Η κε του μπλοκ προβληματίστηκε ιδιαίτερα για το αν έπρεπε να γράψει ένα τέτοιο κείμενο ή όχι. Τελικά το έγραψε κατόπιν προτροπής κάποιων συντρόφων (αναγνωστών, ή από το κοντινό μου περιβάλλον) πιστεύοντας ότι μπορεί να εκφράζει ερωτήματα και προβληματισμούς κι άλλων, και με τη λογική ότι σε μια δημόσια τοποθέτηση πρέπει να είναι δημόσιος κι ο όποιος αντίλογος.
Κι εδώ μπαίνει ένα πρώτο σοβαρό ζήτημα. Αφενός γιατί ο αλέκος χαλβατζής (εφεξής Α.Χ από τα αρχικά του) επιλέγει ν’ ανοίξει δημόσια μια συζήτηση, στην οποία δύσκολα θα υπάρξει επίσημος αντίλογος από το κουκουέ, γιατί αυτό αφορά τα εσωοργανωτικά του κι εκεί θα γίνει η όποια σχετική συζήτηση. Κι αφετέρου γιατί τα σχόλια στο μπλογκ του Α.Χ είναι κλειστά κι επομένως δεν υπάρχει η δυνατότητα για δημόσιο αντίλογο απ’ όποιον θα το επιθυμούσε.
Θα μου πεις, καλά κάνει από μία άποψη, γιατί αλλιώς θα έγραφε ο κάθε πικραμένος τον πόνο του στα σχόλια και θα χανόταν το τόπι –όπως γίνεται κι εδώ καμιά φορά άλλωστε. Αυτό όμως δεν αρκεί ως δικαιολογία. Θα μπορούσε απλώς να ενεργοποιήσει τη δυνατότητα προέγκρισης σχολίων, ώστε να αποφύγει τις ύβρεις και τις κακεντρέχειες από κάθε κατεύθυνση, ή ακόμα και τα ασφαλίτικα σχόλια.
Για να το θέσω διαφορετικά, ας υποθέσουμε ότι κάποιος διαβάζει αυτό το κείμενο, διαφωνεί ή και εξοργίζεται με όσα διαβάζει και θέλει να μου απαντήσει, αλλά εγώ έχω κλείσει τα σχόλια. Δε θα ήταν λίγο άδικο; Θα μπορούσε μόνο να μου στείλει κάποιο προσωπικό μήνυμα με e-mail. Κι εν τέλει εκεί κατευθύνει και ο υιός Α.Χ την όποια ανάδραση με τους αναγνώστες της ανάρτησης του. Αλλά αυτό είναι το λιγότερο.
Πρώτα, κάποιες εισαγωγικές παρατηρήσεις σε αυτόν τον αντίλογο – που πρέπει να ιδωθεί ακριβώς ως τέτοιος, δηλαδή αντί-λογος σε κάποια επιμέρους σημεία, κι όχι συνολική απάντηση ή πολιτικός λόγος με ολοκληρωμένη αντιπαράθεση.
Κάποιοι σύντροφοι λένε ότι η ανάρτηση του χαλβατζή είναι εγωκεντρική, με πολλές αναφορές στο πρόσωπό του και συνεπώς κάπως αλλαζονική. Αυτό όμως δικαιολογείται εν μέρει, γιατί ο Α.Χ περιγράφει πώς βίωσε ο ίδιος την εκτροπή και παραθέτει παραδείγματα που τον οδήγησαν σε αυτό το συμπέρασμα.
Τα παραδείγματα όμως συνιστούν μάλλον περιπτωσιολογία παρά απόδειξη. Έτσι αρκετά συμπεράσματα μένουν έωλα (πχ η εκτίμηση ότι το κόμμα βρίσκεται στη χειρότερη περίοδο της ιστορίας του), συνάγονται με γενικεύσεις ή λογικά άλματα και απαιτούν περαιτέρω τεκμηρίωση –σ’ ένα κείμενο που έχει ωστόσο ξεφύγει ήδη αρκετά σε έκταση.
Κάποιοι άλλοι σύντροφοι λένε ότι είναι απαράδεκτο να βγαίνει αυτό το γράμμα δημόσια, γιατί δίνει πάτημα στον ταξικό εχθρό, για να χτυπήσει το κόμμα σε μια πολύ δύσκολη περίοδο. Η αλήθεια είναι όμως πως από τη στιγμή που ο Α.Χ είχε φτάσει σε αυτά τα συμπεράσματα, είχε δικαίωμα και υποχρέωση να τα εκθέσει ευρύτερα. Το «ευρύτερα» βέβαια, δε σημαίνει απαραιτήτως δημόσια, τουλάχιστον όχι πριν εξαντλήσει κανείς κάθε μέσο που του παρέχει το κόμμα για να το πείσει για την άποψή του. Ακόμα και το συνέδριο.
Ούτε απαλάσσει τον Α.Χ. από την ευθύνη του για κάποια σημεία και διατυπώσεις, όπως πχ το «λαθρεπιβάτες στο τιμόνι του κόμματος». Κι είναι αυτά ακριβώς που διάλεξε να αξιοποιήσει και να αναπαράγει από το γράμμα του χαλβατζή ο αστικός τύπος – που δεν είχε βρει αντίστοιχο πάτημα στην αρχική του ανάρτηση για την αποχώρηση του από το κόμμα. Παρόλα αυτα θεωρώ ότι η δημοσίευση της επιστολής του ήταν στα όρια του θεμιτού και χρήζει πολιτικής απάντησης, επί της ουσίας των όσων λέει.
Η δική μου ένσταση έχει να κάνει κυρίως με τη χρονική στιγμή που επέλεξε να το κάνει. Όχι τόσο επειδή είναι μια κρίσιμη καμπή για το κίνημα και την ταξική πάλη. Όποια στιγμή κι αν το δημοσίευε, λίγο πολύ αυτό θα ίσχυε. Αλλά επειδή το έκανε σε μια περίοδο, που τα πάντα μυρίζουν εκλογές και τα αστικά επιτελεία θα χρησιμοποιήσουν οτιδήποτε για να θολώσουν τα νερά και να ψαρέψουν συνειδήσεις.
Έχουν περάσει δύο σχεδόν χρόνια από τότε που έστειλε το γράμμα στην κε του κουκουέ, και ενάμισης χρόνος απ’ τη στιγμή που έφυγε απ’ το κόμμα και άνοιξε το μπλογκ του. Γιατί δεν το δημοσίευσε νωρίτερα; Τι μεσολάβησε και του άλλαξε γνώμη; Τα γεγονότα της 12ης φλεβάρη; Σε κάθε περίπτωση η χρονική στιγμή που επέλεξε ήταν μάλλον άστοχη.
Υπάρχουν επίσης κι αυτοί που λένε ότι η ανάρτηση του Α.Χ λέει πολλά πράγματα, αλλά χωρίς πολλή ουσία από πολιτική άποψη. Δε συμφωνώ ακριβώς. Κατά την προσωπική μου αντίληψη ο Α.Χ θέτει δύο σοβαρά πολιτικά ζητήματα.
Το πρώτο έχει να κάνει με την –κατά τον ίδιο- μετατροπή της αντιιμπεριαλιστικής γραμμής συσπείρωσης του ααδμ σε αντικαπιταλιστική. Κάτι που συνδέεται άμεσα με την εκτίμηση για το χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού και τη θέση του στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.
Αυτό το θέμα χρήζει ειδικής ανάρτησης, την οποία έχω αναβάλλει επανειλημμένα το τελευταίο διάστημα, κύριως λόγω προσωπικής αδυναμίας να πιάσω ολοκληρωμένα το θέμα. Αυτό που θα ήθελα να επισημάνω επί του παρόντος, είναι η στάση αρκετών σχολιαστών που πρόσκεινται σε δυνάμεις του εξωκοινοβουλίου. Αντί να κρατήσουν αυτό το σημείο απ’ όσα λέει ο Α.Χ και να το αξιοποιήσουν, για να υποστηρίξουν πχ ότι η ‘στροφή’ του κκε δικαιώνει τη δική τους πολιτική εκτίμηση για μια σειρά ζητήματα, επιλέγουν να σταθούν σε άλλα σημεία και να μιλήσουν πχ ‘για φραξιονισμό και αντιδημοκρατική λειτουργία στο κκε’ για να «δικαιώσουν» την ύπαρξη αυτών ακριβώς των χαρακτηριστικών στις δικές τους γραμμές. Αλλά αυτό κι αν είναι το λιγότερο.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την πολιτική μας στο θέμα των συσπειρώσεων και σ’ ένα δεύτερο επίπεδο με τη σύνδεση του οικονομικού με τον πολιτικό, ιδεολογικό αγώνα. Κάποιες από τις παρατηρήσεις του Α.Χ για τη δομή και λειτουργία των συσπειρώσεων (παμε, μασ) είναι καίριες και βάσιμες. Υπάρχουν όμως δύο βασικές ενστάσεις.
Το πρόβλημα της σχέσης των συσπειρώσεων με την οργανωμένη πρωτοπορία είναι διαχρονικό. Η πανσπουδαστική για παράδειγμα δεν είχε ποτέ τις δομές που έχει το μασ με τους εκλεγμένους αντιπροσώπους και τις συνδιασκέψεις, κι αυτό παρά τη διαρκή κι ηρωική της άνοδο στα χρόνια της ανασυγκρότησης (άλλο αν το μασ δε συνοδεύει τις δομές και με αποτελέσματα).
Αφετέρου όποιος διαβάσει προσεκτικά το κομμάτι της επιστολής για την παρέμβασή μας στο κίνημα και τις μάζες, θα διαπιστώσει ότι ο Α.Χ ουσιαστικά διαφωνεί με την ίδια την ύπαρξη του παμε (δε θεωρούσε τη συγκρότησή του μονόδρομο). Κι αυτή η βασική διαφωνία του επισκιάζει (αν δεν ακυρώνει) τις υπόλοιπες για όλα τα επιμέρους. Παρόλ’ αυτά ο Α.Χ επιλέγει να μην την αναλύσει διεξοδικά κι απλώς την υπονοεί.
Παρακάτω, επαναλαμβάνει τη θέση του λένιν ότι την ταξική πάλη συναποτελούν ο οικονομικός, ο πολιτικός και ο ιδεολογικός αγώνας, που είναι ανασπόσπαστοι μεταξύ τους. Αφήνοντας να εννοηθεί ότι το κόμμα προβάλλει –ακόμα και στα συνδικάτα- μόνο το τρίτο, δηλ τη ζύμωση για το σοσιαλισμό, υποβαθμίζοντας τ’ άλλα δύο μέρη που οδηγούν στο στρατηγικό στόχο. Μπαίνει όμως το ερώτημα. Δεν είναι ακριβώς σε περιόδους κρίσης που αναδεικνύεται εκ των πραγμάτων η σημασία της ζύμωσης του στρατηγικού στόχου ως εναλλακτικής πρότασης στα αδιέξοδα του συστήματος, η οποία δένει και με τα πιο «μικρά» μέτωπα πάλης;
Ωστόσο, αυτό που πρωτίστως φαίνεται να απασχολεί τον Α.Χ, περισσότερο κι από την ουσία της εκτροπής που καταγγέλλει, είναι ο τρόπος με τον οποίο έγινε. Βάσει σχεδιασμού και από τα πάνω. Με εκφοβισμό και εξαγορά όσων καταλάβαιναν κάποια πράγματα. Με όχημα τη νεολαία. Με στοχοποίηση των ανήσυχων και των διαφωνούντων. Την ταύτιση τους με σκιάχτρα και προβοκάτορες. Με σταδιακή διολίσθηση σε μεσοβέζικες διατυπώσεις και αργότερα στην αντικατάσταση των θέσεων του κόμματος. Με άλλα λόγια στα «μουλωχτά».
Δεν είμαι σε θέση να επιβεβαιώσω ή ν’ απορρίψω με στοιχεία όσα λέει ο Α.Χ, αλλά κάποιοι από τους ισχυρισμούς του είναι αρκετά προβληματικοί. Αν πιστεύει πχ ότι κάποια ανώτατα στελέχη «καταλαβαίνουν τι γίνεται» αλλά συναινούν δια της σιωπής, για να μην χάσουν τη θέση τους και εξαγοράζονται, αμφισβητεί εμμέσως τη δυνατότητα του επαγγελματικού στελέχους ενός κκ, να εκφράζει ελεύθερα τη γνώμη του, ή να διαφωνήσει σε ένα ζήτημα και να διαχωρίσει τη θέση του από την πλειοψηφία. Τίθεται συνεπώς εν αμφιβόλω, συνολικά η δυνατότητα σωστής λειτουργίας του θεσμού του επαγγελματικού στελέχους (σημειωτέον ότι υπήρξε κι ο ίδιος τέτοιο στέλεχος).
Αν πάλι πιστεύει ότι μια μερίδα της καθοδήγησης κατόρθωσε να επιβάλει «στα μουλωχτά» την εκτροπή από το πρόγραμμα και τις κομματικές αναλύσεις, αμφισβητεί έμμεσα –αν όχι ευθέως- τη δημοκρατική λειτουργία του κόμματος στο οποίο βρέθηκε κι έδρασε. Άρα το παιχνίδι ήταν χαμένο εξ αρχής.
Το μόνο στοιχείο που μπορεί να επιβεβαιώσει ένας εξωτερικός παρατηρητής είναι η αναφορά στις θέσεις του 10ου συνεδρίου της κνε στην αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική γραμμή. Αυτή όμως έγινε στις θέσεις του κσ, που είναι συλλογικό, καθοδηγητικό όργανο και πέρασε από το συνέδριο, που είναι το ανώτερο όργανο, κι όχι με κάποια συνωμοσία, ή πλάγια μέθοδο.
Αυτό το κεφάλαιο της «διολίσθησης» προσωπικά μου θυμίζει μια αποστροφή του λιγκατσόφ στο βιβλίο του για το γκόρμπι. Στα πρώτα χρόνια της περεστρόικα, η σοβιετική ηγεσία μιλούσε για «διαφορετικές μορφές υλοποίησης της σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας». Αυτό αργότερα, έφτασε να γίνει δια της παραφθοράς «διαφορετικές μορφές σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας». Για να διολισθήσει τελικά στη φράση «διαφορετικές μορφές ιδιοκτησίας» που εισήγαγε κι επίσημα τον καπιταλισμό στη σοβιετική οικονομία.
Η περίπτωση της σοβιετίας προσφέρεται για περισσότερους ιντριγκαδόρικους συνειρμούς και παραλληλισμούς με το θέμα μας.
Ένα συνέδριο που σηματοδοτεί τη στροφή στη γραμμή του κόμματος. Η κομσομόλ που είχε φτάσει να έχει δεκάδες εκατομμύρια μέλη στη δεκαετία του 80’ (χωρίς να δέσει διαλεκτικά την ποσότητα με την ποιότητα). Ο γκόρμπι που κρατούσε για τον εαυτό του ρόλο εξισσοροπιστή, αλλά τελικά είχε πρωταγωνιστική εμπλοκή στις ανατροπές. Το «γραφειοκρατικό θερμιδώρ» και το κάλεσμα προς τη βάση για «αντιγραφειοκρατική επανάσταση», αφού σε επίπεδο κορυφής έχει χαθεί η μάχη. Κι άλλα τέτοια ιντριγκαδόρικα, για να περνάει η ώρα.
Αρκεί όμως μια στροφή σε επίπεδο ηγεσίας, για να ακυρώσει τα επαναστατικά χαρακτηριστικά ενός κόμματος ή μιας κοινωνίας; Οι κορυφές καθορίζουν το σύνολο; Δε θυμίζουν κάπως αυτά την εκτίμηση του μ-λ ρεύματος για την εσσδ μετά το 56’; Αν υπάρχει βέβαια κάποιος βάσιμος, λογικός πυρήνας σε αυτή την εκτίμηση, το πιο σημαντικό δεν είναι αν είχαμε ακόμα σοσιαλισμό το 70’ και το 80’ αλλά να αποτρέψουμε την περεστρόικα που έρχεται.
Και ποια είναι τα κίνητρα αυτής της ηγετικής ομάδας, που αναφέρει ο Α.Χ; Ποιες δυνάμεις την ανέδειξαν; Και με ποιες βαθύτερες, κοινωνικές διεργασίες συνδέεται αυτή η ανάδειξη; Ποιοι λόγοι οδήγησαν σε αυτήν;
Η πορεία της εδα πχ κι η στροφή του κόμματος μετά το 56’, μπορεί να αποδοθεί στις τάσεις συμβιβασμού ενός μέρους του κινήματος, μπροστά στις δυσκολίες και τις θυσίες της σκληρής και μακράς παρανομίας του κόμματος, στις μεταπολεμικές συνθήκες. Η «σύγχρονη στροφή» τι ακριβώς έρχεται να εκφράσει;
Ο Α.Χ αναγνωρίζει αυτή την έλλειψη στο κείμενό του και λέει ότι χρειάζεται περεταίρω μελέτη για να απαντηθούν αυτά τα ζητήματα.
Αυτό που περιγράφει όμως, δεν επιδέχεται πολλών ερμηνειών. Δεν αναφέρεται απλώς σε μια λανθασμένη πολιτική γραμμή, που μπορεί να καταστεί ολέθρια (αυτό θα ήταν ζήτημα προς συζήτηση). Κάνει λόγο για μια σχεδιασμένη εκτροπή που μεθοδεύτηκε από τα πάνω. Με άλλα λόγια περιγράφει ένα είδος «περεστρόικα», μια αντεπανάσταση σε μικρογραφία εντός του κκε (εξ ου κι ο συνειρμός με το λιγκατσόφ, που δεν ήταν εντελώς άσχετος).
Κι αυτό μόνο ένα πράγμα μπορεί να σημαίνει. Ότι ο ταξικός εχθρός έχει βάλει στο χέρι το κκε και το οδήγησε στην εκτροπή. Αυτή φαίνεται να είναι σε τελική ανάλυση η εκτίμηση του Α.Χ., (κι ας μην το αναφέρει ξεκάθαρα). Για αυτό καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κόμμα διανύει την χειρότερη περίοδο της ιστορίας του. Γι’ αυτό πιθανότατα λέει κι ότι ο αστικός τύπος προβάλλει –ολοένα και πιο συχνά- με εκθειαστικά σχόλια τη δράση του κκε και του παμε.
Αυτή η εξήγηση όμως πείθει ελάχιστο κόσμο, από εξωτερικούς παρατηρητές ή οργανωμένους συντρόφους, γιατί προσκρούει στην άμεση, καθημερινή εμπειρία τους, πρώτα απ’ όλα. Γι’ αυτό και πολλοί από αυτούς, υποδέχονται με θυμό ή και με ειρωνεία το γράμμα του χαλβατζή και τα πολιτικά του συμπεράσματα, ακόμα κι αν συμφωνούν (ή προβληματίζονται) με επιμέρους σημεία του.
Όποιος έχει καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα με τον Α.Χ και θέλει να πείσει γι’ αυτά τον κόσμο του κουκουέ (συμπεριλαμβάνω και τον εαυτό μου σε αυτόν) οφείλει να το κάνει με πολύ πιο πειστικό τρόπο και κυρίως με τεκμήρια κι ονόματα. Ή αλλιώς να περιμένει τα γεγονότα να τον επιβεβαιώσουν, ή να τον διαψεύσουν.
Κλείνω αυτήν την ανάρτηση με μια παρατήρηση για τα σκιάχτρα, που έκανε κι ο Α.Χ στο δικό του κείμενο. Πρέπει να μάθουμε να κρίνουμε την πολιτική ουσία μιας τοποθέτησης, χωρίς να την τσουβαλιάζουμε και να την ταυτίζουμε με διάφορα σκιάχτρα: πχ πράκτορες, τροτσκιστές, μίσθαρνα όργανα, και πάει λέγοντας. Κι αυτό ισχύει γενικώς, κι εκατέρωθεν. Όχι μόνο από τη μία πλευρά.
Ελπίζω τα σχόλια να μην κινηθούν σε αυτό το επίπεδο και να μην ξεπέσουν σε συγκρίσεις πέους, ραντεβού θανάτου για ξύλο, κι άλλα τέτοια «συντροφικά» κι ασφαλίτικα.
Ως υστερόγραφο: υπενθυμίζω μια παλιότερη ανάρτηση της κε του μπλοκ, για το δεκέμβρη του 08’, όπου είχε ανοίξει μια αρκετά ενδιαφέρουσα συζήτηση στα σχόλια για μια σειρά ζητήματα, μεταξύ ενός ανώνυμου και του «κάποιου που σκέφτεται». Σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται να είναι μάλλον άσχετη με το θέμα μας. Ή μήπως όχι;
Κι εδώ μπαίνει ένα πρώτο σοβαρό ζήτημα. Αφενός γιατί ο αλέκος χαλβατζής (εφεξής Α.Χ από τα αρχικά του) επιλέγει ν’ ανοίξει δημόσια μια συζήτηση, στην οποία δύσκολα θα υπάρξει επίσημος αντίλογος από το κουκουέ, γιατί αυτό αφορά τα εσωοργανωτικά του κι εκεί θα γίνει η όποια σχετική συζήτηση. Κι αφετέρου γιατί τα σχόλια στο μπλογκ του Α.Χ είναι κλειστά κι επομένως δεν υπάρχει η δυνατότητα για δημόσιο αντίλογο απ’ όποιον θα το επιθυμούσε.
Θα μου πεις, καλά κάνει από μία άποψη, γιατί αλλιώς θα έγραφε ο κάθε πικραμένος τον πόνο του στα σχόλια και θα χανόταν το τόπι –όπως γίνεται κι εδώ καμιά φορά άλλωστε. Αυτό όμως δεν αρκεί ως δικαιολογία. Θα μπορούσε απλώς να ενεργοποιήσει τη δυνατότητα προέγκρισης σχολίων, ώστε να αποφύγει τις ύβρεις και τις κακεντρέχειες από κάθε κατεύθυνση, ή ακόμα και τα ασφαλίτικα σχόλια.
Για να το θέσω διαφορετικά, ας υποθέσουμε ότι κάποιος διαβάζει αυτό το κείμενο, διαφωνεί ή και εξοργίζεται με όσα διαβάζει και θέλει να μου απαντήσει, αλλά εγώ έχω κλείσει τα σχόλια. Δε θα ήταν λίγο άδικο; Θα μπορούσε μόνο να μου στείλει κάποιο προσωπικό μήνυμα με e-mail. Κι εν τέλει εκεί κατευθύνει και ο υιός Α.Χ την όποια ανάδραση με τους αναγνώστες της ανάρτησης του. Αλλά αυτό είναι το λιγότερο.
Πρώτα, κάποιες εισαγωγικές παρατηρήσεις σε αυτόν τον αντίλογο – που πρέπει να ιδωθεί ακριβώς ως τέτοιος, δηλαδή αντί-λογος σε κάποια επιμέρους σημεία, κι όχι συνολική απάντηση ή πολιτικός λόγος με ολοκληρωμένη αντιπαράθεση.
Κάποιοι σύντροφοι λένε ότι η ανάρτηση του χαλβατζή είναι εγωκεντρική, με πολλές αναφορές στο πρόσωπό του και συνεπώς κάπως αλλαζονική. Αυτό όμως δικαιολογείται εν μέρει, γιατί ο Α.Χ περιγράφει πώς βίωσε ο ίδιος την εκτροπή και παραθέτει παραδείγματα που τον οδήγησαν σε αυτό το συμπέρασμα.
Τα παραδείγματα όμως συνιστούν μάλλον περιπτωσιολογία παρά απόδειξη. Έτσι αρκετά συμπεράσματα μένουν έωλα (πχ η εκτίμηση ότι το κόμμα βρίσκεται στη χειρότερη περίοδο της ιστορίας του), συνάγονται με γενικεύσεις ή λογικά άλματα και απαιτούν περαιτέρω τεκμηρίωση –σ’ ένα κείμενο που έχει ωστόσο ξεφύγει ήδη αρκετά σε έκταση.
Κάποιοι άλλοι σύντροφοι λένε ότι είναι απαράδεκτο να βγαίνει αυτό το γράμμα δημόσια, γιατί δίνει πάτημα στον ταξικό εχθρό, για να χτυπήσει το κόμμα σε μια πολύ δύσκολη περίοδο. Η αλήθεια είναι όμως πως από τη στιγμή που ο Α.Χ είχε φτάσει σε αυτά τα συμπεράσματα, είχε δικαίωμα και υποχρέωση να τα εκθέσει ευρύτερα. Το «ευρύτερα» βέβαια, δε σημαίνει απαραιτήτως δημόσια, τουλάχιστον όχι πριν εξαντλήσει κανείς κάθε μέσο που του παρέχει το κόμμα για να το πείσει για την άποψή του. Ακόμα και το συνέδριο.
Ούτε απαλάσσει τον Α.Χ. από την ευθύνη του για κάποια σημεία και διατυπώσεις, όπως πχ το «λαθρεπιβάτες στο τιμόνι του κόμματος». Κι είναι αυτά ακριβώς που διάλεξε να αξιοποιήσει και να αναπαράγει από το γράμμα του χαλβατζή ο αστικός τύπος – που δεν είχε βρει αντίστοιχο πάτημα στην αρχική του ανάρτηση για την αποχώρηση του από το κόμμα. Παρόλα αυτα θεωρώ ότι η δημοσίευση της επιστολής του ήταν στα όρια του θεμιτού και χρήζει πολιτικής απάντησης, επί της ουσίας των όσων λέει.
Η δική μου ένσταση έχει να κάνει κυρίως με τη χρονική στιγμή που επέλεξε να το κάνει. Όχι τόσο επειδή είναι μια κρίσιμη καμπή για το κίνημα και την ταξική πάλη. Όποια στιγμή κι αν το δημοσίευε, λίγο πολύ αυτό θα ίσχυε. Αλλά επειδή το έκανε σε μια περίοδο, που τα πάντα μυρίζουν εκλογές και τα αστικά επιτελεία θα χρησιμοποιήσουν οτιδήποτε για να θολώσουν τα νερά και να ψαρέψουν συνειδήσεις.
Έχουν περάσει δύο σχεδόν χρόνια από τότε που έστειλε το γράμμα στην κε του κουκουέ, και ενάμισης χρόνος απ’ τη στιγμή που έφυγε απ’ το κόμμα και άνοιξε το μπλογκ του. Γιατί δεν το δημοσίευσε νωρίτερα; Τι μεσολάβησε και του άλλαξε γνώμη; Τα γεγονότα της 12ης φλεβάρη; Σε κάθε περίπτωση η χρονική στιγμή που επέλεξε ήταν μάλλον άστοχη.
Υπάρχουν επίσης κι αυτοί που λένε ότι η ανάρτηση του Α.Χ λέει πολλά πράγματα, αλλά χωρίς πολλή ουσία από πολιτική άποψη. Δε συμφωνώ ακριβώς. Κατά την προσωπική μου αντίληψη ο Α.Χ θέτει δύο σοβαρά πολιτικά ζητήματα.
Το πρώτο έχει να κάνει με την –κατά τον ίδιο- μετατροπή της αντιιμπεριαλιστικής γραμμής συσπείρωσης του ααδμ σε αντικαπιταλιστική. Κάτι που συνδέεται άμεσα με την εκτίμηση για το χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού και τη θέση του στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.
Αυτό το θέμα χρήζει ειδικής ανάρτησης, την οποία έχω αναβάλλει επανειλημμένα το τελευταίο διάστημα, κύριως λόγω προσωπικής αδυναμίας να πιάσω ολοκληρωμένα το θέμα. Αυτό που θα ήθελα να επισημάνω επί του παρόντος, είναι η στάση αρκετών σχολιαστών που πρόσκεινται σε δυνάμεις του εξωκοινοβουλίου. Αντί να κρατήσουν αυτό το σημείο απ’ όσα λέει ο Α.Χ και να το αξιοποιήσουν, για να υποστηρίξουν πχ ότι η ‘στροφή’ του κκε δικαιώνει τη δική τους πολιτική εκτίμηση για μια σειρά ζητήματα, επιλέγουν να σταθούν σε άλλα σημεία και να μιλήσουν πχ ‘για φραξιονισμό και αντιδημοκρατική λειτουργία στο κκε’ για να «δικαιώσουν» την ύπαρξη αυτών ακριβώς των χαρακτηριστικών στις δικές τους γραμμές. Αλλά αυτό κι αν είναι το λιγότερο.
Το δεύτερο έχει να κάνει με την πολιτική μας στο θέμα των συσπειρώσεων και σ’ ένα δεύτερο επίπεδο με τη σύνδεση του οικονομικού με τον πολιτικό, ιδεολογικό αγώνα. Κάποιες από τις παρατηρήσεις του Α.Χ για τη δομή και λειτουργία των συσπειρώσεων (παμε, μασ) είναι καίριες και βάσιμες. Υπάρχουν όμως δύο βασικές ενστάσεις.
Το πρόβλημα της σχέσης των συσπειρώσεων με την οργανωμένη πρωτοπορία είναι διαχρονικό. Η πανσπουδαστική για παράδειγμα δεν είχε ποτέ τις δομές που έχει το μασ με τους εκλεγμένους αντιπροσώπους και τις συνδιασκέψεις, κι αυτό παρά τη διαρκή κι ηρωική της άνοδο στα χρόνια της ανασυγκρότησης (άλλο αν το μασ δε συνοδεύει τις δομές και με αποτελέσματα).
Αφετέρου όποιος διαβάσει προσεκτικά το κομμάτι της επιστολής για την παρέμβασή μας στο κίνημα και τις μάζες, θα διαπιστώσει ότι ο Α.Χ ουσιαστικά διαφωνεί με την ίδια την ύπαρξη του παμε (δε θεωρούσε τη συγκρότησή του μονόδρομο). Κι αυτή η βασική διαφωνία του επισκιάζει (αν δεν ακυρώνει) τις υπόλοιπες για όλα τα επιμέρους. Παρόλ’ αυτά ο Α.Χ επιλέγει να μην την αναλύσει διεξοδικά κι απλώς την υπονοεί.
Παρακάτω, επαναλαμβάνει τη θέση του λένιν ότι την ταξική πάλη συναποτελούν ο οικονομικός, ο πολιτικός και ο ιδεολογικός αγώνας, που είναι ανασπόσπαστοι μεταξύ τους. Αφήνοντας να εννοηθεί ότι το κόμμα προβάλλει –ακόμα και στα συνδικάτα- μόνο το τρίτο, δηλ τη ζύμωση για το σοσιαλισμό, υποβαθμίζοντας τ’ άλλα δύο μέρη που οδηγούν στο στρατηγικό στόχο. Μπαίνει όμως το ερώτημα. Δεν είναι ακριβώς σε περιόδους κρίσης που αναδεικνύεται εκ των πραγμάτων η σημασία της ζύμωσης του στρατηγικού στόχου ως εναλλακτικής πρότασης στα αδιέξοδα του συστήματος, η οποία δένει και με τα πιο «μικρά» μέτωπα πάλης;
Ωστόσο, αυτό που πρωτίστως φαίνεται να απασχολεί τον Α.Χ, περισσότερο κι από την ουσία της εκτροπής που καταγγέλλει, είναι ο τρόπος με τον οποίο έγινε. Βάσει σχεδιασμού και από τα πάνω. Με εκφοβισμό και εξαγορά όσων καταλάβαιναν κάποια πράγματα. Με όχημα τη νεολαία. Με στοχοποίηση των ανήσυχων και των διαφωνούντων. Την ταύτιση τους με σκιάχτρα και προβοκάτορες. Με σταδιακή διολίσθηση σε μεσοβέζικες διατυπώσεις και αργότερα στην αντικατάσταση των θέσεων του κόμματος. Με άλλα λόγια στα «μουλωχτά».
Δεν είμαι σε θέση να επιβεβαιώσω ή ν’ απορρίψω με στοιχεία όσα λέει ο Α.Χ, αλλά κάποιοι από τους ισχυρισμούς του είναι αρκετά προβληματικοί. Αν πιστεύει πχ ότι κάποια ανώτατα στελέχη «καταλαβαίνουν τι γίνεται» αλλά συναινούν δια της σιωπής, για να μην χάσουν τη θέση τους και εξαγοράζονται, αμφισβητεί εμμέσως τη δυνατότητα του επαγγελματικού στελέχους ενός κκ, να εκφράζει ελεύθερα τη γνώμη του, ή να διαφωνήσει σε ένα ζήτημα και να διαχωρίσει τη θέση του από την πλειοψηφία. Τίθεται συνεπώς εν αμφιβόλω, συνολικά η δυνατότητα σωστής λειτουργίας του θεσμού του επαγγελματικού στελέχους (σημειωτέον ότι υπήρξε κι ο ίδιος τέτοιο στέλεχος).
Αν πάλι πιστεύει ότι μια μερίδα της καθοδήγησης κατόρθωσε να επιβάλει «στα μουλωχτά» την εκτροπή από το πρόγραμμα και τις κομματικές αναλύσεις, αμφισβητεί έμμεσα –αν όχι ευθέως- τη δημοκρατική λειτουργία του κόμματος στο οποίο βρέθηκε κι έδρασε. Άρα το παιχνίδι ήταν χαμένο εξ αρχής.
Το μόνο στοιχείο που μπορεί να επιβεβαιώσει ένας εξωτερικός παρατηρητής είναι η αναφορά στις θέσεις του 10ου συνεδρίου της κνε στην αντιμονοπωλιακή, αντικαπιταλιστική γραμμή. Αυτή όμως έγινε στις θέσεις του κσ, που είναι συλλογικό, καθοδηγητικό όργανο και πέρασε από το συνέδριο, που είναι το ανώτερο όργανο, κι όχι με κάποια συνωμοσία, ή πλάγια μέθοδο.
Αυτό το κεφάλαιο της «διολίσθησης» προσωπικά μου θυμίζει μια αποστροφή του λιγκατσόφ στο βιβλίο του για το γκόρμπι. Στα πρώτα χρόνια της περεστρόικα, η σοβιετική ηγεσία μιλούσε για «διαφορετικές μορφές υλοποίησης της σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας». Αυτό αργότερα, έφτασε να γίνει δια της παραφθοράς «διαφορετικές μορφές σοσιαλιστικής ιδιοκτησίας». Για να διολισθήσει τελικά στη φράση «διαφορετικές μορφές ιδιοκτησίας» που εισήγαγε κι επίσημα τον καπιταλισμό στη σοβιετική οικονομία.
Η περίπτωση της σοβιετίας προσφέρεται για περισσότερους ιντριγκαδόρικους συνειρμούς και παραλληλισμούς με το θέμα μας.
Ένα συνέδριο που σηματοδοτεί τη στροφή στη γραμμή του κόμματος. Η κομσομόλ που είχε φτάσει να έχει δεκάδες εκατομμύρια μέλη στη δεκαετία του 80’ (χωρίς να δέσει διαλεκτικά την ποσότητα με την ποιότητα). Ο γκόρμπι που κρατούσε για τον εαυτό του ρόλο εξισσοροπιστή, αλλά τελικά είχε πρωταγωνιστική εμπλοκή στις ανατροπές. Το «γραφειοκρατικό θερμιδώρ» και το κάλεσμα προς τη βάση για «αντιγραφειοκρατική επανάσταση», αφού σε επίπεδο κορυφής έχει χαθεί η μάχη. Κι άλλα τέτοια ιντριγκαδόρικα, για να περνάει η ώρα.
Αρκεί όμως μια στροφή σε επίπεδο ηγεσίας, για να ακυρώσει τα επαναστατικά χαρακτηριστικά ενός κόμματος ή μιας κοινωνίας; Οι κορυφές καθορίζουν το σύνολο; Δε θυμίζουν κάπως αυτά την εκτίμηση του μ-λ ρεύματος για την εσσδ μετά το 56’; Αν υπάρχει βέβαια κάποιος βάσιμος, λογικός πυρήνας σε αυτή την εκτίμηση, το πιο σημαντικό δεν είναι αν είχαμε ακόμα σοσιαλισμό το 70’ και το 80’ αλλά να αποτρέψουμε την περεστρόικα που έρχεται.
Και ποια είναι τα κίνητρα αυτής της ηγετικής ομάδας, που αναφέρει ο Α.Χ; Ποιες δυνάμεις την ανέδειξαν; Και με ποιες βαθύτερες, κοινωνικές διεργασίες συνδέεται αυτή η ανάδειξη; Ποιοι λόγοι οδήγησαν σε αυτήν;
Η πορεία της εδα πχ κι η στροφή του κόμματος μετά το 56’, μπορεί να αποδοθεί στις τάσεις συμβιβασμού ενός μέρους του κινήματος, μπροστά στις δυσκολίες και τις θυσίες της σκληρής και μακράς παρανομίας του κόμματος, στις μεταπολεμικές συνθήκες. Η «σύγχρονη στροφή» τι ακριβώς έρχεται να εκφράσει;
Ο Α.Χ αναγνωρίζει αυτή την έλλειψη στο κείμενό του και λέει ότι χρειάζεται περεταίρω μελέτη για να απαντηθούν αυτά τα ζητήματα.
Αυτό που περιγράφει όμως, δεν επιδέχεται πολλών ερμηνειών. Δεν αναφέρεται απλώς σε μια λανθασμένη πολιτική γραμμή, που μπορεί να καταστεί ολέθρια (αυτό θα ήταν ζήτημα προς συζήτηση). Κάνει λόγο για μια σχεδιασμένη εκτροπή που μεθοδεύτηκε από τα πάνω. Με άλλα λόγια περιγράφει ένα είδος «περεστρόικα», μια αντεπανάσταση σε μικρογραφία εντός του κκε (εξ ου κι ο συνειρμός με το λιγκατσόφ, που δεν ήταν εντελώς άσχετος).
Κι αυτό μόνο ένα πράγμα μπορεί να σημαίνει. Ότι ο ταξικός εχθρός έχει βάλει στο χέρι το κκε και το οδήγησε στην εκτροπή. Αυτή φαίνεται να είναι σε τελική ανάλυση η εκτίμηση του Α.Χ., (κι ας μην το αναφέρει ξεκάθαρα). Για αυτό καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κόμμα διανύει την χειρότερη περίοδο της ιστορίας του. Γι’ αυτό πιθανότατα λέει κι ότι ο αστικός τύπος προβάλλει –ολοένα και πιο συχνά- με εκθειαστικά σχόλια τη δράση του κκε και του παμε.
Αυτή η εξήγηση όμως πείθει ελάχιστο κόσμο, από εξωτερικούς παρατηρητές ή οργανωμένους συντρόφους, γιατί προσκρούει στην άμεση, καθημερινή εμπειρία τους, πρώτα απ’ όλα. Γι’ αυτό και πολλοί από αυτούς, υποδέχονται με θυμό ή και με ειρωνεία το γράμμα του χαλβατζή και τα πολιτικά του συμπεράσματα, ακόμα κι αν συμφωνούν (ή προβληματίζονται) με επιμέρους σημεία του.
Όποιος έχει καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα με τον Α.Χ και θέλει να πείσει γι’ αυτά τον κόσμο του κουκουέ (συμπεριλαμβάνω και τον εαυτό μου σε αυτόν) οφείλει να το κάνει με πολύ πιο πειστικό τρόπο και κυρίως με τεκμήρια κι ονόματα. Ή αλλιώς να περιμένει τα γεγονότα να τον επιβεβαιώσουν, ή να τον διαψεύσουν.
Κλείνω αυτήν την ανάρτηση με μια παρατήρηση για τα σκιάχτρα, που έκανε κι ο Α.Χ στο δικό του κείμενο. Πρέπει να μάθουμε να κρίνουμε την πολιτική ουσία μιας τοποθέτησης, χωρίς να την τσουβαλιάζουμε και να την ταυτίζουμε με διάφορα σκιάχτρα: πχ πράκτορες, τροτσκιστές, μίσθαρνα όργανα, και πάει λέγοντας. Κι αυτό ισχύει γενικώς, κι εκατέρωθεν. Όχι μόνο από τη μία πλευρά.
Ελπίζω τα σχόλια να μην κινηθούν σε αυτό το επίπεδο και να μην ξεπέσουν σε συγκρίσεις πέους, ραντεβού θανάτου για ξύλο, κι άλλα τέτοια «συντροφικά» κι ασφαλίτικα.
Ως υστερόγραφο: υπενθυμίζω μια παλιότερη ανάρτηση της κε του μπλοκ, για το δεκέμβρη του 08’, όπου είχε ανοίξει μια αρκετά ενδιαφέρουσα συζήτηση στα σχόλια για μια σειρά ζητήματα, μεταξύ ενός ανώνυμου και του «κάποιου που σκέφτεται». Σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται να είναι μάλλον άσχετη με το θέμα μας. Ή μήπως όχι;