Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποσείδι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ποσείδι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

Επτά σε παίρνει ΚΚΕ

Οι επτά σε παίρνει ΚΚΕ θα μπορούσε να μην ήταν ακριβώς επτά, γιατί ο ένας ξεστράτισε κάπου στην πορεία, κι ο άλλος... δεν ξέρω τι... αλλά ήταν λέει κι άλλοι από πίσω, και βασικά ο πνευματικός τους ογκόλιθος. Αλλά κάθε τι θρυλικό στη ζωή πρέπει να συμβολίζεται με κάποιον εξίσου σημαδιακό αριθμό, όπως τα επτά κακά της μοίρας μου, τα θαύματα και οι σοφοί της αρχαιότητας, οι μυστικοί επτά της Ένιντ Μπλάιτον (αν και εμένα μου άρεσαν μάλλον τα πέντε λαγωνικά). Και οι επτά (σοφοί ή σκέτο σφοι) του Ναρ, που δέκα χρόνια πριν, έστειλαν επιστολή αποχώρησης από το ρεύμα, για να ταράξουν τα στάσιμα νερά του μικρόκοσμού μας και της φοιτητικής κατασκήνωσης στο Ποσείδι, όπου μας βρήκε το μαντάτο.

Μας βρήκε (και το βρήκαμε) σε ένα Ρίζο, που έφτανε με ομαδική παραγγελία για το δεκαπενθήμερο που είχαμε την καντίνα, αλλά και πάλι δεν είχε για όλους, γι' αυτό κάποιοι έγραφαν πάνω και το όνομά τους, αν και δε νομίζω πως τους βοηθούσε ιδιαίτερα, για να τους μείνει το φύλλο. Και μας βρήκε ανέμελους κι ανυποψίαστους (για όσα γίνονταν κι αυτά που θα έρχονταν), στον απόηχο του φοιτητικού Μαϊούνη ή μάλλον παρά κι ενάντια στον απόηχο του πρώτου γύρου του, και αυτό ήταν ίσως η μεγαλύτερη έκπληξη.

Η συνέχεια δόθηκε με ένα ιστορικό (από την άποψη του περιεχομένου και όχι της σημασίας ή της στιγμής) άρθρο του ΚΚ στον επόμενο κυριακάτικο Ρίζο, αν θυμάμαι καλά, και πέραν τούτου ουδέν. Τουλάχιστον για το Ρίζο και για τον ΚΚ, που έμεινε ένα διάστημα κοντά στο ΚΚ, ήταν υποψήφιος και με τη ΛαΣυ, για να επιστρέψει περαστικός από τα παλιά του λημέρια, και ύστερα να λυγίσει με φόρα στα θέλγητρα της κυβερνώσας αριστεράς, όχι απλά το Γενάρη του 15' (που και πάλι τι να δικαιολογήσεις για θεωρητικά υποψιασμένα άτομα), αλλά και το Σεπτέμβρη, που όπως λέει και η Ρένα Δουρου-τι, πρέπει να είσαι σκυλί του πολέμου κι από υπεύθυνη, επιτελική θέση.
Κρίμα πάντως, καλός άνθρωπος ήτανε, αλλά πήγε κι έπεσε στον γκρεμό, για να γλιτώσει το ρέμα και το ρεύμα. Και δεν μπορούσε να περιμένει να τον ζουλήξουν, για να τον αξιοποιήσουν, για αυτό και ζούληξε αυτός τους γλυκούς καρπούς της εξουσίας.

Πέραν τούτου ουδέν. Ή μάλλον για την ακρίβεια, η συνέχεια δε δόθηκε δημόσια (στον Τύπο) αλλά δημόσια (στους δρόμους) και τις καινούριες, γνωστές φυσιογνωμίες, όπου σκόνταφτες στις πορείες. Πχ όπως ένας ορισμός αιώνιου φοιτητή-νομικάριου Ναρίτη, που άρχισε σταδιακά να σκάει μύτη στις δικές μας συγκεντρώσεις, σέρνοντας ένα καροτσάκι με το μωρό του, και δεν ήξερες ποιο από τα δύο είναι μεγαλύτερη ιδεολογική μετατόπιση, το κόμμα ή η οικογένεια και τι να πρωτορωτήσεις.

Το νέο λοιπόν συγκλόνισε ένα (σχετικά αδιατάρακτο τότε) μικρόκοσμο, αλλά και τον εσωτερικό κόσμο του Λαϊκού Στρώματος, που κουβαλά έκτοτε πλαστικοποιημένη στο (σχετικά άδειο τότε και σήμερα) πορτοφόλι του αυτή την επιστολή, για να τη δείχνει στους Εαακίτες στο Πολυτεχνείο, "στα ξύλα", ή στους καφέδες, καθώς τους... αποδομεί. Κι έτσι βρεθήκαμε σήμερα να έχουμε το ίδιο θέμα ως ανάρτηση, αλλά κι αύριο μέρα είναι -δε θα γράψει τίποτα.

Τι ήταν όμως στην ουσία τους οι θρυλικοί επτά; Έντιμα κουκουνάρια, που ασφυκτιούσαν στο θολό αγνωστικισμό του ρεύματος, δηλώνοντας πως ο ορίζοντας για αυτούς ήταν ο μαρξισμός-λενινισμός και βασικά το δίπολο Ναρ-ΚΚΕ. Κι εφόσον το πρώτο χρεοκοπούσε πολιτικά, τη στιγμή  μάλιστα που το δεύτερο επούλωνε ουσιαστικά τα πολιτικά τραύματα του παρελθόντος, τα πράγματα ήταν απλά και ξεκάθαρα.

Μήπως όμως θα είχαν δικαιωθεί σήμερα, αν είχαν μείνει στο Ναρ και ακολουθούσαν τη στάση αναμονής άλλων σφων τους, που μοιράζονταν κοινές ανησυχίες, αλλά δεν παρέδωσαν το ιστορικό ρεύμα στη μεταμοντέρνα χαριτάση, κατορθώνοντας να την εκτοπίσουν -με τον ίδιο περίπου τρόπο, που δικαιώθηκαν όσοι δεν έφυγαν από το καράβι το 89' και νίκησαν την αναθεωρητική λαίλαπα; Μήπως όλα αυτά που προσάπτουν στο ρεύμα, στην επιστολή τους, είναι βασικά σωστά μεν, αλλά για κάποια άλλη περίοδο;

Μια απλή ματιά στο σημερινό αριστεροχώρι, τους συμμάχους του Ναρ στην Ανταρσυα και την κατάσταση στο εσωτερικό του -όπου να φανταστείς πως η γερουσία κρατάει τα... μπόσικα, και βασικά τα προσχήματα απέναντι στην... εξεγερμένη νεολαία- κάνει τα παραπάνω ερωτήματα ρητορικά.

Πού βρίσκονται σήμερα όμως οι θρυλικοί επτά;
Εντάξει, δεν έκανα προφανώς προσωπική έρευνα για τον καθένα ξεχωριστά, αλλά γενικά μιλώντας, οι πιο δραστήριοι από αυτούς είναι μαζί μας, στη γλύκα (;) του "εντός, εκτός κι επί ταυτά". Και δε θα μπορούσαν πολύ εύκολα να είναι παραμέσα, γιατί οι καθοδηγητικές θέσεις που είχαν προηγουμένως (κι όσο μεγαλύτερες ήταν, τόσο μεγαλώνουν οι καταστατικοί "σκόπελοι") δυσκολεύουν την πλήρη, οργανική ένταξη ή απλά καθυστερούν το μοιραίο, ως φυσική εξέλιξη.

Αυτός που δεν είναι πια μαζί μας/τους είναι ο Σταύρος Μαυρουδέας, με θεωρητική συμβολή στο σχήμα του ολοκληρωτικού καπιταλισμού και παλιότερες επεξεργασίες του Ναρ κι ένα πολυκύμαντο παρελθόν, γιατί όπως είχε πει χαριτολογώντας και ένας από τους επτά: αν πάει διακοπές σε ένα νησί με μια παντόφλα, σε τρεις μέρες θα έχει γυρίσει τσακωμένος με την παντόφλα. Κι ο οποίος διατηρεί τη βαριά προφορά αλά Στιβ Γιατζόγλου και το χειμαρρώδες ρυθμό-ψαροκόκαλο, όπως στα καρτούν, που έρχεται με φόρα ένας κουβάς λόγια, έπεα-πτερόεντα, πάνω σου κι εσύ σηκώνεις από τα μάτια σου ένα ψαροκόκαλο, για να καταλάβεις τι έγινε και πώς έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι μας.

Τουλάχιστον έμεινε η παρουσία του Μαυρουδέα στην ημερίδα του κόμματος για τις θέσεις του σχετικά με την κρίση. Και το σύνθημα που έγραφε στα κυπελλάκια με τον καφέ το Λαϊκό Στρώμα, σαν τις καθημερινές ατάκες-σχόλια στον παλιό Ημεροδρόμο: εσείς με ΔΕΑ κι εμείς με Μαυρουδέα...

Δεν ξέρω αν υπάρχει κάποιο γενικό συμπέρασμα που μπορεί να βγει για όλα αυτά. Το ρεύμα των επτά που έφυγαν από το ρεύμα έγινε κάπως πιο διακριτό, πριν και μετά από τις διπλές εκλογές του 12', που ανακατεύτηκαν και (ακολούθως) ξεκαθάρισαν κάποια πράγματα. Αλλά φάνηκε να εξαντλεί τη δυναμική του, βάσει και των καινούριων δεδομένων, προτού εξαντλήσει βασικά το δυναμικό που αφορούσε.

Κι όσο για κουκουνάρια, δε νομίζω πως υπάρχουν πια, ούτε καν ως προστατευόμενο πολιτικό είδος υπό εξαφάνιση. Ιδίως από τη στιγμή που ακόμα κι η αναρχίζουσα χαριτάση φαντάζει ως ευχάριστη, σοβαρή, νοσταλγική νότα από το παρελθόν, κάτι σαν το Ναρ που γνωρίσαμε (και δεν αγαπήσαμε), αλλά ήταν τουλάχιστον (κάτι σαν) αριστερισμός και σημείο αναφοράς.

Κυριακή 1 Αυγούστου 2010

Πλάκα μου κάμπινγκ...

Κανονικά τέτοια εποχή θα σου έγραφα για τις ντάτσες στο ποσείδι.
Γιατί γίνεται κακός χαμός και συνωστίζονται όλοι πάντα γύρω από ένα συγκεκριμένο τραπέζι στην καντίνα. Για τη σχέση της σταχανοβίτικης νόρμας με το σουβλάκι και το υγρό λεμόνι που ρίχνεις για να μαυρίσουν γρήγορα και να μη φαίνονται ωμά. Και μια δεκάρικη ανάλυση, γιατί παλιά το ποσείδι ήταν αλλιώς. Και το χειρότερο δεν είναι που γερνάμε και γκρινιάζουμε. Αλλά ότι η γκρίνια έχει βάση. Γιατί όντως παλιά το ποσείδι δεν ήταν έτσι.

Θα σου έλεγα και για ένα ερωτικό γράμμα που βρήκαμε κάποτε πεταμένο. Το έγραφε μια κοπέλα σε ένα σύντροφο, μάλλον στέλεχος. Μπορεί να μην είμαι όσο έξυπνη θες και να μην τρέχω σε πορείες, αλλά έχω αισθήματα.
-Τώρα δηλ έχεις στοιχεία; -Όχι ρε συ, ούτε που ξέρω για ποιον λέει. -Τότε γιατί αναπαράγεις την προβοκάτσια;
Ο μέσος σύντροφος παραείναι ρομαντικός και κολλημένος με το παρελθόν για να ξεγράψει το δικό του τόσο εύκολα.

Φέτος όμως πήγαμε αλλού. Σε ένα κάμπινγκ της πλάκας στη νάξο, όπου η οργάνωση των νΚαπελεύθερων κύλησε σαν τέντζερης και βρήκε την ανοργανωσιά του ιδιοκτήτη που έψαχνε την αρπαχτή. Και στο καπάκι ένα πρόγραμμα εκδηλώσεων πλανιόταν πάνω απ' το νΚάμπινγκ το οποίο άρχισε τελικά να παίρνει σάρκα κι οστά απ' την τρίτη μέρα -κατά τας γραφάς- κι είχε από ζίζεκ και σύριζα παντιού μέχρι κι εκδήλωση για τον ιμπεριαλισμό!

Τι άλλο; Βόλτα στην απείρανθο και περιοδεία της λίλας στο χωριό του γλέζου. Πιο πριν ο κοντόχοντρος χτύπησε την πόρτα του για ενότητα της αριστεράς, αλλά αυτός έλειπε.
Μυστική εκδρομή στα μεταλλεία που αν δεν είχα βύσμα ως απολίθωμα μάλλον δε θα τη μάθαινα εγκαίρως. Ο ξεναγός μας -πατέρας σφισσας, αλλά πασόκος δημοπρούχοντας- μας έστειλε να μοιραστούμε σε δύο ταβέρνες, αλλά εμείς δεν αντέχαμε άλλες διασπάσεις. Πήγαμε όλοι στη μία και καταστρέψαμε την προεκλογική του εκστρατεία. Άντε τώρα να τα βγάλει πέρα με τους φουρτουνάκηδες που ένιωσαν ριγμένοι.

Αχτίφ παλιού τύπου για την τουρκία όπου θα λέμε σαν πυθίες, στάλιν γουόζ ράιτ εντ τρότσκι λεφτ, ώστε ο καθένας να καταλαβαίνει αυτό που του αρέσει.
Νίψον ανομήματα μη μονάν όψιν.
Κι ένα μάλλον ξενέρωτο πάρτι ακριβώς δίπλα απ' το μπαρ που έκλεισε το ξεκίνημα που είχε κλείσει και το διπλανό κάμπινγκ. Η χαρά του ρασκόλνικοβ.

Γενική αίσθηση όμως ήταν πως άλλες χρονιές τα πράγματα ήταν πιο άγρια. Ίσως γιατί είχε περισσότερα τασάκια -της χαρι-τάσης. Ή ίσως γιατί φέτος ο κόσμος φοβήθηκε την αρνητική δημοσιότητα στο μπλοκ κι αυτολογοκρίθηκε.

Μέχρι τώρα μου είχε τύχει να περνάω από πηγαδάκια και να στερεύουν στο λεπτό από κουβέντες ή απλά να αλλάζουν θέμα συζήτησης. Φέτος ήταν η πρώτη φορά που είδα να ξεστήνουν από δίπλα μου και να πηγαίνουν τη σκηνή τους σε απόσταση ασφαλείας από τη δική μου. Εξαιτίας του ήλιου, λέει η επίσημη εκδοχή. Αν και το κάμπινγκ ήταν άθλιο και δεν είχε παρά σκόρπιες σκιές εδώ κι εκεί σε όλη του την έκταση -που δεν ήταν και τόσο μεγάλη για να χωρέσει άνετα τα στίφη μας.

Κακώς όμως. Ενίοτε βέβαια τυχαίνει κι εκθέτω κόσμο ασυναίσθητα. Βασικά όμως όταν όλοι περιμένουν να γράψω κάτι -καλή ώρα- εμένα με πιάνει το αντιδραστικό μου και δε γράφω απολύτως τίποτα.

Γι' αυτό λοιπόν προτιμώ να σου πω για τη θάλασσα. Που σου κάνει τα μαλλιά μπούκλες, τη φωνή μπάσα και το λίπος γραμμώσεις. Φεύγουν τα πιασίματα κι έρχεται η έμπνευση σαν το αλάτι.
Μες στο νερό δεν υπάρχουν χοντροί και λεπτοί, κνίτες και βάρβαροι, πρώην και μεταλλαγμένοι. Είμαστε όλοι σύντροφοι. Περίπου όπως στον κομμουνισμό.
Το νερό είναι καλός αγωγός των κομμουνιστικών ιδεών και τις μεταφέρει πολύ πιο γρήγορα απ' ό,τι το ίντερνετ στη στεριά. Κι έτσι έφτασαν στο νησί του φιντέλ και της επανάστασης, αλλά παλεύουν ακόμα να πιάσουν ριζες στην ηπειρωτική ευρώπη και το δυτικό κόσμο.

Τα νεογέννητα μωρά ξέρουν να κολυμπάν άριστα. Με τον καιρό όμως οι άνθρωποι αλλοτριώνονται, ξεχνούν τη φυσική τους κατάσταση και καταλήγουν ναυάγια της ταξικής πάλης που τους ξεβράζει δεσμώτες στο σπήλαιο της παραβολής του πλάτωνα.

Κάποιοι ατρόμητοι βουτηχτές κάνουν το μεγάλο άλμα και πνίγονται πρόωρα και βολουνταριστικά. Άλλοι πνίγονται στη δουλειά, ή σε μια κουταλιά θαλασσινό νερό και βουλιάζουν κάθε νύχτα στη στεριά. Κι είναι κι αυτοί που άκουσαν κάπου ότι η θάλασσα είναι κρύα και φοβούνται να μπουν μέσα και να δοκιμάσουν μόνοι τους. Μένουν στο περιθώριο και περιμένουν το ραβδί του μωυσή να την ανοίξει στα δύο για να περάσουν απέναντι.

Και το μεγάλο ζήτημα παραμένει από τι θα πάμε σε αυτή τη ζωή.
Αν θα πάμε αυθόρμητα χωρίς σχέδιο, καπετάνιο κι ιεραρχίες, αλλά με σχεδία καρυδότσουφλο στους ψυχρούς ανέμους της αλλαγής που φυσάνε κόντρα. Ή αν θα πάμε σαν τιτανικός με τις σιδερένιες νομοτέλειες να πέσουμε πάνω στο παγόβουνο. Αντί για τον πάγο σπάσαμε εμείς και τα σύνορα χαράχτηκαν, με των λαών το αίμα.

Κι είναι και το άλλο.
Ποτέ δεν κατάλαβα πολύ καλά γιατί κρυώνουμε κι όταν μπαίνουμε κι όταν βγαίνουμε από τη θάλασσα. Εντάξει, όταν μπαίνεις είναι πιο κρύα απ' ό,τι έξω. Αλλά όταν βγαίνεις; Ρώτησα και τη ρόζα που ξέρει από φυσική. Όταν βγαίνεις, κρυώνεις λέει μόνο όταν φυσάει. Και το βράδυ η θάλασσα είναι πάντα ζεστή από τον ήλιο που μάζεψε μέσα της. Το δοκιμάσαμε κι είχε δίκιο.
Καλοκαιράκι, βραδινό μπανάκι.

Εγώ έδωσα στον εαυτό μου άλλη εξήγηση, πιο λογοτεχνική. Όταν βγαίνεις απ' τη θάλασσα σε πιάνει παγωμάρα που την αποχωρίζεσαι. Περνάει από τη βάση στο εποικοδόμημα κι απ' το μυαλό στο σώμα. Και καταλήγει σύγκρυο, σαν αυτό που με πιάνει ενίοτε όταν είναι να αποχωριστώ τη ρόζα.

Το θέμα είναι γιατί την αφήσαμε εξ αρχής και βγήκαμε στη στεριά. Κι είμαστε έκτοτε σαν ψάρια έξω απ' τα νερά μας. Στα οποία η κε του μπλοκ στέκει αλληλέγγυα κι αρνείται από θέση αρχής να τα φάει ή να τα πειράξει. Εκτός απ' τα ψάρια του αλφαβητίξ που είναι πάντα καλή αφορμή για καβγάδες μεταξύ μας. Κάπου πρέπει να ξεδίνουμε όσο δε μας παίρνει να τα βάλουμε με τους ρωμαίους.

Όπως θα 'λεγε κι ο ρουσώ, αν υπήρχε κάποιος να σταματήσει τον πρώτο οργανισμό που άφησε τη θάλασσα και βγήκε στη στεριά για να ζήσει, θα είχαμε γλιτώσει από όλα τα δεινά.
Αλλά με τι να τον σταματήσει, με καραμπίνα; Τότε δεν υπήρχαν ούτε όπλα, ούτε άνθρωποι. Αυτούς τους βρήκαμε αργότερα στη στεριά.
Ο πολιτισμός κι η ανθρωπότητα ως πηγή δυστυχίας. Αν είναι να το πιάσουμε φροϋδικά να το πάμε βαθιά ως τις ρίζες και να το πιάσουμε απ' το κύτταρο, όπως κάνουμε συνήθως στον όμιλο.

Ίσως κάποτε σου πω και για τη ρόζα. Μπορεί στο επόμενο ταξίδι.
Η κε του μπλοκ αναχωρεί χωρίς ανάσα για το λιμάνι της σμύρνης και τους σταλινικούς σφους του εμεπ, με ενδιάμεσο σταθμό την αθήνα. Για τους άλλους που πηγαίνουν κατευθείαν από νάξο ενδιάμεσος σταθμός θα είναι η μύκονος. Είναι κι εκεί πατρίδα με επαναθεμελίωση.
Άντε και του χρόνου νΚάμπινγκ εκεί.

Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008

Πράσινα παπούτσια και πράσινα άλογα


Ας κάνουμε ένα μικρό ψυχολογικό πείραμα.
Είστε κνίτης/ισσα και αντικρίζετε την παραπάνω φωτογραφία. Ποια είναι η πρώτη αυθόρμητη αντίδρασή σας;
Μεταξύ μας. Μάλλον αρνητική, ε; Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το κοντόξυλό μας, δεν ωφελεί.

Για να λέμε και του κνίτη το δίκιο το κακό είχε παραγίνει εκείνο τον καιρό. Τα πράσινα σταράκια είχαν αρχίσει να θεωρούνται πράξη αντίστασης από μόνα τους.
Στο καπάκι άκουγες τον αλαβάνο αυτόκλητο εκπρόσωπο της γενιάς των bloggers, των επτακοσίων και των πράσινων παπουτσιών που είναι το επαναστατικό υποκείμενο της εποχής μας στη θέση του γηραλέου, ενσωματωμένου προλεταριάτου.
Και σου ερχόταν να πας στο ληξιαρχείο να αλλάξεις χρονολογία γέννησης για να μην ανήκεις σε αυτή τη γενιά.

Προσωπικά νιώθω αποστάτης (μεταξύ άλλων και) της γενιάς μου.
Χάθηκε ο κόσμος να 'μασταν 20 χρόνια πριν και να 'χαμε προλάβει τα θρυλικά 80'ς...;
Παρόλα αυτά μπλόγκερ έγινα -κι ας το κορόιδευα στην αρχή.
Και τα 700 τα θεωρώ άπιαστο όνειρο επί του παρόντος.
Μόνο στα σταράκια κρατάω αντιστάσεις (φοράω ακόμα μόνο αθλητικά). Κι ας ήταν γραμμή στη σπουδάζουσα λόγω κατσάνου.

Λογικό λοιπόν να την παίρνουν στο χαβαλέ την υστερία με τα πράσινα παπούτσια οι σφοι.
Αν και το θέμα δεν είναι να συγκρίνεσαι με το γιούχου και να βγαίνεις εντάξει. Αλλά να πιάσεις το γιούχου και να το κάνεις συνειδητό μη γιούχου.
Δύσκολα πράγματα.
Ειδικά όταν κάποιοι αποθεώνουν το γιούχου για να το καπελώσουν και μπαίνουν αυτόκλητοι εκφραστές του.

Το χαβαλέ όμως διαμορφώνει συνειδήσεις. Και μετά εκδικείται.
Όπως με τα ειρωνικά χορευτικά για το σύνθημα με τον τεμπονέρα, όπου προφέρεις το ζει σα γάλλος κομμωτής (σόρι για το στερεότυπο). Λογικό είναι μετά να παθαίνεις κολούμπρα όταν πρέπει να το φωνάξεις στις πορείες με τα κοινά πλαίσια.

Μόνο δυο-τρεις σύντροφοι ξελαρυγγιάζονταν από χαρά που μπορούσαν να το φωνάξουν επιτέλους. Ποιος ξέρει πότε θα ξανάχαμε τέτοια ευκαιρία.
Κι άντε να εξηγήσεις μετά -και σε ποιον- ότι ο τεμπονέρας ήταν στο εαμ (όχι σε αυτό του 40. Ούτε στο βήτα το σημερινό). Κι ότι δεν πρέπει να τον χαρίζουμε στους άλλους.

Ε, ναι λοιπόν ο τεμπονέρας δεν ήταν ναρίτης.
Το μαθαίνεις αυτό ως κνίτης (αν το μάθεις ποτέ) και τα στεγανά σου κλονίζονται. Και μετά είναι στο χέρι σου.
Ή να τα γκρεμίσεις μια και καλή.
Ή να τα κρατήσεις, γιατί έτσι έμαθες να σκέφτεσαι και χωρίς αυτά δε μπορείς. Τα 'χεις για πυξίδα.

Έτσι και με τον παναγιωτάκη.
Σατιρίζεις τα πράσινα παπούτσια. Περιμένεις να δεις τον αλαβάνο ή έστω τον τσίπρα με πράσινα σταράκια σε κάποιο αμφιθέατρο για ψηφοθηρία. Και λίγους μήνες μετά πηγαίνεις στις ντάτσες στο ποσείδι για διακοπές και τον βλέπεις [τον παναγιωτάκη] καλεσμένο σε εκδήλωσή μας στην καντίνα.
Ξανακοιτάς να σιγουρευτείς ότι δεν είναι φάρσα.
-Ρε συ, σίγουρα είναι δική μας;

Το μυαλό ταξιδεύει φλας μπακ 80 μέρες πριν.
Έξοδος από το στρατόπεδο, βόλεψε για μια εκδήλωση με το σοβιετικό κυριούλη στο πολυτεχνείο. Φτάνοντας απ' έξω μιλιούνια πλήθος. Πορεία αλληλεγγύης στον παναγιωτάκη.

Ψάχνεις να βρεις το μπλοκ μας, τζίφος. Μπορεί μεμονωμένα κανας σφος με φιλότιμο. Με μέτρα αυτοπεριφρούρησης για τυχόν αναγνώριση.
Οι υπόλοιποι σφοι σε άδεια. Την καθιερωμένη, ανεπίσημη την επομένη των εκλογών.
Πολλή κούραση. Ας τη βάζαν άλλη μέρα την πορεία.

Επιστροφή στη φύση και στις ντάτσες στο ποσείδι.
Η εκδήλωση ξεκινάει. Εσωτερική διαπάλη.
Η φωνή μέσα μου επαναλαμβάνει μονότονα: γιατί δεν ήμασταν στην πορεία το μάη; Γιατί δεν ήμασταν στην πορεία το μάη;
Έλα ντε, γιατί δεν ήμασταν;

Υπακούω σαν ζαν ντ' αρκ και κάνω ερώτηση.
Με αθώα διατύπωση. Και σάλτσα ότι δύσκολα σηκώνουμε αλληλεγγύη όταν ο άλλος δεν είναι απ' το χώρο μας. Κι όχι μόνο εμείς. Γενικώς...

Ο βουλευτής από το χημικό απαντά με αυστηρό ύφος.
Γενικά στην αρχή. Με το γνωστό μπρεχτικό ανέκδοτο για τους ναζί.
Στην αρχή ήρθαν και πήραν τους κομμουνιστές. Δε μίλησα γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής. Μετά ήρθαν και πήραν τους εβραίους. Δε μίλησα γιατί δεν ήμουν εβραίος. Κι όταν ήρθαν να πάρουν εμένα δεν είχε μείνει κανείς να αντιδράσει.

Στη συνέχεια και ειδικά. Η κοθ είχε βγάλει ανακοίνωση για το θέμα. Και η κοινοβουλευτική μας ομάδα έκανε μια σειρά επερωτήσεις.
Το τέλος το σκέπασαν χειροκροτήματα. Το απαιτητικό κοινό καλύφθηκε από την απάντηση.
Ναι, αλλά στην πορεία, γιατί δεν πήγαμε;

Γιατί όπως θα 'λεγε κι ο μπρεχτ: στην αρχή ήρθαν και πήραν τους μπλόγκερ. Βγάλαμε ανακοίνωση καταγγελίας. Μετά έπιασαν τη γενιά των 700. Κάναμε επερώτηση στη βουλή.
Κι όταν ήρθαν τελικά να πάρουν κι εμάς, δεν είχε μείνει κανείς για να βγάλει ανακοίνωση και να κάνει επερώτηση
.

Σήμερα ήταν να γίνει η δίκη του παναγιώτη κετίκη, αλλά πήρε αναβολή. Λεπτομέρειες δεν γνωρίζω ακόμα. Πχ αν πήγαν και σύντροφοι στην κατερίνη για συμπαράσταση ή όχι (γιατί οι άλλοι πήγαν).
Πάντως έγραψε σχετικά κι ο ριζοσπάστης. Μπορεί να κορυφώσουμε με καμιά επερώτηση στη βουλή.

Αλληλεγγύη και πράσινα άλογα...

(Συνεχίζεται...)