Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Ποτέ ξανά φασισμός

Οι πρόσφατες εξελίξεις επισπεύδουν τη δημοσίευση μιας ανάρτησης, που θα κολλούσε ίσως καλύτερα το νοέμβρη, στην επέτειο των 40χρονων του πολυτεχνείου.

Μετά την επταετία της χούντας των συνταγματαρχών κυριάρχησε το σύνθημα «ποτέ ξανά φασισμός». Αλλά με τα χρόνια άρχισε να επαναλαμβάνεται μηχανικά σαν τσιτάτο κι έπρεπε να σκάψεις βαθιά στη συνείδησή σου, κάτω από τη λάμψη των πολιτικών-κινηματικών αστέρων που το είχαν για ψωμοτύρι, για να θυμηθείς την πραγματική του αξία. Ενώ στο τέλος κατέληξε να (μου) ακούγεται σαν εκείνο το «ποτέ ξανά πρωτάθλημα στον πειραιά», που τραγουδούσε το 96’ σε έκσταση ο… καπετάνιος βαρδινογιάννης. Κι όλοι θυμόμαστε τι ακολούθησε στη συνέχεια… Το πρώτο σερί τίτλων μάλιστα κράτησε ακριβώς μια επταετία, για να τηρηθεί η σημειολογία.

Η γραφική καρικατούρα στρατιωτικού συνδέσμου που ανακοίνωσε την κίνησή της για τις 28 σεπτέμβρη –λες και τα πραξικοπήματα προαναγγέλλονται επισήμως στο διαδίκτυο, για να μας δώσουν χρόνο να προετοιμαστούμε- ενεργοποίησε ξεχασμένα αντανακλαστικά στον κόσμο του κινήματος και σκόρπισε ερωτηματικά. Λες να ξαναζήσουμε τη φρίκη του φασισμού –που ήδη την ξαναζούμε ως ένα βαθμό- και να δούμε μια σύγχρονη εκδοχή χούντας των έφεδρων αξιωματικών; Και το πρωί του σαββάτου ξυπνήσαμε με αγωνία να δούμε το ιστορικό πρωτοσέλιδο της αυγής «γιατί δε θα γίνει πραξικόπημα στην ελλάδα». Αντ’ αυτού όμως είδαμε στις οθόνες το θρίαμβο της αστικής δημοκρατίας, που έπιασε τους σύγχρονους χουντικούς με τις πιτζάμες.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα ή ως τραγωδία, όπως κι η χούντα είχε αναβιώσει μια κωμικοτραγική εκδοχή-καρικατούρα του παρελθόντος με τις φιέστες αρχαιοελληνικού μεγαλείου. Και σήμερα το κράτος φαίνεται να διαλύει το παρακράτος, όπως τότε, το 67’, το παρακράτος φαινόταν να καταλύει το κράτος. Αλλά τα φαινόμενα απατούν μόνο όσους δεν έχουν ταξικό κριτήριο. Ποια είναι λοιπόν τα ταξικά διδάγματα που βγάζουμε από την ιστορική μας πείρα, για να μην ξαναζήσουμε τη φαρσοτραγωδία των απριλιανών και των ιδεολογικών τους απογόνων;

Το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντήσουμε είναι τι ήταν αυτό που καθόρισε την επιβολή της χούντας, την αναγκαιότητα και τους σκοπούς της. Αν δε μοιραζόμαστε τις επαναστατικές ονειρώξεις των αριστεριστών ότι στην περίοδο των ιουλιανών η εξουσία κυλούσε στους δρόμους, περιμένοντας να απλώσουμε το χέρι και να την πάρουμε, πρέπει να παραδεχτούμε πως δεν προέκυπτε η ύπαρξη κάποιας σοβαρής κι οργανωμένης απειλής για την αστική εξουσία –κι αυτό φάνηκε τις πρώτες μέρες της (εύκολης) επικράτησής της, που ήρθε κατ’ ουσίαν χωρίς αντίπαλο. Πόσο μάλλον που η πολιτική γραμμή του κόμματος εκείνη την περίοδο το ευνούχιζε, το άφηνε χωρίς κομματικές οργανώσεις και το καθιστούσε ουρά της ‘προοδευτικής-ριζοσπαστικής’ πτέρυγας του αστικού πολιτικού κόσμου.

Συνεπώς πρέπει να αναζητήσουμε βαθύτερα τα αίτιά της και να τα εξετάσουμε παράλληλα με το συναρτώμενο ερώτημα: τι ήταν αυτό που επέβαλε την πτώση της δικτατορίας; Η εξέγερση του πολυτεχνείου ήταν αναμφίβολα ηρωική στιγμή και κορύφωση της αντίστασης στην χούντα, αλλά απείχε αρκετά από το να γκρεμίσει το καθεστώς των συνταγματαρχών. Αυτό που όντως έκανε –κι είναι μια πολύτιμη συνεισφορά, που δεν ακυρώνεται- είναι πως έκαψε το χαρτί της φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος και την ‘ομαλή μετάβαση’ σε μια κουτσουρεμένη κοινοβουλευτική δημοκρατία με περιορισμένες ελευθερίες και δικαιώματα
Μια κίνηση που με διαφορετικούς όρους και ζητούμενα θυμίζει ίσως τη σημερινή προσπάθεια της κυβέρνησης σαμαρά να αναβαπτιστεί στα δημοκρατικά ιδεώδη, όπου καμία θέση δεν έχει ο ναζισμός και τα άκρα, κτλ, κτλ.

Η αρχή και το τέλος της χούντας συνδέονται και με μια σειρά διεθνείς παραμέτρους: το πρώτο πείραμα μπανανίας στην ευρώπη, η κύπρος και ο αττίλας, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην περιοχή και η σύγκρουση με το σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Πρωτίστως όμως ήταν ένας ελιγμός για την καλύτερη διαχείριση της λαϊκής οργής, που θα καθίστατο πολύ επικίνδυνη αν γκρέμιζε με τη δυναμική της το απριλιανό καθεστώς. Ενώ με αυτή την ‘ομαλή μετάβαση’ (που θύμιζε εν μέρει τελετή παραλαβής-παράδοσης) η αστική εξουσία πρόλαβε τα χειρότερα και απέκτησε συγκυριακό πλεονέκτημα που το εξαργύρωσε με το περιβόητο δίλημμα «καραμανλής ή τανκς».

Που προσπαθεί να το αντιγράψει σα φάρσα και σήμερα με το αντίστοιχο «σαμαράς ή τάγματα εφόδου» -λες και δεν προέρχονται από την ίδια μήτρα- και με το σύγχρονο παπανδρέου να περιμένει στη γωνία. Κι είναι εντυπωσιακό πόσο εύκολα εγκλωβίζονται σε αυτά τα ψευδοδιλήμματα όσοι πίνουν νερό στο όνομα της (γενικής κι αφηρημένης) δημοκρατίας, κι αρνιούνται να θέσουν το πραγματικό δίλλημα της εποχής: σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα. Ή όπως θα ‘λεγε και το λαϊκό στρώμα (που κοροϊδεύει την κοινωνία και δεν πρόκειται να γράψει ποτέ το τρίτο μέρος): χούντα του προλεταριάτου ή χούντα του αστάτου.

Αν κοιτάξουμε σήμερα ωστόσο τη διεθνή διπλωματική σκακιέρα, θα διαπιστώσουμε ότι η «πολιτική μόδα» των μπανανιών έχει αλλάξει και ότι οι σύγχρονες τάσεις είναι οι διάφορες πολύχρωμες επαναστάσεις του φέισμπουκ και του πληκτρολογίου, σαν τα λουλούδια της αραβικής (ή μήπως τσεχοσλοβάκικης;) άνοιξης και το αγωνιστικό προκάλυμμα της εκάστοτε δικτατορίας. Στα πλαίσια αυτά θα μπορούσε ίσως να μας προβληματίσει η αξιολόγηση του χαρακτήρα του κινήματος των αγανακτισμένων στις πλατείες, τα πειράματα κι οι βαθύτεροι στρατηγικοί σχεδιασμοί εκείνης της περιόδου.

Το πιο σημαντικό όμως, πέρα από τις εικασίες, είναι να καταλάβουμε πως σήμερα η αστική τάξη δε φαίνεται να έχει ανάγκη στο άμεσο μέλλον από κάποιο στρατιωτικό πραξικόπημα για να θωρακίσει την εξουσία της. Όχι γιατί έχει χωρίσει τα τσανάκια της από το φασισμό, αλλά ακριβώς εξαιτίας της σύγκλισης της αστικής δημοκρατίας με το φασισμό, η οποία συντελείται ραγδαία το τελευταίο διάστημα· ή με άλλα λόγια εξαιτίας του ταχύτατου εκφασισμού της αστικής δημοκρατίας εν καιρώ κρίσης, που δεν είναι τίποτα άλλο από τη δικτατορία του κεφαλαίου.

Το σύστημα χρειάζεται δυνατή την χρυσή αυγή, ανεξάρτητα από το όνομά της και το φορέα που θα την εκφράζει πιο πιστά. Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν οφείλουμε να εξετάσουμε και τη διαβόητη ντιρεκτίβα-συμβουλή από οθόνης του ινστρούχτορα μπάμπη προς την χρυσή αυγή να σοβαρευτεί. Κάποιοι λένε πως η δολοφονία του παύλου φύσσα και τα γεγονότα που ακολούθησαν ξεγύμνωσαν την πολιτική σκέψη του μπάμπη και τον ανάγκασαν σε πολιτική στροφή 180 μοιρών. Στην πραγματικότητα ωστόσο η σκηνοθεσία του μπάμπη δικαιώθηκε στο έπακρο, με έξοχες ερμηνείες από τους βασικούς πρωταγωνιστές. Η δημοκρατία νικά κι ενσωματώνει τους ‘εχθρούς’ της, η σοβαρή χρυσή αυγή καλείται να αφήσει στην άκρη τις ακρότητες των άκρων και να στηρίξει ανοιχτά το πολιτικό σύστημα, ενώ την ίδια στιγμή ο εγκληματικός βραχίονας του υπόκοσμου παραμένει στην υπηρεσία του συστήματος, όπως επίσης κι οι αιτίες που γεννάνε και θεριεύουν το φασισμό.


Κι έζησαν αυτοί δημοκρατικά κι εμείς φτωχότερα πανηγυρίζοντας για τη νίκη του κινήματος..

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2013

Χτυπάνε στην ταράτσα τον Ηλία

Ό,τι δε σε σκοτώνει, σε κάνει πιο φασισμό

Τελικά πέρασε η 28η σεπτέμβρη κι αντί για πραξικόπημα μας προέκυψε ο θρίαμβος της (αστικής) δημοκρατίας, που δε γνωρίζει αδιέξοδα (αν κι εμείς ακόμα ψάχνουμε το δρόμο για την έξοδο) κι ένα πλατύ αντιφασιστικό μέτωπο, με αντιφασίστες αρχηγούς το σαμαρά και το βορίδη και τηλεοπτικούς αστέρες σαν τον πρετεντέρη και το αχτύπητο δίδυμο του σκάι. Ο αστικός κόσμος ζήλεψε τελικά την προηγούμενη μέρα, την 27η σεπτέμβρη, με την επέτειο ίδρυσης του εαμ κι είπε να φέρει στα μέτρα του τον αντιφασιστικό αγώνα, σαν καρικατούρα. Ενώ ο ‘πολιτικός’ μαλέλης βγήκε στο κανάλι που διευθύνει (σκάι) για να μας θυμίσει τη συμμαχία του αστού τσώρτσιλ με το στάλιν, καθώς και τη ρήση του φλωράκη (;!) –τάδε έφη σταμάτης- «θα σας ταράξουμε στη νομιμότητα»! Ηλιού φαεινότερον πως πέρασε ξώφαλτσα και δεν ακούμπησε από την αριστερά στα νιάτα του.

Θα μας ταράξουν στον αντιφασισμό δηλ, καταπώς φαίνεται. Και το όλο (πολιτικό) σκηνικό καθίσταται τόσο φαιδρό, που καταλήγει να είναι η χαρά της ατάκας και των τουιτεράδων. Ο βορίδης κάνει πως δε θυμάται το μιχαλολιάκο στην επεν και δίνει μαθήματα δημοκρατίας μαζί με άλλες τηλεκλώσσες που εκκόλαψαν με ζήλο τα φασιστικά (χρυσά) αυγά. Το έθνος του μπόμπολα κυκλοφορεί καθημερινά με αντίφα σηματάκι «σιγά μη φοβηθώ» και τη βγαίνει από τα αριστερά στο δελαστίκ του ναρ. Οι αρχές εξέδωσαν ένταλμα σύλληψης για βουλευτές και στελέχη της χρυσής αυγής, που ήταν ενημερωμένοι και τους περίμεναν. Σκέψου όμως την έκπληξή τους, να τους συλλαμβάνουν σύντροφοι και ομοϊδεάτες τους από την ελας. Οι συλληφθέντες οδηγούνται στη γαδα. Χτυπάνε στην ταράτσα τον ηλία..! Αλλά ό,τι δεν τον σκοτώνει, τον κάνει πιο φασισμό. Ενώ η χρυσή αυγή σκοτώνει εργάτες και μετανάστες, για να κάνει πιο δυνατό το σύστημα που τη γέννησε.

Απέξω μαζεμένοι ματάδες κι αστυνομικοί ρεπόρτερ, μοιάζουν με συγκέντρωση αλληλεγγύης στους συλληφθέντες. Τα κανάλια είναι η τελευταία ελπίδα για τους φασίστες να γίνουν ξανά συμπαθείς ή «ήρωες». Αλλά ο μέσος, τυπικός χρυσαυγίτης οπαδός είναι θρασύδειλος τραμπούκος, που λουφάζει χεσμένος στην τρύπα του, αφήνοντας μόνους τους αρχηγούς του να σαπίσουν –γι’ αυτό και δε μαζεύτηκαν παρά μερικές εκατοντάδες στην ευελπίδων. Στο νταηλίκι ενωμένοι, στη φυλάκα χωριστά. Κι αν τους στείλουν στη φυλακή ο μιχαλολιάκος θα ‘χει όλο τον καιρό να γράψει το δικό του αγώνα, σα μανιφέστο και να ελπίζει ότι μια μέρα θα αναγνωριστεί σαν τον ιδεολογικό του φύρερ. Η χρυσή αυγή πάτησε στο φόβο μας κι οργάνωσε επιθετικά τους θρασύδειλους. Η κότα του συστήματος έκανε τα χρυσά αυγά και τα χρυσά αυγά τις κότες.

Το κράτος διαλύει το παρακράτος και το λατρεμένο σεκ πανηγυρίζει για τη «νίκη του κινήματος». Ενώ κάποιοι σύντροφοί τους στην ανταρσύα βλέπουν κινήσεις αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης, πάνω που η κυβέρνηση ήταν ετοιμόρροπη εξαιτίας της απεργίας των εκπαιδευτικών.

Όλα αυτά θα ήταν άκρως κωμικά αν δεν ήταν στην πραγματικότητα κωμικοτραγικά κι επικίνδυνα. Ακόμα κι αστοί συνταγματολόγοι, όπως ο αλιβιζάτος προχτές στο μέγκα κ.ά., ανησυχούν για την εφαρμογή του νομικού πλαισίου και παραδέχονται ανοιχτά πως η νεότερη ιστορία της χώρας δε μας αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας και δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι, ενάντια σε ποιον χώρο και ποια πολιτική δύναμη θα στραφεί στη συνέχεια.
Ενώ πολλοί σφοι παρακολουθούν με απαισιόδοξη αμηχανία την «επίδειξη πυγμής» της δημοκρατίας και την κυβέρνηση να φέρνει την μπάλα στο δικό της γήπεδο, στο πεδίο των «δημοκρατικών εξελίξεων», για να τη στείλει στην κερκίδα και να χτίσει αέρα εκλογικής νίκης εν όψει των νέων πακέτων μέτρων που θα έρθουν. Κι αναρωτιούνται μήπως χάσαμε το παιχνίδι σε αυτή τη φάση κι έχουν αντιστραφεί τα κόζια.

Λες τελικά ο δελαστίκ να είχε δίκο; Όχι, σε καμία περίπτωση. Ίσως να ήξερε όμως εκ των έσω κάτι παραπάνω για την πολιτική αξιοποίηση της δολοφονίας και προσπαθούσε να το αποτρέψει με τόσο ανόητο και άγαρμπο τρόπο –παρουσιάζοντας κατ’ ουσίαν την υπόθεση ως προβοκάτσια κατά της χρυσής αυγής. Κι αν είναι έτσι, μπορούμε να αρχίσουμε και εμείς τα νομικά ερωτήματα. Ποιος ωφελείται άραγε από το άρθρο του δελαστικ; Ποιος πολιτικός ή επιχειρηματικός κύκλος του το υπαγόρευσε –γιατί προφανώς ο δελαστίκ δεν είναι τόσο αφελής για να γράφει αυθόρμητα τέτοιες ανοησίες;

Είναι όντως δύσκολο να πιστέψει κανείς πως ο αστικός κόσμος αγνοούσε το πραγματικό ποιόν της χρυσής αυγής κι ανακάλυψε ξαφνικά τον τροχό μαζεύοντας τόσα στοιχεία σε λίγα μόλις 24ωρα. Κι αυτό εγείρει αναπόφευκτα το ερώτημα «γιατί τώρα»; Και με ποιο σκοπό;
Η κυβέρνηση κεφαλαιοποιεί ποικιλότροπα την ευκαιρία που της παρουσιάζεται. Αφήνει για λίγο στην άκρη τη θεωρία των άκρων, μέχρι να την ξαναχρειαστεί στο άμεσο μέλλον, και φτιάχνει ένα καινούριο δίπολο, πολώνοντας το κλίμα γύρω από το ψευδοδίλημμα φασισμός-συνταγματικό τόξο. Φοράει τη δημοκρατική της μπέρτα και σπεύδει να σώσει την «καλύτερη δημοκρατία που είχαμε ποτέ» στο ρόλο της λόις λέιν, από τα χέρια των ‘κακών’ που η ίδια έθρεψε. Με άλλα λόγια φτιάχνει μια δική της βολική εκδοχή της θεωρίας των άκρων, κρατώντας για τον εαυτό της το ρόλο του υπερ-ήρωα και βάζοντας ίσως την εναπομείνασα ‘σοβαρή χρυσή αυγή’ για να την ξαναφέρει μελλοντικά στο προσκήνιο με αυτή ή κάποια άλλη μορφή.

Αλλά ας επιστρέψουμε στον αρχικό παραλληλισμό του μαλέλη για την αντιφασιστική συμμαχία τσώρτσιλ και στάλιν. Αυτό που ξέχασε να μας πει ο σταμάτης ήταν ποιοι ακριβώς άφησαν το ναζισμό να θεριέψει (πολιτική κατευνασμού, συμφωνία μονάχου, κτλ) και έστρεψαν την πολεμική μηχανή του εναντίον των σοβιετικών, για να συνεχίσουμε τον ιστορικό παραλληλισμό με τη σημερινή κατάσταση. Ξέχασε επίσης να μας πει ποιοι σήκωσαν ανισομερώς το βάρος του αντιφασιστικού αγώνα συντρίβοντας το ναζισμό στη φωλιά του και πότε ακριβώς άνοιξαν το δεύτερο μέτωπο οι δυτικοί (βλέπε συνταγματικό τόξο) για να μην ξεφύγει η κατάσταση από τα χέρια τους και να μην αφήσουν όλη τη δόξα στους σοβιετικούς. Κι αμέλησε να μας πει τι απέγιναν οι ηττημένοι ναζί στη δυτική γερμανία και ποια ήταν η κατάληξη της αντιφασιστικής συμμαχίας με τον περιβόητο λόγο του τσώρτσιλ για το «σιδηρούν παραπέτασμα».

Αυτό που πρωτίστως δεν πρέπει να ξεχάσουμε, σε αντίθεση με την επιλεκτική μνήμη του μαλέλη, είναι η πολύτιμη παρακαταθήκη του μπρεχτ, ότι ο φασισμός είναι ο πιο απροκάλυπτος καπιταλισμός. Και μόνο αν τον αντιμετωπίσουμε ως τέτοιο μπορούμε να τον τσακίσουμε, μαζί με τα αίτια που το γεννάνε.


Ό,τι δε στρέφεται ενάντια στην καρδιά του φασισμού, τον κάνει πιο δυνατό. Και ό,τι δε βάζει στο στόχαστρο τον κόσμο της εκμετάλλευσης κι αυτό το σύστημα, το κάνει πιο φασισμό..

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013

Θεωρητικά ζητήματα στο Πρόγραμμα του ΚΚΕ

Η κε του μπλοκ καταπιάνεται σήμερα με την παρουσίαση μιας καινούριας έκδοσης της σύγχρονης εποχής: της μπροσούρας της ιδεολογικής επιτροπής της κετουκε «θεωρητικά ζητήματα στο πρόγραμμα του κκε». Στην έκδοση αυτή αξιοποιούνται άρθρα και κείμενα διαλέξεων της ιε για θεωρητικά θέματα στρατηγικής του κομμουνιστικού κόμματος που δημοσιεύτηκαν στην κομεπ και υλικό που αξιοποιείται στα πλαίσια της εσωκομματικής επιμόρφωσης, όπως διαβάζουμε στο προλογικό σημείωμα. Στο σύνολό της όμως αποτελεί πρωτότυπη εργασία και όχι απλή αντιγραφή προγενέστερων κειμένων.

Η μπροσούρα αυτή (ή μάλλον κάποια άλλη με αντίστοιχη περιεχόμενο) θα μπορούσε κατά τη γνώμη μου να έχει κυκλοφορήσει και προσυνεδριακά, ως προπαρασκευαστικό υλικό για τη βαθύτερη κατανόηση και επεξεργασία των θέσεων και του σχεδίου προγράμματος. Σε κάθε περίπτωση θίγει πολύ ενδιαφέροντα ζητήματα, που δίνουν τροφή για σκέψη και περαιτέρω προβληματισμό, ανεξάρτητα από το βαθμό συμφωνίας ή τις επιμέρους ενστάσεις που μπορεί να έχει κανείς.

Στη συνέχεια της ανάρτησης μπορείτε να διαβάσετε την εισαγωγή της μπροσούρας, καθώς και τους τίτλους των πέντε κεφαλαίων που την απαρτίζουν.

Η πάλη της εργατικής τάξης ενάντια στην τάξη των καπιταλιστών για να είναι ολοκληρωμένη, δηλ πάλη τάξης ενάντια σε τάξη, πρέπει πρώτα απ’ όλα να είναι πάλη επαναστατική. Δηλ να στρέφεται όχι μόνο ενάντια στους χωριστούς κεφαλαιοκράτες, αλλά ενάντια στο σύνολο της τάξης των κεφαλαιοκρατών και της εξουσίας τους. Το κκ με τη δράση του οργανώνει τους εργάτες και μετατρέπει την πάλη ενάντια στους εκμεταλλευτές τους σε «πάλη ολόκληρης της τάξης, σε πάλη ενός καθορισμένου κόμματος για καθορισμένα πολιτικά και σοσιαλιστικά ιδανικά». (Λένιν άπαντα, τ. 4 σ. 192)

Ο λένιν υποστήριζε: «…μόνο το πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης, δηλ το κομμουνιστικό κόμμα είναι σε θέση να συνενώσει, να διαπαιδαγωγήσει και να οργανώσει την πρωτοπορία του προλεταριάτου και όλης της εργαζόμενης μάζας, πρωτοπορία που είναι η μόνη ικανή να αντιταχθεί στις αναπόφευκτες μικροαστικές ταλαντεύσεις αυτής της μάζας, στις αναπόφευκτες παραδόσεις και υποτροπές της επαγγελματικής στενότητας ή των επαγγελματικών προλήψεων μέσα στο προλεταριάτο και να καθοδηγήσει τη δράση όλου του προλεταριάτου στο σύνολό της, δηλ να το καθοδηγεί πολιτικά και μέσω του προλεταριάτου να καθοδηγεί όλες τις εργαζόμενες μάζες». (λένιν, άπαντα, τ. 43, σ. 94)

Στην ιστορία του επαναστατικού εργατικού κινήματος η κομμουνιστική ταυτότητα–χαρακτηρισμός και ένταξη στην κομμουνιστική διεθνή προέκυψε σε σύγκρουση με την οπορτουνιστική σοσιαλδημοκρατική πτέρυγα, η οποία έδρασε προδοτικά προς τα συμφέροντα της εργατικής τάξης στις συνθήκες του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού πολέμου (α’ παγκόσμιος πόλεμος) 1914-18, στις επαναστατικές συνθήκες που ακολούθησαν σε χώρες όπως η γερμανία, η ουγγαρία, η σλοβακία, η ιταλία, κ.ά. Ήταν προϊόν της νίκης της σοσιαλιστικής επανάστασης στη ρωσία (1917) και της γενικότερης επίδρασης που άσκησε στο επαναστατικό εργατικό κίνημα. Ο χαρακτηρισμός των εργατικών κομμάτων ως κομμουνιστικά έχει τις ρίζες του στην «ένωση των κομμουνιστών» και το μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος των μαρξ-ένγκελς. Αργότερα στις τελευταίες δεκατίες του 19ου αιώνα και αρχές του 20ού  είχε επικρατήσει για τα εργατικά κόμματα σοσιαλδημοκρατικά ή σοσιαλιστικά, χαρακτηρισμός που σε μεγάλο βαθμό εξέφραζε και την κατάσταση που επικρατούσε σε αυτά τα κόμματα. Τον απρίλη του 1917 ο λένιν εισηγείται την ανάγκη αλλαγής των ονομάτων των εργατικών κομμάτων και την υιοθέτηση του όρου κομμουνιστικά καθώς και την ίδρυση νέας διεθνούς. Σε αυτή την κατεύθυνση το 1919 ιδρύεται η τρίτη κομμουνιστική διεθνής (γ’ διεθνής).

Με την πάροδο των χρόνων, υπό την επίδραση νέων αλλαγών στο συσχετισμό της ταξικής πάλης σε παγκόσμιο επίπεδο (υποχώρηση της επαναστατικής ανόδου στο β’ μισό της δεκαετίας του 1920, β’ παγκόσμιος πόλεμος και ναζιστική επίθεση στην εσσδ το 1941, «ψυχρός πόλεμος» και πυρηνική απειλή, αλλά και λόγω της μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης) διαμορφώθηκαν νέα οπορτουνιστικά ρεύματα, όπως του ευρωκομμουνισμού. Οπορτουνιστικά ρεύματα αναπτύχθηκαν και μέσα στα κκ των σοσιαλιστικών κρατών με ορόσημο το εικοστό συνέδριο του κκσε (1956). Η μετεξέλιξη των κκ εξουσίας σε προδοτικά κόμματα της αντεπανάστασης οδήγησε σε καταλυτική, βαθιά ιδεολογική-πολιτική και οργανωτική κρίση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Σήμερα στο κομμουνιστικό κόμμα, για να είναι η πρωτοπορία της εργατικής τάξης, δεν αρκεί μόνο η κατοχύρωση της κομμουνιστικής του ταυτότητας (τίτλος), η γενική αποδοχή της μαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας του επιστημονικού κομμουνισμού, η αναγνώριση του πρωτοπόρου ρόλου της εργατικής τάξης. Όλα αυτά είναι προϋποθέσεις. Για να είναι πρωτοπορία πρέπει να διαθέτει ένα επαναστατικό πολιτικό πρόγραμμα, να αποκτά την ικανότητα δράσης με βάση αυτό σε όλες τις συνθήκες, σε συνθήκες υποχώρησης και σε συνθήκες ανόδου του κινήματος. Να αναπτύσσει και να ανανεώνει την ικανότητά του για να αντιμετωπίζει τις αντικειμενικές πιέσεις που διαμορφώνονται μέσα σε συνθήκες αρνητικού συσχετισμού της ταξικής πάλης.

Κριτήριο λοιπόν για τον χαρακτήρα ενός κομμουνιστικού κόμματος είναι το πρόγραμμά του και η πολιτική του πρακτική: «Για να μπούμε στο νόημα της πάλης των κομμάτων δεν πρέπει να πιστεύουμε τα λόγια, μα να μελετούμε την πραγματική ιστορία των κομμάτων, να εξετάζουμε όχι τόσο εκείνο που τα κόμματα λένε για τον εαυτό τους αλλά εκείνο που κάνουν, να εξετάζουμε κατά πόσο ενεργούν κατά τη λύση των διαφόρων πολιτικών ζητημάτων, ποια στάση κρατούν απέναντι στα ζητήματα που θίγουν τα ζωτικά συμφέροντα των διάφορων τάξεων της κοινωνίας…» (λένιν, άπαντα, τ. 21, σ. 287)

Ποιο είναι το βασικό ζήτημα που κρίνει τον χαρακτήρα του προγράμματος ενός κόμματος, που είναι προϋπόθεση για το επαναστατικό περιεχόμενό του;
Το σπουδαιότερο ζήτημα που καθορίζει το επαναστατικό περιεχόμενο του προγράμματος του κομμουνιστικού κόμματος είναι ο προσδιορισμός του χαρακτήρα της επανάστασης, δηλ η απάντηση στο ερώτημα: «ποια αντίθεση θα λύσει η επερχόμενη κοινωνική επανάσταση, ποια τάξη θα πάρει την εξουσία;»
Με βάση αυτή τη θέση διαμορφώνεται η γραμμή για τη συγκέντρωση των κοινωνικών δυνάμεων (κινητήριες δυνάμεις) που έχουν αντικειμενικό συμφέρον από την επανάσταση.

Βεβαίως το πρόγραμμα δεν αρχίζει και τελειώνει με το ποια τάξη πρέπει να κατακτήσει την εξουσία. Ένα επαναστατικό πρόγραμμα οφείλει να τεκμηριώνει την τοποθέτησή του σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα με βάση το επίπεδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης κάθε χώρας στο πλαίσιο των διεθνών εξελίξεων στο καπιταλιστικό σύστημα. Να απαντά συγκεκριμένα στη βάση της κοινωνικής-οικονομικής πραγματικότητας σε σχέση με την εργατική τάξη της χώρας σε ποιους κλάδους συγκεντρώνεται, τι χαρακτηριστικά έχει, ποια η εσωτερική διαστρωμάτωση-διαφοροποίηση, ποια είναι τα πιο δυναμικά τμήματά της, ποια είναι η κατάσταση των μεσαίων στρωμάτων (αυτών των κοινωνικών δυνάμεων που βρίσκονται ανάμεσα στην εργατική τάξη και την τάξη των καπιταλιστών), με ποια κριτήρια διαφοροποιούνται στο εσωτερικό τους τα μεσαία στρώματα και επομένως ποια τμήματά τους μπορούν να αποτελέσουν συμμάχους της εργατικής τάξης.

Ένα επαναστατικό πρόγραμμα οφείλει να διαβλέπει και να εξηγεί τις τάσεις στη συγκεκριμένη καπιταλιστική οικονομία, τη σχέση τους με τις εξελίξεις στο πολιτικό εποικοδόμημα, τη σχέση του συγκεκριμένου αστικού κράτους με τα υπόλοιπα στο πλαίσιο του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος. Να διακρίνει τις αντιθέσεις που μπορούν στο μέλλον να αποτελέσουν παράγοντες αποσταθεροποίησης του καπιταλισμού.

Επίσης το επαναστατικό πρόγραμμα οφείλει να δίνει το βασικό περιεχόμενο, τις νομοτέλειες και τις κατευθύνσεις οικοδόμησης της κοινωνίας στην οποία στοχεύει, δηλ του κομμουνισμού, τα καθήκοντα που πρέπει να λύσει η πρώτη ανώριμη βαθμίδα του κομμουνισμού, ο σοσιαλισμός.

Η ικανότητα του κκ να διαμορφώνει επαναστατικό πρόγραμμα καθορίζεται από τη σωστά διαμορφωμένη διαλεκτική σχέση ταξικότητας και επιστημονικότητας στη λειτουργία του. Καθορίζεται δηλ από την εξασφάλιση του ταξικού χαρακτήρα του κόμματος ως κόμματος της εργατικής τάξης, από την υπεροχή της εργατικής τάξης στη σύνθεση των οργανώσεων του κόμματος, τη συγκρότησή τους με προτεραιότητα στις μεγάλες παραγωγικές μονάδες, τους χώρους συγκέντρωσης της εργατικής τάξης, ειδικότερα την ανάδειξη και ολόπλευρη ανάπτυξη εργατικών στελεχών.

Ανεξάρτητα από την αριθμητική δύναμη των κομματικών του δυνάμεων, το κκ οφείλει να έχει επίσης σταθερό κι ανυποχώρητο προσανατολισμό στις γραμμές του εργατικού κινήματος, της συνδικαλιστικής οργάνωσης, να έχει δεσμούς και επικοινωνία με την εργατική τάξη. Η ανάπτυξη των κομματικών δυνάμεων, η ύπαρξη κοβ στους τόπους δουλειάς καθορίζεται και από την εμμονή στον προσανατολισμό για την ανάπτυξη των αγώνων, της ταξικής πάλης που βέβαια επηρεάζεται και από αντικειμενικούς παράγοντες. Ταυτόχρονα μέσα στις γραμμές και τη δράση του να αναδεικνύεται και να υλοποιείται η γραμμή συμμαχίας της εργατικής τάξης, ο ηγετικός ρόλος της στη συμμαχία.

Οι παραπάνω προϋποθέσεις να συνδυάζονται με την ικανότητα του κόμματος να διαμορφώνει επιστημονικά θεμελιωμένη αντίληψη για την πολιτική, να αναλύει και να κατανοεί με επιστημονικότητα τις εξελίξεις, να επεξεργάζεται τα ζητήματα της ταξικής πάλης, που σημαίνει αφομοίωση και ανάπτυξη της μαρξιστικής-λενινιστικής θεωρίας. Το γεγονός αυτό προϋποθέτει το κόμμα να λειτουργεί ως «συλλογικός διανοούμενος», να αίρει –όσο αυτό είναι δυνατόν στο εσωτερικό του τις δυσκολίες που προκύπτουν αντικειμενικά εξαιτίας του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας. Δηλ με απλά λόγια ο εργάτης μέλος του κόμματος, το εργατικής καταγωγής στέλεχος να μπορεί να κατακτά τα χαρακτηριστικά του κομμουνιστή διανοητή ανεξάρτητα από το τυπικό μορφωτικό του επίπεδο ή την επαγγελματική ειδίκευση. Κι αντίστροφα ο κομμουνιστής επιστήμονας-διανοούμενος να υιοθετεί τον τρόπο ζωής του κομμουνιστή εργάτη και να αφιερώνει τη διανοητική του ικανότητα και εργασία προς όφελος της επαναστατικής εργατικής κομμουνιστικής πάλης.

Χωρίς την επιστημονική, με βάση τη μαρξιστική-λενινιστική θεωρία, τοποθέτηση των ζητημάτων της ταξικής πάλης δεν μπορεί το κομμουνιστικό κόμμα να έχει επαναστατική πολιτική.

Η πολιτική των κκ πρέπει να βασίζεται στους αντικειμενικούς νόμους που καθορίζουν τις σχέσεις ανάμεσα στις τάξεις στη δεδομένη βαθμίδα ανάπτυξης της κοινωνίας, νόμους που ανακάλυψε ο μαρξισμός. Ο λένιν υπογράμμιζε τον επιστημονικό χαρακτήρα της πολιτικής και τις προϋποθέσεις του: «η επιστήμη απαιτεί, πρώτο, να παίρνεις υπόψη σου την πείρα των άλλων χωρών, ιδιαίτερα αν οι άλλες χώρες που είναι επίσης καπιταλιστικές δοκιμάζουν ή δοκίμασαν τελευταία μια παρόμοια πείρα. Δεύτερο να παίρνεις υπόψη όλες τις δυνάμεις, τις ομάδες, τα κόμματα, τις τάξεις, τις μάζες, που δρουν μέσα σε μια δοσμένη χώρα και όχι να καθορίζεις την πολιτική με βάση μονάχα τις επιθυμίες και τις αντιλήψεις, το βαθμό της συνειδητότητας και της διάθεσης για αγώνα μιας μόνο ομάδας ή ενός μόνο κόμματος». (λένιν, άπαντα, τ. 41. Σ. 65)

Η θεωρία για τη στρατηγική, την επαναστατική πολιτική του κομμουνιστικού κινήματος βασίζεται στην υλιστική αντίληψη για την ιστορία, στη μαρξιστική πολιτική οικονομία, στον επιστημονικό κομμουνισμό.

Ο ένγκελς καθόρισε την ιστορική αποστολή του επιστημονικού κομμουνισμού ως εξής: «καθήκον της θεωρητικής έκφρασης του προλεταριακού κινήματος, του επιστημονικού σοσιαλισμού, είναι να εξερευνήσει τους ιστορικούς όρους και επομένως την ίδια τη φύση αυτής της κοσμοαπελευθερωτικής πράξης και έτσι να κάνει συνείδηση στην προορισμένη για δράση και σήμερα καταπιεζόμενη τάξη τους όρους και τη φύση της δράσης της (ένγκελς, η εξέλιξη του σοσιαλισμού από την ουτοπία στην επιστήμη, σ. 109)

Η ιστορική πείρα –αλλά και η σημερινή πραγματικότητα- δείχνουν ότι η πραγματοποίηση του καθήκοντος διαμόρφωσης ενός επαναστατικού προγράμματος δεν είναι μια απλή υπόθεση.

Παράγοντες πολλών και διαφορετικών ειδών συντελούσαν και συντελούν ώστε σε μεγάλες περιόδους του κομμουνιστικού κινήματος μεγάλο μέρος των κκ να μην έχει ένα πρόγραμμα που να απαντά σωστά στο βασικό ζήτημα, αυτό της εξουσίας. Το γεγονός αυτό αποτελεί αιτία και ταυτόχρονα έκφραση της βαθιάς μακροχρόνιας κρίσης στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα που στην ουσία της είναι κρίση στρατηγική, δηλ έλλειψης επαναστατικής στρατηγικής ενότητας.

Χρειάζεται να διευκρινίσουμε ότι η στρατηγική ενότητα στα κκ δεν εξασφαλίζεται με την από κοινού διακήρυξη του σκοπού του σοσιαλισμού-κομμουνισμού. Το κρίσιμο ζήτημα είναι το πώς τοποθετούνται στο ζήτημα της εξουσίας, στην πολιτική συμμαχιών, στην εξασφάλιση της οργανωτικής ιδεολογικής και πολιτικής αυτοτέλειάς τους, σε τελευταία ανάλυση πώς τοποθετούνται στο δίλημμα «μεταρρύθμιση ή επανάσταση», συμμετοχή-στήριξη ενός τμήματος του αστικού κράτους (κυβέρνηση) ή πάλη για την ανατροπή του; Πώς παλεύει ενάντια στην αστική τάξη της χώρας του; Πώς εξασφαλίζει την αυτοτέλεια της εργατικής πολιτικής απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την ιμπεριαλιστική ειρήνη. Μετά την αντεπανάσταση κριτήριο για όλα τα κκ είναι η στάση τους απέναντι στην προσφορά της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και στις βασικές αιτίες ανατροπής της στον 20ό αιώνα.

Σε αυτά τα ζητήματα οι διαφορές ανάμεσα στα κκ είναι μεγάλες.
Το κκε με αφετηρία τα ερωτήματα που προέκυψαν εξαιτίας των αντεπαναστατικών γεγονότων του 198-91, της βαθιάς κρίσης στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα επιχείρησε μια προσπάθεια κριτικής εξέτασης ζητημάτων που αφορούν την πορεία του σοσιαλισμού στην εσσδ και σε άλλα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, της στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, της πορείας της στρατηγικής του κκε στην ελλάδα.

Στη βάση αυτών των προσπαθειών ξεκίνησε τη διαμόρφωση ενός σύγχρονου επαναστατικού προγράμματος. Πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση αποτέλεσε το πρόγραμμα που επεξεργάστηκε το 15ο συνέδριο του κκε, όπου με σαφήνεια προσδιορίστηκε ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της επανάστασης στην ελλάδα, χωρίς να προηγείται κάποια άλλου τύπου επανάσταση, κυβέρνηση ή εξουσία, όπως συνέβαινε σε παλιότερα προγράμματα του κκε. Οι επεξεργασίες που ακολούθησαν στα επόμενα συνέδρια και ιδιαίτερα η επεξεργασία του 18ου συνεδρίου για το σοσιαλισμό, καθώς και η συγγραφή από την κε και η έγκριση σε πανελλαδική κομματική συνδιάσκεψη των συμπερασμάτων του δοκιμίου ιστορίας του κκε, τόμ. Β’, 1949-68, συνέβαλαν στη διαμόρφωση του νέου προγράμματος του κκε, όπως αυτό εγκρίθηκε στο 19ο συνέδριο του κόμματος.

Τα πέντε κεφάλαια που περιέχει η μπροσούρα

Η ωρίμανση των υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό
Η σοσιαλιστική επανάσταση
Σοσιαλισμός-κομμουνισμός. Η κοινωνία για την οποία παλεύει το κκε
Η πάλη με τον οπορτουνισμό
Τα καθήκοντα του κκε σε μη επαναστατικές συνθήκες

Υστερόγραφο:
Μπορείτε να δείτε σε αυτό τον σύνδεσμο ένα παλιότερο κείμενο της ιε, στο οποίο βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό η έκδοση αυτή.

Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Καμία τάξη σαν κι εσένα

Τις προάλλες στο φεστιβάλ της θεσσαλονίκης, είδαμε ένα βιντεάκι στη γιγαντοοθόνη της κεντρικής σκηνής, που κατέληγε στην εργατική τάξη και το σύνθημα: δεν υπάρχουν άλλες τάξεις σαν αυτήν. (παρενθετικός συνειρμός: εργατιά μεγάλη, δεν υπάρχει άλλη, δεν υπάρχει τάξη πιο δυναμική. Κλείνει η παρένθεση συνεχίζουμε). Και μια σφισσα θυμήθηκε μια ιστορία από την πόλη της με ένα δάσκαλο, προοδευτικό γενικά, που ερχόταν σε δύσκολη θέση όταν τον ρωτούσαν τα παιδιά στην τάξη πχ για τη δολοφονία του γρηγορόπουλου ή για θέματα όπως το μνημόνιο και η κρίση. Κι αυτός τότε έπαιρνε ανάσα και εξηγούσε στους μαθητές του πως όταν μεγαλώσουν, πρέπει να αγωνιστούν και να αλλάξουν αυτήν την κατάσταση.

Αλλά τα παιδιά συζητάν συνεχώς μεταξύ τους στο σχολείο και συγκρίνουν τις απαντήσεις που παίρνουν. Κι αφού τους το ‘πε σε διάφορες φάσεις κι αφορμές δυο και τρεις φορές ως κατακλείδα κι επιμύθιο, πετάγεται ένα παιδί και λέει με παράπονο: αμάν κύριε, όλα εμείς θα τα αλλάξουμε; Το γάμα δύο (πχ) τίποτα δε θα κάνει;
Γιατί προφανώς ο δάσκαλος του γάμα δύο δεν έλεγε τα ίδια πράγματα στη δική του τάξη και την άφηνε «ελεύθερη» χωρίς καθήκοντα για την κοινωνία του μέλλοντος, οπότε ανέκυπτε μείζον ζήτημα.

Έτσι κι εμείς σήμερα βρισκόμαστε στη θέση του γάμα ένα, που είναι κάτι σαν την εργατική τάξη και καλείται να τα κάνει όλα μόνη της, αφού ξεδιαλέξει με έξυπνα κι ευέλικτα τακτικά βήματα εκείνα τα παιδιά του γάμα δύο, που μπορούν να γίνουν συμμαθητές στον αγώνα μας και δε θα είναι απέναντί μας, με διαφορετικά ταξικά συμφέροντα. Σε αυτή την ύλη θα εξεταστούμε όλοι μας και δεν υπάρχει τρόπος να κόψουμε δρόμο, να αντιγράψουμε ή να βρούμε επιπλέον μόρια από ‘φιλικές κυβερνήσεις’.
Πρώτο μάθημα και ζητούμενο η ταξική πάλη. Να μάθουμε από τα λάθη μας, να εξετάσουμε κριτικά την πείρα μας, να έχουμε μεταδοτικότητα. Και πρωτίστως να καταλάβουμε ότι ο αντίπαλός μας είναι κοινός κι όχι οι συμμαθητές μας, για να κανιβαλίζουμε ο ένας τον άλλο και να «πετύχουμε» πατώντας επί πτωμάτων.

Θα μπορούσα να συνεχίσω με διάφορους συνειρμούς, πχ με το μικρό νικόλα και τον ανιάν, που είναι το χαϊδεμένο της δασκάλας. Αλλά θα ήταν σκόπιμο μάλλον να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις, υπό τη μορφή σημειώσεων, για τον απεργιακό αγώνα των εκπαιδευτικών και των δημοσίων υπαλλήλων γενικότερα, όχι ως επικήδειο –μετά και από την χτεσινή απόφαση της ολμε για αναστολή της απεργίας- αλλά ως οδηγό για τις επόμενες κινητοποιήσεις που θα έρθουν.

Ο ζήλος της κυβέρνησης και η πίεση της τρόικας (ως βολικό άλλοθι), αλλά πρωτίστως η ανάγκη του κεφαλαίου να εξασφαλίσει εν μέσω κρίσης ευνοϊκές συνθήκες για τη διευρυμένη αναπαραγωγή του, αναγκάζουν τους κρατούντες για πρώτη φορά να αφήσουν κατά μέρος ως ένα βαθμό την τακτική της σαλαμοποίησης (που κόβει φέτες τις «απαραίτητες μεταρρυθμίσεις», για να μειώσει τις αντιδράσεις) και να προχωρήσει σε ένα συνολικό πακέτο μέτρων, που αγγίζει όλους τους χώρους.

Τονίζω βέβαια το «ως ένα βαθμό», γιατί παραμένει ο κλασικός διαχωρισμός ιδιωτικού-δημόσιου τομέα, τα αντανακλαστικά κοινωνικού αυτοματισμού στην κοινή γνώμη (ένα ιδιότυπο μίγμα μαζοχισμού και χαιρεκακίας για την κατσίκα του γείτονα) και η στοχοποίηση των προνομιούχων ρετιρέ, που πρέπει επιτέλους να πληρώσουν κι αυτά τα σπασμένα της κρίσης. Όπως επίσης παραμένουν οι κοντόθωρες λογικές ατομικού ή συντεχνιακού εγωισμού σε μεμονωμένους υπαλλήλους ή και σε ολόκληρους κλάδους, που ενδιαφέρονται μόνο για την ευνοϊκή μεταχείριση ή την εξαίρεση του (συλλογικού) εαυτού τους από τη λαίλαπα, χωρίς να καταλαβαίνουν πως έρχεται κι η δική τους σειρά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ιδιαίτερη πατρίδα του αδέκαστου κι άτεγκτου υπουργού μητσοτάκη, όπου εξαιρέθηκαν σε πρώτη φάση όλοι οι διοικητικοί υπάλληλοι του πολυτεχνείου και αναστάλθηκαν οι κινητοποιήσεις. Όταν θα ‘ρθει η σειρά τους βέβαια θα είναι αργά.

Παρόλα αυτά αυξάνονται αντικειμενικά οι δυνατότητες για τη συγκρότηση ενός διακλαδικού μετώπου, με συντονισμό, κοινά αιτήματα και στόχους πάλης στο δημόσιο ή τουλάχιστον στον χώρο της εκπαίδευσης. Μόνο τους τελευταίους μήνες η πολιτική της κυβέρνησης έχει ανοίξει μια σειρά μέτωπα σε όλες τις βαθμίδες: διαθεσιμότητα, επιστράτευση καθηγητών, σχέδιο αθηνά, νέο σχέδιο για την εισαγωγή σε αει και τει, μισθολογικό, ωράρια καθηγητών, κενά στα σχολεία, κ.ά.

Τα βήματα που έχουν γίνει ωστόσο προς αυτή την κατεύθυνση είναι δειλά αν όχι ανύπαρκτα, όπως εξάλλου κι ο σχεδιασμός των κινητοποιήσεων. Κάποιες αντιδράσεις μοιάζουν να έχουν σπασμωδικό χαρακτήρα, ενώ ο συντονισμός δεν προχωρά πολλές φορές καν στον ίδιο χώρο. Στα πανεπιστήμια για παράδειγμα επικρατεί ένας απίθανος κατακερματισμός δυνάμεων, καθώς μαζί με τους καθηγητές-μέλη δεπ συνυπάρχουν συμβασιούχοι, λοιποί εργαζόμενοι κι ευάριθμες κατηγορίες διοικητικού και διδακτικού προσωπικού, με διάφορες ειδικότητες κι αρκτικόλεξα (ιδαχ, ετεπ, 407, κτλ). Και στα περισσότερα ιδρύματα τηρούν στάση αναμονής, περιμένοντας ευγενικά ο ένας τον άλλο να βγει μπροστά και να σηκώσει το βάρος των κινητοποιήσεων.

Πέρα από τους καταθλιπτικούς συσχετισμούς σε αυτό το επίπεδο, βαραίνει επίσης και το αμαρτωλό παρελθόν, με αποκορύφωμα τη διετία 2006-07, όπου σε διάστημα μικρότερο των δώδεκα μηνών, είχαμε στο μέτωπο της παιδείας: δυο μεγάλους γύρους φοιτητικών καταλήψεων (το μαϊούνη και το φλεβάρτη), μια απεργία διαρκείας στους δασκάλους το φθινόπωρο κι ένα κύμα μαθητικών καταλήψεων πριν τα χριστούγεννα, χωρίς να συμπέσουν ποτέ χρονικά (πόσο μάλλον να συντονιστούν ευρύτερα).

-Τις προάλλες ήμασταν με ένα σφο στο πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο, συγκεκριμένα στο μπλοκ των εργαζομένων του απθ, όπου είχαμε τους συσχετισμούς και τη ντουντουκέρισσα που φώναζε συνθήματα {τέρμα πια στις αυταπάτες, χωρίς εσένα γρανάζι δε γυρνά, κτλ}, όχι αυτοαναφορικά για το παμε, αλλά της δικής μας λογικής και εμείς ακολουθούσαμε. Ώσπου αρχίζουν από δίπλα τα πιο χαρούμενα {εε, ωω, πάρτε το μνημόνιο και φύγετε από δω}, παίρνει φωτιά το δικό μας μπλοκ και το φωνάζει σύσσωμο, πλην λακεδαιμονίων και ντουντουκέρισσας. Όπως είπε κι ο σφος δίπλα μου τα δικά μας συνθήματα είναι σαν την καλή μουσική, που δεν την καταλαβαίνουν πολλοί, ενώ το ευρύ κοινό προτιμά τα αγανακτισμένα, αντιμνημονιακά ΟΥΣΤ! που είναι σαν τα χιτάκια της βανδή. Τα δικά μας είναι πιο σωστά –από πολιτική άποψη- και ποιοτικά αλλά τα δικά τους τα έχουν δει πολύ περισσότερες φορές στο youtube κι έχουν μεγαλύτερη απήχηση.

Κι αυτό δεν αφορά μόνο τα συνθήματα αλλά και το ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο ή τους στόχους μιας κινητοποίησης. Εμείς μιλάμε στον κόσμο για πάλη διαρκείας και μια συνολική ανατροπή που του φαίνεται βουνό, ενώ οι άλλοι του λένε ωραίες ιστορίες για το μνημόνιο, την πτώση της κυβέρνησης που θα το συμπαρασύρει και (αυτό δε λέγεται, αλλά εξυπακούεται ως φυσική συνέπεια των προηγούμενων) την ανάδειξη μιας άλλης που θα ικανοποιήσει τα αιτήματα και θα δώσει λύση στο πρόβλημα –εν προκειμένω στο μνημόνιο και τις απολύσεις με τη διαθεσιμότητα.
Τα παραμύθια είναι πάντα πιο δημοφιλή από την πραγματικότητα. Όχι γιατί μπορούν να πραγματοποιηθούν, αλλά γιατί είναι απλά και κατανοητά και δίνουν στον κόσμο μια ψεύτικη παρηγοριά, για να ελπίζει, κάτι «απτό» και «συγκεκριμένο», εδώ και τώρα.

Όλα αυτά μπορεί να λειτουργούν καθαρά στο επίπεδο του μύθου –καμία δύναμη της ολμε δεν τρέφει αυταπάτες ότι μπορεί να ρίξει την κυβέρνηση στην παρούσα φάση, με τέτοιο επίπεδο οργάνωσης και συνειδητοποίησης- αλλά εξυπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες στην πραγματική ζωή. Η αυτόνομη παρέμβαση χτίζει αγωνιστικό προφίλ, ενώ προαλείφεται για διάδοχη κατάσταση της πασκε κι υπεύθυνη κυβερνητική δύναμη. Οι παρεμβάσεις συνεργάζονται μαζί της κρατώντας το ρόλο της μόνης συνεπούς δύναμης που κριτικάρει από τα αριστερά τις παλινωδες της πρώτης. Και όλοι μαζί μετρούν τα οφέλη τους, φετιχοποιώντας τη μορφή της πενθήμερης, για να βρούνε ένα βολικό ένοχο για την αρνητική κατάληξη στην ‘ηττοπάθεια του πάμε, που δε στήριξε την απεργία’.

Μακάρι βέβαια να ήταν τόσο απλά τα πράγματα, γιατί τότε το ‘εμπόδιο του παμε’ με τις λιγοστές του δυνάμεις, θα ήταν πολύ εύκολο να παρακαμφθεί κι ο απεργιακός αγώνας θα νικούσε με ή χωρίς αυτές. Το παμε όμως δεν έμεινε έξω από τον απεργιακό χορό για να δικαιωθεί εκ των υστέρων και να πει το κλασικό «σας τα ‘λεγα».  Συμμετείχε σε όλες τις αποφάσεις με τις δυνάμεις του, που –για να μην έχουμε μνήμη χρυσόψαρου- ήταν οι μόνες που απέργησαν έμπρακτα κι όχι στα λόγια πέρσι, με την υπόθεση της επιστράτευσης. Στην πραγματικότητα το παμε περιορίστηκε στο ρόλο του « ειλικρινούς βλάκα», που είπε κάποια πράγματα με το όνομά τους, χωρίς να παίξει με τις διαθέσεις του κόσμου, χωρίς φτιασίδια, ονειρώξεις και ωραιοποιήσεις, και τώρα πληρώνει το τίμημα της ειλικρίνειάς του.

Η δική μου κριτική, ως εξωτερικού παρατηρητή που μπορεί να τραγουδάει ό,τι θέλει έξω από τον χορό, θα εστίαζε σε δύο άλλα σημεία. Πρώτον ότι θα έπρεπε να δούμε ίσως πιο ευέλικτα της μορφής, ακόμα και να συναινούσαμε στην πρόταση για πενθήμερες επαναλαμβανόμενες στην ανάγκη, ώστε να ξεκολλήσει η συζήτηση απ’ αυτό το τελείως αποπροσανατολιστικό σημείο και να προχωρήσει σε πιο ουσιαστικά ζητήματα ως προς το περιεχόμενο. Και δεύτερον ότι πριν από μια απεργία πρέπει να έχουμε μια αρχική εκτίμηση και μια καθαρή στόχευση, πώς μπορεί να νικήσει και τι ακριβώς μπορεί να πετύχει, ώστε να καθορίζουμε ανάλογα και την τακτική μας.

Κι ίσως πιο σημαντικό κι από τις όποιες επιμέρους κατακτήσεις, που μπορεί να έχουν επισφαλή και προσωρινό χαρακτήρα, είναι να κερδίζονται συνειδήσεις, να μπαίνει νέος κόσμος στον αγώνα και να έρχεται με το μέρος μας. Η καλύτερη περίοδος για να γίνει αυτό είναι ακριβώς κατά τη διάρκεια μιας κινητοποίησης που σπάει η νιρβάνα τόσων χρόνων και ζυμώνονται συνειδήσεις. Κι αυτό συνεπώς πρέπει να είναι το βασικό κριτήριο για τη δουλειά και την τακτική μας.


Ή τέλος πάντων για τις φόρμες με τις οποίες καθίσταται προσιτή σε περισσότερο κόσμο η μουσική μας. Αλλά αυτό απαιτεί ξεχωριστή ανάλυση.

Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Ο απόηχος

Προτού πιάσουμε τα απεργιακά, ας συνεχίσουμε από εκεί που είχαμε μείνει το ξεφύλλισμα του άλμπουμ με τις αναμνήσεις του φεστιβάλ με το δεύτερο και τελευταίο μέρος τους –θα υπήρχε πιθανότατα και τρίτο, αν η κε του μπλοκ δεν έχανε τις σημειώσεις που κράτησε την τελευταία μέρα.

Τη δεύτερη μέρα, σε κάποια αποστροφή της ομιλίας του ο χιώνης έπιασε το θέμα της χρυσής αυγής. Κι ας πω με την ευκαιρία πως υπάρχουν κάποιες θεματικές ενότητες –καλή ώρα- που οι τηλεοπτικοί μας εκπρόσωποι σε πάνελ κι εκπομπές, ανεξάρτητα από το αν γράφουν πάντα καλά στο γυαλί ή όχι και τόσο, δίνουν ρέστα και χαίρεσαι να τους βλέπεις να τα λένε χύμα και τσεκουράτα. Έτσι κι ο χιώνης λοιπόν είχε μερικές ιδιαίτερα πετυχημένες φράσεις (χωρίς να μένει η απάντησή του στο επίπεδο της ατάκας) για τους χρυσαυγίτες, τα γιουσουφάκια των εφοπλιστών, που εκπαιδεύονταν σε μετανάστες, πριν στραφούν ενάντια στο κίνημα, αλλά θα το βρούνε από το λαό. Κι είχε πλάκα το πώς εστίασε στην ανιστόρητη λογική των ίσων αποστάσεων στα σχολεία μεταξύ του φασισμού και των σοβιετικών, που έδωσαν είκοσι εκατομμύρια νεκρούς στον πόλεμο κατά των ναζί, με επικεφαλής το σφο με το μουστάκι.
 -Ε ναι, τι να κάνουμε; Ο στάλιν ήταν επικεφαλής.

Κι έτσι ακριβώς είναι. Μπορούμε άραγε να μιλήσουμε για τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη των λαών, χωρίς να αναφερθούμε στο στάλιν και τον κόκκινο στρατό; Όχι σύντροφοι, δεν μπορούμε. Ή μπορείς μήπως να φανταστείς πχ το τραγούδι για «του αδόλφου τα εγγόνια» να μη λέει τίποτα στους στίχους του για το ράιχσταγκ, τον ζούκοφ και το γεωργιανό; Τι θα ‘μενε τότε; Μόνο το ριφάκι και ο σκοπός, άνευ σκοπού και αιτίας;


Κι αυτή εν παρόδω ήταν μάλλον κι η πιο συγκινητική στιγμή του φεστιβάλ –αν και αυτό είναι κάπως υποκειμενικό, λόγω της προσωπικής γνωριμίας με κάποιους υπεραστικούς. Λίγο ο κόσμος που είχε ακούσει το μεσημέρι το τραγούδι στην ελληνοφρένεια και έλεγε κι αυτός τα λόγια, λίγο το θερμό χειροκρότημα, δυο και τρεις φορές πριν τελειώσει καν το τραγούδι και πρωτίστως η συγκυρία που το καθιστούσε εξαιρετικά επίκαιρο, έκαναν τη στιγμή ξεχωριστή. Ως κι ο ουρανός δάκρυσε…

Ο ουρανός; Ε ναι αλίμονο. Λείπει ο μάρτης απ’ τη σαρακοστή κι η βροχή από το φεστιβάλ; Όχι σύντροφοι, δε λείπει. Κι όσο δυνάμωνε η ψιχάλα, τόσο πωρωνόταν ο κόσμος και το συγκρότημα και τραγουδούσε πιο γρήγορα, για να προλάβει να τα πει όλα. Με τραγούδια, όπλα και σπαθιά, ει! Με τραγούδια, όπλα και σπαθιά, ει! Μέχρι που άρχισαν να βγάζουν οι ενισχυτές, κάτι περίεργους ήχους κι έγινε αναγκαστική διακοπή, για να μην έχουμε κάνα ατύχημα.
Αλλά πώς να μη βρέξει σφε αναγνώστη, όταν το πρόγραμμα θα είχε το γνωστό και μη εξαιρετέο λαυρέντη –όχι τον μπέρια, τον άλλον. Σε λίγο στην κεντρική σκηνή θα τραγουδήσει ο λαυρέντης μαχαιρίτσας.


Αυτή ήταν λοιπόν η πιο συγκινητική και πιο άτυχη συνάμα στιγμή του φεστιβάλ. Ας κάνουμε όμως μια μικρή ανακεφαλαίωση σε όσα είδαμε κι ακούσαμε, με μερικές ακόμα στιγμές του φετινού ταξιδιού του φεστιβάλ.

Η πιο «γαμάτη», ψωνίστικη στιγμή: η εμφάνιση του μουζουράκη κι ένα τραγούδι, που έλεγε πόσο ωραίο είναι να είσαι γαμάτος κι ότι το δικό του αστέρι είναι το πιο φωτεινό! Έλα όμως που κάποιες φήμες λένε πως ήρθε τελείως ανιδιοτελώς στο φεστιβάλ, χωρίς να πληρωθεί. Ενώ θα δώσει το «παρών» και στο αυριανό αντιφασιστικό συλλαλητήριο!

Η μεγαλύτερη αμερικανιά: ο βουρλιώτης στη θεσσαλονίκη να λέει τραγουδιστά στο μικρόφωνο: gointhrough live, φεστιβάλ κνε θεσσαλονίκη, είκοσι δεκατρία… -κατά το twenty thirteen των άγγλων.

Η πιο προλεκάλτ στιγμή: το στριπτίζ του χρυσαυγίτη στην πάτρα κι η μουσικοχορευτική κίνηση του σφου που τον υποδύθηκε. Δυστυχώς η κε του μπλοκ δεν κατάφερε να εξασφαλίσει εγκαίρως τα σχετικά φωτογραφικά ντοκουμέντα, ούτως ή άλλως όμως μάλλον θα χρειαζόταν βιντεάκι  για να αποδώσει το θέαμα σε όλη του τη διάσταση.

Η (παραλίγο) πιο τραυματική σκηνή: η επίδειξη πολεμικών τεχνών. Και οι κάπως απρόθυμοι (δ)εθελοντές, που θύμιζαν λίγο το mr bean, στη σκηνή στην τάξη του τζούντο.


Όση ώρα ήμουν εκεί πάντως, οι μόνοι εθελοντές ήταν κάτι μικρά παιδάκια, που δεν έτρωγαν φυσικά ξύλο και μάθαιναν πώς να κάνουν λαβές στους εκπαιδευτές.

Η πιο γιούχου παρουσία: η μπλε τραγουδίστρια, χωρίς συναγωνισμό. Φέτος έμαθα αναδρομικά και μια περσινή της ατάκα, όπου αφιέρωσε ένα τραγούδι στα παιδιά που έχουν τρίχες στις μασχάλες… Τρίχες στα χέρια, που λέει και στο αστερίξ λεγεωνάριος.
Η πιο τεμπέλα παρουσία: του μπάμπη στόκα, που δεν τραγουδούσε πολλούς στίχους κι έλεγε ‘δικό σας’ πριν καν φτάσει στο ρεφρέν.

Η ατάκα: από τον χαβαλετζή σταρόβα για τους πυξ λαξ. Που τους έβλεπε κάποτε στο θέατρο βράχων στο βύρωνα να ανοίγουν διάλογο με το κοινό τους.
-Θα σπάσουμε τους βράχους;  -Ναι…
-Θα σπάσουμε τους βράχους; -Ναι…
Κι άρχιζαν. Άγονη πλήξη
Αλλά όπως είπε κι ο μίκης, που αποσύρεται από τα κοινά της ελλάδας, την ίδια περίπου περίοδο με το συνονόματο ποντίκι, το κουκουέ είναι ο βράχος μας. Και (προσθέτω εγώ) όσο και αν προσπαθούν να το σπάσουν και να το διαβρώσουν, γίνονται καταγέλαστοι σαν τα δύο τρίτα των πυξ λαξ –συγκεκριμένα, αυτούς που είναι εν ζωή.

Το σαρδάμ: στην ομιλία του κουτσούμπα {αν και το μεταφέρω με επιφύλαξη, όπως μου το μετέφεραν τρίτοι} που (φέρεται να) είπε σε κάποια φάση κάτι σαν : μύλο στο νερό της αντίδρασης… Σα να λέμε, μπούκοβο στον κεφτέ του λαϊκού στρώματος –που δεν πρόκειται να βγάλει ποτέ το τρίτο μέρος.

Η απορία: τη μια μέρα στόκας, την άλλη πλιάτσικας, πόσους πυξ λαξ μπορεί να αντέξει να ακούσει κανείς;
Απορίες για το φεστιβάλ νέων σύριζα -που ‘παίρνει σκυτάλη’ το επόμενο τριήμερο. Γιατί έβαλαν τη φαραντούρη στην κόκκινη σκηνή; Δε θα της πήγαινε περισσότερο η πράσινη; Η μπάντα μπασότι ξέρει πού πήγε να παίξει; Γιατί χαλάει το καλό της όνομα με τέτοιες λάθος επιλογές; Και η κοε θα συνεχίσει τα φεστιβάλ, ή πέρσι ήταν το κύκνειο άσμα τους;

Η πιο ευρηματική σκηνή: οι τρόποι που σκαρφίστηκε ο πολυμήχανος λαός, για να γλιτώσει από τη βροχή και τις συνέπειές της. Αγόρασε στεγνά μπλουζάκια από τη διεθνούπολη, έστησε πρόχειρες κατασκευές για να κρυφτεί από κάτω, κατέφυγε μέχρι και στις χημικές τουαλέτες, όπως μπορεί να μας βεβαιώσει ο θρυλικός εφτάς και η φαμίλια του. Δεν χτύπησε όμως το κακό στη ρίζα του κι άφησε το λαυρέντη να τριγυρνά ελεύθερος.

Η καλύτερη ιδέα: την είχαν όσοι πήγαν να δουν την έκθεση με τα ταμπλό, όσο μιλούσε ο γγ στην κεντρική και δεν είχε τόση κίνηση. Εκεί μπορούσε να δει κανείς (μεταξύ πολλών κι αξιόλογων άλλων) τα στιγμιότυπα της παρακμής: το μπρεζνιεφικό σύνταγμα του 77’ με σύνθημα ‘για την ειρήνη’, τον αρτόμ ταρασόφ, πρώτο σοβιετικό εκατομμυριούχο επί περεστρόικα, τις ουρές στα πρώτα μακ ντόναλντ το 89’ και τα προεδρεία του 20ού (56’) και του 28ου και τελευταίου συνεδρίου (1990) του κκσε. Τρόμος..

Οικονομικά επωφελής ιδέα: να ανοίγαμε τη δεύτερη μέρα έναν πάγκο που να πουλούσε ομπρέλες με το σήμα του κόμματος. Και στη γιγαντοοθόνη να έπαιζε το προεκλογικό μας σποτάκι: έρχεται θύελλα. Το κουκουέ επιβεβαιώνεται.
Δεύτερη επωφελής ιδέα: να ερχόταν την τρίτη μέρα (κατά τας γραφάς), που γινόταν ο απόλυτος πανικός (ρεκόρ προσέλευσης στο τρίτση, όπως ανακοινώθηκε στην κεντρική από τα μικρόφωνα) κάποιος πλανόδιος και να πουλούσε στη μαύρη αγορά καρέκλες σε αστρονομικές τιμές.
-Συγνώμη, την χρειάζεστε αυτήν την καρέκλα;
-Μα αφού κάθομαι πάνω της…
-Ναι, αλλά την χρειάζεστε;

Σταθερές αξίες: τα καλοταϊσμένα παπάκια, η βροχή, οι λουκουμάδες, τα μπιχλιμπίδια στο κιόσκι του ελληνοκουβανικού, η ιε της κετουκε με χρέωση στη σύγχρονη εποχή και μια σειρά από αυτές τις μικρές λεπτομέρειες που μας κάνουν ευτυχισμένους.

Χαρήκαμε που είδαμε: τους υπεραστικούς, τους εν καρδία και τη νατάσα μποφίλιου, κυρίως για τη στάση και τις δηλώσεις της απέναντι στην χρυσή αυγή, πολύ πριν γίνει της μόδας και ντυθεί ‘αντίφα’ κι ο πρετεντέρης ακόμα.
Η μεγάλη απουσία: η σούλα βαζούρα στη λαϊκή
Θέλουμε να δούμε του χρόνου: τον πέτρο πουντίδη (τοτέμ)
Δεν τρέχει και κάτι αν δεν ξαναδούμε: το στόκα, τον πλιάτσικα και το μύρωνα στρατή.

Ευχαριστούμε πολύ το λαυρέντη μαχαιρίτσα και τους μουσικούς του. Και τώρα…




Άντε και του χρόνου, καλά σαράντα.

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Τρίτση-Τρίτση μάνα μου

Αν κάθε εικόνα είναι χίλιες λέξεις, όπως λένε οι κινέζοι, το φεστιβάλ είναι ένα άλμπουμ γεμάτο εικόνες για τις οποίες πρέπει να γραφτεί ολόκληρο βιβλίο για να χωρέσουν. Από τις νυχτερινές περιφρουρήσεις και τις προετοιμασίες μέχρι το ξεστήσιμο. Κι από την προσμονή ως τον απόηχο που αφήνει πίσω του. Η οποία προσμονή κορυφώνεται στην αττική και σε άλλους σταθμούς λεωφορείων, με τις αυτοσχέδιες προσυγκεντρώσεις, που σφύζουν από χρώματα, χαμόγελα, ζωντάνια. Και είναι ένα φεστιβάλ ζωής και δημιουργίας απέναντι στη μιζέρια και τα σκυμμένα κεφάλια, τον κλοιό της σαπίλας και της απελπισίας που σφίγγει γύρω μας.

Ένα φεστιβάλ με... δημιουργική βία, όπως είπαν στη συναυλία τους τα υπόγεια ρεύματα, προσθέτοντας για τους φασίστες πως θα τους συντρίψουμε, γιατί είναι λίγοι και χαζοί. Ενώ αφιέρωσε στο γνωστό τηλεοπτικό δίδυμο του σκάι (άρη και μπάμπη) ένα ‘προφητικό’ τραγούδι που μιλούσε για κατσαρίδες. Λίγο πριν, στη λαϊκή σκηνή, οι εν καρδία έλεγαν για την περίσταση ένα τραγούδι της ξενιτειάς, γιατί... έφυγε ένας από εμάς. Ενώ την τελευταία μέρα ο μυστακίδης ευχήθηκε από το μικρόφωνο, άντε και του χρόνου χωρίς φασίστες.

Με σημαίες και με ταμπούρλα, όπως τραγουδούσε ένας πλανόδιος οργανοπαίκτης, που βρήκε μια γωνιά στον χώρο του φεστιβάλ κι έπιασε το δικό μας ρεπερτόριο, γνωρίζοντας πολύ καλά σε ποιο κοινό απευθύνεται. Κι ήταν γεμάτος πλανόδιους ο χώρος, που του έδωσαν χρώμα με τις πραμάτειες τους, τα βρώμικα, τους λουκουμάδες , μια μικρή λιχουδοχώρα, όπως στον παιδότοπο. Κι εσύ να ψάχνεις το δικό μας πάγκο, με τους ταξικούς λουκουμάδες, γιατί σκέφτεσαι τα ‘διαφυγόντα έσοδα’ για την οργάνωση. Αλλά δε βαριέσαι, δε θα χάσει κι η βενετιά βελόνι, με τόσο κόσμο τριγύρω.

Που είναι μάλλον αδύνατο να τον υπολογίσεις. Ασφυκτικά γεμάτες και οι τρεις σκηνές και να σκεφτείς πως τον πολύ κόσμο τον περιμένουμε τις επόμενες μέρες. Την παρασκευή βρέχει για κάνα τέταρτο και σπάει λίγο ο κόσμος, αλλά δε μας αγγίζει η λάσπη του συστήματος και γεμίζουν πάλι κι οι τρεις σκηνές, ενώ ψάχνεις να βρεις καρέκλα. Και το σάββατο πήχτρα οι σκηνές κι οι μεταξύ τους δρόμοι και ο κόσμος να πιάνει οτιδήποτε μπορεί να γίνει κάθισμα. Καρέκλες, παγκάκια, τραπέζια, το όργανο, χώμα, γκαζόν, κούτσουρα, πέτρες, σκαλιά και σκαλωσιές, βράχους, καλύβια, ρεματιές.

Έτσι είναι όμως, όταν απέχεις από τη λαϊκή παλιγγενεσία, όπως λέει ο λαϊκός ηγέτης αλέξης και τρέχεις στα δυτικά να απομονωθείς στο δυτικό άκρο της πόλης σα σεχταριστής, μαζί με τόσες χιλιάδες κόσμου. Γιατί απομονώνεστε ρε; Δε θέλουμε θλιμμένους στη γιορτή μας. Για τσόντα στην κυβέρνηση όμως, το συζητάμε.

Και δεν είναι μόνο αυτές οι σκηνές στον χώρο, γιατί παίζουν συγκροτήματα και στο στέκι εργαζομένων, που είχε πίσω του κάτι σκαλωσιές με κούκλες-ομοιώματα ανεβασμένες πάνω τους, όπως στο μουσείο της μαντάμ τισό. Και στο περίπτερο της πασυ είχε στο θυρεό κρεμασμένο βαμβάκι.
Παίζουν και κάποια μεγάφωνα στο άσχετο, που ακούγονται μέχρι και την κεντρική σκηνή, το κλασικό πρόγραμμα των διαδηλώσεων, λοΐζο, φαραντούρη, αλλά και σιδηρόπουλο ή άκτιβ μέμπερ. Και λέμε με κάποιους σφους να πάμε για πλάκα κάτω από ένα μεγάφωνο και να φωνάζουμε στις παύσεις ανάμεσα στα τραγούδια ‘κι άλλο, κι άλλο’ και να ‘ρχεται το ανκόρ να μας δικαιώνει.

Παίζει ρούμπα κάποια βράδια και στο περίπτερο του ελληνοκουβανικού, στη διεθνούπολη, που είναι μόνο του ένα τεράστιο, απέναντι από όλα τα άλλα, όπως αυτά των μεγάλων εκδοτικών οίκων στις εκθέσεις βιβλίου. Ενώ απέναντι, οι άλλες αποστολές, έχουν πιάσει το νόημα ότι ο κόσμος σήμερα δεν πολυδιαβάζει ξενόγλωσσα υλικά (κι ελληνόφωνα δηλ, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία) και έχουν φέρει περισσότερο αναμνηστικά και μπλουζάκια για πούλημα. Διεθνείς σχέσεις να γίνονται, να έχεις και μια αφορμή να πιάσεις κουβέντα μαζί τους.

Και την παρασκευή που έβρεξε, οι ρώσοι έκαναν κίνηση ματ κι έβγαλαν έναν πάγκο με μπλουζάκια πάνω στον κεντρικό χωματόδρομο, που περνούσε ο πολύς κόσμος κι ερχόταν να βγάλει τα δικά του τα μουσκεμένα, να φορέσει τα καινούρια. Και το μισό φεστιβάλ φορούσε κόκκινα μπλουζάκια από τους ρώσους, με λένιν, cccp και σφυροδρέπανα. Άντε το πολύ, αν ήσουν εναλλακτικός, να είχες πάρει από τους ισπανούς μπλουζάκια του πέμπτου συντάγματος.

Το φεστιβάλ της αθήνα λοιπόν δεν ξέρεις από πού να το πιάσεις και να αρχίσεις να το ξεφυλλίζεις. Είναι γενικά τελείως διαφορετικά τα μεγέθη. Δε σου φτάνει μια μέρα για να το γυρίσεις, δε σου φτάνει μια χρονιά για να το χορτάσεις και συνάμα σου φαίνεται μικρό να χωρέσει όλη την κοσμοπλημμύρα του σαββάτου. Κι είναι η μόνη πόλη, όπου μπορεί να κουραστείς πριν καν φτάσεις, γιατί είναι ολόκληρο ταξίδι ως το ίλιο, ή να σου πει ο άλλος πχ από τα νότια ότι είναι πολύ μακριά για να ‘ρθει και να μην το λέει προσχηματικά, σα δικαιολογία, γιατί από τα μέρη του ο χώρος είναι στου διαβόλου τη μάνα. Που και με το γιο της θα συνεργαστούμε αν χρειαστεί να βρούμε κάποιο σύντροφο με αμάξι.
Ή μπορείς πάλι να μπεις μέσα, να χάσεις τα αυγά και τα πασχάλια μαζί με τους δικούς σου και να προσπαθείς να συννενοηθείς –εφόσον βρεις σήμα- πώς να βρεθείτε. Είμαι κάτω από έναν τεράστιο μπελογιάννη, έλα να με πάρεις.

Κι αν νομίζεις πως αυτά είναι οι εντυπώσεις από ένα επαρχιωτάκι –και σε εμάς γίνεται πανικός κάποιες μέρες, αλλά είναι πιο συμμαζεμένος, ανθρώπινος πανικός- δες και στο ρίζο την αντίδραση των ισπανών συντρόφων, που εκστασιάστηκαν από την εμπειρία του φεστιβάλ –πριν καν γίνει κιόλας- και βλέπουν τους σφους της οργάνωσης που το έστησαν, περίπου όπως ο γκιούλιβερ τους γίγαντες που συνάντησε στο ταξίδι του. Κι αν αυτοί στην χώρα τους (ή μάλλον τις χώρες τους) έχουν διψήφια οργανωτική ή αν πανηγυρίζουν για συγκεντρώσεις με τριψήφια προσέλευση κόσμου, θα βλέπουν τα δικά μας στίφη επισκεπτών και θα πιστεύουν πως είμαστε σε προεπαναστατική κατάσταση, με έτοιμο, συγκροτημένο το στρατό της επανάστασης.
Αν και το ερώτημα παραμένει. Τι ψήφισε πχ όλος αυτός ο κόσμος που πέρασε τις πύλες του φεστιβάλ;

Το κακό με το πρόγραμμα είναι  ότι οι περισσότερες συζητήσεις-εκδηλώσεις γίνονται σχεδόν ταυτόχρονα κι είναι πρακτικά αδύνατο να τις προλάβεις όλες, οπότε κινδυνεύεις να πάρεις μια γεύση ανάκατη απ’ όλα και να μη σου μείνει τίποτα.

Στο περίπτερο των σπουδαστών (αει-τει) ο σφος ανέλυσε τι σήμαινε να είσαι φοιτητής στην εσσδ και με ποια κριτήρια απολάμβαναν οι σοβιετικοί (και όχι μόνο) συγκεκριμένα κίνητρα και προνόμια. Ώσπου να σκεφτείς πως στα χρόνια της περεστρόικα το ¼ των υποτροφιών για σπουδών στους έλληνες, το έδιναν στο πασοκ! Κι είναι ζήτημα για πολλούς υπότροφους της εποχής τι ακριβώς τους έμεινε από αυτή την εμπειρία και πόσο γρήγορα την απέβαλαν, αλλά είναι σίγουρο πως υπάρχουν ακόμα πολλά «λεμόνια», απόφοιτοι του λομονόσοφ, που περιμένουν κάποια δική μας πρωτοβουλία να τα στίψει και να τα αξιοποιήσει κάπως στο αντικείμενό τους, πριν ξινίσουν.

Κι εκεί άνοιξε μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, που θα μπορούσε να έχει πολλές προεκτάσεις. Πχ σχετικά με τη διάκριση της σημερινής δια βίου μάθησης και της φιλοσοφίας μάθηση για τη μάθηση, με την ανάγκη για ολόπλευρη ανάπτυξη και διαμόρφωση ολοκληρωμένης κουλτούρας στον άνθρωπο, που γίνεται η βασική παραγωγική δύναμη κι ο σοσιαλισμός καλείται να καλλιεργήσει τη γενική του διάνοια, για να προχωρήσει. Και για το πανεπιστήμιο, που αποτελεί πρωτίστως πολιτικό σχολείο για έναν κόσμο από την επαρχία (και όχι μόνο) σε διάκριση με τις αρνητικές πτυχές και το ανέφικτο της ‘ελεύθερης πρόσβασης’, ακόμα και για στην πρώτη φάση της κοινωνίας του μέλλοντος.

Όλα αυτά κούμπωναν κάπως με τη συζήτηση στο διπλανό περίπτερο και μια ερώτηση για το αν ο σοσιαλισμός προωθούσε παιδαγωγικά την ομοιομορφία στη σκέψη και την εμφάνιση ή αν μεριμνούσε για τις ιδιαίτερες κλίσεις και τα ενδιαφέροντα κάθε προσωπικότητας. Κι αν τελικά η υστερική αποθέση του μεμονωμένου ατόμου στον καπιταλισμό χτυπάει η ευνοεί την χειρότερη εκδοχή ομοιομορφίας, με τα διάφορα σαχλά πρότυπα και τις ρηχές μόδες και βασικά με την καθολική απουσία διαμόρφωσης στο παιδί κριτηρίου και οποιασδήποτε κριτικής ικανότητας.

Στον κινηματογράφο πάνω από τη διεθνούπολη έγινεν εκδηλώσεις με τον κουβανό πρέσβη για τους πέντε κουβανούς πατριώτες στα χέρια των ηπα –εκ των οποίων ο ένας εξέτισε την ποινή του και έμεινε ελεύθερος, αλλά έχουν χαραχτεί στο μυαλό μας ως πέντε και έτσι συνεχίζουμε να τους αναφέρουμε- και με με παρεμβάσεις σφων από τις διεθνείς αποστολές –ανάμεσά τους κι από την πληττόμενη συρία. Εκεί έσκασε κι η ερώτηση προς τον ελισαίο τι πρέπει να κάνει ένα κκ όταν εισβάλλουν στρατιωτικά στην χώρα του. Κι ο βαγενάς, μετά τα εισαγωγικά για τις ‘πολύμορφες μορφές’ έβαλε τη λογική και του τελευταίου συνεδρίου, για αυτόνομη δράση ενάντια στον εισβολέα αλλά και τη ντόπια αστική τάξη, που εμπλέκει την χώρα στον πόλεμο.

Στο στέκι του αθλητισμού πρόλαβα δυστυχώς μόνο το κλείσιμο της εκδήλωσης ‘επον κι αθλητισμός’ με δυο τραγούδια κατεβασμένα από το διαδίκτυο, που έπαιξαν play back, αλλά κάποιοι τα τραγουδούσαν πσράλληλα και ζωντανά! Για να ακολουθήσει η επίδειξη διαφόρων πολεμικών τεχνών –που θα τη δούμε στο επόμενο μέρος μάλλον.
Όπως θα ‘λεγε κι ο θυμόσοφος λαός μας.
Μάθε (πολεμική) τέχνη κι άστηνε
Κι αν βρεις φασίστα, πιάστηνε...

Υστερόγραφο
Ο τίτλος της ανάρτησης είναι παρμένος από ένα παλιό επεισόδιο των απαράδεκτων με τον τότε δήμαρχο αθηναίων –πράγματι, χρατς-χρουτς.

Στο καπάκι κολλάει και το επεισόδιο με τον ‘οικολόγο’, για τις επιλεκτικές οικολογικές ευαισθησίες για τις πάπιες της λίμνης που πέρασαν ζωή και πάπια από το πολύ φαΐ, λες και τις ετοίμαζαν για φουαγκρά με τόση ποσότητα.


Ναι αλλά κανείς δε μιλάει για τα μπαλάκια του πινκ-πονκ που δεν τρώγονταν και έπεσαν στην παρακείμενη λίμην, προκαλώντας μια μικρή οικολογική καταστροφή στο πάρκο –που το αφήνουμε σήμερα καθαρότερο απ’ ό,τι τι βρήκαμε. Άσε δε και τη νεανική σκηνή με τους χορούς και τη σκόνη που σήκωνε. Τς, τς, τς...

Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013

Σημειώσεις για το φασισμό

Όπλο του συστήματος είναι οι χρυσαυγίτες...
λέει στο τέλος ένα σύνθημά μας. Αν το καλοσκεφτείς δηλ και το φιλοσοφήσεις, ο φασισμός δεν είναι παρά ένα εργαλείο, όπως και το μαχαίρι. Το θέμα είναι πώς θα χρησιμοποιηθεί. Για να αλείψει βούτυρο στο ψωμί του συστήματος ή για να ξεκάνει τους ταξικούς και πολιτικούς του εχθρούς –τους επίδοξους νεκροθάφτες του, με άλλα λόγια.

Γιατί να ‘μαστε όμως δογματικοί και να αποκλείσουμε κάποια από αυτές τις συμπληρωματικές λειτουργίες του εργαλείου-όπλου; Η χρυσή αυγή είναι σε κάθε περίπτωση ένας όχλος θρασύδειλων μαχαιροβγάλτηδων. Ένα αιχμηρό μαχαίρι ενάντια στο κίνημα και τη γροθιά του. Η αιχμή του δόρατος ή μάλλον του βέλους του συνταγματικού τόξου που στοχεύει κατευθείαν πάνω στις λαϊκές κατακτήσεις και τα εργατικά δικαιώματα.

Ο φασισμός είναι η φυσική συνέχεια-απόληξη αυτού του τόξου. Είναι δηλ, παραφράζοντας το γνωστό τσιτάτο, η συνέχεια της αστικής δημοκρατίας (δικτατορίας του κεφαλαίου) με άλλα μέσα. Μια ποιοτική αναβάθμιση όσων ζούμε σήμερα.
Μπορεί στην αστική δημοκρατία οι καπιταλιστές να ασκούν την κυριαρχία τους έμμεσα και γι’ αυτό πιο σίγουρα, δια αντιπροσώπων μέσω του κοινοβουλίου, όπως μας λένε οι κλασικοί. Αλλά η ολοκλήρωση της κυριαρχίας τους έρχεται με τον ολοκληρωτισμό και την επικράτηση του φασισμού, όπως κατ’ αντιστοιχία στην οικονομική βάση η επικράτηση του μονοπωλίου καταργεί τον ‘ελεύθερο, δημοκρατικό ανταγωνισμό’ –ή «υγιή» όπως επιμένουν να τον βαφτίζουν και σήμερα κάποιες πολιτικές δυνάμεις. Κι η ολοκλήρωση αυτή δε συνιστά κάποια αρρώστια που θεραπεύεται ή εκτροπή από το κλασικό αστικό ιδεώδες και τις αρχές του, αλλά εξέλιξη και απόρροια του προτσές ανάπτυξης της αστικής κοινωνίας.

Ο φασισμός είναι το αποτέλεσμα και ο πολιτικός θρίαμβος της συστηματικής  αποπολιτικοποίησης των τελευταίων δεκαετιών. Η ιδεολογία που εκφράζει την αποϊδεολογικοποιημένη μάζα, μετά το ‘τέλος των ιδεολογιών’ και της ιστορίας, που διακήρυξε η νικήτρια αστική τάξη το 89’.
Πρώτα ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές. Δε μίλησα γιατί αυτοί έχουν καταστρέψει την –τελευταία σοβιετική- χώρα με την ιδεολογική τους ηγεμονία {από την άλλη βέβαια ευτυχώς που δε νίκησαν στον εμφύλιο, γιατί σήμερα θα ήμασταν σαν την αλβανία. Λες να ήμασταν τελικά και στο σύμφωνο της βαρσοβίας και να μην το ξέρουμε;}
Ύστερα ήρθαν να πάρουν τους εργάτες. Δε μίλησα, γιατί νόμιζα ότι ήμουν κάτι κοινωνικά ανώτερο, που αρνείται να δεχτεί ότι προλεταριοποιείται. Κι όταν ήρθαν να πάρουν εμένα, δεν χρειάστηκε, γιατί ήμουν ήδη ένας από αυτούς και τους ακολούθησα πρόθυμα.

Ο αντιφασισμός από την άλλη είναι κι αυτός ένα εργαλείο για το κίνημα, αλλά δεν είναι αυτοσκοπός, γιατί συνδέεται οργανικά με άλλους ευρύτερους, πιο γενικούς σκοπούς. Ο αντιφασισμός επίσης δεν μπορεί να νοείται ως μια χαρούμενη ‘εναλλακτική’ ανεμελιά με σφυρίχτρες, αλλά ως μια σκληρή σύγκρουση· κυρίως ως η μάχη για ταξικό αγώνα και συνειδητοποίηση ενάντια στη λουμπενοποίηση που θα επανδρώσει τη σιδερένια φτέρνα του μέλλοντος. Και το ειδοποιό στοιχείο του λούμπεν δεν είναι η φτώχια κι η εξαθλίωση αλλά η πνευματική εξαθλίωση κι η έλλειψη (ταξικής) συνείδησης.

Ο μαχητικός αντιφασισμός είναι ένα πολύ σημαντικό πεδίο, που δεν πρέπει να το αφήσουμε να εκφυλιστεί με όρους οπαδικής εκτόνωσης (ντου, φάπες, κτλ) αλλά να το δούμε σοβαρά. Για να το θέσω διαφορετικά, όσοι είναι κοντά στο κόμμα δε γνωρίζουν πχ μόνο για τη δεινή οικονομική θέση του που επιδρά αρνητικά σε μια σειρά ζητήματα, αλλά (γνωρίζουν) και για τις προετοιμασίες που (πρέπει να) γίνονται για διαφορετικές, πιο οξυμένες μορφές δράσης. Γιατί η εποχή μας δεν κυοφορεί μονοσήμαντα ‘πιο ενδιαφέρουσες διαδικασίες’ όπως τις είχε πει μια φορά η αλέκα, αλλά και δύσκολες, πρωτόγνωρες (για εμάς τους νεότερους) καταστάσεις.

Αυτό το πεδίο δεν είναι ίσως το πιο σημαντικό ή αυτό που θα δώσει τη λύση υποκαθιστώντας τα υπόλοιπα, αλλά είναι κι αυτό πρωτίστως πολιτικό, όπως και το κομμάτι της περιφρούρησης συνολικά εξάλλου. Ήδη οι μαζικές (αντι)συγκεντρώσεις αυτής της εβδομάδας σε πέραμα, νίκαια, κερατσίνι έχουν αναγκάσει τους φασίστες να λουφάξουν στις τρύπες τους και να ματαιώσουν κάποιες δραστηριότητές τους.
Το πιο βασικό ζήτημα βέβαια παραμένει η μαζικότητα, η συσπείρωση καινούριου κόσμου. Από εκεί απορρέει πρωτίστως η ελπίδα κι η δύναμη, αυτό που μας δίνει φτερά ότι δεν είμαστε οι ίδιοι και οι ίδιοι που τρέχουμε για κάθε ζήτημα που προκύπτει, ο απρόβλεπτος παράγοντας που θα αλλάξει τα κόζια για να προκύψουν κι οι πιο ενδιαφέρουσες διαδικασίες..

Δεν μπορώ πάντως να μην αναφερθώ σε κάτι που έχω εδώ και λίγες μέρες στην άκρη της γλώσσας και των δαχτύλων μου, αλλά δεν το πληκτρολογούσα. Το δεκέμβρη του 08’ δολοφονήθηκε στα εξάρχεια από μπάτσο ένα παιδί μεσοαστικής οικογένειας κι ακολούθησαν όσα γνωρίζουμε. Την τρίτη το βράδυ δολοφονήθηκε από έναν φασίστα στο κερατσίνι –μια εργατική περιοχή-σύμβολο- ένας νέος εργάτης με πολιτική συνείδηση και δράση. Δε θέλω σε καμία περίπτωση να προεξοφλήσω την εξάντληση της δυναμικής αυτών των κινητοποιήσεων, ίσα-ίσα. Αλλά σίγουρα δεν πλησιάζουν την ένταση και τη φόρτιση του δεκέμβρη. Κι είναι να απορεί κανείς με τα αντανακλαστικά και τα διαφορετικά σταθμά ορισμένων.

Κράτησα για το τέλος ένα σενάριο που καλλιεργείται συστηματικά το τελευταίο διάστημα με βάση και τη διαβόητη θεωρία των άκρων. Η πιο πρόσφατη εκδοχή του μιλάει για διμέτωπο ακρωτηριασμό των δύο άκρων και μια «έξυπνη θυσία» από την πλευρά της αστικής εξουσίας στην πολιτική σκακιέρα: να δώσει δηλ την χρυσή αυγή θέτοντάς την εκτός νόμου, για να ‘παίρνει σειρά και το κουκουέ’ όπως είπε καθαρά κι η ακριβοπούλου τις προάλλες στο σκάι.

Δε λέω ότι δεν πρέπει να παρακολουθούμε κάθε σενάριο για να προετοιμαστούμε κατάλληλα για όλα τα ενδεχόμενα. Αλλά το κομμουνιστικό κίνημα έχει πικρή πείρα από τη συγκεκριμένη εφαρμογή στην πράξη τέτοιων νομοθετικών πλαισίων και ξέρει πολύ καλά ενάντια σε ποιον στρέεφονται. Θα είναι λοιπόν τουλάχιστον αφελές να περιμένει κανείς πως το σύστημα θα χτυπήσει νομικά τα μαντρόσκυλα που το φυλάνε –ή αντιστρόφως πως τα «αντισυστημικά» μαντρόσκυλα θα δαγκώσουν το χέρι που τα ταΐζει.

Για να το θέσω διαφορετικά, με μια ιστορική αναλογία. Οι επίγονοι των ναζί και των ταγματασφαλιτών θα τιμωρηθούν από το αστικό κράτος, όσο τιμωρήθηκαν κι οι πολιτικοί τους πρόγονοι το 45’, σε πολύ πιο ευνοϊκούς συσχετισμούς,  από τα δικαστήρια του απο-κατεστημένου δημοκρατικού καθεστώτος, που άνοιγε παράλληλα μια βιομηχανία στημένων δικών για να στήσει τους κομμουνιστές και τους εαμίτες στο εκτελεστικό απόσπασμα.


Ας μην τρώμε λοιπόν τη φόλα για τα μαντρόσκυλα. Έχουν γνώση οι φύλακες..

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Από Πέραμα σε Κερατσίνι, φασίστας δε θα μείνει

Αρχικός τίτλος: Εδώ μόνο ΚΚΕ

Στην προηγούμενη ανάρτηση για το φεστιβάλ, τους οπαδούς και το τσάκισμα του φασισμού είχαν μείνει μερικές ουρές (όπως λέγονται τα παραλειπόμενα στη δημοσιογραφική αργκό) που δυστυχώς καθίστανται τραγικά επίκαιρες μετά τα χτεσινοβραδινά στο κερατσίνι. Παραθέτω πρώτα την αρχική μορφή του μισοτελειωμένου κειμένου που ‘χα ξεκινήσει να γράφω –με κίνδυνο να φανώ στην αρχή εκτός θέματος- και εν συνεχεία, θα πιάσουμε το νήμα με την ουσία του πράγματος.


Φεύγοντας το σάββατο από τον χώρο του φεστιβάλ, είδαμε γραμμένο σε έναν τοίχο του αρχηγείου ένα σύνθημα γεμάτο σημειολογία: «εδώ μόνο ΚΚΕ!» Τι εννοούσε άραγε ο συνθηματογράφος ποιητής;  Μόνο κουκουέ, όπως στη σοβιετία και τον υπαρκτό που γνωρίσαμε (κι αγάπησαν κάποιοι παράφορα, μέχρι μίσους για την προδοσία της να πάψει να υπάρχει και να τους αφήσει ορφανούς). Μόνο κουκουέ εδώ στο φεστιβάλ, που λειτουργεί για ένα τριήμερο σα σοσιαλιστική νησίδα δίπλα στο κέντρο της πόλης. Ή γενικά στη δυτική θεσσαλονίκη, που κάποτε είχε όλους τους δήμους της κόκκινους και κρατάει ακόμα κάποιες παραδόσεις;

Ναι αλλά το 'παύλου μελά' ανήκει σ’ όλο το λαό της θεσσαλονίκης κι αυτό το νόημα είχε κι η επιλογή για την αξιοποίηση του χώρου –παράδειγμα που ακολούθησαν κι άλλοι τελευταία, όπως η νκα με τις φετινές αναιρέσεις. Και ακόμα κι αν πάρεις τη μικρή πολιτεία του φεστιβάλ ως δείγμα, συρρέει τόσος κόσμος, που αποκλείεται να ψηφίζει στο σύνολό του μόνο το κόμμα. Συνεπώς;

Συνεπώς η εξήγηση ήταν πολύ πιο απλή. Βρέθηκε προφανώς κάποιος χούλιγκαν με σπρέι και άφησε μια κραυγή αγωνίας για επιβεβαίωση του εαυτού του και της ομάδας του: εδώ μόνο παοκ, πχ. Και οι σύντροφοι που ανέλαβαν να ρετουσάρουν τον χώρο σκέφτηκαν σοφά κι οικονομικά κι έτσι αντί να σβήσουν όλο το σύνθημα, απλώς το διόρθωσαν με τις απαραίτητες παρεμβάσεις –όπως είχαμε κάνει παλιά σ’ ένα κτίριο με συνθήματα των μουλάδων για την εε, όπου σβήσαμε μόνο το αστεράκι με την παρένθεση στην υπογραφή.

Μακάρι βέβαια να ήταν τόσο εύκολο και στην πραγματική ζωή να μετατραπεί η οπαδική καψούρα –που γίνεται ενίοτε αφιόνι- σε πολιτική συνείδηση. Και να μπορούσαμε να σβήσουμε με ασβέστη τις αυταπάτες και τις ανορθογραφίες στη μαζική συνείδηση, όπως αυτή διαπλάθεται από την κυρίαρχη κουλτούρα και ιδεολογία.

----------------------------------------------------------------

Είχα ήδη αρχίσει να γράφω τις παραπάνω γραμμές, όταν έσκασε σα βόμβα η είδηση για την πολιτική δολοφονία του παύλου φύσσα από τα χρυσαυγίτικα τάγματα εφόδου. Και να σκεφτείς πως συνέβη σε μια περιοχή σαν το κερατσίνι, που κάποτε ήταν κατακόκκινη και θα της πήγαινε ταμάμ το σύνθημα από τον τοίχο του αρχηγείου: εδώ μόνο κκε. Όπως είχε πει κάποτε ο σπύρος παπαδόπουλος για τα παιδικά του χρόνια στη γειτονική κοκκινιά, είχαμε στη γειτονιά έναν δεξιό κι έναν αεκτζή, αλλά δεν τους μιλούσε κανείς.

Αλλά το θέμα φυσικά δεν είναι ο ολυμπιακός. Μιλάμε για μια καθαρά πολιτική δολοφονία κι όχι για ποδοσφαιρικό καβγά, όπως προσπάθησαν να το παρουσιάσουν τα κανάλια και διάφορες ιστοσελίδες, πάνω στη σύγχυση και την αναμπουμπούλα των πρώτων στιγμών -ή μάλλον των όχι και τόσο πρώτων στιγμών…

Η καλή προπαγάνδα από το πρωί φαίνεται...
Μιλάμε για τη δολοφονία ενός ενεργού και πολιτικοποιημένου μέλους του συνδικάτου μετάλλου, που έχει μπει στο μάτι των εφοπλιστών και των ναζί υπαλλήλων τους και όχι για μια 'σύγκρουση των άκρων, που έχουν ανοίξει επικίνδυνη βεντέτα με απρόβλεπτες συνέπειες'. Και αν ισχύει πως έχουν κανονίσει οι χρυσαυγίτες συγκέντρωση για αύριο κοντά στον τόπο του εγκλήματος –όπου επιστρέφει πάντα ο δολοφόνος- φαίνεται πως επενδύουν σοβαρά στον αποπροσανατολισμό και την καλλιέργεια κλίματος τρομοκρατίας, για να φοβίσουν τον 'φιλήσυχο κόσμο' με τα 'άκρα' που τον πιέζουνε σαν συμπληγάδες.

Πιο συγκεκριμένα μιλάμε για οργανωμένο σχέδιο, καρτέρι συμμορίας, αναγνώριση στόχων, και όχι για κάποια φιλονικία, όπου άναψαν τα αίματα και φτάσαμε στο… μοιραίο. Κι έχουμε να κάνουμε με συλλογική εκτέλεση του σχεδίου και του παιδιού, πιθανότατα με την ανοχή –αν όχι συνεργασία- της αστυνομίας κι όχι με έναν μεμονωμένο φυσικό αυτουργό, που «τον συλλάβαμε και αποκαταστήσαμε την τάξη».

Ποια τάξη αλήθεια; Αυτή που είναι ο ηθικός αυτουργός του εγκλήματος; Με τους δημοσιολόγους της να μένουν άσπιλοι και αμόλυντοι από αίμα, να ασκούν από οθόνης το ακριβοπληρωμένο τους «λειτούργημα» και να καταδικάζουν γενικά τη βία (απ’ όπου κι αν προέρχεται), (επι)ζητώντας μια πιο σοβαρή χρυσή αυγή, που να μην εκτίθεται με τόσο ακραίες πράξεις για να μην καεί ως εφεδρεία του συστήματος.
Υπάρχει καλύτερη χρυσή αυγή και τη θέλουνε.

Στην πραγματικότητα όμως αυτή ακριβώς την χρυσή αυγή χρειάζονται. Μια λούμπεν συμμορία που να κάνει θριαμβικές εφόδους στις κόκκινες γειτονιές και να ανακόπτει δυναμικά τους ταξικούς αγώνες και την οργάνωσή τους. Το ξεγύμνωμα της αστικής εξουσίας συνεχίζεται παράλληλα με το στριπτήζ του χρυσαυγίτη, που λέγαμε στην τελευταία ανάρτηση. Οι φορείς και οι μηχανισμοί της κυρίαρχης προπαγάνδας (πολιτικοί, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι) αποτελούν την πολιτική πλατφόρμα και τον ιδεολογικό βραχίονα της χρυσής αυγής και του καλπάζοντα φασισμού. Ενώ τα σύγχρονα τάγματα εφόδου γίνονται ο εκτελεστικός βραχίονας, η σιδερένια γροθιά –ή μήπως φτέρνα;- της αστικής τάξης που βρυχάται για να συντρίψει τον εργαζόμενο λαό, πριν τη συντρίψουν τα αδιέξοδά της. Η επίθεσή τους πατάει προφανώς στη δική μας αδυναμία στην οργάνωση και τη μαζικότητα του αγώνα, αλλά είναι σημάδι πρωτίστως του δικού τους πανικού και της δικής τους αδυναμίας.

Διαβάζω ξανά όσα έχω γράψει και μου φαίνονται κούφιες φράσεις χωρίς νόημα. Γιατί η ουσία είναι τι θα κάνουμε στην πράξη για να αλλάξουμε τα πράγματα. Δε θα περιμένουμε φυσικά το συνταγματικό τόξο να ενώσει τις δυνάμεις του για να σώσει την (αστική) δημοκρατία του και να κηρύξει παράνομο το χαϊδεμένο παιδί του συστήματος. Τα βέλη του περίφημου τόξου που στρέφονται προς την χρυσή αυγή είναι τα βέλη του πολιτικού έρωτά τους και τίποτα περισσότερο. Εδώ εξάλλου δε μιλάμε απλώς για την εγκληματική δράση μιας συμμορίας-οργάνωσης, αλλά για το διαρκές έγκλημα της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, το συλλογικό οργανωμένο έγκλημα μιας τάξης και του πολιτικού της προσωπικού ή των μπράβων της που την προστατεύουν.
Κι η ειρωνεία της υπόθεσης είναι πως ο μόνος που μίλησε αυτή την εβδομάδα για το ενδεχόμενο να χαρακτηριστεί εγκληματική οργάνωση η χρυσή αυγή ήταν ο βορίδης, πιθανότατα γιατί διαθέτει τεχνογνωσία και αυτογνωσία από το παρελθόν του στην επεν.

Χρυσαυγίτη, πες αλεύρι...
Δεν μπορούμε επίσης να περιμένουμε τους φασίστες να κάνουν το μοιραίο λάθος για να αποκαλυφτεί ο χαρακτήρας τους στην ‘κοινή γνώμη’ και να αρχίσουν να ξεφουσκώνουν. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως λάθος, παρά μόνο οργανωμένο σχέδιο που εκτελείται στην εντέλεια. Το μόνο λάθος που μπορεί να προκύψει στην εξίσωση είναι ο παράγοντας χι που δεν μπορούν να προβλέψουν, δηλαδή ο λαϊκός παράγοντας και η δική μας δράση, που τα έχουν προϋπολογίσει να ισούνται με μηδέν, προκειμένου να αλωνίζουν ελεύθεροι.

Είπαμε και χτες πως η δράση αυτή πρέπει να είναι στοχευμένη σε αυτά ακριβώς που μπαίνουν χωρίς προσχήματα πλέον στο στόχαστρο του φασισμού: το εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα. Τη δράση αυτή πρέπει να τη διακρίνει οργάνωση και συνέχεια. Δεν μπορεί να αναλώνεται σε συναισθηματικές εξάρσεις και δυναμικές συλλογικές εκτονώσεις, ούτε να περιορίζεται οπαδικά σε ορισμένες περιοχές-σύμβολα {‘εδώ μόνο εμείς’} και να κλείνεται σε ‘κινηματικά γκέτο’ κλείνοντας ταυτόχρονα τα μάτια και τη μύτη της στις βρωμιές που γίνονται έξω από τη νησίδα της. Οφείλει αντιθέτως να στοχεύει στο σύνολο, να αλλάξει όλη την εικόνα, να σαρώσει καθολικά το φασισμό και το σύστημα που τον γεννάει.

Για να κάνουμε επανασύνδεση με την εισαγωγή, ο μαχητικός αντιφασισμός δεν μπορεί να γίνει με φάπες κι οπαδικούς όρους –που γεννάνε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε και μια φράση της επικαιρότητας, πρέπει να λιντσάρουμε πολιτικά το φασισμό, εφαρμόζοντας όχι το νόμο του λιντς, αλλά το δίκιο του εργάτη ως νόμο. Να αφαιρέσουμε από τους φασίστες κάθε πάτημα κι απήχηση στον εργατόκοσμο και τη νεολαία, να κάνουμε τους επικεφαλής τους να μην μπορούν να κυκλοφορήσουν στο δρόμο –όπως δεν μπορούσαν να το κάνουν κι οι ταγματσφαλίτες πρόγονοί τους χωρίς τη συνοδεία όπλου και την υψηλή προστασία των γερμανών ή των άγγλων κατά περίσταση.

Να κάνουμε την οργή μας δύναμη αγώνα κι ανατροπής του φασισμού και της τάξης που τον γεννάει, ανατροπής του κόσμου της εκμετάλλευσης που βασίζεται στο ναζιστικό υπόκοσμο.