Σαλούγκα, μια πόλη αντιθέσεων. Όχι τόσο κραυγαλέες κι επιθετικές σαν της Αθήνας, όπου συνορεύουν η φτώχεια και η επίδειξη ή τα Εξάρχεια και το Κολωνάκι -σαν τις δυο όψεις του ίδιου νομίσματος- ενώ μια λάθος ανέμελη οπορτουνιστική στροφή στου Ψυρρή σε βγάζει στο άγριο, λούμπεν τοπίο της Κουμουνδούρου και την κλούβα που φυλάει τα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ -τι έχουν τα έρμα και διασπώνται; Αλλά πανταχού παρούσες, διαποτίζουν μια φαντασμένη φτωχομάνα -κι άλλη αντίφαση, αυτή εν τοις όροις-, πνιγμένη στα «φι», σαν τη φωτιά του ’17 και τα φαντάσματα του παρελθόντος. Κι αν ζορίζεται να βρει άκρη στο κουβάρι με τις αξεδιάλυτες αντιθέσεις που φτιάχνουν Γόρδιο δεσμό, φταίει ο Αλέκος που δε μας άφησε το σπαθί του και οδηγίες για να βρούμε τον τάφο του, παρά μόνο την αδερφή του, βοϊδοκέφαλους φασίστες που γκαβλώνουν κάτω από τα μπρούτζινα πλουμιστά παπάρια του Βουκεφάλα στην παραλία, κι ένα σωρό αναπάντητα ερωτήματα.
Ζει ακόμα ο βασιλιάς Αλέξανδρος; Αυτός μας οδηγεί -μαζί με Νίκο και Ηφαιστίωνα; Ήταν «αμφί-» και τον έθαψαν στην Αμφί(-πολη); Ή μήπως σκόρπισε παντού, στα πέρατα της αυτοκρατορίας του, σαν το ανέκδοτο με τη μικρή Αννούλα και τη συνονόματη φαιδρά Πορτοκαλέα, που εκπροσωπεί στον Τύπο τον τάφο του; Κι αν είναι θαμμένος σε κάποια τρύπα του Μετρό και τον πριονίσουν, γιατί εμποδίζει την ανάπτυξη και την επέκτασή της;
Ήταν ο πρώτος ιμπεριαλιστής; Κι ο Χριστός (ο πρώτος) κομμουνιστής; Ή τον πρόλαβε ο Λακεδαιμόνιος Άγης κι ο πρωτόγονος κομμουνισμός της Σπάρτης, που συκοφαντήθηκε σαν την «αυτοκρατορία του κακού»; Ή μήπως ήταν η αυτοκρατορία του Νέγκρι; Κι αν η Δηλιακή συμμαχία ήταν κάτι σαν το ΝΑΤΟ της εποχής; Πόσοι μπερδεύουν τα διανοητικά παιχνίδια και τις εξωτερικές ομοιότητες με τα διδάγματα της Ιστορίας;
Έκανε το βασίλειο των Μακεδόνων εξαγωγή κεφαλαίου και βασιλιάδων; Μήπως παρήγε περισσότερες Αλεξάνδρειες και διαδόχους από όσ@ς μπορούσε να αντέξει; Ήταν η Ιψός μια Αλεζία αλά ελληνικά, που ξεχάστηκε χάριν της Ισσού; Ήταν υποτελής κι ελληνόδουλη η περσική αστική τάξη; Μην ήταν κι οι πρώτοι κομμουνιστές της ιστορίας -φάε τη σκόνη τους, Τζίζους- κι ένα είδος σοβιετικής νομενκλατούρας, στον αρχαίο ασιατικό τρόπο παραγωγής -που κάποιοι τον μπέρδεψαν με τη χώρα των Σοβιέτ; Κι αν ο α.σ.π. είναι το τελευταίο σκαλοπατάκι πριν την παράνοια και την πτέρυγα των αντιφρονούντων; -ωραίο όνομα για στήλη, όχι επιτύμβια.
Γιατί δεν έκανε ο αρχαίος κόσμος της δουλοκτησίας το άλμα στην κεφαλαιοκρατία; Ήταν όντως αυτή η εσωτερική λογική της εξέλιξης των πραγμάτων, όπως έλεγε ο Κάουτσκι -αν δεν κάνω λάθος; Ήταν ιστορικό πισωγύρισμα ο συκοφαντημένος Μεσαίωνας και η «υποβάθμιση» των πόλεων έναντι των φέουδων; Πώς βρήκε ο Αριστοτέλης τη διπλή ιδιότητα των πραγμάτων, που έχουν μια αξία χρήσης και μια αφηρημένη ανταλλακτική αξία, για να βγουν στο παζάρι; Γιατί επιμένουν σήμερα να αγνοούν όσα ήξερε ο Σταγειρίτης στην εποχή του; Και γιατί ο σύντομος εικοστός αιώνας παρέμεινε σύντομος; Γιατί έμεινε μετέωρο το βήμα του πελαργού και το άλμα στην κοινωνία του μέλλοντος;
Πότε θα πάψουν να λεν νυφούλα τη Νύμφη του Θερμαϊκού; Πώς έγινε η (μπίρα) Νύμφη - νυμφίδιο του (κάθε) Σαββίδη, λεφτόδουλη και άχαρη; Πότε θα πάψει να πιστεύει αφελώς όσους της τάζουν γάμο και ανάπτυξη, ενώ τους νοιάζει μόνο η αρπαχτή; Να ξεπουλά την ψυχή της στο χρήμα και κάθε απόγονο γερολαδά, που περνιέται για αυτοδημιούργητος, αυτός και η υπεραξία που καρπώνεται;
Τόσα δίνω, πόσα θες
Στα γερολαδάδικα
πουλάν αυτό που θες
Γιατί περνάνε για Σαλονικιό τον Μητροπάνο; Πόσοι έμαθαν να λεν, σαν κι αυτόν, κάνα λάμδα παραπάνω, χωρίς να είναι απ’ τα μέρη μας; Κι αν το βαρύ λάμδα -με βαριά παλικαρίσια αναπνοή- είναι καταλανικό; Λες να το έφεραν τελικά οι Σεφαραδίτες και να χαθεί μαζί τους, με τα χρόνια, σαν τον κοσμοπολίτικο χαρακτήρα της πόλης; Ή είναι απλώς κατάλοιπο της Πόλης, που είναι μεγαλογραφία της δικής μας; Σαν την αιτιατική στο έμμεσο αντικείμενο -με, σε, τον/την και το παπάκι; Τότε, γιατί γελάνε όσοι ονειρεύονται «να πάρουμε την Πόλη»; Δε θα ’ταν προτιμότερο να τη φάμε; Γιατί δε γελάνε και στον πληθυντικό -μας, σας, τους/τις και το παπάκι; Γιατί ο μόνος «πληθυντικός» τους στόχος είναι η «μεγάλη Ελλάδα» και όχι η τάξη τους; Γιατί πιστεύουν πως θα τους κάτσει η καλή, για να αλλάξουν τάξη και όλο μένουν στην ίδια τάξη στο μάθημα της ταξιγνωσίας-ταξισυνειδησίας;
Πότε θα νικήσει αυτή η πόλη τα απωθημένα της; Πότε θα απλώσει σεντόνι -στην Τούμπα ή κάπου αλλού- να αποδείξει τη χαμένη της παρθενιά, άσπιλη και κατάλευκη, όσο και ο Πύργος της; Πότε θα γίνει ξανά συμ-βασιλεύουσα; Και βασικά πότε θα γίνει πρωτεύουσα -των Βαλκανίων και γενικώς; Πρωτεύουσα, διοικητικά μιλώντας, όχι της ψέκας και της μεγάλης ιδέας -που έχει για τον εαυτό της...
Ως πότε θα σκεπάζει ο γύρος, το μπούκοβο και η κουζίνα την προχωρημένη της σήψη; Ως πότε θα περνιέται για ερωτικό και Εύοσμο ένα αστικό κέντρο που πνίγεται στην μπόχα του Θερμαϊκού και -πρωτίστως- την ανθρώπινη; Που σωρεύει τόνους βρωμιά, δίποδα σκουπίδια και άλλα φρούτα που δεν μπορεί να κάψει η μονάδα στην Ευκαρπία -πήξαμε στους ευφημισμούς; Πότε θα φυσήξει ένας Βαρδάρης να τα σαρώσει όλα, να «ξεβρωμίσει ο τόπος» -πχ από τους φασίστες που αγαπούν αυτήν τη φράση;
Πώς έφτασε το επίδοξο «κέντρο των Βαλκανίων» να γίνει «τρύπα στη γεωγραφία», κοντά στην πινέζα του χάρτη του ελληνικού κράτους; Πότε έπαψαν να είναι κόκκινα τα δυτικά προάστια; Γιατί τα λέμε δυτικά, αφού είναι προς τα βόρεια; Γιατί οι ανατολικοί δεν πάνε ποτέ προς τα δυτικά; Γιατί ο Λεξ το παίζει ΔΠ, ενώ είναι από την Κηφισιά -της Καλαμαριάς; Και τι φταίει αυτός αν κάποιοι προβάλλουν πάνω του τις δικές τους επιθυμίες για ταξικά ακούσματα;
Πότε γέμισαν νεόπλουτους οι προσφυγικές περιοχές -από το Πανόραμα ως την Καλαμαριά; Πόσοι ξέρουν πως το τοπωνύμιο «Καλαμαριά» είναι παραφθορά της «καλής μεριάς» (της πόλης) και δεν αντιστοιχεί στα όρια του σημερινού δήμου; Και πόση ακόμα φθορά -οικονομική και γενικώς- χρειάζεται για να ταχθεί το (Αβάντι) πόπολο της πόλης -που κάποτε διάβαζε «Αβάντι»- με τη σωστή πλευρά της ιστορίας και το συμφέρον της τάξης του;
Πόση πείρα ακόμα χρειάζεται για να σταματήσει να κατηγορεί το «κράτος των Αθηνών»; Πόσα ακόμα εκατομμύρια θα μαζευτούν στην Αθήνα, για να βρουν ότι δεν πάει άλλο; Ότι δεν είναι λύση η λογική «μια χώρα - μια πόλη» και όλοι οι άλλοι να παν να ρημαχτούν;
Πώς έγινε έτσι η πόλη του Μάη του ’36 και της Φεντερασιόν -που έβγαζε την «Αβάντι» σε τρεις διαφορετικές γλώσσες, για να μιλήσει τη γλώσσα της τάξης μας-; Και γιατί δεν άρπαξε από τις φλόγες της Οχτωβριανής η πόλη που κάηκε ολοσχερώς το ’17, για να ξαναχτιστεί περίπου από το μηδέν;
Ως πότε θα ψάχνει σε λάθος αγώνες και στίβους τα «περασμένα μεγαλεία» της; Ως πότε θα ψάχνει στη γεωγραφία -βορράς-νότος κτλ- να βρει τι της φταίει; Και ποια είναι τελικά η βασική αντίθεση που την/μας ταλανίζει;
(Συνεχίζεται...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου