Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2025

Παπανδρέου παπατζή, Χίτης ήσουνα κι εσύ

(*Σύνθημα από τις μεγάλες διαδηλώσεις πριν την έναρξη των Δεκεμβριανών)

Σ.Σ.: επετειακό κείμενο, που δημοσιεύεται με καθυστέρηση, λόγω τεχνικού προβλήματος


Υπάρχει κάτι άραγε που δεν έχει γραφτεί-ειπωθεί για τον μεγάλο Δεκέμβρη (ένας είναι, όπως και το κόμμα); Πιθανότατα όχι. Αλλά τίποτα δεν είναι αυτονόητο, όχι για όλους τουλάχιστον. Και η μεγάλη δυσκολία για να πει κανείς την αλήθεια, όπως θα διέβλεπε και ο Μπρεχτ, είναι ο κίνδυνος να ξεχάσουμε τα αυτονόητα. Να τα αφήσουμε να θαφτούν κάτω από ανούσιες λεπτομέρειες και τόνους αντιδραστικών, μεταμοντέρνων αφηγήσεων.

Ακολουθεί μια σειρά σημειώσεων, αυτονόητων και μη, για τον Δεκέμβρη ή μάλλον για τις μέρες πριν την κλιμάκωση της μεγάλης μάχης, δηλαδή το διήμερο 3-4 Δεκεμβρίου 1944. Αρκετές από αυτές τις κράτησα, διαβάζοντας παράλληλα το σχετικό βιβλίο του Χαραλαμπίδη, που δεν έχει την προβολή των δικών του «Δωσίλογων» αλλά είναι αρκετά αξιόλογο και από γενικά έντιμη σκοπιά. Η οποία θεωρείται γενικά αριστερή, αλλά τόσο ώστε να κάνει λόγο πχ για τις σφαίρες επιρροής που καθορίστηκαν στη συνάντηση Στάλιν-Τσώρτσιλ στη Μόσχα (χωρίς να αναφέρει πάντως το περιβόητο ραβασάκι με τα ποσοστά). Ή τόσο ώστε να μας λέει πως μες στις επόμενες δεκαετίες είχαμε ιδεολογικά φορτισμένες ερμηνείες των γεγονότων και πολιτικά στοχευμένα αφηγήματα (ηρωικός Δεκέμβρης ή δεύτερος γύρος της ανταρσίας), που χαρακτηρίζονται από επιλεκτική χρήση του παρελθόντος, την αποσιώπηση ή διαστρέβλωση των γεγονότων και τη συγκάλυψη των πολιτικών ευθυνών. Κι αυτό μας δείχνει ότι η ευρύτερη βάση μας πρέπει να κρατά κριτικές αποστάσεις πριν πέσει με τα μούτρα σε ένα πολυδιαφημισμένο βιβλίο –κάτι που ισχύει γενικώς και δεν περιμέναμε αυτό ή την Ιθάκη του Αλέξη, για να το μάθουμε.

Η πρώτη προσυγκέντρωση που έφτασε στην πλατεία Συντάγματος στις 3 Δεκέμβρη ήταν των Νοτίων Συνοικιών, που ανέβηκαν από Συγγρού και Αμαλίας –γι’ αυτό και πολλά θύματα ήταν από την Καλλιθέα, που ήταν το πρώτο μπλοκ. Για να αδειάσει η πλατεία χρειάστηκαν επαναλαμβανόμενες ρίψεις από την Αστυνομία Πόλεως του Έβερτ –μια τακτική «εκκένωσης» που πιθανόν να ζηλεύουν κάποια σύγχρονα όργανα καταστολής-, αλλά η προσέλευση των υπόλοιπων συγκεντρώσεων συνεχίστηκε και μετά τους πυροβολισμούς. Μια βρετανική πηγή κάνει μια μετριοπαθή εκτίμηση για 60 χιλιάδες κόσμου και πιθανότατα απέχει κατά πολύ από την πραγματικότητα (αφενός όμως μιλάμε για μια πόλη με τελείως διαφορετικά μεγέθη, που θα γιγαντώνονταν τις επόμενες δεκαετίες, αφετέρου είναι μάλλον διαχρονικό το ζήτημα της ακρίβειας πολλών εκτιμήσεων -συχνά υπερβολικών- ως προς το πλήθος μεγάλων διαδηλώσεων). Σε κάθε περίπτωση, ο Χαραλαμπίδης λέει πως αξιοποιήθηκε η ΕΑΜική πείρα της Κατοχής για τη σημασία των μαζικών κινητοποιήσεων (που εν πολλοίς τότε καθιερώθηκαν ως μέσο). Το ΕΑΜ προχώρησε σε μια επίδειξη δύναμης, με σκοπό να ασκήσει πίεση για να βρεθεί πολιτική λύση στο διαφαινόμενο αδιέξοδο για το στρατιωτικό ζήτημα.

Αυτό απαντά στο κλασικό «αφήγημα» πως τα Δεκεμβριανά δεν ήταν παρά μια απόπειρα των κομμουνιστών να καταλάβουν δια της βίας την εξουσία. Μακάρι να ίσχυε κάτι τέτοιο, γιατί θα είχε γίνει πολύ καλύτερη προεργασία, ώστε να την διεκδικήσει με αξιώσεις, υπό διαφορετικές συνθήκες και πολύ πιο ευνοϊκούς όρους. Ακόμα και οι Βρετανοί, ωστόσο, αναγνωρίζουν πως αν το ΕΑΜ είχε εξ αρχής τέτοια στόχευση, μπορούσε να την υλοποιήσει σχετικά εύκολα τις μέρες της Απελευθέρωσης, χωρίς να βρει ουσιαστική αντίσταση.

Αυτό δεν εμποδίζει τους Δεξιούς να αναμασάν ακούραστα το αφήγημά τους. Πλέον πρόσφατο παράδειγμα ο (συνομιλητής του Πιτζιπιτζίδη) Σπυράδωνης, που φαίνεται παρόλα αυτά κάπως μπερδεμένος για το τελικό αποτέλεσμα. Αφενός λέει πως πιθανή νίκη του ΕΑΜ θα παρέδιδε την Ελλάδα στο έλεος της ΕΣΣΔ, φτωχοποιώντας την και αφαιρώντας μέρος της επικράτειάς της. Αφετέρου μας λέει πως σε αυτή την περίπτωση δε θα υπήρχε κομμουνιστικό κόμμα στην Ελλάδα –όπως και σε καμία πρώην σοσιαλιστική χώρα(;!)- κάτι που φαίνεται να τον αφήνει μάλλον με το παράπονο. Και αν ωριμάσει η σκέψη μέσα του, ίσως πρέπει να καταλήξει σε ένα ακόμα βιβλίο με τίτλο: δυστυχώς νικήσαμε, συναγωνιστές. Έχει έτοιμο και υλικό για να αντιγράψει…

Τα επιβεβαιωμένα θύματα της 3ης Δεκέμβρη ήταν δέκα διαδηλωτές (επίσης μετριοπαθής εκτίμηση σε σχέση με άλλες πηγές), ενώ αναφέρεται και ένας αστυνομικός που λιντσαρίστηκε σε δεύτερο χρόνο από το οργισμένο πλήθος. Σε αυτά έρχονται να προστεθούν και τα τραγικά θύματα μετά την κηδεία των θυμάτων της διαδήλωσης, από τους συνεργάτες των Γερμανών που κρύβονται υπό υψηλή προστασία (μένοντας βασικά σε εφεδρεία) σε κτίρια της Πανεπιστημίου, παραμένουν σε αυτά ανενόχλητοι για 50 μέρες και προκαλούν αντί να λουφάξουν, βλέποντας την ατιμωρησία τους μετά από το αντίστοιχο δολοφονικό τους χτύπημα τις πρώτες μέρες της Απελευθέρωσης. Διάφοροι Άγγλοι ανταποκριτές απορούν για ποιον λόγο οι βρετανικές δυνάμεις ανέχονται –αν δεν εποπτεύουν- τέτοιες φασιστικές ενέργειες, ενώ απορούν με την ψυχραιμία που επιδεικνύει η Εαμική πλευρά. Το δικό μου ρητορικό ερώτημα είναι κατά πόσο αυτά τα θύματα είναι ευρύτερα γνωστά στους ιστορικούς κύκλους (ερευνητές, ερασιτέχνες ιστοριοδίφες και το ευρύ κοινό) και αν θα ήταν σκόπιμο να αρχίσουμε τιμητικές εκδηλώσεις στη μνήμη τους, κάθε 3η Δεκέμβρη, στο Σύνταγμα, ενάντια στην οργανωμένη λήθη, που είναι ο πρόδρομος (και δίδυμο αδελφάκι) της αναθεώρησης.

Η εκδοχή ενός μέρους του Τύπου της Δεξιάς (που αναπαράχθηκε και τα επόμενα χρόνια) ήταν πως οι άοπλοι διαδηλωτές πυροβόλησαν πρώτοι, για να προκαλέσουν την αιματοχυσία –και να την αξιοποιήσουν πολιτικά, θυσιάζοντας μερικούς συντρόφους τους. Και θα ήταν καταγέλαστη, αν δεν αφορούσε μια πολύνεκρη δολοφονική επίθεση.

Είναι πολύ γνωστή στον Ελληνικόν Λαόν η τακτική του Κομμουνιστικού Κόμματος. Τοποθετούν στις πρώτες σειρές γυναικόπαιδα. Πίσω από τα αθώα αυτά προχώματα τα μαχητικά στελέχη επιτίθενται ή και πυροβολούν κατά των αστυνομικών για να τους φέρουν στην ανάγκη να αντιπυροβολήσουν και έτσι να υπάρξουν λίγα θύματα. Γιατί είναι απαραίτητο στο Κομμουνιστικό Κόμμα να υπάρξουν μερικά θύματα ώστε να διαλαλήσουν την άλλη μέρα πως η Αστυνομία δολοφονεί τον Λαόν!!! Αυτό έγινε και τώρα. […] Είναι αλήθεια πως τα θύματα στην πραγματικότητα ήταν λίγα. Μόνον 10 νεκροί.

(Ελλάς, 6 Δεκεμβρίου 1944, όπως παρατίθεται στο βιβλίο του Μεν. Χαραλαμπίδη «Δεκεμβριανά 1944 – Η μάχη της Αθήνας», εκδόσεις Αλεξάνδρεια).

Προσπερνώντας την κυνική αναφορά για «μόνο» δέκα νεκρούς (ίσως γιατί γνώριζαν από πρώτο χέρι το λουτρό αίματος που θα ακολουθούσε), μπορεί να διακρίνει κανείς έναν παλιό πρόγονο του αφηγήματος του κράτους-δολοφόνου του Ισραήλ (που τότε δεν υπήρχε) για τις δολοφονίες των άμαχων Παλαιστίνιων που προστατεύουν σαν ασπίδα τους τρομοκράτες της Χαμάς.

Όσο για την κηδεία της επόμενης μέρας, η Δεξιά μιλούσε για σκηνοθετημένη τελετή με κλεμμένα πτώματα εθνικοφρόνων ή άδεια φέρετρα γεμάτα πέτρες…

Ο πολιτικός απόηχος της διαδήλωσης και της δολοφονικής της αντιμετώπισης ήταν τέτοιος που οδήγησε τον Παπανδρέου σε παραίτηση, η οποία όμως δεν έγινε δεκτή. Όχι από το υπουργικό του συμβούλιο, αλλά από τους Βρετανούς, που του είχαν αναθέσει μια συγκεκριμένη δουλειά και δε θα τον αποδέσμευαν πριν να δρομολογηθεί η εκτέλεσή της, ασχέτως αν ήταν δυσαρεστημένοι από κάποιες πρωτοβουλίες του και τη σχετική έλλειψη αποφασιστικότητας.

Λίγες μέρες πριν, υπήρχε η αίσθηση πως είχε βρεθεί κοινός τόπος για συμβιβασμό και συμφωνία ως προς το επίμαχο στρατιωτικό ζήτημα (τους ακριβείς όρους αφοπλισμού των αντιστασιακών οργανώσεων και τη συγκρότηση εθνικού στρατού). Αυτό προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια των Φιλελεύθερων του Σοφούλη αλλά και του Τσώρτσιλ, ο οποίος έγραφε στον Ήντεν για τον Παπανδρέου: «Όταν σκέφτεσαι τι έχουμε κάνει γι’ αυτούς σε στρατεύματα, σε επιχειρήσεις, σε τρόφιμα και μετρητά, αρχίζεις κι αναρωτιέσαι τι κερδίζουμε μ’ αυτόν τον γερο-τρελό».

Τελικά, μετά το νέο αδιέξοδο, την εντολή για τον αφοπλισμό την έδωσε ο Βρετανός Σκόμπι σε μια μονομερή απόφαση που παραβίαζε κατάφωρα την πρόσφατη Χάρτα του Ατλαντικού και τις διεθνείς συμφωνίες που δεν επέτρεπαν την εξωτερική επέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα άλλης χώρας, θέτοντας (τουλάχιστον από τότε) το ερώτημα: ποιος κυβερνάει αυτόν τον τόπο;

Ο Μαργαρίτης σημειώνει σωστά στη δική του ιστορία του εμφυλίου (μεταφέρω την ουσία από μνήμης και όχι με ακριβείς διατυπώσεις) πως δεν ήταν μια ένοπλη σύγκρουση με έναν εξωτερικό εχθρό (δηλαδή μια μεγάλη δύναμη) αλλά με το σύνολο του αστικού κόσμου που πολέμησε λυσσαλέα για την επιβίωση της εξουσίας του και των προνομίων του, και ο οποίος –σε αντίθεση με μια κοινή, γενική αντίληψη- είχε ευάριθμες, υπολογίσιμες δυνάμεις. Γι’ αυτό εξάλλου ήταν πρωτίστως εμφύλιος –παρά οτιδήποτε άλλο. 

Είναι σαφές, ωστόσο, ότι χωρίς την ωμή βρετανική επέμβαση ο αστικός κόσμος θα είχε καταρρεύσει πολιτικά από τις πρώτες μέρες των Δεκεμβριανών και δε θα ήταν σε θέση να νικήσει στρατιωτικά στη μάχη της Αθήνας (πόσο μάλλον σε μεγαλύτερη κλίμακα, ενάντια στον κύριο όγκο των δυνάμεων του ΕΛΑΣ. Κι είναι επίσης σαφές πως το κέντρο των βασικών αποφάσεων δεν ήταν η κυβέρνηση Παπανδρέου, αλλά είχε μετατεθεί στο Λονδίνο.

Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να διακρίνουμε μια σειρά αντιθέσεις στο εσωτερικό του αστικού στρατοπέδου.

Οι Φιλελεύθεροι του Σοφούλη ήθελαν να ρίξουν τον Παπανδρέου πριν και μετά την έναρξη των Δεκεμβριανών, με τον ηγέτη τους να λέει χαρακτηριστικά στον στρατηγό Σκόμπι: «αν στηρίξω τον πρωθυπουργό Παπανδρέου, θα στηρίξω μια δικτατορία, κάτι που βρίσκω αδύνατο να κάνω».

Η απάντηση αυτή δόθηκε μετά την άρνηση των Βρετανών να συναινέσουν στην παραίτηση του Παπανδρέου και την αντικατάστασή του από τον Σοφούλη, κάτι που προκάλεσε τριγμούς στο βρετανικό στρατόπεδο και σχολιάστηκε στο κοινοβούλιο από τον εισηγητή των Εργατικών με τον πιο οξύ τρόπο: Έχει ο [Βρετανός] πρωθυπουργός το δικαίωμα να διορίζει πρωθυπουργούς συμμαχικών κρατών όπως διορίζει μερικές κοινοβουλευτικές ιδιαιτέρες γραμματείς ή όπως ο Χίτλερ διόριζε γκάουλαϊτερ στις διάφορες χώρες που έθετε υπό την εξουσία του;

Η αποδοκιμασία προς τους χειρισμούς της βρετανικής κυβέρνησης ερχόταν ακόμα και από τους Αμερικανούς συμμάχους της. Ο υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ Στετίνιους έκανε μια ξεκάθαρα αρνητική δήλωση για τις βρετανικές δυνάμεις, ο αμερικανικός στόλος στη Μεσόγειο έλαβε εντολή να μη χρησιμοποιηθούν αμερικάνικα πλοία για τον ανεφοδιασμό των Βρετανών στην Ελλάδα, ενώ ακόμα και ο Ρούζβελτ εξανίστατο: 

«Πώς είναι δυνατόν οι Βρετανοί να αποτολμήσουν ένα τέτοιο πράγμα! Σε ποιο σημείο μπορούν να φτάσουν για να διατηρήσουν το παρελθόν! Δε θα εκπλησσόμουν καθόλου αν ο Ουίνστον είχε απλώς δηλώσει ότι υποστήριζε τους Έλληνες βασιλόφρονες! Αυτό θα ταίριαζε στον χαρακτήρα του! Αλλά να σκοτώνει Έλληνες αντάρτες!»

Ή αλλιώς «σύμμαχος να σκοτώνει σύμμαχο», όπως θα λέγανε και σε μια ταινία…

Δεν ξέρω αν έχει νόημα να σχολιάσουμε εκτενώς αυτές τις αντιθέσεις. Είναι συχνό φαινόμενο στον αστικό κόσμο το μερικό (ή το ατομικό) συμφέρον να διαπλέκεται και ενίοτε να επισκιάζει το ταξικό. Είναι επίσης χαρακτηριστικό πόσο εύθραυστα ήταν τα κυβερνητικά σχήματα καθ’ όλη τη διάρκεια των επόμενων χρόνων –και στα χρόνια του εμφυλίου- ή πόσο εύκολα πανικοβαλλόταν το άκαπνο πολιτικό προσωπικό της αστικής τάξης με την παραμικρή επιτυχία του ΔΣΕ στο πεδίο των μαχών.

Ο Κάππος έλεγε ότι η αστική ιδεολογία είναι ανύπαρκτη χωρίς οικονομική στήριξη. Η μόνη τους ιδεολογία, για την ακρίβεια, είναι το χρήμα και το συμφέρον, και κάθε «αγώνας» τους στοχεύει αποκλειστικά στην υπεράσπιση των παραπάνω. Παρόλα αυτά οι αστοί διαθέτουν ισχυρό ταξικό ένστικτο, ιστορική πείρα και αρκετά μέσα (εξουσία και χρήμα) για να πετύχουν συμμαχίες και να υπερασπίσουν το συμφέρον της τάξης τους. Ενώ είναι αρκετά ευέλικτοι, ακριβώς γιατί δεν έχουν άλλη αρχή πέρα από τη διατήρηση της δικής τους αρχής –και δεν πρόκειται να την παραδώσουν οικειοθελώς και ειρηνικά. Αλίμονο λοιπόν σε όποιον απολυτοποιεί τις μεταξύ τους διαφορές και ξεχνά πόσο εύκολα μπορούν να τις παραμερίσουν, για να υπηρετήσουν τον στρατηγικό σκοπό τους.

Ο Σοφούλης συνεργάστηκε άψογα όλα τα επόμενα χρόνια, σε διάφορα κυβερνητικά σχήματα –είτε ως επικεφαλής, είτε όχι. Οι Εργατικοί ήταν κυβερνητικοί συνέταιροι του Τσώρτσιλ κι έπαιξαν βρώμικο ρόλο στη συνέχεια, πχ με το «πόρισμα Σιτρίν». Ενώ για τον ρόλο των ΗΠΑ στη συνέχεια των γεγονότων, μάλλον δε χρειάζεται να προσθέσει κανείς κάτι ιδιαίτερο.

Και όπως αναφέρεται σε μια βρετανική έκθεση κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών: τα κυβερνητικά (σ.σ.: αστικά) κόμματα επέδειξαν ενότητα μόνο στην εναντίωσή τους στον ΕΛΑΣ, ενώ δεν μπόρεσαν να παραμερίσουν έστω και για λίγο τον μεταξύ τους ανταγωνισμό, εμφανίζοντας ένα συμπαγές μέτωπο κατά του ΕΑΜ.

Το τελευταίο που αξίζει να κρατήσουμε είναι πως η Ελλάδα δεν αποτελούσε κάποια ιδιαίτερη περίπτωση στο πλαίσιο της μεταπολεμικής Ευρώπης. Η βασική αντίθεση για αρκετές χώρες, το πρώτο διάστημα αμέσως μετά την απελευθέρωση, ήταν ανάμεσα στα αντιστασιακά κινήματα που σήκωσαν το βάρος του αγώνα ενάντια στον φασισμό και τις εξόριστες κυβερνήσεις που επιδίωκαν να αποκαταστήσουν την προηγούμενη τάξη πραγμάτων, σα να μην είχε μεσολαβήσει τίποτα –ούτε η δική τους χρεοκοπία, ούτε η ανάδειξη του λαϊκού παράγοντα στο προσκήνιο.

Η περίπτωση της Ελλάδας, λοιπόν, δεν ήταν μοναδική. Αντίστοιχες αντιθέσεις –σχετικά με τα κυβερνητικά σχήματα, την τιμωρία των δωσίλογων κτλ- υπήρχαν πχ στο Βέλγιο και στην Ιταλία. Η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα όπου δεν επιτεύχθηκε πολιτική λύση κι οδηγήθηκε στην ένοπλη σύγκρουση μεταξύ πρώην συμμαχικών δυνάμεων. Το πώς και το γιατί είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση, που οφείλει να εξετάσει μεταξύ άλλων την αλλοπρόσαλλη τακτική της Εαμικής ηγεσίας (που σίγουρα δε δικαιολογεί αλλά ως ένα βαθμό ερμηνεύει την καχυποψία και τις μεταγενέστερες κατηγορίες εναντίον του Σιάντου).

Αν μη τι άλλο, όμως, καμία απάντηση δεν μπορεί να παραγνωρίσει τη βασική «ελληνική ιδιαιτερότητα», που δεν ήταν άλλη από την ύπαρξη ενός τόσο ισχυρού μαζικού αντιστασιακού κινήματος, όπως το ΕΑΜ. Ο Δεκέμβρης ήταν η άρνησή του να υποταχθεί, θέτοντας οικειοθελώς το κεφάλι του στην γκιλοτίνα. Και όσοι θέλουν να τιμήσουν αυτόν τον ηρωικό αγώνα, οφείλουν να σταθούν κριτικά στα λάθη του. Δεν έχουν όμως κανένα δικαίωμα να τον αποκηρύξουν με τη λαθολογία και το ερμηνευτικό σχήμα της «μπανανόφλουδας». 

Δεν υπάρχουν σχόλια: