Εγώ δε θέλω στη ζωή να κυβερνήσω, θέλω να μείνω οπαδός φανατικός, έγραφε ο άσιμος στα χαιρετίσματα για τον δίσκο του παπακωνσταντίνου.
Σε ποια εξουσία όμως σύντροφε βασίλη; Και στη σοσιαλιστική εξουσία
μήπως;
Εντάξει, κανονικά η απάντηση είναι όχι. Αλλά τότε που βγήκε το
τραγούδι κι έμπαινε το ερώτημα, χρειαζόταν κι ένας αποχαιρετισμός στη σοβιετική
εξουσία, που μεταλλασσόταν σταδιακά και βάδιζε προς το τέλος της.
Αποχαιρέτα την λοιπόν την αλεξάνδρεια που χάνεις. Κι αν φτωχική τη
βρήκες, δε σε γέλασε.
Είναι όμως το
ίδιο πράγμα, εξουσία και κυβέρνηση; Ταυτίζονται δηλ ως έννοιες;
Αυτό ήταν το βασανιστικό ερώτημα που απασχόλησε το συντονιστικό της εξέγερσης του δεκέμβρη στην θεσσαλονίκη,
όπως και διάφορες συνελεύσεις κατά καιρούς, όπου συνυπάρχουν συντροφικά αναρχία
κι εξωκοινοβούλιο, στις διάφορες παραλλαγές τους. Βασανιστικό γιατί η απάντηση
σκόνταφτε στο ίδιο πάντα σημείο κι ανακυκλωνόταν μέχρι να ξαναφτάσει εκεί.
Καθώς οι μεν έβαζαν το σύνθημα κάτω
η κυβέρνηση των δολοφόνων, κι οι δε το έβρισκαν λειψό κι ήθελαν να μπει: κάτω το κράτος.
Όπως σε μια συνέλευση πρωτοβάθμιου με αντίστοιχη σύνθεση, όπου
είχαν το κουμάντο οι μαυροκόκκινοι. Κι ένας μαύρος που έψαχνε οπωσδήποτε να
διαφοροποιηθεί από αυτόν που κοκκίνιζε, πήγε το θέμα στο σοσιαλισμό.
-Δηλαδή εσύ θέλεις εργατικό κράτος; –Ναι, του λέει ο άλλος.
-Δηλαδή εργατική εξουσία. –Ε ναι, του ξαναλέει ο άλλος.
-Ναι αλλά εγώ δε θέλω καμία εξουσία..! Τέζα και βραχυκύκλωμα.
Οι αναρχικοί ταυτίζουν περίπου την έννοια της εξουσίας με την
ιεραρχία. Κι όπως οι αστοί μιλάνε γενικά για διεφθαρμένες κυβερνήσεις
προκειμένου να αποκρύψουν την ουσία και το μεγαλύτερο μέρος της ληστείας που
γίνεται νόμιμα κι ηθικά, έτσι κι οι αναρχικοί πιστεύουν ότι κάθε εξουσία
–γενικά κι αφηρημένα- διαφθείρει. Και την καταδικάζουν από όπου και αν
προέρχεται, ανεξαρτήτως ταξικού περιεχομένου.
Από μαρξιστική σκοπιά –κι αυτή είναι που μας ενδιαφέρει- οι δύο
έννοιες σαφώς και δεν ταυτίζονται. Έβαζαν πχ το 81’ οι πασόκοι το σύνθημα: πασοκ-λαος στην εξουσία. Τελικά
ήρθε το πασοκ στην κυβέρνηση, άφησε άθικτη την εξουσία των καπιταλιστών στους
χώρους δουλειάς και ο λαός έμεινε με τον τρίτο (τον μακρύτερο) δρόμο του πασοκ
στο χέρι. Ενώ το σύνθημα πασοκ-λαος
στην εξουσία, έγινε πραγματικότητα με 30 χρόνια καθυστέρηση, στην
συγκυβέρνηση παπαδήμου.
Άλλο πράγμα ποιο κόμμα είναι στην κυβέρνηση και άλλο ποια τάξη
έχει την εξουσία. Η τελευταία έχει τη δύναμη να ανεβάζει και να κατεβάζει κατά
το δοκούν κυβερνήσεις, όπως θα έκανε με το υπαλληλικό της προσωπικό, για
παράδειγμα. Αλλά μια κυβέρνηση δε μπορεί από μόνη της να ανατρέψει το σύστημα
της ταξικής εκμετάλλευσης. Αυτό θα είναι έργο των μαζών, της τάξης που
υφίσταται την εκμετάλλευση. Χωρίς την δράση της καμία κυβέρνηση, όσο
ριζοσπαστική κι αν είναι –καμία πρωτοπορία εν γένει- δε θα μπορεί να σταθεί
ούτε για μια μέρα. Οι ανατροπές δε γίνονται με κυβερνητικά διατάγματα, αλλά με
ταξική πάλη, που κινεί την ιστορία, και την τάξη ως ζωντανό κι ενεργό ιστορικό
υποκείμενο.
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Ότι το θέμα δεν είναι να βγει από τις
εκλογές μια κυβέρνηση κουκουέ ή ενός συνασπισμού κομμάτων της αριστεράς, που
φοριέται πολύ τελευταία (αλλά εκτός από αποπροσανατολιστικό είναι κι ανέφικτο
στην παρούσα φάση, καθώς το μπόνους των πενήντα εδρών αφορά αυτόνομα το πρώτο
κόμμα, όχι συνασπισμούς κομμάτων. Οπότε πλασάρεται μάλλον εκ του πονηρού).
Το θέμα είναι να έρθει στην εξουσία ο εργαζόμενος λαός, δηλαδή η
εργατική τάξη και τα σύμμαχα στρώματα. Να πάρει στα χέρια του την κατάσταση,
την πολιτική εξουσία και τη διεύθυνση της οικονομίας. Αυτή είναι η έννοια της
λαϊκής εξουσίας-οικονομίας και σε αυτά τα πλαίσια θα προωθήσουν οι κομμουνιστές
τη δική τους αντίληψη για τον σοσιαλισμό –που ταυτίζεται με τη λ ε-ο) και τις
νομοτέλειες της οικοδόμησής του.
Αν οι συσχετισμοί στην κάλπη δεν έχουν αντίκρισμα στην κοινωνία,
αν ένα καλό εκλογικό αποτέλεσμα δε συνοδευτεί από δυνατό, εργατικό κίνημα, αυτή
η κυβέρνηση θα έχει δεμένα τα χέρια της και θα φάει το κεφάλι της στην πρώτη
σύγκρουση με την τάξη που πραγματικά έχει την εξουσία. Γιατί η εξουσία δεν
κρίνεται στο κοινοβούλιο, αλλά από το αν έχεις δύναμη και μηχανισμό να
επιβάλεις τη θέλησή σου.
Στην ευρωπαϊκή ένωση για παράδειγμα –όπως λέει κι η αλέκα δε θα
φοβηθούν τον τσίπρα και την παπαρήγα που θα χτυπήσουνε το χέρι στο τραπέζι της
διαπραγμάτευσης, λες και είναι μπαμπούλες. Μπαμπούλας γι’ αυτούς είναι ο ίδιος
ο λαός και το φάντασμα του κομμουνιστικού μανιφέστου, που πλανάται πάνω από την
ευρώπη και τον κόσμο, απειλώντας να πάρει σάρκα και οστά.
Γιατί λοιπόν γίνεται τέτοιος ντόρος για το αν θέλει ή όχι το
κουκουέ να κυβερνήσει; Αφενός γιατί η αστική προπαγάνδα είναι αήττητη σαν τη
βλακεία κι απευθύνεται σε ομοίους της, λέγοντας ότι αν ποτέ πάρει το κκε την
εξουσία, δε θα ξέρει τι να την κάνει και θα την επιστρέψει, γιατί είναι κόμμα
διαμαρτυρίας και δε συμμαζεύεται. Και να τα λένε αυτά κάτι κύριοι που έτσι και
πάρουμε την εξουσία, θα δώσουν και την ψυχή τους για τη νίκη της
αντεπανάστασης, γιατί θα παίζουν την περιουσία και το κεφάλι τους.
Αφετέρου γιατί υπάρχουν και αρκετοί αριστερούτσικοι που
σπεκουλάρουν αναπαράγοντας αυτό ακριβώς το σημείο της αστικής προπαγάνδας.
Ονειρεύονται όμως διερευνητικές εντολές και υπουργεία, δείχνοντας έτσι το δικό
τους κυβερνητικό ορίζοντα, που δε θίγει τα ιερά και όσια της αστικής εξουσίας:
την ευρωπαϊκή ένωση και την οικονομία της αγοράς.
Έφτασε ο παπατζής ο τσίπρας να εγκαλέσει χτες το κουκουέ, γιατί
-λέει- δεν εφαρμόζει το πρόγραμμά του, που λέει περίπου ότι σε συνθήκες κινηματικής ανόδου,
μπορεί να προκύψει μια κυβέρνηση αντι-ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, με βάση το
κοινοβούλιο. Ενώ πιο πάνω λέει πως όταν ξεκινήσει η επαναστατική
διαδικασία, μπορεί να προκύψει κυβέρνηση, χωρίς εκλογές, ως όργανο της λαϊκής
εξουσίας.
Για στάσου λίγο ρε αλέξη. Εσύ δηλ τι από αυτά βλέπεις να ισχύει
σήμερα; Πιστεύεις μήπως ότι η ευρωλαγνεία σας καθιστά το σύριζα
αντι-ιμπεριαλιστική δύναμη; Ή θεωρείς ότι είμαστε σε προ-επαναστατική
κατάσταση; Η τελευταία ως γνωστόν ορίστηκε ως εξής απ’ το βλαδίμηρο: Όταν οι από πάνω δεν μπορούν να
κυβερνήσουν όπως πριν και οι από κάτω δίνουν εντολή στους μενσεβίκους για
κυβέρνηση της αριστεράς. Αλέξη
τσίπρα σώσε μας...
Πέρα από τις τσιπ(ου)ρολογίες όμως, το θέμα του προγράμματος είναι
υπαρκτό και καίριο, όσο πληθαίνουν τα αδιέξοδα του αστικού πολιτικού συστήματος
και οι εφεδρείες του καίγονται, η μία μετά την άλλη.
Θυμάμαι μια όβα στην κνε για το πρόγραμμα του κόμματος, όπου ένας
σφος είχε ρωτήσει για αυτή την περιβόητη φράση «μπορεί να προκύψει κυβέρνηση»,
αν αυτό το «μπορεί» σημαίνει δύναται ή ενδέχεται.
Οπότε στο καπάκι είχαμε ερωτήσεις πάνω… στην ερώτηση, για να καταλάβουν κι οι
άλλοι τι ακριβώς ρώτησε.
Ε να, το ένα σημαίνει ότι παίζει και να… ενώ το άλλο ότι
μπορούμε, επειδή θέλουμε… Και ο νοών νοείτω…
Ενώ σε μία άλλη όβα είχαν εμβαθύνει στην ανάλυση κειμένου και
εξέταζαν το συντακτικό μιας άλλης επίμαχης φράσης. Το κουκουέ επιδιώκει μια τέτοια
κυβέρνηση με τη δράση της να συμβάλει στην έναρξη της επαναστατικής
διαδικασίας... Αλλά ποιο
είναι το αντικείμενο; Η κυβέρνηση ή όλη η πρόταση; Και μπαίνει κόμμα μετά το
κόμμα που επιδιώκει ή όχι;
Πρώτη εκδοχή: Το
κουκουέ (Υποκ) επιδιώκει (Ρ) μια
κυβέρνηση (Α)...
Δεύτερη εκδοχή: Το
κουκουέ (Υποκ) επιδιώκει (Ρ), [ώστε να υπάρχει] μια κυβέρνηση,
που με τη δράση της… αντικείμενο μπαίνει όλη η πρόταση και το νόημα της
περιόδου αλλάζει.
Μια κυβέρνηση όμως με τη δική του συμμετοχή ή όχι; Τι έχουμε,
ταυτοπροσωπία ή ετεροπροσωπία;
Αυτά στους αμύητους μπορεί να μοιάζουν με διαμάχες για τη σωστή
ερμηνεία των γραφών και να τους θυμίζουν το χριστιανικό «πίστευε και μη
ερεύνα», όπου θεωρητικά αν βάλεις το κόμμα μετά το μη, αλλάζει το νόημα της
φράσης που έχει -υποτίθεται- παρερμηνευτεί.
Αλλά αυτή είναι μια επιφανειακή ομοιότητα. Πίσω από αυτήν υπάρχει
πολύ ζουμί, το οποίο μπορεί να συμπυκνωθεί σε ένα κουβάρι ερωτήματα που
προκύπτουν εύλογα.
Μπορεί να προκύψει μια αντι-ιμπεριαλιστική κυβέρνηση που να
βοηθήσει ή να επισπεύσει τη λύση της σοσιαλιστικής επανάστασης; Με τι πρόγραμμα
κι από ποιους θα αποτελείται; Θεωρούμε πιθανό-εφικτό σήμερα αυτό το ενδεχόμενο,
ή μήπως πρέπει να το αποκλείσουμε εξ αρχής και από θέση αρχής;
Μπορεί να επαναληφθεί το παράδειγμα της βενεζουέλας και άλλων
χωρών της λατινικής αμερικής; Τι συμπεράσματα –θετικά κι αρνητικά- βγαίνουν από
την εμπειρία αυτών των εγχειρημάτων στη λατινική αμερική;
Τι θα κάνουμε αν η ραγδαία πτώση των αστικών κομμάτων μας
αναδείξει τα επόμενα χρόνια εκλογικά πρώτη δύναμη, χωρίς όμως να έχει ωριμάσει
ακόμα σε αντίστοιχο επίπεδο ο υποκειμενικός παράγοντας για να προχωρήσεις σε
βαθύτερες, επαναστατικές αλλαγές;
Όσο πιο συγκεκριμένα γίνονται αυτά τα ερωτήματα από την ίδια τη
ροή των πραγμάτων, τόσο ανεβαίνει ο πήχης για τους κομμουνιστές, μπαίνουν
μπροστά τους νέα καθήκοντα, καινούριας ποιότητας. Να πείσουν τον κόσμο, να τον
συσπειρώσουν και να οργανώσουν τα πρωτοπόρα στοιχεία, να έχουν ευέλικτη τακτική
και ολοκληρωμένο σχέδιο.
Το βασικότερο όμως είναι να
μην χάνουν το στρατηγικό τους μπούσουλα. Να ετοιμάζονται για την κρίσιμη μάχη.
Και να έχουν πάντα στο μυαλό τους αυτό που λέει ο λένιν στο κράτος
κι επανάσταση. Ότι η εργατική τάξη δε θα καταλάβει απλώς την εξουσία με τον
έτοιμο, κρατικό μηχανισμό της αστικής τάξης. Θα τον τσακίσει και
θα εγκαθιδρύσει ένα νέου τύπου κράτος της σοβιετικής εξουσίας.