιακό αγώνα. Αλλά πρώτο θέμα στις ειδήσεις (αθλητικές κι όχι μόνο) ήταν ο θάνατος του πάουλ του προφήτη. Ζούμε στις μέρες όπου ένα χταπόδι είναι πιο σημαντικό από έναν ή μάλλον δισεκατομμύρια ανθρώπους και γίνεται είδηση ακόμα κι ο θάνατός του, ενώ τα εργατικά ατυχήματα είναι παράπλευρες απώλειες και δεν παίζουν. Η αισθητική σταρ τσάνελ επεκτείνεται επικίνδυνα.
Οι επιζήσαντες ασχολούνταν στα σοβαρά μαζί του κι είτε το πίστευαν ή το καταριόνταν. Ενώ στην πραγματικότητα το μόνο που είχαν να ζηλέψουν από τον πάουλ ήταν ότι στην ανάγκη μπορούσε να φάει τα πόδια του κι αυτά να ξαναμεγαλώσουν, κάτι που είναι πολύ χρήσιμο σε περιόδους κρίσης.
Εμείς όμως τρωγόμαστε μεταξύ μας και με τα μουστάκια μας και παίζουμε το φάτους όλους, ο καθένας μόνος εναντίον όλων.
Τι είπαν όμως τα μέσα ενημέρωσης για την απεργία, τους απεργοσπάστες και τα επεισόδια με τα ματ;
Πρώτος τρόπος προσέγγισης: ιλαροτραγωδία, παρακμή, το μπασκετάκι πέθανε, πόσο πιο χαμηλά να πέσει. Κι άλλα τέτοια απολίτικα σαν τις χαζογκόμενες παντός φύλου που έρχονται σε καμιά συνέλευση κι όταν ανάψουν τα πνεύματα φεύγουν γιατί τα κόμματα μαλώνουν μεταξύ τους. Πετάνε και μια σοφία για το συνδικαλισμό στις μέρες μας και τα έχουν καλά με τον εαυτό τους και την ασυνειδησία τους.
Ήθελα να ‘ξερα πώς είχαν αντιμετωπίσει τα μμε την απεργία των παε το 87’ αλλά ήμουν μικρός για να θυμάμαι. Ίσως ξέρει κάνας χαρίδημος.
Δεύτερη προσέγγιση, η οπαδική. Κατά της απεργίας, γιατί θίγεται η ομαδάρα μας. Συνθήματα κατά του λάζαρου παπαδόπουλου. Και οργή για τους παίκτες του παοκ που κατέβηκαν χωρίς παπούτσια και ρεζιλεύουνε λέει την ομάδα.
Για τους οπαδούς της όμως (που οι πιο πολλοί έχουν πάθει παράκρουση με τη μπάλα κι οι μπασκετικοί είναι είδος υπό εξαφάνιση, σαν τον τολιάτη και τον κοντόχοντρο που τότε ήτανε μικρός και δεν τα θυμάται) μία από τις πιο περήφανες στιγμές που μένουν στη συλλογική μνήμη, ήταν ο τελικός με τον ολυμπιακό και τους ξεκάλτσωτους παίκτες το 94’. Που έφυγαν στα αποδυτήρια και γύρισαν χωρίς κάλτσες για τα τελευταία δευτερόλεπτα, για να μην τιμωρηθεί η ομάδα τους. Και την επομένη τα σπορ του βορρά του μπούζα είχαν πρωτοσέλιδο την πίσω όψη μιας μαζορέτας με τίτλο πρωτάθλημα του ποπού και της αλητείας.
Μεγάλες στιγμές. Τότε που το ηθικό κι οι κάλτσες μας ήταν ακόμα ψηλά, πάνω απ τους αστραγάλους και δεν τρέχαμε όλοι στις κάλτσες για να βγάλουμε το γιωργάκη.
Ήταν στην εποχή της παντοκρατορίας του ιωαννίδη -που κι αυτόν τον στόλισε ο λάζαρος γιατί κάνει πολιτική καριέρα με τα αθλητικά του παράσημα. Και στην πρώτη χρονιά του φασούλα στον πειραιά, πολύ πριν γίνει δήμαρχος κι αρκετά μετά από τον καιρό που ήταν κνίτης. Ξεπούλησε πρώτα τις ιδέες του κι ακολούθησε και η ομάδα σαν εποικοδόμημα.
Κι έτσι βγήκε το γνωστό σύνθημα: μια μέρα θα το γράψει η ιστορία, ένας… φασούλας δύο μέτρα δεκατρία. Και μετά κάτι λέει για το λαό και το παρελθόν που πρόδωσε. Γιατί τότε είχαν κι ένα παρελθόν να πουλήσουν, δεν είχε φτάσει το τέλος της ιστορίας.
Ενώ σήμερα τα έχουν όλα ξεπουλημένα εξ αρχής, δεν τους έμεινε τίποτα να πουλήσουν. Μπαίνουν τα ματ στο γήπεδο αλλά αυτοί νοιάζονται μόνο να τιμήσουν το συμβόλαιο, που η τιμή του έχει πολλά μηδενικά, ασορτί με την προσωπικότητά τους.
Τρίτη προσέγγιση των μέσων η κριτική από τα αριστερά. Οι παίκτες είναι απεργοί εσωτερικού και πουλάνε μαγκιά εκ του ασφαλούς. Ας απεργούσαν και στην ευρωλίγκα και τότε εμείς θα τους στηρίζαμε.
Αυτό είναι με διαφορά το πιο φαιδρό επιχείρημα. Σαν εμάς τους μπλόγκερ που κάνουμε κριτική στο κόμμα και στους άλλους ότι είναι ανεπαρκείς και μετά λέμε πάρτε πρώτα τα όπλα για επανάσταση και τότε θα 'μαστε στο δρόμο μαζί σας. Και για τους μπλόγκερς δεν ξέρω, αλλά το σινάφι των ρουφ τουλάχιστον θα έβγαζε αφρούς απ’ το στόμα του με την απεργία στην ευρωλίγκα (πόσο μάλλον αν παίρναμε τα όπλα).
Εκτός από τα σκυλιά των καε, υπάρχουν κι αυτά του σωλήνα βασιλακόπουλου που είναι βαθύ πασόκ του ογδόντα και θα μπορούσε να ψηφίζει δημαρά και παρών στο μνημόνιο. Αυτοί το ανάγουν σε προσωπική κόντρα κι έχουν βάλει στο στόχαστρο το λάζαρο που έχει λέει προσωπικές φιλοδοξίες και τα κάνει όλα για ένα γινάτι. Κι όλα αυτά γιατί μπήκε μπροστά σε μια κινητοποίηση που ήταν συλλογική απόφαση με ευρεία πλειοψηφία σε μια πολύ μαζική συνέλευση. Τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα.
Το παραμύθι είχε ξεκινήσει μερικά καλοκαίρια πριν σε μια προετοιμασία της εθνικής που ο φίλιππας την είχε πέσει στο λάζαρο γιατί το είχε ρίξει στο συνδικαλισμό κι αποπροσανατόλιζε την ομάδα. Τα συνδικάτα ήταν παλαιόθεν το πρώτο πράγμα που χτυπούσε ο (σοσιαλ)φασισμός.
Κι αφού βρήκανε τον κακό της υπόθεσης του φώναζαν όλοι εν χορώ δεύρον έξω απ’ το γήπεδο ρε κωλόπαιδο, αλλιώς στέλνουμε τα ματ.
Υπάρχει επίσης κι η γραμμή (γ)καλημερίδη που λέει ότι ο λάζαρος δεν είναι κακό παιδί, τον παρέσυραν! Λες κι έπεσε στα ναρκωτικά!
Και δηλ ποιος τον παρέσυρε; Τα ξένα κέντρα; Το ρωσόφιλο μπλοκ όπου γεννήθηκε; (η οακκε ακόμα να πάρει θέση). Το πανίσχυρο λόμπι των παικτών της Α2; Ποιος διάολε;
Και τα καλά παιδιά ποια είναι; Οι απεργοσπάστες, αυτοί που λούφαξαν, που υπέκυψαν στους εκβιασμούς των προέδρων, που κοίταξαν την πάρτη τους. Παιδιά-διαμάντια, σαν τον κολλητό του λάζου που δεν ξέρει να πει μια φράση και τον παπαλουκά που γράφει καλά όταν βγαίνει στο θέμο. Κι έδιναν και κάτι λεφτά με τη wind σε φιλανθρωπίες για κάθε καλάθι που βάζανε με την εθνική. Ορίστε, έχουν και κοινωνικές ευαισθησίες.
Ή σαν τον αντιπρόεδρο του πσακ, το γιουρούση, που έβγαλε ανακοίνωση παραίτησης για τη δημοκρατία και τη χούντα του ενός. Κι είπε ότι θα είναι αλληλέγγυος σε έναν άλλο πσακ με ειλικρινή πρόθεση για αληθινές θεσμικές αλλαγές.
(Επιστροφή στην κορυφή, στον τίτλο του κειμένου. Για εδώ πάει).
Δεν έχω πρόθεση να αγιογραφήσω τους απεργούς. Κάποια αιτήματα όπως το ασφαλιστικό είναι αυτονόητα (και τα αυτονόητα είναι τα πιο δύσκολα στις μέρες μας). Κάποια άλλα είναι λίγο πιο συντεχνιακά.
Και ο λάζος τη δευτέρα έλεγε ότι φεύγει απ' τον παοκ γιατί η διοίκηση εκβίαζε τους ξένους παίκτες με διακοπή συμβολαίου για να κατέβουν. Αλλά μία μέρα μετά (τα) γύρισε και ζητούσε συγνώμη.
Όπως και να 'χει όμως μοιάζει να είναι ο τελευταίος των μοϊκανών με χαρακτήρα. Πολύ βαρύς για να παίξει περιστροφές και πικ εν ρολ, αλλά πρωταθλητής ευρώπης με την εθνική στο βελιγράδι. Ξεγραμμένος στο φάιναλ φορ της μπολόνια απ' τον ομπράντοβιτς που έλεγε ότι θα το πάρει και με το λάζο σέντερ (σα να ‘λεγε ο γκουαρντιόλα ότι θα πάρει το τσάμπιονς λιγκ ακόμα και με φαν μπρόνκχορστ αριστερό μπακ). Αλλά γύρισε μόνος του έναν χαμένο ημιτελικό με τη μακάμπι.
Τα σημαντικά όμως είναι εκτός παρκέ. Εκεί όπου έχει το θάρρος της γνώμης και δε βάζει να παίξει η κασέτα με τα κλισέ. Κι όταν χρειάστηκε, τα έβαλε και με τους οργανωμένους: εγώ δεν παίζω για τη θύρα τρία και το σούπερ τέσσερα, αλλά για τους φιλάθλους.
Μετά την απεργία έδινε συνέντευξη στο κόντρα κι έλεγε ότι αποτυγχάνει μόνο όποιος κάθεται σπίτι, στον καναπέ, άπραγος. Οποιος σηκώνεται και δίνει μάχη, πάντα πετυχαίνει.
Κι έσφαξε με το βαμβάκι τους απεργοσπάστες.
Έτσι δε γίνεται συνήθως; Οι λίγοι παλεύουν για τους πολλούς. Κάποιοι φοβούνται τις απειλές. Άλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο. Υπάρχουν όμως κι αυτοί που βρίσκουν στις απειλές τη δικαιολογία για να μην κάνουν αγώνα. Αυτό γίνεται συνήθως.
Δύσκολο να μη σκεφτείς συνειρμικά ότι αυτό το παιδί έχει σοβιετικές ρίζες και κάτι του έμεινε. Κι ας πρόλαβε μόνο την τελευταία δεκαετία της παρακμής.
Αυτό το διήμερο το πρωτάθλημα συνεχίστηκε κανονικά χωρίς απεργία. Και ζήσαμε εμείς καλύτερα χωρίς να ενοχλείται η αισθητική μας. Να το χαιρόμαστε. The show must go on.
Ναι ρε συ, αλλά τι σόου είναι αυτό; Άλλοι φτιάχνουν την ομορφιά στο παρκέ και στην κερκίδα και άλλοι την καρπώνονται και βγάζουν υπεραξία. Κι έβαλαν στη μέση το θεό του χρήματος και της σκοπιμότητας που κατέστρεψε την χαρά του απλού πιστού. Στράγγιξαν το άθλημα όσο ήταν της μόδας και το άφησαν να αργοπεθαίνει. Έστησαν μονοπώλια στους τίτλους και στα κέντρα αποφάσεων και ψάχνουν να βρουν τι φταίει για την πτωτική τάση στο κέρδος, το ενδιαφέρον και τα εισιτήρια. Μέχρι κι ο γκάλης που έφερε στην ελλάδα τα χρυσά συμβόλαια που είναι σκέτη πρόκληση, λέει ότι παλιά παίζανε βέβαια για τη νίκη αλλά τους ένοιαζε να προσφέρουν και θέαμα.
Κι εν τω μεταξύ ο κόσμος ψάχνει να απαυτώσει τον αιώνιο για να ρεφάρει απ' το πήδημα που τρώει κάθε μέρα στη δουλειά και γενικώς. Ναι ρε φίλε, αλλά αν δεν έχει θέαμα κι έρθει με 1-0 σε στιλ λιμόζ, δεν είναι σεξ. Αγχωμένη μαλακία, διδυμότειχο μπλουζ είναι. Ενώ στον έρωτα κι από κάτω να είσαι, το ευχαριστιέσαι και σου μένει κάτι να διηγείσαι.
Αλλιώς τι κάνουμε; Εσύ ντύνεσαι με δίχρωμα κασκόλ. Παίζουμε ξύλο για μια φανέλα που μας κερατώνει με τον χορηγό που τη στολίζει (ή τη λερώνει, όπως το πάρει κανείς). Ε, κερατάδες και δαρμένοι, δε λέει. Κάπου την έχουμε πατήσει κι οι δυο.
Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010
Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010
Το μέλλον μας δεν είναι ο αντικαπιταλισμός
Η συνέχεια του ντιμπέιτ από το προηγούμενο.
Έξω από το βελλίδειο ήταν σύντροφοι που είχαν φτάσει πολλή ώρα πριν το θεοδόση και πουλούσαν κυριακάτικο ρίζο. Έστω κι ένα φύλλο να έδιναν θα ήταν επιτυχία σε αυτό το κοινό. Όλοι ήρθαν μπετοναρισμένοι κι οι ανυποψίαστοι υποστήριζαν ψωμιάδη. Εμένα με είδαν μπετόν αρμέ, δε με ήξεραν για δικό τους οπότε άστον να φύγει, έτσι κι αλλιώς τον διάβασε στο ίντερνετ.
Κερδίσαμε αμαχητί τη μάχη της εξέδρας αλλά χάσαμε τον πόλεμο του χειροκροτήματος, γιατί ο θεοδόσης έμοιαζε αγουροξυπνημένος και μόνο χλιαρά πράγματα ενέπνεε (το και εδώ δε δείχνει αιτία, συνδετικό είναι). Κάτι υπέρ του κοινωνικού συνόλου έλεγε και προς όφελος των πολλών. Αργός και λιγομίλητος, απ’ αυτούς που περιμένεις να πουν λίγα και καλά, αλλά τελικά λέει λίγα και λίγα. Ε και μες σε αυτά λέει και λίγα καλά. Δεν πειράζει, η επαφή με κόσμο θα του κάνει καλό. Την άλλη φορά θα τα λέει λίγο καλύτερα.
Ενώ ο ψωμιάδης είχε μαζί του τη συμπαθή τάξη των παππούδων και τη μη συμπαθή τάξη των μπράβων του που ήταν αυθόρμητα ενθουσιώδεις.
Εμείς με τον κάσπερ (γνώρισε επιτέλους τη γραμματέα του, -εσύ είσαι λοιπόν ο περιβόητος κάσπερ; -ε τι σύντροφος φάντασμα θα ήτανε αλλιώς; μεγάλες στιγμές) καθίσαμε πίσω από τους σεκίτες που έκαναν κερκίδα στον δικό τους απ’ τα κάτω κι αριστερά. Αλλά αριστερά όπως καθόμαστε, γιατί όπως βλέπουμε από πάνω ήταν δεξιά κι ακόμα δεν έχω καταλάβει ποιο είναι το σωστό –μάλλον το όπως βλέπουμε, γιατί και στη βουλή έτσι καθόμαστε. Όπως έλεγε εξάλλου κι ο χαρίλαος αριστερά της αριστεράς είναι η δεξιά και δεν εννοούσε τη νδ στης βουλής τα έδρανα. Αλλά αυτό που με ανησυχεί είναι ότι κι εμείς εκεί καθόμασταν, αριστερά απ’ τους συντρόφους.
Κι ήρθε μετά κι ένας ναρίτης, σε ώρα εαακ, μισή ώρα πριν τελειώσει δηλ, για συμπαράσταση στη σύμμαχο συνιστώσα. Κι είναι κρίμα που δεν ήμουν στο προηγούμενο με τους δημάρχους που ήταν δικός τους ο υποψήφιος να έχω ένα μέτρο σύγκρισης, πόσοι πήγανε και τι ώρα.
Ανακεφαλαίωση. Ποιους υποψήφιους είχαμε απέναντί μας;
Το μασκοφόρο εκδικητή ψωμιάδη. Που είπε μπράβο στο ραγκούση και τον παπανδρέου για τον καλλικράτη κι ύστερα μας μίλησε για τις πέντε αλήθειες και τα οκτώ ψέματα για τη λίμνη κορώνεια, προσεγγίζοντας επίπεδα σκέψης μάο τσε τουνγκ.
Τον κοτζαμπάση μπόλαρη που σε κάθε δεύτερη πρόταση έλεγε ότι πιστεύει στις δυνατότητες αυτού του θεσμού. Πιστεύω εις ένα θεσμό πατέρα παντοκράτορα. Άμα δε σας φτουρήσει να του αλλάξτε φύλο και να τον κάνετε καλλικράτεια. Και μετά νέα καλλικράτεια μέχρι να πετύχει.
Κι εμείς πιστέψαμε στους αντιθεσμούς, αλλά δεν κάναμε έτσι.
Το βελόπουλο που δεν ήθελε να ψηφίσει το μνημόνιο αλλά υπέκυψε στο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό της κοινοβουλευτικής του ομάδας. Και τον έπιασε ο πόνος για τους ινδιάνους της αμερικής όπου πλάκωσαν οι μετανάστες και τώρα αυτοί είναι τζιπ τσερόκι κι αεροπλάνα απάτσι. Κι εμείς οι βοϊδοκέφαλοι θα γίνουμε αμάξια και θα τα ονομάσουν προς τιμήν μας βουκεφάλες. Αλλά αν χάσουμε το όνομα μακεδονία θα τα πούνε ζάσταβα και εμείς δε θα φαινόμαστε πουθενά.
Κι είπε για τη λαθρομετανάστευση και για τις επιχειρήσεις που κλείνουν και μεταναστεύουν γιατί οι δίπλα χώρες έχουν μικρότερη φορολογία κι ότι αυτή η χώρα δεν χωράει να θρέψει κι άλλους, αυτή η αίθουσα δεν χωράει τρεις χιλιάδες κι αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό. Κι έγιναν όλα ένα κουβάρι μες στο μυαλό μου κι ήμουν κατά της λαθρομετανάστευσης των επιχειρήσεων, γιατί πόσους μετανάστες να αντέξουν πια τα βαλκάνια, πρέπει να ενωθούν όλες και να τις κάνουμε επιτέλους κοινωνική περιουσία.
Κι ήταν κι ο κουράκης που είπε αρνούμαστε το χρέος γιατί δεν το δημιουργήσαμε εμείς.
Κι αν δεν έβαφε τα μαλλιά του μπορεί να τον περνούσες για σύντροφο. Έλεγε όμως συνέχεια πολίτες και καρφωνόταν.
Δε μπορώ άλλους πολίτες και κέντρα εξυπηρέτησης. Αφεντικά και μισθωτοί δούλοι πολίτες γίναμε ούλοι, ούλοι μαζί σε μια αταξική κοινωνία απολιτίκ πολιτών που δεν ψηφίζουν λέει κόμματα, αλλά πρόσωπα. Κι αν είναι έτσι, γιατί δηλ να μη βγάλουν την καϊλή που έχει πιο ωραίο πρόσωπο απ’ τους άλλους;
Ασημίνα και ξερό τυρί. Μιλάει σα γιαγιάκα και παλεύει για γάλα και κουλουράκια. Λέει βαρετά παραμυθάκια για συμμετοχική δημοκρατία που αν τα μελοποιήσει θα κάνει καριέρα κατά της αϋπνίας με νανουρίσματα που ναρκώνουν ταξικές συνειδήσεις. Κι αποκάλυψε και το ψευτο-δικομματικό παιχνίδι που πρέπει να είναι κάτι σαν το ψευτοκουκουέ της οακκε. Και ύστερα (του κόσμου) μας είπε, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου στην πολιτική…
Οπότε δύο τινά. Ή ότι γέρασε κι άρχισε να ξεχνάει τα πιο παλιά. Ή τα έχει τετρακόσια αλλά ήταν στην πολιτική από τριών χρονών και δε θυμάται τα πρώτα της βήματα στο νηπιαγωγείο.
Ο χο-τσι-μινχ της οικολογίας τρεμό που στα δυόμισι χρόνια θα αφήσει τη θέση του στον επόμενο-επόμενη απ’ το συνδυασμό του κι είπε ότι πρέπει να καταναλώνουμε λιγότερο, γιατί προφανώς το εισόδημα και το βιοτικό επίπεδο του έλληνα εργάτη έχει ανέβει κατακόρυφα τελευταία κι έχουμε σκάσει να καταναλώνουμε. Και πρέπει να ενωθεί πάση θυσία με την ασημίνα να λένε μαζί για πράσινα άλογα και δούρειους ίππους που μας προσφέρουν οι ευκαιρίες της εε.
Κι ο κούτρας που άκουγε και χαμογελούσε στους δικούς του, ιδίως όταν είπε ο κουράκης για άρνηση του χρέους. Οπότε έπρεπε να κάνει ρελάνς απ’ τα κάτω κι αριστερά κι άρχισε να λέει τα δικά του για αντικαπιταλιστικές κρατικοποιήσεις κι ό,τι άλλο κατέβαζε η κούτρα του. Κι όλα αυτά θα μας φέρουν πιο κοντά στο στόχο πάλης (ποιος λέτε να είναι;) δηλ τον αντικαπιταλισμό!! Αυτό είναι. Το μέλλον μας δεν είναι ο καπιταλισμός, είναι ο νέος κόσμος, ο αντικαπιταλισμός. Που όπως είπε κι ένας σύντροφος θα τον κάνει η αντι-αστική τάξη. Αντί, αντί και τρισαντί.
Αλλά το καλύτερο το φυλούσε για μετά που τον ρώτησαν για τους συσχετισμούς και τον χάρτη των εκλογών κι αυτός είπε, δε μας νοιάζει αν την επόμενη μέρα ο χάρτης θα είναι μπλε ή κόκκινος. Κόλλησε για ένα δεύτερο, το διόρθωσε, αλλά γλώσσα λανθάνουσα τα αληθή λέγει. Μας ενδιαφέρει ίσως να είναι πράσινος και να ψηφίσουμε τη δεύτερη κυριακή χωρίς αυταπάτες. Κι είναι κι αυτή η μπουνιά της πασπ που είναι ακριβώς σαν τη δικιά τους και πολύ με ιντριγκάρει για κανά σύνθημα.
Σεκ-πασόκ, κολεγιά, μια φωνή και μια γροθιά.
Κι ύστερα πήγε να ρεφάρει ξανά ο κουράκης κι είπε ότι εμείς δεν είμαστε με τα κινήματα, εμείς είμαστε στα κινήματα. Κι εκεί κανονικά λέει ο κάσπερ έπρεπε να τον κόψει ο θεοδόσης και να του πει εμείς είμαστε τα κινήματα -πληθυντικός μεγαλοπρέπειας. Γιατί ένα είναι το κόμμα, ένα και το κίνημα και βασικά ταυτίζονται. Αυτό δεν το ‘πε ο κάσπερ εγώ το ‘βαλα.
Κι ήταν κι ο θεοδόσης. Του έκαναν μία ερώτηση για την τυποεκδοτική και το μικρόφωνο του έκανε σαμποτάζ και παθητική αντίσταση, αλλά του το άνοιξε ο βελόπουλος. Η προβοκάτσια που περιμέναμε.
Και δεν ήταν η μόνη. Κάτι έλεγε ο ψωμιάδης στο κατα(π)ληκτικό δίλεπτο, ότι αυτός δεν ήρθε να αλλάξει την πολιτική των άλλων και μόνο το κόμμα έχει σταθερή πολιτική. -Ναι αλλά εναντίον σας, τον έκοψε ο θεοδόσης. -Είπα εγώ; Μα για καλό το είπα, έλεγε ο ψωμιάδης, αλλά δεν του πέρασε. Δεν αφήνουμε ούτε κουνούπι. Και γενικώς όσους μας πίνουν το αίμα.
Έστησαν και στην ανταρσύα μία. Μην ψηφίζετε εμένα, λέει ο βελόπουλος. Ψηφίστε μικρότερα κόμματα, ψηφίστε τρεμόπουλο, ψηφίστε ανταρσύα. Και βασικά την ανταρσύα πρώτη την είπε.
Κι εγώ γελούσα κι έλεγα μέσα μου, ευτυχώς δεν το ‘πε για μας, χαμός θα γινόταν. Όπως και το δεκέμβρη με τα συχαρίκια του καρατζαφέρη. Ενώ τώρα...
Και μετά εσπευσμένο τέλος για να προλάβουμε λέει τη διακαναλική. Που αν κάναμε εμείς καμιά τέτοια θα τη λέγανε σοβιετικού τύπου και δε συμμαζεύεται. Και την δείξανε σε όλα τα κανάλια γιατί αλλιώς κανείς δε θα την έβλεπε. Πόση ώρα να αντέξεις άλλωστε τα υπέροχα ελληνικά του τζέφρυ; Άντε να γελάσεις μια με το πιστόλι στο λαιμό, άλλη μία με το χτυπάμε τη διαφάνεια (και την περεστρόικα μη σου πω) αλλά κι η αντοχή έχει τα όριά της.
Έξω από το βελλίδειο ήταν σύντροφοι που είχαν φτάσει πολλή ώρα πριν το θεοδόση και πουλούσαν κυριακάτικο ρίζο. Έστω κι ένα φύλλο να έδιναν θα ήταν επιτυχία σε αυτό το κοινό. Όλοι ήρθαν μπετοναρισμένοι κι οι ανυποψίαστοι υποστήριζαν ψωμιάδη. Εμένα με είδαν μπετόν αρμέ, δε με ήξεραν για δικό τους οπότε άστον να φύγει, έτσι κι αλλιώς τον διάβασε στο ίντερνετ.
Κερδίσαμε αμαχητί τη μάχη της εξέδρας αλλά χάσαμε τον πόλεμο του χειροκροτήματος, γιατί ο θεοδόσης έμοιαζε αγουροξυπνημένος και μόνο χλιαρά πράγματα ενέπνεε (το και εδώ δε δείχνει αιτία, συνδετικό είναι). Κάτι υπέρ του κοινωνικού συνόλου έλεγε και προς όφελος των πολλών. Αργός και λιγομίλητος, απ’ αυτούς που περιμένεις να πουν λίγα και καλά, αλλά τελικά λέει λίγα και λίγα. Ε και μες σε αυτά λέει και λίγα καλά. Δεν πειράζει, η επαφή με κόσμο θα του κάνει καλό. Την άλλη φορά θα τα λέει λίγο καλύτερα.
Ενώ ο ψωμιάδης είχε μαζί του τη συμπαθή τάξη των παππούδων και τη μη συμπαθή τάξη των μπράβων του που ήταν αυθόρμητα ενθουσιώδεις.
Εμείς με τον κάσπερ (γνώρισε επιτέλους τη γραμματέα του, -εσύ είσαι λοιπόν ο περιβόητος κάσπερ; -ε τι σύντροφος φάντασμα θα ήτανε αλλιώς; μεγάλες στιγμές) καθίσαμε πίσω από τους σεκίτες που έκαναν κερκίδα στον δικό τους απ’ τα κάτω κι αριστερά. Αλλά αριστερά όπως καθόμαστε, γιατί όπως βλέπουμε από πάνω ήταν δεξιά κι ακόμα δεν έχω καταλάβει ποιο είναι το σωστό –μάλλον το όπως βλέπουμε, γιατί και στη βουλή έτσι καθόμαστε. Όπως έλεγε εξάλλου κι ο χαρίλαος αριστερά της αριστεράς είναι η δεξιά και δεν εννοούσε τη νδ στης βουλής τα έδρανα. Αλλά αυτό που με ανησυχεί είναι ότι κι εμείς εκεί καθόμασταν, αριστερά απ’ τους συντρόφους.
Κι ήρθε μετά κι ένας ναρίτης, σε ώρα εαακ, μισή ώρα πριν τελειώσει δηλ, για συμπαράσταση στη σύμμαχο συνιστώσα. Κι είναι κρίμα που δεν ήμουν στο προηγούμενο με τους δημάρχους που ήταν δικός τους ο υποψήφιος να έχω ένα μέτρο σύγκρισης, πόσοι πήγανε και τι ώρα.
Ανακεφαλαίωση. Ποιους υποψήφιους είχαμε απέναντί μας;
Το μασκοφόρο εκδικητή ψωμιάδη. Που είπε μπράβο στο ραγκούση και τον παπανδρέου για τον καλλικράτη κι ύστερα μας μίλησε για τις πέντε αλήθειες και τα οκτώ ψέματα για τη λίμνη κορώνεια, προσεγγίζοντας επίπεδα σκέψης μάο τσε τουνγκ.
Τον κοτζαμπάση μπόλαρη που σε κάθε δεύτερη πρόταση έλεγε ότι πιστεύει στις δυνατότητες αυτού του θεσμού. Πιστεύω εις ένα θεσμό πατέρα παντοκράτορα. Άμα δε σας φτουρήσει να του αλλάξτε φύλο και να τον κάνετε καλλικράτεια. Και μετά νέα καλλικράτεια μέχρι να πετύχει.
Κι εμείς πιστέψαμε στους αντιθεσμούς, αλλά δεν κάναμε έτσι.
Το βελόπουλο που δεν ήθελε να ψηφίσει το μνημόνιο αλλά υπέκυψε στο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό της κοινοβουλευτικής του ομάδας. Και τον έπιασε ο πόνος για τους ινδιάνους της αμερικής όπου πλάκωσαν οι μετανάστες και τώρα αυτοί είναι τζιπ τσερόκι κι αεροπλάνα απάτσι. Κι εμείς οι βοϊδοκέφαλοι θα γίνουμε αμάξια και θα τα ονομάσουν προς τιμήν μας βουκεφάλες. Αλλά αν χάσουμε το όνομα μακεδονία θα τα πούνε ζάσταβα και εμείς δε θα φαινόμαστε πουθενά.
Κι είπε για τη λαθρομετανάστευση και για τις επιχειρήσεις που κλείνουν και μεταναστεύουν γιατί οι δίπλα χώρες έχουν μικρότερη φορολογία κι ότι αυτή η χώρα δεν χωράει να θρέψει κι άλλους, αυτή η αίθουσα δεν χωράει τρεις χιλιάδες κι αυτά τα δέντρα δε βολεύονται με λιγότερο ουρανό. Κι έγιναν όλα ένα κουβάρι μες στο μυαλό μου κι ήμουν κατά της λαθρομετανάστευσης των επιχειρήσεων, γιατί πόσους μετανάστες να αντέξουν πια τα βαλκάνια, πρέπει να ενωθούν όλες και να τις κάνουμε επιτέλους κοινωνική περιουσία.
Κι ήταν κι ο κουράκης που είπε αρνούμαστε το χρέος γιατί δεν το δημιουργήσαμε εμείς.
Κι αν δεν έβαφε τα μαλλιά του μπορεί να τον περνούσες για σύντροφο. Έλεγε όμως συνέχεια πολίτες και καρφωνόταν.
Δε μπορώ άλλους πολίτες και κέντρα εξυπηρέτησης. Αφεντικά και μισθωτοί δούλοι πολίτες γίναμε ούλοι, ούλοι μαζί σε μια αταξική κοινωνία απολιτίκ πολιτών που δεν ψηφίζουν λέει κόμματα, αλλά πρόσωπα. Κι αν είναι έτσι, γιατί δηλ να μη βγάλουν την καϊλή που έχει πιο ωραίο πρόσωπο απ’ τους άλλους;
Ασημίνα και ξερό τυρί. Μιλάει σα γιαγιάκα και παλεύει για γάλα και κουλουράκια. Λέει βαρετά παραμυθάκια για συμμετοχική δημοκρατία που αν τα μελοποιήσει θα κάνει καριέρα κατά της αϋπνίας με νανουρίσματα που ναρκώνουν ταξικές συνειδήσεις. Κι αποκάλυψε και το ψευτο-δικομματικό παιχνίδι που πρέπει να είναι κάτι σαν το ψευτοκουκουέ της οακκε. Και ύστερα (του κόσμου) μας είπε, από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου στην πολιτική…
Οπότε δύο τινά. Ή ότι γέρασε κι άρχισε να ξεχνάει τα πιο παλιά. Ή τα έχει τετρακόσια αλλά ήταν στην πολιτική από τριών χρονών και δε θυμάται τα πρώτα της βήματα στο νηπιαγωγείο.
Ο χο-τσι-μινχ της οικολογίας τρεμό που στα δυόμισι χρόνια θα αφήσει τη θέση του στον επόμενο-επόμενη απ’ το συνδυασμό του κι είπε ότι πρέπει να καταναλώνουμε λιγότερο, γιατί προφανώς το εισόδημα και το βιοτικό επίπεδο του έλληνα εργάτη έχει ανέβει κατακόρυφα τελευταία κι έχουμε σκάσει να καταναλώνουμε. Και πρέπει να ενωθεί πάση θυσία με την ασημίνα να λένε μαζί για πράσινα άλογα και δούρειους ίππους που μας προσφέρουν οι ευκαιρίες της εε.
Κι ο κούτρας που άκουγε και χαμογελούσε στους δικούς του, ιδίως όταν είπε ο κουράκης για άρνηση του χρέους. Οπότε έπρεπε να κάνει ρελάνς απ’ τα κάτω κι αριστερά κι άρχισε να λέει τα δικά του για αντικαπιταλιστικές κρατικοποιήσεις κι ό,τι άλλο κατέβαζε η κούτρα του. Κι όλα αυτά θα μας φέρουν πιο κοντά στο στόχο πάλης (ποιος λέτε να είναι;) δηλ τον αντικαπιταλισμό!! Αυτό είναι. Το μέλλον μας δεν είναι ο καπιταλισμός, είναι ο νέος κόσμος, ο αντικαπιταλισμός. Που όπως είπε κι ένας σύντροφος θα τον κάνει η αντι-αστική τάξη. Αντί, αντί και τρισαντί.
Αλλά το καλύτερο το φυλούσε για μετά που τον ρώτησαν για τους συσχετισμούς και τον χάρτη των εκλογών κι αυτός είπε, δε μας νοιάζει αν την επόμενη μέρα ο χάρτης θα είναι μπλε ή κόκκινος. Κόλλησε για ένα δεύτερο, το διόρθωσε, αλλά γλώσσα λανθάνουσα τα αληθή λέγει. Μας ενδιαφέρει ίσως να είναι πράσινος και να ψηφίσουμε τη δεύτερη κυριακή χωρίς αυταπάτες. Κι είναι κι αυτή η μπουνιά της πασπ που είναι ακριβώς σαν τη δικιά τους και πολύ με ιντριγκάρει για κανά σύνθημα.
Σεκ-πασόκ, κολεγιά, μια φωνή και μια γροθιά.
Κι ύστερα πήγε να ρεφάρει ξανά ο κουράκης κι είπε ότι εμείς δεν είμαστε με τα κινήματα, εμείς είμαστε στα κινήματα. Κι εκεί κανονικά λέει ο κάσπερ έπρεπε να τον κόψει ο θεοδόσης και να του πει εμείς είμαστε τα κινήματα -πληθυντικός μεγαλοπρέπειας. Γιατί ένα είναι το κόμμα, ένα και το κίνημα και βασικά ταυτίζονται. Αυτό δεν το ‘πε ο κάσπερ εγώ το ‘βαλα.
Κι ήταν κι ο θεοδόσης. Του έκαναν μία ερώτηση για την τυποεκδοτική και το μικρόφωνο του έκανε σαμποτάζ και παθητική αντίσταση, αλλά του το άνοιξε ο βελόπουλος. Η προβοκάτσια που περιμέναμε.
Και δεν ήταν η μόνη. Κάτι έλεγε ο ψωμιάδης στο κατα(π)ληκτικό δίλεπτο, ότι αυτός δεν ήρθε να αλλάξει την πολιτική των άλλων και μόνο το κόμμα έχει σταθερή πολιτική. -Ναι αλλά εναντίον σας, τον έκοψε ο θεοδόσης. -Είπα εγώ; Μα για καλό το είπα, έλεγε ο ψωμιάδης, αλλά δεν του πέρασε. Δεν αφήνουμε ούτε κουνούπι. Και γενικώς όσους μας πίνουν το αίμα.
Έστησαν και στην ανταρσύα μία. Μην ψηφίζετε εμένα, λέει ο βελόπουλος. Ψηφίστε μικρότερα κόμματα, ψηφίστε τρεμόπουλο, ψηφίστε ανταρσύα. Και βασικά την ανταρσύα πρώτη την είπε.
Κι εγώ γελούσα κι έλεγα μέσα μου, ευτυχώς δεν το ‘πε για μας, χαμός θα γινόταν. Όπως και το δεκέμβρη με τα συχαρίκια του καρατζαφέρη. Ενώ τώρα...
Και μετά εσπευσμένο τέλος για να προλάβουμε λέει τη διακαναλική. Που αν κάναμε εμείς καμιά τέτοια θα τη λέγανε σοβιετικού τύπου και δε συμμαζεύεται. Και την δείξανε σε όλα τα κανάλια γιατί αλλιώς κανείς δε θα την έβλεπε. Πόση ώρα να αντέξεις άλλωστε τα υπέροχα ελληνικά του τζέφρυ; Άντε να γελάσεις μια με το πιστόλι στο λαιμό, άλλη μία με το χτυπάμε τη διαφάνεια (και την περεστρόικα μη σου πω) αλλά κι η αντοχή έχει τα όριά της.
Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010
Η μετακόμιση
Στο πρώτο ντιμπέιτ με τους δημάρχους δεν πήγαμε βελλίδειο γιατί δεν το μάθαμε εγκαίρως κι έτσι χάσαμε τον ζαριά που κάτι σημαίνει στα ρώσικα αλλά δε θυμάμαι τώρα τι ακριβώς. Προχτές ήταν μια εκδήλωση του αριστερού βήματος με ένα σωρό περσόνες της αριστεράς που κάθε κνίτης που σέβεται τον εαυτό του θα ονόμαζε ντριμ τιμ του οπορτουνισμού. Εγώ δεν είμαι παρά κατά φαντασίαν κνίτης που νιώθω τον εαυτό μου για τέτοιο, αλλά δεν τον σέβομαι ιδιαίτερα οπότε μπορώ να παίρνω κεντριστική θέση. Παλιά μου τέχνη. Το χάσαμε όμως γιατί ο κομάντο δεν έκανε καλή συνεννόηση με μια αφίσα που είδε στο δρόμο. Όπως χάσαμε –συνειδητά κι ευτυχώς δηλ- και το πάρτι στο στέκι στο βιολογικό με τα σκυλάδικα και τα όργια στα γρασίδια σε κοινή θέα, ιδανική χορογραφία για τη μελωδία της παρακμής που έπαιζε.
Οπότε κάπου έπρεπε να πάμε και πήγαμε στο ντιμπέιτ με τους περιφερειάρχες. Όπου είχε τον ψωμιάδη με μπόλικους μπράβους και μια ροζ γραβάτα, αλλά αυτός παραείναι εύκολος στόχος για δούλεμα και το αφήνω σε άλλους. Είχε το μπόλαρη του πασοκ που είναι σαν προύχοντας από τα χρόνια της τουρκοκρατίας που έστριβε το μουστάκι του και τα είχε καλά με όσους έριχναν χαράτσια στους έλληνες ραγιάδες. Είχε και το δικό μας το θεοδόση που όπως λέει ο κομάντο είναι μερακλής κι άργησε να έρθει κανά τέταρτο, οπότε ξεκίνησαν το ντιμπέιτ χωρίς αυτόν, αλλά όπως λέει κι η παροιμία έρχεται καλύτερα, όποιος έρχεται τελευταίος. Και λίγο πιο μετά είχε την τετράδα κουράκη, ξηροτύρη, τρεμόπουλο μαζί με τον κούτρα του σεκ κι εμείς να αναρωτιόμαστε τι διαφορετικό θα πουν και γιατί δεν ενώνονται επιτέλους.
Κι ενδιάμεσα ήταν ο βελόπουλος που από αστικής-ρητορικής άποψης είναι ικανό τσουτσέκι και κατεβαίνει με το συνδυασμό καθαρά χέρια. Μετά όμως δε θυμόμουν καλά το όνομα και στο μυαλό μου πάλευαν δύο υποψηφιότητες. Βρώμικα Μυαλά γιατί μόνο εκεί υπάρχουν καθαροί λαοί και καθαρά χέρια. Και το άλλο Καθαρά Νύχια, σαν τον τύπο στο ποίημα του μπρεχτ που είναι βουτηγμένος στη λάσπη ως το λαιμό, αλλά προσπαθεί να κρατήσει τα νύχια του απ’ έξω. Και σαν τους αστούς που έχουν καθαρά, περιποιημένα χέρια και νύχια μανικιούρ σε αντίθεση με τους εργάτες με τα ροζιασμένα χέρια και τα βρώμικα νύχια που είναι νύχια-κρέας με το κόμμα της εργατικής τάξης.
Εμείς δηλ είμαστε το κρέας που αν δεν προσέξουμε μπορεί να γίνει χοιρινό σαν τα γουρούνια του όργουελ που αυτονομήθηκαν απ’ την υπόλοιπη φάρμα κι έκαναν μπίζνες καπιταλιστικές. Και για όλα αυτά φταίει το εικοστό συνέδριο κι η υποδιαίρεση Ι. Αυτά τα χέρια είναι μαχαίρια κι αυτά τα νύχια είναι μειλίχια προς το παρόν αλλά τα ακονίζουμε για την κατάλληλη στιγμή που ωριμάζει σιγά-σιγά και θα ‘ρθει σαν ώριμο τέκνο της οργής.
Ροζιασμένα χέρια. Αυτό είναι όνομα για έναν συνδυασμό της εργατιάς που βγάζει ρόζους και ρόζες μέσα απ’ τα σπλάχνα της. Τι με κοιτάζεις ρόζα σαστισμένο, συχώρα με που δεν καταλαβαίνω πώς έπεσε το τείχος τελικά και τους κατεβάσαμε τα βρακιά το 89’. Βρώμικα παιχνίδια αυτά και δεν είχαμε κι εμείς καθαρό μυαλό να τα καταλάβουμε. Αλλά βρώμικα 89’ υπάρχουν μόνο σε βρώμικα μυαλά σαν των πασόκων, κρυφών και φανερών. Γιατί όπως λέει κι ο ρούσης υπάρχουν πασόκοι με πολιτικά, ενώ οι άλλοι γράφονται κατευθείαν στο μπατσόκ.
Λοιπόν εγώ αν είχα ένα σχήμα του εξωκοινοβουλίου έτσι θα το ‘λεγα, ροζιασμένα χέρια. Αλλά αυτοί είναι σεκίτες χωρίς φαντασία στην εξουσία, ικανοί το πολύ για μια ανταρσία με ύψιλον –αλλά ελπίζω χωρίς τον ύψιλον απ το γκράνμα- μια ανορθογραφία μες στο κεφάλαιο του λάθος λήμματος που λέει ότι το 89’ έγιναν λαϊκές (αντ)επαναστάσεις από τα κάτω και δεξιά κι έριξαν τους δικτάτορες του προλεταριάτου.
Κι ύστερα αρχίσαμε να μιλάμε για το μήνυμα των εκλογών. Εμείς τους αγγέλους κακών νέων που φέρνουν κακά μηνύματα τους σκοτώνουμε. Κι επειδή στις εκλογές όλο τέτοια έρχονται κι ο κόσμος τα ίδια σκατά βγάζει, τις σνομπάρουμε και λέμε πως δε θα αλλάξουμε έτσι τον κόσμο σύντροφοι κι αν μπορούσαν να τον αλλάξουν θα ήταν παράνομες.
Γι’ αυτό κι εμείς στη σοβιετία τις καταργήσαμε κι είχαμε μονοκομματικό σύστημα. Εκλέγαμε όμως αντιπροσώπους στα σοβιέτ στους χώρους παραγωγής που μετά καταργήθηκαν κι έγιναν σε εδαφική βάση. Και πρέπει να μάθω γιατί αλλάξαμε τους πυρήνες και τους κάναμε οργανώσεις βάσης, ενώ τα μου-λού που τους λένε σταλινικούς έχουν κρατήσει τους πυρήνες. Κι αλλάξαμε και τον ύμνο που πρώτα ήταν η διεθνής και τώρα τον ξανάλλαξαν αλλά η μουσική έμεινε ίδια κι όταν παίζουν οι ρώσοι στις διεθνείς διοργανώσεις είναι μια νότα δροσιάς από το παρελθόν μες στη μελωδία της παρακμής, σαν αυτή που παίζει στα γρασίδια στο βιολογικό. Κι εμένα μου άρεσε καλύτερα απ’ τη διεθνή ο σοβιετικός ύμνος κι ας υμνούσαμε τη γραμμή και τον εκάστοτε γραμματέα, είχαμε όμως μεγαλύτερο μέτρο εκπροσώπησης στα σοβιέτ μας.
Κι αυτό από αναρχικής άποψης είναι πολύ σημαντικό γιατί όπως είπε κι ο μπόλαρης μόνο στις μικρές κοινότητες ανθεί πραγματικά η δημοκρατία. Και με αυτό μπορεί να έπιασε από τίποτα ακροδεξιούς αρχαιολάτρες με τις πόλεις-κράτη μέχρι τους προυντονικούς.
Μόνο ημείς οι κομμουνισταί είμεθα με το συγκεντρωτικό κρατισμό. Κι άντε τώρα να εξηγήσεις στον κόσμο τι γίνεται. Να το πιάσεις πολιτικά και να του πεις ότι ο δήμος είναι το μακρύ χέρι της πολιτείας και τσεπώνει ένα σωρό φόρους και δημοτικά τέλη με τον καλλικράτη; Ή να το πιάσεις φιλοσοφικά και να του πεις ότι τέτοια αποκέντρωση δεν είναι ενάντια στο αστικό κράτος αλλά το ενισχύει διαλεκτικά κι ότι το δικό μας σύνθημα επί σοβιετίας ήταν περισσότερο κράτος για να μην έχουμε κράτος. Κι είναι κι αυτό διαλεκτικό γιατί για να μην έχουμε κράτος πρέπει να έχουμε περισσότερη δημοκρατία αλλά κι η δημοκρατία κράτος είναι. Μέχρι που το αλλάξαμε σε περισσότερο (κρατικό) εμπόριο για να μην υπάρχει (μαύρο) εμπόριο κι εκεί το χάσαμε εντελώς.
Τι λέγαμε όμως; Α ναι, για το μήνυμα των εκλογών. Και νάτο το μήνυμα και πες μου το μήνυμα κι άρχισα που λες να ακούω μέσα μου σώπα όπου να ‘ναι θα σημάνουν οι καμπάνες, ναι αλλά για ποιον χτυπάνε; Μήπως χτυπούσαν για τα γενέθλια του κόμματος όπως το 44; Κι ύστερα οι καμπάνες έγιναν χριστουγεννιάτικες, τζινγκλ μπελς, τζινγκλ χολογουέι, κι άρχισαν τα παιδικά τραγουδάκια. Άστρο φωτεινό θα βγει πρωινό μήνυμα να φέρει απ' τον ουρανό κι από τη γκράβα. Και το αστέρι είχε κάτω του ένα μεγάλο σφυροδρέπανο σαν της σοβιετίας και γύρω του κάτι μικρότερα αστεράκια σαν της κίνας, ένα για την αγροτιά, ένα για την πασεβέ κι άλλο ένα για την εθνική αστική τάξη. Και το μήνυμα απ’ τον ουρανό ήταν χαρμόσυνο για την επουράνια έφοδο που θα έρθει στην τρίτη παρουσία. Πρώτη ήταν η κομμούνα, δεύτερη η χώρα των σοβιέτ, αλλά ο τρίτος γύρος θα είναι ο τελικός. Εκεί που οι υποψήφιοι θα κάνουν ερωτήσεις μεταξύ τους, σε έναν υποψήφιο της αρεσκείας τους ή της απαρέσκειάς τους κι όλοι έκαναν στον μπόλαρη που είναι πασόκος και το σινάφι του ξεπούλησε τα πάντα. Τι με κοιτάζεις ρόζα μουδιασμένο, αυτοί σε σκότωσαν κι ακόμα σταυρώνουν την τάξη και τον αγώνα μας. Κι ως πότε θα πηγαίνουμε με το σταυρό το χέρι κι ύστερα στην πλάτη να ανεβούμε το γολγοθά προσδοκώντας (επ)ανάσταση νεκρών, ελπίδων κι ιδεών;
Κι ήταν χαράς ευαγγέλια για το μήνυμα, μέρα του ευαγγελισμού, που ήρθε ο άγγελος και μας έφερε το χαρμόσυνο νέο ότι η παρθένος μαρία μύρισε τον κρίνο κι έμεινε έγκυος χωρίς να την απαυτώσουν κι η λαϊκή εξουσία ήρθε χωρίς τοκετούς κι επανάσταση.
Μα πως έγινε αυτό το θάμα; ρωτούσαν οι πιστοί κι ο φιντέλ. Κι έλεγαν πως το σύστημα αυτό δε δουλεύει πια.
Μα είναι απλό. Η μελισσούλα πάει στο λουλουδάκι, ο ζουζουνίτσος στη ζουζουνίτσα, ο λέων με την επαναστατική λεοντή στη λέαινα, ο επαναστάτης στην επαναστάτρια κι η τρέλα πάει στα βουνά όπου όλοι μια μέρα θε να βγούμε για αντάρτικο. Γιατί οι εκλογές δε φέρανε καλό μήνυμα κι ο αρχάγγελος μιχαήλ γκορμπατσώφ μας κορόιδεψε κι έγινε έκπτωτος του σατανά. Η παρθένος μαρία είχε τελικά ανεμογκάστρι κι έτσι ο τρίτος γύρος θα είναι ο τελικός.
Όπου όπως είπαμε οι υποψήφιοι θα κάνουν ερωτήσεις ο ένας στον άλλο κι ο θεοδόσης έκανε μια πολύ καλή για το λιμάνι και το νερό που πάνε για ιδιωτικοποίηση κι ο μπόλαρης του έλεγε μα δεν έγινε, ετοιμάζεται, το εξετάζουμε και κάτι τέτοια για να πιαστεί από τα μαλλιά που δεν έχει και μετά από δυο λεπτά αερολογίες ο θεοδόσης αγανάκτησε και ξαναρώτησε για το λιμάνι, δηλ ιδιωτικό ή δημόσιο; και μετά…
Τέλος πάντων πάω μια βόλτα να ξελαμπικάρω, να βοηθήσω και σε μια μετακόμιση, να πάρω καθαρό αέρα και μετά λέμε και τη συνέχεια.
Μια μετακόμιση που θα χει τρελαθεί…
Οπότε κάπου έπρεπε να πάμε και πήγαμε στο ντιμπέιτ με τους περιφερειάρχες. Όπου είχε τον ψωμιάδη με μπόλικους μπράβους και μια ροζ γραβάτα, αλλά αυτός παραείναι εύκολος στόχος για δούλεμα και το αφήνω σε άλλους. Είχε το μπόλαρη του πασοκ που είναι σαν προύχοντας από τα χρόνια της τουρκοκρατίας που έστριβε το μουστάκι του και τα είχε καλά με όσους έριχναν χαράτσια στους έλληνες ραγιάδες. Είχε και το δικό μας το θεοδόση που όπως λέει ο κομάντο είναι μερακλής κι άργησε να έρθει κανά τέταρτο, οπότε ξεκίνησαν το ντιμπέιτ χωρίς αυτόν, αλλά όπως λέει κι η παροιμία έρχεται καλύτερα, όποιος έρχεται τελευταίος. Και λίγο πιο μετά είχε την τετράδα κουράκη, ξηροτύρη, τρεμόπουλο μαζί με τον κούτρα του σεκ κι εμείς να αναρωτιόμαστε τι διαφορετικό θα πουν και γιατί δεν ενώνονται επιτέλους.
Κι ενδιάμεσα ήταν ο βελόπουλος που από αστικής-ρητορικής άποψης είναι ικανό τσουτσέκι και κατεβαίνει με το συνδυασμό καθαρά χέρια. Μετά όμως δε θυμόμουν καλά το όνομα και στο μυαλό μου πάλευαν δύο υποψηφιότητες. Βρώμικα Μυαλά γιατί μόνο εκεί υπάρχουν καθαροί λαοί και καθαρά χέρια. Και το άλλο Καθαρά Νύχια, σαν τον τύπο στο ποίημα του μπρεχτ που είναι βουτηγμένος στη λάσπη ως το λαιμό, αλλά προσπαθεί να κρατήσει τα νύχια του απ’ έξω. Και σαν τους αστούς που έχουν καθαρά, περιποιημένα χέρια και νύχια μανικιούρ σε αντίθεση με τους εργάτες με τα ροζιασμένα χέρια και τα βρώμικα νύχια που είναι νύχια-κρέας με το κόμμα της εργατικής τάξης.
Εμείς δηλ είμαστε το κρέας που αν δεν προσέξουμε μπορεί να γίνει χοιρινό σαν τα γουρούνια του όργουελ που αυτονομήθηκαν απ’ την υπόλοιπη φάρμα κι έκαναν μπίζνες καπιταλιστικές. Και για όλα αυτά φταίει το εικοστό συνέδριο κι η υποδιαίρεση Ι. Αυτά τα χέρια είναι μαχαίρια κι αυτά τα νύχια είναι μειλίχια προς το παρόν αλλά τα ακονίζουμε για την κατάλληλη στιγμή που ωριμάζει σιγά-σιγά και θα ‘ρθει σαν ώριμο τέκνο της οργής.
Ροζιασμένα χέρια. Αυτό είναι όνομα για έναν συνδυασμό της εργατιάς που βγάζει ρόζους και ρόζες μέσα απ’ τα σπλάχνα της. Τι με κοιτάζεις ρόζα σαστισμένο, συχώρα με που δεν καταλαβαίνω πώς έπεσε το τείχος τελικά και τους κατεβάσαμε τα βρακιά το 89’. Βρώμικα παιχνίδια αυτά και δεν είχαμε κι εμείς καθαρό μυαλό να τα καταλάβουμε. Αλλά βρώμικα 89’ υπάρχουν μόνο σε βρώμικα μυαλά σαν των πασόκων, κρυφών και φανερών. Γιατί όπως λέει κι ο ρούσης υπάρχουν πασόκοι με πολιτικά, ενώ οι άλλοι γράφονται κατευθείαν στο μπατσόκ.
Λοιπόν εγώ αν είχα ένα σχήμα του εξωκοινοβουλίου έτσι θα το ‘λεγα, ροζιασμένα χέρια. Αλλά αυτοί είναι σεκίτες χωρίς φαντασία στην εξουσία, ικανοί το πολύ για μια ανταρσία με ύψιλον –αλλά ελπίζω χωρίς τον ύψιλον απ το γκράνμα- μια ανορθογραφία μες στο κεφάλαιο του λάθος λήμματος που λέει ότι το 89’ έγιναν λαϊκές (αντ)επαναστάσεις από τα κάτω και δεξιά κι έριξαν τους δικτάτορες του προλεταριάτου.
Κι ύστερα αρχίσαμε να μιλάμε για το μήνυμα των εκλογών. Εμείς τους αγγέλους κακών νέων που φέρνουν κακά μηνύματα τους σκοτώνουμε. Κι επειδή στις εκλογές όλο τέτοια έρχονται κι ο κόσμος τα ίδια σκατά βγάζει, τις σνομπάρουμε και λέμε πως δε θα αλλάξουμε έτσι τον κόσμο σύντροφοι κι αν μπορούσαν να τον αλλάξουν θα ήταν παράνομες.
Γι’ αυτό κι εμείς στη σοβιετία τις καταργήσαμε κι είχαμε μονοκομματικό σύστημα. Εκλέγαμε όμως αντιπροσώπους στα σοβιέτ στους χώρους παραγωγής που μετά καταργήθηκαν κι έγιναν σε εδαφική βάση. Και πρέπει να μάθω γιατί αλλάξαμε τους πυρήνες και τους κάναμε οργανώσεις βάσης, ενώ τα μου-λού που τους λένε σταλινικούς έχουν κρατήσει τους πυρήνες. Κι αλλάξαμε και τον ύμνο που πρώτα ήταν η διεθνής και τώρα τον ξανάλλαξαν αλλά η μουσική έμεινε ίδια κι όταν παίζουν οι ρώσοι στις διεθνείς διοργανώσεις είναι μια νότα δροσιάς από το παρελθόν μες στη μελωδία της παρακμής, σαν αυτή που παίζει στα γρασίδια στο βιολογικό. Κι εμένα μου άρεσε καλύτερα απ’ τη διεθνή ο σοβιετικός ύμνος κι ας υμνούσαμε τη γραμμή και τον εκάστοτε γραμματέα, είχαμε όμως μεγαλύτερο μέτρο εκπροσώπησης στα σοβιέτ μας.
Κι αυτό από αναρχικής άποψης είναι πολύ σημαντικό γιατί όπως είπε κι ο μπόλαρης μόνο στις μικρές κοινότητες ανθεί πραγματικά η δημοκρατία. Και με αυτό μπορεί να έπιασε από τίποτα ακροδεξιούς αρχαιολάτρες με τις πόλεις-κράτη μέχρι τους προυντονικούς.
Μόνο ημείς οι κομμουνισταί είμεθα με το συγκεντρωτικό κρατισμό. Κι άντε τώρα να εξηγήσεις στον κόσμο τι γίνεται. Να το πιάσεις πολιτικά και να του πεις ότι ο δήμος είναι το μακρύ χέρι της πολιτείας και τσεπώνει ένα σωρό φόρους και δημοτικά τέλη με τον καλλικράτη; Ή να το πιάσεις φιλοσοφικά και να του πεις ότι τέτοια αποκέντρωση δεν είναι ενάντια στο αστικό κράτος αλλά το ενισχύει διαλεκτικά κι ότι το δικό μας σύνθημα επί σοβιετίας ήταν περισσότερο κράτος για να μην έχουμε κράτος. Κι είναι κι αυτό διαλεκτικό γιατί για να μην έχουμε κράτος πρέπει να έχουμε περισσότερη δημοκρατία αλλά κι η δημοκρατία κράτος είναι. Μέχρι που το αλλάξαμε σε περισσότερο (κρατικό) εμπόριο για να μην υπάρχει (μαύρο) εμπόριο κι εκεί το χάσαμε εντελώς.
Τι λέγαμε όμως; Α ναι, για το μήνυμα των εκλογών. Και νάτο το μήνυμα και πες μου το μήνυμα κι άρχισα που λες να ακούω μέσα μου σώπα όπου να ‘ναι θα σημάνουν οι καμπάνες, ναι αλλά για ποιον χτυπάνε; Μήπως χτυπούσαν για τα γενέθλια του κόμματος όπως το 44; Κι ύστερα οι καμπάνες έγιναν χριστουγεννιάτικες, τζινγκλ μπελς, τζινγκλ χολογουέι, κι άρχισαν τα παιδικά τραγουδάκια. Άστρο φωτεινό θα βγει πρωινό μήνυμα να φέρει απ' τον ουρανό κι από τη γκράβα. Και το αστέρι είχε κάτω του ένα μεγάλο σφυροδρέπανο σαν της σοβιετίας και γύρω του κάτι μικρότερα αστεράκια σαν της κίνας, ένα για την αγροτιά, ένα για την πασεβέ κι άλλο ένα για την εθνική αστική τάξη. Και το μήνυμα απ’ τον ουρανό ήταν χαρμόσυνο για την επουράνια έφοδο που θα έρθει στην τρίτη παρουσία. Πρώτη ήταν η κομμούνα, δεύτερη η χώρα των σοβιέτ, αλλά ο τρίτος γύρος θα είναι ο τελικός. Εκεί που οι υποψήφιοι θα κάνουν ερωτήσεις μεταξύ τους, σε έναν υποψήφιο της αρεσκείας τους ή της απαρέσκειάς τους κι όλοι έκαναν στον μπόλαρη που είναι πασόκος και το σινάφι του ξεπούλησε τα πάντα. Τι με κοιτάζεις ρόζα μουδιασμένο, αυτοί σε σκότωσαν κι ακόμα σταυρώνουν την τάξη και τον αγώνα μας. Κι ως πότε θα πηγαίνουμε με το σταυρό το χέρι κι ύστερα στην πλάτη να ανεβούμε το γολγοθά προσδοκώντας (επ)ανάσταση νεκρών, ελπίδων κι ιδεών;
Κι ήταν χαράς ευαγγέλια για το μήνυμα, μέρα του ευαγγελισμού, που ήρθε ο άγγελος και μας έφερε το χαρμόσυνο νέο ότι η παρθένος μαρία μύρισε τον κρίνο κι έμεινε έγκυος χωρίς να την απαυτώσουν κι η λαϊκή εξουσία ήρθε χωρίς τοκετούς κι επανάσταση.
Μα πως έγινε αυτό το θάμα; ρωτούσαν οι πιστοί κι ο φιντέλ. Κι έλεγαν πως το σύστημα αυτό δε δουλεύει πια.
Μα είναι απλό. Η μελισσούλα πάει στο λουλουδάκι, ο ζουζουνίτσος στη ζουζουνίτσα, ο λέων με την επαναστατική λεοντή στη λέαινα, ο επαναστάτης στην επαναστάτρια κι η τρέλα πάει στα βουνά όπου όλοι μια μέρα θε να βγούμε για αντάρτικο. Γιατί οι εκλογές δε φέρανε καλό μήνυμα κι ο αρχάγγελος μιχαήλ γκορμπατσώφ μας κορόιδεψε κι έγινε έκπτωτος του σατανά. Η παρθένος μαρία είχε τελικά ανεμογκάστρι κι έτσι ο τρίτος γύρος θα είναι ο τελικός.
Όπου όπως είπαμε οι υποψήφιοι θα κάνουν ερωτήσεις ο ένας στον άλλο κι ο θεοδόσης έκανε μια πολύ καλή για το λιμάνι και το νερό που πάνε για ιδιωτικοποίηση κι ο μπόλαρης του έλεγε μα δεν έγινε, ετοιμάζεται, το εξετάζουμε και κάτι τέτοια για να πιαστεί από τα μαλλιά που δεν έχει και μετά από δυο λεπτά αερολογίες ο θεοδόσης αγανάκτησε και ξαναρώτησε για το λιμάνι, δηλ ιδιωτικό ή δημόσιο; και μετά…
Τέλος πάντων πάω μια βόλτα να ξελαμπικάρω, να βοηθήσω και σε μια μετακόμιση, να πάρω καθαρό αέρα και μετά λέμε και τη συνέχεια.
Μια μετακόμιση που θα χει τρελαθεί…
Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010
Αντιθεσμοί και αλληλεγγύη
Βλέπω ότι έχει επέλθει ένας κορεσμός με τα θεωρητικά. Θα γράψω κάτι ακόμα σχετικό με τη συζήτηση που ακολούθησε στον όμιλο κι από το επόμενο κείμενο αλλάζω τροπάρι.
Όλα ξεκίνησαν απ’ τη ταμπέλα των ζαπατίστας και κατέληξαν στους αντιθεσμούς.
Είναι οι αντιθεσμοί τακτικό μέσο που προωθεί το σκοπό μας; Κι από πότε η αλληλεγγύη είναι έξω από τη λογική της αριστεράς (και βασικά των κομμουνιστών, για να συνεννοούμαστε);
Αντίλογος (όχι της πάτρας):
Από τότε που έγιναν αυτοσκοπός. Κι από πότε η φιλανθρωπία είναι ο κοινωνικός σκοπός, το ιδεώδες των κομμουνιστών; Ήταν κι η μητέρα τερέζα αντιθεσμός; Αυτά μπορεί να τα κάνει κι η εκκλησία κι είναι σε κάθε περίπτωση ενσωματώσιμα.
Μπορεί να τα καπελώσει κι ο βαλέσα ή ο βοϊτίλας που έβαλε το αλάθητό του να συγκρουστεί με τη σοβιετική ορθοδοξία.
Θυμίζει λίγο την κουβέντα για το ρεφορμισμό. Κι εκεί βρίσκεται κι όλη η ουσία. Ο λογικός τους πυρήνας μπορεί να μας κλείσει σε μικρές κοινότητες και νησίδες σοσιαλισμού που αποφεύγουν να συγκρουστούν αποφασιστικά με το καπιταλιστικό αρχιπέλαγος κι επιδίδονται σε έναν πόλεμο χαρακωμάτων τα οποία πέφτουν ένα-ένα στα χέρια μας. Και μια μέρα όλοι οι συνασπισμένοι θα μπουν στο πασόκ και θα ‘μαστε εξουσία σύντροφε κωνσταντόπουλε. (Ακραίος συνειρμός με ένα παλιό σκετσάκι του αμαν για το βούγια).
Σημασία βέβαια έχει ποιος κάνει τι και με τι σκεπτικό. Γιατί φιλανθρωπία κάνει κι η εκκλησία αλλά δεν είναι το ίδιο με τη δική μας αλληλεγγύη. Άλλος σκοπός, άλλη ποιότητα. Κι οι μικρές νίκες στο σήμερα, παρμένες ξεχωριστά είναι σκέτα παυσίπονα και μέτρα ασπιρίνες. Βαλμένες όμως σε ένα συνολικό σχέδιο, μπορούν να ανοίξουν δρόμους και προοπτικές.
Όταν γελάμε με το επιχείρημα για τις επιτροπές αλληλεγγύης του εαμ στην κατοχή περισσότερο γελάμε με αυτούς που το λένε, όταν τους φανταζόμαστε στη θέση του εαμ. Κι όταν ο χολογουέι αναφέρει την ταμπέλα των ζαπατίστας, γελάς είναι η αλήθεια λίγο με το περιεχόμενο, που είναι πιο αστείο αν το μεταφράσεις στα ελληνικά –κακιά κυβέρνηση μείνετε έξω. Πιο πολύ γελάς όμως με τον ίδιο τον χολογουέι που το ανάγει σε πρότυπο. Ειδικά αν τον βλέπεις ζωντανά, να κάνει τα χορευτικά του.
Ποια πρακτική σημασία έχουν όλα αυτά όμως; Πάνω απ' όλα απαντάνε σε μια άμεση ανάγκη. Να ζήσουμε διαφορετικά, να σπάσουμε το μίζερο πλαίσιο που μας εσωκλείει. Να ανακαλύψουμε εκ νέου αξίες σαν τη συντροφικότητα, την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη που χάθηκαν πίσω από τοίχους κι οθόνες. Είναι μια απάντηση στην αλλοτρίωση, μια αντίδραση που μπορεί να γίνει και θετική δράση.
-Μα από μόνο του δεν οδηγεί κάπου. -Σάμπως οδηγούν τα άλλα; Άστο να πάει ρε σύντροφε.
Ζητούμενο είναι να μην τα κάνουμε φαντασιακά ή στο μικρόκοσμό μας. Όχι απλώς να μην πάνε αντιπαραθετικά, αλλά να δέσουν σε μια προοπτική. Να μην κάνουμε πράγματα στο περιθώριο που μας αφήνει το σύστημα, αλλά κάτι που θα μας δείχνει τα όριά του και την ανάγκη να συγκρουστούμε με αυτό.
Το εγχείρημα των ζαπατίστας είναι ρομαντικό και γοητευτικό σαν ουτοπία. Η κοινωνικοποίηση της φτώχειας καταλήγει μακροπρόθεσμα στην αναβίωση όλων των παλιών βρωμιών της ταξικής κοινωνίας. Κι αυτό χωρίς καμιά διάθεση μηδενισμού του σπουδαίου αγώνα που κάνουν.
Ουτοπιστές είναι κι όσοι προσπαθούν μηχανιστικά να μεταφέρουν αυτούσιο το μοντέλο των ζαπατίστας στις δυτικές κοινωνίες. Τα βέλη της κριτικής δεν αφορούν αυτούς που αγωνίζονται θαρραλέα, αλλά αυτούς που πλασάρουν την ουτοπία ως διέξοδο με θεωρητική τεκμηρίωση που θυμίζει ουτοπικό σοσιαλισμό του 19ου αιώνα.
Αν υπάρχει παρόλα αυτά κάτι που ζηλεύουμε σε αυτή την ουτοπία και θέλουμε να μεταφέρουμε στη δική μας πραγματικότητα είναι η αλληλεγγύη και το κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο έχει χαθεί στις μέρες μας. Ο αστικός τρόπος ζωής διέλυσε την κοινότητα κι άφησε μια γλυκιά ανάμνηση που μας βαραίνει με την απώλειά της.
Κι αυτό που μοιάζει μαρξιστικά παράδοξο, ή έστω αντιφατικό είναι πως όλες οι παλιές βρωμιές της ταξικής κοινωνίας δεν αναπτύχθηκαν στο έδαφος της φτώχειας που κοινωνικοποιήθηκε. Η αλληλεγγύη έσπασε ακριβώς πάνω στο έδαφος μιας σχετικής ευημερίας κι επάρκειας αγαθών που προώθησε τον αστικό τρόπο ζωής μαζί με την αποξένωση και την εξατομίκευση. Έφερε στο προσκήνιο την εργατική αριστοκρατία και την ενσωμάτωση κι έσπασε κάθε κοινοτικό και συλλογικό δεσμό.
Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές και στον χώρο της ελλάδας. Ο έντονα κοινοτικός χαρακτήρας της υπαίθρου όπου αναπτύχθηκε κατά πρώτο λόγο το αντάρτικο. Τα έντονα κοινοτικά κατάλοιπα των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων, μέχρι να γίνει κυρίαρχο φαινόμενο η αστυφιλία που έκανε τις πόλεις στρατόπεδα αποξένωσης κι αντί για μαζικές συνειδήσεις προωθεί μαζικά την αποχαύνωση και την ιδιώτευση.
Αυτά είναι στοιχεία κι αξίες που καλούμαστε να ξαναβρούμε και να τους ξαναδώσουμε νόημα σε καινούριο έδαφος. Όχι στη βάση της ισοπεδωτικής ισότητας της κοινότητας και της εκ των πραγμάτων αλληλεγγύης των απελπισμένων. Αλλά στη βάση αυτόνομων, δυναμικών προσωπικοτήτων που ξεφεύγουν από το στείρο ατομισμό και παλεύουν να γίνουν κοινωνικές ατομικότητες μέσα σε άλλα πλαίσια, όπου η ανάπτυξη του ενός θα είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη της προσωπικότητας του άλλου. Κι ο καθένας μας θα βρίσκει στο σύνολο ένα συμπλήρωμα του εαυτού του κι όχι την κόλαση των άλλων που τον εμποδίζει να αναπτυχθεί ολόπλευρα.
Αυτό μοιάζει εν μέρει αντιφατικό. Ο κομμουνισμός φαίνεται σαν μια ιδέα που καλούμαστε να ασπαστούμε κι όχι αναγκαιότητα που απορρέει από τη φυσική ροή των πραγμάτων. Από την άλλη είναι μια συνειδητή επιλογή, μία δυνατότητα από το φάσμα επιλογών της νομοτέλειας που έχουμε μπροστά μας. Ο άνθρωπος στο στάδιο της ωριμότητάς του καλείται να βαδίσει αυτό το δρόμο συνειδητά και να πάρει την τύχη στα χέρια του. Είναι ελεύθερος να επιλέξει, δηλαδή να συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα των καιρών μας για σοσιαλισμό.
Αλλιώς του μένει η εναλλακτική της βαρβαρότητας.
Όλα ξεκίνησαν απ’ τη ταμπέλα των ζαπατίστας και κατέληξαν στους αντιθεσμούς.
Είναι οι αντιθεσμοί τακτικό μέσο που προωθεί το σκοπό μας; Κι από πότε η αλληλεγγύη είναι έξω από τη λογική της αριστεράς (και βασικά των κομμουνιστών, για να συνεννοούμαστε);
Αντίλογος (όχι της πάτρας):
Από τότε που έγιναν αυτοσκοπός. Κι από πότε η φιλανθρωπία είναι ο κοινωνικός σκοπός, το ιδεώδες των κομμουνιστών; Ήταν κι η μητέρα τερέζα αντιθεσμός; Αυτά μπορεί να τα κάνει κι η εκκλησία κι είναι σε κάθε περίπτωση ενσωματώσιμα.
Μπορεί να τα καπελώσει κι ο βαλέσα ή ο βοϊτίλας που έβαλε το αλάθητό του να συγκρουστεί με τη σοβιετική ορθοδοξία.
Θυμίζει λίγο την κουβέντα για το ρεφορμισμό. Κι εκεί βρίσκεται κι όλη η ουσία. Ο λογικός τους πυρήνας μπορεί να μας κλείσει σε μικρές κοινότητες και νησίδες σοσιαλισμού που αποφεύγουν να συγκρουστούν αποφασιστικά με το καπιταλιστικό αρχιπέλαγος κι επιδίδονται σε έναν πόλεμο χαρακωμάτων τα οποία πέφτουν ένα-ένα στα χέρια μας. Και μια μέρα όλοι οι συνασπισμένοι θα μπουν στο πασόκ και θα ‘μαστε εξουσία σύντροφε κωνσταντόπουλε. (Ακραίος συνειρμός με ένα παλιό σκετσάκι του αμαν για το βούγια).
Σημασία βέβαια έχει ποιος κάνει τι και με τι σκεπτικό. Γιατί φιλανθρωπία κάνει κι η εκκλησία αλλά δεν είναι το ίδιο με τη δική μας αλληλεγγύη. Άλλος σκοπός, άλλη ποιότητα. Κι οι μικρές νίκες στο σήμερα, παρμένες ξεχωριστά είναι σκέτα παυσίπονα και μέτρα ασπιρίνες. Βαλμένες όμως σε ένα συνολικό σχέδιο, μπορούν να ανοίξουν δρόμους και προοπτικές.
Όταν γελάμε με το επιχείρημα για τις επιτροπές αλληλεγγύης του εαμ στην κατοχή περισσότερο γελάμε με αυτούς που το λένε, όταν τους φανταζόμαστε στη θέση του εαμ. Κι όταν ο χολογουέι αναφέρει την ταμπέλα των ζαπατίστας, γελάς είναι η αλήθεια λίγο με το περιεχόμενο, που είναι πιο αστείο αν το μεταφράσεις στα ελληνικά –κακιά κυβέρνηση μείνετε έξω. Πιο πολύ γελάς όμως με τον ίδιο τον χολογουέι που το ανάγει σε πρότυπο. Ειδικά αν τον βλέπεις ζωντανά, να κάνει τα χορευτικά του.
Ποια πρακτική σημασία έχουν όλα αυτά όμως; Πάνω απ' όλα απαντάνε σε μια άμεση ανάγκη. Να ζήσουμε διαφορετικά, να σπάσουμε το μίζερο πλαίσιο που μας εσωκλείει. Να ανακαλύψουμε εκ νέου αξίες σαν τη συντροφικότητα, την ανθρωπιά και την αλληλεγγύη που χάθηκαν πίσω από τοίχους κι οθόνες. Είναι μια απάντηση στην αλλοτρίωση, μια αντίδραση που μπορεί να γίνει και θετική δράση.
-Μα από μόνο του δεν οδηγεί κάπου. -Σάμπως οδηγούν τα άλλα; Άστο να πάει ρε σύντροφε.
Ζητούμενο είναι να μην τα κάνουμε φαντασιακά ή στο μικρόκοσμό μας. Όχι απλώς να μην πάνε αντιπαραθετικά, αλλά να δέσουν σε μια προοπτική. Να μην κάνουμε πράγματα στο περιθώριο που μας αφήνει το σύστημα, αλλά κάτι που θα μας δείχνει τα όριά του και την ανάγκη να συγκρουστούμε με αυτό.
Το εγχείρημα των ζαπατίστας είναι ρομαντικό και γοητευτικό σαν ουτοπία. Η κοινωνικοποίηση της φτώχειας καταλήγει μακροπρόθεσμα στην αναβίωση όλων των παλιών βρωμιών της ταξικής κοινωνίας. Κι αυτό χωρίς καμιά διάθεση μηδενισμού του σπουδαίου αγώνα που κάνουν.
Ουτοπιστές είναι κι όσοι προσπαθούν μηχανιστικά να μεταφέρουν αυτούσιο το μοντέλο των ζαπατίστας στις δυτικές κοινωνίες. Τα βέλη της κριτικής δεν αφορούν αυτούς που αγωνίζονται θαρραλέα, αλλά αυτούς που πλασάρουν την ουτοπία ως διέξοδο με θεωρητική τεκμηρίωση που θυμίζει ουτοπικό σοσιαλισμό του 19ου αιώνα.
Αν υπάρχει παρόλα αυτά κάτι που ζηλεύουμε σε αυτή την ουτοπία και θέλουμε να μεταφέρουμε στη δική μας πραγματικότητα είναι η αλληλεγγύη και το κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο έχει χαθεί στις μέρες μας. Ο αστικός τρόπος ζωής διέλυσε την κοινότητα κι άφησε μια γλυκιά ανάμνηση που μας βαραίνει με την απώλειά της.
Κι αυτό που μοιάζει μαρξιστικά παράδοξο, ή έστω αντιφατικό είναι πως όλες οι παλιές βρωμιές της ταξικής κοινωνίας δεν αναπτύχθηκαν στο έδαφος της φτώχειας που κοινωνικοποιήθηκε. Η αλληλεγγύη έσπασε ακριβώς πάνω στο έδαφος μιας σχετικής ευημερίας κι επάρκειας αγαθών που προώθησε τον αστικό τρόπο ζωής μαζί με την αποξένωση και την εξατομίκευση. Έφερε στο προσκήνιο την εργατική αριστοκρατία και την ενσωμάτωση κι έσπασε κάθε κοινοτικό και συλλογικό δεσμό.
Αυτό είναι ιδιαίτερα εμφανές και στον χώρο της ελλάδας. Ο έντονα κοινοτικός χαρακτήρας της υπαίθρου όπου αναπτύχθηκε κατά πρώτο λόγο το αντάρτικο. Τα έντονα κοινοτικά κατάλοιπα των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων, μέχρι να γίνει κυρίαρχο φαινόμενο η αστυφιλία που έκανε τις πόλεις στρατόπεδα αποξένωσης κι αντί για μαζικές συνειδήσεις προωθεί μαζικά την αποχαύνωση και την ιδιώτευση.
Αυτά είναι στοιχεία κι αξίες που καλούμαστε να ξαναβρούμε και να τους ξαναδώσουμε νόημα σε καινούριο έδαφος. Όχι στη βάση της ισοπεδωτικής ισότητας της κοινότητας και της εκ των πραγμάτων αλληλεγγύης των απελπισμένων. Αλλά στη βάση αυτόνομων, δυναμικών προσωπικοτήτων που ξεφεύγουν από το στείρο ατομισμό και παλεύουν να γίνουν κοινωνικές ατομικότητες μέσα σε άλλα πλαίσια, όπου η ανάπτυξη του ενός θα είναι προϋπόθεση για την ανάπτυξη της προσωπικότητας του άλλου. Κι ο καθένας μας θα βρίσκει στο σύνολο ένα συμπλήρωμα του εαυτού του κι όχι την κόλαση των άλλων που τον εμποδίζει να αναπτυχθεί ολόπλευρα.
Αυτό μοιάζει εν μέρει αντιφατικό. Ο κομμουνισμός φαίνεται σαν μια ιδέα που καλούμαστε να ασπαστούμε κι όχι αναγκαιότητα που απορρέει από τη φυσική ροή των πραγμάτων. Από την άλλη είναι μια συνειδητή επιλογή, μία δυνατότητα από το φάσμα επιλογών της νομοτέλειας που έχουμε μπροστά μας. Ο άνθρωπος στο στάδιο της ωριμότητάς του καλείται να βαδίσει αυτό το δρόμο συνειδητά και να πάρει την τύχη στα χέρια του. Είναι ελεύθερος να επιλέξει, δηλαδή να συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα των καιρών μας για σοσιαλισμό.
Αλλιώς του μένει η εναλλακτική της βαρβαρότητας.
Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010
Απ' έξω και μεταμοντέρνο
(Περίπου συνώνυμο με το απ’ έξω κι ανακατωτά).
Συνέχεια από το προηγούμενο. Τι είναι επί της ουσίας αυτό για το οποίο μας μίλησε ο σοβιετικός κυριούλης; Ο ανοιχτός μαρξισμός του χολογουέι, ο ζίζεκ, ο μπαντιού κι όλη η παλιοπαρέα. Ο πραγματισμός της ήττας του σοσιαλιστικού εγχειρήματος. Η άρνηση των μεγάλων αφηγήσεων που κατέρρευσαν μαζί με τις νομοτέλειες και τη δυνατότητά μας να γνωρίσουμε τον κόσμο -επομένως και να τον αλλάξουμε ως σύνολο. Η έμφαση στο επί μέρους και τις μειονότητες. Οι μικροαλλαγές που αρχίζουν εδώ και τώρα και σταματάν στο μικρόκοσμό μας χωρίς να αλλάζουν την ουσία γύρω μας.
Ο κατακερματισμός της πραγματικότητας. Πολλά σπασμένα κομμάτια, χωρίς κανένα εργαλείο για να τα ενώσουμε και να δούμε τι δείχνει η εικόνα. Και μας κατηγορούν ότι τα ζουλάμε και τα πατάμε για να χωρέσουν με το ζόρι στο παζλ της μεγάλης μας αφήγησης. Ότι τα φτωχαίνουμε για να τα φέρουμε στα μέτρα μας που είναι κάτω από το ύψος των περιστάσεων και τον πήχη που βάζει η εποχή.
Όσα κομμάτια κι αν μπορέσεις να ενώσεις, δε θα σου φτάσει μια στιγμή για να με νιώσεις.
Κι η πραγματικότητα μένει σπασμένη σε κομμάτια, σαν υπολογιστής με πολλά ανοιγμένα παράθυρα.
Αυτό είναι εν πολλοίς το μεταμοντέρνο. Κι ένα απ’ τα σημεία των καιρών είναι το επιχειρούμενο πάντρεμά του με τη μαρξιστική σκέψη που καταλήγει σε ένα είδος μεταμοντέρνου μαρξισμού. Ο οποίος με τη σειρά του αποτελεί τυπική περίπτωση αντίφασης εν τοις όροις.
Υπάρχει μία ακόμη διάσταση. Το μεταμοντέρνο σε τελευταία ανάλυση είναι αντανάκλαση διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα στο προτσές της παραγωγής. Αυτοματοποίηση, μεταφορντικό μοντέλο, αποκέντρωση, θυγατρικές, υποκαταστήματα, μικρότερες μονάδες παραγωγής.
Είναι μια αντικειμενική τάση που εκτός από την επαναστατική θεωρία επηρεάζει και τη δράση. Δεν υπάρχουν πλέον τα μεγάλα εργοστάσια τύπου πουτίλοφ με τους χιλιάδες εργαζόμενους που βρίσκονται καθημερινά στον ίδιο χώρο και μοιράζονται κοινές εμπειρίες κι ανησυχίες. Κι αυτό ευνοεί αντικειμενικά την εξατομίκευση και την παρακμή των μαζικών συνδικάτων.
Κάτι η αποξένωση, κάτι η εντατικοποίηση, ο εργαζόμενος σήμερα δε βρίσκεται καλά-καλά ούτε με τον εαυτό του. Τον ψάχνει απεγνωσμένα σε χώρους κοινωνικής δικτύωσης, όπου διαμορφώνει το προφίλ του για να διασκεδάσει το έλλειμμα προσωπικότητας που έχει. Και ξεγελά τη μοναξιά του με φίλους που συναντά όλο και πιο σπάνια στην πραγματική ζωή.
Η ζωή μας μένει κλεισμένη σε χαζοκούτια κι οθόνες. Πώς να μην κλείσεις μετά σύντροφε τη δουλειά σου σε κουτάκια;
Κι όλα αυτά στο όνομα ενός ρεύματος που αρνείται να σκεφτεί καθολικά μη τυχόν του φορέσουν καμιά ταμπέλα. Για το μεταμοντέρνο οι ταυτότητες είναι στροφή στον ολοκληρωτισμό.
Η πραγματικότητα βέβαια είναι αντιφατική, γεμάτη διαλεκτική, με τέτοιες και αντίρροπες τάσεις. Η πολυδιάσπαση μπορεί να είναι ένωση σε ένα μεγαλύτερο επίπεδο, σε μεγαλύτερη εμβέλεια ή κι επικράτεια, αν μιλάμε για μια χώρα που οι παραγωγικές της μονάδες μπορεί να βρίσκονται στα πιο απομακρυσμένα σημεία, αλλά λειτουργούν και διευθύνονται ενιαία.
Κι η αποκέντρωση να προωθεί τη συλλογική διεύθυνση και τη δημοκρατία στους χώρους παραγωγής. Μες στον καπιταλισμό όμως αυτό μένει στα πλαίσια του δυνητικού.
Παράλληλα μεγαλώνει η συγκέντρωση του κεφαλαίου. Η πολυδιάσπαση δεν ακυρώνει την τάση ενοποίησης και συγκεντροποίησης των παραγωγικών δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά παραμένει μια κυρίαρχη, αντικειμενική τάση που καλούμαστε να υπερβούμε, σπάζοντας τη νομοτέλεια. Και στην πραγματικότητα, επειδή η νομοτέλεια είναι ένα φάσμα δυνατοτήτων, να αξιοποιήσουμε εκείνες τις δυνατότητες του φάσματος που ευνοούν την υπόθεσή μας. Ή και να μετατοπίσουμε με τη δράση μας αυτό το φάσμα προς όφελός μας.
Το σπάσιμο της νομοτέλειας είναι αδόκιμη διατύπωση. Σαν αυτή που έκανε ο γκράμσι για τον οκτώβρη: μια επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο του μαρξ και τις προβλέψεις του. Μια λογοτεχνική διατύπωση που κρύβει μέσα της έναν φιλοσοφικό στοχασμό και μια πτυχή της αλήθειας.
Ας το συνδέσουμε με το περιβόητο απ’ έξω του λένιν που θα μας απασχολήσει. Ο αστός θεωρητικός που τάσσεται στο πλευρό του προλεταριάτου και της υπόθεσης του αγώνα του, πρέπει να σπάσει μια σειρά αντικειμενικές τάσεις μαζί με τα όρια της τάξης του, την κοσμοθεωρία και την ταξική συνείδηση που υπαγορεύουν τα συμφέροντά της. Όπως έκαναν εξάλλου κι οι κλασικοί. Ο μαρξ, ο ένγκελς, ακόμα και ο λένιν. Τον τρότσκι δεν τον αναφέραμε στον όμιλο. Ε μάλλον δε συγκέντρωνε και τόσες συμπάθειες ανάμεσά μας.
Γενικότερα, η κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης. Ο λόγος των επαναστατών πρέπει να ανατρέψει την κρατούσα ιδεολογία και τους αντικειμενικούς παράγοντες που την αναπαράγουν: την αλλοτρίωση, τον φετιχισμό του εμπορεύματος κι όλα όσα δημιουργούν στον εργάτη ψευδή συνείδηση για να μην αποκτήσει ταξική.
Πώς συνδέονται όλα αυτά με το απ’ έξω;
Ο βιομηχανικός εργάτης μοιάζει με τον τσάρλι τσάπλιν στους μοντέρνους καιρούς που γίνεται γρανάζι της μηχανής. Υποτάσσεται στους ρυθμούς και τη λογική της, τρέχει να προφτάσει, γίνεται πειθήνιο εξάρτημά της, χωρίς κρίση και βούληση.
Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής κι ο γιος μου το ανταλλακτικό.
Κι όταν επιστρέφει το βράδυ σπίτι, έχει δύναμη μόνο να ανοίξει την τηλεόραση για να συμπληρώσει το σετ της αποβλάκωσης. Έχει ανάγκη από πράγματα που δε τον κουράζουν και δεν τον κάνουν να σκέφτεται. Κι ίσως να μην τα έχει ανάγκη, αλλά να συνεχίζει με κεκτημένη ταχύτητα απ΄ το οκτάωρο που αχρήστευσε το μυαλό του.
Ο χειρώνακτας εργαζόμενος μπορεί να κάνει μια κοπιαστική, μονότονη δουλειά που τον αποβλακώνει, αλλά αυτό δεν τον αφήνει εξ ορισμού και μονοσήμαντα στο επίπεδο του αποβλακωμένου που αδυνατεί να σκεφτεί, να αποφασίσει, να διευθύνει.
Πρέπει να βρούμε και να ενισχύσουμε τις τάσεις που υπερβαίνουν τους αντικειμενικούς περιορισμούς ενός χειρώνακτα. Αλλιώς θα αφήσουμε μοιρολατρικά να διαιωνίζεται σε διάφορες παραλλαγές η λογική του απαίδευτου όχλου που δεν είναι ικανός να κυβερνήσει. Η δημοκρατία των αρίστων, τα δάχτυλα που δεν είναι όλα ίσα, η εξουσία των ειδικών.
Το απ’ έξω δεν έχει να κάνει με την κοινωνική καταγωγή, αλλά με τις παραγωγικές σχέσεις και τον υποδουλωτικό τους χαρακτήρα, με τους φραγμούς που βάζει ο χαρακτήρας της εργασίας. Ο λένιν εξάλλου είναι αυτός που εξισορρόπησε το μειονέκτημα του απ’ έξω με το ταξικό πλεονέκτημα του προλετάριου ως προς την πειθαρχία και την κομματική ένταξη.
Για κάποιους αυτό μπορεί να σημαίνει ότι τα κόμματα είναι για τους βλάκες. Το κόμμα όμως είναι πάνω απ’ όλα σχολείο και δεν χωράει εύκολα όσους θεωρούν εαυτούς ψυχές διαλεχτές που δικαιούνται αυτομάτως υποτροφίας.
Υπάρχουν ποικίλες τάσεις στη σύγχρονη εργατική τάξη που αλλάζει σταδιακά δέρμα και χαρακτηριστικά, με την πληροφορική και τη δουλειά του υπάλληλου στο γραφείο. Αν και η πνευματική εργασία δεν είναι απαραίτητα ευχάριστη και δημιουργική στις μέρες μας.
Η αυτοματοποίηση είναι από τα λίγα αυτό- που δε θα ακούσεις από τους αναρχικούς. Και συνάμα η βασική προϋπόθεση για την αυτοδιαχείριση κι όλα τα δικά τους αυτό-, που χωρίς αυτό το αυτό μένουν λόγια του αέρα. Συλλογικός εγωισμός κι αυτοαναφορικότητα για να τονίζει αυτάρεσκα το συλλογικό εαυτούλη μας.
Το πρόθεμα αυτό λειτουργεί σαν το στερητικό άλφα κι αλλάζει περιεχόμενο σε όλες τις αρνητικές έννοιες. Η επάρατος οργάνωση γίνεται αυτοοργάνωση. Κι η ενέργεια που μας κλείνει το δρόμο της επιστροφής στη φύση και τα σπήλαια κροπότκιν γίνεται αυτενέργεια.
Μόνο η καταστροφή ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα και προσφέρει χειραφέτηση. Άλλο αν συνήθως καταλήγει αυτοκαταστροφική για το κίνημα. Ενώ η αυτοματοποίηση άμα της βγει το αυτό καταλήγει στη ματοποίηση της κοινωνίας και της παραγωγής (κατά τη στρατιωτικοποίηση των συνδικάτων του τρότσκι).
-Κάτω από τα κράνη σας έχετε σκατά.
-Ναι ρε συ, αλλά δεν είναι οι μόνοι.
Τώρα που είπα τρότσκι. Σε ένα λόγο του σε εργοστάσιο ο σύντροφος με το μουστάκι είπε στους εργάτες. Εσείς τα βλέπετε μόνο από κάτω και δε μπορείτε να έχετε συνολική εικόνα της παραγωγής. Αλλά κι οι διευθυντές έχουν συγκεκριμένη οπτική γωνία κι η εικόνα που σχηματίζουν είναι εξίσου λειψή. Μόνο αν ενώσουμε τα κομμάτια μπορούμε να δούμε σωστά.
Λίγο σχηματικό, αλλά σφαιρικό κι εύστοχο. Πάνω απ’ όλα διαλεκτικό. Δεν απολυτοποιεί καμιά πλευρά. Ούτε ελιτισμός κι επανάσταση των διευθυντών, ούτε φτηνός εργατισμός. Και δεν είναι παρατήρηση κάποιου κλασικού. Ούτε σε θεωρητική συγκυρία ειπώθηκε. Σε εργάτες μιλούσε ο στάλιν. Έβαλε όμως όλη την ουσία.
Στη σοβιετία είχαν ανάγκη από στελέχη στην παραγωγή, τεχνίτες κι ειδικούς. Προϋπόθεση γι’ αυτό όμως ήταν η δουλειά στη βάση που θα τα αναδείξει. Κι αυτό έχει γενική ισχύ. Στο κόμμα, στην ιστορία. Μόνο μια σπουδαία γενιά μπορεί να δώσει χαρισματικούς ηγέτες.
Η ανάπτυξη της θεωρίας προϋποθέτει την εκλαΐκευση. Κι είναι συλλογικό έργο με μεγάλους επιστήμονες και προσωπικότητες που δουλεύουν παράλληλα, κερδίζουν ο ένας από τη δουλειά του άλλου κι έρχεται στο τέλος ο καλύτερος να σταθεί ψηλότερα από όλους πατώντας πάνω σε ώμους γιγάντων. Χωρίς αυτούς και το δικό του μπόι θα ‘ταν μικρότερο.
Αυτό το συλλογικό έργο απαιτεί συλλογικότητες που θα το σηκώσουν, είτε σαν τον όμιλο, είτε κόμματα που καλούνται να παίξουν πρωτοπόρο ρόλο και να γίνουν ο συλλογικός διανοούμενος που περιγράφει ο γκράμσι.
Κι αυτό δε σημαίνει το πάντρεμα των διανοούμενων με την αποβλακωμένη εργατική τάξη που θα εκτελεί εντολές, αλλά καταμερισμό δουλειάς και συλλογικές επεξεργασίες που να στέκουν πιο ψηλά από τις μεμονωμένες προσπάθειες και τους μοναχικούς καουμπόηδες.
Πώς θα γίνει αυτό όμως όταν το κμε εδώ και μια δεκαετία περίπου φυτοζωεί και μένει νεκρή σφραγίδα χωρίς ζωή και περιεχόμενο;
Συνέχεια από το προηγούμενο. Τι είναι επί της ουσίας αυτό για το οποίο μας μίλησε ο σοβιετικός κυριούλης; Ο ανοιχτός μαρξισμός του χολογουέι, ο ζίζεκ, ο μπαντιού κι όλη η παλιοπαρέα. Ο πραγματισμός της ήττας του σοσιαλιστικού εγχειρήματος. Η άρνηση των μεγάλων αφηγήσεων που κατέρρευσαν μαζί με τις νομοτέλειες και τη δυνατότητά μας να γνωρίσουμε τον κόσμο -επομένως και να τον αλλάξουμε ως σύνολο. Η έμφαση στο επί μέρους και τις μειονότητες. Οι μικροαλλαγές που αρχίζουν εδώ και τώρα και σταματάν στο μικρόκοσμό μας χωρίς να αλλάζουν την ουσία γύρω μας.
Ο κατακερματισμός της πραγματικότητας. Πολλά σπασμένα κομμάτια, χωρίς κανένα εργαλείο για να τα ενώσουμε και να δούμε τι δείχνει η εικόνα. Και μας κατηγορούν ότι τα ζουλάμε και τα πατάμε για να χωρέσουν με το ζόρι στο παζλ της μεγάλης μας αφήγησης. Ότι τα φτωχαίνουμε για να τα φέρουμε στα μέτρα μας που είναι κάτω από το ύψος των περιστάσεων και τον πήχη που βάζει η εποχή.
Όσα κομμάτια κι αν μπορέσεις να ενώσεις, δε θα σου φτάσει μια στιγμή για να με νιώσεις.
Κι η πραγματικότητα μένει σπασμένη σε κομμάτια, σαν υπολογιστής με πολλά ανοιγμένα παράθυρα.
Αυτό είναι εν πολλοίς το μεταμοντέρνο. Κι ένα απ’ τα σημεία των καιρών είναι το επιχειρούμενο πάντρεμά του με τη μαρξιστική σκέψη που καταλήγει σε ένα είδος μεταμοντέρνου μαρξισμού. Ο οποίος με τη σειρά του αποτελεί τυπική περίπτωση αντίφασης εν τοις όροις.
Υπάρχει μία ακόμη διάσταση. Το μεταμοντέρνο σε τελευταία ανάλυση είναι αντανάκλαση διαδικασιών που λαμβάνουν χώρα στο προτσές της παραγωγής. Αυτοματοποίηση, μεταφορντικό μοντέλο, αποκέντρωση, θυγατρικές, υποκαταστήματα, μικρότερες μονάδες παραγωγής.
Είναι μια αντικειμενική τάση που εκτός από την επαναστατική θεωρία επηρεάζει και τη δράση. Δεν υπάρχουν πλέον τα μεγάλα εργοστάσια τύπου πουτίλοφ με τους χιλιάδες εργαζόμενους που βρίσκονται καθημερινά στον ίδιο χώρο και μοιράζονται κοινές εμπειρίες κι ανησυχίες. Κι αυτό ευνοεί αντικειμενικά την εξατομίκευση και την παρακμή των μαζικών συνδικάτων.
Κάτι η αποξένωση, κάτι η εντατικοποίηση, ο εργαζόμενος σήμερα δε βρίσκεται καλά-καλά ούτε με τον εαυτό του. Τον ψάχνει απεγνωσμένα σε χώρους κοινωνικής δικτύωσης, όπου διαμορφώνει το προφίλ του για να διασκεδάσει το έλλειμμα προσωπικότητας που έχει. Και ξεγελά τη μοναξιά του με φίλους που συναντά όλο και πιο σπάνια στην πραγματική ζωή.
Η ζωή μας μένει κλεισμένη σε χαζοκούτια κι οθόνες. Πώς να μην κλείσεις μετά σύντροφε τη δουλειά σου σε κουτάκια;
Κι όλα αυτά στο όνομα ενός ρεύματος που αρνείται να σκεφτεί καθολικά μη τυχόν του φορέσουν καμιά ταμπέλα. Για το μεταμοντέρνο οι ταυτότητες είναι στροφή στον ολοκληρωτισμό.
Η πραγματικότητα βέβαια είναι αντιφατική, γεμάτη διαλεκτική, με τέτοιες και αντίρροπες τάσεις. Η πολυδιάσπαση μπορεί να είναι ένωση σε ένα μεγαλύτερο επίπεδο, σε μεγαλύτερη εμβέλεια ή κι επικράτεια, αν μιλάμε για μια χώρα που οι παραγωγικές της μονάδες μπορεί να βρίσκονται στα πιο απομακρυσμένα σημεία, αλλά λειτουργούν και διευθύνονται ενιαία.
Κι η αποκέντρωση να προωθεί τη συλλογική διεύθυνση και τη δημοκρατία στους χώρους παραγωγής. Μες στον καπιταλισμό όμως αυτό μένει στα πλαίσια του δυνητικού.
Παράλληλα μεγαλώνει η συγκέντρωση του κεφαλαίου. Η πολυδιάσπαση δεν ακυρώνει την τάση ενοποίησης και συγκεντροποίησης των παραγωγικών δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά παραμένει μια κυρίαρχη, αντικειμενική τάση που καλούμαστε να υπερβούμε, σπάζοντας τη νομοτέλεια. Και στην πραγματικότητα, επειδή η νομοτέλεια είναι ένα φάσμα δυνατοτήτων, να αξιοποιήσουμε εκείνες τις δυνατότητες του φάσματος που ευνοούν την υπόθεσή μας. Ή και να μετατοπίσουμε με τη δράση μας αυτό το φάσμα προς όφελός μας.
Το σπάσιμο της νομοτέλειας είναι αδόκιμη διατύπωση. Σαν αυτή που έκανε ο γκράμσι για τον οκτώβρη: μια επανάσταση ενάντια στο κεφάλαιο του μαρξ και τις προβλέψεις του. Μια λογοτεχνική διατύπωση που κρύβει μέσα της έναν φιλοσοφικό στοχασμό και μια πτυχή της αλήθειας.
Ας το συνδέσουμε με το περιβόητο απ’ έξω του λένιν που θα μας απασχολήσει. Ο αστός θεωρητικός που τάσσεται στο πλευρό του προλεταριάτου και της υπόθεσης του αγώνα του, πρέπει να σπάσει μια σειρά αντικειμενικές τάσεις μαζί με τα όρια της τάξης του, την κοσμοθεωρία και την ταξική συνείδηση που υπαγορεύουν τα συμφέροντά της. Όπως έκαναν εξάλλου κι οι κλασικοί. Ο μαρξ, ο ένγκελς, ακόμα και ο λένιν. Τον τρότσκι δεν τον αναφέραμε στον όμιλο. Ε μάλλον δε συγκέντρωνε και τόσες συμπάθειες ανάμεσά μας.
Γενικότερα, η κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία της εκάστοτε κυρίαρχης τάξης. Ο λόγος των επαναστατών πρέπει να ανατρέψει την κρατούσα ιδεολογία και τους αντικειμενικούς παράγοντες που την αναπαράγουν: την αλλοτρίωση, τον φετιχισμό του εμπορεύματος κι όλα όσα δημιουργούν στον εργάτη ψευδή συνείδηση για να μην αποκτήσει ταξική.
Πώς συνδέονται όλα αυτά με το απ’ έξω;
Ο βιομηχανικός εργάτης μοιάζει με τον τσάρλι τσάπλιν στους μοντέρνους καιρούς που γίνεται γρανάζι της μηχανής. Υποτάσσεται στους ρυθμούς και τη λογική της, τρέχει να προφτάσει, γίνεται πειθήνιο εξάρτημά της, χωρίς κρίση και βούληση.
Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής κι ο γιος μου το ανταλλακτικό.
Κι όταν επιστρέφει το βράδυ σπίτι, έχει δύναμη μόνο να ανοίξει την τηλεόραση για να συμπληρώσει το σετ της αποβλάκωσης. Έχει ανάγκη από πράγματα που δε τον κουράζουν και δεν τον κάνουν να σκέφτεται. Κι ίσως να μην τα έχει ανάγκη, αλλά να συνεχίζει με κεκτημένη ταχύτητα απ΄ το οκτάωρο που αχρήστευσε το μυαλό του.
Ο χειρώνακτας εργαζόμενος μπορεί να κάνει μια κοπιαστική, μονότονη δουλειά που τον αποβλακώνει, αλλά αυτό δεν τον αφήνει εξ ορισμού και μονοσήμαντα στο επίπεδο του αποβλακωμένου που αδυνατεί να σκεφτεί, να αποφασίσει, να διευθύνει.
Πρέπει να βρούμε και να ενισχύσουμε τις τάσεις που υπερβαίνουν τους αντικειμενικούς περιορισμούς ενός χειρώνακτα. Αλλιώς θα αφήσουμε μοιρολατρικά να διαιωνίζεται σε διάφορες παραλλαγές η λογική του απαίδευτου όχλου που δεν είναι ικανός να κυβερνήσει. Η δημοκρατία των αρίστων, τα δάχτυλα που δεν είναι όλα ίσα, η εξουσία των ειδικών.
Το απ’ έξω δεν έχει να κάνει με την κοινωνική καταγωγή, αλλά με τις παραγωγικές σχέσεις και τον υποδουλωτικό τους χαρακτήρα, με τους φραγμούς που βάζει ο χαρακτήρας της εργασίας. Ο λένιν εξάλλου είναι αυτός που εξισορρόπησε το μειονέκτημα του απ’ έξω με το ταξικό πλεονέκτημα του προλετάριου ως προς την πειθαρχία και την κομματική ένταξη.
Για κάποιους αυτό μπορεί να σημαίνει ότι τα κόμματα είναι για τους βλάκες. Το κόμμα όμως είναι πάνω απ’ όλα σχολείο και δεν χωράει εύκολα όσους θεωρούν εαυτούς ψυχές διαλεχτές που δικαιούνται αυτομάτως υποτροφίας.
Υπάρχουν ποικίλες τάσεις στη σύγχρονη εργατική τάξη που αλλάζει σταδιακά δέρμα και χαρακτηριστικά, με την πληροφορική και τη δουλειά του υπάλληλου στο γραφείο. Αν και η πνευματική εργασία δεν είναι απαραίτητα ευχάριστη και δημιουργική στις μέρες μας.
Η αυτοματοποίηση είναι από τα λίγα αυτό- που δε θα ακούσεις από τους αναρχικούς. Και συνάμα η βασική προϋπόθεση για την αυτοδιαχείριση κι όλα τα δικά τους αυτό-, που χωρίς αυτό το αυτό μένουν λόγια του αέρα. Συλλογικός εγωισμός κι αυτοαναφορικότητα για να τονίζει αυτάρεσκα το συλλογικό εαυτούλη μας.
Το πρόθεμα αυτό λειτουργεί σαν το στερητικό άλφα κι αλλάζει περιεχόμενο σε όλες τις αρνητικές έννοιες. Η επάρατος οργάνωση γίνεται αυτοοργάνωση. Κι η ενέργεια που μας κλείνει το δρόμο της επιστροφής στη φύση και τα σπήλαια κροπότκιν γίνεται αυτενέργεια.
Μόνο η καταστροφή ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα και προσφέρει χειραφέτηση. Άλλο αν συνήθως καταλήγει αυτοκαταστροφική για το κίνημα. Ενώ η αυτοματοποίηση άμα της βγει το αυτό καταλήγει στη ματοποίηση της κοινωνίας και της παραγωγής (κατά τη στρατιωτικοποίηση των συνδικάτων του τρότσκι).
-Κάτω από τα κράνη σας έχετε σκατά.
-Ναι ρε συ, αλλά δεν είναι οι μόνοι.
Τώρα που είπα τρότσκι. Σε ένα λόγο του σε εργοστάσιο ο σύντροφος με το μουστάκι είπε στους εργάτες. Εσείς τα βλέπετε μόνο από κάτω και δε μπορείτε να έχετε συνολική εικόνα της παραγωγής. Αλλά κι οι διευθυντές έχουν συγκεκριμένη οπτική γωνία κι η εικόνα που σχηματίζουν είναι εξίσου λειψή. Μόνο αν ενώσουμε τα κομμάτια μπορούμε να δούμε σωστά.
Λίγο σχηματικό, αλλά σφαιρικό κι εύστοχο. Πάνω απ’ όλα διαλεκτικό. Δεν απολυτοποιεί καμιά πλευρά. Ούτε ελιτισμός κι επανάσταση των διευθυντών, ούτε φτηνός εργατισμός. Και δεν είναι παρατήρηση κάποιου κλασικού. Ούτε σε θεωρητική συγκυρία ειπώθηκε. Σε εργάτες μιλούσε ο στάλιν. Έβαλε όμως όλη την ουσία.
Στη σοβιετία είχαν ανάγκη από στελέχη στην παραγωγή, τεχνίτες κι ειδικούς. Προϋπόθεση γι’ αυτό όμως ήταν η δουλειά στη βάση που θα τα αναδείξει. Κι αυτό έχει γενική ισχύ. Στο κόμμα, στην ιστορία. Μόνο μια σπουδαία γενιά μπορεί να δώσει χαρισματικούς ηγέτες.
Η ανάπτυξη της θεωρίας προϋποθέτει την εκλαΐκευση. Κι είναι συλλογικό έργο με μεγάλους επιστήμονες και προσωπικότητες που δουλεύουν παράλληλα, κερδίζουν ο ένας από τη δουλειά του άλλου κι έρχεται στο τέλος ο καλύτερος να σταθεί ψηλότερα από όλους πατώντας πάνω σε ώμους γιγάντων. Χωρίς αυτούς και το δικό του μπόι θα ‘ταν μικρότερο.
Αυτό το συλλογικό έργο απαιτεί συλλογικότητες που θα το σηκώσουν, είτε σαν τον όμιλο, είτε κόμματα που καλούνται να παίξουν πρωτοπόρο ρόλο και να γίνουν ο συλλογικός διανοούμενος που περιγράφει ο γκράμσι.
Κι αυτό δε σημαίνει το πάντρεμα των διανοούμενων με την αποβλακωμένη εργατική τάξη που θα εκτελεί εντολές, αλλά καταμερισμό δουλειάς και συλλογικές επεξεργασίες που να στέκουν πιο ψηλά από τις μεμονωμένες προσπάθειες και τους μοναχικούς καουμπόηδες.
Πώς θα γίνει αυτό όμως όταν το κμε εδώ και μια δεκαετία περίπου φυτοζωεί και μένει νεκρή σφραγίδα χωρίς ζωή και περιεχόμενο;
Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010
Θεωρίες για αγρίους
Η κρίση της θεωρίας. Η θεωρία της κρίσης. Η κρίση της αριστεράς. Η αριστερά της θεωρίας. Αυτά. Τι άλλο μπορεί να πει κανείς για το θέμα;
Ότι η σημερινή είναι μια κατεξοχήν αντιθεωρητική εποχή. Ο κόσμος ενθουσιάζεται με σύγχρονους διανοητές χωρίς να καταλαβαίνει τι λένε, ή χωρίς να του λένε κάτι καινούριο ή σημαντικό. Πολιτικοί μαϊντανοί δανείζονται αποσπασματικά κάποια τσιτάτα τους και τα ενσωματώνουν στο λόγο τους για να δείξουν πόσο τρέντι κι ανήσυχα πνεύματα είναι.
Κι εμείς λένε είμαστε καλά κλεισμένοι στην ιδεολογική μας φορμόλη. Που αν είναι έτσι θ’ αρχίσω να την παίρνω για σημάδι υγείας. Μέσα της νιώθεις ένα είδος ασφάλειας κι ανοσίας από όλα αυτά. Η θεωρία μας είναι τόσο παλιά που όλα τα μικρόβια πάνω της έχουν πεθάνει με πρώτο απ’ όλα τον ιό της παιδικής αρρώστιας.
Κάνεις συγκρίσεις με άλλες εποχές και σε πιάνει θλίψη και μελαγχολία. Εμείς κάνουμε τους ερασιτέχνες παλεύοντας να μάθουμε πέντε πράγματα. Κι οι άλλοι στο λομονόσοφ το είχανε κάνει επιστήμη. Και έδιναν υποτροφίες στο κόμμα να στείλει τα καλύτερα παιδιά του για να μελετήσουν συστηματικά το μαρξισμό.
Μεταξύ μας τους απόφοιτους του λομονόσοφ τους λέμε συνθηματικά λεμόνια.
Κάποια εξ αυτών βγάζουν αναδρομικά ξινίλα για το χέρι που τους τάισε. Άλλα υπέστησαν το σοκ των ανατροπών και πήγαν σπίτι τους, υπακούοντας στο σύνδρομο της στυμμένης λεμονόκουπας που έχει τσακίσει αυτή τη γενιά. Κάποια ήταν εξ αρχής πεταμένα λεφτά, σαν τους πασόκους που έπαιρναν κι αυτοί υποτροφίες στα χρόνια της περεστρόικα.
Κάποια άλλα όμως άφησαν καρπούς και περιμένουν ακόμα να τα ζουλήξουμε.
Οι σοβιετικοί λέει ο ιβάν μάισκι –παλιός μενσεβίκος που επί στάλιν έγινε πρεσβευτής των σοβιέτ στο λονδίνο- διάβαζαν αγόγγυστα τα πάντα. Όσο μεγάλα κι αν ήταν, όσα στοιχεία κι αν είχαν. Οι φιλοσοβιετικοί διάβαζαν κι ήξεραν τα πάντα γύρω από στατιστικές, νόρμες και την αύξηση της παραγωγικότητας στο τάδε εργοστάσιο του ντόνετσκ, αλλά δεν γνώριζαν τίποτα για την πολιτική κατάσταση στην χώρα των σοβιέτ (αυτό δεν το λέει ο μάισκι, εγώ το έβαλα). Κι οι άγγλοι πάλι δε μπορούσαν τα πολλά στοιχεία και τα νούμερα. Συχώρα με που δεν καταλαβαίνω τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί.
Κι είναι κι αυτοί σήμερα που δε μπορούν να διαβάσουν τίποτα αν δεν είναι σε ηλεκτρονική μορφή. Κείμενα μικρά κι εύπεπτα, προσαρμοσμένα στην οικογένεια κλικλίκου που θέλει να κάνει ζάπινγκ στα παράθυρα του υπολογιστή και κουράζεται αν μείνει πολλή ώρα στο ίδιο.
Το μέσο είναι το μήνυμα.
Μεταμοντέρνα αντίληψη της πραγματικότητας από ένα μυαλό που είναι χίλια κομμάτια κι άντε να τα μαζέψει για να σχηματίσει εικόνα. Αλλού το μάτι, αλλού το φρύδι. Γι’ αυτό έχει τόση επιτυχία κι ο σουρεαλισμός του πικάσο με τη γκουέρνικα -που κανονικά στα ισπανικά είναι γκερνίκα.
Μια μικρή γκερνίκα και το μυαλό μας. Μισεί τις συνολικές αφηγήσεις και τα μεγάλα κείμενα που είναι εξ ορισμού ολοκληρωτικά, όπως και οι αναλύσεις εξάλλου. Το πολύ που δεχόμαστε είναι ατάκες κι εξυπνάδες. Το σφυροδρέπανο να δεις πόσο φασιστικό είναι με όλα αυτά τα κατεβατά. Η γνωστή ιστορία, χίτλερ και στάλιν, μαύρος και κόκκινος φασισμός. Άλλο αν η κε του μπλοκ πάει να κρυφτεί πίσω από ατάκες, ιδεολογικούς μανδύες και μικρές παραγράφους.
Κι είναι και τα απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας, κείνο το ασπροκόκκινο βιβλιαράκι στο ράφι των γονιών μου, που ούτε αυτά δε γίνονται πλέον στις κόβες. Ή έστω, να μας έδιναν απ’ την οργάνωση ένα σι-ντι με τα τραγούδια του κηλαηδόνη, που κι αυτά σαν μάθημα είναι.
Το διάβασμα έχει αρχίσει να γίνεται είδος υπό εξαφάνιση. Κάτι σαν τους παππούδες του εαμ και το πλέξιμο. Θυμάμαι όταν πήγα στρατό, ξυρισμένος και κουρεμένος, λογικά θα έμοιαζα με παιδάκι. Οι άλλοι όμως με έκαναν 30άρη γιατί κυκλοφορούσα με ένα βιβλίο στο χέρι.
Οι σύντροφοι παλιά έπρεπε να διαβάζουν περισσότερο για να τη λέμε στους ρηγάδες με επιχειρήματα. Όχι παιδιά του μπόμπολα κι άλλα δροσερά. Κι έπρεπε να στύβουμε μυαλό και βιβλιοθήκες να βρούμε να δικαιολογήσουμε το γκόρμπι, το παλλαϊκό κράτος και το ειρηνικό πέρασμα απέναντι στους μουλάδες.
Εδώ με τόσους διαβασμένους συντρόφους και την πατήσαμε τη μπανανόφλουδα. Αλλαγή και τζανετάκης, κοινό πόρισμα, 13ο συνέδριο, ο ρούσης υμνούσε το γκόρμπι στο σοσιαλισμός και περεστρόικα. Φαντάσου να μην ήμασταν διαβασμένοι τι είχε να γίνει. Ή ακόμα χειρότερα να γινόντουσαν τώρα όλα αυτά.
Κι είναι που όλα τρέχουν κι οι σύντροφοι ξωπίσω τους να τα προφτάσουν. Και δεν τους μένει χρόνος και κουράγια για διάβασμα και θεωρίες. Και που σε κάθε αχτίφ ή εκδήλωση μετά την τρίτη ερώτηση κάποιος σφος έχει την αγωνία να το μαζεύουμε, λες και ξεχείλωσε. Και κάθε φορά στο κλείσιμο λέει, καλά όλα αυτά σύντροφοι, αλλά εδώ δεν είμαστε λέσχη συζητήσεων και από αύριο μας περιμένει...
Σα να το παρακάναμε δηλ και ψάχνουμε εξιλέωση για τις τύψεις μας. Λες και μετά από κάθε εξόρμηση με ρίζο πχ έρχεται ο επικεφαλής σφος και λέει, καλά όλα αυτά σύντροφοι, αλλά τώρα πρέπει να πάμε σπίτι μας να μελετήσουμε το όργανο, να το διαβάσουμε συλλογικά, να αξιοποιήσουμε τα άρθρα του. Αμ δε, που το λέει.
Κι αν μιλήσεις για την κρίση πρέπει να πεις πολλά ακόμα. Ότι είναι κρίση υπερσυσσώρευσης θεωριών που ψάχνουν κοινό να αυξήσουν την απήχησή τους και το μερίδιό τους στην πίτα. Όσοι χάνουν βγαίνουν εκτός παιχνιδιού. Μέχρι να έρθουν οι αστοί και να κηρύξουν το τέλος της ιστορίας και των ιδεολογιών. Και βασικά του μαρξισμού γιατί αυτό τους τσούζει.
Παράλληλα εξακολουθεί να ισχύει ο αδυσώπητος νόμος της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού θεωρητικής κατάρτισης, που οξύνει στο έπακρο τις αντιφάσεις κι ευθύνεται για το μέτριο θεωρητικό επίπεδο των καιρών μας.
Πρέπει να πεις και για την χυδαία απολογητική των σοβιετικών που ερχόταν εκ των υστέρων να δώσει θεωρητικά φύλλα συκής στις πράξεις της ηγεσίας για να τις δικαιολογήσουν αντί να τις φωτίσουν απ’ τα πριν. Να μιλήσεις και για τα πολιτικά άρλεκιν της χρυσής μπρεζνιεφικής εποχής που σε κάθε δεύτερη σελίδα είχαν παραπομπές στο πιο πρόσφατο συνέδριο του κκσε και τα τσιτάτα του μπρέζνιεφ για να εξασφαλίσουν την έγκριση.
Για τα εμπόδια στη διαπάλη των ιδεών όταν κάτι δε συμφωνούσε ή παρεξέκλινε λίγο από την επίσημη γραμμή. Για την αυτοκτονία του ιλιένκοφ. Και για το βιβλίο του βαζιούλιν που βγήκε μόλις επί γκορμπατσώφ που διαλυόταν το σύμπαν, γιατί πιο πριν του το ‘κοβε η γραφειοκρατία.
Και για αυτό που είπε ο λένιν για το κεφάλαιο. Ότι κανείς δεν το κατάλαβε πραγματικά. Και δε μπορεί να το καταλάβει αν δεν έχει διαβάσει τη λογική του χέγκελ.
Κανείς τώρα, τρόπος του λένιν. Κατά βάση εννοεί τη μέθοδό του. Αυτό δηλ που απασχόλησε τους σοβιετικούς τα κατοπινά χρόνια με το ρόζενταλ και άλλους. Ο σοβιετικός μαρξισμός έχει σπουδαία επιτεύγματα κι αν δεν καταπιαστεί το κόμμα με αυτά, δεν ξέρω ποιος άλλος μπορεί να τα πάρει και να τα αξιοποιήσει.
Ακόμα και τα στραβά όμως είναι περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις. Μακάρι να είχαμε σήμερα ένα σουσλόφ να δίνει γραμμή και να αρθρογραφεί. Και να απαντά με τον υπαρκτό στον υπαρξισμό και στα περί ανύπαρκτου.
Θα μου πεις βέβαια, το τελευταίο συνέδριο μια χαρά τα έβαζε. Έμφαση στη θεωρία, αλλά να μην αυτονομούνται απ’ την πράξη τα ιδεολογικά στελέχη. Χρυσά κι άγια όλα αυτά, κι ακόμα καλύτερα άμα γίνουν και πράξη.
Αλλά η θεωρία δεν είναι μόνο το ιδεολογικό και το κομμάτι της εκλαΐκευσης. Είναι και το κομμάτι της περαιτέρω ανάπτυξης. Η θεωρία πρέπει να επικαιροποιείται, να προχωρά και να αναπτύσσεται. Κι αυτό απαιτεί πολλά πράγματα, σαν τη διεθνή διημερίδα που είχαμε κάνει πριν το τελευταίο συνέδριο. Να γίνουνμία, δύο, πολλές διημερίδες.
Και το κμε; Τι να κάνει άραγε αυτή η ψυχή; Δεν πρέπει κάποτε να πάψει να φυτοζωεί; Γιατί σε τελευταία ανάλυση το μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι ότι ο κόσμος δεν έχει κρίση. Κι αυτό ακριβώς είναι το βασικό αίτιο της κρίσης.
Τι θεωρία να αναπτύξουμε άμα δεν έχουμε κριτική ικανότητα;
Ότι η σημερινή είναι μια κατεξοχήν αντιθεωρητική εποχή. Ο κόσμος ενθουσιάζεται με σύγχρονους διανοητές χωρίς να καταλαβαίνει τι λένε, ή χωρίς να του λένε κάτι καινούριο ή σημαντικό. Πολιτικοί μαϊντανοί δανείζονται αποσπασματικά κάποια τσιτάτα τους και τα ενσωματώνουν στο λόγο τους για να δείξουν πόσο τρέντι κι ανήσυχα πνεύματα είναι.
Κι εμείς λένε είμαστε καλά κλεισμένοι στην ιδεολογική μας φορμόλη. Που αν είναι έτσι θ’ αρχίσω να την παίρνω για σημάδι υγείας. Μέσα της νιώθεις ένα είδος ασφάλειας κι ανοσίας από όλα αυτά. Η θεωρία μας είναι τόσο παλιά που όλα τα μικρόβια πάνω της έχουν πεθάνει με πρώτο απ’ όλα τον ιό της παιδικής αρρώστιας.
Κάνεις συγκρίσεις με άλλες εποχές και σε πιάνει θλίψη και μελαγχολία. Εμείς κάνουμε τους ερασιτέχνες παλεύοντας να μάθουμε πέντε πράγματα. Κι οι άλλοι στο λομονόσοφ το είχανε κάνει επιστήμη. Και έδιναν υποτροφίες στο κόμμα να στείλει τα καλύτερα παιδιά του για να μελετήσουν συστηματικά το μαρξισμό.
Μεταξύ μας τους απόφοιτους του λομονόσοφ τους λέμε συνθηματικά λεμόνια.
Κάποια εξ αυτών βγάζουν αναδρομικά ξινίλα για το χέρι που τους τάισε. Άλλα υπέστησαν το σοκ των ανατροπών και πήγαν σπίτι τους, υπακούοντας στο σύνδρομο της στυμμένης λεμονόκουπας που έχει τσακίσει αυτή τη γενιά. Κάποια ήταν εξ αρχής πεταμένα λεφτά, σαν τους πασόκους που έπαιρναν κι αυτοί υποτροφίες στα χρόνια της περεστρόικα.
Κάποια άλλα όμως άφησαν καρπούς και περιμένουν ακόμα να τα ζουλήξουμε.
Οι σοβιετικοί λέει ο ιβάν μάισκι –παλιός μενσεβίκος που επί στάλιν έγινε πρεσβευτής των σοβιέτ στο λονδίνο- διάβαζαν αγόγγυστα τα πάντα. Όσο μεγάλα κι αν ήταν, όσα στοιχεία κι αν είχαν. Οι φιλοσοβιετικοί διάβαζαν κι ήξεραν τα πάντα γύρω από στατιστικές, νόρμες και την αύξηση της παραγωγικότητας στο τάδε εργοστάσιο του ντόνετσκ, αλλά δεν γνώριζαν τίποτα για την πολιτική κατάσταση στην χώρα των σοβιέτ (αυτό δεν το λέει ο μάισκι, εγώ το έβαλα). Κι οι άγγλοι πάλι δε μπορούσαν τα πολλά στοιχεία και τα νούμερα. Συχώρα με που δεν καταλαβαίνω τι λένε τα κομπιούτερς κι οι αριθμοί.
Κι είναι κι αυτοί σήμερα που δε μπορούν να διαβάσουν τίποτα αν δεν είναι σε ηλεκτρονική μορφή. Κείμενα μικρά κι εύπεπτα, προσαρμοσμένα στην οικογένεια κλικλίκου που θέλει να κάνει ζάπινγκ στα παράθυρα του υπολογιστή και κουράζεται αν μείνει πολλή ώρα στο ίδιο.
Το μέσο είναι το μήνυμα.
Μεταμοντέρνα αντίληψη της πραγματικότητας από ένα μυαλό που είναι χίλια κομμάτια κι άντε να τα μαζέψει για να σχηματίσει εικόνα. Αλλού το μάτι, αλλού το φρύδι. Γι’ αυτό έχει τόση επιτυχία κι ο σουρεαλισμός του πικάσο με τη γκουέρνικα -που κανονικά στα ισπανικά είναι γκερνίκα.
Μια μικρή γκερνίκα και το μυαλό μας. Μισεί τις συνολικές αφηγήσεις και τα μεγάλα κείμενα που είναι εξ ορισμού ολοκληρωτικά, όπως και οι αναλύσεις εξάλλου. Το πολύ που δεχόμαστε είναι ατάκες κι εξυπνάδες. Το σφυροδρέπανο να δεις πόσο φασιστικό είναι με όλα αυτά τα κατεβατά. Η γνωστή ιστορία, χίτλερ και στάλιν, μαύρος και κόκκινος φασισμός. Άλλο αν η κε του μπλοκ πάει να κρυφτεί πίσω από ατάκες, ιδεολογικούς μανδύες και μικρές παραγράφους.
Κι είναι και τα απλά μαθήματα πολιτικής οικονομίας, κείνο το ασπροκόκκινο βιβλιαράκι στο ράφι των γονιών μου, που ούτε αυτά δε γίνονται πλέον στις κόβες. Ή έστω, να μας έδιναν απ’ την οργάνωση ένα σι-ντι με τα τραγούδια του κηλαηδόνη, που κι αυτά σαν μάθημα είναι.
Το διάβασμα έχει αρχίσει να γίνεται είδος υπό εξαφάνιση. Κάτι σαν τους παππούδες του εαμ και το πλέξιμο. Θυμάμαι όταν πήγα στρατό, ξυρισμένος και κουρεμένος, λογικά θα έμοιαζα με παιδάκι. Οι άλλοι όμως με έκαναν 30άρη γιατί κυκλοφορούσα με ένα βιβλίο στο χέρι.
Οι σύντροφοι παλιά έπρεπε να διαβάζουν περισσότερο για να τη λέμε στους ρηγάδες με επιχειρήματα. Όχι παιδιά του μπόμπολα κι άλλα δροσερά. Κι έπρεπε να στύβουμε μυαλό και βιβλιοθήκες να βρούμε να δικαιολογήσουμε το γκόρμπι, το παλλαϊκό κράτος και το ειρηνικό πέρασμα απέναντι στους μουλάδες.
Εδώ με τόσους διαβασμένους συντρόφους και την πατήσαμε τη μπανανόφλουδα. Αλλαγή και τζανετάκης, κοινό πόρισμα, 13ο συνέδριο, ο ρούσης υμνούσε το γκόρμπι στο σοσιαλισμός και περεστρόικα. Φαντάσου να μην ήμασταν διαβασμένοι τι είχε να γίνει. Ή ακόμα χειρότερα να γινόντουσαν τώρα όλα αυτά.
Κι είναι που όλα τρέχουν κι οι σύντροφοι ξωπίσω τους να τα προφτάσουν. Και δεν τους μένει χρόνος και κουράγια για διάβασμα και θεωρίες. Και που σε κάθε αχτίφ ή εκδήλωση μετά την τρίτη ερώτηση κάποιος σφος έχει την αγωνία να το μαζεύουμε, λες και ξεχείλωσε. Και κάθε φορά στο κλείσιμο λέει, καλά όλα αυτά σύντροφοι, αλλά εδώ δεν είμαστε λέσχη συζητήσεων και από αύριο μας περιμένει...
Σα να το παρακάναμε δηλ και ψάχνουμε εξιλέωση για τις τύψεις μας. Λες και μετά από κάθε εξόρμηση με ρίζο πχ έρχεται ο επικεφαλής σφος και λέει, καλά όλα αυτά σύντροφοι, αλλά τώρα πρέπει να πάμε σπίτι μας να μελετήσουμε το όργανο, να το διαβάσουμε συλλογικά, να αξιοποιήσουμε τα άρθρα του. Αμ δε, που το λέει.
Κι αν μιλήσεις για την κρίση πρέπει να πεις πολλά ακόμα. Ότι είναι κρίση υπερσυσσώρευσης θεωριών που ψάχνουν κοινό να αυξήσουν την απήχησή τους και το μερίδιό τους στην πίτα. Όσοι χάνουν βγαίνουν εκτός παιχνιδιού. Μέχρι να έρθουν οι αστοί και να κηρύξουν το τέλος της ιστορίας και των ιδεολογιών. Και βασικά του μαρξισμού γιατί αυτό τους τσούζει.
Παράλληλα εξακολουθεί να ισχύει ο αδυσώπητος νόμος της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού θεωρητικής κατάρτισης, που οξύνει στο έπακρο τις αντιφάσεις κι ευθύνεται για το μέτριο θεωρητικό επίπεδο των καιρών μας.
Πρέπει να πεις και για την χυδαία απολογητική των σοβιετικών που ερχόταν εκ των υστέρων να δώσει θεωρητικά φύλλα συκής στις πράξεις της ηγεσίας για να τις δικαιολογήσουν αντί να τις φωτίσουν απ’ τα πριν. Να μιλήσεις και για τα πολιτικά άρλεκιν της χρυσής μπρεζνιεφικής εποχής που σε κάθε δεύτερη σελίδα είχαν παραπομπές στο πιο πρόσφατο συνέδριο του κκσε και τα τσιτάτα του μπρέζνιεφ για να εξασφαλίσουν την έγκριση.
Για τα εμπόδια στη διαπάλη των ιδεών όταν κάτι δε συμφωνούσε ή παρεξέκλινε λίγο από την επίσημη γραμμή. Για την αυτοκτονία του ιλιένκοφ. Και για το βιβλίο του βαζιούλιν που βγήκε μόλις επί γκορμπατσώφ που διαλυόταν το σύμπαν, γιατί πιο πριν του το ‘κοβε η γραφειοκρατία.
Και για αυτό που είπε ο λένιν για το κεφάλαιο. Ότι κανείς δεν το κατάλαβε πραγματικά. Και δε μπορεί να το καταλάβει αν δεν έχει διαβάσει τη λογική του χέγκελ.
Κανείς τώρα, τρόπος του λένιν. Κατά βάση εννοεί τη μέθοδό του. Αυτό δηλ που απασχόλησε τους σοβιετικούς τα κατοπινά χρόνια με το ρόζενταλ και άλλους. Ο σοβιετικός μαρξισμός έχει σπουδαία επιτεύγματα κι αν δεν καταπιαστεί το κόμμα με αυτά, δεν ξέρω ποιος άλλος μπορεί να τα πάρει και να τα αξιοποιήσει.
Ακόμα και τα στραβά όμως είναι περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις. Μακάρι να είχαμε σήμερα ένα σουσλόφ να δίνει γραμμή και να αρθρογραφεί. Και να απαντά με τον υπαρκτό στον υπαρξισμό και στα περί ανύπαρκτου.
Θα μου πεις βέβαια, το τελευταίο συνέδριο μια χαρά τα έβαζε. Έμφαση στη θεωρία, αλλά να μην αυτονομούνται απ’ την πράξη τα ιδεολογικά στελέχη. Χρυσά κι άγια όλα αυτά, κι ακόμα καλύτερα άμα γίνουν και πράξη.
Αλλά η θεωρία δεν είναι μόνο το ιδεολογικό και το κομμάτι της εκλαΐκευσης. Είναι και το κομμάτι της περαιτέρω ανάπτυξης. Η θεωρία πρέπει να επικαιροποιείται, να προχωρά και να αναπτύσσεται. Κι αυτό απαιτεί πολλά πράγματα, σαν τη διεθνή διημερίδα που είχαμε κάνει πριν το τελευταίο συνέδριο. Να γίνουνμία, δύο, πολλές διημερίδες.
Και το κμε; Τι να κάνει άραγε αυτή η ψυχή; Δεν πρέπει κάποτε να πάψει να φυτοζωεί; Γιατί σε τελευταία ανάλυση το μεγάλο πρόβλημα της εποχής μας είναι ότι ο κόσμος δεν έχει κρίση. Κι αυτό ακριβώς είναι το βασικό αίτιο της κρίσης.
Τι θεωρία να αναπτύξουμε άμα δεν έχουμε κριτική ικανότητα;
Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010
Κρίση της αριστεράς και θεωρία
Την περασμένη κυριακή ήταν η πρώτη φετινή συνάντηση του ομίλου εδώ στη θεσσαλονίκη. Αν το πάμε σταχανοφικά φέτος μπορεί να βγάλουμε πάνω από δέκα συναντήσεις, πολλές εξ αυτών για τη σοβιετία, την κοινωνική της φύση κι άλλα συναφή θέματα. Δηλ κάτι σαν έτος σοσιαλισμού.
Η πρώτη εισήγηση ωστόσο κινήθηκε σε άλλα μήκη. Την έκανε ο σοβιετικός κυριούλης κι είχε ως θέμα της την κρίση της αριστεράς ως προς το κομμάτι της θεωρίας. Η παρουσίαση εδώ γίνεται βάσει δικών μου πρόχειρων σημειώσεων κι οι θέσεις του περικλή είναι δημιουργικά διαστρεβλωμένες με το δικό μου τρόπο πρόσληψης, κατανόησης κι απόδοσης όσων είπε.
Οπότε αν είναι να ξεσπαθώστε με κάτι που θα διαβάσετε, τα βέλη να πέσουν κατά δω μεριά.
Στην αρχή ο περικλής ανέφερε κάποιους γενικούς παράγοντες που επικαθορίζουν αυτή την κρίση. Η μεγάλη περίοδος ειρηνικής ανάπτυξης του καπιταλισμού με την εμφάνιση της βήτα διεθνούς (και μεταπολεμικά με τον κεϊνσιανισμό και την εργατική αριστοκρατία θα πρόσθετα εγώ). Η νεοφιλελεύθερη στροφή ως παγκόσμια στρατηγική του κεφαλαίου. Και η ήττα των σοβιετικών και του σοσιαλιστικού μπλοκ εν γένει.
Στη συνέχεια μας απαρίθμησε ένα δεκάλογο με τα ειδοποιά χαρακτηριστικά της κρίσης.
Πρώτο χαρακτηριστικό η παραίτηση απ’ το ιδεώδες και τον τελικό σκοπό του κομμουνισμού. Ο κομμουνισμός ως έννοια όταν δεν είναι ανύπαρκτη είναι αθέμιτη κι αρνητική.
Επιστροφή στην ουτοπία λοιπόν. Κι ο χολογουέι που έχει περιβληθεί από πολλούς με το φωτοστέφανο του ριζοσπάστη, μας λέει: οι λενινιστές γνώριζαν, εμείς όχι. Ο ανοιχτός μαρξισμός που διαφημίζει είναι τέτοιος μόνο χάριν της αβεβαιότητας. Βασικό του σύνθημα είναι ένα ρητό που δανείζεται απ’ τους ζαπατίστας και το οποίο δε συγκράτησα αυτολεξεί, αλλά το γενικό του νόημα είναι παρόμοιο με το δικό μας, ρωτώντας πας στην πόλη.
Ο ζίζεκ απορρίπτει τη δικτατορία του προλεταριάτου και μας λέει πως δεν ξέρουμε πού πάμε αλλά οφείλουμε να δράσουμε, κάνοντας μικρά βήματα προς την άβυσσο. Ο πρώτος άμεσος συνειρμός είναι με τους άνθρωποι της αβύσσου, του τζακ λόντον. Κάπως έτσι θα καταλήξουμε κι εμείς, αν δεν έχουμε επαναστατική θεωρία για το πού θέλουμε να πάμε.
Κι ένας δεύτερος με τον κλασικό του ρεφορμισμού μπερστάιν που ένα αιώνα μετά μας τον πλασάρουν ξανά για επίκαιρο. Μαζί με διάφορες παραλλαγές της κλασικής μπερσταϊνιάδας, ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτα, η κίνηση είναι το παν.
Δεύτερο χαρακτηριστικό. Ο τελικός σκοπός όταν υπάρχει μπορεί να είναι στην καλύτερη περίπτωση μια αφηρημένη ιδέα, ένα ιδεώδες κατάλληλο για κάθε εποχή, ξεκομμένο από τις συγκεκριμένες συνθήκες και την ανάλυσή τους. Εδώ αναφέρθηκε στον αλέν μπαντιού με το βαρύγδουπο λόγο και την ακαδημαϊκή του λεξιθηρία που μπαίνουν για να καλύψουν την απουσία περιεχομένου.
Ο κομμουνισμός για τον μπαντιού είναι μια διαδικασία αλήθειας, που πρέπει να παραμείνει μακριά από το ακάθαρτο κράτος. Μια ιδέα που κρατάει από τον πλάτωνα. Μια φαντασιακή απόδραση από το πραγματικό. Η έννοια του κομμουνισμού μένει στο επίπεδο του καθαρού ιδεαλισμού, χωρίς να απορρέει από την αντικειμενική πραγματικότητα.
Και ποιο είναι το πραγματικό της περιεχόμενό; Κανένα. Δε μας λέει τίποτα απολύτως, πέρα από το ότι ο σοσιαλισμός ήταν ένα καθεστώς ανελευθερίας.
Τρίτο χαρακτηριστικό. Η αναγωγή σε ιδέες που αντιγράφουν το αστικό ιδεώδες.
Εδώ ο σοβιετικός κυριούλης άσκησε κριτική σε ένα ντοκουμέντο του συν από το 2004 με τίτλο η αριστερά του 21ου αιώνα. Η κε του μπλοκ θεωρεί πως η πολεμική σε αυτό τον χώρο για θεωρητικά θέματα είναι σα να κλέβεις εκκλησία. Δε γινόταν να μη σταθούμε όμως στο κλασικό σύνθημα για σοσιαλισμό με δημοκρατία κι ελευθερία.
Η δημοκρατία είναι κράτος κι όποιος την προβάλει αφηρημένα ξεχνάει πως έχει ταξικό περιεχόμενο. Ενώ το τρίπτυχο ελευθερία-ισότητα-αδελφότητα είναι τα συνθήματα που είχε γραμμένα στη σημαία της η αστική γαλλική επανάσταση. Κι είναι η θεωρητική αφετηρία μιας κλασικής αναρχικής θεώρησης που λέει πως στο σοσιαλισμό είχαμε ισότητα χωρίς ελευθερία ενώ στον καπιταλισμό υπάρχει ελευθερία, όχι όμως κι ισότητα.
Τέσσερα. Ο καθημερινός αγώνας ως άρνηση κι αναβολή μιας στιγμής αποφασιστικής ρήξης.
Εδώ αναφέραμε τον άγγλο θεωρητικό ραλφ μίλιμπαντ -πατέρα κατά πάσα πιθανότητα των δύο αδελφών που ήταν υποψήφιοι για την ηγεσία των εργατικών- που θεωρεί τον αγώνα ως μια διαρκή πίεση για μικρές αλλαγές στην κοινωνία. Τις οποίες μπορούν ίσως να κάνουν πραγματικότητα τα δύο βλαστάρια του που έπεσαν ακριβώς κάτω απ’ τη μηλιά.
Κολλήσαμε ένα απόσπασμα απ’ το δρόμο προς την αναρχία του μαλατέστα που εξηγούσε ότι θα τον βαδίσουμε σιγά-σιγά, πορευόμενοι προς την αταξική κοινωνία.
Και συνεχίσαμε με το παράδειγμα του χολογουέι για την ταμπέλα των ζαπατίστας που γράφει, κακιά κυβέρνηση μείνε έξω. Η αγάπη, η φιλία κι η αλληλεγγύη μπορούν να φέρουν την κρίση του κεφαλαίου, γιατί το κρατάν μακριά από τις ανθρώπινες σχέσεις, δεν το αφήνουν να περάσει.
Κι έτσι μπορούμε να δούμε πώς το no pasarán εκφυλίζεται και πέφτει στο επίπεδο του δεν περνάς κυρά μαρία. Δεν περ-νάς, περ-νάς.
Πέμπτον. Αδυναμία θεώρησης της κοινωνίας ως ολότητα κι έμφαση στις μειονότητες και τις ομάδες του περιθωρίου.
Στο πώς να αρχίσουμε από την αρχή ο ζίζεκ διακρίνει τέσσερις βασικές αντιφάσεις που διατρέχουν τη σημερινή κοινωνία (οικολογία, πνευματικά δικαιώματα, ηθική και νέες τεχνολογίες, καινούριες διακρίσεις που υψώνουν τείχη τύπου απαρτχάιντ). Από τις οποίες μόνο η τελευταία θεωρεί πως δικαιολογεί τον κομμουνισμό κι οδηγεί στη βασική αντίθεση της εποχής: ενσωματωμένοι-αποκλεισμένοι.
Έκτο χαρακτηριστικό είναι η παραίτηση από την ταξική θεώρηση που ήταν συνυφασμένο με όλα τα προηγούμενα και δε θεώρησα σκόπιμο να κρατήσω σημειώσεις.
Το έβδομο είναι παρεμφερές κι είναι η συγκρότηση αρνητικών προταγμάτων που βασίζονται σ’ ένα αντί (αντικαπιταλιστικό, αντιμονοπωλιακό, αντινεοφιλελεύθερο) κι η αδυναμία ανάδειξης θετικού σκοπού.
Η αλήθεια είναι ότι ένα μέτωπο από κάποιο αντί- κι έναν κοινό εχθρό πρέπει να ξεκινήσει. Το πρόβλημα είναι αλλού. Να μιλάς πχ όχι για μέτωπο, αλλά για αντικαπιταλιστική επανάσταση. Και να αφήνεις τους άλλους να ψάχνουν τι μπορεί να σημαίνει αυτό που είπες ή που έβαλες στις θέσεις σου.
Όγδοο χαρακτηριστικό. Η αποστασιοποίηση από τις παραδόσεις και τις επιτεύξεις του παρελθόντος. Η περιφρόνηση προς ό,τι ηττήθηκε. Ο πραγματισμός που αρνείται να δει πέρα από την ήττα, τη θετική πείρα και καταλήγει σε στείρο αντισοβιετισμό κι αντιλενινισμό. Και σε τελευταία ανάλυση αντικομμουνισμό, λέω εγώ. Κι αυτό πιάνει πάρα πολλούς ντούρους κομμουνιστές του καιρού μας.
Το ένατο είναι η άλλη όψη του νομίσματος. Η αναπόληση του παρελθόντος και η αντίληψη ότι το μέλλον θα είναι μια απλή επανάληψή του. Αυτό είναι μπηχτή που πιάνει κι εμάς αλλά εγώ πιστεύω πως πιο πολύ το είπε για τους μαοϊκούς και τα μουλάρια. Στην τελική κι αυτός δικός μας είναι κατά βάθος. Σοβιετικό απολίθωμα σε συσκευασία κυριούλη.
Δέκατο και τελευταίο ειδοποιό χαρακτηριστικό η αντίληψη του σοσιαλισμού/κομμουνισμού ως εθνική προοπτική με βάση –κυρίως- τις εθνικές ιδιαιτερότητες.
Στον επίλογο μας μίλησε για τη σημασία της επαναστατικής θεωρίας. Χωρίς αυτήν, έλεγε ο λένιν, δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα.
Χωρίς αυτήν, είπε ο περικλής, η αριστερά γίνεται ουραγός των γεγονότων, χωρίς δυνατότητα πρόβλεψης και παρέμβασης σε αυτά. Έρμαιο της λογικής της δοκιμής-λάθους και της δυναμικής εξέλιξης των γεγονότων που φαντάζει χαώδης γιατί δεν έχουμε θεωρητικά εργαλεία να την ερμηνεύσουμε.
Η επαναστατική θεωρία προχωρά στο πεδίο της πρόγνωσης, πέρα από μια απλή εξήγηση και κατανόηση των φαινομένων. Ανιχνεύει τη νομοτέλεια, τις δυνατότητες και τις προοπτικές. Κι είναι ζήτημα κατεξοχήν πρακτικό. Δεν καθοδηγεί οποιαδήποτε πράξη, (πχ μια μονότονη, αναπαραγωγική εργασία) αλλά τη μετασχηματιστική, δηλ αυτή που αλλάζει τον κόσμο.
Γι’ αυτό και τίθεται εκ των πραγμάτων στο πλευρό της μισθωτής εργασίας που παλεύει να αλλάξει τον κόσμο. Δεν είναι απλώς μια ακαδημαϊκή ενασχόληση.
Έκανε μια σύντομη νύξη για το απ’ έξω και τη δυνατότητα του χειρώνακτα να ασχολείται με τέτοια ζητήματα και να παράγει θεωρία, τη στιγμή που εκτελεί καθημερινά βαριά, μονότονη εργασία κι διαθέτει ελάχιστο ελεύθερο χρόνο. Το απ’ έξω όμως θα το δούμε πιο αναλυτικά σε επόμενο κείμενο.
Κι έκλεισε με τα κρίσιμα πεδία όπου μπορεί να αναπτυχθεί μελλοντικά περαιτέρω.
Από εδώ έχω προλάβει να σημειώσω το κομμάτι της κοινωνικής θεωρίας, που ασχολείται με το ερώτημα τι άλλο μπορεί να υπάρξει εναλλακτικά στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία.
Κι αυτό περιλαμβάνει διάφορα φουτουριστικά που λέει κατά καιρούς ο περικλής σαν ιούλιος βερν της επαναστατικής θεωρίας. Παραθέτω ποτ πουρί από διάφορες σκόρπιες σημειώσεις.
Αυτενέργεια στη βάση της αυτοματοποίησης της παραγωγής. Βιομηχανικές εφαρμογές της βιολογίας και της γενετικής. Βιοτεχνολογίες και νανοτεχνολογίες. Με άλλα λόγια ρύθμιση της βιόσφαιρας. Εξάλειψη των βασικών απειλών κατά της ζωής. Το περιβάλλον δε θα νοείται ως κάτι έξω από τον άνθρωπο που πρέπει να διατηρηθεί, αλλά ως κομμάτι της δραστηριότητάς του. Υπέρβαση της πετρελαϊκής οικονομίας μέχρι τη δεκαετία του 30-40. Και εναλλακτικές πηγές ενέργειας που θα προσεγγίζουν το ανεξάντλητο.
Κάποτε στις αναιρέσεις τους είχε μιλήσει για την ανάγκη του ανθρώπινου είδους να μεταβεί σε άλλους πλανήτες για να συνεχίσει τη ζωή του, μιας και η γη έχει συγκεκριμένα, περατά όρια. Και αυτοί τον κοιτούσαν με δυσπιστία κι ανοιχτά στόματα σα να ‘χαν απέναντί τους τον ποσάδα.
Ωραίες στιγμές..
Συνολικό ηθικό δίδαγμα δεν υπάρχει σε τέτοιες συναντήσεις. Κάποιες δικές μου προεκτάσεις θα τις θέσω σε επόμενα κείμενα. Αυτό εδώ το έβαλα εισαγωγικά ως συνδετικό κρίκο για να μη μοιάζουν τα επόμενα ξεκάρφωτα.
Αν υπάρχει όμως κάτι που μπορούμε να κρατήσουμε είναι η προσέλευση του κόσμου που έφτασε σε διψήφιο νούμερο (υπέρβαση για τα δικά μας δεδομένα) με το ένα τρίτο να είναι γυναίκες (αυτό κι αν είναι υπέρβαση). Αναλογία που μέχρι πρότινος δεν πιάναμε ούτε με ποσόστωση και την οποία οφείλουμε σχεδόν αποκλειστικά στον κοντόχοντρο.
Η πρώτη εισήγηση ωστόσο κινήθηκε σε άλλα μήκη. Την έκανε ο σοβιετικός κυριούλης κι είχε ως θέμα της την κρίση της αριστεράς ως προς το κομμάτι της θεωρίας. Η παρουσίαση εδώ γίνεται βάσει δικών μου πρόχειρων σημειώσεων κι οι θέσεις του περικλή είναι δημιουργικά διαστρεβλωμένες με το δικό μου τρόπο πρόσληψης, κατανόησης κι απόδοσης όσων είπε.
Οπότε αν είναι να ξεσπαθώστε με κάτι που θα διαβάσετε, τα βέλη να πέσουν κατά δω μεριά.
Στην αρχή ο περικλής ανέφερε κάποιους γενικούς παράγοντες που επικαθορίζουν αυτή την κρίση. Η μεγάλη περίοδος ειρηνικής ανάπτυξης του καπιταλισμού με την εμφάνιση της βήτα διεθνούς (και μεταπολεμικά με τον κεϊνσιανισμό και την εργατική αριστοκρατία θα πρόσθετα εγώ). Η νεοφιλελεύθερη στροφή ως παγκόσμια στρατηγική του κεφαλαίου. Και η ήττα των σοβιετικών και του σοσιαλιστικού μπλοκ εν γένει.
Στη συνέχεια μας απαρίθμησε ένα δεκάλογο με τα ειδοποιά χαρακτηριστικά της κρίσης.
Πρώτο χαρακτηριστικό η παραίτηση απ’ το ιδεώδες και τον τελικό σκοπό του κομμουνισμού. Ο κομμουνισμός ως έννοια όταν δεν είναι ανύπαρκτη είναι αθέμιτη κι αρνητική.
Επιστροφή στην ουτοπία λοιπόν. Κι ο χολογουέι που έχει περιβληθεί από πολλούς με το φωτοστέφανο του ριζοσπάστη, μας λέει: οι λενινιστές γνώριζαν, εμείς όχι. Ο ανοιχτός μαρξισμός που διαφημίζει είναι τέτοιος μόνο χάριν της αβεβαιότητας. Βασικό του σύνθημα είναι ένα ρητό που δανείζεται απ’ τους ζαπατίστας και το οποίο δε συγκράτησα αυτολεξεί, αλλά το γενικό του νόημα είναι παρόμοιο με το δικό μας, ρωτώντας πας στην πόλη.
Ο ζίζεκ απορρίπτει τη δικτατορία του προλεταριάτου και μας λέει πως δεν ξέρουμε πού πάμε αλλά οφείλουμε να δράσουμε, κάνοντας μικρά βήματα προς την άβυσσο. Ο πρώτος άμεσος συνειρμός είναι με τους άνθρωποι της αβύσσου, του τζακ λόντον. Κάπως έτσι θα καταλήξουμε κι εμείς, αν δεν έχουμε επαναστατική θεωρία για το πού θέλουμε να πάμε.
Κι ένας δεύτερος με τον κλασικό του ρεφορμισμού μπερστάιν που ένα αιώνα μετά μας τον πλασάρουν ξανά για επίκαιρο. Μαζί με διάφορες παραλλαγές της κλασικής μπερσταϊνιάδας, ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτα, η κίνηση είναι το παν.
Δεύτερο χαρακτηριστικό. Ο τελικός σκοπός όταν υπάρχει μπορεί να είναι στην καλύτερη περίπτωση μια αφηρημένη ιδέα, ένα ιδεώδες κατάλληλο για κάθε εποχή, ξεκομμένο από τις συγκεκριμένες συνθήκες και την ανάλυσή τους. Εδώ αναφέρθηκε στον αλέν μπαντιού με το βαρύγδουπο λόγο και την ακαδημαϊκή του λεξιθηρία που μπαίνουν για να καλύψουν την απουσία περιεχομένου.
Ο κομμουνισμός για τον μπαντιού είναι μια διαδικασία αλήθειας, που πρέπει να παραμείνει μακριά από το ακάθαρτο κράτος. Μια ιδέα που κρατάει από τον πλάτωνα. Μια φαντασιακή απόδραση από το πραγματικό. Η έννοια του κομμουνισμού μένει στο επίπεδο του καθαρού ιδεαλισμού, χωρίς να απορρέει από την αντικειμενική πραγματικότητα.
Και ποιο είναι το πραγματικό της περιεχόμενό; Κανένα. Δε μας λέει τίποτα απολύτως, πέρα από το ότι ο σοσιαλισμός ήταν ένα καθεστώς ανελευθερίας.
Τρίτο χαρακτηριστικό. Η αναγωγή σε ιδέες που αντιγράφουν το αστικό ιδεώδες.
Εδώ ο σοβιετικός κυριούλης άσκησε κριτική σε ένα ντοκουμέντο του συν από το 2004 με τίτλο η αριστερά του 21ου αιώνα. Η κε του μπλοκ θεωρεί πως η πολεμική σε αυτό τον χώρο για θεωρητικά θέματα είναι σα να κλέβεις εκκλησία. Δε γινόταν να μη σταθούμε όμως στο κλασικό σύνθημα για σοσιαλισμό με δημοκρατία κι ελευθερία.
Η δημοκρατία είναι κράτος κι όποιος την προβάλει αφηρημένα ξεχνάει πως έχει ταξικό περιεχόμενο. Ενώ το τρίπτυχο ελευθερία-ισότητα-αδελφότητα είναι τα συνθήματα που είχε γραμμένα στη σημαία της η αστική γαλλική επανάσταση. Κι είναι η θεωρητική αφετηρία μιας κλασικής αναρχικής θεώρησης που λέει πως στο σοσιαλισμό είχαμε ισότητα χωρίς ελευθερία ενώ στον καπιταλισμό υπάρχει ελευθερία, όχι όμως κι ισότητα.
Τέσσερα. Ο καθημερινός αγώνας ως άρνηση κι αναβολή μιας στιγμής αποφασιστικής ρήξης.
Εδώ αναφέραμε τον άγγλο θεωρητικό ραλφ μίλιμπαντ -πατέρα κατά πάσα πιθανότητα των δύο αδελφών που ήταν υποψήφιοι για την ηγεσία των εργατικών- που θεωρεί τον αγώνα ως μια διαρκή πίεση για μικρές αλλαγές στην κοινωνία. Τις οποίες μπορούν ίσως να κάνουν πραγματικότητα τα δύο βλαστάρια του που έπεσαν ακριβώς κάτω απ’ τη μηλιά.
Κολλήσαμε ένα απόσπασμα απ’ το δρόμο προς την αναρχία του μαλατέστα που εξηγούσε ότι θα τον βαδίσουμε σιγά-σιγά, πορευόμενοι προς την αταξική κοινωνία.
Και συνεχίσαμε με το παράδειγμα του χολογουέι για την ταμπέλα των ζαπατίστας που γράφει, κακιά κυβέρνηση μείνε έξω. Η αγάπη, η φιλία κι η αλληλεγγύη μπορούν να φέρουν την κρίση του κεφαλαίου, γιατί το κρατάν μακριά από τις ανθρώπινες σχέσεις, δεν το αφήνουν να περάσει.
Κι έτσι μπορούμε να δούμε πώς το no pasarán εκφυλίζεται και πέφτει στο επίπεδο του δεν περνάς κυρά μαρία. Δεν περ-νάς, περ-νάς.
Πέμπτον. Αδυναμία θεώρησης της κοινωνίας ως ολότητα κι έμφαση στις μειονότητες και τις ομάδες του περιθωρίου.
Στο πώς να αρχίσουμε από την αρχή ο ζίζεκ διακρίνει τέσσερις βασικές αντιφάσεις που διατρέχουν τη σημερινή κοινωνία (οικολογία, πνευματικά δικαιώματα, ηθική και νέες τεχνολογίες, καινούριες διακρίσεις που υψώνουν τείχη τύπου απαρτχάιντ). Από τις οποίες μόνο η τελευταία θεωρεί πως δικαιολογεί τον κομμουνισμό κι οδηγεί στη βασική αντίθεση της εποχής: ενσωματωμένοι-αποκλεισμένοι.
Έκτο χαρακτηριστικό είναι η παραίτηση από την ταξική θεώρηση που ήταν συνυφασμένο με όλα τα προηγούμενα και δε θεώρησα σκόπιμο να κρατήσω σημειώσεις.
Το έβδομο είναι παρεμφερές κι είναι η συγκρότηση αρνητικών προταγμάτων που βασίζονται σ’ ένα αντί (αντικαπιταλιστικό, αντιμονοπωλιακό, αντινεοφιλελεύθερο) κι η αδυναμία ανάδειξης θετικού σκοπού.
Η αλήθεια είναι ότι ένα μέτωπο από κάποιο αντί- κι έναν κοινό εχθρό πρέπει να ξεκινήσει. Το πρόβλημα είναι αλλού. Να μιλάς πχ όχι για μέτωπο, αλλά για αντικαπιταλιστική επανάσταση. Και να αφήνεις τους άλλους να ψάχνουν τι μπορεί να σημαίνει αυτό που είπες ή που έβαλες στις θέσεις σου.
Όγδοο χαρακτηριστικό. Η αποστασιοποίηση από τις παραδόσεις και τις επιτεύξεις του παρελθόντος. Η περιφρόνηση προς ό,τι ηττήθηκε. Ο πραγματισμός που αρνείται να δει πέρα από την ήττα, τη θετική πείρα και καταλήγει σε στείρο αντισοβιετισμό κι αντιλενινισμό. Και σε τελευταία ανάλυση αντικομμουνισμό, λέω εγώ. Κι αυτό πιάνει πάρα πολλούς ντούρους κομμουνιστές του καιρού μας.
Το ένατο είναι η άλλη όψη του νομίσματος. Η αναπόληση του παρελθόντος και η αντίληψη ότι το μέλλον θα είναι μια απλή επανάληψή του. Αυτό είναι μπηχτή που πιάνει κι εμάς αλλά εγώ πιστεύω πως πιο πολύ το είπε για τους μαοϊκούς και τα μουλάρια. Στην τελική κι αυτός δικός μας είναι κατά βάθος. Σοβιετικό απολίθωμα σε συσκευασία κυριούλη.
Δέκατο και τελευταίο ειδοποιό χαρακτηριστικό η αντίληψη του σοσιαλισμού/κομμουνισμού ως εθνική προοπτική με βάση –κυρίως- τις εθνικές ιδιαιτερότητες.
Στον επίλογο μας μίλησε για τη σημασία της επαναστατικής θεωρίας. Χωρίς αυτήν, έλεγε ο λένιν, δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα.
Χωρίς αυτήν, είπε ο περικλής, η αριστερά γίνεται ουραγός των γεγονότων, χωρίς δυνατότητα πρόβλεψης και παρέμβασης σε αυτά. Έρμαιο της λογικής της δοκιμής-λάθους και της δυναμικής εξέλιξης των γεγονότων που φαντάζει χαώδης γιατί δεν έχουμε θεωρητικά εργαλεία να την ερμηνεύσουμε.
Η επαναστατική θεωρία προχωρά στο πεδίο της πρόγνωσης, πέρα από μια απλή εξήγηση και κατανόηση των φαινομένων. Ανιχνεύει τη νομοτέλεια, τις δυνατότητες και τις προοπτικές. Κι είναι ζήτημα κατεξοχήν πρακτικό. Δεν καθοδηγεί οποιαδήποτε πράξη, (πχ μια μονότονη, αναπαραγωγική εργασία) αλλά τη μετασχηματιστική, δηλ αυτή που αλλάζει τον κόσμο.
Γι’ αυτό και τίθεται εκ των πραγμάτων στο πλευρό της μισθωτής εργασίας που παλεύει να αλλάξει τον κόσμο. Δεν είναι απλώς μια ακαδημαϊκή ενασχόληση.
Έκανε μια σύντομη νύξη για το απ’ έξω και τη δυνατότητα του χειρώνακτα να ασχολείται με τέτοια ζητήματα και να παράγει θεωρία, τη στιγμή που εκτελεί καθημερινά βαριά, μονότονη εργασία κι διαθέτει ελάχιστο ελεύθερο χρόνο. Το απ’ έξω όμως θα το δούμε πιο αναλυτικά σε επόμενο κείμενο.
Κι έκλεισε με τα κρίσιμα πεδία όπου μπορεί να αναπτυχθεί μελλοντικά περαιτέρω.
Από εδώ έχω προλάβει να σημειώσω το κομμάτι της κοινωνικής θεωρίας, που ασχολείται με το ερώτημα τι άλλο μπορεί να υπάρξει εναλλακτικά στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία.
Κι αυτό περιλαμβάνει διάφορα φουτουριστικά που λέει κατά καιρούς ο περικλής σαν ιούλιος βερν της επαναστατικής θεωρίας. Παραθέτω ποτ πουρί από διάφορες σκόρπιες σημειώσεις.
Αυτενέργεια στη βάση της αυτοματοποίησης της παραγωγής. Βιομηχανικές εφαρμογές της βιολογίας και της γενετικής. Βιοτεχνολογίες και νανοτεχνολογίες. Με άλλα λόγια ρύθμιση της βιόσφαιρας. Εξάλειψη των βασικών απειλών κατά της ζωής. Το περιβάλλον δε θα νοείται ως κάτι έξω από τον άνθρωπο που πρέπει να διατηρηθεί, αλλά ως κομμάτι της δραστηριότητάς του. Υπέρβαση της πετρελαϊκής οικονομίας μέχρι τη δεκαετία του 30-40. Και εναλλακτικές πηγές ενέργειας που θα προσεγγίζουν το ανεξάντλητο.
Κάποτε στις αναιρέσεις τους είχε μιλήσει για την ανάγκη του ανθρώπινου είδους να μεταβεί σε άλλους πλανήτες για να συνεχίσει τη ζωή του, μιας και η γη έχει συγκεκριμένα, περατά όρια. Και αυτοί τον κοιτούσαν με δυσπιστία κι ανοιχτά στόματα σα να ‘χαν απέναντί τους τον ποσάδα.
Ωραίες στιγμές..
Συνολικό ηθικό δίδαγμα δεν υπάρχει σε τέτοιες συναντήσεις. Κάποιες δικές μου προεκτάσεις θα τις θέσω σε επόμενα κείμενα. Αυτό εδώ το έβαλα εισαγωγικά ως συνδετικό κρίκο για να μη μοιάζουν τα επόμενα ξεκάρφωτα.
Αν υπάρχει όμως κάτι που μπορούμε να κρατήσουμε είναι η προσέλευση του κόσμου που έφτασε σε διψήφιο νούμερο (υπέρβαση για τα δικά μας δεδομένα) με το ένα τρίτο να είναι γυναίκες (αυτό κι αν είναι υπέρβαση). Αναλογία που μέχρι πρότινος δεν πιάναμε ούτε με ποσόστωση και την οποία οφείλουμε σχεδόν αποκλειστικά στον κοντόχοντρο.
Τρίτη 19 Οκτωβρίου 2010
Και εις τη λαοκρατίαν πιστεύομεν
Κανονικά το κείμενο αυτό έπρεπε να το ανεβάσω χτες, λόγω της ημέρας. Ωστόσο, αργία μήτηρ πάσης κακίας κι έτσι ανεβαίνει με μία μέρα καθυστέρηση. Βουτιά στον χρόνο κι ιστορική αναδρομή με οδηγό το βιβλίο του χατζή για την αντίσταση.
Το πρωί στις 18 του οχτώβρη 1944, όπως έγραψε αργότερα κι ο ίδιος ο παπανδρέου, «ο πρόεδρος της κυβερνήσεως γ. παπανδρέου και ο στρατηγός σκόμπυ επιβαίνουν της πρώτης ανοικτής αμάξης… συμφώνως προς το πρόγραμμα ανήλθον πρώτον εις την ακρόπολιν, όπου ο πρωθυπουργός της απελευθερώσεως !!! (σσ: τα θαυμαστικά είναι του χατζή) ύψωσε την ελληνικήν σημαίαν, ζητωκραυγάσας υπέρ της αιωνίας ελλάδος».
Από την ακρόπολη όλοι οι επίσημοι κατευθύνθηκαν στη μητρόπολη. Έγινε δοξολογία, εκφωνήθηκαν λόγοι και μετά, σύμφωνα με το πρόγραμμα, περνώντας ανάμεσα σε ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων, πήγαν στην πλατεία συντάγματος, όπου θα εκφωνούσε ο παπανδρέου τον πανηγυρικό της απελευθέρωσης και θα ανέπτυσσε την πολιτική της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Ο πρωθυπουργός πρόσωπο με πρόσωπο με το λαό
Ο παπανδρέου αρχίζει το λόγο του με μεγαλόστομες φράσεις.
Ασπαζόμεθα την ιεράν γην της ελεύθερης πατρίδας μας… Οι βάρβαροι αφού εβεβήλωσαν, επυρπόλησαν και εδήωσαν, επί τρία και ήμισυ έτη, πιεζόμενοι πλέον από την γενικήν συμμαχικήν νίκην και την εθνικήν μας αντίστασιν, τρέπονται εις φυγήν. Και η κυανόλευκος κυματίζει μόνη εις την ακρόπολιν… από τα βάθη της ιστορίας οι ελληνικοί αιώνες πανηγυρίζουν την επάνοδον της ελευθερίας εις την αρχαίαν πατρίδαν της… από την εποχή του λιβάνου διακηρύξαμε ότι κύριος σκοπός της κυβερνήσεως είναι η εθνική απελευθέρωσις και αποκατάστασις.
Το συμβόλαιο του λιβάνου, το οποίον έχουν συνυπογράψει όλα τα κόμματα, ορίζει ως περιεχόμενον του εθνικού μας προγράμματος «την πλήρη ασφάλεια των νέων συνόρων μας…» Οφείλομεν να αποβλέπωμεν δια το μέλλον εις την σοβαρά αύξησιν του εθνικού μας εισοδήματος και ταυτοχρόνως εις την δικαίαν διανομήν του. το ιδεώδες μας είναι να πραγματοποιήσεωμεν συγχρόνως και την οικονομικήν ευημερίαν και την κοινωνικήν δικαιοσύνην…»
Ο λαός τον διακόπτει. Φωνάζει «λαοκρατία»! «Eθνική νέμεση»! «Οι εθνοπροδότες στο λαό».
Ανήσυχος ο παπανδρέου, σκουπίζοντας το ιδρωμένο πρόσωπό του, γυρίζει ικετευτικά προς το μέρος του ζεύγου και του ιωαννίδη. Ο ζεύγος κάνει χειρονομίες στο λαό και απαιτεί ησυχία για να συνεχίσει τον προγραμματικό του λόγο ο πρωθυπουργός. Επικρατεί ησυχία, για λίγο όμως. Και πάλι ο λαός ζητάει λαοκρατία. Αντηχεί το τραγούδι: τόχουμε γράψει βαθιά μες στην καρδιά μας, λαοκρατία κι όχι βασιλιά. Τα χωνιά, οι τηλεβόες της κατοχής, διακόπτουν συνεχώς τον παπανδρέου. Ο σκόμπυ δείχνει φανερό εκνευρισμό και τότε ακούστηκε να λέει στον επιτελάρχη του: -πρέπει να τελειώνουμε με αυτόν τον όχλο.
Ο παπανδρέου κατάλαβε πως η λαοθάλασσα στην πλατεία συντάγματος δεν ήταν μία από τις γνωστές προεκλογικές συγκεντρώσεις της προπολεμικής εποχής. Εδώ είχαν συγκεντρωθεί λαϊκές μάζες πολιτικά ανεβασμένες, οργανωμένες, που είχαν συνείδηση του έργου που είχαν επιτελέσει και κατοχύρωση των κατακτήσεών τους και λαοκρατικό καθεστώς.
Ο παπανδρέου όμως δεν ήταν από κείνους που τα χάνουν εύκολα, αλλά ούτε είχε τα θάρρος να έρθει αντιμέτωπος με τη θέληση του λαού. Έπρεπε να κρατηθεί στην κυβέρνηση με κάθε τρόπο. Δε διστάζει λοιπόν, να υποσχεθεί τα πάντα, για να καθησυχάσει τα πνεύματα. Ο λαός ζητούσε λαοκρατία. Θα κάμωμεν και λαοκρατίαν απάντησε ο πρωθυπουργός της νίκης. Θύελλα χειροκροτημάτων και επευφημίες υπέρ της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Ο παπανδρέου που γοητεύεται από τα παλαμάκια, προχωρεί ακόμα παραπέρα: πιστεύομεν εις την λαοκρατίαν… Είναι πλέον καιρός, έπειτα από την μακράν περίοδον της δουλείας, όπως ο ελληνικός λαός, απηλλαγμένος πάσης και υλικής και ψυχολογικής βίας, αποφασίσει κυριάρχως και διά το πολίτευμα και διά το κοινωνικόν καθεστώς και διά την κυβέρνησιν της αρεσκείας του, καθώς επίσης και διά τους δημοτικούς και κοινοτικούς άρχοντας του.
Δεν ημπορούμε να προχωρούμε με τα τεκμήρια του παλαιού παρελθόντος, το οποίον ευλόγως τίθεται υπό αμφισβήτησιν… Το έθνος χρειάζεται οριστικόν πολίτευμα και λαοπρόβλητον κυβέρνησιν, ώστε να αναληφθή μετά σταθερότητος η προσπάθεια της μεγάλης δημιουργίας του μέλλοντος…
Θύελλα χειροκροτημάτων και επιδοκιμασιών, κάλυψαν τα τελευταία λόγια του «πρωθυπουργού της απελευθέρωσης», όπως ο ίδιος ανύψωσε τον εαυτό του. Στην πλατεία συντάγματος κέρδισε μια μάχη ο παπανδρέου υπέρ της αντίδρασης και των άγγλων. Ο ίδιος όμως πέρασε στιγμές δύσκολες, που επέδρασαν στην ψυχολογία του και κυριαρχήθηκε από μια φοβία μπροστά στο λαό που θα εκδηλωθεί στην πρακτική του με τη μορφή της διστακτικότητας, που προκαλούσε ανησυχίες τόσο στην αντίδραση όσο και στους άγγλους.
.
Την ίδια μέρα, 37 χρόνια μετά, η ιστορία επαναλαμβανόταν ως φάρσα κι ο γιος του παπατζή υποσχόταν περίπου τα ίδια κοροιδεύοντας τον κοσμάκη με συνθήματα για λαϊκή κυριαρχία.
Κι η τραγωδία είναι ότι και σε αυτόν εμείς τον στρώσαμε λίγο-πολύ το δρόμο. Αλλαγή χωρίς το κουκουέ δε γίνεται. Εκτός απ' το μανωλιό που αλλάζει ρούχα, μπλε και πράσινα.
Πάμε όμως σε κάτι λιγότερο ψυχοπλακωτικό (απ’ το βιβλίο του χατζή πάλι).
Κυριακή 19 του νοέμβρη.
Την αυγή, κείνη τη μέρα όλες οι καμπάνες των εκκλησιών χτύπησαν χαρμόσυνα. Καλούσαν τον αθηναϊκό λαό να γιορτάσει την 26η επέτειο του κομμουνιστικού κόμματος (…) που έγινε η τιμή και η συνείδηση του εργαζόμενου και αγωνιζόμενου ελληνικού λαού.
Λίγα χρόνια πριν μπορεί να στράβωνα με αυτή την παράγραφο. Τώρα έχω διαβάσει αρκετό ρίτσο κι έχω μάθει να μου αρέσουν κάτι τέτοια λαϊκοπατριωτικά. Ας κάνουμε εμείς την επανάσταση κι ας μας ζωγραφίζουν και σαν άι γιώργηδες καβάλα στο άλογο, όπως έκαναν στη ρωσία με τον τρότσκι. Δε μπαίνει θέμα.
Κι ένα τελευταίο απόσπασμα για τον ηρωικό δεκέμβρη. Ο χατζής σχολιάζει ότι οι άγγλοι εξαπατήθηκαν απ’ τους στρατιωτικούς και τον παπανδρέου που τους διαβεβαίωναν ότι μπορούν να νικήσουν τον ελας χωρίς τη δική τους συνδρομή.
Πίστεψαν στις επανειλημμένες δηλώσεις του παπανδρέου ότι ο λαός είναι πιστός κι αφοσιωμένος σύμμαχος των άγγλων κι ότι «φθάνει επ’ ολίγας ημέρας το συμμαχικόν ραδιόφωνο να καταγγείλη μιαν οργάνωσιν ως απειθούσα εις τας εντολάς του συμμαχικού στρατηγείου και ως υπεύθυνον βλάβης του συμμαχικού αγώνος, φθάνει το συμμαχικόν στρατηγείον να επαναλάβη την κατηγορίαν εις προκηρύξεις του ριπτομένας εις την ύπαιθρον, διά να παραλύση αμέσως η καταγγελομένη οργάνωσις και να διαλυθή υπό τας αράς του ελληνικού λαού».
Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτά τας αράς, αλλά μοιάζουν με ομάδες κρούσης της εποχής που διαλύουν τους αντιφρονούντες. Κάτι σαν τον οπλα δηλ. Οι άγγλοι δε μπορούσαν να ξέρουν βέβαια πως ο άρης ήταν κομμουνισταράς και μόνος του θα πλάκωνε όλη την αράς.
Έτσι όμως ρίχνουμε κατακόρυφα το επίπεδο προς τους συναγωνιστές της αρας. Οι οποίοι στην τελική ξέρουν να αυτοσαρκάζονται μόνοι τους με πολύ εύστοχο τρόπο. Κι οι φήμες λένε ότι στα πάρτι τους τραγουδάνε:
Γιατί δε με θες κυρά μου, επειδή είμαι αράς…
Το πρωί στις 18 του οχτώβρη 1944, όπως έγραψε αργότερα κι ο ίδιος ο παπανδρέου, «ο πρόεδρος της κυβερνήσεως γ. παπανδρέου και ο στρατηγός σκόμπυ επιβαίνουν της πρώτης ανοικτής αμάξης… συμφώνως προς το πρόγραμμα ανήλθον πρώτον εις την ακρόπολιν, όπου ο πρωθυπουργός της απελευθερώσεως !!! (σσ: τα θαυμαστικά είναι του χατζή) ύψωσε την ελληνικήν σημαίαν, ζητωκραυγάσας υπέρ της αιωνίας ελλάδος».
Από την ακρόπολη όλοι οι επίσημοι κατευθύνθηκαν στη μητρόπολη. Έγινε δοξολογία, εκφωνήθηκαν λόγοι και μετά, σύμφωνα με το πρόγραμμα, περνώντας ανάμεσα σε ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων, πήγαν στην πλατεία συντάγματος, όπου θα εκφωνούσε ο παπανδρέου τον πανηγυρικό της απελευθέρωσης και θα ανέπτυσσε την πολιτική της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Ο πρωθυπουργός πρόσωπο με πρόσωπο με το λαό
Ο παπανδρέου αρχίζει το λόγο του με μεγαλόστομες φράσεις.
Ασπαζόμεθα την ιεράν γην της ελεύθερης πατρίδας μας… Οι βάρβαροι αφού εβεβήλωσαν, επυρπόλησαν και εδήωσαν, επί τρία και ήμισυ έτη, πιεζόμενοι πλέον από την γενικήν συμμαχικήν νίκην και την εθνικήν μας αντίστασιν, τρέπονται εις φυγήν. Και η κυανόλευκος κυματίζει μόνη εις την ακρόπολιν… από τα βάθη της ιστορίας οι ελληνικοί αιώνες πανηγυρίζουν την επάνοδον της ελευθερίας εις την αρχαίαν πατρίδαν της… από την εποχή του λιβάνου διακηρύξαμε ότι κύριος σκοπός της κυβερνήσεως είναι η εθνική απελευθέρωσις και αποκατάστασις.
Το συμβόλαιο του λιβάνου, το οποίον έχουν συνυπογράψει όλα τα κόμματα, ορίζει ως περιεχόμενον του εθνικού μας προγράμματος «την πλήρη ασφάλεια των νέων συνόρων μας…» Οφείλομεν να αποβλέπωμεν δια το μέλλον εις την σοβαρά αύξησιν του εθνικού μας εισοδήματος και ταυτοχρόνως εις την δικαίαν διανομήν του. το ιδεώδες μας είναι να πραγματοποιήσεωμεν συγχρόνως και την οικονομικήν ευημερίαν και την κοινωνικήν δικαιοσύνην…»
Ο λαός τον διακόπτει. Φωνάζει «λαοκρατία»! «Eθνική νέμεση»! «Οι εθνοπροδότες στο λαό».
Ανήσυχος ο παπανδρέου, σκουπίζοντας το ιδρωμένο πρόσωπό του, γυρίζει ικετευτικά προς το μέρος του ζεύγου και του ιωαννίδη. Ο ζεύγος κάνει χειρονομίες στο λαό και απαιτεί ησυχία για να συνεχίσει τον προγραμματικό του λόγο ο πρωθυπουργός. Επικρατεί ησυχία, για λίγο όμως. Και πάλι ο λαός ζητάει λαοκρατία. Αντηχεί το τραγούδι: τόχουμε γράψει βαθιά μες στην καρδιά μας, λαοκρατία κι όχι βασιλιά. Τα χωνιά, οι τηλεβόες της κατοχής, διακόπτουν συνεχώς τον παπανδρέου. Ο σκόμπυ δείχνει φανερό εκνευρισμό και τότε ακούστηκε να λέει στον επιτελάρχη του: -πρέπει να τελειώνουμε με αυτόν τον όχλο.
Ο παπανδρέου κατάλαβε πως η λαοθάλασσα στην πλατεία συντάγματος δεν ήταν μία από τις γνωστές προεκλογικές συγκεντρώσεις της προπολεμικής εποχής. Εδώ είχαν συγκεντρωθεί λαϊκές μάζες πολιτικά ανεβασμένες, οργανωμένες, που είχαν συνείδηση του έργου που είχαν επιτελέσει και κατοχύρωση των κατακτήσεών τους και λαοκρατικό καθεστώς.
Ο παπανδρέου όμως δεν ήταν από κείνους που τα χάνουν εύκολα, αλλά ούτε είχε τα θάρρος να έρθει αντιμέτωπος με τη θέληση του λαού. Έπρεπε να κρατηθεί στην κυβέρνηση με κάθε τρόπο. Δε διστάζει λοιπόν, να υποσχεθεί τα πάντα, για να καθησυχάσει τα πνεύματα. Ο λαός ζητούσε λαοκρατία. Θα κάμωμεν και λαοκρατίαν απάντησε ο πρωθυπουργός της νίκης. Θύελλα χειροκροτημάτων και επευφημίες υπέρ της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Ο παπανδρέου που γοητεύεται από τα παλαμάκια, προχωρεί ακόμα παραπέρα: πιστεύομεν εις την λαοκρατίαν… Είναι πλέον καιρός, έπειτα από την μακράν περίοδον της δουλείας, όπως ο ελληνικός λαός, απηλλαγμένος πάσης και υλικής και ψυχολογικής βίας, αποφασίσει κυριάρχως και διά το πολίτευμα και διά το κοινωνικόν καθεστώς και διά την κυβέρνησιν της αρεσκείας του, καθώς επίσης και διά τους δημοτικούς και κοινοτικούς άρχοντας του.
Δεν ημπορούμε να προχωρούμε με τα τεκμήρια του παλαιού παρελθόντος, το οποίον ευλόγως τίθεται υπό αμφισβήτησιν… Το έθνος χρειάζεται οριστικόν πολίτευμα και λαοπρόβλητον κυβέρνησιν, ώστε να αναληφθή μετά σταθερότητος η προσπάθεια της μεγάλης δημιουργίας του μέλλοντος…
Θύελλα χειροκροτημάτων και επιδοκιμασιών, κάλυψαν τα τελευταία λόγια του «πρωθυπουργού της απελευθέρωσης», όπως ο ίδιος ανύψωσε τον εαυτό του. Στην πλατεία συντάγματος κέρδισε μια μάχη ο παπανδρέου υπέρ της αντίδρασης και των άγγλων. Ο ίδιος όμως πέρασε στιγμές δύσκολες, που επέδρασαν στην ψυχολογία του και κυριαρχήθηκε από μια φοβία μπροστά στο λαό που θα εκδηλωθεί στην πρακτική του με τη μορφή της διστακτικότητας, που προκαλούσε ανησυχίες τόσο στην αντίδραση όσο και στους άγγλους.
.
Την ίδια μέρα, 37 χρόνια μετά, η ιστορία επαναλαμβανόταν ως φάρσα κι ο γιος του παπατζή υποσχόταν περίπου τα ίδια κοροιδεύοντας τον κοσμάκη με συνθήματα για λαϊκή κυριαρχία.
Κι η τραγωδία είναι ότι και σε αυτόν εμείς τον στρώσαμε λίγο-πολύ το δρόμο. Αλλαγή χωρίς το κουκουέ δε γίνεται. Εκτός απ' το μανωλιό που αλλάζει ρούχα, μπλε και πράσινα.
Πάμε όμως σε κάτι λιγότερο ψυχοπλακωτικό (απ’ το βιβλίο του χατζή πάλι).
Κυριακή 19 του νοέμβρη.
Την αυγή, κείνη τη μέρα όλες οι καμπάνες των εκκλησιών χτύπησαν χαρμόσυνα. Καλούσαν τον αθηναϊκό λαό να γιορτάσει την 26η επέτειο του κομμουνιστικού κόμματος (…) που έγινε η τιμή και η συνείδηση του εργαζόμενου και αγωνιζόμενου ελληνικού λαού.
Λίγα χρόνια πριν μπορεί να στράβωνα με αυτή την παράγραφο. Τώρα έχω διαβάσει αρκετό ρίτσο κι έχω μάθει να μου αρέσουν κάτι τέτοια λαϊκοπατριωτικά. Ας κάνουμε εμείς την επανάσταση κι ας μας ζωγραφίζουν και σαν άι γιώργηδες καβάλα στο άλογο, όπως έκαναν στη ρωσία με τον τρότσκι. Δε μπαίνει θέμα.
Κι ένα τελευταίο απόσπασμα για τον ηρωικό δεκέμβρη. Ο χατζής σχολιάζει ότι οι άγγλοι εξαπατήθηκαν απ’ τους στρατιωτικούς και τον παπανδρέου που τους διαβεβαίωναν ότι μπορούν να νικήσουν τον ελας χωρίς τη δική τους συνδρομή.
Πίστεψαν στις επανειλημμένες δηλώσεις του παπανδρέου ότι ο λαός είναι πιστός κι αφοσιωμένος σύμμαχος των άγγλων κι ότι «φθάνει επ’ ολίγας ημέρας το συμμαχικόν ραδιόφωνο να καταγγείλη μιαν οργάνωσιν ως απειθούσα εις τας εντολάς του συμμαχικού στρατηγείου και ως υπεύθυνον βλάβης του συμμαχικού αγώνος, φθάνει το συμμαχικόν στρατηγείον να επαναλάβη την κατηγορίαν εις προκηρύξεις του ριπτομένας εις την ύπαιθρον, διά να παραλύση αμέσως η καταγγελομένη οργάνωσις και να διαλυθή υπό τας αράς του ελληνικού λαού».
Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτά τας αράς, αλλά μοιάζουν με ομάδες κρούσης της εποχής που διαλύουν τους αντιφρονούντες. Κάτι σαν τον οπλα δηλ. Οι άγγλοι δε μπορούσαν να ξέρουν βέβαια πως ο άρης ήταν κομμουνισταράς και μόνος του θα πλάκωνε όλη την αράς.
Έτσι όμως ρίχνουμε κατακόρυφα το επίπεδο προς τους συναγωνιστές της αρας. Οι οποίοι στην τελική ξέρουν να αυτοσαρκάζονται μόνοι τους με πολύ εύστοχο τρόπο. Κι οι φήμες λένε ότι στα πάρτι τους τραγουδάνε:
Γιατί δε με θες κυρά μου, επειδή είμαι αράς…
Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010
Μια ωραία πεταλούδα
Στην προδομένη επανάσταση ο τρότσκι λέει ότι η σοβιετία ήταν μια χρυσαλίδα που είχε την προοπτική να γίνει μια σοσιαλιστική πεταλούδα, αλλά δεν ήταν ακόμα. Πολλές χρυσαλίδες χάνονται στο δρόμο χωρίς να περάσουν ποτέ το μεταβατικό στάδιο και να γίνουν πεταλούδες που εφοδεύουν στον ουρανό.
Μια ωραία πεταλούδα σε έναν κάμπο μια φορά, έλεγε τραγουδιστά το σοβιετικό σύνταγμα του 36’ που είχε τη φήμη του πιο δημοκρατικού στον κόσμο. Παραμύθια για μικρά παιδιά, μας λέει ο τρότσκι, ζωγραφισμένα με τα χρώματα της επιθυμίας μας.
Όταν πετάς, από ψηλά, μοιάζει η γη με ζωγραφιά. Κι εσύ την πήρες σοβαρά. Και σε έπιασε ο ίλιγγος της επιτυχίας από τους υψηλούς ρυθμούς της κολεκτιβοποίησης.
Ποιος πρόδωσε λοιπόν την επανάστασή μας; Τα σκουλήκια της ηγεσίας που αυτονομήθηκαν σαν χρυσαλίδες και κλείστηκαν στο κουκούλι τους να μην εξάγουν την επανάσταση κι ανοίξει τα φτερά του το προλεταριάτο.
Ή αν μιλάμε με όρους ανθρώπινης γενετικής κι ανθρωποκοινωνιογένεσης, κάποια ανίκανα σπερματοζωάρια, που από σχηματικής άποψης μοιάζουν πολύ με χρυσαλίδες κι είναι σα σκουλήκια με μεγάλο κεφάλι.
Κοινώς δηλ το απαυτώσαμε τη μαμά πατρίδα. Κι η κατηγορία προς την ηγεσία για ανικανότητα αποκτά πολλά επίπεδα ανάγνωσης. Μέχρι το εντελώς χυδαίο σημείο ότι τα έκανε μούσκεμα και μας γέμισε σπερματοζωάρια. Κοινώς δηλ οι σταλινικοί έκαναν μ-λ κίες και μας χαντάκωσαν.
Προκύπτει βέβαια το εύλογο ερώτημα τι είδους πεταλούδα μπορεί να είναι ο σοσιαλισμός. Όπου η κοινωνία του μέλλοντος πετάει ένα-ένα τα βαρίδια του παρελθόντος και βγάζει φτερά μες στο κουκούλι της, αλλά δε μπορεί να πετάξει ακόμα. Πώς μπορεί μια μεταβατική κοινωνία να αντιστοιχεί σε μια τελειωμένη κατάσταση και να μη νοείται κι αυτή σαν χρυσαλίδα;
Αυτός που περιγράφει τελικά το σοσιαλισμό με δικές του μπογιές κι επιθυμίες, σα μια παιδική ζωγραφιά χωρίς αντιφάσεις και μεταβατικά διαστήματα είναι ο ίδιος ο τρότσκι. Που μοιάζει να κατηγορεί την πραγματικότητα γιατί δε συμφωνεί με το έτοιμο σκίτσο που είχε στο μυαλό του.
Παρεμπιπτόντως να δείτε οπωσδήποτε την ταινία η γλώσσα της πεταλούδας που μας μιλά με πολύ τρυφερό τρόπο για τον ισπανικό εμφύλιο. Ένα από τα αγαπημένα θέματα του τρότσκι και των οπαδών του για τους προδότες σταλινικούς και τη συνεργασία τους με τα σκουλήκια της αστικής τάξης. Αλλά κι οι δικοί μας στους τρότσκες έψαχναν τους προδότες της υπόθεσης. Κι η πέμπτη φάλαγγα του φρανκισμού έκανε χρυσές δουλειές περίπου ανενόχλητη. Φαντάσου και να μην επαγρυπνούσαμε.
Επιστροφή στον άνθρωπο και την ανθρωποκοινωνιογένεση. Ο σοσιαλισμός είναι η περίοδος που κυοφορεί την κομμουνιστική κοινωνία. Μπορεί ο θυμόσοφος χαρίλαος να είπε μια φορά που τον ρώτησαν ότι η κάλπη είναι γκαστρωμένη, αλλά ξέρουμε καλά ότι δε βγαίνει έτσι ο σοσιαλισμός. Τον φέρνουν οι πελαργοί ως ώριμο τέκνο της οργής και της ανάγκης των καιρών.
Αυτό που γεννιέται από μια σοσιαλιστική επανάσταση είναι πρώιμος κομμουνισμός. Που φέρει το σπέρμα της κοινωνίας του μέλλοντος, αλλά πρέπει πρώτα να κόψει τον ομφάλιο λώρο με την αστική κοινωνία και τα ταξικά κατάλοιπα. Που είναι ενίοτε και προταξικά και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά κι απ’ το χωριό στην πόλη.
Η εγκυμοσύνη δε μπορεί να νοείται αυτόνομα απ’ τη γέννα και να διαρκεί επ’ αόριστον. Έχει νόημα μόνο ως μεταβατικό διάστημα που θα γεννήσει κάτι. Αλλά το νεογνό δεν πρέπει να κρίνεται με όρους ωριμότητας του ανθρώπινου οργανισμού. Και να λέμε πχ ότι δεν είναι άνθρωπος επειδή δε μιλάει, ή δε περπατάει (ακόμα). Ο κομμουνισμός βρίσκεται ακόμα σε εμβρυακή κατάσταση.
Είναι πρώιμος κι αδύναμος σαν επταμηνίτικο. Γι’ αυτό τον βάζουμε στη θερμοκοιτίδα του βερολίνου, υπό καθεστώς προστασίας, μέχρι να δυναμώσει. Έτσι όμως φτιάχνουμε ένα είδος σοσιαλισμού του θερμοκηπίου. Το λιγοστό φως έρχεται έτοιμο από το σοβιετικό φάρο του σοσιαλισμού και της ορθοδοξίας. Τα αδελφά φυτά δεν πιάνουν γερές ρίζες κι όταν σωθεί το λάδι στο καντήλι του φάρου, χάνονται μαζί του σα δορυφόροι.
Στη βουλγαρία πια δεν έχουμε ζωή.
Η πρώτη φάση του σοσιαλισμού είναι τα κοιλοπονήματα της γέννησης του καινούριου. Η βία είναι η μαμή της ιστορίας και μπορεί να επισπεύσει τα γεγονότα. Δε μπορεί όμως να τα γεννήσει από το μηδέν, ούτε να τα φέρει πριν την ώρα τους, αν δεν ωριμάσει πρώτα το πράμα κι οι αντικειμενικές συνθήκες μες στην κοιλιά.
Η σοβιετική γέννα στάθηκε ιδιαίτερα επίπονη κι έτσι στις επόμενες λδ προτιμήσαμε την καισαρική μέθοδο και την εξαγωγή της επανάστασης με εξωσωματική και δότη τον κόκκινο στρατό. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως είναι πολύ εύκολο να σε κατηγορήσουν για βιασμό των λαϊκών δημοκρατιών και της ιστορίας. Δεν τους πιάνεις πουθενά τους τρότσκες.
Τελικά μείναμε με το έμβρυο και τα ζιπουνάκια στα χέρια. Κι έκτοτε το αγαπημένο μας θέμα συζήτησης είναι να βρούμε τι έφταιξε. Ήταν προδοσία εκ των έσω και οικειοθελής έκτρωση (κάτι ήξεραν και τις απαγόρεψαν στη ρουμανία); Αποβολή λόγω ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης; Ή πρώτα έρχονται τα εσωτερικά αίτια;
Ήταν παιδί-θαύμα που έμεινε με τις προοπτικές, ή ήταν έκτρωμα εξ αρχής;
Τι πήγε στραβά σε αυτή την εγκυμοσύνη; Και τι μάθαμε για την επόμενή μας έφοδο;
Κάποιοι λένε ότι δεν είχαμε καθόλου σοσιαλισμό και πως ο οκτώβρης ήταν τελικά ανεμογκάστρι.
Κάποιοι άλλοι λένε πως είχαμε εκφυλισμό και τερατογένεση. Κι αυτό που βγήκε απ’ το κουκούλι της μιτριόσκας δεν ήτανε σοσιαλισμός, αλλά ένας καινούριος, ανέκδοτος κοινωνικός σχηματισμός, για τον οποίο θα αποφανθούν οι γιατροί. Λες και είχαμε δει κι άλλο μωράκι πιο πριν, για να ‘χουμε μέτρο σύγκρισης και να το βγάλουμε αυτό σκάρτο.
Οι τρότσκες μιλάνε για την παγκόσμια επανάσταση που θα κάνει τη γη από κοιλάδα των δακρύων, κοιλάδα με τις πεταλούδες.
Οι μαοϊκοί έχουν μείνει στο μάρκο πόλο και την αγροτική κομμούνα και λένε πως ο πραγματικό δρόμος του μεταξιού ήταν στην κίνα του μάο.
Οι αντιδραστικοί λένε στον κόσμο πως είναι ουτοπία να πιστεύει ότι μπορεί να βγάλει φτερά και να πάψει να σέρνεται στη γη σαν ερπετό.
Κι εμείς καλούμαστε να λύσουμε τον χρησμό της πεταλούδας. Να πάρουμε το κουκούλι της σοβιετίας, να πολεμήσουμε πολιτικά τους κουκουλοφόρους που το επιβουλεύονται και να αξιοποιήσουμε τη σοβιετική πείρα που είναι πολύτιμη σα μετάξι για τις επαναστάσεις της εποχής μας.
Αφού πρώτα κάνουμε ένα ξεκαθάρισμα και θυμηθούμε τα βασικά. Για τη μελισσούλα που πηγαίνει στο λουλουδάκι και... αφήστε όλα τα λουλούδια να ανθίσουν.
Όταν άρχιζα το κείμενο ήθελα να πω δυο πράγματα και για την παιδικότητα. Αλλά αυτά θα τα δούμε κάποια άλλη φορά, ξεχωριστά.
Μια ωραία πεταλούδα σε έναν κάμπο μια φορά, έλεγε τραγουδιστά το σοβιετικό σύνταγμα του 36’ που είχε τη φήμη του πιο δημοκρατικού στον κόσμο. Παραμύθια για μικρά παιδιά, μας λέει ο τρότσκι, ζωγραφισμένα με τα χρώματα της επιθυμίας μας.
Όταν πετάς, από ψηλά, μοιάζει η γη με ζωγραφιά. Κι εσύ την πήρες σοβαρά. Και σε έπιασε ο ίλιγγος της επιτυχίας από τους υψηλούς ρυθμούς της κολεκτιβοποίησης.
Ποιος πρόδωσε λοιπόν την επανάστασή μας; Τα σκουλήκια της ηγεσίας που αυτονομήθηκαν σαν χρυσαλίδες και κλείστηκαν στο κουκούλι τους να μην εξάγουν την επανάσταση κι ανοίξει τα φτερά του το προλεταριάτο.
Ή αν μιλάμε με όρους ανθρώπινης γενετικής κι ανθρωποκοινωνιογένεσης, κάποια ανίκανα σπερματοζωάρια, που από σχηματικής άποψης μοιάζουν πολύ με χρυσαλίδες κι είναι σα σκουλήκια με μεγάλο κεφάλι.
Κοινώς δηλ το απαυτώσαμε τη μαμά πατρίδα. Κι η κατηγορία προς την ηγεσία για ανικανότητα αποκτά πολλά επίπεδα ανάγνωσης. Μέχρι το εντελώς χυδαίο σημείο ότι τα έκανε μούσκεμα και μας γέμισε σπερματοζωάρια. Κοινώς δηλ οι σταλινικοί έκαναν μ-λ κίες και μας χαντάκωσαν.
Προκύπτει βέβαια το εύλογο ερώτημα τι είδους πεταλούδα μπορεί να είναι ο σοσιαλισμός. Όπου η κοινωνία του μέλλοντος πετάει ένα-ένα τα βαρίδια του παρελθόντος και βγάζει φτερά μες στο κουκούλι της, αλλά δε μπορεί να πετάξει ακόμα. Πώς μπορεί μια μεταβατική κοινωνία να αντιστοιχεί σε μια τελειωμένη κατάσταση και να μη νοείται κι αυτή σαν χρυσαλίδα;
Αυτός που περιγράφει τελικά το σοσιαλισμό με δικές του μπογιές κι επιθυμίες, σα μια παιδική ζωγραφιά χωρίς αντιφάσεις και μεταβατικά διαστήματα είναι ο ίδιος ο τρότσκι. Που μοιάζει να κατηγορεί την πραγματικότητα γιατί δε συμφωνεί με το έτοιμο σκίτσο που είχε στο μυαλό του.
Παρεμπιπτόντως να δείτε οπωσδήποτε την ταινία η γλώσσα της πεταλούδας που μας μιλά με πολύ τρυφερό τρόπο για τον ισπανικό εμφύλιο. Ένα από τα αγαπημένα θέματα του τρότσκι και των οπαδών του για τους προδότες σταλινικούς και τη συνεργασία τους με τα σκουλήκια της αστικής τάξης. Αλλά κι οι δικοί μας στους τρότσκες έψαχναν τους προδότες της υπόθεσης. Κι η πέμπτη φάλαγγα του φρανκισμού έκανε χρυσές δουλειές περίπου ανενόχλητη. Φαντάσου και να μην επαγρυπνούσαμε.
Επιστροφή στον άνθρωπο και την ανθρωποκοινωνιογένεση. Ο σοσιαλισμός είναι η περίοδος που κυοφορεί την κομμουνιστική κοινωνία. Μπορεί ο θυμόσοφος χαρίλαος να είπε μια φορά που τον ρώτησαν ότι η κάλπη είναι γκαστρωμένη, αλλά ξέρουμε καλά ότι δε βγαίνει έτσι ο σοσιαλισμός. Τον φέρνουν οι πελαργοί ως ώριμο τέκνο της οργής και της ανάγκης των καιρών.
Αυτό που γεννιέται από μια σοσιαλιστική επανάσταση είναι πρώιμος κομμουνισμός. Που φέρει το σπέρμα της κοινωνίας του μέλλοντος, αλλά πρέπει πρώτα να κόψει τον ομφάλιο λώρο με την αστική κοινωνία και τα ταξικά κατάλοιπα. Που είναι ενίοτε και προταξικά και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά κι απ’ το χωριό στην πόλη.
Η εγκυμοσύνη δε μπορεί να νοείται αυτόνομα απ’ τη γέννα και να διαρκεί επ’ αόριστον. Έχει νόημα μόνο ως μεταβατικό διάστημα που θα γεννήσει κάτι. Αλλά το νεογνό δεν πρέπει να κρίνεται με όρους ωριμότητας του ανθρώπινου οργανισμού. Και να λέμε πχ ότι δεν είναι άνθρωπος επειδή δε μιλάει, ή δε περπατάει (ακόμα). Ο κομμουνισμός βρίσκεται ακόμα σε εμβρυακή κατάσταση.
Είναι πρώιμος κι αδύναμος σαν επταμηνίτικο. Γι’ αυτό τον βάζουμε στη θερμοκοιτίδα του βερολίνου, υπό καθεστώς προστασίας, μέχρι να δυναμώσει. Έτσι όμως φτιάχνουμε ένα είδος σοσιαλισμού του θερμοκηπίου. Το λιγοστό φως έρχεται έτοιμο από το σοβιετικό φάρο του σοσιαλισμού και της ορθοδοξίας. Τα αδελφά φυτά δεν πιάνουν γερές ρίζες κι όταν σωθεί το λάδι στο καντήλι του φάρου, χάνονται μαζί του σα δορυφόροι.
Στη βουλγαρία πια δεν έχουμε ζωή.
Η πρώτη φάση του σοσιαλισμού είναι τα κοιλοπονήματα της γέννησης του καινούριου. Η βία είναι η μαμή της ιστορίας και μπορεί να επισπεύσει τα γεγονότα. Δε μπορεί όμως να τα γεννήσει από το μηδέν, ούτε να τα φέρει πριν την ώρα τους, αν δεν ωριμάσει πρώτα το πράμα κι οι αντικειμενικές συνθήκες μες στην κοιλιά.
Η σοβιετική γέννα στάθηκε ιδιαίτερα επίπονη κι έτσι στις επόμενες λδ προτιμήσαμε την καισαρική μέθοδο και την εξαγωγή της επανάστασης με εξωσωματική και δότη τον κόκκινο στρατό. Σε αυτές τις περιπτώσεις όμως είναι πολύ εύκολο να σε κατηγορήσουν για βιασμό των λαϊκών δημοκρατιών και της ιστορίας. Δεν τους πιάνεις πουθενά τους τρότσκες.
Τελικά μείναμε με το έμβρυο και τα ζιπουνάκια στα χέρια. Κι έκτοτε το αγαπημένο μας θέμα συζήτησης είναι να βρούμε τι έφταιξε. Ήταν προδοσία εκ των έσω και οικειοθελής έκτρωση (κάτι ήξεραν και τις απαγόρεψαν στη ρουμανία); Αποβολή λόγω ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης; Ή πρώτα έρχονται τα εσωτερικά αίτια;
Ήταν παιδί-θαύμα που έμεινε με τις προοπτικές, ή ήταν έκτρωμα εξ αρχής;
Τι πήγε στραβά σε αυτή την εγκυμοσύνη; Και τι μάθαμε για την επόμενή μας έφοδο;
Κάποιοι λένε ότι δεν είχαμε καθόλου σοσιαλισμό και πως ο οκτώβρης ήταν τελικά ανεμογκάστρι.
Κάποιοι άλλοι λένε πως είχαμε εκφυλισμό και τερατογένεση. Κι αυτό που βγήκε απ’ το κουκούλι της μιτριόσκας δεν ήτανε σοσιαλισμός, αλλά ένας καινούριος, ανέκδοτος κοινωνικός σχηματισμός, για τον οποίο θα αποφανθούν οι γιατροί. Λες και είχαμε δει κι άλλο μωράκι πιο πριν, για να ‘χουμε μέτρο σύγκρισης και να το βγάλουμε αυτό σκάρτο.
Οι τρότσκες μιλάνε για την παγκόσμια επανάσταση που θα κάνει τη γη από κοιλάδα των δακρύων, κοιλάδα με τις πεταλούδες.
Οι μαοϊκοί έχουν μείνει στο μάρκο πόλο και την αγροτική κομμούνα και λένε πως ο πραγματικό δρόμος του μεταξιού ήταν στην κίνα του μάο.
Οι αντιδραστικοί λένε στον κόσμο πως είναι ουτοπία να πιστεύει ότι μπορεί να βγάλει φτερά και να πάψει να σέρνεται στη γη σαν ερπετό.
Κι εμείς καλούμαστε να λύσουμε τον χρησμό της πεταλούδας. Να πάρουμε το κουκούλι της σοβιετίας, να πολεμήσουμε πολιτικά τους κουκουλοφόρους που το επιβουλεύονται και να αξιοποιήσουμε τη σοβιετική πείρα που είναι πολύτιμη σα μετάξι για τις επαναστάσεις της εποχής μας.
Αφού πρώτα κάνουμε ένα ξεκαθάρισμα και θυμηθούμε τα βασικά. Για τη μελισσούλα που πηγαίνει στο λουλουδάκι και... αφήστε όλα τα λουλούδια να ανθίσουν.
Όταν άρχιζα το κείμενο ήθελα να πω δυο πράγματα και για την παιδικότητα. Αλλά αυτά θα τα δούμε κάποια άλλη φορά, ξεχωριστά.
Τετάρτη 13 Οκτωβρίου 2010
Η απελευθέρωση
(νεολαία) Κομμουνιστική; Όχι. Λαϊκοδημοκρατική σκέτο. Που είχε προοπτική να εξελιχθεί σε τέτοια, αλλά έμεινε στου δρόμου τα μισά.
Με αφορμή την επέτειο της απελευθέρωσης της αθήνας, η κε του μπλοκ παραθέτει ένα σχετικό απόσπασμα απ’ τη νικηφόρο επανάσταση που χάθηκε, την τετράτομη ιστορία της αντίστασης του γραμματέα του εαμ θανάση χατζή. Η πιο τεκμηριωμένη και ντοκουμενταρισμένη γραπτή μαρτυρία που μας έμεινε από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνης της εποχής.
Οκτώβρης του 44. Ο χατζής έχει μετακινηθεί από τη θέση του γραμματέα του εαμ κι αναλαμβάνει καθήκοντα στον ελας.
Η διοίκηση της ΙΙ μεραρχίας του ελας δεν ήθελε να πιστέψει πως είχε απαγορευτεί να μπουν τα τμήματα της αττικής στην αθήνα και δεν είχε κάνει καμία ανακοίνωση στους ελασίτες που περίμεναν από στιγμή σε στιγμή να ξεκινήσουν. Έπρεπε να γίνει ακόμα μια προσπάθεια {σσ: να μπει στην πρωτεύουσα η μεραρχία}. Πρότεινα να την αναλάβω εγώ.
Μπήκα στην αθήνα χωρίς σύνδεσμο. Η οδός πατησίων τρανταζόταν κάτω από τις ερπύστριες των γερμανικών μηχανοκίνητων που σέρνανε τα αντιαεροπορικά πυροβόλα. Μάτωνε η ψυχή μου βλέποντας πως φεύγουν ξένοιαστα κι ανενόχλητα οι γερμανοί. Με παρηγόρησε η σκέψη πως μόλις πατήσουν τα χώματα της αττικής θα βρεθούν μπροστά στους αετούς του ελας, που δε θα τους την χαρίσουν.
Στη συνέχεια περιγράφει τη συνάντησή του με το ζεύγο.
Η συνεργασία μας ήταν άγονη. Μου έκανε παρατήρηση που σιγοντάρω τις αυθαιρεσίες που εκθέτουν το κίνημα σαν ασυνεπές στις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει πολύ ακριβά και γίνομαι φορέας αναρχικών τάσεων που μπορούν να μας στοιχίσουν πολύ ακριβά και να μας εκθέσουν σε περιπέτειες με τους συμμάχους μας άγγλους. Μου έδωσε εντολή να φύγω και να προειδοποιήσω τη μεραρχία πως θα παρθούν μέτρα για κάθε αυθαιρεσία κι ανυπακοή.
Ζήτησε προσωπική συνάντηση με τον ιωαννίδη, αλλά αυτό δεν κατέστη εφικτό.
Κι αυτή η ύστατη προσπάθεια να καταληφτεί η ελλάδα από τον ελας που μπορούσε να γίνει χωρίς να βρεθεί καμιά δύναμη να του αμφισβητήσει την εξουσία, απέτυχε. Η ηγεσία του κκε, που μόνη της πια χειριζόταν τα προβλήματα του κινήματος, είχε πάρει το δρόμο της μικρότερης αντίστασης. Ήταν όμως ο δρόμος της νεκρανάστασης του καταδικασμένου στη συνείδηση του λαού και στη ζωή αστικού καθεστώτος. Ήταν δηλ ο δρόμος της προδοσίας αντικειμενικά, παρόλο που υποκειμενικά προδότες στο άγιο εκείνο κίνημα δεν υπήρχαν, τουλάχιστο στην κορυφή της ηγεσίας.
Τη νύχτα στις 11 προς 12 του οκτώβρη, ο γερμανός στρατηγός διοικητής των στρατευμάτων κατοχής της πρωτεύουσας με έγγραφο προς τον κατοχικό δήμαρχο της αθήνας του γνωστοποιούσε πως κηρύσσει την πόλη της αθήνας ανοχύρωτη κι ότι τα γερμανικά στρατεύματα μαζί με τις κατοχικές αρχές κι υπηρεσίες άρχισαν να απομακρύνονται. Στο έγγραφό του εκδήλωνε την ελπίδα πως ο εχθρός και ο λαός της πρωτεύουσα θα εκτιμήσει την χειρονομία του.
Όσο κι αν φαίνεται σα μονόπλευρη πρωτοβουλία και κίνηση καλής θέλησης, λέει ο χατζής, στην πραγματικότητα ήταν αποτέλεσμα μηχανορραφιών, απειλών και διαπραγματεύσεων που κατέληξαν πιθανότατα σε μυστική συμφωνία με τους άγγλους. Να φύγουν ανενόχλητοι οι ναζί προς βορρά και να αναχαιτίσουν τους σοβιετικούς στα βαλκάνια κι η απελευθέρωση να είναι αναίμακτη με τους άγγλους να παραλαμβάνουν τα μεγάλα αστικά κέντρα στο όνομα της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Το ότι ο λαός της αθήνας και του πειραιά που έδωσε μάχη για να λευτερώσει τις δύο πόλεις δέχτηκε παθητικά τη γερμανική «προσφορά» είναι απόδειξη πως κι η ηγεσία του λαϊκού κινήματος είχε δεχτεί –έστω σιωπηρά- την ανακωχή και χρησιμοποίησε το όπλο της πειθαρχίας.
Κυριακή 12 οκτώβρη 1944
(…) Πριν περάσουμε την κάνιγγος τραντάχτηκε η αθήνα από κωδωνοκρουσίες και χαρμόσυνες αγγελίες με εκατοντάδες τηλεβόες, απ’ όλες τις μεριές της πόλης: λαέ της αδούλωτης αθήνας. Η πρωτεύουσα της πατρίδας μας, η καρδιά της ελλάδας είναι λεύτερη! Μαχητές του ηρωικού ελας κατέβασαν τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό που 1264 μέρες μόλυνε το βράχο της ακρόπολης. Ύψωσαν τη γαλανόλευκη που μόνη της κυματίζει στον ελεύθερο αττικό ουρανό. Ζήτω η ελεύθερη ελλάδα μας! Ζήτω το εαμ, η τιμή και η συνείδησή μας! Ζήτω ο ελευθερωτής ελας μας! Ζήτω οι μεγάλοι μας σύμμαχοι!
Όταν φτάσαμε στην πατησίων βρεθήκαμε μπροστά σε έναν χείμαρρο λαού που κατέβαινε από τις λαϊκές γειτονιές στο κέντρο της πόλης. Ο λαός βγήκε στους δρόμους. Τα μπαλκόνια, στολισμένα με σημαίες και λουλούδια ήταν άδεια. Μόνο κάποια γεροντάκια, καθισμένα στις καρέκλες, σκούπιζαν δάκρυα χαράς και περηφάνιας για το μεγάλο κι αδούλωτο λαό μας. Κάτω περνούσαν φάλαγγες ατέλειωτες, με πλακάτ, σημαίες και λάβαρα, με μουσικές και τραγούδια επαναστατικά. Γιόρταζαν την απελευθέρωση που απόκτησαν με τόσες θυσίες, αίμα και δάκρυ. Ποτέ στην ιστορία της η πρωτεύουσα δεν είχε γνωρίσει παρόμοιο ενθουσιασμό που κορυφώθηκε όταν ένα τμήμα –συμβολικό του ελας του α’ σώματος στρατού- ξεκινώντας από την πλατεία αγάμων, παρέλασε στην πατησίων. Ο λαός τιμούσε τα πιο εκλεκτά παιδιά του, που στάθηκαν υπερασπιστές του, σε όλη τη σκληρή περίοδο της κατοχής.
Από τις πρώτες εκδηλώσεις του αδούλωτου λαού της πόλης, που στάθηκε καρδιά της εθνικής συνείδησης και πηγή του παγκόσμιου θαυμασμού για τους θρυλικούς μαζικούς κι ένοπλους αγώνες του- φάνηκε η προβολή στη ζωή της νέας δύναμης: του εργαζόμενου λαού. Ποιοτικά αγνώριστος κι ασύγκριτος σε δύναμη κι ήθος σε σχέση με το παρελθόν. Προικισμένος με αρετές, συνείδηση κι αγωνιστική αποφασιστικότητα. Έτοιμος να ριχτεί με τον ίδιο ενθουσιασμό και αυτοθυσία που πολέμησε τον εχθρό, ενάντια σε κάθε νέο εχθρό και να ξαναχτίσει την πατρίδα του από τα ερείπια. Ένα ακόμα καινούριο στοιχείο για τον ελληνικό λαό ήταν η οργάνωσή του και η πειθαρχία στις αποφάσεις και τις οδηγίες των καθοδηγητών του.
Τα θετικά του εαμικού κινήματος εκφράστηκαν με τους αγώνες και τις κατακτήσεις του στην περίοδο της κατοχής. Μα στην εκδήλωση της απελευθέρωσης φάνηκε κι ένα αρνητικό στοιχείο που κόστισε ακριβά. Η τυφλή, χωρίς συζήτηση και κριτικό έλεγχο εμπιστοσύνη και πειθαρχία στην ηγεσία του.
Αυτό φάνηκε –λέει ο χατζής- όταν περνούσε από την πατησίων το τελευταίο γερμανικό τμήμα, των αντιαεροπορικών πυροβόλων.
Το πλήθος άνοιγε δρόμο για τα αυτοκίνητα και τα μακρύκαννα πυροβόλα των κατακτητών. Μες στα οχήματα δε βρίσκονταν βέβαια οι αγέρωχοι χιτλερικοί του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά πανικόβλητα όντα έτοιμα να παραδοθούν στη διάθεση του έξαλλου εκείνου πλήθους.
Γιατί γινόταν αυτό; Ήταν η γνωστή μεγαλοψυχία του περήφανου ελληνικού λαού, που όταν είναι νικητής δεν χειροδικεί στο νικημένο αντίπαλό του; Πιθανό να ήταν και μια τέτοια εκδήλωση. Αλλά κύρια ήταν η πίστη στην οργάνωση και η πειθαρχία στη γραμμή που είχε χαράξει αυτή. Να χτυπήσει ο λαός τους γερμανούς μες στην αθήνα , δεν είχε πάρει τέτοια εντολή. Και δεν τους χτύπησε, για μεγάλη έκπληξη των ίδιων των γερμανών και της ντόπιας αντίδρασης.
Ανήσυχος κι απογοητευμένος δε μπορούσα να χαρώ μαζί με τους ωραίους κι ανυποψίαστους αθηναίους. Έφυγα αμέσως για την αττική, όπου ήμουν βέβαιος πως ο ελάς θα τους υποδεχόταν πολύ διαφορετικά. Θα τους χτυπούσε και θα τους εκμηδένιζε. Και δεν είχα άδικο.
Το ότι ο χατζής δεν πέφτει στην παγίδα της εύκολης κριτικής και επίρριψης ευθυνών φαίνεται καθαρά στο επόμενο κεφάλαιο για το ρόλο των συμμάχων, όπου αποκρούει με επιχειρήματα τη γνωστή ιστορία με τα χαρτάκια του τσώρτσιλ, τα ποσοστά και τις σφαίρες επιρροής. Αν κι είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς το συνειρμό βλέποντας πόσο απείχαν χρονικά η γιάλτα με τη βάρκιζα (περίπου μία εβδομάδα). Χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι απαραίτητα.
Η ιστορία με τα χαρτάκια πάντως δεν έχει σχέση με τη γιάλτα (συνήθης παρεξήγηση) αλλά με προηγούμενη διμερή συνάντηση τσώρτσιλ και στάλιν στη μόσχα πολλούς μήνες πριν, σχεδόν ταυτόχρονα με την απελευθέρωση της αθήνας.
Ας κλείσουμε ωστόσο με κάτι πανηγυρικό κι αισιόδοξο στο κλίμα της επετείου.
Στις 13 του οχτώβρη ο ριζοσπάστης δημοσίευε το παρακάτω χαιρετιστήριο του πγ της κε του κκε προς το λαό της αθήνας:
Η ηρωική αθήνα είναι πια ελεύθερη. Ο περήφανος λαός της αναπνέει τον αέρα της λευτεριάς. Το κομμουνιστικό κόμμα ελλάδας τις μεγάλες αυτές στιγμές χαιρετίζει τον ηρωικό λαό της αθήνας που τρία ολόκληρα χρόνια αγωνίστηκε θαρραλέα για την απελευθέρωση της ελλάδας μας, τους ήρωες και μάρτυρες της λευτεριάς.
Κομμουνιστές!
Συνεχίστε στο πλευρό της εθνικής κυβέρνησης και των μεγάλων μας συμμάχων με μεγαλύτερη ορμή τον αγώνα για τη απελευθέρωση και της τελευταίας σπιθαμής εδάφους της πατρίδας μας. Για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας κι ακεραιότητας της ελλάδας.
Ζήτω ο ηρωικός ελληνικός λαός.
Ζήτω η αθήνα, η ακρόπολη της ελληνικής λευτεριάς.
Ζήτω η εθνική μας κυβέρνηση
Το πολιτκό γραφείο της κεντρικής επιτροπής του κκε
Και ζήσαμε εμείς κακά και μη χειρότερα
Με αφορμή την επέτειο της απελευθέρωσης της αθήνας, η κε του μπλοκ παραθέτει ένα σχετικό απόσπασμα απ’ τη νικηφόρο επανάσταση που χάθηκε, την τετράτομη ιστορία της αντίστασης του γραμματέα του εαμ θανάση χατζή. Η πιο τεκμηριωμένη και ντοκουμενταρισμένη γραπτή μαρτυρία που μας έμεινε από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων εκείνης της εποχής.
Οκτώβρης του 44. Ο χατζής έχει μετακινηθεί από τη θέση του γραμματέα του εαμ κι αναλαμβάνει καθήκοντα στον ελας.
Η διοίκηση της ΙΙ μεραρχίας του ελας δεν ήθελε να πιστέψει πως είχε απαγορευτεί να μπουν τα τμήματα της αττικής στην αθήνα και δεν είχε κάνει καμία ανακοίνωση στους ελασίτες που περίμεναν από στιγμή σε στιγμή να ξεκινήσουν. Έπρεπε να γίνει ακόμα μια προσπάθεια {σσ: να μπει στην πρωτεύουσα η μεραρχία}. Πρότεινα να την αναλάβω εγώ.
Μπήκα στην αθήνα χωρίς σύνδεσμο. Η οδός πατησίων τρανταζόταν κάτω από τις ερπύστριες των γερμανικών μηχανοκίνητων που σέρνανε τα αντιαεροπορικά πυροβόλα. Μάτωνε η ψυχή μου βλέποντας πως φεύγουν ξένοιαστα κι ανενόχλητα οι γερμανοί. Με παρηγόρησε η σκέψη πως μόλις πατήσουν τα χώματα της αττικής θα βρεθούν μπροστά στους αετούς του ελας, που δε θα τους την χαρίσουν.
Στη συνέχεια περιγράφει τη συνάντησή του με το ζεύγο.
Η συνεργασία μας ήταν άγονη. Μου έκανε παρατήρηση που σιγοντάρω τις αυθαιρεσίες που εκθέτουν το κίνημα σαν ασυνεπές στις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει πολύ ακριβά και γίνομαι φορέας αναρχικών τάσεων που μπορούν να μας στοιχίσουν πολύ ακριβά και να μας εκθέσουν σε περιπέτειες με τους συμμάχους μας άγγλους. Μου έδωσε εντολή να φύγω και να προειδοποιήσω τη μεραρχία πως θα παρθούν μέτρα για κάθε αυθαιρεσία κι ανυπακοή.
Ζήτησε προσωπική συνάντηση με τον ιωαννίδη, αλλά αυτό δεν κατέστη εφικτό.
Κι αυτή η ύστατη προσπάθεια να καταληφτεί η ελλάδα από τον ελας που μπορούσε να γίνει χωρίς να βρεθεί καμιά δύναμη να του αμφισβητήσει την εξουσία, απέτυχε. Η ηγεσία του κκε, που μόνη της πια χειριζόταν τα προβλήματα του κινήματος, είχε πάρει το δρόμο της μικρότερης αντίστασης. Ήταν όμως ο δρόμος της νεκρανάστασης του καταδικασμένου στη συνείδηση του λαού και στη ζωή αστικού καθεστώτος. Ήταν δηλ ο δρόμος της προδοσίας αντικειμενικά, παρόλο που υποκειμενικά προδότες στο άγιο εκείνο κίνημα δεν υπήρχαν, τουλάχιστο στην κορυφή της ηγεσίας.
Τη νύχτα στις 11 προς 12 του οκτώβρη, ο γερμανός στρατηγός διοικητής των στρατευμάτων κατοχής της πρωτεύουσας με έγγραφο προς τον κατοχικό δήμαρχο της αθήνας του γνωστοποιούσε πως κηρύσσει την πόλη της αθήνας ανοχύρωτη κι ότι τα γερμανικά στρατεύματα μαζί με τις κατοχικές αρχές κι υπηρεσίες άρχισαν να απομακρύνονται. Στο έγγραφό του εκδήλωνε την ελπίδα πως ο εχθρός και ο λαός της πρωτεύουσα θα εκτιμήσει την χειρονομία του.
Όσο κι αν φαίνεται σα μονόπλευρη πρωτοβουλία και κίνηση καλής θέλησης, λέει ο χατζής, στην πραγματικότητα ήταν αποτέλεσμα μηχανορραφιών, απειλών και διαπραγματεύσεων που κατέληξαν πιθανότατα σε μυστική συμφωνία με τους άγγλους. Να φύγουν ανενόχλητοι οι ναζί προς βορρά και να αναχαιτίσουν τους σοβιετικούς στα βαλκάνια κι η απελευθέρωση να είναι αναίμακτη με τους άγγλους να παραλαμβάνουν τα μεγάλα αστικά κέντρα στο όνομα της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Το ότι ο λαός της αθήνας και του πειραιά που έδωσε μάχη για να λευτερώσει τις δύο πόλεις δέχτηκε παθητικά τη γερμανική «προσφορά» είναι απόδειξη πως κι η ηγεσία του λαϊκού κινήματος είχε δεχτεί –έστω σιωπηρά- την ανακωχή και χρησιμοποίησε το όπλο της πειθαρχίας.
Κυριακή 12 οκτώβρη 1944
(…) Πριν περάσουμε την κάνιγγος τραντάχτηκε η αθήνα από κωδωνοκρουσίες και χαρμόσυνες αγγελίες με εκατοντάδες τηλεβόες, απ’ όλες τις μεριές της πόλης: λαέ της αδούλωτης αθήνας. Η πρωτεύουσα της πατρίδας μας, η καρδιά της ελλάδας είναι λεύτερη! Μαχητές του ηρωικού ελας κατέβασαν τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό που 1264 μέρες μόλυνε το βράχο της ακρόπολης. Ύψωσαν τη γαλανόλευκη που μόνη της κυματίζει στον ελεύθερο αττικό ουρανό. Ζήτω η ελεύθερη ελλάδα μας! Ζήτω το εαμ, η τιμή και η συνείδησή μας! Ζήτω ο ελευθερωτής ελας μας! Ζήτω οι μεγάλοι μας σύμμαχοι!
Όταν φτάσαμε στην πατησίων βρεθήκαμε μπροστά σε έναν χείμαρρο λαού που κατέβαινε από τις λαϊκές γειτονιές στο κέντρο της πόλης. Ο λαός βγήκε στους δρόμους. Τα μπαλκόνια, στολισμένα με σημαίες και λουλούδια ήταν άδεια. Μόνο κάποια γεροντάκια, καθισμένα στις καρέκλες, σκούπιζαν δάκρυα χαράς και περηφάνιας για το μεγάλο κι αδούλωτο λαό μας. Κάτω περνούσαν φάλαγγες ατέλειωτες, με πλακάτ, σημαίες και λάβαρα, με μουσικές και τραγούδια επαναστατικά. Γιόρταζαν την απελευθέρωση που απόκτησαν με τόσες θυσίες, αίμα και δάκρυ. Ποτέ στην ιστορία της η πρωτεύουσα δεν είχε γνωρίσει παρόμοιο ενθουσιασμό που κορυφώθηκε όταν ένα τμήμα –συμβολικό του ελας του α’ σώματος στρατού- ξεκινώντας από την πλατεία αγάμων, παρέλασε στην πατησίων. Ο λαός τιμούσε τα πιο εκλεκτά παιδιά του, που στάθηκαν υπερασπιστές του, σε όλη τη σκληρή περίοδο της κατοχής.
Από τις πρώτες εκδηλώσεις του αδούλωτου λαού της πόλης, που στάθηκε καρδιά της εθνικής συνείδησης και πηγή του παγκόσμιου θαυμασμού για τους θρυλικούς μαζικούς κι ένοπλους αγώνες του- φάνηκε η προβολή στη ζωή της νέας δύναμης: του εργαζόμενου λαού. Ποιοτικά αγνώριστος κι ασύγκριτος σε δύναμη κι ήθος σε σχέση με το παρελθόν. Προικισμένος με αρετές, συνείδηση κι αγωνιστική αποφασιστικότητα. Έτοιμος να ριχτεί με τον ίδιο ενθουσιασμό και αυτοθυσία που πολέμησε τον εχθρό, ενάντια σε κάθε νέο εχθρό και να ξαναχτίσει την πατρίδα του από τα ερείπια. Ένα ακόμα καινούριο στοιχείο για τον ελληνικό λαό ήταν η οργάνωσή του και η πειθαρχία στις αποφάσεις και τις οδηγίες των καθοδηγητών του.
Τα θετικά του εαμικού κινήματος εκφράστηκαν με τους αγώνες και τις κατακτήσεις του στην περίοδο της κατοχής. Μα στην εκδήλωση της απελευθέρωσης φάνηκε κι ένα αρνητικό στοιχείο που κόστισε ακριβά. Η τυφλή, χωρίς συζήτηση και κριτικό έλεγχο εμπιστοσύνη και πειθαρχία στην ηγεσία του.
Αυτό φάνηκε –λέει ο χατζής- όταν περνούσε από την πατησίων το τελευταίο γερμανικό τμήμα, των αντιαεροπορικών πυροβόλων.
Το πλήθος άνοιγε δρόμο για τα αυτοκίνητα και τα μακρύκαννα πυροβόλα των κατακτητών. Μες στα οχήματα δε βρίσκονταν βέβαια οι αγέρωχοι χιτλερικοί του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά πανικόβλητα όντα έτοιμα να παραδοθούν στη διάθεση του έξαλλου εκείνου πλήθους.
Γιατί γινόταν αυτό; Ήταν η γνωστή μεγαλοψυχία του περήφανου ελληνικού λαού, που όταν είναι νικητής δεν χειροδικεί στο νικημένο αντίπαλό του; Πιθανό να ήταν και μια τέτοια εκδήλωση. Αλλά κύρια ήταν η πίστη στην οργάνωση και η πειθαρχία στη γραμμή που είχε χαράξει αυτή. Να χτυπήσει ο λαός τους γερμανούς μες στην αθήνα , δεν είχε πάρει τέτοια εντολή. Και δεν τους χτύπησε, για μεγάλη έκπληξη των ίδιων των γερμανών και της ντόπιας αντίδρασης.
Ανήσυχος κι απογοητευμένος δε μπορούσα να χαρώ μαζί με τους ωραίους κι ανυποψίαστους αθηναίους. Έφυγα αμέσως για την αττική, όπου ήμουν βέβαιος πως ο ελάς θα τους υποδεχόταν πολύ διαφορετικά. Θα τους χτυπούσε και θα τους εκμηδένιζε. Και δεν είχα άδικο.
Το ότι ο χατζής δεν πέφτει στην παγίδα της εύκολης κριτικής και επίρριψης ευθυνών φαίνεται καθαρά στο επόμενο κεφάλαιο για το ρόλο των συμμάχων, όπου αποκρούει με επιχειρήματα τη γνωστή ιστορία με τα χαρτάκια του τσώρτσιλ, τα ποσοστά και τις σφαίρες επιρροής. Αν κι είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς το συνειρμό βλέποντας πόσο απείχαν χρονικά η γιάλτα με τη βάρκιζα (περίπου μία εβδομάδα). Χωρίς αυτό να σημαίνει κάτι απαραίτητα.
Η ιστορία με τα χαρτάκια πάντως δεν έχει σχέση με τη γιάλτα (συνήθης παρεξήγηση) αλλά με προηγούμενη διμερή συνάντηση τσώρτσιλ και στάλιν στη μόσχα πολλούς μήνες πριν, σχεδόν ταυτόχρονα με την απελευθέρωση της αθήνας.
Ας κλείσουμε ωστόσο με κάτι πανηγυρικό κι αισιόδοξο στο κλίμα της επετείου.
Στις 13 του οχτώβρη ο ριζοσπάστης δημοσίευε το παρακάτω χαιρετιστήριο του πγ της κε του κκε προς το λαό της αθήνας:
Η ηρωική αθήνα είναι πια ελεύθερη. Ο περήφανος λαός της αναπνέει τον αέρα της λευτεριάς. Το κομμουνιστικό κόμμα ελλάδας τις μεγάλες αυτές στιγμές χαιρετίζει τον ηρωικό λαό της αθήνας που τρία ολόκληρα χρόνια αγωνίστηκε θαρραλέα για την απελευθέρωση της ελλάδας μας, τους ήρωες και μάρτυρες της λευτεριάς.
Κομμουνιστές!
Συνεχίστε στο πλευρό της εθνικής κυβέρνησης και των μεγάλων μας συμμάχων με μεγαλύτερη ορμή τον αγώνα για τη απελευθέρωση και της τελευταίας σπιθαμής εδάφους της πατρίδας μας. Για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας κι ακεραιότητας της ελλάδας.
Ζήτω ο ηρωικός ελληνικός λαός.
Ζήτω η αθήνα, η ακρόπολη της ελληνικής λευτεριάς.
Ζήτω η εθνική μας κυβέρνηση
Το πολιτκό γραφείο της κεντρικής επιτροπής του κκε
Και ζήσαμε εμείς κακά και μη χειρότερα
Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010
Για τη λαϊκή δημοκρατία
Οι από κούνια δεξιοί είχαν κάποτε το λαϊκό κόμμα και σήμερα τη λαϊκή δεξιά. Το λάος του καρατζαφέρη έχει το όνομα, αλά όχι την χάρη. Γι’ αυτό πρέπει να προφέρεται πάντα όπως κι η συμπαθής –πάλαι ποτέ- λδ στην χερσόνησο της ινδοκίνας. Οι πασόκοι κάνουν σήμερα πράξη το σύνθημά τους: πασοκ-λαός στην εξουσία για να αποτινάξουν το όποιο λαϊκό παρελθόν τους και τη ρετσινιά του λαϊκισμού από την χρυσή δεκαετία με τις βάτες.
Κι η αριστερά; Το κόμμα έβαλε ό,τι ουσιαστικό υπήρχε με το λαϊκός και κατοχύρωσε πνευματικά δικαιώματα. Λαϊκή ψήφο στη λαϊκή συσπείρωση για να στεριώσει η λαϊκή συμμαχία και το λαϊκό μέτωπο για λαϊκή εξουσία-λαϊκή οικονομία. Ζήτω το λαϊκό τραγούδι! Ένα με το λαό και τους αγώνες του αυτό το κόμμα. Που μπορεί να το λέγαμε και λαϊκό, αλλά μας πρόλαβαν οι δεξιοί.
Στο εσωτερικού και τις παραφυάδες του έβλεπαν πάντα το λαό αφ’ υψηλού. Και για το εξωκοινοβούλιο ο λαός είναι μια αταξική αφαίρεση που υποτάσσει τους εργάτες στους μικροαστούς. Αλλά το 90’ ένα κομμάτι τους με κουκουέ μόρφωση κατέβηκε στις εκλογές ως λαϊκή αντιπολίτευση. Ένα βήμα πίσω από την εργατική της κολοντάι κι ένα μπροστά από την τροτσκίζουσα αριστερή που πάνε να στήσουν τώρα.
Μπέρδεμα υπάρχει και σε άλλες χώρες. Στο λαϊκό κόμμα της ισπανίας βρίσκονται οι πολιτικοί απόγονοι του φράνκο που πολέμησε κάποτε ενάντια στο λαϊκό μέτωπο των κομμουνιστών και των αναρχικών με λίγο πασόκ της εποχής. Αλλά το λαϊκό μέτωπο της γειτονικής γαλλίας την ίδια εποχή ήταν πιο πασόκ και τήρησε ευμενή ουδετερότητα που βόλεψε τους ισπανούς φασίστες. Μύλος..
Η πικρή αλήθεια της ουνιδάδ ποπουλάρ (λαϊκή ενότητα) στην χιλή λέει ότι από στόμια βγαίνει η δύναμη κι όχι από στόματα. Αλλά στη σοβιετία βαυκαλιζόμασταν για το παλλαϊκό κράτος και το ειρηνικό πέρασμα. Και λίγο αργότερα για το σοσιαλισμό με αγορά. Που αν θες να την εκλαϊκεύσεις τη λες και λαϊκή αγορά. Με πάγκους, πραμάτειες και συντρόφους από τη λδ της κίνας και τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Και μαύρους πωλητές να συμβολίζουν τη μαύρη αγορά. Που για τους συμμάχους μας μπορεί να είναι η παραοικονομία και για εμάς κάτι άλλο στα πλαίσια της συμμαχίας.
Κι εμείς εδώ στα καθ’ ημάς; Εμπρός ελάς, ελάς, ελάς για την ελλάδα, το δίκιο και τη λευτεριά. Αλλά ξεχάσαμε να τους βάλουμε ταξικό πρόσημο και την πατήσαμε δύο φορές. Μία με τον παπατζή του και εις την λαοκρατίαν πιστεύουμε. Κι άλλη μία με το γιο του στη ρεβάνς της μεταπολίτευσης. Την πρώτη ως τραγωδία του δεκέμβρη και του δεύτερου αντάρτικου. Και τη δεύτερη με τη φάρσα της πασοκικής αλλαγής και των μη προνομιούχων.
Στην τελική όμως κες κεσέ λαοκρατία; Λαοκρατία κι όχι βασιλιά; Κι όχι μονοπώλια; Λαϊκή κυριαρχία; Ελεύθερο λαϊκό κράτος; Μα αυτά τα κορόιδευε ο μαρξ εκατόν πενήντα χρόνια πριν. Και ο αδερφός του χαλβατζή γιατί δεν τίμησε το όνομά του και βγήκε πασόκος λαοκράτης;
Τι σχέση έχει με τη λαϊκή εξουσία και με τις λαϊκές δημοκρατίες στην ανατολική ευρώπη; Τι παραπάνω είχε η τσεχοσλοβακία κι ήταν σ(οσιαλιστική)δ αντί για λδ; Γιατί δεν ήταν κι η ddr με το ίδιο σκεπτικό σοσιαλιστική; Και τι ακριβώς μπορεί να είναι μια λαοκρατική δημοκρατία (της γερμανίας και γενικώς);
Κι είναι κι ο σύντροφος με το μουστάκι που με μπερδεύει λίγο. Γιατί λέει ότι οι λδ ήταν τρόπος περάσματος στο σοσιαλισμό, σε αντίθεση με το σοβιετικό τρόπο περάσματος που ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου. Για το στάλιν η λαοκρατία δεν ήταν επ' ουδενί σοσιαλισμός. Αλλά ούτε η δικτατορία του προλεταριάτου ήταν. Κι απ’ όσο θυμάμαι την προδομένη επανάσταση κι ο τρότσκι το ίδιο πιστεύει.
Τότε όμως οι σύντροφοι ήταν γενικώς πολύ μπερδεμένοι. Κι ο στάλιν είχε μιλήσει μέχρι και για κράτος στον κομμουνισμό. Κι εγώ αναρωτιέμαι προβοκατόρικα. Αν στο σοσιαλισμό δεν υπάρχει δικτατορία μιας τάξης κι είναι όλες αδελφωμένες και σφιχταγκαλιασμένες, πού ακριβώς μας χαλάει το παλλαϊκό κράτος του μπρέζνιεφ; Και ποιος άνοιξε το δρόμο για να φτάσουμε ως εκεί;
Όλα αυτά είναι δική μας κληρονομιά και δεν απαρνούμαστε τίποτα. Κι αν εγώ μένω μίζερα μόνο στα στραβά δε σημαίνει πως έχει μόνο τέτοια. Η λαοκρατία είναι το κράτος του εργαζόμενου λαού –που λέει κι ο μάκης- που οργανώνεται σε ένα (είναι το) κόμμα για να πάρει την εξουσία και να αρχίσει να ορίζει τις τύχες του. Κι η λαϊκή εξουσία είναι το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο που μπορεί να καταλάβει χωρίς να τρομάξει με ό,τι συνειρμό του φέρνει στο νου ο σοσιαλισμός κι η σοβιετία.
Είτε είναι προπαγάνδα, είτε όχι.
Για να νικήσουμε όμως δεν αρκεί να μην τρομάξουμε τον κόσμο. Πρέπει να τον εμπνεύσουμε. Ο μαρξ έλεγε άλλωστε ότι το πρόβλημα του κράτους στο σοσιαλισμό μπορεί να απαντηθεί μόνο επιστημονικά και τη λύση του δεν την προσεγγίζουμε ούτε στο ελάχιστο, όσες φορές κι αν συνθέσουμε τη λέξη λαός με τη λέξη κράτος.
(Τα παιδιά του λαού συσπειρώνονται στην πουκουσού)
Κι έτσι φάγαμε το κυρίως μέρος με ιστορικές αναδρομές και θεωρίες. Και πρέπει τώρα να στριμώξω στον επίλογο μια απάντηση στο διαχρονικό ερώτημα: τι να κάνουμε; Λες και το βρήκαν άλλοι για να το πω κι εγώ.
Βάζω να παίξει η κασέτα (κάπου-κάπου μασάει):
Πρώτα να το πιάσουμε θεωρητικά. Να σώσουμε και το κμε που αργοπεθαίνει. Να δούμε τη σοβιετική πείρα με όρους πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού. Να ξαναδούμε το κράτος κι επανάσταση. Τα όριά του στην πράξη, τι δεν εφαρμόσαμε (γρου-γρου)... Να δούμε τον καπιταλισμό της εποχής μας (γρου-γρου)…
Και να δούμε και την πράξη. Να πιάσουμε τη συγκυρία χωρίς να γλιστρήσουμε πίσω της και να χάσουμε τον τελικό στόχο. Να δώσουμε όραμα στον κόσμο για να παλέψει. Να αναδείξουμε την προοπτική. Να δέσουμε την τακτική με τη στρατηγική μας. Δηλ τη λαϊκή εξουσία με τη λαϊκή εξουσία. Εντάξει, αυτό το πετύχαμε.
(γρου-γρου)
Να πατάμε στην πραγματικότητα για να μπορέσουμε να τη φέρουμε στα μέτρα μας. Και στα έτοιμα σχήματα της δυαδικής εξουσίας με τα σοβιέτ. Τα οποία προκύπτουν αυθόρμητα, αλλά πάνω στην κοπριά της δικής μας δουλειάς, που είναι πάντα επώδυνη, αλλά μπολιάζει το κίνημα με τις ιδέες μας και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ανθίσει.
(γρου-γρου)
Άργειε να 'ρθει εκείνη η μέρα κι ήταν όλα σκοτεινά.
Όποιος μένει όμως με σταυρωμένα χέρια, θα ανεβαίνει πάντα τον γολγοθά για να τον σταυρώσουν. Κι όταν έρθει η στιγμή της κρίσης και η βραδιά του (τρίτου γύρου, του) τελικού, μοιραία θα φανεί λίγος και κατώτερος της περίστασης.
Κι η αριστερά; Το κόμμα έβαλε ό,τι ουσιαστικό υπήρχε με το λαϊκός και κατοχύρωσε πνευματικά δικαιώματα. Λαϊκή ψήφο στη λαϊκή συσπείρωση για να στεριώσει η λαϊκή συμμαχία και το λαϊκό μέτωπο για λαϊκή εξουσία-λαϊκή οικονομία. Ζήτω το λαϊκό τραγούδι! Ένα με το λαό και τους αγώνες του αυτό το κόμμα. Που μπορεί να το λέγαμε και λαϊκό, αλλά μας πρόλαβαν οι δεξιοί.
Στο εσωτερικού και τις παραφυάδες του έβλεπαν πάντα το λαό αφ’ υψηλού. Και για το εξωκοινοβούλιο ο λαός είναι μια αταξική αφαίρεση που υποτάσσει τους εργάτες στους μικροαστούς. Αλλά το 90’ ένα κομμάτι τους με κουκουέ μόρφωση κατέβηκε στις εκλογές ως λαϊκή αντιπολίτευση. Ένα βήμα πίσω από την εργατική της κολοντάι κι ένα μπροστά από την τροτσκίζουσα αριστερή που πάνε να στήσουν τώρα.
Μπέρδεμα υπάρχει και σε άλλες χώρες. Στο λαϊκό κόμμα της ισπανίας βρίσκονται οι πολιτικοί απόγονοι του φράνκο που πολέμησε κάποτε ενάντια στο λαϊκό μέτωπο των κομμουνιστών και των αναρχικών με λίγο πασόκ της εποχής. Αλλά το λαϊκό μέτωπο της γειτονικής γαλλίας την ίδια εποχή ήταν πιο πασόκ και τήρησε ευμενή ουδετερότητα που βόλεψε τους ισπανούς φασίστες. Μύλος..
Η πικρή αλήθεια της ουνιδάδ ποπουλάρ (λαϊκή ενότητα) στην χιλή λέει ότι από στόμια βγαίνει η δύναμη κι όχι από στόματα. Αλλά στη σοβιετία βαυκαλιζόμασταν για το παλλαϊκό κράτος και το ειρηνικό πέρασμα. Και λίγο αργότερα για το σοσιαλισμό με αγορά. Που αν θες να την εκλαϊκεύσεις τη λες και λαϊκή αγορά. Με πάγκους, πραμάτειες και συντρόφους από τη λδ της κίνας και τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες. Και μαύρους πωλητές να συμβολίζουν τη μαύρη αγορά. Που για τους συμμάχους μας μπορεί να είναι η παραοικονομία και για εμάς κάτι άλλο στα πλαίσια της συμμαχίας.
Κι εμείς εδώ στα καθ’ ημάς; Εμπρός ελάς, ελάς, ελάς για την ελλάδα, το δίκιο και τη λευτεριά. Αλλά ξεχάσαμε να τους βάλουμε ταξικό πρόσημο και την πατήσαμε δύο φορές. Μία με τον παπατζή του και εις την λαοκρατίαν πιστεύουμε. Κι άλλη μία με το γιο του στη ρεβάνς της μεταπολίτευσης. Την πρώτη ως τραγωδία του δεκέμβρη και του δεύτερου αντάρτικου. Και τη δεύτερη με τη φάρσα της πασοκικής αλλαγής και των μη προνομιούχων.
Στην τελική όμως κες κεσέ λαοκρατία; Λαοκρατία κι όχι βασιλιά; Κι όχι μονοπώλια; Λαϊκή κυριαρχία; Ελεύθερο λαϊκό κράτος; Μα αυτά τα κορόιδευε ο μαρξ εκατόν πενήντα χρόνια πριν. Και ο αδερφός του χαλβατζή γιατί δεν τίμησε το όνομά του και βγήκε πασόκος λαοκράτης;
Τι σχέση έχει με τη λαϊκή εξουσία και με τις λαϊκές δημοκρατίες στην ανατολική ευρώπη; Τι παραπάνω είχε η τσεχοσλοβακία κι ήταν σ(οσιαλιστική)δ αντί για λδ; Γιατί δεν ήταν κι η ddr με το ίδιο σκεπτικό σοσιαλιστική; Και τι ακριβώς μπορεί να είναι μια λαοκρατική δημοκρατία (της γερμανίας και γενικώς);
Κι είναι κι ο σύντροφος με το μουστάκι που με μπερδεύει λίγο. Γιατί λέει ότι οι λδ ήταν τρόπος περάσματος στο σοσιαλισμό, σε αντίθεση με το σοβιετικό τρόπο περάσματος που ήταν η δικτατορία του προλεταριάτου. Για το στάλιν η λαοκρατία δεν ήταν επ' ουδενί σοσιαλισμός. Αλλά ούτε η δικτατορία του προλεταριάτου ήταν. Κι απ’ όσο θυμάμαι την προδομένη επανάσταση κι ο τρότσκι το ίδιο πιστεύει.
Τότε όμως οι σύντροφοι ήταν γενικώς πολύ μπερδεμένοι. Κι ο στάλιν είχε μιλήσει μέχρι και για κράτος στον κομμουνισμό. Κι εγώ αναρωτιέμαι προβοκατόρικα. Αν στο σοσιαλισμό δεν υπάρχει δικτατορία μιας τάξης κι είναι όλες αδελφωμένες και σφιχταγκαλιασμένες, πού ακριβώς μας χαλάει το παλλαϊκό κράτος του μπρέζνιεφ; Και ποιος άνοιξε το δρόμο για να φτάσουμε ως εκεί;
Όλα αυτά είναι δική μας κληρονομιά και δεν απαρνούμαστε τίποτα. Κι αν εγώ μένω μίζερα μόνο στα στραβά δε σημαίνει πως έχει μόνο τέτοια. Η λαοκρατία είναι το κράτος του εργαζόμενου λαού –που λέει κι ο μάκης- που οργανώνεται σε ένα (είναι το) κόμμα για να πάρει την εξουσία και να αρχίσει να ορίζει τις τύχες του. Κι η λαϊκή εξουσία είναι το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο που μπορεί να καταλάβει χωρίς να τρομάξει με ό,τι συνειρμό του φέρνει στο νου ο σοσιαλισμός κι η σοβιετία.
Είτε είναι προπαγάνδα, είτε όχι.
Για να νικήσουμε όμως δεν αρκεί να μην τρομάξουμε τον κόσμο. Πρέπει να τον εμπνεύσουμε. Ο μαρξ έλεγε άλλωστε ότι το πρόβλημα του κράτους στο σοσιαλισμό μπορεί να απαντηθεί μόνο επιστημονικά και τη λύση του δεν την προσεγγίζουμε ούτε στο ελάχιστο, όσες φορές κι αν συνθέσουμε τη λέξη λαός με τη λέξη κράτος.
(Τα παιδιά του λαού συσπειρώνονται στην πουκουσού)
Κι έτσι φάγαμε το κυρίως μέρος με ιστορικές αναδρομές και θεωρίες. Και πρέπει τώρα να στριμώξω στον επίλογο μια απάντηση στο διαχρονικό ερώτημα: τι να κάνουμε; Λες και το βρήκαν άλλοι για να το πω κι εγώ.
Βάζω να παίξει η κασέτα (κάπου-κάπου μασάει):
Πρώτα να το πιάσουμε θεωρητικά. Να σώσουμε και το κμε που αργοπεθαίνει. Να δούμε τη σοβιετική πείρα με όρους πολιτικής οικονομίας του σοσιαλισμού. Να ξαναδούμε το κράτος κι επανάσταση. Τα όριά του στην πράξη, τι δεν εφαρμόσαμε (γρου-γρου)... Να δούμε τον καπιταλισμό της εποχής μας (γρου-γρου)…
Και να δούμε και την πράξη. Να πιάσουμε τη συγκυρία χωρίς να γλιστρήσουμε πίσω της και να χάσουμε τον τελικό στόχο. Να δώσουμε όραμα στον κόσμο για να παλέψει. Να αναδείξουμε την προοπτική. Να δέσουμε την τακτική με τη στρατηγική μας. Δηλ τη λαϊκή εξουσία με τη λαϊκή εξουσία. Εντάξει, αυτό το πετύχαμε.
(γρου-γρου)
Να πατάμε στην πραγματικότητα για να μπορέσουμε να τη φέρουμε στα μέτρα μας. Και στα έτοιμα σχήματα της δυαδικής εξουσίας με τα σοβιέτ. Τα οποία προκύπτουν αυθόρμητα, αλλά πάνω στην κοπριά της δικής μας δουλειάς, που είναι πάντα επώδυνη, αλλά μπολιάζει το κίνημα με τις ιδέες μας και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ανθίσει.
(γρου-γρου)
Άργειε να 'ρθει εκείνη η μέρα κι ήταν όλα σκοτεινά.
Όποιος μένει όμως με σταυρωμένα χέρια, θα ανεβαίνει πάντα τον γολγοθά για να τον σταυρώσουν. Κι όταν έρθει η στιγμή της κρίσης και η βραδιά του (τρίτου γύρου, του) τελικού, μοιραία θα φανεί λίγος και κατώτερος της περίστασης.
Παρασκευή 8 Οκτωβρίου 2010
Κομμουνισμός σημαίνει φως (2)
Το ακόλουθο κείμενο έχει ακραίους, εξεζητημένους συνειρμούς κι αμφίβολο ειρμό που κανείς λογικός αναγνώστης δεν είναι υποχρεωμένος να παρακολουθήσει μέχρι τέλους τρώγοντας τα λυσσακά του.
Φώτα-παράσταση-πάμε.
Κάθε τακτική υπηρετεί συγκεκριμένο σκοπό. Πώς γίνεται δηλ να είσαι καλός τακτικιστής αν δεν έχεις στρατηγική; Τα ζιγ-ζαγ της ηγεσίας εξηγούνταν με το άλλαγμα των περιστάσεων και με εκ των υστέρων θεωρητικά άλματα. Πιο πολύ όμως αυτό δείχνει πως οι σοβιετικοί βάδιζαν ψηλαφητά σε πρωτόγνωρα ιστορικά μονοπάτια με τη μέθοδο δοκιμή-λάθος.
Κομμουνισμός σημαίνει φως στο τούνελ της ανθρώπινης προϊστορίας που σκάβει ο καπιταλιστής γερο-τυφλοπόντικας αποσαθρώνοντας τα ίδια του τα θεμέλια. Οι ηρωικοί σταχανοβίτες μαθημένοι σε τούνελ, στοές κι ορυχεία, φέρνανε με το ζήλο τους πιο κοντά το φως. Που ήταν τελικά από το τρένο της ετε και ερχόταν καταπάνω μας απ’ την άλλη κατεύθυνση.
Μόνο η θεωρία μπορούσε να σκίσει το σκοτάδι για να δουν πώς θα προχωρήσουν και να δώσει καύσιμη ύλη στο λυχνάρι τους. Αλλά δεν υπήρχαν τζίνι του αλαντίν και κόλπα με μαγικές ευχές. Ούτε πνεύματα του κακού που έπρεπε να ξορκίσουμε πριν προδώσουν την επανάσταση και γίνουν άρχουσα τάξη.
Τέτοια καύσιμη ύλη ήταν ο κομματικός τύπος κι η διαφώτιση της ίσκρα. Αλλά έγινε η ίσκρα πυρκαγιά κι έκαψε πολλά χλωρά μαζί με τα ξερά των κουλάκων που τα άπλωσαν πάνω στα κολχόζ για ν’ αφήσουν τις πόλεις να πεθάνουν της πείνας μαζί με την επανάσταση.
Κι αρχιπέλαγος –ξέρεις εσύ ποιο- η στάλα. Υποστήκαμε ένα-ένα τα λάθη σαν το μαρτύριο της σταγόνας. Κι άντε τώρα να βρεις ποια ήταν αυτή που ξεχείλισε το ποτήρι και τα κάναμε όλα μούσκεμα.
Πυρ, γυνή και θάλασσα. Τα δυο άκρα αλληλοεξουδετερώνονται και στο τέλος νικάν πάντα οι κεντριστές και μένει η γυνή. Σερσέ λα φαμ, που λέγανε κι οι αρχαίοι ημών γάλλοι στα αστυνομικά μυθιστορήματα. Αν και η σοβιετία μοιάζει πιο πολύ με το όριαν εξπρές, όπου όλοι περνούσαν κι έριχναν μια μαχαιριά κι άντε να βρεις ποια ήταν η μοιραία.
Κι εσύ τέκνον ιωσήφ; Η γυναίκα του πατερούλη δεν πρέπει μόνο να είναι αλλά και να φαίνεται τίμια οπορτουνίστρια. Κι εμείς γυναίκες δε βρίσκαμε ούτε με ποσόστωση στο πολιτ μπιρό. Μόνο στην αρχή η ναντιέζντα που στα ελληνικά σημαίνει ελπίδα και στο τέλος έμεινε κλεισμένη στη φυλακή και στο κουτί της πανδώρας.
Κι η αλεξάντρα κολοντάι που ήταν η πρώτη ‘αντιφρονούσα’ μες στο κόμμα, αλλά όλως περιέργως μόνο αυτή την έβγαλε καθαρή απ’ όλη την παλιά φρουρά, πρέσβειρα στο εξωτερικό, όπου είχε το άλλοθι της άγνοιας και πιο λάσκα τα λουριά για να μη λασκάρει καμιά βίδα με τόσα ζιγκ-ζαγκ στη γραμμή.
Κανονικά, το όνομά της στα ρώσικα προφέρεται καλαντάι. Που συνειρμικά μου θυμίζει τη δική μας τη βουλευτίνα από τη λδ του βορρά, που τη στηρίζουμε γιατί βγήκε μέσα απ’ το κίνημα και τη φωνάζουμε χαϊδευτικά καλαντάλιν(α).
Κι αφού ήρθαμε στα καθ’ ημάς, εμείς έχουμε την αλέκα, που είναι η πρώτη γυναίκα πολιτικός αρχηγός. Αλλά επειδή τους χαλούσε τη σούπα, βιάστηκαν να τη βγάλουν χωρίς θηλυκότητα. Και να πουν ότι έχει στην τσάντα της το μουστάκι του συντρόφου με το μουστάκι. Πολιτική κριτική, όχι αστεία.
Τι λέγαμε όμως; Α, ναι. Για το φόνο της σοβιετίας. Τη σκότωσαν γιατί την αγαπούσαν. Τα σκοτεινά τους κίνητρα μόνο η θεωρία μπορεί να τα φωτίσει.
Αλλά το πεφωτισμένο πουλί της σοφίας πετάει μονάχα το σούρουπο, μας λέει ο χέγκελ. Αφού σβήσουν τα φώτα και νικήσει ο σύγχρονος σκοταδισμός που φέρνει τον εργασιακό μεσαίωνα.
Το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται. Αλλά μες σε τόσο σκοτάδι δε βλέπαμε ούτε τη μύτη μας και πέσαμε στην παγίδα σα μπούφοι. Και τι να το κάνεις τότε το βρωμόπουλο;
Κομμουνισμός σημαίνει φως και σοβιετική εξουσία. Κάπως έτσι το ‘λεγε κι η φόρμουλα του λένιν. Κι άσε τις ειρωνείες του τρότσκυ στην προδομένη επανάσταση. Για την ηγεσία λέει, σοσιαλισμός είναι το ένα τρίτο του εξηλεκτρισμού στη δύση κι η εξουσία της γραφειοκρατίας. Μάλιστα.
Κι αυτή ακριβώς είναι η διαφορά του σοσιαλισμού από τον κομμουνισμό.
Η τέχνη λοιπόν, εμπνέεται από τα αιώνια θέματα, σαν τον έρωτα και το θάνατο. Κι εγώ ασχολούμαι με τη σοβιετία –χωρίς να βαυκαλίζομαι ότι κάνω τέχνη- γιατί ήταν το αιώνιο θέμα του εικοστού αιώνα και συμπυκνώνει όλα τα υπαρξιακά μας που μας οδήγησαν σήμερα στην ψυχοθεραπεία.
Φώτα-παράσταση-πάμε.
Κάθε τακτική υπηρετεί συγκεκριμένο σκοπό. Πώς γίνεται δηλ να είσαι καλός τακτικιστής αν δεν έχεις στρατηγική; Τα ζιγ-ζαγ της ηγεσίας εξηγούνταν με το άλλαγμα των περιστάσεων και με εκ των υστέρων θεωρητικά άλματα. Πιο πολύ όμως αυτό δείχνει πως οι σοβιετικοί βάδιζαν ψηλαφητά σε πρωτόγνωρα ιστορικά μονοπάτια με τη μέθοδο δοκιμή-λάθος.
Κομμουνισμός σημαίνει φως στο τούνελ της ανθρώπινης προϊστορίας που σκάβει ο καπιταλιστής γερο-τυφλοπόντικας αποσαθρώνοντας τα ίδια του τα θεμέλια. Οι ηρωικοί σταχανοβίτες μαθημένοι σε τούνελ, στοές κι ορυχεία, φέρνανε με το ζήλο τους πιο κοντά το φως. Που ήταν τελικά από το τρένο της ετε και ερχόταν καταπάνω μας απ’ την άλλη κατεύθυνση.
Μόνο η θεωρία μπορούσε να σκίσει το σκοτάδι για να δουν πώς θα προχωρήσουν και να δώσει καύσιμη ύλη στο λυχνάρι τους. Αλλά δεν υπήρχαν τζίνι του αλαντίν και κόλπα με μαγικές ευχές. Ούτε πνεύματα του κακού που έπρεπε να ξορκίσουμε πριν προδώσουν την επανάσταση και γίνουν άρχουσα τάξη.
Τέτοια καύσιμη ύλη ήταν ο κομματικός τύπος κι η διαφώτιση της ίσκρα. Αλλά έγινε η ίσκρα πυρκαγιά κι έκαψε πολλά χλωρά μαζί με τα ξερά των κουλάκων που τα άπλωσαν πάνω στα κολχόζ για ν’ αφήσουν τις πόλεις να πεθάνουν της πείνας μαζί με την επανάσταση.
Κι αρχιπέλαγος –ξέρεις εσύ ποιο- η στάλα. Υποστήκαμε ένα-ένα τα λάθη σαν το μαρτύριο της σταγόνας. Κι άντε τώρα να βρεις ποια ήταν αυτή που ξεχείλισε το ποτήρι και τα κάναμε όλα μούσκεμα.
Πυρ, γυνή και θάλασσα. Τα δυο άκρα αλληλοεξουδετερώνονται και στο τέλος νικάν πάντα οι κεντριστές και μένει η γυνή. Σερσέ λα φαμ, που λέγανε κι οι αρχαίοι ημών γάλλοι στα αστυνομικά μυθιστορήματα. Αν και η σοβιετία μοιάζει πιο πολύ με το όριαν εξπρές, όπου όλοι περνούσαν κι έριχναν μια μαχαιριά κι άντε να βρεις ποια ήταν η μοιραία.
Κι εσύ τέκνον ιωσήφ; Η γυναίκα του πατερούλη δεν πρέπει μόνο να είναι αλλά και να φαίνεται τίμια οπορτουνίστρια. Κι εμείς γυναίκες δε βρίσκαμε ούτε με ποσόστωση στο πολιτ μπιρό. Μόνο στην αρχή η ναντιέζντα που στα ελληνικά σημαίνει ελπίδα και στο τέλος έμεινε κλεισμένη στη φυλακή και στο κουτί της πανδώρας.
Κι η αλεξάντρα κολοντάι που ήταν η πρώτη ‘αντιφρονούσα’ μες στο κόμμα, αλλά όλως περιέργως μόνο αυτή την έβγαλε καθαρή απ’ όλη την παλιά φρουρά, πρέσβειρα στο εξωτερικό, όπου είχε το άλλοθι της άγνοιας και πιο λάσκα τα λουριά για να μη λασκάρει καμιά βίδα με τόσα ζιγκ-ζαγκ στη γραμμή.
Κανονικά, το όνομά της στα ρώσικα προφέρεται καλαντάι. Που συνειρμικά μου θυμίζει τη δική μας τη βουλευτίνα από τη λδ του βορρά, που τη στηρίζουμε γιατί βγήκε μέσα απ’ το κίνημα και τη φωνάζουμε χαϊδευτικά καλαντάλιν(α).
Κι αφού ήρθαμε στα καθ’ ημάς, εμείς έχουμε την αλέκα, που είναι η πρώτη γυναίκα πολιτικός αρχηγός. Αλλά επειδή τους χαλούσε τη σούπα, βιάστηκαν να τη βγάλουν χωρίς θηλυκότητα. Και να πουν ότι έχει στην τσάντα της το μουστάκι του συντρόφου με το μουστάκι. Πολιτική κριτική, όχι αστεία.
Τι λέγαμε όμως; Α, ναι. Για το φόνο της σοβιετίας. Τη σκότωσαν γιατί την αγαπούσαν. Τα σκοτεινά τους κίνητρα μόνο η θεωρία μπορεί να τα φωτίσει.
Αλλά το πεφωτισμένο πουλί της σοφίας πετάει μονάχα το σούρουπο, μας λέει ο χέγκελ. Αφού σβήσουν τα φώτα και νικήσει ο σύγχρονος σκοταδισμός που φέρνει τον εργασιακό μεσαίωνα.
Το έξυπνο πουλί από τη μύτη πιάνεται. Αλλά μες σε τόσο σκοτάδι δε βλέπαμε ούτε τη μύτη μας και πέσαμε στην παγίδα σα μπούφοι. Και τι να το κάνεις τότε το βρωμόπουλο;
Κομμουνισμός σημαίνει φως και σοβιετική εξουσία. Κάπως έτσι το ‘λεγε κι η φόρμουλα του λένιν. Κι άσε τις ειρωνείες του τρότσκυ στην προδομένη επανάσταση. Για την ηγεσία λέει, σοσιαλισμός είναι το ένα τρίτο του εξηλεκτρισμού στη δύση κι η εξουσία της γραφειοκρατίας. Μάλιστα.
Κι αυτή ακριβώς είναι η διαφορά του σοσιαλισμού από τον κομμουνισμό.
Η τέχνη λοιπόν, εμπνέεται από τα αιώνια θέματα, σαν τον έρωτα και το θάνατο. Κι εγώ ασχολούμαι με τη σοβιετία –χωρίς να βαυκαλίζομαι ότι κάνω τέχνη- γιατί ήταν το αιώνιο θέμα του εικοστού αιώνα και συμπυκνώνει όλα τα υπαρξιακά μας που μας οδήγησαν σήμερα στην ψυχοθεραπεία.