Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα οπορτουνισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα οπορτουνισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2025

Μα αυτά τα λένε οι οπορτουνισταί...

Πρόσωπο με πρόσωπο έλα να τα πούμε, δηλαδή να τα πεις, έστω στο απρόσωπο γυαλί της τιβί, με τη διαμεσολάβηση του παρουσιαστή που θέλει να σε διακόψει, γιατί ήσουν σαφής και να σηκώσει άλλο παιδάκι στον πίνακα, σα να λύνουμε ασκήσεις, λες και αν είχες το χάρισμα και τη διακριτική γοητεία της δημιουργικής ασάφειας, θα σε άφηνε να μιλάς ελεύθερα με ξέπλεκες κοτσίδες, όπως τότε που έμενες με τον υπεραστικό Κακοφωνίξ. Αλλά ο παρουσιαστής είναι παλιός ρουφ στο κουρμπέτι, ρωτάει αν πρέπει να φύγουν οι Ιταλοί, -για να ’ρθουν πχ οι Γερμανοί;- του απαντάς. Λες για τις υποδομές του ΟΣΕ που είναι κρατικές και σε μαύρο χάλι και πετιέται ο Μπάμπης, σαν σύντροφος έτοιμος από καιρό, σαν προβοκάτορας: δηλαδή ο Χατζηνίκος είναι πιο κομμουνιστής από εσάς, κ. Σοφιανέ;

Επανακρατικοποίηση, ΔΕΚΟ, δημόσιοι οργανισμοί, βασικοί παραγωγικοί κλάδοι. Μα αυτά τα λένε οι οπορτουνιστές. Όλος ο κόσμος τα λέει, κ. Σοφιανέ. Λες να έγιναν δηλαδή όλοι κομμουνιστές; Να ήταν κρυφοί σύντροφοι που βγήκαν από την ντουλάπα τους; Κι αν εμείς λέγαμε ό,τι και οι άλλοι, δε θα ήταν σημάδι πως ίσως δεν τα λέμε τόσο καλά;


Κοιτάξτε, εμείς παλεύουμε ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, για έναν ενιαίο δημόσιο φορέα στις συγκοινωνίες και όχι μόνο, αλλά δε θεωρούμε λύση το κρατικό μονοπώλιο σε αυτό το σύστημα.
-Ούτε κρατικά, ούτε ιδιωτικά; Μήπως είστε αναρχικός; Αυτόνομος; Αντιεξουσιαστής;
-Προφανώς και όχι.
Οργή, θυμός, το κράτος ο εχθρός!
Δεν είναι αυτό που νομίζετε.

Και όντως δεν είναι.

Λοιπόν, η σύντομη εκδοχή είναι η εξής. Όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν πως αυτό το κράτος είναι δολοφόνος, που βάζει τα κέρδη πάνω από τη ζωή. Πώς θα του εμπιστευτούμε τις δικές μας, να μας φτιάξει έναν δημόσιο και ασφαλή σιδηρόδρομο; Ή μήπως θέλουμε έναν δολοφόνο με κοινωνικό-εργατικό έλεγχο;

Ανάλυση της σύντομης εκδοχής.

Ο βασικός μας στόχος δεν είναι απλώς ένας κρατικός ΟΣΕ, αλλά η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα του. Να είναι ασφαλής, φτηνός, σχεδιασμένος για τις ανάγκες μας και όχι εμπόρευμα, με σκοπό το κέρδος. Και αυτό αφορά κάτι πολύ ευρύτερο από το τυπικό ιδιοκτησιακό του καθεστώς.

Στον αντίποδα, η βασική στρατηγική της αστικής τάξης δεν περνά μόνο μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις. Είναι η «απελευθέρωση» -στην προσφιλή τους, οργουελική, διπλή γλώσσα-, η εμπορευματοποίηση, οι εργολαβίες, οι συμπράξεις ιδιωτών με το κράτος (ΣΔΙΤ), ο κατατεμαχισμός των οργανισμών, το ξεπούλημα των φιλέτων, ο μαρασμός και η απαξίωση των υπόλοιπων κομματιών.

Αυτή τη στιγμή, ο παλιός ενιαίος ΟΣΕ δεν είναι αποκλειστικά ιδιωτικός. Το κομμάτι των υποδομών και της συντήρησης παραμένει στο κράτος, με τα γνωστά δολοφονικά αποτελέσματα. Χωρίς πόρους, προσωπικό, με απαρχαιωμένο δίκτυο και όρους ασφαλείας του περασμένου αιώνα. Ακόμα κι αν απαλλοτριώναμε την Hellenic Train χωρίς αποζημίωση, η υπηρεσία θα επέστρεφε σε ένα κράτος-εγκληματία, που λειτουργεί με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια και με τη λογική κόστους-οφέλους, για τη μεγιστοποίηση των κερδών.

Οι ιδιωτικοποιήσεις είναι μόνο ένας από τους άξονες αυτής της στρατηγικής. Η ακύρωσή τους είναι κρίσιμο πεδίο, αλλά από μόνη της δε δίνει συνολική λύση στο πρόβλημα.

Μήπως τότε τα παραπέμπετε όλα στον σοσιαλισμό; Μήπως αρνείστε τα μικρά βήματα που μπορούν να βελτιώσουν εδώ και τώρα -και όχι σε ένα σοσιαλιστικό επέκεινα- τη ζωή του εργαζόμενου λαού, του οποίου τα συμφέροντα θεωρητικά υπερασπίζεστε;

Αυτό είναι ψέμα -συνειδητό και βρώμικο κατά κανόνα. Οι κομμουνιστές δίνουν όλες τις δυνάμεις τους για μικρές κατακτήσεις που ανακουφίζουν τον λαό και δείχνουν τον δρόμο της διεκδίκησης, τονίζοντας βέβαια τον επισφαλή, προσωρινό χαρακτήρα τους στο κυρίαρχο πλαίσιο, όσο δεν αλλάζει ο συσχετισμός και το γενικό πλαίσιο.
Βρίσκονται πίσω από κάθε μικρό ή μεγαλύτερο αγώνα -για αυξήσεις μισθών, συλλογικές συμβάσεις, ακυρώσεις πλειστηριασμών και απολύσεων κτλ. Οργανώνουν απεργίες και τις συλλογικές αντιστάσεις της τάξης μας, όσο κανείς άλλος πολιτικός χώρος-και αυτό ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει σοβαρά.

Η βασική διαπάλη δεν αφορά το ζήτημα αν οι δυνάμεις του ΚΚΕ παλεύουν και καταφέρνουν μικρές βελτιώσεις στο σήμερα, αλλά γιατί δεν υιοθετούν ενδιάμεσους στόχους και συνθήματα, όπως η πτώση της κυβέρνησης, η (επανα)κρατικοποίηση του ΟΣΕ και άλλων βασικών παραγωγικών κλάδων. Ότι δηλαδή δεν υιοθετεί μεταβατικά αιτήματα, πολιτικούς στόχους, για να ξεφύγει από τις οικονομικές διεκδικήσεις και τα στενά όρια του οικονομισμού ή για να ανεβάσει το επίπεδο της μέσης πολιτικής συνείδησης ή για να συσπειρώσει ευρύτερες μάζες γύρω από αυτούς τους τακτικούς στόχους ή για να υλοποιήσει τα πρώτα βήματα ενός τέτοιου προγράμματος που θα προσεγγίσει τον στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού.

Αν η συζήτηση αυτή σας θυμίζει κάτι, είναι γιατί έχει προϊστορία, τουλάχιστον από την εποχή των μνημονίων, των συνθημάτων περί ρήξης ευρωζώνη και ΕΕ, διαγραφής του χρέους κτλ. Κι αν υπενθυμίζω εδώ κάποιες βασικές πτυχές της, ελπίζω να μην πέσω στην παγίδα της αβάσταχτης επανάληψης των αυτονόητων -για τους παλιούς τακτικούς αναγνώστες, τουλάχιστον.

Το σκεπτικό δεν είναι πάντα/ακριβώς ενιαίο στα σημεία της παραπάνω κριτικής και για τα πολιτικά ρεύματα που εκφράζει. Μια πρώτη βασική διαφοροποίηση είναι μεταξύ όσων μιλάνε για στόχους ζύμωσης και συγκέντρωσης δυνάμεων που θα συγκλίνουν στην πάλη για τον στρατηγικό στόχο και σε όσους θεωρούν την υλοποίησή τους εφικτή (εδώ και τώρα) και αναγκαία για να μας φέρει πιο κοντά στον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, βλέποντας ίσως την «παραγωγική ανασυγκρότηση» με «κρατική ιδιοκτησία» και «κοινωνικό-εργατικό έλεγχο» ως ένα πρόπλασμα της αυριανής σοσιαλιστικής οικονομίας, ένα σκαλοπατάκι που προετοιμάζει μια τέτοια μετάβαση, βοηθώντας τις συνθήκες να ωριμάσουν.

Τέτοιοι ή αντίστοιχοι στόχοι πάλης διατυπώνονται από μια σειρά δυνάμεων, συχνά με αντικρουόμενες αντιλήψεις και σχέδια περί μετώπων, ενδιάμεσων σταδίων, μεταβατικού προγράμματος (ένας όρος με τροτσκιστικές ρίζες) και ιδεολογικών αφετηριών, και αντιθέσεις που ξεπερνούν μάλλον εύκολα, συγκλίνοντας επί του πρακτέου στη σημερινή συγκυρία. Κι αυτό ερμηνεύει και κάποιες φαινομενικά ετερόκλιτες συμμαχίες κατά καιρούς.

Μια δεύτερη διαφοροποίηση και αντινομία αυτής της λογικής αφορά το ζήτημα για το (πολιτικό-ταξικό) υποκείμενο που καλείται να υλοποιήσει τους επιμέρους στόχους ή το σύνολο του προγράμματος. Ουσιαστικά επεκτείνει το ερώτημα «να πέσει η κυβέρνηση για να έρθεις ποιος-τι», που μπαίνει σήμερα στο δημόσιο λόγο. Κάποιες δυνάμεις απαντούν «μια προοδευτική κυβέρνηση», άλλες με το σύνθημα μιας κυβέρνησης στην παλιά λογική του ΑΑΔΜ και άλλες λένε πως την υλοποίηση θα την επιβάλει το κίνημα, με μαζικό λαϊκό εκβιασμό σε μια αδύναμη κυβέρνηση -που ουσιαστικά φτάνει από άλλο δρόμο, στο ίδιο συμπέρασμα.

Το σύνθημα των «αδύναμων κυβερνήσεων» βασίζεται στη λογική πως πρέπει πάντα να υπάρχουν ανίσχυρες κυβερνήσεις που να μην μπορούν να προχωρήσουν τον σχεδιασμό τους -κάτι σωστό γενικά, που αν ειπωθεί όμως από το ΚΚΕ, τότε «διακατέχεται από εκλογικές αυταπάτες» ή «δε θέλει να κυβερνήσει» -τα πάντα και τα αντίθετά τους, συγχρόνως. Αλλά ο βασικός πολιτικός στόχος μας δεν μπορεί να είναι μια ανισορροπία διαρκείας, μια ενδιάμεση κατάσταση -που κάποιοι τη βαφτίζουν «προεπαναστατική» στο μυαλό τους, για να τα έχουν καλά με την ιδεολογία τους. Τηρουμένων των αθλητικών αναλογιών, είναι σα να κατεβαίνεις σε έναν νοκ-άουτ αγώνα με στόχο να μη χάσεις. Ή σα να κατεβαίνεις στο μπάσκετ με στόχο την παράταση! Κι αν το τελευταίο λεπτό ενός αγώνα μπάσκετ είναι ό,τι πιο κοντινό στον συμπυκνωμένο ιστορικό χρόνο, αυτός κυλάει εναντίον μας, μετρώντας χαμένες ευκαιρίες που δε θα ξανάρθουν.

Προκύπτει επίσης το εξής εύλογο ερώτημα: αν το κίνημα έχει τόση δύναμη να επιβάλει τους κρίκους ενός προγράμματος ή -πολύ περισσότερο- τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης με πανίσχυρο λαϊκό έρεισμα, που δεν κάμπτεται από εκβιασμούς-, γιατί δεν πάμε μέχρι τέλους ή απλώς στο επόμενο βήμα και το αφήνουμε μετέωρο;
Αν μη τι άλλο, ένας άλλος τύπος εξουσίας, ως πολιτική έκφραση μιας επαναστατημένης τάξης -κι όχι μιας πρόσκαιρης εκλογικής πλειοψηφίας- έχει πολύ περισσότερα εργαλεία για να αντιμετωπίσει τα άμεσα καθήκοντα και τα προβλήματα που θα προκύψουν από ό,τι μια κυβέρνηση που -όσο καλοπροαίρετη και αν είναι- δεν παύει να παίζει σε εχθρικό έδαφος-γήπεδο.

Ας δούμε συνοπτικά μερικά ακόμα προβληματικά σημεία αυτής της λογικής.

-Η επαναστατική μετάβαση είναι μια πλούσια διαδικασία δυναμικής σύγκρουσης, που οδηγεί σε ένα κρίσιμο, αποφασιστικό άλμα και δεν μπορεί να υποκατασταθεί από οδικούς χάρτες και σκαλοπατάκια ή να χωριστεί σε επιμέρους βήματα, που καταλήγουν στο κενό. Με άλλα λόγια, mind the gap. Προσοχή στο κενό μεταξύ αστικής και σοσιαλιστικής εξουσίας/οικονομίας.

-Η αντίληψη της κρατικής ιδιοκτησίας σε μια καπιταλιστική χώρα ως εν γένει θετικού μέτρου, που προετοιμάζει τους όρους μιας σοσιαλιστικής επανάστασης, κρύβει διάφορες συγχύσεις και προβληματικές επεξεργασίες.

Αγνοεί πχ το ιστορικό των κρατικοποιήσεων σε μια σειρά καπιταλιστικές οικονομίες, το ταξικό τους περιεχόμενο, τους λόγους που τις υπαγόρευσαν -κρίση, συγκεκριμένη φάση καπιταλιστικής ανάπτυξης, χτίσιμο υποδομών κ.ά. Στην τελική της συνέπεια, η αντίληψη αυτή καταλήγει πχ να πάρει τοις μετρητοίς τον όρο «σοσιαλμανία» για τη διακυβέρνηση Καραμανλή, να επικροτήσει τις κρατικοποιήσεις των προβληματικών επί ΠΑΣΟΚ -για να παραδοθούν καθαρές από χρέη στην αγορά- ή να θεωρεί σοσιαλισμό τα κεϊνσιανά μέτρα του Ρούσβελτ την περίοδο του New Deal.

-Η αυτονόμηση και στρατηγική προβολή του αιτήματος της (επανα)κρατικοποίησης συσκοτίζει το ερώτημα «τι δημόσιο τομέα θέλουμε». Ότι δηλ δεν υπερασπιζόμαστε τον σημερινό μίζερο, απαξιωμένο, υποστελεχωμένο δημόσιο τομέα, υπό τον ασφυκτικό έλεγχο της κυβέρνησης, με τις γνωστές παθογένειες (βύσματα, διαφθορά, εργατοπατέρες κτλ), και προπαντός το κερδοσκοπικό κριτήριο της λειτουργίας του με όρους ιδιωτικής επιχείρησης, εις βάρος των δικών μας αναγκών.

Αυτή η τακτική τείνει να προβάλλει ως στόχο μια -ούτως ή άλλως ανέφικτη- επιστροφή στο πρόσφατο -και εξιδανικευμένο σε μεγάλο βαθμό- παρελθόν και αντιστρέφει την πραγματικότητα. Ενισχύει τη ρετσινιά-στερεότυπο περί «κρατισμού» -αγαπημένη καραμέλα διάφορων φιλελέ θιασωτών μιας κατεξοχήν κρατικοδίαιτης ιδιωτικής οικονομίας- και δίνει μια αίσθηση συντηρητικής αναπόλησης του παρελθόντος, μιας ρετροσπεκτίβας, αντί για μια προοπτική διεξόδου από τη σκοπιά των σύγχρονων αναγκών και των δυνατοτήτων του μέλλοντος.

-Η εποχή μας απαιτεί συνολικές λύσεις και μια ολοκληρωμένη πολιτική πρόταση: πώς μπορεί να λειτουργήσει μια κοινωνία μακριά από τη δολοφονική λογική του κέρδους. Γιατί λοιπόν να αρνούμαστε τη δυνατότητα να προβάλλουμε αυτή την πρόταση, μια συνολική πρόταση εξουσίας, μια εναλλακτική για το πώς θα μπορούσε να είναι τα πράγματα, ακριβώς τη στιγμή που αυτή είναι πιο επίκαιρη από ποτέ;

Όσοι νοσταλγούν τον καιρό που κάποιοι επιμέρους στόχοι είχαν μια σχετική αυτονομία και φαίνονταν εφικτοί (πχ η αποδέσμευση από την ΕΟΚ) τείνουν να ξεχνάν πως τότε υπήρχε μια ριζικά διαφορετική συνθήκη και ένα άλλο διεθνές πλαίσιο, με τη σφραγίδα της σοσιαλιστικής κοινότητας, που έδινε εχέγγυα στήριξης σε οποιαδήποτε χώρα επέλεγε έναν διαφορετικό δρόμο -ή έστω τα πρώτα βήματα μιας άλλης πορείας. Αυτή η συνθήκη σήμερα έχει εκλείψει -όσο και αν κάποιοι επιμένουν να βλέπουν τις χώρες των BRICs ως αντίπαλο «σοσιαλιστικό» δέος. Και δεν είναι τυχαίο ότι η επίθεση στις κατακτήσεις του «χρυσού εικοστού αιώνα» στον δυτικό κόσμο κορυφώθηκε την εποχή της εκδήλωσης της αντεπανάστασης και της ανατροπής του σοσιαλισμού.

Το αξιοπερίεργο (;) είναι ότι αρκετές από τις δυνάμεις που θεωρούν την κρατική ιδιοκτησία ως περίπου προπαρασκευαστικό όρο του σοσιαλισμού, είχαν εκ διαμέτρου αντίθετα κριτήρια και σταθμά για την κρατική ιδιοκτησία στις σοσιαλιστικές χώρες. Έκαναν λόγο για «κρατικό καπιταλισμό», «εκμεταλλευτικές κοινωνίες», ασκούσαν κριτική με το σύνθημα της «κοινωνικοποίησης» ή της «αυτοδιαχείρισης». Για αυτές δεν υπάρχει τίποτα πιο ελπιδοφόρο από την κρατική ιδιοκτησία -αυτή αρκεί να αφορά το σημερινό καπιταλιστικό σύστημα και να μην επεκτείνεται στον σοσιαλισμό...

-Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι μια αντίστοιχη κατάσταση σχετικής ισορροπίας είναι εφικτή σήμερα, αυτό προϋποθέτει μια μεγάλη αποφασιστική ενίσχυση του εργατικού, κομμουνιστικού κινήματος διεθνώς, να γίνει ξανά απειλητικό για τη διεθνή άρχουσα τάξη, ώστε να έχει τη δύναμη να αποσπά και επιμέρους κατακτήσεις. Να μπορεί να τα διεκδικεί όλα, ώστε να κερδίζει στην πορεία τα λίγα, ως προσωρινό επωφελή συμβιβασμό. Τους όρους σου μπορείς να τους επιβάλλεις, όταν μιλάς από τη θέση του ισχυρού, με κάποια καλά χαρτιά. Κι αυτό είναι στοιχειώδης γνώση ακόμα και για χαρτοπαίκτες -κι ας αγνοούν τη θεωρία των παιγνίων...

-Τελευταία παράμετρος.

Οι δυνάμεις του ποικιλώνυμου οπορτουνισμού τείνουν να προβάλλουν ένα μεταβατικό πρόγραμμα-τυφλοσούρτη, που παραμένει αμετάβλητο στον χρόνο, έτοιμο για χρήση ανά πάσα στιγμή, δηλαδή χωρίς συγκεκριμένη ανάλυση της συγκυρίας, για να δουν πχ ποια αιτήματα δεν μπορεί να ενσωματώσει η κυρίαρχη τάξη σε μια δεδομένη συγκυρία. Αν είναι πχ μη διαχειρίσιμος στόχος μια έξοδος από την ΕΕ ή η κρατικοποίηση του σιδηρόδρομου και τι μας λέει σχετικά το παράδειγμα της Βρετανίας...

Συμπερασματικά, ο Σοφιανός θα είχε κάθε δικαίωμα να απαντήσει στον Μπάμπη πως κάτι μπερδεύει -ή διαστρεβλώνει- από τα νιάτα του. Και ότι αυτά τα λένε οι οπορτουνιστές. Τι λένε οι κομμουνιστές, είναι το ζήτημα, αλλά μπορούμε να το πιάσουμε στην επόμενη ανάρτηση...

Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

Συγκοινωνούντα δοχεία

Η αρχική σκέψη της κε του μπλοκ ήταν να κάνει μια τρικολόρ ανάρτηση, στα χρωματικά πλαίσια της γαλλικής σημαίας, με αφορμή τις χτεσινές εκλογές στη χώρα που (θα μπορούσε να αποκαλείται κι ως αυτή που) πρακτικά γέννησε τον κομμουνισμό. Αλλά η ζωή είναι αυτό που συμβαίνει γύρω μας, όσο εμείς φτιάχνουμε πλάνα και κεντρικό σχεδιασμό της παραγωγής. Συνεπώς περιορίζομαι σε μερικές πρόχειρες σημειώσεις για το φετινό γαλλικό Απρίλη, ο οποίος δεν είναι κινηματικός, αλλά εκλογικός. Παραλίγο να βγάλει όμως τον "κομμουνιστή" Μελανσόν στο δεύτερο γύρο και να κάνει κάποιους στην Ελλάδα να ονειρεύονται μια ροζ άνοιξη, ξεπλυμένη σαν τη συνέπεια του ΓΚΚ ή τα ρούχα της Μάνου και του Μηλιώκα.

Αντ' αυτού τελικά, έχουμε το δίπολο ενός Ποταμίσιου και μιας εκδοχής της "σοβαρής χρυσής αυγής" αλά γαλλικά, βγαλμένο κατευθείαν από τα όνειρα και τα τηλεοπτικά πάνελ του ΣΚΑΪ. Αλλά και από τους χειρότερους εφιάλτες του Λαϊκού Στρώματος, που αφού θέσει το υπαρξιακό ψευτοδίλημμα "εμείς με ποιον είμαστε;", συνεχίζει ακάθεκτος με το "ποιον στηρίζουμε στο β' γύρο" -πριν τον τρίτο που θα είναι ο τελικός. Σκοντάφτει όμως στο δίλημμα Ποτάμι-Χρυσή Αυγή, πατάει επανεκκίνηση και μπλοκάρει ξανά στο ίδιο σημείο, χωρίς να μπορεί να διαλέξει: ποτάμι ή χρυσή αυγή...; ποτάμι ή χρυσή αυγή;
(-Σπανακόρυζο, που θα έλεγε κι ο Βαϊμάκης στο ραδιοφωνικό Fight-Club).

Το πλέον αστείο στη φαιδρή πολιτική αντιπαράθεση που απασχολεί τον τόπο, αλλά είναι εκτός χρόνου και τόπου, και ψάχνει άλλους τόπους μακρινούς, όπως η Βενεζουέλα, για να βρει λόγους ύπαρξης και να συνεχίσει να αναπτύσσεται. είναι πως οι δύο πόλοι του ελληνικού δικομματισμού (Σύριζα-ΝΔ) πανηγυρίζουν αμφότεροι για το αποτέλεσμα των γαλλικών εκλογών, αν και κανείς από τους υποψήφιους που υποστήριζαν δεν πέρασε στον τελικό.

Ο Σύριζα πανηγυρίζει για το αυξημένο ποσοστό του Μελανσόν, καταπίνοντας αμάσητη τη σπόντα του τελευταίου για τον Αλέξη (εγώ δεν είμαι Τσίπρας, για να διαπραγματεύομαι 17 ώρες με αυτούς που με προσβάλλουν), για να στηρίξει το παραμύθι μιας Ευρώπης που αλλάζει. Με εκλογές. Παίζει λοιπόν το ρόλο της απομονωμένης εκλογικής πρωτοπορίας -κάτι σαν τους μπολσεβίκους το 17' ένα πράμα- που έσπασε πρώτος τον αδύναμο κρίκο της νεοφιλελεύθερης αλυσίδας, παίρνοντας στα χέρια του την κυβερνητική εξουσία, και περιμένει με αγωνία να εξαπλωθεί η εκλογική επανάσταση στην Ευρώπη, γιατί αλλιώς θα υποχρεωθεί σε αναδίπλωση κι επώδυνους συμβιβασμούς, όπως το Μπρεστ-Λιτόφσκ και το τρίτο-τέταρτο μνημόνιο (της πρωτοδεύτερης φοράς αριστερά).

Κάπου διάβασα μάλιστα πως ο Λένιν έλεγε για τον Τρότσκι ότι έπρεπε να πάει οπωσδήποτε, ακόμα και με τα σώβρακα, να υπογράψει την εκβιαστική συμφωνία με τους Γερμανούς, που απαιτούσαν να τηρηθεί το πρωτόκολλο και να φοράνε γραβάτες οι αντιπρόσωποι. Μία ακόμα νίκη του Σύριζα, που αφενός έσπασε το πρωτόκολλο κι έστειλε τον Τσίπρα χωρίς γραβάτα στη διαπραγμάτευση, αφετέρου κατάφερε να του πάρουν και τα σώβρακα.

Ποιος; Οι κακοί Γερμανοί -που κατά βάθος είναι φίλοι μας κι εταίροι. Έχουν όμως και εσωτερικούς συνεργάτες, δωσίλογους, γερμανοτσολιάδες, που στήνουν εμφύλιο -χωρίς όμως τα οξυμένα μέσα της Βενεζουέλας- για να ρίξουν την αριστερή κυβέρνηση. Και πανηγυρίζουν για τις εκλογικές ήττες των πιθανών συμμάχων του Σύριζα, και την... καταδίκη του λαϊκισμού. Ενώ άμα πεις πχ ακροαριστερό το Μελανσόν (ο ίδιος το ξέρει άραγε;) και παίζεις με τη θεωρία των δύο άκρων, είσαι άριστο υπόδειγμα υπεύθυνης, σοβαρής πολιτικής.

Και τα συγκοινωνούντα πολιτικά δοχεία συνεχίζουν να μπλέκουν τα υγρά, τους σωλήνες και γενικώς τα μπούτια τους.
Ο Μελανσόν καλλιεργεί έναν πατριωτικό λόγο με ευρωσκεπτικιστικό πασπάλισμα, φλερτάροντας με ιδέες της Λεπέν, για να της αφαιρέσει ζωτικό χώρο κι εκλογική πελατεία. Και το ακρο-ακροαριστερό ΝΑΚ (νέο αντικαπιταλιστικό κόμμα) αρνείται να καταδικάσει τους βομβαρδισμούς στη Συρία κατά του "δικτάτορα Άσαντ".
Οι αστοί τρομάξανε, λέμε, με τόσους ακρο-αριστερούς.

Οι ΑΝΕΛ του Καμμένου, μετά τον Τραμπ, φλερτάρουν πολιτικά με τη Λεπέν, αλλά συγκυβερνούν με τον Έλληνα Μελανσόν, και το κόμμα που στήριζε τον Ομπάμα -και τη Χίλαρι. Και τώρα σπεύδει να πει πως το βασικό είναι να καταψηφιστεί η Λεπέν στο δεύτερο γύρο, όπως έσπευσε να το κάνει κι ο γγ του Γαλλικού ΚΚ, δίνοντας ουσιαστικά το σύνθημα για στήριξη στο Μακρόν.

Οι θιασώτες της θεωρίας της εξάρτησης σκέφτονται πως ο Μελανσόν έχει δίκιο όταν λέει "εγώ δεν είμαι Τσίπρας να διαπραγματεύομαι με τους υβριστές μου", γιατί η Γαλλία είναι τελείως διαφορετικό μέγεθος από τον "ψωραλέο ελληνικό καπιταλισμό" κι ο λόγος της έχει άλλη βαρύτητα. Αν είναι έτσι όμως, γιατί να κατηγορούμε τον Τσίπρα για υποτέλεια, και να μη δεχτούμε ότι έφτασε μέχρι εκεί που μπορούσε και τον έπαιρνε;

Το ελληνικό αριστεροχώρι διδάσκεται από τις αυταπάτες του και τις επαναλαμβάνει κάθε φορά με ακόμα καλύτερο τρόπο. Η τουιτερική βάση κρατάει αποστάσεις ακόμα κι από το ΝΑΚ για τη θέση του στο Συριακό κι αρνείται κάθε οργανική σχέση με αυτό. Αλλά οι ηγεσίες συντάσσονται ανοιχτά με το Μελανσόν. Κι αν αυτό ήταν λίγο-πολύ αναμενόμενο για τους Λαφαζανικούς, και ίσως πίστευε κανείς πως αυτή θα ήταν μια βασική διαφοροποίησή τους (μετά από πολύ καιρό) από την Ανταρσυα, ήρθαν οι χτεσινές ήξεις-αφήξεις της.. ηγεσίας του Πριν -sic- που έπαθε ΛαΕ, να κρατήσει ανοιχτό το ερώτημα.

Ακολουθήστε τους παρακάτω συνδέσμους και βγάλτε μόνοι σας συμπεράσματα (μπόνους ένα κείμενο για τη βρετανική κυβέρνηση, που λέει Brexit και το εννοεί, χωρίς να το παίρνει πίσω).
Φιλίπ Πουτού: Στα κινήματα η ελπίδα για ανατροπή
Στην Αγγλία όταν λένε Brexit εννοούν Brexit! Κι όποιος αντέξει…
Η κριτική στο ΚΚΕ μετεξελίσσεται ευέλικτα σαν το φίδι με το δηλητήριο. Κι ενώ παλιά, που ο κατήφορος του ιστορικού ΓΚΚ το είχε φέρει στα όρια της κοινοβουλευτικής επιβίωσης, η βασική αιχμή της ήτανε για τη χρεοκοπία του κομμουνισμού, που καταρρέει παντού, "πού εφαρμόστηκαν και πέτυχαν αυτά που λέτε;" κτλ, τώρα που ο Μελανσόν έφτασε μια ανάσα πριν από το 20% και το δεύτερο γύρο, το ρεπερτόριο άλλαξε και εστιάζει στο σεχταρισμό του ΚΚΕ, που δε στηρίζει τα άλλα ΚΚ, και βασικά την κυβέρνηση της ΔΦΑ.

Κι έτσι επιστρέφουμε στο αρχικό, υπαρξιακό ερώτημα: εμείς με ποιον είμαστε; Γιατί η εργατική τάξη δεν είναι με τον εαυτό της, για να γίνει τάξη δι' εαυτήν (από καθ' εαυτήν που είναι τώρα); Πότε θα γίνει ο πόλος που στηρίζουμε (με τις οργανώσεις, τα διαμερίσματα και τις λίγες, σκόρπιες δυνάμεις του) πραγματικός πόλος για τη συσπείρωση κι ανασυγκρότηση των κομμουνιστών; Πότε θα σηκώσει κεφάλι το ταξικό κίνημα στην πατρίδα της κομμούνας (και του κομμουνισμού, όπως είπαμε πριν); Ως πότε κομμουνάροι θα ζούμε στα στενά (της Μάγχης και της καπιταλιστικής στενωπού, που μικραίνει το μπόι των ονείρων μας);

Τα λέει πολύ καλά κι ένας κομμουνάρος εδώ (αλιευμένο από το blog του Ζούκοφ).

Παρασκευή 7 Απριλίου 2017

Τον ευρωσκεπτικισμό πολύ τον αγαπώ

Τα κουτάκια που αναλύαμε χτες βρίσκουν την απόλυτή τους εφαρμογή στον "αριστερό ευρωσκεπτικισμό" και την τακτική του για την προσέγγιση του στρατηγικού στόχου (λέμε και καμιά πολυσύλλαβη επαναστατική κορόνα για να περνάει η ώρα). Η οποία θυμίζει το ανέκδοτο με το φυλακισμένο που δεν μπορεί να αποδράσει και σπάει την αποδέσμευσή του σε κομμάτια. Ένα χέρι, ένα μάτι, ένα αυτί, και... μια μέρα, θα έχει απελευθερωθεί ολόκληρος στα εξ ων συνετέθη και θα μαζεύει τα κομμάτια του.

Σε αυτό το σκεπτικό, τα συνθήματα κι οι στόχοι πάλης δεν μπαίνουν για να πετύχουν τη συσπείρωση και τη συγκέντρωση δυνάμεων, για να ξεδιπλωθεί όλη η βεντάλια των σκοπών και των διεκδικήσεών μας, αλλά για να την κρατήσουν κλειστή και να μην τρομάξουν τις μάζες με μαξιμαλισμούς που δεν αντιστοιχούν στο επίπεδο της συνειδητοποίησής τους. Μπαίνουν θεωρητικά προς άμεση υλοποίηση, σε αντίθεση με το σοσιαλισμό που αφορά κάποιο απώτερο, μακρινό μέλλον. Κι οι ευρύτερες μάζες θα οδηγηθούν σε αυτόν, περίπου εν αγνοία τους -και με άγνοια κινδύνου- από την ίδια τη δυναμική των πραγμάτων και διάφορων κρίκων-μοχλών.

Με βάση το θεωρητικό σχήμα, η διαδρομή αυτή δε θα είναι φουρτουνιασμένη, με ζιγκ-ζαγκ και πισωγυρίσματα, με επικίνδυνα επαναστατικά άλματα στο κενό, και με τη λυσσασμένη επίθεση του ταξικού εχθρού, που θα απαιτεί όλα τα πιθανά μέσα (στρατό, οικονομικά εργαλεία, με δυο λόγια την εξουσία και τα κλειδιά της οικονομίας) για να αποκρουστεί. Θα είναι κάτι σαν βαρκάδα, σε απάνεμο λιμάνι, μια γραμμική διαδρομή σε συνθήκες εργαστηρίου, από στάση (πληρωμών) σε στάση και τερματικό σταθμό τα όνειρά μας. Παρακαλώ, προσέξτε το κενό στην αποβάθρα, μεταξύ θεωρίας και πραγματικότητας.

Σε αυτά τα πλαίσια, κάθε μικρό βήμα-σύνθημα, που θα ζύμωνε συνειδήσεις και θα συσπείρωνε δυνάμεις σε μια κατεύθυνση ρήξης με το σύστημα, αποκόπτεται από την προοπτική και γίνεται αυτόνομο σκαλοπάτι, σε μια σκάλα προς τον ουρανό (stairway to heaven) που υποκαθιστά την έφοδο και κόβει δρόμο. Η μετάβαση γίνεται ένα απλό παιχνίδι με κουκίδες, όπου ενώνεις τα σημεία μεταξύ τους και βλέπεις στο τέλος τι εικόνα θα σχηματιστεί -με τη διαφορά πως δεν πρέπει ποτέ να γίνεται μονοκοντυλιά, αλλά σταδιακά.

Ή σαν σκόρπιες συλλαβές, που δεν ενώνονται ποτέ, για να σχηματιστεί μια λέξη και να βγει νόημα, και μοιάζουν τελικά σαν... κεκέδισμα.
-Κο-κο-κο... -Κομμουνισμός;
-Κο-κο-κο... -Κολεκτιβοποίηση;
-Κο-κο-κο... -Κοτανίδης;
Δώστου ρε ένα Κοκο-μίλκ, γιατί μέχρι να το πει, θα τελειώσει η επαναστατική κατάσταση.



Και να έχεις το αριστεροχώρι να σου λέει για τον ευρωκομμουνισμό του ΚΚΕ (οι κομμουνιστές του ευρώ). Και να στο λένε αυτό: ΛαΕτζήδες που συμπορεύονταν με την ευρωλαγνεία του Σύριζα και δε βάζουν ούτε καν τώρα καθαρά ζήτημα της αποδέσμευσης από την ΕΕ. Οργανώσεις που προέρχονται από τη Β' Πανελλαδική, κουβαλώντας τις πολιτικές καταβολές και θέσεις τους. Πρώην κομματικά μέλη, που αναπολούν την εποχή της πάλης ενάντια στις συνέπειες της ένταξης (τότε δηλαδή που δεν ήμασταν αριστερισταί). Ρεύματα, που διαφώνησαν με τον ενιαίο Συνασπισμό (όταν μπήκε σε αστική κυβέρνηση) αλλά έκτοτε δεν έχουν αφήσει μπανανόφλουδα που να μην έχουν πατήσει, και ούτε μία μορφή-μετεξέλιξη του Σύριζα, για την οποία να μη τρέφουν αυταπάτες.

Σε αυτά τα πλαίσια, ζυμώνεται ο νέος οπορτουνιστικός πόλος, με προγραμματικό πυρήνα τον ευρω-σκεπτικισμό και μαγιά τη συνύπαρξή τους σε σωματεία, το μαζικό κίνημα, ακόμα και την Αμαλιάδα, στο μουσείο Μπελογιάννη. Ο σκόπελος του αντι-ΕΕ μετώπου -και τα σχετικά μισόλογα της ΛαΕ- παραμερίζεται -και για κάποιους δεν υπήρξαν ποτέ. Είναι πολύ χαρακτηριστικό ένα παλιό βιντεάκι με την Κουτσούμπα της Ανταρσυα, αμέσως μετά τις δεύτερες εκλογές του 15', όπου εξηγεί γιατί δεν ευοδώθηκε η συνεργασία με τη ΛαΕ, και δείχνει τις "μεγάλες διαφορές" τους, που μπαίνουν από... θέση αρχής, και πώς το "αγεφύρωτο χάσμα" γίνεται ένα τόσο δα χασματάκι (όπως έλεγε κι ο Οβελίξ, "ένα τόσο δα Κολοσσαίο").



Με τα τωρινά δεδομένα, φαίνεται απίθανο να μην καταλήξει το φλερτ τους σε εκλογικό γάμο και κοινή κάθοδο. Δεν πρόκειται δηλ να επαναλάβουν το "μοιραίο λάθος" του Σεπτέμβρη του 15', που τους άφησε εκτός βουλής.

Λίγα λόγια και για τον κρίκο της αποδέσμευσης από την ΕΕ -που αναφέρεται σε κάποιες μορφές πιο "αριστερού, ριζοσπαστικού ευρωσκεπτικισμού".

Η εισήγηση της απερχόμενης ΚΕ λέει καθαρά πως ο λαός πρέπει να βάλει στην προμετωπίδα του το στόχο της αποδέσμευσης από την ΕΕ (με τη δική του θέληση και δράση) και να διεκδικήσει ταυτόχρονα τα κλειδιά της οικονομίας και το πέρασμα της εξουσίας σε δικά του χέρια. Ενώ σε άλλο σημείο αναφέρει πως το λαϊκό κίνημα πρέπει να αξιοποιήσει και να βαθύνει κάθε πιθανό ρήγμα.

Λέγαμε χτες πως αυτό το "ταυτόχρονα" είναι πρωτίστως πολιτική έννοια: η αποδέσμευση πρέπει να συνδέεται με το στρατηγικό στόχο της εξουσίας. Δεν αναιρείται όμως η χρονική διάσταση -που και αυτή πολιτική είναι, σε τελική ανάλυση.

Λένε κάποιοι πως το "ταυτόχρονα" είναι η ιδανική περίπτωση, αλλά κανείς δεν είναι μάντης, για να το προβλέψει αυτό με σιγουριά. Και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αξιοποιήσουμε όλα τα ενδεχόμενα. Η περίπτωση ενός πιθανού Grexit, ακόμα κι αν έρθει χωρίς τη σφραγίδα του κινήματος, αντανακλά μια περίοδο απότομης όξυνσης των αντιθέσεων του συστήματος, άρα είναι μια υπέροχη και ευνοϊκή κατάσταση.

Αυτά είναι σωστά σε γενικές γραμμές. Αλλά τόσο γενικές, που καταλήγουν να μη λένε τίποτα ουσιαστικά.
Το κίνημα πρέπει να είναι έτοιμο να αξιοποιήσει κάθε πιθανό ρήγμα, να το βαθύνει, κοκ. Αλλά αυτό είναι ένα πράγμα, και τελείως διαφορετικό ζήτημα είναι τι πρέπει να επιδιώκει, ως δικό του αυτοτελή στόχο κι όχι ως ενδεχόμενα που μπορεί να προκύψουν.

Εάν η αποδέσμευση προκύψει στα πλαίσια της όξυνσης των αστικών αντιθέσεων και με πρωτοβουλία τμημάτων της αστικής τάξης, το βασικό ζητούμενο είναι ποιος και με ποιον τρόπο θα βαθύνει αυτό το ρήγμα, προβάλλοντας μια προοπτική. Αλλιώς θα έχουμε μια περίπτωση τύπου Brexit, χωρίς επαναστατική -ή απλώς ενδιαφέρουσα- κατάσταση, όπου το πρόβλημα δεν ήταν πως το L-exit ήταν αδύναμο και χάρισε τον ευρωσκεπτικισμό στην αντιδραστική ακροδεξιά, αλλά πως δεν υπήρχε μια πολιτική πρωτοπορία με επαναστατική στρατηγική, για να βαθύνει το όποιο ρήγμα.

Αν πάλι η αποδέσμευση προκύψει με όρους κινήματος, θα είναι παράλογο κι αυτοκτονικό να υπάρχει ένα τόσο δυνατό κίνημα, που να επιβάλλει ένα βασικό στόχο και να μην προχωρά παραπέρα, οργανώνοντας κι ανυψώνοντας τη δύναμή του σε επίπεδο εξουσίας. Επιπλέον, θα είναι παράλογο κι επικίνδυνο να αντιλαμβάνεται αυτό το βλήμα ως αυτόνομο σκαλοπάτι-σταθμό, ως μια κατάσταση που θα διαρκέσει για μεγάλη χρονική περίοδο, χωρίς να οδηγεί άμεσα στο επαναστατικό άλμα (ή αλλιώς, αν όχι αυτό, στο πισωγύρισμα).

Ας κατανοήσουμε λοιπόν μια βασική διαφορά. Άλλο ζήτημα ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αξιοποιήσουμε οποιοδήποτε ρήγμα, ενδεχόμενο, κοκ (κι αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο με επαναστατική στρατηγική, που θέτει επιτακτικά το ζήτημα της εξουσίας). Κι άλλο να επιδιώκεις σώνει και καλά έναν ενδιάμεσο σταθμό, που καθιστά το ενδεχόμενο βασικό, στρατηγικό στόχο.

Εν κατακλείδι: η αποδέσμευση από την ΕΕ μπαίνει στην προμετωπίδα της πάλης μας, για να ζυμώσει συνειδήσεις και να συγκεντρώσει δυνάμεις. Δεν μπαίνει πχ προς άμεση υλοποίηση σε αντίθεση με το στρατηγικό στόχο που παραπέμπεται στις καλένδες. Μπαίνει ενταγμένη στα πλαίσια του στρατηγικού στόχου, που είναι πρόταση για το σήμερα, πρόταση διεξόδου από την κρίση και εξουσίας. Κι όχι συνθήματα που θα μπουν κάπου-κάπως-κάποτε, μόνο όταν κι εφόσον προκύψει επαναστατική κατάσταση.

Υστερόγραφο

Το κείμενο αυτό ήταν έτοιμο από χτες, αλλά οι εξελίξεις στη Συρία το ξεπερνούν. Και δίνουν μία ακόμα επίκαιρη διάσταση, κι έναν επιπλέον βασικό λόγο, για συμμετοχή στα σημερινά απογευματινά συλλαλητήρια του ΠΑΜΕ σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας.

Τρίτη 21 Μαρτίου 2017

Η στρατηγική του ΚΚΕ και η πάλη ενάντια στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες

Ελλείψει χρόνου, η κε του μπλοκ αντιγράφει ένα υποκεφάλαιο -με τον τίτλο της ανάρτησης- από το άρθρο του Β. Όψιμου "Η θεωρία του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό και οι διαστρεβλώσεις της", ως μια βάση για να ανοίξει η συζήτηση. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρο το άρθρο στην ΚομΕπ, που κυκλοφορεί και φιλοξενεί στις σελίδες της προσυνεδριακό διάλογο, με περισσότερες από τριάντα παρεμβάσεις.

* * *

Το ΚΚΕ, βγάζοντας συμπεράσματα από την πείρα του ελληνικού και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος, προχώρησε προς τα μπρος την επεξεργασία της επαναστατικής στρατηγικής του με το 19ο Συνέδριο. Δεν ήταν μια εύκολη κι ευθύγραμμη πορεία μετά τη διάσπαση του Κόμματος και τις αντεπαναστατικές ανατροπές. Κουβαλούσαμε και κάμποση "αρχαία σκουριά" από στρατηγικές επεξεργασίες προηγούμενων δεκαετιών. Με τις επεξεργασίες του τεκμηριώνει ότι:

Ο καπιταλισμός στην Ελλάδα βρίσκεται στο ιμπεριαλιστικό στάδιο ανάπτυξής του, σε ενδιάμεση θέση στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, με ισχυρές ανισότιμες εξαρτήσεις από τις ΗΠΑ και την ΕΕ [...] Μετά την εκδήλωση της κρίσης, επιδεινώθηκε η θέση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, της ΕΕ και γενικότερα της διεθνούς ιμπεριαλιστικής πυραμίδας, γεγονός που δεν αναιρεί ότι η ένταξη της Ελλάας στην ΕΟΚ-ΕΕ εξυπηρέτησε τα πιο δυναμικά τμήματα του εγχώριου μονοπωλιακού κεφαλαίου και συνέβαλε στη θωράκιση της πολιτικής του εξουσίας.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, οι οικονομικοπολιτικές και πολιτικοστρατιωτικές εξαρτήσεις από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, περιορίζουν τα περιθώρια αυτοτελών ελιγμών της αστικής τάξης της Ελλάδας, καθώς όλες οι συμμαχικές σχέσεις του κεφαλαίου διέπονται από τον ανταγωνισμό, την ανισομετρία και συνεπώς την πλεονεκτική θέση του ισχυρού, διαμορφώνονται ως σχέσεις ανισότιμης αλληλεξάρτησης...

Στη σημερινή Ελλάδα η εργατική τάξη, η πρωτοπορία και η βασική κινητήρια δύναμη της σοσιαλιστικής επανάστασης, είναι πολύ πιο πολυάριθμη, καθώς ο καπιταλισμός έχει αγκαλιάσει πολύ περισσότερους κλάδους της παραγωγής και η απασχόληση στην αγροτική οικονομία έχει συρρικνωθεί δραστικά. Ταυτόχρονα, εξακολουθούν να υπάρχουν πολυάριθμα στρώματα αυτοαπασχολούμενων στην πόλη και στην ύπαιθρο -το υπόβαθρο για την αναγκαιότητα της κοινωνικής συμμαχίας που πρέπει να οικοδομήσει η εργατική τάξη γύρω της.

Η Λαϊκή Συμμαχία, όπως την επεξεργάστηκε το 19ο Συνέδριο, είναι ακριβώς η αναγκαία συμμαχία των κοινωνικών δυνάμεων για το σήμερα. Η ενότητα της εργατικής τάξης σε επαναστατική κατεύθυνση και το μάζεμα γύρω της των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. "Εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των μισοπρολετάριων, των αυτοαπασχολούμενων και φτωχών αγροτών που δεν μπορούν να κάνουν συσσώρευση, των νέων και των γυναικών από τα εργατικά λαϊκά στρώματα στον αγώνα κατά των μονοπωλίων και της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, κατά της ενσωμάτωσης της χώρας στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις".

Ο αντικαπιταλιστικός αντιμονοπωλιακός προσανατολισμός της κοινωνικής συμμαχίας εκφράζει με επάρκεια τα αντικειμενικά υλικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων: Η εργατική τάξη έχει αντικειμενικό υλικό συμφέρον από την ανατροπή του καπιταλισμού, τα μικροαστικά στρώματα έχουν αντικειμενικό υλικό συμφέρον από τη συντριβή της κυριαρχίας των μονοπωλίων, ανεξάρτητα από τις αυταπάτες τους για τη δυνατότητα μακροημέρευσης μιας οικονομίας στο έδαφος της ατομικής μικρο-ιδιοκτησίας. Οι επιθετικοί προσδιορισμοί "δημοκρατικό" και "αντιιμπεριαλιστικό" (με την έννοια της πάλης ενάντια σε ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και οργανισμούς) που χρησιμοποιούνταν στις παλιότερες κομματικές επεξεργασίες για να προσδιορίσουν το χαρακτήρα της πολιτικής συμμαχιών δεν ανταποκρίνονταν σε κάποιες υπαρκτές αναγκαιότητες της ταξικής διάρθρωσης της ελληνικής κοινωνίας. Αποτελούσαν περισσότερο λεκτικά υπολείμματα και συγχύσεις καλύτερων επεξεργασιών του Κόμματος. Δεν υπάρχουν στη σημερινή Ελλάδα υπαρκτές κοινωνικές-ταξικές δυνάμεις που να έχουν ως συνολικό προσανατολισμό (ο οποίος ανταποκρίνεται στα ιδιαίτερα, δικά τους συμφέροντα) μια "δημοκρατική" ή μια "αντιιμπεριαλιστική" στρατηγική. Η πάλη ενάντια στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και οργανισμούς, για την αποδέσμευση από την ΕΕ ή η πάλη για τα δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες εντάσσονται στα επιμέρους μέτωπα πάλης της κοινωνικής συμμαχίας, αλλά δεν καθορίζουν το χαρακτήρα της και τον κεντρικό της προσανατολισμό. Αυτός μπορεί και πρέπει να καθορίζεται αποκλειστικά από το ποια στρατηγική κατεύθυνση εξυπηρετεί τα συμφέροντα των κοινωνικών δυνάμεων που απαρτίζουν την κοινωνική τους συμμαχία.

Οι αντιλήψεις μιας σειράς οπορτουνιστικών δυνάμεων ότι η πάλη για έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ μπορεί να λειτουργήσει ως ο βασικός και ώριμος κρίκος που θα συσπειρώσει σήμερα τις λαϊκές μάζες σε ριζοσπαστική κατεύθυνση υπονομεύουν την πάλη του λαϊκού κινήματος. Συσκοτίζουν καταρχάς τον πραγματικό αντίπαλο, αποσπώντας την πολιτική των ιμπεριαλιστικών επιτελείων (Κομισιόν, ΔΝΤ κτλ) από τα συμφέροντα και τις επιδιώξεις των αστικών τάξεων, μαζί και της αστικής τάξης στην Ελλάδα που συμμετέχει στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και συνδιαμορφώνει την πολιτική τους. Ανεξάρτητα από φραστικές διακηρύξεις, δυσκολεύουν στην πραγματικότητα την ανάπτυξη της ριζοσπαστικότητας των λαϊκών μαζών, καλλιεργώντας σε αυτές την αυταπάτη ότι η πάλη τους μπορεί (ή και πρέπει) να σταματήσει τα "προσωρινά" σε ένα ενδιάμεσο σκαλοπατάκι μιας (καπιταλιστικής) Ελλάδας έξω από το ευρώ ή και την ΕΕ, που θα παίξει έναν "αντικειμενικά προοδευτικό ρόλο", με μια εξουσία "η οποία δε θα είναι αστική, δε θα είναι άμεσα η δικτατορία του προλεταριάτου, θα είναι όμως μια πολιτική εξουσία που το κράτος της θα είναι τύπου Κομμούνας..."

Αντικειμενικά, μια τέτοια γραμμή πάλης σπρώχνει τα εργατικά και λαϊκά στρώματα στην αγκαλιά των μερίδων εκείνων του μονοπωλιακού κεφαλαίου που, μπροστά στην όξυνση των αντιφάσεων της καπιταλιστικής ανάπτυξης, καλοβλέπουν σήμερα φυγόκεντρες τάσεις στην ΕΕ και μια αναδιάταξη των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι αντιλήψεις αυτές προβάλλονται σε μια χρονική στιγμή που εγχώριες και ξένες αστικές δυνάμεις ήδη αμφισβητούν τη συνοχή της Ευρωζώνης, αλλά και της ίδιας της ΕΕ, και τείνουν να εγκαταλείψουν την επιχειρηματολογία για νομοτελειακή σύγκλιση των οικονομιών της ΕΕ. Είναι διαφορετικό ζήτημα να αξιοποιεί ένα γερά εξοπλισμένο επαναστατικό κίνημα τις αντιθέσεις ανάμεσα σε μερίδες του κεφαλαίου και τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς για να προωθήσει τους στόχος του και άλλο, θεωρώντας ότι στα λαϊκά στρώματα η αναγκαιότητα σύγκρουσης με τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, να σέρνεται πίσω από αστικούς σχεδιασμούς.

Στον ίδιο ολισθηρό δρόμο οδηγούν και οι αντιλήψεις ότι το σύνολο των αντιδραστικών μέτρων που εφαρμόστηκαν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας με όχημα τα "μνημόνια" συνιστούν την υλοποίηση ενός οργανωμένου σχεδίου των ιμπεριαλιστικών κέντρων για τη διοχέτευση αξίας από την καπιταλιστική οικονομία της Ελλάδας προς αυτά. Προκύπτει επομένως, σύμφωνα με αυτήν τη λογική, ότι οι εφαρμοζόμενες πολιτικές δεν απαντούν σε αναγκαιότητες της ελληνικής αστικής τάξης, ιδιαίτερα σε καιρούς οικονομικής κρίσης, αλλά συνιστούν ένα εκ των έξωθεν εκπορευόμενων σχέδιο των διεθνών κέντρων που λειτουργούν ως "επικυρίαρχοι". Το ελληνικό μονοπωλιακό κεφάλαιο βγαίνει έξω από το κάδρο των ευθυνών. Το ίδιο αθέατη γίνεται και η καπιταλιστική κρίση της ελληνικής οικονομίας -απλά ο ελληνικός καπιταλισμός επηρεάζεται από την παγκόσμια κρίση.

Στη σημερινή Ελλάδα του μονοπωλιακού καπιταλισμού η αντικειμενική υπαρκτή αντίθεση των συμφερόντων των λαϊκών τάξεων με τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες δεν μπορεί να λυθεί ξέχωρα από την αντίθεσή τους με τις δυνάμεις του κεφαλαίου. Η απαλλαγή από την εξουσία του κεφαλαίου είναι ο αναγκαίος όρος για να λειτουργήσει η αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς υπέρ του λαού. Η τοποθέτηση στην προμετωπίδα του λαϊκού κινήματος των στόχων πάλης ενάντια στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες, συχνά με την αταξική επίκληση για "υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας", δε συνιστά κάποια δήθεν από αποτελεσματική αξιοποίηση της επαναστατικής τακτικής.

Αποτελεί, όπως έδειξε και η προηγούμενη διάλυση, μια μηχανιστική, αντιδιαλεκτική μεταφορά στο σήμερα μιας τακτικής που χρησιμοποίησε το επαναστατικό κίνημα στο πρώτο μισό του περασμένο αιώνα, τακτική που είχε πολύ πιο συγκεκριμένους αποδέκτες (χώρες με χαμηλό την εποχή εκείνο επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης. ή και με μη διαμορφωμένη την αστική κρατική οντότητά τους) και πολύ συγκεκριμένες στοχεύσεις προώθησης της επαναστατικής πάλης. Σήμερα όχι μόνο πρέπει το επαναστατικό κίνημα να υπολογίσει με αυστηρά επιστημονικό επίπεδο την ανάπτυξη του μονοπωλιακού καπιταλισμού που έχει μεσολαβήσει από τότε, αλλά, όντας και σοφότερο από την ενσωμάτωση της ιστορικής πείρας, να διορθώσει και τα στραβοπατήματα των παλιότερων επεξεργασιών του.

Η αναγκαία επαναστατική τακτική χτίζεται στο έδαφος της καθημερινής ταξικής πάλης, των άμεσων διεκδικήσεων, της αντίστασης στα αντιλαϊκά μέτρα. Για την αλληλεγγύη, την επιβίωση, την υπεράσπιση του εργατικού εισοδήματος, για την ανάκτηση των απωλειών στην κατεύθυνση ικανοποίησης των σύγχρονων αναγκών, για την υπεράσπιση των δημοκρατικών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων, για την αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Η οργανωμένη ταξική πάλη, σε σύγκρουση με τη συνολική πολιτική της αστικής τάξης και του κράτους της, με μοχλό την ανασύνταξη του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος και την ενίσχυση του ΠΑΜΕ, είναι ο μόνος σίγουρος δρόμος για να συγκεντρωθεί ο στρατός της επανάστασης, οι κινητήριες δυνάμεις της, για να  διαμορφωθεί η αναγκαία κοινωνική συμμαχία, να προετοιμαστεί ο υποκειμενικός παράγοντας για την προοπτική της επανάστασης.

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

Τι είχες Γιάννη τι είχα πάντα

Διεεξοδος - άλλη μια ρεφορμιστική αυταπάτη
Άναυδος – Ιούλιος 2016

Η κε του μπλοκ φιλοξενεί σήμερα ένα κείμενο του Άναυδου για το νεοπαγές εξωκοινοβουλευτικό μέτωπο-πρωτοβουλία για το GRexit, που κάνει μια αναδρομή στο (κακό) προηγούμενο αντίστοιχων κινήσεων και μια ανάλυση του χαρακτήρα της τωρινής κίνησης. Καλή ανάγνωση.

Στις 3/7 έγινε η ιδρυτική συνδιάσκεψη άλλης μια μετωπικής πρωτοβουλίας της Ανταρσυας με το ευφάνταστο είναι αλήθεια όνομα που μοιάζει με νυχτερινού κέντρου ΔιΕΕξοδος. Στους υπογράφοντες η συντριπτική πλειοψηφία είναι στελέχη της Ανταρσυα που τα τελευταία χρόνια έχουν υπογράψει εκατοντάδες εκκλήσεις, παραινέσεις καλέσματα κλπ. σε μια εμφανή προσπάθεια να εξοντώσουν τους αστούς με το χαρτομάνι. Ανάμεσα στους υπογράφοντες αυτή τη φορά υπάρχουν ονόματα πρώην συριζέων και νυν της ΛΑΕ αλλά και πρώην δημοσιογράφων του Ριζοσπάστη που συσπειρώνονται πίσω από την αποκλειστικά αντικομουνιστική ιστοσελίδα Εργατικός Αγώνας.

Είναι άλλο ένα βήμα στη σειρά των μετωπικών πρωτοβουλιών της Ανταρσυα που ξεκίνησαν με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης. Προηγήθηκε η πρωτοβουλία αριστερών οικονομολόγων, η επιτροπή λογιστικού έλεγχου η πρωτοβουλία των πρωτοβάθμιων και άλλες που χάθηκαν στη λήθη. Οι πρώτες μετωπικές πρωτοβουλίες έγιναν με την αγαστή συνεργασία του Σύριζα και ο βασικός τους σκοπός ήταν να ξεπλύνουν τον Συν-Σύριζα στα μάτια ενός κατά το μάλλον ή το ήττον ριζοσπαστικού ακροατηρίου. Έτσι διαγράφηκε μονομιάς η στρατηγική συμμαχία του Συν-Σύριζα με το ΠΑΣΟΚ τα τελευταία 20 χρόνια όπως αυτή εκφράστηκε στις κοινές καθόδους στο συνδικαλιστικό κίνημα και στην αυτοδιοίκηση. Ξεπλύθηκαν επίσης οι στρατηγικές επιλογές του Συν-Σύριζα να ψηφίσει τη συνθήκη του Μ Μάαστριχ, τις αρχικές ιδιωτικοποιήσεις ΟΤΕ και ΔΕΗ όπως και να ταχθεί υπέρ του σχεδίου Ανάν. Με την συνδρομή αυτών των πρωτοβουλιών ένα ανάχωμα της σοσιαλδημοκρατίας και του αστισμού βαφτίστηκε ριζοσπαστική αριστερά αλλά και σύμμαχος καταρχήν στο κίνημα αλλά και γιατί όχι και στο πολιτικό επίπεδο. Μάλιστα στους πρώτους μήνες της πρώτης φοράς αριστεράς η Ανταρσυα και οι μετωπικές της πρωτοβουλίες βρέθηκαν στους δρόμους να στηρίξουν τη διαπραγματευτική προσπάθεια της κυβέρνησης ενώ στην κορυφαία απάτη της δεκαετίας στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 έδωσαν τα ρέστα τους υπέρ του ΟΧΙ των Συριζα-Ανελ και ενάντια στη θέση του ΚΚΕ για ΟΧΙ στα μνημόνια και στην ΕΕ.

Σήμερα πιστοί στη ρεφορμιστική τους στρατηγική επανέρχονται φτιάχνοντας άλλο ένα μέτωπο ενάντια στην ΕΕ με τα εναπομείναντα ρετάλια του Συριζα. Το κείμενο ξεκινά με πολλές ορθές διαπιστώσεις για το τι είναι η ΕΕ και τι σημαίνει για το λαό η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ αλλά και με θεμελιακά σφάλματα όπως το ότι (…) τα Μνημόνια είναι συνώνυμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (…) λες και ο καπιταλισμός εκτός ΕΕ έχει άλλο τρόπο να βγει από την κρίση του πλην της λιτότητας. Έξυπνα αποφεύγει τη λέξη καπιταλισμός (χρησιμοποιείται μόνο μια φορά σαν επίθετο) που από ό,τι φαίνεται χωρίζει αντί να ενώνει το κοινό στο οποίο απευθύνεται η πρωτοβουλία.

Η κύρια θέση είναι ότι:
(…) Δεν μπορεί να υπάρξει απαλλαγή του εργαζόμενου λαού από τα Μνημόνια και τη φτωχοποίηση, παρά μόνο μέσα από τη ρήξη και την αποδέσμευση από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε αντίθεση με την κυρίαρχη προπαγάνδα, η έξοδος από την ευρωζώνη και την ΕΕ είναι προς το συμφέρον της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού. Μέσα από ένα κίνημα που θα θέτει το θέμα της ρήξης και αποδέσμευσης από την Ευρωπαϊκή Ένωση από τη σκοπιά της εργατικής τάξης και της εξυπηρέτησης των λαϊκών αναγκών, ενάντια στην οικονομική ολιγαρχία και την πολιτική της. Από τη σκοπιά του διεθνισμού, της ανεξαρτησίας της χώρας από τους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, της λαϊκής κυριαρχίας, κι όχι από τη σκοπιά της “εθνικής” ανάπτυξης (….)

Ωστόσο το κείμενο διανθίζεται και από το πολιτικό πρόγραμμα της Ανταρσυα που ζητά: (…) τη μονομερή διαγραφή του χρέους, για εθνικοποιήσεις των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας κάτω από εργατικό και λαϊκό έλεγχο, για την άμεση βελτίωση της ζωής των εργαζομένων και την ικανοποίηση των στόχων του εργατικού και λαϊκού κινήματος (…)

Έξω από την ΕΕ με καπιταλισμό;
Η ΕΕ είναι μια ιμπεριαλιστική ένωση που ιδρύθηκε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου. Η συμμετοχή της Ελλάδας σε αυτή ήταν στρατηγική επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης. Η επιλογή αυτή της ελληνικής αστικής τάξης παραμένει σε ισχύ και σήμερα αν και σαν απόρροια της καπιταλιστικής κρίσης μερίδες του κεφαλαίου έχουν πλέον διαφορετική άποψη όπως αυτό αντανακλάται τόσο στην ισχυροποίηση της Χρυσής Αυγής όσο και στη δημιουργία του ευρωσκεπτικιστικού κόμματος των Μπαλτάκου-Καρατζαφέρη.

Εδώ βρίσκεται η μεγάλη αυταπάτη της πρωτοβουλίας. Πιστεύουν ότι είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί μια στρατηγική επιλογή της αστικής τάξης χωρίς η εξουσία της να έχει ανατραπεί και το κράτος της συντριβεί. Με ποιον τρόπο θα πειστεί η αστική τάξη να αποδεχτεί την έξοδο από την ΕΕ το κείμενο δεν το ξεκαθαρίζει αλλά έμμεσα το θεωρεί πιθανό. Μάλιστα δεσμεύεται να αναλάβει να πείσει τον λαό ότι (…) υπάρχει ζωή έξω από την ΕΕ (…) με τους αστούς ιδιοκτήτες στα μέσα παραγωγής προσθέτω εγώ. Αρνητική έκπληξη προκαλεί και η απουσία από το κείμενο οποιασδήποτε αναφοράς για το ΝΑΤΟ και την παρουσία των αμερικάνικων βάσεων στη χώρα μας. Μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα ότι η πρωτοβουλία πιστεύει ότι η αποδέσμευση από την ΕΕ είναι συμβατή με την παραμονή στο ΝΑΤΟ!

Στην πραγματικότητα βέβαια τα πράγματα δεν είναι τόσο αθώα. Η μετακίνηση του Σύριζα στην άμεση υπηρεσία της αστικής τάξης άφησε ορφανό το ρόλο του αναχώματος που θα απορροφά και θα εκτρέπει τη ριζοσπαστικοποίηση των λαϊκών μαζών. Τον χώρο αυτό φιλοδοξεί να καλύψει η Ανταρσυα αν και στη προσπάθεια της αυτή έχει να αντιμετωπίσει τον ισχυρό ανταγωνισμό της ΛΑΕ. Με τέτοιου είδους πρωτοβουλίες πασπαλισμένες με ριζοσπαστικές κορώνες η Ανταρσυα και ο περίγυρος της πάνε πάλι να παγιδέψουν και να εκτονώσουν τις διαθέσεις του κόσμου που τους ακολουθεί σε μία ακόμη ρεφορμιστική αυταπάτη. Ακόμη χειρότερα και αφού όπως φαίνεται η έξοδος από την ΕΕ αρχίζει και αποτελεί επιλογή ευρύτερων μερίδων του κεφαλαίου (όπως δείχνει η άνοδος των ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων σε όλη την ΕΕ) η πρωτοβουλία αυτή, πέρα από προθέσεις κινδυνεύει να αποτελέσει το φτωχό συγγενή ενός αλλόκοτου μετώπου.

Άφησα το πιο σημαντικό για το τέλος. Η νέα αυτή πρωτοβουλία έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με το ΚΚΕ και τη θέση του για αποδέσμευση από την ΕΕ με εργατική εξουσία. Πάνω από 30 χρόνια το ΚΚΕ θέτει θέμα αποδέσμευσης από την ΕΕ αλλά και πάλης ενάντια στις συνέπειες από της πολιτικές της. Τα τελευταία 6 περίπου χρόνια το ευρωενωσιακό οικοδόμημα αποκαλύπτει τον αντιλαϊκό του χαρακτήρα σε ευρύτερες λαϊκές μάζες που μέχρι τότε άκουγαν τη θέση του ΚΚΕ ενάντια στην ΕΕ αλλά δεν πείθονταν (είτε σαν αποτέλεσμα εξαγοράς και εκμαυλισμού είτε προπαγάνδας). Είναι ακριβώς εκείνη η στιγμή που ένα επαναστατικό κόμμα οφείλει να προχωρήσει ένα βήμα παραπέρα και αφού η πρόβλεψη του γίνεται πλέον βίωμα σε ευρύτερες μάζες να τους δείξει το μοναδικό δρόμο για την απαλλαγή από τα δεσμά της ΕΕ. Και αυτός ο δρόμος δεν είναι άλλος από το δρόμο της λαϊκής συμμαχίας για τη λαϊκή/εργατική εξουσία. Ο αγώνας για την ανατροπή της εξουσίας των αστών είναι ενιαίος με τον αγώνα για αποδέσμευση από την ΕΕ. Και είναι απορίας άξιο πως υποθέτει κάποιος ότι το λαϊκό κίνημα θα επιβάλλει στους αστούς την αποδέσμευση και όχι την εξουσία του. Είναι φανερό ότι οποιαδήποτε άλλη πρόταση για έξοδο από την ΕΕ χωρίς λαϊκή εξουσία είναι πέρα από προθέσεις αντεπαναστατική. Θα λειτουργήσει σαν ανάχωμα στη παραπέρα ριζοσπαστικοποίηση και θα έρθει σε αντιπαράθεση στο μαζικό κίνημα με την πρόταση του ΚΚΕ.

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

Το ελληνικό 68’

Παραλείπω σκόπιμα την εισαγωγική παράγραφο και μπαίνουμε κατευθείαν στο ψητό της ανάρτησης και την παρακάτω αιχμηρή κριτική στο Κόμμα.

Η δογματική νοοτροπία καθηλώνει το κίνημα σε μια στείρα άρνηση στον πολιτικό τομέα, στο όνομα δήθεν της επαναστατικής αδιαλλαξίας, απορρίπτει γενικά σαν «οπορτουνιστική» την τακτική της προώθησης του κινήματος προς τους τελικούς του σκοπούς, μέσω διαδοχικών βαθμίδων και σταθμών και με την άσκηση μιας θετικής πολιτικής στα πλαίσια μιας γενικότερης προσπάθειας, σταθερής απομόνωσης και εξουδετέρωσης των πιο επικίνδνων κάθε φορά εξτρεμιστικών αντιδραστικών δυνάμεων. Με βάση αυτήν την αντίληψη, που εκφράζει στην πράξη την τυχοδιωκτική αρχή «ή όλα ή τίποτε», η δογματική νοοτροπία ήταν και είναι βαθύτατα εχθρική προς την αρχή της ιστοτιμίας στις συμμαχίες, πράγμα που οδηγεί στην άρνηση της ίδιας της αναγκαιότητας των πραγματικών συμμαχιών. Η δογματική νοοτροπία καταδικάζει, έτσι, το κίνημα στην παθητική αναμονή μιας «ευκαιρίας» που θα κάνει δήθεν δυνατή την ποθητή έφοδο προς την εξουσία, ενώ το αφήνει στην πράξη ανέτοιμο, απροσάρμοστο και ανήμπρο να αντιδράσει αποτελεσματικά στις ενδεχόμενες απότμες στροφές της κατάστασης. Αντιλαμβάνεται την επανάσταση σαν πραξικόπημα, τις συμμαχίες σαν ελιγμό τακτικής για να ξεγελάσουμε, να «ξεσκεπάσουμε» και να απογυμνώσουμε προς όφελός μας τους ενδεχόμενους συμμάχους, το ίδιο το πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης το καταλαβαίνει σαν ομάδα συνωμοτών, χωρίς εσωτερική δημοκρατική ζωή, απαραίτητη για την ύπαρξη ορθής πολιτικής γραμμής και συνειδητής αγωνιστικής πειθαρχίας. Δεν πιστεύει στην αξία των δημοκρατικών ελευθεριών και των δημοκρατικών θεσμών, των ηθικών και ανθρωπιστικών αρχών και θεωρεί τις σχετικές διακηρύξεις σα χρήσιμη μόνο φρασεολογία, σα μέσο για να τραβηχτούν οι μάζες προς την Αριστερά. Στη θέση της αλήθειας στην πολιτική, ο δογματισμός τοποθετεί το ψέμα, στη θέση της επιστημονικής μελέτης τον αυτοσχεδιασμό και την προχειρότητα, μισεί την κριτική σκέψη και εκθειάζει την αμάθεια, διακηρύσσει την αρχή της εμπιστοσύνης προς τις μάζες –τους «δημιουργούς της ιστορίας»-, ενώ στην πράξη τις περιφρονεί βαθύτατα και θεοποιεί τις κάθε φορά «αλάθητες ηγεσίες», καλλιεργεί μια μόνιμη διάσταση ανάμεσα στα λόγια και τα έργα, στις διακηρύξεις και στην πράξη, διαπαιδαγωγεί το κίνημα στη μακιαβελική αρχή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Ο δογματισμός συνυφαίνεται έτσι οργανικά, με τον πολιτικό τυχοδιωκτισμό, με μια βαθιά γραφειοκρατική παραμόρφωση του πολιτικού κόμματος της εργατικής τάξης.

Είναι αδύνατο να κατανοήσει και να εξηγήσει κανείς σωστά τις αποτυχίες και τις σοβαρές μέχρι σήμερα ήττες του κινήματος, μα επίσης και τη σημερινή κρίση και διάσπαση του κόμματος, αν δεν πάρει υπόψη τη βαρύτατη κληρονομιά που δημιούργησε η μακρόνη επικράτηση του δογματισμού στο ΚΚΕ. Αν δεν υπολογίσει την τεράστια καθυστέρηση που προκάλεσε στην ανάπτυξη της θεωρητικής και πολιτικής σκέψης στο ΚΚΕ, την αιμορραγία και τη φθορά στο στελεχικό του δυναμικό, τη μακρόχρονη διαστρέβλωση των κριτηρίων στην ανάδειξη της ηγεσίας του.

Οι πιο μυημένοι μπορεί να πρόσεξαν κάποιες φράσεις-κλειδιά που προδίδουν την «πολιτική καταγωγή» του κειμένου και την περίοδο στην οποία γράφτηκε. Η αλήθεια όμως είναι πως θα μπορούσε κάλλιστα να το περάσει κανείς και για συγκαιρινό μας, χωρίς να καταλάβει πως είναι γραμμένο το 1970 από στελέχη του λεγόμενου Κκε εσ. (δημοσιεύτηκε παράνομα στην Αθήνα, σαν έκδοση της επιτροπής Διαφώτισης της δικής τους Κοα κι αναδημοσιεύτηκε στη δική τους Κομμουνιστική Επιθεώρηση, την ίδια χρονιά). Όπως λέει κι ο Τάκης Μπενάς, που το παραθέτει σχεδόν 40 χρόνια μετά στο δικό του βιβλίο «δεν μπορεί να αποφύγει κανείς τη σκέψη ότι πολλά από αυτά εξακολουθούν να ισχύουν και σήμερα με την εφαρμοζόμενη πολιτική του Περισσού». Για την ακρίβεια, δεν μπορεί να αποφύγει κανείς τη σκέψη πως τα επιχειρήματα των αντίπαλων, οπορτουνιστικών δυνάμεων δεν έχουν ανανεωθεί ιδιαίτερα από τα χρόνια που ήταν της μόδας η «ανανέωση» του κομμουνισμού (που σήμερα βαφτίζεται πχ επαναθεμελίωση ή όπως αλλιώς).

Μετά από το κεφάλαιο «Κοε και μαοϊκοί» (και μια μικρή σειρά σχετικών αναρτήσεων, όπου εκκρεμεί και ένα καταληκτικό κείμενο της κε του μπλοκ με κάποια συμπεράσματα), η επόμενη (λαϊκή) ενότητα είναι ο ευρωκομμουνισμός, που μπορεί να ξεκινήσει με την πολύ ενδιαφέρουσα μελέτη του Κ. Σκολαρίκου, από τις νέες κυκλοφορίες της Σύγχρονης Εποχής. Παράλληλα η κε του μπλοκ διαβάζει και «το ελληνικό 68’» του Τάκη Μπενά, για τα πρώτα χρόνια του λεγόμενου Κκε Εσωτερικού, στο οποίο βρήκε και το παραπάνω απόσπασμα.

Ας δούμε όμως ένα ακόμα απόσπασμα από το ίδιο βιβλίο για τη «συμπαράταξη και τη μάχη για το Όχι στο δημοψήφισμα» της χούντας, που προσφέρεται επίσης για επίκαιρους συνειρμούς.

Με δεδομένες αυτές ακριβώς τις συνθήκες και τις προϋποθέσεις, οι δυνάμεις του ΚΚΕ εσωτερικού μπαίνουν στη «μάχη για το ΟΧΙ στο δημοψήφισμα» του Παπαδόπουλου –κυρίως μέσα, αλλά και έξω από την Ελλάδα. Η γραμμή μόνο για ΟΧΙ στο δημοψήφισμα συναποφασίζεται από τη συνεργασία των πολιτικών κομμάτων στο εσωτερικό –εκτός του δογματικού ΚΚΕ που μιλάει και για λευκό, αποχή, σχισμένα φάκελα, κλπ. (Από τότε επεδίωκε να ξεχωρίζει την πολιτική του, πιστό στη λογική «χώρια τα πρόβατα από τα ερίφια»).

Η συμπαράταξη των αντιδικτατορικών πολιτικών δυνάμεων εκφράζεται με την επιδίωξη συγκρότησης μιας μεγάλης Επιτροπής προσωπικοτήτων του πολιτικού και πνευματικού κόσμου, «της Επιτροπής των 100», όπως λέχθηκε προσωρινά, ένα σχήμα που με τις υπογραφές γνωστών προσωπικοτήτων από όλες τις πολιτικές και κομματικές προελεύσεις θα έμπαινε επικεφαλής του λαού, του κόσμου δηλαδή που έπρεπε να πορευτεί μαχόμενος προς τις κάλπες του Δημοψηφίσματος.

Η υλοποίηση αυτού του στόχου τελικά και παρά τις παρασπονδίες του δογματικού ΚΚΕ ή τις «πολιτικές διακρίσεις» από πλευράς των αστικών κομμάτων, θα επιτευχθεί και θα λάβει την ονομασία «Επιτροπή Αποκαταστάσεως Δημοκρατικής Νομιμότητας», στην οποία δε θα πάρει μέρος εκπρόσωπος του Ανδρέα Παπανδρέου, που παρέμενε προσκολλημένος στην πολιτική του ΠΑΚ για ένοπλο αγώνα, αφού «η Επανάσταση είναι εξαρχής αντιιμπεριαλιστική και πρέπει να αγωνιστούμε ένοπλα όπως ο λαός του Βιετνάμ...».

Ο Ριζοσπάστης-Μαχητής, παράνομη εφημερίδα, όργανο του ΚΚΕ εσωτερικού, στο φύλλο 61-62, τον Ιούνιο του 1973, στο κύριο άρθρο του με τίτλο «Το Αγωνιστικό ΟΧΙ» θα γράψει:

Το έθνος ολόκληρο ξαναζεί μια απ’ τις μεγάλες στιγμές της Ιστορίας του. Αντιπαρατάσσεται ενωμένο μπροστά στη χουντική τυρανία [...] Δεν έχουν αυταπάτες για τους αριθμούς που θα βγουν από τις χουντικές κάλπες, όπως δεν είχε αυταπάτες ο λαός μας όταν έδινε την πρώτη κατά μέτωπο μάχη αντιτάσσοντας το «ΟΧΙ» στα μηχανοκίνητα του Μουσσολίνι και του Χίτλερ [...] το πολιτικό αισθητήριο του λαού βλέπει καθαρά πως με την πανεθνική συμπαράταξη που συντελείται σήερα, με τη μαζική και μαχητική διεκδίκηση των πολιτικών δικαιωμάτων, οι γύψοι καθίστανται ανίσχυροι [...] η δικτατορική εξουσία δε διαθέτει καμμιά σίγουρη χρονική προοπτική επιβίωσης...


Τα παχιά επαναστατικά λόγια του Ανδρέα ήταν απλώς ένα ωραίο ανέκδοτο στο πολιτικό κλίμα της εποχής. Όλα τα υπόλοιπα όμως είναι πολύ δηλωτικά για τη διαχρονική ικανότητα-ιδιότητα του ποικιλώνυμου οπορτουνισμού να βλέπει το τυράκι και να πιάνεται στη φάκα, χωρίς αυταπάτες...

Δευτέρα 13 Ιουλίου 2015

Πολιτική αλητεία

Δεν υπάρχει μεγαλύτερος πολιτικός καιροσκοπισμός από τις μνημονιακές κωλοτούμπες του σύριζα. Δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη για τις ευρύτερες μάζες σχετικά με το τι είναι και πού οδηγεί ο οπορτουνισμός. Δεν υπάρχει χειρότερη αυταπάτη από το ότι υπάρχει διαπάλη στο εσωτερικό του σύριζα, που μπορεί να αλλάξει από μέσα, όπως άλλωστε και η εε σε μεγαλύτερη κλίμακα.

Κανένα μαύρο μέτωπο παλαιομνημονιακών δε θα μπορούσε να περάσει αυτά τα μέτρα χωρίς να υπογράψει ταυτόχρονα το πολιτικό του τέλος. Πολύ λίγα αστικά καθίκια θα είχαν το θράσος να μιλάνε για εθνική κυριαρχία (που γλίτωσε!) ενώ μας επιβάλλουν την επιστροφή της τρόικα και το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, με ένα ενισχυμένο και πολύ χειρότερο ΤΑΙΠΕΔ (επίσης να τονίσουμε πως καταφέραμε να μην έρθει ευρωστρατός για την επιβολή της τάξης). Μόνο αστικά πολιτικά παχύδερμα θα ήταν τόσο προκλητικά, ώστε να ισχυριστούν ότι από αύριο ξεκινάνε τον πόλεμο ενάντια στην ολιγαρχία. Σήμερα προφανώς τους καθόμαστε για ένα αποχαιρετιστήριο πήδημα, να έχουν κάτι να θυμούνται πριν από τη μάχη. Το σεξ εξάλλου θέλει τουλάχιστον δύο. Δεν είναι δηλ μονομερής ενέργεια, σαν αυτές που (δεν) έκανε ο σύριζα και καλείται τώρα να τις πάρει πίσω.

Νδ, πασόκ, συνασπισμός, ψηφίζουνε μνημόνια πληρώνει ο λαός. Αλλά ποιος άλλος θα μπορούσε να δέσει το λαό χειροπόδαρα, αφού πρώτα το νανούρισε με γλυκές αυταπάτες περί δημοκρατίας και μιας ευρώπης που αλλάζει; Ποιος άλλος θα υπέγραφε την αποπολιτικοποίηση του δημοσίου, που παραπέμπει εμμέσως στην κατάργηση του συνδικαλισμού κι ένα είδος ιδιώνυμου; Ποιος θα είχε απέναντι τον ολάντ να το φτύνει κατάμουτρα («εάν έβγαινε η ελλάδα από την ευρωζώνη, θα χάναμε τα χρήματα που της είχαμε δανείσει») και θα σκουπιζόταν απαθής, κοιτάζοντας ψηλά να δει αν ψιχαλίζει;
Και για να έχουμε καλό ερώτημα: Πόσο τοις εκατό αυτού του μνημονίου είναι τοξικό και πόσο θα υλοποιούσαμε από μόνοι μας; Και γιατί δεν μπαίνει σε δημοψήφισμα και αυτή η συμφωνία; Είναι δηλαδή εντός της λαϊκής ετυμηγορίας και της εντολής του τελευταίου δημοψηφίσματος;

Ο ένας βγαίνει χειρότερος και πιο υποτακτικός από τον άλλον. Ο φίλης βρήκε μέρα να μιλήσει για συμπόρευση της ζωής (που διαχωρίζει τη θέση της, για να διασώσει την καριέρα της) με τη χρυσή αυγή, δίνοντας νέα διάσταση στον ορισμό του πολιτικού παχύδερμου. Ο κατρούγκαλος χάνει την αίσθηση της ξεφτίλας, λέγοντας πως η ευρώπη θα αλλάξει, όταν αλλάξουν σε όλες τις χώρες οι κυβερνήσεις τους –πού είσαι νιότη που έδειχνες πως θα γινόσουν άλλος. Και η ραχήλ βρίσκει ευκαιρία να τους γλεντήσει και να μιλήσει για δεύτερη βάρκιζα! Βγαίνει από «αριστερά» η βουλευτής που δεν είχε ψηφίσει καν την ιθαγένεια...
Πώς το έλεγε ο σύζυγος της προέδρου ζωής; Ο τσίπρας και η κυβέρνηση έχουν κάτι αρχ... να, από εδώ ως τη σιγκαπούρη. Ε τώρα, έχουν... είναι... δε θα τα χαλάσουμε τώρα για ένα ρήμα, ε;

Οι ροζ οπορτουνιστές αποδείχτηκαν «μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά», που έπεσαν πάνω στην εργατιά, αλλά ντύθηκαν φλαμίνγκο για να ξεγελάσουν τον κόσμο. Και άντε μετά να αποδείξεις πως είναι ελέφαντες (δηλ πολιτικά παχύδερμα). Μα αφού είναι φλαμίνγκο, σου λέει ο άλλος.
Αν και εγώ πιστεύω πως φταίει για όλα το κκε που δε συνεργάστηκε στην «αριστερή κυβέρνηση» να κρατήσει τα μπόσικα. Και ο λαός που δεν ξεσηκώθηκε να την ωθήσει προς τα αριστερά.

Υπάρχει βέβαια και το αριστερό ρεύμα του λαφαζάνη. Με το μαλακό όμως παιδιά το «παρών», (το λεβέντικο, το δημαρίσιο), για να μην πέσει η καλύτερη κυβέρνηση που είχαμε ποτέ. Και να ετοιμάζεται η μισή (;) ανταρσυα για της βουλής τα έδρανα, αφού υποδεχτεί το 4% του «παλιού, καλού σύριζα». Η προπαρασκευή του νέου αναχώματος συνεχίζεται με πυρετώδεις ρυθμούς. Κι αν έχει ρόλο κι η ζωή σε αυτό; Λες...;

Η κυβέρνηση φέρνει προς ψήφιση στη βουλή ένα μόνο νομοσχέδιο, με ένα μόλις άρθρο, για τη σημειολογία του πράγματος (με τον ίδιο τρόπο που θα καταργούσε, στα λόγια και μόνο εκεί, τα μνημόνια). Με τη διαδικασία του κατεπείγοντος για να μπει το κερασάκι σε μια μεγάλη νίκη της δημοκρατίας (που όντως θριαμβεύει, αλλά η αστική δημοκρατία, και τα συμφέροντα της τάξης που υπηρετεί). Και για να μη μείνει παρά ελάχιστος χρόνος για την οργάνωση της αντίστασης, και την καταπολέμηση του κυβερνητικού δηλητήριου στις παραλυμένες ταξικές συνειδήσεις.

Μα εγώ αρνούμαι να πεθάνω
Κι υπόσχομαι κάτι να κάνω
Τώρα είναι καιρός...

Έχει ανακοινωθεί ήδη συλλαλητήριο του παμε για το απόγευμα της τετάρτης, στην ομόνοια. Πιστεύω πως μες στη μέρα θα υπάρξουν κι άλλες ανακοινώσεις. Δε γίνεται να περάσει κοτζάμ μνημόνιο ΙΙΙ, χωρίς ούτε μία απεργία..

Υστερόγραφο



Ποια μισά ρε πάνο, ο άνθρωπος υπερκάλυψε το πλάνο.

Αλλά ας μην τον αδικούμε. Όντως μόνο τα μισά έκανε. Αλλά ποιο από τα δύο μισά, το δεξί ή το αριστερό; Βρείτε και κερδίστε...

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014

Για τη στρατηγική και το διαδικτυακό φραξιονισμό



Σήμερα η κε του μπλοκ αντιγράφει και δημοσιεύει ένα ακόμα απόσπασμα από την μπροσούρα της ιε της κετουκε «κόμμα παντός καιρού», από το εισαγωγικό υποκεφάλαιο και τις σελίδες 17-24, που αναφέρονται στον «ηλεκτρονικό φραξιονισμό» και τις γνωστές ιστοσελίδες, που έκαναν την εμφάνισή τους την τελευταία τριετία.


Στη διάρκεια της προσυνεδριακής περιόδου ξεκίνησε –και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα- από την πλευρά του οπορτουνισμού μια συστηματική επίθεση κατά του Κόμματος με επίκεντρο το πρόγραμμα και το καταστατικό του. Πρόκειται για επίθεση ύπουλη κι επεξεργασμένη καθώς οι φορείς της δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα ωμά, προκλητικά επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν την περίοδο του ’90-’91, όταν πίστεψαν ότι η νίκη της αντεπανάστασης ήταν η χρυσή ευκαιρία να «ξεφορτωθεί» το κομμουνιστικό κίνημα το μαρξισμό-λενινισμό ή να διατηρήσει κάποιες μαρξιστικές ιδέες απαλλαγμένες από τον αντικαπιταλιστικό επαναστατικό τους χαρακτήρα.

Διάφοροι αυτοαποκαλούμενοι μέλη ή πρώην μέλη και φίλοι του Κόμματος, αξιοποιώντας την ανωνυμία του διαδικτύου και στοχεύοντας στη δημιουργία συγχύσεων στο κομματικό δυναμικό και τον κύκλο επιρροής του Κόμματος συγκρότησαν αυτό που συνοπτικά αποκαλούμε «διαδικτυακό φραξιονισμό». Με στόχο να αντιπαρατεθούν στο Κόμμα επέλεξαν ως βασικό τους «όπλο» τη στενοχώρια και την ανησυχία για το αρνητικό εκλογικό αποτέλεσμα και την απότομη άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ. Επιδίωξαν να δώσουν την εντύπωση ότι δεν έχουν καμία σχέση με το ΣΥΡΙΖΑ, με τις «ταλαντεύσεις» και την αναξιοπιστία του, προβάλλοντας μια φραστική καταδίκη των κοινοβουλευτικών αυταπατών και «καταγγέλλοντας» την ελπίδα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ από μόνος του μπορούσε να φρενάρει την αντιλαϊκή επίθεση. Άσκησαν και ασκούν πολεμική στο Κόμμα, προφασιζόμενοι πως αυτό δε γίνεται από θέση αμφισβήτησης συνολικά της στρατηγικής για την επαναστατική ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας αλλά της τακτικής στην προώθησή της. Με αυτόν τον τρόπο ο «ηλεκτρονικός φραξιονισμός» βάζει από το «παράθυρο» τη γραμμή συνεργασίας κορυφών με σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, μεταρρυθμίσεων και εξόδου από την Ευρωζώνη μέσω μιας κυβέρνησης «αριστερών» πολιτικών δυνάμεων. Προσπαθούν να χρεώσουν στην πολιτική του Κόμματος την έλλειψη τέτοιας γραμμής συσπείρωσης, σε μια περίοδο που το Κόμμα όντως κατέγραψε σοβαρές απώλειες που έχουν πολιτικό ιδεολογικό χαρακτήρα. Θέλουν να προβάλλει λαθραία την ανορθολογική και κυρίως αντιεπιστημονική αντίληψη, ότι η στρατηγική καθορίζεται από το συσχετισμό των δυνάμεων και όχι από το γεγονός ότι αντικειμενικά και ανεξάρτητα από το συσχετισμό αυτό ζούμε στην εποχή περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό.

Η πίεση των κοινοβουλευτικών αυταπατών είναι ένα διαχρονικό πρόβλημα από το οποίο ένα μεγάλο μέρος του διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος δεν κατάφερε να απαλλαγεί, ανεξάρτητα αν στο πρόγραμμα και το καταστατικό των ΚΚ μιλούσαν υπέρ του μαρξισμού-λενινισμού και του προλεταριακού διεθνισμού. Η μεταπολεμική περίοδος με την κυριαρχία της λεγόμενης κεϊνσιανής διαχείρισης, με μεγαλύτερη ευελιξία σε παραχωρήσεις –τόσο ως απόρροια της ταχύτατης μεταπολεμικής καπιταλιστικής ανάπτυξης όσο και της άμυνας απέναντι στις σοσιαλιστικές χώρες και το εργατικό κίνημα- συνδυάστηκε στην καπιταλιστική Ευρώπη και ιδιαίτερα στις πιο ισχυρές χώρες με την ανάπτυξη της αστικής δημοκρατίας και την κοινοβουλευτική ενίσχυση ορισμένων κομμουνιστικών κομμάτων. Σε αυτές τις συνθήκες, η παλιά οπορτουνιστική γραμμή των μεταρρυθμίσεων, μέσω των οποίων θα προσεγγιζόταν ο σοσιαλισμός (γραμμή Μπερνστάιν), που διάβρωσε και αστικοποίησε τα κόμματα της σοσιαλδημοκρατίας, κέρδισε έδαφος σε Κομμουνιστικά Κόμματα σε βάρος της ταξικής πάλης, της επαναστατικής στρατηγικής.

Στο σημείο αυτό αξίζει να θυμίσουμε ότι ο οπορτουνισμός γεννιέται ως τάση ενσωμάτωσης μέσα στο εργατικό κίνημα στους κόλπους του καπιταλισμού, ενώ στην ανώτατη βαθμίδα του, τον ιμπεριαλισμό, αποκτά και μια σταθερή, αν και μεταβλητή αριθμητικά, κοινωνική βάση ανάπτυξης. Η βάση αυτή δημιουργείται από τη διεύρυνση της εργατικής τάξης με τμήματα που προέρχονται από μεσαία στρώματα και η διεύρυνση της εργατικής αριστοκρατίας, ενός τμήματος δηλ των εργαζομένων εξαγορασμένο είτε από τα υπερκέρδη των μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων είτε από το αστικό κράτος και τις επιχειρήσεις του. Αυτό το τμήμα διαμορφώνει σταθερά καλύτερους όρους ζωής συνδέοντας αυτή τη σχετική προσωπική του ευημερία με τη μακροημέρευση του καπιταλισμού

Πάνω σ’ αυτή την κοινωνική βάση διαμορφώνεται η τάση συμβιβασμού με τον ταξικό αντίπαλο, η αναζήτηση πολιτικών λύσεων «εντός των τειχών» του καπιταλιστικού συστήματος, εμφανίζεται ο οπορτουνισμός μέσα στο ίδιο το εργατικό κίνημα, μέσα στο Κόμμα της εργατικής τάξης. Γι’ αυτό η πάλη με τον οπορτουνισμό είναι προϋπόθεση για τη διατήρηση του επαναστατικού εργατικού χαρακτήρα του Κόμματος, σε κάθε περίοδο και σε κάθε φάση της ταξικής πάλης και του συσχετισμού δυνάμεων. Απ’ αυτή την πάλη, από την ιδεολογικοπολιτική και οργανωτική της συνέπεια και επάρκεια εξαρτάται η αποτροπή της αποκομμουνιστικοποίησης κομμουνιστικών κομμάτων. Ο ευρωκομμουνισμός αποτέλεσε βασικό αγωγό, μέσα από τον οποίο ο δυτικοευρωπαϊκός καπιταλισμός κατάφερε με βασικό όπλο τη σοσιαλδημοκρατία σοβαρά χτυπήματα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα με αποτέλεσμα τη σταδιακή υποχώρησή του, ακόμα και τον εκφυλισμό του. Αγώνες έγιναν, όμως αυτοί δεν μπόρεσαν να διαφοροποιήσουν θετικά το συσχετισμό δυνάμεων.

Οι σύγχρονοι οπορτουνιστές είχαν και έχουν το θράσος τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ εξελίσσεται σε σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, να φορέσουν τη μάσα του μαρξιστή-λενινιστή για να επαναφέρουν το ΚΚΕ στη γραμμή του μαρξισμού-λενινισμού από την οποία υποτίθεται ότι έχει απομακρυνθεί. Δε δίστασαν να κάνουν τις γνωστές οπορτουνιστικές αλχημείες, στις οποίες μας είχε συνηθίσει το παλαιό «ΚΚΕ-Εσωτερικού» αλλά και η ομάδα των στελεχών που εγκατέλειψε το Κόμμα στις αρχές της 10ετίας του ’90, προβάλλοντας επιλεκτικά ορισμένες θέσεις των Μαρξ-Ένγκελς σχετικές με τη στάση του εργατικού κινήματος κατά τη διάρκεια της περιόδου που η αστική τάξη πάλευε να κερδίσει την εξουσία από τους φεουδάρχες, σα να έχουν την ίδια ισχύ στις συνθήκες του αναπτυγμένου μονοπωλιακού καπιταλισμού και της συγκροτημένης εδώ και δεκαετίες αστικής εξουσίας. Είχαμε αρκετά χρόνια να ζήσουμε την αντιπαράθεση του νέου κόντρα στον ώριμο Μαρξ, την υπεράσπιση για τις σημερινές συνθήκες της στρατηγικής που επεξεργάστηκε ο Λένιν με την προεργασία για το έργο του Κράτος και Επανάσταση και την κωδικοποίησε με τις Θέσεις του Απρίλη, στρατηγική που επιβεβαιώθηκε στην πράξη με τη νίκη της μεγάλης Οκτωβριανής σοσιαλιστικής επανάστασης.

Η λεγόμενη κομμουνιστική αντιπολίτευση επανέφερε, με τη βοήθεια της δημόσιας προβολής των θέσεών της από τις «φιλόξενες» σελίδες μερίδας του αστικού Τύπου, τη διαπάλη ανάμεσα στον μπολσεβικισμό και το μεσεβικισμό, την αντιπαράθεση της κομμουνιστικής στρατηγικής με τη δεξιά οπορτουνιστική ή κεντριστική κατεύθυνση στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος την περίοδο του Μεσοπολέμου. Πρόκειται για την περίοδο στην οποία τη νίκη της Οκτωβριανής επανάστασης τη διαδέχτηκαν οι ήττες της γερμανικής και ουγγρικής επανάστασης, με αποτέλεσμα την υποχώρηση του αρχικού επαναστατικού κύματος και τη σχετική σταθεροποίηση του καπιταλισμού.

Βασικός στόχος της παραπάνω οπορτουνιστικής επιχειρηματολογίας είναι η επαναφορά «από την πίσω πόρτα» της λεγόμενης λογικής των «επαναστατικών σταδίων», που ποτέ και σε καμία χώρα δεν επιβεβαιώθηκε, της γραμμής του μίνιμουμ προγράμματος το οποίο –σε αντίθεση με το πρόγραμμα που προϋποθέτει την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας- μπορεί να υλοποιηθεί στο έδαφος του καπιταλισμού κυρίως μέσω της συμμετοχή ή στήριξης αστικών κυβερνήσεων. Η επιδίωξη αυτού του μίνιμουμ προγράμματος μέσα στα πλαίσια της διαχείρισης του καπιταλισμού και η ουσιαστική ανάθεση του λεγόμενου μάξιμουμ προγράμματος, δηλαδή της κατάκτησης της εργατικής εξουσίας στη «Δευτέρα Παρουσία», αιτιολογείται ως αναγκαίος συμβιβασμός σε συνθήκες όπου «δεν υπάρχει συσχετισμός δυνάμεων που να ευνοεί την πάλη για το σοσιαλισμό» ή με το σαθρό επιχείρημα ότι μια κυβέρνηση με συμμετοχή του ΚΚΕ που θα προκύψει μέσα από κοινοβουλευτικές διαδικασίες και θα στηρίζεται στο εργατικό λαϊκό κίνημα μπορεί να συμβάλει στο πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό χωρίς τη σοσιαλιστική επανάσταση είτε ότι η συμμετοχή σε μια κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού μπορεί να επιταχύνει την εμφάνιση της επαναστατικής κατάστασης η οποία όμως έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και δεν εξαρτάται από τη θέληση της μιας ή της άλλης τάξης, του ενός ή του άλλου κόμματος, της μίας ή της άλλης κυβέρνησης. Η πείρα στην καπιταλιστική Ευρώπη, στη Λατινική Αμερική, έχει δείξει ότι όταν ένα ΚΚ αποφασίζει να πάρει μέρος σε μια κυβέρνηση διαχείρισης στο όνομα μιας μεταβατικής επιλογής, έχει ήδη δέσει από μόνο του τα χέρια του, ακόμα και όταν δε δεσμεύεται με επίσημη συμφωνία ή έχει διακηρύξει τη διατήρηση της αυτοτέλειάς του. Στην προκειμένη περίπτωση δεν παίζει κανένα ρόλο αν υπάρχουν γραπτές ή όχι δεσμεύσεις, οι νόμοι της καπιταλιστικής αγοράς δεν εξαρτώνται από τις πολιτικές συμφωνίες.

Η αλήθεια είναι ότι το Κόμμα μας δεν είχε προετοιμάσει έγκαιρα, σε έκταση και βάθος, την εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα, τις κοινωνικές δυνάμεις που απευθυνόμαστε, για τη στάση του απέναντι σε μια «αριστερή», «προοδευτική» -με ή χωρίς εισαγωγικά- κυβέρνηση στις συνθήκες του καπιταλισμού, αν και το ζήτημα αυτό είχε ανακύψει σε μια σειρά χώρες και πρόσφατα, όπως στη Γαλλία και στην Ιταλία. Το γεγονός αυτό δείχνει έλλειψη πρόγνωσης, είναι μάθημα και δίδαγμα ότι δεν πρέπει η προβολή του Προγράμματός μας να περιορίζεται στα σημεία εκείνα που προβάλλει η τρέχουσα επικαιρότητα στην χώρα μας, αλλά να λαμβάνει υπόψη και τις κυοφορούμενες τάσεις, οι οποίες συχνά γίνονται πιο εύκολα διακριτές από την παρακολούθηση της διεθνούς καπιταλιστικής πραγματικότητας.

Σε αυτή την πολεμική του οπορτουνισμού αξιοποιήθηκε και ένα σημείο που περιείχε το Πρόγραμμα του 15ου Συνεδρίου, το οποίο αναφερόταν σε κάποιο ενδεχόμενο-πιθανότητα κοινοβουλευτικής ανάδειξης κυβέρνησης αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, χωρίς βεβαίως να γίνεται λόγος για συμμετοχή του ΚΚΕ σε αυτήν και χωρίς προβάλλεται ως στάδιο ή μεταβατική φάση προς το σοσιαλισμό, όπως ερμήνευσε αυτή τη διατύπωση ο οπορτουνισμός. Το συμπέρασμα που αποτελεί και δίδαγμα είναι ότι τα ντοκουμέντα δεν πρέπει να δίνουν λαβές και αφορμές που καθιστούν δυνατή την πλαστογράφηση και παρερμηνεία των θέσεών τους.

Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι το Κόμμα δεν πρέπει να επαναπαύεται από τη συμφωνία συναγωνιστών και συναγωνιστριών με αιτήματα και προτάσεις που προβάλλει για την απόκρουση της επίθεσης και τη βελτίωση της ζωής των εργαζομένων. Είναι απόλυτα απαραίτητο να εντάσσει την πάλη για τα οξυμένα προβλήματα του λαού σε ένα ευρύτερο ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο που ανεβάζει την πολιτική συνείδηση και την οργάνωση –συμμετοχή των εργατοϋπαλλήλων στην ταξική πάλη.

Αυτό όμως απαιτεί ορισμένες προϋποθέσεις, όπως να γνωρίζουμε την εσωτερική σχέση του κάθε μεγάλου και οξυμένου προβλήματος με τη στρατηγική του κεφαλαίου, με την καπιταλιστική οικονομία και το πολιτικό της σύστημα, να ερμηνεύουμε δηλαδή τις εξελίξεις στη βάση της σχέσης οικονομίας και πολιτικής. Απαιτείται και σε ατομικό επίπεδο να έχουμε ένα ευρύ πεδίο γνώσεων, επιχειρημάτων, στοιχείων, ώστε να γίνεται εύστοχη και ζωντανή η προπαγάνδα μας, να αναπτύσσουμε κριτήριο τι από όλα πρέπει να πούμε, πού επικεντρώνουμε.

Αν δεν έχουμε κατακτήσει να σκεφτόμαστε, να κρίνουμε με άξονα τη σχέση οικονομίας και πολιτικής κάθε κοινωνικό πρόβλημα, κάθε οικονομικό και πολιτικό φαινόμενο, πχ την εμφάνιση ενός σκανδάλου, ενός νέου κόμματος κλπ, τότε γίνεται ένας διαχωρισμός ανάμεσα στο πρόβλημα και στην αναγκαιότητα πάλης κατά του καπιταλισμού, που θολώνει την πραγματικότητα και αποπροσανατολίζει την εργατική τάξη.

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Περί λαβάρων, αξιών, ιδεών και συμβόλων… (του ΣΥΡΙΖΑ)

Όσοι διαβάζουν συχνά το μπλοκ, ξέρουν πως δε συνηθίζω να κάνω αναδημοσιεύσεις άλλων κειμένων, που έχουν αναρτηθεί αλλού πρώτα. Θα κάνω όμως μια εξαίρεση για το κείμενο του ιστορικού Γιώργου Μαργαρίτη, που ακολουθεί και δημοσιεύτηκε στη διαδικτυακή πύλη του 902, γιατί δίνει μια πολύ καλή απάντηση στα ιδεολογικά λάβαρα που σηκώνει ο χώρος του σύριζα –και όχι μόνο- κι αξίζει κατά τη γνώμη μου να διαβαστεί, παρά τη μεγάλη έκτασή του. Μακάρι να βλέπουμε περισσότερα τέτοια κείμενα και κριτικές στο πόρταλ και τα κομματικά μέσα.


Στην εφημερίδα Αυγή, στα έντυπα που στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και στον πολιτικό λόγο των στελεχών του βλέπουμε συχνά να εμφανίζονται και να προβάλλονται συγκεκριμένες πολιτικές, φιλοσοφικές ή οικονομικές θεωρίες και οι αντίστοιχοι θεωρητικοί που τις προώθησαν ή τις εφάρμοσαν. Μερικές από τις θεωρίες και τις πολιτικές που αναφέρονται πιο συχνά ξενίζουν: η πυκνά επαναλαμβανόμενη επίκληση του “New Deal”, ή του “Σχεδίου Μάρσαλ” και μάλιστα ως “υποδειγμάτων” αντιμετώπισης της καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Το μεν πρώτο είναι η πολιτική που εφάρμοσαν στις ΗΠΑ οι πρόεδροι Χούβερ και ειδικά ο Ρούσβελτ -που έδωσε και το όνομα New Deal στα μέτρα- για την αντιμετώπιση της καπιταλιστικής κρίσης του 1929. Η πολιτική αυτή έσωσε προφανώς τον αμερικανικό καπιταλισμό, τις τράπεζες σε προτεραιότητα και επέτρεψε τη δημιουργία νέων ισχυρών μονοπωλίων (της Μπόϊνγκ για παράδειγμα). Είναι απόλυτα ψευδές, όμως, ότι οδήγησε εκτός της κρίσης και της φτώχειας τα εκατομμύρια των Αμερικανών εργαζομένων. Στα 1941, όταν οι ΗΠΑ μπήκαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το ποσοστό των ανέργων βρισκόταν ακόμα στο 17% !

Το Σχέδιο Μάρσαλ θα έπρεπε να το γνωρίζουμε καλά στην Ελλάδα. Στα χρόνια που ακολούθησαν τον Εμφύλιο Πόλεμο τα κονδύλια του “σχεδίου” αυτού ενίσχυσαν τη νέα άρχουσα τάξη, τις οικονομικές ελίτ δηλαδή που βρίσκονταν σε κρίση και σε κίνδυνο στα χρόνια του Εμφυλίου. Από απλή μάλλον σύμπτωση οι επιχειρηματίες κάθε είδους που ενισχύθηκαν από αυτά τα κονδύλια ήσαν πάνω κάτω οι ίδιοι που είχαν θησαυρίσει (κυριολεκτούμε) στην περίοδο της Κατοχής “εργαζόμενοι” για την οικονομία πολέμου του Γ’ Ράϊχ και της Νέας Ευρώπης. Το ίδιο, σε πιο ήπιες συνθήκες έγινε και στην υπόλοιπη Ευρώπη σε τρόπο ώστε ο καπιταλισμός να αποκτήσει εκείνους τους συσχετισμούς που θα του επέτρεπαν να αντιμετωπίσει τον “εσωτερικό εχθρό”, τους εργαζόμενους, τους κομμουνιστές. Για το λόγο αυτό η εφαρμογή του Σχεδίου Μάρσαλ θεωρείται αφετηρία του Ψυχρού Πολέμου στην Ευρώπη. Στην Ολλανδία μάλιστα δόθηκε “ειδικό συμπλήρωμα” από το Σχέδιο για να καταπνίξει στο αίμα την γενικευμένη εξέγερση του λαού της Ινδονησίας - που ήταν ως τότε αποικία της ευρωπαϊκής αυτής χώρας.

Θα ήταν εύλογο να αποφεύγουν χώροι που επικαλούνται την αριστερά και τους εργαζόμενους τέτοιου είδους πολιτικές και να μην τις χρησιμοποιούν ως λάβαρα των δικών τους πολιτικών σχεδιασμών. Παραδόξως (;) ο ΣΥΡΙΖΑ, τα έντυπά του και τα στελέχη του δεν αισθάνονται αυτήν την ανάγκη.

. . .

Καθώς όμως η δίψα που διακατέχει το ΣΥΡΙΖΑ στην αναζήτηση “νέων” θεωριών είναι ασίγαστη, ας αφήσουμε τις οικονομικές θεωρίες, στις οποίες αξίζει, λόγω “Κεϋνσιανισμού” να επανέλθουμε. Ας στραφούμε λίγο στην επικαιρότητα για να ιχνηλατήσουμε το χαοτικό θεωρητικό υπόστρωμα του αυτοπροσδιοριζόμενου ως κόμματος της αριστεράς.

Στα τέλη του Ιανουαρίου 2014, έφθασε στην Αθήνα ο Γάλλος πολιτικός φιλόσοφος Αλαίν Μπαντιού. Οι διαλέξεις του αποτέλεσαν εγερτήριο σάλπισμα για το χώρο του ΣΥΡΙΖΑ και εν μέρει, του αριστερισμού. Και στις τρεις διαλέξεις επικράτησε το αδιαχώρητο στις αίθουσες των εκδηλώσεων - ειδικά στην τρίτη διάλεξη, την πιο “πολιτική”. Για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις τη διάλεξη αυτή οργάνωσαν σύμφωνα με την ιστοσελίδα ΧΡΟΝΟΣ η Νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, η παράταξη ΑΝΟΙΚΤΗ ΠΟΛΗ, το περιοδική ψυχανάλυσης “Αλήθεια” με την υποστήριξη του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.

Στην ομιλία του ο Γάλλος φιλόσοφος ανέλυσε τα κεντρικά προβλήματα του σημερινού κόσμου. Διαπίστωσε κατ’ αρχήν ότι, ενώ έχουν περάσει είκοσι και πλέον χρόνια από την κατεδάφιση του “τείχους του Βερολίνου”, τείχη εξακολουθούν να κτίζονται λίγο πολύ παντού. Τότε το “τείχος” χώριζε τον “ανατολικό ολοκληρωτισμό” από τη “δυτική δημοκρατία”, σήμερα τα τείχη χωρίζουν τον “πλούσιο βορρά” από τον “φτωχό νότο”. Ακόμα και στο εσωτερικό των χωρών τα τείχη, διαπιστώνει, εξακολουθούν να υπάρχουν: παλαιά χώριζαν τον κόσμο σε εργατική τάξη και σε αστική τάξη, σήμερα χωρίζουν τους “ευδαιμονούντες” (αυτούς που απολαμβάνουν) από τους “στερημένους”! Στους αναγνώστες των βασικών έργων του Καρλ Μαρξ οι παραπάνω διαπιστώσεις ίσως φανούν ρηχές ή ακόμα και απλοϊκές. Η πάλη των τάξεων προφανώς προϋποθέτει διαφορές, διαχωρισμούς, εχθρότητες, συγκρούσεις, τείχη. Είναι περίεργο που ο Γάλλος φιλόσοφος που αναφέρεται στον Μαρξ επίμονα -σε κάθε τρίτη παράγραφο των κειμένων του- να απαξιώνει τόσο αφαιρετικά τις μαρξιστικές αναλύσεις.

Η καίρια όμως διαπίστωση που ο Μπαντιού κτίζει πάνω σε αυτές τις πρώτες επισημάνσεις είναι η ίδια η κατάσταση του κόσμου. Διαπιστώνει ότι δεν υπάρχει “ενιαίος κόσμος”. Ο διαχωρισμός και τα τείχη καταργούν αυτόν τον ενιαίο κόσμο δηλαδή, προσθέτει, την Ανθρωπότητα. Καθότι, ο κόσμος του ξέφρενου καπιταλισμού και των πλουσίων δημοκρατιών είναι “ψεύτικος κόσμος” και ξεπετά τους πολλούς σε “έναν Άλλο Κόσμο” (ομολογώ αυτό είναι πετυχημένο!). Άρα τι κάνει και τι οφείλει να κάνει η αριστερά; Είναι απλό: η αριστερά πρέπει να τοποθετήσει τη δημιουργία “ενιαίου κόσμο” ως κεντρικό πολιτικό της σύνθημα και στόχο. Να διακηρύξει ότι ο κόσμος είναι ένας - η Ανθρωπότητα!

Διαισθανόμενος, ίσως ο Γάλλος φιλόσοφος, ότι η διεκδίκηση της ενιαίας Ανθρωπότητας μπορεί να φέρει τη θεωρία του σε αντιπαράθεση με το ατομικό, έσπευσε να την ακυρώσει εν μέρει στη συνέχεια δηλώνοντας ότι “ο ενιαίος κόσμος δεν αντιμάχεται τις ταυτότητες”. Οι τελευταίες αυτές είναι μάλιστα δύο ειδών: οι έχουσες θετικό πρόσημο - εκείνες δηλαδή που διάκεινται θετικά απέναντι στον Άλλο -και στις έχουσες αρνητικό- που δηλαδή αντιμετωπίζουν εχθρικά τον Άλλο. Και καθώς το πρακτικό παράδειγμα που βρήκε για να στοιχειοθετήσει επί του συγκεκριμένου τις απόψεις του, ήταν η μετανάστευση, δήλωσε ότι η απέναντί στους μετανάστες πολιτική πρέπει να έχει σαν στόχο την “καλλιέργεια μιας δημιουργικής ταυτότητας” (developper une identite creatrice) (;!).

Δεν είμαι ιδιαίτερα πεισμένος ότι η Νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ και οι άλλοι παράγοντες της Αριστεράς και της Προόδου που παρακολούθησαν ξεκαθάρισαν το θεωρητικό και πολιτικό τους υπόβαθρο ακούγοντας ετούτη τη διάλεξη. Πρέπει να παραδεχθούμε όμως ότι η τελευταία βρισκόταν απόλυτα μέσα στο τρέχον πνεύμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Πολλές βαρύγδουπες κουβέντες για να περιγραφεί το τίποτα. Είναι, με παραλλαγές, ο ίδιος λόγος που διέδιδε η Σοσιαλιστική Διεθνής του Γεωργίου Ανδρέα Παπανδρέου ή, αν θέλετε, το τίποτα που διατρέχει το θεωρητικό υπόβαθρο των “μη κυβερνητικών οργανώσεων” που θεοποιήθηκαν κάποτε -και ξέρουμε πλέον όλοι μας το γιατί. Προσωπικά το μόνο που με εντυπωσίασε ήταν η επιμονή του Μπαντιού στο να καταστήσει τον Καρλ Μαρξ συνένοχο των παραπάνω ασήμαντων: στον διακηρυγμένο Διεθνισμό του Μαρξ ο Μπαντιού ισχυρίστηκε ότι βλέπει το αίτημα για ενιαίο κόσμο!

Για τα ζητήματα της τρέχουσας πολιτικής ο Μπαντιού μίλησε πιο “ανοιχτά” στην συνέντευξη που έδωσε στη δημοσιογράφο της Καθημερινής Αλεξία Κεφαλά και δημοσιεύθηκε στο φύλλο της 2ας Φεβρουαρίου της εφημερίδας. Εκεί αφού αποκάλυψε ότι υποστηρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ (αυτό δα έλειπε…) προσδιόρισε με ακρίβεια το σημερινό πρόβλημα της Ευρώπης: “ Η Ευρώπη χρειάζεται ηγέτες όπως ο Ντε Γκώλλ (…) [Ο Ντε Γκωλλ] ήρθε στην εξουσία με τα χέρια και τις τσέπες άδειες αλλά τα κατάφερε…”. Ενθουσιασμένη η δημοσιογράφος της Καθημερινής αφού υπογράμμισε ποικιλοτρόπως ότι αυτή είναι η (σωστή) αριστερά, έβαλε το συμπέρασμα αυτό στην επικεφαλίδα του άρθρου της. Για να το εμπεδώσουν δε οι αναγνώστες της συντηρητικής εφημερίδας ο Αλέξης Παπαχελάς το επανέφερε στο φύλλο της 5ης Μαρτίου, με αφορμή την Ουκρανία - ένας Ντε Γκωλλ, μια Θάτσερ θα είχαν κάνει πόλεμο…. Όχι όπως οι σημερινοί νερόβραστοι!

. . .

Πέρα από αυτά τα οποία περιλαμβάνονταν στην επί τούτου ομιλία του Αλαίν Μπαντιού, η Αυγή ανέλαβε να προσδιορίσει τα πλέον δυσνόητα σημεία της σκέψης του. Στην Αυγή της 19ης Ιανουαρίου στο άρθρο του Δημήτρη Βεργέτη, διευθυντή του περιοδικού Αλήθεια, διαπιστώνεται στο ξεκίνημα η συνεισφορά του Μπαντιού στην αριστερή θεωρία: “Το “βελούδινο διαζύγο” της πολιτικής από τη φιλοσοφία υπήρξε μια μάστιγα στην ιστορία του μαρξισμού, τροφοδοτούμενη από το θρίαμβο του σταλινισμού και των ευπρεπισμένων μεταλλάξεών του. Ο Μπαντιού είναι ο στοχαστής που επανασύνδεσε την πολιτική με τη φιλοσοφία εισάγοντας στην πολιτική τη βαθμίδα του υποκειμένου…”.

Με βάση την παραπάνω διακήρυξη, πρόκειται οπωσδήποτε για “ολική επαναφορά” του μαρξισμού και για αποκατάσταση της φυσιολογικής -ερήμην σταλινισμού- εξέλιξης της ιστορίας του. Η ανάλυση όμως της παραπάνω θέσης προσκρούει στα δύσκολα. Προσπερνoύμε φράσεις ασύλληπτης διαύγειας -“(η) απρόβλεπτη ανάδυση της ρηξιγενούς τυπικής του συμβάντος” (sic)- για να εντοπίσουμε την ουσία της “αποκατάστασης” του μαρξισμού. Παραθέτω: “Το υποκείμενο μορφοποιείται μέσα σε πολιτικές χειραφέτησης, που έχουν ως γενέθλιο λίκνο όχι την τυπική της παραγωγής και τις συστημικές αντιθέσεις της, αλλά μια τέτοια ρήξη της οποίας η εστία δεν είναι δομικά προδιαγραμμένη. Το συμβάν δεν συντελείται στο προδιαγραμμένο σημείο συμπύκνωσης προσημασμένων ταξικών αντιθέσεων. Τουτέστιν το συμβάν δεν βρίσκεται υπό την κηδεμονία της δομής. Συνεπώς, το υποκείμενο δεν έχει ως υπόστρωμα μια ομοιογενή κοινωνική κατηγορία ή μια λειτουργική συνιστώσα των τρόπων παραγωγής”.

Για όσους δυσκολεύονται να κατανοήσουν τα παραπάνω θα το πούμε απλά: στο όνομα της νέας “ανάγνωσης” του μαρξισμού πάλη των τάξεων δεν υπάρχει καθότι δεν υπάρχουν τάξεις καθότι “το υποκείμενο δεν έχει ως υπόστρωμα μια ομοιογενή κοινωνική κατηγορία”. Τα παραπάνω δε αποτελούν κατά την Αυγή: “(οι θέσεις του Μπαντιού συνιστούν) την τολμηρότερη και σημαντικότερη αναγεννητική τομή στην ιστορία της μαρξιστικής σκέψης” …. Αμ πώς! Την εβούλιαξαν αύτανδρη την τελευταία…

Συνακόλουθα δεν πρέπει να υπάρχει και δικτατορία του προλεταριάτου στην οποία ο Μπαντιού, “δίνει την χαριστική βολή” (sic). “Στην δικτατορική οργάνωση του προλεταριακού κράτους (ο Μπαντιού) αντιπαραθέτει την πολιτική ως πεδίο οργάνωσης των συνεπειών του συμβάντος και ως διαδικασία μορφοποίησης ενός συλλογικού “σώματος””. Και παρακάτω, “ο Μπαντιού αναδεικνύει την ανεξάλειπτη αντινομία ανάμεσα στην πολιτική και το κράτος “δημοκρατικό” ή “προλεταριακό””.

Και συνακόλουθα δεν χρειάζεται ούτε το κόμμα: (Ο Μπαντιού επαναλαμβάνει ότι) “το φιάσκο όλων των παραλλαγών του κόμματος - κράτους που προήλθαν από την τρίτη Διεθνή ανοίγει έναν ορίζοντα επανεξέτασης σ’ ό,τι αφορά την ουσία του πολιτικού υποκειμένου”. Λογικό - εδώ με τρεις ασυναρτησίες εξολοθρεύτηκε ο Μαρξ, ο Λένιν θα τη γλύτωνε;

Ας είναι καλά οι “πλατείες”, η “άμεση δημοκρατία”, οι “βελούδινες επαναστάσεις” και πάνω απ’ όλα η “Λακανική δημοκρατία”. Τι είναι άραγε πιο τραγικό; Αυτή η ανθρωποφάγος πολιτική που βλέπουμε να ξεδιπλώνεται γύρω μας ή η στο όνομα της αριστεράς έκπτωση της πολιτικής θεωρίας -ακόμα και της αστικής- σε μια ασυνάρτητη μεταφυσική της αναζήτησης του μικροαστικού ΕΓΩ. (δηλώνουν και νεο - πλατωνικοί πολλοί εκ των λακανιστών - δεν αμφιβάλαμε!).

. . .

Ο Αλαίν Μπαντιού ανήκει στη δεύτερη γενιά μιας “ειδικής ομάδας” θεωρητικών της πολιτικής της οποίας οι απαρχές ανάγονται στην αρχή του Ψυχρού Πολέμου. Στην πρώτη γενιά ο επιφανέστερος εκπρόσωπος αυτών των σχολών υπήρξε ο ψυχαναλυτής Ζακ Λακάν και σε αυτόν συχνά-πυκνά παραπέμπουν οι σημερινοί θιασώτες αυτών των απόψεων. Ο Ζακ Λακάν, είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση στην οποία μάλλον θα χρειαστεί να επανέλθουμε. Έχοντας “σκοτεινές” ρίζες – σκοτεινές με την έννοια ότι οι σημερινές βιογραφίες του δείχνουν αναξιόπιστες καθώς οφθαλμοφανώς μεριμνούν για την απόκρυψη των “νεανικών σφαλμάτων” του φιλοσόφου, δηλαδή την πρόσδεσή του στην μοναρχική-φασιστική οργάνωση “Action Francaise” (που πρωταγωνίστησε στην απόπειρα φασιστικού πραξικοπήματος στην Γαλλία το 1934), τις σχέσεις του με τον Σαρλ Μωρράς (θεωρητικό του φασισμού και του ρατσισμού) ή ακόμα τη γοητεία που άσκησε πάνω του ο φιλόσοφος Χάϊντέγγερ, τα χρόνια ακριβώς που ο τελευταίος έδειχνε βαθιά γοητευμένος από την ναζιστική στροφή της Γερμανίας. Αντίθετα – και παράξενα – οι ίδιες αυτές βιογραφίες περιορίζονται στο να τονίσουν στις σχέσεις του Λακάν με τους σουρεαλιστές στον ιδεολογικά ολισθηρό μεσοπόλεμο. Οπωσδήποτε το γεγονός ότι έκανε παιδί με την γυναίκα του εκ των σουρεαλιστών Ζωρζ Μπατάϊγ συνηγορεί σε τούτη την βελτιωτική “αναθεώρηση” της προπολεμικής βιογραφίας του παρουσιαζόμενου σήμερα ως ήρωα της αριστεράς και της προόδου….

Στη δεκαετία του 1950, στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, πολλές από τις “χαμένες ψυχές” της ευρωπαϊκής διανόησης του μεσοπολέμου “αποκαταστάθηκαν” ζητώντας ή μη συγγνώμη για την προγενέστερη συμπεριφορά τους. Οι αποκαταστάσεις έγιναν μέσω της Γαλλίας και μάλιστα του “πνευματικού” Παρισιού. Εκεί, λόγου χάρη βρήκαν απρόσμενη αίγλη οι παλαιοί θεωρητικοί της Λεγεώνας του Αγίου Μιχαήλ και της Σιδηράς Φρουράς του Ρουμανικού φασισμού: ο Εμίλ Τσιοράν (αυτοπροσδιοριζόμενος ως χιτλεριστής), ο Μιρσέα Ελιάντ και πολλοί άλλοι (ο σοσιαλιστικών προδιαγραφών κατά τους βιογράφους του Ευγένιος Ιονέσκο βρέθηκε στον πόλεμο μορφωτικός ακόλουθος της διπλωματικής αποστολής της Βασιλικής Ρουμανικής Κυβέρνησης στο Βισύ, στην κυβέρνηση Πεταίν….). Το ίδιο γενικό ρεύμα έφερε στα παρασκήνια της πολιτικής τον Ζακ Λακάν και μέσα σε αυτό άρχισε να διαμορφώνει τις θεωρίες του.

Ο μεγάλος όμως σταθμός στην αναβάθμιση αυτών των ρευμάτων υπήρξε ο Μάϊος του 1968. Οι αποκατεστημένες πλέον “χαμένες ψυχές” του μεσοπολέμου απέκτησαν πλέον αριστερά -ή μάλλον αριστερίστικα- χαρακτηριστικά αναβαθμιζόμενοι πλέον στο Καρτιέ Λατέν και στο περίφημο “πανεπιστήμιο” της Βενσέν (Παρίσι VIII). Ο Λακάν κλήθηκε να διδάξει εκεί δια της ψυχανάλυσης το “νέο πνεύμα του Μάη” ενώ ο Αλαίν Μπαντιού ηγήθηκε μιας “μαοϊκής” οργάνωσης, της Ένωσης Γάλλων Κομμουνιστών (μ-λ) (UCF m-l) της οποίας η “επικίνδυνη” (αποφεύγω τον όρο προβοκατόρικη) δράση είναι γνωστή σε όσους έζησαν στη Γαλλία την εποχή εκείνη.

Υλικά από αυτά τα πνευματικά κινήματα χρησιμοποιήθηκαν έκτοτε είτε για την επένδυση όλων των αντεργατικών, αντικομουνιστικών κινημάτων με “αριστερό” προφίλ, είτε για την ιδεολογική συσκότιση και σύγχυση των απελευθερωτικών, επαναστατικών κινημάτων που ξεσπούσαν σε ολόκληρο τον κόσμο. Σημαντικές επιτυχίες είχαν ετούτες οι θεωρίες στη λατινική Αμερική. Περιττό να σημειώσουμε ότι από τα ίδια υλικά κτίζονται και οι “βελούδινες επαναστάσεις” που τα τελευταία χρόνια διαμορφώνουν τον κόσμο σύμφωνα με τις επιθυμίες των ισχυρών κέντρων του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού.

Η ιστορική αυτή αναδρομή, υποχρεωτικά ελλιπής και επιγραμματική, ήταν απαραίτητη για να κατανοήσουμε την ποιότητα των ιδεολογικών λαβάρων που ξεδιπλώνει σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και η σοσιαλδημοκρατία. Επιπλέον όμως δεν μπορεί παρά να προκαλέσει ερωτηματικά το γεγονός, ότι, ενώ αυτές οι θεωρίες έδειχναν ότι ολοκλήρωσαν τον ιστορικό τους κύκλο και ότι εξάντλησαν την πολιτική δυναμική τους στα τέλη της δεκαετίας του 1980 -1990, τα τελευταία χρόνια δείχνουν να επανέρχονται στο προσκήνιο σε χώρες όπως η Αργεντινή ή, πιο πρόσφατα η Ελλάδα. Στην τελευταία, βασικός πλέον φορέας ετούτης της νεκρανάστασης είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ας επιστρέψουμε όμως στο περιεχόμενο αυτών των θεωριών όπως τις προβάλλει κατ’ εξακολούθηση η Αυγή.

. . .

Στις 7 Ιουνίου του 2013 η Αυγή έσπευδε να χαιρετήσει την άφιξη στην Αθήνα της Κάρμεν Γκαγιάνο, Ισπανίδας ψυχαναλύτριας, η οποία και θα ανάλυε τις θεωρίες της σε εκδηλώσεις που οργάνωνε το “Φόρουμ του Λακανικού Πεδίου”. Το άρθρο συνέγραψε η κα Ευαγγελία Κομματά, μέλος της Σχολής των Φόρουμ του Λακανικού Πεδίου και φυσικά μέλος του αντίστοιχου Φόρουμ της Αθήνας.

Η Γκαγιάνο στάθηκε από την αρχή στο πλευρό του ισπανικού “κινήματος των αγανακτισμένων” και μετέφερε σε αυτό την Λακανική αντίληψη για την τρέχουσα κρίση. Η παράθεση των απόψεών της, όπως τις προβάλει η Αυγή, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Η Ισπανίδα οπαδός του Λακάν υιοθέτησε τη διατύπωση του Αργεντίνου διανοουμένου Daniel Feirestein, για τη σημερινή κρίση: κατ’ αυτόν πρόκειται για “σύγχρονη κοινωνική γενοκτονία”.

Η φαινομενική βαρύτητα του όρου -η δραματοποίησή του- χρησιμεύει στην “αποδέσμευση” της κρίσης από την καπιταλιστική λειτουργία του σημερινού κόσμου και τις συνακόλουθες σχέσεις παραγωγής. Η “γενοκτονία” αυτή δεν οφείλεται “στις επιπτώσεις μιας οποιασδήποτε κρίσης σύμφυτης με τον καπιταλισμό σαν αυτής του 2008 ή (…) σαν αυτής που εγκαινιάστηκε με το μεγάλο κραχ του μεσοπολέμου”. Εφόσον λοιπόν η τρέχουσα κρίση δεν είναι καπιταλιστική θα πρέπει να προσδιοριστεί τι είναι. Συνεχίζει λοιπόν η Ισπανίδα και η Αυγή: “Πρόκειται για την εφαρμογή μιας νεοφιλελεύθερης επιλογής, την οποία, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ της Ευρώπης, έχοντας ως άλλοθι την οικονομική κρίση, επιχειρούν να επιβάλουν στους λαούς τους”.

Ο νεοφιλελευθερισμός μπορεί να εκληφθεί ως “στρέβλωση” και “ασθένεια” του καπιταλισμού ενώ, οπωσδήποτε, οι αναφερόμενες ελίτ δεν αποτελούν από μόνες τους κοινωνικές τάξεις. Είναι απλά μέρη ενός συστήματος διακυβέρνησης το οποίο περνά μια κάποια ιδεολογική διαταραχή. Η υποψία ότι οι ελίτ αυτές δεν είναι παρά οι διαμεσολαβητές και οι εκφραστές των ταξικών συμφερόντων, των μονοπωλιακών συμφερόντων του σημερινού καπιταλισμού, δεν διασταυρώνεται με την λακανο - ψυχαναλυτική θεώρηση του κόσμου. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι δεν χρειάζεται ανατροπή του ισχύοντος συστήματος, του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής δηλαδή, αλλά μια κάποια “επιδιόρθωσή” του στην κορυφή: θα λέγαμε μια “κυβέρνηση της αριστεράς”, αλλά θα μπορούσαν να μας προσάψουν την κατηγορία ότι “προτρέχουμε”.

Ομολογώ ότι δεν είμαι εξειδικευμένος ψυχαναλυτής αλλά έχω ποικιλότροπα την αίσθηση ότι το άρθρο “κραυγάζει” την μικροαστική αντίληψη για τα όσα συμβαίνουν γύρω μας. Τι προκαλεί, κατά την Γκαγιάνο και την Αυγή η “νεοφιλελεύθερη επιλογή”; Παραθέτω: “απώλεια ατομικής αξιοπρέπειας και αυτονομίας”, “αίσθημα ανασφάλειας”, “επικράτηση της αντίληψης ο σώζων εαυτόν σωθήτω” και το συμπέρασμα, προκαλεί “αναπότρεπτες αλλοιώσεις στην υποκειμενικότητα των συγχρόνων ατόμων”. Η ιδέα ότι πιθανά ριζοσπαστικοποιεί την εκμετάλλευση της εργασίας, την “εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο”, δεν αναφέρεται για προφανείς λόγους. Οι μικροαστοί αρέσκονται στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και η μόνη τους ένσταση είναι ότι δεν απολαμβάνουν στο βαθμό που τους πρέπει -ως σύμμαχοι και στηρίγματα των μεγαλοϊδιοκτητών των μέσων παραγωγής- τους καρπούς αυτής της ταξικής εκμετάλλευσης.

Για να βοηθήσουμε την περιήγηση του αναγνώστη στην άβυσσο του μικροαστικού ιδεολογικού “αχταρμά” επιτρέψτε μας να παραθέσουμε πρόσθετα διαφωτιστικά στοιχεία από το άρθρο της Αυγής:

Για να χρησιμοποιήσουμε τους όρους του Λακάν, ο οποίος σε μία συνέντευξή του είχε προβλέψει την εκ νέου αναζωπύρωση του ρατσισμού στην Ευρώπη, θεωρώντας το μέλλον ζοφερό, πρόκειται για τις επιπτώσεις των κυρίαρχων σημαινόντων του νεοφιλελευθερισμού, στην ίδια τη σχέση των υποκειμένων με την απόλαυση και την επιθυμία, όχι όμως απλά και μόνο, ως σύστημα οικονομικής διαχείρισης αλλά προπάντων, ως πολιτική και οικονομική κοσμοθεωρία.

Έτσι τα υποκείμενα που ζουν σήμερα στο σύγχρονο κόσμο, βρίσκονται αντιμέτωπα τόσο με το προσωπικό τους σύμπτωμα, το οποίο ούτως ή άλλως συνάδει με την ίδια τη συγκρότηση κάθε ομιλούντος όντος, όσο και με έναν κοινωνικό, πολιτικό ή οικονομικό Άλλο, χωρίς πρόσωπο και συγκεκριμένη ταυτότητα ο οποίος καταφεύγοντας στα πιο βίαια ιδεολογικά και οικονομικά μέσα, τα όπλα της σύγχρονης εποχής, αποβλέπει στην κατασκευή ενός σύγχρονου ατόμου. Αυτού που θα είναι απόλυτα υποταγμένος στην ανταγωνιστική λογική του πιο άγριου καπιταλισμού”.

Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο η παράθεση ενός τόσο αναλυτικού αποσπάσματος βοήθησε τον αναγνώστη να κατανοήσει το πρόβλημα της εποχής μας. Το θετικό πάντως είναι ότι το όλο κατέληξε στην καπιταλισμό, στον πιο άγριο έστω. Το αρνητικό είναι ότι και εδώ, μέσα σε τόσο λίγες αράδες, ακυρώθηκαν όλα όσα οι κοινωνικές επιστήμες είχαν κατακτήσει από τον καιρό του Μαρξ ως σήμερα. Εξάλλου η κα Γκαγιάνο ξεκαθάρισε πολλά από τα ζητήματα στις εκδηλώσεις που οργανώθηκαν προς τιμή της: Η ψυχανάλυση (προφανώς η λακανική) στέκεται “απέναντι στην τρομακτική όψη ενός τέτοιου πραγματικού έτσι όπως αυτό ξεδιπλώνεται από τον καπιταλιστικό λόγο ο οποίος δεν διστάζει να εκχωρήσει κάθε μορφή πρωτοκαθεδρίας στο κέρδος και στην μετατροπή των ανθρώπων σε αντικείμενα υπεραπόλαυσης”. Προφανώς η δομική λειτουργία του καπιταλισμού δεν παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα - ο καπιταλιστικός λόγος ενοχλεί. Εάν με την βοήθεια της λακανικής θεωρίας τον εξημερώσουμε τότε ανοίγει μάλλον ο δρόμος για την ευδαιμονία. Εντάξει… την μικροαστική ευδαιμονία καθότι -παραφράζοντας τον Μαρξ- η απελευθέρωση του μικροαστικού ΕΓΩ αποτελεί το θεμέλιο λίθο για την απελευθέρωση της Ανθρωπότητας.
...Ο καθείς και τα λάβαρά του. Στην περίπτωση όμως του ΣΥΡΙΖΑ ετούτα τα λάβαρα δείχνουν μαύρα, πολύ μαύρα και εξαιρετικά απειλητικά για τους λαούς.

902