Τις προάλλες στις Πανελλαδικές έπεσε το θέμα «ποιο ήταν το πρόγραμμα του ΣΕΚΕ». Και εμείς πέσαμε από τα σύννεφα -ενώ ετοιμάζαμε την έφοδο στον ουρανό- και αυτό δεν είναι καθόλου ειρωνεία -κανένα από τα δύο σκέλη-, το πολύ-πολύ υπερβολή. Ποια θα μπορούσε να είναι όμως η απάντηση; Λαοκρατία -και ας μην είχε βγει ακόμα ως σύνθημα. Και ποιοι άλλοι άξονες θα μπορούσαν να αναπτύξουν το θέμα. Το Δοκίμιο έχει τις απαντήσεις -αλλά πόσοι το έχουν διαβάσει;- ας κάνουμε και εμείς μια δοκιμαστική προσέγγιση.
Το ΣΕΚΕ ήταν ώριμο τέκνο της ανάγκης των καιρών και της οργής, μια σπίθα από το φως της Οχτωβριανής Επανάστασης, που έσκισε τα σκοτάδια και παραλίγο να εξαπλωθεί σαν πυρκαγιά σε όλο το σαθρό οικοδόμημα της Γηραιάς Ηπείρου. Δεν πρόλαβε την εποχή της Β’ (Σοσιαλιστικής) Διεθνούς, δεν είχε κίτρινο αμαρτωλό παρελθόν και σοσιαλπατριωτικές αποκλίσεις στον Α’ Π.Π. Συνδέθηκε εξ αρχής με τον απόηχο του σοβιετικού Οχτώβρη και αυτό ήταν το «προπατορικό αμάρτημα» (αρετή βασικά) που το συνόδευσε σε όλη τη διαδρομή του, μέχρι και σήμερα.
Ο άλλος οργανικός δεσμός που είχεκ αταστατικά και από τα γεννοφάσκια του ήταν με τη ΓΣΕΕ. Διατηρήθηκε τα πρώτα χρόνια για να διαρραγεί με κρατική παρέμβαση στη συνέχεια και να φτάσει σήμερα, μετά από μια πολυκύμαντη διαδρομή, στο άκρον άωτο και την απουσία οποιασδήποτε σχέσης, που μπορεί να περιγραφεί συνοπτικά ως εξής: κατάντια. Κατάντια προφανώς για τον εργοδοτικό συνδικαλισμό της ΓΣΕΕ που έχει χάσει κάθε επαφή με συνδικάτα και αγωνιστικές διεργασίας και γι’ αυτό κάθε αξία χρήσης για τα αφεντικά (του). Αν τώρα κάποιες εξωκοινοβουλευτικές γκρούπες μιλούν διαχρονικά για την «κατάντια» του ΚΚΕ, ενώ επιλέγουν συνειδητά ρόλο χειροκροτητή στις θλιβερές συγκεντρώσεις των εργατοπατέρων, είναι μια γλαφυρή στάση και για τη δική τους κατάληξη.
Διαβάζοντας σήμερα την μπροσούρα με τα πρακτικά του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΕΚΕ, ίσως νιώσουμε αμηχανία σε κάποια σημεία. Είτε λόγω κάποιων... βάρβαρων εξελληνισμών -όπως το «Χίνδεμπουργκ» και πάλι καλά που δεν ήταν Χινδεμβούργιος- ή ορισμένων καθαρευουσιάνικων τύπων -και ας ήταν πάντα συνδεμένο με μαλλιαρούς διανοούμενους και μουσάτους ορεσίβιους ή σπουδαστές. Είτε τέλος γιατί κάποια σημεία μοιάζουν κάπως παρωχημένα -ικανοποιημένα εδώ και χρόνια- και παλαιακά -πχ το αίτημα να χρησιμοποιηθούν κρατικοί πόροι για παραγωγικούς σκοπούς. Και αν κάποιοι χώροι αναμασούν σήμερα παραλλαγές του ίδιου αιτήματος, δε δείχνουν συνέπεια αλλά το επίπεδο (αν) ωριμότητας. Το δικό τους, όχι του ΣΕΚΕ.
Όπως και να ’χει, τα σημεία αυτά είναι λιγοστά. Τα πιο πολλά μπορούν να συμπεριληφθούν αυτούσια και σε μια σύγχρονη προγραμματική επεξεργασία, και αυτό λέει πολλά: τόσο για το ΣΕΚΕ -τον διορατικό πολιτικό του λόγο, τους διαχρονικούς πόθους της τάξης που εξέφραζε. Όσο και για τους καιρούς μας, όπου η πάλη των τάξεων μένει ιστορικά αδικαίωτη, ενώ κατακτήσεις σαν το 8ωρο και την κυριακάτικη αργία κάθε άλλο παρά αυτονόητες μοιάζουν -και σπανίως εφαρμόζονται στην πράξη. Το ΣΕΚΕ ήταν μπροστά από την εποχή του και την εποχή μας. Και αν έβαζε στόχους και αιτήματα που η ίδια η ζωή είχε θέσει στο ιστορικό προσκήνιο, η επικαιρότητά τους στο παρόν -έναν αιώνα και βάλε μετά- δείχνει ότι έχουμε αργήσει πολύ και ότι επιβάλλεται να καλύψουμε το χαμένο έδαφος, ανατρέποντας τα βαρίδια της προϊστορίας.
Το ζητούμενο για το ΣΕΚΕ ήταν να αποκτήσει στην πράξη τη χάρη που υποδήλωνε το όνομά του -και αυτό μόνο αυτονόητο δεν ήταν. Έπρεπε να αποκτήσει δυνάμεις, βηματισμό, στρατηγική ωριμότητα, οργανικούς δεσμούς με τις (εργατικές και λαϊκές) μάζες. Έπρεπε να υπερνικήσει παιδικές ασθένειες -όχι πάντα αριστερίστικης απόχρωσης-, αφελείς αυταπάτες και αντιφάσεις, την αναπόφευκτη ανομοιογένεια των δυνάμεων που το συγκρότησαν, τον φραξιονισμό μεταξύ τους χωρίς αρχές και τέλος (σφοι, ας μην ξεχνάμε τις αρχές μας, όταν φραξιονίζουμε) και μια σειρά εμπόδια, υποκειμενικά και αντικειμενικά.
Έπρεπε να γίνει κανονικό κόμμα, κατ’ εικόνα και ομοίωση των μπολσεβίκων, να αποδεχτεί - αφομοιώσει τους 21 όρους της Κομιντέρν, για να γίνει το ελληνικό τμήμα της Διεθνούς. Έπρεπε να πάρει τον δύσκολο δρόμο, σε ένα σύνθετο, εκρηκτικό εθνοτικό τοπίο, με διεθνιστικές και πατριωτικές θέσεις -και τους εχθρούς του να το διώκουν ανηλεώς και με ταξική συνέπεια, και στις δύο περιπτώσεις.
Έπρεπε να πέσει κατευθείαν στα βαθιά -του μικρασιατικού μετώπου- ενώ η ιστορία κυλούσε, χωρίς να κοιτά τις δικές του αδυναμίες, χωρίς περίοδο χάριτος για ένα πολιτικό βρέφος που ακόμα μπουσουλούσε, χωρίς περιθώρια να μείνει στο περιθώριο των εξελίξεων, με μια περίοδο μακράς νόμιμης ύπαρξης ή στη γυάλα κάποιου αναγνωστήριου, για να αποκτήσει θεωρητική επάρκεια προτού ριχτεί στη μάχη -όπου το καμίνι της ταξικής πάλης ατσαλώνει ιδέες και συνειδήσεις. Καθόλου τυχαία τα παραδείγματα. Και σήμερα που αυτά τα κριτήρια πληρούνται, πολλοί (συνήθως οι ίδιοι) γκρινιάζουν για το αντίθετο -ότι κακομάθαμε στη βολή της αστικής νομιμότητας, ότι αναιρούνται παλιά συνθήματα κτλ.
Το ΣΕΚΕ έπρεπε πρωτίστως να αποφύγει τον δόλιο, σφιχτό εναγκαλισμό του Βενιζέλου, που πίστευε πως αν επιτρέψει στους σοσιαλιστές να συγκροτήσουν δικό τους κόμμα, θα μπορούσε να τους προσεταιριστεί και θα τους είχε του χεριού του. Η πράξη τον υποχρέωσε να κάνει την έμπρακτη αυτοκριτική του με το Ιδιώνυμο. Ενώ οι πολιτικοί του απόγονοι φρόντισαν να καλύψουν το κενό των «σοσιαλιστών του σαλονιού», δηλαδή της σοσιαλδημοκρατίας, καθώς δεν είχαν ωριμάσει ακόμα οι συνθήκες για την εμφάνισή της μέσα από τις τάξεις των Φιλελεύθερων. Κάποιοι προσπάθησαν να το καλύψουν μέσα από το ΚΚΕ, φέρνοντάς το στα μέτρα τους και βασικά διαλύοντάς το. Κι αν υπάρχει κάτι που εξηγεί το διαχρονικό μίσος τους εναντίον του, είναι ακριβώς η διαχρονική αποτυχία τους να το πετύχουν.
Για αυτό και η δράση του έμεινε πολλά χρόνια εκτός (διδακτέας και εξεταστέας) ύλης. Και τώρα που έσπασε ο πάγος με το ΣΕΚΕ, να δούμε πόσα χρόνια θα περάσουν για να μπει στην ύλη και η Αντίσταση ή ο Εμφύλιος.
Το ΣΕΚΕ πέρασε επιτυχώς τη δοκιμασία των πρώτων βημάτων και έφτασε στην ενηλικίωσή του -με τη μετονομασία του στο γνωστό ΚΚΕ. Όχι χωρίς αντιφάσεις και κλυδωνισμούς. Κι αν τελικά είδε πολλούς ηγέτες του να τραβάνε άλλο δρόμο, κάποια στελέχη του να διαβαίνουν τον ταξικό Ρουβίκωνα και να συμβιβάζονται -ή να μετατρέπονται σε ζηλωτές - διώκτες του-, αν τόσοι και τόσοι αποχώρησαν ή πέρασαν στην άλλη πλευρά, παρόλα αυτά άφησαν πίσω το δικό τους λιθαράκι -όσο ήταν σύντροφοι- κι αυτό κατάφερε να γίνει κάτι.
Γιατί τίποτα δεν πάει χαμένο -στη χαμένη μας ζωή. Τίποτα δε χάνεται -παρά μόνο αν δεν προσπαθούμε να το κερδίσουμε. Ούτε στη φυσική -με τον νόμο διατήρησης της ενέργειας- ούτε στην ταξική πάλη -που έχει τους δικούς της νόμους.
Και εκεί δίνουμε τις πιο κρίσιμες εξετάσεις, όπου δε μας παίρνει να αποτύχουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου