Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2008

Σοβιέτ και Κόμμα

Αρχικά προέχει μια ιδεολογική μάχη μέχρις εσχάτων. Ενάντια σε όσους αρνούνται την αναγκαιότητα και το ρόλο της πρωτοπορίας στην επανάσταση. Ανεξάρτητα από ποια αφετηρία ξεκινάν (αναρχική, σοσιαλδημοκρατική, ή απροκάλυπτα αστική). Είναι ενδιαφέρον και χρήσιμο να αναλυθεί το γιατί, αλλά όχι επί του παρόντος.
Αφού κερδίσουμε αυτή τη μάχη, μπορούμε να κάνουμε ένα νέο συνέδριο των νικητών και να συζητήσουμε τι ακριβώς σημαίνει πρωτοπορία και ποιος είναι ο ρόλος της. Η αυτονόητη απάντηση είναι ότι η πρωτοπορία είναι το οργανωμένο και συνειδητό κομμάτι της εργατικής τάξης, με άλλα λόγια το κόμμα της.
Στην πράξη όμως δεν είναι τόσο απλό γιατί ο καθένας μπορεί να αυτοαναγορευτεί σε πρωτοπορία αλλά κανείς δεν έχει α πριόρι κατακτημένο αυτόν τον ρόλο. Στην ελλάδα πχ, πολλοί διεκδικούν αυτόν τον τίτλο, μόνο εμείς τον πλησιάζουμε με αξιώσεις, αλλά στην πράξη κανείς δεν μπορεί να περηφανευτεί ότι τον έχει κατακτημένο σε ικανοποιητικό βαθμό.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι το πάρσιμο της εξουσίας. Ποιος την καταλαμβάνει και ποιο ακριβώς είναι το υποκείμενο που την ασκεί; Η εργατική τάξη, το κόμμα, ή η πρώτη μέσω του δεύτερου που είναι η οργανωμένη πρωτοπορία της;

Παρακάτω παραθέτω (ελαφρώς επιμελημένο -sic-) απόσπασμα από ένα κείμενο που καταπιάνεται με μια πολύ ενδιαφέρουσα πτυχή.

"Ξεκινώντας από την ήττα των επαναστάσεων στη δύση και την εφαρμογή της ΝΕΠ, δεν αλλάζει η πολιτική μορφή μετάβασης που παραμένει η δικτατορία του προλεταριάτου. Χάνει όμως αντικειμενικά βάρος η πλευρά της εξάπλωσης της προλεταριακής δημοκρατίας, που θεμελιώνεται πάνω στα σοβιέτ. Τα σοβιέτ οπωσδήποτε δεν καταργούνται, αλλά αναδιατάσσονται σε βάθος σε σχέση με το ρόλο που τους είχε αποδώσει ο Λένιν το 1919, ως θεμελίων των νέων θεσμών της σοσιαλιστικής δημοκρατίας.
(...) Αν τα σοβιέτ χάνουν τον αντικειμενικό κεντρικό τους ρόλο στο σύστημα της δικτατορίας του προλεταριάτου, ο λόγος μετατίθεται εξ ολοκλήρου στο κόμμα, ως βασική κινητήρια δύναμη της μετάβασης.
Στις ομιλίες και στις αναφορές πάνω στη δικτατορία του προλεταριάτου που εκφώνησε ο Λένιν στο πρώτο συνέδριο της Κομιντέρν και σε άλλες σημαντικές επίσημες συνεδριάσεις ανάμεσα στο 1919 και στο 1920, το κομμουνιστικό κόμμα δεν αναφέρεται σχεδόν ποτέ και κυρίως δεν καταδεικνύεται ως ένας από τους θεσμούς μέσω των οποίων αρθρώνεται η προλεταριακή δημοκρατία. Και αντιλαμβανόμαστε την αιτία αυτού του γεγονότος: το κόμμα είναι οπωσδήποτε καθοδηγητική δύναμη της μετάβασης, αλλά δεν είναι ένας από τους θεσμούς της, δεν έχει κληθεί από την αρχή να διαχειριστεί το κράτος.
Μόνο ως αποτέλεσμα της αναδιάταξης ακριβώς του σοβιετικού σχεδίου, (το κόμμα) αναλαμβάνει καθήκοντα αναπλήρωσης των νέων θεσμών της σοβιετικής δημοκρατίας καθιστάμενο αναπόφευκτα η βάση και η φέρουσα δομή της. Ρόλος ο οποίος, πολλά χρόνια αργότερα, στη δύση της σοβιετικής εμπειρίας, θα καταγραφεί και τυπικά στο "μπρεζνιεφικό" σύνταγμα του 1977 (άρθρο 6):
Το κομμουνιστικό κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης είναι η δύναμη που καθοδηγεί και διοικεί τη σοβιετική κοινωνία, ο πυρήνας του πολιτικού της συστήματος, των κρατικών και κοινωνικών οργανώσεων".

Πρόκειται αναμφισβήτητα για μια "στρέβλωση", μια πραγματικότητα που μόλις το 1977 (στα πλαίσια του εορτασμού των 60χρονων ίσως) και μόνο από τον φάρο της επανάστασης Λεονίντ Ιλίτς κατοχυρώθηκε επίσημα.
Ο συγγραφέας ωστόσο, επισημαίνει πολύ σωστά ότι "την αναδιάταξη αυτή, ή τη μερική υποβάθμιση των σοβιέτ στη Ρωσία, δεν πρέπει να την ερμηνεύσουμε με βάση τη βούληση και τις συγκεντρωτικές καταχρηστικές πρακτικές που υπήρχαν στο μπολσεβίκικο κόμμα". "Δεν πρέπει να την αντιμετωπίσουμε ως ολοκληρωτική σύλληψη, έξω από την μαρξιστική και ειδικά τη λενινιστική-μπολσεβίκικη παράδοση", ούτε ως "ιστορία προδοσιών της λενινιστικής κληρονομιάς ή αναθεωρητισμών".
Όπως λέει χαρακτηριστικά: "είναι εύκολο να ερμηνεύεις την ιστορία βρίσκοντας κάθε φορά τον κακό της υπόθεσης, ακόμα κι αν αυτός υπάρχει".

Αντιθέτως, "πρέπει να ξαναγυρίσουμε στη μαρξική υλικότητα των αντικειμενικών συνθηκών, στο εσωτερικό των οποιών οι πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας βρέθηκαν να δρουν και να επιτελούν επιλογές τεράστιας σημασίας".
Η μετατόπιση του βάρους της εξουσίας στο κόμμα είναι "το αποτέλεσμα της πράξης αναπλήρωσης, που το κόμμα κλήθηκε να εκπληρώσει σε μια ιστορικά δοσμένη κατάσταση αδυναμίας των θεσμικών οργάνων της προλεταριακής δημοκρατίας" (σ.σ: ουδέν μονιμότερο της προσωρινής αναπλήρωσης βέβαια, όπως τελικά αποδείχτηκε), την οποία ο συγγραφέας αποδίδει "στην ανωριμότητα των παραγωγικών δυνάμεων που στο βαθμό που δεν μπορεί να ξεπεραστεί βουλησιαρχικά, ή με νομοθετικά διατάγματα εξελίσσεται σε αντικειμενικό, δομικό στοιχείο". Παράγοντα που δεν πρέπει να τον κρίνουμε μόνο με βάση τις μηχανές και την τεχνολογία, αλλά και "από την οπτική γωνία του επιπέδου της κουλτούρας και του πολιτισμού". Ειδικά από τη στιγμή που η βασικότερη παραγωγική δύναμη δεν είναι άλλη από τον ίδιο τον άνθρωπο -προσθέτω εγώ.

Το κείμενο είναι του ιταλού μαρξιστή andrea catone, διευθυντή του κέντρου μελετών για τα προβλήματα της μετάβασης στο σοσιαλισμό που και μόνο από τον τίτλο φαίνεται ότι τα σπάει (Θέλω να πω είναι αξιόλογο). Δημοσιεύτηκε στο αφιέρωμα της ουτοπίας για την οκτωβριανή επανάσταση το περασμένο φθινόπωρο.
Δε μπαίνει παρά μόνο ως εισαγωγή και σε καμία περίπτωση για να εξαντλήσει το θέμα. Εννοείται βέβαια ότι για να μπαίνει εδώ ο προβληματισμός που βάζει και η συλλογιστική του με εκφράζουν σε μεγάλο βαθμό. Εξάλλου δικές μου είναι και οι υπογραμμίσεις στο κείμενο (πάντα ήθελα να το γράψω κάπου αυτό).

Δεν υπάρχουν σχόλια: