Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2024

Η μηχανή του χρόνου

Κώστα Τουρνά, εσύ; Χρήστο Βασιλόπουλε, έτοιμος; Φώτα, τζάμπολ, πάμε.

Λοιπόν... (διακοπή, χαμόγελο, σάρωμα των ρεπόρτερ με το βλέμμα, αλά ξανθός).
Ο μπασκετικός Άρης είναι η καλύτερη απόδειξη πως η χρονομηχανή υπάρχει και λειτουργεί.


Βασικά η ενασχόληση με τα αθλητικά, ενεργητική ή παθητική, είναι το ελιξήριο της νιότης που κρατά τους άνδρες παιδιά. Αλλά όχι απαραίτητα χαριτωμένα και αξιαγάπητα. Κατά κανόνα κακομαθημένα και εγωπαθή, σκέτα καλόπαιδα, μια διασταύρωση Ντένις Ρόντμαν με Σέρχιο Ράμος και μια πρέζα Ντανίλοβιτς, να δείχνει στο ελληνικό κοινό μικρές μπάλες.

Αλλά τα παιδιά έχουν το ακαταλόγιστο και το αυτό επιθυμεί δι' εαυτήν (σαν εργατιά) η κε του μπλοκ για τα παιδιαρίσματα που ακολουθούν, καθώς εξιστορεί τις αθλητικές της αναμνήσεις. Μια παιδική αρρώστια που χτυπάει και συντρόφους, μια ένοχη απόλαυση χωρίς κινηματικό άλλοθι, που μας κόλλησε όταν ήμασταν παιδιά, πριν καταλάβουμε τον κόσμο και αναπτύξουμε άμυνες (ζώνης και μαν του μαν). Και έμεινε έκτοτε κουσούρι, ως δείγμα ανωριμότητας, και εμείς όπως οι συνθήκες που αργούν να μεστώσουν. Λες να την έχουν πατήσει και αυτές με κάποια ομάδα-μπάλα, σαν εμάς;

Λοιπόν, η μηχανή του χρόνου ξεκινά. Πρώτο ταξίδι έλαχε κλήρος για το νότο. Αλλά εμείς θα ξαναφέρουμε το μπάσκετ στον Βορρά. Και ο κρίσιμος αγώνας με την Μπούντουσνοστ στο Παλέ, συμπίπτει με τον (νυν υπέρ πάντων) αγώνα Κυπέλλου με την ΑΕΚ στο άδειο Βικελίδης. Νίκη με καλάθι στο τέλος, πρόκριση στα πέναλτι, ο χρόνος γυρνά 26 χρόνια και μια ζωή πίσω.

Φιλοσοφικό Ιντερμέδιο. Άρης και δεν είμαι καλά.
-Ρε είστε καλά στα μυαλά σας (πονάνε), που ασχολείστε σοβαρά και παθιάζεστε με τις ομάδες;
-Μα ο Καμί είπε (και ο Μπογιό έγραψε) πως το ποδόσφαιρο του έμαθε όλα όσα γνωρίζει από ηθική στη ζωή του.
-Ναι αλλά ποιος σας είπε ότι ο Καμού ήταν κομμουνιστής, σαν τον Καμό;
-Οκ. Ο Μπογιόπουλος είναι τουλάχιστον;

Παρεμπιπτόντως, ο Καμού ήταν πιε νουάρ (μαυροπόδαρος) που δε συμφωνούσε με τον ανεξαρτησιακό αγώνα της Αλγερίας, ίσως γιατί έλειπε στο σχετικό μάθημα-προπόνηση. Και αν δίναμε εξετάσεις προοδευτικότητας, το τέταρτο διαβαθμισμένο θέμα, για τους καλούς μαθητές που είχαν πρόγραμμα -λαοκρατία- και δε στερήθηκαν τίποτα γιατί η ζωή λεχώνα ελπίδες γέννησε, θα ήταν να βγάλουμε ένα αθλητικό αριστερόμετρο και να απαντήσουμε αν είναι προοδευτικό να παίζουν μετανάστες στην τρικολόρ (και άλλες πολυ-εθνικές ομάδες) για να αφρ(ικαν)ίζουν από το κακό τους οι ρατσιστές ή αν αυτή η ενσωμάτωσή τους είναι μια συμβολική συνέχεια της αποικιοκρατίας με άλλα μέσα. Σκέτη σπαζοκεφαλιά. Τι λες και εσύ, Ζιζού;


Βασικά, αν νιώθεις την ύπαρξή σου ριγμένη σε μια γωνιά ενός κρύου πετάλου, μετέωρη στο κενό της αβεβαιότητας για το αποτέλεσμα ενός αγώνα (που δεν είναι ταξικός), σαν το μπαλάκι τένις που ταλαντεύεται στο φιλέ του ματς-πόιντ του Γούντι Άλεν, μπορεί να προσεγγίσεις καλύτερα τον υπαρξισμό. Όχι όμως τον κομμουνισμό, ούτε ξώφαλτσα, ούτε καν από το πέταλο της Λιβόρνο και της καλής Ομόνοιας.


Και αν η ύπαρξή σου εξαρτάται από την καψούρα σου για μια ομάδα και το αποτέλεσμα ενός αγώνα, δεν απομένει ελπίδα καμιά και πολλή φαιά ουσία χωρίς καμένα κύτταρα για τον κοινό μας αγώνα και την ανατροπή των καταθλιπτικών δεδομένων από τις ανατροπές. Άσο ημίχρονο με γκολ στο Ράιχσταγκ στο ’45, διπλό τελικό, με αυτογκόλ στο ’89 και το ’91, αλά United το ’99, όταν μπήκε στον αγώνα η γενιά του Αρσένη, η δική μας σπορά. Ήμασταν νέοι, ήτανε νέοι, ήταν παιδιά...

Αλλά ο αγώνας χρειάζεται μικρές νίκες στο σήμερα, και η ζωή μικρές χαρές εφήμερες, ακόμα και αν είναι χαρά στο πράγμα, σαν τις αθλητικές. Και οι χαρές που καρτερό-ό-ό, μη σώσουνε και ’ρθούνε.

Και δεν είναι πως τότε πετάς στα ουράνια και ξεχνιέσαι. Άρης είσαι και δεν είσαι καλά -ούτε καν τότε. Μαθαίνεις όμως πως έχεις ένδοξη ιστορία που λένε πως δε μοιάζει με των άλλων (κάποια ματς ήρθαν άσο, κάποια διπλό και κάποια άλλα χι, όπως έγραφε ο Πανούτσος τον καιρό που είχε ακόμα κάποια έμπνευση και δεν ήταν κρατικοδίαιτος φιλελές). Και αφού έχεις ξεχάσει πώς είναι αυτές οι χαρές και οι τελευταίες καλές εποχές ήταν πριν τις ανατροπές του ’91, δεν τρέφεις αυταπάτες ούτε κινδυνεύεις να παρασυρθείς. Δεν είσαι μικροαστικά ανυπόμονος για νίκες εδώ και τώρα, ξέρεις να περιμένεις να ωριμάσουν οι συνθήκες.

Και δεν είσαι με τον Άρη για τους τίτλους και τα ανταλλάγματα. Σχεδόν πενήντα χρόνια βάσανα και διωγμοί, χωρίς τίτλο. Σκυφτός στο Βικελίδης, στους δρόμους σκεφτικός και η μόνη πορεία σου ήταν στη ΔΕΘ, για να διαγραφεί το χρέος (της ομάδας, όχι το δημόσιο). Και άλλα είκοσι στο μπάσκετ, γιατί σώθηκε κάποτε η αύρα, η χρυσόσκονη της χρυσής εποχής, με τις χρυσές σελίδες και τα στρας της Μαρινέλας στο Ακρόαμα, και τον βρωμοχρυσόστομο κόουτς με τα χρυσά μαλλιά και το χρυσό δίδυμο που δε μιλιόταν μεταξύ του αλλά μιλούσε της μπάλας στο γήπεδο. Και όλοι ήθελαν χρυσά συμβόλαια και ακολούθησαν τον πυρετό του χρυσού στο Κλόνταϊκ της Αθήνας, αφήνοντας πίσω να ερημώνει μια μπασκετική πόλη-φάντασμα (που δεν την πιάνει ο Μαζάουερ) που ακόμα πλανάται πάνω από την Ευρώπη, σαν το άγγιγμα της ομάδας-Μίδα, που έκανε χρυσό ό,τι έπιανε -εκτός από τα Φάιναλ Φορ- και αφού τους σκότωσε όλους το χρήμα, έμεινε μόνη, δυστυχισμένη και άρχισε να τρώει τις σάρκες της.

Λέγαμε όμως για τις συνθήκες. Λοιπόν (χαμόγελο, διακοπή αλά ξανθός). Η τελευταία φορά που ωρίμασαν και έγινε κάτι τέτοιο, ήταν μια μέρα του ’98. Θεωρητικά το να θες νίκες σε όλα τα τμήματα του ΑΣ και της Κομιντέρν, είναι σα να ξεσπά ταυτόχρονα επανάσταση σε όλες τις χώρες, πιθανό αλλά περίπου αδύνατο. Ή να περιμένεις μια συναστρία που θα ξανάρθει μετά από χρόνια, όταν δε θα ζει κανείς μας και θα έχουμε κάνει τον χάρο αρειανό και τον κόσμο κόκκινο. Και αυτή η συναστρία έκατσε τότε.

Ήταν η μαύρη δεκαετία του ’90, της αντεπανάστασης και του πρώτου υποβιβασμού, που είχαμε πει ότι δε θα βάζαμε τα κιτρινόμαυρα, για να μην τα μολύνουμε, σκεφτόμασταν ως εναλλακτική το μπλε-μαύρο και η συνδεσμική εφημερίδα των απέναντι έκανε καζούρα ότι τρέμουν η Ίντερ και ο Χαραυγιακός. Και ύστερα από το πένθιμο, μουδιασμένο ξεκίνημα στην κατηγορία, έβγαλαν σύνθημα με τα Τρίκαλα και τους ΗΛΤΕΞ Λύκους από το Καλοχώρι, που μόνο τέτοιο δεν ήταν, παραφθορά της πραγματικότητας, όπως η Καλαμαριά του Βάγκνερ (και του Πουτσίνι) είναι παραφθορά της φράσης καλή μεριά (του Θερμαϊκού) και έπιανε κάποτε όλα τα παράλια ως την Χαλκιδική, που σαν αυτή (και τον Άρη) δεν έχει.

Αλλά πήραμε τελικά τα πάνω μας και παίξαμε στο Κύπελλο με τον ΟΦΗ του Ευγένιου (τον Γκεραρντάκη, που τον πετύχαμε πάλι μετά από χρόνια, στα τελευταία του, καθηλωμένο σε αμαξίδιο, σαν κατευόδιο, από δυο ομάδες ανάπηρες κι ετοιμοθάνατες που ξανά προς τη δόξα τραβάν). Ο ΟΦΗ φορούσε λάθος χρώματα αλλά είχε ομαδάρα, παρόλα αυτά εμείς δαγκώσαμε το φίδι στη ρεβάνς, 4-1, μεγάλη εμφάνιση, μια κατηγορία κάτω αλλά μια κλάση πάνω. Δείξαμε πού ανήκαμε, πως ο υποβιβασμός ήταν μια παρένθεση που έκλεινε οριστικά και θα άνοιγε πάλι σαν πληγή που την σκαλίζουμε.

Κι ύστερα τρέχαμε στο Αλεξάνδρειο για το ντέρμπι με τον ΠΑΟΚ, που είχε Πέτζα και ομάδα για τελικό, μα πάνω από όλα πληρωμένη. Αλλά τα λεφτά δεν παίζουν μπάσκετ, όπως θα έλεγε ο Κρόιφ, που είναι πορτοκαλί (οράνιε) από άλλο ανέκδοτο χωρίς σπυριάρα. Που δεν είναι όμως σαν τα σπυριά της ακμής, γιατί έχει πήξει στην παρακμή τόσα χρόνια -να δεις τι σου ’χω για μετά. Είναι σαν το δέρμα που μπιμπικιάζει από ανατριχίλα στο φινάλε, γιατί όπως λέει ο Κάρολος (ο Μπάρκλεϊ), δεν υπάρχει τίποτα στον αθλητισμό, σαν το τελευταίο λεπτό ενός αγώνα μπάσκετ. Κι όσοι βουλιάζουν στα χρέη τους, νιώθουν καλύτερα ποιο είναι το χρέος τους, μες στον βαθύ τους λάκκο. Κι η ομάδα αυτή, που ήταν έτοιμη να διαλυθεί, έγινε άτρωτη λίγο πριν το τέλος, όπου μοιάζει η σιωπή με αγάπη μεγάλη και... Love, love will tear us apart. Again.

Εκείνη τη μέρα νικήσαμε 76-60 τον συμπολίτη. Αλλά κάθε θάμα τρεις ημέρες, και εμείς τρεις μέρες μετά ζήσαμε άλλο, μεγαλύτερο, στο Φάιναλ Φορ του Κυπέλλου, απέναντι στα πλούτη του ΠΟΚ. Με τον (υπηρεσιακό) Μαγκώτσιο να συζητά με τους παίκτες στο μπαρ (όχι το 6.25 του Πίξι) τα συστήματα. Τον Αγγελίδη να κολλά τα τελευταία ένσημα πριν συνεχίσει ως εστιάτορας στο Μπιλμπάο, μέχρι σήμερα. Τον Πάσπαλι να παίζει τραυματίας με ένα πόδι και ένα πνευμόνι (από τα τσιγάρα). Τον τρελό τον Ιταλό να έχει βγάλει αεροπορικά αλλά να μένει για μια τελευταία τρέλα. Και τον Ιωαννίδη να βγάζει καπνούς από τα αυτιά και να γίνεται σκετσάκι στο ΑΜΑΝ και η κορυφαία ερμηνεία του Καλυβάτση.

Κερασάκι στην τούρτα μια νίκη στο βόλεϊ, την ίδια μέρα, όπου ήμασταν απερχόμενοι πρωταθλητές, γιατί είχαμε τον Γκάνεφ, ένα κινούμενο βουνό από τη Βουλγαρία, σαν ατσάλινο τείχος και cheat (ζαβολιά σημαίνει, μάνα) σε ηλεκτρονικό, που μπορούσε να σου πάρει ένα σετ με 15 άσους σερί και να διαλύσει κάθε μπλοκ -σοσιαλιστικό και μη.

Ντόμινο, συναστρία, το ένα θάμα φέρνει το άλλο και ενός μύρια έπονται, το μεγαλύτερο μέχρι το επόμενο, τίποτα δε μας σταματά, είμαστε ρεαλιστές, επιδιώκουμε το αδύνατο.
Επιστροφή στο μέλλον του 2024. Η πρόκριση με την ΑΕΚ πάει στα πέναλτι, στο Παλέ ο κόσμος είναι ωσεί παρών, μισοί στο κινητό και οι άλλοι μισοί στις οθόνες του καφέ έξω, αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται γιατρέ εδώ πέρα... μα πάντα στο τέλος τουφεκίζεται, την στήνουν στα 11 μέτρα, η αγωνία του γκολκίπερ πριν το πέναλτι, η απελπισία του Αρειανού πριν την πρόκριση, παράγουμε περισσότερες ελπίδες από όσες αντέχουμε.

Άρης είσαι, δεν μπορεί, κάτι θα στραβώσει. Εκεί που πανηγυρίζεις θα βγει μια παρουσιάστρια να σου πει «candit camera» και θα σου δείξει γελώντας το var. Σοσιαλισμός ή var-βαρότητα θα της πεις -στον κομμουνισμό θα έχουμε var άραγε;

Αλλά ο Κουέστα το πιάνει. Ξόρκια, κατάρες, φαντάσματα. Ο τραγικός ήρωας που λυτρώνεται. Ύβρις. Νέμεσις. Λιάνα. Λάχεσις. Τα πάντα όλα, μαζί ανάκατα. Τραπέζια φεύγουν, ποτήρια σπάνε, χίλια κομμάτια όλα, γυαλιά, μυαλά, μεταμοντέρνα. Ο κόσμος ξεσπά, πανηγυρίζει μια τάπα στον Λεμπό, οι άλλοι μπαίνουν μαζικά απέξω γιορτάζοντας. Ωστικό κύμα, μαγεία με ραβδάκι, η χρυσόσκονη του παρελθόντος. Οι ωσεί παρόντες γίνονται έκτος παίκτης, έβδομος, η μοίρα έχει γραφτεί. Ο χρόνος σταματά, επιβραδύνεται, γυρνά πίσω, στη δεκαετία με τις βάτες. Ο Γκάλινατ χάνει την τελευταία συλλαβή του, πηδάει με ελατήρια στα πόδια, κάνει έφοδο στον ουρανό του Παλέ, ο εκφωνητής λέει ότι πηδά ως τη φανέλα του Γκάλη που κρέμεται στην οροφή, βάζει το νικητήριο καλάθι στην εκπνοή.

Έκρηξη, χαλασμός, πανζουρλισμός. Πανηγυρίζουν σαν μικρά παιδιά, σαν τον μικρό Νικόλα του Γκοσινί από τη Χαλκίδα -για σένα γίνομαι λιώμα από παιδί μικρό. Βρίσκουν την κυριούλα που έγινε viral με τα δάκρυα στο 3-2 με την ΑΕΚ και της κάνουν αφιερώσεις. Για πολλές γυναίκες έχω κλάψει, μα για σένα πιο πολύ.
Κάποιοι έχουν μάθει αλλιώς, στα χρόνια της υπομονής, και ξενερώνουν. Πού είναι τα σύνδρομα, το απωθημένο, τα μάγια και οι κατάρες; Δεν είναι αυτή η ομάδα που αγαπήσαμε, ο σοσιαλισμός που γνωρίσαμε, το κόμμα που μας έλαχε.

Να σου πω όμως, όλα τα ταξίδια έτσι θα τα κάνουμε, μεγάλα σαν του Γκάλιβερ;
Όχι, τα άλλα δύο θα τα τρέξουμε, για να μπει επίλογος. Και τι Γκάλιβερ, σιγά μη λέμε και Άνκρουμ.

Δεύτερο ταξίδι, η νίκη μες στο ΟΑΚΑ. Ο Τολιό κάνει σπανουλοβήματα στο πλάι και εκτελεί τον Παναθηναϊκό. Πρώτη νίκη εκεί από το ’97, που ήταν σαν χτες. Ο Πρετεντέρης πετάει μπουκάλι στους διαιτητές, καταδικάζοντας τη βία από όπου και αν προέρχεται. Οι γκρι καταπίνουν τη σφυρίχτρα, πολύ πριν γίνει μόδα το non call στον Σκούνι Πεν. Ο Μπόνι δείχνει τι είναι η ιταλική ψυχή στον Παπαδοτζόν που περιγράφει. Εσύ τον βλέπεις, τρεις δεκαετίες μετά, σε ζωντανή σύνδεση, και λες σε ποια ομάδα να παίζει τώρα -σιγά που θα σταμάτησε. Γίνεσαι μια αγκαλιά με τον διπλανό, και ας μην ξέρεις πώς τον λένε. Έμαθες όμως τον τρελό τον Ιταλό, στη βάρδια 2-10. Μάριο Μπόνι...

Τρίτο ταξίδι, στη χώρα του (Πότε; -) Ποτέ...
Στο σωτήριο ’91, που ήξερες νομοτελειακά τι θα γίνει στο τέλος. Ντέρμπι Άρης-ΠΑΟΚ, η Ελλάδα στα κάγκελα (παντού). Κερδίζαμε από το πουθενά, έχαναν με κάθε πιθανό τρόπο, πρώτα στο μυαλό και μετά στο γήπεδο. Η δύναμη της ήττας, που θα έλεγε και ο Μπάνε, για να είσαι έτοιμος να χάσεις με πιο απίθανο τρόπο την επόμενη φορά.

Έβλεπες το ματς, τον ΠΑΟΚ να παίρνει διψήφιες διαφορές και σκεφτόσουν σαν Γαλιλαίος. Και όμως γυρίζει...
Εννοείται πως γυρίζει γύρω από τον εαυτό της, τον ήλιο και τον πλανήτη Άρη, αλλά με αγνή μεταφυσική, χωρίς ίχνος λογικής εξήγησης. Χωρίς ενέργεια και καθαρό μυαλό, χωρίς την κερκίδα του Παλέ, χωρίς τον Σανόγκο και πεντάρια που στρίβουν, χωρίς τον τρελό του χωριού (Γκάλινατ) να αλλάξει τις ισορροπίες, με τα μισά ριμπάουντ από τον αντίπαλο (41-20) και τα σουτ να μην μπαίνουν. Με τον Τολιό να στάζει 17 και την ομάδα 30 στην τελική ευθεία -ενώ είχε 29 σε όλο το πρώτο ημίχρονο.
Πάμε σαν άλλοτε...

Απίστευτα πράγματα. Ποτέ μη λες ποτέ. Μόνο ποτέ-ποτέ-ποτέ-ποτέ...

Ναι αλλά ξέρεις κάτι; Εγώ δεν το χάρηκα τόσο, μπασκετικά δεν το αξίζαμε. Και το μπάσκετ δε σηκώνει την αδικία, κάπως σαν την Ένωση Δικαίων του Κάρολου (όχι του Μπάρκλεϊ). Δηκεοσηνι! Είμαστε λάθος μες στο κεφάλαιο του λάθος λήμματος.

Ναι αλλά δε μας ενδιαφέρει αυτό. Μας ενδιαφέρει η διαλεκτική της «μεταφυσικής» του πράγματος. Ο ιστορικός - πολιτικός - αθλητικός χρόνος που συμπυκνώνεται, όταν κάθε μέρα μετράει σαν μήνας και μια επίθεση σαν ολόκληρη περίοδος (προεπαναστατική), όπου μπορούν να γίνουν τα πάντα.

Ακόμα και να νικήσεις δεύτερη φορά τον Παναθηναϊκό;
Όχι. Δεν είναι κάθε μέρα του Αρειανού, Αγιαννιού, πες το και έτσι.
Αν και σήμερα είναι τα γενέθλια του Μιχαλάκη του αέρινου. Λες;
Λες να λειτουργήσει πάλι η χρονομηχανή και να θυμηθούμε τα παλιά;

Όχι, νισάφι με τη νοσταλγία. Μην περιμένεις μια χρονομηχανή για να ξαναζήσεις ένδοξες μέρες. Τα καλύτερά μας χρόνια δεν τα έχουμε ζήσει ακόμα. Και τέλος πάντων, ποιος θα είχε μια μηχανή του χρόνου και δε θα διάλεγε να ταξιδέψει μπροστά, στην κοινωνία του μέλλοντος;

Σε κάθε περίπτωση, το βασικό δεν είναι να πάρουμε εμείς το Κύπελλο, αλλά να πάρει ο εργαζόμενος λαός τις τύχες στα χέρια του. Και αν παίξουμε όπως ξέρουμε, οι τίτλοι θα έρθουν σίγουρα στο τέλος. Έτσι και αλλιώς η γη θα γίνει κίτρινη, σαν δάκρυα από λεμόνι. Νομοτέλεια...

Υστερόγραφα

Και ήρθε πάλι εκείνη η ώρα
Να γίνεις γραμματέας γενικός στη χώρα.

Θέλει λίγη δουλειά το μέτρο. Αλλά το έχουμε χάσει προ πολλού.

Εκείνη η ώρα, ήρθε και πάλι...
Και ριμάρω κλασικά με το μπάσκετ και τον Γκάλη.

1 σχόλιο:

ξωμαχος είπε...

κολακευομαι να πιστευω οτι η προτροπη για συχνοτερες αναρτησεις επιασε τοπο. οπως και να ναι ενα μεγαλο ευχαριστω για το χρωμα στις αχαρες μερες μας