Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα υπαρκτός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα υπαρκτός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017

Κοινωνικοποίηση κι αυτοδιαχείριση

Ξεκινώντας με τη διασαφήνιση των όρων, νομίζω πως αρχικά πρέπει να συμφωνήσουμε -ή και όχι- πως η "εθνικοποίηση" ως έννοια βασικά ταυτίζεται με την κρατικοποίηση. Έχω υπόψη μου ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, το σύνθημα της εθνικοποίησης της γης, ως θέση των μπολσεβίκων, που αναγκάστηκαν τελικά να υποχωρήσουν και να δεχτούν τη θέση των εσέρων για αναδιανομή της γης στους άπορους αγρότες (το οποίο διαιώνιζε την ιδιωτική ιδιοκτησία και απλώς μετατόπιζε χρονικά τη σύγκρουση με τα αστικά στρώματα της υπαίθρου).

Το αγροτικό ζήτημα όμως, έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, καθώς προωθήθηκε τελικά η κολεκτιβοποίηση, δηλ η δημιουργία αγροτικών συνεταιρισμών ως μεταβατικής μορφής, και δευτερευόντως τα σοβχόζ (δηλ οι κρατικοί συνεταιρισμοί). Κάτι που δεν είναι προφανώς άσχετο με το μέσο παραγωγής -τη γη- και τη φύση του, πχ σε σχέση με τον κοινωνικό χαρακτήρα των βιομηχανικών μονοπωλίων.

Το δεύτερο σημείο που πρέπει να διευκρινιστεί, γιατί έχουμε ταλαιπωρηθεί πολύ από τη σχετική σύγχυση, που διεισδύει ενίοτε και στις γραμμές μας, είναι η κρατικοποίηση που συναρτάται άμεσα από τον τύπο του κράτους στον οποίο αναφέρεται.
Σε αυτήν ακριβώς πατάει η ρετσινιά του κρατισμού, που επιχειρούν να μας κολλήσουν οι φιλελέδες -και διάφορα ιδεολογικά αδελφάκια τους, με πιο "ριζοσπαστικό" πρόσωπο- αδυνατώντας βασικά να ξεχωρίσουν -ή μάλλον συγχέοντας σκόπιμα- δυο λογιών άχυρα: το δημόσιο τομέα μιας καπιταλιστικής χώρας και την κρατική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής μιας σοσιαλιστικής χώρας.
Παλιά τους τέχνη κόσκινο, να φαίνονται ως αντίπαλοι του κράτους, μη σου πω κι αντιεξουσιαστές (σαν τον αναρχικό τραπεζίτη του Πεσόα και τον αντιεξουσιαστή ΓΑΠ, ενώ αποτελούν το πιο σάπιο, κρατικοδίαιτο κομμάτι της κοινωνίας.

Βρίσκουν όμως κατά καιρούς πάτημα και σε δικά "μας" (εντός ή εκτός εισαγωγικών) ολισθήματα κι αδυναμίες. Γιατί, όσο σωστό κι απαραίτητο είναι να υπερασπιζόμαστε σήμερα το δημόσιο, δωρεάν χαρακτήρα κάποιων αγαθών, υπηρεσιών κτλ, τόσο λανθασμένη είναι η λογική πως η κρατικοποίηση ορισμένων παραγωγικών τομέων μας προσεγγίζει στο στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού. Μια λογική που διαπερνά σαν κόκκινο νήμα διάφορα μεταβατικά προγράμματα των καιρών μας, εφευρίσκοντας ένα... δυαδικό σύστημα, μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού (δηλ στάδιο).

Αυτά περιγράφουν σε γενικές γραμμές το δίπολο (νεο)φιλελευθερισμού και σοσιαλδημοκρατίας (παρά τα αδιέξοδα και την κρίση ταυτότητας ιδίως της τελευταίας) που εγκλωβίζει δυστυχώς ως τις μέρες μας κόμματα κι οργανώσεις ανά την υφήλιο, που αυτοπροσδιορίζονται μεν ως κομμουνιστικά, αλλά επιμένουν να μην αφομοιώνουν τα διδάγματα της ιστορικής πείρας για τις διάφορες φάσεις ανάπτυξης του καπιταλισμού και τις επακόλουθες, ευέλικτες μετατοπίσεις των διάφορων αστικών, πολιτικών πόλων: από τη σοσιαλμανία του Καραμανλή, μέχρι τη νεοφιλελεύθερη "μετάλλαξη" της σοσιαλδημοκρατίας και τις συμπράξεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) που υπερβαίνουν αυτό το δίπολο.

Το ωραίο της υπόθεσης όμως είναι η απόπειρα σοσιαλδημοκρατικής καταγγελίας του κρατισμού, που συναντά το αναρχικό όραμα της αυτοδιαχείρισης των επιχειρήσεων, που δρουν με περισσότερη ελευθερία, χωρίς τις νόρμες και το ασφυκτικό πλαίσιο του κεντρικού σχεδιασμού (που είναι βασική παραγωγική σχέση του σοσιαλισμού).
Παρεμπιπτόντως, αν κάποιοι αναρχικοί αγανακτούν με το παραπάνω "τσουβάλιασμα", μπορούν να αναλογιστούν (αν)αρχικά γιατί επιμένουν να βάζουν όλους τους τύπους κρατών (εργατικό, αστικό, κοκ) στο ίδιο τσουβάλι.

Στη δική μας χώρα, η ελληνική ιδιαιτερότητα εκφράστηκε μεταξύ άλλων και με μια "ιδιαίτερη" μορφή σοσιαλδημοκρατίας -το ΠαΣοΚ- που απέρριπτε αρχικά την ένταξη στη Σοσιαλιστική Διεθνή, καταγγέλλοντας το ρεφορμισμό της -sic. Ένα "κίνημα" που δεν περιορίστηκε στον κλασικού τύπου εκφυλισμό του κοινωνικού κράτους, του δημόσιου τομέα, των συνεταιρισμών, κτλ, αλλά πρόβαλλε έναν κατά φαντασία σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Ο οποίος σε αντίθεση με το "κρατικό μοντέλο" του υπαρκτού, έβαζε ως στόχο την κοινωνικοποίηση (των προβληματικών, που τις παρέδωσε ξανά στο κεφάλαιο, καθαρές από χρέη) κι όχι απλώς την κρατικοποίηση.

Μια "κοινωνικοποίηση" που στο σχετικό νομοσχέδιο επιχείρησε να κατοχυρώσει τον ασφυκτικό (μη κρατικό υποτίθεται) περιορισμό κι έλεγχο των απεργιών.
Και δεν είναι τυχαίο πως έδενε με το σύνθημα της αυτοδιαχείρισης και δανειζόταν πολλά στοιχεία από τη Γιουγκοσλαβία του Τίτο και το δικό της "αδέσμευτο" τρίτο δρόμο προς τον καπιταλισμό.
Δεν είναι τυχαίο επίσης πως στη Σοβιετική Ένωση, το σύνθημα της αυτοδιαχείρισης λειτούργησε ως μοχλός για τη μεγαλύτερη αυτονόμηση των επιχειρήσεων -δηλ του κεφαλαίου- και την επιτάχυνση της διαδικασίας της παλινόρθωσης.

Την αυτοδιαχείριση πολλοί αγάπησαν, το σοσιαλισμό κανείς τους.
Στο σοσιαλισμό το κράτος (η δικτατορία του προλεταριάτου, δηλ η εργατική τάξη) απαλλοτριώνει τα μέσα παραγωγής εξ ονόματος της κοινωνίας -με την οποία δεν ταυτίζεται, και ούτε μπορεί να γίνει αυτό μονομιάς, γιατί τότε θα εξέλιπε η ιστορική αναγκαιότητα του κράτους και θα το καταργούσαμε εξ αρχής.

Η αυτοδιαχείριση μιας επιχείρησης ως στόχος, χωρίς τα παραπάνω -πόσο μάλλον απέναντί τους- είναι καταδικασμένη να καταλήξει στην αναγέννηση του στενού ιδιωτικού πνεύματος, ακόμα κι αν το ντύσουμε με ωραίες φράσεις ή τη μορφή ενός "συλλογικού εγωισμού", και σε ένα βάθος χρόνου στην καπιταλιστική παλινόρθωση.

Μένει ανοιχτό ως ζήτημα η σχέση μεταξύ κρατικοποίησης και κοινωνικοποίησης, που ήταν και ο βασικός λόγος για να γραφτεί αυτό το κείμενο -που για αλλού αυτό ξεκίνησε, αλλά ξεστράτισε στην πορεία κι αλλού η ζωή το βρήκε.

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Διασχίζοντας τον ποταμό - Crossing the river

Η φράση χρησιμοποιείται  μεταφορικά και είναι ο τίτλος του αυτοβιογραφικού βιβλίου του Βίκτορ Γκρόσμαν (ή Στέφεν Βέχσλερ, αν προτιμάτε το αμερικάνικο όνομά του). Ποτέ άλλοτε όμως μια μεταφορά δεν έκρυβε τόση δύναμη στα σημαινόμενα και τόσο συγκλονιστικά γεγονότα, καθώς ο Γκρόσμαν είναι ένας Αμερικάνος που δραπετεύει από τη Δυτική Γερμανία στη Λαοκρατική και δεν περνά απλώς στην άλλη όχθη του Δούναβη, αλλά σε ένα διαφορετικό νέο κόσμο, που χτίζεται από την αρχή.

Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο -γιατί δεν έχει μεταφραστεί στα ελληνικά- οπότε δεν έχω προσωπική εικόνα για το περιεχόμενο και τους όποιους περιορισμού του. Αλλά αν περνούσε από το δικό μου χέρι -που δεν περνά προφανώς- θα ήταν ίσως το πρώτο βιβλίο που θα επέλεγα να μεταφράσει και να εκδώσει η Σύγχρονη Εποχή.


Όσοι θέλουν να πάρουν μια ιδέα για το περιεχόμενο, μπορούν να διαβάσουν μια παρουσίαση του από τον Anton Saefkow (ψευδώνυμο) στο Ατέχνως, καθώς και μια συνέντευξη που του παραχώρησε ο συγγραφέας, που δημοσιεύτηκε σε τρία μέρη (1ο, 2ο, και 3ο) και έχει μια σύντομη περιγραφή όσων εξιστορεί στο βιβλίο του: τα πρώτα χρόνια, το ΚΚ ΗΠΑ, οι σπουδές, η θητεία του ως βιομηχανικός εργάτης, ο πόλεμος της Κορέας, ο Μακαρθισμός, η απόδραση, η καινούρια ζωή, οι κατακτήσεις, οι ανέσεις κι ο τρόπος ζωής που απολάμβανε, τα αίτια που οδήγησαν στην ήττα.
Αυτό που δεν περιγράφει, είναι η μεταγενέστερη ένταξή του στο οπορτουνιστικό die Linke, εξ ου κι ένας βασικός περιορισμός για την οπτική του επί της σημερινής πολιτικής κατάστασης -αν και έχει αρκετούς προβληματισμούς για τις θέσεις και την πολιτική γραμμή του κόμματός του.

Από τη μια πλευρά, μπορεί να μας προβληματίζει η πολιτική επιλογή ενός συντρόφου, τόσο συνειδητοποιημένου, ώστε να διασχίσει ανάποδα το ποτάμι -βέβαια το άλλο αντίστοιχο παράδειγμα και μέτρο σύγκρισης που έχουμε είναι ο Βολφ Μπίρμαν, που αν δεν κάνω λάθος έφτασε να στηρίζει το SPD. Κι αυτή είναι η πικρή αλήθεια για την κατάληξη του στιχουργού που έγραφε για την πικρή αλήθεια της Unidad Popular.

Από την άλλη όμως δεν είναι παράλογη εξέλιξη, καθώς ο κορμός του die Linke αποτελείται από τα παλιά μέλη του ΕΣΚΓ και τα "απομεινάρια" του τελευταίου, που οδηγήθηκαν σχεδόν σύσσωμα στο νέο μόρφωμα -με ενδιάμεσο σταθμό το ΚΟΔΗΣΟ -ο ίδιος ο Γκρόσμαν δεν ήταν ποτέ οργανωμένο μέλος του ΕΣΚΓ (SED), αλλά βρισκόταν πάντα κοντά του κι ακολούθησε το γενικό ρεύμα.

Κάτι αντίστοιχο έγινε και σε άλλες πρώην σοσιαλιστικές χώρες, όπου τα πρώην ΚΚ μετεξελίχθηκαν σε σοσιαλδημοκρατικά. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί η Ρωσία, με το ΚΚΡΟ, που κράτησε το όνομα χωρίς τη χάρη ή μάλλον με όλα τα προβληματικά στρατηγικά στοιχεία του ΚΚΣΕ της τελευταίας περιόδου της ΕΣΣΔ.

Πρέπει να σημειώσουμε επίσης ότι στη ΛΔΓ του ΕΣΚΓ προέκυψε από τη συγχώνευση του κομμουνιστικού κόμματος με το σοσιαλδημοκρατικό (ως κεντρική επιλογή κι όχι επειδή αυτό ήταν απαραίτητος όρος για την επιβίωση των σοσιαλδημοκρατών, αφού στη ΛΔΓ, αν δεν απατώμαι, υπήρχαν διάφορα νόμιμα μικρά κόμματα, που δεν είχαν καμία σχέση με τους κομμουνιστές.
Αντίστοιχη ενωτική πείρα πρέπει να είχε γαλουχήσει πολιτικά τον Γκρόσμαν και στα νεανικά του χρόνια στις ΗΠΑ, με την πολιτική γραμμή του εκεί ΚΚ.

Θέλω να πω λοιπόν ότι αν συνυπολογίσουμε κάποια προβλήματα στη φυσιογνωμία και τη στρατηγική στόχευση του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, θα διαπιστώσουμε τη διαβρωτική επίδραση κάποιων σοσιαλδημοκρατικών θέσεων, που δεν καθιστούν εντελώς παράλογη τη μετεξέλιξη ολόκληρων κομμάτων και των μελών τους. Αυτό μπορούμε να το δούμε εξάλλου και στο παράδειγμα του ΚΚΕ και της ανανεωτικής του πτέρυγας, που κατέληξε στο Συνασπισμό (κι από εκεί στο σημερινό Σύριζα ή το γενόσημό του, τη ΛαΕ).

Συνεπώς μπορούμε να ισχυριστούμε ότι υπήρχε άμεση σύνδεση-συγγένεια μεταξύ του τότε και του "τώρα", σωστά;
Όχι. Το παρόν περιέχει πάντα το παρελθόν μετασχηματισμένο και τα σπέρματά του βρίσκονται πάντα σε (διαλεκτικές) στιγμές του δεύτερου. Αλλά τα σημερινά μορφώματα τύπου Σύριζα και die Linke, δεν είναι φυσικοί συνεχιστές του διεθνούς ΚΚ, αλλά καρπός του εκφυλισμού και της ήττας του, πλήρης άρνηση κι όχι διαλεκτική άρση του. Κι αυτό απαντάει, πιστεύω, στην όποια... υφολογική σύνδεση επιχειρείται μεταξύ των δύο.

Αυτό είναι φανερό και στην περίπτωση του ίδιου του Γκρόσμαν, που είναι συνεπής υπερασπιστής του υπαρκτού σοσιαλισμού, διατηρώντας τις ενστάσεις και τις επιφυλάξεις του για τα αρνητικά του σημεία. Τι σχέση έχει αυτή η έντιμη στάση, με την πολιτική θέση του σημερινού die Linke; Καμία απολύτως. Παίρνει γενικά θέση εναντίον των διώξεων που υφίστανται παλιά στελέχη του κρατικού μηχανισμού της ΛΔΓ, αλλά απορρίπτει συλλήβδην την πείρα της ΛΔΓ και το συγκεκριμένο μοντέλο οικοδόμησης. Στέκεται στο αντίπαλο, ταξικό στρατόπεδο, του εκλεπτυσμένου αντικομμουνισμού, κι έχει εγκλωβίσει στις γραμμές του πολλούς τίμιους αγωνιστές, που βρίσκονται εκεί με τη δύναμη της συνήθειας.

Ποιο είναι λοιπόν το γενικό συμπέρασμα; Αν το διεθνές ΚΚ είχε διάφορες αδυναμίες, παρεκκλίσεις, που αντανακλούσαν την επίδραση της σοσιαλδημοκρατίας και αντανακλώνται και στις αντιλήψεις-αυταπάτες των οργανωμένων μελών του, δεν έχει καμία σχέση με την αυθεντική σοσιαλδημοκρατία και το βρώμικο, ιστορικό της ρόλο. Κι αν το ΕΣΚΓ, συγκεκριμένα, είχε αδυναμίες και προβληματικά στοιχεία στις προγραμματικές του θέσεις και την πολιτική πρακτική του, στοιχεία που εκκόλαψαν κι ως ένα βαθμό προαπεικόνιζαν το σημερινό εκφυλισμό, δεν έχει ωστόσο καμία πολιτική (υφολογική ή όποια άλλη) συγγένεια κι άμεση σύνδεση με τα σημερινά μεταλλαγμένα (πρώην ΚΚ) κόμματα, που καλύπτουν το κενό της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας.

Παρασκευή 1 Απριλίου 2016

Και μοιάζει η αλήθεια μου πελώριο ψέμα

Μέρος Ι

Η δύναμη του ψέματος βασίζεται πρακτικά στη δική μας θέληση να το πιστέψουμε. Αυτή είναι στην πραγματικότητα κι η μεγάλη δύναμη του όπιου της θρησκείας, που λειτουργεί σαν παυσίπονο σε μια κοιλάδα ατελείωτων δακρύων. Εκτός από τα ιερατεία και τους εμπόρους ελπίδας που εκμεταλλεύονται το φόβο και την ανάγκη του κοσμάκη, για να βγάλουν κέρδος, υπάρχουν οι χρήστες που θα το καλλιεργούσαν ευχαρίστως και μόνοι τους για προσωπική χρήση, ή μπορεί να γινόντουσαν βαποράκια.

Κι αυτό δείχνει πόσο σαθρές είναι μερικές 'μεγάλες αλήθειες' που επαναλαμβάνονται σαν κλισέ και δίνονται παρηγοριά στον άρρωστο. Πχ ότι μπορεί κανείς να κοροϊδεύει πολύ κόσμο για λίγο καιρό ή λίγο κόσμο για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά όχι πολλούς και για πολύ καιρό. Ή ότι ο ψεύτης κι ο κλέφτης τον πρώτο χρόνο χαίρονται. Μετά όμως μπορούν να αλλάξουν με δημοκρατικές διαδικασίες και να αναβαπτιστούν, για να αντικαταστήσουν τον αντικαταστάτη τους. Και πάει λέγοντας...

Το πρόβλημα είναι πως ο λαός συνεχίζει να ερμηνεύει επιφανειακά την πολιτική με όρους ηθικής κι ειλικρίνειας. Πιστεύει βασικά πως το πρόβλημα είναι οι κλέφτες κι οι ψεύτες χωρίς να καταλαβαίνει τη νόμιμη κλοπή στα πλαίσια του συστήματος και την ψευδή συνείδηση που αναπτύσσει, ζώντας σε αυτό. Πληγώνεται γιατί ο Σύριζα του είπε ψέματα (και όντως του είπε) για όσα μπορούσε να κάνει ενάντια σε δανειστές και μνημόνια. Αλλά αρνείται να δει πως ανεξαρτήτως ειλικρίνειας και προθέσεων, ακόμα κι αν έχεις ειλικρινά τους καλύτερους σκοπούς, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα, χωρίς να έρθεις σε ρήξη με το γενικό πολιτικό κάδρο. Το θέμα λοιπόν δεν είναι να αλλάξουμε απλώς τα πρόσωπα, αλλά το σύστημα. Γιατί το ψέμα, όπως ακριβώς και τα σκάνδαλα, είναι ενσωματωμένο στη σάπια, εκμεταλλευτική φύση του.

Παρόλα αυτά ο λαός συνεχίζει να αναζητεί τον τίμιο, ειλικρινή πολιτικό ηγέτη, που θα 'ρθει καβάλα στο άσπρο άλογο να τον σώσει. Κι η πλάκα είναι πως συνεχίζει να εμπιστεύεται αυτούς ακριβώς που τον κορόιδεψαν, σαν τα θύματα του συνδρόμου της Στοκχόλμης, που ερωτεύονται το βιαστή τους ή σαν την απατημένη ερρωμένη, που πιστεύει -ξανά και ξανά- τις ψεύτικες υποσχέσεις του συντρόφου της πως θα αλλάξει και ότι μπορούν να κάνουν μια καινούρια αρχή. Σαν το συνθέτη του τραγουδιού στον τίτλο της ανάρτησης, που επέλεξε να συμβιβαστεί με τις αρχές, για να κάνει μια καινούρια αρχή στην καριέρα του.
Συνένοχο στο φόνο θα τον έχουνε...

Κι αφού λοιπόν καταλαβαίνει ότι εμείς του λέμε την αλήθεια και τον έχουμε προειδοποιήσει για τη θύελλα που ερχόταν και όσα θα βρούμε μπροστά μας, γιατί δε μας εμπιστεύεται; Καταρχάς, γιατί η αλήθεια δεν είναι πάντα ευχάριστη -πολύ περισσότερο αυτός που στη λέει, σαν τους αγγελιοφόρους κακών ειδήσεων στα παλιά χρόνια. Και επίσης γιατί είναι εκπληκτικό τι θεωρεί τελικά ρεαλιστικό ο απατημένος λαός και πώς έχει μάθει να σκέφτεται.

Πού υπάρχει αυτό που λέτε; Πού εφαρμόστηκε και πέτυχε;
Λες και ο καπιταλισμός έχει πετύχει, όπου εφαρμόστηκε, και είναι θέσφατο. Είναι όμως η μοναδική -καταθλιπτική πλην υπαρκτή- πραγματικότητα, την οποία μπορεί να καταλάβει εμπειρικά κάποιος. Κι αυτό είναι σα να δικαιώνει αναδρομικά κατά μία έννοια το σχήμα του Σουσλόφ για τον υπαρκτό (σοβιετικό) σοσιαλισμό, σε αντίθεση με τους τρίτους, ευρωκομμουνιστικούς δρόμους, που οδήγησαν κατευθείαν στην αγκαλιά της αστικής τάξης, αν δεν έμπλεξαν απλώς σε αντιφάσεις και αδιέξοδα.

Αλλά ο σοσιαλισμός παραμένει η μόνη ρεαλιστική διέξοδος στα αδιέξοδα του καπιταλισμού. Κάπως σαν το λογικό που είναι πραγματικό, όπως θα έλεγε και ο (κάθε άλλο παρά σοσιαλιστής) πατέρας της διαλεκτικής, Χέγκελ.

Μέρος ΙΙ

Ένα  κείμενο της Λιάνας Κανέλλη που δημοσιεύτηκε στο Ατέχνως

Περί απωλείας τρέχοντος προσανατολισμού


Πόσο πάει ο έρωτας σε ποινή στον καιρό της τζιχάντ και των πενήντα αποχρώσεων του γκρι; Πριν καλά καλά στεγνώσουν απ’ τον υπαρκτό τεχνητό τρόμο τα αόρατα μελάνια των ιστοτόπων, πριν ακόμα βραχνιάσει η φωνή των τρομοτελάληδων στις γόνδολες των καναλιών της αγοράς, η αεροπειρατεία λόγω έρωτα, δείχνει πού μπορεί να πάνε τα παραμύθια των αθλίων σύγχρονων ημερών.

Ξέρω, κόστισε πολύ και πολλά! Με όρους αγοράς. Με όρους πάθους, τίποτα! Ευτυχώς. Ούτε μια τρίχα, όχι μια ζωή ή και πολλές, όπως κοστίζουν εκείνοι οι σκοτεινοί έρωτες με θεούς-δυνάστες των παθών.

Όχι δεν θα ψάξω παραπέρα, δημοσιογραφικώς, τις… ψυχιατρικές λεπτομέρειες, τα επίπεδα σεροτονίνης, το βυθόμετρο κατάθλιψης ή τα παιδικά χρόνια του παρά κάτι εξηντάρη. Αυτού που έπιασε την υστερία των ημερών σαν ταύρο απ’ τα κέρατα, σ’ ένα χορό σύγχρονων ταυροκαθάψιων, για να φέρει ένα γράμμα στα πόδια της συζύγου, της τέως αγαπημένης και νυν και αεί μάνας των παιδιών τους. Έχω κατ’ επιλογήν, αποχρώσες ενδείξεις παραμυθίας περί την αποκοτιά του…

Ω! διεθνείς κι ιθαγενείς Αρχές! Συγχωρείστε τον άμεσα! Χορηγήστε του άσυλο δι’ ερωτικούς λόγους. Μην τον κλείσετε σ’ ένα μπουντρούμι, προσπαθώντας να τον κάνετε να μετανοιώσει που δεν κράτησε μόνο μέσα του τον έρωτα. Δώστε του το ένα εκατοστό απ’ τα προνόμια του Μπρέιβικ της νορβηγικής εκατόμβης και το ένα δέκατο της δικονομικής νομιμότητας του φονιά Ρουπακιά με το στιλέτο σβάστικα.

Μην του στήσετε άγαλμα. Μήτε αγχόνη. Και προπάντων μην ξεφτυλίσετε την επιστολή του, το ραβασάκι του. Ο φερόμενος ως ερωτευμένος κύριος καθηγητής, είναι ο πιο χρήσιμος αεροπειρατής που εμφανίζεται στον 21ο αιώνα, πιο χρήσιμος κι απ’ τους βαρβάρους του Μεγάλου Αλεξανδρινού. Ένας σιτεμένος Ρωμαίος, χωρίς Σέξπηρ και δίχως Ιουλιέτα. Έλεος επιδείξτε μέγα! Θέσατέ τον εκτός Αγοράς και προστατέψτε τον απ’ την “απώλεια τρέχοντος προσανατολισμού”. Έστω ως ερωτικόν είδος “μονάχος- μονάχος μου”, εναντίον όλων μας των χεσμένων απ’ το φόβο για τη ζωή…

Υ.Γ. Καταθέτω με ρίσκο την ανωτέρω εκδοχή μου, στο τρέχον χρηματιστήριο ανθρωπιστικών αξιών, ως μη μέλος μη κυβερνητικής μη οργάνωσης…

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2015

Σοσιαλισμός και μονοκομματικό σύστημα

Αν υπάρχει κάτι στην πείρα του υπαρκτού που μπορεί να ξενίζει κάπως το ευρύ κοινό και να του φαίνεται στρυφνό και μονοκόμματο (στην κυριολεξία, εν προκειμένω), είναι το μονοκομματικό πολιτικό σύστημα της σοβιετίας. Τα «ελεύθερα πνεύματα» δύσκολα μπορούν να δεχτούν πχ τη μονοπρόσωπη διεύθυνση στα εργοστάσια, το σοσιαλισμό σε μία μόνο χώρα, κι αυτή τη «δογματική προσκόλληση» σε μια φιλοσοφική θεωρία και προτιμούν τους αστικού ευρωμονόδρομους, που του δίνουν την ψευδαίσθηση της ελευθερίας και της πολυφωνίας. Συνιστά όμως κάποια μορφή σοσιαλιστικής νομοτέλειας το μονοκομματικό μοντέλο; Και ποια προβλήματα παρουσιάστηκαν στην πράξη, κατά την εφαρμογή του;

Το πρώτο σημείο που πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι το μονοκομματικό σύστημα της σοβιετικής Ρωσίας δεν επιβλήθηκε βάση κάποιας θεωρητικής επεξεργασίας, ενός σχεδίου ή μιας προειλημμένης απόφασης· προέκυψε ιστορικά από την αντεπαναστατική δράση των υπόλοιπων κομμάτων, ακόμα κι αυτών που συμμετείχαν στα σοβιέτ και πάλευαν θεωρητικά για την κατοχύρωση της εξουσίας τους: μενσεβίκοι-εσέροι, ακόμα και το αριστερό κομμάτι τους, που είχε συμμαχήσει αρχικά με τους μπολσεβίκους. Είναι αυτονόητο πως αν το αποτέλεσμα της σύγκρουσης ήταν διαφορετικό, οι μπολσεβίκοι θα είχαν την ίδια ακριβώς (και χειρότερη) αντιμετώπιση από τους αντιπάλους του και θα έβγαιναν στην παρανομία. Ας έχουμε επίσης υπόψη ότι η αστική πολυφωνία έδειξε τα δόντια της, πριν καλά-καλά μπει το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της ΕΣΣΔ, με το Γέλτσιν να θέτει εκτός νόμου το ΚΚ(ΣΕ) στη Ρωσία και να το οδηγεί αργότερα στα δικαστήρια. Κι αν τελικά οι κομμουνιστές πέτυχαν τη νόμιμη δράση κι ύπαρξή τους, δεν το οφείλουν στη μεγαλοψυχία της αστικής δημοκρατίας, αλλά το κατέκτησαν δικαιωματικά.

Το δεύτερο σημείο, ως συνέχεια του πρώτου: σε αρκετές άλλες ΛΔ του σοσιαλιστικού μπλοκ και ανάλογα με τις ιστορικές συνθήκες του επαναστατικού περάσματος και το συσχετισμό δύναμης σε καθεμιά, υπήρχε πολυκομματικό σύστημα. Στη ΛΔ Γερμανίας πχ το ΕΣΚΓ προέκυψε από τη συγχώνευση του κομμουνιστικού και του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, ενώ υπήρχαν άλλοι είκοσι περίπου πολιτικοί συνδυασμοί –ακόμα και χριστιανοδημοκράτες. Στην Πολωνία, η καθολική εκκλησία έπαιζε καθοριστικό, αντιπολιτευτικό ρόλο –καθόλου τυχαία δεν ήταν η ανάδειξη Πολωνού πάπα, με τα Βοϊτίλα. Ενώ στη Ρουμανία, αν δεν κάνω λάθος, δεν είχαν προχωρήσει καν στην τυπική κατάργηση του θεσμού της βασιλείας.
Γενικά είναι ζήτημα κατά πόσο μπορούμε να ταυτίσουμε τη Λαϊκή Δημοκρατία ως μορφή με τη δικτατορία του προλεταριάτου και τη σοβιετική εξουσία, αλλά αυτό δε θα μας απασχολήσει στο σημερινό κείμενο.

Ίσως κάποιος αντικρούσει πως τα κόμματα αυτά υπήρχαν τυπικά, χωρίς να μπορούν να ασκήσουν ουσιαστική αντιπολίτευση. Και σε αυτή τη φράση συμπυκνώνεται ένας πολύ εύστοχος ορισμός του πολυκομματικού συστήματος στην αστική δημοκρατία. Εφόσον όμως μας ενδιαφέρει η ουσία κι όχι οι τύποι, πρέπει να μάθουμε να μετράμε τη δημοκρατία, όχι με το πλήθος των κομμάτων που υπηρετούν την ίδια στρατηγική, αλλά στους χώρους δουλειάς με την ουσιαστική συμμετοχή των εργαζομένων στην παραγωγική διαδικασία. Και σε αυτόν τον τομέα, ο υπαρκτός σοσιαλισμός έχει να επιδείξει ως κεκτημένο αρκετά αξιόλογα επιτεύγματα, παρά τους αντικειμενικούς περιορισμούς και τα όποια προβληματικά στοιχεία.

Η ουσία επίσης μας αποκαλύπτει το εξής παράδοξο. Ενώ στην αστική δημοκρατία, οι διάφοροι πολιτικοί σχηματισμοί δεν είναι παρά οι (πενήντα ή όσες) αποχρώσεις της αστικής κυριαρχίας, στο σοσιαλισμό η ύπαρξη ενός και μόνο κόμματος στην ΕΣΣΔ πχ δεν αντιστοιχούσε σε μία και μόνο πολιτική, δε συνεπαγόταν ομόφωνη σιωπή νεκροταφείου, όπως συχνά νομίζουν οι αστοί αναλυτές (κι όχι μόνο), αλλά μετατόπιζε πολλές φορές τη διαμάχη στο εσωτερικό του κόμματος, που ήταν η μοναδική νόμιμη πολιτική έκφραση. Τη σφραγίδα των μπολσεβίκων είχε τόσο η πρώτη ηρωική περίοδος, η μάχη της κολεκτιβοποίησης, του μεγάλου πατριωτικού πολέμου, κτλ, όσο και οι μικροαστικές απόψεις του Μπουχάριν για συμβολή των κουλακων στη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Στο ΚΚΣΕ της μεταπολεμικής περιόδου συνυπήρχαν τίμια στοιχεία, που στελεχώνουν και σήμερα τις γραμμές των κομμουνιστικών κομμάτων, αλλά και τα πολιτικά τομάρια που ηγήθηκαν της αντεπανάστασης.
Ένα κόμμα, πολλές πολιτικές, (για να αντιστρέψουμε το γνωστό κομματικό σύνθημα «πέντε κόμματα, δύο πολιτικές» για την ελληνική πραγματικότητα). Κι εδώ ακριβώς μπαίνουμε στην ουσία του προβλήματος.

Αν κάποιο αριβίστικο, αντισοσιαλιστικό στοιχείο ήθελε να ανελιχθεί στον κρατικό μηχανισμό, φορούσε την προβιά του κομμουνιστή και ξεδίπλωνε υπόγεια από μέσα την υπονομευτική του δράση. Η ταξική πάλη δεν μπορεί να καταργηθεί με διατάγματα, αλλά συνεχίζεται και παίρνει άλλες μορφές. Κι αυτό, εκτός από την ανάγκη διαρκούς επαγρύπνησης, αναδεικνύει και κάτι ακόμα: τους κινδύνους που υπάρχουν, όταν αυτή η πάλη δε διεξάγεται ανοιχτά και στο προσκήνιο, αλλά «παρασκηνιακά», χωρίς τη μαζική συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα. Αν το 91’ η λαϊκή πλειοψηφία συμπαθούσε μεν το σοσιαλισμό, αλλά έμεινε απαθής μπροστά στο γκρέμισμά του, αυτό οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες: αφενός στο ότι είχε ατροφήσει ο ενεργός ρόλος της κι είχε συνηθίσει να παρακολουθεί παθητικά τις εξελίξεις· αφετέρου στο ότι οι πρωτεργάτες της παλινόρθωσης ήταν ηγετικά στελέχη του ΚΚΣΕ, που το περιέβαλαν με εμπιστοσύνη και χρησιμοποίησαν παραπλανητικά συνθήματα για «περισσότερο σοσιαλισμό».

Μήπως λοιπόν το μονοκομματικό σύστημα παρουσιάζει σοβαρά αρνητικά στοιχεία, εφόσον μεταφέρει τη διαπάλη στο εσωτερικό του ΚΚ και μακριά από τη δημοσιότητα; Η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντα θετική ή αρνητική. Αφενός ο ταξικός εχθρός χρησιμοποιεί πάντα πλάγια μέσα και υπόγεια, υπονομευτική δράση, ανεξαρτήτως μοντέλου. Αφετέρου η δομή, το «μοντέλο» πρέπει να υπηρετεί ένα γενικό σκοπό, το περιεχόμενο, αλλά δεν είναι ποτέ το καθοριστικό στοιχείο, ούτε μπορεί να διαμορφωθεί εξωιστορικά, βάση αρχών, ως γενική αρχή που ισχύει παντού και πάντα, σε κάθε περίπτωση.

Υπάρχει επίσης μια γενικότερη δυσκολία, που καλείται να αντιμετωπίσει ως κράτος η δικτατορία του προλεταριάτου, που έχει δύο πτυχές: την οργάνωση της οικοδόμησης και την καταστολή των εκμεταλλευτών και των ταξικών κατάλοιπων του παρελθόντος –τα οποία όμως δεν καταργούνται με διατάγματα. Αν ο κομμουνισμός δεν είναι μια ιδεοληψία που έρχεται να επιβληθεί από τα πάνω, αλλά η φυσική ροή των πραγμάτων (όπως σημειώνουν οι κλασικοί), αυτό δε σημαίνει πως θα εγκαθιδρυθεί από μόνο του, γιατί τότε δε θα χρειαζόταν να κουνήσουμε το δαχτυλάκι μας, ούτε πως θα αφήσουμε ελεύθερα όλα τα λουλούδια να ανθίσουν –μαζί με τα ζιζάνια και τους παρασιτικούς οργανισμούς. Ο σοσιαλισμός είναι μια μορφή καλλιέργειας, που απαιτεί συνεχείς προσπάθειες, και περιλαμβάνει το ξερίζωμα, αλλά είναι πολύ περισσότερα απ’ αυτό. Κι είναι ζήτημα πότε ο καλλιεργητής επιλέγει συνειδητά τη στιγμή του ξεριζώματος, της καταστολής και πότε την άλλη, τη δημιουργική. Είναι περίπλοκο ζήτημα πότε ένας οργανισμός πρέπει να αντιμετωπίζει μόνος του, χωρίς άνωθεν παρέμβαση, κάποιους ξενιστές-εισβολείς, για να δυναμώσει και να αναπτύξει αντισώματα και πότε πρέπει να προκρίνεται η προληπτική «κατασταλτική» δράση.
Αλλά αυτό είναι το θέμα μιας άλλης ανάρτησης.

Κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο, πρέπει να αναφερθούμε, ακροθιγώς έστω, στην αντίληψη πως μπορούν να υπάρχουν παραπάνω από εργατικά κόμματα που συμφωνούν με το γενικό, στρατηγικό στόχο της οικοδόμησης της νέας κοινωνίας, αλλά έχουν επιμέρους, διαφορετικές αντιλήψεις σε άλλα ζητήματα ή εκφράζουν διαφορετικά κοινωνικά στρώματα (πχ ένα αγροτικό κόμμα, όπως οι εσέροι).

Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τον πλούτο των μορφών περάσματος, που θα δώσει η πραγματική ζωή, αλλά είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς με ποιον τρόπο μπορεί να γίνει αυτό το επαναστατικό πέρασμα, χωρίς ένα συνασπισμό, ένα μέτωπο τουλάχιστον δυνάμεων, όπου θα ‘χουν ήδη συγχωνευτεί τα πρωτοπόρα συνειδητά στοιχεία, συνεχίζοντας και μετεπαναστατικά την ενιαία δράση τους.

Πέρα απ’ αυτό, μπαίνει ένα γενικότερο ζήτημα κατά πόσο τα κόμματα συνεχίζουν και σήμερα να αντιστοιχούν, όπως παλιότερα, σε συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις ή αν αυτή η μορφή εκπροσώπησης περνάει κρίση και ανήκει στο παρελθόν, μαζί με τα μαζικά κόμματα του εικοστού αιώνα. Σε κάθε περίπτωση, αν υποθέσουμε ότι τα αστικά κόμματα θα τεθούν εκτός νόμου, γιατί υπηρετούν τα συμφέροντα των εκμεταλλευτών, τι θα γίνει με όσα έχουν μια εργατική-κομμουνιστική αναφορά ή εκφράζουν μ’ άλλο τρόπο τα εργατικά συμφέροντα;


Αυτή η λογική κατά τη γνώμη μου αντανακλά μάλλον την ανάλυση κάποιων οργανώσεων του εξωκοινοβουλίου και την (κατά βάση μικροαστική) αγωνία τους για το μαγαζάκι τους και την πολιτική του συνέχεια. Αλλά ένα πραγματικό ΚΚ βλέπει την ενότητα μες στη διαφορά κι εκφράζει ενιαία την εργατική τάξη ως σύνολο, χωρίς να απολυτοποιεί τις διαφορές των εργατικών στρωμάτων και να βασίζεται σε αυτές για την ύπαρξή του.

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

Εισαγωγικά

Αν κάποιος θέλει να ασχοληθεί σοβαρά με τη σοβιετική πείρα και προσπαθήσει να ξετυλίξει το νήμα της, πρέπει να βρει πρώτα από πού θα αρχίσει. Κι ο καλύτερος τρόπος είναι να μπει κατευθείαν στην ουσία, ξεκινώντας με τα εισαγωγικά.

Για στάσου, ίσως πει κανείς, είπαμε ότι οι αντιφάσεις κι η επίλυσή τους κινούν διαλεκτικά τη ζωή, αλλά δεν είναι τελείως αντιφατικό, από την άποψη της τυπικής λογικής, να μπεις στο ψητό ξεκινώντας από τα ορεκτικά;
Όχι, γιατί με τα εισαγωγικά εδώ εννοώ τα σημεία στίξης, που μας φέρνουν κατευθείαν στον πυρήνα του ζητήματος. Και δε μιλάμε πχ για τον πρωτοπόρο ρόλο του κόμματος στη σοσιαλιστική οικοδόμηση, τα πολλά θαυμαστικά που κερδίζουν τα κατορθώματα των σοβιετικών και τα ερωτηματικά που αναζητούν απαντήσεις για το τέλος αυτής της περιπέτειας, αλλά για τα εισαγωγικά στην κλισέ φράση για την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Πού θα επιλέξεις να τα βάλεις και για ποιο λόγο; Γιατί ανάλογα με την επιλογή σου, βγαίνουν κάθε φορά και διαφορετικά συμπεράσματα.

Αν τα εισαγωγικά μπουν στον υπαρκτό σοσιαλισμό, πάει να πει πως αμφιβάλλεις για το αν υπήρξε πραγματικά σοσιαλισμός στη χώρα των σοβιέτ και τις όμορες ΛΔ (και βασικά υπονοείς πως δεν…). Ο όρος αυτός (υπαρκτός σοσιαλισμός) αποδίδεται στο θεωρητικό της μεταπολεμικής ΕΣΣΔ, Μιχαήλ Σουσλόφ, κι αναφέρεται στο μόνο «είδος» σοσιαλισμού που υπήρξε στην πραγματική ζωή κι έδινε δείγμα γραφής, σε αντίθεση με άλλα θεωρητικά μοντέλα (αυτοδιαχειριστικό-ελευθεριακό, ευρωκομμουνιστικό-δημοκρατικό, κτλ), που κινούνταν απλώς στη σφαίρα της φαντασίας. Και κατά κάποιον τρόπο στοιχειώνει ακόμα τα μέλη των ποικιλώνυμων αιρέσεων-παραχωρήσεων του κομμουνιστικού κινήματος, που πασχίζουν να αποδείξουν πως ο υπαρκτός δεν υπήρξε ποτέ, και τον αναφέρουν σχεδόν εμμονικά ως αν-ύπαρκτο, με ένα λογοπαίγνιο εξίσου απλοϊκό με τη σκέψη τους και με τον ίδιο ζήλο που θα το έκανε ίσως κι ένας αστός δημοσιολόγος. Όπως λέει όμως κι ένα μετασοβιετικό ανέκδοτο, με τον εργάτη να απευθύνεται στο διανοούμενο, φέρτε μου πίσω λοιπόν αυτό που δεν υπήρξε ποτέ.

Αν πάλι μπουν τα εισαγωγικά στην κατάρρευση, τότε… είσαι σύντροφός μου! Γιατί αρνείσαι να αποδεχτείς το απλοϊκό σχήμα ενός κτιρίου που κατέρρευσε υπό το βάρος των αντιφάσεών του, καθώς υψωνόταν για την έφοδο στον ουρανό, ή επειδή είχε σαθρές βάσεις και χρειάζεται «επαναθεμελίωση» ή απλώς γιατί δε μας άρεσε το αρχιτεκτονικό της σχέδιο κι έχουμε αισθητικές διαφωνίες (είναι γνωστό εξάλλου, πως τα άσχημα σπίτια που είναι σαν κουτιά, συνήθως καταρρέουν). Κι αρνείσαι να δεχτείς αυτή την επιφανειακή ερμηνεία, χωρίς να εξετάσεις τους εξωγενείς παράγοντες, αν κάποιος υπέσκαψε τα θεμέλια, με δυο λόγια αυτό που ονομάζουμε πάλη των τάξεων, και παραμένει ιστορικά αδικαίωτη, σε διεθνή και εγχώρια κλίμακα (υπογραμμίζω το δεύτερο). Η αντίθετη αντίληψη μου θυμίζει αυτό που είχε πει μια φορά στην Ανατροπή ο Δανίκας (την εκπομπή του Πρετεντέρη, που κι αυτή είναι εξόχως αντεπαναστατική, σαν τις ανατροπές που εξετάζουμε), τον καιρό που δεν είχε γίνει τσιράκι του ΔΟΛ (σαν τον Κάουτσκι, τον καιρό που ήταν ακόμα μαρξιστής), σε μια συζήτηση για το ασφαλιστικό, που κατέκλεψαν τα αποθεματικά του και μετά παρίσταναν τους έκπληκτους, διαπιστώνοντας πως δεν είναι βιώσιμο. Κι ενώ κάποιος είχε πυροβολήσει συνειδητά και το είχε σκοτώσει, δεν έλεγαν τίποτα για το δολοφόνο, παρά μόνο φώναζαν: Ααα! Ένα πτώμα, ένα πτώμα!

Αν δεν μπουν καθόλου εισαγωγικά, μπαίνουμε στα χωράφια της καθαρά αστικής άποψης, που λέει ότι αυτό ήταν ο σοσιαλισμός κι η προσπάθεια να εφαρμοστούν στην πράξη οι ιδέες του Μαρξ, αλλά απέτυχε παταγωδώς κι είδαμε όλοι πού κατέληξε. Συνεπώς ας κλείσουμε κι ας ξεχάσουμε τη δυσάρεστη παρένθεση του σύντομου εικοστού αιώνα των επαναστάσεων κι ας συνεχίσουμε την ιστορική μας πορεία, μετά το τέλος της ιστορίας.
Λες κι ο καπιταλισμός εμφανίστηκε κι επικράτησε με την πρώτη, χωρίς πισωγυρίσματα, ή τα κοινωνικά συστήματα έρχονται κι εδραιώνονται μια κι έξω στο ιστορικό προσκήνιο –πόσο μάλλον ο σοσιαλισμό-κομμουνισμός, που πρέπει να μετασχηματίσει ολόκληρο το παρελθόν της ανθρώπινης προϊστορίας και των ταξικών κοινωνιών, στη μετάβαση προς μια μη εκμεταλλευτικό σύστημα, κι όχι σε έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα των συστημάτων που φοράνε αλυσίδες στους λαούς.

Θα πει κανείς πως αυτή ακριβώς η έγνοια των αστών, να αποδείξουν δηλ πως ο σοσιαλισμός εφαρμόστηκε κι απέτυχε, δικαιολογεί εν μέρει και την έγνοια κάποιων άλλων ομάδων κομμουνιστικής αναφοράς (ο καθένας είναι ό,τι δηλώσει) να αποτάξουν αυτό το χρεοκοπημένο μοντέλο που δεν έχει καμία σχέση (απλή συνωνυμία) με τα ιδανικά για τα οποία παλεύουν. Κάτι που δεν αναιρεί ωστόσο τη σύγκλιση αυτών των δύο πλευρών, αν όχι σε εκδοχές χυδαίου αντισοβιετισμού, και κατά συνέπεια αντικομμουνισμού, τουλάχιστον στην απλοϊκή πρόσληψη της ιστορίας: ήττα = κατάρρευση = αποτυχία.
Κι εζήτωσαν τους νικητές…

Υπάρχει κι η λύση να μπουν δυο φορές εισαγωγικά και στους δύο όρους. Αυτό σημαίνει πως ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» δεν ήταν παρά μια παραλλαγή του καπιταλιστικού συστήματος, που δανείστηκε κι αντέγραψε (ή δεν κατάφερε ποτέ να μετασχηματίσει) μια σειρά ουσιώδη χαρακτηριστικά του (πχ τα κριτήρια για την αποτελεσματικότητα της παραγωγής, το φορντισμό, κτλ).
Η προσέγγιση αυτή έχει μια σειρά προβληματικά σημεία, κατά τη γνώμη μου, αλλά διαθέτει τουλάχιστον περισσότερη λογική συνοχή από τη θεωρία που λέει πως κατέρρευσε κάτι που δεν υπήρξε ποτέ, απλώς είπε να αυτοκτονήσει κιόλας, για να κάνει πιο εμφατικό το τέλος του κι ας μην υπήρξε καν αρχή στην ύπαρξή του, όπως δεν υπάρχει αρχή και τέλος σε όλο αυτό το σκεπτικό.


Υγ: Τα παραπάνω βασίζονται σε ένα παλιότερο κείμενο της κε του μπλοκ, σε πρωτόλεια μορφή, κι εντάσσονται σε μια (φιλόδοξη) προσπάθεια να συγκεντρωθούν ως το Νοέμβρη του 17’, εκατό κείμενα (καινούρια ή ξαναδουλεμένα) για την Οκτωβριανή επανάσταση και την ιστορική της πορεία.

Πέμπτη 17 Απριλίου 2014

Ποιος ασχολείται με το μπάσκετ

Αυτός ήταν ο τίτλος του κειμένου σε ένα παλιό τρίποντο του 91’. Η κε του μπλοκ σήμερα αναδημοσιεύει μια παλιά μπασκετική ιστορία με πολιτικές προεκτάσεις, από το ταξίδι του (ακόμα τότε) πρωταθλητή άρη στη γειτοινική αλβανία για τον προκριματικό γύρο του κυπέλλου πρωταθλητριών. Το ρεπορτάζ υπογράφει ο (κοσμοπολίτης κεντρο-αριστερός από πολιτικής άποψης) νίκος παπαδογιάννης στο 149o τεύχος του περιοδικού με ημερομηνία 17/9/1991.

Για την ιστορία ο άρης είχε νικήσει με 98-79 την τοπική παρτιζάνι, έχοντας πρώτους σκόρερ τον γκάλη στην τελευταία του χρονιά στην ομάδα και τον «ω μπέρι-μπέρι», που έφυγε γρήγορα γιατί δεν τον πλήρωναν, με άξιο συμπαραστάτη τον.. ντίβατς των φτωχών μίροσλαβ πετσάρσκι –ένα κάρφωμα του οποίου κοσμεί και τη φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο. Ο γιαννάκης δεν αγωνίστηκε, συνεχίζοντας την αποχή από τις δραστηριότητες της ομάδας, στα πλαίσια της διεκδίκησης ενός καλύτερου συμβολαίου από τη διοίκηση

Είναι ίσως η πρώτη φορά που βρισκόμαστε σε πλήρη αμηχανία, μπροστά σ’ ένα άδειο χειρόγραφο. Γιατί; Όλη η απάντηση περικλείεται άνετα σε μια και μόνη φράση: Είναι απίθανό, αστείο, ανούσιο, να βρίσκεται κανείς στην Αλβανία και να είναι υποχρεωμένος να ασχοληθεί με μπάσκετ… ΟΚ, γι’ αυτό μ’ έστειλαν εδώ. Για να παρακολουθήσω τον πρώτο αγώνα του Άρη για το εφετινό Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα, να καλύψω κάθε λεπτομέρεια του αγώνα, καθώς και τα παραλειπόμενα του ταξιδιού. Ώστε να δικαιολογείται η ετικέτα «του απεσταλμένου μας». Αλλά, εκεί ακριβώς είναι που υπάρχει το πρόβλημα: στα «παραλειπόμενα του ταξιδιού». Στην αποκάλυψη ενός κόσμου που, πριν τον δούμε, θέλαμε να πιστεύουμε ότι δεν υπάρχει, ότι είναι δημιούργημα των «εχθρών του υπαρκτού σοσιαλισμού».

Έπρεπε να δείτε το βλέμμα του Ουόλτερ Μπέρι όταν τον πλησίασε ένα κοριτσάκι με κομμένο πόδι και του ζητούσε ελεημοσύνη.
Έπρεπε να δείτε την αμηχανία του Παναγιώτη Γιαννάκη όταν κάποιοι ρακένδυτοι Αλβανοί του ζητούσαν να φωτογραφηθεί μαζί τους, με το χαμόγελο του ανθρώπου που νιώθει ευτυχισμένος επειδή, επιτέλους, του δίνουν σημασία.
Έπρεπε να δείτε τα παιδάκια στην πλατεία της Κορυτσάς. Έβαζαν τα δάχτυλα μπροστά στο στόμα και όλοι νομίζαμε ότι μας ζητούσαν τσιγάρο. Αλλά δεν ήθελαν τσιγάρο. Ήθελαν φαγητό.
Έπρεπε να δείτε τα μάτια που γυάλιζαν λίγο μετά τα σύνορα. Να απορήσετε, με την προσπάθεια του αδελφού να προξενέψει την 15χρονη αδελφή του, ώστε να φύγει τουλάχιστον από την χώρα. Να μαυρίσει η ψυχή σας στη θέα ενός 18χρονου που καβάλησε το πούλμαν μας- για τα Τίρανα σε μια απέλπιδα αναζήτηση βίζας.
Έπρεπε ν’ αντικρίσετε τα μάτια των πιτσιρικάδων που άνοιγαν την πόρτα της κουζίνας του ξενοδοχείου και καταβρόχθιζαν τα πάντα με το βλέμμα, ζητιανεύοντας παράλληλα μια «τσίχλα».
Για να μην πάμε μακριά: έπρεπε να δείτε τους παίκτες της Παρτιζάν να αναζητούν, ξυπόλητοι, καταφύγιο μετά τη λήξη του αγώνα. Κάποιος είχε ξεχάσει να ξεκλειδώσει τα αποδυτήριά τους… Και μέσα σ’ όλα, η βεντέτα Γκάζμεντ Τσάτσι, να αναπολεί τη ντόλτσε βίτα των Μεσογειακών: «Υπέροχα περάσαμε τότε», έλεγε…
Έπρεπε να είσασταν εδώ στα Τίρανα, «φορτωμένοι» μ’ ένα δωδεκάωρο ταξίδι στη χειρότερη εθνική οδό της γης, για να καταλάβετε γιατί δεν μπορώ να γράψω μόνο για μπάσκετ…

Ο Άρης έκανε ό,τι μπορούσε για να διεξαχθούν και τα δύο ματς με την Παρτιζάν στη Θεσσαλονίκη και ν’ αποφύγει το ταξίδι στην Αλβανία. Στο φαξ που έστειλε στην Αλβανική Ομοσπονδία, προσφέρονταν να αναλάβει τα έξοδα της τετραήμερης φιλοξενίας και έδινε στην Παρτιζάν όλες τις εισπράξεις του πρώτου αγώνα (ο άλλος αγώνας θα γίνει κεκλεισμένων των θυρών). Η απάντηση όμως ήταν αρνητική.
Όταν οι άνθρωποι του Άρη συνάντησαν τους παράγοντες της Παρτιζάν την Πέμπτη το πρωί και τους ρώτησαν γιατί δε δέχθηκαν την πρόταση, η απάντηση ήταν ένα σοκ: «Ποια πρόταση;» Το φαξ είχε μείνει στα γραφεία της Αλβανικής Ομοσπονδίας! Δεν είχε κοινοποιηθεί ποτέ στην Παρτιζάν! Και οι παράγοντές της, μόνο που δεν έκλαιγαν όταν το έμαθαν!

Γιατί έγινε αυτό; Η απάντηση, δια στόματος μέλους της διοίκησης του Άρη: «Μα, αυτοί κάτι τέτοια περιμένουν για να χαμογελάσει λίγο ο κόσμος, να έχει κάτι ν’ ασχοληθεί». Σωστά. Μόνο που ο κόσμος δεν έχει πια διάθεση να χαμογελάσει. Όταν ο Άρης είχε αντιμετωπίσει πάλι την Παρτιζάν, το 1985, το γήπεδο γέμισε κι έμειναν και 2-3 χιλιάδες κόσμος απ’ έξω. Αυτή τη φορά, υπήρχαν ουκ ολίγα κενά καθίσματα στο όμορφο γυμναστήριο.
Άλλωστε, έπρεπε να πληρώσει κανείς για να μπει στο γήπεδο. Και το εισιτήριο κόστιζε 3 λεκ. Με 5 λεκ, αγοράζει κανείς ένα καρβέλι ψωμί. Και, καλός μεν ο συνδυασμός άρτου και θεαμάτων, αλλά τι να τα κάνει κανείς τα θεάματα, όταν δεν υπάρχει άρτος…

Ο Άρης ετοιμάζεται τώρα να κάνει παρόμοια πρόταση στη Σλασκ Βρότσλαβ, ελπίζοντας ότι η Πολωνική Ομοσπονδία θα σκεφτεί και το συμφέρον της Σλασκ, εκτός από το χαμόγελο του λαού του Βρότσλαβ…
Και μέσα σ’ όλα, στο όλο σοκ που λέγεται Αλβανία, θα πρέπει να βρούμε κέφι και για να ασχοληθούμε με μπάσκετ – αυτό είναι εφικτό μόνο αν πιστεύουμε ότι το άθλημα είναι μια πηγή χαμογέλου γι’ αυτούς τους δυστυχισμένους που μας περιτριγυρίζουν εδώ και οκτώ ώρες. Α, η αλήθεια είναι ότι σ’ έναν επαρχιακό δρόμο, καταμεσής ενός ρημαγμένου αγρού, είδαμε δύο παλιές, ξύλινες μπασκέτες, που μας φάνηκαν ό,τι πιο απίθανο περιμέναμε να δούμε σε μια χώρα βυθισμένη στο δικό της μεσαίωνα. Ελπίζουμε ότι αυτοί που βρήκαν το κουράγιο να τις στήσουν θα πήραν ένα χαμόγελο την Πέμπτη το βράδυ…

Ακόμα και στον… υπουργό Εσωτερικών της Αλβανίας απευθύνθηκαν οι άνθρωποι του Άρη για να φύγουν μια ώρα γρηγορότερα από τη χώρα. Η είδηση ότι τα σύνορα κλείνουν (!) από τις 11 τη νύχτα ως τις 6 το πρωί, πανικόβαλε τους «κίτρινους», αφού θα έπρεπε να ξεκινήσει το πούλμαν τους, όχι αμέσως μετά το ματς, αλλά γύρω στα μεσάνυχτα της Πέμπτης –όπερ και τελικώς εγένετο, αφού η επίσημη παρέμβαση δεν έφερε αποτέλεσμα.
Παρά το αρχικό σχέδιο, η ομάδα δε διανυκτέρευσε στην Οχρίδα, λόγω των ταραχών στην περιοχή του Κοσσυφοπεδίου, ενώ και όλες τους οι μετακινήσεις σε αλβανικό έδαφος έγιναν με αστυνομική συνοδεία, για το φόβο των Ιουδαίων.
Και μόνο τα πιτσιρίκια που στήνουν ενέδρες στους δρόμους και πετάνε… πέτρες στα πούλμαν, αρκούν για να τρομοκρατήσουν τον ανύποπτο ταξιδιώτη.

Υγ: όχι εσύ δηλ ήξερες σφε αναγνώστη ότι το τρίποντο της εποχής αναδημοσίευε από το ρίζο μια μεταφρασμένη από τα ρώσικα συνέντευξη του μάτζικ τζόνσον στην εφημερίδα σαβιέτσκι σπορτ;
Τι λες τώρα...

Τρίτη 18 Αυγούστου 2009

Το ανύπαρκτο δέος

Το αντίπαλο δέος του καπιταλισμού ήταν ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Που για κάποιους ήταν ανύπαρκτος, όσο ακόμα υπήρχε και τώρα είναι τέτοιος εκ των πραγμάτων και της νέας τάξης τους.
Μια παράλληλη σοσιαλιστική πραγματικότητα που οικοδομούσαμε στα όνειρά μας σε ειρηνική συνύπαρξη με τη ζώσα πραγματικότητα που βιώναμε.
Ένας μύθος, βασισμένος σε πραγματικά γεγονότα που πιάσαν το νήμα της λογικής και το τύλιξαν με πέπλα από συναισθήματα κι ελπίδες.

Η σοβιετία κατέληξε ένα μυθικό συλλογικό υποκείμενο συγκεντρώνοντας μια σειρά μαγικές ιδιότητες και χαρακτηριστικά από θρύλους και δοξασίες των κομμουνιστών της εποχής.
Κατά τα θρυλούμενα της επιστήμης με τον ίδιο περίπου τρόπο διαμορφώθηκε κι η προσωπικότητα του ιησού, στην οποία αποδόθηκαν εκ των υστέρων διάφορα θαύματα και στοιχεία από επιμέρους μύθους τα οποία με τη σειρά τους έφτιαξαν ένα άλλο συλλογικό παραμύθι που μαγεύει ακόμα τον κόσμο.

Ο σοβιετικός κυριούλης ωστόσο έρχεται να κλονίσει στερεότυπα χρόνων και να αμφισβητήσει κι αυτή την ιστορική ύπαρξη του ιησού.
Για τους σοβιετικούς επιστήμονες ο ιησούς δεν ήταν ένα υπαρκτό ιστορικό πρόσωπο με πραγματικά γεγονότα που μεγαλοποιήθηκαν στην πορεία, αλλά μια μυθική, μη υπαρκτή προσωπικότητα που δημιουργήθηκε για να συγκεντρώσει -εν ειδει βιντάλ σασούν- όλους τους θρύλους της εποχής σε έναν. Το αυτό ισχύει και για τον όμηρο.
Για τη σοβιετία όμως;

Με βάση τη διαλεκτική του χέγκελ το μη υπαρκτό είναι πραγματικό κι αντιστρόφως. Η δεύτερη εκδοχή υπονοεί ότι ο υπαρκτός δεν ήταν πραγματικός κι η τελική της συνέπεια είναι ο ωμός αντισοβιετισμός.
Κάτι που είχαν διαγνώσει οι σοβιετικοί θεωρητικοί στα χρόνια του σφου με το μουστάκι και δικαίως θεωρούσαν τον χέγκελ αντιδραστικό.

Το 89 ο υπαρκτός μετατράπηκε εν μια νυκτί από συλλογικός ήρωας σε συλλογικό έκπτωτο είδωλο για τα -πλην λακεδαιμονίων- ευρωπαϊκά φύλα των κομμουνιστών που έκτοτε ζουν την αιώνια νύχτα του κινήματος. Μες στο σκοτάδι πολλοι έχασαν το δρόμο και λοξοδρόμησαν προς όλες τις κατευθύνσεις (δεξιές κι αριστερές παρεκκλίσεις).

Αφότου έφυγε ο υπαρκτός, μας έμεινε η ανυπαρξία και το δέος μπροστά σε έναν αντίπαλο που μοιάζει ανίκητος γιατί παίζει χωρίς αντίπαλο (δέος).
Πραγματική επιχείρηση σοκ και δέος.
Το σοκ το ζήσαμε το 89, το δέος κρατάει ακόμα, είκοσι χρόνια τώρα. Το κίνημα έχει ανάγκη ηλεκτροσόκ για να ξυπνήσει και να σταθεί ξανά στα πόδια του.
Όπως έλεγε κι ο λένιν ο κομμουνισμός δεν είναι τίποτα περισσότερο από: σοβιετική εξουσία + εξηλεκτρισμό του κινήματος.

Σάββατο 1 Αυγούστου 2009

Ένας λευκός λιγότερο

Ο έρωτας είναι ανίκητος στη μάχη. Πάνω απ' όλα όμως ένα πολύ καλό άλλοθι για παντός είδους κωλυσιεργίες και γραφειοκρατικά αντανακλαστικά.
Τα οποία τα κουβαλάμε σαν τον ίσκιο μας κι είναι παρόντα για άλλη μια φορά. Αλλά σε αυτό το σημείωμα θα σας μιλήσω για έναν άλλο μου έρωτα.
Ό,τι αγαπάω εγώ πεθαίνει...

Ίσως κάποιοι περίμεναν πιο δυνατό θέμα μετά από τόσο καιρό.
Αλλά αν δε διαβάσετε εδώ μια καλτ προσέγγιση του θέματος, πού αλλού θα τη βρίσκατε; Τέτοια είδωλα και τέτοιες δεκαετίες δεν πρέπει να τα χαρίζουμε στους αστούς.

Γράφω το κείμενο με καθυστέρηση νιώθοντας εαυτόν κομμάτι εκείνης της αριστεράς που ο φιλόσοφος χατζησωκράτης ονομάζει παλαιοημερολογίτικη. Eίμαι απολίθωμα, τι να κάνουμε;

Όλο αυτό το διάστημα οι σημαίες του μπλοκ με το σφυροδρέπανο κυμάτιζαν μεσίστιες. Όταν σε λίγα χρόνια καταλάβω επιτέλους τι διάολο είναι αυτή η ετε, θα το κάνω και στην πράξη να φαίνεται.

Με το πέρας του πένθους η κε του μπλοκ ανοίγει το διάλογο για την πτώση και διάλυση του τραγουδιστή της ποπ μάικλ τζάκσον, τον χαρακτήρα της (κατάρρευση ή ανατροπή) και τα αίτια που οδήγησαν σε αυτή.

Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι οι παιδικές μνήμες είναι τόσο ισχυρές που θα μπορούσαν να με κάνουν να νιώσω θλίψη. Νιώθεις να αφήνεις μαζί τους κι ένα κομμάτι του εαυτού σου.
Λες να λυπηθώ όταν πεθάνει κι ο γκόρμπι;

Καλύτερα όμως που πέθανε τώρα, πριν εκφυλιστεί τελείως. Ίσως να έπρεπε να πεθάνει και λίγο νωρίτερα για να προστατέψει το μύθο του. Όπως ο λένον, ο έλβις, ο γκεβάρα κι η κομμούνα του παρισίου.

Το ίδιο πιστεύουν πολλοί για τη σοβιετία.
Γιατί έτσι αμφότεροι γνώρισαν το θάνατο δύο φορές. Μια ουσιαστική και μια τυπική επιβεβαίωση του προαναγγελθέντος θανάτου.
Ο πραγματικός θάνατος ήρθε όταν απαρνήθηκαν και πρόδωσαν τη φύση τους. Ο τζάκσον τη μαύρη φύση του δέρματός του κι η σοβιετία το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της κοινωνίας που οικοδομούσε.

Αν και στη δική μας περίπτωση ήτανε κόλπο γκρόσο.
Ο γκόρμπι διέλυσε τη σοβιετία, αλλά υπογράφοντας το φιρμάνι αναφώνησε πάνω απ' το πτώμα της: μια καπιτάλα [σ.σ: χώρα] λιγότερη.

Όπως και να 'χει ο νεκρός δεδικαίωται. Και κατά βάθος ποτέ δεν θα υπάρξει άλλος σαν κι αυτόν.
Κάθε μετά θάνατον εξιδανίκεση είναι σημάδι της αγάπης μας για έναν μακαρίτη που μέσα μας είναι αθάνατος.
Ζει, ζει, η σοβιετία ζει, με κούβα και κομμούνα μας οδηγεί.

Πολλοί ζηλιάρηδες κολλάνε εκ των υστέρων σε κάτι πράγματα μικρά για να σπιλώσουν την υστεροφημία ενός μεγάλου έρωτα.
Λένε πχ ότι ο μάικλ τζάκσον ήταν μάρτυρας του ιεχωβά.
Ε και; Μακάρι κι οι υπόλοιποι ιεχωβάδες να τραγουδούσαν και να χόρευαν σαν αυτόν αντί να μοιράζουν το ξύπνα.
Αν το έκαναν μπορεί να πήγαινα μαζί τους. Αν και γενικώς έχω μάθει από φοιτητής να συμπαθώ μόνο τους ορθόδοξους.

Τον τζάκσον και τη σοβιετία δεν τους αγαπάμε τόσο για αυτό που ήταν (γραφειοκρατία, παιδεραστία κι άλλοι παρόμοιοι μύθοι που συσκοτίζουν την ουσία) όσο για αυτό που δεν ήταν. Λευκοί και καπιταλιστές. Στην αρχή τουλάχιστον.

Τους αγαπάμε επίσης για αυτό που συμβόλιζαν κι ενσάρκωναν.
Ο τζάκσον όλη την καλτ μαγεία της δεκαετίας του ογδόντα.
Κι η σοβιετία αυτό που ο χαρίλαος έλεγε 'κονίσματα. Τα σφυροδρέπανα, τους κλασικούς, τον κομμουνισμό.

Ο μάικλ τζάκσον εξέφρασε απόλυτα το πνεύμα των 80'ς, όπως ο κόκκινος οκτώβρης σφράγισε το σύντομο εικοστό αιώνα των επαναστάσεων.
Αλλά μετά από αυτή τη δεκαετία απέτυχε να κάνει κάτι καλό κι ήταν σαν ψάρι έξω απ' τα νερά του. Ό,τι ακριβώς θεωρούν τον μαρξισμό εκτός 19ου αιώνα πολλοί επικριτές του.

Η καπιταλιστική λαίλαπα του 90 δεν έριξε μόνο το τείχος και τη σοβιετία. Οι ανατροπές ήταν γενικές κι επηρέασαν και το εποικοδόμημα.
Μαζί με το τέλος της ιστορίας, ήρθε σαν ρέκβιεμ ο τελευταίος καλός δίσκος του τζάκσον κι η αρχή του τέλους για τον παπακωνσταντίνου, που είχε δώσει δείγματα γραφής ήδη από το 87 στα χαιρετίσματα με το αντεπαναστατικό άσμα καταρρέω (αντί του πολιτικά ορθόδοξου ανατρέπομαι).
Να ζεις για να ακούς το βασίλη σήμερα είναι σα να μπερδεύεις τη σοβιετία με τη σημερινή ρωσία του πούτιν. Και δεν είναι λίγοι αυτοί που το παθαίνουν.
Σοβιετία ζούμε για να σε ξαναδούμε.

Δεν είναι μια απλή χρονική σύμπτωση αυτή η παρακμή.
Χωρίς το αντίπαλο δέος, ο καπιταλισμός δε νιώθει πίεση κι έχει λιγότερη έμπνευση. Μουσική, κινηματογραφική, καλλιτεχνική εν γένει. Ακόμα και πολιτική.
Η βασική διαφορά στο σοσιαλισμό είναι ότι όσο λιγοστεύει η πίεση αυξάνεται ανάλογα η έμπνευση.

Η σύγχρονη νέα τάξη πραγμάτων θεωρεί τον τζάκσον και τη σοβιετία ανεπίκαιρους και τους νοσταλγούς τους ρετρό απολιθώματα εκτός χρόνου και πραγματικότητας.
Αυτοί όμως ενσάρκωσαν το πνεύμα της εποχής τους κι έγιναν διαχρονικοί, για πάντα επίκαιροι. Ήταν η ίδια η εποχή τους και για αυτό ακριβώς πέρα από αυτή.
Ενώ αυτό που ζούμε σήμερα είναι εφήμερο -σαν τη νίκη της αντεπανάστασης- πιο ανεπίκαιρο κι από ρετρό.
Ποτέ άλλοτε το παρόν δεν ήταν τόσο ανεπίκαιρο. Αυτό είναι το βαθύτερο δράμα της εποχής μας.

Το παρόν υπάρχει, αλλά με χεγκελιανούς όρους είναι μη πραγματικό.
Ο υπαρκτός έχει πάψει να υπάρχει εδώ και χρόνια, αλλά από διαλεκτικής άποψης είναι πραγματικός κι επίκαιρος όσο ποτέ.
Είναι να μη σε πιάνουν μετά τα υπαρξιακά σου;

Υπάρχει μια βαθύτερη, σχεδόν οργανική σύνδεση του τζάκσον με τη σοβιετία.
Ο τζάκσον έβγαζε ένα δίσκο ανά πέντε χρόνια για να πιάσει τη νόρμα του πλάνου και τα έκανε όλα μόνος του: την εκτέλεση, τη σύνθεση των τραγουδιών, τους στίχους, τον χορό, τις χορογραφίες.
Ο κεντρικός σχεδιασμός στα καλύτερά του.

O χρόνος της σοβιετίας κυλούσε αργά κι ανέμελα σαν τον χρόνο των 80'ς.
Κι η παθολογική αγάπη για το σύντροφο με το μουστάκι έδειχνε τη ροπή των ανώριμων συνειδήσεων στην προσωπολατρία. Ό,τι ακριβώς ισχύει για τους θαυμαστές του μάικλ τζάκσον.
Ο άνθρωπος χρειάζεται το μύθο στη ζωή του. Όταν τον κατεβάζει από τον ουρανό στα επίγεια δεν τον γκρεμίζει, αλλά κάνει ένα πρώτο βήμα για να τον καταλάβει και να τον απομυθοποιήσει.

Κάποιοι πιστεύουν ότι η σύγκριση αυτή είναι ιερόσυλη, γιατί οι καλλιτέχνες δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι.
Έτσι νομίζουν.
Οι καλλιτέχνες δε μπορεί παρά να πληρώνονται από το κράτος. Γιατί αλλιώς η τέχνη τους καταντάει περιφερόμενη πόρνη που την πουλάνε στους δρόμους για να ζήσουν.
Καμιά τέχνη δεν πρέπει να πουλιέται σαν κονσέρβα. Κι όταν λέμε τέχνη εννοούμε κάθε είδους εργασία, όπως το εννοούσαν κι οι αρχαίοι. Μάθε τέχνη κι άστηνε...

Εξάλλου η σοβιετία ήταν αυτό ακριβώς. Η τέχνη του δημιοσιουπαλληλείν. Η διαλεκτική άρση του ψευτοδιλήμματος.
Γραφειοκράτες σαν τον σουσλόφ κι άλλοι συγγραφείς πολιτικών άρλεκιν ήταν πραγματικοί καλλιτέχνες στο είδος τους.

Αφού πέθανε ο τζάκσον κι ήταν να ανοίξει η διαθήκη του (όπου προειδοποιούσε το κόμμα για το σύντροφο με το μουστάκι) πολλοί απόρησαν πώς ένας τέτοιος σταρ κατέληξε να είναι καταχρεωμένος.
Στα δικά μου τα αυτιά ήταν σα να ρωτούσαν πώς μια τέτοια υπερδύναμη κατέρρευσε διαλυμένη και καταχρεωμένη.
Στο τέλος της ζωής της μάζεψε τις δυνάμεις της για να κάνει μια τελευταία περιοδεία που την ονόμασε περεστρόικα. Αλλά κάπου στη μέση έμεινε από λάστιχο κι όλοι άρχισαν να ψάχνουν τον σαμποτέρ που τη σκότωσε.

Το πόρισμα της νεκροψίας μπορεί να έδειξε ανακοπή καρδιάς, αλλά η βαθύτερη αιτία είναι το 20ό συνέδριο.
Με την εγχείριση αλλαγής χρώματος (από τον πράκτορα χριουτσόφ που ήταν πίσω απ' την υπόθεση των γιατρών) μίκρυνε ο σοσιαλισμός και το μόριο του ποπ τραγουδιστή κι οδηγηθήκαμε σταδιακά στο μοιραίο.

Μια πιο λογοτεχνική εξήγηση είναι ότι ο τζάκσον κι η σοβιετία έπεσαν θύματα της ίδιας τους της ουτοπίας να υπερβούν την ανθρώπινη φύση. Κι άφησαν πίσω το μύθο τους να μας στοιχειώνει.
Ζωή σε λόγου μας σύντροφοι...

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008

Υπαρκτός σοσιαλισμός και απονέκρωση

Προτίμησα λίγο αφαιρετικό τρόπο γραφής (μπας και μειωθεί κάπως η έκταση των κειμένων, αλλά μπα...). Τα αποσπάσματα δεν έχουν άμεση σύνδεση μεταξύ τους, αλλά σας έχω εμπιστοσύνη ότι θα βρείτε την άκρη του νήματος. Είναι αυτό που εγώ ονομάζω, σκόρπιες σκέψεις με ειρμό...

Αρχή με ένα ανέκδοτο της ρωσίας της τρισκατάρατης δεκαετίας του 90′, όπως το βρίσκουμε στο πολύ αξιόλογο βιβλίο του Περικλή Παυλίδη για το φαινόμενο της γραφειοκρατίας στην ΕΣΣΔ (εκδόσεις προσκήνιο).

“Εργάτης: είναι αδύνατο να ζήσουμε. Δεν υπάρχει δουλειά. Δεν παίρνουμε μισθό. Έκλεισαν τον παιδικό σταθμό. Αν η πεθερά μου δεν έπαιρνε σύνταξη θα είχαμε πεθάνει από την πείνα. Επί σοσιαλισμού τα πράγματα ήταν πολύ καλύτερα.
Διανοούμενος: μα δεν υπήρξε κανένας σοσιαλισμός.
Εργάτης: Αφού είστε τόσο έξυπνος, τότε φέρτε μου πίσω αυτό που “δεν υπήρξε”…

Πολύς κόσμος που έζησε τις ανατροπές και όλη την πίκρα της εποχής, σήμερα έχει σιχτιρίσει και δε θέλει να ακούει για σοβιετική ένωση και υπαρκτό.
Το σκεπτικό του είναι πάνω-κάτω το εξής: επί χρόνια το κόμμα υπερασπίστηκε μια εξιδανικευμένη εικόνα του σοσιαλισμού και της σοβιετικής ένωσης. Όταν “έσκασε η φούσκα” (ή κατά άλλους "κατέρρευσε" πάνω μας το οικοδόμημα και μας πλάκωσαν τόνοι ιδεολογικά συντρίμμια) και είδαμε πώς είχαν στην πραγματικότητα κάποια πράγματα, αυτά τα άτομα πέρασαν στο άλλο άκρο και γέμισαν το κενό μέσα τους με το ακριβώς αντίθετο: μηδενισμός αντί για εξιδανίκευση.
Αφού η σοβιετική ένωση δεν ανταποκρινόταν στην εξιδανίκευση που είχαν στο μυαλό τους, τότε δεν υπήρξε κανένας σοσιαλισμός. Για αυτούς ο “αυθεντικός σοσιαλισμός” παραμένει εκείνη η άσπιλη και ιδανική εικόνα που είχαν φτιάξει μέσα τους. Αφού η σοβιετική πείρα δεν χωράει σε αυτό το έτοιμο σχήμα την πετάν και την αποκηρύσσουν, αρνούνται κάθε σχέση μαζί της. Αρνούνται την κληρονομιά της γιατί θεωρούν ότι τους άφησε χρέη αντί κάποιας παρακαταθήκης (όπως στις ταινίες του δαλιανίδη) και δυσφήμησε στον υπόλοιπο κόσμο το δικό τους αγνό όραμα του πραγματικού σοσιαλισμού που αυτοί θέλουν.

Από τη μια ζηλεύω αυτή τη γενιά για όσα πρόλαβε και έζησε, τον κόσμο στον οποίο μεγάλωσε κι από την άλλη όταν σκέφτομαι την πίκρα που σκότωσε το ιδανικό τους κόβοντας στη μέση τη ζωή τους, λέω λένιν φυλάξοι...
Όσο κι αν λέω ότι καταλαβαίνω τι πίκρα πέρασαν δεν έζησα παρά μόνο τον απόηχό της (που κι αυτός αβάσταχτος είναι). Αλλά όπως λέει κι ένας σύντροφος, χούλιγκαν της διανόησης, (που σε ένα βαθμό ανήκει σε αυτή τη "γενιά" και φέρει το στίγμα της σκέψης της) η πίκρα αυτή ερμηνεύει, αλλά δε δικαιολογεί τέτοιο μηδενισμό.
(Αυτό σ. ναντέζντα κονσταντίνοβα ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για τους φίλους μας του ναρ, για τους οποίους -δεν το ξεχνώ- θα γράψω αναλυτικά εντός των ημερών).

Όσοι απορρίπτουν συλλήβδην την ιδέα ότι οικοδομήθηκε σοσιαλισμός στη σοβιετική ένωση πρέπει να μας εξηγήσουν τι είδους κοινωνία ήταν η σοβιετική και ποια είναι τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει μια χώρα για να θεωρηθεί σοσιαλιστική . Η κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής και η εργατική εξουσία -έστω δια μέσω του κόμματος- είναι απαραίτητες, αλλά μη ικανές συνθήκες-προϋποθέσεις;
Όσοι εξισώνουν τον στάλιν με τον χίτλερ λειτουργούν ως άξιοι επίγονοι του γκέμπελς προδίδοντας τις βαθύτερες ιδεολογικές τους συμπάθειες -ή στην καλύτερη τραγική σύγχυση και άγνοια που δεν παύει να είναι ασυγχώρητη.
Όσοι προβάλλουν τον ανασταλτικό παράγοντα της ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης σαν απόλυτα καθοριστικό, υιοθετούν -έστω και ασυνείδητα- την ίδια ιδεολογική αφετηρία με τους τροτσκιστές, ενώ όσοι κάνουν το ίδιο με την οικονομική καθυστέρηση έρχονται στα λόγια των μενσεβίκων.
Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι τροτσκιστές, ή μενσεβίκοι -πόσο μάλλον. Εξάλλου εγώ δεν θεωρώ κακό να είναι κάποιος μαρξιστής (αρκεί να το κάνει σοβαρά κι όχι σεκίτικα με όρους παιδικής χαράς).
Όπως και να 'χει όμως όποιος απορρίπτει γενικά την πορεία της εσσδ ή μια ολόκληρη περίοδο, θα έπρεπε να απαντήσει -αν θέλει να έχει κάποιο νόημα και αξίωση επιστημονικότητας, ή έστω σοβαρότητας αυτό που λέει- στο ερώτημα ποιες ήταν οι εναλλακτικές προοπτικές που θα μπορούσε και θα έπρεπε να ακολουθήσει η εσσδ, αντί του δρόμου που τελικά επιλέχτηκε. Με άλλα λόγια να γράψει κατά αντιστοιχία του κλασικου έργου του Λένιν, το "τι να κάναμε" της εποχής του -ή το "τι έπρεπε να κάνουμε" εφόσον μιλάμε για παρελθόντα και οριστρικά απελθόντα πια χρόνο.

Το πιο ακανθώδες ζήτημα είναι αυτό της απονέκρωσης του κράτους. Πιστεύει κανείς ότι υλοποιήθηκε -έστω και σε κάποια πρωτόλεια μορφή- τέτοιο προτσες στη σοβιετική ένωση;
Μήπως όμως πρέπει κάποιες πράξεις αντί να τις θεωρούμε ως προδοσία και παραβίαση της όποιας θεωρίας (χωρίς να σημαίνει ότι αυτή η πτυχή δεν είναι υπαρκτή), να τις δούμε ως εμπλουτισμό και υλικό για παραπέρα ανάπτυξή της; Ακόμα και διάψευσή της αν χρειαστεί. Ούτως ή άλλως αυτό το ρόλο ακριβώς πρέπει να παίζει η πράξη σε σχέση με τη θεωρία. Ο μαρξ πρώτα είδε την κομμούνα του παρισιού και μετά αποφάσισε τι ακριβώς πρέπει να είναι το εργατικό κράτος και ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Με βάση όλα αυτά, μήπως θα μπορούσαμε να πούμε ότι η απονέκρωση δεν είναι τόσο απλή και σύντομη διαδικασία, όσο τουλάχιστον τη φανταζόταν και την περιέγραφε ο λένιν -με υπερβάλλουσα επαναστατική αισιοδοξία- στο κράτος κι επανάσταση, λίγες μόλις μέρες πριν τον οκτώβρη;
Το ότι θέτω το ερώτημα έτσι, ώστε να φαίνεται ότι υπαγορεύει και την απάντηση, δε σημαίνει ότι δεν δέχομαι και αντίθετες ερμηνείες - αναγνώσεις των γεγονότων. Κάποιος πχ μπορεί να πει ότι ο λένιν είχε υπ' όψιν του μια παγκόσμια επικράτηση του σοσιαλισμού, καθώς η διεθνής επανάσταση έμοιαζε -και ήταν επικείμενη- σε εκείνη την χρονική συγκυρία. Και δεν θα έχει άδικο (αν και στο έργο αυτό δεν αναφέρει τίποτα σχετικά).

Υπάρχουν προς επίλυση μια σειρά ζητήματα που σε πρώτη φάση μοιάζουν αντιφατικά.
Πώς υπάρχει απονέκρωση, όταν έχουμε όξυνση της ταξικής πάλης και καταστολή (όπως είπε ο στάλιν); Πώς νοείται απονέκρωση και άπλωμα των διαδικασιών άσκησης εξουσίας, όταν απαιτείται συγκεντρωτικός κρατικός μηχανισμός για να οργανώσει αποτελεσματικά την παραγωγή και τον κεντρικό σχεδιασμό; Ή όταν η συγκεντρωτική οργάνωση του ταξικού εχθρού -σε διεθνές επίπεδο- υπαγορεύει αντίστοιχου τύπου οργάνωση και κρατικό μηχανισμό, από μέρους μας, ώστε να του επιφέρουμε αποφασιστικά και καίρια χτυπήματα; Αλλά και ταξικός εχθρός να μην υπήρχε, δεν είναι αντιφατικό ότι ο μαρασμός του κράτους πρέπει να έρθει πρώτα απ' όλα με την κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής -ως πρώτο στάδιο της κοινωνικοποίησης;
Ο ένγκελς βέβαια λέει στο αντιντίρινγκ ότι αυτή ακριβώς η πράξη του εργατικού κράτους είναι η πρώτη του και ταυτόχρονα η τελευταία του ως κράτος καθεαυτό, γιατί καθίσταται μισοκράτος. Και από αυτή την άποψη είναι ίσως που πρέπει να ερμηνεύσουμε το φοβερό τσιτάτο του στάλιν "περισσότερο κράτος για να μην υπάρχει κράτος". Τόσο αντιφατικό, αλλά και τόσο απλό, όσο ακούγεται. Πώς απονεκρώνεται όμως ένας μηχανισμός που πρέπει να ενισχύσει τις δομές του, να επιζήσει και μετά να αναπαραχθεί, με τους αναπόφευκτους κίνδυνους αυτονόμησης και διαιώνισης που ελλοχεύουν σε αυτή τη διαδικασία;

Υπάρχουν κι άλλα ζητήματα, αλλά δεν είναι της παρούσης.
Τα ζητήματα αυτά είναι υπαρκτά, και είναι ζητούμενο να αξιοποιήσουμε τη σοβιετική πείρα, για να τα θέσουμε σε νέες βάσεις. Αυτό που δε νοείται να γίνεται είναι να τα παρακάμπτουμε.
Και αυτό ακριβώς μου φαίνεται ότι κάνουν πολλοί θεωρητικοί όταν διαχωρίζουν το στάδιο της δικτατορίας του προλεταριάτου από αυτό του σοσιαλισμού και του προτσές της απονέκρωσης. Σκεφτόμενοι με απλή τυπική λογική, καταλαβαίνουν ότι η δικτατορία είναι ένας ειδικός μηχανισμός καταπίεσης (οπως και κάθε κράτος άλλωστε) που δεν συνάδει με την έννοια της απονέκρωσης. Επομένως εισάγουν (όπως ο κάππος στην κριτική του για τον σοβιετικό σχηματισμό επί παραδείγματι) ένα καινούριο ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό, τη δικτατορία του προλεταριάτου.
Πηγαίνει έτσι περίπατο ο λένιν που διαβεβαίωνε ότι ανάμεσα στο σκαλοπατάκι που λέγεται καπιταλισμός και σε αυτό που λέγεται σοσιαλισμός δεν υπάρχει κανένα άλλο ενδιάμεσο σκαλοπατάκι. Αλλά και ο μαρξ που στον πρόλογο στη συνεισφορά της κριτικής της πολιτικής οικονομίας έγραφε ότι ανάμεσα στην καπιταλιστική και την κομμουνιστική κοινωνία υπάρχει ένα μεταβατικό στάδιο της οποίας το κράτος δεν μπορεί να είναι τίποτα άλλο παρά η δικτατορία του προλεταριάτου.
Κατόπιν τούτων λοιπόν οι μελετητές που αρνούνται ότι υπήρξε ο υπαρκτός μπλέκουν στο αναπόφευκτο -και αναπάντητο μέχρι στιγμής- ερώτημα τι ακριβώς ήταν ο υπαρκτός αφού δεν ήταν υπαρκτός. Ερώτημα στο οποίο κατά καιρούς έχουν δοθεί οι πλέον διασκεδαστικές με μαρξιστική επίφαση απαντήσεις.
Όρεξη να έχει να διαβάζει κανείς...

Αρκετά από τα παραπάνω κάποιοι ίσως τα είδατε γραμμένα και αλλού με αφορμή μια συζήτηση στο διαδίκτυο. Εδώ πάντως είναι συγκεντρωμένα, εμπλουτισμένα και γραμμένα με πιο καθαρή σκέψη και μυαλό.