Είναι όπως εκείνο το ηλεκτρονικό μήνυμα-αλυσίδα που παραθέτει τις διάφορες ερμηνείες της πασίγνωστης λέξης με τα τρία άλφα που μπορεί να υποδηλώνει μια σειρά έννοιες, από τον τεφάλ (ξεκόλλα ρε μ-λ) μέχρι… Λείπει όμως μία βασική. Ο κλασικός ο μαλάκας ο σύντροφος. Φράση που αποπνέει μια συντροφική τρυφερότητα κι ένα πνεύμα αυτοκριτικής για τα λάθη στα πλαίσια της δουλειάς, ή την έλλειψη κατανόησης κτλ.
Αν με πει κάποιος μαλάκα, η λογική υπόθεση είναι ότι με βρίζει. Αυτό όμως εξαρτάται από τον τόνο της φωνής, το ύφος, την έκφραση του προσώπου. Αν ειπωθεί στο σωστό πλαίσιο, μπορεί να εκληφθεί κι ως χαϊδευτικό ακόμα, όπως θα το λέγαμε σε έναν φίλο. Ας το λάβουν υπόψη όσοι τυχόν θέλουν να με βρίσουν στα σχόλια.
Το ίδιο συμβαίνει και με τη λέξη «αριστεριστής». Η καθημερινή τριβή στη σχολή, φέρνει στο τέλος μια αγάπη που υπολανθάνει αντεστραμμένη μες στην προσφώνηση και της δίνει διαφορετικό περιεχόμενο. Όπως τα παιδιά που τραγουδάνε το μπορντό, μια πολύ ωραία διασκευή του ροζ του μηλιώκα, που εξυμνεί τον έρωτα ενός σταλινικού και μιας αναρχικιάς. (http://www.youtube.com/watch?v=OcdKgTA6d0Q)
Φρικιό αγάπη μου! Αν κι ίσως ταίριαζε περισσότερο να το πουν μοβ –λέω εγώ τώρα.
Μήπως όμως είναι δίκοπο μαχαίρι τέτοιου είδους αγάπες και κολλητιλίκια; Μήπως κινδυνεύεις να τους αγαπήσεις πολιτικά κι όχι μόνο στα λόγια; Και πρέπει να παίζεις ξύλο μαζί τους κάθε τόσο, για να ακονίζεις τα ταξικά σου αντανακλαστικά και να μείνεις για πάντα παιδί; -εξ αντανακλάσεως από τον αντίπαλο, με τον οποίο τα βάζεις.
Άσ’ τους μωρέ, παιδιά είναι. Ίσως σου σπάσουν τα νεύρα σε κάποια φάση, αλλά πώς μπορείς να τους κρατήσεις κακία;
Αυτό προϋποθέτει βέβαια να έχεις ξεπεράσει κι εσύ ως στάδιο τα φοιτητικά παιδιαρίσματα. Να μπορείς να κάνεις αφαίρεση και να δεις πέρα από το μικρόκοσμο της σχολής. Όπου πας στο στρατό πχ –για να μην πάμε πολύ μακριά, σε χώρους δουλειάς και το βαρύνουμε- συναντάς τον πραγματικό κόσμο κι αρχίζουν να σου λείπουν οι εαακίτες της σχολής σου, ακόμα και πιο λάιτ περιπτώσεις, οποιοσδήποτε, αρκεί να μπορέσεις να ανοίξεις μια πολιτική κουβέντα. Η οποία θεωρητικά απαγορεύεται στο στρατό, αλλά στην πράξη είναι πολύ εύκολο να την κάνεις, αρκεί να βρεις άτομο για να την ανοίξεις. Κι αυτό είναι πολύ πιο δύσκολο απ’ το να σπάσεις θεωρητικά την απαγόρευση. Και κάποιες φορές που καταφέρνεις να την ανοίξεις, ακούς διάφορα, το μετανιώνεις και την κλείνεις όπως-όπως για να αποδράσεις.
Κι αφού κάνεις αυτήν την αφαίρεση, πρέπει να κάνεις και την αντίστροφη ανάβαση στο συγκεκριμένο, Να βλέπεις και την προσωπική πλευρά του άλλου. Να μπορείς να μιλήσεις ανθρώπινα, να βγάλεις μια στοιχειώδη συνεννόηση –όχι κομπρεμί- πχ για μια κολόνα με αφίσες, ή μια πλακέτα. Να μην τον αντιπαθείς κατ’ εικόνα κι ομοίωση του πολιτικού του χώρου, με το ζήλο νεαρού κουκουλοφόρου που αφηνιάζει με τους μπάτσους και τα όργανα της τάξης, χωρίς να σκέφτεται ποια τάξη είναι που κινεί αυτά τα όργανα.
Εκτός κι αν μιλάμε για αρχιπασόκους κι αρχιδαπίτες, τους εκκολαπτόμενους αστέρες του αστικού πολιτικού συστήματος, οπότε αλλάζει το πράγμα. Όπως έλεγε κι ένας σφος γιατρός –από αυτούς που έμειναν ευτυχώς- για τον αρχιδαπίτη της σχολής του, ένα δίμετρο –και βάλε- όρθιο βούβαλο, μπορώ να βγω μαζί του για έναν καφέ, αλλά στην επανάσταση θα είναι από τους πρώτους που θα σκοτώσουμε.
Το οποίο είναι ένα από τα πλέον δύσκολα ερωτήματα. Γιατί, ακόμα κι αν ξεπεράσεις τις ηθικές αναστολές και συμφωνήσεις με τη θανατική ποινή, για κάποιες έκτακτες περιπτώσεις, το ζήτημα παραμένει: ποιο απ’ όλα τα καθάρματα να καθαρίσεις πρώτο; Και πότε θα πάει η κάτια μακρή στο μέγκα, για να είναι όλοι μαζί και να τους βρούμε πιο εύκολα;
Αυτόν το διαχωρισμό τον είχα καταλάβει κι εγώ με τον δαπίτη της σχολής μου, που σε αντίθεση με τον πασόκο που ήταν σοσιαλφασίστας κατ' επάγγελμα, αυτός ήταν ιδεολόγος φασίστας. Είχε φορέσει και μαύρο πουκάμισο για πένθος, όταν πέθανε στη φυλακή ο παπαδόπουλος. Και μόνο αφού φτάσαμε στο τελευταίο έτος, αρχίσαμε να λέμε κάτι σαν γεια. Κι ανακαλύψαμε ότι μας αρέσει κι ο ίδιος σταθμός στο ραδιόφωνο (ο RSO, πριν χαλάσει).
Τον θυμήθηκα τις προάλλες που έπεσα πάνω σε ένα οργισμένο του σχόλιο στη λέσχη (ναρίτικη, διαδικτυακή κολεκτίβα), σε μια αναδημοσίευση της μαρτυρίας του κυπραίου από τον εξάντα, όπου υποσχόταν εκδίκηση για το συνάδελφο (http://ilesxi.wordpress.com/2011/07/07/«πρόλαβα-να-ακούσω-πριν-πέσω-ψωμί-παιδ/).
Κάνοντας μια βόλτα στο μπλογκ του, είδα ότι έχει διατηρήσει τα χρυσαυγίτικα χαρακτηριστικά του, αλλά έχει κάνει κινηματική στροφή. Μιλάει κι αυτός για την χούντα του πασοκ, τη βίαια ανατροπή της και κάνει κριτική στις πλατείες που πλατειάζουν και δεν παίρνουν αποφασιστικά την κατάσταση στα χέρια τους. Τρόμος...
Ήξερα ότι το διαδίκτυο μπορεί να ενώσει τους πιο ετερόκλιτους χρήστες, αλλά κάποια πράγματα πρέπει να τα δεις για να τα πιστέψεις. Κι η πλατεία είναι πλατειά σαν το διαδίκτυο και χωράει κι αυτή τους πάντες. Δεν αφήνω κάποιο πολιτικό υπονοούμενο για τα παιδιά της λέσχης, αλίμονο. Καταγράφω απλώς τη σύμπτωση μέχρι να μαζευτούν πολλές και ν’ αρχίσουμε να ανησυχούμε.
Προς το παρόν με ανησυχούν δύο πράγματα. Το ένα είναι ότι κάποιοι βλέπουν στις πλατείες τα νέα σοβιέτ κι επιχειρούν να βαφτίσουν αυτόν τον τύπο –μεταξύ άλλων- ως το νέο, επαναστατικό υποκείμενο. Κι αν θέλω να ακολουθήσω τη συμβουλή εκείνου του γιατρού, μπορώ να πιω μαζί του έναν καφέ στο σύνταγμα, να πούμε και καμιά μ-λ κία να περάσει η ώρα –αρκεί να μη βάλουμε πανό και την πατήσουμε όπως οι κανονικοί μουλάδες, που τους την πέσανε. Αλλά δε θα μπορώ να τον σκοτώσω στην επανάσταση, γιατί είναι το νέο υποκείμενο και θα είναι θεωρητικά με το μέρος μας. Εκτός κι αν προλάβουν και κάνουν αυτοί τη δική τους επανάσταση, όπως αυτή του 67’, και μας σκοτώσουν πρώτοι.
Το άλλο που με προβληματίζει είναι ότι δεν ξέρω με τι χρώμα να αποδώσω όλη αυτή την όσμωση στις πλατείες, που είναι φαιοκόκκινη, αλλά νέου τύπου. Ακόμα κι η αντιεξουσιαστική κίνηση έβγαλε την αφίσα της –με σύνθημα άμεση δημοκρατία- σε μαύρο και μπλε φόντο, σαν τα χρώματα της ίντερ και του θρυλικού χαραυγιακού.

Ρούχα μαζί που πλύθηκαν κι έγιναν νερατζούρι. Και μη χειρότερα...