-Άλλο παιχνίδι είδαμε-βλέπουμε...
Τι είναι αυτό που μας κάνει να βλέπουμε τις ίδιες φάσεις, τα ίδια γεγονότα στη ρέουσα πραγματικότητα, και να τα ερμηνεύουμε τελείως διαφορετικά, βγάζοντας εκ διαμέτρου αντίθετα συμπεράσματα;
Είναι ο σύνθετος χαρακτήρας αυτής της πραγματικότητας, που σου επιτρέπει να εστιάζεις σε διάφορες πηγές και να τις αναδεικνύεις σε κυρίαρχες. Οι παραστάσεις και το διαμορφωμένο κριτήριο του καθενός, η κοινωνική του θέση που καθορίζει τη συνείδησή του. Εννοούμε δηλ την κοσμοθεωρία που ακολουθεί ο καθένας, και όταν δεν την έχει ως μπούσουλα και ερμηνευτικό εργαλείο, πέφτει στο δίχτυ της συστημικής προπαγάνδας (που είναι ασφαλείας μόνο για την άρχουσα τάξη). Όταν δεν έχει κανείς δική του γνώμη, δανείζεται την κυρίαρχη, για να καλύψει την άγνοιά του, διαιωνίζοντάς την.
Ναι αλλά τι γίνεται όταν δε μιλάμε για κοσμοθεωρητικά ζητήματα, παρά για απλές φάσεις-επεισόδια μιας κοινωνικής ή ποδοσφαιρικής αναμέτρησης; Γιατί αδυνατούμε κάποιες φορές να συμφωνήσουμε τουλάχιστον στα γεγονότα, στο "τι είναι τελικά αυτό που βλέπουμε", και όχι πώς το βλέπουμε και το ερμηνεύουμε; Να συμφωνήσουμε πχ για τα πραγματικά γεγονότα της 20ής Οκτώβρη (Κοτζαρίδης) ή για μια αμφισβητούμενη φάση, για πράγματα δηλ που είναι (;) αντικειμενικά και ανεξάρτητα από τη θέλησή μας.
Ναι αλλά η σχέση μας με αυτά και η γνώμη που σχηματίζουμε δεν είναι ανεξάρτητη (από τη θέλησή μας -που επηρεάζει αντίστοιχα και την κρίση μας).
Εδώ κάποιοι θα πουν ότι αυτή είναι η ομορφιά της ζωής και των ανθρώπων, που δε μοιάζουν πάντα για να μπουν στο ίδιο καλούπι, και σχηματίζει ο καθένας τη δική του αλήθεια, τη δική του εικόνα για τον κόσμο. Ενώ -σου λένε- οι σύντροφοι και το κόμμα που υποστηρίζουν ότι η πραγματικότητα είναι αντικειμενική και μπορούμε να τη γνωρίσουμε, πως η αλήθεια είναι σχετική και ταξικά καθορισμένη, αλλά επίσης αντικειμενική και γράφεται με κόκκινο, αρνούνται αυτήν την όμορφη ποικιλία, θέλουν να τα ζωγραφίσουν όλα παύλα-τελεία, για να χωρέσουν με το ζόρι την περίπλοκη πραγματικότητα στο δικό τους ερμηνευτικό σχήμα, τη δική τους.. αφήγηση. Και αν τα γεγονότα δε συμφωνούν μαζί της, τόσο το χειρότερο για αυτά.
Είναι θέμα λοιπόν πώς η υποκειμενική σχέση του καθενός με τον κόσμο γύρω του, η ιδιαιτερότητα κι η μοναδικότητα αυτής της σχέσης, θα εναρμονιστεί με μια γενική αφαίρεση, και δε θα βουλιάξει στο βούρκο του υποκειμενισμού και του αγνωστικισμού (αφού όλα είναι υποκειμενικά, δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τίποτα).
Κι αν κάποιοι εκλαμβάνουν την ιδεολογική σκοπιά ως παραμορφωτικό φακό (με έναν αλτουσεριανής κοπής -θα έλεγα- διαχωρισμό της πραγματικότητας από την ιδεολογία και τους μηχανισμούς της, που την αλλοιώνουν και τη στρεβλώνουν), αλίμονο αν χάσουμε τα κόκκινα, ταξικά γυαλιά μας. Που δεν τα φοράμε για να βλέπουμε όλες τις επίμαχες φάσεις υπέρ μας και να δικαιολογούμε τα πάντα, αλλά για να λειτουργήσουν ως μεγεθυντικός φακός που αναδεικνύει την ουσία, ενάντια σε μια αταξική θολούρα (αστιγματισμό) και την απολίτικη μυωπία.
Θα μπορούσε να πει κανείς πολλά ακόμα για το ρόλο του διαιτητή και του ιστορικού και κατά πόσο μπορούν να είναι αντικειμενικοί ή ουδέτεροι. Έχουμε ήδη όμως μια επαρκή βάση-εισαγωγή, για να δικαιολογήσουμε το λόγο ύπαρξης του κειμένου και να προχωρήσουμε σε πιο ποταπές λεπτομέρειες, στις οποίες εύκολα πάντως μπορεί να βουλιάξει κανείς. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα τέτοιων άχρηστων λεπτομερειών-ερωτημάτων.
-Αν έπρεπε να φάει δύο κάρτες ο Βεράτι και να είναι έξω. Αν ο Ντι Μαρία σουτάρει πριν ανατραπεί ή πρέπει να πάρει φάουλ μετά το σουτ, όπως στο μπάσκετ. Αν είναι όντως τόσο αδιαμφισβήτητη και καθαρή η φάση του Σουάρες -πέρα από το καταγέλαστο θέατρο του Ουρουγουανού, που πιάνει το λαιμό τους, λες και τον δάγκωσαν.
-Αν θυμάται κανείς αυτή τη φάση από το Τσέλση-Μπάρτσα, το 09', ότι η Μπάρτσα γυρίζει παίζοντας με δέκα, και πάει στον τελικό, ουσιαστικά χωρίς πλάγιους μπακ. Ή πόσες φορές πέφτει μόνος του ο "fucking disgrace" Ντρογκμπά, για να εκμαιεύσει ένα πέναλτι.
-Αν η Μπάρτσα δικαιούταν να ομιλεί, πχ όταν έχανε 4-0 με κάτω τα χέρια από την Μπάγερν, κι ενώ υπήρχαν επιθετικά φάουλ τουλάχιστον στα μισά γκολ των Βαυαρών ή έπρεπε να το βουλώσει, γιατί είχε παίξει άθλια -κι η απουσία του Μέσι δεν ήταν ελαφρυντικό.
-Αν πιστεύει κανείς ότι η ΟΥΕΦΑ στήνει παιχνίδια για να προστατέψει μια συγκεκριμένη ομάδα ή το προϊόν της. Κι όχι, δεν είναι το ίδιο, γιατί προστατεύει καλύτερα το προϊόν της, όταν διασφαλίζει πως θα έχει διαφορετικό νικητή κάθε χρόνο και φροντίζει μεθοδικά για αυτό, με κυκλικές εναλλαγές, σαν τον επιλοχία που μοιράζει τις εξόδους των φαντάρων.
-Αν πιστεύει κανείς ότι ο στημένος διαιτητής περιμένει να εκτεθεί στο 90', με μια φάση που δεν καθορίζει τίποτα ακόμα, λες και υπήρχε εγγύηση πως θα ακολουθήσει το έκτο γκολ στο 95'. Ή όταν δείχνει αρχικά άουτ στην ανατροπή του Νεϊμάρ, αλλά ο βοηθός που τον διορθώνει, έχει σύνδεση με τα κεντρικά απευθείας: με ενημερώνουν από το κοντρόλ ότι... δώσε πέναλτι.
Άλλο πράγμα να είναι κανείς ανυποψίαστο παιδί των λουλουδιών, που νομίζει πως ζει σε ένα κόσμο όμορφο και ηθικό, αγγελικά πλασμένο. Κι άλλο να φροντίζουμε να έχουν μια στοιχειώδη λογική και συνοχή οι θεωρίες μας, για να μη γίνουν συνωμοσιολογίες ψεκασμένων. Υπάρχει και μια μέση λύση που εκφράζει την κοινή λογική.
Αντ' αυτών μερικά καταληκτικά σημεία, ως κατακλείδα.
-Η φρενίτιδα που προκάλεσε η μεγάλη ανατροπή ξέφυγε κατά πολύ από τα όρια της Μπάρτσα και του κοινού της, για να ερμηνευτεί με όρους συμπαθούντων και αντιφρονούντων (πχ οι αντιδράσεις στα αποδυτήρια της Ντόρντμουντ, στα στούντιο της αγγλικής τηλεόρασης, κοκ. Λες ο Λίνεκερ να πρέπει να ανασκευάσει το διάσημο ρητό-ορισμό του για το άθλημα: το ποδόσφαιρο είναι ένα πολύ ωραίο σπορ, που στο τέλος νικάει πάντα η Μπαρτσελόνα και οι αντίπαλοι διαμαρτύρονται για τη διαιτησία).
Κι εντάξει για τους πρώτους, δεν είναι αντικειμενικοί, και η μαρτυρία τους και το βίωμά τους, αν και αυθεντικά, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη ως αξιόπιστα. Οι άλλοι όμως; Είναι και αυτοί στο κόλπο;
Όσο για τους δεύτερους, αν δεν καταφέρνουν να αποστασιοποιηθούν από την αντιπάθειά τους, για να συλλάβουν -χωρίς να χαρούν απαραίτητα- τη στιγμή και τη μοναδικότητά της, πάσχουν ίσως από κάποιο είδος συναισθηματικής αναπηρίας (αν κι η τσαντίλα δείχνει συνήθως αντεστραμμένη αγάπη). Σαν να σου δείχνουν το φεγγάρι και να κοιτάζεις το δάχτυλο ή έστω τους κρατήρες στην επιφάνειά του. Σαν να βλέπεις την παράσταση του Μαραντόνα με τους Άγγλους, και να στέκεσαι στο γκολ που έβαλε με το χέρι κι αλλοίωσε το αποτέλεσμα (πολλοί βέβαια έπιασαν αμέσως τον παραλληλισμό και έσπευσαν να υπερασπιστούν το είδωλό τους, τον Ντιέγκο, από τη βέβηλη σύγκριση, για να την απονομιμοποιήσουν).
Όσο για τους οπαδικούς μηχανισμούς που ενεργοποιήθηκαν στην Ελλάδα, δείχνουν μπόλικη σαπίλα κι αρρώστεια. Οι μισοί, διψασμένοι κι αδικημένοι -κατά φαντασία ή μη- έχουν συνηθίσει να βάζουν κάθε αγώνα στο μικροσκόπιο και να ασχολούνται με τις αποφάσεις του διαιτητή. Και οι άλλοι μισοί σπεύδουν να διαπιστώσουν πως αυτά συμβαίνουν παντού, για να καλύψουν τα δικά τους.
Αρρώστεια...
Δεν είναι τυχαίο πως μόνο στη Μαδρίτη και στην Ελλάδα ασχολήθηκαν τόσο πολύ με τη διαιτησία του αγώνα, ξεπερνώντας ακόμα και τους ίδιους τους Γάλλους, που την άφησαν σε δεύτερο πλάνο.
Κι ένα ενωτικό υστερόγραφο. Αν ο Μητσοτάκης είχε χιούμορ, θα μπορούσε να τουιτάρει κάτι για τα στημένα, απαντώντας στο τιτίβισμα του Τσίπρα. Υπονοούμενο για στημένες εκλογές, βίας, νοθείας, κτλ. Εξάλλου ο Κυριάκος είχε από βρέφος αντιστασιακή δράση στην πόλη του φωτός και της Παρί Σεν Ζερμέν...
Το πιο βασικό όμως είναι να μη βλέπουμε άλλο ή το ίδιο παιχνίδι, αλλά να αρχίσουμε να παίζουμε για να αλλάξουμε τους όρους του και να επιβάλουμε τους δικούς μας. Να μη βλέπουμε δηλ αλλά να παίζουμε άλλο παιχνίδι, αντί να μείνουμε στο ίδιο έργο θεατές.
Τι είναι αυτό που μας κάνει να βλέπουμε τις ίδιες φάσεις, τα ίδια γεγονότα στη ρέουσα πραγματικότητα, και να τα ερμηνεύουμε τελείως διαφορετικά, βγάζοντας εκ διαμέτρου αντίθετα συμπεράσματα;
Είναι ο σύνθετος χαρακτήρας αυτής της πραγματικότητας, που σου επιτρέπει να εστιάζεις σε διάφορες πηγές και να τις αναδεικνύεις σε κυρίαρχες. Οι παραστάσεις και το διαμορφωμένο κριτήριο του καθενός, η κοινωνική του θέση που καθορίζει τη συνείδησή του. Εννοούμε δηλ την κοσμοθεωρία που ακολουθεί ο καθένας, και όταν δεν την έχει ως μπούσουλα και ερμηνευτικό εργαλείο, πέφτει στο δίχτυ της συστημικής προπαγάνδας (που είναι ασφαλείας μόνο για την άρχουσα τάξη). Όταν δεν έχει κανείς δική του γνώμη, δανείζεται την κυρίαρχη, για να καλύψει την άγνοιά του, διαιωνίζοντάς την.
Ναι αλλά τι γίνεται όταν δε μιλάμε για κοσμοθεωρητικά ζητήματα, παρά για απλές φάσεις-επεισόδια μιας κοινωνικής ή ποδοσφαιρικής αναμέτρησης; Γιατί αδυνατούμε κάποιες φορές να συμφωνήσουμε τουλάχιστον στα γεγονότα, στο "τι είναι τελικά αυτό που βλέπουμε", και όχι πώς το βλέπουμε και το ερμηνεύουμε; Να συμφωνήσουμε πχ για τα πραγματικά γεγονότα της 20ής Οκτώβρη (Κοτζαρίδης) ή για μια αμφισβητούμενη φάση, για πράγματα δηλ που είναι (;) αντικειμενικά και ανεξάρτητα από τη θέλησή μας.
Ναι αλλά η σχέση μας με αυτά και η γνώμη που σχηματίζουμε δεν είναι ανεξάρτητη (από τη θέλησή μας -που επηρεάζει αντίστοιχα και την κρίση μας).
Εδώ κάποιοι θα πουν ότι αυτή είναι η ομορφιά της ζωής και των ανθρώπων, που δε μοιάζουν πάντα για να μπουν στο ίδιο καλούπι, και σχηματίζει ο καθένας τη δική του αλήθεια, τη δική του εικόνα για τον κόσμο. Ενώ -σου λένε- οι σύντροφοι και το κόμμα που υποστηρίζουν ότι η πραγματικότητα είναι αντικειμενική και μπορούμε να τη γνωρίσουμε, πως η αλήθεια είναι σχετική και ταξικά καθορισμένη, αλλά επίσης αντικειμενική και γράφεται με κόκκινο, αρνούνται αυτήν την όμορφη ποικιλία, θέλουν να τα ζωγραφίσουν όλα παύλα-τελεία, για να χωρέσουν με το ζόρι την περίπλοκη πραγματικότητα στο δικό τους ερμηνευτικό σχήμα, τη δική τους.. αφήγηση. Και αν τα γεγονότα δε συμφωνούν μαζί της, τόσο το χειρότερο για αυτά.
Είναι θέμα λοιπόν πώς η υποκειμενική σχέση του καθενός με τον κόσμο γύρω του, η ιδιαιτερότητα κι η μοναδικότητα αυτής της σχέσης, θα εναρμονιστεί με μια γενική αφαίρεση, και δε θα βουλιάξει στο βούρκο του υποκειμενισμού και του αγνωστικισμού (αφού όλα είναι υποκειμενικά, δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τίποτα).
Κι αν κάποιοι εκλαμβάνουν την ιδεολογική σκοπιά ως παραμορφωτικό φακό (με έναν αλτουσεριανής κοπής -θα έλεγα- διαχωρισμό της πραγματικότητας από την ιδεολογία και τους μηχανισμούς της, που την αλλοιώνουν και τη στρεβλώνουν), αλίμονο αν χάσουμε τα κόκκινα, ταξικά γυαλιά μας. Που δεν τα φοράμε για να βλέπουμε όλες τις επίμαχες φάσεις υπέρ μας και να δικαιολογούμε τα πάντα, αλλά για να λειτουργήσουν ως μεγεθυντικός φακός που αναδεικνύει την ουσία, ενάντια σε μια αταξική θολούρα (αστιγματισμό) και την απολίτικη μυωπία.
Θα μπορούσε να πει κανείς πολλά ακόμα για το ρόλο του διαιτητή και του ιστορικού και κατά πόσο μπορούν να είναι αντικειμενικοί ή ουδέτεροι. Έχουμε ήδη όμως μια επαρκή βάση-εισαγωγή, για να δικαιολογήσουμε το λόγο ύπαρξης του κειμένου και να προχωρήσουμε σε πιο ποταπές λεπτομέρειες, στις οποίες εύκολα πάντως μπορεί να βουλιάξει κανείς. Ακολουθούν μερικά παραδείγματα τέτοιων άχρηστων λεπτομερειών-ερωτημάτων.
-Αν έπρεπε να φάει δύο κάρτες ο Βεράτι και να είναι έξω. Αν ο Ντι Μαρία σουτάρει πριν ανατραπεί ή πρέπει να πάρει φάουλ μετά το σουτ, όπως στο μπάσκετ. Αν είναι όντως τόσο αδιαμφισβήτητη και καθαρή η φάση του Σουάρες -πέρα από το καταγέλαστο θέατρο του Ουρουγουανού, που πιάνει το λαιμό τους, λες και τον δάγκωσαν.
-Αν θυμάται κανείς αυτή τη φάση από το Τσέλση-Μπάρτσα, το 09', ότι η Μπάρτσα γυρίζει παίζοντας με δέκα, και πάει στον τελικό, ουσιαστικά χωρίς πλάγιους μπακ. Ή πόσες φορές πέφτει μόνος του ο "fucking disgrace" Ντρογκμπά, για να εκμαιεύσει ένα πέναλτι.
-Αν η Μπάρτσα δικαιούταν να ομιλεί, πχ όταν έχανε 4-0 με κάτω τα χέρια από την Μπάγερν, κι ενώ υπήρχαν επιθετικά φάουλ τουλάχιστον στα μισά γκολ των Βαυαρών ή έπρεπε να το βουλώσει, γιατί είχε παίξει άθλια -κι η απουσία του Μέσι δεν ήταν ελαφρυντικό.
-Αν πιστεύει κανείς ότι η ΟΥΕΦΑ στήνει παιχνίδια για να προστατέψει μια συγκεκριμένη ομάδα ή το προϊόν της. Κι όχι, δεν είναι το ίδιο, γιατί προστατεύει καλύτερα το προϊόν της, όταν διασφαλίζει πως θα έχει διαφορετικό νικητή κάθε χρόνο και φροντίζει μεθοδικά για αυτό, με κυκλικές εναλλαγές, σαν τον επιλοχία που μοιράζει τις εξόδους των φαντάρων.
-Αν πιστεύει κανείς ότι ο στημένος διαιτητής περιμένει να εκτεθεί στο 90', με μια φάση που δεν καθορίζει τίποτα ακόμα, λες και υπήρχε εγγύηση πως θα ακολουθήσει το έκτο γκολ στο 95'. Ή όταν δείχνει αρχικά άουτ στην ανατροπή του Νεϊμάρ, αλλά ο βοηθός που τον διορθώνει, έχει σύνδεση με τα κεντρικά απευθείας: με ενημερώνουν από το κοντρόλ ότι... δώσε πέναλτι.
Άλλο πράγμα να είναι κανείς ανυποψίαστο παιδί των λουλουδιών, που νομίζει πως ζει σε ένα κόσμο όμορφο και ηθικό, αγγελικά πλασμένο. Κι άλλο να φροντίζουμε να έχουν μια στοιχειώδη λογική και συνοχή οι θεωρίες μας, για να μη γίνουν συνωμοσιολογίες ψεκασμένων. Υπάρχει και μια μέση λύση που εκφράζει την κοινή λογική.
Αντ' αυτών μερικά καταληκτικά σημεία, ως κατακλείδα.
-Η φρενίτιδα που προκάλεσε η μεγάλη ανατροπή ξέφυγε κατά πολύ από τα όρια της Μπάρτσα και του κοινού της, για να ερμηνευτεί με όρους συμπαθούντων και αντιφρονούντων (πχ οι αντιδράσεις στα αποδυτήρια της Ντόρντμουντ, στα στούντιο της αγγλικής τηλεόρασης, κοκ. Λες ο Λίνεκερ να πρέπει να ανασκευάσει το διάσημο ρητό-ορισμό του για το άθλημα: το ποδόσφαιρο είναι ένα πολύ ωραίο σπορ, που στο τέλος νικάει πάντα η Μπαρτσελόνα και οι αντίπαλοι διαμαρτύρονται για τη διαιτησία).
Κι εντάξει για τους πρώτους, δεν είναι αντικειμενικοί, και η μαρτυρία τους και το βίωμά τους, αν και αυθεντικά, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη ως αξιόπιστα. Οι άλλοι όμως; Είναι και αυτοί στο κόλπο;
Όσο για τους δεύτερους, αν δεν καταφέρνουν να αποστασιοποιηθούν από την αντιπάθειά τους, για να συλλάβουν -χωρίς να χαρούν απαραίτητα- τη στιγμή και τη μοναδικότητά της, πάσχουν ίσως από κάποιο είδος συναισθηματικής αναπηρίας (αν κι η τσαντίλα δείχνει συνήθως αντεστραμμένη αγάπη). Σαν να σου δείχνουν το φεγγάρι και να κοιτάζεις το δάχτυλο ή έστω τους κρατήρες στην επιφάνειά του. Σαν να βλέπεις την παράσταση του Μαραντόνα με τους Άγγλους, και να στέκεσαι στο γκολ που έβαλε με το χέρι κι αλλοίωσε το αποτέλεσμα (πολλοί βέβαια έπιασαν αμέσως τον παραλληλισμό και έσπευσαν να υπερασπιστούν το είδωλό τους, τον Ντιέγκο, από τη βέβηλη σύγκριση, για να την απονομιμοποιήσουν).
Όσο για τους οπαδικούς μηχανισμούς που ενεργοποιήθηκαν στην Ελλάδα, δείχνουν μπόλικη σαπίλα κι αρρώστεια. Οι μισοί, διψασμένοι κι αδικημένοι -κατά φαντασία ή μη- έχουν συνηθίσει να βάζουν κάθε αγώνα στο μικροσκόπιο και να ασχολούνται με τις αποφάσεις του διαιτητή. Και οι άλλοι μισοί σπεύδουν να διαπιστώσουν πως αυτά συμβαίνουν παντού, για να καλύψουν τα δικά τους.
Αρρώστεια...
Δεν είναι τυχαίο πως μόνο στη Μαδρίτη και στην Ελλάδα ασχολήθηκαν τόσο πολύ με τη διαιτησία του αγώνα, ξεπερνώντας ακόμα και τους ίδιους τους Γάλλους, που την άφησαν σε δεύτερο πλάνο.
Κι ένα ενωτικό υστερόγραφο. Αν ο Μητσοτάκης είχε χιούμορ, θα μπορούσε να τουιτάρει κάτι για τα στημένα, απαντώντας στο τιτίβισμα του Τσίπρα. Υπονοούμενο για στημένες εκλογές, βίας, νοθείας, κτλ. Εξάλλου ο Κυριάκος είχε από βρέφος αντιστασιακή δράση στην πόλη του φωτός και της Παρί Σεν Ζερμέν...
Το πιο βασικό όμως είναι να μη βλέπουμε άλλο ή το ίδιο παιχνίδι, αλλά να αρχίσουμε να παίζουμε για να αλλάξουμε τους όρους του και να επιβάλουμε τους δικούς μας. Να μη βλέπουμε δηλ αλλά να παίζουμε άλλο παιχνίδι, αντί να μείνουμε στο ίδιο έργο θεατές.