Στην αρχή πήραν το αμάξι. Εκείνο όπου
είχαν διανυκτερεύσει ένα βράδυ, τον περασμένο
Αύγουστο, γιατί η φωτιά ήταν έξω από το σπίτι
τους. Το αρχικό σχέδιο ήταν να πάνε Κηφισιά και
από εκεί ηλεκτρικό για Ομόνοια.
-Άδειοι είναι οι δρόμοι, είπε ο οδηγός. Πάμε καλύτερα μέχρι Πανόρμου.
Καλή ιδέα, την είχαν κι άλλοι. Ο πρώτος συρμός περνά γεμάτος, ο δεύτερος φίσκα, και ο τρίτος διερχόμενος -μία από τα ίδια. Ο επόμενος δεν τους βρήκε εκεί, το πήραν με τα πόδια. Ως το Μέγαρο είχαν φτιάξει μια μικρή πορεία, βασικά με οργανωμένους του ΠΑΟ -θρησκεία -θύρα 13, δεν ήτανε ατύχημα ήταν δολοφονία.
Έφτασαν με το ζόρι στα Λουλουδάδικα. Τους πήρε μιάμιση ώρα να βρουν κάτι φίλους στην άλλη πλευρά της πλατείας. Ο δρόμος της επιστροφής ήταν άλλη μια μικρή Οδύσσεια, με αίσιο τέλος χωρίς ανατροπή. Δεν πέτυχαν πουθενά τον Πρετεντέρη για να τον πάρουν μαζί τους.
-.-
Πρωινή στάση, για καφέ και μία με κρέμα,
σε κομμάτια.
-Έφτασε.
Έφτασε κομμένη στα τέσσερα. Μικρός αναστεναγμός.
Περίμενε για τον καφέ.
-Χτες το άνοιξες;
-Γιατί, έπρεπε; θύμωσε ο άλλος.
-Όχι, ρε. Καλά έκανες. Κατέβηκες κάτω;
-Θα έλειπα εγώ; Πήρα και την κόρη μαζί.
Αλλά ήμουν άτυχος.
-Άτυχος, γιατί; Τι έγινε;
-Ήμουν άτυχος, που δεν πέτυχα πουθενά
τα μαλακισμένα με τις κουκούλες, να τους πω δυο
φωνήεντα.
-Εντάξει, τους σταμάτησαν άλλοι. Στο
τέλος μόνο βρήκαν χώρο και χτύπησαν.
-Ρε αν τους πετύχαινα, θα τους έκοβα κομματάκια,
σαν μπουγάτσα. Τους αλήτες...
(Λέξεις-φράσεις για την καρτέλα: μπουγάτσα, δυτική αλητεία, περιφρούρηση, ατυχία, τύχες στα χέρια).
-.-
-Πώς τα βλέπεις τα πράγματα;
-Επιτέλους, κάτι αρχίζει να κινείται.
-Στον κλάδο εννοείς ή γενικά;
-Γενικά. Στον κλάδο τίποτα, μαύρη μαυρίλα.
Η Ένωση δεν έβγαλε καν στάση εργασίας. Και καλά για να καλύψουν την απεργία. Όντως, πρώτη φορά που το κράτησαν -τα πιο πολλά ΜΜΕ τουλάχιστον. Αλλά αυτό δε δίνει άλλοθι στη μαυρίλα.
-Κι αν πιάνατε τους μικρούς, που βγάζουν
τη λάντζα και δεν τους καλύπτει κανείς;
-Λες να μην το δοκιμάσαμε; Αυτοί
συνήθως είναι χειρότεροι. Όσοι δεν έχουν περάσει
από αμφιθέατρα με συνελεύσεις αγνοούν τα στοιχειώδη,
είναι αδιάφοροι.
Κι η ζωή προχωρά, χωρίς να κοιτάζει τη
δική σου μελαγχολία. Και τον κλάδο σου.
Πριν φύγει, ασήμαντο υστερόγραφο.
-Κοίτα, καταλαβαίνω γιατί έπρεπε να βγάλουμε
ανακοίνωση στήριξης, χυδαία στοχοποίηση κτλ,
αλλά το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η προβολή
του και το viral, όχι το κίνημα.
-.-
Πήρε τον μάρσιπο και το αγωνιστικό καρότσι, που είναι πια βετεράνος και περνά από γενιά σε γενιά διαδηλωτών. Ζαλώθηκε τον μικρό και βγήκε έξω. Όλα κλειστά, οι δρόμοι γεμάτοι. Έφτασε στο ύψος της Ιπποκράτους, εντόπισε έναν διάδρομο διαφυγής για ώρα ανάγκης και έμεινε εκεί.
Δε θα θυμόταν τίποτα ο μικρός, αλλά θα του τα πει αυτή, όταν μεγαλώσει. Κι αν δεν τον είχε πάρει μαζί της, τέτοια μέρα, μπορεί να μην της το συγχωρούσε -αυτή σίγουρα δε θα το συγχωρούσε. Ενώ τώρα ήταν εκεί, μαζί με όλους, μέσα σε όλα όσα πρέπει να είναι. Κι ήρθαν ξανά, οικογενειακώς, την Τετάρτη, που τους πετύχαμε.
Μας έκανε τις συστάσεις με τον μικρό,
που τον κρατούσε ο πατέρας του -από εδώ τα παιδιά.
Τελικά ήθελε να μας
γνωρίσει στον σύζυγο, που τον είχαμε δει τόσες
φορές...
Είναι φορές που τα χάνεις από τη συγκίνηση. Και που η μνήμη αποβάλλει κάτι λεπτομέρειες, για να χωρέσει τα μεγάλα που ζεις εκείνη τη μέρα.
-Ιστορία, από εδώ τα παιδιά. Παιδιά, η ιστορία...
-.-
-Θα κατέβεις και σήμερα στο Σύνταγμα;
Δεν είχε εκδηλωθεί ποτέ, κρατούσε ευλαβικά το μυστικό, αλλά ήταν κοινό σε όλους. Το πρόδιδε μια δύσκολη λέξη, κάποια ειδική γνώση -πχ για τα ένσημα-, μια αδιόρατη γκριμάτσα όταν άκουγε πολλές βλακείες.
Αλλά πριν τις 28 έκανε τα αποκαλυπτήρια και δήλωσε απεργία. Ο μικρός συνάδελφος ζήλεψε, προβληματίστηκε. Ήθελε να έρθει και αυτός. Δεν ήξερε καν τη διαφορά απεργίας και άδειας -τι χάνεις, τι ρισκάρεις. Του εξήγησε μέσες άκρες. Προβληματίστηκε περισσότερο. Τον άφησε να το σκεφτεί μόνος του, χωρίς πίεση.
Τώρα αυτός ήταν που επιδίωκε κουβέντα.
Μιλούσε με ενθουσιασμό για τις εντυπώσεις
του -ωραία δεν τα ’πε ο τάδε;-, για τον απόηχο. Και για τη συνέχεια.
-Θα πας και σήμερα;
-Ναι θα πάω.
-Α, εσύ είσαι δικιά μας, της είπε γελώντας, σαν μαθητούδι.
Πόσα είχε μάθει θα φανεί, στο χειροκρότημα...
-.-
Μάθημα πιλάτες. Επιχείρηση «τύψεις»,
στη γυμνάστρια για να κλείσει.
-Μην ανοίξεις το απόγευμα. Τι πάει να
πει ως τις 3; Δεν είναι ημιαργία. Καλύτερα να ανοίξεις
Καθαρά Δευτέρα, που λέει ο λόγος.
-Λες;
Την άλλη βδομάδα, μια μικρή έλεγε την
εμπειρία της, από τη δουλειά της στο κέντρο. Ένας
παππούς ήρθε να εξυπηρετηθεί και του είπαν
ότι είναι ο τελευταίος πελάτης, γιατί θα έκλειναν.
Ο κυρ-Παντελής μέσα του εξαγριώθηκε.
-Μα πώς κάνετε όλοι έτσι για ένα απλό
ατύχημα;
Και δεν εννοούσε τη σύλληψή του.
-Είναι δυνατόν να έχουν τέτοιες
απόψεις; απορούσε η μικρή.
Και πρόσθετε μόνη της.
-Κλείσαμε για ένα τρίωρο και μετά δουλειά
ως το βράδυ.
Και ξαναπρόσθετε.
-Ντροπή, το ξέρω...
Κι άμα το ξέρεις, είναι ένα μικρό βήμα
για να το λύσεις. Αρκεί να μην τα λες μόνη/ος σου.
(λέξεις για την καρτέλα: (κάνω) πιλάτες, (κάνω) πλάτες, πιλατεύω, αυτογνωσία, ταξισυνειδησία, ΑΣΚΙ, ευελιξία, οσφυοκαμψία)
-.-
-Μα κανείς σας δεν κατέβηκε;
Όλοι έπεφταν από τα σύννεφα αυτές τις
μέρες, με γνωστούς που ούτε περίμεναν να δουν
στον δρόμο. Και μόνο εμείς ανάποδα, την τύχη μας
μέσα.
Το ένα προβατάκι δεν το κάλυπτε ο κλάδος
του -δικαιολογημένο. Το άλλο δεν το άφηνε το Σύνταγμα
να κατέβει στο Σύνταγμα. Το τρίτο δεν το άφηνε
ο γιατρός. Το παράλλο έμεινε στα κεντρικά. Το
τελευταίο -δεν μπορούσα, καταλαβαίνεις...
Όχι, δεν καταλαβαίνω. Τι να καταλάβω;
Κι όταν ήρθε η σφαγή των αμνών, η σιωπή τους ήταν ενοχή και κανένα δεν ήταν αθώο του αίματός του. Κι άντε να βρεις άκρη «ποιος το έκανε» -χουντάνιτ-, σαν τον Πουαρό στα «πέντε μικρά γουρουνάκια», προβατάκια -πες το κι έτσι.
Ελπίζω τουλάχιστον να ακύρωσαν το τραπέζι
που είχαν κλείσει για το βράδυ.
Με λένε Αρτέμη...
-.-
Έφτασα νωρίς. Δεν μπορούσα να κάνω βόλτα στην πλατεία, να εκτιμήσω το πλήθος. Δεν είχα σήμα στο κινητό να δω εικόνες στο διαδίκτυο. Ούτε είχε μεγάφωνα σε όλο το μήκος για να ακούς τις ομιλίες. Σαν κάτι αγώνες που πας γήπεδο, δεν έχεις καλή θέση, δεν πιάνεις πολλά από την εξέλιξη και θα το έβλεπες καλύτερα σπίτι, σε 55άρα οθόνη. Αλλά τι θα είχες νιώσει από τον παλμό και την ουσία, αν δεν το είχες ζήσει από κοντά;
Ζήλεψα τις εικόνες από πάνω. Αδιανόητος κόσμος! Μια πόλη-φάντασμα, στοιχειωμένο κίνημα, υγρασία και μουχλιασμένα μυαλά. Οι αναμνήσεις παίρνουν εκδίκηση, σάρκα και οστά, γίνονται λάβα, πυρκαγιά που καίει την πόλη, σαν αυτή του ’17.
Σκέφτομαι όσα αξιωθήκαμε να ζήσουμε, ξεσπάσματα, διαδηλώσεις, μεγάλες στιγμές. Οι μεγαλύτερες στα χρονικά, λένε. Και εγώ φοβάμαι και ελπίζω, λέφτερος. Να μην ήταν η κορύφωση, οι πιο όμορφες μέρες που ζήσαμε. Να μην είναι απλό στιχάκι, αλλά να το κάνουμε πράξη.
Ίσως περιμένω να γίνει μόνο του, ίσως έπρεπε να κάνω περισσότερα. Ίσως οι συνθήκες να μη μας περιμένουν μια ζωή να ωριμάσουμε. Θέλω κάτι παραπάνω, κάτι διαφορετικό, όπως όλοι -κι ας μην ξέρουν πώς θα φτάσουμε ως εκεί. Αρκεί να λύσουμε, να ξεκινήσουμε. Όχι πάμε και όπου βγει, αλλά για την Ιθάκη, που ουδέποτε μας γέλασε.
Με κόκκινο πανί ένα καράβι απ’ το ’50 έχει να φανεί. Κι η Πηνελόπη έχει κουραστεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου