Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μπαρτζώτας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα μπαρτζώτας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

Μετά τη Βάρκιζα

Στη σημερινή ανάρτηση η κε του μπλοκ συνεχίζει από εκεί που έμεινε χτες, αντιγράφοντας αποσπάσματα από το βιβλίο του μπαρτζιώτα και το κεφάλαιο σχετικά με τη βάρκιζα, που δίνουν μια εικόνα για την κατάσταση που επικρατούσε στην πρωτεύουσα μετά την υπογραφή της συμφωνίας και για τη σταδιακή ανασύνταξη των δυνάμεων του εαμ και του κουκουέ.


Το Πολιτικό Γραφείο, τα μέλη της ΚΕ του ΚΚΕ και τα καθοδηγητικά στελέχη της ΚΟΑ και της ΚΟΠ γυρίσαμε στην Αθήνα μετά την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας, στις 20 Φλεβάρη 1945. Στα τέλη του Φλεβάρη – αρχές του Μάρτη γύρισαν στην Αθήνα οι χιλιάδες αποστρατευθέντες ελασίτες της Αθήνας – Πειραιά, οι ηρωικοί μαχητές του ένδοξου Δεκέμβρη 1944.

Η κατάσταση που βρήκαμε στην Αθήνα ήταν με μια λέξη φοβερή. Ο ηρωικός λαός της αδούλωτης Αθήνας πεινούσε και η ζωή του είχε καταντήσει κόλαση. Η τρομοκρατία οργίαζε. Ομάδες μπράβων, με την ανοιχτή υποστήριξη της Αστυνομίας και των Εγγλέζων, έδερναν αλύπητα στους δρόμους τους κομμουνιστές και τους εαμίτες της Αθήνας. Ξέσχιζαν τις εφημερίδες μας και ξυλοφόρτωναν τους πουλητές τους! Η πτωματολογία είχε γίνει σημαία της αντίδρασης. Μαυροφορεμένες γυναίκες (ως επί το πλείσον γνωστές γυναίκες των πορνείων της Αθήνας) παρουσιάζονταν παντού σα θύματα του Δεκέμβρη – η σκηνοθεσία ήταν καλά οργανωμένη απ’ τους Άγγλους!!! – έκλαιγαν και μας καταριόνταν και ταυτόχρονα έδιναν το σύνθημα στους μπράβους να επιτίθενται κατά του λαού. Ένα πνεύμα φοβίας άρχισε να κυριαρχεί στην Αθήνα!

Στην πρώτη συνεδρίαση της Επιτροπής Πόλης της ΚΟΑ βάλαμε το καθήκον να σπάσουμε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, οπωσδήποτε, την τρομοκρατία και να ξεκινήσουμε οργανώνοντας την πάλη του αθηναϊκού λαού, για τα οικονομικά και πολιτικά του ζητήματα. Στη δουλειά αυτή όλα τα μέλη της ΕΠ της ΚΟΑ, οι Γρμματείς των αχτίδων και άλλα καθοδηγητικά της στελέχη πήραν ενεργό μέρος, μπαίνοντας επικεφαλής των συνεργείων που πουλούσαν στο κέντρο της Αθήνας τις εφημερίδες μας, «Ριζοσπάστης» και «Ελεύθερη Ελλάδα». Γίνονταν κάθε μέρα και ώρα πραγματικές μάχες με τους μπράβους και την Αστυνομία, στην πλατεία Συντάγματος και σε άλλους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας. Τα στελέχη μας γυρνούσαν με δεμένο το κεφάλι απ’ τα τραύματα ή έπαιρναν το δρόμο του νοσοκομείου.

Σε λίγο άρχισαν να κατεβαίνουν απ’ τα βουνά και να φτάνουν στην Αθήνα οι ηρωικοί ελασίτες μας. Την πρώτη ομάδα τη σταμάτησαν οι οργανωμένοι μπράβοι έξω απ’ τα καφενεία της Ομόνοιας, ξυλοκόπησαν πολλούς και άλλους τραυμάτισαν. Έχοντας αυτή την πείρα, όταν έφτασαν στα Πατήσια οι δοξασμένοι ελασίτες της Καισαριανής, τους προειδοποιήσαμε, τους οργανώσαμε, τους οπλίσαμε με ξύλα και μπαστούνια κτλ. κτλ. και, συνταγμένους με στρατιωτικό βήμα, τους περάσαμε απ’ την πλατεία της Ομόνοιας. Εκεί οι μπράβοι, με τη βοήθεια της Αστυνομίας, επετέθηκαν κατά των ελασιτών μας. Τώρα, όμως, η εικόνα στάθηκε διαφορετική. Η πλατεία της Ομόνοιας έγινε πραγματικό κέντρο μάχης. Οι ελασίτες ορμούσαν, όπως στις μάχες του Δεκέμβρη, αντιμετώπισαν παλικαρίσια τους μπράβους και τους αστυφύλακες. Τους έδοσαν τέτιο ξύο, που το θυμόνταν για κάμποσους μήνες!

Οι ελασίτες τελικά ανασυντάχτηκαν και πέρασαν απ’ τη λεωφόρο Πανεπιστημίου με το τραγούδι:
Εμπρός ΕΛΑΣ για την Ελλάδα
το δίκιο και τη λευτεριά
χωρίς να τους πειράξει κανένας και κατάληξαν στην Καισαριανή, όπου ο λαός τους αποθέωσε! Γυναίκες και άντρες έκλαιγαν, φιλούσαν τα παιδιά τους και έλεγαν:
«Νάτοι πάλι οι ελασίτες μας, όπως στη χιτλερική κατοχή, όπως και στο Δεκέμβρη».

Με την πάλη των κομμουνιστών και των ελασιτών κατορθώσαμε τους μήνες Μάρτη – Απρίλη να σπάσουμε την τρομοκρατία. Κι όταν την Πρωτομαγιά του 1945 συγκεντρώθηκε στο Παναθηναϊκό Στάδιο η εργατιά της Αθήνας για να γιορτάσει τη διεθνή γιορτή της και πάλι ακούστηκαν σαν πρώτα και κυριαρχούσαν τα συνθήματα:
ΚΚΕ – ΕΑΜ – ΕΛΑΣ!

Στην περίοδο αυτή η ΚΟΑ και η ΚΟΠ, παλεύοντας ενάντια στην τρομοκρατία, συγκέντρωσε την προσοχή της στη δουλιά στα συνδικάτα και στις αρχαιρεσίες των διοικήσεών τους. Ο περιβόητος Σιτρίν είχε διαλαλήσει σ’ όλη την Ευρώπη ότι οι κομμουνιστές στα ελληνικά συνδικάτα είναι μια… μικρή μειοψηφία και μόνο με την τρομοκρατία πήραν το Δεκέμβρη την πλειοψηφία στα Εργατικά Κέντρα και τη ΓΣΕΕ. Έπρεπε να δόσουμε την απάντηση στον κ. Σιτρίν, κάτω απ’ τις συνθήκες της αγγλοκρατίας και παράλληλα να πάρουμε στα χέρια μας τα συνδικάτα και να τα χρησιμοποιήσουμε στην πάλη για τα οικονομικά ζητήματα των εργατών και τη γενικότερη μάχη για τη δημοκρατική μετεξέλιξη της Ελλάδας…

Οι δυνάμεις του ΚΚΕ και του Εργατικού ΕΑΜ, μαζί με άλλες προοδευτικές παρατάξεις και προσωπικότητες των συνδικάτων συγκεντρώθηκαν στον Εργατικό Αντιφασιστικό Συνασπισμό ΕΡΓΑΣ. Οι συνελεύσεις των σωματείων είχαν κι αυτές μετατραπεί σε πεδίο μάχης. Οι μαυροφορεμένες πόρνες, μαζί με τους μπράβους, οργίαζαν! Δεν άφηναν τους ομιλητές μας να μιλήσουν, τους χτυπούσαν και τους τραυμάτιζαν. Μα τίποτα δεν μπορούσε να σταματήσει τους κομμουνιστές και τους εαμίτες της Αθήνας – Πειραιά. Σε κάθε εκλογή διοίκησης σωματείων παίρναμε το 70%, 80%, ακόμα και τα 90% των ψήφων. Κι όταν έγινε η συνδιάσκεψη των αντιπροσώπων για την εκλογή της διοίκησης του Εργατικού Κέντρου της Αθήνας, δείξαμε στον κ. Σιτρίν, πόση… μειοψηφία ήμασταν, παίρνοντας ο ΕΡΓΑΣ τη διοίκηση του μεγαλύτερου Εργατικού Κέντρου της Ελλάδας, του ΕΚΑ, με 75% των ψήφων. Η επιτυχία μας, η νίκη ήταν συντριπτική!

Η πάλη μας στα συνδικάτα και η κατάκτηση των συνδικάτων από τον ΕΡΓΑΣ, η νικηφόρα πάλη μας ενάντια στην τρομοκρατία, η συστηματική μας δουλιά για το ξεσκέπασμα της πτωματολογίας και προπαντός η οργάνωση τω οικονομικών αγώνων του προλεταριάτου της Αθήνας – Πειραιά και των μεσαίων στρωμάτων τους ανέβασε πολύ το κύρος της ΚΟ Αθήνας και ΚΟΠ, που απόδειξαν πως ήξεραν να παλεύουν με το όπλο στο χέρι, στη χιτλερική κατοχή και το Δεκέμβρη και, μετά την ήττα μας, σε άλλες συνθήκες και με άλλες μορφές, να συνεχίζουν την πάλη αυτή για τη ζωή και τη λευτεριά του λαού.

Η καλή αυτή δουλιά της ΚΟΑ – ΚΟΠ και του ΕΑΜ Αθήνας –Πειραιά συνεχίστηκε όλο το καλοκαίρι 2945. Δημιουργήθηκε ένα δίχτυ δημοκρατικών συλλόγων (οργάνωση πλατύτερη από το ΕΑΜ) και η Ομοσπονδία Δημοκρατικών Συλλόγων Ελλάδας με επικεφαλής το στρατηγό Οθωναίο και άλλους στρατηγούς και ναυάρχους. Επιστέγασμα όλης αυτής της ηρωικής προσπάθειας της ΚΟΑ και της ΚΟΠ ήταν η περίφημη συγκέντρωση στο Παναθηναϊκό Στάδιο για τα 4 χρόνια του ΕΑΜ. Συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες λαού της Αθήνας – Πειραιά στο Στάδιο και στους γύρω χώρους μέχρι τη λεωφόρο Αμαλίας και το Ζάππειο. Η ανασυγκρότηση του κινήματός μας, έπειτα από την ήττα μας του Δεκέμβρη 1944, είχε ολοκληρωθεί!

-.-.-


Οι σφοι αναγνώστες αξίζει να αναζητήσουν τις αναμνήσεις του στρατηγού σαράφη στο βιβλίο που έχει τον τίτλο της ανάρτησης (μετά τη βάρκιζα), ενώ μπορούν να βρουν περισσότερες λεπτομέρειες για τον εργας, την ανάδειξη του παπαρήγα στην ηγεσία της γσεε και το συνδικαλιστικό κίνημα εκείνων των χρόνων στο πολύ αξιόλογο βιβλίο του γιώργου μαυρίκου «το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, 1918-1948, δύο γραμμές σε διαρκή αντιπαράθεση» από το εξκδοτικό της σύγχρονης εποχής.

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Η συνθηκ(ολογησ)η της Βάρκιζας

Στη σημερινή θλιβερή επέτειο της υπογραφής της συμφωνίας της βάρκιζας η κε του μπλοκ αξιοποιεί και παρουσιάζει αποσπάσματα από το σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του βασίλη (φάνη) μπαρτζώτα, γραμματέα της κοα κατά την περίοδο των δεκεμβριανών, για την εθνική αντίσταση και το δεκέμβρη του 1944, που εκδόθηκε από το εκδοτικό της σύγχρονης εποχής.


Έπειτα από την υπογραφή της στρατιωτικής ανακωχής, ήταν φανερό ότι τραβούσαμε για πολιτική συμφωνία, που θα έβαζε τέρμα στη σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944. Ο συσχετισμός των δυνάμεων, και μετά την ήττα μας στην Αθήνα, δεν ήταν προς όφελος των Άγγλων και της Κυβέρνησης Πλαστήρα, που είχε στο μεταξύ διορίσει ο Σκόμπυ. Αυτοί κατείχαν την Αθήνα – Πειραιά και το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ κυριαρχούσε σε όλη την Ελλάδα. Αυτός ο συσχετισμός δυνάμεων πίεζε τότε και τους Άγγλους να επιδιώκουν κι αυτοί μια συμφωνία. Αν δεν είχαν αυτή την πίεση, αν μπορούσαν να μας συντρίψουν ολοκληρωτικά, θα το ‘καναν χωρίς να περιμένουν ούτε μια στιγμή. Το ζήτημα που έμπαινε ήταν τι είδους συμφωνία θα κλείναμε, τι συμφωνία μπορούσαμε να υπογράψουμε;

Μπορούσαμε να επιβάλουμε τους παρακάτω όρους: α) Να κρατήσουν οι αντάρτες ατομικά τα όπλα τους τη αντίστασης β) Να δοθεί γενική, δίχως κανένα περιορισμό, αμνηστία για το Δεκέμβρη γ) Να αναγνωριστεί, χωρίς επιφύλαξη, όλη η εαμική εθνική αντίσταση δ) Να αποχωρήσουν αμέσως οι αγγλικές δυνάμεις μια και Γερμανός δεν υπήρχε πια στην Ελλάδα. Έτσι θα διορθωνόταν και το αίσχος της Καζέρτας ε) Έπρεπε να ορισθεί συγκεκριμένη ημερομηνία για σύντομες βουλευτικές εκλογές και δημοψήφισμα για το πολίτευμα της χώρας, που θα τις έκανε κυβέρνηση με τη συμμετοχή του ΕΑΜ.

Από παντού έρχονταν προτάσεις για διαπραγματεύσεις. Με δηλώσεις του αντιβασιλιά αρχιεπίσκοπου Δαμασκηνού απ’ το ράδιο και με προκηρύξεις, που έριχναν με αγγλικά αεροπλάνα, μας δήλωναν ότι είναι έτοιμοι να δεχτούν επιτροπή του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ για το κλείσιμο πολιτικής συμφωνίας. Το περίεργο είναι ότι ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός με τις δηλώσεις του από το ράδιο της Αθήνας… καθόριζε κατά ένα ορισμένο τρόπο και την αντιπροσωπεία μας, υποδείχνοντας ότι έπρεπε να συμμετάσχουν σ’ αυτήν ο Γιώργης Σιάντος σαν Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ και ο Μήτσος Παρτσαλίδης σαν Γενικός Γραμματέας του ΕΑΜ, για να ‘ναι περισσότερο αντιπροσωπευτική.

Τις τελευταίες μέρες του Γενάρη 1945 συγκλήθηκε στα Τρίκαλα συνεδρίαση των μελών της ΚΕ του ΚΚΕ, για να συζητήσει τους όρους της συμφωνίας και να υποδείξει στο ΕΑΜ, με πρότασή της, τους αντιπροσώπους μας στη διάσκεψη που θα γινόταν. Η συνεδρίαση κράτησε μόνο μία μέρα, γιατί έπρεπε να φύγει γρήγορα η αντιπροσωπία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ για την Αθήνα. Στη συνεδρίαση της ΚΕ έκανε σύντομη εισήγηση ο Γιώργης Σιάντος και μίλησαν όλοι όσοι έπαιρναν μέρος σ’ αυτήν. Όλοι οι ομιλητές τόνισαν ότι η συμφωνία που θα κάναμε έπρεπε να αντανακλά τον πραγματικό συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων, ότι δεν έπρεπε να κάνουμε απαράδεκτες υποχωρήσεις και να επιμείνουμε στις προτάσεις του ΕΑΜ για την ειρηνική διευθέτηση της σύγκρουσης.

Επειδή μας έρχονταν από την Αθήνα ο αχός της πτωματολογίας και της βάρβαρης τρομοκρατίας, όλα τα μέλη της ΚΕ επιμείναμε ότι ένας από τους βασικούς όρους της συμφωνίας έπρεπε να ‘ναι η γενική αμνηστία, χωρίς κανένα όρο. Στην ομιλία του ο Γιάννης Ζεύγος μίλησε κάπως αόριστα για «δρόμο του Τίτο», όμως κι αυτός συμφώνησε στο τέλος, ότι πρέπει να πάμε για να κλείσουμε συμφωνία. Δυστυχώς στο πρώτο θέμα, σχετικά με τους όρους της συμφωνίας, δεν πάρθηκε στη συνεδρίαση της ΚΕ γραφτή πολιτική απόφαση, πράγμα που ήταν απαραίτητο. Έκλεισε απλώς τη συζήτηση ο Γιάννης Ιωαννίδης λέγοντας ότι είναι φανερή η γνώμη των μελών της ΚΕ για το κλείσιμο πολιτικής συμφωνίας.

Την άλλη μέρα έγινε στο ίδιο μέρος που συνεδρίασε η ΚΕ (σσ: στο σπίτι της αρχιεπισκοπής Τρικάλων!)  σύσκεψη. Στη σύσκεψη αυτή έγινε πλατιά συζήτηση για τους όρους της συμφωνίας, πιο αναλυτικά, με κύρια γραμμή, να μην παραδόσουμε τα όπλα χωρίς όρους, και τονίστηκε, για άλλη μια φορά, ο όρος της γενικής αμνηστίας. Μάλιστα υπογραμμίστηκε, όπως και στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, να μην υπογραφεί καμιά συμφωνία χωρίς τον όρο της γενικής αμνηστίας και οι αντιπρόσωποί μας να διακόψουν τις διαπραγματεύσεις και να φύγουν από τη διάσκεψη, αν οι Πλαστήρας – Άγγλοι δε δεχτούν τον όρο αυτό. Την 1η Φλεβάρη 1945 η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ ξεκίνησε από τα Τρίκαλα για την Αθήνα.

Στις 3 του Φλεβάρη 1945 στο παραλιακό θέρετρο της Αττικής, Βάρκιζα, άρχισαν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις αντιπροσωπείες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και της κυβέρνησης Πλαστήρα για το σταμάτημα της αιματοχυσίας και την αποκατάσταση της ειρήνης και της ομαλότητας στην πολιτική ζωή της χώρας. Στη δεύτερη σύσκεψη των αντιπροσώπων του ΕΑΜ και της Κυβέρνησης Πλαστήρα, ο Γιώργης Σιάντος διατύπωσες τις απόψεις της Αριστεράς πάνω σε όλα τα προβλήματα που συγκλόνισαν και συγκλονίζουν τη χώρα μας. Διατύπωσε επίσης τους όρους του λαού για την ειρήνευση της Ελλαδας, για το φράξιμο του δρόμου στο φασισμό, κάτω από οποιαδήποτε μορφή και για την εξασφάλιση της ομαλής πορείας των εσωτερικών πραγμάτων της χώρας μας. Μέσα στους όρους αυτούς ήταν και η γενική αμνηστία, που μετονομάστηκε γενική κατάπαυση των διώξεων! (Στη συνέχεια ο μπαρτζώτας παραθέτει το σχετικό μέρος από το λόγο του σιάντου και τη διακοίνωση της κυβερνητικής αντιπροσωπείας με την οποία απέρριψε τον όρο αυτό ως απαράδεκτο).

Στη διακοίνωση αυτή της κυβερνητικής αντιπροσωπείας, η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, παραβιάζοντας τη ρητή απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ να διακόψει τις διαπραγματεύσεις και να αποχωρήσει από τη διάσκεψη, αν δε γίνει αποδεκτός ο όρος της γενικής αμνηστίας, απάντησε στις 5 του Φλεβάρη 1945 με επιστολή που σήμαινε πλήρη συνθηκολόγηση και παράδοση χωρίς όρους. Το ζήτημα της γενικής αμνηστίας ήταν ζήτημα κλειδί για τη συμφωνία της Βάρκιζας. Έπειτα απ’ αυτό, η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ υποχώρησε και στα άλλα βασικά ζητήματα, όπως το ζήτημα το στρατιωτικό, της εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού, της σύνθεσης της Κυβέρνησης κτλ. κτλ.

Όπως φαίνεται από το κείμενο της συμφωνίας της Βάρκιζας, ενώ αυτή μιλάει αόριστα για το «σεβασμό της πολιτικής συνειδήσεως των πολιτών» και την «ελευθέραν εκδήλωσιν των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών», ότι «θα αποκαταστήση πλήρως τας συνδικαλιστικάς ελευθερίας» και ότι «ουδείς… θα διωχθή μόνον δια τα πολιτικά του φρονήματα» κτλ., στρεφόταν αποκλειστικά ενάντια στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ και με τα 9 άρθρα της, που το ένα ήταν χειρότερο από το άλλο. Η συμφωνία της Βάρκιζας (με το πρωτόκολλο «το συνταχθέν υπό της Τεχνικής Επιτροπής») προέβλεπε ότι ο ΕΛΑΣ θα πρέπει να παραδόσει 41.5000 τουφέκια, 2015 πολυβόλα, 163 όλμους και 32 κανόνια κάθε διαμετρήματος. Με το άρθρο 3 πρόσφερε στους αγωνιστές του ΕΑΜ και τους μαχητές του ΕΛΑΣ μια αμνηστία κουτσουρεμένη και ατιμωτική. Η εξαίρεση από την αμνηστία των λεγόμενων «εγκλημάτων ποινικού δικαίου» θα έδινε τη δυνατότητα στην αντίδραση να καταδιώξει όλους, όσους πήραν μέρος στη μάχη του Δεκέμβρη 1944 και όλους τους αντιστασιακούς για «εγκλήματα ποινικού δικαίου», που διαπράχθηκαν στη διάρκεια της κατοχής! Η συμφωνία της Βάρκιζας απόκλειε το ΕΑΜ από την Κυβέρνηση και παρέπεμπε το δημοψήφισμα και τις βουλευτικές εκλογές στις ελληνικές καλένδες. Χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι και αξιωματικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και διώχτηκαν από τη δουλιά τους.
Γι’ αυτό δεν έπρεπε να υπογραφτεί η συμφωνία της Βάρκιζας, γιατί αποτελούσε συνθηκολόγηση και ουσιαστική παράδοση.

Για τη συμφωνία της Βάρκιζας ακούσαμε, η καθοδήγηση του Κόμματος, για πρώτη φορά από το ράδιο της Αθήνας και σε 2-3 μέρες μας την έφεραν γραφτή οι Σιάντος – Παρτσαλίδης. Σε κανένα από τα μέλη της ΚΕ, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν άρεσε η συμφωνία της Βάρκιζας. Και όχι μόνο δεν άρεσε, μα και εκφράζονταν ανοιχτά ενάντια στη συμφωνία. Το δυστύχημα είναι ότι δεν απαιτήσαμε να συγκληθεί η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος και εκεί να ζητήσουμε ανοιχτά την ακύρωση της συμφωνίας σαν απαράδεχτης συνθηκολόγησης! Ακόμα κι αυτοί που υπόγραψαν τη συμφωνία της Βάρκιζας, Σιάντος και Παρτσαλίδης, ήταν κατσουφιασμένοι και δεν τολμούσαν να σηκώσουν τα μάτια, για να μας κοιτάξουν! Τελικά ο Γιάννης Ιωαννίδης, μέσα σε μια ατμόσφαιρα που έμοιαζε περισσότερο με κηδεία, συμβούλεψε τα μέλη της ΚΕ που βρισκόταν στα Τρίκαλα, να δεχτούμε τη συμφωνία, παρά τους σκληρούς όρους και να προσπαθήσουμε με την πάλη μας να τη... βελτιώσουμε. Έτσι κι έγινε…

Αργότερα, όταν γυρίσαμε στην Αθήνα, μάθαμε αρκετές λεπτομέρειες για τη συμφωνία της Βάρκιζας. Μια από τις περίεργες αυτές λεπτομέρειες είναι και τούτη: Ο πρεσβευτής της Αγγλίας στην Αθήνα, Λήπερ, έπαιρνε συνέχεια στο τηλέφωνο τον Ιωάννη Σοφιανόπουλου, αρχηγό της κυβερνητικής αντιπροσωπείας στις διαπραγματεύσεις της Βάρκιζας, και εξέφραζε τους φόβους του, μήπως οι κομμουνιστές δεν υπογράψουν τη συμφωνία… Ο Σοφιανόπουλος καθησύχαζε το Λήπερ και του έλεγε κατηγορηματικά, ότι οι Σιάντος – Παρτσαλίδης θα υπογράψουν οπωσδήποτε τη συμφωνία!!! Από πού ήταν τόσο βέβαιος ο Σοφιανόπουλος; Αυτό το είπε ο Σοφιανόπουλος για πρώτη φορά στο Γιάννη Ιωαννίδη, αμέσως μετά τη Βάρκιζα, και δεύτερη φορά το επανέλαβε σε μένα, όταν πηγαίναμε μαζί στη Θεσσαλονίκη για το δημοψήφισμα τον Αύγουστο του 1946.

Από την άλλη μεριά ο Λήπερ αναφέρει στο βιβλίο του «Όταν ο Έλληνας συναντάει Έλληνα», σχετικά με την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας.

«… Ο Σιάντος, με στολή και λαστιχένιες μπότες, βημάτιζε πλατιά στο δωμάτιο, δηλώνοντας πως δε σκόπευε να υπογράψει την ίδια εκείνη τη νύχτα, γιατί ήταν φοβερά κουρασμένος και το μυαλό του δεν ήταν αρκετά καθαρό. Κάναμε πολλές απόπειρες για να τον πείσουμε να υπογράψει, αλλά για την ώρα, πεισμάτωνε κι αρνιόταν.
Ο Μακ Μίλλαν κι εγώ καθόμαστε εκεί, πίνοντας νερό και μασουλώντας σάντουιτς, περιμένοντας σα δυο αστυνομικοί να υπογράψει ο άνθρωπός μας το χαρτί του. Τέλος, στις 4 το πρωί, ο Σιάντος μας γνωστοποίησε πως, μ’ όλο που του ήταν αδύνατο να υπογράψει τη Συμφωνία στο σύνολό της, ήταν έτοιμος να υπογράψει μια σύντομη προσωρινή Συμφωνία» (σελ 148 του βιβλίου).

Να κάτω από ποιες συνθήκες υπογράφτηκε η συμφωνία της Βάρκιζας. Οι Μακ Μίλλαν και Λήπερ «σα δυο αστυνομικοί», μόνο που δεν κρατούσαν πιστόλι, περίμεναν, πότε ο Σιάντος θα υπογράψει τη συμφωνία. Και ο ηγέτης του Κόμματος δεν άντεξε, δεν αντιστάθηκε και υπόγραψε τη συμφωνία της Βάρκιζας. Τη συμφωνία της Βάρκιζας, που άνοιξε για τον ελληνικό λαό μια από τις πιο μαύρες και σκοτεινές περιόδους της ιστορίας του.

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013

Πώς άρχισε ο μεγάλος Δεκέμβρης

Το παλλαϊκό συλλαλητήριο της 3 του Δεκέμβρη 1944 και η γενική απεργία. Οι πρώτες συγκρούσεις Η ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ - 3 του Δεκέμβρη 1944

{Η κε του μπλοκ αντιγράφει το ομώνυμο κεφάλαιο από το βιβλίο του βασίλη μπαρτζώτα (γραμματέα της κοα κατά τα δεκεμβριανά) "Εθνική Αντίσταση και Δεκέμβρης 1944". Μπορείτε επίσης να πατήστε εδώ και να ακολουθήσετε το σύνδεσμο για μια παλιότερη ανάρτηση με το περιεχόμενο της επιστολής του μπαρτζώτα στο βήμα, εν έτει 1980, που απαντά στις αιτιάσεις του υπουργού της νδ τότε, μιλτιάδη έβερτ (απόγονος του αστυνομικού διευθυντή επί κατοχής. Υπάρχουν αρκετά ενδιαφέροντα σημεία στο κείμενο, επιφυλάσσομαι να τα πιάσουμε στα σχόλια, εφόσον ανοίξει κουβέντα σχετικά από τη βάση του μπλοκ}.

Ο Μεγάλος Δεκέμβρης άρχισε με το μεγαλειώδικο συλλαλητήριο του λαού της Αθήνας και του Πειραιά στην πλατεία του Συντάγματος, την Κυριακή 3 του Δεκέμβρη 1944 και με την κήρυξη ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΠΕΡΓΙΑΣ.

Και οι δύο αυτές εκδηλώσεις οργανώθηκαν πολύ καλά, επιτελικά, απ’ την Κομματική Οργάνωση της Αθήνας. Την 1η του Δεκέμβρη 1944 έγινε στα Γραφεία της ΚΟΑ, στην Κυψέλη, ένα μεγάλο ακτίφ, στο οποίο πήραν μέρος οι Γραμματείς των αχτίδων και άλλα στρατιωτικά και πολιτικά μας στελέχη.

Την εισήγηση, εκ μέρους του Γραφείου της ΕΠ της ΚΟΑ, την έκανε ο Γραμματέας της ΚΟΑ*. Αφού αναφέρθηκε στις τελευταίες πολιτικές εξελίξεις και το τελεσίγραφο του στρατηγού Σκόμπυ, έβγαλε το συμπέρασμα ότι τραβάμε αναπόφευχτα για ένοπλη σύγκρουση. Εξήγησε τη μεγάλη σημασία του παναθηναϊκού συλλαλητηρίου και της γενικής απεργίας σαν πρώτης απάντησης στο ιταμό τελεσίγραφο του Σκόμπυ και πρότεινε σειρά από πραχτικά μέτρα για την καλύτερη οργάνωση του συλλαλητήριου και της γενικής απεργίας. Υπογράμμισε ότι όλες οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ Αθήνας – Πειραιά πρέπει να βρίσκονται «επί ποδός πολέμου», για να συναντήσουμε τα επερχόμενα γεγονότα.

{*Τα βασικά ζητήματα της εισήγησής μου τα είχαμε δει και συζητήσει ξεχωριστά με τους Γιώργη Σιάντο και Γιάννη Ιωαννίδη και είχαν συμφωνήσει}.

Μίλησαν μέσα σε ατμόσφαιρα μεγάλου ενθουσιασμού πολλά πολιτικά και στρατιωτικά μας στελέχη, όπως ο Σπύρος Καλοδίκης, ο Βασίλης Μαρκεζίνης, ο καπετάν Νέστορας (Σπύρος Κωτσάκης), ο Μπάμπης Πατάκας (Παναγόπουλος), ο Βασίλης Κωτσάκης, η Καίτη Νισυρίου-Ζεύγου, ο Μπάμπης Γρηγοριάδης, ο Γιάννης Πυριόχος, ο Χρ. Μαχαιρόπουλος, ο Κορνήλιος Νικολαΐδης, ο Κώστας Λυκούρης, ο Αθηνέλλης, ο Αλεξάνδρου και πολλοί άλλοι.

Στο τέλος βγήκε οργανωτική επιτροπή του συλλαλητήριου, με επικεφαλής το σ. Σπύρο Καλοδίκη, δεύτερο Γραμματέα της ΕΠ της ΚΟΑ, και δόθηκαν συγκεκριμένες οδηγίες στους επικεφαλής της φράξιας μας στο Εργατικό Κέντρο Αθήνας, Μαχαιρόπουλο και Λυκούρη, για την οργάνωση της γενικής απεργίας.

Στο ακτίφ μπήκε το ζήτημα, αν έπρεπε να κατεβάσουμε στο συλλαλητήριο τμήματα του ΕΛΑΣ με τα όπλα, για να το υπερασπίσουν, στην περίπτωση που ο εχθρός θα χρησιμοποιούσε τα όπλα, και αποφασίσαμε, προς το παρόν, να μην κατέβουμε με τα όπλα. Ο ΕΛΑΣ, όμως, της Αθήνας – Πειραιά θα ‘ταν σε αυστηρή επιφυλακή και πλήρη πολεμική κινητοποίηση.

… Ξημέρωσε Κυριακή, 3 του Δεκέμβρη 1944. Η μέρα αυτή θα ανοίξει μια καινούρια χρυσή σελίδα στην ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας και θα μείνει αξέχαστη… Δεν πέρασαν περισσότερο από 52 μέρες, απ’ τις 12 του Οχτώβρη 1944, που απελευθερώσαμε την Αθήνα απ’ τους γερμανούς φασίστες και πάλι έτοιμοι για καινούριους αγώνες ενάντια στους άγγλους ιμπεριαλιστές, την αγγλοκρατία.

Η τεράστια προετοιμαστική δουλιά που έγινε από την ΚΟΑ, το ΕΑΜ της Αθήνας – Πειραιά και την ΕΠΟΝ –εκατοντάδες χιλιάδες προκηρύξεις και τρικ, χιλιάδες τηλεβόες, συνελεύσεις στα εργοστάσια και τα καταστήματα, γύρισμα από σπίτι σε σπίτι κτλ. κτλ – έφερε τους καρπούς της.. Από νωρίς το πρωί, οι λαοθάλασσες της Αθήνας και του Πειραιά ξεκίνησαν από τις προσυγκεντρώσεις τους σε όλες τις πλατείες, ξεχύθηκαν στους δρόμους της Αθήνας και  κατευθύνονταν με τα λάβαρά τους και τα πλακάτ με τα εαμικά συνθήματα, στην πλατεία του Συντάγματος. Εκατοντάδες χιλιάδες λαού με επικεφαλής την εργατική τάξη της Αθήνας –Πειραιά κατακλύζουν την πλατεία Συντάγματος και τους γύρω δρόμους. Οι διαδηλωτές απαιτούν την κατοχύρωση των ελευθεριών του λαού. Κυριαρχούν τα συνθήματα: «Λαοκρατία,… «Λαοκρατία», «Όχι άλλη κατοχή», «Παπανδρέου παραιτήσου», «ΕΑΜ – Λαοκρατία», «Ζήτω το ΚΚΕ», «ΕΑΜ – ΚΚΕ».

Δε θα ‘ταν περισσότερο από τις 11 η ώρα. Τότε μπροστά στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, οι διαδηλωτές δέχονται τα δολοφονικά πυρά των αστυνομικών και των χαφιέδων που είχαν οχυρωθεί κάτω από την προστασία των βρετανικών τανκς στα Παλαιά Ανάκτορα και την ταράτσα της αστυνομικής διεύθυνσης Αθηνών. Το αιματοκύλισμα, η ματωμένη Κυριακή της 3ης του Δεκέμβρη έγινε με προσωπική εντολή του πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου και την καθοδήγηση του αστυνομικού διευθυντή Αθηνών, Άγγελου Έβερτ. Από τα δολοφονικά όπλα έπεσαν 24 νεκροί και πάνω από 140 τραυματίες. Επικράτησε πανικός. Η πλατεία άδειασε για λίγα λεπτά. Έμειναν μόνο οι νεκροί και οι τραυματίες που τους σήκωνε ο κόσμος για να τους δόσει τις πρώτες βοήθειες. Οι συγκεντρωμένοι έφευγαν, για να σωθούν. Έμειναν μόνο οι νεκροί μας και πάνω από 140 βαριά τραυματίες, μαζί με τους αστυνομικούς, που… νικητές (;;) μπήκανε με τα όπλα στο χέρι στην πλατεία του Συντάγματος!

Ναι! Επρόκειτο για μια οργανωμένη και αισχρή δολοφονία! Ο αμερικανός συνταγματάρχης Μπάιφορντ – Τζόουνς, που παραβρέθηκε προσωπικά, εκείνη την ώρα, στην πλατεία του Συντάγματος, λέει στο βιβλίο του «Ελληνική Τριλογία», ότι η αστυνομία, χωρίς καμιά αφορμή, άνοιξε πυρ ενάντια στον ειρηνικό και τον άοπλο λαό.

Ο ανταποκριτής της εφημερίδας «Τσικάγο Σαν» ανακοίνωσε ότι η διαδήλωση στις 3 του Δεκέμβρη 1944 ήταν «ειρηνική έκφραση διαμαρτυρίας άοπλου λαού» και ότι τη στιγμή της διαδήλωσης «γυναίκες κρατούσαν στα χέρια τους μικρά παιδιά».

Ήμασταν μαζί με το Σπύρο Καλοδίκη στο «Στρατηγείο του συλλαλητήριου», απ’ το πίσω μέρος της Μητρόπολης. Αμέσως, με τους συνδέσμους μας, δόσαμε εντολή στην εφεδρική κολώνα, να τραβήξει και να μπει στην πλατεία του Συντάγματος και παράλληλα ειδοποιήσαμε τον καπετάν Νέστορα να διατάξει τα προχωρημένα τμήματα του ΕΛΑΣ, να κατέβουν και να πιάσουν την οδό Σόλωνος.

Το τι έγινε τότε, είναι ανώτερο από κάθε περιγραφή… Οι φάλαγγες της εφεδρικής κολώνας, απ’ τους δρόμους Φιλελλήνων, Μητροπόλεως, Ερμού, η εργατιά απ’ το Ζάππειο και οι διανοούμενοι απ’ το Μοναστηράκι δεν περπατούσαν μα έτρεχαν, για να πάρουν θέση μάχης στην πλατεία του Συντάγματος. Μόλις έφτασαν εκεί άρχισαν τις ζητωκραυγές –στην ουσία πολεμικές ιαχές- αφόπλισαν τους αστυνομικούς (πάνω από 200 πιστόλια έφεραν, αργότερα, στην ΚΟΑ, στην Κυψέλη), σήκωσαν τους νεκρούς και τραυματίες, βάφοντας με το νωπό αίμα τους τα μαντήλια τους.

Τότε πρωτακούστηκε το τραγούδι:
«Το ‘χουμε γράψει στο Σύνταγμα με αίμα,
ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ και όχι κατοχή».

Ο λαός είχε πια κυριαρχήσει στο κέντρο της Αθήνας. Απ ‘τα Γραφεία της ΚΕ του ΚΚΕ μίλησαν στο συγκεντρωμένο λαό ο Μήτσος Παρτσαλίδης, Γενικός Γραμματέας της ΚΕ του ΕΑΜ και ο Γιάννης Ζεύγος, εκ μέρους των παραιτηθέντων υπουργών μας. Οι ομιλητές καυτηρίασαν το καινούριο έγκλημα – τη δολοφονία αόπλων διαδηλωτών και κάλεσαν το λαό, να βρίσκεται σε επιφυλακή!

Άφησα το Σπύρο Καλοδίκη στο «Στρατηγείο του Συλαλλητήριου» και πήγα στα Γραφεία της ΚΟΑ στην Κυψέλη, για να δούμε τι θα κάναμε παρακάτω. Στο αναμεταξύ, ο αγαναχτισμένος από τις ομαδικές δολοφονίες λαός ξεχύθηκε στους δρόμους της Αθήνας, αυτός ήταν ο κυρίαρχος εκείνες τις δραματικές στιγμές στην Αθήνα, φωνάζοντας:
-Λαοκρατία! Να μπει τέρμα στο καθεστώς των δολοφόνων!
-Να φύγουν αμέσως οι Άγγλοι!
-Ανεξαρτησία και όχι αγγλική κατοχή!

Οι Άγγλοι, τρομαγμένοι απ’ αυτό το πρωτόφαντο λαϊκό ξέσπασμα, που στο διάβα του σάρωνε το καθετί, απ’ αυτή τη λαϊκή θύελλα, κλείστηκαν στο άντρο τους, το Μετοχικό Ταμείο. Ούτε ένα αγγλικό τανκ, ούτε ένας άγγλος στρατιώτης δε βρισκόταν στους δρόμους. Οι δολοφόνοι αστυνομικοί του Έβερτ εξαφανίστηκαν. Στους δρόμους κυριαρχούσε απόλυτα ο λαός!

Στα Γραφεία της Επιτροπής Πόλης της ΚΟΑ έγινε κοινή συνεδρίαση του Γραφείου της ΕΠ και της διοίκησης του Α’ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ Αθήνας (διοικητής συνταγματάρχης Πυριόχος, επιτελάρχης συνταγματάρχης Προκάκις και ο καπετάνιος συνταγματάρχης Νέστορας). Στη συνεδρίαση παραβρέθηκε και το μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Χρύσα Χατζηβασιλείου. Αφού εξετάσαμε την κατάσταση που δημιουργήθηκε, καταλήξαμε ομόφωνα στην απόφαση, να προτείνουμε στην ΚΕ του ΕΛΑΣ, ν’ αρχίσουμε αμέσως τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και να δόσουμε εκείνη την ώρα το βασικό χτύπημα, πιάνοντας το τρίγωνο Μακρυγιάννη – Μνημείο Φιλοπάππου – Βεΐκου, τσακίζοντας σύμφωνα με το σχέδιό μας τις δυνάμεις του Παπανδρέου που βρίσκονταν εκεί και αναγκάζοντας τους Άγγλους, να φύγουν προς το Φάληρο ή να παραδοθούν.

Το απόγευμα προς το βράδυ της 3 του Δεκέμβρη 1944 ήταν η πιο κατάλληλη στιγμή και έμπαινε σε μας το δίλημμα: Ή τώρα ή ποτέ! Μπορούσαμε και μόνο με τις δυνάμεις του Α’ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ Αθήνας να κάνουμε γενική έφοδο και να ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ.

Αποφασίσαμε να πάμε, εγώ με την Χρύσα Χατζηβασιλείου, στο συνοικισμό της Φιλαδέλφειας, όπου βρισκόταν η ΚΕ του ΕΛΑΣ κι εκεί να βάλουμε και να υπερασπίσουμε την πρότασή μας. Ο Γιώργης Σιάντος μας άκουσε, σαν να μην ήμασταν μέλη του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ αλλά τίποτα… περαστικοί. Είπε ότι θα συνεννοηθεί με τους στρατηγούς Μάντακα και Χατζημιχάλη, κι εκεί που περιμέναμε την απάντηση, τον βλέπουμε να φεύγει στο αυτοκίνητο μαζί με τους δυο στρατηγούς προς την Αττική, λέγοντας σε μας να περιμένουμε διαταγή της ΚΕ του ΕΛΑΣ… Αλληλοκοιταχθήκαμε με την Χρύσα Χατζηβασιλείου και δεν ξέραμε πώς να χαρακτηρίσουμε τη στάση αυτή του Γιώργη Σιάντου.

Αναγκαστήκαμε να γυρίσουμε πίσω στα Γραφεία της ΚΟΑ (Κυψέλη) και να περιμένουμε. Κατά τις 10 η ώρα το βράδυ της 3 του Δεκέμβρη 1944 ήρθε η διαταγή (η βασική διαταγή) των επιχειρήσεων της ΚΕ του ΕΛΑΣ. Τη διαβάσαμε με προσοχή, έχοντας μπροστά μας τον χάρτη της Αθήνας, οι Πυριόχος, Προκάκις, καπετάν Νέστορας κι εγώ. Μείναμε κατάπληχτοι. Η βασική διαταγή με τις υπογραφές Μάντακας – Χατζημιχάλης – Σιάντος ανάτρεπε ολοκληρωτικά το παλιό μας στρατηγικό σχέδιο με κύρια αποστολή την κατάληψη του τρίγωνου Μακρυγιάννη –Μνημείο Φιλοπάππου – Βεΐκου. Η διαταγή αυτή έδινε δευτερεύουσες αποστολές στο Α’ ΣΣ του ΕΛΑΣ Αθήνας, όπως η κατάληψη των αστυνομικών τμημάτων! Η διαταγή έδινε αποστολή στην ΙΙ Μεραρχία του ΕΛΑΣ Αττικής, να εξοντώσει την 3η Ορεινή Ταξιαρχία, που ήταν οχυρωμένη στο Γουδί. Η γενική διαταγή επιχειρήσεων της ΚΕ του ΕΛΑΣ ήταν στο σύνολό της λαθεμένη. Και με τέτια λαθεμένη διαταγή θα αρχίζαμε ένα τόσο μεγάλο αγώνα…

Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Η διαταγή είναι διαταγή και ο πόλεμος είναι πόλεμος και δε γίνεται χωρίς διαταγή, ούτε με τη γνώμη και τις διαθέσεις των κατώτερων διοικητών, έστω κι αν είναι σωστές. Αναγκαστήκαμε να βγάλουμε ειδική διαταγή του Α’ Σώματος Στρατού στα Τμήματά μας, σύμφωνα με τη γενική διαταγή επιχειρήσεων της ΚΕ του ΕΛΑΣ, για την έναρξη των επιχειρήσεων στις πρωινές ώρες της 4ης του Δεκέμβρη.

Ταυτόχρονα στείλαμε με το αυτοκίνητο τον επιτελάρχη του Α’ ΣΣ του ΕΛΑΣ Πυριόχο Γιάννη στην έδρα της ΚΕ του ΕΛΑΣ, για να ζητήσει διευκρινίσεις πάνω στη διαταγή των επιχειρήσεων και παράλληλα να τους πει τις γνώμες μας – του Α’ ΣΣ Αθήνας (και δικό μου προσωπικό σημείωμα στο Γ. Σιάντο), που συγκεντρώνονταν σε τούτο το βασικό σημείο: Να πολεμήσουμε, σύμφωνα με το παλιό στρατηγικό σχέδιο του ΕΛΑΣ Αθήνας.

Αποτραβηχτήκαμε στις 11 η ώρα, για να κοιμηθούμε για μερικές ώρες. Δεν προφτάσαμε, όμως, να κλείσουμε τα μάτια στη 1 η ώρα τα μεσάνυχτα μας ξύπνησαν, για να μας αναγγείλουν την πρώτη αποτυχία μας στη μάχη του Δεκέμβρη! Το καλύτερο Σύνταγμα της ΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ Αττικής, με διοικητή το συνταγματάρχη Παπαζήση και με καπετάνιο τον ανθυπίλαρχο Δημητρίου (καπετάν Νικηφόρο) κατέβαινε στην Αθήνα δια μέσου της λεωφόρου Κηφισιάς, με τραγούδια και λουλούδια στις κάνες των όπλων, σα να πήγαινε σε γιορτή… Πηγαίνοντας για να πάρει τις θέσεις εξόρμησής του στο Γηροκομείο σταμάτησε στη Φιλοθέη, στη Μάντρα του Αγγλικού Κολλέγιου για να ξεκουραστεί. Δεν πάρθηκε κανένα μέτρο προφύλαξης, οι αντάρτες ξάπλωσαν κατά μήκος της Μάντρας σαν μπουλούκι… τους πήρε ο ύπνος κι εκεί τους αιφνιδίασαν οι άγγλοι. Τα αγγλικά τανκς περικύκλωσαν το Σύνταγμα, το αφόπλισαν χωρίς αντίσταση και το αιχμαλώτισαν. Πολλοί αντάρτες κατόρθωσαν να ξεγλυστρίσουν. Δεν πιάστηκε και ο καπετάνιος Νικηφόρος που είχε πάει στη διοίκηση του 5ου Συντάγματος (Προαστείων) του Α’ ΣΣ στη Κηφισιά-Μαρούσι για να φροντίσει – όπως είπε – για την εκκαθάριση των εχθρικών εστιών της περιοχής, ενώ δεν είχα καμιά αρμοδιότητα. Ο Νικηφόρος χωρίς το Σύνταγμά το ήρθε στο Σταθμό Διοίκησης του Α’ ΣΣ του ΕΛΑΣ συντριμένος, κυριολεκτικά ράκος.

Ο τρόπος που κατέβαινε το Σύνταγμα αυτό στην Αθήνα, δε δείχνει μόνο το ότι δεν υπήρχε ούτε η παραμικρή στρατιωτική προετοιμασία, μα και συνδέεται με το όνομα του καπετάν Ορέστη, καπετάνιου της ΙΙ Μεραρχίας, πρώην ενωμοτάρχη με σκοτεινό παρελθόν. Επίσης, είναι πολύ περίεργο, πώς ένα τόσο έμπειρος στρατιωτικός, ο συνταγματάρχης Ρήγος, διοικητής της μεραρχίας, επέτρεψε στο Σύνταγμα Παπαζήση – Νικηφόρου να κατέβει στην Αθήνα μ’ αυτό τον… πανηγυρικό τρόπο.

Στο αναμεταξύ, γύρισε απ’ την έδρα της ΚΕ του ΕΛΑΣ (σ’ ένα χωριό της Αττικής) ο συνταγματάρχης Πυριόχος, που μας είπε, ότι οι Σιάντο – Μάντακας –Χατζημιχάλης δε συμφωνούν με τις προτάσεις μας κι έβγαλαν καινούρια διαταγή, που ανέστελλε τη βασική τους διαταγή επιχειρήσεων, ύστερα απ’ το ατύχημα του Συντάγματος Παπαζήση – Νικηφόρου… μέχρι νεωτέρας διαταγής!

Στείλαμε και την καινούρια διαταγή στις μονάδες του Α’ Σώματος Στρατού. Όμως δεν μπορούσαμε πια να κάνουμε τίποτε. Ήταν ξημερώματα και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις άρχισαν πρώτα στον Πειραιά, γιατί δεν έφθασε στη διοίκηση του 6ου Ανεξάρτητου Συντάγματος του ΕΛΑΣ η διαταγή της αναστολής των επιχειρήσεων. Τα μέλη του ΠΓ της ΚΕ που μίλησα μαζί τους είχαν την ίδια γνώμη με μένα, ότι δεν μπορεί να αναβληθεί η σύγκρουση. Άλλωστε δεν αντέδρασε ούτε η τριμελής Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ, όταν έμαθε πως άρχισαν οι επιχειρήσεις!

Εδώ πρέπει να υπογραμμίσουμε, για άλλη μια φορά, ότι ο Μεγάλος Δεκέμβρης, η ένοπλη σύγκρουση, άρχισε, ενώ η ΚΕ του ΕΛΑΣ είχε αναστείλει την εφαρμογή της βασικής της διαταγής επιχειρήσεων! Το ζήτημα αυτό θέλει παραπέρα έρευνα και μελέτη, όταν αυτό γίνει δυνατό με βάση τα Αρχεία της ΚΕ του ΕΛΑΣ. Μόνο το «ατύχημα» του αφοπλισμού από τους Άγγλους του Συντάγματος Παπαζήση – Νικηφόρου της ΙΙ Μεραρχίας του ΕΛΑΣ δε δικαιολογεί την αναστολή αυτή.

Τη Δευτέρα της 4 του Δεκέμβρη 1944, τα ξημερώματα, άρχισε η επίθεση των τμημάτων του ΕΛΑΣ Αθήνας για τον αφοπλισμό όλων των αστυνομικών τμημάτων της Αθήνας και των Ταγμάτων Εθνοφρουράς του Παπανδρέου. Το 6ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ Πειραιά (διοικητής Κυβέλος Σωτήρης –καπετάνιος Κεπέσης Νίκανδρος) με μια ορμητική επιχείρηση κατέβηκε στο κέντρο της πόλης –στο λιμάνι- και το κατέλαβε, διώχνοντας τους Άγγλους προς το Μοσχάτο*! Έτσι άρχισε ο Μεγάλος Δεκέμβρης!

{*Σημείωση: Ό,τι γράφω στο κεφάλαιο αυτό για τον ΕΛΑΣ της Αθήνας (τα 5 συντάγματά του) ισχύει και για το 6ο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ Πειραιά, που πάλεψε ηρωικά και με μαστοριά στη διάρκεια των μαχών του Δεκέμβρη. Αποφεύγω τις λεπτομέρειες γιατί δε διαθέτω τα απαραίτητα στοιχεία}

Το πρωί – 11.00 η ώρα – της 4 του Δεκέμβρη 1944 έγινε η κηδεία των θυμάτων του μεγάλου συλλαλητηρίου της Κυριακής 3 του Δεκέμβρη. Πήραν μέρος πάνω από 300.000 λαού. Κατά την επιστροφή από την κηδεία (στο Α’ Νεκροταφείο) των θυμάτων, αστυνομικοί, δοσίλογοι και χίτες επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά κατά του λαού. Καινούρια θύματα: 40 νεκροί και 70 τραυματίες! Όμως, τούτη τη φορά, το λαό το συνόδευε ο ένοπλος ΕΛΑΣ, που τσάκισε και διάλυσε τους χίτες και τους αστυνομικούς!

Στις 4 του Δεκέμβρη 1944 ο άγγλος στρατηγός Σκόμπυ κήρυξε το στρατιωτικό νόμο. Ο λαός ξεσηκώνεται και βρίσκεται στο δρόμο. Όταν ο ΕΛΑΣ αφόπλιζε τα αστυνομικά τμήματα, ο συγκεντρωμένος λαός φώναζε στους αστυνομικούς και χωροφύλακες να παραδοθούν. Το βράδυ της 4ης του Δεκέμβρη ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου υπόβαλε την παραίτησή του.

Στις 5 του Δεκέμβρη 1944 ο ΕΛΑΣ Αθήνας είχε κιόλας καταλάβει σχεδόν όλα τα αστυνομικά τμήματα κι είχε αφοπλίσει τους αστυνομικούς που βρίσκονταν σ’ αυτά. Πολλοί απ’ τους εαμίτες αστυνομικούς κατατάχτηκαν στον ΕΛΑΣ. Επίσης, ο ΕΛΑΣ είχε καταλάβει και διαλύσει όλα τα Τάγματα Εθνοφρουράς του Παπανδρέου.

Ο στρατηγός Σκόμπυ ζήτησε απ’ τον αρχηγό των Φιλελεύθερων Θεμιστοκλή Σοφούλη να υποστηρίξει τον Γ. Παπανδρέου. Ο Σοφούλης αρνήθηκε. Επέμβηκε ο Τσώρτσιλ, για να ματαιώσει κάθε τυχόν ειρηνική διευθέτηση της κρίσης. Είπε στον Σκόμπυ:
«Μην ασχολείσθε πλέον με τους διαφόρους ελληνικούς κυβερνητικούς συνασπισμούς».

Ύστερα από διαταγή του Τσώρτσιλ, τα αγγλικά τανκς έβαλαν κατά του ΕΛΑΣ στην οδό Πατησίων. Ήμουνα προσωπικά εκείνη τη στιγμή στο τμήμα του ΕΛΑΣ που απόκρουσε την επίθεση των αγγλικών τανκς. Ο λαός απαντά στη βία με τη βία. Οι συνοικίες της Αθήνας και όλος ο Πειραιάς απελευθερώνονται. Οι Άγγλοι και η αντίδραση κρατούν μόνο το κέντρο της Αθήνας (οδό Σταδίου και μέρη απ’ το Κολωνάκι), λιγότερο από ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο! Σωστά χαρακτήρισαν οι τότε εφημερίδες του εξωτερικού το κράτος του Παπανδρέου – Σκόμπυ: Κράτος της οδού Σταδίου! Το… κράτος αυτό έμεινε χωρίς νερό, γιατί απεργούσαν οι εργάτες της Εταιρείας Ούλεν. Οι αστικές εφημερίδες δημοσίεψαν τις φωτογραφίες της Κυβέλης, τότε γυναίκας του Γ. Παπανδρέου, που συγύριζε… μόνη της το διαμέρισμα στο ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρετανίας». Απεργούσε, επίσης, και το προσωπικό του πολυτελέστατου αυτού ξενοδοχείου. Δημιουργήθηκε κατάσταση πολύ δύσκολη, δραματική και τραγική (όπως ομολογεί ο στρατηγός Τσακαλώτος) για τις αγγλικές δυνάμεις του στρατηγού Σκόμπυ!