Τι ήταν ο Δεκέμβρης;
80 χρόνια μετά τη μάχη της Αθήνας, κάθε σχετική ανάλυση καλείται να αναμετρηθεί με το ερώτημα. Κι είναι το καλύτερο τεστ, για να καταλάβουμε κάποιον. Πώς σκέφτεται (α), πώς αντιλαμβάνεται την ιστορία (β) και με ποια πλευρά έχει ταχθεί σήμερα (γ). Σκέφτεται μηχανιστικά, ιδεαλιστική ή υλιστικά; Βλέπει την ιστορία ως σύγκρουση ταξικών συμφερόντων ή ως μια αλληλουχία τυχαίων συμπτώσεων - «ατυχημάτων» και άλματα υποκειμένων (προσώπων, συλλογικών φορέων) στο κενό; Τάσσεται με τον τροχό που κινεί την ιστορία; Με τον βούρκο που την κρατά πίσω; Ή το ίδιο αλλά με άλλη διατύπωση και πολιτικές αποχρώσεις;
Η απλούστερη, αυτονόητη απάντηση στο αρχικό ερώτημα είναι πως ο Δεκέμβρης υπήρξε το προοίμιο του εμφυλίου πολέμου. Σε αυτό συμφωνούν σχεδόν όλοι, το ζήτημα είναι όμως τι αντιλαμβάνονται ως εμφύλιο και πώς τον αποτιμούν.
Για τους πολιτικούς απογόνους της Σκομπίας πχ ο Δεκέμβρης ήταν ένα πραξικόπημα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ενάντια στο κράτος και τη νόμιμη κυβέρνηση. Αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτής της αντίληψης είναι το πρόσφατο πόνημα των Στάθη Καλύβα - Σπύρου Τσουτσουμπή, που κυκλοφόρησε πρόσφατα με την «Καθημερινή». Μια προσέγγιση που παθαίνει επιλεκτική αμνησία απέναντι στα γεγονότα, για να τα φέρει βολικά στα μέτρα της, αλλά παραμένει συνεπής στην αστική θεώρηση κάθε επαναστατικού επεισοδίου ως πραξικοπηματικής ενέργειας, που παραβιάζει τη φυσική τάξη των πραγμάτων -είτε μιλάμε για τους μπολσεβίκους στη Ρωσία, είτε ακόμα και για παλιότερες αστικές επαναστάσεις, που δε χωράνε στα σημερινά σχήματα.
Υποκύπτω στον πειρασμό και την ένοχη απόλαυση να ξεχωρίσω κάποια βασικά σημεία του πονήματος. Στο αφήγημα των Καλύβα-Τσουτσουμπή δεν υπάρχουν πουθενά δωσίλογοι, παρά μόνο εθνικιστές -sic- που εξαναγκάζονται να ενταχθούν στα Τάγματα Ασφαλείας του Ράλλη, για να αντιμετωπίσουν την «κόκκινη βία» του ΕΑΜ. Το δίδυμο δε δανείζεται απλώς τη φασιστική εκδοχή των γεγονότων, αλλά υιοθετεί ακόμα και τον αυτοπροσδιορισμό τους ως... εθνικιστών, όπως ακριβώς κάνουν οι σύγχρονοι νεοναζί, για να αποτινάξουν τη ενοχλητική ρετσινιά.
Με το ΕΑΜ -σύμφωνα με το δίδυμο πάντα- συστρατεύονται βασικά όσοι βλέπουν στην ένταξη αυτή μια ευκαιρία απρόσμενης κοινωνικής ανόδου, εκτοπίζοντας τις απονομιμοποιημένες παραδοσιακές ελίτ. Παρά τα καιροσκοπικά τους ελατήρια, τα άτομα αυτά συστρατεύονται μαζί του μέχρι τέλους, για να μη χάσουν τα κεκτημένα προνόμιά τους...
Οι δομές άτυπης -σχεδόν κρατικής- εξουσίας που συγκροτεί το ΕΑΜ στα βουνά και η επιβολή του δια της βίας αναγκάζει ένα τμήμα του πληθυσμού να συμμαχήσει, εκόν (Ρήγας Φεραίος) - άκον, μαζί του ή διαφορετικά να διαβεί τον Ρουβίκωνα του δωσιλογισμού. Ακόμα και οι Βρετανοί «σέρνονται» πίσω από την πρωτοβουλία κινήσεων που διατηρεί το ΕΑΜ, επιχειρώντας να (αντι)δράσουν κατευναστικά και να κρατήσουν ισορροπίες, με μοναδικό γνώμονα την ενίσχυση της Αντίστασης, χωρίς στρατηγικό σχέδιο και υστερόβουλες κινήσεις για την επόμενη μέρα -αν και έχει μεσολαβήσει βέβαια η μοιρασιά των Βαλκανίων και του κόσμου σε σφαίρες επιρροής.
Ο μόνος ενεργός υποκειμενικός παράγοντας -από τους άμεσα εμπλεκόμενους στα Δεκεμβριανά- που δρα με τέτοιο σχέδιο είναι το ΕΑΜ-ΚΚΕ, μια «σταλινική πολιτική οργάνωση» που στοχεύει στην εξουσία. Οι τραγικές αντιφάσεις στην πολιτική του γραμμή και τις συμφωνίες που έκλεισε -και δεν αντιστοιχούσαν στον γενικό συσχετισμό δύναμης- δεν αποτυπώνουν κάποιο στρατηγικό έλλειμμα, αλλά την ταλάντευσή του μεταξύ των νόμιμων μέσων και της ένοπλης πάλης -όταν δεν τελεσφορούν τα πρώτα- για την κατάκτηση της εξουσίας.
Το ΚΚΕ δεν εγκλωβίζεται ούτε εκβιάζεται από καταστάσεις και γεγονότα, παρά επιλέγει συνειδητά την ανταρσία του Δεκέμβρη και αργότερα την κλιμάκωση του εμφυλίου, στοχεύοντας εξ αρχής και διαχρονικά στην εξουσία. Το δίδυμο Καλύβα και Τσουτσουμπή δεν μπαίνει στον κόπο να μας εξηγήσει γιατί το ΚΚΕ παρέδωσε οικειοθελώς την εξουσία που ήταν στο χέρι του μέχρι τις μέρες της Απελευθέρωσης, αν ήθελε να την μονοπωλήσει. Αποφαίνεται όμως πως η διαβόητη Λευκή Τρομοκρατία -που καταλαμβάνει ελάχιστη έκταση στη μελέτη τους, σε αντίθεση με τις εκτενείς αναφορές στη μαύρη βίβλο με τα «εαμικά εγκλήματα»- είναι αποσπασματική, πολιτικά ακέφαλη και ιδεολογικά ασύνδετη. Και δεν αποτελεί τον βασικό λόγο που μας οδηγεί στον εμφύλιο, καθώς το 1946 είχε ήδη αποδυναμωθεί δραστικά!
(Αν εξαιρέσουμε δηλαδή τη νοθεία στις εκλογές και στο δημοψήφισμα για την επαναφορά της βασιλείας, τα εκατοντάδες κρούσματα παρακρατικής βίας (επιθέσεις, δολοφονίες, βασανισμοί και βιασμοί) που καταγγέλλει το ΕΑΜ και την οργανική τους σύνδεση με τα σώματα ασφαλείας, η Λευκή Τρομοκρατία ήταν αμελητέα, ελεγχόμενη και πρακτικά σε ύφεση...)
Τέλος, σε όλα τα κεφάλαια του πονήματος υπογραμμίζεται το έκρυθμο κλίμα που επικρατεί ιδίως στην ορεινή επαρχία, οι ταραχές, τα επεισόδια και οι ισχυρές τάσεις εκβαρβαρισμού μιας μεγάλης μερίδας του πληθυσμού, που ευνοούν τη μαζική βία και τις ένοπλες συγκρούσεις, διαρρηγνύουν τον κοινωνικό ιστό και απονομιμοποιούν την παλιά ιεραρχία, τους πολιτικούς θεσμούς και τους δεσμούς με την επίσημη κρατική εξουσία. Με άλλα λόγια, το έπος της Αντίστασης δεν είναι καρπός κάποιας κοινωνικής ανάτασης και λαϊκής παλιγγενεσίας, αλλά μιας σκοτεινής ταραχώδους περιόδου, που γέννησε μόνο βία, ανομία, απειθαρχία και ανεκτική στάση σε αντίστοιχα φαινόμενα. Κάπως σαν το αλήστου μνήμης σχήμα του Παπανδρέου στον Λίβανο: «σκοτώνουν οι δυνάμεις Κατοχής, σκοτώνουν και οι αντάρτες...»
Το πιο εντυπωσιακό δεν είναι ότι μια τόσο μονόπλευρη, φορτισμένη προσέγγιση πλασάρεται με αξιώσεις επιστημονικού λόγου, αλλά ότι μοιράζεται πολλά κοινά σημεία με άλλες «μετριοπαθείς» αναλύσεις, που είναι πιο προσεκτικές με τα προσχήματα, αλλά καταλήγουν στα ίδια συμπεράσματα από άλλο (τρίτο) δρόμο. Αναφέρω ενδεικτικά μια παλιότερη τοποθέτηση του Σφέτα, που πασχίζει να έχει καλές σχέσεις με όλο το αστικό τόξο.
Αυτή θα ήταν μια πολύ καλή ασίστ για να περάσουμε στους πολιτικούς απογόνους του Σβώλου και του Τσιριμώκου και το σοσιαλδημοκρατικό ιστορικό ρεύμα που αποτιμά θετικά την Εαμική εμπειρία, σε αντίστιξη με τον ρόλο του ΚΚΕ -που ήταν ωστόσο η ψυχή του ΕΑΜ. Και θα ένιωθαν πολύ βολικά με ένα άψυχο, ακίνδυνο ΕΑΜ, που θα κέρδιζε δικαιωματικά μια θεσούλα στο αστικό πολιτικό σκηνικό.
Θα το παρακάμψω όμως για να μείνουμε στην ίδια θεματική, της αστικής ναυαρχίδας, και έναν δημοσιογράφο της που κάνει κατάθεση χολής και κόμπλεξ σε αυτό το κείμενο για την ιστορική έκθεση του ΚΚΕ στο κτίριο της Σανταρόζα (πάρτε βαθιά ανάσα και διαβάστε το, για να γίνουν καλύτερα αντιληπτές οι σχετικές αναφορές που ακολουθούν).
Δεν είναι σαφές αν το «ρεπορτάζ» ξεκίνησε τυχαία από μια βόλτα για τα ψώνια της «Black Friday», οπότε ο συντάκτης περίμενε αντίστοιχες (ιδεολογικές) εκπτώσεις και στον χώρο της έκθεσης. Ούτε αν ένιωσε να ασφυκτιά από το περιβάλλον με τους γυμνούς τοίχους, από τη μονομέρεια και την ιδεολογική προσέγγιση της ιστορίας ή από το χρώμα - στίγμα της συγκεκριμένης πολιτικής ιδεολογίας.
Υποθέτω πως ο δημοσιογράφος της Καθημερινής δεν ένιωσε την ίδια «δύσπνοια» με την αντικομμουνιστική μπόχα ιστορικών σαν τον Καλύβα και το γάργαρο, αποχρωματισμένο ξέπλυμα των δωσίλογων, μακριά από φανατισμούς και δογματικές προσεγγίσεις που τους δαιμονοποιούν ως συνεργάτες των ναζί. Υποθέτω επίσης ότι η συνδρομή ενός σοσιαλδημοκράτη ιστορικού -συνεπώς πολιτικού αντίπαλου, όπως ο Σακελλαρόπουλος- στο αφήγημα της μονομέρειας του ΚΚΕ που διεγείρει πολιτικά το κοινό του, για να το κρατά σε εγρήγορση και να μην το χάσει-, είναι τεκμήριο πολυφωνίας, σαν ηπειρώτικο συγκρότημα. Και πως η επιμονή του συντάκτη στο ψυχολογικό σχήμα περί έξαρσης και πένθους -που προκαλεί η έκθεση στον επισκέπτη-, ενώ ο επιμελητής της σου εξηγεί ότι δε στοχεύουν στη συγκινησιακή φόρτιση του κοινού, πιθανότατα δείχνει τον ανοιχτό ορίζοντα της σκέψης του, παρά τις αγκυλώσεις και τα σκαλώματά του.
Ας δούμε μερικά ακόμα σημεία.
Το... στενό -σαν αυτοάμυνα- κοινό της έκθεσης περιλαμβάνει πολλούς και διάφορους. Μεταξύ άλλων συντρόφους, φίλους, σωματεία, περαστικούς, τουρίστες -που είδαν φως και μπήκαν-, δημοσιογραφικές προσκλήσεις στα εγκαίνια της Έκθεσης και τον τυχάρπαστο εκπρόσωπο της ναυαρχίδας. Η επιλογή ενός εμβληματικού χώρου στο κέντρο εντάσσεται ακριβώς στη λογική της απεύθυνσης σε ευρύτερο κοινό, πέραν της κομματικής βάσης -εκτός και αν με την κριτική περί «χλιαρής επικοινωνίας» ο Ρηγόπουλος εννοεί ότι δεν μπήκαν χορηγοί, διαφημίσεις και εισιτήρια. Αν ναι, έχει απόλυτο δίκιο.
Το ΚΚΕ δεν απέφυγε ποτέ τα δύσκολα ερωτήματα. Δεν είχε πάντα τις καλύτερες απαντήσεις, μαθαίνει όμως, μελετώντας την πλούσια πείρα του. Αντιμετωπίζει τα κρίσιμα θέματα, τα επεξεργάζεται, εντάσσει τις απαντήσεις στην πολιτική ανάλυση και τη (γενναία) αυτοκριτική του. Όπως κάθε αδαής και προκατειλημμένος, ο Τ.Ρ. αιφνιδιάζεται από τους... «τόνους αυτοκριτικής» στην Έκθεση, σύντομα όμως αντιλαμβάνεται πως δεν είναι κάποια δήλωση μετανοίας -όπως ίσως θα επιθυμούσε ο ίδιος- αλλά κριτική στους όρους που θα κάνουν το Κόμμα πιο αποτελεσματικό και τον αγώνα του νικηφόρο.
Αυτό που (παριστάνει πως) δεν αντιλαμβάνεται είναι ότι το ΚΚΕ διοργάνωσε μια ιστορική έκθεση για να προβάλει τη δική του ανάλυση και τα συμπεράσματα που έβγαλε από την ιστορία του -και όχι για να παρουσιάσει - τεκμηριώσει τις γνώμες των άλλων. Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στο Κόμμα, γιατί είναι το μόνο που αναλαμβάνει αντίστοιχα εγχειρήματα και τα φέρνει σε πέρας με άρτιο και αξιόλογο τρόπο, από κάθε άποψη -ακόμα και την αισθητική, που αποτελούσε λόγο κριτικής σε άλλες εποχές. Κι η μοναδική μονομέρεια που θα εντοπίσει κανείς σε όλα αυτά είναι τα σύνδρομα της ναυαρχίδας και η δυσκολία του συντάκτη του να πει την αλήθεια για μια σπουδαία έκθεση, που -ακόμα και αυτός- την επισκέφτηκε δυο φορές.
Ακόμα κι έτσι, πάντως, της κάνει την καλύτερη έμμεση διαφήμιση. Κι όσοι δεν έχουν πάει ακόμα, ας σπεύσουν να το κάνουν ως τις 15 του μηνός.
Φτάνοντας στον επίλογο, μπορεί να μην έχουμε ολοκληρωμένες απαντήσεις στο αρχικό ερώτημα για τον Δεκέμβρη, έχουμε προσθέσει όμως άλλο ένα. Πώς εξηγείται τόσο μένος ενάντια στο ΚΚΕ και την ιστορία του; Προφανώς είναι η ταξική πάλη -που διεξάγεται και σε αυτό το επίπεδο-, τα επιχειρηματικά συμφέροντα που κατευθύνουν την «ανεξάρτητη ενημέρωση», το ταξικό ένστικτο των αστών και η συλλογική μνήμη μιας θανάσιμης απειλής, ο φόβος πως το φάντασμά της πλανάται ακόμα πάνω της και μπορεί να (ξανα)πάρει σάρκα και οστά.
Πάνω απ’ όλα όμως είναι η βαθιά ενόχληση για ένα Κόμμα, με το οποίο πίστευαν πως είχαν ξεμπερδέψει, αλλά συνεχίζει να ζουζουνίζει επίμονα στο αυτί τους, σαν κουνούπι που επιζεί μες στον Δεκέμβρη -και χάρη στον Δεκέμβρη- παρά την κλιματική αλλαγή στον αιώνα μας, που θεωρεί τις εξεγέρσεις μας και τα ΚΚ εκτός του κλίματος. Το δείχνουν ως διαχρονικό κάτοχο της ενοχής -και βασικά ένοχο ως κύρια δύναμη κατά της Κατοχής-, μιλάνε για τα «εγκλήματα» του «αιματοβαμμένου ΚΚΕ», για να ξεχάσει ο κόσμος πως άλλοι του πίνουν το αίμα -κι άντε να αποδείξεις πως η προβοσκίδα δε σημαίνει ότι είσαι ελέφαντας. Απέτυχαν να το εξοντώσουν με φλιτ, Βαν Φλιτ και βόμβες Ναπάλμ ή να το βάλουν στο χέρι με πολιτικά μέσα.
Μπορεί σήμερα να μη φαντάζει ως άμεση απειλή για την εξουσία τους, αλλά ούτε στα χρόνια του Μεταξά έμοιαζε τέτοια. Ο (άγριος) σπόρος όμως μπορεί να ανθίσει ανά πάσα στιγμή και να δώσει τους καρπούς του. Αυτό φοβούνται, αυτό είναι που τους ενοχλεί. Σαν κουνούπι του Δεκέμβρη, που ταράζει τον μακάριο ύπνο τους και τον γεμίζει εφιάλτες, στο μπόι των ονείρων μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου