Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016

Από τη σκοπιά του μαρξισμού-λενινισμού

Ευρισκόμενη σε λειτουργία ημι-αργίας σήμερα η κε του μπλοκ, αντιγράφει και δημοσιεύει από το τελευταίο τεύχος της ΚομΕπ, ένα απόσπασμα από το άρθρο του Δημήτρη Κοιλάκου (μέλους του Τμήματος Παιδείας και Έρευνας της κετουκε) για τον Ιλιένκοφ και τη σοβιετική φιλοσοφία, όπου αναπαράγονται εκτενή αποσπάσματα από ένα κείμενο-εργασία του τελευταίου, που είχε τον τίτλο της ανάρτησης και καταπιάνεται με ενδιαφέρουσες πτυχές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αποκρούοντας παράλληλα τις αντικομμουνιστικές επιθέσεις των δυτικών ("μαρξιστών" και μη). Η μετάφραση είναι του ίδιου του Δ.Κ. από την αγγλική έκδοση "Marxa and the Western World" (ed. by Nicolas Lobkowicz).

* * *

Υπό αυτό το πρίσμα μπορούμε να κατανοήσουμε κι ένα ακόμα περιστατικό, το οποίο συχνά διαστρεβλώνεται στη σχετική βιβλιογραφία. Όπως αναφέρεται, ο Ιλιένκοφ είχε προσκληθεί το 1965 να λάβει μέρος σε ένα διεθνές συμπόσιο στο Πανεπιστήμιο Notre Damme στις ΗΠΑ, με θέμα τη συμβολή του Μαρξ στο λεγόμενο "δυτικό κόσμο" και σκοπό να συμβάλει στο διάλογο μεταξύ κομμουνιστών και μη κομμουνιστών διανοητών. Τελικά δεν παρέστη στο συμπόσιο, επειδή, όπως αναφέρεται, το Ινστιτούτο Φιλοσοφίας της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ δεν του επέτρεψε να συμμετάσχει. Παρόλα αυτά, έστειλε την εργασία που είχε ετοιμάσει, η οποία και διαβάστηκε στο συμπόσιο. Μετά τη δημοσίευση της εργασίας αυτής, ο Ιλιένκοφ υπέστη σημαντικές πιέσεις και δέχτηκε πολιτικές κατηγορίες για τον "αντιμαρξιστικό" προσαντολισμό της.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι οι σχετικές πηγές αφήνουν αναπάντητο το προφανές ερώτημα πώς, αφού του απαγορεύτηκε να συμμετάσχει ως φυσικά παρουσία, του επιτράπηκε να στείλει την εργασία του η οποία και θα δημοσιευόταν στον τόμο με τα πρακτικά του συμποσίου, όπως και τελικά έγινε.

Πέρα από αυτό όμως, αξίζει να σταθούμε λίγο στο περιεχόμενο αυτής της εργασίας, που είχε τίτλο: "Από τη σκοπιά του μαρξισμού-λενινισμού", για να δούμε ποιος ήταν ο δήθεν "αντιμαρξιστικός" προσανατολισμός της.

Στην εργασία αυτή λοιπόν, ο Ιλιένκοφ, απαντώντας σε σημεία της δυτικής προπαγάνδας έναντι της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και των δυσκολιών που αυτή αντιμετώπιζε, υπερασπίζεται τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην πατρίδα του και μιλά για "... εκείνα τα αρνητικά φαινόμενα, εκείνες τις συγκεκριμένες δυσκολίες στην ανάπτυξή μας, τις οποίες η αντικομμουνιστική προπαγάνδα με τόσο ζήλο εκμεταλλεύτηκε και ακόμα εκμεταλλεύεται. Τα φαινόμενα αυτά, με τα οποία εμείς, ως κομμουνιστές, σχετιζόμαστε όχι λιγότερο κριτικά απ' οποιονδήποτε "δυτικό" ανθρωπιστή διανοούμενο, σε καμία περίπτωση δε δίνουν ούτε ένα επιχείρημα έναντι των ιδεών του Μαρξ. Με αυτές τις ιδέες, με το Πρόγραμμα που εφαρμόζουμε, αυτά τα φαινόμενα δεν είχαν τίποτε κοινό (ούτε και τώρα έχουν). Περαιτέρω, αυτά τα φαινόμενα εξηγούνται εξ ολοκλήρου, όχι αποδιδόμενα στην επίδραση των ιδεών του Μαρξ και του Λένιν, αλλά, απεναντίας, ως ένα είδος φανατισμένης και ορισμένες φορές ύπουλης αντίδρασης αυτού του υλικού στο οποίο αυτές οι ιδέες πρέπει να πραγματωθούν".

Στη συνέχεια ο Ιλιένκοφ γίνεται πιο συγκεκριμένος, αναφέροντας τα εξής: "Σύμφωνα με το Μαρξ [...] η δουλειά της πολιτικής επανάστασης είναι μόνο μια αρχή, και το πρόβλημα στο σύνολό του θα γίνει ορατό στο κομμουνιστικό κίνημα μόνο μετά από αυτήν την πράξη. Το πραγματικό πρόβλημα, το οποίο το κομμουνιστικό κίνημα πρέπει να επιλύσει αφού εκτελέσει τα άμεσα καθήκοντά του, ορίζεται κατευθείαν από τις αντινομίες της ατομικής ιδιοκτησίας. Μετά από την επαναστατική μετατροπή της ατομικής ιδιοκτησίας, ως μέσο παραγωγής και ευεργέτημα για την κουλτούρα, σε "κοινωνική ιδιοκτησία", αυτή η κοινωνική ιδιοκτησία πρέπει στη συνέχεια να μετασχηματιστεί σε περιουσία του κάθε ατόμου, της κάθε ξεχωριστής μονάδας. Στο κοινωνικό πλαίσιο, το ζήτημα αυτό συμπίπτει με την απόρριψη του καταμερισμού εργασίας μεταξύ των ατόμων, μια έννοια που κληροδοτήθηκε από τον κόσμο της "ατομικής ιδιοκτησίας". Σε σχέση με το άτομο, το πρόβλημα της ολόπλευρης ανάπτυξής του και μετατροπής του σε "ολοκληρωτικά" αναπτυγμένη ατομικότητα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Η πολιτική επανάσταση θεωρείται εδώ ως μια συνθήκη που πρέπει να πληρωθεί, μέσω της οποίας η κοινωνία θα δει τον εαυτό της να έχει τη δύναμη να αντιμετωπίσει τον εαυτό της και, περαιτέρω, να εκπληρώσει πράγματι το γιγαντιαίο καθήκον της δημιουργίας μιας κοινωνίας χωρίς κυβέρνηση, χωρίς νόμισμα και χωρίς καμία εξωτερική διαμεσολάβηση στις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η κοινωνία, αντιπροσωπεύοντας την εθελοντική συνεργασία για την ολόπλευρη ανάπτυξη της ατομικής θέλησης, δε θα χρειάζεται πια, ευρκισκόμενη σε αυτή τη θέση, "εξωτερικούς διαμεσολαβητές". Από την άλλη, μόνο η ολόπλευρη ανάπτυξη της ατομικότητας έχει τη δύναμη να εγκαθιδρύσει μια τέτοια συνεργασία".

Λίγο παρακάτω, κι ενώ έχει καταπιαστεί με την περίφημη στη δυτική μαρξολογία διάκριση μεταξύ "πρώιμου" και "ώριμου" Μαρξ, σημειώνει: "Είναι επίσης προφανές ότι ο ώριμος Μαρξ, και μετά από αυτόν ο Λένιν, ποτέ, ούτε και σε μια απλή φράση των θεωρητικών του κειμένων, δε θεώρησε την πράξη της μετατροπής της ιδιωτικής-καπιταλιστικής ιδιοκτησίας σε "κρατική" ιδιοκτησία ως τον ανώτατο και τελικό στόχο του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά μόνο σαν το πρώτο, μολονότι απαραίτητο, βήμα στην κατεύθυνση δημιουργίας μιας κοινωνίας χωρίς κυβέρνηση, χωρίς νόμισμα, χωρίς μορφές επιβολής και νόμους που να ρυθμίζουν τη ζωτική δραστηριότητα του ανθρώπου και χωρίς "αποξενωμένες" μορφές ανθρώπινης συνεργασίας. Είναι ακριβώς αυτές οι μορφές που το κομμουνιστικό κίνημα, επειδή δεν είναι σε θέση να τις ξεπεράσει άμεσα με διατάγματα ή με τη βία, διατηρούνται κατά τη διάρκεια της πρώτης (σοσιαλιστικής) φάσης της ωριμότητάς του. Παρόλα αυτά, διατηρούνται μόνο ως σημάδια της ιστορικής ανωριμότητας του κινήματος [...] Κατανοούμε αυτές τις τάσεις ως μέρος της κληρονομιάς μας που είναι ήδη, αν κι όχι εξ ολοκλήρου, παρελθόν".

Έχοντας λοιπόν αναμετρηθεί με την αντικομμουνιστική προπαγάνδα, ξετινάζοντάς την και από θεωρητικές θέσεις, καταλήγει θέτοντας τα σημαντικά καθήκοντα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αναδεικνύοντας τον πυρήνα της μαχητικής μαρξιστικής προβληματικής επί του θέματος:

"Επομένως ο βασικός στόχος για την ανάπτυξη μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας συνίσταται στη βαθμιαία και συνεχή μεταβίβαση όλων των λειτουργιών της διεύθυνσης των συλλογικών ζητημάτων από έναν κυβερνητικό μηχανισμό σε εκείνα τα άτομα που συνασπίζονται για την κοινή υπόθεση. Με άλλα λόγια, ο στόχος είναι η μετατροπή της τυπικά συλλογικής ιδιοκτησίας σε αυθεντικά συλλογική ιδιοκτησία. Αυτή η τάση αναμφίβολα θα ανοίξει το δρόμο για περαιτέρω μεγέθυνση της κλίμακας παραγωγής. Αλλά η επίλυση αυτού του ζητήματος απαιτεί ότι κάθε ξεχωριστό άτομο κι όλοι μαζί -και όχι μόνο λίγοι επιλεγμένοι- θα είναι ικανοί πράγματι να συμμετέχουν στην υπόθεση της διεύθυνσης της "συλλογικής ιδιοκτησίας", κατέχοντας την απαραίτητη θεωρητική επάρκεια και ικανότητα και την κατάλληλη κουλτούρα γι' αυτό".

Από αυτήν τη σκοπιά, το ζήτημα της οικοδόμησης της κομμουνιστικής κοινωνίας ανάγεται στη μετατροπή κάθε ατόμου από μονόπλευρο επαγγελματία -από σκλάβο του συστήματος καταμερισμού εργασίας- σε μια ολόπλευρη προσωπικότητα, σε πραγματικό αφέντη (ιδιοκτήτη) του τελικού και πνευματικού πολιτισμού που δημιούργησε όλη η ανθρωπότητα.

Από το σημείο αυτό εκφράζεται και με τη μαρξική φόρμουλα, σύμφωνα με την οποία η κομμουνιστική κοινωνία διαλύει τον "καταμερισμό εργασίας" και τον αντικαθιστά με μια ορθολογική "κατανομή των ειδών της δραστηριότητας" μεταξύ εξίσου ευρύτατα και πλήρως αναπτυγμένων ατόμων. Αυτοί οι άνθρωποι, μεταξύ άλλων, θα μπορούν να διεξάγουν το διευθυντικό ρόλο στο πλαίσιο της ξεχωριστής συλλογικότητας, στο πλαίσιο της εθνικής οικονομίας και στο πλαίσιο όλης της ανθρώπινης κοινωνίας.

Υπό αυτές τις συνθήκες, η κοινωνική ιδιοκτησία, ως σύγχρονος τρόπος παραγωγής, δεν είναι μια ουτοπική προοπτική, αλλά μια πραγματική ανάγκη. Δεν εξαρτάται από τη θέληση ή την επίγνωση των ατόμων, αλλά καθορίζεται από τα συμφέροντα ενός ορθολογικού, λειτουργικού οργανισμού της σύγχρονης βιομηχανικής παραγωγής -την "ουσία της ιδιοκτησίας".

Υπό τις συνθήκες της ιδιωτικής ιδιοκτησίας, η αντίθετη τάση είναι ισχυρότερη, κατευθύνεται προς μια κυβερνητική, μονοπωλιακή μορφή "κολλεκτιβοποίησης" της ιδιοκτησίας και των καθηκόντων διεύθυνσής της. Οι δυνάμεις των στοιχείων της αγοράς αναπόφευκτα καταδικάζουν την ατομικότητα σε μονόπλευρη επαγγελματική εξειδίκευση, σε επαγγελματικό "κρετινισμό", όπως το έλεγε ο Μαρξ. Επομένως, για να αντεπιδράσει σε αυτήν την τάση, μια μονοπώληση της ηγεσίας των κοινωνικά σημαντικών ζητημάτων δίνεται σε επαγγελματίες. Κάτι τέτοιο, που λαμβάνει χώρα ανεξάρτητα από τη θέληση και τις επιθυμίες των ατόμων, αντιπροσωπεύει μια τάση προς την "καθολική κυβέρνηση". Επομένως, ο απώτερος στόχος αυτών των δυο κινήσεων για την οργάνωση της κοινωνικής ζωής προκύπτει ότι είναι άμεσα αντιφατικός.

Το σύστημα που βασίζεται στην αρχή της κοινωνικοποιημένης ιδιοκτησίας θα εξελιχθεί αναγκαία προς την κατεύθυνση της δημοκρατικής διεύθυνσης των κοινωνικά σημαντικών ζητημάτων και προς την κατεύθυνση της απονέκρωσης της κυβέρνησης ως μηχανισμού που αντιτίθεται στην πλειοψηφία των ατόμων, καθώς όλοι θα κληθούν να διευθύνουν τα κοινωνικά (συλλογικά) ζητήματα και όλοι θα απαιτηθεί να αναπτύξουν κοινωνική συνείδηση.

Ο κόσμος της ιδιωτικής ιδιοκτησίας αναπόφευκτα, αναμφίβολα, θα παρασύρει προς τον αντίθετο στόχο. Επομένως, συνοψίζοντας, φαίνεται ότι ο μαρξιστικός κομμουνισμός στον εικοστό αιώνα είναι η μόνη ορθολογική διδασκαλία που είναι αρκετά ισχυρή για να προσφέρει στους ανθρώπους ένα αληθινά γήινο ιδανικό. Δεν υπάρχει ορθολογική διδασκαλία που να αντιτίθεται στον κομμουνισμό, παρά μόνο η απουσία μιας τέτοιας. Επομένως οι νουνεχείς άνθρωποι πρέπει τώρα να διαλέξουν μεταξύ του μαρξισμού, κάποιας μορφής κοινωνικού πεσιμισμού ή τη σωτηρία με τη μορφή κάποιας υπερβατικής θρησκείας. Εγώ, προσωπικά, προτιμώ τον κομμουνισμό, ο οποίος ανοίγει στην ανθρωπότητα ένα πραγματικό, παρότι δύσκολο, δρόμο για το μέλλον εδώ στη Γη".

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

Οι φιλόσοφοι παίζουν μπάλα

Μιας και η Κυριακή ετυμολογικά είναι μέρα αφιερωμένη στον Κύριο, αλλά οι περισσότεροι την αφιερώνουν στη στρογγυλή θεά και το ποδόσφαιρο, που είναι το σύγχρονο όπιο του λαού, η κε του μπλοκ παίρνει αφορμή από την επικαιρότητα και το θάνατο του Έκο, για να αντιγράψει και να παρουσιάσει το σχετικό κεφάλαιο από το βιβλίο του Μαρκ Πέριμαν “οι φιλόσοφοι παίζουν μπάλα”. Ένα ενδιαφέρον παιχνίδι-εγχείρημα, με ωραίους συνειρμούς ποδοσφαιρικοφιλοσοφικής τάξης, που δανείζεται βέβαια κάποια αντιδραστικά στερεότυπα στα κεφάλαια για τον Γκράμσι (που παίζει αριστερός μέσος) και στο επίμετρο του Κώστα Καλφόπουλου (και όχι παραδόξως στον πρόλογο του ΑΑ -αλκοολικού αντιδραστικού- Αντώνη Πανούτσου) αλλά γίνεται σε πολλά σημεία απολαυστικό, συνθέτοντας και αναλύοντας την κορυφαία ενδεκάδα των φιλοσόφων-προσωπικοτήτων, που παρατάσσονται στον αγωνιστικό χώρο για να δοκιμάσουν στην πράξη τις θεωρίες τους. Καλή ανάγνωση.



Ουμπέρτο Έκο

Ομάδα Μπολόνια και Εθνική Ιταλίας
Φανέλα #9 Σέντερ Φορ

Το ποδόσφαιρο ήταν μια τελετουργία στην οποία οι απόκληροι ξόδευαν τη μαχητική τους ενέργεια και τη διάθεσή τους για εξέγερση, προσπαθώντας με ξόρκια και μαγγανείες να εξασφαλίσουν από τους θεούς κάθε πιθανού σύμπαντος το θάνατο του αντίπαλου αμυντικού, χωρίς καμιά επίγνωση του κατεστημένου, το οποίο ήθελε να τους κρατήσει σε κατάσταση εκστατικού ενθουσιασμού, καταδικασμένους στη μη πραγματικότητα.

Το εκκρεμές του Φουκώ

Επικεφαλής της επιθετικής γραμμής, με το νούμερο εννιά στη φανέλα, ο Ουμπέρτο Έκο ήταν ένας πολυσχιδής παίκτης. Υπερβολικά ευαίσθητος στον κοινωνικό του περίγυρο, συμμετείχε και στο χαμηλό και στο ψηλό παιχνίδι, μετακινούμενος από τη μια πτέρυγα στην άλλη σαν εκκρεμές, ενώ άλλαζε την επιθετική γραμμή του με μια εκθαμβωτική ποικιλία νευμάτων και σημείων που μόνο η ομάδα του ήταν σε θέση να ερμηνεύσει.

Εξορμώντας στην επίθεση, υπήρχαν φορές που βρισκόταν τόσο προωθημένος σε σχέση με τους συμπαίκτες του ώστε έμενε μόνος εκεί μπροστά να παίζει ένα μοναχικό παιχνίδι. Όμως αυτή δεν ήταν κατά κανένα τρόπο η πρόθεσή του, ούτε και η φυσική του κλίση. Δεν άντεχε να βλέπει τους άλλους να μην ακολουθούν και απέρριπτε τον τρόπο με τον οποίο παίκτες με πιο κλασική παιδεία όπως ο Τέοντορ Αντόρνο ξανοίγονταν πάντα έξω προτού γυρίσουν την μπάλα προς τα μέσα. Ο Ουμπέρτο προτιμούσε να παίζει μερικές μπαλιές με τους προωθημένους συμπαίκτες του κι έφτασε να θεωρεί αυτή την ανταλλαγή πιο σημαντική από κάθε ατομική ενέργεια. Κατ' ουσίαν ο Ουμπέρτο ήταν σπουδαίος στην επικοινωνία, μοιράζοντας την μπάλα και βάζοντας όλους τους παίκτες στο παιχνίδι. Ο Ντάριο Φο ήταν ένας από κείνους που συμφωνούσαν με την προσέγγιση του Ουμπέρτο. Επιρρεπής στους τραυματισμούς, έλεγε πως αν δεν μπορείς να παίεξις δεν παίζεις, γι' αυτό και οι εμφανίσεις του στη βασική ομάδα ήταν λίγες και αραιές, αν και όποτε έπαιζε, έπαιρνε διθυραμβικές κριτικές.

Ο Ουμπέρτο ήθελε τους συμπαίκτες του να παίζουν ανοιχτό παιχνίδι. Δε ζητούσε να επιβάλει την τάξη με αυστηρά συστήματα. Αντ' αυτού προτιμούσε να ελευθερώνει το χώρο του κέντρου, αφήνοντας όσους κέρδιζαν την μπάλα να κινούνται ελεύθερα, σημάδι της απελευθέρωσής τους από την ακαμψία των προηγούμενων ρόλων τους. Τα μέσα παραγωγής γκολ είχαν αλλάξει. Η βιομηχανία των πλάγιων μπακ που έτρεχαν εδώ κι εκεί για να βγάλουν κατευθείαν τη σέντρα είχε δώσει τη θέση της σε πιο φινετσάτες μπαλιές στα πόδια και περίπλοκους συνδυασμούς που είχαν τρισδιάστατη μορφή.

Σύντομα η τακτική άρχισε να μεταφράζεται σε επιτυχίες και η ομάδα του Ουμπέρτο να ανεβαίνει στο βαθμολογικό πίνακα. Ο ίδιος όμως καταλάβαινε πως το όλο εγχείρημα θα είχε μόνο ακαδημαϊκή αξία αν αυτές οι νίκες δεν οδηγούσαν σε τρόπαια και τίτλους στο τέλος της σεζόν. Καθώς τα αποτελέσματα άρχισαν να μην είναι ευνοϊκά -στο κάτω-κάτω το παιχνίδι δεν ήταν ανοιχτό βιβλίο μόνο για τον Ουμπέρτο- χρειάστηκε να προσφύγει σε αυτοσχεδιασμούς και στοχαστικές προσαρμογές στις απαιτήσεις των δύσκολων παιχνιδιών που έρχονταν. Ο Ρολάν Μπαρτ κλήθηκε από τη Γαλλία για να παίξει επίθεση διπλα στον Έκο. Όπως και στον Ιταλό συνάδελφό του, στον Ρολάν άρχισε να δείχνει με νεύματα και σημεία πού και πότε ήθελε την μπάλα, και το νέο δίδυμο δούλευε άψογα αφού καθένας έδειχνε να κατανοεί μυστηριωδώς τη δουλειά του άλλου. Είχαν βέβαια και τις διαφορές τους, όμως μέσα από τη σύγκρουση οι δύο επιθετικοί πέτυχαν μερικές από τις καλύτερες επιδόσεις τους κι έφτασαν να κυριαρχούν για μεγάλες περιόδους στο παιχνίδι.

Παρόλα αυτά, ο Ουμπέρτο δεν ήταν ικανοποιημένος. Ήθελε να ανοίγεται η μπάλα όλο και περισσότερο ακόμα και μέχρι τα όρια του γηπέδου. Κατά τη γνώμη του, παιζόταν ακόμα πολύ στο κέντρο. Ο ίδιος αντίθετα εψαχνε για απρόσμενες γωνίες και με αυτές τις αναπάντεχες κινήσεις ήλπιζε να δείξει πραγματικά πόσο είχε προχωρήσει η ομάδα. Η φαντασία και η εφευρετικότητά του ξεκλείδωναν τη μία άμυνα μετά την άλλα και τα τέρματα που σημείωνε ήταν ανεξάντλητα. Οι εύστοχες βολές ήταν αναμφίβολα προσωπικό του έργο, παράλληλα όμως αναγνώριζε τη σημασία των δομών που είχαν πλέον εδραιωθεί και του επέτρεπαν να επιτελεί τόσο ξεχωριστά αυτό το ρόλο. Σίγουρα η ομάδα δεν ήταν χτισμένη αποκλειστικά γύρω του, μολονότι ο Ουμπέρτο φρόντιζε ώστε όλοι οι παίκτες να αντιλαμβάνονται μέχρι κεραίας το ρόλο που περίμενε να παίξουν. Αν μπορούσαν να συλλάβουν ότι το ζητούμενο του παιχνιδιού ήταν η νίκη, τότε ήταν σίγουρος ότι θα έβρισκαν το τέρμα.

Καθώς εντρυφούσε στις βιογραφικές λεπτομέρειες κάθε μέλους της ομάδας του, ο Ουμπέρτο έφτασε στο συμπέρασμα ότι, μπορεί να μην ήταν πια τόσο νέοι, αλλά η πείρα και η γνώση τους θα τους επέτρεπαν να διακριθούν μέσα στον αγωνιστικό μεσαίωνα που επικρατούσε στο άθλημα. Μέσα στο γήπεδο έδιναν όλοι τον καλύτερο εαυτό τους, διαμορφώνοντας έτσι μια προσέγγιση στο παιχνίδι στην οποία ελάχιστι μπορούσαν να βρουν απάντηση. Κάθε φορά που η ομάδα του Ουμπέρτο έφτανε στο τέρμα, η αντίπαλη κερκίδα γινόταν μοναστήρι. Η σιωπή ήταν σχεδόν εκκωφαντική. Ιδού ένας άνθρωπος που δεν έχανε ποτέ τη ροή του παιχνιδιού. Αντίθετα έστεκε εκεί, στην καρδιά των πραγμάτων, οργανώνοντας τους χαρακτήρες που θα έφερναν το παιχνίδι σε άλλο ένα αίσιο τέλος. Για κάποιους η επιτυχία του Έκο παρέμενε μυστήριο, άλλοι την έβρισκαν συναρπαστική όσο οι αγώνες εξελίσσονταν σε θρίλερ, όλοι πάντως συμφωνούσαν ότι είχε επικές διαστάσεις.

Ο Ουμπέρτο ανέπτυσσε την επιθετική γραμμή του σαν δίχτυ. Προωθούμενος με την μπάλα στα πόδια, κάθε παίκτης ήταν συνδεμένος με τον άλλο, αλλάζοντας πάσες με εντυπωσιακή αποτελεσματικότητα. Αν και περήφανος που φορούσε τη φανέλα με το εννιά και μπορούσε να περιγράφει τον εαυτό του ως σέντερ φορ, Ο Ουμπέρτο επέμενε ότι κάθε επίθεση δεν έπρεπε να έχει κανένα σταθερό σύστημα, αλλά μάλλον να χαρακτηρίζεται από τη συμβολή των επιθετικών σε όλες τις θέσεις. Πίστευε στην ομορφιά του επιθετικού παιχνιδιού που του εξασφάλιζε το σύστημα των τεσσάρων παικτών. Από αυτήν την άποψη, έγινε εξαιρετικά δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς αρχή, μέση και τέλος στην τακτική του. Ωστόσο στην Μπουντεσλίγκα ήχησαν τα τενεκεδένια τύμπανα του Γκύντερ Γκρας αναγγέλλοντας μια ανάλγοη εκδοχή αυτής της τακτικής, ενώ στη Νότια Αμερική ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες έδωσε τέλος σε έναν αιώνα σχεδόν μοναξιάς χωρίς τρό΄παια με ένα παρόμοιο στυλ παιχνιδιού. Πιο διάσημος απ' όλους, ο Τόμας Πύντσον χρησιμοποίησε τις διδαχές του Έκο για να δημιουργήσει το σύστημα V, που έμελλε να επικρατήσει στους ανασυγκροτούμενους συλλόγους όλης της αμερικανικής επικράτειας.

Η απομάκρυνση από κάθε υποβόσκοντα κίνδυνο υποβιβασμού ήταν εντυπωσιακή κι έτσι ο Ουμπέρτο είχε τώρα το περιθώριο που χρειαζόταν για να πειραματιστεί. Ήθελε να συνδυάσει την τάξη που οδηγούσε στο περιζήτητο τέρμα με την αταξία που υποψιαζόταν ότι ήταν απαραίτητη για μια τόσο σίγουρη και ευπρόσδεκτη έκβαση. Προσπάθησε λοιπόν να εμφυσήσει ένα πιο ανταγωνιστικό πνεύμα στην ομάδα. Κάθε μπαλιά έπρεπε να διεκδικείται μέχρις εσχάτων παρότι, ως άνθρωπος αφιερωμένος στο καθαρό παιχνίδι, δεν ήταν διατεθειμένος να πειστεί ότι η κατάφωρη πρόκληση μπορούσε να επισύρει οτιδήποτε άλλο πέρα από τη μήνη των αρχών στα κεφάλια της ομάδας του. Η κυκλοφορία της μπάλας γινόταν τώρα όλο και πιο απρόβλεπτη, σχεδόν αλλοπρόσαλλη, καθώς ο Τζάκσον Πόλλοκ, νένα αμερικανική μεταγραφή, έκανε τέχνη την ικανότητά του να βρίσκει με την μπάλα το στόχο εκεί που δεν το περίμενε κανείς. Ο Άντυ Γουόρχολ ήταν άλλος ένας πολλά υποσχόμενος σε αυτό το ρόλο, μολονότι του έλειπε η αντοχή και σπάνια έβγαζε πάνω από δεκαπέντε λεπτά μέσα στο γήπεδο.

Τώρα πιο ο Ουμπέρτο, ως επιθετικός, ρύθμιζε το παιχνίδι με τις θεαματικές επιδόσεις του. Υπήρχε ακόμη μια χούφτα κριτικών που επέμεναν ότι δεν καταλάβαινε σωστά το παιχνίδι, αν και ελάχιστοι αμφέβαλαν ότι το έπαιρνε πολύ στα σοβαρά. Πάντως ο μυθιστορηματικός χαρακτήρας που έδινε στις αναμετρήσεις εντυπωσίαζε τους πολλούς. Ούτε ρομαντικός ούτε ηρωικός, ο Ουμπέρτο προτιμούσε να αγνοεί τους παγιωμένους τύπους του παιχνιδιού και να παρακολουθεί τη συνδιαμόρφωση των παραγόντων και να παρακολουθεί τη συνδιαμόρφωση των παραγόντων του στο τερέν, ωστόσο απαιτούσε στράτευση στον αγώνα και εν τέλει έγινε ούτε λίγο ούτε πολύ ένας κλασικός.

Ο Ουμπέρτο δε φοβόταν να διεκδικήσει την μπάλα και να την κρατήσει με ζήλο, την ίδια στιγμή όμως ήταν αποφασισμένος να τη μοιράζει σε όλους, τουλάχιστον τους δικούς του. Επιπλέον, όταν υπήρχε ανάγκη, έτρεχε να βοηθήσει στα μετόπισθεν. Καθώς ήταν μέσα σε όλες τις φάσεις, δεχόταν συχνά ποινές για διαμαρτυρία, χωρίς αυτό να το στενοχωρεί υποερβολικά. Οι βουτιές του βέβαια ήταν θρυλικές και, κάθε φορά που του εξασφάλιζαν ένα πέναλτι καθοριστικό για το παιχνίδι, ο Ουμπέρτο ομολογούσε ντροπαλά τη σταθερή πίστη του στις απομιμήσεις. Τρέχοντας πάνω-κάτω στο γήπεδο, έστελνε την μπάλα “με το διαβήτη” στα πόδια των προωθημένων συμπαικτών του, προσδοκώντας ότι και οι άλλοι πέρα από αυτόν θα μπορούσαν να βρουν το τέρμα που επιζητούσε η ομάδα του για να εξασφαλίσει τη θέση της. Ενίοτε γινόταν φανερό πως η δεξιοτεχνία του ήταν μια ψευδαίσθηση, αφού του έλειπε η τελική πάσα, όμως ο Ουμπέρτο αντιμετώπιζε αυτή την αδυναμία με στωικότητα, ξέροντας ότι δεν μπορούσε να του χαλάσει το ίματζ. Δεν τον ανησυχούσαν κάποιες τυχαίες μπαλιές που ακολουθούσαν την πραγματικότητα της γραμμής του τέρματος αντί να την υπερβούν αλλάζοντας το αποτέλεσμα -στο κάτω-κάτω, o Γάλλος Ζακ Λακάν είχε σταδιοδρομήσει χάρη σε τέτοιες αδύνατες διεισδύσεις. Απεχθανόταν την έλλειψη σκοπού και αγωνιστικότητας που χαρακτήριζε πολλούς συναδέλφους του, γνωρίζοντας ότι, αν ήθελε να τύχει διεθνούς αναγνώρισης, δεν έπρεπε να αποσπάται ποτέ από το παιχνίδι γύρω του.


Ο Ουμπέρτο ήξερε ότι παρόλο που είχε πολλά να προσφέρει, δεν ήταν ικανός να κινήσει γη και ουρανό όπως ο προκάτοχός του Θωμάς ο Ακινάτης. Ούτε ήταν καλλιτέχνης, όπως ο Λεονάρντο ντα Βίντσι και ο Μιχαήλ Άγγελος, ήξερε όμως να οργανώνει ένα καλό θέμα και, συνδέοντας τη φόρμα με τη λειτουργία των παικτών του, κατάφερε να φτιάξει μια ομάδα που να χτυπάει το πρωτάθλημα με παραγνωρισμένα ως τότε ταλέντα. Μερικές φορές ήταν απογοητευτική, σωστή παρωδία εκείνης της ομάδας που είχε ρίξει μια τριάρα στην Ίντερ την προηγούμενη Κυριακή, και τότε ο Ουμπέρτο καταλάβαινε πως η σταθερότητα που λαχταρούσε θα αργούσε να έρθει. Κι όταν τελικά αξιώθηκε να σηκώσει το πολυπόθητο τρόπαιο, συμπαίκτες, παράγοντες και οπαδοί δε σταματούσαν να πίνουν κρασί στο όνομά του και να τον ραίνουν με ρόδα.

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2015

V for Βαζιούλιν

Σε μια προηγούμενη ανάρτηση με απρόσμενο(;) ίσως γκελ, καθώς έφτασε να είναι μία από τις τρεις πιο πολυδιαβασμένες στα χρονικά του μπλοκ, προέκυψε κι ένα παράπλευρο, πλην ενδιαφέρον, κατά τη γνώμη μου θέμα για το έργο του σοβιετικού φιλοσόφου Βαζιούλιν και τη διεθνή σχολή Λογική της Ιστορίας. Επειδή το θέμα δεν προσφέρεται για εκτενή κι εξαντλητική ανάλυση στο νήμα ενός ιστολογίου, θα περιοριστώ σε μερικές γενικές επισημάνσεις, με αφορμή και ένα σχετικό σχόλιο του Παρατηρητικού. Σημειώνω εξ αρχής πως ό,τι γράφω, αντιστοιχεί σε ό,τι κατέει (όπως λέει κι ο φίλος Πόε) το δικό μου το μυαλό, που ούτε απεριόριστες δυνατότητες έχει, ούτε το έχω στύψει ιδιαίτερα, απλώς ως εκεί έφτασε και κάθισε να ξαποστάσει.

Κωδικοποιημένα λοιπόν, έχουμε και λέμε:
Οι μαθητές του Βαζιούλιν στην Ελλάδα δεν είναι ακριβώς κάτι ιδιαίτερο κι ενιαίο τα τελευταία χρόνια. Όχι πως έχει ιδιαίτερη σημασία, αλλά δεν έγιναν όλοι οι Όμιλοι επαναστατικής θεωρίας πυρήνες του ΕΠΑΜ, ούτε είδαν με καλό μάτι το πολιτικό φλερτ (και παραλίγο γάμο) με τον Καζάκη, ούτε πολύ περισσότερο ασπάζονται ή είναι κοντά στο πολιτικό σκεπτικό, που οδήγησε ως εκεί.

Παρεμπιπτόντως, το καλύτερο έργο που μας έχει δώσει το εν Ελλάδι τμήμα της ΛτΙ, είναι κατά τη γνώμη μου ενός μαθητή του Βαζιούλιν, που δεν ακολούθησε την παραπάνω διαδρομή, του Περικλή Παυλίδη (γνωστού και ως σοβιετικού κυριούλη στους παλιούς αναγνώστες του μπλοκ) και είναι το βιβλίο του για "το φαινόμενο της γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ", που περιέχει σημαντικές κι αξιόλογες ιδέες, που -παρεμπιπτόντως- είναι αρκετά κοντά στις δικές μας θέσεις για το σοσιαλισμό, χωρίς προφανώς να ταυτίζονται με αυτές.

Τι είναι και τι θέλει η ΛτΙ και οι όμιλοι; Αυτό είναι καλύτερο να το βρει κανείς μόνος του απ' τη σελίδα της και τα κείμενα του ελληνικού της τμήματος. Δύο στοιχεία που μπορούμε πάντως να διακρίνουμε είναι: η απόλυτη προτεραιότητα στην ανάπτυξη της επαναστατικής θεωρίας και η (διαλεκτική προφανώς και όχι βαρών) άρση του θεωρητικού κεκτημένου του Μαρξισμού.

Στο πρώτο σημείο βασίζεται ο (σωστός ή άδικος, πάντως έχει μια βάση) παραλληλισμός με τους αρχειομαρξιστές, που έκανε ο Παρατηρητικός: πρώτα η θεωρία κι ύστερα η δράση. Δεν ξέρω ποιες θεωρητικές ανεπάρκειες ή ποια καμπή της συγκυρίας υπαγορεύει ως καθήκον να αφήσουμε στην άκρη την πρακτική δουλειά και να καταπιαστούμε (σχεδόν αποκλειστικά κι όχι παράλληλα) με τη θεωρητική. Ακόμα κι ο Λένιν που απομονωνόταν κατά διαστήματα στην εξορία και κλεινόταν σε βιβλιοθήκες για να μελετήσει, προσανατόλιζε τη θεωρητική του ενασχόληση σε πολύ πρακτικά ζητήματα του επαναστατικού κινήματος (που τροφοδοτούσαν με τη σειρά τους τη θεωρητική αναζήτηση). Νομίζω πάντως (αλλά μπορεί να κάνω και λάθος) πως τα αυστηρά κριτήρια των ομιλιτών οριακά περιλαμβάνουν το Βλαδίμηρο (τις εκλαϊκευτικές του μελέτες και τις οξυδερκείς επισημάνσεις του) στους μεγάλους φιλοσόφους που εξέλιξαν το θεωρητικό κεκτημένο.

Όσο για το δεύτερο σκέλος: όσο ζωτική ανάγκη είναι για μια θεωρία να αναπτύσσεται διαλεκτικά και να μην αποστεώνεται σα δόγμα σε συνθήματα και μαγικές φόρμουλες, άλλο τόσο προβληματικές είναι οι ίσες αποστάσεις που διαφαίνονται από κάποιες αναφορές στο δίπολο δογματισμού-αναθεωρητισμού. Κι αν αυτό για το ελληνικό τμήμα χρησιμεύει ως αιχμή απέναντι στο ΚΚΕ, μπήκε το ερώτημα αν η διατύπωση αυτή είχε και εικοστοσυνεδριακές προεκτάσεις, ενάντια στο σφο με το μουστάκι -το οποίο όμως ξεδιαλύθηκε γρήγορα στα σχόλια της προηγούμενης ανάρτησης. Οι ΛτΙτες υπερασπίζονται με πάθος κι επιχειρήματα το ρόλο του Στάλιν ιστορικά, πχ απέναντι στους τροτσκιστές, αλλά ασκούν επιμέρους κριτική, πχ στα Οικονομικά Ζητήματα στην ΕΣΣΔ, που δεν τα δέχονται απόλυτα ως θεωρητική βάση, όπως κανει ουσιαστικά το Κόμμα στη δική του επεξεργασία για το σοσιαλισμό.

Ένα παρεμφερές ζήτημα είναι ότι ορισμένα ζητήματα, όπως η μεθοδολογία του Κεφαλαίου, άρχισαν για μια σειρά λόγους να μελετώνται συστηματικά τη δεκαετία του 50', μετά τη σταλινική περίοδο (για να το θέσουμε κάπως σχηματικά), κατά την οποία πάντως είχε αναπτυχθεί σημαντικό και πρωτοπόρο θεωρητικό έργο, όπως με τον Βιγκότσκι στην ψυχολογία και τη θεωρία της κυρίαρχης δραστηριότητας. Αυτό προφανώς δεν καθιστά τους πολλούς κι αξιολογότατους μελετητές αυτής της γενιάς "παιδιά του 20ού Συνεδρίου" και το έργο τους (που ούτε κατά διάνοια προσεγγίστηκε ποτέ από τον περιβόητο δυτικό Μαρξισμό) αναθεωρητικό.

Γενικά, πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με τέτοια βιογραφικά στοιχεία, προτού βγάλουμε πολιτικά συμπεράσματα. Το βιβλίο του Βαζιούλιν πχ, όπως είχα μάθει, είχε κολλήσει επί Μπρέζνιεφ, πιθανότατα σε κάποια γραφειοκρατικά γρανάζια, και κατάφερε να ξεκολλήσει μόλις στα χρόνια της Περεστρόικα, όταν είχαν αρχίσει να χαλαρώνουν και βασικά να διαλύονται τα πάντα, χωρίς αυτό να υποδηλώνει κάποιου είδους πολιτική συμπάθεια ή συγγένεια με τα γκεσέμια της παλινόρθωσης -ίσα-ίσα που ο Βαζιούλιν είχε κολυμπήσει ενάντια στο ρεύμα της αντεπανάστασης και είχε καταθέσει μάλιτα ως μάρτυρας υπεράσπισης στη δίκη του ΚΚΣΕ, όπου το έσυρε ο ανεκδιήγητος Γέλτσιν.
Κι αυτό είναι αρκετό για να καταδείξει μια βασική διαφορά του Βαζιούλιν από το γενκό πολιτικό προσανατολισμό του εκδοτικού (ΚΨΜ-Ναρ) που ανέλαβε την επανέκδοση του έργου του (η πρώτη έκδοση ήταν από τα Ελληνικά Γράμματα, αν θυμάμαι καλά), ανεξάρτητα από το ποια στοιχεία μπορεί να προβάλει κανείς σε ένα βιογραφικό σημείωμα.

Ένα σημαντικό έργο του Βαζιούλιν που δεν έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά, είναι η Λογική του Κεφαλαίου, όπου επιχειρείται να γίνει πράξη η έμμεση υπόδειξη του Βλαδίμηρου, που είχε πει ότι κανείς δεν έχει καταλάβει πραγματικά το Κεφάλαιο του Μαρξ, εφόσον δεν έχει διαβάσει τη Λογική του Χέγκελ. Και σε αυτό ακριβώς έγκειται η ιδιαίτερη αξία κα το ενδιαφέρον του, που δεν αναιρείται από τυχόν αντίστοιχες προσπάθειες άλλων μελετητών που αποτόλμησαν το ίδιο εγχείρημα. Σε κάθε περίπτωση, δε νομίζω να έχει μεταφραστεί κάτι από όλα αυτά στα ελληνικά, οπότε δε μιλάμε καν για χαλάζι που σπάει την αναβροχιά ή για τυφλούς, όπου βασιλεύουν οι μονόφθαλμοι.

Κλείνω με το δίπολο λογικού-ιστορικού, στο οποίο παραπέμπει κατά μία έννοια και το όνομα της σχολής (ΛτΙ), για το οποίο δεν είμαι σε θέση να πω κάτι παραπάνω (πέρα από την εοισήμανση της κομβικής του θέσης), ούτε να κρίνω την εκτίμηση του Παρατηρητικού για την άρση του μαρξισμού από το Βαζιούλιν, που προχωρά σε "ουσιαστική δάρρηξη της διαλεκτικής ενότητας ιστορικού και λογικού δίνοντας το προβάδισμα στο ιστορικό. Έτσι όμως σείονται συθέμελα οι μεθοδολογικοί πυλώνες της φιλοσοφίας του επιστημονικού κομμουνισμού με απρόβλεπτες συνέπειες για τις δυνατότητες εφαρμογής της στην πράξη για τον επαναστατικό μετασχηματισμό του κόσμου".

Θα κλείσω λοιπόν το σημερινό κείμενο, κάνοντας ένα ανοιχτό κάλεσμα σε οποιονδήποτε επώνυμο ή ψευδώνυμο αναγνώστη επιθυμεί, να αφήσει στα σχόλια ή στο μέιλ της κε του μπλοκ (αναγράφεται πάνω δεξιά) μια συνοπτική, περιεκτική και κυρίως εκλαϊκευτική σχετική ανάλυση, ως εισαγωγή στο θέμα, περίπου χίλιων λέξεων, για να δημοσιευτεί σε ξεχωριστό κείμενο και να τροφοδοτήσει την περεταίρω συζήτηση.

Σάββατο 21 Ιουνίου 2014

Πόσο μεγάλος είναι ο άνθρωπος

Η κε του μπλοκ αντιγράφει και αναδημοσιεύει σήμερα ένα απόσπασμα από το βιβλίο του φρανκ λέζερ «πόσο μεγάλος είναι ο άνθρωπος» (από το στοκ με τις προσφορές και τα φτηνά παλιά βιβλία της σύγχρονης εποχής) και συγκεκριμένα το υποκεφάλαιο «από τον ψυχικό κόσμο ενός αμερικανού σπουδαστή» από το κεφάλαιο «η κατάκτηση του νέου κόσμου». Δυστυχώς οι τελευταίες παράγραφοι εμπίπτουν στην κατηγορία της τραγικής ειρωνείας υπό το φως των ανατροπών και της αντεπανάστασης, αλλά το κείμενο και όσα περιγράφει παραμένουν άκρως επίκαιρα στην ουσία τους, ακόμα και για τα ελληνικά δεδομένα με την προώθηση αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Καλή ανάγνωση.

Συχνά, όταν πηγαίνοντας στις παραδόσεις μου ανεβαίνω τα σκαλιά της κεντρικής εισόδου του πανεπιστημίου Χούμπολτ του Βερολίνου και διαβάζω τη γραμμένη με χρυσά γράμματα 11η θέση του Καρλ Μαρξ για τον Φόιερμπαχ: «οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα όμως είναι να τον αλλάξουμε», σκέφτομαι άθελα την εποχή των σπουδών μου στις ΗΠΑ.

Κάθε πρωί στις οκτώ, εκτός από τις Κυριακές, ανέβαινα στο τραμ τότε στη Μινεάπολη, για να πάω στις παραδόσεις μου στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα. Το εισιτήριο κόστιζε δέκα σεντς, περίπου δυόμιση δολάρια το μήνα. Ένα όχι ασήμαντο ποσό για ένα σπουδαστή ο οποίος, όπως η μεγάλη πλειοψηφία των σπουδαστών στις ΗΠΑ, δεν έπαιρνε υποτροφία κι ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει ο ίδιος για τις σπουδές του. Στα αμερικάνικα αυτό λέγεται: «I worked my way through college», που σημαίνει κατά λέξη: περνούσα το πανεπιστήμιο δουλεύοντας. Αυτό σήμαινε για μένα: σπουδαστής την ημέρα και τορναδόρος νυχτερινή βάρδια σε ένα εργοστάσιο.

Ένα πρωί το εισιτήριο στο τραμ ανέβηκε στα 12 σεντς. Την επόμενη εβδομάδα έγινε 15 σεντς. Μέσα σε μερικές βδομάδες το εισιτήριο έφτασε τα 20 σεντς. Η αγανάκτηση του κόσμου, που μετακινούνταν με το τραμ, έπαιρνε απειλητικές διαστάσεις. Οργανώθηκε μια μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας στο πανεπιστήμιο. Οι αρχές άρχισαν να ανησυχούν. Κάτι έπρεπε να γίνει. Τελικά αποκαλύφτηκε το εξής: ένας περιβόητος γκάγκστερ είχε αγοράσει όλο το σύστημα τραμ της Μινεάπολης, μιας πόλης με ένα εκατομμύριο κατοίκους, καθώς και του Σεντ Πολ. Είχε ανεβάσει τις τιμές των εισιτηρίων για να αυξήσει τα κέρδη του. Οι σπουδαστές ζήτησαν από το γκάγκστερ εξηγήσεις. «Δε σας καταλαβαίνω», τους είπε, «σε τελευταία ανάλυση ζούμε σε μία δημοκρατία!». Περικυκλωμένος από τους μπράβους του μίλησε σε μια φοιτητική συγκέντρωση στο πανεπιστήμιο. Το νόημα της πολύ σύντομης, αλλά αποκαλυπτικής ομιλίας του ήταν τούτο: ζούμε σε μια κοινωνία, όπου η ελεύθερη οικονομία είναι ανώτατη αρχή. Κάθε επιχειρηματίας μπορεί να ζητάει για το εμπόρευμά του όσα προσφέρει η αγορά. Εγώ απλώς τηρώ αυστηρά αυτούς τους κανονισμούς. Λοιπόν τι θέλετε από μένα; Αν το τραμ σας πέφτει ακριβό, αγοράστε αυτοκίνητο!

Αυτά τα λόγια μου θύμισαν μια φράση της Μαρίας Αντουανέτας, βασίλισσας της Γαλλίας στα χρόνια της γαλλικής επανάστασης το 1789, που όταν της ανέφεραν ότι ο λαός δεν έχει ψωμί να φάει ρώτησε: και γιατί δεν τρώει παντεσπάνι; Ανάμεσα στη βασίλισσα της Γαλλίας και τον γκάγκστερ της Μινεάπολης υπήρχε μόνο μία διαφορά. Η βασίλισσα εκτελέστηκε, ενώ αυτός πούλησε την επιχείρηση των τραμ αφού τσέπωσε μεγάλα κέρδη και πήγε σε άλλη πολιτεία των ΗΠΑ να εφαρμόσει με τον ίδιο τρόπο τις αρχές της ελεύθερης οικονομίας. Αυτά που σας λέω δεν είναι παραμύθια από τις «1001 νύχτες». Μπορείτε να τα διαβάσετε στους επίσημους φακέλους της αμερικανικής γερουσίας, που φυλάγονται για τις μελλοντικές γενιές με την ονομασία «Αναφορά Κεφώβερ για την εγκληματικότητα στις ΗΠΑ».

Αλλά, μια και μιλάμε για «ελεύθερη οικονομία», θα μου επιτρέψετε να σας πω πώς περνάει τις εξετάσεις του ο αμερικανός φοιτητής. Τα πιο πολλά αμερικανικά πανεπιστήμια είναι πολύ μεγάλα ιδρύματα. Πολλά έχουν 20 ως 40 χιλιάδες φοιτητές. Οι εξετάσεις είναι συχνές. Περίπου δύο με τρεις φορές το εξάμηνο δίνεται στο φοιτητή κάθε ειδικότητας ένα εξεταστικό φυλλάδιο με περισσότερες ερωτήσεις απ’ όσες θα μπορούσε να απαντήσει στον χρόνο που του δίνεται. Κάτω από κάθε ερώτηση υπάρχουν τέσσερις απαντήσεις από τις οποίες ο εξεταζόμενος επιλέγει τη σωστή. Η επιλογή σημειώνεται με σταυρό σε έναν από τους τυπωμένους κύκλους. Οι απαντήσεις ελέγχονται αυτόματα από έναν υπολογιστή. Τα καλύτερα 10% βαθμολογούνται με ένα (παρένθεση άριστα) τα επόμενα 20% με δύο (καλά), τα 30-40% με τρία (βάση) και τα υπόλοιπα με τέσσερα ή πέντε. Αν και το γενικό επίπεδο των εξετάσεων είναι ίσως υψηλό, αυτή η αρχή της ποσοστιαίας κατανομής ποτέ δεν παραβιάζεται. Για αυτό, μόνο ένα σχετικά μικρό ποσοστό μπορεί και παίρνει ένα ή δύο. Ένα μεγάλο μέρος απορρίπτεται πάντα στις εξετάσεις. Η αρχή της ελεύθερης οικονομίας και του ανταγωνισμού τηρείται με αμείλικτη συνέπεια και στα πανεπιστήμια. Κατά συνέπεια, μια αμοιβαία βοήθεια και συμπαράσταση, μια κοινή προσπάθεια για καλά αποτελέσματα σπουδών, πράγμα που στις σοσιαλιστικές χώρες είναι κάτι το αυτονόητο, για έναν αμερικανό φοιτητή θα σήμαινε αυτοκτονία. «Ο καθένας ενάντια σε όλους!» είναι στις ΗΠΑ η ανώτατη ηθική αρχή.

Δεν είναι όμως μόνο τα αποτελέσματα των εξετάσεων που παίζουν αποφασιστικό ρόλο για τη μελλοντική σταδιοδρομία του φοιτητή. Πολύ πιο αποφασιστικό στοιχείο είναι οι σχέσεις που αποκτά ο φοιτητής στο πανεπιστήμιο. Εκεί του προσφέρεται ένα ραφιναρισμένο σύστημα από «αδελφότητες» (fraternities για αγόρια και sororities για κορίτσια). Ευνοϊκό φυσικά είναι ο φοιτητής να κατάγεται από πλούσια αστική οικογένεια και να είναι προτεστάντης και λευκός. Για αυτόν είναι ανοιχτές οι καλύτερες αδελφότητες και μπορεί από το πανεπιστήμιο κιόλας να αρχίσει τη μελλοντική επαγγελματική σταδιοδρομία του. Αλλά όταν ο πατέρας του είναι εργάτης ή ας πούμε καθολικός ή ακόμα χειρότερα εβραϊκής καταγωγής –αφήνουμε πια τι σημαίνει να είναι μαύρος- τότε τα πράγματα είναι πραγματικά δύσκολα. Όχι, όπως νομίζετε! Κι αυτός μπορεί να γίνει δεκτός σε μια αδελφότητα, γιατί υπάρχουν πολλές και διάφορες τέτοιες αδελφότητες: για τα παιδιά της εργατικής τάξης, για τους εβραίους και τους καθολικούς φοιτητές, για κάθε τάξη και στρώμα, για κάθε θρησκευτική προέλευση, για κάθε χρώμα δέρματος. Για όλα υπάρχει μέριμνα. Ο καθένας ταξινομείται, αναλύεται, κατατάσσεται με μεγάλη ακρίβεια και προετοιμάζεται για τη μελλοντική θέση του. Οι προνομιούχοι πάνω, οι προλετάριοι κάτω –οι πλούσιοι πρώτα, οι φτωχοί ας περιμένουν, οι διαμαρτυρόμενοι εδώ, οι καθολικοί εκεί, στους λευκούς η προτεραιότητα, οι μαύροι εκεί που τους ταιριάζει και… οι κόκκινοι στη Ρωσία!

Σπάνια ένας φοιτητής πετυχαίνει να διασπάσει αυτό το σύστημα. Ενδιαφέρον έχει εδώ ο ρόλος των γυναικείων αδελφοτήτων (sororities) οι οποίες εντάσσονται τέλεια σε αυτό το σύστημα. Βασική αποστολή τους δεν είναι ο επαγγελματικός προσανατολισμός των φοιτητριών. Πολύ σημαντικότερο για την αμερικανίδα φοιτήτρια είναι να βρει έναν άντρα που να της εξασφαλίζει οικονομική άνεση κι ευχάριστη ζωή. Για το σκοπό αυτό, η καλύτερη λύση για μια κοπέλα είναι να γραφτεί στο πανεπιστήμιο –έστω και τυπικά για λίγα εξάμηνα- και να γίνει μέλος μιας αδελφότητας. Αυτή η οργάνωση προσπαθεί με διακριτικό τρόπο, ανάλογα με την κοινωνική θέση, τη θρησκευτική προέλευση και τις ατομικές επιθυμίες να βρει στην κάθε φοιτήτρια τον εκλεκτό της. Κυριαρχεί κι εδώ η «ελεύθερη οικονομία».

Οι φοιτητές που έχουν εξαιρετική ακαδημαϊκή επίδοση μπορούν να πάρουν πτυχίο με άριστα. Για αυτό χρειάζεται να υποβάλουν μια γραπτή εργασία και να υποστούν μια ειδική προφορική εξέταση. Κι εγώ, με βάση την επίδοσή μου μπορούσα να πάρω πτυχίο με άριστα. Έγραφα την πτυχιακή μου εργασία με περιεχόμενο ένα θέμα του ιστορικού υλισμού. Πρόεδρος της εξεταστικής επιτροπής ήταν ο καθηγητής δρ Φάιγκελ, γνωστός αστός αμερικανός φιλόσοφος. Ήταν αυστριακής καταγωγής και στη δεκαετία του 30’ ανήκε στον κύκλο της Βιέννης –κυρίαρχο ρεύμα της θετικιστικής φιλοσοφίας. Η εξέταση επρόκειτο να αρχίσει στις 2μμ. Μισή ώρα νωρίτερα στεκόμουν μπροστά στην πόρτα της αίθουσας των εξετάσεων. Στις 2μμ ακριβώς ήρθαν οι πέντε καθηγητές της εξεταστικής επιτροπής. Η πόρτα έκλεισε πίσω τους. Περίμενα 10 λεπτά, μισή ώρα, μία ώρα. Καμιά κίνηση. Μετά από δύο ώρες βγήκε ο δρ Φάιγκελ και είπε: «λυπούμαι, αλλά δεν μπορούμε να σας εξετάσουμε· η εργασία σας περιέχει μια κοσμοθεωρία, που δεν μπορούμε να αποδεχτούμε!».

Ίσως καταλαβαίνετε τώρα τι νιώθω σήμερα, όταν στις παραδόσεις μου διαβάζω τα χρυσά γράμματα: «οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα όμως είναι να τον αλλάξουμε». Ποιος μπορεί να φανταστεί σήμερα ότι εδώ στο πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου ο μαρξισμός-λενινισμός θα μπορούσε να μην είναι αποδεκτός, ότι ένας γκάγκστερ θα μπορούσε να αγοράσει τα μεταφορικά μας μέσα, για να βγάζει σε βάρος των εργατών και των φοιτητών όσο γίνεται μεγαλύτερα κέρδη, ότι ένα καλοστημένο σύστημα θα κρατούσε πάνω αυτούς που είναι πάνω και κάτω αυτούς που είναι κάτω, ότι οι σπουδές μας θα πληρώνονταν με νυχτερινές βάρδιες, ότι ανώτατος ηθικός νόμος θα ήταν η αρχή: «ο καθένας ενάντια σε όλους»;

Είναι πραγματικά δυο κόσμοι που υπάρχουν ταυτόχρονα στο στερέωμα της ιστορίας και κινούνται με μεγάλη ταχύτητα σε αντίθετες κατευθύνσεις. Η τεράστια απόσταση που τους χωρίζει σήμερα μεγαλώνει γοργά. Η ηθική τους απόσταση αυξάνει διαρκώς. Ο ένας κόσμος βρίσκεται σε ηθική παρακμή. Αλλά σε ποια κατεύθυνση κινείται η ηθική του δικού μας κόσμου;


Και το βιβλίο συνεχίζει με το επόμενο υποκεφάλαιο. Συνολικά πάντως το βιβλίο ασχολείται κυρίως με τα αυτόματα (μηχανές, ρομπότ, υπολογιστές) και κατά πόσο μπορούν να αντικαταστήσουν και να διευκολύνουν τον άνθρωπο και διάφορες παραγωγικές λειτουργίες του και χωράει αρκετή συζήτηση για το αν πέφτει στη λούμπα ενός είδους θετικισμού, όταν λέει πως πολλές ανθρώπινες συμπεριφορές και λειτουργίες μπορούν μελλοντικά να αποδοθούν και να αναπαραχθούν με μαθηματικές πράξεις κι αλγόριθμους. Αλλά αυτό θα ήταν το αντικείμενο μιας άλλης ανάρτησης.

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2014

Η διαλεκτική του ιστορικού προτσές και η μεθοδολογία της έρευνάς του. Β.Α.Βαζιούλιν


Σήμερα συμπληρώνονται δύο χρόνια από το θάνατο του σοβιετικού φιλόσοφου βίκτωρ βαζιούλιν και η κε του μπλοκ έχει την τιμή να φιλοξενήσει μια πολύ αξιόλογη δουλειά του σφου αναγνώστη vankas, που μας παρουσιάζει μια μικρή μπροσούρα του που είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τη σύγχρονη εποχή. Το κείμενο του vankas (που με την ευκαιρία τον ευχαριστώ και δημόσια για τη δουλειά του και την άδεια να τη δημοσιεύσω) είναι αρκετά μεγάλο, αλλά το μέγεθος δεν πρέπει να λειτουργήσει αποτρεπτικά για το μέσο αναγνώστη. Η εργασία έχει και μερικά εκλαϊκευτικά στοιχεία κι όσοι αναγνώστες φτάσουν ως το τέλος, πιστεύω πως θα ανταμειφθούν από το τελικό αποτέλεσμα. Καλή ανάγνωση και κάθε κριτικός σχολιασμός, ευπρόσδεκτος.



Επειδή στο ιστολόγιο, μπορεί να μην προβάλλεται σε πολύ χρηστική μορφή το κείμενο, μπορείτε να επισκεφτείτε τον παρακάτω σύνδεσμο για να το διαβάσετε με την άνεσή σας

https://docs.google.com/file/d/0B8VO5_Y65O9cZmlZaDI2NUViNVE/edit

Επίσης μπορείτε σε αυτό το σύνδεσμο, να βρείτε και να κατεβάσετε τη μπροσούρα που παρουσιάζει ο vankas στο κείμενό του.