Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ρίτσος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ρίτσος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2016

Νόμπελ Ειρήνης

Στα καθ' ημάς, είναι αρκετά εύκολο να αποδείξει κανείς πόσο μεροληπτικά αποδίδονται τα βραβεία Νόμπελ της νορβηγικής Ακαδημίας και ποιες σκοπιμότητες υπηρετούν, με ένα παράδειγμα από την ποίηση. Ο Σεφέρης και ο Ελύτης, που είχαν πολιτική έγκριση ή το άτυπο πιστοποιητικό φρονημάτων και δε θεωρούνταν τόσο επικίνδυνοι για την αστική εξουσία, τιμήθηκαν αμφότεροι με το βραβείο. Αντίθετα, ο Βάρναλης κι ο Ρίτσος που ήταν κομμουνιστές, έμειναν με το βραβείο Λένιν και δε νομίζω να στενοχωρήθηκαν ιδιαίτερα για αυτό.

Εκεί που γίνονται ακόμα πιο ξεκάθαρα τα πράγματα, χωρίς εξαιρέσεις και περιθώρια αμφιβολιών, είναι στην επιλογή των προσώπων ή οργανισμών που τιμώνται με το Νόμπελ Ειρήνης. Και δεν είναι μόνο -ή όχι κυρίως- η βράβευση του Λεό Μπουρζουά το 1920 (προέδρου της Κοινωνίας των Εθνών) κι η σημειολογία του ονόματός του που δίνουν το γενικό τόνο. Αλλά μια σειρά καθάρματα που "κοσμούν" τη σχετική λίστα, δίνοντας το πολιτικό στίγμα και το κριτήριο των επιλογών -στις οποίες δυσκολεύεται να βρει κανείς μερικές διαφοροποιήσεις, όπως ο Μαντέλα (από κοινού με τον Ντε Κλερκ βεβαίως, βεβαίως) κι ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ.

Καταρχάς βρίσκουμε πολλούς προέδρους των ΗΠΑ, από το Θίοντορ Ρούζβελτ (ούτε καν τον Φρανκλίνο της αντιφασιστικής συμμαχίας) και τον Ουίλσον (ως πρωτεργάτης της Κοινωνίας των Εθνών) μέχρι τον Ομπάμα, νομίζω όλοι τους όσο ήταν εν ενεργεία πρόεδροι και πολιτικοί, με εξαίρεση τον Κάρτερ.

Συναντάμε επίσης τον Τζ. Μάρσαλ για το σχέδιο Μάρσαλ (!) με τους τόσο αγαθούς, ειρηνευτικούς σκοπούς της ανοικοδόμησης, τον Αλ Γκορ για τις οικολογικές του ανησυχίες-μπίζνες και τον Χένρι Κίσινγκερ για την ειρήνη που έκλεισε στο Βιετνάμ, αφού πρώτα το ματοκύλισαν (ο Βιετναμέζος Θο το αρνήθηκε).

Θα ήταν άδικο και αναληθές όμως να πιστέψουμε πως οι πολιτικές σκοπιμότητες της Ακαδημίας δεν της επέτρεψαν να απονείμει το βραβείο σε προσωπικότητες με καταγωγή από σοσιαλιστικές χώρες. Η αρχή έγινε με τον (ελληνικής καταγωγής) αντιφρονούντα επιστήμονα Αντρέι Ζαχάροφ και την πάλη του για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Για να ακολουθήσει το 83' ο Πολωνός Λεχ Βαλέσα (ηγέτης της Αλληλεγγύης) ένα μόλις χρόνο μετά την επιβολή στρατιωτικού νόμου από το Γιαρουζέλσκι και το 90' ο σοβιετικός πρόεδρος Μιχαήλ Γκορμπατσόφ. Είτε γιατί θα ενέκρινε ή είχε ήδη εγκρίνει την αμερικάνικη επέμβαση στον Περσικό κόλπο, με την αιγίδα του ΟΗΕ, είτε γιατί πρωτοστατούσε στο "τιτάνιο έργο" της διάλυσης της ΕΣΣΔ και του σοσιαλιστικού μπλοκ, που έφτανε προς το τέλος του.

Φέτος το βραβείο Νόμπελ απονεμήθηκε στον πρόεδρο της Κολομβίας Χ.Μ. Σάντος, για τις ειρηνευτικές του προσπάθειες, τον τερματισμό του εμφυλίου και τη συμφωνία οριστικής κατάπαυσης του πυρός, που δεν εγκρίθηκε πάντως στο πρόσφατο συμβουλευτικό δημοψήφισμα. Πέρα από την όποια κριτική μπορεί να κάνουμε εμείς (από τη ζεστασιά και την ασφάλεια του πληκτρολογίου μας ασφαλώς) στο αντάρτικο των FARC για την παράδοση των όπλων, είναι εντυπωσιακό ότι το βραβείο δεν απονέμεται και σε αυτούς (από κοινού με την άλλη πλευρά της διαπραγμάτευσης). Κάτι που αποδεικνύει για πολλοστή φορά το αλάνθαστο ταξικό ένστικτο της νορβηγικής Ακαδημίας.

Υποψήφια για το φετινό βραβείο ήταν κι η συγκλονιστική γιαγιά από τη Λέσβο που έγινε άθελά της διάσημη με το φωτογραφικό στιγμιότυπο, όπου τάιζε με μπιμπερό ένα μωρό προσφύγων. Σήμερα δηλώνει σχεδόν ανακουφισμένη που δεν πήρε τελικά το βραβείο, γιατί δε θα άντεχε τη ζηλοφθονία από το περιβάλλον του χωριού, όπου (θα) έμπαινε το ερώτημα: γιατί αυτοί κι όχι εγώ/εμείς; Κι αυτό από μόνο του θα αρκούσε για να την καταστήσει άξια νικήτρια, γιατί όχι μόνο δεν επιδίωξε κάποια δημοσιότητα για την πράξη της, αλλά (σε αντίθεση με πολλούς συνυποψήφιούς της) τη θεωρεί περίπου ανεπιθύμητη.

Έτσι αυτό που μένει πίσω είναι η ημιανεπίσημη καμπάνια από χρήστες του διαδικτύου (αλλά κάπου εμπλέκονταν και τα κανάλια, αν δεν κάνω λάθος) για την υποστήριξη της ελληνικής υποψηφιότητας, που συγκέντρωνε τα πιο αντιφατικά (αλλά όχι πάντα αντιφασιστικά) χαρακτηριστικά. Φαντάσου πχ σφε αναγνώστη, το μέσο Ελληνάρα που ναι μεν θέλει να κερδίσει η χώρα του -έτσι γενικά κι αόριστα- ένα Νόμπελ, αλλά την ίδια στιγμή έκλεινε το σχολείο του, για να μην πάνε τα παιδιά των προσφύγων στις ίδιες τάξεις με τα δικά του και τα μολύνουν, χαλάσουν τον "πολιτισμό" μας και την "πανανθρώπινη" κουλτούρα μας που αποδεικνύει πως "πας Ελληνάρας" βάρβαρος.

Σκέψου επίσης πόσες αφορμές για Νόμπελ απανθρωπιάς δώσαμε τελευταία: Ωραιόκαστρο, Φιλιππιάδα, ακόμα και στην ίδια τη Λέσβο, που γενικά ξεφεύγει από τον κανόνα των τουριστοθρεμμένων νησιωτών, που δεν ανέχονται να τους χαλάνε τη βιτρίνα.
Καθάρματα, θα μου πεις. Γιατί όχι; Στην τελική αυτοί που παίρνουν τα Νόμπελ Ειρήνης, καλύτεροι είναι; Κι αν δεν είσαι καθίκι του κερατά, πού πας ξιπόλητος στα αγκάθια, να σε τιμήσουν;

Υπάρχει προφανώς κι η Ελλάδα που αντιστέκεται. Η γιαγιά από τη Λέσβο, οι μαθητές που χειροκρότησαν τα προσφυγάκια, καθώς προσέρχονταν στο σχολείο τους. Κι υπάρχουν κι αυτοί που επιχειρούν να κρύψουν πίσω από αυτά, ή πίσω από τη σκατοψυχιά της άλλης πλευράς, τις δικές τους εγκληματικές ευθύνες στο προσφυγικό. Γιατί είναι εύκολο πχ να προβάλλεις και να χειροκροτάς τους πρόσφυγες μαθητές που πήγαν χτες στα σχολεία, για να μη συζητηθεί ποτέ σοβαρά τι γίνεται με τις τάξεις ένταξης, την ενισχυτική διδασκαλία για την εκμάθηση της ελληνικής και φυσικά το επιπλέον προσωπικό που θα απαιτούσαν αυτές οι διαδικασίες.

Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία...

Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

Μέρα Μαγιού

Την πρωτομαγιά άλλοι τρέχουν να πιάσουν μια (ακόμα) χαμένη άνοιξη που δεν τους αγγίζει, με πικ-νικ, μπάρμπεκιου κι άλλα πατροπαράδοτα έθιμα· εάν δε δουλεύουν δηλ, γιατί η μέρα δεν ανήκει στις επίσημα αναγνωρισμένες αλλά στις κατ’ έθιμο αργίες, που είναι λέει στη διακριτική ευχέρεια του «εργοδότη» να σου τις δώσει –ένα από τα πολλά παράπλευρα καλούδια του μνημονίου. Και άλλοι τρέχουμε στους δρόμους, με τρία κόκκινα γράμματα, να βρούμε την χαμένη συνείδηση της τάξης μας. Κάποιοι θυμούνται τον Αιρτον Σένα, που πριν από είκοσι χρόνια πήρε αντί για την καταραμένη στροφή την ευθεία οδό για το πάντοκ της ιστορίας. Κι άλλοι πάλι σκεφτόμαστε το Γιάννη Ρίτσο, που γεννήθηκε τέτοια μέρα, 105 χρόνια πριν κι έφυγε Νοέμβρη του 90’ –υποψιασμένος για αυτά που θα ακολουθούσαν, αλλά χωρίς να προλάβει να δει το τέλος (της ιστορίας)- συνδέοντας το όνομά του με τον επιτάφιο και το Μάη της Θεσσαλονίκης, τον κόκκινο Μάη του Σικάγο και της αντιφασιστικής νίκης των λαών.



Και το ‘χε καμάρι που ‘χε γεννηθεί τέτοια μέρα, για αυτό και δε δέχτηκε να μετατοπίσει χρονικά τα γενέθλιά του με την υιοθέτηση του καινούριου ημερολογίου και τα γιόρταζε πάντα πρωτομαγιά. Πώς να μη μας πούνε μετά δηλ παλαιοημερολογίτες κομμουνιστές, σφε, οι ρεβιζιονιστές της νέας τάξης πραγμάτων που γιόρταζαν την πτώση του υπαρκτού;



Όλα αυτά τα ακούσαμε χτες στην εκδήλωση της σπουδάζουσας της Πάτρας –που έχει μια σταθερή δυναμική τα τελευταία χρόνια κι η Πανσπουδαστική κοντράρει σχεδόν στα ίσια τη ΔΑΠ, απειλώντας να την εκθρονίσει φέτος υπό προϋποθέσεις. Και τα ακούσαμε από την κόρη του μεγάλου ποιητή, την Έρη Ρίτσου, που είναι φέτος στο ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος. Και η οποία μεγάλωσε όπως λέγαμε σε μια οικογένεια, όπου ο πατέρας της ήταν περήφανα γεννημένος την εργατική πρωτομαγιά, η μάνα της η Φαλίτσα είχε γενέθλια ανήμερα της επετείου της οκτωβριανής επανάστασης (7 Νοέμβρη), ενώ η ίδια ήταν γεννημένη την επάρατο 4η Αυγούστου, με τη δικτατορία του μεταξά.



Η 'Ερη Ρίτσου κέρδισε από το πρώτο λεπτό, όχι μόνο εμένα, αλλά και όσους άλλους βρέθηκαν στο αμφιθέατρο της πρυτανείας και γοητεύτηκαν από το λόγο, τον τρόπο της και το περιεχόμενο όσων έλεγε. Και λέω από το πρώτο λεπτό, γιατί ανέβηκε στο βήμα, χωρίς να έχει καν γραπτές σημειώσεις, πήρε το μικρόφωνο στα χέρια, για να μην το έχει «έτσι παλουκωμένο» και την εγκλωβίσει, και ήθελε να (μπορούσε να) υπάρχει κι ένα ακόμα μικρόφωνο στο ακροατήριο, για να υπάρχει άμεση, ζωντανή επαφή, για να σπάσει το από καθέδρας και να βάλει στην εξίσωση το κοινό, με ενεργό ρόλο, περίπου σαν μπρεχτικό θεατρικό έργο με αποστασιοποίηση. Για ν’ ακολουθήσει ένας προφορικός χείμαρρος που είναι δύσκολο να συμπυκνωθεί στις όχθες ενός κειμένου, χωρίς να χαθεί κάτι από την ορμή και τη δροσιά του, ή από τα μέρη που πρόλαβε να περάσει.



Όπως την πολιτική ταυτότητα του πατέρα της και την προσπάθεια που κάνουν πολλοί να τον βάλουν σε ένα χειρουργικό τραπέζι, για να κρατήσουν τα κομμάτια που θέλουν και να πετάξουν ό,τι δεν τους συμφέρει. Αλλά δεν πρέπει να τσιμπάμε, γιατί τα «τρία κόκκινα γράμματα» του ποιητή, μιλάνε από μόνα τους και εννοούν ΚΚΕ, όχι BBQ για το μπαρμπεκιού πχ –για να θυμηθούμε και αυτούς που θέλουν να πιάσουν διαφορετικά το Μάη.



Πρέπει αντιθέτως να πλατύνουμε την έννοια του κομμουνιστή, που παλεύει κάθε μέρα με τον εαυτό του. Και το βασικό του γνώρισμα δεν είναι ο αφηρημένος ουμανισμός, αλλά μια διαρκής διαδικασία γίγνεσθαι, διαμόρφωσης, που τίποτα δεν της είναι ξένο· ούτε ο έρωτας, ούτε το πάθος, ούτε βέβαια οι υπαρξιακές αναζητήσεις –γιατί αν δεν αναρωτηθεί ο κομμουνιστής «ποιος είμαι» και «τι θέλω», ποιος θα το κάνει αλήθεια;



Κι ο Ρίτσος ακριβώς επειδή είναι κομμουνιστής, έχει ανησυχίες και γράφει ποιήματα σαν τον Ορέστη και την Ισμήνη, όπου σκάβει τα θεμέλια της ηρωίδας Αντιγόνης με τα πρέπει, ανατρέπει τα αρχαία πρότυπα και κάνει πολλούς να αναρωτηθούν αν είναι όντως κομμουνιστής αυτός που τα γράφει. Οι άνθρωποι όμως δεν είναι ρομποτάκια, αλλά πολύπλευρες προσωπικότητες που ενσωματώνουν πολλά στοιχεία στην πολιτισμική τους ταυτότητα. Ο Ρίτσος πχ, αν και άθεος, έχει έντονα παιδικά βιώματα από την ορθόδοξη παράδοση κι αντλεί στοιχεία από αυτήν, ενώ στις δύσκολες στιγμές βρίσκει πάντα καταφύγιο στη δημοτική παράδοση και τον δεκαπεντασύλλαβο.



Ο προβληματισμός του δε σταματά πχ στα «Επικαιρικά» και την πρακτική του συμβολή στο κίνημα, αλλά καλύπτει όλο το ανθρώπινο φάσμα –«ψωμί και τριαντάφυλλα», όπως έλεγε ένα παλιό σύνθημα. Κι ο λυρισμός του όμως, πχ για «το κυκλάμινο στη σχισμάδα του βράχου» δεν εστιάζει απλά σε ένα ωραίο λουλουδάκι, όπως σημειώνουν μερικά εγχειρίδια, αλλά στην αγάπη και τον αγώνα για τη ζωή. Ο επιτάφιος δεν είναι ένας μοιρολατρικός θρήνος της μάνας για το χαμό του γιου της, καθώς τελικά παίρνει το όπλο του και τη θέση του στη μάχη. Κι εδώ φαίνεται η δύναμη της μελοποίησης, που ‘ναι ευχή και κατάρα από μια άποψη, γιατί βάζει την ποίηση σε πολλά σπίτια, όπου δε θα έμπαινε αλλιώς, αλλά ύστερα πολλοί νομίζουν λανθασμένα πως γνωρίζουν ολόκληρο το έργο, χωρίς να μπούνε στον κόπο να το διαβάσουν ως το τέλος. Αλλά κι αυτός ο χριστιανός άφησε οκτώ χιλιάδες έργο πίσω του και είναι πρακτικά αδύνατο να έχεις συνολική εικόνα, οπότε είναι προτιμότερο να μελετήσεις κάποια επιλεγμένα έργα στο σύνολό τους, παρά να διαβάσει λίγο απ’ όλα και να μην κατέχεις τίποτα.



Όταν της μετέφεραν την άποψη (μιας εκπαιδευτικού νομίζω), ότι ο ρίτσος στην «τέταρτη διάσταση» απορρίπτει και αποκηρύσσει την ιδεολογία του, αρχικά κρατήθηκε να μην κάνει μια παλινδρομική χειρονομία –γιατί είναι κι υποψήφια ευρωβουλευτής και τώρα μετράνε αυτά- αλλά μετά δεν άντεξε κι είπε πως αυτά είναι «παπαριές», με το συμπάθιο –άντε να το πω πιο.. καλλιτεχνικά, ανοησία. Κι όταν της μετέφεραν κάτι άλλο αντίστοιχο, που το ‘πε κάποια που δήλωνε αριστερή, απάντησε πως κι αυτή μπορεί να δηλώσει δίμετρη, ξανθιά Σουηδή αλλά αυτό δε σημαίνει κάτι. Παλιά δήλωναν σοσιαλιστές, σου λέει. Κι αυτή θυμάται κάτι πράσινους, γυαλιστερούς πασόκους να φωνάζουν χαρούμενοι επί Ανδρέα «ο αγώνας τώρα δικαιώνεται» και εμάς να απαντάμε: ο αγώνας πάντα συνεχίζεται. Γιατί είναι μια συνεχής διαδικασία, που μπορεί να μη φέρνει πάντα άμεσα αποτελέσματα, ως προς τους στόχους που βάζουμε, αλλά είναι απαραίτητη για να πάμε ένα βήμα μπροστά ή να μην πισωγυρίσουμε.



Κι η στρατευμένη τέχνη; Μα ως ένα βαθμό κάθε στάση είναι πολιτική και στρατευμένη. Το απολιτίκ δεν υφίσταται ούτε στη ζωή –γιατί εσύ γλυκιά μου, μπορεί να σιχαίνεσαι τους πολιτικούς, αλλά κυβέρνηση θα βγει ούτως ή άλλως και θα μας τη φορέσει σε όλους ανεξαιρέτως- ούτε προφανώς και στην τέχνη –γιατί αν κάποιος θέλει να μας δείξει πόσο ευαίσθητη ψυχή είναι, επειδή του αρέσουν ο ήλιος και τα φεγγάρια, την ίδια στιγμή μένει εντελώς αναίσθητος με αυτόν που δεν έχει να φάει δίπλα του· κι όταν εμείς του δείχνουμε τα γήινα, τη φτώχεια και την αδικία, αυτός είχε μείνει να κοιτάζει το φεγγάρι.



Είπε πολλά ακόμα.

Για τη σονάτα του σεληνόφωτος και μια λανθασμένη εκτίμηση του λίνου πολίτη (που ήταν μεγάλη μορφή, αλλά δεν ήταν ‘ειδικός ριτσολόγος’)· και για τη «γαλλίδα κυρά-Nίτσα» που πήγε υποτίθεται στον Αραγκόν και του ‘πε τάχα: ξέρεις Λουί, δεν είναι έτσι που το κατάλαβες το ποίημα.

Για το πρόβλημα κατανόησης του λαού με τον ποιητή, που δεν πρέπει ωστόσο να κάνει εκπτώσεις στο έργο του, αλλά να του δώσει τα φώτα του, για να γίνει εγγράμματος. Για τους πολλούς τρόπους που υπάρχουν να κρατήσεις τα παιδιά του λαού αμόρφωτα –κι ένας εγγυημένος είναι, όπως τώρα, να τα βομβαρδίσεις με ασύνδετες πληροφορίες, για μη συγκρατήσουν τίποτα.

Για το όργανο της λέξης, που χωρίς αυτό χάνεται κι η σκέψη. Και για κάτι 15χρονα που πέτυχε στις συγκοινωνίες και σχολίαζαν –τρόπος του λέγειν- μια ωραία κοπέλα που είχαν δει. Και δεν έλεγαν για τις καμπύλες της και πόσο κούκλα ήταν, αλλά σε κάθε τρεις λέξεις, οι δύο ήταν: μαλάκα, γκόμενα – λέξη, μαλάκα, γκόμενα – λέξη…



Και να φανταστείς πως δε μίλησε πολλή ώρα, γιατί έβλεπε πως είχαμε αρχίσει να πεινάμε. Ήταν όμως αρκετή για να μας κερδίσει και να διαπιστώσουμε πως η Έρη Ρίτσου δεν έχει μείνει αρνητικά προσκολλημένη στη σκιά του πατέρα της, ούτε χρησιμοποιεί το όνομά του για να αναδειχθεί, αλλά φέρει κάτι από την ποιητική του αύρα –αν και αυτή ασχολήθηκε με πεζογραφία, γιατί η φλέβα ήταν μεγάλη και στέρεψε στον πατέρα, χωρίς να πάει παρακάτω. Και πως δεν έρχεται στο ψηφοδέλτιο του κκε για να του δώσει απλώς ένα άλλοθι συνεργασίας με κόσμο πέρα από τη στενή του επιρροή, αλλά για να μεταφέρει αυτή τη δροσερή αύρα.



Αν λοιπόν βρείτε την ευκαιρία τις επόμενες μέρες, σε κάποια εκδήλωση, να τη δείτε από κοντά και να έρθετε σε επαφή μαζί της, μην την αφήσετε να πάει χαμένη.

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

Το Σύμφωνο της Βαρσοβίας

Σκόρπιες σκέψεις και συνειρμοί με αφορμή την –εντός κι εκτός εισαγωγικών- δραματική επικαιρότητα και την επικείμενη συμφωνία του γαλλο-γερμανικού άξονα.

Ένας προβληματισμός δεν αποτελεί σώνει και καλά διαφωνία. Ή μάλλον, μια διαφωνία είναι πιο πολύ προβληματισμός. Ίσως να ‘ναι κι έτσι, που έγραφε κι ο ρίτσος στη δεκαετία με τις βάτες. Ίσως κι όχι. Αν είναι όμως;

Ας δούμε ένα παράδειγμα. Έλεγε πχ το κόμμα παλιότερα για την εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισμού, κι είχε βασικά δίκιο. Έμπαινε όμως ο προβληματισμός. Μήπως έχουν αλλάξει τα δεδομένα από τη δεκαετία του 90’, με την επέκταση στο σύγχρονο ελ ντοράντο των βαλκανίων;
Έρχεται λοιπόν σήμερα το κόμμα και μιλά για ενδιάμεση θέση του ελληνικού καπιταλισμού, αφαιρώντας τον προσδιορισμό εξαρτημένος από την ανάλυσή του. Αν το ‘χω καταλάβει σωστά δηλ. Οπότε μπαίνει ο προβληματισμός από την ανάποδη. Δεν είμαστε εξαρτημένη χώρα, όταν έχουμε τόσες εισαγωγές, μειωμένη παραγωγή σε βασικούς κλάδους κι έλλειψη βαριάς βιομηχανίας;
Αλλά αυτό πρέπει να το δούμε ξεχωριστά, σε άλλο κείμενο.

Η διαφωνία δεν είναι ακριβώς το αντίθετο της συμφωνίας. Δεν είναι αντι-φωνία, δηλ μια αντίθετη άποψη, αλλά πολυφωνία, διάλογος, όπως λέει κι η ίδια η λέξη. Χωρίς αυτήν υπάρχει α-φωνία, όπου απλά κουνάω καταφατικά το κεφάλι σε ό,τι λες για να συμφωνήσω. Το βάζει κι η εισήγηση.
Αλλά το ίδιο μπορώ να κάνω κι αν διαφωνώ-αντιφωνώ εξ αρχής, από άποψη, αν ετεροπροσδιορίζομαι από το κόμμα. Απλά αλλάζω τη φορά κίνησης του κεφαλιού και τα υπόλοιπα μένουν ίδια. Ενώ η φωνή είναι απλά ηχητικό εφέ, χωρίς ουσία σε ό,τι λέει, κάτι σαν άναρθρο επιφώνημα.

Οι άλλοι μας λένε κομματικά φερέφωνα, αλλά –κι ετυμολογικά να το δεις- το φερέφωνο φέρει δική του φωνή, και μπορεί να την αξιοποιήσει για να συμφωνήσει δημιουργικά, αντί να βάλει να παίζει η κασέτα. Η συμφωνία δεν είναι μια απλή, καταφατική αφωνία. Έχει ως πρώτο συνθετικό την πρόθεση συν, που σημαίνει προσθήκη, συμφωνώ κι επαυξάνω, με βάση τις παραστάσεις μου και τη δική μου οπτική γωνία. Κι ύστερα ενώνω τη φωνή μου στις άλλες που με βρίσκουν σύμφωνο, για να τη δυναμώσω και να φωνάξουμε όλοι μαζί για το δίκιο μας.

Η συμφωνία στο κόμμα πρέπει να είναι ορχηστρική, με διακριτούς ρόλους και συγκεκριμένες αρμοδιότητες για κάθε όργανο. Πρώτα βιολιά, ομάδες κρούσης (κρουστά), πνευστά, το όργανο της κε. Και φυσικά ένα μαέστρο να συντονίζει και να μην παίζει κάθε όργανο του κεφαλιού του. Αλλά χωρίς όργανα δε μπορεί να κάνει τίποτα. Θα μείνει με τη μπαγκέτα στο χέρι, να μιλάει μόνος του για αυτοδιεύθυνση.

Τα όργανα από την άλλη πρέπει να έχουν το ελεύθερο να αυτοσχεδιάζουν, αλλά αν κάνουν μόνο αυτό, θα είναι μια διαρκής παραφωνία, σαν το βάρδο κακοφωνίξ που χαλάει την αρμονία του συνόλου. Τα σόλα –πρέπει να- συνδυάζονται αρμονικά, να αναδεικνύουν το σύνολο και να αναδεικνύονται μέσα από αυτό. Ένας για όλους και όλοι για έναν, όπως λέει και το σύνθημα –του νταρτανιάν- στις πορείες.

Αλλά χωρίς διαφωνία δεν υπάρχει συμφωνία. Διαλεκτικό δίπολο, όπου το ένα δε νοείται χωρίς το αντίθετό του. Αν δεν υπάρξει διαπάλη, διαφωνία, διάλογος, αν με άλλα λόγια δεν υπάρχουν πολλές φωνές, πώς να καταλήξεις στη μία που θα σε εκφράζει;

Το θέμα είναι πώς τον χειρίζεσαι τον προβληματισμό –ή τη διαφωνία- και πού τον εκφράζεις. Εκτός οργάνων, οριζόντια, σε έμπιστους συντρόφους; Στην καθοδήγηση, ή τον προσυνεδριακό κάθε τέσσερα χρόνια; Ποτέ και πουθενά; Η σωστή απάντηση είναι το δεύτερο, αλλά δεν είναι πάντα τόσο απλό.

Ο κάθε σφος μαζεύει σωρευτικά απορίες, ντρέπεται γι’ αυτές και τις πνίγει μέσα του, μέχρι που να τον πνίξουνε αυτές και να ξεσπάσει απότομα, όπως κάθε κλειστό σύστημα –νόμος της θερμοδυναμικής που είχε ισχύ ακόμα και στον ψυχρό πόλεμο. Τότε η ποσότητα αλλάζει διαλεκτικά σε καινούρια ποιότητα, οι απορίες σε διαφωνίες, κι έχουμε μια κλασική κρίση υπερσυσσώρευσης αποριών, που είναι αρχικά μη ανταγωνιστικές –σαν τις αντιθέσεις του μάο- αλλά αν δεν προσεχτούν και σου απαντάν άλλα αντ’ άλλων, σε ωθούν έμμεσα να λουφάξεις και να τις κρατήσεις μέσα σου, ώσπου να ξεσπάσουν. Όχι πως ήταν κάτι σημαντικό, αλλά δεν τις διαχειρίστηκαν σωστά, κι έγινε η σπίθα πυρκαγιά και πέλαγος η στάλα.

Η νομοτέλεια αυτή είναι διπλής κατεύθυνσης. Ή καταστέλλεις τις διαφωνίες και ξεσπάνε σαν απωθημένο, οπότε γίνεσαι αντιδραστικός. Ή που υποκύπτεις εξ αρχής στη γοητεία της διαφωνίας και ωριμάζεις μετά στην πορεία, αναζητώντας τη συμφωνία κι άτομα που στην εξασφαλίζουν. Πολλές φορές βέβαια, μένεις στάσιμος, στα μισά της νομοτέλειας, χωρίς διαλεκτικές μεταστροφές.

Υπάρχει όμως κι η γενική προέκταση, πέραν του προσωπικού. Μερικά θέματα απαιτούν αυστηρή συμφωνία και δημοκρατικό συγκεντρωτισμό, σαν το σύμφωνο της βαρσοβίας. Κι άλλα είναι απ’ τη φύση τους πιο θεωρητικά, θέλουν συνεχές ψάξιμο, δεν είναι θέμα γραμμής, για να επιβάλεις στους διαφωνούντες να αφωνήσουν δημόσια.

Το θέμα είναι να μη συνηθίσουν οι φωνητικές χορδές κι ατροφήσουν. Ο γράψας το 89’ έλεγε για σιωπή νεκροταφείου. Αλλά το ρεύμα του στράβωσε το κλαδί απ’ την ανάποδη κι έμπλεξε στην πολυφωνία του πύργου της βαβέλ, που μένει πάντα μισός κι ανέσωτος, σαν την επαναθεμελίωση. Κι ας λεν ότι η δική μας οικοδόμηση κατέρρευσε. Κράτησε όμως τα θεμέλια και μπορεί να ξανασταθεί στα πόδια της. όπου ήταν τείχος θα ξαναγίνει τείχος.

Το –οπορτουνιστικά- τίμιο θα ήταν να συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε, αντί να κάνουμε ρηχές συμφωνίες εκλογικού χαρακτήρα, που ρίχνουν τις διαφωνίες κάτω από το χαλί και το στρώνουν στις διασπάσεις του μέλλοντος και τις –ιστορικά φορτισμένες- διαφωνίες της νέας εποχής. Όπου η συντροφική προσφώνηση θα μοιάζει υποκριτική και τα οργανωτικά με το κεφάλι της ζαν ντ’ αρκ, που είχε κι αυτό εσωτερικές φράξιες και πολυφωνία.

Η αποφώνηση θα γίνει στα σχόλια, εκτός κι αν επικρατήσει αφωνία. Με κάλυψες, τα βάζει και το κείμενο κτλ. Τιμή και δόξα στους ξεσκέπαστους που δεν καλύφτηκαν, κρυώνουν κι εκτίθενται.

Δευτέρα 3 Μαΐου 2010

Πρώτη Μαΐου, κι απ' τη Βαστίλη..

"Πέρσι είχε περισσότερο κόσμο" μου λεγε ο Μπενζαμίν, γάλλος νεολαίος του ΚΚ με καλές ιδέες γενικά. Ήξερε πολλά πράγματα για το ΠΑ.ΜΕ και με ρωτούσε για το κίνημα στην Ελλάδα. "Εδώ πως τα βλεπεις" του λέω, πριν προλάβει να μου απαντήσει βλέπουμε κάτι τεράστιους τύπους να μας μεριάζουν στην άκρη, κατι ντουλάπες στις πλαϊνές αλυσίδες μας έλεγαν "σιλ βου πλε ο τροτουάρ" (στο πεζοδρόμιο παρακαλώ) και παρόλη τη ορμέμφυτη γαλλική φλωριά, φάνταζε ταξικό σα να στο λέει ο Πάσουλας ή ο Πέρος. Αμ δε!

Ρωτάω τον Μπεντζι "τι είναι αυτοι mec?" Mου λέει "αυτοί ειναι οι ηγέτες όλων των συνδικάτων της πόλης, η κεφαλή της πορείας". -"Και γιατί τους φυλάνε?", -"Ε που και που τους προπηλακίζουν" μου απαντά ο Μπέντζι χασκογελώντας, "οι πιο πολλοί ειναι μέλη των σοσιαλιστών". Θα ρθεί η ώρα που θα τους γευτείτε κι εσείς αυτούς σύντροφε του λέω, δυστυχώς τους έχουμε ήδη γευτεί και ξεχάσαμε γρήγορα με συμπληρώνει..

Τι ήταν να πει για προπηλακισμό, μια γαλλίδα που θα μπορούσε να είναι φυσιογνωμικά και ελληνίδα σαν αυτές τις γυναικάρες της Σίσερ Πάλκο, σπάει τον κλοιό και αρχίζει να τους τα χώνει μουρη με μούρη για τους χειρισμούς τους στο συνταξιοδοτικό. Οι γορίλες την πετάξαν έξω, παίζοντας τελικά το ρόλο του μπράβου και το τελευταίο συννεφάκι ταξικότητας που ένιωσα γι αυτούς διαλύθηκε. Αναστέναξαμε κι οι δυο και με ένα "κρίμα" για το κόμμα του Μαρσέ που κάποτε χτυπούσε 25αρια στις εκλογές (κανοντάς τα απο τότε δώρο στο Μιτεράν) χωρίσαμε με τον Μπεντζι.

Πρωτομαγιά στο παρίσι διαδηλώσαμε και είμασταν αρκετοί οι έλληνες, όπου και να φωνάζαμε τα συνθήματά μας ο κόσμος μας χειροκροτούσε! Το πανό ήταν του ΚΚΕ, έγραφε "την κρίση να πληρώσει το κεφάλαιο".
Στην πορεία υπήρχαν αρκετές ελληνικές σημαίες, σημάδι αλληλεγγύης τις είχε μοιράσει το "Parti de Gauche" (πιο δεξιό ακόμα κι απο το ΚΚΓ, μπροστά στο οποίο (το ΚΚΓ) ο Συνασπισμός φαντάζει "Μαοϊκό αντάρτικο"!!)
Παραξενευτήκαμε και πλησιάσαμε.. Μαζεύαν υπογραφές "πετισιόν πετισιόν" λεγανε, μια χαρά είπαμε κι εμείς για να δούμε τι υπογράφουμε..
Κολούμπρα! Βασικό αίτημα των υπογραφών "να δανειοδοτηθεί η Ελλάδα με επιτόκιο 1%" σιχτιρίσαμε και φύγαμε.. Είχαμε βγάλει κι ένα σύνθημα στα γαλλικά για "σολινταριτέ" (αλληλεγγύη), αλλά που να το φωνάξεις όταν τα συνδικάτα και τα κόμματά τους σαν αλληλεγγύη εννοούν αυτό.
Το κατάπιαμε, όχι και ζητιάνοι..

Το φυλλάδιο που μοιράζαμε με την ανακοίνωση του Πολιτ Μπιρό του Κα Κα Ε μεταφρασμένο στα γαλλικά, φάνταζε ποίημα. Tο "ο αληθινός πατριωτισμός ειναι το λαϊκο μέτωπο και η αντεπίθεση ενάντια στα μονοπώλια" στα γαλικά ακουγόταν σαν τιτίβισμα: "le vrai patriotisme c'est union populaire et la contre-attaque aux monopoles"!! Το μοιράζαμε σαν πασατέμπο.
Το ελληνικό ζήτημα ειναι πολύ ψηλά και εδώ, είμαστε χώρα μοντέλο στο σοκ και δέος των μέτρων. Ο κόσμος το έπαιρνε και μας σήκωνε γροθιές ενώ όλα τα φυλλάδια των γαλλικών οργανώσεων τα έπαιρνε αράδα και απο υποχρέωση, όπως κάνεις κανείς στο μετρό που παίρνεις το φυλλαδιο για την Ευρωγνώση, μόνο και μόνο για να ξαλαφρώσεις την κοπελιά που τα μοιράζει.

Δίνω το φυλλάδιο σε μια γιαγιά γύρω στα 70 που κρατούσε όμως τις ρυτίδες που πρόδιδαν μια πανέμορφη νιότη. Το δωσα λέγοντας το ποίμα μου "ανακοινωση του ΚΚ Ελλάδας για την κρίση και την αλληλεγγύη", στην αρχή το πήρε μηχανικά. Κάνει δυό βήματα και τη βλέπω να κάνει μεταβολή. Μάζι της αγκαζέ και μια άλλη λιγότερο όμορφη γιαγιά. Έρχεται προς το μέρος μου και μου τραβάει το μανικι του σακακιού, μισοδακρυσμένη. "Μεσιέ είστε μέλος του Παρτί κομμουνιστ Γκρεκ" μου λέει γαλλικά "Μπιεν σούρ μαντάμ" απαντώ. "Χαιρομαι πολύ που σας γνωρίζω, ζεν όμ, ξέρετε ο ανδρας μου έχει πεθάνει πολλά χρόνια," πριν προλάβω να κάνω μορφασμό συμπόνοιας με κόβει και μου συνεχίζει χαρούμενη "το 1946! Είχε έρθει στα ελληνικά βουνά μαζί με τον Πολ Ελϋαρ! Ήταν κομμουνιστής και μου έλεγε παντα τα καλύτερα για αυτή του την εμπειρία", "είχαμε γνωρίσει πιο μετά και την Μέλπω Αξιώτη και τον Ριτζός ελληνες ποιητές τους ξέρετε έ?".
Ήδη κατάπινα το σάλιο μου ανάποδα "τους ξέρω στη χώρα μας είναι σύμβολα και οι δύο και τον Ελϋαρ ξερουμε και τη γαλλική αποστολή", το χαμόγελό της ξανθωπής γιαγιάς διπλασιάστηκε. Πιάσαμε κουβέντα για τα μέτρα και κάθησα να την ακούω στο [...].
"Μπον κουράζ, ζεν ομ, θα νικήσετε" με φιλάει σταυρωτα και και σηκώνει μια ριτιδιασμένη γροθίτσα. Έφυγε αγκαζέ με την φίλη της, δύσκολο να ξεχάσεις μια τέτοια γυναικεία γλυκύτητα. Όσο υπάρχουν άνθρωποι λες μέσα σου.

Η πορεία προχώρησε, κι εμείς μαζί της. Επιτέλους εργατόφατσες στο "μποέμ Παρίσι των βουλεβάρτων και των Δανδήδων" που καταριόταν ο Μαγιακόφσκι, καθώς προσπαθούσε να πείσει τον Πύργο του Άιφελ να έρθει μαζί του στην άπλα της λεύτερης σοσιαλιστικής Μόσχας.
Η πορεία είχε όντως χίλιες σημαίες κι όχι μόνο κόκκινες και μαύρες. Ήταν πολύχρωμη μόνο που από πλευράς αιτήμάτων και πολιτικοποίησης, φάνταζε τόσο μουντή. Γαλλικός φορμαλισμός στο μεγαλείο του. Μας χάλασε και το όνειρο να βλέπαμε στη βαστίλη τις κραυγές των φοιτητών. Το μονο φοιτητικό μπλοκ που είδαμε ήταν ένα ξεσαλωμένο ανεξαρτητοπασπίτικο που τραγουδούσε γνωστό άσμα των Black eyed peas "i've got a feeling"..

Ο Φεντερίκο, η Κατρίν και η Σιμόν της γενιάς του Κον Μπετίτ γίναν θηλιά σαν τη γενιά του πολυτεχνείου στη χώρα μας. Κέρδισαν ένα κοινωνικό κράτος ευμάρειας που δρούσε σα δηλητήριο για τα ταξικά τους γυαλιά, πάθαν μιθριδατισμό και πλέον οταν ο Γάλλος λέει αριστερά αδυνατεί να αποκλείσει τους σοσιαλιστές! Εδώ στο 13ο νίκησαν οι Δραγασάκηδες κι όσο κι αν μοιάζει φυσιογνωμικά στην Αλέκα, η Μ.Ζ. Μπιφέ, στην ψυχή της μένει ευρωλιγούρα παρακαλώντας την ΕΕ να.. δανείσει φτηνά.. τα ταξικά της αδέρφια.
Ίσως τα εγγόνια της γενιάς του 68' να τα καταφέρουν καλύτερα!

Από το παρίσι για το σφυροδρέπανο, ο μονίμως ερωτευμένος ανταποκριτής-κομμουνάρος ουγκ-ουγκ (γνωστός και με το ψευδώνυμο ό,τι να 'ναι και κατά κόσμον θ.κ.)

Υστερόγραφο της κε του μπλοκ: εμάς εδώ πάλι μας ζαβλάκωσε ο ήλιος και μας πήρε ο ύπνος περπατώντας -όπως τους αντάρτες του δσε, αλλά με πολύ λιγότερο ηρωισμό.
Παρόλα αυτά διαπιστώσαμε από κοινού σε μια ομήγυρη πως όταν πάρουμε την εξουσία δεν χρειάζεται να γκρεμίσουμε τα δεκάδες αγάλματα του λευτέρη βενιζέλου που έχουν στήσει σε όλη την χώρα.
Μια τραγιάσκα αντί για δίκωχο... λίγο σμίλεμα στις λεπτομέρειες του προσώπου... κι έτοιμος ο βλαδίμηρος!

Δευτέρα 4 Ιανουαρίου 2010

Ο λυρικός ρίτσος

Το έτος ρίτσου έλαβε τέλος αθόρυβα προ ημερών, αλλά ο χρόνος είναι σύμβαση κι εμείς συμβασιούχοι. Το παρόν κείμενο εντάσσεται στα πλαίσια αποχαιρετισμού της παλιάς μονάδας σύμβασης κι απότισης τιμής στη δουλειά του θηλυκού γονιού του απολιθώματος.

Η ποίηση του ρίτσου είναι κατ’ εξοχήν πολιτική, κοινωνική, στρατευμένη στα όνειρα, τα ιδανικά και τους αγώνες του ελληνικού λαού.
Αυτό όμως δεν τον εμποδίζει να εκφράσει στην ποίησή του τις αγωνίες, τις λύπες και τις χαρές, τόσο τις προσωπικές του, όσο και των άλλων. Η ευαίσθητη ποιητική του φύση, πλημμυρισμένη από έντονο λυρισμό τον οδηγεί στην έμπνευση και γραφή έξοχων λυρικών ποιημάτων.

Το τραγούδι της αδελφής μου (1937)

Αυτή η ποιητική σύνθεση είναι αφιερωμένη στην αγαπημένη αδελφή του ρίτσου, λούλα, που δεν άντεξε τα βαριά χτυπήματα που έπληξαν την οικογένειά τους και παραφρόνησε.
Ο ποιητής βλέπει αυτό το υπέροχο πλάσμα κλεισμένο σε κάποιο ψυχιατρείο κι η ψυχή του πνίγεται από πόνο. Ο άνθρωπος πονά, ο ποιητής γράφει.
Αποτελεί μια από τις πιο σπαρακτικές ελεγείες που γράφτηκαν στην ελληνική ποίηση. Ένα άσμα για την αδερφή του, ένας ύμνος που της ταιριάζει, όμως ορθώνεται μόνο μέσα από λυγμούς.

Ο ποιητής προβάλλει την υπέρμετρη αγνότητα και καλοσύνη της αδερφής του, ενώ αποδίδει το συναίσθημα που τον κατέχει για την αρρώστια της με ποιητική λεπτότητα, με τη λέξη λυκόφως (θαμπό φως), δείχνοντας τη νοητική σύγχυση που την κυρίευσε.
Περνάει σε μια κραυγή απόγνωσης: δεν είμαι πια ποιητής, αλλά μυρμήγκι πληγωμένο. Σε όλο το ποίημα υπάρχει εναλλαγή συναισθημάτων, απόγνωσης κι αυτοπαρηγοριάς, κραυγής πόνου και τρυφερής αγάπης.
Κραυγή πόνου είναι το τάμα στην αδερφή του να της φέρει το αθάνατο νερό και τον ήλιο στην ποδιά της, το παράπονο της αδερφής του που δεν κράτησε την υπόσχεσή του και την αφήνει διψασμένη και δεν τη ζεσταίνει που κρυώνει.

Ανακαλεί στη μνήμη του εικόνες τρυφερής αδελφικής αγάπης και συντροφιάς, παραστάσεις από την παιδική τους ηλικία. Κάθε γλυκιά ανάμνηση την ακολουθεί ο σπαραγμός: αδελφή μου σίμωσε πάλι, παραμέρισε τη νύχτα κι έλα κοντά μου, γύρισε αδελφή μου, δε μ’ ακούς;
Ένα κάλεσμα στην αδελφή του να γυρίσει στον ανθρώπινο, λογικό κόσμο.

Το ποίημα τελειώνει με φιλοσοφικούς στοχασμούς πάνω στη ζωή και στο θάνατο. Ο ποιητής βρίσκει τη λύτρωση απ’ τον πόνο όταν σκέφτεται το ορμητικό κύμα της ζωής που μας έπλασε και μας εξουσιάζει.
Μπρος σε αυτό το θαύμα της ζωής, της γέννησης και της φθοράς, κάνει την οδύνη του προσευχή, την κραυγή του έκσταση και λυτρώνεται σα σκέφτεται το θαύμα της δημιουργίας, ένα φως πιο πάνω από κάθε ατομική ύπαρξη κι αγάπη. Βρίσκει παρηγοριά στην αιωνιότητα της ζωής.

Διαβάζοντας το ποίημα ο παλαμάς ενθουσιάζεται κι αφιερώνει στο ρίτσο το: παραμερίζουμε ποιητή για να περάσεις.

Αποσπάσματα απ' το ποίημα

Τα λευκά χέρια σου
που άλειφαν μύρα τις πληγές μας
τώρα σφαδάζουν δεμένα πισθάγκωνα
στο σταυρό του κορμιού σου
σα νάταν αδελφή μου χέρια ληστών.
Το λιγνό σώμα σου περιτυλίγεται
τον τερφό μανδύα της αλλοφροσύνης

Αδελφή μου σούχα τάξει
να σου φέρω τα’ αθάνατο νερό
Σούχα τάξει να ρίξω τον ήλιο
στην ποδιά σου
Τώρα κραυγάζεις.
Αδερφέ μου, διψώ
Πούναι τα’ αθάνατο νερό να ξεδιψάσω;
Αδερφέ μου, κρυώνω,
Πούναι ο ήλιος να ζεστάνω τα χέρια μου;

Μ’ έντρομο θαυμασμό
μπροστά στη δημιουργία
αλλάζω την οδύνησε προσευχή
και την κραυγή μου σ’ έκσταση
Το φως ακμάζει πιο ψηλά
κι απ’ την αγάπη σου αδελφή μου
κι απ’ την αγάπη μου!


Στον αντίποδα αυτού του ποιήματος βρίσκεται η εαρινή συμφωνία γραμμένη το 38. Το ποίημα είναι ένας ύμνος στη ζωή, στον έρωτα και στην χαρά. Είναι διέξοδος του ποιητή απ’ την κατάθλιψη της απομόνωσης στη χαρά της ζωής. Είναι η νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο.

Αγαπούμε
τον ουρανό και τη γη,
τους ανθρώπους και τα ζώα.
Τα ερπετά και τα έντομα
Είμαστε κι εμείς
όλα μαζί
κι ο ουρανός κι η γη

(…) Καλοί μου άνθρωποι
πώς μπορείτε να σκύβετε
και να μην χαμογελάτε;
Ανοίχτε τα παράθυρα!


Το εμβατήριο του ωκεανού (1940) είναι προϊόν σπάνιας ψυχικής ευαισθησίας. Λεπτές ψυχικές αποχρώσεις, θρεμμένες από μνήμες και θρύλους της θαλασσινής ζωής και της αγάπης της θάλασσας αποδίδονται σε μια σειρά μαγικών εικόνων ονείρου και φαντασίας.

Δίνονται υποβλητικές εικόνες των ναυαγισμένων καπετάνιων που αναζητούν τις πόρτες του σπιτιού τους και τη ζωή που χάσανε. Των βυθισμένων πλοίων που ταξιδεύουν στα λιμάνια της άπειρης νύχτας και των πνιγμένων πληρωμάτων που αναζητούν τα σπίτια τους φέρνοντας μαζί τους παραστάσεις από τόπους όπου ταξίδεψαν.

Στίχοι γεμάτοι μουσική, μουσική της θάλασσας είναι το τραγούδι-μοιρολόι της κάθε μάνας. Η θάλασσα δεν κλαίει, τραγουδάει. Η αγάπη των παιδιών προς τη θαλάσσια κληρονομιά των πατεράδων τους δεν έχει σύνορα.

Ο ποιητής δίνει ένα μαγευτικό τοπίο της ακτής, με τις θαλασσινές σπηλιές, το πέταγμα των γλάρων και τον κυριεύει μια έντονη νοσταλγία. Η ψυχή του ζυμωμένη με την αγάπη της θάλασσας, αλλά αποσπασμένη από την αγάπη αυτή, βρίσκεται στους μεγάλους δρόμους της πολιτείας, μ’ ένα δισάκι στα χέρια, μ’ ένα κλουβί αηδονιών στη ράχη νοσταλγώντας τη θάλασσα.

Δεν είναι μόνο το ελληνικό τοπίο κι η θαλασσινή ζωή που μαγεύουν τον ποιητή. Ζει κι αγαπά το ίδιο έντονα την εξοχή και το χωριό και την αγάπη αυτή την εκφράζει με έξοχο λυρισμό στο ποίημα Ανάμνηση.

Απόσπασμα από το εμβατήριο του ωκεανού

Φαντάσματα ναυαγισμένων καπετάνιων
με τις πίπες ακόμα στα χείλη
βυθισμένα πλοία που επιστρέφουν
στα λιμάνια της άπειρης νύχτας
χαμένα πληρώματα
που ξανάρχονται έξω από τις πόρτες
ζητώντας τη χωή τους
κρατώντας εικόνες τροπικές
γαλάζιες πεδιάδες με πελώριους κρίνους
και με γυμνές εβένινες γυναίκες.

Άκουσε το τραγούδι μας μητέρα.
Εσύ που κλαις το θάνατο δε μας γνωρίζεις
Η θάλασσα δεν κλαίει τραγουδάει

(...) Κύριε, κύριε και μεις εδώ
στη μέση των μεγάλων δρόμων
λυπημένοι κι αδέξιοι
μ’ ένα δισάκι στα χέρια
μ’ ένα κλουβί αηδονιών στη ράχη
με την πλατιά μνήμη της θάλασσας!


Πρωινό άστρο (1955)

Αφιερωμένο στη νεογέννητη κόρη του ποιητή.
Μοιάζει με ανάπαυλα του ρίτσου στην πολιτική-κοινωνική ποίηση και πλημμυρίζει από αγάπη και τρυφερότητα για το παιδί του που επεκτείνεται σε όλα τα παιδιά του κόσμου.
Η απέραντη τρυφερότητα υποδηλώνεται με τον τίτλο κι αισθητοποιείται εκφραστικά μες στο ποίημα με πληθώρα υποκοριστικών: φαναράκια, περβολάκι, σταυρουλάκι, πεδιλάκια, τραγουδάκι κλπ.

Η επαναλαμβανόμενη φράση θέλω να σου φέρω… δείχνει την επιθυμία του να φέρει ό,τι καλό στο μικρό ανυπεράσπιστο πλάσμα και να το προστατέψει από κάθε κακό.
Η χαρά παραμερίζει προσωρινά τα προβλήματα, αλλά δεν τον εμποδίζει να δει πως το μέλλον δε διαγράφεται ρόδινο για το παιδί του και τα παιδιά όλου του κόσμου. Ανησυχεί γι’ αυτό, νιώθει ανήμπορος να το προστατέψει.

Κοριτσάκι μου
θέλω να σου φέρω
τα φαναράκια των κρίνων
να σου φέγγουν στον ύπνο σου


θέλω να σου φέρω
ένα σταυρουλάκι αυγινό φως
δυο αχτίνες απ’ τους στίχους μου
να σου ξορκίσουν το κακό


(...) Κοιμήσου, κοριτσάκι
Είναι μακτρύς ο δρόμος
Πρέπει να μεγαλώσεις

(...) Καθώς κλωτσάς τον αέρα
Με τα’ άστρα-ποδαράκια
Κρύβονται οι σκιές
Κρύβεται ο πόλεμος


Έτσι παιδί, που μ’ έκανες παιδί μου
Πώς θα σου φέρω
Ψωμί και γάλα και βιβλία;
Πού πάμε κοριτσάκι;
Πού με τραβάς τραγούδι,
Τραγούδι, τραγουδάκι…;


Θα ακολουθήσει εν καιρώ σε δύο ενότητες το τρίτο και τελευταίο μέρος με τα πολιτικά ποιήματα του ρίτσου.

Υστερόγραφο: από σήμερα η κε του μπλοκ επεκτείνεται και σε άλλα χωράφια κατόπιν διεθνιστικής πρόσκλησης του αδελφού μπλοκ γκράνμα. Θέλω να πω όσοι πιστοί μπορείτε να μας διαβάζετε κι εκεί.

Επιτέλους ρεντ μπλόγκερ...!

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

Ένα συνέδριο για το γιάννη ρίτσο

Τηλέφωνο στον ηλεκτρικό:
-Έλα που είσαι;
-Έφτασα περισσό.
-Καλά φτάνω κι εγώ σε λίγο.
-Σε περιμένω κάτω στο έβερεστ.
-Τι, βάλαμε έβερεστ στο ισόγειο;
-Όχι, ρε νούμερο. Κάτω στο σταθμό εννοώ
.
Έφτασε ο συρμός και κατεβήκαμε μπουλούκια απ’ τα βαγόνια σαν προσυγκέντρωση.

Στα μάτια μας το σπίτι του λαού ήταν ένα μικρό χόλιγουντ με σελέμπριτις. Ο χαλβατζής που πρέπει να ήταν πολύ ωραίος στα νιάτα του, ο σοφιανός με την χρόνια αλλεργία, ο μανώλης δούκας με τα σφυροδρεπανέλια του, η αλέκα να στήνει δίπλα μας πηγαδάκι στο διάλειμμα και α! ο μπογιό…

Ξαφνικά έρχεται προς το μέρος μου ο χουρμουζιάδης:
-Ανέβασέ με σύντροφέ μου.
Τι θέλει να πει; Το ηθικό; Τελικά εννοούσε τα σκαλιά.
Ναι, λοιπόν. Έκανα το δεκανίκι του χουρμουζιάδη. Και δη το δεξί.

Από νεολαία λίγα πράγματα. Αν είχαν χρέωση, θα τον γέμιζαν τον χώρο οι σύντροφοι. Όταν δεν έχουν, μια κυριακή μένει για ξεκούραση και το τελευταίο που σκέφτεσαι είναι να τη σπαταλήσεις δημιουργικά.

Μπήκαμε στον χώρο που γίνονται τα συνέδρια και μας τύλιξε η μυρωδιά απ’ τις αναμνήσεις. Έβλεπα νοερά τις στιγμές που έχει ζήσει αυτή η αίθουσα. Διασπάσεις, ανασυγκρότηση, ολόπλευρη ενίσχυση, αντεπίθεση (στο επόμενο συνέδριο τους παίρνουμε φαλάγγι). Την αλέκα, τον χαρίλαο, τον ανδρουλάκη να του φωνάζει, ήσουν λούθηρος κι ας μην το ξέρεις.
Ανατριχίλα…

Οι εισηγήσεις ήταν μεστές από συναίσθημα. Κάποιοι εισηγητές δάκρυσαν καθώς τις διάβαζαν και μετέφεραν τη συγκίνηση και στο κοινό από κάτω.
Δε μπορώ να πω ότι τη συμμεριζόμουν, αλλά αυτό έχει να κάνει μάλλον με δικό μου πρόβλημα πρόσληψης, της τέχνης γενικά και πιο ειδικά του ρίτσου.

Με έχει επηρεάσει κι ο σοβιετικός κυριούλης.
Ο ρίτσος είναι ο ποιητής της ρωμιοσύνης. Αγαπά την πατρίδα του και την εξυμνεί σε βαθμό που να σκεπάζει τις τάξεις. Ό,τι έπαθε και το εαμ δηλαδή.
Αλλά αν του πούμε κάτι αντίστοιχο για το στάλιν και το μεγάλο πατριωτικό πόλεμο βγαίνει απ’ τα ρούχα του.

Πριν συναντήσει τον ανακριτή ο ρίτσος κουβεντιάζει με τη συνείδησή του. Δεν έκανε κακό σε κανέναν, αγαπά όλο τον κόσμο και την ελλάδα απέραντα.
Βλέπετε κύριοι, αυτά τα πράγματα τα ζουν, δεν τα υπογράφουν.
Κι εγώ να σκαλώνω σαν ψείρας, γιατί οι δηλώσεις άλλο πράγμα έλεγαν: να αποκηρύξεις τον κομμουνισμό, αναιρώντας τον εαυτό σου (όσα πίστεψες κι όσα έκανες). Κι είχε σημασία να μην το κάνεις, ούτε γραπτά, ούτε στη ζωή.
Το συζητούσα μετά με δυο συντρόφους και διαφωνούσαμε. Με τη μία μαλώσαμε κι αλλάξαμε θέμα και με τον άλλο ψάχναμε να βρούμε αν τους κομμουνιστές τους εκτελούσαν με τον 509 ή με τον 375 περί κατασκοπείας.

Ένα πολιτικό έργο δε μπορεί παρά να γεννά πολιτικές αντιδράσεις. Κι αυτό ισχύει για όλες τις περιόδους του έργου του.
Τα πρώτα χρόνια ο ρίζος δημοσίευε τόσο τα ποιήματά του όσο και κριτικές για τη μοντέρνα ποίηση που πρέσβευε, την αστική του καταγωγή και τον ιντιβιντουαλισμό του (που πήγαζε απ' το προσωπικό κι οικογενειακό δράμα του ποιητή).
Άλλοι λένε ότι έκανε στροφή το 56 μετά το ταξίδι του στη σοβιετική ένωση (τότε που έγραψε τη σονάτα), κάτι που αντέκρουσαν οι εισηγητές της πρώτης μέρας (εγώ πήγα μόνο τη δεύτερη και το έχασα μαζί με το λουγγή).
Ενώ στα 1985 μια επιθεώρηση τέχνης του βγαίνει από αριστερά και του ασκεί κριτική από τη σκοπιά του σοσιαλιστικού ρεαλισμού (μόνο τότε μπορούσαν να ζήσουν τέτοια διαμάντια).

Αλλά η ατραξιόν ήταν στις παρεμβάσεις που ακολούθησαν και τη λέγαν διονύση. Ένας παππούς 92 χρονών, (κατά δήλωσή του) παλιό μέλος της κε και του πγ που είχε να κάνει μια πρόταση. Ανέβηκε μόνος στο βήμα διώχνοντας όσους πήγαν να τον βοηθήσουν, αλλά τον κατέβασαν άλλοι, γιατί αργούσε κι είχαμε βγει εκτός χρόνου.
Έτρεμαν τα χέρια και το μυαλό του, βούλιαξε στη συγκίνηση, ο ειρμός του μπλέχτηκε σε ιστορίες με τον σουσλόφ, τη μακρόνησο κι ένα σκυλάκι που ανέπτυξε κομματική συνείδηση και γάβγιζε τους ασφαλίτες.
Το προεδρείο του έλεγε να κατέβει, αλλά αυτός εκεί, στοχοπροσήλωση. Να κάνω την πρόταση και μετά διαγράψτε με!

Δεν έγινε τίποτα απ’ τα δύο και συνεχίσαμε.
Την πρόταση μας την είπε στο τέλος η μηλιαρονικολάκη. Να συγκεντρωθούν σε μια επιτομή κάποια ποιήματα του ρίτσου για πολιτικά κι ιστορικά γεγονότα.
Αλλά αυτό που προέχει είναι η έκδοση των πρακτικών του συνεδρίου.

Η μέρα έκλεισε με ένα πολύ καλό ντοκυμανταίρ της κε για το ρίτσο, (ελπίζω να κυκλοφορήσει κι από τον ρίζο). Βλέποντάς το θυμήθηκα γιατί μια καλή μελοποίηση κάνει τους σπουδαίους στίχους αθάνατους.
Μου έμειναν επίσης οι στλιχοι: δε θυσιαζόμαστε για το θάνατο, αλλά για τη ζωή. Για μια ζωή όπου δεν θα χρειάζονται θυσίες.

Το μυαλό μου όμως κόλλησε σε άλλους στίχους που τους άκουγα πρώτη φορά, για τον ήρωα των τεσσάρων τοίχων, που βρίσκει προστασία στο φουστάνι της μαμάς κι έχει δυο-τρεις ακόμα που τον παινεύουν για να παινέψουν κατά βάθος τους εαυτούς τους.

Αυτό ήταν. Από αύριο ψάχνω για δουλειά.

-----------------------------------------------------------------------------------

Ακολουθεί ένα κείμενο του θηλυκού μου γονιού, που αν δεν είχε κλειστεί στην οικογένειά του θα είχε κάνει περισσότερα αξιόλογα πράγματα.
Δεν είναι κάτι ιδιαίτερο, αλλά περιέχει βασικά στοιχεία που θα ήθελε να ξέρει κανείς για τον ποιητή. Η αξία του βρίσκεται στο ότι είναι δουλειά ενός ερασιτέχνη (=εραστής της τέχνης) που κινήθηκε από κίνητρα εσωτερικά, χωρίς να φιλοδοξεί σε δημοσίευση. Λόγω επαγγέλματος (φιλόλογος) το ύφος θυμίζει ενίοτε σχολική εργασία.

Η κε του μπλοκ θα δημοσιεύσει τη μικρή αυτή εργασία σε συνέχειες ως ελάχιστη συμβολή στο έτος ρίτσου που τελειώνει χωρίς να έχουν γίνει πολλά πράγματα -μόνο οι λακεδαιμόνιοι και κάποιοι μπλόγκερς ασχολήθηκαν.
Το πρώτο μέρος αναφέρεται στη ζωή και το έργο του ποιητή.

-Ο γιάννης ρίτσος (μονεμβασιά 1909-αθήνα 1990) είναι μια από τις πιο σημαντικές ποιητικές παρουσίες της σύγχρονης λογοτεχνίας μας με παγκόσμια ακτινοβολία και απήχηση παρά τη στράτευσή του στην αριστερή ιδεολογία. (σσ δική μου: μάλλον εξαιτίας αυτής. Ο ίδιος ο ρίτσος έλεγε ότι η αξία ενός έργου -αν όχι πρώτα απ' όλα- σε τελική ανάλυση βρίσκεται στην πολιτική).
Θεωρείται ο μεγάλος ποιητής της πίκρας και των καημών της ρωμιοσύνης κι ο ανυπότακτος ποιητής των εργατών και των καταπιεσμένων.

Από μικρό παιδί έζησε τις πολλές δοκιμασίες της οικογένειάς του πράγμα που του καλλιέργησε μια σπάνια ψυχική ευαισθησία. Ο πατέρας του –ελευθέριος ρίτσος- που ήταν γαιοκτήμονας χρεωκόπησε οικονομικά και τελικά τρελάθηκε. Όταν άρχισε να φοιτά στο γυμνάσιο του γυθείου (1921) ο μεγαλύτερός του αδερφός (δημήτρης) και η μητέρα του (ελευθερία) πέθαναν από φυματίωση. Η αγαπημένη του αδερφή λούλα δεν άντεξε όλες αυτές τις συμφορές που έπληξαν την οικογένειά τους και παραφρόνησε κι αυτή. Ο ίδιος ο ποιητής σε ηλικία 17 ετών(1926) προσβάλλεται από φυματίωση που κλονίζει σοβαρά την υγεία του και το 1927 εισάγεται στο σανατόριο σωτηρία. Αργότερα κλείνεται και σε άλλα σανατόρια ενώ όταν βγαίνει κάνει διάφορα επαγγέλματα για να ζήσει (ηθοποιός, μέλος χορού στο θέατρο, διορθωτής σε εκδοτικό οίκο και άλλα).

Κατά την περίοδο αυτή της ζωής του τόσο στον ελληνικό χώρο όσο και στο διεθνή διαδραματίζονται γεγονότα με κοσμοϊστορική σημασία που επηρεάζουν σημαντικά τον ποιητή (βαλκανικοί πόλεμοι, ο πρώτος παγκόσμιος, η μεγάλη οκτωβριανή επανάσταση στη ρωσία κι η επικράτηση του σοσιαλισμού κι η μικρασιατική εκστρατεία που έκλεισε με τη μικρασιατική καταστροφή).

Εκείνο όμως που επηρεάζει καθοριστικά τον ρίτσο είναι η επαφή του με σοσιαλιστές κατά την παραμονή του στο σανατόριο σωτηρία από τους οποίους γνωρίζει τις σοσιαλιστικές ιδέες, τις μελετάει και τις ασπάζεται. Στην κατοχή (1942) προσχωρεί στο εαμ στο μορφωτικό τμήμα του οποίου εργάζεται, ενώ είναι ήδη οργανωμένος στο κομμουνιστικό κόμμα.

Ενώ μέχρι τώρα τη ζωή του την είχαν σφραγίσει οι θάνατοι κι οι ασθένειες των μελών της οικογένειάς του, αλλά κι η προσωπική του υγεία που τον ταλαιπωρεί αδιάκοπα, στο εξής ο ποιητής θα αντιμετωπίσει προσωπικές διώξεις, φυλακίσεις κι εξορίες για τα σοσιαλιστικά πιστεύω του. Τέσσερα χρόνια (1948-52) εργάζεται στη λήμνο πρώτα, στη μακρόνησο αργότερα και τέλος στον άη στράτη. Το 1967 με τη στρατιωτική δικτατορία συλλαμβάνεται και πάλι κι εκτοπίζεται στη γυάρο, στη λέρο και στη σύρο.
Η φιλάσθενη υγεία του δεν εμποδίζει τον ποιητή να αντιμετωπίσει με θάρρος και ήθος ανώτερου πνευματικού ανθρώπου όλους τους κατατρεγμούς και τα βασανιστήρια στις φυλακές και στους τόπους εξορίας.

Δε διώκεται μόνο ο ποιητής, αλλά και το ποιητικό του έργο. Το 1936 ο μεταξάς έδωσε διαταγή να κατασχεθούν όσα αντίτυπα του επιτάφιου είχαν απομείνει και να καούν μαζί με τα βιβλία άλλων προοδευτικών, πνευματικών ανθρώπων μπροστά στους στύλους του ολυμπίου διός (σσ: ο ρίτσος έλεγε ότι αποτελεί τιμή γι' αυτόν να καίει η δικτατορία δικά του ποήματα μαζί με τόσο σημαντικά έργα).

Ο ρίτσος δε σταμάτησε να γράφει ακόμη και μέσα στις απάνθρωπες συνθήκες της εξορίας του. Έγραφε τα ποιήματά του σε μικρά χαρτάκια και τα έκρυβε μέσα σε φιαλίδια. Πολλά απ’ αυτά σώθηκαν, αλλά αρκετά χάθηκαν. Σε ένα αφιέρωμα που έγινε για τα 80χρονα του ποιητή (1989) ένα χρόνο πριν το θάνατό του ο αλβανός ποιητής βαζίλ ντιλό έγραψε το ποίημα που αφορά τη δουλειά του ρίτσου στους τόπους εξορίας κι έχει τίτλο ξεθάβοντας τους στίχους του γιάννη ρίτσου.

Αν δε βρισκόταν κάποιο χέρι
να βγάλει από τη μαύρη γη στο φως
το βουλωμένο αυτό μπουκάλι με τα ποιήματα
θα ξέσπαγε μια μέρα σαν εκρηκτικό υλικό

Θ’ ανάβαν τα ποιήματα ένα-ένα
Από τον πρώτο ως τον τελευταίο στίχο
Θα ξέσπαγαν τα ενταφιασμένα ποιήματα
Τραντάζοντας και σκίζοντας
Το στήθος της γης.

Πώς θα μπορούσε να ‘στεκε μες στο μπουκάλι σφραγισμένη
Η αγανάκτηση χιλιάδων εξορίστων
Πώς θ’ άντεχε κλεισμένο στο γυαλί τόσο μαρτύριο;

Σ’ εκείνη το μπουκάλι –όχι, όχι-
Εσύ ρίτσο, δεν είχες κλείσει στίχους
Αλλά το δυναμίτη της καρδιάς τους


Ο ρίτσος δεν υπήρξε μόνο ο μεγάλος ποιητής, αλλά γενικότερα μια καλλιτεχνική φύση. Δεν έχει γίνει ιδιαίτερα γνωστή η εξαιρετική του ικανότητα στη ζωγραφική με εκπληκτικές ζωγραφιές απαθανατισμένες στους τόπους εξορίας πάνω σε διάφορες πέτρες λειασμένες ή πάνω σε ξύλα κομμένων δέντρων. Λίγο πριν το θάνατό του το πνευματικό κέντρο του δήμου αθήνας σε συνεργασία με το υππο (σσ: νυν υπουργείο πολ-τού) δοργάνωσε μια έκθεση με όλο το εικαστικό έργο του ποιητή με τίτλο ο εικαστικός γιάννης ρίτσος.

Δείγμα της καλλιτεχνίας του αποτελούν και τα χειρόγραφά του με τα ζωγραφισμένα εξώφυλλα. Αλλά και τα ίδια τα γράμματά του είναι θαυμάσια κομψοτεχνήματα που θυμίζουν παλιά βυζαντινά ευαγγέλια.

-Το ποιητικό έργο του ρίτσου είναι τεράστιο σε ποσότητα αλλά και πολύ σημαντικό σε ποιότητα.
Άρχισε να γράφει ποιήματα από πολύ μικρή ηλικία. Ήδη σε ηλικία 12 χρονών (1921) στέλνει τα πρώτα του ποιήματα στο περιοδικό διάπλασις των παίδων του γρηγόρη ξενόπουλου. Η επίσημη εμφάνισή του όμως στα γράμματα γίνεται το 1934, όταν κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο τρακτέρ.

Από τότε ακολουθούν αλλεπάλληλες συλλογές. Πυραμίδες (1935), επιτάφιος (1936), το τραγούδι της αδελφής μου (1937), εαρινή συμφωνία (1937),το εμβατήριο του ωκεανού (1939), αγρύπνια (1954), πρωινό άστρο (1955), σονάτα του σεληνόφωτος (1956), οι γειτονιές του κόσμου (1957) κι άλλες πολλές.

Όλο το έργο του έχει συγκεντρωθεί σε επτά τόμους (αυτό έγινε όσο ο ποιητής συνέχιζε να γράφει ακόμη). Οι επτά τόμοι έχουν εκδοθεί από τον εκδοτικό οίκο κέδρος. Οι τέσσερις πρώτοι τόμοι (α, β, γ, δ) τιτλοφορούνται ως ποιήματα. Ενώ οι άλλοι τρεις τόμοι έχουν τους τίτλους: τέταρτη διάσταση, επικαιρικά, γίγνεσθαι.

Ορισμένοι μελετητές της ποίησης του ρίτσου τη διακρίνουν σε πέντε περιόδους
1η περίοδος: η προετοιμασία (1926-1936) με έργα όπως τρακτέρ, πυραμίδες, επιτάφιος όπου βρίσκαν έντονη την παρουσία των προσωπικών του βιωμάτων και φανερή την επίδραση του καρυωτάκη και της παραδοσιακής ποίησης.
2η περίοδος: η δοκιμασία (1935-1943) με έργα όπως το τραγούδι της αδερφής, εαρινή συμφωνία, το εμβατήριο του ωκεανού που αποκαλύπτουν τη λυρική πλευρά της ποίησης του ρίτσου.
3η περίοδος: η επιστροφή στις ρίζες και η επικαιρότητα.
Ως χαρακτηριστικά έργα επιστροφής στις ρίζες θεωρούν τη ρωμιοσύνη και την κυρά των αμπελιών (συλλογή αγρύπνια), ενώ ως χαρακτηριστικά έργα επικαιρότητας τα ημερολόγια εξορίας, τα μακρονησιώτικα και την ανυπότακτη πολιτεία.
4η περίοδος: η ωριμότητα (1956-1971).
Βρίσκουν ότι συντελείται με τη σονάτα του σεληνόφωτος το πρώτο από τα ποιήματα της τέταρτης διάστασης το οποίο βραβεύεται με το πρώτο κρατικό βραβείο της ποίησης.
5η περίοδος: η συνέχεια (1971 κι εξής) με βασικό έργο το γίγνεσθαι που οι περισσότερες συνθέσεις του αναφέρονται στη δικτατορία.

Το έργο του ρίτσου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση από την πρώτη αρχή. Ο μεγάλος ποιητής κωστής παλαμάς, ο οποίος είχε αμφισβητήσει την ποιητική αξία του σεφέρη, χαιρέτισε με ενθουσιασμό την εμφάνιση του ρίτσου. Όταν το 1937 κυκλοφόρησε το ποίημά του το τραγούδι της αδερφής μου αφιερωμένο στην αδερφή του λούλα, ο παλαμάς έγραψε σε ένα ποίημά του για το ρίτσο
Το ποίημά σου το πικρό το ζουν ιχώρ κι αιθέρας
Καθάριος όρθρος της αυγής μηνάει το φως της μέρας
Σε μια φρικίαση τραγική χαμογελάει μιας πλάσης
ρυθμός παραμερίζουμε ποιητή για να περάσεις
.

Ο ποιητής τιμήθηκε με το πρώτο κρατικό βραβείο ποίησης το 1956 για το έργο σονάτα του σεληνόφωτος καθώς και με πολλά άλλα βραβεία και διακρίσεις από πολλές χώρες του κόσμου, του ανατολικού και του δυτικού (βραβείο λένιν για την ειρήνη από τους σοβιετικούς, βραβείο της γαλλικής ακαδημίας για την ποίηση, τιμητικές διακρίσεις από βουλγαρία, γερμανία, βέλγιο κ.α).
Στην πόλη μας τιμήθηκε ως επίτιμος διδάκτορας από το αριστοτέλειο πανεπιστήμιο.
Το έργο του έχει παγκόσμια αποδοχή κι είναι μεταφρασμένο σχεδόν σε όλες τις γλώσσες του πολιτισμένου κόσμου.

Ο ρίτσος είναι προικισμένος με μεγάλες ποιητικές αρετές. Την έμπνευσή του σε πολλά ποιήματά του την αντλεί από τα βιώματα της παιδικής κι εφηβικής του ζωής, από την επαφή με το τοπίο της πατρίδας του, τη φύση, τη ζωή, την ιστορία του τόπου, τους θρύλους και τις παραδόσεις του λαού. Όλο το λυρικό του έργο είναι διαποτισμένο από τη βαθύτατη γνώση κι αίσθηση της ελληνικής φύσης και ζωής κι από αυτό πηγάζει η ελληνικότητα του έργου του.

Όμως μεγάλο μέρος του ποιητικού του έργου έχει πολιτικό κοινωνικό χαρακτήρα. Εμπνέεται από τα προβλήματα του ανθρώπου τόσο ατομικά όσο και κοινωνικά και γράφει γι’ αυτά, συνεπής στην ιδεολογία του, προσπαθώντας να εμψυχώσει κάθε αγωνιζόμενο, κάθε καταπιεσμένο.
Ο ίδιος ο ποιητής καθορίζοντας το σκοπό και το νόημα της ποίησης γράφει: η ποίηση πρέπει να είναι ένας οδηγός μάχης κι ευτυχίας, ένα όπλο στα χέρια του λαϊκού αγωνιστή και μια σημαία στα χέρια της ελευθερίας.

Εκτός από το ποιητικό του έργο ο ρίτσος έχει αφήσει και μια τεράστια μεταφραστική εργασία έργων του βλαντιμίρ μαγιακόφσκι, του πωλ ελυάρ, του ναζίμ χικμέτ, του πάμπλο νερούδα κ.ά.

(Συνεχίζεται...)

Κυριακή 3 Μαΐου 2009

Εκδήλωση για τη σοβιετία


Την Πέμπτη 7 Μαΐου στις 17:30 στην αίθουσα 301 στην πτέρυγα της Αρχιτεκτονικής στο Πολυτεχνείο του ΑΠΘ θα πραγματοποιηθεί η εκδήλωση του ομίλου μελέτης της Επαναστατικής Θεωρίας με θέμα «Η κοινωνική φύση της ΕΣΣΔ και η κομμουνιστική προοπτική» με ομιλητή τον σ. Περικλή Παυλίδη.

Την προηγούμενη φορά μας είχαν προλάβει τα δεκεμβριανά κι η εκδήλωση αναβλήθηκε. Αν είναι κι αυτή τη βδομάδα να γίνει εξέγερση και να τεθεί θέμα εξουσίας -όπως εκτίμησε ο αρχηγός σάββας- τότε καλοδεχούμενη και νέα αναβολή.

Για την αφίσα δεν χρειάζεται να πούμε πολλά.
Αξεπέραστη αισθητική σοσιαλιστικού ρεαλισμού με το μοσφίλμ και τον σπούτνικ να παντρεύουν ιδανικά την αντίθεση μεταξύ πόλης χωριού και διαστήματος. Ο μπαρμπαρόσα παπούλιας -εξέχον μέλος της λεφ- θύμισε μαγιακόφσκι.
Οι κοσμοναύτες άραγε ανήκουν στην εργατική τάξη;
Αυτοί της νασα παράγουν κι υπεραξία;

Το σύνθημα στα ρώσικα είναι το κλασικό προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε. Η προστακτική αποδίδεται στα ρώσικα με τον εύηχο όρο σαεντινιάιτες, ή κάπως έτσι, με το τελικό σίγμα κάπως παχύ.
Άλλο αν είναι χρωματισμένη μόνο η σοβιετία κι η αμερική εξαφανισμένη.

Εκεί που διαφωνώ κάπως είναι με το ποίημα στο αριστερό μέρος.
Καταρχήν με την επιλογή του ποιητή, γιατί απέναντι στους αστούς νομπελίστες στηρίζουμε τους ταξικούς λενινούχους (εκ του βραβείου λένιν) ρίτσο και βάρναλη.

Αφετέρου και με την επιλογή του ποιήματος.
Το οποίο ναι μεν τα βάζει διαλεκτικά, αλλά θυμίζει λίγο διαλεκτικό κεντρισμό. Το εν λόγω παρελθόν δεν είναι κάποιο τυχαίο κι ουδέτερο που πέθανε και μας μολύνει -όπως πιστεύουν πολλοί.
Είναι δικό μας παρελθόν το οποίο πρέπει να υπερασπίσουμε κριτικά.
Κι από αυτή την άποψη νιώθω πολύ πιο κοντά μου όσους το αγαπούν υπερβολικά, παρά όσους το καταφρονούν και το απορρίπτουν.

Είναι της μόδας να μετράμε το σοσιαλισμό με τα όνειρά μας, για να δούμε ποιος έχει μεγαλύτερη επαναστατική φαντασία. Αν δε συμβαδίζει η πραγματικότητα τόσο το χειρότερο για αυτήν.

Ο δεσύλλας πχ στο πριν της προυγούμενης κυριακής μας λέει ότι δε μπορούμε να ταυτίζουμε το σοσιαλισμό-κομμουνισμό με ό,τι χρεωκόπησε και παταγωδώς κατέρρευσε σε ανατολή και δύση, ό,τι δυσφήμησε και συκοφάντησε τη μεγάλη οκτωβριανή επανάσταση και τις ευγενικές -sic- κομμουνιστικές ιδέες.

Μια ερώτηση για όσους αντάρτες (σε ψηφοδέλτιο) νιώθουν πως συμφωνούν με το παραπάνω.
Ποια από τις παρεκκλίσεις που συκοφάντησαν και δυσφήμησαν τις ευγενικές μας ιδέες θεωρούν ότι δεν θα υπάρχουν στις επαναστάσεις του μέλλοντος; Η γραφειοκρατία; Μήπως οι εμπορευματικές σχέσεις; Ποια ακριβώς;

Σε κάθε περίπτωση, εμείς οι υπόλοιποι, άξεστοι ασιάτες ανήμποροι να συλλάβουμε ευγενή ιδανικά, κάνουμε την εκδήλωση της πέμπτης πιστοί στο δρόμο της δυσφήμησης και της συκοφαντίας.
Ενδεικτικό της τελευταίας είναι η αφίσα μας όπου αναφέρεται ως χώρος διεξαγωγής η αίθουσα 105 της αρχιτεκτονικής, τη στιγμή που η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα 301.
Ακόμα και τώρα οι σοβιετικοί μας φλομώνουν στο ψέμα.

Το αυτό θα επιχειρήσει την πέμπτη κι ο σοβιετικός κυριούλης.
Ο μόνος -πλην κόμματος- που μαζί με το βαζιούλιν και τη λογική της ιστορίας δέχεται το σοσιαλιστικό χαρακτήρα του σοβιετικού εγχειρήματος στο σύνολο της ιστορικής του πορείας. Δηλ ότι στη σοβιετία είχαμε σοσιαλισμό μέχρι τον γκόρμπι (υπαρκτό ή πρώιμο, δεν θα τα χαλάσουμε εκεί).
Κάτι που με κάνει να βλέπω τον περικλή ως το τελευταίο μπρεζνιεφικό απολίθωμα -μαζί με το κόμμα και μένα.

Ρεπορτάζ από την εκδήλωση είναι αυτονόητο πως θα υπάρξει.
Αλλά καλύτερο είναι να έρθετε οι ίδιοι για να μη βασίζεστε σε αυτά που σας έχουν πει τρίτοι για τη σοβιετία και τον κυριούλη της (κι αυτό συμπεριλαμβάνει και μένα).
Αυτό το απευθύνω κυρίως στους ορθόδοξους συντρόφους. Θα μάθουν πολλά και θα ακούσουν πράγματα που τους αρέσουν.
Κι ας κατέβασαν την αφίσα του ομίλου στο δέντρο δίπλα απ' το άγαλμα του μπένι.
Σκίσον μεν, άκουσον δε...

Κι όλα αυτά με την επέτειο της αντιφασιστικής νίκης των λαών να είναι δύο μέρες μετά και να κάνει ακόμα πιο επίκαιρο το θέμα της εκδήλωσης.
Αφήστε σπίτι σας τα ταμπού κι ελάτε.
Γιατί εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε σύντροφέ μου από τον κόσμο
εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τους σοβιετόφιλους...

Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009

Οι παλιές αγάπες πάνε στα γκουλάγκ

Με το κείμενό του στην ελευθεροτυπία ο γιώργος ρούσης έγινε για άλλη μια φορά το πρόσωπο των ημερών.
(Όσοι δεν το έχουν διαβάσει, μπορούν να το βρουν στη διεύθυνση: http://www.enet.gr/online/online_text/c=110,id=61958500).
Ας δούμε αρχικά πού έχει δίκιο.

-δε μπαίνει πουθενά στο κείμενο της απόφασης του συνεδρίου η θέση ότι στο σοσιαλισμό έχουμε απονέκρωση του κράτους.
Κάτι που αφήνει ανοιχτό παράθυρο στην άποψη του στάλιν ότι στο σοσιαλισμό η ταξική πάλη οξύνεται.
Προσέξτε, όχι ειδικά στη σοβιετία, με την απομόνωση, την καθυστέρηση και τις ειδικές συνθήκες. Αλλά ως νομοτέλεια με γενική ισχύ.
Στάλιν-μαρξ 1-0.

-δεν υπάρχει πουθενά στο κείμενο αναφορά για το θέμα της δημοκρατίας, εσωκομματικής και σοβιετικής και τις παραβιάσεις της. Δεν υπάρχει καν η κλασική καλτ κριτική για λάθη κι υπερβολές που είχε μπει στο αρχικό κείμενο των θέσεων.

Ακόμα πιο καλτ είναι η δικαιολογία περί έλλειψης βιβλιογραφίας.
Σύντροφοι, έχουμε τέσσερα χρόνια καιρό για βιβλιοπροτάσεις. Να βρούμε βιβλία, να τα συγκεντρώσουμε και να τα στείλουμε στον επόμενο προσυνεδριακό. Αν και, οι τίτλοι από μόνοι τους, παίζει να υπερβαίνουν το όριο λέξεων.

-Για τις δίκες της μόσχας το κείμενο λέει ότι τις επέβαλαν οι συνθήκες. Ο ρούσης έχει πει παλιότερα ότι οι αντικειμενικές συνθήκες ερμηνεύουν, αλλά δε δικαιολογούν τα γεγονότα. Κι ειδικά τις δίκες.
Ίσως γίνομαι κεντριστής, αλλά εγώ συμφωνώ και με τους δύο.

Τουλάχιστον δεν υπάρχει η παραπομπή στον περιβόητο αμερικανό πρέσβη τζόζεφ ντέιβις. Που τέτοια δημοσιότητα 70 χρόνια από τότε και μετά θάνατον, δε θα τη φανταζόταν στα πιο τρελά του όνειρα.

Εμένα μια φορά οι συνθήκες με πείθουν ως εξήγηση. Είναι κι αυτές μια κάποια αιτία, νιώθονται.
Άλλο με προβληματίζει.

Ο σύντροφος με το μουστάκι έδερνε κι έσφαζε, αλλά είχε κι έναν πόλεμο να αντιμετωπίσει. Και στη δεκαετία του 20 μέχρι και το σεκ δέχεται ότι υπήρχε δημοκρατία.
Ο σύντροφος με το μουσάκι, παρά κι ενάντια στις συνθήκες, ούτε έδερνε ούτε έσφαζε. Αλλά λόγω παρανομίας του βγήκε λίγο συγκεντρωτικό το κόμμα νέου τύπου.

Εμείς σήμερα, τι αντικειμενικές συνθήκες έχουμε και κάνουμε τα ίδια;
Που να 'χαμε καμιά επαναστατική κατάσταση, να πω πάει στο διάολο, να θυσιαστώ. Ένας αντιρρησίας λιγότερο.
Εμείς κρατάμε το μοντέλο χωρίς τις συνθήκες που το δημιούργησαν.

Δεν πάει έτσι σύντροφε. Οι συνθήκες είναι δύσκολες.
Σήμερα που καλπάζει η αντεπανάσταση απαιτείται πολιτική επαγρύπνηση. Αλλά όσο ανδρεύουμε εμείς, θεριεύει ο ταξικός εχθρός να μην πάρουμε τα πάνω μας. Κι άμα πάρουμε την εξουσία λυσσάει ακόμα περισσότερο.


Οπότε ο στάλιν είχε δίκιο, η ταξική πάλη οξύνεται στον αιώνα τον άπαντα (αμήν).
Κι απ' την πολλή επαγρύπνηση μένουμε ξάγρυπνοι. Κι άντε να μείνει καθαρό μυαλό για μέτωπο και συμμαχίες.

Πάμε και στα τρία περιβόητα σίγμα του ρούση. S for Stalin.
Υπάρχει κάτι υπέρ του σε όσα λέει;
Ότι συνδέει την κριτική του με το σήμερα. Άσχετα αν συμφωνούμε ή όχι.
Δεν ψάχνει δικαίωση και καταδίκες στο παρελθόν. Δεν ξεθάβει το στάλιν για να θάψει το φάντασμά του.
Αναφέρεται στο σήμερα και προειδοποιεί για το αύριο.

Το τι μας λέει, είναι άλλο ζήτημα. Ας το δούμε απ' το δικό του πρίσμα.
Γιατί σταλινικό; Γιατί διαγράφει ή καρατομεί όποιον έχει διαφορετική άποψη. Το δείχνει και το συνέδριο, το νέο πολιτμπιρό κι η κεντρική επιτροπή.
Για το ρούση αυτό δένει μια χαρά με το δεύτερο σίγμα, τον σεχταρισμό. Το οποίο πιστεύω δεν θέλει επεξήγηση.

Περισσότερο απ' όλα ξενίζει το τρίτο σίγμα, το συντηρητικό.
Πώς το εξηγεί ο ίδιος;
Όταν σ' ένα κείμενο για το σοσιαλισμό δε λέγεται λέξη για το πώς προετοιμάζεται η επανάσταση, όταν η λιάνα δίνει συνέντευξη στο περιοδικό της αστυνομίας και δηλώνει ότι το πρόβλημα είναι το πεσμένο ηθικό της, όταν υπάρχει το διήγημα απολογία του μπάτσου και το σχετικό άρθρο του μαΐλη, όταν δηλώνεται ότι κατά την επανάσταση δε θα σπάσει ούτε τζάμι, όταν ένα νεολαιίστικο ξέσπασμα αντιμετωπίζεται όπως αντιμετωπίστηκε εκείνο του δεκέμβρη κλπ κλπ, τότε μιλάμε για συντηρητισμό.

Επ' ευκαιρίας ξαναδιάβασα το άρθρο-απάντηση του μαΐλη. Το καλύτερο μου το 'πε σήμερα το παπαγαλάκι του κρεμλίνου.
Ο ρίτσος για το νεκρό παιδί το 36 έγραψε το μέρα μαγιού μου μίσεψες, όχι για την ψυχολογία του μπάτσου.
Καλά τα λέει.

Δίκιο έχει κι ο ρούσης να ξεσπά για έναν ακόμα λόγο.
Σε όλο τον προσυνεδριακό ήταν τιμώμενο πρόσωπο με ένα στα τρία γράμματα να τον στολίζουν δεόντως. Μνημείο της πίστης μας στο διάλογο και της ανοχής μας στην άλλη άποψη.
Δεν είμαστε δογματικοί, αυτός είναι αντισταλινικός.

Κι άντε να καταπιεί τους παππούδες με τα βιώματα που τον βγάλαν πράκτορα. Αλλά τα γράμματα των στελεχών και το ανυπόγραφο άρθρο που τον τσουβάλιαζε με κύρκο και μπιτσάκη δεν ήταν τυχαία. Και δεν τρώγονται με καμία δύναμη.

Όμως στο τρίτο σίγμα κάηκε. Συντηρητισμός, χαμένη επαναστατικότητα.
Το παράκανες ρε γιώργο. Δεν τα λένε φόρα παρτίδα αυτά παραέξω.
Θα μου πεις, για δες ποιος μιλάει. Γιατί, ρε απολίθωμα, εσύ τι διαφορετικό κάνεις;
Άλλο εγώ.

Για μένα Σταλινικός πάνω απ' όλα πάει να πει τίμιος αγωνιστής με πίστη κι αισιοδοξία. Λίγο θρησκόληπτος ίσως, αλλά αυτό διορθώνεται.

Σοσιαλισμό και Σοβιετία κάποιοι παν να τα εξισώσουν με τα εΣ-εΣ. Κι άλλοι κάνουν πως δεν τους αφορά. Απλή συνωνυμία.
Για μένα η υπεράσπισή τους είναι νόημα ζωής.

Το κόμμα τέλος, για μένα είναι (μέχρι αποδείξεως του εναντίου) απεναντι στο Σύστημα. Με αντιφάσεις, αλλά απέναντι.
Όχι μόνο του. Αλλά ό,τι πιο Σοβαρό από τους απέναντι.

Ο ρούσης διαλέγοντας σίγμα διαλέγει στρατόπεδο. Και θέτει εαυτόν απέναντι.
Οπότε είναι θέμα αντίληψης. Όσοι είναι με το κόμμα βλέπουν το ρούση απέναντι στο πλευρό του συστήματος.
Κι οι απέναντι καλωσορίζουν το ρούση στην όχθη τους και μας έχουν, όπως κοιτάς το σύστημα, αριστερά (πτέρυγα).

Εγώ ως γνήσιος σταλινικός μένω στο κέντρο που έχει καλύτερη θέα και λέω ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ένα σημείο έχει άπειρα απέναντι.
Μετά πάω με τους σταλινικούς συντρόφους μου να μην έχω μοναξιές.

Τώρα που διαλέξαμε στρατόπεδο ας δούμε πού έχει άδικο ο ρούσης.

-για τον στάλιν και τη σοβιετία μετά το λένιν δεν έχει πολύ καλή άποψη. Δεν έχει άμεση σχέση, αλλά την κρίση του όσο να 'ναι την επηρεάζει.

-τα γράφει στην ελευθεροτυπία.
Η αλήθεια είναι πως δεν είχε επιλογές. Η εναλλακτική που είχε ήταν να σιωπήσει.
Αλλά όταν γράφει σε μια εφημερίδα, χυδαία αντικομμουνιστική, οφείλει να πάρει αποστάσεις. Να διαχωρίσει την κριτική του στο κόμμα και στο στάλιν απ' τον αγοραίο αντισταλινισμό.
Αλλιώς παίζει χωρίς να το θέλει το παιχνίδι της. Και δεν είναι αφελής να μην ξέρει πώς θα χρησιμοποιηθούν αυτά που γράφει.

Είναι περίπου όπως με την αξιολόγηση στα πανεπιστήμια.
Όταν το σύστημα την προωθεί με χίλια, δε μπορείς εσύ να πας και να λες χαρούμενα για αξιολόγηση των καθηγητών απ' τους φοιτητές, για να σπάσει η αυθαιρεσία, ενώ υπάρχει τέτοιο διακύβευμα.
Κι αν ακόμα είσαι ακατανίκητα χαρούμενος, πρέπει έστω φραστικά να κλίνεις σε όλους τους χρόνους και τις πτώσεις το διαχωρισμό σου από αυτό που λεν οι άλλοι.
Αυτό τουλάχιστον ο ρούσης μπορούσε να το κάνει. Αλλά δεν...

-τραβάει τη ρήξη στα άκρα. Και κόβει πίσω του γέφυρες. Όχι μόνο με το κόμμα. Αλλά και με τον κόσμο του. Πολλοί από αυτούς μέχρι τώρα τον άκουγαν.
Διάβασα ξανά και τις δηλώσεις εκλογικής στήριξης που έκανε στο ριζοσπάστη την τελευταία δεκαετία. Όλα όσα γράφει εκεί ισχύουν και τώρα στο ακέραιο.

Αυτό που μεσολάβησε στο ενδιάμεσο είναι ότι κόψαμε μαχαίρι τις κοινές πορείες (πχ γένοβα) και χάσαμε δηκκι και κομμουνιστική ανανέωση από το μέτωπο.
Μας έμεινε όμως η αριστερή παρέμβαση πολιτών!

-ήρθε εκεί ακριβώς που ήθελαν να τον φέρουν όσοι τον έβριζαν. Που τώρα νιώθουν δικαιωμένοι.
Ποιος θα πιστέψει τώρα ότι όσα έγραψε στον προσυνεδριακό τα έλεγε με πόνο ψυχής;
Το χειρότερο είναι πως αφοπλίζει όσους κομματικούς πήραν το μέρος του. Με τι μούτρα θα αντικρίσουν τους ινστρούκτορες με τους οποίους τσακώθηκαν για να δείξουν ότι ο ρούσης είναι από τη δική μας πλευρά κι η κριτική του καλοπροαίρετη;

-(κάνει λάθος) στον χρόνο που εντοπίζει τη σταλινική στροφή.
Τον στάλιν το κόμμα δεν τον ανακάλυψε τώρα. Ούτε στο 17ο, ή στα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν.
90 χρόνια το ίδιο είμαστε, τώρα μας κατάλαβε;

Αυτές οι αναλύσεις με τα σημεία τομές έχουν πάντως το γούστο τους.
Ο ρούσης λέει ότι πριν το 17ο δεν ήμασταν τα τρία σίγμα που μας καταλογίζει.
Κάποιοι θυμούνται ότι επί πασοκ το κόμμα κατέβαινε περισσότερο στους δρόμους, ήταν πιο μαχητικό.
Άλλοι βλέπουν με θλίψη τα σημερινά στελέχη κορυφής κι αναπολούν τον φλωράκη με το λαϊκό του έρεισμα.
Αλλά ο χαρίλαος ήταν στα χρόνια της κατηφόρας, του συνασπισμού και του τζανετάκη. Και πιο πριν στη μπρεζνιεφική στασιμότητα των ποσοστών με τη λεηλασία των εαμικών από το πασοκ και τις αυταπάτες για ειρηνικό πέρασμα.

Άρα πάμε πιο πριν, στην χούντα. Για την οποία δεν ήμασταν έτοιμοι, δεν την προβλέψαμε, πόσο μάλλον να την αποτρέψουμε.
Έφταιγε πιο πριν ο ρεβιζιονιστής ο κολιγιάννης με τη δεκαετία που διαλύθηκαν οι παράνομες κομματικές οργανώσεις.
Αλλά πιο πριν ήταν οι προδοσίες κι οι άτυχοι χειρισμοί με τον πλουμπίδη και τον μπελογιάννη.
Το κκε ήταν πραγματικά αγωνιστικό μόνο επί κατοχής και μετά στον εμφύλιο.

Ναι, αλλά και τότε έκανε ένα σωρό λάθη ο ζαχαριάδης.
Και πριν απ' τον ζαχαριάδη έγινε η βάρκιζα που ήταν ίσως το μεγαλύτερο. Την οποία την αντιμετωπίζω όπως οι γαλάτες στον αστερίξ την αλεζία.
Αλεζία; Ποια αλεζία; Τι έγινε στην αλεζία; Και τι την θέλετε δηλ αυτή την αλεζία;
Κι έτσι σήμερα κανείς δεν ξέρει πού ακριβώς βρίσκεται. Με την βάρκιζα πού τέτοια τύχη...

Ναι, αλλά η βάρκιζα ξεκίνησε απ' την καζέρτα και τον λίβανο. Άρα να το πιάσουμε πριν το 43.
Πιο πριν όμως ο μανιαδάκης μας είχε διαλύσει.
Και πιο πριν ήταν οι κούτβηδες που μας τους επέβαλε ο στάλιν για να διώξουν τον πουλιόπουλο.
Άρα ακόμα πιο πριν ήταν άμωμο το κόμμα. Τότε που γινόταν η πάλη χωρίς αρχές και μας εγκάλεσε η κομιντέρν.

Βασικά για να μην το βασανίζουμε, το συμπέρασμα (τους) είναι ότι η καλύτερη εποχή ήταν τότε που δεν υπήρχε το κόμμα. Τότε τα έκανε όλα καλά κι άγια.

Τέτοιες σχέσεις είχα περίπου και με τη μάνα μου.
Από τότε που με θυμάμαι πάντα την ταλαιπωρούσα και της έβγαζα το συκώτι. Σε αντίθεση με ένα-δυο χρόνια πιο πριν που ήμουν σωστό αγγελούδι.
Και βασικά, όταν δεν είχα γεννηθεί ακόμα, περνούσαμε όμορφα κι ευτυχισμένα χρόνια, τα καλύτερα της ζωής μας.

-δε βλέπει την πραγματικότητα (κι εν προκειμένω το κόμμα) με τις αντιφάσεις του, δηλ διαλεκτικά. Επικεντρώνει στα σημεία που θεωρεί προβληματικά και μένει σε αυτά.

-γράφει στο άρθρο του: απορρίπτεται σαν λαθεμένη η κατεξοχήν μαρξική θέση ότι «στη σοσιαλιστική βαθμίδα συντελείται η απονέκρωση του κράτους».

Στην ίδια ακριβώς πρόταση, τη φράση που μπαίνει σε εισαγωγικά την ακολουθεί η φράση δεν υφίσταται η δικτατορία του προλεταριάτου, θέση ολοφάνερα λανθασμένη.
Αν διαβάσει κανείς όλη την πρόταση κι ακόμα περισσότερο όλη την τέταρτη θέση θα βγάλει πολύ διαφορετικό συμπέρασμα από αυτό στο οποίο οδηγήθηκε ο ρούσης.

Η θέση αυτή αφορά άλλο ζήτημα, όχι την απονέκρωση.
Κι απαντάει πολύ σωστά σε απόψεις που λεν πως η μετάβαση στο σοσιαλισμό είναι άλλο πράγμα από το σοσιαλισμό καθεαυτό. Φαντάζονται τον δεύτερο χωρίς εμπορευματικές σχέσεις, δικτατορία του προλεταριάτου και γενικότερα αντιφάσεις, με άλλα λόγια σα μικρογραφία του κομμουνισμού.

Τέτοια θέση έχει πάρει πχ ο κάππος στην κριτική του για το σοβιετικό σχηματισμό, επηρεάζοντας άμεσα και το ναρ.
Έτσι για τον χαρακτήρα της σοβιετίας, ο μεν πρώτος καταλήγει να την θεωρεί καινούριο ανέκδοτο αντι-ιμπεριαλιστικό σχηματισμό, οι δε νεο-αριστεροί κολλάνει και το εκμεταλλευτικός από δίπλα, μη τυχόν και ξεχάσουν να αποτάξουν το σατανά.
Μπροστά σε τέτοιες αναλύσεις-διαμάντια το δικό μας κείμενο μοιάζει να έχει γραφτεί από γκουρού του μαρξισμού.

Κατά τα άλλα κι εγώ έχω κάποιες ενστάσεις για το κείμενο της απόφασης.
Πχ στη θέση 5 όπου κρατικοποίηση και κοινωνικοποίηση ταυτίζονται (θέση από την οποία απορρέουν και μια σειρά άλλα λάθη, όπως το βλέπω εγώ τουλάχιστον).
Αλλά δεν είναι της ώρας να επεκταθούμε σε αυτό.

Στο δια ταύτα. Έναν εξωκομματικό είχαμε κοντά μας, τελευταίο των μοϊκανών και των διανοούμενων και τον χάσαμε.
Αν και το πράγμα φαινόταν από μακριά. Όποτε κι αν άνοιγε το θέμα για τη σοβιετία, τις καρδιές μας θα τις χαλούσαμε.

Μπορούσαμε τουλάχιστον να χωρίσουμε πολιτισμένα.
Αλλά ξέρετε καμιά μεγάλη αγάπη που να μην τελείωσε επεισοδιακά;
Οι παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο. Μέσω γκουλάγκ...

Ηθικό επιμύθιο

Ένας αναρχικός είχε γράψει κάποτε σε ένα φόρουμ στο ρούση ότι η σχέση του με το κόμμα είναι όπως της μύγας με τα σκατά. Όλο πάει να φύγει κι όλο επιστρέφει.
Θα το μετανιώσει ξανά κάπου στα μισά; Ή αυτή τη φορά είναι το τέλος; Πού θα βρει πιο ευωδάτα από εδώ;

Ο ρούσης στη ζωή του έχει παντρευτεί δυο φορές. Όσες δηλ και με το κόμμα. Η δεύτερη είχε αρχίσει κάπως έτσι:

Γιατί δεν πάει άλλο

«... Γι' αυτό και αποφάσισα να ξανασμίξω μαζί σας. Οχι μόνο για τις εκλογές ούτε κυρίως γι' αυτές, γιατί έτσι κι αλλιώς πιστεύω πως νόθο θα είναι το αποτέλεσμά τους, στα πλαίσια της ψευτοδημοκρατίας που μας διαφεντεύει. Ξανασμίγω μαζί σας για να δώσω ό,τι μπορώ και να πάρω τη χαρά της προσφοράς μου. Οχι σαν μια στο παρελθόν επιστροφή, αλλά σαν ένα συναπάντημα για καλύτερο μέλλον. Γιατί δεν πάει άλλο... Και πάλι μαζί. Γιατί κανείς δεν έχει το δικαίωμα να κωφεύει μπροστά στον έσχατο τούτο ξεπεσμό, με όλες μου τις δυνάμεις τα κουτσά και τα στραβά μου και πάλι δικός σας, σύντροφοι»
.

Ο τρίτος γύρος θα είναι ο τελικός.

(τίτλοι τέλους, μουσική, κραουνάκης, το τρίτο στεφάνι)

Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2008

Imagine


Αν μου ζητούσε ένας άνθρωπος που δεν ξέρει πολλά από πολιτική να του εξηγήσω τι ακριβώς είναι ο κομμουνισμός, πιθανότατα θα του έλεγα να διαβάσει τους στίχους του imagine του john lennon.
Δε θα μπορούσα να βρω πιο απλά και όμορφα λόγια για να το περιγράψω.

Imagine there's no heaven
It's easy if you try
No hell below us
Above us only sky
Imagine all the people
Living for today

Imagine there's no countries
It isn't hard to do
Nothing to kill or die for
And no religion too
Imagine all the people
Living life in peace

You may say that I'm a dreamer
But I'm not the only one
I hope someday you'll join us
And the world will be as one

Imagine no possessions
I wonder if you can
No need for greed or hunger
A brotherhood of man
Imagine all the people
Sharing all the world

You may say that I'm a dreamer
But I'm not the only one
I hope someday you'll join us
And the world will live as one

Αξίζει να προσέξει κανείς την κλιμάκωση που υπάρχει στους στίχους.
Ο ποιητής μας λέει πρώτα να φανταστούμε ότι δεν υπάρχει παράδεισος. Και προσθέτει ο ίδιος είναι εύκολο αν προσπαθήσεις.
Στη δεύτερη στροφή γίνεται λίγο πιο δύσκολο. Φαντάσου να μην υπάρχουν χώρες. Αλλά και πάλι, δεν είναι δύσκολο να το κάνεις.

Μέχρι τώρα κινηθήκαμε σε πράγματα που θα μπορούσε να παραδεχτεί ίσως κι ένας αστός κοσμοπολίτης, που μόνο θεό του έχει το χρήμα και πατρίδα του την χώρα που μπορεί να του το προσφέρει.
Αλλά στο τέλος στενεύουν τα περάσματα. Κι είναι πιο πιθανό να χωρέσουν καμήλες παρά καπιταλιστές.

Φαντάσου ότι δεν υπάρχει ιδιοκτησία λέει ο λένον. Κι αμέσως προσθέτει, αναρωτιέμαι αν μπορείς...
Εδώ δεν μπορούν να το φανταστούν κάποιοι μικρομεσαίοι, θα το φανταστούν οι αστοί;
Τα μικροαστικά κατάλοιπα είναι ισχυρά. Η δύναμη της συνήθειας που έλεγε ο λένιν. Θα χρειαστούν αρκετές γενιές να την υπερβούμε.

Σίγουρα έχει κάποιες αδυναμίες ο στίχος.
Μιλάει για φαντασία, ονειροπόλους, είναι σα να παραπέμπει σε μια ουτοπία στην οποία πιστεύει ο λένον και μερικοί γραφικοί ακόμα. Και δε μας λέει κουβέντα για το πώς ακριβώς θα έρθει αυτός ο κόσμος που φανταζόμαστε.

Αλλά είναι απλώς ένα τραγούδι, δεν είναι μανιφέστο.
Και σε συνειδήσεις που είναι σε πρώιμο στάδιο μπορεί να ασκήσει πολύ δυνατή επιρροή, πολύ μεγαλύτερη ίσως απ' ό,τι ένα βιβλίο του μαρξ ή του λένιν. Σχεδόν όση και μια εμφάνιση του χαλβατζή στην τηλεόραση.
Μέχρι να ωριμάσει η λογική, το τραγούδι δημιουργεί μια σύνδεση βασισμένη κυρίως στο συναίσθημα και κάποιες βασικές έννοιες. Τις οποίες σπάνια βλέπεις καλύτερα δοσμένες απ' ό,τι εδώ.

Σε κάθε περίπτωση πιστεύω ότι το Imagine είναι το τραγούδι του αιώνα. Μαζί με τον ύμνο της θρυλικής CCCP.
Αφενός γιατί ποτέ δεν μπόρεσα να ξεπεράσω τα εφηβικά μου ακούσματα και την πρώτη μου μουσική αγάπη. Αφετέρου και για αντικειμενικούς -θέλω να πιστεύω- λόγους.

Δεν είναι λίγοι πάντως αυτοί που το χλευάζουν. Το συνδέουν με το "κίνημα των χίπις", τα παιδιά των λουλουδιών και την αφελή αντισυστημική τους προσέγγιση που δεν άφησε πολλά πράγματα πίσω της.

Με την ίδια στείρα λογική όμως μπορώ να πιάσω κι εγώ κάποια κομμάτια από τη ρωμιοσύνη του ρίτσου, να πατήσω και σε κάποια ιστορικά γεγονότα για να το κολλήσω και να πω ότι βγάζουν αταξικό εθνικισμό. Και θα έχει και βάση ως συμπέρασμα.
Τότε όμως, τα ίδια ακριβώς άτομα, θα με πουν σχολαστικό που βγάζει κόμπλεξ.

Για αυτό ας μη βάζουμε μέτρα και σταθμά για τα οποία θα μετανιώσουμε μετά. Εκτός κι αν έχουμε δύο από το καθένα για κάθε περίπτωση. Ανάλογα με το τι μας αρέσει, για να δικαιολογήσουμε τα γούστα μας και το πόσο ταξικά είναι.

Επίλογος

Ένα από τα πιο ωραία σαρδάμ με ιδιαίτερη σημειολογία είναι όταν θες να πεις λένον και λες λένιν. Ή το αντίστροφο.
Αν ο άνθρωπος στην βρεφική ηλικία αρχίζει να διακρίνει έννοιες και να προφέρει τις πρώτες του λέξεις, κάτι αντίστοιχο γίνεται στην εφηβεία με την πολιτική.
Στην ηλικία δηλ που έχεις ακόμα κάποια πράγματα θολά και ο λένιν με τον λένον είναι περίπου το ίδιο.

Εγώ πάντως όταν ήμουν μικρός είχα άλλο κόλλημα. Επέμενα να λέω τρόπος του λένιν. Όσες φορές και να με διόρθωναν λέγοντας ότι το σωστό είναι τρόπος του λέγειν δε μπορούσα να το καταλάβω.
Τον λένιν τον ήξερα, είχαμε σπίτι κι ένα χρυσό μπιμπελό με τη φιγούρα του.
Ο λέγειν όμως ποιος διάολο ήταν;

Υστερόγραφο: ξέρετε ποιος άλλος γιορτάζει μεταξύ άλλων στις 7 νοεμβρίου; Όσοι ακούν στο όνομα ερνέστος!
Σας έρχεται στο νου κανείς που θα θέλατε να του ευχηθείτε; (και μην ακούσω τίποτα εξυπνάδες για τον βαλβέρδε).

Τέτοιες και άλλες πολύ χρήσιμες πληροφορίες μπορείτε να βρείτε στον τοπικό τύπο της δράμας και συγκεκριμένα στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.ergasia-press.gr, την οποία και στηρίζουμε. Κατά μία έννοια.