Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2025

Μηλοκλέφτες και αστυνόμοι - Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης

Τριφασική ανάρτηση, με πρώτα, κυρίως και επιδόρπια...


Ορεκτικά

Σύνδεση με τα προηγούμενα: στον απόηχο της μεγάλης συναυλίας του ΣΕΦ, μόλις μία μέρα μετά, η οροφή του σταδίου άρχισε να στάζει. Κάποιοι το απέδωσαν στις κακές υποδομές και την καταιγίδα της Δευτέρας. Στην πραγματικότητα ήταν συσσωρευμένη συγκίνηση, ψυχικό φορτίο που δεν εξατμίστηκε και τα δάκρυα του ΣΕΦ, που δεν είναι δα και από πέτρα -σαν τα πέτρινα χρόνια του Βούλγαρη και του ΟΣΦΠ- για να αντέξει.

Και αν κάποιοι ανησυχούν για τις αβαρίες του σταδίου που χρονίζουν και συσσωρεύονται, η μόνη θεραπεία είναι να το αναλάβει επιτέλους το ΚΚΕ. Κι όσοι διαφωνούν, ας δουν πρώτα το Παμπελοποννησιακό στην Πάτρα, που είναι στολίδι για τους κατοίκους της. Αλλιώς ας βολευτούν με τα πρόχειρα φουγάρα για εξαερισμό το καλοκαίρι, ίσως από κάποια ταβέρνα στη Δραπετσώνα -πια δεν έχουμε ζωή- ή από το «Ορατότης Μηδέν» και το Τζέλα Δέλτα.

Αν ο Παπαδοτζόν είχε χιούμορ, θα έγραφε κάτι αντίστοιχο για τη συναυλία-αφιέρωμα στον Θάνο. Αν έγραφε στην Αυριανή, θα το έκανε και πρωτοσέλιδο: «να αναλάβει το ΚΚΕ την τήρηση του νόμου, της τάξης, της ειρήνης και της φιλίας (των λαών)». Και αν ήταν απλώς έντιμος, ίσως έγραφε, σαν τον Κανελλόπουλο της ΕφΣυν, πως αν είχαμε εκλογές την Κυριακή, μπορεί να το έριχνε Κουκουέ, λόγω της ημέρας, του θεάματος και της συγκίνησης.

Αλλά αυτός δουλεύει στη σημερινή Αυριανή του Βαξεβάνη. Και γράφει λίβελους με οσμή Κουρή περί καπηλείας του Θάνου από το ΚΚΕ, που είναι δεκανίκι αλλά κάνει επαναστατική γυμναστική και εκμεταλλεύεται τη μνήμη του συνθέτη για να βγάλει αφορολόγητο κέρδη, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη της οικογένειας, που ήθελε κανονικά εισιτήρια και όχι άπειρες προσκλήσεις χωρίς barcode. Έπος...

Κι αν η καραμέλα για τη φορολογική ασυλία του ΚΚΕ έχει φαιά, ακροδεξιά απόχρωση; Αν ο ίδιος ο Μικρούτσικος έλεγε ότι ανήκει οριστικά εδώ, αναιρώντας τις παλιές του διαφωνίες περί της έννοιας του «εφικτού»; Αν το ΚΚΕ τίμησε με αντίστοιχο τρόπο τον Ξαρχάκο, χωρίς κομματικά κριτήρια και οφέλη; Αν η «ριγμένη» οικογένεια του Θάνου έβγαλε ανακοίνωση όπου ευχαριστούσε το κόμμα;
Τόσο το χειρότερο για την αλήθεια. Μην αφήνεις ποτέ τα πεισματάρικα γεγονότα να χαλάσουν το αφήγημα για το οποίο πληρώνεσαι...

Κυρίως πιάτο

Μαθητές-φοιτητές-εργατιά, μια φωνή και μια γροθιά.

Ή μήπως «μαθητά-φοιτητά» -να μένει και η ρίμα στο «α». Να το έχουν πει ήδη -και χάσαμε την πρωτιά; Ή είναι περίπου βέβαιο πως όταν νοιάζεσαι για την κατάληξη των ουσιαστικών, χάνεις το πιο ουσιαστικό που είναι η κατάληξη των ταξικών αγώνων; Και στον αντίποδα, ένα σωρό συνθήματα, με ρίμα που το στρώνει... Αλλά σκέτο δολοφόνοι, χωρίς μπα-γου-δο -δεν κολλούσε κιόλας.

Τι είδαν - έπιασαν οι κεραίες της κε του μπλοκ την Παρασκευή, στην πανεκπαιδευτική πορεία; Πολλά και διάφορα, που θα τα δούμε στην πορεία.

Αρκετούς εκπαιδευτικούς, πολλούς φοιτητές -κυρίως ΜΑΣ, ένα μπλοκ Αρις και άλλο ένα της Αράς, που άφησε για λίγο το λημέρι στο Πάντειο. Μα πάνω απ’ όλα (πολλές) χιλιάδες μαθητές, να δίνουν τον τόνο, ερχόμενοι από κάθε γωνιά του λεκανοπεδίου, όπως είναι. Με αφάνες Γκούλιτ και Ράικαρντ -και ας μην ξέρουν ποιοι είναι. Με βερμούδες και κοντομάνικα -γιατί το αίμα βράζει, κυλά κι εκδίκηση-δικαίωση ζητά. Με κατάμαυρη γκαρνταρόμπα, αλλά όχι για το πένθος -αυτό έχει τελειώσει την ώρα που κατεβαίνεις στον δρόμο και διεκδικείς. Αλλά και με τα κατακόκκινα μπλουζάκια που έδιναν οι φοιτητές -δεν τα πουλούσαν, τα χάριζαν, γιατί ήταν πολύ λαρτζ, και όντως είχαν μόνο Large, αλλά σου ανέβαζε το ηθικό, γιατί είχε φαρδιά γραμμή, σαν XL.


Με αυτοσχέδια πλακάτ «δεν έχω οξυγόνο» -κι ας μας προσφέρουν τόσο, μες στην μπόχα των ημερών. Και με αυθόρμητα πανό, τύπου «το 26ο απαιτεί δικαιοσύνη» -η πλάστιγγα έγειρε. Και πού να ερχόταν και το 25ο, ή το 27ο...


Με συναυλιακά λάβαρα «δε θα πεθάνουμε ποτέ» -κουφάλες νεκροθάφτες. Και με συναυλιακή διάθεση, πχ με καπνογόνα ή πάνω στους ώμους άλλων συμμαθητών τους. Είχε βγει κι ο Μητσοφού επί «σκηνής» λίγο πριν, να πει «θα αργήσω απόψε» -και έδεσε.




Μόνοι, με παρέα ή και με τους καθηγητές τους, σαν εκπαιδευτική εκδρομή στο σχολείο του αγώνα, όπως κάτι παιδιά από την Κηφισιά -γιατί στα ΒΠ πρέπει να τα προσέχεις όλα. Ή με τους γονείς τους, σαν τη μικρούλα που ήταν ωστόσο αρκετά μεγάλη για να ξέρει να κρυφτεί απ’ τον φακό, σηκώνοντας το κασκόλ της. Μα πώς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά...

Με κάτι σφους Κνίτες, που ήξεραν να αποφεύγουν τις μαύρες κακοτοπιές κι έλεγαν «πάμε μπροστά, με τους μαθητές...» Ή σε ένα μίζερο εξωκοινοβουλευτικό μπλοκ της «μαθητικής αντεπίθεσης», που είναι ζήτημα αν είχε 2-3 ανήλικους και τι ψυχολογία θα είχαν με τόσους μαθητές στα άλλα μπλοκ -όχι της μάζας, πάντως.

Μαθητές από σχολεία που προορίζονται για Ωνάσεια -οι μελλο-άριστοι σε χαιρετούν- που θα βιώσουν από πρώτο χέρι τι σημαίνει σχολείο πολλών ταχυτήτων. Αλλά ήταν στον δρόμο και δεν μπόρεσαν να απολαύσουν τη φτηνή προβοκάτσια της Ζωής (που είναι υπέρ των Ωνάσειων) στη Βουλή που μούτζωναν.

Θα ήταν ακόμα περισσότεροι, με άλλες καιρικές συνθήκες.
-Εννοείς το ψοφόκρυο που αποθάρρυνε τους ψοφοδεείς;
-Όχι, εννοώ τον εκπληκτικό καιρό (δροσούλα, αεράκι και συννεφάκια να μη μας ζαβλακώνει ο ήλιος) που έδωσε σε πολλούς διευθυντές την αυθόρμητη ιδέα για ξαφνικό περίπατο-εκδρομούλα, εντελώς τυχαία την ίδια μέρα με το συλλαλητήριο. Κι αν γελάτε με όλα αυτά, είναι γιατί δεν είδατε τις βερμούδες στα Προπύλαια -σχεδόν για μπάνιο ήμασταν.

Θα ήταν ακόμα περισσότεροι, χωρίς τόση ενορχηστρωμένη τρομοκρατία.
Πχ από την αστυνομία. Που έκλεισε Σύνταγμα, Πανεπιστήμιο το Μετρό κι έστησε μπλόκα σε όλη τη διαδρομή από Ομόνοια μέχρι Προπύλαια, για να ψάξει στοιχεία και σακίδια, αποδείξεις και ονόματα. Και είχε παραταγμένους Ματατζήδες στα πέριξ, που είτε αφιονίζονται με το ξύλο, είτε τους δίνει η υπηρεσία κάτι από όσα διακινεί -στα χνάρια των βετεράνων του Βιετνάμ και του Ιράκ.

Ή και από τις διευθύνσεις των σχολείων -γιατί όπου δεν πίπτει ράβδος μπάτσου, πίπτει λόγος, επιμορφωτικός, στο ίδιο ύφος. Που έστειλαν μαζικά μηνύματα στους γονείς για να μαζέψουν τα τέκνα τους: «κατέβηκαν στην πορεία, δεν έχουμε ενημέρωση πού είναι». Αλλά αν δεν ξέρετε, πώς ξέρετε ότι διαδηλώνουν; Κι αν το ξέρετε -που το ξέρετε- γιατί δηλώνετε άγνοια και φόβο; Εν οίδα, ότι διαδηλώνουν. Και αυτό το γνωστό-άγνωστο τους προκαλεί τρόμο...

Βλέπεις άπειρους μικρούς στον δρόμο, άπειρους αλλά πιο ψημένους από το τηλεοπτικό ποίμνιο που ψήνει τον εγκέφαλό του μπροστά σε οθόνες. Νιώθεις αμήχανα που ανεβάζεις τον μέσο όρο ηλικίας, με τόσους «μπρο» και «σις» και σις αρσενικά γύρω σου. Κάθεσαι με τη νεολαία (που δεν ξέρει τη σκηνή των Μόντι Πάιθον -ούτε ποιοι είναι οι Μόντι Πάιθον) και αναζητάς μάταια τους κώδικές της και το password της.

Κάποτε όλα ήταν απλά, μούσια, τρίχες και μαλλιά -ήξερε και ο ασφαλίτης τι να βάλει. Τους είδε μαύρους νόμιζε με φίλους πως θα κάνει, έλεγε ο στίχος του Θανάση, και ήταν μια σαφής μαυρίλα: είτε αναρχία ή κράτος. Κι ας μην χωρίζονται πάντα με σινικά τείχη...

Σήμερα βλέπεις παντού ομοιόμορφα μαυροντυμένα τσούρμα και ψάχνεις να βρεις το νόημα -ή από ποιον θα τις φας. Από μακριά σου μοιάζουν φασιστάκια, μπορεί όμως να είναι φρικουλάκια, αν δεν είναι απλώς απολίτικα όντα, τότε όμως πώς βρέθηκαν στην πορεία; Κι αν είναι συντροφάκια, που δε μαυροντύθηκαν για να ξεχωρίσουν απ’ τον κόσμο, αλλά για να σμίξουν με τη μόδα της εποχής τους; Τέτοια ανατροπή, από το ’91 έχει να γίνει. «Με κόκκινο πανί ένα καράβι, από τα 80’ς έχει να φανεί...»

Δίπλα μας τα «παιδάκια με τα μαύρα» (kids in black) φορούσαν κουκούλες με ένα μπουκάλι στο χέρι, ενώ οι φωτορεπόρτερ τούς εξηγούσαν πως απ’ την αρχή της πορείας οι ασφαλίτες θα είχαν στείλει στα κεντρικά ένα άλμπουμ ολόκληρο με τη φάτσα τους. Βλέπεις ένα μειράκιο με τον μηλοκλέφτη στο χέρι, σκέφτεσαι συνειρμικά πως θα παίξουν πάλι «μηλοκλέφτες και αστυνόμους», φτηνή σαν λογοπαίγνιο παράσταση, που θα την πληρώσει ο κόσμος. Κι όλα αυτά για παιδαρέλια, που θα έκαναν τον Γιαμάλ να νιώσει γέρος, σαν κάτι παιδιάστικα σχόλια στο Γκαζέτα, που θες να ρωτήσεις: καλά ρε φίλε, 15χρόνο είσαι; ΝΠΔΒ. Και αυτό να λέει: όχι, 14... Μα γεννιόντουσαν τότε παιδιά -μες στην κρίση;

Τα πιο σοβαρά, συγκινητικά είχαν ειπωθεί λίγο πριν, στις ομιλίες. Να ακούς για τις απολύσεις στους σιδηρόδρομους -και να μην υπάρχει καν τηλεδιοίκηση, ως πρόσχημα. Ή τη μητέρα του 29χρονου Δημήτρη να λέει στα παιδιά να παλέψουν για τη δικαίωση του δικού της και όλων των άλλων...

Βλέπεις και το πανό που αναρωτιέται «πόσο ευρώ αξίζει μια ζωή».
Εξαρτάται. Αν θες να την ζήσεις αξιοπρεπώς, είναι πανάκριβη, απαιτεί αγώνες και θυσίες. Αν την εμπιστευθείς στο κράτος και τα αφεντικά του, είναι φτηνή και αναλώσιμη. Το βασικό είναι να μην πάψεις ποτέ να ψάχνεις για οξυγόνο. Μπορεί να υποβοηθά τις καύσεις, αλλά αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς...

Επιδόρπιο

Θα πάω στον Γιάνη με ένα νι, Παναγιά μου
Θα πάω στον Γιάνη με ένα νι
Που έχει λεβέντες νέους, αριστερούς και ωραίους
Που έχει λεβέντες νέους, αριστερούς και ωραίους

Θα γίνω μέλος στην ΑΡΑΣ, Παναγιά μου
Θα γίνω μέλος στην ΑΡΑΣ
Που έχει λεβέντες νέους και μπράβους θαρραλέους
Που έχει λεβέντες νέους και μπράβους θαρραλέους
(Όπα η επανάσταση...)

Τι είναι η συμμορία του τσιμέντου; Μπαζώνει τα πάντα -Τέμπη, Ακρόπολη και ελπίδες. Παίρνει ύφος τεθλιμμένου συγγενή στις κάμερες στο Μαξίμου, ενώ στοχοποιεί συγγενείς θυμάτων πίσω απ’ αυτές. Και βλέπει παντού συμμορίτες -όπως οι πολιτικοί της πρόγονοι. Καταγγέλλει τη «συμμορία της μιζέριας» που δεν περνά φίνα και γκλαμουράτα σε αυτόν τον επίγειο παράδεισο.

Οι Συμμορίες της Νέας Υόρκης σκίζουν πτυχία και συμβόλαια, και μας παίρνουν μάτι να μαθαίνουν τη δουλειά. Ενώ στο Πάντειο διάφοροι Ντι Κάφριο ανοίγουν βεντέτα, ψάχνοντας απάντηση στο προαιώνιο ερώτημα «ποιος-ποιον» και ποιος κάνει κουμάντο στην περιοχή. Πάντα με πολιτικούς όρους, κυκλοφορώντας Τοίχο-Τοίχο -όπως στα Κάστρα της Σαλούγκας.

Η Αρας πλακώνεται με το «αναρχικό στέκι» στα μαρμαρένια αλώνια, γιατί είχε προκληθεί από μια απάντηση σε μια προηγούμενη πρόκληση, που ήταν ουρά κάποιου υστερόγραφου που χάνεται στα βάθη της πανδημίας και θυμίζει την κόντρα των Ο’Χάρα και των Ο’Τίμμις στο Λούκι Λουκ (μυταράδες και αυτάδες), που κανείς δε θυμάται πια πώς ακριβώς ξεκίνησε.

Οι παλιοί τους σύντροφοι στην ΕΑΑΚ τους καταγγέλλουν ανοιχτά, γιατί βαρέθηκαν να τρώνε μπούφλες στο γαλατικό αριστεροχώρι, χωρίς μαγικό ζωμό, κοντόξυλα και Δρ(ο)υίδη. Κάποιοι λένε πως ο συμμοριτο-τραμπουκισμός δεν έχει πολιτικό πρόσημο και άλλοθι. Οι παλιοί -που είχαν προλάβει τη «μαϊμού της ΑΡΑΣ- λένε πως ούτε τότε είχε πολιτική ουσία ο χώρος -πχ το ξύλο στην Πάτρα ή οι διασπάσεις των παρεών -που δε γράφουν ιστορία, γιατί δε γίνανε οργάνωση- με τις παθογένειες ενός μικρόκοσμου αλυσοδεμένου στις αγκυλώσεις του, που τον μποδίζουν να βαδίσει.

Κι οι οργανωμένοι σφοι υπενθυμίζουν ότι μιλάμε πρακτικά για τη νεολαία της ΛαΕ και του ΜέΡΑ25. Γιατί ο τραμπούκος μπορεί να μην έχει πολιτική σκέψη-αντίληψη, έχουν όμως όσοι τον καλύπτουν, για τους δικούς του λόγους. Και αν τους είχε αποκηρύξει ο Γιάνης με ένα «νι», δε θα είχε ούτε έναν νέο στα αμφιθέατρα και στη νεολαία του.

Κι αν υπήρχε ποτέ κάτι ελπιδοφόρο σε αυτόν τον χώρο, πήρε αποστάσεις, ξέκοψε και μας προσέγγισε. Κι αν έχει αντιφάσεις, είναι πηγή κίνησης. Δε χρειάζεται εξάλλου να συμφωνείς σε όλα. Αρκεί καμιά φορά το βασικό: μακριά και αλάργα από συμμορίτες και τραμπούκους που κακοποιούν την έννοια του συντρόφου -και όχι μόνο. Δε χρειάζονται περσότερα.

Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2025

Πού είσαι blogging που έδειχνες πως θα γινόσουν άλλο...

Τις προάλλες το blog έκλεισε 17 χρόνια ύπαρξης -τα περισσότερα εκ των οποίων με ενεργό λειτουργία. Το κείμενο που ακολουθεί δεν είναι προσκλητήριο για ευχές -το τονίζω, μην κάνετε τέτοιες- και δεν υπάρχει κάτι χειρότερο στα ΜΚΔ από αυτοαναφορικές αναρτήσεις που καταλήγουν σε αυτό ακριβώς. Είναι όμως μια αφορμή για αναστοχασμό, ένα βήμα πριν την «ενηλικίωση»: πώς περνάνε τα χρόνια (τι είναι αυτά που φορώ), οι μόδες και πού βρισκόμαστε σήμερα.


Πού είσαι κόμμα blogging που έδειχνες πως θα γινόσουν άλλο. Και τι έδειχνε δηλαδή; Σιγά τις μεγάλες προοπτικές που είχε... Αν κάποιοι περίμεναν μια επανάσταση ή κάποια έκρηξη πολυφωνίας, κακό του κεφαλιού τους. Το πολύ-πολύ να πούμε ότι βγήκε μια φουρνιά καλές, ταλαντούχες γραφίδες που βρήκαν την κλίση τους, κι αυτό είναι όλο.

Ανάμεσά τους και κάποιοι σφοι. Θα μπορούσε ίσως το τιμημένο να περιλάβει κάνα δυο και να τους αξιοποιήσει (τον Άθλιο, τον Teddy, το Λαϊκό Στρώμα ή τον Δελάρζ, τον Κόκκινο Φάκελο κ.ά.). Δεν το επέλεξε, τελεία -και παύλα, δεν ήταν τόσο σημαντικό άλλωστε. Στην τελική, οι περισσότεροι μάλλον απέδωσαν καλύτερα ως ελεύθεροι σκοπευτές, με δικό τους στιλ και βήμα, χωρίς να χρεώνονται τίποτα άλλο πέραν των δικών τους καλών και κακών στιγμών.

Κάτι που απαντά και σε ένα άλλο δήθεν καυτό ερώτημα: τι ήταν και τι θέλανε οι red bloggers. Τίποτα απολύτως! Ήταν μερικές δεκάδες άτομα (ένα κάρο σύντροφοι, για να παραφράσουμε τον Καστρίτη), χωρίς κοινό πρόγραμμα ή στόχους. Ούτε κάτι ενιαίο ήταν, ούτε σημαντικό μέγεθος. Κι αν κάποιες περσόνες πήραν πολύ σοβαρά τον εαυτό τους, σύντομα προσγειώθηκαν -ως αλεξιπτωτιστές- στην πραγματικότητα και πάντως μακριά από το κόμμα. Όσοι πάλι είχαν κάποιο μπλοκ έκαναν απλώς το κέφι τους. Και είναι φαιδρά δραματικό πως ίσως να ένιωσαν πίεση από τον περίγυρο και την ανάγκη να διακηρύξουν δημόσια ότι δεν είναι ελέφαντες ή επίσημα κομματικά μέσα (φαιδρό κυρίως για τον περίγυρο που το υποψιαζόταν και τους άσκησε πίεση).

Μια (συλ)λογική μετεξέλιξη των blog ήταν οι ιστότοποι (τα λεγόμενα sites, που πολλοί συνέχισαν εμμονικά να τα συγχέουν με ιστολόγια) και κάποια «συνεταιριστικά εγχειρήματα» στον ευρύτερο κινηματικό χώρο -ας το πούμε έτσι συμβατικά- που δεν ήταν οργανωμένες συλλογικότητες αλλά κατέληγαν να εμφανίζουν παρόμοια προβλήματα με τους συλλογικούς φορείς του χώρου: έριδες, παρεξηγήσεις, μικροεγωισμούς, ισχυρογνωμοσύνες, ευαισθησίες και ψώνια, ανάγκη για συγκεντρωτισμό, για αποφάσεις που δεν είναι πάντα εύκολες ή δίκαιες και αφήνουν κάποιους με το παράπονο, επιβεβαιώνοντας ότι μπορούμε να φέρουμε τρικυμία σε μια κουταλιά νερό, για να πνιγούμε μέσα της.

Υπάρχουν όμως και πιο δομικά προβλήματα, με πολιτική απόχρωση.

Πχ η έλλειψη φαντασίας-πρωτοτυπίας. Με συνέπεια να πέφτει μπόλικη αντιγραφή και εν πολλοίς αναπαραγωγή της ατζέντας των συριζοτρόλ και των βίντεο της υπόγας -τι είπε ο Άδωνις, ο Βορίδης, το τάδε ή δείνα στέλεχος. Που δεν (μας) είναι ακριβώς αδιάφορο, αλλά αν αναλωθείς σε αυτά, πέφτεις στον βούρκο της ρηχότητας, της κενότητας, των εξαρτημένων αντανακλαστικών. (Αυτό ειδικά θεωρώ πως η Κατιούσα στα καλά της φεγγάρια το αντιμετώπισε καλύτερα από τον μέσο όρο. Αλλά τα προβλήματα επιδρούν και σωρευτικά. Κάποιοι αναγνώστες μπορεί να ήθελαν αναλυτική αποτίμηση, αλλά α. δε γίνεται αποτίμηση σε κάτι που δεν έχει κλείσει και β. δε θα είχε νόημα, ούτως ή άλλως, να γίνει εδώ).

Ένα άλλο ζήτημα προσομοιάζει πολιτικά στο δίπολο της στρατηγικής και των άμεσων στόχων. Δεν μπορείς να αγνοήσεις τα θέματα της επικαιρότητας και να μην παρέμβεις. Αλλά αν αναλωθείς σε αυτά, σου διαφεύγει η ουσία και όσα απαιτούν εμβάθυνση -το οποίο είναι πρόβλημα για κάθε διαδικτυακό τόπο και πολιτικό χώρο.

Αλλά η βασική αντίθεση κάθε οργάνωσης (κόμματος, site, δουλειάς ή παρέας) είναι το πλήθος των μελών που εμπλέκονται τυπικά σε ένα εγχείρημα από τη μια και από την άλλη μια χούφτα ανθρώπων που το τρέχουν ουσιαστικά, δρουν επιτελικά, σηκώνουν το βάρος, παίρνουν πρωτοβουλίες μακριά απ’ τα κουτάκια, ξοδεύονται σε κάτι και κάνουν νομοτελειακά αρκετές βλακείες, γιατί αλάνθαστος είναι μόνο ο ακίνητος, και όποιος δε δουλεύει δεν τρώει -άσχετο.

Σε αυτό το πλαίσιο προκύπτουν ορισμένα ζητήματα, που θα δούμε κωδικοποιημένα.

-Παρά τη λανθασμένη και σε πολλούς εδραιωμένη πεποίθηση-εντύπωση περί του αντιθέτου, το κόμμα δεν επικρότησε ούτε ήθελε τέτοιες πρωτοβουλίες και ανά περιπτώσεις τις έβλεπε καχύποπτα, για μια σειρά λόγους, δικαίως ή/και αδίκως -δε θα το αναλύσουμε περισσότερο. Παρεμπιπτόντως, ας σημειωθεί το εξής: επιβάλλεται να την πεις στους φασαίους που νομίζουν πως κάνουν κάτι προοδευτικό ποστάροντας ROSA progressive. Αλλά είναι αστείο να τσιτάρεις Luben, γιατί έχει κάνει τον Γουγου ποπ είδωλο.

-Η τάση συγκεντρωτισμού είναι ο απόλυτος νόμος του διαδικτύου. Εκατομμύρια χρήστες ποστάρουν και αναπαράγουν ελεύθερα ό,τι μεταδίδουν μια χούφτα site, influencers, διάσημες περσόνες με επιρροή και μεγάλο κύκλο, και μαζί με την ψευδαίσθηση της ελευθερίας τους. Στο τέλος της διαδρομής επιβιώνει μόνο ένα κλάσμα με μικρό παρονομαστή. Ελάχιστοι ιστότοποι, μαζικά προφίλ, ιστολόγια. Μοιάζει με φυσική επιλογή, αλλά δεν επιβιώνουν πάντα οι καλύτεροι.

-Το διαδίκτυο (όπως και η ζωή) είναι γεμάτος κινδύνους -απ’ τον εθισμό, μέχρι την απορρόφηση σε μια πλασματική σφαίρα. Αλλά η αποχή (όπως και στις εκλογές) δεν είναι γιατρικό. Η λύση περνά από τη γνώση των κινδύνων, την προσεκτική και λελογισμένη χρήση και την απόκτηση κριτηρίου, δηλαδή πείρας -που συχνά είναι το ψευδώνυμο των λαθών μας. Καλύτερα όμως να κάνουμε μικρά και ελεγχόμενα σφάλματα σε μικρή ηλικία, παρά να βλέπουμε έναν ζηλωτή boomer να πέφτει με τα μούτρα στο καινούριο -και τις παγίδες του- και να ενισχύει τη σκέψη για επιβολή ηλικακού κόφτη στο διαδίκτυο. Δεν είναι όμως ηλικιακό το ζήτημα...

-Η οικονομική επιβίωση τέτοιων εγχειρημάτων κι όσων εμπλέκονται είναι πολύ σχετική έννοια. Τα περισσότερα ημιεπαγγελματικά site φυτοζωούν και μπορούν να σηκώσουν το πολύ έναν μισθό (στρογγυλοποίηση απ’ τον μισό) για ένα άτομο που τρέχει για όλες τις δουλειές. Οπότε βάζουν παγκάρι οικονομικής ενίσχυσης - ελεημοσύνης, που προσωπικά θα ντρεπόμουν να το κάνω δημόσια στο διαδίκτυο, πιο πολύ και από ό,τι στον δρόμο.

Η κατάσταση δεν είναι απαραίτητα καλύτερη στα επαγγελματικά, ειδησεογραφικά site, που κατά κανόνα μπαίνουν μέσα αλλά συνεχίζουν υπηρετώντας άλλες σκοπιμότητες του ιδιοκτήτη τους. Και σίγουρα δεν είναι καλύτερη σε επαγγελματικά site του χώρου με «κινηματικό πρόσημο» -Presse Project και άλλα. Γενικά, όπου βλέπετε κάτι βιώσιμο, συνήθως έχει παίξει εξαγορά από όμιλο (πχ Luben, Rosa κ.ά.), που προφανώς δεν έχει κινηματικές βλέψεις και στόχους.

Αφού τα περισσότερα site αδυνατούν να επιβιώσουν, οδεύουν σταθερά σε έναν αργό θάνατο, χωρίς πολλή ζωντάνια στα θέματά τους. Αλλά τα blog -για να επιστρέψουμε στο αρχικό θέμα- είναι μια φάση μπροστά και έχουν πεθάνει προ πολλού.

Λογοτεχνική παρένθεση: στο μυθιστόρημα «Μεσακτή» του Μαλαφέκα, το alter ego του συγγραφέα ακούει σε ένα μπιτσόμπαρο της Ικαρίας μια ανάλυση για το ελληνικό καλοκαίρι που σαπίζει, αργοπεθαίνει και μες στα επόμενα λίγα χρόνια θα βάλει οριστική ταφόπλακα. Και να ’ταν μόνο το καλοκαίρι.

Τα νησιά πεθαίνουν (παίρνουν το «φιλί της ζωής» από τον τουρισμό, με αντάλλαγμα να ξεπουλήσουν την ψυχή τους στο κέρδος και να πεθάνουν οικειοθελώς), μαζί με την επαρχία, τις μικρές πόλεις και τα μεγάλα αστικά κέντρα -το ψάρι βρωμάει πάντα από το κεφάλι, ιδίως αν είναι νεκρό. Βιώνουμε καθημερινά χιλιάδες μικρούς θανάτους, ενίοτε αιφνίδιους, βιολογικούς -αλλά όχι φυσικούς- που λέγονται ατυχήματα για λόγους αστικής ευφωνίας. Πεθαίνει η χώρα -που είναι γεμάτη Τέμπη-, ο λαός, τα παιδιά της, τα όνειρα, τα δικαιώματα, η προοπτική, η ελπίδα. Πεθαίνουν κάθε λεπτό εκατομμύρια κύτταρα -κυρίως τα εγκεφαλικά. Πεθαίνει κάθε τι αυθεντικό, ο αυθορμητισμός, η ελεύθερη έκφραση -αν υπήρξε ποτέ-, η έκφραση γενικώς. Πεθαίνει η βιομηχανία, ο αγροτικός τομέας, το ραδιόφωνο και οι εφημερίδες. Αργοπεθαίνει το Instagram, το Facebook έχει πεθάνει αλλά δεν το ξέρει, και τα blog ακολουθούν απλώς τον γενικό κανόνα της εποχής.

Σε κάθε περίπτωση, τα blog ήταν πρωτίστως το κοινό τους, τα σχόλια, η αμεσότητα, η αλληλεπίδραση με το κοινό τους. Αυτή ήταν η ζωτική τους δύναμη και εφόσον την έχασαν -και αν κάποια τη διατηρούν κόντρα στο ρεύμα, βαίνει σαφώς μειούμενη- είναι κλινικά νεκρά, εκ των πραγμάτων.

Αν γινόταν μια σχετική έρευνα, θα έδειχνε πως η ηλικία που δραστηριοποιείται πλέον στα blog είναι κατεξοχήν η τρίτη -όσο κι αν μοιάζει οξύμωρο για μια γενιά, όπου κάποιοι παλεύουν ακόμη να καταλάβουν τι λένε τα κομπιούτερ και οι αριθμοί. Τα blog είναι σύγχρονα ψηφιακά απολιθώματα -καλή ώρα-, ένα είδος διαδικτυακού δεινόσαυρου, και οι μετεωρίτες που τους οδήγησαν στον αφανισμό και το περιθώριο είναι ποικίλοι: από την «ενηλικίωση» και τις οικογενειακές υποχρεώσεις, μέχρι την απογοήτευση και την ιδιώτευση της περασμένης δεκαετίας, την εμφάνιση νέων μέσων ή του portal στα καθ’ ημάς, που τα κατέστησε περιττά.

Κάθε τέλος-θάνατος είναι μια νέα αρχή, και τα blog συνεχίζουν θεωρητικά με άλλες μορφές. Κάποια προφίλ στο ΦΒ με πολλούς ακόλουθους λειτουργούν ουσιαστικά σαν ιστολόγια με σχολιασμό, ενώ αρκετοί red bloggers έχουν μετακομίσει στο παλιό Τουίτερ -ή όπου αλλού. Τίποτα απ’ αυτά, όμως, δε διατηρεί κάποια δυναμική.

Προϊόντος του χρόνου, φαίνεται να χάνουν έδαφος τα μέσα που εστιάζουν στον λόγο, και να το κερδίζουν όσα βασίζονται στην ατάκα ή -ακόμα χειρότερα- στην εικόνα, τις φωτό ή μικρής (πάντα) διάρκειας βίντεο. Αλίμονο όμως αν καταλήξουμε να νοσταλγούμε την εποχή της αλλοτρίωσης σε πιο «πολιτικά» και ουσιαστικά μέσα, «τότε που όλα ήταν αλλιώς» κτλ. Ο δημόσιος λόγος δεν πεθαίνει -ούτε γεννήθηκε- στα social media, όσο κι αν υπάρχει μια διαρκής τάση εκφυλισμού, για να μπει σε στενά καλούπια -που όμως ποτέ δεν ήταν ευρύχωρα.

Το κοινό είναι η δύναμη κάθε μέσου. Αλλά δεν είναι ακριβώς συνώνυμο της ελευθερίας. Θυμάμαι το σοκ όταν είδα τα πρώτα σχόλια στο μπλοκ: σα να συναντάς εξωγήινη ζωή, ή να πετάς μπουκάλια στη θάλασσα και να σου έρχεται απάντηση, πάνω που εμπέδωνες την υπαρξιακή μοναξιά στον ωκεανό του διαδικτύου -κι είχες αρχίσει να την συνηθίζεις.

Το κοινό και η δημοσιότητα είναι μια μορφή δέσμευσης -με θετικές και αρνητικές αποχρώσεις. Δεν μπορείς να γράψεις πχ κάτι άσχημο για άτομα και σφους που θα ξαναδείς την άλλη μέρα. Δεν μπορείς να μεταφέρεις ελεύθερα συζητήσεις, προβληματισμούς και πληροφορίες, αν δε θέλεις να σε αποφεύγουν. Δε γίνεται να γράφεις χωρίς φίλτρα, χωρίς να υπολογίσεις τις συνέπειες. Άσε που στον δρόμο μπορεί να την ψωνίσεις. Να νιώσεις σημαντικός, ότι πρέπει πάση θυσία να τοποθετηθείς, να ’χεις άποψη για όλα -το οφείλεις στο κοινό σου, την ιστορία, τον χαφιέ που μας (παρ)ακολουθεί. Και μη χειρότερα...

Δεν εντάσσεται στα παραπάνω, αλλά θα φέρω ένα προσωπικό παράδειγμα. Αν ήταν ενεργό το «Σφυροδρέπανο» το προηγούμενο διάστημα, μπορεί να ένιωθα υποχρεωμένος να πω μια άποψη (ή αποψάρα) για το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια, τη θέση του Κόμματος, για στοιχεία που δε με πείθουν ή με προβληματίζουν. Κι ας μην είχα κατασταλαγμένη άποψη, κι ας μην είμαι ούτε λίγο ειδικός, κι ας αγνοώ βασικές έννοιες επί του θέματος. Προφανώς δε μιλάμε μόνο για όσα κατέχουμε σαν επιστήμονες και δε χρειάζεται να είμαστε ειδικοί για να σχηματίζουμε γνώμη -μιλάω όμως για το αν νιώθεις «υποχρεωμένος» να την εκφέρεις δημόσια, να μη θεωρηθεί ότι σιωπάς επίτηδες.

Στα πρώτα χρόνια του μπλοκ ένιωθα κάπως σαν πρόκληση να γράψω ακριβώς ό,τι σκέφτομαι. Οτιδήποτε άλλο θα ’ταν έκπτωση και (αυτο)λογοκρισία. Με τον καιρό επέλεξα να βάζω κάποια φίλτρα -στις διατυπώσεις, όχι στο περιεχόμενο. Αυτό το εξέλαβε ως «στροφή» ένα κομμάτι της παλιάς βάσης του μπλοκ, που ξενέρωσε και ξέκοψε διακριτικά ή απότομα. Φίλτρο από φίλτρο βέβαια διαφέρει -όπως ξέρουν οι χρήστες του Ίνστα- κι είναι ζήτημα αν/πότε παραμορφώνεις την πραγματική εικόνα. Αλλά για την κε του μπλοκ το κάδρο ήταν πάντα ίδιο, άσχετα πώς το ερμήνευε το κοινό. Ακόμα και τώρα που επέστρεψε στο μπλοκ, γιατί είχε πεθυμήσει μια τζούρα άφιλτρο και είχε βαρεθεί την πολιτική ορθότητα.

Και τώρα; Τώρα τι λες; Τώρα που έφυγαν όλοι και άδειασε η πίστα, έχουμε χώρο για ωραία πράγματα. Αλλά αυτή είναι ατάκα από τον «Κόκκορα» του Αρκά, που αποχωρεί αηδιασμένος από τις φαντασιώσεις του, αφήνοντας άθελά του χώρο στο γουρούνι και τις κότες που λιμπιζόταν για τον ίδιο, αλλά τις έχασε ακόμα και στη δική του φαντασίωση.

Τα blog δεν είναι ένα είδος πολιτικού αυνανισμού -ελπίζω. Είναι μια μόδα που πέρασε. Μα πάνω απ’ όλα είναι ανάγκη έκφρασης, σχεδόν «σωματική», όχι απλά πνευματική (το έχει διατυπώσει πολύ καλά ο Ρίτσος -ή μήπως ο Ρίλκε;- καλύπτοντας όσους έχουν την ίδια αίσθηση -κι ας μην έχουν ούτε κλάσμα από το ταλέντο του). Αυτός είναι ο λόγος να κρατάς ζωντανό ένα ιστολόγιο, μαζί με ένα κομμάτι του εαυτού σου -και ίσως κάτι στο οποίο μπορούν να βρουν και άλλοι τον εαυτό τους. Και αυτό δεν είναι μόδα, για να πεθάνει με το πέρασμα του χρόνου.

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2025

Πώς η τέχνη γίνεται ιστορία

Δυο όψεις έχει η ζωή, ανάλαφρη και σοβαρή
ας μπούμε από την πρώτη και θα δούμε πού θα βγει

Συναυλία-αφιέρωμα στον Μικρούτσικο. Αλήθεια τώρα, πιστεύεις πως κολλάει τέτοιο στιλ με την περίσταση; Όχι, αλλά δεν υπάρχει συγκίνηση χωρίς γέλιο. Και όπως και να είναι τα άστρα, πρέπει να τους βγάζουμε γλώσσα.


Πρώτο μέρος

Μήνυμα στο viber. «Βάλτε ΜΕΓΚΑ τώρα». Ευτυχισμένο το 1992. Πετυχαίνουμε προαναγγελία της συναυλίας και θέμα για τη σχέση του Θάνου με το Κόμμα. Τι έγινε ρε παιδιά; Από πότε παίζει το τιμημένο ο λαθρέμπορας; Α, οκ, είναι της Γιάμαλη. Άλλοθι πολυφωνίας, με στιλ εναλλακτικής θείτσας. Καλεσμένος ο Ανδρέας, βαθύτατα συγκινημένος, λίγο πριν πάει στο εξοχικό -βάζελος γαρ. Λίγο πριν, έπεφτε ο τίτλος «η Ελλάδα τιμά τον Μικρούτσικο». 
Λες να είναι όλη η Ελλάδα ΚΚΕ και να μην το ξέρει; Ζούμε σε έναν κόσμο μαγικό. Μα να πεθαίνεις για το Κόμμα είναι άλλο, και άλλο εκείνο να σε πεθαίνει -σε μια συναυλία, για ένα κιβώτιο αδειανό, για μια θέση πάρκινγκ, ενώ εσύ, στην άλλη όχθη του Κηφισού, απολαμβάνεις τα αργύρια της προδοσίας.

Ξεκινάμε μιάμιση ώρα πριν για το ΣΕΦ. Ηθικό ακμαίο, μέχρι να μπεις στην κίνηση και το κυνήγι του χαμένου θησαυρού, για μια θέση στάθμευσης. Μα πόση ώρα πριν να ξεκινάς, με αυτό το Κόμμα; (Καταντάει εκνευριστική πια τόση συνέπεια). Αρχίζεις νοερά τις χριστοπαναγίες (σαν τον Μπαρτζώκα), νιώθεις έτοιμος για επεισόδια στο πάρκινγκ (παρομοίως), μέχρι να δεις τυχαία μια αλάνα, σαν όαση στην έρημο. Οδηγίες προς ναυτιλλομένους στα παράκτια του Δέλτα: δίπλα στον Άγιο Κωνσταντίνο (και Ελένης, για τη συμπερίληψη) έχει τέλεια καβάτζα για παρκάρισμα. Αρκεί να πετάς πετραδάκια πίσω σου -θρύψαλα τα τζάμια- για να βρεις στην επιστροφή την υπόγεια διάβαση, μες σε τόσους ανισόπεδους κόμβους. Μα τι χάος είναι αυτό...

Είσοδος στο ΣΕΦ, είναι ήδη γεμάτο, μα εγώ το έχω (ξε)περάσει αυτό το στάδιο και τη θεωρία των σταδίων. Πρώτη φορά sold out φέτος, και με κόσμο στο παρκέ, 20 χιλιάδες μες στο νερό, εποχές τιρινίνι. Είναι μικρό το γήπεδο, δε μας χωρά στο ΣΕΦ και ένας γάβρος στο Χ (Τουίτερ) να σου απαντά για το Ελληνικό και τις ευθύνες των Αγγελόπουλων. Αξία ανεκτίμητη. Κοκκίνισε, κοκκίνισε ολόκληρη η Ελλάδα. Και να σου πω, κάτω τα χέρια από το «έχει η πλάση κοκκινίσει», μη γίνουμε μπίλιες, ε.

Ήταν ένα σταδιάκι, τόσο δα μικρούτσικο...

Ποιος έχει τα πλακάτ, τα πανιά, έπρεπε να έχουμε και ένα «θρυλικοί μάγκες», αλλά με Γόδα, Μουράτη, Αναματερό. Και πανό από τοπικούς συνδέσμους, Κοκκινιά, Περισσός, Θύρα 17 Καισαριανής κτλ. Να βάλουμε και ένα για τα Τέμπη ή δε θα ξεκινήσει το ματς; Τελικά έπαιξε σχετικό βίντεο μετά.

Στο κέντρο ο φωτεινός πίνακας έκανε κοντινά στον κόσμο, έδειχνε βίντεο, στίχους από τραγούδια, υπερθέαμα, ΣΕΦ experience, μόνο στο ΝΒΑ στο ΚΚΣΕ και τη Σοβιετία γίνονται αυτά. Ραγίζουν τα τσιμέντα, δακρύζει ο Μίσα -κι ας είναι από άλλη διοργάνωση. Το κόμμα είναι ο καλύτερος παραγωγός περιεχομένου, πολιτισμού και συγκινήσεων.

Κι αν έπαιρνε το ΚΚΕ τη διαχείριση του ΣΕΦ -με το σοβιετικό όνομα και την οροφή αλά Γκαουντί; Μεγαλεία. Στην παρουσίαση οι παίκτες θα έμπαιναν υπό τους ήχους της Ρόζας ή κάποιου άσματος του Θάνου -αντί για το Sirius των ALP για τους Μπουλς. Έντι Ταβάρες, απ’ το Πράσινο Ακρωτήρι...

Αντί για kiss cam, θα υψώναμε γροθιές, αν μας έκανε κοντινό ο σκηνοθέτης. Και οι red drops με τις σφεντόνες θα εκτόξευαν μπλουζάκια του Φεστιβάλ ή Ριζοσπάστες. Αλλά πώς θα βρούμε το μπλουζάκι του Θ. Παπαδόπουλου, με τον Θάνο;
Θύμιο, quiero tu camiseta...


Έκκληση απ’ τα μεγάφωνα να μην αφήνουμε κενές θέσεις. Κι αν γεμίσουν οι κερκίδες, να κατέβουμε στο γήπεδο. Κι αν γεμίσει το γήπεδο, θα πάμε απέναντι στο Καραϊσκάκη.
Κάποιοι λοξοκοιτάζουν στα κινητά το ΠΑΟΚ-ΑΕΚ, όπως στην άλλη συναυλία στο Γαλάτσι, όπου έχει ο Μίλτος μια ωραία ιστορία για το σπίτι του, και ο Ιβάν μια ακόμα καλύτερη με πιστολέρο. Αλλά τώρα κύλησαν όλα ομαλά, το πιο μεγάλο αθλητικό «σοκ» ήταν η ανταλλαγή Λούκα-Ντέιβις στο ΝΒΑ -αλλά ποιος ασχολείται σοβαρά με τέτοια εμποροπανήγυρη;

Ξεκινά η εκδήλωση, αρχίζεις να αναρωτιέσαι: Μήπως να παίρναμε για τη νοηματική τη διερμηνέα που ήταν την Πρωτοχρονιά στο Σύνταγμα; Άραγε η Μποφίλιου -με το μαύρο μαλλί και τον Κνίτικο ζήλο- να βγήκε και εξόρμηση Οδηγητή, μετά το promo video της συναυλίας στον Περισσό; Θα χωρούσε το τραγούδι για τον Πουλαντζά -και την Μπαστιά; Να έχουν έρθει Λάδης, Τριπολίτης κι άλλοι στιχουργοί; Πότε έγινε σαν τον Πορτοκάλογλου ο Θηβαίος -στην εμφάνιση και γενικώς; Θα ήταν καλός Νταλάρας στο YFSF ο Κότσιρας; Άραγε να κλαίει επειδή πρώτη φορά λέει τόσο καλά τραγούδια;


Κάπου εδώ εξαντλείται ο χαβαλές και αρχίζει μια απόπειρα πιο σοβαρής προσέγγισης.

Δεύτερο μέρος

Εν αρχή ήταν η συγκίνηση, σε κάθε επίπεδο.

Το βίντεο για τα Τέμπη, με υπόκρουση το τραγούδι του Βασίλη για (τον Χάρη και) τα τρένα. Και όλο το ΣΕΦ συγκινημένο και θυμωμένο, όπως είπε η Μαρία Παπαγιάννη. Που έσπασε λέγοντας ότι ο Θάνος σε ένα μόνο είχε άδικο: που φοβόταν πως θα ηττηθεί στη μάχη με τον χρόνο -αλλά το έργο του νίκησε και είναι εδώ μαζί μας.

Η Ρίτα που μας είπε στο μικρόφωνο: «Τρέμω»! Γιατί έβλεπε ένα στάδιο γεμάτο από κόσμο που συνεχίζει να βαδίζει και δεν τον αλυσοδένουν.
Ο Θωμαΐδης που έλεγε σχεδόν κλαίγοντας, με αναφιλητά, το «Άννα, μην κλαις».
Ο Κότσιρας που ζήτησε συγνώμη για τα δάκρυα και σκούπιζε τα μάτια του, τραγουδώντας.

Τα χειροκροτήματα για το ιστορικό εξώφυλλο του Ρίζου στην οθόνη, όταν έπαιζε το ανεμολόγιο -ίσως οι πιο συγκλονιστικοί στίχοι που έχουν γραφτεί ποτέ, για τέτοια περίσταση.

Η φοβερή εικόνα στο «Άννα μην κλαις», με τους φακούς από τα κινητά στις κερκίδες, και την κάμερα να ζουμάρει σε μια σφισσα και τον αναπτήρα της. Κι ίσως παραδίπλα να ήταν και το κοριτσάκι με τα σπίρτα, που θα είχε γλιτώσει αν ήταν κομμουνίστρια κι έκαιγε αυτόν τον άδικο κόσμο -όπως λέει και στον «Κόσμο της Σοφίας».

Ο Θάνος επί σκηνής, στην οθόνη, στη σκέψη όλων. Μπορεί να είμαστε υλιστές, αλλά κανείς άλλος δεν πιστεύει στην αθανασία και δεν την πλησιάζει πιο πολύ από τους κομμουνιστές -όπως λέει και ένας σφος.

Η αυλαία με την αφήγηση του παραμυθιού, οι μικρές σφήνες με τις παρεμβάσεις του, για τον Καββαδία, την κοινωνία του μέλλοντος, τον ψαρά που θα γίνει ποιητής και αντιστρόφως, για το εφικτό και το αδύνατο που θα κατακτήσουμε.

Το βίντεο από τη συναυλία στο Θέατρο Βράχων με τους «επτά νάνους», που αναρωτιόσουν αρχικά γιατί λείπει απ’ το πρόγραμμα και ποιος θα μπορούσε να σηκώσει το βάρος της σύγκρισης. Μόνο αυτός, που πετούσε κάθε φορά που το έπαιζε, κάθε φορά διαφορετικά, σαν πρόβα εφόδου στον ουρανό -καμία πτήση δε μοιάζει με την άλλη-, και έτρεχαν πίσω οι μουσικοί του να τον προλάβουν, προτού προσγειωθεί ξανά με το χειροκρότημα.

Και το βαρύ ζεϊμπέκικο στο τέλος, όσο έπαιζε η Ρόζα, σα να γλεντούσε και ο ίδιος με τη συναυλία προς τιμήν του.

Η καλλιτεχνική συγκίνηση. Η ποιότητα, η αρτιότητα. Η εκπληκτική ενορχήστρωση -με το σαξόφωνο του Παπαδόπουλου. Και οι μοναδικές ερμηνείες, μία προς μία. Κάποιους τους ήξερες από την καλή και την ανάποδη -όπως τον Μίλτο, που είναι για το ΚΚΕ ό,τι ο Γιαννάκης για την εθνική μπάσκετ, ψυχή, ρεκόρ συμμετοχών κτλ. Για κάποιους γνώριζες ή υποψιαζόσουν τι μπορούν να κάνουν με διαφορετικό ρεπερτόριο -πχ η Μποφίλιου. Κάποιοι άλλοι, όμως, ήταν πραγματική αποκάλυψη.
Πχ ο Κότσιρας -ομολογώ πως δεν του το ’χα. Και πάνω απ’ όλα η Μαρία Παπαγεωργίου, που ήταν από άλλο κόσμο, γεμάτο αστερόσκονη, όπου οι ήχοι επικοινωνούν απευθείας με ό,τι ονομάζουμε ψυχή και κάθε νότα παίζει με τις χορδές μέσα μας. Παραμυθένια παρουσία και απόδοση. Δε νομίζω ότι ήταν πολλοί σφοι έτοιμοι κι υποψιασμένοι για αυτό που είδαμε.

Πολιτική συγκίνηση. Για όσα βλέπαμε, για όσα κάνει το κόμμα. Για το μέγεθος του συνθέτη, που ήταν ο πιο πολιτικός από όλους, ένας μουσικός φιλόσοφος. Κι ήθελε τόσα να μας πει, και μίλησε σε κάθε ένα από μας όσο κανένας, είπε τόσο πολλά με το έργο του, τους στίχους που μελοποίησε: για τον έρωτα, την επανάσταση, την αντεπανάσταση (Ανεμολόγιο), για τους σεισμούς που μέλλονται να έρθουν -και δε θα ’ναι «απλοί κυματισμοί» -sic... Μπορείς να πιαστείς από το «Μανιφέστο» και τον Ελμπέρτο Κόμπος, για να πιάσεις τον ιμπεριαλισμό και τη διώρυγα του Παναμά. Μπορείς να πιαστείς απ’ το «Στρατηγέ», που είναι η καλύτερη εισαγωγή για το καίριο ζήτημα της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Πολιτικά μιλώντας, ο Θάνος ήταν σε άλλο επίπεδο, ακόμα και στις χαμηλές του πτήσεις -κάτι σαν αυτό που έγραφε ο Λένιν για τη Ρόζα, που είναι αϊτός και ξεχωρίζει, ακόμα και αν πετάει καμιά φορά χαμηλά μαζί με κότες. Και μήπως έλειπε το κομμάτι του ΘΜ για τη Ρόζα; Και τον Πλουμπίδη; Και για τον Ντικ; Και την Μπαστιά και... και... και...

Ήταν σπουδαίος και στην «αυτοκριτική» του. Τον άκουγες να λέει, μετά το ’15, ότι η διαφωνία του με το ΚΚΕ αφορούσε την έννοια του εφικτού -που δοκιμάστηκε και απέτυχε με κρότο. Και στο επόμενο απόσπασμα να μας καλεί να κατακτήσουμε το αδύνατο, χορεύοντας πάνω στο φτερό που καρχαρία.

Η χτεσινή πρόσκληση έλεγε πως τη συναυλία τη διοργανώνει το ΚΚΕ και η οικογένεια του Θάνου. Αλλά η οικογένειά του είναι πολύ μεγάλη, τεράστια, χιλιάδες κόσμου, που γεμίζει δρόμους και στάδια, με συγκλονιστικό τρόπο, όπως έκανε χτες. Είναι ο δικός του κόσμος, όπως έλεγε και ο Μικρούτσικος, στον οποίο χάρισε τη ζωή του και το έργο του.

Και τι ήθελε, τελικά, να μας πει; Αυτό ο καθένας μπορεί να το βρει μόνος του -μόνοι μας περνάμε τις Συμπληγάδες, όπως είπε κι ο Μεράντζας στη σκηνή. Δεν είναι ακριβώς υποκειμενικό, είναι όμως κατά βάση μια προσωπική εμπειρία. Κι αν χτες ένιωσε κάποιο από τα παραπάνω (και άλλα τόσα) επίπεδα συγκίνησης, βίωσε κάτι σπουδαίο. Αν κατάφερε να τα συνδυάσει, έζησε κάτι μαγικό, που θα το θυμάται για πάντα. Κι αν κατάφερε να σμίξει την καρδιά του σε έναν έστω στιγμιαίο συντονισμό με όλους τους άλλους στο ΣΕΦ, βίωσε τη μαγεία. Πώς η ανάγκη γίνεται τέχνη, ιστορία, υλική δύναμη, κατακτά τις μάζες και τον κόσμο ολόκληρο, για να τον αλλάξει.

Υγ: και να ετοιμάζεται το Καλλιμάρμαρο για άλλη μια υποδοχή.

Σάββατο 1 Φεβρουαρίου 2025

Όμως εγώ δεν πανηγύρισα την ήττα

Είχαμε μείνει στο σημείο όπου ο Μητσοτάκης ζητά με πάθος την αλήθεια, I want the truth, αλλά λείπει ο Τζακ Νίκολσον απέναντι να του πει You can’t handle the truth και να πάρουν μαζί ένα βατόμουρο. Αλλά θα ήταν κρίμα να μην αξιοποιήσουμε αναδρομικά την επέτειο των δέκα χρόνων από την Πρώτη Φορά Αριστερά, που δεν ήταν ούτε πρώτη φορά ούτε Αριστερά -το πρώτο εξαιτίας του δεύτερου. Ας θυμηθούμε δέκα (+1 γιατί είναι μόδα) ενδεικτικά σημεία, που ξεχώρισε η κε του μπλοκ.


1. Γκολ από τα αποδυτήρια.

Το ΚΚΕ δε θέλησε ποτέ να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση, ούτε καν να ανοίξει διάλογο. Αντιθέτως, έδωσε μια πραγματική μάχη ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ. Φανταστείτε πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, αν αυτό το λαϊκό κόμμα είχε μια στάση παρόμοια με αυτή των κομμουνιστών της Γαλλίας, της Ισπανίας ή της Πορτογαλίας που συμμετείχαν σε προοδευτικές κυβερνήσεις...

Θα μπορούσε να είναι σύντομο κουίζ, βρείτε ποιος το είπε. Αλλά ας το πάρει το Ποτάμι -που έμεινε με την όρεξη, χωρίς πόστο στην κυβέρνηση. Είναι ο Αλέξης Τσίπρας, συνέντευξη στη Λιμπερασιόν, στην πρώτη κιόλας ερώτηση για το ότι ένωσε την Αριστερά. Διακρίνεται ένας ελαφρύς τόνος πικρίας, σαν του Ιούλιου -αλλά χωρίς δημοψήφισμα και γ’ ενικό για τον εαυτό του- που άλωσε όλο το αριστεροχώρι και όλη σχεδόν τη Γαλατία. Όλη όμως, Ιούλιε; Πλην Λακεδαιμονίων βεβαίως-βεβαίως. 

Και το αστείο είναι ότι αν εξαιρέσεις το ύφος ή κάποιες διατυπώσεις (προοδευτικές κυβερνήσεις, εντός εισαγωγικών κτλ), μάλλον δε διαφωνούμε σε τίποτα. Ιδίως στην κατακλείδα. Φαντάσου να ’χε το ΚΚΕ ίδια στάση με τους κομμουνιστές της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Θα ήταν τώρα στα αζήτητα της ιστορίας, όπως και αυτοί...

2. Δέκα χρόνια πριν -παρά κάτι ψιλά. Ένας σφος έλεγε για μια γνωστή του, συνάδελφο, που τις πρώτες μέρες δεν μπορούσε να κάτσει στο γραφείο απ’ τη χαρά της και σηκωνόταν όρθια κάθε τρεις και λίγο να πανηγυρίσει. Όμως αυτός δεν πανηγύρισε την ήττα και ήταν το μαύρο κόκκινο πρόβατο του γραφείου, γιατί διατηρούσε την κριτική του ικανότητα.

Θυμάμαι την αγνή και άδολη -σαν απλή αναλογική- χαρά ενός κόσμου που ’χε πιστέψει ότι η ελπίδα έρχεται -και δε μας καταδέχεται- με κόκκινο χρώμα και ένα σάκο γεμάτο δώρα. Κι αν αυτή η εικόνα ήταν κάπως απλοϊκή, παραμύθι για μικρά παιδιά, δεν πειράζει. Και τα μισά να κάνει απ' όσα λέει... Ή ακόμα χειρότερα: Έστω κι ένα να κάνει...

Τελικά έκανε τόσα και άλλα τόσα, αλλά για την άλλη πλευρά της ιστορίας κοινωνίας: μνημόνια, ιδιωτικοποιήσεις, ασφαλιστικό Κατρούγκαλου, συνδικαλιστικός νόμος Αχτσιόγλου, γη και ύδωρ στο ΝΑΤΟ. Και τίποτα απολύτως για να δικαιώσει τις μεγάλες προσδοκίες του λαού του -ή έστω τις πιο συγκρατημένες, έστω ένα... Γιατί ο λαός αυτός έπρεπε να το ξέρει ή αλλιώς να το μάθει με τον δύσκολο τρόπο. Ποτέ δεν πανηγυρίζουμε μαζί με τα αφεντικά μας. Και αν το κάνουμε, κάποιος από τους δυο κάνει λάθος. Και δεν είναι το αφεντικό μας...

3. Το στεφάνι του Αλέξη στην Καισαριανή, να τρίζουν τα κόκαλα των 200. Ο Γιάνης με το δόρυ του να καμακώνει το θεριό και να σκοτώνει την τρόικα -ουάου! Οι προγραμματικές δηλώσεις, όπου είναι κάθε λέξη του (αστικού) Συντάγματος! Τσουτσούρωμα και ανατριχίλα...

Να σου σηκώνεται η τρίχα από τις φτηνές, κακόγουστες παραστάσεις. Αλλά και από τις αντιδράσεις του κοινού που στερούνταν κοινής λογικής. Σα να σε βάζουν με το ζόρι να δεις στο σινεμά έργο του Παπακαλιάτη, να ψάχνεις επιρροές και ποιους αντιγράφει (τον Ανδρέα), να βγαίνεις από την αίθουσα σκασμένος στα γέλια, να θες να το μοιραστείς για να ξαλαφρώσεις, και να βλέπεις γύρω σου κόκκινα, δακρυσμένα μάτια.

Είναι να μη μουδιάζεις; Όχι από το θέαμα ή τη λοβοτομή στο κριτήριο. Αλλά γιατί δεν ωφελεί να πας στον τυφλωμένο που εθελοτυφλεί και να τον βρίσεις ή να του χτυπήσεις το λάθος του. Πρέπει να το βρει μόνος του και να το διορθώσει...

4. Ανάσες αξιοπρέπειας, για να στηρίξουμε τη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους θεσμούς (τότε ήταν ακόμα Τρόικα). Κι εσύ να κρατάς την ανάσα σου από τη σήψη, την αναξιοπρέπεια και το ρεζιλίκι -πχ για το αριστεροχώρι. Αλλά είχε και άλλο φαρμάκι ως τον πάτο του βαρελιού, τον Ιούλιο...

Δεν ξέρω αν ήταν τόσο δραματικές οι εξελίξεις και το διακύβευμα, αν φτάσαμε μια ανάσα από το GRexit και ποιος το ήθελε -έχω μερικά κενά σε αυτό το αφήγημα και περιμένω ακόμα το Κόμμα να πάρει πρωτοβουλία να βγουν τα πρακτικά από τη σύσκεψη των αρχηγών, μετά το δημοψήφισμα. Θυμάμαι όμως ότι δε γινόταν απολύτως τίποτα. Την αφόρητη ανία, τις συγκλονιστικά βαρετές στιγμές.

Είναι σαν αυτό που έλεγε ένας φίλος, όταν βγήκε η ταινία του Γαβρά του Βαρουφάκη, για το σενάριο-μπαρούφα. Πάει ένας τύπος στο Eurogroup να διαπραγματευτεί, του λένε «σάλτα και απαυτώσου», ξαναπάει να πει τα ίδια, του λένε «πάρε τον μπούλο», αλλά αυτός ξαναπάει να πει το ποίημα και αυτοί απαντάνε «ρε άντε από δω πήγαινε», οπότε αυτός ξαναπάει και...

Σαν ανέκδοτο με μέτριο χιούμορ. Αλλά σημασία έχει πώς τα λες...

5. Μετά τη διπλή εκλογική λαίλαπα του ’12, η ΚΟΜΕΠ κυκλοφόρησε με ένα διπλό χορταστικό τεύχος, όπου μεταξύ άλλων έβρισκε το ιστορικό αντίστοιχο του ΣΥΡΙΖΑ στη μεταπολεμική εξέλιξη του SPD (το κόμμα του Μαρξ και του Ένγκελς) στη Γερμανία σε αστικό πυλώνα της αντεπανάστασης. Αλλά η αναλογία έχει και συνέχεια...

Η αστική τάξη όφειλε ευγνωμοσύνη στον ΣΥΡΙΖΑ για τις πολύτιμες υπηρεσίες του σε μια κρίσιμη καμπή, αλλά θεωρητικά στον δημόσιο λόγο των δημοσιολόγων της, δεν τον έκανε ποτέ ισότιμα αποδεκτό, ως σάρκα από τη σάρκα της, όπως έκανε τελικά με το ΠΑΣΟΚ στο πέρασμα των χρόνων. Καλωσόρισε τη μετεξέλιξή του αλλά χτυπούσε πάντα τα νεανικά του αμαρτήματα κι έδειχνε να μην τον περιβάλλει με εμπιστοσύνη -πιθανότατα για να φτιάξει ένα πιο πειστικό δίπολο, σε μια εποχή με αμβλυμένες έως ανύπαρκτες ιδεολογικές διαφορές μεταξύ των αστικών κομμάτων.

Κι αν ψάχνει κάποιος επ' αυτού ιστορική αναλογία, θα την βρει πχ στο λυσσαλέο μίσος των ναζί για τον «σύντροφο» Έμπερτ -τον σοσιαλδημοκράτη πρόεδρο του Ράιχ, μετά την καθαίρεση του Κάιζερ, που συνεργάστηκε και με τα Freikorps για να επικρατήσει η τάξη στο Βερολίνο... Ή ακόμα και στον πορωμένο αντικομμουνιστή Παπανδρέου, που χρειάστηκε να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας-συνοδοιπόρος και να υπερασπιστεί τον εαυτό του, θυμίζοντας πως ο Δεκέμβρης ήταν μονόδρομος και θείο δώρο για τη Σκομπία και την τάξη που υπηρετούσε.

6. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ αστικοποιήθηκε όσο μπορούσε, βάσει σχεδίου και η βασική αυτοκριτική του ήταν ότι δεν το πέτυχε αρκετά ή ότι κουβαλούσε ακόμα βαρίδια. Δεν έγινε όμως ποτέ οργανικό συστατικό του βαθέος συστήματος, όχι γιατί δεν ήθελε αλλά γιατί δεν πρόλαβε ή δεν είχε τη σχετική τεχνογνωσία. Είχε πολλά δανεικά στελέχη και εκλογική βάση, με μοναδική συγκολλητική ουσία στις γραμμές του την εξουσία. Αλλά δεν απέκτησε ποτέ κοινωνικές ρίζες και μηχανισμό, σε κανένα επίπεδο -τοπική διοίκηση, φοιτητές, συνδικαλιστικό κίνημα- όπως κάποτε το ΠΑΣΟΚ. Κι αυτό είναι το βασικό στοιχείο που τον καταδικάζει στην αφάνεια, χωρίς πολλές ελπίδες άμεσης ανάκαμψης.

7. Οι ίδιοι οι Συριζαίοι, πάντως, δεν έβλεπαν τον εαυτό τους ως Έμπερτ και SPD, αλλά τουλάχιστον σαν Ρόζα Λούξεμπουργκ, αν όχι ως μπολσεβίκους: ευρωπαϊκή πρωτοπορία που τραβούσε μπροστά, σαν φωτεινός φάρος, και  την οποία η εργατική τάξη της Ευρώπης έπρεπε να στηρίξει πάση θυσία, σπάζοντας την πτωματική της αδράνεια -όπως έγραφε στην εποχή της η Ρόζα για την επανάσταση στη Ρωσία. Ο πάγος έσπασε, ο δρόμος χαράχτηκε -και ήταν προς τα πίσω ολοταχώς...

Τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ περιόρισε τις φιλοδοξίες του στο να γίνει το νέο ΠΑΣΟΚ, φλέρταρε ακόμα και με το ενδεχόμενο να γίνει η νέα ΝΔ, γνήσιος υπερασπιστής του φιλελευθερισμού που πρόδιδε ο Σαμαράς, ο Μητσοτάκης και τα ακροδεξιά δεκανίκια τους, αλλά στο τέλος δεν έγινε ούτε καν το νέο SPD. Έμεινε μια απλή συμπληρωματική τσόντα στο ΠΑΣΟΚ, όπως οι Podemos στην Ισπανία.

8. Η χειρότερη κυβέρνηση της Μεταπολίτευσης;
Το ακούσαμε για τον ΓΑΠ, για τους Σαμαροβενιζέλους, για τους ΑΝΕΛ, για τον Μητσοτάκη -για να μην σκαλίσουμε ακόμα πιο πίσω. Κι όλοι είχαν δίκιο, κατά μία έννοια.

Ποια είναι όμως η χειρότερη όλων; Η αμέσως επόμενη. Που θα συνεχίσει από εκεί που σταμάτησαν οι άλλες, κάνοντας όσα δεν μπόρεσαν ή δεν πρόλαβαν οι προηγούμενες. Κανείς άλλος, πλην του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορούσε να περάσει σχετικά ανώδυνα τη δεδομένη στιγμή το Γ’ Μνημόνιο. Κανείς άλλος δεν μπορούσε να περάσει τόσο επιθετικά την αστική, νεοφιλελεύθερη στρατηγική, όσο η ΝΔ του Μητσοτάκη, τα τελευταία χρόνια. Και το αστικό κράτος έχει συνέχεια. Να δεις τι σου ’χω για μετά...

9. Ποια είναι η μεγαλύτερη «επιτυχία» της ροζ διακυβέρνησης; Έλα ντε.

Ότι έφτασε τόσο γρήγορα στα πρόθυρα της διάλυσης και της ανυπαρξίας; -Αγάπη μου, συρρίκνωσα τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ότι επέτρεψε στη ΝΔ να επιστρέψει καβάλα στο άλογο, να φαντάζει αξιόπιστη εναλλακτική και να κερδίσει μεγάλα ποσοστά που είχε χρόνια να δει; -Αγάπη μου γιγάντωσα τη ΝΔ.
Ή ότι έδωσε το φιλί της ζωής στον πράσινο ήλιο του ΠΑΣΟΚ που όδευε ολοταχώς στη Δύση του; -Αγάπη μου, νεκρανάστησα το ΠΑΣΟΚ.
Ή μήπως (συγκεντρωθείτε, ή-ήήήή μήήήήπωωςςςς) ότι εμπέδωσε το ΤΙΝΑ σε πολύ κόσμο και τον έστειλε απογοητευμένο σπίτι του;
Ας επιλέξουμε στην τύχη το τελευταίο.

Αλλά μια μέρα μετά τα 10 χρόνια της ΠΦΑ, ο κόσμος γέμισε δρόμους και πλατείες, δείχνοντας πως το πένθος τελείωσε. Όχι πια δάκρυα, που έλεγε και ένα διαφημιστικό σλόγκαν -που θα ταίριαζε και για προεκλογικό σύνθημα.

10. Χωρίς (;) αυταπάτες, αφού όλες τις έκαψες και αυτοί αλήθεια τόσο τις ήθελαν, αλλά τις βλέπουν να αναγεννιούνται από την τέφρα τους, πριν από κάθε κάλπη. Το αριστεροχώρι είναι αθάνατο, σαν τις αυταπάτες του.
Να πεις για τις ανάσες αξιοπρέπειας; Για τη συνάντηση του ’12, στο πλαίσιο διερευνητικής εντολής, χωρίς να έχουν καν έδρες; Ή για τον μαζικό λαϊκό εκβιασμό που θα ασκούσε σε μια αστική κυβέρνηση το λαϊκό κίνημα, πχ κρατώντας την αναπνοή του -αλλά πώς θα έπαιρνε, τότε, ανάσες αξιοπρέπειας; Ή για τα 200 άτομα, που μάζεψαν μετά βίας, όταν ψηφιζόταν το τρίτο μνημόνιο στη Βουλή;

Όλα τυπικά και προβλέψιμα, βγαλμένα από το εγχειρίδιο, εκτελεσμένα χωρίς εκπλήξεις και φαντασία, σχεδόν ανιαρά. Αλλά πλήρως πετυχημένα, αναπόφευκτα σαν πεπρωμένο. Και πάλι από την αρχή, σαν τον βράχο του Σίσσυφου, που είναι η τιμωρία για το προπατορικό αμάρτημα του οπορτουνισμού: να ξαναζεί με πάθος τις αυταπάτες του, σαν τη μέρα της μαρμότας.

Και τώρα; Τώρα τι λες; Τι γίνεται μετά από μια δεκαετία;
Δέκα χρόνια μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει γίνει (σχεδόν) δέκα κομμάτια, με ισάριθμες διασπάσεις: ΛαΕ, ΜέΡΑ25, Ζωή, ΝεΑΡ, Κασσελάκης, χώρια η νεολαία, η ξενερωμένη ΔΕΑ, η ξενερωμένη ΚΟΕ, ο Αλαβάνος -καλά εσύ αποχώρησες νωρίς-, οι ατομικές αποχωρήσεις κι η διάσπαση του ατόμου -όταν δεν έχει μείνει κάποιος άλλος να φύγει για να κλείσει την πόρτα. Το χειρότερο 10year τσάλεντζ στην ιστορία των Τσάλεντζ(ερ).

Ποιος θα φανταζόταν τον Γενάρη του ’15 μια προφητεία αλά Μητσοτάκ (του πρεσβύτερου): σε δέκα χρόνια κανείς δε θα ασχολείται με αυτό το ζήτημα; Άραγε τότε θα υφίσταται τυπικά; Και ποιος θα είναι ο νέος ΣΥΡΙΖΑ στη θέση του; Τι θα γίνει σε δέκα χρόνια, στα μέσα της επόμενης δεκαετίας;

Ένα πράγμα ποτέ δε θα αλλάξει δέκα χρόνια μετά
Η δική μου καρδιά στον δικό σου ρυθμό θα χτυπά

Στο ΚΚΕ έχω εμπιστευτεί την καρδιά μου, που λέει και ο Θύμιος, και δεν πάσχει από αρρυθμίες.
Γιατί αυτό ποτέ δεν πανηγύρισε την ήττα, που ήρθε ντυμένη σα νίκη. Και τώρα μπορεί να μας κοιτά στα μάτια για αυτό.

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2025

Κοίτα τι έκανες - Η επόμενη μέρα

Ας δηλωθεί εξ αρχής. Είναι λίγο άχαρα τα κείμενα για την επόμενη μέρα μετά από κάποιο ορόσημο. Κυρίως γιατί θυμίζουν αποτίμηση ενός κεφαλαίου που κλείνει, ενώ το ζητούμενο είναι να συνεχίσει να γράφεται -με ανυπακοή, πάλη ταξική και κάθε λογής γραφική ύλη- και να αργήσει ο απολογισμός (και για μια σειρά λόγους που θα πιάσουμε στο τέλος).

Το ερώτημα, όμως, μπαίνει αυθόρμητα, αναπόφευκτα: τι κάνουμε τώρα; Πώς συνεχίζουμε; Κι όσο πιο σπουδαία είναι όσα προηγήθηκαν, τόσο πιο επιτακτικά τίθεται. Πώς θα πετύχουμε να έχουν συνέχεια και να μη μείνουν στου δρόμου τα μισά, μια ωραία κινηματική ανάμνηση;
Δε θα βρούμε απαραίτητα απαντήσεις σε όλα αυτά αλλά ας επιχειρήσουμε μια μικρή ανάλυση των παραμέτρων για κάθε παράγοντα της εξίσωσης.


Κυβέρνηση

Όσο γεμίζουν οι δρόμοι και οι πλατείες, ο Μητσοτάκης θα αδειάζει. Στελέχη, υπουργούς, συνεργάτες, την κυβέρνησή του κι όσα έλεγε ο ίδιος πριν. Αυτό ήταν το συμπέρασμα από τη χτεσινή τηλεοπτική συνέντευξη στον Σρόιτερ, μια φαιδρή κι αξιολύπητη μαζί προσπάθεια να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις από τα ψέματα, τη συγκάλυψη, τη χυδαία στοχοποίηση των συγγενών και ό,τι άλλο μας αφαιρεί το οξυγόνο. Όλα αυτά σε λούπα την τελευταία διετία και την αντίστοιχη κατανομή ρόλων. Κι αν είναι γενικά λάθος να βλέπουμε με κριτήρια ανθρωπιάς τους εκάστοτε κρατούντες και τον κυνισμό της τάξης τους (ή αντίστροφα, τις κακόγουστες παραστάσεις «ανθρωπιάς και ενσυναίσθησης» που δίνουν κατά καιρούς), είναι αδύνατο να μη σχολιάσεις πόσο μίζερα, μνησίκακα ανθρωπάκια γίνονται απέναντι στην «πλέμπα» -ιδίως αν τολμά να σκέφτεται και να αντιδρά.

Τι είπε χτες ο Μητσοτάκης; Μας είπε πεντ’-έξι φορές, προς εμπέδωση, ότι είναι πατέρας, και μας συγκίνησε βαθιά -είναι ένας από εμάς... Τόνισε το πάθος του για την αλήθεια, αν και μας είχε διαβεβαιώσει για το ακριβώς αντίθετό της -έτσι του ’παν, αυτό μας μετέφερε. Άδειασε τον εαυτό του, δυο-τρεις υπουργούς του, την εξεταστική της Βουλής, την Hellenic Train, πυροσβεστική κι αστυνομία, τα στρατευμένα τρολ που χτυπάν την Καρυστιάνου -κι ίσως ξεχνάω κάποιον.

Προανήγγειλε σκληρά μέτρα και ποινές, αν αποδειχτεί πως υπήρχε παράνομο φορτίο -άλλο ένα ιδιωτικό μονοπώλιο που τρέμει. Κι ότι θα διασφαλίσει να μην ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο -εξάλλου τέτοιες δουλειές γίνονται καλύτερα δια θαλάσσης. Είπε ότι στη Σερβία παραιτήθηκε ο πρωθυπουργός από ένα διακοσμητικό αξίωμα -ενώ αυτός σχόλασε τη Σακελλαροπούλου από γλάστρα και επιβράβευσε τον Τασούλα για το θάψιμο του θέματος στη Βουλή.

Άλλαξε ύφος, διατυπώσεις, γλώσσα σώματος, δημοσιογράφο, οτιδήποτε δεν αφορούσε την ουσία. Έδειξε ότι δέχεται πίεση, ότι δρα σπασμωδικά για να σώσει μια παρτίδα που άρχισε να ξεφεύγει από τα χέρια του. Και μπορεί να αρνήθηκε σθεναρά τον όρο «παραπλανημένος» αλλά προτιμά να φανεί βλαξ παρά ένοχος -οι πρώτοι κερδίζουν συχνά τη γενική συμπάθεια, ενίοτε και στην κάλπη.

Δεν πρόκειται για απλή μεταστροφή, αλλά για εντυπωσιακή κυβίστηση στο βασικό τους αφήγημα και όσα δήλωναν μια σειρά πράξεις τους. Η ΕΡΤ έθαψε το θέμα στο δελτίο της. Έκοψε μια αιχμηρή σκηνή -για τα τρένα- από το σίριαλ «Αρχελάου 5» -που ήταν μάλλον απογοητευτικό αλλά κράτησε το καλό για το τέλος. (Ναι αλλά στη Μόσχα δεν μπορούσες να φωνάξεις είναι μαλάκας ο Μπρέζνιεφ...). 

Ο Μητσοτάκης δεν έκανε ούτε απλή αναφορά στο ζήτημα στην εβδομαδιαία ανασκόπηση της επικαιρότητας που ανεβάζει στη σελίδα του. Ο Ψαριανός και ένα στρατός τρολ ειρωνεύονταν τη «χαροκαμένη» που χαμογελούσε στο Σύνταγμα. Κυβερνητικά στελέχη και παπαγαλάκια απαντούσαν επιθετικά στα πάνελ -αυτά θα τα κρίνει η δικαιοσύνη, όχι το πεζοδρόμιο.

Δε μιλάμε για κάποιο βάθος χρόνου, αλλά μόνο για τις τελευταίες μέρες, τη μέρα των διαδηλώσεων ή στον άμεσο απόηχό τους. Ήδη από την Κυριακή, όμως, είχαν φανεί οι πρώτες ρωγμές, με εκλεκτά γαλάζια παιδιά (Πυργιώτη, Ευγενίδης, Κουρτάκης, κτλ) να παίρνουν αποστάσεις, είτε λόγω διορατικότητας, είτε γιατί ετοίμαζαν το έδαφος. Και όταν μπήκε στο παιχνίδι ο Πορτοσάλτε, σαν δαρμένο σκυλί, με αντανακλαστικά Ραντανπλάν, δε χρειάζονταν περσότερα σημάδια για την αλλαγή.

Δεν αλλάζουν πολιτική, προφανώς, μόνο επικοινωνιακή τακτική, ελπίζοντας πως δεν είναι αργά να σώσουν κρυμμένα τιμαλφή, την εικόνα τους και βασικά το τομάρι τους. Έκαναν λάθος εκτίμηση της κατάστασης -και μονάχα για αυτό μετανιώνουν. Έδειξαν για πρώτη φορά διατεθειμένοι ίσως να θυσιάσουν κάτι -πχ ένα στέλεχος- για να γλιτώσει το σύνολο. Πόνταραν στη λήθη και την αδράνεια της μάζας και έχασαν. Το ζήτημα είναι τι/πόσα ακριβώς και ποιος θα κερδίσει στο τέλος. Και παραμένει ορθάνοιχτο...

Αντιπολίτευση

Να γίνει συζήτηση στη Βουλή. Να «κλιμακώσουμε» με πρόταση μομφής -ουάου. Τώρα. Όχι, μετά από τα πορίσματα. Μια μέρα πριν νωρίς, μια μετά αργά. Ας περιμένουν οι συνθήκες.

Ακούμε συχνά ότι «δεν υπάρχει αντιπολίτευση». Οι περισσότεροι εννοούν βασικά πως δεν υπάρχει αστικό κόμμα να καβαλήσει το κύμα της γενικευμένης οργής, για να βγει στον αφρό -όπως ο ΣΥΡΙΖΑ με τα μνημόνια. Και αυτό μόνο καλό μπορεί να είναι, από μια άποψη -τη δική μας. Η δικομματική εναλλαγή (με ενάμισι, δύο ή τρία κόμματα) είναι σαν το ζάπινγκ και τον ανασχηματισμό -ένας φεύγει, ένας έρχεται, οι κυβερνήσεις πέφτουνε αλλά η σήψη μένει. Το αστικό κράτος έχει συνέχεια μες στις ρωγμές του και μπόλικο(υς) στόκ(ους) για να τις βουλώσει.

Όσοι αναζητούν την αντιπολίτευση σε κόμματα που ψηφίζουν πάνω από τα μισά νομοσχέδια της κυβέρνησης, στους πράσινους που έσπασαν τον ΟΣΕ σε κομμάτια (φιλέτα και λοιπούς τομείς) ή στους ροζ που τον ξεπούλησαν μπιρ παρά στους Ιταλούς, ας ψάξουν μετά στον χάρτη τη Φρουτοπία και το Πιπερού του Τριβιζά ή τη χώρα του Ποτέ -δίπλα στη χώρα του «πάμε και όπου βγει», όπου θεωρείται αριστερός ο Μπίστης.

Η μόνη αντιπολίτευση γίνεται στους δρόμους. Είναι η μόνη που μπορεί να ασκήσει πίεση, να αλλάξει κάτι -τους νόμους, τη στάση των κυβερνώντων, την κυβέρνηση, τους καταθλιπτικούς συσχετισμούς. Ο μόνος παράγοντας που δεν μπορούν να προβλέψουν ή να ελέγξουν. Προσπαθούν όμως. Να τον μπλέξουν στα γρανάζια τους, να τον εγκλωβίσουν σε στημένα δίπολα, να τον αναλώσουν σε ελεγχόμενες διαδικασίες και αντιθέσεις, είτε μιλάμε για τη Βουλή, είτε για επιχειρηματικά συμφέροντα. Σαν τον Βαγγέλη που σηκώνει το θέμα για τους δικούς του λόγους, χτυπώντας κυβέρνηση και ανταγωνιστές -που σχετίζονται με το φορτίο.

Το μόνο που μπορεί να αλλάξει το Μέγκα είναι η Ιωάννα Μάνδρου, που χορεύει στον ρυθμό που χτυπά το ντέφι του αφεντικού. Όσοι περιμένουν το μεγάλο κανάλι να σαλπίσει τη μεγάλη ώρα για το μεγάλο άλμα, είναι μάλλον οι ίδιοι που τρέφουν φρούδες ελπίδες από το ζάπινγκ στις κάλπες και κάθε νέα κυβέρνηση.

Εμείς

Ποιοι είμαστε εμείς; Μήπως ήρωες του Ζαμιάτιν, με αντίπαλο την τεχνολογική δυστοπία; Ποια δυστοπία, εδώ δεν έχουμε ούτε τηλεδιοίκηση...

Εμείς δεν είμαστε οι άλλοι -σαν αυτούς που ταυτίζονται με τους δυνάστες τους, στο όνομα της εθνικής ενότητας. Δεν είμαστε το είδωλό τους στον καθρέφτη -που κάνει ακριβώς τα ίδια, αλλά με αριστερό πρόσημο. Δεν είμαστε οι από πάνω -στο κείμενο και στην κοινωνία. Είμαστε όπως στο δημοτικό. Εμείς και ο κόσμος. Και «τάξη εναντίον τάξης».

Τι μπορούμε να καταφέρουμε, όμως, εμείς; Θα πέσει η κυβέρνηση; Θα υποστεί κάποια σημαντική ήττα; Θα βγει στο φως η αλήθεια; Θα αναγκαστούν να ρίξουν κάποιες ποινές; Να κάνουν (σχετικά) ασφαλείς τους σιδηροδρόμους; Να σέβονται την ανθρώπινη ζωή; Όλα αυτά συνδέονται άμεσα με ένα κρίσιμο ερώτημα: Θα έχει συνέχεια η περασμένη Κυριακή -ή ήταν απλώς συγ-Κυριακή;

Δεν είναι λίγα αυτά που πέτυχε η Κυριακή των Τεμπών -όπως έγραψε ένας σφος, εντάσσοντάς την στο κινηματικό εορτολόγιο. Έκανε τους κρατούντες να κρύβονται, να τρέχουν, να εμφανίζονται μεταμελημένοι, με απολογητικό ύφος -κι ας μην είπαν ούτε ένα «συγνώμη». Έδειξε πως ο κόσμος δεν πάσχει από αμνησία, δε συγχωρεί το έγκλημα, δε θα τον νικήσει η φθορά του χρόνου. Ότι ενώνει τη φωνή του, για να γίνει η φωνή των θυμάτων που ζητούν δικαίωση. Ότι δίνει τρόπο στην οργή, ότι συσπειρώνει εκατοντάδες χιλιάδες. Κοίτα τι έκανες...
Τώρα όμως το ζητούμενο είναι να μην κάνει πίσω, να πετύχει ακόμα περισσότερα.

Τι πρέπει να γίνει τώρα; Στάση αναμονής ή μήπως στη βράση κολλάει το σίδερο; Ελιγμός ή επίθεση κατά μέτωπο; Κλιμάκωση ή ένα βήμα πίσω, για να πάρουμε φόρα προς τα μπρος; Ψάχνουμε κάποιον συνδετικό κρίκο ή βάζουμε τη στρατηγική στο τιμόνι; Τι θα πάει μπροστά τις συνειδήσεις και το κίνημα;
Η απάντηση συνοψίζεται σε δυο λέξεις: έλα ντε! Εδώ δεν έχουμε απάντηση -στο τι μέλλει γενέσθαι- σε πιο σχεδιασμένες δράσεις, πχ μια απεργία. Πώς θα βρούμε τώρα άκρη;

Το μέλλον δεν έρχεται νέτο-σκέτο -αν δεν κάνεις κάτι εσύ για αυτό. Δεν έρχεται όμως κατά παραγγελία -ούτε και οι μάζες που το γράφουν στην πράξη. Η συζήτηση για τα περαιτέρω μπορεί να είνα λίγο ανούσια. Δεν έχουμε επιτελική θέση για να ξέρουμε δεδομένα, ποιοτικά στοιχεία κτλ. Κι αν τα γνωρίζαμε, θα ήμασταν στρατηγοί επί χάρτου, χωρίς στρατό να ακολουθήσει τις σοφές μας οδηγίες. Κι αν ήμασταν καθοδήγηση ή ινστρούκτορες του τίποτα, η ζωή είναι πολύ πιο σύνθετη από ένα σχέδιο επί χάρτου ή σε ένα προπονητικό πινακάκι για την τελική επίθεση.

Εμείς μπορούμε -το πολύ- να ανοίξουμε μια καφενειακή συζήτηση -για πολλούς είναι ο βασικός τους στόχος, ακόμα κι αν δεν το έχουν συνειδητοποιήσει. Και το «Πολιτικό Καφενείο» -που ’χε κάποτε ο Βήχος- δε βγήκε τυχαία σαν όνομα. Στη θεωρία -δηλαδή στα λόγια- ως εκεί μπορούμε να φτάσουμε. Στην πράξη μπορούμε να κάνουμε πολλά -κι αυτή να τροφοτήσει και τις θεωρητικές αναζητήσεις με συγκεκριμένο υλικό.

Το βασικό είναι να βρίσκεται ο κόσμος στους δρόμους. Και να έχει καθαρό το εξής. Αντιπολίτευση δεν είναι όσοι βρίζουν απλώς την κυβέρνηση κι αφ’ υψηλού αυτούς που ίσως την ψήφισαν -όπως κάποιοι μπασκετικοί που έχουν χάσει αυγά και καλάθια. Δεν είναι όσοι περιμένουν από το κίνημα να καλύψει την ανεπάρκειά τους και να βγάλει τη δική τους δουλειά -να ρίξει το σύστημα, την κυβέρνηση, να αλλάξει τον κόσμο.


Αντιπολίτευση είναι όσοι βρίσκονται συνέχεια στον δρόμο, τα δίνουν όλα στον αγώνα, πασχίζουν να οργανώσουν συλλογικές αντιδράσεις. Όσοι ξέρουν ότι η γη μπορεί να γίνει κόκκινη, όχι μόνο από τον θάνατο που σκορπά απλόχερα το σύστημα, μα από ζωή. Αρκεί να φροντίσουμε ΕΜΕΙΣ για αυτό.

Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2025

Οξυγόνο

Η προχτεσινή ημέρα ήταν οξυγόνο. Οξυγόνο ενάντια στην μπόχα της εξουσίας, την καθημερινή ασφυξία, τις αγκυλώσεις του καναπέ. Οξυγόνο που μόνο ο δρόμος μπορεί να προσφέρει -και ας είναι από άσφαλτο. Η αντίσταση, η μαζικότητα, τα καθαρά βλέμματα -κι ας θολώνουν λίγο από τη συγκίνηση. Και το κινηματικό παράδοξο να ρουφάς μπόλικο οξυγόνο μες στο μέγα πλήθος, μες στον συνωστισμό, ακόμα και στα χημικά που μας κέρασαν τα ΜΑΤ για το έθιμο. Γιατί, αν δε ρίξεις στο ψαχνό μες στα παστωμένα μπλοκ, που είναι πρακτικά χωρίς διέξοδο διαφυγής, ακινητοποιημένα στην πολυκοσμία, πότε θα το κάνεις;


Η πλατεία ήταν γεμάτη, με το νόημα που ’χει κάτι, κι ας μην είναι άμεσα αντιληπτό απ’ όλους. Μα η συγκέντρωση ανάβει και όλα είναι συνειδητά, πλην του Νιόνιου, που έβαλε νιονιό τελικά, αγάπησε την εξουσία που δεν μπορούσε να πολεμήσει και κατέγραψε την αγάπη του και στο βιβλίο που έβγαλε τις προάλλες. Που ’σαι νιότη που έδειχνες πως ήμουν κάποιος άλλος.

Πώς μετράς όμως τον όγκο μιας διαδήλωσης, αν δεν μπορείς να κάνεις βόλτες στην πλατεία, ανάμεσα στις μάζες με την πυκνή διάταξη; Ε = mc2, όπου Ε το ζητούμενο (δηλαδή η επανάσταση), Μ τα ΜΜΕ και ο χρόνος που αφιέρωσε η ΕΡΤ στο θέμα και «C» -όπως λέμε Cops- η εκτίμηση της αστυνομίας στο τετράγωνο. Αλλά υπάρχουν και πιο απλοί τρόποι.

Κάποιοι πήραν γενικά πλάνα από αεροφωτογραφίες και έκαναν απλούς υπολογισμούς που μας δίνουν μετριοπαθώς πάνω από 100 χιλιάδες κόσμο. Άλλοι έκαναν κάτι αντίστοιχο ρωτώντας το chat gpt, που έδωσε αντίστοιχο αριθμό, αλλά είναι κατώτερο από το κινέζικο DeepSeek. Κι άλλοι παίρνουν τον επίσημο αριθμό της αστυνομίας αλλά με συντελεστή προσομοίωσης στην πραγματική ζωή -πχ Χ5.

Υπάρχουν κι οι έμμεσες ενδείξεις. Τα μεγάφωνα δεν έφτασαν να καλύψουν όλο το μήκος της συγκέντρωσης. Τα κινητά είχαν μέτριο ως ανύπαρκτο σήμα, για να μπουν στο live streaming ή να τσεκάρει την παρουσία τους η ασφάλεια -για αυτό έπεσε τόσο έξω η υπηρεσία. Ενώ φεύγοντας, πήγαινες σημειωτόν κάνα 10λεπτο μέχρι να βρεις ξέφωτο, στο οποίο προλάβαινες: να απαντήσεις κατόπιν εορτής στα μηνύματα «πού είστε;» που έφταναν μια ώρα μετά. Να εκτιμήσεις αναδρομικά τους σφους που έχουν μάθει να διαλύονται συγκροτημένα -ενότητα και πάλη των αντιθέτων. Και προπαντός να χωνέψεις όσα είδες και έμοιαζαν κάπως με συμπυκνωμένη ιστορία. Που δεν την γράφουν οι παρέες (Νιόνιο), αλλά οργανωμένες συλλογικές (αντι)δράσεις.

Ακούς πως στη Σαλούγκα γέμισε όλη η Εγνατία και νιώθεις άπιστος Θωμάς που δεν πιστεύει αν δε/μέχρι να δει το σχετικό βίντεο που ξεπερνά κάθε προσδοκία. Λίγο πιο βόρεια ο Γουγου έκανε δηλώσεις μες στο σπιτάκι του Καραμάν Αλή και των ψηφομισθοφόρων του με τα ματωμένα χέρια, σε μια πόλη που έδειξε πως έχει και άλλη όψη, τη σωστή πλευρά της ιστορίας, και όχι μόνο τη σήψη που σατιρίζει ο Καπουτζίδης στη σειρά του.

Οξυγόνο από παντού, από νησιά και ορεινά, από κάθε γωνιά της χώρας και το εξωτερικό, σαν ηφαίστειο που ξυπνά και θα τους κάψει όλους -και οι καύσεις χρειάζονται μπόλικο οξυγόνο, εκτός από αγνώστου ταυτότητας υλικά στην αμαξοστοιχία.

Πρέπει να είχε λίγο κόσμο, ε; Συμφωνεί ακόμα και η ΕΛ.ΑΣ., αλλά με αυτήν ακριβώς τη διατύπωση: είχε λίγο κόσμο, ούτε 30 χιλιάδες, λιγότερους κι από το ντέρμπι στο Καραϊσκάκη, που βασικά έπρεπε να παίξει πιο ψηλά στις ειδήσεις της ΕΡΤ και να μπουν οι συγκεντρώσεις για τα Τέμπη μετά τα αθλητικά, τον κακό τους τον καιρό (του Τετράδη) και την ιερόδουλη μάνα τους που θα ιδιωτικοποιήσουν, αλλά με δικαιωματική αυτοδιάθεση του σώματός της.

Κάποια μέρα -δε θα αργήσει-, σε αυτούς τους (σιδηρο)δρόμους (της φωτιάς), σε μια άλλη κοινωνία, χωρίς τάξεις, κράτος και Μπαλούρδους, όπου θα ζούμε 200 χρόνια και θα ψάχνουμε πώς να αυξήσουμε το μέσο προσδόκιμο, θα τα θυμόμαστε όλα αυτά και θα γελάμε, και οι ανακοινώσεις της ΕΛ.ΑΣ. θα είναι πηγή γέλιου και μακροζωίας. Μέχρι τότε μόνο δάκρυα οργής, σφιγμένες γροθιές και ρυθμικές ιαχές: Δο-λο-φό-νοι, δο-λο-φό-νοι...

Το ενδιαφέρον είναι πως για το επιτελικό - κατασταλτικό κράτος ήταν απλώς μια μέρα στη δουλειά, όσο διακριτική -σαν κουκουλοφόρος- παρουσία και αν προσπάθησε πήρε εντολή να έχει. Κι οι συνήθεις ύποπτοι διαδηλωτές είναι υποψιασμένοι για αυτά, το ξύλο και την προπαγάνδα, το καρότο και το μαστίγιο, τη μαύρη ομερτά στις ειδήσεις, τις προβοκάτσιες των μαύρων, τον μαύρο καπνό (habemus Χρυσοχοΐδη), τα χημικά, τις απρόκλητες επιθέσεις για να διαλύσουν μια συγκέντρωση, τις επιθέσεις σε φωτορεπόρτερ και άμαχο πληθυσμό, τις γελοίες εκτιμήσεις της ΕΛΑΣ και όσους κάνουν το άσπρο - μαύρο. Τώρα όμως το είδαν κι άλλοι, άπειροι και νεοφώτιστοι, που βίωσαν πρώτη φορά πώς λειτουργεί το σύστημα σε τέτοιες περιπτώσεις.

Μέχρι και κάποια κανάλια είδαν το φως το αληθινό! Να βλέπεις στο MEGA τον Ευαγγελάτο στα κάγκελα με την κυβέρνηση και τη στάση της αστυνομίας... -αξία ανεκτίμητη! Άντε και ολόγραμμα με μολότοφ και κοντόξυλο, να ευχηθούμε Νίκο μου. Όλα έχουν όμως εξήγηση, αρκεί να ακολουθήσεις το χέρι που ταΐζει τα σκυλιά του, για να γαβγίζουν ή να κουνάν δουλικά την ουρά τους.

Εντάξει με την ποσότητα -τον όγκο, τον παλμό κτλ. Τι γίνεται όμως με την ποιότητα του κοινού; Ακολούθησε διαλεκτικά ή μήπως ήταν αντιστρόφως ανάλογα μεγέθη;

Η κοσμογεωγραφία θύμισε σε κάποιους τις πλατείες των Αγανακτισμένων -με την ειδοποιό διαφορά του ΠΑΜΕ. Άλλοι μπέρδεψαν τις εικόνες με τα συλλαλητήρια για τη Μακονία, ενώ άλλοι ξαναζούσαν νοερά περασμένα μεγαλεία του πρόσφατου παρελθόντος και τις αντιμνημονιακές δόξες της περασμένης δεκαετίας -δέκα χρόνια μετά την ΠΦΑ. Κάποιοι άλλοι έμειναν στην αμήχανη σιωπή του πλήθους, που έμοιαζε με βουβό πένθος, συγκίνηση και φόρος τιμής, όλα άκρως υποβλητικά και φορτισμένα, αλλά κάπως αναντίστοιχα με την περίσταση και τις απαιτήσεις.

Η αλήθεια είναι ότι μπορούσες να δεις κάθε καρυδιάς καρύδι. Από ανθυποσελέμπριτιζ κι influencers της κακιάς ώρας, που είδαν φως και μπήκαν για τα στόριζ και το ΟΑΚΑ experience, και από ανθρώπους που είχαν κατέβει στον δρόμο μόνο μετά από κάποιον τίτλο της ομάδας τους, μέχρι σωματεία, οργανώσεις και γνωστές φατσούλες, με διακριτικά ή απλή διακριτική παρουσία. Και από χύμα κόσμο, μέχρι ανώνυμους οργανωμένους, μπλοκ με κομματικά σημαιάκια, σταγονίδια του ΕΠΑΜ και το πανό της νεολαίας της «Νίκης»! (Πολλά έχουν δει τα μάτια μας, μα αυτό σου φέρνει τρόμο...)

Η αλήθεια είναι επίσης πως τα πιο δυνατά μηνύματα δε δίνονται πάντα με φωνές και συνθήματα. Το μυριόστομο «δολοφόνοι» δόνησε πολλές φορές το Σύνταγμα και τη Βουλή (στην μπασταρδοκρατία αυτή) αλλά οι πιο δυνατές στιγμές ήταν οι ομιλίες που τις άκουγαν όλοι ευλαβικά. Η έφηβη μαθήτρια που είπε πως δε χρειάζεται να είσαι συγγενής για να νιώσεις οργή και πόνο. Ο πατέρας που ευχήθηκε να γίνει το παιδί του και τα άλλα θύματα η σπίθα για να αλλάξει ο κόσμος, όπως τα παιδιά του Πολυτεχνείου πριν 50 χρόνια. Το θάρρος που βρήκε η κοπέλα που επέζησε από το δεύτερο βαγόνι, να βγει δυο χρόνια μετά το έγκλημα και να μιλήσει στα ελληνικά, τη νοηματική και τις ψυχές όλων, μες σε αναφιλητά -δικά της και όσων την άκουγαν. Μια πλατεία ολόκληρη να δακρύζει ή να ρουφά τη μύτη της (άτιμο συνάχι) ή να βγάζει ένα σκουπιδάκι απ’ το μάτι και να λυγίζει νοερά στα δύο, σαν κυπαρίσσια που υποκλίνονται. Μην καρτεράτε να ξεχάσουμε...
Ναι, πολλές ιστορικές στιγμές έχει βιώσει αυτή η πλατεία, αλλά αυτή μπαίνει δικαίως δίπλα στις μεγαλύτερες -και δεν το γράφω πάνω στη φόρτιση της στιγμής, λόγω της ημέρας.

Όσο για τα κενά, την ελλιπή οργάνωση και ό,τι άλλο μπορεί να ξενίζει κάποιους μυημένους, είναι λάθος να βλέπουμε μόνο τη μία όψη του νομίσματος. Και ό,τι θεωρούν κάποιοι μπαρουτοκαπνισμένοι κατάρα, μπορεί να είναι ευλογία, γιατί σημαίνει ότι δεν ήμασταν οι ίδιοι μεταξύ μας, ότι ο πολύς κόσμος ήρθε μάλλον πρώτη φορά, αφυπνισμένος (αλλά όχι woke) αλλά... «χωρίς καφέ» και με εμφανή τα σημάδια της χρόνιας νάρκης του. Και κάθε τι καινούριο, έχει εξ ορισμού και κάτι δροσερό, όσο αντιφατικό και αν είναι. Μπορεί να είναι άμαθοι, να μην ξέρουν τι είναι ο δρόμος και τα έθιμά του, τι κάνουμε, πότε φωνάζουμε, πότε φτιάχνουμε αλυσίδες, αλλά θα τα μάθει στην πορεία και στις πορείες, αρκεί να ξανάρθει -αυτό είναι το ζητούμενο.

Ως τότε το βασικό είναι να (ξανα)κατέβει στον δρόμο. Ελάτε όπως είστε, που έλεγε και μια μελετηρή ψυχή. Με όσα πιστεύετε και έχετε στο μυαλό σας. Κι αν κάποια από αυτά βρωμάνε την κυρίαρχη προπαγάνδα ή θεωρίες συνωμοσίας, ο μόνος τρόπος να τα αποβάλετε είναι στον δρόμο, όχι στον καναπέ μπροστά από μια οθόνη. Και δεν πρόκειται κανείς να κλείσει τη μύτη του με αποστροφή ή να σας κοιτάξει στα δόντια ή τάχα στα μάτια (σαν τον Μητσοτάκη). Μονάχα στο πρόσωπο, για να σας πει: μπράβο και να (μας) ξανάρθετε.

Αν πχ η Καρυστιανού έκανε παλιότερα μυστήριες αναρτήσεις, που τις έκαναν σημαία τα κυβερνητικά τρολ, ή αν είπε στο Σύνταγμα για την ελληνική ψυχή σε κάποια αποστροφή της, δε θα την κρίνουμε αυστηρά, ούτε από αυτό. Γιατί έχει απέναντι μια συμμορία καθάρματα, που βάζει μπροστά ένα σωρό τρολ και αποβράσματα, σαν τον Ψαριανό (μακάρι όλα τα μακάρι, Γρηγόρη), για να την στοχοποιήσουν δια αντιπροσώπων και να προχωρήσουν σε (μία ακόμα) δολοφονία χαρακτήρα. Αλλά αυτή πεισμώνει, επιμένει, βγαίνει μπροστά, ζητά δικαίωση, δικαιοσύνη, ενώ άλλοι στη θέση της θα είχαν λουφάξει, θα είχαν βουλιάξει στον πόνο τους, θα είχαν δειλιάσει μπροστά σε μεθόδους μαφίας.


Η ουσία είναι να δίνεις τρόπο στην οργή, αυτή είναι η πρώτη ύλη για την ελπίδα. Όλα τα άλλα θα τα βρούμε στον δρόμο, μαζί με το οξυγόνο που μας λείπει. Όλα είναι δρόμος...

Υγ: Ποια θα είναι αυτή η πορεία, η επόμενη ημέρα; Ίσως το δούμε σε επόμενη ανάρτηση, αλλά δεν παίρνω και όρκο.

Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2025

Δεν έχω οξυγόνο - Και ο θάνατος συνεχίζεται...

Η αυτοβιογραφία του (οξυδερκή, ταλαντούχου πλην αντιφατικού) Κουστουρίτσα είναι κάπως σαν τις ταινίες του: μια άτυπη ωδή στον παμβαλκανισμό του και τον εντελώς sui generis αντι-ιμπεριαλισμό ενός Βόσνιου που πολιτογραφήθηκε Σέρβος πρώτα στην ψυχή του, όσο έμενε στις ΗΠΑ που βομβάρδιζαν τη δεύτερη πατρίδα του. Κάπου στην εισαγωγή της, ο Εμίρ αναλύει θαυμάσια την αξία της λήθης, της ικανότητας κάθε ανθρώπου να ξεχνάει ή μάλλον να ξεχνιέται, για να μην τρελαθεί από τη δυστυχία και τον πόνο μετά από κάθε τραγικό, επώδυνο βίωμα: έναν θάνατο, ένα διαζύγιο, μια ερωτική απογοήτευση, μια διαγραφή από την οργάνωση -που είναι περίπου συνώνυμα, άλλωστε.

Κι έχει δίκιο, αρκεί η λήθη να μη γίνεται αμνησία, άρνηση της αλήθειας -που λένε πως είναι λήθη με «α» στερητικό, αλλά μικρή σημασία έχει και αν δεν είναι αυτή η ετυμολογία- και αντιστροφή της πραγματικότητας. Το άσπρο-μαύρο και ανάποδα.

-.-

Δεν έχω οξυγόνο!


Η φράση αυτή θα μπορούσε να είναι το σύνθημα μιας εποχής, μιας ολόκληρης γενιάς. Ποιος έχει αλήθεια αρκετά αποθέματα; Ποιος δεν πνίγεται, δε βουλιάζει κάθε νύχτα στη στεριά; Ποιος δεν ασφυκτιά από την μπόχα, απ’ την αποφορά ενός σάπιου κόσμου που μας σκοτώνει, πεθαίνοντας για να επιζήσει; Ποιος δε γονατίζει απ’ τις δυσκολίες, την ακρίβεια, το χαρτζιλίκι-μισθό; Ποιος δεν έχει μπουχτίσει από μια σάπια δημοκρατία που δεν αφορά χώρους δουλειάς, εθνικές γραμμές και μνημόνια διαρκείας;

Τα τσαλαπατημένα όνειρα, η έλλειψη προοπτικής, η μαυρίλα, η δύσπνοια, τα σκυμμένα κεφάλια, η σκυφτή ζωή. Οι αυταπάτες, η κάλπικη ελπίδα, που έκλεισε δέκα χρόνια -και γέρασε πριν καν χρονίσει. Η ανεργία, η ξενιτιά, η ματαίωση, το άγχος, ο φόβος, τα ψυχολογικά. Τα μέτρα που (μας) παίρνουν, τα κατασχεμένα σπίτια. Οι συμβιβασμοί, οι καθημερινές ταπεινώσεις, η ελευθερία να μας (προ)γράφουν όλους, η μισθωτή σκλαβιά. Η αλλοτρίωση, η αγωνία για τα προς το ζην -που δε φέρνουν ποτέ το ευ ζην- κι η διαρκής αίσθηση πως εκπορνεύεις την κλίση σου, τα ταλέντα σου για ένα ξεροκάματο, για κάτι άχαρο, άνοστο που σε τρώει κάθε μέρα. Η «διέξοδος» στην πορνεία, στο only fans, στους sugar daddies παντός φύλου -γεμίσαμε σεξιστές που λένε τη σκάφη με το όνομά της, αντί να παλέψουν για την αυτοδιάθεση του σώματος και το δικαίωμα στη σκλαβιά -σαν τον Αστερίξ στις «Δάφνες του Καίσαρα». Ναι αλλά παίρνουν και καλά tips -σαν μπιζουδάκια απ’ του Τίφους...


Επιβίωση, ληγμένη ζωή, φτηνά υποκατάστατα. Τεχνητές ανάσες για να ξεγελιόμαστε, μικρές φιάλες οξυγόνου και ιδανικά ηλίου (μακριά από την ιδανική Πολιτεία του Ηλίου) για να φαινόμαστε (ακουγόμαστε) και να είμαστε χαζοχαρούμενοι, σαν ένα κοπάδι καταναλωτές και τη σύζυγο του Καίσαρα -μαζί με τις δάφνες του.

Κρατικά εγκλήματα, δολοφονίες, στον δρόμο, στα εργοτάξια, στις συγκοινωνίες, στα νοσοκομεία, στα Τέμπη ή δίπλα στο ποτάμι -αν έχεις σχέση με την υπόθεση. Αμέλεια, αδιαφορία, καταστολή. Απόλυτη απαξίωση της ζωής, φτηνό κι αναλώσιμο εμπόρευμα. Η τραγική διαπίστωση πως ζούμε από καθαρή τύχη σε αυτή τη χώρα και από ιστορική ατυχία σε αυτό το σύστημα, που διψά για κέρδη εις βάρος της ζωντανής εργασίας -και των ζωών εν γένει. Δεν είναι όμως τύχη, μοίρα, κακό ριζικό. Δεν είναι δυστύχημα ή ατύχημα, είναι προδιαγεγραμμένο έγκλημα -χωρίς τιμωρία-, κρατική δολοφονία.

Αλλά το πιο χυδαίο απ’ όλα, το πιο προκλητικό, η μεγαλύτερη ύβρις για νεκρούς και ζωντανούς, ήταν η διαχείριση και όσα (δεν) έγιναν μετά. Καμία ευθιξία -ποιος την έχασε για να την βρούνε αυτοί-, καμία ευθύνη, καμία παραίτηση. Καμία αγρανάπαυση για πολιτικούς γόνους που είναι στο άνθος της καριέρας τους. Παγερή αδιαφορία για τις προειδοποιήσεις των σωματείων, παράνομες και καταχρηστικές οι απεργίες τους για το ζήτημα της ασφάλειας. Μα αφού είναι όλα ασφαλή -είπαν λίγες μέρες πριν τα Τέμπη. Μετά ομολόγησαν πως δε γίνεται να διασπείρουν πανικό λέγοντας την αλήθεια -άλλο αν σπείρουν θάνατο τα ψεύδη τους.

Ψέματα, συγκάλυψη, μπάζωμα της υπόθεσης. Ομερτά για ηχητικά, βίντεο και ενοχλητικά στοιχεία. Γραμμή σε μποτ και ΜΜΕ πως φταίει ο σταθμάρχης, τα (δικά τους) βύσματα, το «κακό δημόσιο» -κεκτημένη φόρα από τόσα χρόνια αριστερής ηγεμονίας- μόνο που το είχε δώσει μπιρ παρά μια «αριστερή κυβέρνηση» -τόση ηγεμονία από το ΕΑΜ είχαμε να δούμε. Ξαμόλημα τρολ, όσο πιο χυδαία, τόσο καλύτερα. Δολοφονία χαρακτήρων, σαν της Καρυστιάνου -σκότωσαν εν ψυχρώ 57 ψυχές, σε αυτό θα κολλήσουν; Ενορχηστρωμένη στοχοποίηση συγγενών, αλληλέγγυων καλλιτεχνών, της «συμμορίας της μιζέριας», όσων αντιδρούν, όσων δεν έχουν ξεχάσει να σκέφτονται.

Είναι συνένοχοι, αυτουργοί, δολοφόνοι. Τελειωμένα καθάρματα. Θα ’πρεπε να μη βρίσκουν μέρος να σταθούν, χωρίς κατακραυγή, οργή, συνθήματα -το λέει και ο Ζάρα, αλλά αν ήταν τόσο απλό, θα το είχε κάνει μόνος του. Μα πάνω απ’ όλα, είναι αμετανόητοι.

Σε ένα βιβλίο του Πι-Πι (το «Χρυσό Παραπέτασμα» νομίζω) πιάνει τον καπιταλισμό και τις τράπεζες, που διασώθηκαν με κρατικό χρήμα, αλλά συνεχίζουν την πεπατημένη, σαν τον ασθενή που πέρασε έμφραγμα και μόλις βγαίνει απ’ την εντατική, ανάβει ένα τσιγάρο. Το αστικό κράτος είναι ο ασθενής (κρίκος) που κάνει ακριβώς ό,τι και πριν, σα να μη συνέβη τίποτα. Ξεπουλά φιλέτα, σχολεία, νοσοκομεία, συγκοινωνίες, τη μάνα που το γέννησε. Δίνει το μετρό χωρίς πρωτόκολλα, παίζει με τις πιθανότητες και με τις ζωές του κοινού, χαμογελά αμήχανα στα ατυχήματα -ω, μα αυτά παντού συμβαίνουν. Πουλάει φύκια για αυτόματο σύστημα, αφήνει αφύλακτες διαβάσεις, χειροκίνητες μπάρες στο κέντρο της Αθήνας, περιφρονεί την υπογειοποίηση και όσους την ζητάνε -σαν τον Πελετίδη στην Πάτρα. Και ο θάνατος συνεχίζεται...

Ο Καλύβας λέει πως αν φταίει το σύστημα, τότε δε φταίει κανείς. Μα αν βρεις τον ένοχο σταθμάρχη, γλιτώνει το σύστημα και τα καθάρματα που το υπηρετούν. Όταν η αδικία γίνεται νόμος, η ρίζα της καταπίεσης είναι πάντα νόμιμη -άρα και ηθική, καταπώς έλεγε μια γαλάζια ψυχή. Αλλά το κυνήγι του μέγιστου κέρδους ήταν δεμένο ανέκαθεν με λαμογιές και σκάνδαλα, για να λαδώνει τη μηχανή. Κι όταν ξεχειλίσει ο υπόνομος με τις βρωμιές τους, βάζουν κλήρο να δούνε ποιος τράγος θα φαγωθεί, θυσία για τους υπόλοιπους. Έτσι λειτουργεί το σύστημα, με λάδωμα και τράγους, που ορίζουν τον κανόνα -όχι μια κατάσταση εξαίρεσης. Αλλά η κυβέρνηση δε θυσιάζει κανέναν δικό της, δεν ακολουθεί καν τον αστικό κανόνα γιατί -νιώθει πως- δεν το χρειάζεται.

Μα δεν έχουν καθόλου τσίπα; Όχι, γιατί (πιστεύουν πως) τους παίρνει να μην το κάνουν. Αλλιώς θα έπαιρναν περίλυπες φάτσες, γεμάτες μεταμέλεια για την περίσταση και ό,τι άλλο απαιτεί ο ρόλος -πχ γένια τριών ημερών και πουκάμισο χωρίς γραβάτα.
Με ηθικούς όρους, είναι καθίκια του κερατά -αλλά κερατάδες (και δαρμένοι) είμαστε εμείς. Στην αστική πολιτική δεν υφίσταται ηθική, μονάχα το δίκιο του ισχυρού που επιβάλλεται ως νόμος -και ό,τι είναι νόμιμο, είναι ηθικό.
Με πολιτικούς όρους, είναι τρομακτικός ο αρνητικός συσχετισμός που τους κάνει σίγουρους ότι δε χρειάζεται καμιά θυσία, καμία Ιφιγένεια, ούτε ένας υπουργός για τα μάτια του Κάλχα. Είτε επειδή... 41%, είτε επειδή η λήθη νικάει τον θυμό, νιώθουν δυνατοί να γράψουν τους κανόνες, το αστικό «εθιμικό δίκαιο» στα κατάστιχα (τσιμέντο να γίνει -σαν τα μπάζα των Τεμπών).

Το ίδιο ακριβώς κάνουν και στην περίπτωση του ΠτΔ, προτείνοντας τον Τασούλα, αντί να τηρήσουν το αστικό «σαβουάρ βιβρ» με έναν υποψήφιο της «Κεντροαριστεράς». Αφού ο δικομματισμός κουτσαίνει χωρίς δεύτερο πόλο και γέρνει προς τα ακροδεξιά, τους παίρνει να προτείνουν έναν δικό τους, να κρατήσουν τα μπόσικα στο κόμμα και κάθε πικραμένο (με τα ομόφυλα) οπαδό που λοξοκοιτάζει τις κηραλοιφές και το υαλουρονικό της Αφροδίτης, σε ρόλο θηλυκού Τραμπ -χωρά δικαιωματικά, χωρίς ποσόστωση, και με βλέψεις θιασάρχη, στο μεγάλο φασιστικό τσίρκο.
Και τι σχέση έχουν όλα αυτά με τα Τέμπη; Ευθεία σύνδεση. Γιατί ο Τασούλας επιβραβεύεται, μεταξύ άλλων, και για τη συμβολή του στην ομερτά εντός της Βουλής -όσο περνούσε από το χέρι του, ως ΠτΒ.

Ποιος τρομάζει από αυτές τις παρεκκλίσεις, τις «καταστάσεις εξαίρεσης»; Όσοι είχαν συνηθίσει να θεωρούν «κανονικότητα» την Κεντροαριστερά και «σοσιαλμανία» της «Λαϊκής Δεξιάς» ή τα ευαίσθητα γεράκια των Democrats στις ΗΠΑ. Αλλά ο κανόνας της αστικής δημοκρατίας είναι ένα κοινοβούλιο που βρωμάει φασισμό, κάθε απόχρωσης. Κανονικότητα είναι ο Μασκ (που ξεπήδησε από τους Democrats), τα ορκ στο Καπιτώλιο, οι ναζιστικοί χαιρετισμοί του Αδόλφου -που ήταν λέει «κομμουνιστής». Είναι κι οι ακροκεντρώοι, που νομιμοποιούν τους φασίστες, τους τρέφουν, τους χρειάζονται -για να δείξουν πόσο «διαφέρουν»- ενώ το ’να χέρι νίβει το άλλο και τα δυο το σύστημα. Κανόνας στον καπιταλισμό είναι -εδώ και πολλά χρόνια- η κρίση, η ανεργία, τα Τέμπη, οι κρατικές δολοφονίες, ο θάνατος, οι κάργιες που χτυπιούνται. Το «δεν έχω οξυγόνο». Το I can’t breathe. Και δεν είναι απλά ένα σύνθημα ή μια κούφια φράση του συρμού, αλλά κυριολεξία.

-.-

Κανόνας είναι τα Τέμπη σε όλον τον κόσμο, όπως στην πατρίδα του Κουστουρίτσα, όπου ο κόσμος διαδηλώνει οργισμένος στους δρόμους, ενώ το δίκτυο έχει δοθεί σε κινέζικα μονοπώλια -σοσιαλιστικά. Άσπρος γάτος, μαύρος γάτος, κι εμείς παγιδευμένοι σαν ποντίκια, που δε βρίσκουν διέξοδο...

Κανόνας είναι ο θάνατος, η κρίση, ο πόλεμος, τα κράτη-δολοφόνοι. Η μαζική γενοκτονία που λαμβάνει χώρα στην Παλαιστίνη. Κι αν κάποιος θέλει να μάθει περισσότερα για την επίγεια κόλαση στην οποία καταδικάζει το Ισραήλ τους Παλαιστίνιους -και άλλους «ανεπιθύμητους»- επιβάλλεται να πάρει και να διαβάσει το βιβλίο του Νέιθαν Θρωλ «μια μέρα της ζωής του Άμπεντ Σαλάμα», μια δημοσιογραφική έρευνα (βραβευμένη με Πούλιτζερ, παραδόξως) για το πολύνεκρο δυστύχημα ενός σχολικού λεωφορείου με Παλαιστίνιους μαθητές, το 2012. Δε θα μάθει πολλά στοιχεία για τις πρόσφατες πολεμικές-δολοφονικές επιχειρήσεις, θα δει όμως σε τι συνθήκες γενοκτονίας ζούσαν οι Παλαιστίνιοι σε «καιρό ειρήνης» και πώς ο πόλεμος είναι απλώς συνέχεια της πολιτικής και της ιμπεριαλιστικής ειρήνης, με άλλα μέσα.

Σε ένα σημείο του βιβλίου, διαβάζουμε πως το δυστύχημα αυτό θα μπορούσε να συμβεί οπουδήποτε αλλού. Αλλά όσα συνέβησαν στη συνέχεια (το τείχος, τα αποκλεισμένα ασθενοφόρα, η πυροσβεστική που χρειαζόταν άδεια και άνωθεν έγκριση, τα παιδιά που πέθαναν αβοήθητα κτλ), όχι. Ήταν ένα έγκλημα που θα μπορούσε να συμβεί μόνο στην Παλαιστίνη και να έχει τη σφραγίδα ενός κράτους-δολοφόνου σαν του Ισραήλ.

Ο συγγραφέας έχει δίκιο. Μόνο που κράτη-δολοφόνοι υπάρχουν παντού -όπου υπάρχει καπιταλισμός και κυνήγι του κέρδους. Και είναι ζήτημα πόσα χρόνια θα περάσουν μέχρι να δούμε ένα αντίστοιχο βιβλίο και μια σοβαρή αποκαλυπτική έρευνα για τα Τέμπη από κάποιο δημοσιογράφο, που θα έχει τα μέσα και τη θέληση να μην αποσιωπήσει το έγκλημα.

-.-

Ένας σφος λέει ότι αν είναι μια φορά τραγικό να ανεχόμαστε δολοφόνους, είναι δυο και τρεις φορές τραγικό να χρειαζόμαστε σπαρακτικά, συνταρακτικά ηχητικά -και υλικό που ήταν θεωρητικά γνωστό αρκετούς μήνες πριν- για να ξεσηκωθούμε, για να μην ξεχάσουμε το έγκλημα, για να μη δώσουμε συγχωροχάρτι.

Όσοι έχουν αγαπήσει τον βιαστή τους -που τον έχει 41% ή και παραπάνω όταν ψηφίζουν μαζί του και άλλοι τα νομοσχέδια που φέρνει-, όσοι έχουν συνηθίσει το τέρας και τα εγκλήματα, όσοι έχουν μάθει να ζουν χωρίς οξυγόνο μπορεί να έχουν πάθει ανήκεστο βλάβη, να έχουν ξεχάσει να σκέφτονται, για την τάξη τους και γενικώς -και δεν προβλέπεται να βγει στα κοντά κάποιο πρόγραμμα τεχνητής ταξικής συνείδησης, για όσους δεν κατάφεραν να την αποκτήσουν μόνοι τους.

Όλοι οι υπόλοιποι, όσοι καταλαβαίνουν την κατάσταση, μένει να διαλέξουν. Θα μείνουν να κρατάνε την αναπνοή τους μέχρι να σκάσουν και να ξεφυσάν από το κακό τους; Ή θα φροντίσουν για μερικές ανάσες αξιοπρέπειας -πραγματικές, όχι σαν αυτές προ δεκαετίας- και να γίνουν δροσερός άνεμος, πανίσχυρος, που θα σαρώσει το σύστημα που γεννά εγκλήματα, όπως το σύννεφο τη βροχή;

Όλα δείχνουν πως ξημερώνει μια ιστορική μέρα. Αρκεί να μη μείνει απλώς μια μέρα (στη ζωή των ραγιάδων) χωρίς συνέχεια. Αρκεί να γίνει, έστω μια πρόγευση, εκείνων των ημερών που μετράνε στη ζωή μας -και την ιστορία- σαν μήνας. Και που δε θα μπορεί καμία λήθη -αυθόρμητη ή οργανωμένη άνωθεν- να τη σβήσει από τη συλλογική μας μνήμη...