Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα οδηγητής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα οδηγητής. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται

Η πρώτη μέρα του φεστιβάλ στη θεσσαλονίκη

Το μεγάλο ηθικό δίλημμα για κάποιους συντρόφους ήταν αν θα χάναμε τον αγώνα της εθνικής με τους ισπανούς ή τις εναρκτήριες εκδηλώσεις και τις συζητήσεις της πρώτης μέρας. Τελικά κρατήσαμε τη μισή πίτα και δώσαμε την υπόλοιπη στο σκύλο να ξεγελάσει την πείνα του και να τα ‘χουμε καλά με τη συνείδησή μας. Αλλά αύριο με τους σλοβένους παίζουμε στις δέκα και δεν χωράνε εκπτώσεις και ημίμετρα. Ίσως ραδιοφωνάκια μόνο.

Τους ισπανούς τελικά τους νικήσαμε, αλλά τον καιρό όχι. Είναι ο κακός μας δαίμονας στο φεστιβάλ, πιο πολύ κι από την ισπανία στο μπάσκετ για την εθνική. Κι αν η καλή μέρα από το πρωί φαίνεται, εμείς τρέμουμε τι άλλο μπορεί να γίνει τις επόμενες ημέρες. Και δεν έχουμε και τον εξοπλισμό των σοβιετικών που διέλυαν τεχνητά τα σύννεφα τις μέρες των παρελάσεων και των ολυμπιακών της μόσχας. Και πού να το βρούμε δηλ, από το δήμο του μπουτάρη; Αυτός είναι ικανός να ζητήσει την απαγόρευση του φεστιβάλ τις μέρες της έκθεσης, γιατί λειτουργεί ανταγωνιστικά προς αυτήν και τους εμποδίζει να κλείσουν περισσότερες εμπορικές συμφωνίες, για να τονώσουν την εθνική οικονομία. Άσε που τους χαλάμε και τα σχέδια για το παύλου μελά, που το βλέπουν σα φιλέτο και το ορέγονται –αν και αυτό είναι από… άλλο δήμο.

Οι μόνοι κερδισμένοι είναι οι συνεργαζόμενοι αγρότες της πασυ, που υπολογίζουν τις μέρες του φεστιβάλ και ξέρουν πότε να περιμένουν τα πρωτοβρόχια. Η εμυ προέβλεπε ασθενή βροχόπτωση τις βραδινές ώρες, αλλά υπολόγιζε χωρίς το μαχαιρίτσα, που ήταν ο κακοφωνίξ της υπόθεσης και προκάλεσε την οργή των στοιχείων της φύσης, πάνω από τη γαλατική πολιτεία του φεστιβάλ. Με τις πρώτες νότες του επί σκηνής, έπεσαν οι πρώτες ψιχάλες, κι όσο πήγαινε δυνάμωναν κι έγινε η σπίθα πυρκαγιά και πέλαγος οι στάλες. Κι όσο αυτός συνέχιζε απτόητος, τόσο έπεφτε ο ουρανός στα κεφάλια μας σε υγρή μορφή, μέχρι τελικής πτώσεως. Και με το που έπεσε η αυλαία, άξαφνα γλύκανε η πλάση, άνοιξε ο ουρανός κι έβγαλε κι ένα φεγγάρι, χλωμό, κουτσουρεμένο, να μας γελάει ειρωνικά. Αλλά ο πολύς κόσμος είχε φύγει…

Ως τότε βέβαια ήταν αποφασισμένος κι είχε αντέξει με χίλιους δυο τρόπους. Βρήκε καταφύγιο σε δέντρα, κιόσκια, τα πέριξ της εκκλησίας κι ό,τι άλλο μπορούσε να κόψει οτιδήποτε και αν κόβεται.. Το έκανε καρεκλάδικο, με τις καρέκλες στο κεφάλι σαν ομπρέλες, για να μη βρέχεται. Ενώ μερικοί (λακε)δαιμόνιοι έφτιαξαν πρόχειρες κατασκευές σαν αυτοσχέδια υπόστεγα με τα τραπέζια κι έκατσαν από κάτω αμέριμνοι, με ρετσίνα και σουβλάκι.
-Έχουμε σουβλάκια, αλλά έχουν βραχεί λίγο.
-Δεν πειράζει, θα περιμένω να βγουν τα επόμενα.
-Ναι αλλά θα αργήσουν λίγο, γιατί μας έσβησε η φωτιά.
(Φανταστικός διάλογος βέβαια, αλλά βγαλμένος από τη ζωή).

Τουλάχιστον δεν ήταν όπως στο εργατικό φεστιβάλ στο γεντί κουλέ, που κολυμπούσαμε στην τραγική ειρωνεία και περιμέναμε τον καιρό να μας λυπηθεί με το κατάλληλο μουσικό ρεπερτόριο από τα μεγάφωνα:
Ρίξε ουρανέ μου μια βροχή… Βρέχει φωτιά στη στράτα μου… Βρέχει στη φτωχογειτονιά, βρέχει και στην καρδιά μου…
Μόνο τον χορό της βροχής που δε βγήκαμε να χορέψουμε, σαν ερυθροί που ‘μαστε.

Σε τέτοιες περιπτώσεις ψάχνεις να βρεις (διαλεκτικά-υλιστικά) τον γκαντέμη στην παρέα και να το ρίξεις στο δούλεμα. Αλλά εδώ δεν χρειάζεται πολύ ψάξιμο, τον είχαμε στην κεντρική σκηνή να μας τραγουδάει και να μας λέει ότι αυτή είναι η καλύτερη συναυλία που έχει κάνει φέτος το καλοκαίρι.. Αλλά αυτά παθαίνεις άμα φέρνεις ταλαντευόμενους καλλιτέχνες σαν το λαβρέντι. Χάθηκε να πήγαινε σήμερα στην ομιλία του φίλου του, του αλέξη στην αριστοτέλους, να του πει δυο τραγουδάκια για το «καλώς όρισες».
Να δεις που πάλι σύντροφοι θα ‘μαστε στους αγώνες..

Κι ενώ πέφτουν της βροχής οι στάλες, βλέπεις τη διακύμανση των συναισθημάτων και των σκέψεων του κόσμου, που εξελίσσονται κλιμακούμενα.
Πρώτο στάδιο, πριν τον κατακλυσμό: καλά κάναμε κι ήρθαμε σήμερα που έχει πιο λίγο κόσμο, να κάνουμε βόλτες με την άνεσή μας, να τα δούμε όλα.
Δεύτερο στάδιο, αρχίζει να ψιχαλίζει, ο κόσμος αραιώνει:
Τώρα που δεν έχει κίνηση, θα κάνουμε ακόμα πιο άνετα βόλτες. Να πάμε και στα σουβλάκια που δεν έχει μεγάλες ουρές.
Τρίτο στάδιο, βρέχει καταρρακτωδώς, τρέχεις να κρυφτείς:
Τελικά μουσμουλιά κάναμε κι ήρθαμε σήμερα.
Αλλά αυτά είναι τα αδιέξοδα της θεωρίας των σταδίων.

Βρίσκεις λοιπόν κι εσύ μια… σκιά κι αρχίζεις να το φιλοσοφείς, τι συμφέρει περισσότερο.
Να βρέξει λίγο νωρίς το απόγευμα να ξεθυμάνει και να μας αφήσει ήσυχους όλο το βράδυ; Ναι αλλά αυτό θα αποθαρρύνει τον πολύ κόσμο να ‘ρθει. Η καλή μέρα στο φεστιβάλ είναι σαν τη γυναίκα του καίσαρα. Δεν πρέπει μόνο να είναι καλή, αλλά να φαίνεται εξαρχής τέτοια, για να μη φοβηθεί πολύ ο κόσμος και να ‘ρθει αταλάντευτος (από πολιτική άποψη και γενικότερα).
Να έρθει όσος κόσμος είναι κι ό,τι βρέξει ας κατεβάσει το βράδυ, μια και καλή; Θα κοπεί όμως στη μέση το πρόγραμμα και θα ξενερώσει ο κόσμος. Άσε που θα φύγει χωρίς να κάνει κατανάλωση.
Να βρέξει καλύτερα την πρώτη μέρα, που την ακολουθεί εργάσιμη και δεν έρχεται τόσο πολύς κόσμος; {γι’ αυτό βάζαμε συνήθως τον παπακωνσταντίνου να τραβήξει τα πλήθη, πριν τα σπάσουμε καταπώς φαίνεται μαζί του}.

-Μα γιατί πρέπει να βρέξει σώνει και καλά;
Γιατί φεστιβάλ είναι, το ξέρουμε ότι θα βρέξει.
Άλλοι το λένε νόμο του μέρφι, εμείς το λέμε νομοτέλεια.

Με αυτά και με αυτά χάσαμε το σεβίλογλου στη λαϊκή –που τον είχαμε αναφέρει σε προηγούμενη ανάρτηση. Μα προπαντός την ευκαιρία να «απολαύσουμε» στη νεανική μύρωνα στρατή και ησαΐα ματιάμπα, για να βγει κι η ανταπόκριση που ζήτησε ένας αναγνώστης. Θα τους έχουν όμως αύριο στην πάτρα –που παραδοσιακά πρωτοπορεί στο μουσικό της πρόγραμμα. Και σήμερα θα έχουν το.. «στριπτίζ του χρυσαυγίτη» στην κεντρική σκηνή –που γίνεται τραγικό επίκαιρο μετά από την χτεσινή δολοφονική επίθεση των τραμπούκων στους συντρόφους στο πέραμα- και θα ‘χα μεγάλη περιέργεια να δω τι είναι.

Σε κάθε περίπτωση όμως, αποκλείεται να είναι πιο εντυπωσιακό από το δικό μας (τηλε)παιχνίδι γνώσεων για το σοσιαλισμό, στημένο στο στιλ του εκατομμυριούχου. Και να δεις σφε αναγνώστη, που μια μέρα σε αυτή την κοινωνία, το κομμουν-τρίβιαλ δε θα ‘ναι ουτοπία. Αν και υποθέτω πως οι πιο πολλοί θα ενδιαφέρονταν για κάποιο παιχνίδι στρατηγικής και τακτικής (που είναι το ευέλικτο κομμάτι της πρώτης) με σκηνικά-γραφικά από την ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος και πλούσια διδάγματα για το σήμερα.

Η αλήθεια είναι πως δεν χρειαζόταν να είσαι και τέρας ευφυΐας για να απαντήσεις σωστά και να νικήσεις το «τέρας». Κάποια στοιχεία μπορεί να μην είναι πολύ γνωστά στο ευρύ κοινό –όπως ότι το δυτικό βερολίνο ήταν στην καρδιά της λδ γερμανίας κι όχι στα σύνορα με τη δυτική- αλλά ήταν έτσι διατυπωμένες οι πιθανές απαντήσεις, που να σε κατευθύνουν στη σωστή.

Πχ στην ερώτηση «τι είναι ελευθερία;» είχες να επιλέξεις μεταξύ:
Α. να κάνεις ό,τι γουστάρεις
Β. κάτι ουτοπικό και ανέφικτο
Γ. να λέει κανείς ό,τι θέλει
Δ. η κατανόηση των νόμων της φύσης και της κοινωνίας και η συνειδητή χρήση τους από τον άνθρωπο, για να…
{Ντάξει, εγώ θα ‘γραφα κάτι σαν ‘η συνείδηση της αναγκαιότητας’ για να ‘ναι και λίγο ποιητικό..}
Αφού σε κάποια στιγμή το ‘ριξε κι ο παρουσιαστής στο συλλογικό αυτοσαρκασμό και ρωτούσε τον διαγωνιζόμενο.
Το δέλτα είσαι σίγουρος; Το δέλτα επειδή το ξέρεις; Ή το δέλτα επειδή έχει τις περισσότερες λέξεις;
Παρόλα αυτά ο δεύτερος διαγωνιζόμενος έχασε μια ερώτηση και χρειάστηκε μια δεύτερη ευκαιρία, σαν κι αυτή που μας χρωστά η ιστορία.

Μια άλλη ερώτηση ήταν για το ταμείο ευρέσεως εργασίας στην εσσδ, που έκλεισε το 1930’, αφού βρήκε δουλειά στον τελευταίο καταγεγραμμένο άνεργο της σοβιετικής ένωσης,το μιχαήλ τσκούνοφ. Αυτά σε κάποιους μπορεί να μοιάζουν με ανέκδοτο (τι απέγινε ο τελευταίος σοβιετικός άνεργος;) με την ανεργία που καλπάζει γύρω μας. Εμένα πάλι μου θυμίζουν λίγο τα μαθηματικά παράδοξα με τον αχιλλέα που τρέχει μόνος του με αντίπαλο την χελώνα κι έρχεται δεύτερος και καταϊδρωμένος. Γιατί όταν βρήκε δουλειά ο τσκούνοφ, έκλεισε το ταμείο ανεργίας, συνεπώς έμειναν χωρίς απασχόληση οι δικοί του υπάλληλοι κι έπρεπε να τους βρει κάποιος άλλος νέες θέσεις εργασίας, αλλά τότε θα έμενε κι αυτός χωρίς αντικείμενο, και πάει λέγοντας σε ένα φαύλο διαλεκτικό κύκλο.

Στο τέλος οι νικητές έπαιρναν πακέτο τους τρεις μπροσούρες του κσ της οργάνωσης στη σειρά «αλήθειες και ψέματα για το σοσιαλισμό». Αλλά η έκδοση που περιμένει με μεγαλύτερο ενδιαφέρον η κε του μπλοκ –και χτες δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμα στο φεστιβάλ- είναι τα ‘θεωρητικά ζητήματα στο πρόγραμμα του κουκουέ’, από την ιδεολογική επιτροπή της κετουκε, για να δούμε πως πιάνει διάφορες αλήθειες και ψέματα που έχουν γραφτεί για το πρόγραμμα το τελευταίο διάστημα.
Και σήμερα έρχονται τα καλύτερα με παφίλη στο πάνελ και πολλά ακόμα. Αλλά αυτά θα τα δούμε μάλλον από βδομάδα.

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

To millenium του περιοδικού της νεολαίας

Αυτό το μήνα ο οδηγητής συμπληρώνει χίλια νόμιμα φύλλα και η κε του μπλοκ θυμήθηκε συνειρμικά κάτι που ‘χε διαβάσει πρόσφατα σε ένα βιβλίο του λεονάρδο παδούρα. Ο παδούρα είναι ένας κουβανός συγγραφέας που έγινε κυρίως γνωστός από τα αστυνομικά του μυθιστορήματα, έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει βραβευτεί μεταξύ άλλων και από την ίδια την κούβα. Διαβάζοντας ωστόσο το βιβλίο του «ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά» δε μπορώ να πω ότι μου έγιναν ιδιαίτερα κατανοητοί οι λόγοι αυτής της βράβευσης.

Το βιβλίο περιγράφει την ιστορική πορεία του τρότσκι μετά την εξορία και την εγκατάστασή του στην πρίγκηπο (πιάνοντας το νήμα από εκεί που σταματά η αυτοβιογραφία του λέοντα) παράλληλα με την διαδρομή του δολοφόνου του, ραμόν μερκαντέρ, και τη ζωή ενός τρίτου –μάλλον αυτοβιογραφικού- χαρακτήρα, που ζει και εργάζεται στην κούβα, πριν και μετά τις ανατροπές της διετίας 89-91’. Μέσα σε επτακόσιες σχεδόν σελίδες, ο παδούρα αναπαράγει αρκετά γνωστά στερεότυπα, για τους αδίστακτους σταλινικούς και το μηχανισμό εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων, για την ουτοπία που απέτυχε, και την γραφειοκρατία στην κούβα, που αφυδατώνει τους χυμούς της ζωής και τις προσωπικές φιλοδοξίες του καθενός. Παρόλα αυτά διατηρεί μια –περισσότερο ιστορική και λογοτεχνική- αξία, για όποιον τυχόν ενδιαφέρεται για τα γεγονότα, τα πρόσωπα και το πολιτικό κλίμα της περιόδου (ισπανικός εμφύλιος, μεσοπόλεμος και μετεπαναστατική κούβα).

Ενδεικτικό είναι ένα απόσπασμα, στο οποίο ο συγγραφέας κριτικάρει την κουβανική ηγεσία και την απόφασή της  να μεταθέσει για λόγους ακριβείας κατά μία χρονιά (δηλ για το 2001) τους εορτασμούς για την είσοδο της νέας χιλιετίας, το περιβόητο μιλένιουμ, επειδή λέει στέρησαν έτσι την ευκαιρία από τους κουβανούς να γιορτάσουν και να χαρούν κάτι από κοινού με τον υπόλοιπο κόσμο, που γιόρτασε το μιλένιουμ την πρωτοχρονιά του 2000.

Θυμήθηκα αυτή την ιστορία με αφορμή το μιλένιουμ του οδηγητή και την ομιλία του χιώνη, που είπε: μιλάμε για το χιλιοστό φύλλο, αλλά στην πραγματικότητα υπάρχουν άλλα 44...
Το συμπέρασμα είναι εύλογο: τέτοιοι είναι οι κομμουνιστές, απανταχού της γης, και η μοναδική τους έγνοια είναι να κόβουν την χαρά και το χαμόγελο του κόσμου. Πού να βρεθεί εδώ όμως ένας παδούρα να τα πει για το βραβεύσουμε τον χρυσόστομο; Εδώ υπάρχει παμε (δεν είναι ιρλανδία) και είμαστε η τελευταία σοβιετική χώρα της ευρώπης, αν όχι και όλου του κόσμου –τώρα που και οι κουβανοί ακόμα αναγκάζονται σε τακτική αναδίπλωση κι υποχωρήσεις.

Με αφορμή λοιπόν το στρογγύλεμα –το οποίο αφορά τον αριθμό των φύλλων και ουδόλως του περιεχόμενό τους- τις προηγούμενες μέρες λειτουργούσε στο θησείο, στο κτίριο μελίνα μερκούρη, μια έκθεση με ιστορικά φύλλα, πρωτοσέλιδα και διάφορες στιγμές από τα πρώτα βήματα του οδηγητή μέχρι σήμερα. Εδώ μπορείτε να διαβάσετε και ένα σύντομο ρεπορτάζ-ξενάγηση του ρίζου , που είναι αρκετά κατατοπιστικό και εν μέρει καλύπτει το κενό σε όσους δεν μπόρεσαν να την παρακολουθήσουν (έχουν πάντως άλλη μία ευκαιρία, μαζί με σφους και φίλους από τη λδ βορρά, καθώς η έκθεση μεταφέρεται στη θεσσαλονίκη τις επόμενες μέρες). Η δική μου ανταπόκριση παίρνει ως δεδομένα τα παραπάνω και έρχεται να συμπληρώσει διάφορα επιμέρους σημεία, που μου τράβηξαν την προσοχή.

Καταρχάς η κε του μπλοκ έτυχε να επισκεφτεί την έξθεση την ίδια μέρα που έγινε στα γειτονικά πετράλωνα συγκέντρωση με αφορμή τη ρατσιστική δολοφονία του πακιστανού μετανάστη. Η πορεία που ακολούθησε, πέρασε δίπλα από το κτίριο όπου φιλοξενούνταν η έκθεση, είχε πολύ καλό παλμό και κόσμο, για τα δεδομένα μιας «τοπικής κινητοποίησης» και της απεργίας των μέσων μεταφοράς, και φώναζε διαρκώς το σύνθημα: «φασίστες, χίτες, χρυσαυγίτες», που περιμέναμε πολύ μάλλον να το πούμε «επίσημα» σε κάποια πορεία, κι έβγαινε με περίσσειο πάθος από τα χείλη όλων.

Η δεύτερη ιδιαιτερότητα ήταν ότι συμπέσαμε χρονικά με την επίσκεψη ενός γκρουπ γιαπωνέζων, που είχαν όλο τον εξοπλισμό και την τυπική συμπεριφορά του μέσου γιαπωνέζου τουρίστα, ξεναγήθηκαν με διερμηνέα στους χώρους της έκθεσης και φωτογράφισαν τα πάντα. Αλλά πού διάολο ξετρύπωσαν το κτίριο, δε μπορεί να ήρθαν τυχαία. Κι όντως τα παιδιά που βρίσκονταν εκεί, μας είπαν πως μάλλον ήρθαν συστημένοι. Πιθανότατα σύσσωμο το κκ ιαπωνίας, απαρτία και τα δέκα μέλη του. Αν κι όποιος διαβάζει το «σύντροφο δελαστίκ», θα καταλάβει τι ριζοσπαστικό πολιτικό κλίμα επικρατεί στην χώρα του ανατέλλοντος ηλίου –που δεν είναι πράσινος, αλλά παρδαλός και σε διάφορες παραλλαγές.

Τι άλλο έκανε εντύπωση στην κε του μπλοκ; Οι οδηγίες χρήσης προς... ναυτιλλομένους, για το πώς να αντιμετωπίζουμε την ανάκριση, σε ένα από τα φύλλα της παρανομίας. Το ειδικό τεύχος αφιερωμένο στη θεσσαλονίκη, καθώς και μια σειρά οδοιπορικά σε διάφορες γωνίες της ελλάδας. Τη συνέντευξη με έναν εργάτη στα ναυπηγεία σκαραμαγκά, που αγόραζε οδηγητή για να νιώθει ένα μπόι ψηλότερος και να τον βοηθάει στο τσούγκρισμα με το νιάρχο. Ένα πανό από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης με σύνθημα να φύγει η δεξιά, που έγινε πρωτοσέλιδο. Τις εκδόσεις του οδηγητή με πολλά κι ενδιαφέροντα βιβλία (περασμένα μεγαλεία..). Το εκπαιδευτικό ρεπορτάζ για τα σχολεία της δυτικής αθήνας που ‘χαν την πρωτιά σε ψείρες και ηπατίτιδα. Το καλτ θεματικό αφιέρωμα «περεστρόικα και πολιτισμός». Την αρίθμηση των φύλλων που είχαν υπερβεί τα 700 μέχρι το 90’, αλλά μετά έκαναν άλλα είκοσι χρόνια να τα χιλιάσουν –κι ευτυχώς που δε σταμάτησε η αρίθμηση στο επτακόσια τόσα, να λέμε. Κι ένα ιστορικό φύλλο από τα χρόνια της μαύρης μαυρίλας (91’), που δε βγήκε ως όργανο του κσ της κνε, αλλά με την ευθύνη της επιτροπής προσυνεδριακού διαλόγου!



Δυστυχώς δε βρήκα πουθενά ένα άλλο ιστορικό πρωτοσέλιδο από τα τέλη της χρυσής δεκαετίας του 80’, με το φανωμένο μήλο της apple, για το οποίο ο προλεταριακός μύθος μας διηγείται ότι είχε βγει κι αυτοτελώς σε ξεχωριστή αφίσα, με αντίστοιχο περιεχόμενο.

Πέρα από αυτές τις εντυπώσεις, υπάρχουν και φωτογραφικά ντοκουμέντα, τα οποία μπορεί να μην είναι πολύ καλά από τεχνική άποψη, αλλά έχουν την ουσία και την αγάπη του ερασιτέχνη –η οποία προκύπτει κι από την ετυμολογική ανάλυση της λέξης (= ο εραστής της τέχνης). Παρακάτω λοιπόν θα δείτε τις εξής εικόνες:

Δύο πρωτοσέλιδα από το μαθητικό κίνημα επί αρσένη.



Κι από τη θεματική ενότητα του σοσιαλισμού.




Κινηματογραφική εικόνα από τη στήλη για το στρατό.



Τα «αναρχικής αισθητικής» πρωτοσέλιδα της δεκαετίς του 80’, για το εργατικό κίνημα και τις βάσεις του θαΝΑΤΟυ.




Η προαναγγελία του ειδικού τεύχους του οδηγητή για τους ολυμπιακούς της μόσχας του 80’.



Ένα φύλλο της νέας γενιάς της επόν, πλάι σε άλλα παλιότερα έντυπα κομμουνιστικών νεολαιών.



Αφίσα από τα πρώτα φεστιβάλ της οργάνωσης.



Κι άλλη μία από παλιότερο φεστιβάλ στη θεσσαλονίκη.



Ένα αφιέρωμα του οδηγητή στην κούβα, το νησί της επανάστασης.



Φωτογραφία από το πρώτο αντι-ιμπεριαλιστικό διήμερο το 92’, με το σοφιανό ως γραμματέα της κνε, να έχει από τότε ήδη γκρίζα μαλλιά –και πιθανότατα ανέκαθεν, από μικρό παιδί.



Πρωτοσέλιδο του οδηγητή για το ρίτσο –από την καλλιτεχνική ειδική ενότητα- η τιμή σου, τιμή μας,  ποιητή.


Για το τέλος κρατήσαμε το καλύτερο. Συνέντευξη με τον πρωταθλητή του οδηγητή, που έσπαγε τη μία νόρμα μετά την άλλη, με σταχανοφικό ζήλο, είχε μέσο όρο διακίνησης τριάντα φύλλα την εβδομάδα, και προσωπικό ρεκόρ τα 180! Ενώ στη συνέντευξή του εξηγούσε το μυστικό της επιτυχίας, που ήταν η καλή προετοιμασία –μεταξύ άλλων. Μοναδικές προλεκάλτ στιγμές.



Παράλληλα υπήρχαν κάποια άλλα ρεπορτάζ, πχ για ένα σχολείο όπου η οργάνωση διακίνησε στους 400 συνολικά μαθητές 200 φύλλα (!!) που τα διαβάζεις και σε πιάνει μελαγχολία.

Σήμερα όμως τι μέλλει γενέσθαι; Το περιεχόμενο έχει βελτιωθεί, η μορφή έχει αλλάξει, αλλάζουν όμως κι οι μορφές με τις οποίες μπορεί να προσεγγίσει κανείς τη νεολαία. Σε κάθε περίπτωση το πιο σημαντικό είναι να μπαίνει μεράκι στο φύλλο του οδηγητή, που θα το εισπράττει και ο αναγνώστης, (όπως στο χιουμοριστικό σαλόνι στις πρώτες σελίδες) και συλλογική δουλειά που θα αξιοποιεί τη μεγάλη δύναμη του οδηγητή: τους αναγνώστες του, που είναι δυνάμει ανταποκριτές του.




Αλλά αυτό είναι το θέμα μιας άλλης ανάρτησης και συζήτησης, που έχουμε καιρό να την κάνουμε, μέχρι το επόμενο στρογγύλεμα..

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

Φεστιβάλ ετών 37

Τι είναι το φεστιβάλ της κνε; Έχουμε και λέμε.

Να μη νιώθεις τα πόδια σου μετά τη δεθ και να πρέπει να πας στο καπάκι στο φεστιβάλ. Τα αστικά που μας περιμένουν στο τέλος στα δικαστήρια, για να μας πάνε κατευθείαν στον χώρο. Επόμενη στάση, φεστιβάλ κνε-οδηγητή. Τερματικός σταθμός.

Η περιφρούρηση στον χώρο τις παραμονές του τριημέρου και τα ατέλειωτα βράδια που σε ανδρώνουν με τις ιστορίες των βετεράνων. Από αυτές που θα λέω κάποτε στα παιδιά μου για να φάνε το φαγητό τους. Κι ύστερα η χρέωση στα μωρά στη φωτιά. Όπου η περιφρούρηση χτυπιέται πάνω-κάτω, μαζί με τους φανατικούς της μπάντας και στο τέλος φωνάζει κομματικά συνθήματα μπας και τους χαλαρώσει.

Τα στεγνά σουβλάκια που είναι λίγο καλύτερα από τα ωμά. Το καυτό δίλημμα για το αν οι ψήστες δικαιούνται δωρεάν μπουκαλάκια νερό. Τα παγωμένα σουβλάκια που δεν ξεκολλάνε. Οι ανυπόμονοι στην ουρά, οι τζαμπατζήδες κι οι μυστήριοι, οι απίθανες παραγγελίες για δεκάδες σουβλάκια. Οι μετανάστες που δεν τρώνε χοιρινό κι η κατάκτηση του κεμπάπ. Τα ρέστα από πενηντάρικο και τα βασικά της προπαίδειας στο ταμείο, που δεν τα κατέχουν όλοι οι σφοι.

Κι απ’ την παραγωγή στην κατανάλωση. Ραντεβού στα τυφλά με τη λεκάνη, στις χημικές τουαλέτες, που δεν έχουν φως. Οι τυχεροί που καθαρίζουν την καλλιόπη. Κι οι γωνίες στα πέριξ του χώρου που μυρίζουν αμμωνία.

Οι κάρτες γνωριμίας όπου θυμάσαι με νοσταλγία τα νιάτα σου, λες κι είσαι καμιά παλιοσειρά. Κι οι αναμνήσεις απ’ την πρώτη σου φορά στο φεστιβάλ, που είναι πάντα γλυκιά κι ιδιαίτερη. Η αίσθηση ότι γερνάς, όταν αλλάζει μπροστά το ψηφίο –τώρα που πλησιάζει το 40ό. Η νοερή αναδρομή στα πρώτα φεστιβάλ της μεταπολίτευσης, με ξυλούρη και λοΐζο. Οι δραματικές αφηγήσεις για τη διάσπαση στο δέκατο πέμπτο, με την ομιλία του γράψα. Και κάτι παπούδια μοναχικά να κρατάνε ηρωικά και πένθιμα τα μπόσικα στο επίσημο φεστιβάλ της σουπρολίγκα.

Τα μικρά φεστιβάλ στην επαρχία που μοιάζουν με προφεστιβαλικές. Κι η κοσμοσυρροή στις μεγάλες πόλεις. Το ετήσιο συναπάντημα με γνωστούς και φίλους, με πρώην και συντρόφους φαντάσματα. Η ανταλλαγή νέων, το κυνήγι της καρέκλας για να μην ξεροσταλιάζεις, τα κινητά που δεν πιάνουν σήμα, γιατί μπουκώνει το δίκτυο. Το λαϊκό προσκύνημα στο περίπτερο του ελληνοκουβανικού.

Οι σύντροφοι της κρήτης που πουλάν λαχνούς και σου λεν: παιδιά κληρώνουμε ένα ντράο. Και ψάχνεις να βρεις εσύ τι μοντέλο είναι αυτό το ντράο και δεν το ξέρεις. Ώσπου να γίνει η κλήρωση και να δεις το έπαθλο που είναι ένας τράγος. Και στο καπάκι κρητικό γλέντι με μαντινάδα. Εγώ το σύστημα αυτό καθόλου δε φοβούμαι. Γι’ αυτό αντέστε βρε παιδιά στην κνε για να γραφτούμε.

Η φαντασία στην εξουσία στο καλλιτεχνικό πρόγραμμα κι η πεπατημένη με αυτούς που ξέρετε κι εμπιστεύεστε. Ο κλασικός βασίλης για να γεμίσει τον χώρο τις καθημερινές. Που ζούμε για να ακούμε τα παλιά του, αλλά μέσα μας έχει πεθάνει προ πολλού. Ο συνονόματος του μπέρια, που φέτος ευτυχώς τον γλιτώσαμε. Ο σταρόβας που σε ένα φεστιβάλ τον χτύπησε ρεύμα και μας έπαιξαν όλα τα μεσημεριανάδικα. Η σχεδόν ανύπαρκτη κάλυψη από τα μμε. Και το πρώτο θέμα που έγραψε ότι το φεστιβάλ είναι ο μόνος χώρος όπου μπορείς να δεις τους -συνοφρυωμένους- κομμουνιστές να χαμογελάνε.

Οι μουσικές σκηνές που επικαλύπτονται. Τα περίπτερα στη μέση που την πληρώνουν και καπελώνονται από τη δυνατή μουσική. Αλλά στο τέλος πάντα κάτι μένει. Τα ξεχωριστά βιβλία του αλφειού με το λένιν και τον κάππο. Ένα ποτάμι στο κέντρο της πόλης και του φεστιβάλ. Οι ειδικές προσφορές της σύγχρονης εποχής –φέτος έχει, μεταξύ άλλων, τις ολομέλειες.

Οι πολιτικές ομιλίες το σαββατοκύριακο όπου νεκρώνουν τα πάντα και τις ακούν όλοι, θέλουν δε θέλουν. Ενώ σε άλλα φεστιβάλ, αν τραβήξει πολύ η κουβέντα, αρχίζουν να γρατζουνάνε οι κιθάρες, και τους εκβιάζουν ψυχολογικά για να το λήξουν.

Τα εκάστοτε συνθήματα του φεστιβάλ. Να αλλάξουμε τη ζωή μας αλλάζοντας τον κόσμο, γιατί το αντίθετο είναι μεταφυσικό. Πρωταγωνιστές στη ζωή κι όχι εθελοντές στην υποταγή. Και το φεστιβάλ στα ενενηντάχρονα, που έγινε για την περίσταση, φεστιβάλ κνε-κκε, κι οι ‘ειδικοί’ έβλεπαν πίσω από τις γραμμές καπέλωμα της νεολαίας απ’ το κόμμα. Σε εκείνο το φεστιβάλ που πήγε η μπάντα μπασότι στη διεθνούπολη , έστησε μες στις λάσπες και τη βροχή και τραγούδησε μόνη της, μαζί με λίγους πιστούς που το χάραξαν στη μνήμη τους για πάντα.

Οι αγανακτισμένοι πολίτες –με την κλασική έννοια, πριν να έρθουν οι πλατείες- που ταράζονται από τα φεστιβάλ των κομμουνιστών. Κι οι ευαίσθητοι οικολόγοι που καταγγέλλουν πως τα πουλιά ενοχλούνται από τις ψησταριές, αλλά προφανώς όχι από τον μπάφο του λεγαλάιζ ιτ.

Η απόφαση να αφήσουμε το άσυλο και να κάνουμε λαϊκή στροφή στις δυτικές συνοικίες, σε χώρους που πολύς κόσμος αγνοούσε (πάρκο τρίτση, στρατόπεδο μελά). Μεγάλη πορεία προς το λαό με άλματα καγκουρό και μουσική υπόκρουση τους πυξ-λαξ και τις δυτικές συνοικίες, που οι σύντροφοι στο βορρά τις έμαθαν πριν γίνουν φίρμες με το καλοκαιρινά ραντεβού πάνω στο σώμα σου..

Ο νόμος του γκαντέμη με τον καιρό κα τη βροχή. Τα πρωτοβρόχια και τα πρωτοκρύα που σαμποτάρουν το φεστιβάλ κι έρχονται πάντα τέτοιες μέρες κάθε σεπτέμβρη. Ο νόμος του μέρφι με τις εκλογές που γίνονται φθινόπωρο, κάθε δεύτερη χρονιά και φέτος τις γλιτώσαμε στο τσακ. Το φεστιβάλ που αναβάλλεται για να μη γίνουν χίλια κομμάτια οι σύντροφοι. Κι η απορία των απ’ έξω που ξέρουν ότι το φεστιβάλ κάνει την καλύτερη προεκλογική δουλειά στον πολύ κόσμο.

Η άμιλλα με τους συντρόφους, ποιος θα πρωτοκόψει εισιτήρια σε κοινούς γνωστούς κι επιρροές. Που αν δεν είναι μπασμένοι στο κόλπο αδυνατούν να καταλάβουν το νόημα, κι ίσως να μην υπάρχει κιόλας. Από μένα θα πάρεις, ε; Κι ο αχμμέτ από τους μεταλλειολόγους που έπαιρνε μαζικά κάρτες και για τις τρεις μέρες.

Η προετοιμασία με τις σκαλωσιές και τις πατέντες. Η βουλησιαρχική υπέρβαση της άγνοιας και των φόβων. Οι σύντροφοι γίνονται με τη σειρά χτίστες, μάγειρες, ηλεκτρολόγοι. Και στο τέλος της ημέρας δεν είναι τίποτα από όλα αυτά. Περίπου όπως στον κομμουνισμό.

Πολύτιμες εργατοώρες για απίθανες δουλειές. Σωλήνες και καλώδια σαν ανακόντες που τα απλώνουμε για να τεντώσουν. Ο δήμος που δε μας άφησε να πληρώσουμε το ρεύμα, γιατί εκτίμησε τη δουλειά που είχαμε κάνει –μέχρι και μπουλντόζα φέραμε στο ίλιον. Δως μου ένα χώρο και ταν γαν κινάσω.

Η αίσθηση ότι στήνεις μια πολιτεία-μικρογραφία της κοινωνίας που θέλουμε να φτιάξουμε. Αρκεί να βρέχει λιγότερο και να μην τη ξεστήσουμε κι αυτή την τρίτη μέρα κατά τας γραφάς –κάθε θάμα τρεις ημέρες. Είναι σαν τις πόλεις που φτιάχνεις με τα πλέι-μομπίλ και δε θες να τα βάλεις πίσω στο κουτί τους. Σύντροφοι, ας μη βάζουμε το φεστιβάλ μας σε κουτάκια. Ας το αφήσουμε ελεύθερο να ζήσουμε του κουτιού τα παραμύθια. Κι η σφισσα μαριορή να λέει ότι η μικρή παρασκευούλα έφερνε κάπως στην αλέκα.

Και ζήσανε οι αστοί καλά κι εμείς καλύτερα. Μέχρι το επόμενο φεστιβάλ. Κι άστα λα βικτόρια, σιέμπρε.

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Η αλήθεια γράφεται με κόκκινο

Απόγευμα στη φιλοσοφική. Την ώρα που τα σμήνη έχουν φύγει στην κυψέλη τους κι αφήνουν χώρο στην έμπνευση. Πλησιάζουν δυο παιδιά, κοιτάνε αφίσες. Ο ένας μεταφράζει σε άπταιστη ισπανο-ιταλική στην κοπέλα δίπλα του. La verita se escribe con roso. Είναι η αφίσα του οδηγητή. Η αλήθεια γράφεται με κόκκινο.


Έλα όμως που γράφεται και με ήτα. Σαν την ήττα που μας μαστίζει έκτοτε και μας άφησε με την ελπίδα παρά πόδα. Κι όσοι σύντροφοι γλίτωσαν αναγκαστικά ζητούσαν λήθη, που είναι το ακριβώς αντίθετο από την αλήθεια. Γιατί η αλήθεια βγαίνει από το άλφα στερητικό και τη λήθη. Κι όσοι έχουν συμφέρον να την κρύψουν, κλείνουν τους εργάτες σε γυάλες για να τους κάνει η τηλεόραση χρυσόψαρα χωρίς μνήμη.

Είναι και κάτι σύντροφοι σαν τον Υ από το Γκράνμα που τη γράφουν με ύψιλον. Αλλά παρά τις επιμέρους ανορθογραφίες, το ‘χουν πιάσει το γενικό νόημα. Θα ‘χουμε κι εμείς μια θέση στον παράδεισο του λαϊκού μετώπου που παλεύει για τη δευτέρα παρουσία της λαϊκής εξουσίας και του σοσιαλισμού.

Ο ισπανός πλησιάζει και με ρωτά σε σπαστά ελληνικά:
Συ-γνώμη, είμαι φοι-τητής από την ισπανία και μου α-ρέσει πολύ αυτή η α-φίσα. Μπορώ να την πάρω;
Έχει πέσει τόση ευρωκομμουνιστική σκουριά που πρέπει να τα μάθει όλα απ’ το μηδέν, στην αρχή συλλαβιστά. Δεν πειράζει σύντροφε, θα τη βρούμε την άκρη. Κι ας μην είμαστε από την ίδια χώρα. Ο κομμουνισμός είναι διεθνής γλώσσα.

Το πρόβλημα είναι ότι έχουμε γίνει πύργος της βαβέλ και λέει ο καθένας τα δικά του στο δικό του ιδιόλεκτο. Κοινή ρίζα όμως είναι ο μαρξισμός, που είναι κάτι σαν τη γλώσσα που μιλούσαν εκείνα τα ινδοευρωπαϊκά φύλα που ξεκίνησαν από το παμίρ.

Κάτσε να δούμε αν έχει πουθενά καμία άλλη. Μπα, όχι. Δεν πειράζει μωρέ, βγάλε αυτήν που είναι στο ταμπλό να την πάρεις μαζί σου. Την κατέβασε προσεκτικά να μην τη σκίσει, είπε πολλές φορές εφκαριστό κι έφυγε.

Βεβήλωση! Αποκαθήλωση!
Ναι, αλλά την έβγαλε προσεκτικά. Κι εξάλλου ήταν για καλό σκοπό.
Σκέψου να ‘χε γίνει έτσι και με την πλακέτα. Να την έπαιρνε κάποιος για να τη βάλει σε ένα τοίχο σπίτι του, γιατί του άρεσε και τη ζήλεψε. Όπως έκαναν για το σύνθημα με τον εργάτη και το γρανάζι που δε γυρνά και το φωνάζουν τώρα στις πορείες τους.
Ή να έβαζαν κι αυτοί κάτι δικό τους και να το κάναμε εικονοστάσι επωνύμων αγίων κι οσιομαρτύρων του κινήματος.

Πώς σου ‘ρθε τώρα, εικονοστάσι; Στο τραπέζι μπροστά μου ένα τρικάκι θρησκευτικό με απολυτίκια για τη σάντα κρουζ (και το ντε μικέλις). Κι όπως το είδα από μακριά νόμισα ότι γράφει απολιτίκ και πήρα να το διαβάσω. Μουτζούρωσα με στυλό τα δυο τελευταία γράμματα και το άφησα στη θέση του. Απολυτίκ. Μια μικρή ανορθογραφία μες στο κεφάλαιο του λάθος λήμματος.

Τηλέφωνο. –Πού είσαι; -Φιλοσοφική, στο τραπεζάκι. -Οκ, έρχομαι.
Ναι, αλλά ποιο τραπεζάκι της είπα; Της κνε; Κακώς. Μήπως είπα της πκσ; Γιατί, αυτό σωστό είναι; Και ποιο είναι το σωστό; Του μας; Της επιτροπής αγώνα; Δε βαριέσαι, το ξέρει, θα με βρει. Περιμένω.

Ξανακοιτάω τα υλικά μας. Όλοι στην απεργία με το παμε στις αρχές φλεβάρη.
Στις πόσο; Τι έγινε, διαρκείας είναι; Όχι ρε, αλλά όταν βγήκε το υλικό, δεν ήξεραν ακριβή ημερομηνία. Σήμερα όμως ξέρουμε. Δέκα φλεβάρη. Γι’ αυτό το μεσημέρι στη (συμβολική) κατάληψη της πρυτανείας η κασέτα που έπαιζε το έλεγε καθαρά: απεργία στις αρχές φλεβάρη..
Πώς το 'λεγε εκείνος ο στίχος για την ίδρυση της επόν; Στα τέλη του φλεβάρη;

Κάνω μια βόλτα στον χώρο, πέφτω στην αφίσα της δαπ. Πράσινος καναπές στο γνωστό μπλε φόντο. Μη σκέφτεσαι τι κάνει το πανεπιστήμιο για σένα. Σκέψου τι κάνεις εσύ για το πανεπιστήμιο.
Μπράβο ρε δαπ. Κι αν δε μπορείτε να το αποστηθίστε, ή βαριέστε να το πείτε ολόκληρο, κρατήστε μόνο τις δυο πρώτες λέξεις από το σύνθημα. Πιάνουν όλο το νόημα για το τι θέλετε να πείτε.

Στο δρόμο συναντάμε έναν πρώην που έφυγε από τα κάτω και δεξιά. Πώς πάει, αναδουλειές και τα λοιπά. Αρχίζει κάτι αδιάφορα κλισέ και καταλήγει στο τέλος ότι μετά τις σπουδές πρέπει να πιάσεις δουλειά. Το ρίχνω στην πλάκα.

-Ποιος το λέει αυτό;
-Το λέει η θεωρία.
-Ναι, αλλά η πράξη εμπλουτίζει τη θεωρία.

Μην ακούς μερικούς βαρήκοους που δε μπορούν να αφουγκραστούν το προτσές και πιστεύουν εξ ακοής ότι την εμποδίζει.
-Ναι, αλλά… -το σκέφτεται- η πράξη μπορεί να είναι λάθος.
-Ναι, αλλά κι η θεωρία μπορεί να είναι λάθος
.
-Όχι, η θεωρία είναι σωστή.
-Γιατί;
-Γιατί είναι αξίωμα.


Α, πες το έτσι εξ αρχής ρε μεγάλε. Τι καθόμαστε και το συζητάμε αφού είναι αξίωμα. Αυτοί οι θετικιστές είναι αντιδραστικοί κι απάλευτοι. Καλά τον κάναμε (πρώην).
Άλλο αν όντως πρέπει να δουλέψεις μετά το πτυχίο. Όχι πως είναι ακριβώς στο χέρι σου. Αλλά για τους άνεργους θα μιλήσουμε σε άλλο κείμενο.

Καταλήγουμε σε ένα καφέ με ενότητα της αριστεράς. Κομμουνιστικής, αντί κι επίδοξης. Wannabe που λένε. Συνασπισμένοι ιδιοκτήτες, πολύ εξωκοινοβούλιο κι εμείς, όπου οι μισοί είναι κνίτες: πρώην, νυν κι επόμενοι.
Οι συνδετικοί κρίκοι αποδεικνύονται αδύναμοι και σπαν πρώτοι. Στο τέλος ο καθένας κάνει πηγαδάκι με τους δικούς του και μιλάει χώρια. Περίπου όπως στα μετωπικά σχήματα. Σύριζα, ανταρσύα...

Εγώ τη λέω σε μια γνωστή μου –δικιά τους- που δε θέλει πολύ ρομαντισμό και το έχει ρίξει στον χυδαίο υλισμό στις σχέσεις της. Μετά όμως έχετε περίσσευμα και το βγάζετε στα πολιτικά με τους ουτοπικούς σοσιαλισμούς που σας γοητεύουν.

Ποιο είναι το ταξικό επιμύθιο; Όλα αυτά είναι άθλιες γενικεύσεις. Αφαιρέσεις που χάνουν την ουσία. Πολλές συντρόφισσσες όμως νιώθουν υποχρεωμένες να ακολουθήσουν ένα στερεότυπο και να παίξουν το ρόλο του. Κι αν δεν τα καταφέρουν νιώθουν ενοχές και τις εσωτερικεύουν. Σαν τις τύψεις του τίμιου οπορτουνιστή συντρόφου, που ξέρει ότι παρεξέκλινε.
Κάτι αντίστοιχο θα ισχύει και για τους άντρες σφους, απλά εγώ δε μπορώ να το δω -ή δε με απασχόλησε τόσο.