Ένα απ’ τα πρώτα πράγματα που μαθαίνει όποιος έρχεται σε επαφή με τον όμιλο είναι για τη σχέση βιολογικού-κοινωνικού. Την οποία οι βαζιουλινικοί θεωρούν ως τη βασική αντίφαση που θα κινεί την κομμουνιστική κοινωνία. Εκεί όπου θα έχει λυθεί η βασική αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας και οι αντιθέσεις που πηγάζουν από το δίπολο παραγωγικές δυνάμεις-παραγωγικές σχέσεις.
Η βασική αντίθεση είναι θέμα που μπορεί πραγματικά να σου πάρει τα μυαλά. Να ξέρεις πχ ότι η βασική αντίθεση στον καπιταλισμό είναι ότι η εργασία κοινωνικοποείται ολοένα και περισσότερο, αλλά οι καπιταλιστές ιδιοποιούνται τους καρπούς της ατομικά. Και να έρχεται ο αντίλογος (όχι της πάτρας) ότι αυτή η αντίθεση είναι παράγωγη της αντίθεσης κεφαλαίου-εργασίας. Που με τη σειρά της είναι η ειδική μορφή που παίρνει στον καπιταλισμό η αντίθεση μεταξύ νεκρής και ζωντανής εργασίας.
Και γιατί να είναι αυτή η βασική σχέση; Γιατί αναφέρεται στο κομμάτι της παραγωγής και την εργασία, που είναι το κλειδί για να ερμηνεύσουμε τις κοινωνικές σχέσεις. Ενώ στην αντίθεση που αναφέρει ο μαρξ, το δεύτερο σκέλος (η ατομική ιδιοποίηση των προϊόντων) έχει να κάνει με τη διανομή. Που σε σχέση με την παραγωγή είναι δευτερεύον και παράγωγο.
Κάτι αντίστοιχο γίνεται και με τη βασική αντίφαση στο σοσιαλισμό, που δεν είναι αυτόνομη κοινωνία με ξεχωριστό τρόπο παραγωγής, αλλά πρώιμος κομμουνισμός με κατάλοιπα και μεταβατικά χαρακτηριστικά. Τη βασική αντίφαση δεν πρέπει να την ψάξουμε στο κομμάτι της διανομής-κατανάλωσης και τις διαρκώς αυξανόμενες ανάγκες που αναφέρει ο σύντροφος με το μουστάκι στο –πολύ αξιόλογο κατά τα άλλα- βιβλίο του για τα οικονομικά προβλήματα στην εσσδ. Αλλά στο διαλεκτικό δίπολο παραγωγικών δυνάμεων-σχέσεων παραγωγής και στην κρατικοποίηση. Η οποία παραμένει τυπική κοινωνικοποίηση, δηλ κοινωνικοποίηση από το κράτος εκ μέρους όλη της κοινωνίας, όσο δεν επικρατεί η αυτοματοποίηση και ο καθολικά κοινωνικός χαρακτήρας των μέσων παραγωγής. Με άλλα λόγια όσο το κράτος δεν ταυτίζεται με την κοινωνία και παραμένει η ανάγκη ύπαρξής του ως μια δύναμη πάνω από αυτήν.
Κι αφού ξεχάσαμε κι αυτά που ξέραμε επιστρέφουμε στη σχέση βιολογικού-κοινωνικού. Την οποία αν θέλαμε να την απλουστεύσουμε θα λέγαμε ότι είναι η διαλεκτική σχέση μεταξύ φύσης και κοινωνίας. Κι όταν λέμε διαλεκτική σημαίνει ενότητα και πάλη των αντιθέτων. Η σχέση της φύσης με την κοινωνία δεν είναι αρμονική, αλλά κατά βάση συγκρουσιακή. Μια διαρκής πάλη του ανθρώπινου είδους για επιβίωση, ένας σκληρός αγώνας ενάντια στο θάνατο και τα στοιχεία της φύσης. Στα πρώτα του βήματα ο άνθρωπος είχε προσδόκιμο μέσο όρο ζωής δέκα με δεκαπέντε χρόνια και σε κάθε κυνήγι της αγέλης θρηνούσε θύματα.
Η εξέλιξη των έμβιων οργανισμών είναι μια διαρκής επίλυση –πολύπλοκη κι αντιφατική- αυτής της αντίθεσης υπέρ της ζωής. Περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσουν έχουν τα είδη οργανισμών που ανέπτυξαν μεγαλύτερη ευελιξία –δηλ τα θηλαστικά.
Ο άνθρωπος αρχίζει να χρησιμοποιεί εργαλεία, με άλλα λόγια διαμεσολαβεί τη σχέση του με το περιβάλλον κι αρχίζει να διακρίνει τον εαυτό του από αυτό. Αναπτύσσει συνείδηση και τα ένστικτά του σταδιακά αδυνατίζουν.
Αυτό που θα μπορούσε να θεωρηθεί μειονέκτημα από βιολογικής άποψης, εξελίσσεται σε πλεονέκτημα για τον άνθρωπο, που μπορεί να επεμβαίνει συνειδητά στο περιβάλλον, αντί να προσαρμόζεται παθητικά και να υποτάσσεται. Κι αυτό είναι που τον κάνει να ξεχωρίζει από τα ζώα. Όχι η δραστηριότητα γενικά κι αόριστα, αλλά η συνειδητή, σχεδιασμένη δραστηριότητα που σκοπεύει σε κάτι. Εκεί ακριβώς εντοπίζει κι ο μαρξ την ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου από τα ζώα. Ή αλλιώς του χειρότερου αρχιτέκτονα που έχει συλλάβει από πριν το σχέδιο του κτιρίου που θέλει να φτιάξει, από την καλύτερη ‘
εργάτρια’ μέλισσα που φτιάχνει την κερήθρα της, όπως αναφέρει στο γνωστό παράδειγμα από το Κεφάλαιο.
Την εργάτρια τη βάζω σε πλάγια γραφή και εισαγωγικά, γιατί μόνο η συνειδητή δραστηριότητα συνιστά εργασία. Τα ζώα δεν έχουν συνείδηση, αλλά ένστικτα στα οποία και υπακούνε τυφλά. Κατά συνέπεια σχηματίζουν ομάδες που φτάνουν μέχρι το επίπεδο της αγέλης, αλλά δεν είναι κοινωνίες, γιατί στο επίκεντρο των κοινωνικών σχέσεων βρίσκεται η εργασία.
Οι αναρχικοί αντιμετωπίζουν τη φύση με θρησκευτικό τρόπο. Και βλέπουν τη σχέση του ανθρώπου με αυτήν ως μια ειδυλλιακή σχέση που παραβιάστηκε, τον απομάκρυνε από τη φύση του και τον έκανε δυστυχισμένο. Δηλ μια παραλλαγή του προπατορικού αμαρτήματος.
Η φύση όμως δεν είναι –όπως πολλοί φαντάζονται- ο παράδεισος της εδέμ που τα προσφέρει όλα έτοιμα. Το ανθρώπινο είδος επέζησε κι εξελίχθηκε ακριβώς επειδή μπορεί να μετασχηματίζει το φυσικό του περιβάλλον.
Ο πολιτισμός κι η τεχνολογία αντανακλούν την κοινωνική φύση του ανθρώπου και τα επιτεύγματά της. Ο τεχνοφοβικός θρήνος για την εξάρτησή μας από αυτά, καταλήγει να θρηνεί που είμαστε άνθρωποι. Τι μένει από τον άνθρωπο αν τα απαρνηθεί όλα αυτά;
Η ουσία του, απάντησε ένας αναρχικός που ήρθε στον τελευταίο όμιλο.
Λάθος. Μένει ένα αδύναμο πλάσμα που θα υποτασσόταν στις δυνάμεις της φύσης χωρίς να μπορεί να τις ελέγξει και θα ήταν καταδικασμένο σε αφανισμό, είπε ο σοβιετικός κυριούλης.
Κι όσο για την ουσία του ανθρώπου, όπως λέει ο μαρξ, αυτή είναι το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων. Η κοινωνία όμως δε θα υπήρχε χωρίς την εργασία και τη συνειδητή επενέργεια στο φυσικό περιβάλλον.
Πανομοιότυπη είναι και η φροϋδική θεώρηση που βλέπει τον πολιτισμό ως πηγή δυστυχίας για τον άνθρωπο (το προπατορικό αμάρτημα που λέγαμε). Θρηνεί για τα ταμπού και τον εκφυλισμό του ανθρώπινου είδους, το οποίο και θεωρεί έρμαιο των ενστίκτων του (τα οποία με τη σειρά τους καταπιέζονται και κάνουν τον άνθρωπο δυστυχισμένο). Το κοινωνικό έπεται λαχανιασμένο πίσω από τα ένστικτα, τα οποία ο φρόιντ θεωρεί δοσμένα κι αμετάβλητα, χωρίς να εξετάζει την κίνηση και τη μεταβολή τους στον χρόνο.
Η απολυτοποίηση της φύσης και του βιολογικού στοιχείου βρίσκει εφαρμογή και στον κλάδο της γενετικής με το λεγόμενο βιολογικό αναγωγισμό.
Άτιμη βιολογία που άλλους τους ανεβάζεις κι άλλους τους ρίχνεις στα ξένα χέρια, γιατί δεν είχαν τα σωστά γονίδια και βιολογικά κονέ με την άρια φυλή.
Αχρείοι ψευτοεπιστήμονες που φυσικοποιούν τις κοινωνικές σχέσεις και αποφαίνονται ότι ο εγωισμός κι η ιδιοκτησία είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης φύσης, εγγεγραμμένο στο γενετικό του υλικό. Ανακαλύπτουν γονίδια που ορίζουν κάθε ανθρώπινη λειτουργία και συμπεριφορά, από το γονίδιο της εγκληματικότητας μέχρι το γονίδιο του αριστερού!
Κι έτσι σου ‘ρχεται να τους πεις ότι αν υπήρχε γονίδιο της ηλιθιότητας θα ήταν κάτοχοι με αποκλειστικά δικαιώματα. Αλλά έτσι θα επιβεβαίωνες τη θεωρία τους.
Στον αντίποδα βρίσκεται ο κοινωνικός αναγωγισμός που στραβώνει το κλαδί από την ανάποδη και δεν αναγνωρίζει καμία βιολογική διαφορά ανάμεσα στους ανθρώπους.
Ο ακραίος κοινωνιολογισμός ανάγεται στην αστική φιλοσοφία, μας είπε ο σοβιετικός κυριούλης. Παραγνωρίζει την ιδιοσυγκρασία (που έχει να κάνει κατά βάση με το νευρικό σύστημα κάθε ατόμου), περνάει από το συμπεριφορισμό και τη θεωρία του tabula rasa και οδηγεί σε μια –κατεξοχήν αστική- αφηρημένη ισότητα που χάνει το συγκεκριμένο άτομο και δείχνει επιδερμικό ενδιαφέρον για τον άνθρωπο (στην ουσία ενδιαφέρεται μόνο για τα εμπορεύματα και την αφηρημένη ισότητα της αγοράς).
Εκεί συναντάμε εκ νέου τους αναρχικούς (στην αντίθετη απολυτοποίηση αυτή τη φορά) και όσους θεωρούν πως το φύλο είναι εξ ολοκλήρου κοινωνική κατασκευή. Το παπαγαλάκι του κρεμλίνου μου έλεγε ένα παράδειγμα από τη μουσική και τη φωνητική (είμαι σίγουρος ότι κάτι δε λέω σωστά) για τα μπάσα και τα άλτο που μπορούσαν να τα τραγουδήσουν μόνο άντρες και γυναίκες αντίστοιχα. Υπήρχαν και άντρες τενόροι που τραγουδούσαν άλτο, αλλά για να καταφέρουν να πιάσουν τις ψηλές νότες έπρεπε λέει να τους ευνουχίσουν.
Κι έτσι το παπαγαλάκι έφτασε στο συμπέρασμα πως αν δεν πάρεις υπόψη σου τη βιολογία, φτάνεις στο σημείο να ευνουχίζεις τον άνθρωπο. Όχι μόνο τους άντρες τενόρους, αλλά τον άνθρωπο συνολικά ως υπόσταση. Για τη δε μουσική, ούτε συζήτηση.
Για τη διαλεκτική δεν υπάρχουν τέτοια διλήμματα,
φύση ή κοινωνία. Και το ένα και το άλλο. Όχι χώρια, αλλά σε μια διαλεκτική ενότητα,
νύχι και κρέας που λέει κι η αλέκα. Όπου οι δυο πόλοι βρίσκονται σε στενή αλληλεπίδραση, αλλάζουν διαρκώς και μετασχηματίζονται. Και η διαλεκτική ερευνά το πρωτεύον και τους νόμους κίνησης.
Το γένος για παράδειγμα είναι μια μικρή κοινότητα, μια κοινωνική ομάδα, αλλά βασίζεται σε καθαρά βιολογικούς δεσμούς αίματος. Κατάλοιπά του μπορούμε να βρούμε ακόμα και σήμερα σε ανηρημένη μορφή. Τέτοιο πχ είναι το έθιμο της βεντέτας (κρητικής ή μανιάτικης) που επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας.
Αν επικρατούσε αύριο μια σοσιαλιστική επανάσταση στην ελλάδα, εκτός από τις αστικές σχέσεις παραγωγής, θα έπρεπε να μετασχηματίσει και τέτοιου είδους σχέσεις, που είναι προαστικές, ενίοτε μάλιστα και προταξικές. Με τέτοιες ακριβώς σχέσεις ήρθε αντιμέτωπη η σοβιετική εξουσία στο καζακστάν και τις υπόλοιπες ασιατικές δημοκρατίες. Την ίδια στιγμή που ο νικήτας μιλούσε για είσοδο στον κομμουνισμό εντός εικοσαετίας, ενώ σήμερα πολλοί κυνηγάν την ίδια χίμαιρα κι επικρίνουν τους σοβιετικούς που δεν κατάφεραν να την πιάσουν.
Οι δύο πόλοι μιας διαλεκτικής σχέσης περνάνε από πέντε διαφορετικές φάσεις.
Την ταυτότητα, τη διάκριση, τη διαφορά, την αντίφαση και την αντίθεση. Τα δύο τελευταία μπορεί να τα λέω με λάθος σειρά. Κι επίσης δυσκολεύομαι να διακρίνω τη διαφορά μεταξύ διάκρισης και διαφοράς. Μπορώ όμως να τα καταλάβω πολύ καλύτερα μέσα από το διαλεκτικό σχήμα της άρνησης της άρνησης. Και ξέρω ότι έτσι σκέτα, όλα αυτά τα χεγκελιανά φαίνονται στρυφνά κι ακατανόητα, αλλά γίνονται καθαρά και ξάστερα μέσα σε ένα παράδειγμα.
Εν αρχή οι ζωντανοί οργανισμοί είναι ένα με τη φύση. Ο άνθρωπος σταδιακά ξεχωρίζει από αυτήν κι αρχίζει να σχηματίζει κοινωνίες. Η αντιθετική σχέση εξελίσσεται, οξύνεται και φτάνει στο ανώτερο σημείο της, όπου επιλύεται. Οι δύο πόλοι της αίρονται διαλεκτικά, μετεξελίσσονται σε μια καινούρια ποιότητα και κατακτούν την προηγούμενη ενότητα σε ένα ανώτερο επίπεδο.
Σήμερα βρισκόμαστε στο σημείο όπου καλούμαστε να λύσουμε τον κόμπο της αντίθεσης και να αποκαταστήσουμε την ενότητα των δύο πόλων. Ο μαρξ λέει ότι η φύση είναι το ανόργανο σώμα του ανθρώπου. Αν εμείς συνεχίσουμε να καταστρέφουμε το φυσικό περιβάλλον θέτουμε θεμέλια για την αυτοκτονία του είδους μας και τη βαρβαρότητα. Που είναι η μόνη εναλλακτική που έχουμε, αν δεν προχωρήσουμε στο σοσιαλισμό.
Εδώ θα μπορούσαν να μπουν μια σειρά ενδιαφέρουσες προεκτάσεις, αλλά ήδη το κείμενο έχει γίνει μακρινάρι. Πχ για τον κοινωνικό αναγωγισμό μιας μερίδας σοβιετικών βιολόγων που δε δέχονταν την ύπαρξη γονιδίων. Για το κατά πόσο και με ποιον τρόπο το κοινωνικό επηρεάζει το βιολογικό κι αν ο λυσένκο ήταν όντως ένας παρανοϊκός επιστήμονας, όπως μας λένε.
Ή ακόμα, για το αν υπάρχει διαλεκτική της φύσης, από τη στιγμή που τα φυσικά φαινόμενα είναι κυκλικά κι επαναλαμβανόμενα. Κάτι όμως που δεν αναιρεί την εξέλιξη. Αν αυτή είναι αργή και βασανιστική, σε αντίθεση με την ανθρώπινη κοινωνία που αλλάζει με ραγδαίους ρυθμούς, αυτό εξηγείται με τη σταδιακή ωρίμανση των φυσικών και κοινωνικών προτσές.
Οι νόμοι κίνησης δεν ήταν παντού και πάντα οι ίδιοι. Ο κόσμος σήμερα αλλάζει με πολύ πιο γρήγορους ρυθμούς απ’ ό,τι στους προηγούμενους κοινωνικούς σχηματισμούς (πχ φεουδαρχία). Ακόμα και μες στον καπιταλισμό τα διάφορα φαινόμενα επιταχύνονται κι ωριμάζουν. Στην εποχή του μαρξ, το μεσοδιάστημα μεταξύ δύο οικονομικών κρίσεων προσέγγιζε τη δεκαετία, ενώ σήμερα οι φάσεις του κρισιακού κύκλου (ύφεση, ανάκαμψη) έχουν σχεδόν συγχωνευτεί με αποτέλεσμα ο καπιταλισμός να διέρχεται μια κρίση διαρκείας χωρίς να διαφαίνεται κάποια προοπτική άμεσης εξόδου στον ορίζοντα.
Όλα αυτά προσφέρονται και για μερικούς πολύ ενδιαφέροντες παραλληλισμούς.
Η αδιάκοπη πάλη του ανθρώπου για επιβίωση, ωριμάζοντας, αποκτά κοινωνικό περιεχόμενο και μετεξελίσσεται σε πάλη των τάξεων. Ο ανθρώπινος υποκειμενικός παράγοντας ωριμάζει διαρκώς, γίνεται αποφασιστικός στο σοσιαλισμό –όπου η πολιτική παίζει πρωτεύοντα ρόλο- για να αρθεί διαλεκτικά και να εκλείψει –με αυτή τη μορφή τουλάχιστον- στον κομμουνισμό (όπου δε θα υπάρχει πολιτική).
Κι η εμφάνιση του κομμουνισμού, ως ανώτερης βαθμίδας εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας, απαιτεί ένα μεγάλο μεταβατικό διάστημα ωρίμανσης κι ενδέχεται να περάσει απ’ τα ίδια στάδια που πέρασε κι η βιολογική εξέλιξη μέχρι την εμφάνιση του ανθρώπου.
Ο σοβιετικός σοσιαλισμός μπορεί να ήτανε στο επίπεδο του αυστραλοπίθηκου και των ανθρωπίδων, τουλάχιστον όμως δεν ήτανε μαϊμού σοσιαλισμός, όπως αποφαίνονται μερικοί αυτοαποκαλούμενοι κομμουνιστές.
Κάποτε, στην κοινωνία του μέλλοντος, θα τα βλέπουμε όλα αυτά και θα γελάμε. Αλλά τώρα δε μας παίρνει να κοιτάμε αυτά τα εγχειρήματα αφ’ υψηλού και να τα απορρίπτουμε από την ασφάλεια του ύψους της μπανανιάς μας.
Όλα αυτά ήταν μια σειρά ακραίων συνειρμών και σημειώσεων κατά τη διάρκεια της τελευταίας συνάντησης του ομίλου στη θεσσαλονίκη, όπου το παπαγαλάκι του κρεμλίνου εισηγήθηκε με βάση αυτό το κείμενο
(http://www.ilhs.tuc.gr/gr/kyr_utop_87.htm) το οποίο δημοσιεύτηκε πέρσι στην ουτοπία, αφού πέρασε από σαράντα κύματα κι έναν ευτύχη.
Σε ένα από τα επόμενα τεύχη θα μπει κι ένα αφιέρωμα στη σοβιετική ψυχολογία. Η επιμέλεια και τα άρθρα θα είναι του ελληνικού τμήματος της λογικής της ιστορίας (όχι ότι υπάρχουν κι άλλα δηλ). Πρόσχωμεν.
-Τυχόν ευθύνη για χοντροκομμένες διατυπώσεις, διαπιστώσεις και συμπεράσματα –και γενικά για οτιδήποτε χονδρό- βαραίνει αποκλειστικά εμένα και τη λειψή αντιληπτική μου ικανότητα.