Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πρωτοχρονιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πρωτοχρονιά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 2 Ιανουαρίου 2015

Φοβού τους Δαναούς

και δώρα φέροντες. Τι εστί δωράκι όμως;

Στον καπιταλισμό τίποτα δεν είναι δωρεά(ν), υπάρχουν όμως πολλές δωροδοκίες. Μα δεν είναι ίδια η ρίζα αυτών των λέξεων και το νόημά τους; Όχι ακριβώς, γιατί εξαρτάται ποιος (και τι) παίρνει ή δίνει κι αν περιμένει κάτι ως αντάλλαγμα. Ένας βουλευτής πχ νιώθει κορόιδο αν δώσει δωρεάν την ψήφο του, χωρίς να του προταθεί η δωροδοκία που δέχεται ο συνάδελφός του. Αρκεί όλα αυτά να μην ξεπεράσουν κάποιο όριο κι έρθουν στην επιφάνεια. Όπως είχε πει κι ο ανδρέας επί των ημερών του, για ένα.. τίμιο στέλεχος του κινήματος –επικεφαλής δεκο αν θυμάμαι καλά: είπαμε να κάνει ένα δωράκι στον εαυτό του, αλλά όχι και πεντακόσια εκατομμύρια. Ε ναι, πάνω απ’ όλα τα προσχήματα.

Δεύτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα: το δώρο έρχεται συνήθως ως ανταμοιβή για κάτι καλό κι ωφέλιμο που έχουμε κάνει. Αν είσαι καλό παιδί μες στην χρονιά πχ, ο αϊ-βασίλης θα σου φέρει… Αν είμαστε υπάκουοι και φέρουμε σε πέρας το πρόγραμμα της τρόικα, θα βγούμε από τη στενωπό του μνημονίου. Αν επιτευχθούν οι στόχοι της επιχείρησης, θα ανταμειφθείτε με bonus –που κι αυτό μια μορφή δώρου είναι. Γιατί τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται αυτονόητο ή κεκτημένο δικαίωμα για τον εργαζόμενο, παρά μόνο κάτι που του δίνει χαριστικά το αφεντικό του. Ακόμα και το δικαίωμα στην εργασία και τη μισθωτή σκλαβιά, θεωρείται μια ευγενική χορηγία του εργοδότη, δηλ αυτού που –και κατά την ετυμολογία της λέξης- δίνει έργο, λες και το δημιουργεί ο ίδιος.
Χωρίς αυτόν, γρανάζι δε γυρνά, εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά

Δεν είναι να απορεί κανείς λοιπόν, που στη συζήτηση για την κατάργηση 13ου και 14ου μισθού, τα δώρα εμφανίζονται ως μια παράλογη επιβίωση εποχών με παχιές αγελάδες ή κάποια φιλεύσπλαχνη παραχώρηση των καπιταλιστών, που είναι ωστόσο έξω από το κλίμα των καιρών και δεν μπορεί να διατηρηθεί. Κι αν διατηρείται τελικά κουτσουρεμένο, για λίγες ακόμα εμφανίσεις, είναι για να κερδίσουν αυτοί που θεωρητικά το «δίνουν» και να πέσει χρήμα στην αγορά να την τονώσει. Γιατί κατά ένα μαγικό (αλλά ευεξήγητο) τρόπο, τα δώρα ευνοούν και πλουτίζουν κυρίως αυτόν που τα κάνει, το δωροθέτη-δωροδόκο, κι όχι πάντα τον αποδέκτη τους. Και δεν είναι όπως όταν κάνουμε μεταξύ μας δώρα, όπου το μόνο που υπερβαίνει την χαρά ενός παιδιού που παίρνει το δώρο του πχ –και όλοι γινόμαστε παιδιά λίγο-πολύ με τις εκπλήξεις- είναι η χαρά του γονιού που το έκανε και βλέπει τις αντιδράσεις του μικρού. Στην αγορά, όταν ακούς ή διαβάζεις «κερδίστε πλούσια δώρα», το τελευταίο είναι πάντα σε εισαγωγικά και αυτός που ωφελείται στην πραγματικότητα είναι ο ίδιος που καλεί εμάς να κερδίσουμε.

Στην πράξη βέβαια, τα δώρα που παίρνει ο κόσμος από την πραγματική ζωή μοιάζουν με εκείνες τις εκπλήξεις του χαχανούλη από τα στρουμφάκια, που σκάνε στα μούτρα σου μόλις ανοίξεις το κουτί με το φανταχτερό περιτύλιγμα κι ανακαλύψεις τι κρύβεται πίσω του. Αλλά ο δωρολήπτης συνεχίζει το ίδιο βιολί (του ντορεμί) με την αφέλεια της στρουμφίτας και τα νεύρα του γκρινιάρη μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση, που όλοι και όλα του τη δίνουν, αλλά στο τέλος πάλι αυτούς θα ψηφίσει, με το δρακουμέλ να καραδοκεί στη γωνία, για να δει την κόρη του (την ψιψινέλ;) πρωθυπουργό.

Ο καθένας λοιπόν εύχεται και ζητά τα δικά του δώρα για την χρονιά που μόλις ξεκίνησε. Άλλος μια καινούρια κυβέρνηση –κι εδώ κολλάει το «προσοχή στο τι εύχεστε, γιατί μπορεί να σας συμβεί» και μετά την απομάκρυνση από το εκλογικό ταμείο, ουδείς κοψοχέρης βρίσκει το δίκιο του.


Άλλοι ζητάνε εναγωνίως μια θέση σε αυτή την κυβέρνηση, ένα υπουργείο ή απλώς την ανανέωση της κοινοβουλευτικής τους θητείας. Άλλος θέλει ένα ταξίδι στον χρόνο και την επιστροφή στο μαγικό 09’ πριν από την κρίση. Ο οπαδός θέλει ένα πρωτάθλημα ή έναν επενδυτή για να μπορεί να διεκδικήσει η ομάδα του έναν τίτλο, καμιά μεταγραφή ή ένα γήπεδο –πράγματα δηλ που θα επηρεάσουν άμεσα κι απτά την καθημερινή του ζωή- και ούτε καν ένα καλύτερο πρωτάθλημα γενικώς που να βλέπεται.

Κι εμείς; Τι ρόλο παίζουμε εμείς σε όλο αυτό; Εμείς λοιπόν παίζουμε το ρόλο του κακού, που ξενερώνει τα παιδάκια και τους προσγειώνει απότομα στην πραγματικότητα, γιατί δεν υπάρχει κανείς άγιος βασίλης, για να περιμένουν κάποιο θάμα σαν ουρανοκατέβατο δωράκι, αν δεν πάρουν οι ίδιοι την τύχη στα χέρια τους. και γινόμαστε κακοί, γιατί ο παλιμπαιδισμός προκύπτει σχεδόν αυθόρμητα, ως ακατανίκητη τάση κι εσωτερική ανάγκη των μεγάλων παιδιών να πιστέψουν σε ένα μυθικό ήρωα-σωτήρα. Κι αυτό ισχύει για μια αρκετά μεγάλη μερίδα του κόσμου που βολεύεται με τα παραμύθια (που έχουν πάντα αίσιο τέλος) κι αρνείται να ωριμάσει, για να αντικρίσει κατάματα την τρομακτική πραγματικότητα (που γεννά τις τάσεις αυτής της φαντασιακής φυγής, αλλά δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ με τέτοιους όρους).


Η αλήθεια ωστόσο είναι μία αντικειμενική και γράφεται με κόκκινο –και δεν εννοώ από τη στολή του αϊ-βασίλη. Το καλύτερο δώρο που μπορούμε να κάνουμε αυτές τις μέρες και όλο τον χρόνο στους εαυτούς μας και στους άλλους γύρω μας είναι ένα: αγώνας και ταξική αλληλεγγύη.

Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

Τα κάλαντα της εξορίας

Ο πυρήνας του σημερινού κειμένου είναι παρμένος από μια ανάρτηση στην ιστοσελίδα ατέχνως, που βρίσκεται σε δοκιμαστικό στάδιο και θα κυκλοφορήσει στο διαδικτακό αέρα μες στον επόμενο μήνα. Τα αποσπάσματα που θα διαβάσετε παρακάτω είναι παρμένα από το βιβλίο του γιώργου φαρσακίδη "πολιτιστικά κι ευτράπελα από τα στρατόπεδα εξορίστων".

Καταρχάς αντιγράφω κι αναδημοσιεύω τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα των εξορίστων του αϊ-στράτη, που δημοσιεύτηκαν στο παράνομο στρατοπεδικό τους περιοδικό (και τα οποία έχουν δημοσιευτεί και εδώ από τον οικοδόμο).

Χριστούγεννα του 1948

Χριστός γεννάται σήμερον εδώ στην εξορία
αλλά με τρόπο ανώμαλο και με ταλαιπωρία
γιατί σαν το έμαθε ο «Βαν Φλιτ» έγινε θηριώδης
κι αφρίζων και μαινόμενος σαν βασιλεύς Ηρώδης
συνέλαβε αυτοστιγμεί χωρίς κανέναν λόγον
τον Ιωσήφ, την Παναγιά, τη φάτνη των αλόγων
και τελικά της γένεσης εφέτος το μυστήριον
συνετελέσθη στου σχολειού μέσα το κρατητήριον!

Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ο ορισμός σας
Χριστού την Θείαν γένεση να πω στ’ αρχοντικό σας
Καλήν εσπέραν άρχοντα γέρο Κατσουλιδάκη
που με την άλλη αλεπού, με τον Παπουτσιδάκη
κι οι δυο χριστουγεννιάτικα κι οι δυο πάνω στην ώρα
ήρθατε στους εξόριστους σαν μάγοι με τα δώρα
κι αντί λιβάνου και χρυσού, αντί χαράς κι ελπίδας
φέρατε ως δώρο τη γνωστή περικοπή μερίδας…

Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει η κτίση όλη
και τα φτωχά στομάχια μας αγάλλονται επίσης
γιατί ύστερα από βάσανα και πόνους και στερήσεις
θα κάνουμε Χριστούγεννα με μια γενναία μάσα
ογδόντα δράμια χοιρινό μαγειρευτό με πράσα!

Κι εν συνεχεία τα πρωτοχρονιάτικα κάλαντα, στο κλίμα των ημερών.

Πρωτοχρονιά 1948

Άγιος Βασίλης έφθασε από την Καισαρεία
να φέρει την πρωτοχρονιά κι εδώ στην εξορία
Ο Άη Βασίλης έφτασε σαν πάντοτε στην ώρα του
και σ’ όλους τους εξόριστους εμοίρασε τα δώρα του.
Στους υπεραισιόδοξους για την χρονιά ετούτη
έφερε μπρίκια του καφέ κι απ’ ένα καφεκούτι
να ψήνουνε συχνά καφέ να ρίχνουν στο φλιτζάνι
και πλήθος αρματαγωγών να βλέπουν στο λιμάνι.
Και στους απαισιόδοξους που εδήλωσαν σαφώς:
Πως ίσως το 62’ θα δούμε κάποιο φως!
Τους έφερε καραμπογιά και μπλακ ένα βαρέλι
Ν’ αλείψουνε τα μούτρα και τ’ άλλα τους τα μέρη.

Σ’ αυτούς που ‘χουν συνήθεια πάντα πρωί και βράδυ
μέσα στους δρόμους του χωριού κι ιδίως στο πηγάδι,
να ενεργούν ανίχνευση ως και κατασκοπεία
στων γυναικών τα θελκτικά τουριστικά τοπία
απ’ ένα τηλεσκόπιο τους έφερε εφέτος
για να μπορούν το έργο τους να εκτελούν ανέτως!
Έτσι σε όλους μοίρασε ο Άγιος τα δώρα του
και πριν να φύγει απ’ το νησί, πίσω ξανά στη χώρα του,
μας είπε συνωμοτικά, μήπως τον δει κανένας,
«Παιδιά του χρόνου λεύτεροι, στα σπίτια του ο καθένας».

Όπως διαβάζουμε στην υποσημείωση του βιβλίου, ο στίχος «ίσως το ’62 θα δούμε κάποιο φως» στάθηκε προφητικός, καθώς μόλις το 1962 πραγματοποιήθηκε η διάλυση του στρατοπέδου.

Συμπληρωματικά προς τα παραπάνω, αντιγράφω μια "αγιοβασιλίτικη" ιστορία από το ίδιο βιβλίο, όπου ο φαρσακίδης αφηγείται μια φάρσα που σκάρωσαν πρωτοχρονιάτικα στο συνεξόριστό τους θεατράνθρωπο, χρήστο δαγκλή.

Ο Αϊ-Βασίλης ο Πρίαπος

Την επόμενη ζαβολιά, τη σκαρώσαμε παραμονή της Πρωτοχρονιάς, μ’ όλο που ξέραμε ότι ο Χρήστος (σ.σ.: Δαγκλής) δεν πολυσήκωνε «πλάκες».
Τον παρακολουθούσαμε μέσα στ’ αγιάζει, περασμένα μεσάνυχτα, ν’ αποτελειώνει το σκηνικό της πρωτοχρονιάτικής μας επιθεώρησης του 1952. Στο βάθος του σκηνικού είχε ζωγραφίσει έναν τεράστιο, πολύχρωμο κι ολοτσίτσιδο Αϊ-Βασίλη εν είδει τρίτωνα, να καβαλάει τα κύματα.

-Θα πεταχτώ, μας είπε, ως τη σκηνή να βάλω κάτι στο στόμα μου και θα γυρίσω ν’ αποτελειώνω το φόντο.
Ε, πώς να μην έμπαινα στον πειρασμό και να μη συμπλήρωνα την ολόγυμνη φιγούρα του Αϊ-Βασίλη με κείνο, που λόγω στρατοπεδικής αιδούς, είχε παραλείψει να βάλει.
Έτσι επιστρέφοντας, ο Χρήστος είδε κατάπληκτος τον Αϊ-Βασίλη του να έχει αποκτήσει το κατ’ εξοχήν γνώρισμα της ανδρική του υπόστασης και μάλιστα σε διαστάσεις που θα τις ζήλευε κι ο ίδιος ο Πρίαπος.

-Μα τι γίνεται εδώ; Ποιος το ζωγράφισε; Βάζει φωνή και γίνεται έξω φρενών.
Εμείς τσιμουδιά μπροστά σε κείνο το ξέσπασμα. «Μήτε είδαμε, μήτε ακούσαμε τίποτα».
-Γρήγορα τον στρατοπεδάρχη, επιμένει ο Χρήστος κι ανυπομονώντας, κίνησε να τον φέρει ο ίδιος. Ευκαιρία για εμάς να ξεκαρφιτσώσουμε απλά, το αίτιο της τόσης οργής του δασκάλου.
Σε λίγο τον βλέπουμε να επιστρέφει μαζί με έναν αγουροξυπνημένο μπάρμπα-Κανάκη.

-Μα είναι ανεπίτρεπτο, ακούμε να του λέει ο Χρήστος και σηκώνει το χέρι να του δείξει το «ανοσιούργημα».
-Πού είναι, ρωτάει ο μπάρμπα-Κανάκης και στο επίμαχο σημείο μήτε μια γρατζουνιά!
-Μα σας βεβαιώνω, ψελλίζει ο Χρήστος, εδώ ακριβώς, και μάλιστα τεραστίων διαστάσεων.
-Πήγαινε ξεκουράσου παιδί μου, του λέει εκείνος με κατανόηση. Δε φαντάζεσαι τι παιχνίδια σκαρώνει του ανθρώπου η κούραση!
Και φυσικά, μήτε τότε, μήτε κι αργότερα τολμήσαμε να ομολογήσουμε το «έγκλημά» μας στο Δάσκαλο.

Σχετικό με το παραπάνω περιστατικό είναι κι ένα ακόμα ευτράπελο που καταγράφει ο φαρσακίδης στην ιστορία-υποκεφάλαιο με τίτλο "Τσούκας, Φάκας, Κατσαμάκας".

Μετά τη Μακρόνησο, ο Φάκας και η παρέα του, ένα τρίο ομοούσιο και αχώριστο, είχαν τροφοδοτήσει το στρατόπεδο του Αϊ-Στράτη με καινούρια «μαργαριτάρια».
Ο Τσάπας κι ο Κατσαμάκας είχαν διαβάσει σε εφημερίδα κουτσομπολιά για τον «πριαπισμό» του Σοφοκλή Βενιζέλου, που χορεύοντας, όπως έλεγαν, είχε σκανταλίσει τη Φρειδερίκη.

-Ρε Γιώργη, τι είναι αυτός ο πριαπισμός; Ρωτάνε το Φάκα, καθότι τον είχαν αποδεχτεί σα μαρξιστικά διαβασμένο.
Κι ο Φάκας σνομπάροντας την άγνοιά τους:
-Α ρε κακαβάνια, τους λέει, διαβάστε λίγο και μαρξισμό να τα ξέρετε. Α μπρε, ο κομμουνισμός, ο σοσιαλισμός, ο πριαπισμός, όλα δικά μας!

Όλα δικά μας.
Όπως καλό είναι να αποκτήσετε το παραπάνω βιβλίο, που περιέχει πολλά τέτοια περιστατικά σπάνιας και ιδιαίτερης ανθρωπιάς.
Αντί επιλόγου, κλείνω τη σημερινή ανάρτηση με όσα σημειώνει ο συγγραφέας στο προλογικό σημείωμα της έκδοσης.

Παλιά μια κοπέλα είχε δει τα μακρονησιώτικα σχέδιά μου. Ταραγμένη, είχε σωπάσει για λίγο και μετά: "Ξέρεις", μου λέει, "προτού σας γνωρίσω, αν τα έβλεπα θα έλεγα, πως, όποιος τα έζησε, άλλο πια δε θα γελούσε ποτέ του".

Και όμως, είτε η θύμηση ζωντανέψει τα τότε, είτε σε κουβέντα με συντρόφους παλιούς, και τα χειρότερα ακόμα που είχαμε ζήσει θα φαντάξουν δεμένα με το γέλιο, το καλαμπούρι, το πείραγμα.
Το γέλιο στάθηκε ένας πολύτιμος σύντροφος σε δύσκολες ώρες. Θυμάμαι στο Μακρονήσι γελούσαμε συχνά, γελούσαμε πολύ. Με τη λύσσα του αλφαμίτη, με την κούρασή του να μας χτυπάει. Με την τρέλα, τον πόνο, με τις πληγές μας. Με ό,τι σήμερα πια δε θα γελούσες ποτέ.
Με το γέλιο δεμένες κι οι πρώτες απόπειρες για ψυχαγωγία. Τα ανέκδοτα, το αστείο, το πείραγμα, στάθηκαν το ζωογόνο αντίδοτο στις καταλυτικές επιπτώσεις μιας πολύχρονης κράτησης.

Και μπήκα στον πειρασμό, να καταγράψω, ξαναζώντας ότι έχει περισώσει η μνήμη. Και μέσα απ' αυτά και η πληροφόρηση του ανυποψίαστου αναγνώστη, για κάποιες ιδιαιτερότητες της στρατοπεδικής μας ζωής αλλά και τη σφυρηλατημένη, σε ώρες δοκιμασίας, συντροφικότητα.
Διαβάζοντας τούτα τα κείμενα, φίλος μου, γιατρός και ταξίαρχος, μου είχε πει με συγκίνηση:
"Θαύμαζα πάντα την ανιδιοτελή προσφορά σας και σας είχα κατατάξει σ' ένα ξέχωρο είδος ανθρώπων, ρομαντικών και απόμακρων. Τώρα όμως, είναι σαν να σας έζησα και σας έχω νοιώσει τόσο, μα τόσο, κοντινούς και οικείους"!

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

Μα κάτι άλλαξε από χτες

Λέγαμε λοιπόν σε ένα προηγούμενο κείμενο πως το ζήτημα δεν είναι η τυπική αλλαγή μιας χρονιάς, αλλά η αλλαγή του χρόνου, της κατάστασης γύρω μας, του κόσμου γενικότερα. Διαφορετικά ο νέος χρόνος θα γίνει κρητικός μανολιός και θα βάλει τα ρούχα του αλλιώς, ενώ εμάς θα μας πάρουν τα σώβρακα.



Όπως είχε γράψει παλιότερα κι ένας άλλος blogger, το θέμα με αυτές τις (φ)άγιες μέρες, δεν είναι ότι αλλάζουμε μέσα μας και γινόμαστε λίγο καλύτεροι. Αλλά ότι στην πραγματικότητα όλα παραμένουν αφόρητα ίδια κι απαράλλαχτα, στάσιμα κι επαναλαμβανόμενα.



Σαν την αλλαγή του 81’, που τελικά ήταν μια τυπική δικομματική εναλλαγή σε αστικά πλαίσια, με σοσιαλιστική παραλλαγή, που γέννησε γρήγορα την ανάγκη για απαλλαγή, όχι από το πασόκ με τη στενή έννοια, αλλά από τις αυταπάτες που εκφράζει και θρέφαμε μέσα μας, ενώ επιβιώνουν μέχρι και σήμερα με διάφορες μορφές.

Ή σαν την αλλαγή της αλλαγής (και τον επαναπροσδιορισμό του επαναπροσδιορισμού της αλλαγής), που είχε ζητήσει κάποτε ο λεωνίδας.



Αν και η αλλαγή πάνω στην αλλαγή και κόντρα αλλαγή δεν έχει συνήθως πολύ καλά αποτελέσματα κι αυτό το γνωρίζουν από πρώτο χέρι και με πολύ πρακτικό τρόπο, όσοι ασχολούνται με την μπάλα και θυμούνται πχ το πάθημα του αλέφαντου σε ένα τελικό κυπέλλου. Ο οποίος ήταν μεγάλος οπαδός του ανδρέα και της πολιτικής αλλαγής κι άλλαζε συχνά τα ξενικά ονόματα, σε βαθμό που να τα κάνει αγνώριστα, αλλά σχεδόν ποτέ το αγαπημένο του κοντομάνικο.



Τι να σου κάνει όμως κι ο αλέφαντος με τρεις αλλαγές μόνο, όταν χωλαίνει όλη η ενδεκάδα; Είναι όπως με τα τζίνι, που έχεις μονάχα τρεις ευχές κι η πρώτη είναι να είχες άλλες χίλιες, αλλά προφανώς δεν πιάνει. Άσε που το πρόβλημα δεν είναι ποσοτικό, αλλά ποιοτικό. Και βασικά δεν είναι θέμα προσώπων, αλλά του κοινωνικού-οικονομικού συστήματος που παίζει η ομάδα. Κι αυτό δεν αλλάζει έτσι απλά, όσες αλλαγές προσώπων κι αν γίνουν.



Κι εδώ είναι ο κόμπος του ζητήματος. Πόσο έτοιμοι και πρόθυμοι είμαστε να δεχτούμε κάποιες αλλαγές στη ζωή μας και βασικά να παλέψουμε για να τις επιβάλουμε. Θα μου πεις ότι η αλλαγή είναι κάτι αντικειμενικό, που συμβαίνει ανεξάρτητα από τη θέλησή μας και δεν μπορούμε να την ακυρώσουμε. Δεν είμαστε άλλωστε τίποτα αλαζόνες, που πιστεύουν πως δεν αλλάζουν ποτέ. Όλα τριγύρω αλλάζουνε.



Μα όλα τα ίδια μένουν. Και για να φτάσουμε σε μια βαθιά, ουσιαστική αλλαγή, την πραγματική αλλαγή που έλεγε κάποτε και στα προγραμματικά του κείμενα το κόμμα, πρέπει να σκεφτούμε τι μας φταίει, ποια είναι η αιτία του και να παλέψουμε συνειδητά για να το αλλάξουμε.



Το ζήτημα ωστόσο σκοντάφτει σε μια γενική ψυχολογική απροθυμία για μεγάλες αλλαγές. Όπως στο πρώτο καρέ της περιπέτειας του αστερίξ στην ισπανία, όπου ρωτάει τον οβελίξ αν θα ήθελε να πάρουν ψάρια, έτσι για αλλαγή, από τον αλφαβητίξ, κι αυτός απαντάει: «γιατί αλλαγή; Αφού έφαγα μόνο δυο αγριογούρουνα σήμερα».



Σκοντάφτει όμως και σε διάφορα αναχώματα ή υποκατάστατα της πραγματικής αλλαγής, που την περιορίζουν σε μικρές κι ανώδυνες λεπτομέρειες. Όπως είχε πει κι ο θυμόσοφος χαρί-λαος κάποτε: αλλαγές βλέπω, αλλαγή δε βλέπω.



Τι μπορεί να σημαίνει πρακτικά αυτό; Να λέμε πχ ότι η ενδεκάτη σεπτέμβρη ήταν η μέρα που άλλαξε τον κόσμο, σαν το μαθητή που άκουσε πολλές φορές το μάθημά του και το αποστήθισε απέξω, με τη μέθοδο της υπνοπαιδείας και μπόλικο τηλεοπτικό όπιο, που ναρκώνει συνειδήσεις. Ή να κάνουμε ζάπινγκ από το ένα κανάλι στο άλλο, χωρίς ποτέ να κλείνουμε την τηλεόραση. Η οποία έχει πλέον τόσο κυρίαρχο ρόλο στη ζωή μας, ώστε όλοι σχεδόν κάνουμε αλλαγή χρόνου μαζί με το χαζοκούτι –και πριν καμιά δεκαριά χρόνια, κάποιους η νέα χρονιά τους βρήκε να περιμένουν να βγει ο νικητής του big brother.



Υπάρχουν βέβαια κι αυτοί που καταλαβαίνουν την τηλεόραση ως προέκταση του συστήματος και ως πιο ευαίσθητοι προσπαθούν να την αλλάξουν από μέσα, σχολιάζοντας τα τηλεοπτικά δρώμενα και τα κακώς κείμενα, τάχα για να τα σατιρίσουν. Έτσι καταλήγει η μισή τηλεόραση να σχολιάζει την άλλη μισή και αντιστρόφως, κι όλοι μαζί να αναπαράγουν το ίδιο ρηχό λάιφ-στάιλ ως κυρίαρχη ιδεολογία, με λιγοστά ποιοτικά άλλοθι για ξεκάρφωμα.



Κάποιοι άλλοι λένε ότι πρέπει να αλλάξουμε πρώτα μέσα μας, να αλλάξουμε συνείδηση, για να μην κάνουμε τα ίδια λάθη. Αλλά όπως έλεγε και το σύνθημα ενός παλιού φεστιβάλ (πρέπει) να αλλάξουμε τη ζωή μας, αλλάζοντας τον κόσμο –κι όχι ανάποδα, που είναι ιδεαλιστικό. Οι άνθρωποι έρχονται σε σχέσεις μεταξύ τους, όπως τα κομμάτια ενός παζλ. Και δεν μπορούν  να αλλάξουν θεαματικά, χωρίς να τους ενδιαφέρει το σύνολο, για να αλλάξουν όλη την εικόνα, ούτε όταν βλέπουν ότι δεν ταιριάζουν σε αυτό το σύνολο και μένουν στο περιθώριο, αντί να προσπαθήσουν να το αλλάξουν.



Υπάρχουν τέλος κι αυτοί που βλέπουν την αλλαγή ως μια εύκολη, ανώδυνη επιστροφή στην κοιλιά της μητέρας και την ασφάλεια του παλιού, καλού καιρού, όπου όλα ήταν καλύτερα. Αλλά ο χρόνος δεν είναι εμπόρευμα, για να το γυρίσουμε πίσω και να το αλλάξουμε με κάτι άλλο της αρεσκείας μας. Ζούμε μονάχα μια φορά κι αν δεν κάνουμε εγκαίρως αυτά που επιτάσσουν οι απαιτήσεις του καιρού μας, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά την απομάκρυνση από το ταμείο.



Πολλές φορές οι αλλαγές δε βολεύουν ούτε κι εμάς τους ίδιους, που έχουμε συνηθίσει να δρούμε και να κινούμαστε σε κουτάκια, με ένα αμετάβλητο στιλ. Και νομίζουμε (ή τείνουμε εμπειρικά σε αυτό το συμπέρασμα τα τελευταία χρόνια) πως κάθε αλλαγή είναι προς το χειρότερο. Σε κάθε περίπτωση όμως το ζητούμενο παραμένει αυτό που είχε γράψει ομαρξ ως κατακλείδα στις θέσεις για το φόιερμπαχ. Να μη μείνουμε στη μία ή την άλλη ερμηνεία του κόσμου, όπως έκαναν μέχρι τώρα οι φιλόσοφοι, αλλά να (τον κατανοήσουμε για να) τον αλλάξουμε.




Και καθώς φτάνουμε στον επίλογο του κειμένου, στο μυαλό μου παίζει ο στίχος από εκείνο το παιδικό τραγουδάκι.

Το παπούτσι σου βρωμάει, άλλαξέ το.

Και στο καπάκι πάει συνειρμικά σε έναν άλλο από μια διασκευή του (παλιού, καλού χάρρυ κλυνν).

Ω ελλάδα, ω πατρίδα, που μυρίζεις ποδαρίλα.

Και δε γίνεται να μη σκεφτείς για το σημερινό του κατάντημα, αυτό που τραγουδούσαν μαζί ο μηλιώκας με την αφροδίτη μάνου.

Τα όνειρά μας κόκκινα

Τα όνειρά του… (έλα ντε;)

Ρούχα που όμως ξεπλύθηκαν

Και έχουνε γίνει ροζ

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2014

Χρόνια περιμένω να φανείς

Ας μιλήσουμε λοιπόν με αριθμούς. Φέτος κλείνουν εκατό χρόνια από τον πρώτο παγκόσμιο (ιμπεριαλιστικό) πόλεμο. Προτού δούμε όμως τι θα μας δώσει αυτή η στρόγγυλη επέτειος...
Ή μάλλον όχι, ας το πάμε αλλιώς.

Σε ένα επεισόδιο στις τρεις χάριτες, οι αδελφές χαρίτου εγκαθιστούν στο σπίτι τους ένα σύστημα ασφαλείας, αλλά η όλγα ξεχνάει συνεχώς τον κωδικό που το απενεργοποιεί και ο συναγερμός βαράει αλύπητα. Οπότε ψάχνουν να βρουν μια μέθοδο για να τη βοηθήσουν στην αριθμομνημόνευση και της προτείνουν να συνδέει κάθε αριθμό με σημαντικές χρονολογίες κι ιστορικά γεγονότα: το 39’ με το β’ παγκόσμιο πόλεμο, το 12’ με τον πρώτο (αν και για λόγους ακριβείας, θα έπρεπε να πουν τους βαλκανικούς, αλλά δεν πειράζει) και το 480 με τη ναυμαχία της σαλαμίνας. Αλλά η όλγα δεν μπορεί να θυμηθεί πότε ακριβώς έγινε η ναυμαχία και στο τέλος τους κάνουν νομοτελειακά ριφιφί κάτι κλεφτρόνια.


Αυτό που έχει σημασία ωστόσο είναι να κρατήσουμε τη μέθοδο, που μπορεί να εφαρμοστεί και για ευκολότερη αποστήθιση τηλεφώνων –αν και μπορεί να βολεύει περισσότερο τους θεσσαλονικείς πχ, που έχουν συνηθίσει να θυμούνται εξαψήφια νούμερα, που χωρίζονται ευκολότερα σε ζευγάρια, για να συνδυαστούν με κάποια χρονολογία.

Ας φτιάξουμε έναν αναλυτικό πίνακα με παραδείγματα.
Το 15’ μπορεί να συνδεθεί με την απαρχή του ‘εθνικού διχασμού’ και με τα χρόνια δυο δολοφονημένων παιδιών, του καλτεζά και του γρηγορόπουλου.
Το 16’ με την κορύφωση του διχασμού, με τις δύο κυβερνήσεις, και με τη δολοφονία του δαιμόνιου ρα-ρα-ράσπουτιν.
Το 17’ πηγαίνει αυτονόητα με την οκτωβριανή επανάσταση –για τους πιο… ήπιους μεταρρυθμιστές, υπάρχει κι αυτή του φλεβάρη.
Το 18’ ιδρύθηκε το κουκουέ και σχεδόν παράλληλα η γσεε, εκατό χρόνια μετά τη γέννηση του μαρξ –οπότε, βάση ακολουθίας, κάτι καλό θα προκύψει οσονούπω.
Το 19’ είχαμε τη δολοφονία της ρόζας και του λίμπκνεχτ, αλλά και την ίδρυση της κομιντέρν.

Το 20’ συνδέεται με την ουσιαστική επικράτηση των μπολσεβίκων στο πολεμικό μέτωπο του «εμφυλίου», εκατό χρόνια μετά τη γέννηση του ένγκελς. Ή και με τη συνθήκη των σεβρών ως έπαθλο της ελληνικής αστικής τάξης για τη συμμετοχή του ελληνικού στρατού στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στη σοβιετική ρωσία.
Το 21’ μεθάει με το αθάνατο κρασί της ελληνικής επανάστασης, έναν αιώνα πριν από την εξέγερση της κρονστάνδης.
Το 22’ είναι δεμένο με την καταστροφή της σμύρνης (ή συνωστισμό κατά το νεοταξικότερον), με την ίδρυση της εσσδ και το βαρναλικό «φως που καίει».
Το 23’ με τη συνθήκη της.. κοζάνης και τη φανέλα του τζόρνταν, καθώς και με το δεύτερο χαμένο επαναστατικό κύμα στη γερμανία.
Ενώ το 24’ θα συμπληρωθεί ένας αιώνας από το θάνατο του λένιν.

Το 25’ έγινε η δικτατορία του (παππού) πάγκαλου και ένα χρόνο αργότερα η πρώτη οικουμενική κυβέρνηση στην ιστορία της ελλάδας, αν δεν κάνω λάθος.
Το 27’ είχαμε την οργανωμένη αντίδραση της τροτσκιστικής αντιπολίτευσης, στις εκδηλώσεις για τα 10χρονα του οκτώβρη, με τη διαγραφή του αρχηγού της από το κόμμα.
Το 28’ καταρτίζεται το πρώτο πεντάχρονο πλάνο στη σοβιετική οικονομία.
Ενώ το 29’ ήταν η χρονιά του οικονομικού κραχ και του ιδιώνυμου που πέρασε ο βενιζέλος για τους κομμουνιστές.

Το 30’ καταγράφεται ο τελευταίος σοβιετικός άνεργος και διοργανώνεται το πρώτο παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου (μουντιάλ).
Το 31’ ο ‘κούτβης’ ζαχαριάδης γίνεται γενικός γραμματέας του κουκουέ –την ίδια χρονιά που στην ουκρανία γεννιέται ο μιχαήλ ισκαριώτεβιτς γκορμπατσόφ.
Στο 32’ καιγόμαστε, με την χρεοκοπία του ελληνικού κράτους και το ξεκίνημα του μεγάλου λιμού στην ουκρανία, που δε στάθηκε ωστόσο ικανός να εξολοθρεύσει τον γκόρμπι.
Το 33’ έχουμε τον εμπρησμό του ράιχσταγκ και την κοινοβουλευτική άνοδο του χίτλερ στην εξουσία.
Το 34’ γίνεται η περίφημη 6η ολομέλεια του κκε, που καθορίζει τον χαρακτήρα της επανάστασης και τα πολιτικά καθήκοντα του κόμματος.
Ενώ το 35’ το 7ο συνέδριο της κομιντέρν, επεξεργάζεται την τακτική των λαϊκών αντιφασιστικών μετώπων. Ο ίδιος αριθμός παραπέμπει και στους 35 συλληφθέντες συνδικαλιστές του παμε, που αθωώθηκαν πρόσφατα.

Το 36’ είναι ο μάης της θεσσαλονίκης, η 4η αυγούστου και μια σειρά από περίεργους θανάτους πολιτικών, που ευνόησαν την επιβολή της.
Το 37’ ξεχωρίζουν τα γεγονότα του μάη στη βαρκελώνη, ένα είδος εμφυλίου μες στον εμφύλιο.
Και το 38’ υπογράφεται η συμφωνία του μονάχου, ενώ βγαίνει η καταδικαστική απόφαση για τον μπουχάριν κι άλλα στελέχη των μπολσεβίκων κι ολοκληρώνεται η εκκαθάριση που έχει μείνει στην ιστορία ως «οι δίκες της μόσχας».
Το 39’ ο φράνκο τελειώνει νικηφόρα τον πόλεμο στην ισπανία και ξεκινάει ο «περίεργος πόλεμος», όπως ονομάστηκε αυτή η πρώτη φάση, μέχρι να μπει στο κόλπο κι η σοβιετική ένωση, που αγόρασε πολύτιμο χρόνο με την υπογραφή του συμφώνου μολότοφ-ρίμπεντροπ.
Το 40’ έχουμε το γράμμα του ζαχαριάδη και το όχι του ελληνικού λαού, ενώ είχε προηγηθεί η δολοφονία του τρότσκι από την ορειβατική αξίνα του ραμόν μερκαντέρ.

Το 41’ είναι η απαρχή της ναζιστικής κατοχής και η συγκρότηση του εαμ.
Το 42’ η ανατίναξη της γέφυρας στο γοργοπόταμο κι η μεγάλη καμπή στη μάχη του στάλινγκραντ, για να γείρει οριστικά πια η πλάστιγγα το 43’, χρονιά που ιδρύεται κι η επόν, τη μέρα των γενεθλίων του κόκκινου στρατού.
Το 44’ έχουμε την απελευθέρωση και τα δεκεμβριανά (μετά το λίβανο και την καζέρτα)
Και το 45’ τη βάρκιζα, την αυτοκτονία του άρη, την επιστροφή του ζαχαριάδη. Και σε διεθνές επίπεδο την κόκκινη σημαία να ανεμίζει στο ράιχσταγκ και τους αμερικάνους να προχωρούν στο διπλό πυρηνικό έγκλημα σε χιροσίμα και ναγκασάκι, ως δείγμα καλής θέλησης για την ίδρυση του οηε.

Το 46’ έχουμε την επίθεση στο λιτόχωρο, την αποχή από τις εκλογές και την έναρξη του δεύτερου αντάρτικου.
Το 47’ το κόμμα τίθεται εκτός νόμου.
Το 48’ ο δημοκρατικός στρατός προχωρά στον ελιγμό γράμμος-βίτσι.
Αλλά το 49’ ηττάται οριστικά από συντριπτικά υπέρτερες δυνάμεις.
Και το 50’ αρχίζει η κρίση και ο πόλεμος στην κορεατική χερσόνησο.

Αλλά ας βάλουμε άνω τελεία κι ας το πάρουμε αλλιώς, από το περιβόητο μιλένιουμ.
Ακολούθησαν το 01’ οι δίδυμοι πύργοι της 11ης σεπτέμβρη, εκατό χρόνια μετά τα ευαγγελικά στην ελλάδα.
Το 02’ είχαμε τη σύλληψη του ηγετικού πυρήνα της 17Ν και την επίσημη είσοδο της χώρας στο ευρώ –που εμπνέει σε κάποιους χώρους το αίτημα για διπλή έξοδο της ελλάδας από την ευρωζώνη και των πολιτικών κρατούμενων από τις φυλακές. Ωωω σαν αερικό, κτλ, κτλ
Το 03’ ήταν ο πόλεμος στο ιράκ και τα μεγάλα συλλαλητήρια στη θεσσαλονίκη, έναν αιώνα μετά το συνέδριο της διάσπασης μεταξύ μπολσεβίκων και μενσεβίκων.
Το 04’ ήταν το «μεγάλο καλοκαίρι» της ελλάδας (λίγο πριν το μεγάλο χειμώνα) με το euro και τους ολυμπιακούς της γιάννας. Και την παπαρίζου και το δεύτερο ευρωμπάσκετ ένα χρόνο αργότερα, οπότε πέθανε και ο χαρίλαος.

Το 06’ ξεκίνησε ένα κινηματικό γαϊτανάκι με το φοιτητικό μαϊούνη για το άρθρο 16.
Το 07’ ήταν οι πυρκαγιές στην ηλεία και οι πρώτες «διαδικτυακά οργανωμένες» κινητοποιήσεις, μακριά από κόμματα.
Ενώ το 08’ ακολούθησαν οι μέρες του αλέξη.
Το 09’ ήταν ο θάνατος του ασπρόμαυρου μάικλ τζάκσον και της λογικής μετά τον εκλογικό θρίαμβο του γιωργάκη. Έναν αιώνα μετά από το κίνημα στο γουδή, που ξανάρθε στη μόδα δύο χρόνια μετά, στις πλατείες κι ενώ είχε μεσολαβήσει μες στο 10’ ο λόγος στο καστελόριζο, το πρώτο μνημόνιο και η προβοκάτσια στη μαρφίν.
Το 12’ είχαμε την ιμπεριαλιστική επέμβαση στη λιβύη και το τέλος του καντάφι –έναν αιώνα μετά τους βαλκανικούς.
Ενώ πέρσι ήταν η χρονιά του μαύρου στην ερτ και της αλλαγής φρουράς στο κόμμα, από την αλέκα στον κουτσούμπα.

Τι είχε γίνει όμως πριν από το μιλένιουμ και τα εκκλησιαστικά συλλαλητήρια για τις ταυτότητες, που έκαναν τον μπίστη να φαίνεται ντεμέκ προοδευτικός; Ας τα πάρουμε από το τέλος, αντίστροφα.

Το 99’ είχαμε τους βομβαρδισμούς στη γιουγκοσλαβία.
Το 98’ το θάνατο του εθνάρχη τριανταφυλλίδη και το μαθητικό κίνημα ενάντια στη ‘μεταρρύθμιση’ αρσένη.
Το 97’ παραπέμπει κυρίως στον 19ο αιώνα και τον καταστροφικό πόλεμο με την τουρκία, που κατέληξε στη διεθνή εποπτεία της χώρας (το αντίστοιχο δντ της εποχής).
Το 96’ ήταν τα ίμια και το ευχαριστώ τους αμερικάνους του σημίτη, που πλασαρίστηκε ως συνεχιστής του τρικούπη, εκατό χρόνια μετά το θάνατό του, κι ως υπεύθυνη διάδοχη πολιτική λύση στο λαϊκισμό του παπανδρέου, που πέθανε την ίδια χρονιά.
Το 95’ έγινε το 15ο συνέδριο του κόμματος, για το οποίο κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τότε ότι θα αποκτούσε τόσους όψιμους πολιτικούς θαυμαστές. Λαϊκή εξουσία, ρε..

Το 94’ ήταν το πρώτο μουντιάλ της εθνικής –και η αρχή της keep walking ιστορίας του ρομπέρτο μπάτζιο- το τελευταίο πρωτάθλημα της αεκ, που φέτος παίζει στη γάμα, και ο θάνατος του σένα, που μπορεί να τον ακολουθήσει φέτος ο σουμάχερ.
Το 93’ ο φασούλας κατέβαινε στον πειραιά και ο γέλτσιν βομβάρδιζε το κτίριο των (κατ’ όνομα μόνο) σοβιέτ, με τις ευλογίες της δημοκρατικής δύσης.
Το 92’ ήταν η χρονιά της φυγής του γκάλη από τον άρη, και του μάαστριχτ, που τυπικά όμως υπογράφτηκε τις τελευταίες μέρες του 91, μαζί με την υποστολή της κόκκινης σημαίας από το κρεμλίνο. Την ίδια χρονιά δηλ με τη διάσπαση του κκε, μετά το 13ο συνέδριο, και με τη δολοφονία του νίκου τεμπονέρα.
Το 90’ πεθαίνει ο γιάννης ρίτσος, με όσα έχουν προλάβει να δουν τα μάτια του μες στο 89’: πτώση του τείχους, κρίση στην κνε, κυβερνήσεις τζανετάκη και ζολώτα (με αντίστροφη σειρά από αυτήν με την οποία αναφέρονται).

Το 88’ κορυφώνεται το σκάνδαλο κοσκωτά (που φέρνει στην ελλάδα τον ντέταρι), με την αελ να παίρνει το μοναδικό της πρωτάθλημα και την ολλανδία το μόνο της τίτλο στο ποδόσφαιρο. Ενώ το 87’ ήταν η χρονιά του μεγάλου καύσωνα και του τιρινινί στο στάδιο ειρήνης και φιλίας ενάντια στην περεστρόικα στον τελικό.
Ένα χρόνο πριν είχαμε το ατύχημα στο τσέρνομπιλ.
Και το 85’ την ανάδειξη του γκόρμπι και του σαρτζετάκη, το πραξικόπημα στη γσεε αλλά και τη δολοφονία του καλτεζά στο πολυτεχνείο από τα ματ της αλλαγής.

Το 84’ παραπέμπει αυτομάτως στο μυθιστόρημα του όργουελ.
Το 83’ έκλειναν εκατό χρόνια από το βιολογικό θάνατο του μαρξ.
Ενώ το 82’ παρέδιδε η μπρεζνιεφική φρουρά με το θάνατο του αντρόποφ και πιο πριν του σουσλόφ.
Το 81’ ήταν η περίφημη χρονιά της αλλαγής, που αποδείχτηκε τυπική εναλλαγή στα πλαίσια του συστήματος, με κατεύθυνση τον τρίτο δρόμο προς τον καπιταλισμό.
Το 80’ στους ολυμπιακούς της μόσχας ο μίσα άφηνε ένα δάκρυ και για τη σωτηρία βασιλακοπούλου, που την ακολούθησαν μερικούς μήνες μετά ο κουμής κι η κανελλοπούλου.
Αλλά εκείνους τους αγώνες τους μποϊκόταρε η δύση εξαιτίας της διεθνιστικής επέμβασης των σοβιετικών στο αφγανιστάν το 79’, για να βοηθήσουν την επανάσταση που είχε νικήσει τον προηγούμενο χρόνο –στα εκατό χρόνια από τη συνθήκη του αγίου στεφάνου.

Το 77’ ψηφίστηκε το μπρεζνιεφικό σοβιετικό σύνταγμα.
Το 76’ πέθανε στην κίνα ο μάο τσε τουνγκ.
Το 75’ τελείωνε ο δεκαετής πόλεμος στο βιετνάμ και ψηφιζόταν στην ελλάδα νέο σύνταγμα, που κρατούσε το σκελετό του συντάγματος του 52’.
Το 74’ είχαμε τον αττίλα, τη μεταπολίτευση και το δημοψήφισμα που κατάργησε τη βασιλεία και έδωσε στο βάρναλη τη στερνή χαρά, προτού φύγει πλήρης ημερών.
Και το 73’ είχαμε το νοέμβρη του πολυτεχνείου, τη νομική του φλεβάρη και το τραγικό τέλος του ηρωικού ιδεαλιστή αγιέντε στο ενδιάμεσο.

Το 72’ είναι η ολυμπιακή τραγωδία στο μόναχο και η ανάδειξη του χαρίλαου σε γραμματέα του κόμματος.
Το 71’ ο τελικός του παναθηναϊκού στο ουέμπλεϊ.
Το 70’ συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από τη γέννηση του βλαδίμηρου.
Το 69’ έχουμε ένα μεγάλο βήμα για την ανθρωπότητα με την προσελήνωση του άρμστρονγκ και το φεστιβάλ του γούντστοκ.
Το 68’ είναι ο γαλλικός μάης και η «άνοιξη» της πράγας.
Το 67’ η «άνοιξη» των συνταγματαρχών και ο πόλεμος των επτά ημερών.
Και το 66’ το ξεκίνημα της πολιτιστικής επανάστασης στην κίνα.

Το 65’ έρχονται τα ιουλιανά κι η δολοφονία του πέτρουλα, μαζί με τις μεταρρυθμίσεις κοσίγκιν στη σοβιετική οικονομία.
Ένα χρόνο νωρίτερα είχε καθαιρεθεί ο νικήτας από το πολίτ μπιρό του κκσε.
Το 63’ δολοφονείται στη θεσσαλονίκη ο γρηγόρης λαμπράκης.
Το 62’ ξεσπάει η κρίση των πυραύλων στην κούβα κι εξορίζεται στο σοργκούτ ο νίκος ζαχαριάδης.
Ένα χρόνο πριν είχε προηγηθεί η απόπειρα των ιμπεριαλιστών να επέμβουν στον κόλπο των χοίρων. Και το μεγαλύτερο βήμα στην ιστορία της ανθρωπότητας με το διαστημικό περίπατο του γκαγκάριν και το τείχος του βερολίνου. Ενώ στην ελλάδα ο καραμανλής κερδίζει τις εκλογές βίας και νοθείας, με το σχέδιο περικλής.
Το 60’ κηρύσσεται τυπικά ανεξάρτητη η κυπριακή δημοκρατία κι εκδηλώνεται κάπως πιο ανοιχτά το λεγόμενο σινοσοβιετικό σχίσμα.
Την πρωτοχρονιά του 59’ ο επαναστατικός στρατός του κάστρο μπαίνει θριαμβευτής στην αβάνα. Και δεν είναι σημειολογικά τυχαίο ότι την ίδια ακριβώς χρονιά κυκλοφορούν οι πρώτες περιπέτειες του αστερίξ και του γαλατικού χωριού, που αντιστέκεται για πάντα στους ιμπεριαλιστές.

Το 58’ η εδα γίνεται αξιωματική αντιπολίτευση και το κκε διαλύει τις παράνομες οργανώσεις του με απόφαση της 8ης ολομέλειας. Ο δεκαετής κατήφορος μόλις άρχιζε.
Ένα χρόνο πριν η 7η ολομέλεια είχε διαγράψει τον ζαχαριάδη από μέλος του κόμματος, ως συνέχεια της καθαίρεσής του στην 6η ολομέλεια του 56’, που αποτύπωνε το πνεύμα του εικοστού συνεδρίου του κκσε κι επιχειρούσε να εκμεταλλευτεί πολιτικά τα γεγονότα της τασκένδης, το φθινόπωρο του 55’.
Το 54’ εκτελέστηκε ο νίκος πλουμπίδης, δύο χρόνια μετά την εκτέλεση του μπελογιάννη και των συντρόφων του.
Ενώ ενδιάμεσα πέθαινε ο σύντροφος με το μουστάκι, την χρονιά που συμπληρώνονταν πεντακόσια χρόνια από την άλωση της πόλης κι ετοιμαζόταν μια άλωση νέου τύπου στο κομμουνιστικό κίνημα. Λίγους μήνες αργότερα εκτελέστηκε κι ο μπέρια.
Το 51’ τέλος –όπου αρχικά είχα κολλήσει και μου περίσσευε, σα να έλειπε ένα φύλλο της τράπουλας και να είχαν μείνει μόνο 51- βρισκόταν σε έξαρση ο μακαρθισμός, με τη δίκη των ρόζενμπεργκ για το μυστικό της ατομικής βόμβας.

Ο κατάλογος αυτός είναι απλώς ενδεικτικός και περιμένει τις δικές σας προσθήκες, διορθώσεις και παρατηρήσεις.

Αν και είναι εύλογο πως όσοι δεν είναι καλοί αριθμομνήμονες, πιθανότατα δε θα τα πάνε πολύ καλά και με τις χρονολογίες, συνεπώς δε θα βοηθηθούν ιδιαίτερα. Μένει ωστόσο η χαρά της συμμετοχής και του παιχνιδιού.


Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

Η βασιλόπιτα

Στην αλλαγή του χρόνου, το κανάλι του λαος, τηλεάστυ, είχε το βαρύ πυροβολικό του, με τα ροκάκια του προέδρου καρατζαφέρη, που θυμόταν τα δημοκρατικά γιε-γιε νιάτα του και τη γενιά του μαστοράκη.
Αλλά ο 902 ήταν έναν αιώνα πίσω και μερικά έτη φωτός μπροστά, με τον λευτέρη πανταζή (λε-πα), γόνο πολιτικών προσφύγων από την τασκένδη, να τραγουδάει σε άπταιστα ρούσικα την καλίνκα και την κατιούσα. Όχι με την ορχήστρα του κόκκινου στρατού, αλλά με τα παιδιά από την πάτρα, που είχαν και ρόλο οικοδεσπότη στο εορταστικό πρόγραμμα, ένεκα η κρίση. Μετά ήρθε ο ιατρόπουλος ως εκπρόσωπος του κόσμου της νύχτας, ενώ πιο πριν ο χαϊκάλης ράπαρε σε μια διασκευή του λαϊκού άσματος, δεν χρωστάω όλα τα ‘χω πληρωμένα.
Τα ύστερα του κόσμου...

Το είπε εξάλλου κι η αλέκα, στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά της, που ξεχείλιζε από κομμουνιστική αισιοδοξία. Το 2012 θα είναι χειρότερο από το 11. Ακολούθησε όμως τη νόρμα του σοσιαλιστικού ρεαλισμού κι έδειξε τη διέξοδο με την προοπτική στους αγώνες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

Η κομμουνιστική αισιοδοξία είναι εξαιρετικά αντιφατικό ζήτημα.
Οι σύντροφοι είναι κομμουνιστικά αισιόδοξοι ότι μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο και το βασίζουν σε μια αντικειμενική γνώση. Αλλά κάθε γνώση σπέρνει διαλεκτικά την αμφιβολία, κάτι που είναι απολύτως υγιές. Παράλληλα το είναι καθορίζει τη συνείδηση, κι έτσι η μίζερη πραγματικότητα ποτίζει καθημερινά τις σκέψεις μας με πεσιμισμό. Κι είναι λογικό οι σύντροφοι να επηρεάζονται περισσότερο και να έχουν ανεπτυγμένες ευαισθησίες για να πιάνουν τα ερεθίσματα γύρω τους, τις έγνοιες και τον παλμό του κόσμου. Το θέμα είναι ότι η ζωή προχωρά χωρίς να κοιτά τη δική μας μελαγχολία. Κι ο κόσμος θα αλλάξει μόνο από ανθρώπους πεισμένους κι αισιόδοξους για την υπόθεσή τους.

Την πρωτοχρονιά λοιπόν, κι όλο τον επόμενο μήνα για τους μαζικούς φορείς και τους συλλόγους, έχουμε την κοπή της περίφημης βασιλόπιτας, να δούμε ποιος-ποιος-ποιος θα φαγωθεί και πού θα πέσει το φλουρί. Οπότε το ενδιαφέρον εστιάζεται στο πώς θα κοπούν και θα μοιραστούν τα κομμάτια.

Οι ορθόδοξοι χριστιανοί συνηθίζουν να κόβουν ένα κομμάτι για το σπίτι –που θα το πάρουνε οι τράπεζες, αλλά μέχρι τότε δικαιούται κομμάτι- ένα για το θεούλη, τον χριστούλη, την παναγίτσα κτλ και τα επόμενα για αδελφούς και λοιπούς συγγενείς.

Ενώ οι ορθόδοξοι κομμουνιστές κόβουν αντιστοίχως το πρώτο κομμάτι για το σπίτι του λαού –για το οποίο λέγεται ότι χτίστηκε με αντιαρματική τάφρο, για να αποκρούσει τυχόν επίθεση με τανκ, όπως στο πολυτεχνείο. Το δεύτερο πάει για το κόμμα –που γίνεται κατά περίπτωση ρεύμα (ένα είναι το ρεύμα), οργάνωση, ή συσπείρωση για τις λογής αιρέσεις. Μετά για τα αδελφά κόμματα, που δεν είναι πολλά στην πραγματικότητα, άντε να κόψουμε ένα για το κκ της πορτογαλίας.
Κι έπειτα κόβει ο καθένας ό,τι θέλει, ανάλογα τις προτιμήσεις και τα πολιτικά του γούστα. Περί ορέξεως βασιλόπιτα, που λένε.

Μία επιλογή είναι να συνεχίσει με τους αγίους του κομμουνιστικού κινήματος, ανάλογα τις προτιμήσεις και πάλι, γιατί οι άγιοι των μεν είναι έκπτωτοι άγγελοι για τους δε κι αντιστρόφως. Κι ενώ όλοι έχουν το λένιν για αρχάγγελο, κι ονειρεύονται όπλα και ρομφαίες, αγνοούν επιδεικτικά τη συμβουλή-τσιτάτο που λέει να συνεργαζόμαστε και με το διάβολο ακόμα. Αρκεί φυσικά να μην του πουλήσουμε την ψυχή μας με κάποιο κοινό πόρισμα.

Θα μου πεις βέβαια, τι νόημα έχει ένα κομμάτι για τον γκεβάρα, το βελουχιώτη, τον μπελογιάννη και τους άλλους μακαρίτες αγίους μας; Για να τους πάει καλά το 12; Έλα ντε. Όσο νόημα έχει να πέσει το φλουρί σε κάποιο μέλος της αγίας τριάδας. Οι δικοί μας ήταν τουλάχιστον πραγματικά πρόσωπα.

Μία εναλλακτική εκδοχή κοπής και νομής της πίτας είναι με πολιτικές προσωπικότητες από το πάνθεον των χυδαίων αντικομουνιστών –που σε μεγάλο ποσοστό είναι πρώην σύντροφοι. Κόβεις πχ την πίτα με γκλάσνοστ και διαφάνεια και λες πως το φλουρί έπεσε στο λαιμό του γκόρμπι και του κάθισε εκεί για πάντα. Ή για παράδειγμα στο λαιμό του πρετεντέρη, που ενσαρκώνει μια σπάνια περίπτωση ενότητας της αριστεράς, που συνήθως στοχοποιεί τους λαιμούς των διπλανών της.

Στους συλλογικούς φορείς και τα διάφορα μετωπικά σχήματα, το πρόβλημα είναι ότι μέχρι να κόψεις ένα κομμάτι για κάθε συνιστώσα, σου τελειώνει η πίτα και μένουν στην απ' έξω οι ανένταχτοι. Το φλουρί γίνεται μήλον της έριδος και μοιράζεται συνήθως εκ περιτροπής για να αποφευχθούν τα χειρότερα. Ενώ κάποιες δυνάμεις παρουσιάζονται με διπλή υπόσταση (εσωτερικές φράξιες ή την οργάνωση νεολαίας) για να πάρουν δύο κομμάτια και να ‘χουν περισσότερες πιθανότητες.
Αρχίζω να πιστεύω ότι η κατά βάθος η όκδε σκέτο αποχώρησε από την ανταρσύα –εξαιτίας των αναφορών στο σταλινικό εαμ, αν πιστέψουμε την ίδια, κυρίως όμως- επειδή δεν της έδιναν δεύτερη θέση στο ευρωψηφοδέλτιο, και δεύτερο κομμάτι από τη βασιλόπιτα.

Αυτά τα πράγματα μπορεί να φαίνονται περίεργα στους δικούς μας συντρόφους, που έχουν συνηθίσει σε πιο μονολιθικές καταστάσεις. Κι έρχονται μετά οι διάφοροι σχηματίες στη σχολή και τους ακούς να λένε οι μεν για τους δε τα χειρότερα (off th record πάντα). Κι ύστερα έρχονται οι δε -που είναι στο ίδιο σχήμα- κι επαναλαμβάνεται το σκηνικό από την ανάποδη.
Σύντροφοι είμαστε όλοι στην τρέλα.

Τα σχολίαζε μια επιρροή μας σε μια συγκέντρωση που ήμασταν κι έλεγε. Φαντάσου να ήμασταν κι εμείς έτσι.
Και να λέγαμε μεταξύ μας. Ρε τις μπιπ απ’ την ογε τι αντιπαθητικές είναι. Κι οι άλλοι οι πασιφιστές της εδυε; Γιατί, εκείνοι οι τρεϊντγιούνες του πάμε; Άσε μη μου τους θυμίζεις.

Όλα αυτά γράφονται χωρίς ιδιαίτερο σκοπό, πέραν της συνειρμικής διάθεσης. Έχοντας πλήρη επίγνωση ότι ο καπιταλισμός δε θα πέσει με την τακτική του ώριμου φρούτου, πέσε πίτα να σε φάμε. Κι ότι η έξοδος από την κρίση δεν είναι να κάνουμε το απαυτό μας παξιμάδι, για να μεγαλώσει η πίτα, και να ευελπιστούμε σε κάποια ψίχουλα παραπάνω.

Οι αστοί μετακυλύουν την κρίση τους στις πλάτες μας κι υπολογίζουν να έχουν την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο. Ή τουλάχιστον ένα σκύλο που θα πεινάει αδιαμαρτύρητα, χωρίς να ζητάει περισσότερα. Η χαμένη ταξική συνείδηση δε θα βρεθεί με θεία φώτιση και με φανουρόπιτα, αλλά μες στους λαϊκούς αγώνες. Όποιος δε μοιραστεί τον αγώνα μας, θα μοιραστεί την… πίτα μας.

Θέτω τους παραπάνω συνειρμούς στην κρίση της βάσης του μπλοκ προς έγκριση (ή απόρριψη) και εμπλουτισμό, ώστε να αναβιώσει στις πλαϊνές στήλες του μπλοκ ο θεσμός του δημοψηφίσματος.

Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2011

Πρωτοχρονιά 45’

Ποδαρικό στην χρονιά με το αριστερό κι ένα κείμενο που βρήκα στην ιστορία της αντίστασης του χατζή για τα δεκεμβριανά και το λόχο μπάιρον. Καλή ανάγνωση.


Σήμερα έσβησε ο χρόνος και μαζί του πήρε πολλούς από τους συντρόφους μας έγραφε στο ματωμένο ημερολόγιο τη μέρα της πρωτοχρονιάς του 1945 ένας φοιτητής ελασίτης του λόχου λόρδος βύρωνας, κρατώντας το όπλο έτοιμο να αντικαταστήσει το στυλογράφο του.

Όλη τη νύχτα το κανονίδι από το λυκαβηττό δεν είχε σταματήσει. Ακούγαμε στη σιωπή της νύχτας τις οβίδες να σφυρίζουν. Το σκάσιμό τους υπόκωφα ερχόταν πέρα απ’ τους ποδαράδες. Τα ξημερώματα άρχισε η μεγάλη επίθεση. Ένα πυκνό σύννεφο από καπνούς και σκόνη τύλιγε τα εξάρχεια. Μας χτυπούσαν απ’ όλες τις μεριές με όλμους. Πήραμε ο καθένας τη θέση του και περιμέναμε. Η διμοιρίτισσά μας κρατούσε κοντά στο παράθυρο το πολυβόλο. Τα πράσινα μελαγχολικά της μάτια είχαν μια αυστηρότητα. Πλάι της ο ερρίκος με το αυτόματο στο χέρι. Η ελένη δεν ήθελε να χαλάσει το κέφι της. Βάλθηκε να πειράζει μια κοπέλα που χτες το βράδυ παραμιλούσε στον ύπνο της κι ονειρευόταν πως την είχαν πιάσει αιχμάλωτη οι νάνοι. Βλέπαμε τους ελασίτες στο δρόμο να τρέχουν. Αύξαινε η μάχη κι οι όλμοι γύρω όργωναν. Γκρέμιζαν τα σπίτια και ξάπλωναν νεκρούς τους στρατιώτες και τα παιδάκια. Είχε περάσει το μεσημέρι όταν μπροστά μας βρέθηκαν δύο μεγάλα τανκς. Μας είχαν κυκλώσει. Τους ρίξαμε χειροβομβίδες, τυλιγμένες γύρω-γύρω με δεσμίδες από δυναμίτη, σε σχήμα μπουκάλας. Το πολυβόλο και τα αυτόματά μας ρέκασαν και τους χούγιαζαν με τον ανασαμό τους. Ξέρασαν απάνω τους το καυτό τους μολύβι, μα κείνα στέκαν και κοίταζαν.

Γύρισαν τις μπούκες των κανονιών τους προς το μέρος μας και περίμεναν. Και τότε έγινε μια σιγή γύρα. Σκαρφάλωσε ο θάνατος απ’ τους τοίχους, κρεμάστηκε απ’ το μπαλκόνι και τα παράθυρα και βάλθηκε να μας κοιτάζει επίμονα τόσο που στο τέλος ζαλιστήκαμε και δεν ξέραμε αν ήταν τα μάτια του ή οι μπούκες των κανονιών που μας κοίταζαν. Είμαστε όλοι νέοι και ανάμεσά μας βρίσκονταν κορίτσια. Με γλυκά μάτια, πλούσια μαλλιά, με σώμα στητό, γεμάτο ζωή. Η μέρα απ’ έξω όμορφη, γεμάτη φως, μας έστελνε τους χαιρετισμούς της.
-Θα πέσουμε όλοι ως τον τελευταίο, είπαμε.
Ένα χουνί ακούστηκε από κάτω:
-Στρατιώται του ελας παραδοθείτε! Είν’ άσκοπο να συνεχίσετε τον αγώνα. Εγγυόμαστε για τη ζωή σας.
Και μεις απαντήσαμε:
-Δεν είμαστε στρατιώτες. Είμαστε φοιτητές που τα’ αφήσαμε τα βιβλία κι ήρθαμε να πολεμήσουμε στο πλευρό του λαού μας. Οι αγωνιστές του λαού ποτές δεν παραδίνονται.
Και ξανά το χουνί από κάτω:
-Μισή ώρα προθεσμία έχετε! Σκεφτείτε αν θέλετε να βγείτε ζωντανοί από εδώ μέσα!
Μα καμιά απάντηση δεν τους ήρθε,
Με το ρολόι στο χέρι περιμέναμε. Μπήκε ανάμεσά μας μια παγερή σιωπή και μας βάραινε τα στήθια. Τα μάτια όμως δείχνουν πως δεν φοβούνται.

Μπαίνει ο ήλιος πλούσιος απ’ τα παράθυρα και μας λούζει. Κι όλα λένε: πώς να ξάφνου ένα πουλάκι θα καθίσει στο τραπέζι και θα αρχίσει το τραγούδι. Έτσι σαν τα χρόνια τα παληά! Κουράστηκε το κανόνι να στέκει βουβό και βιάστηκε να μιλήσει. Ήταν σα να βούλιαζε στα πόδια μας η γης και σαν να κυλούσαμε σε ένα χάος. Τα αυτιά μας πονούσαν. Και τότε ακούστηκε το τραγούδι. Το άρχισε η ελένη και το τελειώσαμε με τις αντρίκειες μας φωνές.
Εμπρός ελάς για την ελλάδα
Το δίκιο και τη λευτεριά


Σταματούν οι σιδερένιες μηχανές σαν νάχουν ανθρώπινη καρδιά και σα να νοιώθουν. Ξανά μας μια το χουνί, μα πνίγεται η φωνή του. Στάθηκε κι ο ήλιος από ψηλά να μας κοιτάζει. Το βράδυ θα χει να πει τόσα πολλά στα άλλα τα αστέρια.
-Εκεί σε μια γωνιά της γης, οι άνθρωποι σηκώθηκαν πιο πάνω κι από τη μοίρα. Πολεμούν και πεθαίνουν τραγουδώντας!

Περνά η ώρα και ξαναρχίζει το κανονίδι. Γκρεμίζονται οι τοίχοι και πρώτη που φεύγει από κοντά μας είναι η ελένη. Της πήρε ένα βλήμα το δεξί χέρι μαζί με τον ώμο. Έπειτα από λίγο χτυπιέται κι ο ερρίκος στο στήθος. Μα το είπαμε, θα πεθάνουμε ως τον τελευταίο.

-Θα πρέπει να βαστάξουμε ως τη νύχτα, μας λέει η διμοιρίτισσα, το σπίτι είναι γερό θα ανθέξει. Πρέπει με τα αυτόματα να κρατούμε μακριά τους στρατιώτες. Να μην τους αφήσουμε να ζυγώσουν. Τη νύχτα θα ανοίξουμε τρύπες στους τοίχους και θα φύγουμε από τα γύρω σπίτια.
Όλη τη μέρα τα εξάρχεια είναι πνιγμένα στον καπνό της μάχης. Κρατάμε το σπίτι ως το βασίλεμα του ήλιου. Ακούμε σε λίγο τις αλυσίδες των τανκς που φεύγαν. Είχαμε νικήσει. Οκτώ σκοτωμένοι ανάμεσά μας. Η κοπέλα που χτες παραμιλούσε στον ύπνο δε θα φοβάται πια τους νάνους. Έπεσε σε έναν ύπνο γλυκό, αιώνιο με το τραγούδι στα χείλη.

Αρχεία κε του κκε (από το ανέκδοτο βιβλίο του μπαρτζώτα για το δεκέμβρη στην αθήνα)


Κατά τα άλλα αιώνες πολλούς κι όλα τα σχετικά. Μόνο προσέξτε τι εύχεστε γιατί μπορεί να συμβεί. Αν εγώ βρω δουλειά πχ μες στο 11’ όπως μου εύχεται πολύς κόσμος, κατά πάσα πιθανότητα θα παρατήσω το μπλοκ και θα το ξαναπιάσω όταν βγω στη σύνταξη, σαν τον φάρο, δηλ του αγίου π... (ποτέ, εννοεί ο ποιητής).

Κατά δεύτερον το 11’ θα είναι μάλλον η πιο δύσκολη χρονιά που έχουμε ζήσει κι οι συνήθεις ευχές για καλή χρονιά θα εξατμιστούν σαν μπουρμπουλήθρες πιο γρήγορα από ποτέ. Όπως λέει κι ο κόκκινος δρόμος, η μόνη ευχή που έχει πρακτική κι όχι μεταφυσική αξία, είναι να αγωνιστούμε γι’ αυτό που θέλουμε, ό,τι κι αν είναι αυτό. Αλλιώς κάθε πέρσι και καλύτερα και του χρόνου θα ξαναευχόμαστε τα ίδια πράγματα.