Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2025

Άρον τον καναπέ σου και διαδήλωσε

Η Παρασκευή πλησιάζει και τα ερωτήματα πληθαίνουν.


Ποιον συγκαλύπτουν με τόσο ζήλο;

Μάλλον κάποιον λαθρέμπορο -αν και αυτές οι δουλειές συνήθως γίνονται δια θαλάσσης. Την Hellenic Train, που δεν τήρησε τους όρους της σύμβασης -αλλά ίσως αναγκαστούν τελικά να την θυσιάσουν. Το σύστημα, το κράτος-δολοφόνο, το ότι όλη η χώρα είναι μια απέραντη κοιλάδα των Τεμπών. Μα πάνω από όλα τον κώλο τους, αν και είναι τελείως ξεβράκωτοι -όπως λέει κι ο Ζαραλίκος. Και αυτόν δεν τον καλύπτει τίποτα, ούτε καν το πόρισμα που παρήγγειλαν και βγάζει στη φόρα όλα τα άπλυτα: μπάζωμα, ύποπτο υλικό, υπουργικές ευθύνες...

Θα πέσουν; Θα πιεστούν;
Καμία κυβέρνηση δε μένει χαλαρή, όταν βλέπει τόσο κόσμο στον δρόμο. Κανένα σύστημα δε μένει ακλόνητο από μαζικές, γενικές απεργίες, όταν έχουν τέτοιο πλήθος και πληθυντικό αριθμό -πολλές συνεχόμενες απεργίες, με σχέδιο και κλιμάκωση. Η καλύτερη πρόταση μομφής γίνεται στον δρόμο, εκεί που γεννιούνται οι πολιτικές εξελίξεις.

Μα καλά, δεν ντρέπονται λίγο;
Όχι, δεν ντρέπονται. Πρώτα θα κοκκινίσει η πλάση και ύστερα τα δικά τους μάγουλα από ντροπή.

Αν είχαν ντροπή, μπορεί να είχαν παραιτηθεί. Μπορεί να μη γάβγιζαν από τα κανάλια στους συγγενείς των θυμάτων. Να είχαν φτιάξει λιγάκι το δίκτυο, που είναι σε χειρότερο χάλι από ό,τι πριν. Να μην έλεγαν προκλητικά ότι ο κόσμος δεν έχει πάντα δίκιο. Να μην κρύβονταν πίσω από το 41%. Σου λέει όμως, μισή ντροπή δική μας, μισή δική τους, όσων μας ψήφισαν...

(Αθλητική παρένθεση.

Ντροπή δεν είναι να τρώει έξι η ομάδα σου στο ντέρμπι. Ντροπή στον εργάτη, στον σκλάβο ντροπή, είναι να τρως το ένα γκολ μετά το άλλο στην πραγματική ζωή και να μη σηκώνεις κεφάλι να αντιδράσεις. Και να τραγουδάς το έχει η πλάση κοκκινίσει για άλλους σκοπούς και εκτός συμφραζόμενων.

Πραγματική χαρά δεν είναι όταν πατάς τον αντίπαλο στο γήπεδο -χαρά στο πράμα. Χαρά είναι μια πλατεία ασφυκτικά γεμάτη κόσμο και νόημα, ένα μοναδικό βίωμα, παλλαϊκό, τεράστιο, μεγαλύτερο από όλους μας, που δεν μπορείς να το χωρέσεις.

Ιστορία δε γράφουν οι αγώνες στο γήπεδο -με ό,τι σκορ κι αν λήξουν. Ιστορία γράφουν οι αγώνες που δίνεις έξω απ’ αυτό, όταν σταματάς να πετάς την μπάλα στην κερκίδα και η οργή σου δε ξεθυμαίνει σαν κουτάκι αναψυκτικό.

Επιστροφή στο ερωτηματολόγιο).

Θα έχουμε επεισόδια;
Ναι, ένα από τα κορυφαία επεισόδια στο «σίριαλ» της ταξικής πάλης, που ουδέποτε τελείωσε. Κι η διαφορά είναι πως τώρα δε θα είσαι θεατής, αλλά πρωταγωνιστής. Αρκεί να μη μείνεις μόνο σε ένα «γκεστ» και να δώσεις συνέχεια.

Θα έχουμε δηλαδή εμφύλιο;
Κοίτα, δεν το έμαθες από μένα, αλλά ποτέ δεν είχαμε ειρήνη, ούτε μπορούμε να έχουμε σε μια κοινωνία με τάξεις. Το ζήτημα δεν είναι να αποφύγεις τον πόλεμο, αλλά να βρεθείς στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Και να βρούμε τα όπλα για να τον κερδίσουμε.

Θα είναι εκεί φασίστες και απολίτικοι;
Πιθανότατα, αλλά το ζήτημα είναι ποιος δίνει τον τόνο. Όσοι έχουν στόχους, συνθήματα, παλμό, οργάνωση. Δηλαδή τα μπλοκ των συνδικάτων και των μαζικών φορέων -αυτών που λύσσαξαν κάποιοι να μην έρθουν, για να είμαστε μπουλούκι ευάλωτο, χύμα στο κύμα, και κάτω από την άσφαλτο υπάρχει παραλία. Απαγορεύεται να απαγορεύεις περιφρουρείς.

Μήπως κάποιοι μπερδεύουν τη διαδήλωση με το καρναβάλι;
Χρειάζεται και λίγη διονυσιακή διάθεση, τώρα που πέφτουν οι μάσκες. Ελάτε όπως είστε, με τις στολές σας, αρκεί να μην είστε ένστολα καθάρματα που δολοφονούν για 3.60, δηλαδή από ευχαρίστηση. Και θα βρούμε ποιος θα κάνει τον καρνάβαλο...

Είναι αυτή η μεγαλύτερη στιγμή που θα ζήσουμε;
Όχι. Μακάρι να μην είναι -μόνο μια στιγμή. Θα φροντίσουμε εμείς να μην είναι, να έχει συνέχεια, να γίνει χιονοστιβάδα οργής, να τους γκρεμίσει. Θα είναι όμως ιστορική, από τις σπάνιες φορές που κρίνονται τόσα στον δρόμο. Μπορείς άραγε να λείπεις; Πόσες τέτοιες στιγμές έχεις ζήσει, για να χάσεις αυτήν;

Μήπως είναι η ώρα της κρίσης;
Και ναι και όχι. Για το σύστημα που γεννά κέρδη και εγκλήματα, όχι ακόμα -χρειάζονται πολύ περισσότερα. Ίσως έχουμε πολιτική κρίση για την κυβέρνηση και όσους συγκαλύπτουν το έγκλημα. Βασικά όμως είναι η ώρα της κρίσης εμάς και στην πράξη θα κριθεί ο καθένας μας. Ποιος λέει πολλά αλλά δεν κάνει τίποτα. Ποιος νικά τους φόβους του. Ποιος είναι εκεί κι οργανώνει τον αγώνα. Ποιος κρύβει την αξιοπρέπειά του πίσω από δικαιολογίες και το ψαράκι της γυάλας. Ποιος έχει δική του κρίση-σκέψη και μπορεί να καταλάβει τι είναι το σύστημα, για να το ρίξει.

Είναι ώρα ευθύνης;
Ναι, και δε μας πειράζουν και μερικά «ου-ου», εφόσον ακούγονται και πιο στοχευμένα συνθήματα. Είναι ώρα ευθύνης σε κάθε επίπεδο. Ευθύνη του καθενός και της τάξης μας να βρούμε δικαίωση για τους νεκρούς μας και για τις απέραντες κοιλάδες των Τεμπών, στη ζωή μας.

Θυμάσαι στην πανδημία την καραμέλα της «ατομικής ευθύνης» -για να κρύψουν την κρατική; Είναι καιρός να τους το γυρίσεις μπούμερανγκ. Θυμάσαι που οι ναζί σκότωναν αμάχους, στη λογική της «συλλογικής ευθύνης»; Να το αντιστρέψουμε και αυτό. Ο καθένας από εμάς μπορούσε να είναι στη θέση των 57 ψυχών που χάθηκαν. Δε χρειάζονται σεμινάρια ενσυναίσθησης και life-coach για να το καταλάβεις αυτό και να αντιδράσεις.

Τι πρέπει να κάνω λοιπόν;
Άρον τον καναπέ σου και κατέβα στον δρόμο να διαδηλώσεις. Δε χρειάζονται ειδικές συμβουλές ή κάποιο εγχειρίδιο με οδηγίες χρήσης. Κι αν θες τα λόγια κάποιου σοφού, μπορείς να βρεις συμπυκνωμένες διαλέξεις μιας διαδρομής, πιάνοντας κουβέντα με κάποιον ταρίφα, στα ταξί που θα κατεβάζουν κόσμο δωρεάν στο κέντρο, δείχνοντας την ταξική τους αλληλεγγύη -και αυτό δεν είναι απλώς λογοπαίγνιο.
Και όποιος γυρίζει προς τα βόρεια, ας μαζέψει και τον Πρετεντέρη, που ανησυχεί πώς θα πάει Κηφισιά και φοβάται τα επεισόδια -εκτός και αν τα κάνει ο ίδιος, πετώντας μπουκάλια στο γήπεδο, σαν χουλιγκάνος.

Αν πάλι θέλεις οπωσδήποτε να συμβουλευτείς κάποιον ειδικό, μπορείς να δεις εδώ την κυρία που στα εξηγεί όμορφα και ωραία -πχ πώς η παιδική πούδρα μπορεί να σε γλιτώσει από τα χημικά.

Κι αν θες κάτι πιο βαθύ (που σε γλιτώνει), μόλις κυκλοφόρησε ο οδηγός του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της κετουκε, με οδηγίες για πώς να αντιμετωπίζουμε αστυνομικούς ελέγχους, συλλήψεις, αυθαιρεσίες κτλ. Πάνω στην ώρα -σαν το τραγούδι των ΚΘ.

 

Κι αν δεν έχω κατέβει ποτέ ξανά σε πορεία;
Δεν πειράζει, είναι κάπως σαν τον έρωτα. Την πρώτη σου φορά θα την θυμάσαι πάντα -και δεν πονάει απαραίτητα, αυτά τα λέει ο αστικός μύθος των καναλιών. Κι αν δεν ξέρεις τι ακριβώς να κάνεις, θα είναι δίπλα σου κάποιος σύντροφος, παλιός και έμπειρος, για να σου δείξει. Τα βασικά τα έχεις μέσα σου -σαν ένστικτο. Τα ειδικά θα τα μάθεις στην πορεία -να μην τρέχεις πανικόβλητος για να μη δίνεις στόχο, γιατί κάνουμε αλυσίδες κτλ. Όλες οι απαντήσεις που ψάχνεις είναι στον δρόμο.

Ξέρεις με τι κάνουν ρίμα τα Τέμπη;
Με το ρήμα «πέμπει», δηλαδή στέλνω, όπως το μήνυμα που θα περάσουμε αύριο, μαζικό και ξεκάθαρο: καμία συγκάλυψη, δε θα ξεχαστεί το έγκλημα.
Με το ρήμα «αποπέμπει», δηλαδή διώχνω-απομακρύνω, πχ μια κυβέρνηση δολοφόνων και τις προηγούμενες που έστρωσαν τις ράγες του εγκλήματος, αλλά αυτό είναι μόνο η πρώτη πράξη του έργου.
Και με το ρήμα «παραπέμπει» πχ τους ενόχους του εγκλήματος στη δικαιοσύνη, που δεν είναι τυφλή και ανεξάρτητη, από τη στιγμή που διορίζεται, αλλά και αυτή ζορίζεται, όταν βλέπει την οργή του κόσμου στους δρόμους να γίνεται υλική δύναμη και να αλλάζει τους συσχετισμούς.

Και τέλος πάντων, τα λόγια είναι περιττά, την ώρα που βαδίζουμε -μαζί στον ίδιο δρόμο. Και κανένα μαντρόσκυλο δεν μπορεί να σε τρομάξει, να σε αλυσοδέσει και να σε ’μποδίσει να βαδίσεις.
Σκασμός οι ρήτορες πολύ μιλήσανε -που λέει και ο ΓΓ. Τώρα θα μιλήσει ο λαός...

Υστερόγραφο

Τι είναι το κράτος; Δολοφόνος -αυτό το ξέρουν πια όλοι.
Και από πότε εμπιστευόμαστε εμείς ένα τέτοιο κράτος-δολοφόνο να εγγυηθεί τις ζωές μας, ασφαλείς μεταφορές και έναν δημόσιο ΟΣΕ; Εκτός και αν το μπερδεύουμε με άλλο κράτος.

Αλλά αυτά έχουμε καιρό να τα δούμε, μετά την Παρασκευή...

Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2025

Ο δρόμος γράφει τη δική του ιστορία

Εν αρχή ην το χάος. Που κάποιος πρέπει να το οργανώσει και να μπει μια τάξη -εργατική, κατά προτίμηση και κατ’ ανάγκη. Όχι κάποιος ξένος, έξω απ’ τον κόσμο, με θεία χάρη και μαγικό ραβδάκι. Αλλά ένα υποκείμενο που θα δει την κίνηση των πραγμάτων, τους νόμους που την ορίζουν και θα σπάσει τον νόμο της αδράνειας, για να φτάσουμε στη φυσική ροή των πραγμάτων, που είναι ασφαλώς ο κομμουνισμός, σύμφωνα και με τους κλασικούς. Κλασική Συμφωνία νούμερο 3, με σφυριά και δρεπάνια, σε ρε ελάσσονα.

Εν αρχή ην ο λόγος. Δηλαδή η οργάνωση. Πάντα υπάρχουν καλοί λόγοι να οργανωθείς. Να γεμίσεις τα κενά σου, τις αιτίες που σε αφήνουνε μισό. Οι ανθρώπινες σχέσεις, οι παρέες, οι φιλίες, ο έρωτας -που είναι μια μικρή επανάσταση. Και αν λείπει σε κάποιον η συντροφικότητα, ας γραφτεί στην ΚΝΕ -ή απευθείας στο κόμμα. Η συλλογικότητα, το κλίμα, ο ενθουσιασμός (οργανωθείτε, μας λέγανε), το τρέξιμο, οι χρεώσεις, η περιφρούρηση, εξόρμηση τα ξημερώματα, αφισοκόλληση ως τα μεσάνυχτα (θα γνωρίσετε ένα ευχάριστο, συντροφικό περιβάλλον, μας λέγανε). Αλλά ο βασικός λόγος είναι η έλλογη δράση, συλλογική και σχεδιασμένη, με ένα σκοπό που γεμίζει τη ζωή μας νόημα -κι αν δεν προσέξεις, το έχασες.

In memoriam Plasticobilism

Στα μάτια των άλλων μπορεί να είμαστε όλοι ίδιοι. Πάντα σου φαίνονται όλα ίδια, αν σε αφήνουν αδιάφορο: οι μέρες, οι πόλεις και οι άνθρωποι, τα τοπία, τα τραγούδια στο ραδιόφωνο, το φαγητό που τρως, τα κόμματα...

Λένε πως είμαστε όλοι «κομματόσκυλα». Αλλά σκύλος από σκύλο διαφέρει. Άλλο να είσαι πιστός -σε αξίες και ιδανικά-, ο καλύτερος φίλος του λαού και του ανθρώπου -όταν δεν είναι αφηρημένος και άσφαιρος ουμανισμός. Κι άλλο να είσαι το μαντρόσκυλο των αφεντικών και να στέκεις σούζα μπροστά τους. Ή να αλυχτάς ολημερίς στα κανάλια, σαν σκυλί του πολέμου, να σκυλεύεις τους νεκρούς, τις οικογένειες των θυμάτων, να αφοδεύεις απ’ το στόμα και να κατουράς σε κάθε γωνία την κοινή λογική -μέχρι και ο Κανάκης έβγαλε το λουράκι του και τους κρεμά στα μανταλάκια.

Θέλουν να μη σηκώσουμε ποτέ κεφάλι και την ουρά απ’ τα σκέλια, να μείνουμε σκυλάκια του καναπέ, διακοσμητικά στο φόντο της ιστορίας -που γράφουν άλλοι ερήμην μας και εις βάρος μας. Να χαζεύουμε στημένους σκυλοκαβγάδες στο κυνοβούλιο και να τρωγόμαστε σαν τον σκύλο με τον σκύλο για τις ράτσες μας. Να μη διεκδικήσουμε πίσω τη ζωή μας, τον Πλούτο που παράγουμε. 


Να μην έχουμε καν (ταξικό) ένστικτο, σαν τα συμπαθή τετράποδα. Γιατί άλλο να μη δαγκώνεις το χέρι που σου δίνει να φας -από το φαγητό που φτιάχνεις- και άλλο να φιλάς ευλαβικά το χέρι που σου παίρνει την μπουκιά από το στόμα. Το είδος μας ξόδεψε πολλά εκατομμύρια χρόνια πριν σταθεί όρθιο στα δυο του πόδια, για να το ξαναγυρίσουμε τόσους αιώνες πίσω.

Ω εποχή, μου θυμίζεις τον Καίσαρα
Και οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν
Και όσο γερνώ, περπατώ με τα τέσσερα...
(...)
Μας ξεκληρίζουν με τρένα βρουμ-βρουμ
Για ένα κουστούμ, για ένα κουστούμ

Βασικά στα μάτια των άλλων είμαστε όλοι σύντροφοι -κι ας μην τρέμουμε όλοι από οργή για την αδικία. Επιρροές και παλικάρια γίναμε μαλλιά κουβάρια, μούσια τζίβες μοϊκάνες, τόσοι μουσάτοι και ούτε μια επανάσταση.


Θες να κρυφτείς και η λογική δε σε αφήνει, όταν ανοίγει κουβέντα -στη δουλειά ή σε μια άσχετη παρέα. Στην πρώτη σύνθετη, πολυσύλλαβη λέξη (όχι απαραίτητα «λυκοσυμμαχία») έχεις δώσει στίγμα και βιογραφικό. Στην πρώτη νύξη για τον άθλιο μισθό, κάποια άδεια ή ένσημο που σας φάγανε, για το ωράριο και την κυριακάτικη αργία, γενικώς για κάποιο δικαίωμα ή αυθαιρεσία, τότε προάγεσαι -στη φαντασία τους πάντα- αυτομάτως σε ανώτερο κομματικό στέλεχος με μηχανισμό. Και η ειρωνεία είναι πως δεν έχεις μιλήσει ακόμα για κάποια γενική πολιτική εξέλιξη, κάποιο νομοσχέδιο, για ταξική πάλη, τα κέρδη του αφεντικού, τον ρόλο της ΓΣΕΕ, για το σωματείο ή για μια απεργία.

Κάποτε ο Βλαδίμηρος έλεγε πως το ταβάνι του συνδικαλιστικού αγώνα είναι ο τρεϊντγιουνιονισμός -δηλαδή ρεφορμιστικό. Σήμερα αν μιλήσεις για τρεϊντγιουνιονισμό θα σε κοιτάξουν σαν εξωγήινο, κι αν τους πεις να οργανωθούν στο σωματείο, το ίδιο -δεν ήταν η μετάφραση της λέξης το πρόβλημα. Κάθε αντίστοιχη αναφορά σου δίνει αυτομάτως -στο μυαλό τους- κομματικό βιβλιάριο, και ας μην είσαι καν μέλος.

Τους βλέπεις να μπερδεύουν το κόμμα με το σωματείο, τα σωματεία μεταξύ τους, το εργοδοτικό με το ταξικό, τη ΓΣΕΕ με την ΑΔΕΔΥ, την απεργία με την επίσχεση -τρίβεις το μούσι, βυθίζεις το πρόσωπο στην παλάμη, βουτάς στη χύτρα με την απελπισιά, κι ύστερα σου φαίνεται περίεργο που δεν ξέρουν να ξεχωρίζουν το ΚΚΕ (μ-λ) από το ΜΛ-ΚΚΕ και τα ψηφοδέλτια πριν την κάλπη (που να ήξεραν κιόλας πως από εκεί ξεπήδησε και η ΟΑΚΚΕ, που την λάτρευαν τα κανάλια, πριν μείνει μόνη της στον ανένδοτο ενάντια στα «πουτινάκια»*), ή την Αρας με την Αρις και την Αραν με την Αρεν, που έφτιαξαν λέει τη Ρεβάνς -που εγώ ήξερα ότι είναι συγκρότημα- και νιώθεις κάπου να την έχεις πατήσει -σαν τον Κηλαηδόνη- και πνευματικά κουρασμένος για να συνεχίσεις να παρακολουθείς τον χώρο.

(*Αν και την αναρχοπολακική ανάλυση του ΜΛ-ΚΚΕ για το κόμμα που εστιάζει στην Hellenic Train για να βγει λάδι η κυβέρνηση (!) και για την εξεταστική, δεν έχει πολλά να ζηλέψει από την παραφροσύνη της ΟΑΚΚΕ. 
Αλλά δεν ήταν αυτό το θέμα μας).

Ποια είναι η διαφορά του οργανωμένου μέλους από τον οπαδό, ψηφοφόρο, τη βάση -πες το όπως θες, μην κολλάμε στη λέξη; Μα κάποιοι πρέπει να κάνουν το μέτωπο, να κόβουν κουπόνια, να βγαίνουν τα πλάνα -Ριζοσπάστη, οικονομική ενίσχυση, εισιτήρια του Φεστιβάλ. Πώς θα γίνουν όλα αυτά αν ήμασταν όλοι οργανωμένοι;

Σύντροφοι και φίλοι, ας συμμαζευτούμε. Και να το μαζεύουμε. Υπάρχουν διάφορες διαφορές μεταξύ μέλους και επιρροής. Είναι τελείως διαφορετικό, εκτός απ’ τις φορές που δεν είναι. Μια στενή επιρροή, που τρέχει παντού και είναι μέσα σε όλα όσα πρέπει να είναι, θα οργανωθεί αργά ή γρήγορα. Στον αντίποδα, ένα μέλος (απο)κομμένο από όλους και από όλα, παρκαρισμένο σε κάποια συνοικία (τα λεωφορεία, κόκκινη πόλη μες στο αγιάζι), το χωρίζει μάλλον τυπική απόσταση από τους απέξω και οσονούπω καμία -θα βρεθεί κι αυτός απέξω.

Εδώ θα κολλούσε ίσως μια αναφορά στην ιδιότητα του κομμουνιστή, με όνομα βαρύ σαν ιστορία, που δεν μπορούν πολλοί να το σηκώσουν και δεν το δέχονται όλοι εύκολα για τον εαυτό τους -ούτε καν τα μέλη. Φαντάσου να σε θεωρούν βαμμένο κομμούνι στη δουλειά και εσύ να κοκκινίζεις από ντροπή, να το λογίζεις ως παράσημο, αλλά να μην το δέχεσαι -δε σου αξίζει τέτοια τιμή- ούτε και θες να φανεί όμως πως το απ-αρνείσαι και το προδίδεις -την τρίτη φορά ακούς κοκόρια και βλέπεις μπροστά σου, σαν όραμα, το σήμα του ΚΚ Βενεζουέλας, κι ας λάλησαν κάποιοι σφοι και πήγαν με τον εχθρό τους.


Αλλά πάει μακριά η βαλίτσα και χάνεται η Ιθάκη με τους συντρόφους (του Οδυσσέα) στον ορίζοντα. Λοιπόν, η βασική διαφορά είναι ότι μια επιρροή έχει περίπου το «ακαταλόγιστο». Μπορεί να κάνει και να λέει ό,τι θέλει, αρκεί να μην υπονοεί πως τα λόγια κι οι πράξεις της εκφράζουν κάτι άλλο πέρα από τον εαυτό της. Μπορώ να λέω το μακρύ και το κοντό μου, να εκφράζω δημόσια επιφυλάξεις ή και διαφωνίες, αλλά αυτές ανήκουν σε εμένα -και στα όνειρά μου- και ό,τι πω το χρεώνομαι προσωπικά, χωρίς να το φορτώνω σε άλλη καμπούρα -πόσο μάλλον στο κόμμα.

Μπορώ να αντιδρώ και να μιλάω όπως θέλω. Να φέρομαι αυθόρμητα, να είμαι συνειδητά αυθόρμητος ή αυθόρμητα συνειδητός, να μην καταπιέζομαι, να μη φιλτράρω τα λόγια μου, να μην αναγκάζομαι να επιλέξω προσεκτικές διατυπώσεις, για να μη θιχτεί κανείς. Και όταν ακούω-διαβάζω βλακείες -εκτός από τις δικές μου, που είναι δύσκολο να τις αναγνωρίσω-, μπορώ να απασφαλίσω ελεύθερα. Δεν είμαι μέλος και το κέφι μου θα κάνω -και θα πω και μια κουβέντα παραπάνω, τζάμπα είναι.

Αν σου λένε «έξω τα κόμματα», ρωτάς «από πότε είναι αυτοί οι αγανακτισμένοι;». Και ψιθυρίζεις τον στίχο από τον κυρ-Παντελή «μακριά από κόμματα, μη βρεις μπελά». Κι αν δεν ξέρουν τον Τζαβέλα, ξανακάνεις τον Μπέζο: «παντελής έλλειψη γνώσεων. Πα-ντε-λής» -και δεν εννοεί τον Βούλγαρη, Δημητρούλα. Και στο καπάκι τους ρωτάς τι ψήφισαν, για να τους δεις να κομπιάζουν και να αλλάζουν χρώματα -σαν τα πουκάμισα και τις πεποιθήσεις τους.

Άμα σου πουν ότι η απεργία καπελώνει τη συγκέντρωση, ρωτάς το ξυπνοπούλι απέναντι: «Και όσοι δουλεύουν, πώς θα πάνε στη συγκέντρωση, ρε μεγάλε, άμα δεν έχει απεργία»; Κι αν κάποιος φοβάται μη τυχόν βρέξει και μη στάξει, τον φτύνεις (μην τον ματιάσεις) και του λες πως ψιχαλίζει. Κι αν φοβάται να απεργήσει, του λες πως αν φοβάσαι μη σε πετάξουν στον δρόμο, η μόνη λύση είναι να κατέβεις εσύ εκεί να διαδηλώσεις. Ο δρόμος είναι ο καλύτερος γιατρός - ειδικός για τέτοιες φοβίες -και ας μην έχει γραφεία και φακελάκια, με ψηφοδέλτια...

Έτσι κι αλλιώς τα περισσότερα δεν είναι αυθόρμητες σκέψεις και απορίες. Αναπαράγουν αυθόρμητα την κυρίαρχη ιδεολογία, ό,τι έμαθαν από τα κανάλια και από μια ζωή με σκυμμένο κεφάλι. Δε χρειάζεσαι αστική ευγένεια -ούτε οτιδήποτε αστικό. Δε νιώθεις υποχρεωμένος να τους κερδίσεις, να σηκώσεις το βάρος των δικών τους αντιφάσεων, να μην πληγωθούν που θα τους σιχτιρίσεις -λες και είσαι ιεραπόστολος της επανάστασης.

Δεν έχεις μεγάλες προσδοκίες από τους άλλους. Δεν τους φοβάσαι -δε σ’ αγαπούν-, δεν ελπίζεις τίποτα, είσαι λέφτερος -αλλά στα λόγια. Πραγματική ελευθερία είναι η συνείδηση της αναγκαιότητας να τους πείσεις να κατέβουν όλοι στον δρόμο. Το έχεις συνειδητοποιήσει, αλλά δε θα σκάσεις κιόλας -το αφήνεις για τους οργανωμένους. Ας τους καλοπιάσουν τα μέλη -όλο μέλι-μέλι, με προοπτική την τηγανίτα. Με αγάπη, τρυφερότητα και Προδέρμ -ή μαλόξ για τα χημικά-, με απλά γλυκά λογάκια, όπως θα τα έλεγαν σε ένα μικρό παιδί, που κάνει τα πρώτα βήματα στον στίβο του αγώνα.

Κι ευτυχώς που υπάρχουν οι σφοι, να τρέχουν και να αντέχουν, να θέλουν καινούρια παπούτσια και νέο στομάχι με όσα περνάνε, να είναι παντού, να πείθουν κόσμο, να του μάθουν να σκέφτεται -τι είναι αυτό που βλέπει-, να φτάνει σε αφαιρέσεις και λογικά συμπεράσματα -γιατί συμβαίνει και πώς θα αλλάξει.

Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει ο δρόμος, που είναι το μεγαλύτερο σχολείο -και χωρίς χορηγούς. Θα τους βοηθήσει να αποκτήσουν πείρα, κριτήριο, να αναζητήσουν μορφές οργάνωσης, να εκτιμήσουν τη δική μας οργάνωση, να την πλουτίσουν με νέες ιδέες -κι ας φαίνονται παράξενες. Καλύτερα αυτό το δημιουργικό χάος -που κινείται και ξέρει πού θέλει να πάει- παρά η συνήθης ρουτίνα μας, με τα ίδια άτομα και το ίδιο τελετουργικό -κι όταν όλα φαίνονται ίδια, ίσως γίνονται και αδιάφορα.

Στον δρόμο θα μάθουν «τι μας κρύβουν», κρυμμένα μυστικά που αγνοούσαν τόσα χρόνια, μακριά από το κίνημα. Κάθε διδακτική ώρα θα μετρά για εξάμηνο, κάθε πορεία με ένα μάθημα ζωής. Θα ξεκινήσουν από την αρχή, με εντατικά μαθήματα, να καλύψουν τα κενά -δε θα τα γεμίσουν όλα, αλλά θα είναι πολύτιμη γνώση και παρακαταθήκη.

Η συγκέντρωση θα ανάψει και όλα θα είναι συνειδητά. Κι αυθόρμητα μαζί. Αυτή η συνύπαρξη που κάνει τη διαφορά και πυκνώνει τον ιστορικό χρόνο, τον κατεβάζει πηχτό στον δρόμο -που γράφει πάντα τη δική του ιστορία.

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2025

Η ζωή σου να το ξέρεις είναι επικηρυγμένη

Θάνατος είναι η Ζωή που χτυπιέται στης Βουλής τα έδρανα. Η πολιτική κόντρα μαζί της είναι θανάσιμα βαρετή, σαν παρτίδα πλακωτό με πιασμένη παραμάνα. Κι αλίμονο αν περιμέναμε από την αρχηγό της Πλεύσης να ζωντανέψει τον κοινοβουλευτικό μας βίο. Το πολύ να μας δώσει υλικό για λογοτεχνικές ασκήσεις πάνω στο δίπολο ζωής - θανάτου. Αλλά κάθε θάνατος, είναι μια νέα ζωή. Και η Πλεύση θα γίνει σύντομα κοπριά για το επόμενο προσωποπαγές κομματίδιο από τα εφεδρικά κεφάλια της αστικής Λερναίας Ύδρας, που χωρίς επικεφαλής, είναι σαν ακέφαλες Στυμφαλίδες κότες και πεθαίνουν στον αέρα έρποντας προς τη δύση τους.

Μια βδομάδα μετά, δεν υπάρχουν δικαιολογίες για όσους εθελοτυφλούν. Αν η Κωνσταντοπούλου ήθελε να καταθέσει κάτι χρήσιμο - κρίσιμο στα πρακτικά της Βουλής, θα το είχε επιχειρήσει σε κάποια επόμενη συνεδρίαση -αλλά η παράστασή της είχε τελειώσει. Όποιος δεν το βλέπει, είναι γιατί δε θέλει. Δεν έχει πειστεί από τη Ζωή -που είναι κάτι σαν ρόλος, με γραμμένα λόγια, χωρίς πολιτικό λόγο. Απλώς έχει αλλεργία στο ΚΚΕ, όποιος και αν είναι απέναντί του.

Κι όμως, όλοι αυτοί αξίζουν μια δόση συμπάθειας, παρά τις άπειρες δόσεις εμπάθειάς τους: έχουν τουλάχιστον πολιτικό σκεπτικό και μια «θαυμαστή» συνέπεια στα εξαρτημένα αντανακλαστικά τους προς το ΚΚΕ, ανεξαρτήτως προσώπων. Μακάρι να είχαν όλοι σταθερό πολιτικό κριτήριο για τα πράγματα, αντί να περιμένουν τον Γκοντό ή έναν εκλεγμένο σωτήρα, κι αντί να αλλάζουν γνώμη για το κόμμα ανάλογα με τον ΓΓ, τις ατάκες του και το γκελ που κάνει στα ΜΜΕ ή στο Luben.

Υπάρχει και μια τρίτη, «ψαγμένη» κατηγορία, με το μασημένο συμπέρασμα που διάβασε σε μια παραπολιτική στήλη, πως το ΚΚΕ μαλώνει με την Πλεύση για τα ψηφαλάκια των Τεμπών. Σα να λέμε, δηλαδή, ότι ο Λαμπρούλης περίμενε στη γωνία την Κωνσταντοπούλου για να ανοίξει καβγά, με κάποιο τυπικό πρόσχημα, και να της πάρει ψήφους. Ή ότι η Ζωή κάνει μήνυση στην Κανέλλη για τα κουκιά και μόνο. Υπέροχο σενάριο, αξίζει μια καρδούλα.


Τούτες τις μέρες -που ο άνεμος μας κυνηγά- είδα πολλούς σφους να ποστάρουν ιστορίες από το παρελθόν της Κωνσταντοπούλου, πρόσφατο και απώτερο. Η Ζωή ως Καλπογιάννης -με μια φοιτητική κάλπη ανά χείρας-, ως συνήγορος βιαστή όσο ήταν στον ΣΥΡΙΖΑ, ή να κάνει γλυκά μάτια στους ναζιάρηδες Χρυσαυγίτες ως ΠτΒ, να ψηφίζει τα Ωνάσεια σχολεία και άλλα κυβερνητικά νομοσχέδια. Κι όλα αυτά για να δείξουν πως δεν είναι αριστερή -ούτε η ίδια, ούτε η Πλεύση. Κάτι εξ αρχής γνωστό, απ’ όταν βγήκε η σύνθεση της παρούσας Βουλής, με πέντε ακροδεξιά κόμματα: Νίκη, Λύση, Σπαρτιάτες, ΝΔ και Πλεύση.

Μπορεί η κυρά-Ζωή να μην έχει την παραμικρή επαφή με το κίνημα, τα ήθη και τη νοοτροπία του, μπορεί να είναι πιο δεξιά και από τον Πασόκο πατέρα της, αλλά ποιον ενδιαφέρει αυτό; Πάντως όχι την ίδια κι όσους την ψηφίζουν. Η ίδια προτιμά να ψαρεύει σε θολά πατριωτικά νερά, παρά στη συρρικνωμένη δεξαμενή των ορφανών Συριζαίων -άλλο αν πάρει μεταγραφή κάποια τρολ του εν όψει της απεργίας- και αποφεύγει συνειδητά τις αναφορές σε Αριστερά και άλλες κακές λεξούλες.

Παραμένει εντυπωσιακό, βέβαια, πώς γοητεύει μια μεγάλη μερίδα στο αριστεροχώρι, που... υγραινόταν με τη σκηνή Κράκεν έξω από τη Βουλή ή με την ψυχρή, αυστηρή φωνή: «Τι είπατε;» -περίπτωση ψυχολογικής μελέτης, ανάλογης με τους ψηφοφόρους του (εκάστοτε) Μητσοτάκη και το σύνδρομο της Στοκχόλμης. Αλλά δεν είναι η πρώτη -ούτε η τελευταία- φορά που πατάει μια αστική μπανανόφλουδα η «κινηματική» συμμαχία των προθύμων.


-Ναι αλλά είναι η συνήγορος των οικογενειών των θυμάτων και τους έχει αναλάβει αφιλοκερδώς.
Αμισθί ναι, αφιλοκερδώς όχι ακριβώς, καθώς υπολογίζει σε άλλου είδους οφέλη. Κι είναι ζήτημα πόσο ωφελεί τελικά την υπόθεσή τους, με όσα υπονοεί για τον μηχανοδηγό της εμπορικής αμαξοστοιχίας -χάνοντας εντελώς το δάσος για την ευθύνη της κυβέρνησης.

Σε κάθε περίπτωση, η Ζωή από μόνη της δεν έχει κανένα ενδιαφέρον -εφόσον είναι με κεφαλαίο και με εξ ορισμού το κεφάλαιο. Αυτό που έχει περισσότερο ενδιαφέρον είναι τα κίνητρα, η χρονική συγκυρία της επίθεσής της και τι σηματοδοτεί.

Καταρχάς υπάρχει μια διάχυτη αγωνία, σε διάφορες «ετερόκλιτες» πλευρές, να αποδείξουν πως το ΚΚΕ είναι συστημικό κόμμα. Γιατί είναι δεκανίκι της ΝΔ -αλλά όχι ενός πολιτικού συστήματος που κουτσαίνει χωρίς σοσιαλδημοκρατία. Γιατί βάζει απεργία και θέλει να καπελώσει τη διαδήλωση! Γιατί θέλει να καταργήσει τα ΜΑΤ! Γιατί φέρεται σεξιστικά στη Ζωή! Γιατί καπηλεύεται τους μεγάλους συνθέτες -πήγε τόσο καλά αυτό το αφήγημα, που είχε και συνέχεια! Όσο πιο φαιδρό σκεπτικό, τόσο καλύτερα. Σημασία έχει να εμπεδώσουμε το συμπέρασμα δια της επανάληψης -πες-πες, κάτι θα μείνει, ιδίως αν το ακούς να επαναλαμβάνεται μονότονα από πολλές πηγές: τη Νίκη, την Πλεύση, τα κανάλια, τα συριζοτρόλ, τον Μπάμπη τον Σουγιά, τον Νίκο τον Πεταλούδα...

Βασικά υπάρχει μια αγωνία να επιλέξουν -και να φτιάξουν- έναν βολικό αντίπαλο -πχ στη Βουλή, ακόμα και σε συνεντεύξεις Τύπου. Η Πλεύση είναι ιδανική επιλογή -ούτε παραγγελιά από τη Στέγη-, με αστική ευγένεια, στόχους και εντυπωσιακά πυροτεχνήματα για το κοινό. Παίρνει ανέλπιστα παράσημα που δεν αξίζει, όταν ο Γεωργιάδης τσιρίζει «όποιος διαδηλώσει, στηρίζει Κωνσταντοπούλου». Αλλά αυτές οι υστερικές αντιδράσεις είναι -εν μέρει- μέρος του σχεδίου, γιατί στη ΝΔ έχουν υπολογίσει πως βγαίνουν κερδισμένοι από την πόλωση και τα οξυμμένα τεχνητά διλήμματα -μόνοι μας και όλοι τους...

Βρισκόμαστε πρακτικά στο εξής σημείο.
Η λαϊκή οργή βράζει, ξεχύνεται στον δρόμο αλλά δεν υπάρχει κανένα ασφαλές κανάλι να διοχετευτεί, ούτε κάποιο κόμμα να τη μαζέψει -όπως κάποτε ο ΣΥΡΙΖΑ με τους αγανακτισμένους. Κι όσο μένει αδέσποτη, παραμένει το κύριο πρόβλημα του συστήματος και είναι ανοιχτό προς κάθε πιθανή εξέλιξη, ένα πεδίο πολυπαραμετρικό και με αρκετές δυνατότητες από τη δική μας σκοπιά.

Η μεγαλύτερη αγωνία τους λοιπόν είναι να μην κατέβει ο κόσμος στους δρόμους. Επιστρατεύουν ό,τι μπορούν: ψέματα, υστερία, φόβο. Σχέδια αποσταθεροποίησης, «Μητσοτάκης ή τανκς», hashtag (ετικέτα, μάνα) «δε θα πάω», «μένουμε σπίτι», «θα μείνουν με τον παίδαρο -τι γκόμενος είσαι εσύ», «θα γίνει νέα Μαρφίν» -κι εσύ αναρωτιέσαι αν κινδυνολογούν ή απλώς μας ενημερώνουν για το σχέδιο του παρακράτους, όπως με τη μαγική σφαίρα του Κυριάκου που προέβλεψε τα βίντεο με το εμπορικό τρένο.

Αλλά για κάποιον περίεργο λόγο, οι υστερικές τσιρίδες φέρνουν μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα. Όλα δείχνουν πως η διαδήλωση της Παρασκευής θα είναι κάτι μεγάλο, τεράστιο και ίσως ανεξέλεγκτο -πολιτικά μιλώντας. Με άπειρους μαζικούς φορείς, συνδικάτα, οργανώσεις, και με άπειρο χύμα κόσμο, ανυποψίαστο αλλά αποφασισμένο.
Όταν κλείνουν επιχειρήσεις, θέατρα και μπουζούκια κι αναβάλλονται καρναβαλικές εκδηλώσεις, όταν παίρνουν θέση δημόσια υπέρ της συγκέντρωσης συστημικοί καλλιτέχνες υπεράνω υποψίας, σκέφτεσαι πως δε θα βουλιάξει μόνο το κέντρο και μερικές πόλεις, αλλά και η εξουσία στην απόγνωση. Οπότε αυξάνεται ο πανικός τους, η υστερία, οι τσιρίδες, και ο φαύλος κύκλος σφίγγει τον κλοιό του.

Η τελευταία γραμμή άμυνάς τους είναι μία ακόμα αγωνία: να μη γίνει απεργία ή τουλάχιστον να μη δώσει τον τόνο. Ας μείνει μια σεμνή τελετή, σαν μνημόσυνο για τα δυο χρόνια, βουβό πένθος χωρίς στόχους και αιτήματα, που δε δίνει τρόπο στην οργή. Ό,τι δεν αποκτά βάθος και χαρακτήρα (πολιτικό, κινηματικό), μένει τυφλό και ξεθυμαίνει, χωρίς να αφήσει ίχνος πίσω του.
Αλλά αυτό δεν το θέλει μόνο η κυβέρνηση. Το λέει και η υπεύθυνη αντιπολίτευση, τα ΜΜΕ, τα ορφανά -χωρίς κιμά και τσίπ(ρ)α- συριζοτρόλ.

Πώς τα βρίσκουν οι αστοί μεταξύ τους, είναι τρομερό...



Ο φόβος και ο τρόμος τους δεν είναι το σημερινό ΚΚΕ -με αυτόν τον συσχετισμό δύναμης. Είναι ο δρόμος. Οι πολιτικές εξελίξεις που μπορεί να γεννήσει. Οι νέες συνειδήσεις που γεννάει. Και οι οποίες μπορεί να βρουν το ΚΚΕ στην πορεία και να το ενισχύσουν σε απρόβλεπτο βαθμό.

Αυτή είναι η μεγάλη αγωνία του συστήματος. Μπορεί να μην είναι ακόμα θανάσιμη, αλλά ας φροντίσουμε εμείς να γίνει. Αλλιώς μπαίνει σε κίνδυνο -θανάσιμο- η δική μας ζωή, αντιμέτωπη με χιλιάδες Τέμπη και το σύστημα που τα γεννά, επικηρύσσοντας τις ζωές μας για το κέρδος.
Η ζωή σου να το ξέρεις είναι επικηρυγμένη. Το ίδιο και η οργή σου...

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2025

Στην ντισκοτέκ την παλιά

Πότε καταλαβαίνεις πως δεν είσαι πια νέος; Υπάρχουν διάφορα ορόσημα που στο δείχνουν: όταν ξύρισε το κεφάλι του ο Γκάλης κι έπαψες να πιστεύεις πως μπορεί να επιστρέψει ως παίκτης. Όταν σταμάτησαν οι σφοι στο Φεστιβάλ να σου δίνουν κάρτα γνωριμίας με την ΚΝΕ. Όταν δε βρίσκεις πια όρεξη να διαβάσεις μακροσκελείς πλατφόρμες και συνεδριακά ντοκουμέντα του εξωκοινοβουλίου. Όταν λες το ΝΑΡ με το παλιό του όνομα. Ή όταν επανιδρύει τον εαυτό του και δεν έχεις εσωτερική πληροφόρηση ή με ποιον να το συζητήσεις.


Περάσαμε όμορφα και ευτυχισμένα χρόνια λέγοντάς την Σαχτάρ Ντόνετσκ και έρχεσαι τώρα να μας την πεις Σαχτιόρ και να τα γκρεμίσεις όλα;

Σουρεάλ ατάκα του Πανούτσου, σε κάποια «Σούπερ Μπάλα» στο MEGA, που τελείωνε κατά τις 3πμ, με ρεκόρ μεταμεσονύχτιου διαφημιστικού χρόνου και σπασμένων νεύρων. Κάνουμε τη Σαχτάρ-ΝΑΡ -που κάνουν και ρίμα- και το Σαχτιόρ «Κομμουνιστική Απελευθέρωση». Κρατάμε το Ντονέτσκ που κάποιοι το φαντασιώνονται ως Λαϊκή Δημοκρατία, και το πορτοκαλί χρώμα της φανέλας, ασορτί με την παρδαλή αντεπανάσταση και το ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο των οράνιε στο λυκαυγές της εποχής του ολοκληρωτικού καπιταλισμού. Αλλάζουμε τον Πανούτσο με οποιοδήποτε νηφάλιο άτομο και τις μεταμεσονύκτιες διαφημίσεις με μαραθώνιες συλλογικές διαδικασίες που κρατάνε ως το άλλο πρωί. Κρατάμε και τα ευτυχισμένα χρόνια, για την ειρωνεία. Πάμε.

Περάσαμε όμορφα και ευτυχισμένα χρόνια με το ΝΑΡ και τα κουκουνάρια, το δίλημμα για το άρθρο του λήμματος «ΕΑΑΚ» και έρχεστε τώρα εσείς να τα γκρεμίσετε όλα;

Στην πραγματικότητα, περάσαμε όμορφα και ευτυχισμένα χρόνια με τις προεργασίες-ζυμώσεις-κοσκινίσματα για πρόσφατα εγκαίνια, κάτι που αποτυπώνεται και στην αναδρομή του «Πριν» που μας ταξιδεύει στον χρόνο.

Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα.

Η πορεία προς ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα, που έφτασε στο ιδρυτικό συνέδριο μιας νέας κομμουνιστικής οργάνωσης, ήταν μακριά, γεμάτη με αγώνα, τόλμη, επαναστατική δράση και αναζήτηση, όχι χωρίς αντιφάσεις και πισωγυρίσματα. Αφετηρία είχε την «ανταρσία της ΚΝΕ» και μεγάλου μέρους της βάσης του ΚΚΕ το 1989 (...) Μεγάλος σταθμός αυτής της πορείας το 1ο συνέδριο του ΝΑΡ τον Ιούλη του 1998, όπου τεκμηριώθηκε βαθύτερα ο κομμουνιστικός χαρακτήρας της οργάνωσης (...) Ήδη από τον Μάρτη του 1995 έχει ιδρυθεί η νεολαία Κομμουνιστική Απελευθέρωση, ως υπέρβαση της ΚΝΕ-ΝΑΡ. (...) Στο 2ο συνέδριο του ΝΑΡ (7-9 Ιούλη 2006) (...) σημειώνεται πως «η επαναστατική κομμουνιστική οργάνωση αποτελεί κρίσιμη αφετηρία για τη συγκρότηση του πολιτικού επαναστατικού υποκειμένου γενικά», θέτοντας τον στόχο για το ΝΑΡ «να αναβαθμίσει την οργάνωσή του με βάση την αντίληψη της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης».
Μη φύγει κανείς, αυτά ήταν απλώς ορεκτικά. Τώρα μπαίνουμε στο καλό.

Η διαδικασία διαμόρφωσης ενός σύγχρονου προγράμματος και κόμματος κομμουνιστικής απελευθέρωσης πήρε πιο συγκεκριμένο και σαφή χαρακτήρα στο 3ο συνέδριο του ΝΑΡ στις 29 Νοέμβρη-1 Δεκέμβρη 2013 (...)
Τα επόμενα συγκεκριμένα βήματα αποτυπώθηκαν στην Πολιτική Απόφαση, όπου δηλώνεται πως «το ΝΑΡ θέτει στους εργαζόμενους σε δημόσιο πολιτικό διάλογο το ζήτημα της συγκρότησης σύγχρονου κομμουνιστικού φορέα, ενός κόμματος για την κομμουνιστική απελευθέρωση». (...)
Σαν αποτέλεσμα αυτών των κατευθύνσεων το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση κατέθεσε τον Νοέμβρη του 2015 «Πρόταση διαλόγου και συστράτευσης για κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα», η οποία παρουσιάστηκε σε εκδήλωση στις 12 Δεκέμβρη. (...)
Σε μια περίοδο πυκνών εξελίξεων και έντονων συζητήσεων, η προσπάθεια δεν προχώρησε ουσιαστικά, οπότε νέα ώθηση κλήθηκε να δώσει το 4ο Συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση, που πραγματοποιήθηκε 1-3 Δεκέμβρη του 2017. (...)
Σαν άμεσα βήματα το 4ο συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση απεύθυνε ανοικτή πρόσκληση διαλόγου και συσπείρωσης (...)
Το Πανελλαδικό Σώμα, που οργάνωσε το ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση στις 14-16 Δεκέμβρη του 2018, κατέληξε σε Προγραμματική Διακήρυξη, σαν μια κεντρική συμβολή στην συνολική προσπάθεια για τον στόχο της νέας κομμουνιστικής οργάνωσης (...)

Αν κάποιος έχει φτάσει ως εδώ, δύσκολα θα σταματήσει τώρα, έστω και από περιέργεια για να δει πού θα πάει η βαλίτσα.

Παράλληλα τον Οκτώβρη του 2018 συγκροτήθηκε Πρωτοβουλία Διαλόγου για ένα σύγχρονο κομμουνιστικό πρόγραμμα και κόμμα (...) η οποία ξεκίνησε μια ανοιχτή διαδικασία και διαμόρφωσε ένα Κείμενο Αρχών που αφού συζητήθηκε για ένα 12μηνο, ήταν το εισηγητικό κείμενο στην Πανελλαδική Συνάντηση στις 10-11 Ιούλη 2021 στην Καισαριανή...

Μπορεί να μη βγαίνουν ακριβώς οι ημερομηνίες (από το '18 πάμε στο '21 ενώ μεσολαβεί ένα... δωδεκάμηνο), αλλά το κείμενο μας εξηγεί γιατί:

Στη διαδικασία αυτή, μετά από διεργασίες, υπερβάσεις και παρά την καθυστέρηση που επέβαλλε η πανδημία του Covid-19, έγινε ένα σημαντικό πολιτικό και οργανωτικό βήμα μπροστά. Συγκροτήθηκε η Πρωτοβουλία για Σύγχρονο Κομμουνιστικό Πρόγραμμα και Κόμμα, εκλέχτηκε Πανελλαδική Γραμματεία της Πρωτοβουλίας, ορίστηκαν ομάδες εργασίας πάνω στις βασικές θεματικές για την επεξεργασία προγραμματικών θέσεων.

Μπορεί ο νέος φορέας να μην ήταν έτοιμος στα 100 χρόνια από τον Οχτώβρη, ωστόσο φαίνεται πιθανό να προλάβει μια άλλη επέτειο, από τα 200 χρόνια του '21. Αλλά η επόμενη παράγραφος της αναδρομής μας ταξιδεύει στο κοντινό 2024. Αυτό πια δεν είναι κόμμα, αλλά η θεωρία των σταδίων...

Το 5ο συνέδριο του ΝΑΡ για την Κομμουνιστική Απελευθέρωση (1-3 Μαρτίου 2024) ήρθε να καταδείξει την αποφασιστικότητα για να ολοκληρωθεί η προσπάθεια για μια ανώτερη φάση οργανωτικής και προγραμματικής συγκρότησης για το εγχείρημα της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης. (...) Στο κείμενο σαν στόχος μπαίνει «να γίνει το αμέσως επόμενο διάστημα το αποφασιστικό ποιοτικό βήμα συγκρότησης μιας ανώτερης κομμουνιστικής οργάνωσης… Το 5ο συνέδριό αποφασίζει ένα συγκεκριμένο σχέδιο πρακτικών και πολιτικών βημάτων που οδηγούν στην ίδρυση της νέας οργάνωσης…».

Κι αν φτωχική τη βρήκες την Ιθάκη, δε σε γέλασε. Σημασία είχε το ταξίδι που συνεχίζεται. Οι τρεις δεκαετίες ήταν η αρχή, τα πρώτα κοιλοπονήματα, η απαρχή της έναρξης μιας εισαγωγικής διαδικασίας του καινούριου, που παλεύει να γεννηθεί από τις στάχτες και τα γκρεμισμένα θεμέλια του παλιού. Για την απίθανη περίπτωση που κάποιος προσπέρασε σκρολάροντας αυτήν την αναδρομή, ακολουθεί μια περίληψη, σε δική μου ελεύθερη απόδοση.

Βρισκόμαστε στο εθνοαστοσωτήριο 1990 -στα τέλη του σύντομου εικοστού αιώνα και του χρυσού αιώνα της μεταπολίτευσης. Η «ανταρσία της ΚΝΕ» πήγαινε για κόμμα νεολαία, αλλά έφτιαξε παρέα ρεύμα, που προχωρά άμεσα στο 1ο συνέδριό του (το 1998) και κάνει το 2ο στο καπάκι (το 2006), χωρίς ανάσα και οξυγόνο.
Οκτώ χρόνια στο δημοτικό, οκτώ χρόνια γυμνάσιο Σημίτης, οκτώ χρόνια Πανεπιστήμιο...

Χαλλαροί ρυθμοί, η φράξια της Σαλονίκης, το ΜΕΡΑ φεύγει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έρχεται, πολιτική ανορθογραφία, λάθος μες στο κεφάλαιο του λάθος λήμματος. Αραιός πολιτικός χρόνος, κάθε μήνας μετρά σαν ΜΕΡΑ, κάθε οκταετία σαν καταστατική πρόβλεψη για ένα συνέδριο ανά 3ετία. Βάσει ακολουθίας, το συνέδριο θα τρίτωνε μες στο ’14, αλλά γίνεται αιφνιδίως στην τελική ευθεία του ’13 και γλυκοχαράζει δειλά στον ορίζοντα (που είναι πάντα κόκκινος) η προοπτική ενός νέου κομμουνιστικού φορέα.

Μια οργανωτική τομή που τα αλλάζει όλα, επιταχύνει τις εξελίξεις, οργανωτικούς πυρήνες, μποζόνια και ηλεκτρόνια, σπάει τον πάγο με τον παγοκόφτη της Σάρον (τασικό Ένστικτο), χαράζει τον δρόμο για το νέο πολιτικό υποκείμενο και για ένα ρεύμα που όταν μεγαλώσει, θέλει να γίνει κόμμα, αλλά πλησιάζει τα 35 και το πιάνει οργανωτική κρίση μέσης ηλικίας.

Νιώθει ρεύμα ανάδελφο, 100 χρόνια μοναξιάς, κάνει άλλο ένα συνέδριο μες στο ’17, τρεις μέρες που δε συγκλόνισαν τον κόσμο, και μετά ένα σώμα, που βγαίνει λαπάς αν δεν έχεις γράμμωση, σαφείς στόχους και κάνεις λίγη επαναστατική γυμναστική μια στα τόσα.

Αλλά όσα δε φέρνει η στιγμή, τα φέρνει ένα Σώμα. Οι συνθήκες ωριμάζουν, οι κόποι ανταμείβονται, ζούμε στην εποχή των κομμάτων -όπου το νέο παλεύει να γεννηθεί και το παλιό αρνείται να πεθάνει-, καλή λευτεριά απελευθέρωση, πάει το παλιό το ρεύμα, ζήσαμε εμείς καλά και αυτοί με οργάνωση, και όποιος δε βλέπει καμιά διαφορά με "Πριν", πάσχει από τύφλωση και πολιτική μυωπία.

Ναι... Δε νομίζεις ότι οφείλεις μια λίιιγο πιο σοβαρή πολιτική κριτική;
Ενδεχομένως. Αρκεί να αποδειχτεί πως έχουμε να κάνουμε με (πιο) σοβαρές, πολιτικές διαδικασίες και όχι με τη μέρα της μαρμότας. (Και να φανταστείς δεν έπιασα καν τη σημειολογία για Συνέδριο τη μέρα του Βαλεντίνου...).

Ασφαλώς είχαμε μια σειρά διαδικασίες, προγραμματικές επιτροπές, προσυνεδριακός διάλογος κι επίσημα ντοκουμέντα. Αλλά αυτά τα αφήνω για τον book νομικάριο (που ανακαλύπτει διαμαντάκια κάτω από τόνους λάσπης και λέξεων) και την ΚΟΜΕΠ που επιμένει να κρίνει-κριτικάρει πολιτικά τους πάντες (ακόμα και τον ΣΥΡΙΖΑ). Και εν τω μεταξύ ο χύμα κόσμος αναρωτιέται: τι ακριβώς ιδρύεται και αν άλλαξε κάτι στην ουσία, πέρα από το όνομα.

Γενικά, στρατηγικά μιλώντας, το ΝΑΡ επιχειρεί να επανορθώσει το δικό του ιδιότυπο προπατορικό αμάρτημα, όταν δάγκωσε το μήλο του αγνωστικισμού -σαν αυτό της Apple, που είχε μπει και στο σήμα του Οδηγητή κάποτε- και απαλλάχτηκε από τις κλονισμένες βεβαιότητές του για τον μαρξισμό-λενινισμό. Η απομάκρυνση από τις ρίζες του αποτυπώθηκε εμφατικά και στον τίτλο του: Νέο Αριστερό Ρεύμα.
Το ΝΑΡ ξέκοψε από το παραδοσιακό κομμουνιστικό κίνημα για να μη λουστεί την ήττα του και τη διαφαινόμενη τότε χρεοκοπία του -αντιγράφοντας ίσως, κατ’ αναλογία και κατά φαντασία, το σκεπτικό των μπολσεβίκων που διέκοψαν στον καιρό τους κάθε αναφορά στη σοσιαλδημοκρατία. Ενώ απαρνήθηκε (απετάξατο) την οργανωτική δομή του κόμματος νέου τύπου -τηρουμένων των αναλογιών, όπως ο παπατζής Ανδρέας δήλωνε ότι έφτιαχνε σοσιαλιστικό «κίνημα» για να διαφοροποιηθεί από τους παραδοσιακούς κομματικούς σχηματισμούς.

Το ΝΑΡ διέβη οικειοθελώς τον Ρουβίκωνα και απέρριψε βασικές έννοιες, όπως ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός και η δικτατορία του προλεταριάτου. Έπεσε αναπόφευκτα με τα μούτρα στο πηγάδι της «νέας Αριστεράς»: τις πρακτικές, τις χαλαρές δομές και την θεωρητική πολυγλωσσία ενός χώρου, που δεν είχε άμεση σχέση με τον αριστερισμό της εποχής του Λένιν, αλλά έβαλλε ευθέως ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα, με... κινηματικό πρόσημο. Η Νέα Αριστερά (όχι του Χαρίτση) ήταν βασικά ένας τρόπος να δηλώνει κανείς επαναστάτης, χωρίς να είναι τόσο (φιλο)κομμουνιστής ή «συνοδοιπόρος» με τη βασική δύναμη που παλεύει για να αλλάξει τον κόσμο. Αλλά ολίγον κομμουνιστής -ημισύντροφος ή ημίσκουμπρας- δε γίνεται...

Εδώ και μερικά χρόνια το ΝΑΡ δείχνει να κάνει έμπρακτη αυτοκριτική για την οικειοθελή απώλεια του περίφημου «Κ». Αλλά το πρόβλημα δεν είναι τα ονόματα των πραγμάτων. Και το «Κάππα» δεν είναι μόνο ένα, αλλά δύο -όπως σημείωνε για το δικό του όνομα ο Κώστας Κάππος, που ξέκοψε νωρίς από το ρεύμα, για αυτόν τον λόγο. Ακόμα και αν δεχόμασταν ως υπόθεση εργασίας την κομμουνιστική στροφή του ΝΑΡ, το ίδιο έχει αρκετή αυτογνωσία τουλάχιστον για να μη δηλώνει κόμμα -ακόμα.

Δεν είναι κόμμα, δεν είναι κόμμα αυτό που ζούμε
Είναι σου λέω πανικός, ένας μικρός Τιτανικός
(...)
Προχτές στο μπαρ το Ταξικό Ναυάγιο
Βρέθηκα να τα πίνω με έναν Χάγιο...

Κάτι που ανοίγει φιλοσοφικά ερωτήματα: πότε μια οργάνωση γίνεται κόμμα, η ποσότητα νέα ποιότητα και μερικοί κόκκοι άμμου, σωρός ή αμμόλοφος. Και θυμίζει τη μάχη με τα εισαγωγικά που έδινε το μ-λ ρεύμα (γράφοντας εμμονικά «Κ»ΚΕ) με τον Ναρίτη Απελευθερωτή Σπαρίλα να σχολιάζει πως αν η Προλεταριακή Σημαία βάζει εισαγωγικά για το ΚΚΕ στο πρώτο Κάππα, θα έπρεπε να βάζει και για το ΚΚΕ (μ-λ) στο δεύτερο, που αντιστοιχεί στο κόμμα.
Φαντάσου, όμως, να πρέπει να βάζεις και στα δύο...

Δε θέλω να μηδενίσω τη δουλειά κανενός που στήνει κάτι από το μηδέν και έχει ανοιχτά ερωτήματα. Αλλά μια πρόχειρη ματιά στην εισήγηση του Μαυροειδή και στα ντοκουμέντα του συνεδρίου δε μας φανερώνει κάποια καινοτόμα θεωρητική ή προγραμματική προσέγγιση, πέραν της πεπατημένης: μεταβατικό πρόγραμμα, ολοκληρωτικός καπιταλισμός (που τόσα χρόνια μετά, πρέπει να έχει εξελιχθεί σε νέο στάδιο, με την τεχνητή νοημοσύνη και τόσες εξελίξεις) και αντανακλαστικά χοντροκομμένου ετεροπροσδιορισμού από το ΚΚΕ -που συνεχίζει να αποτελεί υπαρξιακό όρο για τον χώρο.

Δηλαδή το μόνο καινούριο είναι το όνομα; Ναι αλλά όχι ακριβώς, βασικά ούτε καν. Είναι απλώς δάνειο από το όνομα της νεολαίας. Είναι όπως όταν θες να ανοίξεις ένα site, αλλά τα περισσότερα ονόματα / domain είναι πιασμένα: ανασύνταξη, ανασύνθεση, ανασυγκρότηση, αναδόμηση. Και μένεις αναγκαστικά με αυτό που είχες κατοχυρωμένο: απελευθέρωση. Ή σαν κακό μάρκετινγκ -αλλά οι σφοι, ακόμα και ημίσκουμπρες, δεν είχαν ποτέ καλή αίσθηση σε τέτοια πράγματα, διαβολικά, της αγοράς.

Βασικά αυτό που θα ταίριαζε καλύτερα στο νόημα είναι το (κομμουνιστική) επανίδρυση, αλλά το πρόλαβαν και το μαγάρισαν οι Ιταλοί. Ή εναλλακτικά το «επαναθεμελίωση», που είναι όμως πολιτικό αυτογκόλ: δεν υπονοεί απλώς κάποια «κατάρρευση» που δεν άφησε πέτρα πάνω στην πέτρα, αλλά ότι ήταν σαθρά και τα θεμέλια και πρέπει να τεθούν από την αρχή.

Μέχρι νεωτέρας, πάντως, το εγχείρημα μοιάζει με ανακαίνιση-αναπαλαίωση κι εκείνο το τραγουδάκι που λέει:
Στην ντισκοτέκ την παλιά, φέραν νέα φώτα.
Στρώσαν' καινούρια χαλιά κι άνοιξαν την πόρτα
Αλλά είναι ζήτημα αν υπάρχει Ελπίδα εκεί που πήγε ο Μιθριδάτης και όσοι μήδισαν το ’15. Ή αν υπάρχουν ακόμα οι καλύτεροί τους στίχοι.

Αλλά εμείς (δηλαδή αυτοί -εμείς είμαστε οι άλλοι) θα την φτιάξουμε την οργάνωση, και αυτόν τον σάπιο κόσμο, θα το δεις. Χαμένε, α χαμένε.


Υγ: Όρκο παίρνω πως τα πανιά αυτής της ανάρτησης είχαν βάλει στόχο την Πλεύση Ελευθερίας, αλλά την παρέσυραν τα ρεύματα  και κάπου ξεστράτισαν στην πορεία. Τα έχει αυτά η Ζωή, ο πολιτικός και ο μπλογκερικός στίβος...

Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2025

Ένα βιβλίο είναι λίγο, πολύ λίγο

Καλά όλα αυτά, αλλά δεν έχετε συγκεκριμένες προτάσεις.
Κι όμως έχουμε. Συγκεκριμένες σαν την ανάλυση της κατάστασης του Βλαδίμηρου. Πλήρως κοστολογημένες, μέχρι 9 ευρώ το πολύ -παζάρι, αφού. Και ρεαλιστικές σαν το πλάνο του Βλάσση να διαβάσει το «Εκκρεμές του Φουκώ» και το σχέδιο να βρεις λίγο χρόνο μες στη μέρα για διάβασμα.

Οι τακτικοί αναγνώστες του μπλοκ θα ξέρουν ήδη τα μισά, σημασία όμως έχει πώς πουλάς κάτι και η προσωπική ιστορία κάθε αναγνώστη πίσω από το βιβλίο του -τι τον τράβηξε, τι τον κράτησε και γιατί το θυμάται.


-Ο άγγελος του Μονάχου, 6 ευρώ, στον πάγκο του Πατάκη.
Ένα μυθιστόρημα που δείχνει ότι: α. ο Χίτλερ ήταν... ευγενής ψυχή (χορτοφάγος, ζωόφιλος κτλ), συνδεμένη με αποτρόπαια εγκλήματα, πολύ προτού καταλάβουν οι Ναζί την εξουσία, και β. η πραγματική ζωή δίνει τις καλύτερες ιστορίες, πέραν κάθε φαντασίας. Συνίσταται για όσους γοητεύονται από τη νουάρ συσκευασία και το Βερολίνο του Μεσοπολέμου -που είναι η Μητρόπολη της έμπνευσης της σύγχρονης λογοτεχνίας.

-Στην ίδια κατηγορία, βρίσκει κανείς διάφορα βιβλία του Κούτσερ και τις περιπέτειες του Ρατ, περίπου 800 σελίδες και 5 ευρώ η μία, τόσο από την «Ποικίλη Στοά» (τον εκδοτικό που τις πρωτόφερε στην Ελλάδα) όσο και από τη «Διόπτρα», που μυρίστηκε την επιτυχία και πήρε τα δικαιώματα, αλλά μάλλον δε δικαιώθηκε για την επένδυση.

Τι έχει να πει σχετικά η κε του μπλοκ;

Ότι μέτρησα άπειρες επαναλήψεις του «κατανεύω», στα όρια του drinking game (παιχνίδι με σφηνάκια, μάνα), και έμεινα με την απορία πώς λένε οι Γερμανοί το «κατένευσε» και γιατί το αγαπούν τόσο. Ότι όσο προχωρά η σειρά, τα βιβλία γίνονται καλύτερα, ξεφεύγουν από το πρίσμα του πρωταγωνιστή και εστιάζουν σε πολλά πρόσωπα. Και πως το Babylon Berlin -η σειρά που βασίζεται στις περιπέτειες του Ρατ- επιβεβαιώνει αλλά ως εξαίρεση τον κανόνα ότι τα βιβλία υπερέχουν πάντα από τη μεταφορά του στην οθόνη -μικρή ή μεγάλη.

Το Babylon Berlin έχει μια θέση στο πάνθεο με τις καλύτερες, πιο πολιτικές δουλειές στον αιώνα μας -που μέχρι να ωριμάσουν οι συνθήκες, είναι αιώνας παρακμής και υποχώρησης, και το βγάζει προς τα έξω με την πολιτιστική παραγωγή του. Ενδεικτικά, ο 3ος κύκλος έχει «εκτός ύλης» μια άγνωστη απόπειρα ανατροπής του Χίτλερ και εσωτερικού ξεκαθαρίσματος στους Ναζί -πολύ πριν τη Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών. Καθώς και τη γοητευτική ιστορία του Γιόχαν Ρουκέλη Τρόλμαν, του τσιγγάνου πυγμάχου που ταπείνωσε επανειλημμένα τους άριους ανταγωνιστές του και τη θεωρία της λευκής υπεροχής. Τίποτα από αυτά δε βρίσκει θέση στο πρωτότυπο βιβλίο, ενσωματώνονται αρμονικά όμως στην πλοκή της σειράς.


Μου φαίνεται πως η καλύτερη περιπέτεια -από όσες έχω διαβάσει- είναι η «Πατρίδα», δηλαδή η τέταρτη (και αντιστοίχως ο 5ος τηλεοπτικός κύκλος που δεν έχει βγει ακόμα), που διαδραματίζεται κυρίως στην Ανατολική Πρωσία. Καλύτερα όμως να τα πάρεις κάποιος με τη σειρά, για να μη χάσει τη συνέχεια.

-«Πεθαμένοι στα γέλια», εκδόσεις Opera.
Απολαυστική σάτιρα των 50 αποχρώσεων του εθνικισμού στην Ισπανία. Ίσως είναι προαπαιτούμενη, όμως, μια μικρή εξοικείωση, για να το εκτιμήσει κανείς. Το βιβλίο ήταν η αφορμή για μια βουτιά στο συγγραφικό σύμπαν του Καταλανού Πάμπλο Τουσέτ, που μπορεί να μη δικαίωσε πλήρως τις αρχικές προσδοκίες -πχ στο διαφημισμένο «ό,τι καλύτερο μπορεί να συμβεί σε ένα κρουασάν»- αλλά δεν τη μετάνιωσα.
Συνίσταται σε όποιον εκτιμά τον σαρκασμό και τους Ισπανούς με τις αντιφάσεις τους.

-«Κόμπρα» και «13 ώρες» του νοτιοαφρικανού Ντίον Μέγερ, εκδόσεις Στερέωμα.
Τα συνιστώ -ιδίως το πρώτο- σε όσους θέλουν ωραία γραφή, κινηματογραφική πλοκή και να διαβάσουν κάτι μονορούφι, έχοντας λίγες ώρες για ξόδεμα. Σχετικά ανώδυνα αλλά όχι φτηνά και αδιάφορα.

Στην ίδια κατηγορία βάζω και το βιβλίο «Το πρωί θα έχω φύγει» από τις εκδόσεις Οξύ, το τρίτο στη σειρά με τις περιπέτειες του Σον Ντάφι. Ο Μακ Κίντυ γράφει ωραία, για τη Βόρεια Ιρλανδία της δεκαετίας με τις βάτες, κι ας στάζει χολή για την ποπ μουσική της εποχής και τη γενέτειρά του. Η περιγραφή του Μπέλφαστ ως απόλυτης... σκατούπολης είναι τόσο δυνατή, που με έπεισε να μην το επισκεφτώ ποτέ. Αλλά μπορεί να πείσει άλλους για το ακριβώς αντίθετο...

-«Σου έχω εμπιστοσύνη», εκδόσεις Καστανιώτη, από το δίδυμο Καρλότο - Αμπάτε.

Ακαταμάχητος ρεαλισμός, που σε τραβά από τα μαλλιά -σαν τη νύχτα στη «Βικτώρια» του Αλκαίου. Η ερωτική σχέση κέρδους-μαφίας και ο «αγγελικός κόσμος» της βιομηχανίας τροφίμων είναι οι βασικοί άξονες ενός βιβλίου, που μπορεί να διαβαστεί κι ως εισαγωγή στη μοναδική περίπτωση του Μάσιμο Καρλότο: ενός αγωνιστή της «Λότα Κοντινούα», που εγκλωβίζεται σε μια υπόθεση κακοδικίας, καταδικάζεται εκδικητικά σε πολυετή κάθειρξη, βρίσκει τρόπους να επιβιώσει στο κολαστήριο της φυλακής και περνά πολλά από αυτά τα στοιχεία στα βιβλία του -τις περιπέτειες του «Αλιγάτορα», κ.ά. Δεν ξέρω πόση βάση έχουν όσα γράφει για τον ηθικό κώδικα της παλιάς γενιάς λαθρεμπόρων και τη μεταγενέστερη μετάλλαξη της μαφίας, αλλά προσωπικά τον βάζω στο κορυφαίο ράφι του ιταλικού νουάρ -παρά τον σκληρό ανταγωνισμό.

Πολύ κοντά στην κορυφή είναι και το Suburra (εκδόσεις Εστία). Μια αριστοτεχνική παρουσίαση του υποκόσμου και της διαπλοκής του με την πολιτική και δικαστική εξουσία. Συνίσταται για όσους δεν έχουν/θέλουν να ξετινάξουν αφελείς αυταπάτες για έντιμα και ηθικά στοιχεία που επιπλέουν τάχα στον βούρκο του συστήματος. Το έβλεπα για πολλά συναπτά έτη στον πάγκο της «Εστίας» στο παζάρι, αλλά φέτος δεν μπόρεσα να το εντοπίσω, με μια πρόχειρη έρευνα.

Στον ίδιο πάγκο μπορεί πάντως να βρει κανείς μια πολύ ενδιαφέρουσα βιογραφία του Πέτρου Κόκκαλη από την Κατίνα Τέντα-Λατίφη (οι σφισσες κρατούσαν διπλό επίθετο και ξεχώριζαν στον καιρό τους, πολλά χρόνια πριν τη Γιάννα, τη Φάνη Πάλλη κτλ). Στις σελίδες του θα δει πόσα πρόσφερε και πόσα θυσίασε ο Κόκκαλης και γιατί τον θεωρούσαν όλοι «άγιο άνθρωπο». Η γραφή της Λατίφη είναι τόσο άμεση, που νιώθεις να στα διηγείται κάποιος γνωστός-σφος και ως τέτοια την «αποχαιρέτησα» νοερά όταν πέθανε -και ας μην ήταν πιθανότατα «δικιά μας», στην τελική ευθεία της ζωής της.

Τιμητική αναφορά στη δολοφονία του Σωκράτη (εκδόσεις Πατάκη), του Ισπανού Τσικότ. Ευχάριστο ανάγνωσμα, χωρίς να είναι κάτι σπουδαίο, αλλά θα μείνει χαραγμένο στη μνήμη μου. Γιατί καθώς το ξεφύλλιζα μια φορά προχωρώντας στην αμαρτωλή «Δράμας» -μερικά τετράγωνα μακριά από τον τόπο του εγκλήματος με το 12χρονο κοριτσάκι-, με σταματά μια θείτσα να με ειρωνευτεί -«το Κοράνι είναι;- γιατί είχε πράσινο εξώφυλλο και εγώ αρκετά μούσια για τα γούστα της. Κρίμα που δεν είχα έτοιμη αραβική ατάκα, για να επιβεβαιώσω τους φόβους της.
-Αλλάχ ακμπάρ...

Αλλά η πιο inception φάση (ντεζαβού, μάνα) μου έτυχε μια φορά σε πεζόδρομο, με το βιβλίο στο χέρι, να διαβάζω για ένα αγόρι που περπατούσε πάντα με ένα βιβλίο στο χέρι. Το βιβλίο ήταν του Γκενασιά, η «Λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων», που είχαν αυτομολήσει από το σοσιαλιστικό μπλοκ, αλλά δεν ήταν όλοι αντιφρονούντες. Πολιτικά έμπαζε, σαν γραφή ήταν μεθυστική ανά σημεία, οπότε έψαξα για τη συνέχεια, «οι χώρες της επαγγελίας» (που ήταν εξαντλημένο κι έφτασα μέχρι το «Δίεδρο» στα Γιάννενα). Κι όλα κυλούσαν ομαλά, σε λογικά αντικομμουνιστικά πλαίσια, μέχρι που ένας από τους ήρωες -παλιός κομμουνιστής και αδερφός του πρωταγωνιστή- έγινε Σαούλ, είδε το φως το αληθινό και κατέληξε μοναχός που κάνει θαύματα με την πίστη που τον έσωσε. Περίπου χίλιες σελίδες -ως τότε- διαγράφηκαν μονοκοπανιά, και δε νομίζω να συγχωρήσω στα κοντά τον συγγραφέα για αυτή την αίσθηση ματαιότητας.

-.-

Εδώ κολλά κανονικά ένα μικρό παράρτημα με τις «φόλες» που πρέπει αποφύγει κανείς πάση θυσία από το παζάρι. Αλλά φροντίζω ασυνείδητα να αποβάλω τις τραυματικές στιγμές και δεν έχω συγκρατήσει πολλές.

Θέση σε μια τέτοια λίστα θα είχε πχ «η Δίκη των Πρωθυπουργών» (του μακαρίτη Διακομανώλη), που ήθελε ίσως να γράψει κάτι έξυπνο κι αλληγορικό για τη σύγχρονη Ελλάδα, αλλά θριαμβεύουν τα αφόρητα κλισέ, η κακή έμπνευση και η έλλειψη φαντασίας.

Ακόμα χειρότερο είναι το αστυνομικό «ο Παπαγάλος πέταξε», που δίνει σημεία γραφής από το όνομα του πρωταγωνιστή (Φάνης Ντούρος) και συνεχίζει ακόμα πιο δυναμικά ντούρα, με παιδική πλοκή και παρεκβάσεις για θέματα -πχ η χρήση των social media- χωρίς λογοτεχνικά προσχήματα, που μοιάζουν με εκθεσούλες δημοτικού...

Το «πόσες λέξεις;» της Όλγας Σελλά (εκδόσεις Στερέωμα) είναι μια αναδρομή στα χρόνια της στην Καθημερινή και το πρόσφατο παρελθόν της χώρας, πολιτιστικό πρωτίστως -που είναι και ο κλάδος του ρεπορτάζ της- και γενικώς. Ο έξυπνος τίτλος (φετίχ για την παλιά γενιά της δημοσιογραφίας) και το θέμα υπόσχονταν κάτι ενδιαφέρον και ο τρόπος γραφής δεν είναι κακός. Το βιβλίο δε θα είχε θέση εδώ, αν δεν ήταν απογοητευτικό, πολιτικά μιλώντας. Η Σελλά είναι/ήταν της «αριστεράς και της προόδου», διηγείται κάποια ωραία ανέκδοτα -πχ για τους εκδότες που ταξίδευαν σε διεθνή φεστιβάλ και έκλειναν τη βραδιά τους με αντάρτικα τραγούδια- αλλά η συνείδησή της ακολουθεί τις υλικές απολαβές της και -πολιτικά- τη θλιβερή πορεία της ΔΗΜΑΡ. Απ’ τον Δεκέμβρη του '08 κρατά μόνο τα μπάχαλα κι ότι δυσκολευόταν να γυρίσει σπίτι της, από τις μεγάλες πορείες των επόμενων χρόνων κρατά τη Μαρφίν και ότι οι απεργίες έκλειναν τα θέατρα... και εμείς κρατάμε ότι ξόδεψε τελικά πάρα πολλές λέξεις για να μας πει ότι έγινε σφουγγοκωλάριος της εξουσίας.

-.-

Αν η λίστα με τις προτάσεις έχει πολύ... νουάρ χρώμα, είναι συνειδητή επιλογή. Δε νομίζω ότι η βάση του μπλοκ περιμένει από μένα να της υποδείξω τα προφανή: τον πάγκο της «Σύγχρονης Εποχής», το εκδοτικό «Εντός» με τα απομνημονεύματα πολλών αγωνιστών της Δρακογενιάς -όπως του Τσέκερη-, τον πάγκο του «Αλφειού» με τους τόμους των ΚΟΜΕΠ του Μεσοπολέμου, της Αντίστασης και του Εμφυλίου ή τα βιβλία του Βραχνιάρη για τη Θεσσαλία (Κιλελέρ, εξέγερση Τρικάλων κ.ά.). Και τις προλεκάλτ εκδόσεις «Ειρήνη», όπου βρίσκεις πχ αυτοβιογραφικά βιβλία του Χόνεκερ και του Κάνταρ, με συλλεκτικά προλογικά σημειώματα του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κάρολου Παπούλια -γιατί τέτοια ήταν εκείνη η εποχή...

Ή επίσης -για να μη λέω μόνο τα δικά μας- την «Πλατεία Μπελογιάννη -πρώην Ομονοίας» του Αλεξάτου από το ΚΨΜ, που απαντά στο άθλιο «Πλατεία Λένιν, πρώην Συντάγματος» του Δ. Φύσσα. Τις «μαρτυρίες από τη γερμανική επανάσταση» του Βίκτορ Σερζ, από red marks. Ή τις αναμνήσεις του Μπενά από διάφορες εποχές («του Εμφυλίου», «της Δικτατορίας» κτλ). Και διάφοροι τόμοι «Αρχειοτάξια», με ενδιαφέρουσες θεματικές (το ’56 ή το ’89) και σκοπιά που είναι ασφαλώς απέναντι. Ή παλιά τεύχη «Άνθη του Κακού», για την «αλητεία» και το συλλεκτικό του πράγματος. Ή μια έκδοση της ΔΟΕ για τα 100 χρόνια από την Οχτωβριανή με παλιές σοβιετικές αφίσες (όπως αυτές στην αρχική φωτό -και ανάμεσά τους η πασίγνωστη με την κοπέλα που φωνάζει: ΒΙΒΛΙΑ!). Και πολλά άλλα που ξεχνάω...

Αντ’ αυτού, για να είναι "πλήρης" ο κατάλογος, θα συμπληρώσω μερικούς ακόμα τίτλους, που ήταν είναι φετινές προτάσεις -αλλά όχι απαραίτητα προτάσεις, γιατί δεν πρόλαβα να τα διαβάσω όλα.

Πχ μια συλλογή διηγημάτων, στίχων και κόμικ αναγνωστών του Red n Noir, εν μέσω καραντίνας, που αποτυπώνει την πρώτη πρόσληψη της πανδημίας, τη νοοτροπία και τις αντιδράσεις ενός υποψιασμένου θεωρητικά κόσμου με κινηματικές αναφορές. Δεν είναι αξιόλογα όλα τα δείγματα γραφής, αλλά έχει και μικρά διαμαντάκια, όπως το διήγημα «τηλεφωνικό σεξ» με τις dominatrix κοπέλες που στέλνουν τους υποτακτικούς πελάτες τους στο γκούλαγκ...

Το αφιέρωμα του «Μετρονόμου» στον Λοΐζο έχει πλήθος στοιχείων και μαθαίνεις πάντα λεπτομέρειες που σε εκπλήσσουν, όπως ότι η αντίφα Καίτη Γαρμπή έχει τραγουδήσει (και δισκογραφήσει) το «πασαπόρτι»: μη βροντοχτυπάς τις χάντρες... Ή ότι ένας απ’ τους δίσκους του Λοΐζου δεν κυκλοφόρησε από δισκογραφική εταιρεία, αλλά από την ΕΣΑΚ (!), δηλαδή τη συνδικαλιστική μας παράταξη στον ιδιωτικό τομέα! Απίστευτη εποχή...

Σημειώνω και την αυτοβιογραφία της παλαιστίνιας αγωνίστριας Λέιλας Χαλέντ «Ολαός μου θα ζήσει» (εκδόσεις Ασυνέχεια). Και κρατάω κάβα τα υπόλοιπα -μην ξεφύγει και άλλο σε έκταση το κείμενο- επιφυλασσόμενος για μια άλλη παρουσίαση. Όχι πως θα είναι όλα καλά, αλλά λειτουργεί ο νόμος των μειωμένων προσδοκιών, όπως με τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα.

Και τα μισά απ’ όσα πήρα να είναι καλά...

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2025

Όταν θα πάω κυρά μου στο παζάρι

Κουλτούρα είναι να λες τα ζουμπούλια ασφόδελους, λέει νομίζω κάπου ο Αρκάς στον Καλό Λύκο του, πριν γίνει ποιμενικός κυβερνητικός. Και να λες το παζάρι βιβλίου «Bazaar», θα πρόσθετα εγώ, για να μην προσβάλλεται η αισθητική της διανόησης. Το βιβλιοπάζαρο στην Κλαυθμώνος δεν έχει πολλή διανόηση, παρά μόνο πλέμπα -στην οποία κατεξοχήν απευθύνεται. Έχει όμως την αγγλική μετάφραση του «Καλού Λύκου» -που αξίζει ένα ξεφύλλισμα, απλώς για να δεις πώς αποδόθηκε το λογοπαίγνιο «λαγοί με πετραχήλια»-, σε μια γωνιά με παλιά τεύχη «Κόρτο Μαλτέζε» και «Έρικ Καστέλ». Κι έχει το πλεονέκτημα να μην ντρέπεται για αυτό που είναι και να το δηλώνει ευθαρσώς: παζάρι. Κι ας μην έχει επιπλέον παζάρεμα στο τέλος -τόσα δίνω, πόσα θες, θα μας κάνετε μια καλύτερη τιμούλα;

Κι αν κάποιοι φτωχικό το βρίσκουν το παζάρι, δεν τους γέλασε. Ακολουθούν μερικά σημεία που το αποδεικνύουν (;).

-.-

Προχωράς με πλάγια βήματα, παράλληλα με τους πάγκους, σαν καβουράκι πλάι σε μια θάλασσα βιβλία, με ασαφή όρια, όπου μόνο το έμπειρο μάτι διακρίνει τις αλλαγές από εκδοτικό σε εκδοτικό. Ξεκουράζεις το βλέμμα σου στο απέραντο γαλάζιο, τους τίτλους και τα παρδαλά εξώφυλλα, ώσπου ξαφνικά. ΣΚΑΤΑ! Πέφτεις πάνω σε φασιστοβιβλία -έθνος, τιμή, όλη η αλήθεια για τους κομμουνιστές- και φεύγεις αηδιασμένος, σα να έχει πατήσει σκατά και λάσπες, η σιχασιά στο βλέμμα, θες να ξεπλύνεις τα μάτια σου.

Αλλά ας είμαι ειλικρινής. Θα διηγηθώ μια ένοχη αηδία -στον αντίποδα της ένοχης απόλαυσης. Κι εγώ έχω διαβάσει πχ το «ποιος σκότωσε τον Νίκο Τεμπονέρα», βγαλμένο απευθείας από την πηγάδα με τα κονσερβοκούτια, που λέει τον Καλαμπόκα εξιλαστήριο θύμα, τον Κοντογιαννόπουλο «οπορτουνιστή», τον Ράλλη «Κερένσκι», τους Πασόκους συντροφοσυνοδοιπόρους και «εξηγεί» πως ο Τεμπονέρας σκοτώθηκε στη διάρκεια επίθεσης ακροκουκουέδων εναντίον μιας ειρηνικής ομάδας Οννεδιτών -sic. Συγγραφέας είναι ο Μιχάλης Αρβανίτης, συνήγορος υπεράσπισης του Καλαμπόκα, που στη συνέχεια έγινε βουλευτής της χρυσής αυγής -κοίτα να δεις κάτι συμπτώσεις στην ακροδεξιά πολυκατοικία. Κι εγώ το πήρα, γιατί το είχα βρει κάποτε στο παζάρι, με παρέσυρε ο τίτλος και δεν ήξερα -ακόμα- τι είναι το εκδοτικό «Πελασγός», αν και θα έπρεπε να το υποψιαστώ από το όνομα. Τουλάχιστον έγινα σε κάτι σοφότερος βαφτίζοντας «πείρα» το λάθος μου.

-.-

Αν το σκεφτείς, πάντως, είμαστε μια φρικτή μειοψηφία, που σε λίγα χρόνια θα προκαλεί φρίκη στο αμύητο κοινό: ίου, διαβάζεις βιβλία

Βγάλε πχ όσους έχουν αλλεργία με το διάβασμα, όσους το έχουν άρρητο τάμα να μη διαβάσουν ποτέ, αυτούς που θέλουν αλλά λιποθυμάν στην ιδέα. Αυτούς που έχουν διάσπαση προσοχής από τις οθόνες, που δεν μπορούν να διαβάσουν πάνω από 280 χαρακτήρες ή ένα ποστ στο ΦΒ -κατά προτίμηση σε χρωματιστό πλαίσιο, με μεγάλα γράμματα. Αυτούς που είναι τσακισμένοι από κούραση και δεν μπορούν να διαβάσουν ούτε υπότιτλους σε ταινία, πριν κλείσουν τα μάτια τους. Αυτούς που παίρνουν βιβλία για διακοσμητικά στο νέο τους έπιπλο. Και αυτούς που ψηφίζουν από θέση αρχής μπουρδελότσαρκα αντί για βιβλιότσαρκα.

Κι ύστερα το τηλεοπτικό ποίμνιο που διαβάζει μόνο ό,τι έχει βγει σε τηλεοπτική σειρά -κι εγώ έκανα το λάθος να δοκιμάσω τις «17 Κλωστές», μη βαράτε-, τον στρατό πιστών Μαντά και Δημουλίδου. Όσους ψωνίζουν βιβλία για χόμπι (μαγειρική, αλιεία και μπριτζ) -μακρινοί συγγενείς του ανθρώπου και των αληθινών βιβλίων. Όσους λιμπίζονται βιβλία κατάλληλα για προσάναμμα στο τζάκι του Πέπε Καρβάλιο, για να «μάθουν τι μας κρύβουν» -Πελασγός, Λιακόπουλος κτλ.

Βγάλε μετά όσους υποτιμούν το νουάρ-νεοπολάρ, τον έξυπνο σαρκασμό και ό,τι δεν είναι ακατανόητο, βαρύ και ασήκωτο, για μικρά, εκλεκτά κοινά, βγάζω κι εγώ εμένα από όσα δεν εκτιμώ ή δε φτάνω ως νόημα. Τι μένει στο τέλος; Ούτε ένας στους είκοσι -μια ζωή στο 5% θα είστε! Συνηθισμένα τα βουνά -είτε είναι τα ψηλά του Ζαχαρία, είτε μαγικά σαν του Μαν. Αν θέλεις κάποιον να εκπέμπει στο ίδιο ανανγωστικό μήκος κύματος, είναι σα να ψάχνεις εμμονικά ψύλλους στα άχυρα ή το άλλο σου μισό ή μια ώριμη επαναστατική κατάσταση. Και αν θεωρείς τη φυλή των βιβλιόφιλων ενιαία και αλληλέγγυα, είναι σα να βλέπεις ένα ενωμένο έθνος, χωρίς τάξεις και διακρίσεις.

-.-

Μπαίνοντας στο παζάρι, επιλέγεις μικρό ή μεγαλύτερο (τροχήλατο) καλάθι για να στοιβάζεις τα προϊόντα -ενώ σκέφτεσαι μήπως χρειαζόσουν καρότσι, να χωρά και ένα παιδί -και τα βιβλία τα έχεις όλα σαν παιδιά σου. Βγαίνοντας κρατάς τον σεκιουριτά στην έξοδο ως τελευταία εικόνα, ενώ γυρίζεις κεφάτος, με σακούλες ψώνια ανά χείρας. Προβληματίζεσαι γιατί όλα γύρω μας θυμίζουν σούπερ-μάρκετ, αν οι εκπτώσεις στην τιμή επιδρούν διαλεκτικά στο περιεχόμενο. Αναρωτιέσαι αν έγινες αυτό που κορόιδευες, καταναλωτικό ον, κι αν δικαιούσαι μια ένοχη απόλαυση -όπως όλοι οι άλλοι. Πριν σε πνίξουν οι ενοχές, βρίσκεις σανίδα σωτηρίας στη λογική: Όχι, διάολε! Τα βιβλία στη χώρα μας είναι πανάκριβα χωρίς λόγο, και όλοι πάνε «Πολιτεία» ή όπου αλλού σπάει η ενιαία τιμή, μετά το 18μηνο -ανώτατο όριο προφυλάκισης και βιβλιοκράτησης. Και αν, για μια φορά στα χρονικά, συμπίπτουν τα συμφέροντα παραγωγού και καταναλωτή, δε χρειάζεται να έχεις τύψεις και γι’ αυτό. Στην τελική, αν είναι να μας βγει κάπου καταναλωτικό ένστικτο, ας είναι για τα βιβλία.

-Ναι αλλά θα τα διαβάσεις όλα αυτά;

Πολύ καλή ερώτηση, προχωράμε στην επόμενη. Κάπου το έχει απαντήσει πειστικά ο Έκο αυτό, για την πρακτική αξία των αδιάβαστων βιβλίων, αλλά ας μην καταφύγουμε σε τσιτάτα. Στην τελική δεν έχει σημασία. Είναι κάπως σαν το δημόσιο χρέος, το χρέος της Μπαρτσελόνα ή το χρέος στη ζωή (και τον Λαμπράκη). Σημασία δεν έχει να το ξεπληρώσεις εντελώς, αλλά να εξυπηρετείται. Δεν πειράζει να μεγαλώνει δίπλα σου η στοίβα με τα αδιάβαστα, αρκεί να συνεχίζεις κανονικά τις δόσεις σου και να διαβάζεις συνεχώς.

Η ενιαία τιμή είναι σοβαρό ζήτημα -το αντιλαμβάνεσαι πχ όταν βρίσκεις στην Πολιτεία την Κομεπ πιο φτηνά από ό,τι την παίρνει ένας συνδρομητής. Αλλά το βασικό πρόβλημα με τα βιβλία είναι η έλλειψη κουλτούρας δανεισμού και δημόσιων βιβλιοθηκών που να τον ενθαρρύνουν. Το αμέσως επόμενο πρόβλημα είναι τα βιβλία που δανείζεις σε συντρόφους αλλά δε στα επιστρέφουν ποτέ -όχι επειδή τα διάβασαν απαραίτητα- και σε κάνουν να χάνεις την πίστη στους ανθρώπους. Όλα αυτά δε θα γίνονταν ποτέ όμως στη Σοβιετία, που ήταν ο παράδεισος του βιβλίου, με χιλιάδες τίτλους σε τιράζ με εκατομμύρια αντίτυπα, εκατοντάδες δημόσιες δανειστικές βλβιοθήκες και εκπαιδευμένο κοινό, που κρατά μέχρι σήμερα τις αναγνωστικές του συνήθειες.

-.-

Δε βαρέθηκες, κάθε χρόνο, να πέφτεις στα ίδια βιβλία;

Μα δεν είναι ακριβώς τα ίδια. Ποτέ δεν μπαίνεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι και στο ίδιο παζάρι. Αλλάζουν κάποιοι τίτλοι, κάποιοι εκδοτικοί, κάποιοι υπάλληλοι αλλάζουν τις θέσεις τους στον πάγκο, για να έχεις άλλη εικόνα κάθε φορά. Αλλάζουμε και εμείς οι ίδιοι, από χρόνο σε χρόνο, διευρύνουμε τα γούστα και τους ορίζοντες, βρίσκουμε νέα ενδιαφέροντα, παίρνουμε κάτι που άλλες χρονιές δε θα μας είχε κάνει εντύπωση, αλλά τώρα παίρνεις την απόφαση να δοκιμάσεις κάτι καινούριο, διαφορετικό.

Κι ύστερα πας να το βάλεις στη βιβλιοθήκη, φτάνεις στο ράφι με το είδος του και βλέπεις μπροστά σου το αντίτυπο που είχες πάρει πέρσι κι αναπαύεται αδιάβαστο, μέχρι να το πιάσεις στα χέρια σου. Και τώρα έχεις δύο -και την ευκαιρία να κάνεις ένα «αυθόρμητο» δωράκι σε κάποιον τυχερό φίλο, ή ένα give away (αν ήσουν περσόνα-ινφλουένσερ). Ανάθεμα το παζάρι, τα ίδια και τα ίδια φέρνει κάθε χρόνο...

-.-

Πάντα, κάθε φορά, κάποιος θα σκεφτεί το ίδιο: ας το αφήσω εδώ και αν είναι, γυρνάω να το πάρω αργότερα.
Για να ανακαλύψει πώς εφαρμόζεται ο νόμος του Μέρφι στην πράξη και να μην το βρει ποτέ. Εκτός και αν έχει σκεφτεί να πετά πετραδάκια πίσω του. Ή άλλα βιβλία, που δε θα αγόραζε ποτέ. Ή άλλους επισκέπτες που μπαίνουν στον δρόμο του -ας φανούν επιτέλους σε κάτι χρήσιμοι. Ή αν μπορούσε να μαρκάρει τις γωνίες, σαν σκυλάκι.

Υπάρχει και εξελιγμένη εκδοχή: δε θα το πάρω φέτος, κάθε χρόνο εδώ το βλέπω, το παίρνω άλλη φορά. Και μετά δεν το ξαναβρίσκεις ποτέ.

Είναι μάλλον συλλογική ευθύνη, κάρμα που πληρώνουμε για όσους βάζουν βιβλία στο καλάθι τους, στην πορεία μετανιώνουν και τα αφήνουν στην τύχη, στον πρώτο πάγκο που θα βρουν, γιατί βαριούνται να γυρίσουν πίσω ή να ρωτήσουν έναν υπάλληλο και προτιμούν να κάνουν δύσκολη τη ζωή του. Καλά να πάθουμε...

-.-

Σήμερα είναι η μέρα του Βαλεντίνου, που είναι μια εμπορική βλακεία, όπως κάθε πτυχή της ζωής μας, ακόμα και τα βιβλία. Αλλά για ποιον θα μιλήσεις, σε μια μέρα αφιερωμένη στον έρωτα, αν όχι για διάβασμα, έντυπους μαγικούς κόσμους και ταξίδια πάνω σε σελίδες; Σύντροφοι ερωτικοί, που δε θέλουν καν μονογαμία και αποκλειστικότητα. Όσο ταξιδεύεις, πλουτίζεις σε γνώσεις και συναίσθημα, έχεις περισσότερα να μοιραστείς -χωρίς να τα χάνεις. Και δε θα χαθούν ποτέ στα γρανάζια του διαδικτύου (e-book, tinder και άλλες εφαρμογές).

Και αν ο έρωτας είναι συνώνυμο της επανάστασης, τα βιβλία σίγουρα δεν μπορούν να την φέρουν. Τι θα ήταν όμως χωρίς αυτά όσοι ονειρεύονται την επανάσταση και ο κόσμος που θέλουμε να φτιάξουμε;

Το νόημα όλων των παραπάνω ήταν να γίνουν εισαγωγή για συγκεκριμένες βιβλιοπροτάσεις από το παζάρι. Καλύτερα όμως να μην τις στριμώξω σε μια παράγραφο ως υστερόγραφο -έχει δίκιο ο σφος που λέει ότι πλατειάζω. Εκτός απροόπτου, θα τις δούμε αναλυτικά στο επόμενο κείμενο. Ένα βιβλίο είναι λίγο, πολύ λίγο...

-.-

Δηλώνω υπεύθυνα πως το «κυρά μου» στον τίτλο δεν έχει υπονοούμενα για την επικαιρότητα και την Κωνσταντοπούλου, που πήγε να παίξει το χαρτί του «σεξισμού» απέναντι στον Παφίλη -φαντάσου πόσα αντίστοιχα σκηνικά θα εφεύρισκε η Αχτσιόγλου, αν είχε εκλεγεί στον ΣΥΡΙΖΑ. Και -αν κατάλαβα καλά- υπονόησε πως το ΚΚΕ δεν ήταν καν στην κυβέρνηση του βουνού -θα είχε δίκιο αν το έλεγε πχ για την κυβέρνηση Τζαννετάκη, που ήταν υπουργός ο πατέρας της, αλλά εδώ ψάξε βρες το νόημα.

Είναι τρομερό πώς τα εξαρτημένα αντανακλαστικά στο αριστεροχώρι καθιστούν συμπαθή τη Ζωή -που δε δηλώνει καν αριστερή. Ή πως υπάρχει κόσμος που θεωρεί αντίπαλο δέος της ΝΔ μια πολιτικό που υπερψηφίζει τα Ωνάσεια, στοχοποιεί το ΚΚΕ και κάνει μήνυση στην Κανέλλη, διαλέγοντας αντίπαλο εν όψει της απεργίας για το έγκλημα των Τεμπών -για την οποία το κόμμα της δεν κάνει το παραμικρό. Και η οποία θα είχε εύκολα μια θέση στη φασιστο-Νίκη, αν ξεμείνει από ψήφους το δικό της...

Κι είναι επίσης απορίας άξιο πώς τα κανάλια, που αγνοούν συστηματικά τον ΓΓ και τις θέσεις του κόμματος, τώρα ζητούν ένα δικό του σχόλιο για την Κωνσταντοπούλου και ήθελαν να στείλουν κάμερες στη «Σύγρονη Εποχή» -στην παρουσίαση της συλλογής του Γουλιάμου- για να πάρουν δηλώσεις από τον Κουτσούμπα.

Ποιος είπε πως τα συστημικά κανάλια δεν αγαπούν το καλό βιβλίο;

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

Νεφελοκοκκυγία

Αν είναι η έλλειψη παιδείας και καλλιέργειας αμαρτία, τότε όλοι σχεδόν είμαστε το κατά δύναμιν αμαρτωλοί κι εγώ βουτηγμένος σε αυτή, σαν δάχυλο στο κουτί με τη Μερέντα. Αν μη τι άλλο οφείλουμε να το κρύβουμε, ακόμα και με την έννοια της (αυτο)περιφρούρησης, αλλά τα blog υπάρχουν για να λέμε ό,τι θέλουμε, αρκεί να μην το φωνάζουμε με λατρεία, κεφαλαιογράμματη γραφή (τα caps lock, μάνα) και χοντράδες.

Λοιπόν, θα το πω και αμαρτία ουκ έχω -απλώς έχω παραδοθεί σε αυτήν. Δε με αγγίζουν οι αρχαίες ελληνικές τραγωδίες. Δεν έχω το επίπεδο και τα εφόδια για να το καταφέρω -το λέω και ξαλαφρώνω. Μπορώ να καταλάβω ότι πιάνουν ενδιαφέροντα θέματα, στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, και πόσο εντυπωσιακό είναι ότι τα έθεταν στην εποχή τους, πετυχαίνοντας μια θαυμαστή διαχρονικότητα. Αλλά είναι ελάχιστες οι φορές που ένιωσα να πλουτίζω εσωτερικά βλέποντας μια αρχαία τραγωδία, από αισθητική άποψη ή από τους προβληματισμούς που έμπαιναν. Μιλάω πάντα για τον κανόνα -κι οι λιγοστές εξαιρέσεις τον επιβεβαιώνουν.

Ίσως να ευθύνεται και ο τρόπος που ανεβαίνουν στη σκηνή -η σκηνοθετική προσέγγιση, ο φορμαλισμός, η τέχνη για την τέχνη χωρίς «διδακτισμό» και μηνύματα, η υπερβολική προσκόλληση στο πρωτότυπο ή το ακριβώς αντίθετο (κάθε νόμισμα έχει δυο όψεις), η αυτοαναφορικότητα και τα μικροαστικά σύνδρομα, το πομπώδες παίξιμο, οι λυρικοί διάλογοι που θυμίζουν τις σειρές του Φώσκολου:

-Ω Γιάγκο, βασιλέα των Θηβών και της Τζάιαντ, είναι αλήθεια αυτό που άκουσα ή με γελούν τα αυτιά μου; Ποια μοίρα σκοτεινή όρισε να λάβω τέτοιο μαντάτο; Ποιοι θεοί καταράστηκαν την πόλη μας να ζήσει μια τέτοια μέρα; Μίλα λοιπόν, βασιλέα, με λόγια θαρρετά, σε ξορκίζω να μου απαντήσεις, αλλιώς... κοκ.

Ίσως φταίνε τα φεγγάρια, ίσως πάλι φταίω εγώ -που είναι και το πιθανότερο-, πχ ότι είμαι μάλλον βιβλιοφίλ, αλλά ούτε εκεί τα εκτιμώ όλα -δεν κατάφερα ποτέ πχ να απολαύσω τη γραφή του Τομ Ρόμπινς. Μα πάνω από όλα βαραίνουν όσα σημείωσα αρχικά: έλλειψη παιδείας, καλλιέργειας, αντίστοιχων ερεθισμάτων από το σχολικό και το οικογενειακό περιβάλλον κι όποια συλλογική ευθύνη περιλαμβάνουν αυτά -χωρίς να ελαφραίνουν την ατομική.

Παρόλα όσα, μπορώ να απολαύσω πολύ πιο εύκολα τις κωμωδίες του Αριστοφάνη. Όχι γιατί είναι πιο εύπεπτες και ευχάριστες -ως κωμωδίες- αλλά ίσως γιατί τις βρίσκω πιο σημερινές και επίκαιρες. Η Λυσιστράτη -και όχι μόνο- είναι ένα φλογερό αντιπολεμικό μανιφέστο, διαχρονικής αξίας, σφραγισμένο από την αρχέγονη ανάμνηση της χαμένης μητριαρχίας. Το ίδιο ακριβώς μοτίβο εμφανίζεται και στις Εκκλησιάζοτσες, που μπορεί να είναι μια παρωδία με αναφορές στον πρωτόγονο κομμουνισμό, περιγράφει και ψηλαφίζει όμως προβλήματα της κοινωνίας του μέλλοντος, όπου ο καθένας θα αμείβεται ανάλογα με τις ανάγκες του. Και η Νεφελοκοκκυγία στις Όρνιθες είναι η ενσάρκωση μιας τέτοιας πολιτείας, μετά την έφοδο των πτηνών στον ουρανό.

Εξαρτάται και πώς θα τις ανεβάσεις, βέβαια. Μπορεί πχ να δώσει βάρος και απόλυτη προτεραιότητα στη μορφή, την άρτια χοροθεατρική κίνηση και από την ουσία του έργου να καταλάβεις πως ο Αριστοφάνης καταγγέλλει τους πολιτικούς και τα λαμόγια -όπως ο Μπινιάρης στους περσινούς του Όρνιθες, με Παπασπηλιόπουλο και Χρυσοστόμου.

Στον αντίποδα, ο Κακλέας μπορεί να μην έχει πάντα το πιο εύστοχο κριτήριο, φροντίζει όμως να φεύγει ο θεατής με αρκετή τροφή για σκέψη -κι αν είναι λίγο μασημένη, δεν πειράζει. Το απέδειξε και πέρσι στον Πλούτο του, όπου ο διάλογος με τις 4 εκδοχές της Πενίας πχ μπορεί να σε οδηγήσει σε προεκτάσεις για την ταξική συνείδηση -αν τη γεννά η φτώχεια, η πείνα και η κρίση ή αν είναι σύνθετη και πολυπαραγοντική έννοια. Κι αν η παράβαση - μπρεχτική αποστασιοποίηση που επιχείρησε στο τέλος άξιζε ίσως καλύτερης τύχης από την ιστορικό Ευθυμίου (την αδελφή του Πέτρου), μας αποζημίωνε μουσικά με τον (έναν) Χατζηφραγκέτα ή τους στίχους του Τελευταίου Καλεσμένου.

Γιατί ο σεβασμός στην ουσία απαιτεί πειραματισμούς στη μορφή και τη μεταφορά του περιεχομένου στην εποχή μας.

-.-


Αν οι κωμωδίες του Αριστοφάνη είναι ένας θησαυρός -έστω μερικώς σωσμένος- της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, η διασκευή - μεταφορά τους σε κόμικ από το δίδυμο Αποστολίδη-Ακοκαλίδη είναι σαν σταγονίδια από το αθάνατο κρασί της μεταπολίτευσης, χρονοκάψουλα ανεκτίμητης αξίας και αναπόσπαστο απόσπασμα της κλασικής παιδείας που πρέπει να έχει κάθε παιδί -και ας μη σκαμπάζει τίποτα από αρχαίες τραγωδίες.

Οι Ιππείς πχ είναι μια μεγαλοφυής διασκευή-σάτιρα του δικομματικού παροξυσμού της εποχής με τις βάτες και των πολιτικών προεκλογικών συγκεντρώσεων πανηγυριών με τα σημαιάκια, τον μεταφερόμενο όχλο με τα πούλμαν κτλ. Ό,τι πρέπει να ξέρει / διαβάσει κάποιος που δεν έζησε την παραφροσύνη της περιόδου ή έστω τον απόηχό της.

Η κεντρική ιδέα -ότι τον δημαγωγό, φιλοπόλεμο Κλέωνα μπορεί να τον νικήσει μόνο κάποιος χειρότερός του που να τον ξεπερνά στα κουσούρια και τις βρωμιές του- μεταφέρεται στον σύντομο εικοστό αιώνα και τη δεκαετία του ’80, για να σατιρίσει το τότε αναδυόμενο δίδυμο Ανδρέα-Μητσοτάκη. Κι αν πίσω από τις λεπτομέρειες κρύβεται ο διάβολος της επάρατου Δεξιάς και πιθανόν μια συμπάθεια στον «εθνάρχη» Κώτσο -που προετοίμασε τον θρίαμβο της Σφακτηρίας-ΕΟΚ αλλά τον καπηλεύτηκε ο Ανδρέας ως Κλέων- δεν πειράζει. Στην τελική, και ο Αρίστος με τη συμμορία των αρίστων ήταν (αριστοκρατικούς-ολιγαρχικούς) αλλά αυτό δε μείωσε την αξία του έργου του. Κι όλα αυτά δείχνουν καλύτερα το κλίμα της εποχής και του ριζοσπαστικού της πνεύματος, που κάποιοι το είπαν χρυσό αιώνα χρυσή δεκαετία με τις βάτες και άλλοι αριστερή ιδεολογική ηγεμονία, ενώ κάποιοι άλλοι Κεκράκτες το περιφέρουν σήμερα, άταφο νεκρό, σαν μπαμπούλα για τον όχλο των νοικοκυραίων που τους ψηφίζει.

-.-

Το βιβλίο του Anthony Doerr «Νεφελοκοκκυγία» έχει συγκεκριμένες αρετές -στην περιγραφή των τοπίων και του κλίματος μιας άλλης ιστορικής εποχής- χωρίς να κάνει εν τέλει τη διαφορά. Ένα από τα μηνύματα του βιβλίου -να εκτιμάμε αυτό που έχουμε, αφήνοντας τις χιμαιρικές αναζητήσεις- μοιάζει ενδιαφέρον αλλά έχει και αντιδραστική ανάγνωση -να πάψουμε να αναζητούμε την ουτοπία, την κοινωνία της αφθονίας κτλ. Η αφηγηματική ροή σπάει σε τρεις παράλληλες διηγήσεις: στο παρελθόν (η άλωση της Πόλης), το παρόν (το πρόσφατο παρελθόν που οδηγεί στο σήμερα) και ένα δυστοπικό μέλλον, όπου το είδος μας αναγκάζεται να αναζητήσει μακριά από την Γη έναν πλανήτη για να ζήσει. Κάποτε αυτό το στιλ μπορεί να ήταν πρωτότυπο, πλέον είναι τόσο κλισέ που πιθανότατα διδάσκεται στο εισαγωγικό μάθημα στα σεμινάρια «δημιουργικής γραφής». Κι αν δεν το ακολουθήσεις, ίσως να αποβάλλεσαι από τη συγγραφική κοινότητα, προς παραδειγματισμό.

Αλλά το κεντρικό μήνυμα του βιβλίου είναι κατά βάση οικολογικό, ενάντια στην καταστροφή των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος, σχετικό με την κλιματική αλλαγή και τις προοπτικές βιωσιμότητας του πλανήτη μας και του ανθρώπινου είδους. Κάτι που μας συνδέει με την τελευταία θεματική και τον επίλογο.

-.-

Κάποτε ο Βλαδίμηρος έγραφε τις «Δύο Τακτικές στη Σοσιαλδημοκρατία», που είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες μπροσούρες του και ας έχουν αλλάξει πολλά έκτοτε -πχ το τι ορίζει η έννοια της σοσιαλδημοκρατίας. Σήμερα δεν υπάρχει ακριβώς συγκροτημένο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα -κι ο πόλος που πήγαινε να δημιουργηθεί, διαλύθηκε στη δίνη του πολέμου, όπως ακριβώς και 100 χρόνια πριν, με έναν άλλο παγκόσμιο πόλεμο. Θα μπορούσε όμως να διακρίνει κανείς χοντρικά δύο προσεγγίσεις ή δύο αποχρώσεις της ίδιας προσέγγισης στο ζήτημα τις κλιματικής αλλαγής. Ας τις ανιχνεύσουμε με τη βοήθεια δύο συνεντεύξεων από δύο υποψήφιους του ΚΚΕ με επιστημονική ιδιότητα -αλλά όχι κομματική, που σημαίνει ότι δεν εκφράζουν απαραίτητα μια επίσημη θέση.

Η πρώτη είναι του Βασίλη Μπέλλου (Πολιτικού Μηχανικού και καθηγητή Πανεπιστημίου) και ορισμένοι βασικοί άξονες της θέσης του είναι οι εξής.

Η κλιματική αλλαγή είναι μια ανοησία από επιστημονική άποψη. Δεν μπορεί να οριστεί εμπειρικά, στο σύντομο πλαίσιο του βίου μας -επειδή κάποιες χρονιές είχαμε πολύ ζεστά καλοκαίρια ή δεν είχαμε χειμώνα- ούτε από τα ελλιπή μετεωρολογικά στοιχεία που συλλέτγουμε εδώ και μερικές δεκαετίες, παρά μόνο σε πολύ μεγαλύτερη χρονική κλίμακα -αρκετών αιώνων. Ο πλανήτης μας έχει μια διαδρομή πολλών εκατομμυρίων χρόνων, με τεράστιες κλιματικές διακυμάνσεις, που δεν εμπόδισαν ωστόσο την εξέλιξή του. Ο παράγοντας της υπερθέρμανσης είναι ανησυχητικός αλλά δεν έχει αποδειχτεί η σχέση αιτίου-αιτιατού: αν δηλαδή η έκλυση διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας ή αν η τελευταία προκαλείται από άλλα, φυσικά αίτια, προκαλώντας με τη σειρά της την αύξηση του CO2. Η στρατηγική της «πράσινης ανάπτυξης» είναι μονόδρομος για την ΕΕ, και δεν υπαγορεύεται από τις περιβαλλοντικές της ευαισθησίες αλλά από το συγκριτικό της μειονέκτημα σε ορυκτά και άλλους ενεργειακούς πόρους (συγκριτικά με την ΗΠΑ, την Κίνα και άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα) και από την ανάγκη να βρει μια διέξοδο το συσσωρευμένο κεφάλαιο που λιμνάζει αναξιοποίητο.

Αυτά με τηλεγραφικούς τίτλους και τον κίνδυνο να τα φτωχαίνω ή να τα διαστρεβλώνω ελαφρώς κάπου -οπότε καλύτερα να τα διαβάσετε από την παραπομπή. Η άλλη συνέντευξη είναι με τον Μάνο Σαριδάκη (αστροφυσικό διεθνούς εμβέλειας του Αστεροσκοπείου Αθηνών) αλλά η αντίστοιχη απάντηση δεν είναι το ίδιο εκτενής, συνεπώς την παραθέτω ολόκληρη.

Η υπερθέρμανση είναι χιλιοεπιβεβαιωμένη, όπως και το γεγονός ότι έχουμε μπροστά μας μια κλιματική κρίση. Και να τονίσω εδώ ότι η κλιματική κρίση χτυπάει μεν όλον τον πλανήτη, αλλά όχι με τον ίδιο βαθμό. Δυστυχώς, η ανατολική Μεσόγειος είναι από τα hot spots όπου η κλιματική αλλαγή είναι τρεις φορές εντονότερη από το μέσο όρο. Τώρα, όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι η κλιματική κρίση είναι ανθρωπογενής, δεν υπάρχει φυσική διαδικασία που να επιφέρει αλλαγές σε τόσο μικρές χρονικές κλίμακες. Αλλά αυτό που λέω συνήθως σε κόσμο που αμφισβητεί το ανθρωπογενές αίτιο, είναι το εξής: Έστω, ρε παιδιά, ότι δεν είναι ανθρωπογενής, πάλι δεν θα πρέπει να κάνουμε κάτι, πάλι δεν θα πρέπει να πάρουμε μέτρα; Δηλαδή όταν βρέχει, καθόμαστε στη βροχή να βρεχόμαστε επειδή η βροχή δεν είναι ανθρωπογενής; Άρα να συμφωνήσουμε καταρχήν ότι πρέπει να πάρουμε σοβαρά μέτρα, και τα υπόλοιπα τα συζητάμε.

Δε σκοπεύω να στριμώξω στον επίλογο τις δικές μου σκέψεις για ένα σύνθετο, πολυπαραγοντικό ζήτημα, οπότε θα περιοριστώ σε μερικά σύντομα υστερόγραφα.

Η πρώτη φορά που ήρθα σε ουσιαστική επαφή με αντίστοιχους προβληματισμούς και ανησυχίες για το μέλλον του πλανήτη ήταν διαβάζοντας την πολυδιαφημισμένη Κόμη της Βερενίκης του Γραμματικάκη. Ομολογώ ότι το τέλειωσα με αρκετά ερωτήματα και προβληματισμούς -κι ας μυρίζει ίσως Μαλθουσιανισμό το καμπανάκι που κρούει περί υπερπληθυσμού και αδυναμίας του πλανήτη μας να μας θρέψει όλους ή να καλύψει τις ενεργειακές μας ανάγκες, με τα υπάρχοντα τεχνολογικά δεδομένα τουλάχιστον. Όταν κατέβηκε υποψήφιος με το Ποτάμι του Θεοδωράκη έδειξε -πέραν κάθε αμφιβολίας- το ταξικό πρόσημο των προβληματισμών του -προσπάθησα, ωστόσο, να τους φιλτράρω και να κρατήσω τον λογικό τους πυρήνα.

-Το πολιτικό ταβάνι διαφημισμένων «κινηματικών» προσωπικοτήτων όπως η Ναόμι Κλάιν είναι τόσο χαμηλό που συναντά την Γκριν Πις και την Γκρέτα Τούμπεργκ, στην προσπάθειά της να «αλλάξει» τον κόσμο. Ακόμα και στο δικό της βιβλίο για το θέμα, πάντως, δε γίνεται να μην παραδεχτεί τις δραματικές, φυσικές κλιματικές αλλαγές του μακρινού παρελθόντος (εντοπίζοντας τη διαφορά στο ότι η τρέχουσα μεταβολή-κρίση είναι ανθρωπογενής) και τη συλλογή σχετικά αξιόπιστων δεδομένων μόλις από τον 19ο αιώνα και έπειτα. Ας σημειωθεί, παρεμπιπτόντως, ο ανεκδιήγητος ρεφορμισμός της, ακόμα και για τα αστικά δεδομένα, που καταλήγει σε ριζοσπαστικές προτάσεις του στιλ: να μην τρώμε κρέας -έστω δύο φορές τη βδομάδα- ή να μειώσουμε την αύξηση της υπερθέρμανσης κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου -αντί για 2 όπως προβλέπεται- μες στις επόμενες δεκαετίες, με στόχο όχι απαραίτητα να σταματήσουμε αλλά να καθυστερήσουμε έστω την αλλαγή...

-Το ΚΚΕ οφείλει -στον εαυτό του, όχι σε εμάς- να είναι και να φαίνεται τίμιο, σαν τη γυναίκα του Καίσαρα, για να σπάσει το εδραιωμένο σε ορισμένους κύκλους στερεότυπο ότι αδιαφορεί για το περιβάλλον ή ότι μια επανάληψη -με καλύτερους όρους- του σοβιετικού πειράματος θα βασιζόταν στον λιγνίτη μέχρι να σβήσει ο ήλιος, θα κατέστρεφε εκ νέου την Αράλη κοκ.

Κατά τη γνώμη μου, δε χρειάζεται αμηχανία αλλά επιθετικός επικοινωνιακός λόγος και πρωτοβουλίες. Να μην αφήσουμε την οικολογία σε αστικά χέρια και πράσινα άλογα. Να αναδείξουμε πως ο πλανήτης κινδυνεύει, ότι δεν τον καταστρέφει ο άνθρωπος -γενικά και αόριστα- αλλά το κέρδος, ότι η περιβαλλοντική καταστροφή δεν είναι ανθρωπογενής αλλά... «καπιταλογενής» κι ότι η επανάσταση δεν είναι απλά μονόδρομος αλλά επιτακτική ανάγκη, αν θέλουμε να έχουμε οποιοδήποτε μέλλον -ακόμα και αν δε μας αρέσει η περιγραφή των κομμουνιστών για την κοινωνία του μέλλοντος.

Ας μείνουν αυτά ως βάση συζήτησης και αν υπάρχει λόγος, συνεχίζουμε.