Η αλεζία είναι το ελληνικό 89’ και το δίδυμο 91’, που είχε ως πρελούδιο το 68'. Και πριν την αλεζία ήταν η ζεγκόβια, που ήταν μάλλον η κατοχή και το έπος του εαμ.
Το 68΄η ελλάδα ήταν στον γύψο, και το παγκόσμιο κύμα του παρισινού μάη και των φοιτητικών καταλήψεων της ήρθε με καθυστέρηση πέντε χρόνων. Με καθυστέρηση έζησε επί ανδρέα και τις δικές της κεϋνσιανές αυταπάτες, που ήταν παραφωνία στη διεθνή κατάσταση της επέλασης του νεοφιλελευθερισμού των 80'ς κι εξαντλήθηκαν γρήγορα, με παρωδίες σοσιαλμανίας και κοινωνικοποιήσεων. Με μια δεκαετία καθυστέρηση, έζησε και το δικό της θατσερισμό, με τον μητσοτάκη, που βρήκε έτοιμο χαλί στρωμένο από πριν.
Το δικό της 68', ή τουλάχιστον μια πτυχή του, το έζησε στο εξωτερικό και τη διάσπαση με τους εσωτερικούς, στην περιβόητη 12η ολομέλεια, που μας μπερδεύει ενίοτε, γιατί δεν είναι πολύ σαφές πότε μηδενίζει το κοντέρ και ξεκινάει από την αρχή η αρίθμηση. Και γιατί σήμερα να μην είναι οι ολομέλειες το ίδιο ιστορικές και να μην έχουν αρίθμηση; Από το να έχουν πάγκαλο βέβαια, όπως είχε η 12η, καλύτερα έτσι. Κι ας μην είναι τόσο ιστορικές όπως κάποτε.
Από την πρώτη διάσπαση με τους αναθεωρητές το 68’, μέχρι τη δεύτερη το 91’, συμπυκνώνεται μια ολόκληρη ιστορική περίοδος, εξαιρετικά πλούσια σε γεγονότα και διδάγματα. Ο θρίαμβος και η παρακμή του μεταπολιτευτικού ριζοσπαστισμού. Τα δύο κύπελλα κυπελλούχων των δυο δικέφαλων στο μπάσκετ ως ορόσημα.
Μια πορεία γεμάτη αντιφάσεις. Ο καπετάν γιώτης που έζησε την παράδοση της λαϊκής εξουσίας στην βάρκιζα –αυτό ήταν το λάθος μας θα πει αργότερα σε έναν δικαστή που τον προγκούσε- κι υπέγραψε λίγο πιο δίπλα το νέο ιστορικό συμβιβασμό σε ένα γεύμα. Κάτι σαν το νικήτα που επέζησε από το στάλινγκραντ κι αγάπησε την ειρηνική συνύπαρξη. Κι ο γιος του κάππου –που έφυγε τότε (ο πατήρ), χωρίς να φύγει ποτέ επί της ουσίας- να λέει ότι η αννούλα του χιονιά και της πορτοκαλέας κρατά κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα απ' τις συνεντεύξεις που της έδωσε ο χαρίλαος τότε.
Κι η γραμμή της σοβιετίας που ήταν κι αυτή συνασπισμένη. Ειρηνικό πέρασμα και κριτική στήριξη στο πασοκ. Όταν είπα στο σκληρό διαλεκτικό ότι ο ραφαηλίδης θεωρεί τον μπρέζνιεφ έναν στάλιν χωρίς αίμα, μου απάντησε έτσι κι είπε: θα ‘θελε. (Εννοεί ο λεονίντ να έμοιαζε λίγο στο στάλιν).
Κι αυτά στο 12ο συνέδριο –που ψηφίστηκαν ομόφωνα- για αριστερή, προοδευτική κυβέρνηση, που μόνο μαρξιστικά αναλφάβητοι θα τα χώνευαν. Αλλά ο μπουχάριν αποκαταστήθηκε ένα χρόνο αργότερα κι ούτε το αλφάβητο του κομμουνισμού δεν είχαμε διαβάσει. Και στο πόρισμα με την εαρ, αντί για τζίφρα, υπογράψαμε με σφυροδρέπανο.
Και το 91’ που σημάδεψε ένα τέλος εποχής. Το τελευταίο πρωτάθλημα του άρη στο μπάσκετ. Το κύκνειο άσμα της σοβιετίας. Ο τελευταίος πολύ καλός δίσκος του παπακωνσταντίνου – και κατά άλλους ο πρώτος μέτριος, γιατί τελευταίος καλός ήταν το 89’ το χορεύω. Ο τελευταίος δίσκος με έμπνευση του χάρρυ κλυνν –όσο ήταν ακόμα κομμουνιστής, πριν ερωτευτεί τον σαμαρά και την πολιτική άνοιξη, μεταξύ άλλων. Τα πρώτα επεισόδια των απαράδεκτων. Η σύγχρονη εποχή στην αριστοτέλους –εκεί που είναι τώρα ο ιανός νομίζω- κι ο 904 να έχει τα πάντα από δίσκους, μέχρι και καρβέλα. Ενώ μετά, δέκα σιντί τον χρόνο, με αιματηρές οικονομίες και τις συνδρομές μας παξιμάδι.
Με άλλα λόγια τα ύστερα 80’ς. Μαζί με τα ύστερα του κόσμου και της ιστορίας.
Η κε του κόμματος ενημερωνόταν για τις εξελίξεις από τις εφημερίδες. Ο καθένας έγραφε τον πόνο του στην πρώτη, που ήταν κάτι σαν πρόγονος της ελευθεροτυπίας. Ο οηε έβγαζε ψήφισμα κατά του ιρακ με τη συγκατάθεση των σοβιετικών. Το κουκουσέ έβγαινε εκτός νόμου στη ρωσία! Οι κάμερες περίμεναν έξω απ’ το συνέδρίο τον ανδρουλάκη κι αυτός μόλις βγήκε άρχισε να καταγγέλλει το πραξικόπημα. Τρόμος...
Σαν το θρίλερ στην κρίσιμη ψηφοφορία για τον γραμματέα που την πήραμε με σκορ λιμόζ, 57-53. Κι αν ερχόταν ανάποδα; Παραμένει και σήμερα ένα από τα πιο αντιδιαλεκτικά κι ιντριγκαδόρικα ερωτήματα της ιστορίας.

Ντοκουμέντο από την εποχή του τρόμου
Και το βιβλίο του ανανεωτικού τριγάζη για την επίσκεψη στο οικουμενικό πατριαρχείο της μόσχας για το χρίσμα του ιούδα γκόρμπι. Περίπου όπως το 68’ που τελικά δεν τους βγήκε και στράφηκαν στον τσαουσέσκου, που μετά τον έριξε ο γκορμπατσόφ. Μύλος... (της αντίδρασης).
Ένας ηρακλής ξέρει γιατί δεν τους το ‘δωσε τελικά. Ίσως γλυκάθηκε με το αγαλματάκι του ημίθεου που του δώσαμε για το ηράκλειο έργο που επιτελούσε φορώντας την λεοντή του κομμουνιστή.
Το μπάσκετ είναι όχημα για να καταλάβει κανείς το τέλος αυτής της εποχής. Ο τελικός με την ιταλία στο ευρωμπάσκετ της ρώμης το 91, στην τελευταία παράσταση της ενωμένης γιουγκοσλαβίας, λίγο πριν αρχίσει ο εμφύλιος. Το 92’ το ολυμπιακό κίνημα καταργεί και το τελευταίο φύλλο συκής με την άρση απαγόρευσης συμμετοχής στους επαγγελματίες παίκτες κι οι αμερικάνοι εμφανίζουν την (I have a) dream-team. Οι γιούγκοι ποτέ δεν αντιμετώπισαν ενωμένοι την αμερικάνικη ομάδα όνειρο, σε μια υφήλιο εφιάλτη. Ούτε κι οι σοβιετικοί του εφιάλτη γκόρμπι άλλωστε.
Και πιο πριν το 68’. Κάτι σαν τη ρεβάνς της τασκένδης. Σε ένα sui generis κόμμα με σταλινική βάση, ζαχαριαδική κι ορθόδοξη που στην πλειοψηφία της πήγε με αυτούς που είχαν το χρίσμα των ρεβιζιονιστών. Κι αυτοί που τότε έμειναν μαζί μας, αλλά έφυγαν για να βρουν τους άλλους το 91’; Τι μπορεί να λένε για τότε κι όλα τα ενδιάμεσα, τώρα στα γεράματα που ανακάλυψαν τις μεγάλες αλήθειες της ζωής;
Το κακό είναι ότι τα ογκώδη (χίλιες τόσες σελίδες) πρακτικά της 12ης, που εκδόθηκαν το 08’ από τη σύγχρονη εποχή, κοστίζουν 40 ευρώ, ένα για κάθε χρόνο που πέρασε, κι είναι πρακτικά απλησίαστα.
Και μετά το 91; Πεθαμένες καλησπέρες. Κι άμα δω κανένα φίλο τρέχω μη με θυμηθεί. Θρυλείται ότι ο πασχαλίδης έγραψε αυτό το τραγούδι ακριβώς για τη διάσπαση κι όσα ακολούθησαν.
Κάθε διάσπαση είναι και μια διαχείριση ήττας. Καταμερισμός ευθυνών, χώρισμα στα τσανάκια μας κτλ. Οι δικές μας ήττες όμως ήταν αδύνατον να διαχειριστούν κι απλώς βλέπαμε το έδαφος να φεύγει κάτω απ’ τα πόδια μας. Και το σαράντα και το ενενήντα.
Στην ταινία οι απόντες που πιάνει αυτήν την περίοδο, λέει σε κάποιο σημείο.
Οι καλύτεροι δεν έχουν σε τι να πιστέψουν. Κι οι χειρότεροι διψάνε για νίκες. Κι έγιναν υπουργοί και πασόκοι.
Κάποιοι καλοί χάθηκαν μαζί με τους κακούς κι εσύ να λες: μα πώς γίνεται να είναι με αυτούς, αφού ψήφισαν το μάαστριχτ, πληρώνει ο λαός.
Κι οι πιο πολλοί πήγαν σπίτι τους κι εξαφανίστηκαν. Σύντροφοι που ούτε έφυγαν, ούτε διαγράφτηκαν, απλώς χάθηκαν και πήγαν σπίτι τους. Εξατμίστηκαν σαν τους αντιφρονούντες στο 84’ του όργουελ. Χάθηκαν οι οργανωτικές και δεν τους βρήκε κανείς.
Έπεσε ο ουρανός στα κεφάλια μας. Οργανωτικό κάζο, σαν αυτό επί μανιαδάκη, αλλά χωρίς τον μανιαδάκη –τα καταφέρνουμε και μόνοι μας. Σαν την οδηγία της ντουντούκας στο τέλος της πορείας: σύντροφοι διαλυόμαστε. Κι εσύ την πήρες σοβαρά...
Το όνειρό μου έκτοτε είναι να βρω μια συντρόφισσα, στη ζωή και στο κόμμα, που να τα καταλαβαίνει όλα αυτά. Κι όταν φθαρεί η σχέση μας σαν τη σοβιετία κι έρθει η ώρα να χωριστούμε σαν πρώην σοβιετικές δημοκρατίες, να της πω, είσαι για μια δωδέκατη; Κι αυτή να πιάσει το συνειρμό και να συμφωνήσει. Οπότε θα καταλάβω κι εγώ ότι είναι η γυναίκα της ζωής μου και θα της ζητήσω να παντρευτούμε.
Κι είναι κι ένα ακόμα τραγούδι που περιγράφει την κατάσταση. Άμα πεις παπακωνσταντίνου, στους εαακίτες φίλους μου, οι πιο πολλοί, λόγω ηλικίας και ιδεολογίας, εννούν το θανάση και δε σηκώνουν κουβέντα. Ούτε καν για τον πέτρο.
Απ' τον δικό μας (βασίλη) αγνοούν το καλύτερο κομμάτι της δουλειάς του στην χρυσή δεκαετία με τις βάτες, αλλά τραγουδούν με πάθος ένα στίχο από το πόρτο ρίκο. Αξίζει φίλε να υπάρχεις για ένα όνειρο κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει.
Πράγματι. Αυτό που δε μας λέει ο ποιητής είναι τι γίνεται αφού σε κάψει το όνειρο. Μέχρι τότε αξίζει να ζεις με την ελπίδα να το δεις να γίνεται πράξη. Μετά όμως; Τι κάνεις, αφού σε κάψει; Ιδού η απορία.
Μπορείς να απαντήσεις με ένα άλλο τραγούδι. Το καμένο χώμα βγάζει έτσι και πέσει μια βροχή τα ωραιότερα λουλούδια που ‘χω δει. Αλλά έξω απ' τον χορό, πολλά τραγούδια λέμε.
Εγώ σέβομαι απεριόριστα όσους χόρεψαν στο ταψί της ιστορίας και κλήθηκαν να απαντήσουν, ενώ στο μυαλό τους έπαιζε πλέι μπακ παπακωνσταντίνου (ένας είναι, σαν το κόμμα). Όλα από χέρι καμένα και τα σπίρτα μας βρεγμένα. Την χρονιά του πορίσματος με την άνοιξη (της πράγας και του κύρκου).
Το κείμενο αυτό γράφτηκε με αφορμή τη συμπλήρωση είκοσι χρόνων από την έναρξη του 13ου συνεδρίου του κουκουέ -επονομαζόμενου και γρουσούζικου. Κι αν σας φαίνεται λίγο ασυνάρτητο, είναι γιατί προσπαθεί να ακολουθήσει απεγνωσμένα το κλίμα της εποχής των ύστερων 80'ς. Αλλά αδυνατώντας να την καταλάβει, την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Περίπου όπως και με τις γυναίκες..
Υγ: ενδιαφέροντα χρονικά από την άποψη του κόμματος (είτε συμφωνεί, είτε διαφωνεί με αυτά) μπορεί να βρει κανείς στις εξής διευθύνσεις:
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=873584&publDate=15/7/2001
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=2698347&publDate=6/2/2005
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=4568998&publDate=1/6/2008
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=877465&publDate=18/7/2001
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=879629&publDate=19/7/2001
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=883412&publDate=22/7/2001
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=882689&publDate=21/7/2001
http://www2.rizospastis.gr/story.do?id=881657&publDate=20/7/2001