Σήμερα είναι η επέτειος ίδρυσης του θρυλικού εαμ, που σημάδεψε την ιστορία
του εικοστού αιώνα στην ελλάδα. Η κε του μπλοκ όμως, θα κρατήσει για λίγο στην
εφεδρεία το κείμενο που ετοίμαζε για την περίσταση, αντιγράφοντας σήμερα ένα
απόσπασμα από την εισαγωγή του τμήματος ιστορίας της κετουκε στην πρόσφατη
έκδοση της σύγχρονης εποχής για το δεκέμβρη –που ένας είναι, σαν το κόμμα-
(‘δεκέμβρης του 44’, κρίσιμη ταξική σύγκρουση) και πιο συγκεκριμένα το
υποκεφάλαιο που εξετάζει κριτικά τη στρατηγική του κκε (και του εαμ κατ’
επέκταση) κατά το δεκέμβρη, ψηλαφώντας ουσιαστικά και τα αίτια της ήττας του.
Μπορούσαν άραγε το ΕΑΜ-ΚΚΕ να καταλάβουν την εξουσία τις
μέρες της απελευθέρωσης της Αθήνας (12 Οκτώβρη 1944);
Παρότι η ιστορία δε γράφεται με υποθετικά σχήματα, η
κατάκτηση της εργατικής εξουσίας7 προϋπέθετε διαχωρισμό των ΕΑΜικών
δυνάμεων από τους πολιτικούς και στρατιωτικούς στόχους των «συμμάχων» και της
κυβέρνησης Παπανδρέου, γεγονός που θα όξυνε πολύ περισσότερο την ταξική πάλη.
Προϋπέθετε ακόμα αναδιάταξη των συμμαχιών μέσα στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ σε βάση
επαναστατική και μετατροπή των φύτρων εξουσίας (λαϊκός στρατός, λαϊκή
δικαιοσύνη) σε όργανα της επαναστατικής δράσης. Ακόμα: έπρεπε να προετοιμαστεί
το Κόμμα και ισχυρές λαϊκές δυνάμεις για την εφαρμογή σχεδίου κατάληψης της
Αθήνας, μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Αυτό, σε συνδυασμό με αντίστοιχη δράση
και συγκέντρωση δυνάμεων για την κατάληψη και άλλων βασικών κέντρων της χώρας,
ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης.
Το Κόμμα μας ήταν ιδεολογικά-πολιτικά ανέτοιμο για να
διαμορφώσει τέτοιες εξελίξεις.
Το στάδιο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, που είχε
χαράξει η 6η Ολομέλεια της ΚΕ, το Γενάρη του 1934 (και επικύρωσε
λίγο αργότερα το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ), αποτέλεσε τη βάση πάνω στην
οποία προσαρμόστηκε η στρατηγική του «αντιφασιστικού μετώπου», που υιοθέτησε το
6ο Συνέδριο του ΚΚΕ8 (Δεκέμβρης 1935), σύμφωνα με τις
αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της ΚΔ (Ιούλης-Αύγουστος 1935).
Η στρατηγική των αντιφασιστικών μετώπων πάλης στηριζόταν
στην ανάλυση ότι «...οι εργαζόμενες μάζες
σε μια σειρά καπιταλιστικές χώρες είναι υποχρεωμένες σήμερα να διαλέξουν
συγκεκριμένα όχι ανάμεσα στη δικτατορία του προλεταριάτου και στην αστική
δημοκρατία, αλλά ανάμεσα στην αστική δημοκρατία και το φασισμό»9.
Στο 7ο Συνέδριο επίσης τέθηκαν οι πρώτες
βάσεις για την αυτοδιάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ), που τελικά
πραγματοποιήθηκε στις 15 Μάη 1943. Με αυτή την απόφαση η ΚΔ παραμέριζε τον
χαρακτήρα της διάσπασης της Β’ Διεθνούς και μάλιστα το βασικό πρόβλημα που αποτέλεσε
το συγκεκριμένο παράγοντα της προδοσίας της: τη στάση του ΚΚ απέναντι στον
ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη στρατηγική σύνδεσής του με τη σοσιαλιστική
επανάσταση.
Η στρατηγική του 7ου Συνεδρίου υλοποιήθηκε και
πριν τον πόλεμο και η εμπειρία από την εφαρμογή της ήταν αρνητική, αφού υπέστη
ταπεινωτικό πλήγμα στη Γαλλία και στην Ισπανία. Πρόκειται για δύο χώρες όπου
σχηματίστηκαν κυβερνήσεις του Λαϊκού Μετώπου, στην πρώτη με τη στήριξη του ΚΚ
Γαλλίας προς τη κυβέρνηση του σοσιαλιστή Λεόν Μπλουμ και στη δεύτερη με τη
συμμετοχή του ΚΚ Ισπανίας στην κυβέρνηση του Λάργκο Καμπαλέρο. Κατά τον εμφύλιο
πόλεμο η γαλλική κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου απαγόρευσε την εξαγωγή όπλων για
τον εξοπλισμό του Δημοκρατικού Στρατού Ισπανίας και σε συνεννόηση με τη
Βρετανία ζήτησε από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να ακολουθήσουν απέναντι στην
Ισπανία πολιτική «ουδετερότητας», την ίδια στιγμή που η Γερμανία και η Ιταλία
τροφοδοτούσαν τον Φράνκο με τεράστιας ισχύος πολεμικά μέσα και με στρατό.
Αμέσως μετά το 7ο Συνέδριο της ΚΔ και πριν το
6ο Συνέδριο του ΚΚΕ, η 4η Ολομέλεια της ΚΕ (27-28
Σεπτεμβρίου 1935) αποφάσισε ότι:
«...το ΚΚΕ
συνεργάζεται όχι μόνο με τα σοσιαλιστικά και αγροτικά κόμματα (...) αλλά και
όλα τα άλλα κόμματα (...) που στέκονται σε μια ελάχιστη
δημοκρατική-αντιφασιστική βάση (...) όπως των Φιλελευθέρων»10.
Είχε προηγηθεί η απόφαση της ΚΕ (Αύγουστος 1935), η οποία
έθετε το στόχο για τον «... σχηματισμό
της αντιφασιστικής-δημοκρατικής κυβέρνησης», με τη συμμετοχή του ΚΚΕ.
Η ουσία του 6ου Συνεδρίου, όπως και της 4ης
Ολομέλειας ήταν: Μέσα από την πάλη κατά του μοναρχοφασισμού, στη δημοκρατική
επανάσταση και μετά στο σοσιαλισμό.
Το ΚΚΕ αντιμετώπισε και το Δεκέμβρη με βάση την παραπάνω
στρατηγική.
Τα πράγματα επομένως ήταν πιο σύνθετα και αποτελούν
απλούστευση και παραγνώριση της πραγματικότητας διαπιστώσεις όπως του ιστορικού
Φίλιππου Ηλιού, ο οποίος έγραψε:
«Το να μπορείς να
πάρεις την εξουσία και να μην την παίρνεις είναι ένας νεωτερισμός. Το δικό μας
Κομμουνιστικό Κόμμα, το νεωτερισμό αυτόν το μορφοποίησε το 1944»11
Εδώ όμως ο Φ. Ηλιού δεν εννοεί την πραγματική εργατική
εξουσία, αλλά μια κυβέρνηση του ΕΑΜ στο έδαφος του καπιταλισμού, που θα
υλοποιούσε την πολιτική της «εθνικής ενότητας».
Η πολιτική της «εθνικής ενότητας», που βρισκόταν πίσω και
από το στάδιο της λεγόμενης αστικοδημοκρατικής επανάστασης, ήταν γενική γραμμή
του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος στα χρόνια του πολέμου και στα πρώτα
μεταπολεμικά χρόνια κι αυτή υλοποιήθηκε και στις χώρες που αποσπάστηκαν τελικά
από το ιμπεριαλιστικό σύστημα (Πολωνία, Ρουμανία, Γιουγκοσλαβία, κλπ). Με μια
μεγάλη διαφορά: Ότι σε αυτές υπήρχε η άμεση παρουσία του Κόκκινου Στρατού, ενώ
ταυτόχρονα ασκούσε γενικότερη επίδραση ο αποτρεπτικός στους ιμπεριαλιστικούς
σχεδιασμούς ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης. Για παράδειγμα ο Τίτο έφτασε στο
Βελιγράδι στις 27 Οκτώβρη 1944, αφού προηγουμένως, στις 20 του ίδιου μήνα, ο
Κόκκινος Στρατός είχε απελευθερώσει τη γιουγκοσλαβική πρωτεύουσα μαζί με
παρτιζάνικο στρατό12. Αντίθετα στην Ελλάδα υπήρχε ο βρετανικός
στρατός.
Μια σειρά επικριτές του Δεκέμβρη και του ΚΚΕ ισχυρίζονται
ότι η πολιτική γραμμή του Κόμματος ήταν αντιφατική, επειδή, όπως λένε,
κινούνταν ανάμεσα στην πολιτική λύση και τον ένοπλο αγώνα για την κατάκτηση της
εξουσίας με τη βία.
Όμως το βαθύτερο αντιφατικό γεγονός ήταν ότι το ΚΚΕ,
όντας καθοδηγητής της ένοπλης λαϊκής πάλης, συμμετείχε σε μια αστική κυβέρνηση
με πολιτικό στόχο την ομαλή αστική δημοκρατική εξέλιξη ως μεταβατική στην πάλη
για το σοσιαλισμό. Τέτοια εξέλιξη ήταν ανεδαφική. Η ανατροπή του συσχετισμού
δυνάμεων, όπως είχε διαμορφωθεί προς το τέλος της Κατοχής, προϋπέθετε ταξική
σύγκρουση, αιματηρή τρομοκρατία εκ μέρους της αστικής τάξης, ανεξάρτητα πόσο το
συνειδητοποιούσε το ίδιο το Κόμμα. Έτσι και στις δύο πλευρές υπήρχαν χιλιάδες νεκροί
και τεράστιες υλικές καταστροφές, ταυτόχρονα με το όργιο της πτωματολογίας και
της προβοκάτσιας που οργάνωσαν οι Βρετανοί και οι εγχώριοι κρατικοί μηχανισμοί.
Ποια ομαλότητα ήταν δυνατό να έρθει, για παράδειγμα, μετά από το δολοφονικό
όργιο των οργάνων της αστικής τάξης, των λαομίσητων Ταγμάτων Ασφαλείας,
εναντίον χιλιάδων αγωνιστών, ακόμα και ανθρώπων που δεν είχαν ενεργή ανάμιξη
στην οργανωμένη πάλη;
Άλλωστε ο αστικός πολιτικός κόσμος που αντιστεκόταν στους
κατακτητές παίρνοντας το μέρος της βρετανικής πλευράς, συνέδεε την απελευθέρωση
με τη διατήρηση της καπιταλιστικής εξουσίας. Παρέμεινε αταλάντευτος σε αυτή τη
θέση, ακόμα και τότε που δεν μπορούσε ούτε στην Αθήνα να έρθει από την Αίγυπτο,
δίχως τον εγγλέζικο στρατό και τους συμβιβασμούς του ΚΚΕ και του ΕΑΜ.
Το ΚΚΕ αντιμετώπισε τον ένοπλο αγώνα των 33 ημερών ως
μέσο επίτευξης ενός στόχου που δεν έβγαινε από το πλαίσιο της αστικής
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Όμως η ταξική πάλη έχει τους δικούς της αδήριτους
νόμους.
Ενώ ο Δεκέμβρης διαρκούσε, η απόφαση του ΠΓ της ΚΕ, στα
μέσα της φωτιάς (17 Δεκέμβρη 1944), ανέφερε:
«Στην περίοδο της
απελευθέρωσης όταν οι αντίπαλοί μας φοβόνταν ότι θα καταλάβει την εξουσία, όπως
μπορούσε να το κάνει, το ΚΚΕ απόδειξε περίτρανα την ειλικρίνεια και εντιμότητα
των δημοκρατικών του σκοπών. Εξασφάλισε απόλυτη τάξη στην πρωτεύουσα και στις
άλλες πόλεις και ζήτησε από το λαό να περιμένει από την κυβέρνηση ικανοποίηση των
αιτημάτων του. (...) Μέσα και έξω από την κυβέρνηση το ΚΚΕ και το ΕΑΜ έκαμαν τα
πάντα για να μπουν σε εφαρμογή δημοκρατικές λύσεις, για να προληφθεί η
αιματοχυσία»13.
Συνεχίζοντας η απόφαση του ΠΓ, αφού κατάγγελε την
κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου και τους Λίπερ-Σκόμπι, ότι «παραβιάζουν αρχές πολέμου, σύμφωνα Λιβάνου Καζέρτας, κυβερνητικές
επαγγελίες, κουρελιάζουν την εθνική μας ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια, ποδοπατούν
τα δικαιώματα του ελληνικού λαού, ετοιμάζουν εμφύλιο πόλεμο και νεοφασιστική
τυραννία»14, κατέληγε με τα εξής:
«Όλοι επί ποδός
πολέμου (...) Να σταματήσει η φονική και διαλυτική του έθνους μας ξενική
επέμβαση. Να συγκροτηθεί ελληνική δημοκρατική κυβέρνηση πραγματικής εθνικής
ενότητας, που θα λύσει όλα τα εσωτερικά ζητήματα. (...) Για τη λευτεριά και την
ανεξαρτησία! Για τη δημοκρατία!»15
Τη θέση του ΚΚΕ για «ομαλή δηοκρατική εξέλιξη» είχε
υπογραμμίσει ο Γιώργης Σιάντος, γραμματέας της ΚΕ, μιλώντας στη μεγάλη
συγκέντρωση της Αθήνας για την επέτειο των 26 χρόνων από την ίδρυση του
Κόμματος, λίγο καιρό πριν αρχίσει ο Δεκέμβρης (19 Νοέμβρη 1944). Συγκεκριμένα
είπε:
«Είμαστε
υπερασπιστές της ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης της πολιτικής ζωής του τόπου.
Καταπολεμούμε τις δυναμικές-διχτατορικές λύσεις. (...) Μετέχουμε και
υποστηρίζουμε την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας γιατί βασικά συμφωνούμε με τους
προγραμματικούς της σκοπούς. (...) Αγωνιζόμαστε για να γίνει γρήγορα ελέυθερο
δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Μόνο έτσι θα μπούμε πραγματικά στο δρόμο της
ομαλής δημοκρατικής εξέλιξης. (...) Αγωνιζόμαστε για την άμεση προετοιμασία
εκλογών Συνταχτικής Εθνοσυνέλευσης, γιατί μόνο έτσι, μπαίνουμε πραγματικά στον
ομαλό πολιτικό βίο και την πραγματική ανοικοδόμηση της Ελλάδας»16.
Από αυτές τις εκτιμήσεις εξηγείται και το γεγονός, γιατί
οι μάχες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ το Δεκέμβρη περιορίστηκαν κυρίως στην Αθήνα και τον
Πειραιά και δεν επεκτάθηκαν σε όλη την Ελλάδα.
Αντίθετα για λογαριασμό της αστικής τάξης, συνόψισε τους
νόμους της ταξικής πάλης ο Γ. Παπανδρέου:
«Το συμπέρασμα
είναι ότι ο Δεκέμβρος μπορεί να θεωρηθή “δώρον του Υψίστου”. Αλλά, δια να
υπάρξη ο Δεκέμβριος, έπρεπε προηγουμένως να είχωμεν έλθει εις την Ελλάδα. Και
τούτο ήτο δυνατόν μόνο με την συμμετοχήν και του ΚΚΕ εις την κυβέρνησιν, δηλαδή
με τον Λίβανον. Και δια να ευρεθούν εδώ οι Βρετανοί, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι
διά τη Νίκην, έπρεπε προηγουμένως να είχεν υπογραφή το Σύμφωνον της Καζέρτας.
Και δια να γίνη Στάσις - “το δώρον του Υψίστου”- έπρεπε προηγουμένως να
επιμείνω εις την άμεσο αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του
διλήμματος ή να αποδεχθή ειρηνικώς τον αφοπλισμόν του ή να επιχειρήση τη
Στάσιν, υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι ωδήγουν εις την συντριβήν του. Αυτή
είναι η ιστορική αλήθεια»17.
Η στάση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ να μην υποχωρήσουν και να
απορρίψουν το τελεσίγραφο του Σκόμπι ήταν σωστή. Υποχώρηση, θα σήμαινε απόλυτη
πολιτική και ηθική απαξίωση του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Και όπως σωστά είπε ο Γ.
Σιάντος, θα ήταν «...μια προδοσία από
μέρους της ηγεσίας ενός τέτοιου κινήματος, εν γνώσει ότι θα επακολουθήσει
μια κατάσταση πολύ χειρότερη από τη σημερινή»18.
Μια τέτοια ήττα, χωρίς μάχη, για πάρα πολλά χρόνια θα
απαξίωνε το ΚΚΕ και θα τσάκιζε το εργατικό κίνημα. Βέβαια η αντίφαση ήταν και
ότι στη συνέχεια το ΚΚΕ προσχώρησε σε νέο απαράδεκτο συμβιβασμό, τη Συμφωνία
της Βάρκιζας (12 Φλεβάρη 1945).
Αξίζει να επισημανθεί ότι ο ηρωικός αγώνας οδήγησε από
τις πρώτες δύο ημέρες του σε νέα εκρηκτική όξυνση των ενδοαστικών αντιθέσεων
σχετικά με την τακτική που έπρεπε να ακολουθήσουν απέναντι στο ΕΑΜ. Στις 4 του
Δεκέμβρη ο Γ. Παπανδρέου παραιτήθηκε κάτω από την κατακραυγή που ακολούθησε για
τα αιματηρά γεγονότα της 3 και 4 του μήνα, ζητώντας από τον Θεμ. Σοφούλη να
σχηματίσει κυβέρνηση. Ο Σοφούλης συμφώνησε. Επίσης συμφώνησαν ο Γεώργιος
Καφαντάρης και άλλοι αστοί πολιτικοί (Π. Ράλλης, Στεφ. Στεφανόπουλος κ.ά.), βλέποντας
και εκείνοι ότι η κατακραυγή κατά της κυβέρνησης Παπανδρέου ήταν μεγάλη. Την
αντικατάσταση της κυβέρνησης Παπανδρέου ευνοούσε αρχικά και ο πρέσβης της
Βρετανίας Ρ. Λίπερ, ο οποίος πρότεινε στον Ίντεν (υπουργό Εξωτερικών της Μ.
Βρετανίας) να αναλάβει την πρωθυπουργία ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός. Όμως ο Γ.
Παπανδρέου υπαναχώρησε, δίχως να δεχτεί ποτέ ότι είχε παραιτηθεί. Η υπαναχώρηση
οφειλόταν στην παρέμβαση του Τσόρτσιλ.
Ας σημειωθεί ότι το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, βλέποντας θετικά το γεγονός
διαμήνυσε στο Σοφούλη ότι ήταν πρόθυμο να πάρει μέρος στην κυβέρνηση.
Σοβαρότατο πρόβλημα αποτέλεσε η λειτουργία του ΠΓ της ΚΕ
του ΚΚΕ κατά τη διάρκεια των μαχών του Δεκέμβρη. Από τις πολλές κριτικές που
έχουν ασκηθεί στο ΠΓ, παραθέτουμε τη μαρτυρία του Βασίλη Μπαρτζιώτα, που ήταν
τότε μέλος του ΠΓ:
«... ο Αναστασιάδης
και ο Στρίγγος βρίσκονταν στις οργανώσεις που καθοδηγούσαν, στην Καβάλα και τη
Θεσσαλονίκη. Ο Ρούσος είχε σταλεί σε αποστολή. Ο Πλουμπίδης και η Χρύσα
Χατζηβασιλείου έφυγαν, πριν τελειώσει η μάχη του Δεκέμβρη, στη Θήβα και στα
Τρίκαλα. Στην Αθήνα μείναμε (...) εγώ, ο Γιάννης Ζέβγος και ο Μήτσος
Παρτσαλίδης» που «ήταν απασχολημένοι στις πολιτικές επαφές με τους συμμάχους
μας στο ΕΑΜ, στις συνεδριάσεις της ΚΕ του ΕΑΜ, καθώς και με τις
διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου με τους Άγγλους»19.
Έτσι, με την καθοδήγηση του Δεκέμβρη απασχολούνταν μόνο ο Γ. Σιάντος...
Σημειώσεις
7. Ο χαρακτηρισμός της ΕΑΜικής πάλης ως επαναστατικής,
που έχει υποστηριχτεί και από μια σειρά συγγραφείς (βλέπε πχ Θανάση Χατζή, Η νικηφόρα
επανάσταση που χάθηκε), δεν έχει αντικειμενική υπόαση. Η σύνθεση πρώτα απ’ όλα
της ίδιας της κυβέρνησης του βουνού (Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης –
ΠΕΕΑ), ιδιαίτερα μετά τον ανασχηματισμό της, στην οποία κυριαρχούσαν
αστικές-σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις (Αλ. Σβώλος, Ευρ. Μπακιρτζής, Ηλ.
Τσιριμώκος, Νικ. Ασκούτσης, Αγγ. Αγγελόπουλος, Σταμ. Χατζήμπεης, κ.ά.), ήταν
χαρακτηριστική του προσανατολισμού της, ενώ προβλεπόταν η ακόμα μεγαλύτερη
διεύρυνσή της. Ήταν επίσης χαρακτηριστικό ότι προτάθηκε στον Γ. Παπανδρέου να
αναλάβει πρωθυπουργός στην κυβέρνηση του βουνού, αλλά ο Παπανδρέου απέρριψε την
πρόταση. Επιπλέον, πριν το Σύμφωνο του Λιβάνου, το ΕΑΜ «πρότεινε να διευρυνθεί
η κυβέρνηση του Καΐρου με συμμετοχή σε αυτήν των αντιπροσώπων της αντίστασης
και να δημιουργηθούν δυο κλιμάκια, που ένα από αυτά θα έδρευε στην Ελεύθερη
Ελλάδα για να καθοδηγεί άμεσα τον αγώνα του λαού για την εθνική απελευθέρωση.
Και η έκκληση αυτή δε βρήκε καμιά ανταπόκριση (Ιστορία της Αντίστασης 1940-45,
τόμ. Γ’, σελ 1050, εκδ. Αυλός, Αθήνα, 1979). Ο προσανατολισμός επομένως ήταν
ασαφής.
8. Το 6ο Συνέδριο εξάλειψε και τις θεωρούμενες
ως αριστερίστικες πλευρές της 6ης Ολομέλειας, όπως, για παράδειγμα,
το ότι η αστικοδημοκρατική επανάσταση στρεφόταν ενάντια στο σύνολο της αστικής
τάξης.
9. Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΣΕ,
Κομμουνιστική Διεθνής, σελ. 403, εκδ. Ελεύθερη Ελλάδα, 1973.
10. Το ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, τομ. 4ος, σελ
246, Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1968
11. Φίλιππος Ηλιού, Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος, σελ
354, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 2004
12. Ο Γ. Τίτο είχε παρατηρήσει: «Χωρίς τη Σοβιετική Ένωση
θα ήταν αδύνατο να νικήσουμε τους φασίστες κατακτητές, θα ήταν αδύνατο να
απελευθερώσουμε τη Γιογκοσλαβία, θα ήταν αδύνατο να δημιουργήσουμε την
καινούρια Γιουγκοσλαβία». (Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ, Παγκόσμια Ιστορία, τομ Χ,
σελ 574, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα, 1965).
13. Το ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, τομ. 5ος, σελ
245, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1981.
14. Ό.π., σελ 246
15. Ό.π., σελ 248-9
16. Ό.π., σελ 240,241,242,243
17. Γεώργιος Παπανδρέου, «Ο Δεκέμβριος 19444», Η
Καθημερινή, 2 Μάρτη 1945
18. Το ΚΚΕ, Επίσημα Κείμενα, τομ. 5ος, σελ
422, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1981.
19. Βασίλη Μπαρτζιώτα, Εξήντα χρόνια κομμουνιστής, σελ
219, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1986.