Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σιάντος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σιάντος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Η συνθηκ(ολογησ)η της Βάρκιζας

Στη σημερινή θλιβερή επέτειο της υπογραφής της συμφωνίας της βάρκιζας η κε του μπλοκ αξιοποιεί και παρουσιάζει αποσπάσματα από το σχετικό κεφάλαιο του βιβλίου του βασίλη (φάνη) μπαρτζώτα, γραμματέα της κοα κατά την περίοδο των δεκεμβριανών, για την εθνική αντίσταση και το δεκέμβρη του 1944, που εκδόθηκε από το εκδοτικό της σύγχρονης εποχής.


Έπειτα από την υπογραφή της στρατιωτικής ανακωχής, ήταν φανερό ότι τραβούσαμε για πολιτική συμφωνία, που θα έβαζε τέρμα στη σύγκρουση του Δεκέμβρη 1944. Ο συσχετισμός των δυνάμεων, και μετά την ήττα μας στην Αθήνα, δεν ήταν προς όφελος των Άγγλων και της Κυβέρνησης Πλαστήρα, που είχε στο μεταξύ διορίσει ο Σκόμπυ. Αυτοί κατείχαν την Αθήνα – Πειραιά και το ΕΑΜ – ΕΛΑΣ κυριαρχούσε σε όλη την Ελλάδα. Αυτός ο συσχετισμός δυνάμεων πίεζε τότε και τους Άγγλους να επιδιώκουν κι αυτοί μια συμφωνία. Αν δεν είχαν αυτή την πίεση, αν μπορούσαν να μας συντρίψουν ολοκληρωτικά, θα το ‘καναν χωρίς να περιμένουν ούτε μια στιγμή. Το ζήτημα που έμπαινε ήταν τι είδους συμφωνία θα κλείναμε, τι συμφωνία μπορούσαμε να υπογράψουμε;

Μπορούσαμε να επιβάλουμε τους παρακάτω όρους: α) Να κρατήσουν οι αντάρτες ατομικά τα όπλα τους τη αντίστασης β) Να δοθεί γενική, δίχως κανένα περιορισμό, αμνηστία για το Δεκέμβρη γ) Να αναγνωριστεί, χωρίς επιφύλαξη, όλη η εαμική εθνική αντίσταση δ) Να αποχωρήσουν αμέσως οι αγγλικές δυνάμεις μια και Γερμανός δεν υπήρχε πια στην Ελλάδα. Έτσι θα διορθωνόταν και το αίσχος της Καζέρτας ε) Έπρεπε να ορισθεί συγκεκριμένη ημερομηνία για σύντομες βουλευτικές εκλογές και δημοψήφισμα για το πολίτευμα της χώρας, που θα τις έκανε κυβέρνηση με τη συμμετοχή του ΕΑΜ.

Από παντού έρχονταν προτάσεις για διαπραγματεύσεις. Με δηλώσεις του αντιβασιλιά αρχιεπίσκοπου Δαμασκηνού απ’ το ράδιο και με προκηρύξεις, που έριχναν με αγγλικά αεροπλάνα, μας δήλωναν ότι είναι έτοιμοι να δεχτούν επιτροπή του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ για το κλείσιμο πολιτικής συμφωνίας. Το περίεργο είναι ότι ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός με τις δηλώσεις του από το ράδιο της Αθήνας… καθόριζε κατά ένα ορισμένο τρόπο και την αντιπροσωπεία μας, υποδείχνοντας ότι έπρεπε να συμμετάσχουν σ’ αυτήν ο Γιώργης Σιάντος σαν Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ και ο Μήτσος Παρτσαλίδης σαν Γενικός Γραμματέας του ΕΑΜ, για να ‘ναι περισσότερο αντιπροσωπευτική.

Τις τελευταίες μέρες του Γενάρη 1945 συγκλήθηκε στα Τρίκαλα συνεδρίαση των μελών της ΚΕ του ΚΚΕ, για να συζητήσει τους όρους της συμφωνίας και να υποδείξει στο ΕΑΜ, με πρότασή της, τους αντιπροσώπους μας στη διάσκεψη που θα γινόταν. Η συνεδρίαση κράτησε μόνο μία μέρα, γιατί έπρεπε να φύγει γρήγορα η αντιπροσωπία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ για την Αθήνα. Στη συνεδρίαση της ΚΕ έκανε σύντομη εισήγηση ο Γιώργης Σιάντος και μίλησαν όλοι όσοι έπαιρναν μέρος σ’ αυτήν. Όλοι οι ομιλητές τόνισαν ότι η συμφωνία που θα κάναμε έπρεπε να αντανακλά τον πραγματικό συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων, ότι δεν έπρεπε να κάνουμε απαράδεκτες υποχωρήσεις και να επιμείνουμε στις προτάσεις του ΕΑΜ για την ειρηνική διευθέτηση της σύγκρουσης.

Επειδή μας έρχονταν από την Αθήνα ο αχός της πτωματολογίας και της βάρβαρης τρομοκρατίας, όλα τα μέλη της ΚΕ επιμείναμε ότι ένας από τους βασικούς όρους της συμφωνίας έπρεπε να ‘ναι η γενική αμνηστία, χωρίς κανένα όρο. Στην ομιλία του ο Γιάννης Ζεύγος μίλησε κάπως αόριστα για «δρόμο του Τίτο», όμως κι αυτός συμφώνησε στο τέλος, ότι πρέπει να πάμε για να κλείσουμε συμφωνία. Δυστυχώς στο πρώτο θέμα, σχετικά με τους όρους της συμφωνίας, δεν πάρθηκε στη συνεδρίαση της ΚΕ γραφτή πολιτική απόφαση, πράγμα που ήταν απαραίτητο. Έκλεισε απλώς τη συζήτηση ο Γιάννης Ιωαννίδης λέγοντας ότι είναι φανερή η γνώμη των μελών της ΚΕ για το κλείσιμο πολιτικής συμφωνίας.

Την άλλη μέρα έγινε στο ίδιο μέρος που συνεδρίασε η ΚΕ (σσ: στο σπίτι της αρχιεπισκοπής Τρικάλων!)  σύσκεψη. Στη σύσκεψη αυτή έγινε πλατιά συζήτηση για τους όρους της συμφωνίας, πιο αναλυτικά, με κύρια γραμμή, να μην παραδόσουμε τα όπλα χωρίς όρους, και τονίστηκε, για άλλη μια φορά, ο όρος της γενικής αμνηστίας. Μάλιστα υπογραμμίστηκε, όπως και στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής, να μην υπογραφεί καμιά συμφωνία χωρίς τον όρο της γενικής αμνηστίας και οι αντιπρόσωποί μας να διακόψουν τις διαπραγματεύσεις και να φύγουν από τη διάσκεψη, αν οι Πλαστήρας – Άγγλοι δε δεχτούν τον όρο αυτό. Την 1η Φλεβάρη 1945 η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ ξεκίνησε από τα Τρίκαλα για την Αθήνα.

Στις 3 του Φλεβάρη 1945 στο παραλιακό θέρετρο της Αττικής, Βάρκιζα, άρχισαν οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις αντιπροσωπείες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και της κυβέρνησης Πλαστήρα για το σταμάτημα της αιματοχυσίας και την αποκατάσταση της ειρήνης και της ομαλότητας στην πολιτική ζωή της χώρας. Στη δεύτερη σύσκεψη των αντιπροσώπων του ΕΑΜ και της Κυβέρνησης Πλαστήρα, ο Γιώργης Σιάντος διατύπωσες τις απόψεις της Αριστεράς πάνω σε όλα τα προβλήματα που συγκλόνισαν και συγκλονίζουν τη χώρα μας. Διατύπωσε επίσης τους όρους του λαού για την ειρήνευση της Ελλαδας, για το φράξιμο του δρόμου στο φασισμό, κάτω από οποιαδήποτε μορφή και για την εξασφάλιση της ομαλής πορείας των εσωτερικών πραγμάτων της χώρας μας. Μέσα στους όρους αυτούς ήταν και η γενική αμνηστία, που μετονομάστηκε γενική κατάπαυση των διώξεων! (Στη συνέχεια ο μπαρτζώτας παραθέτει το σχετικό μέρος από το λόγο του σιάντου και τη διακοίνωση της κυβερνητικής αντιπροσωπείας με την οποία απέρριψε τον όρο αυτό ως απαράδεκτο).

Στη διακοίνωση αυτή της κυβερνητικής αντιπροσωπείας, η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ, παραβιάζοντας τη ρητή απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ να διακόψει τις διαπραγματεύσεις και να αποχωρήσει από τη διάσκεψη, αν δε γίνει αποδεκτός ο όρος της γενικής αμνηστίας, απάντησε στις 5 του Φλεβάρη 1945 με επιστολή που σήμαινε πλήρη συνθηκολόγηση και παράδοση χωρίς όρους. Το ζήτημα της γενικής αμνηστίας ήταν ζήτημα κλειδί για τη συμφωνία της Βάρκιζας. Έπειτα απ’ αυτό, η αντιπροσωπεία του ΕΑΜ υποχώρησε και στα άλλα βασικά ζητήματα, όπως το ζήτημα το στρατιωτικό, της εκκαθάρισης του κρατικού μηχανισμού, της σύνθεσης της Κυβέρνησης κτλ. κτλ.

Όπως φαίνεται από το κείμενο της συμφωνίας της Βάρκιζας, ενώ αυτή μιλάει αόριστα για το «σεβασμό της πολιτικής συνειδήσεως των πολιτών» και την «ελευθέραν εκδήλωσιν των πολιτικών φρονημάτων των πολιτών», ότι «θα αποκαταστήση πλήρως τας συνδικαλιστικάς ελευθερίας» και ότι «ουδείς… θα διωχθή μόνον δια τα πολιτικά του φρονήματα» κτλ., στρεφόταν αποκλειστικά ενάντια στο ΕΑΜ και το ΚΚΕ και με τα 9 άρθρα της, που το ένα ήταν χειρότερο από το άλλο. Η συμφωνία της Βάρκιζας (με το πρωτόκολλο «το συνταχθέν υπό της Τεχνικής Επιτροπής») προέβλεπε ότι ο ΕΛΑΣ θα πρέπει να παραδόσει 41.5000 τουφέκια, 2015 πολυβόλα, 163 όλμους και 32 κανόνια κάθε διαμετρήματος. Με το άρθρο 3 πρόσφερε στους αγωνιστές του ΕΑΜ και τους μαχητές του ΕΛΑΣ μια αμνηστία κουτσουρεμένη και ατιμωτική. Η εξαίρεση από την αμνηστία των λεγόμενων «εγκλημάτων ποινικού δικαίου» θα έδινε τη δυνατότητα στην αντίδραση να καταδιώξει όλους, όσους πήραν μέρος στη μάχη του Δεκέμβρη 1944 και όλους τους αντιστασιακούς για «εγκλήματα ποινικού δικαίου», που διαπράχθηκαν στη διάρκεια της κατοχής! Η συμφωνία της Βάρκιζας απόκλειε το ΕΑΜ από την Κυβέρνηση και παρέπεμπε το δημοψήφισμα και τις βουλευτικές εκλογές στις ελληνικές καλένδες. Χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι και αξιωματικοί τέθηκαν σε διαθεσιμότητα και διώχτηκαν από τη δουλιά τους.
Γι’ αυτό δεν έπρεπε να υπογραφτεί η συμφωνία της Βάρκιζας, γιατί αποτελούσε συνθηκολόγηση και ουσιαστική παράδοση.

Για τη συμφωνία της Βάρκιζας ακούσαμε, η καθοδήγηση του Κόμματος, για πρώτη φορά από το ράδιο της Αθήνας και σε 2-3 μέρες μας την έφεραν γραφτή οι Σιάντος – Παρτσαλίδης. Σε κανένα από τα μέλη της ΚΕ, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν άρεσε η συμφωνία της Βάρκιζας. Και όχι μόνο δεν άρεσε, μα και εκφράζονταν ανοιχτά ενάντια στη συμφωνία. Το δυστύχημα είναι ότι δεν απαιτήσαμε να συγκληθεί η Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος και εκεί να ζητήσουμε ανοιχτά την ακύρωση της συμφωνίας σαν απαράδεχτης συνθηκολόγησης! Ακόμα κι αυτοί που υπόγραψαν τη συμφωνία της Βάρκιζας, Σιάντος και Παρτσαλίδης, ήταν κατσουφιασμένοι και δεν τολμούσαν να σηκώσουν τα μάτια, για να μας κοιτάξουν! Τελικά ο Γιάννης Ιωαννίδης, μέσα σε μια ατμόσφαιρα που έμοιαζε περισσότερο με κηδεία, συμβούλεψε τα μέλη της ΚΕ που βρισκόταν στα Τρίκαλα, να δεχτούμε τη συμφωνία, παρά τους σκληρούς όρους και να προσπαθήσουμε με την πάλη μας να τη... βελτιώσουμε. Έτσι κι έγινε…

Αργότερα, όταν γυρίσαμε στην Αθήνα, μάθαμε αρκετές λεπτομέρειες για τη συμφωνία της Βάρκιζας. Μια από τις περίεργες αυτές λεπτομέρειες είναι και τούτη: Ο πρεσβευτής της Αγγλίας στην Αθήνα, Λήπερ, έπαιρνε συνέχεια στο τηλέφωνο τον Ιωάννη Σοφιανόπουλου, αρχηγό της κυβερνητικής αντιπροσωπείας στις διαπραγματεύσεις της Βάρκιζας, και εξέφραζε τους φόβους του, μήπως οι κομμουνιστές δεν υπογράψουν τη συμφωνία… Ο Σοφιανόπουλος καθησύχαζε το Λήπερ και του έλεγε κατηγορηματικά, ότι οι Σιάντος – Παρτσαλίδης θα υπογράψουν οπωσδήποτε τη συμφωνία!!! Από πού ήταν τόσο βέβαιος ο Σοφιανόπουλος; Αυτό το είπε ο Σοφιανόπουλος για πρώτη φορά στο Γιάννη Ιωαννίδη, αμέσως μετά τη Βάρκιζα, και δεύτερη φορά το επανέλαβε σε μένα, όταν πηγαίναμε μαζί στη Θεσσαλονίκη για το δημοψήφισμα τον Αύγουστο του 1946.

Από την άλλη μεριά ο Λήπερ αναφέρει στο βιβλίο του «Όταν ο Έλληνας συναντάει Έλληνα», σχετικά με την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας.

«… Ο Σιάντος, με στολή και λαστιχένιες μπότες, βημάτιζε πλατιά στο δωμάτιο, δηλώνοντας πως δε σκόπευε να υπογράψει την ίδια εκείνη τη νύχτα, γιατί ήταν φοβερά κουρασμένος και το μυαλό του δεν ήταν αρκετά καθαρό. Κάναμε πολλές απόπειρες για να τον πείσουμε να υπογράψει, αλλά για την ώρα, πεισμάτωνε κι αρνιόταν.
Ο Μακ Μίλλαν κι εγώ καθόμαστε εκεί, πίνοντας νερό και μασουλώντας σάντουιτς, περιμένοντας σα δυο αστυνομικοί να υπογράψει ο άνθρωπός μας το χαρτί του. Τέλος, στις 4 το πρωί, ο Σιάντος μας γνωστοποίησε πως, μ’ όλο που του ήταν αδύνατο να υπογράψει τη Συμφωνία στο σύνολό της, ήταν έτοιμος να υπογράψει μια σύντομη προσωρινή Συμφωνία» (σελ 148 του βιβλίου).

Να κάτω από ποιες συνθήκες υπογράφτηκε η συμφωνία της Βάρκιζας. Οι Μακ Μίλλαν και Λήπερ «σα δυο αστυνομικοί», μόνο που δεν κρατούσαν πιστόλι, περίμεναν, πότε ο Σιάντος θα υπογράψει τη συμφωνία. Και ο ηγέτης του Κόμματος δεν άντεξε, δεν αντιστάθηκε και υπόγραψε τη συμφωνία της Βάρκιζας. Τη συμφωνία της Βάρκιζας, που άνοιξε για τον ελληνικό λαό μια από τις πιο μαύρες και σκοτεινές περιόδους της ιστορίας του.

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Μια εκδήλωση για τα δεκεμβριανά

Αυτή η εβδομάδα ήταν γεμάτη, με μια σειρά εκδηλώσεις που τράβηξαν το ενδιαφέρον της κε του μπλοκ.
Τις προάλλες βρέθηκα σε μία δική μας εκδήλωση για το δεκέμβρη, ο οποίος αρχίζει να γίνεται κάτι σαν τον παπακωνσταντίνου. Ο καθένας που το λέει εννοεί κάτι διαφορετικό, άλλος το θανάση του 08’, άλλος το βασίλη του 44’. Αλλά το περιβάλλον όπου το λες αντιστοιχεί με τα συμφραζόμενα και δεν χρειάζεται διευκρίνιση.

Το ρεπορτάζ για την εκδήλωση μπορείτε να το βρείτε στον προχτεσινό ρίζο. Το δικό μου ταξικό επιμύθιο θα το θέσω εξ αρχής με σχήμα πρωθύστερο. Πέρσι αν θυμάμαι καλά, είχε γίνει μια αντίστοιχη εκδήλωση με τον μαΐλη και το μάργκαρετ, αλλά εγώ ήμουν στην αθήνα και την έχασα. Αναντικατάστατη απώλεια.
Μετά από αυτό, οτιδήποτε άλλο θα περνούσε αναγκαστικά κάτω από τον πήχη. Η συντρόφισσα που μας μίλησε κατέβηκε για να χάσει. Αλλά ήττα από ήττα διαφέρει. Ειδικά όταν τρέχεις μόνος σου σε φιλικό περιβάλλον και καταφέρνεις να έρθεις δεύτερος χάνοντας απ’ τον κακό σου εαυτό (φαντάσου να ‘ταν καλός με τι σκορ θα χάναμε).

Αυτά που είχε γραμμένα μπροστά της και μας εισηγήθηκε ήταν βασικά σωστά. Λιτά, στρωτά και μας τα διάβασε ωραία. Αλλά μετά στις ερωτήσεις βραχυκύκλωσε. Έχασε τη σιγουριά της και (αρχι)πελαγοδρομούσε στην άγνοιά της. Δε λέω ότι εγώ είμαι παντογνώστης, αλλά αν ήμουν στη θέση της (όπως και στη δική μου επίσης) δε θα αναλάμβανα να κάνω εισήγηση σε μια τέτοια εκδήλωση, γιατί πέρα από κάποια βασικά γεγονότα και συμπεράσματα, αυτό που θα εισηγούμουν θα ήταν η άγνοιά μου και μερικοί προβληματισμοί για σάλτσα.

Ευτυχώς βέβαια, έχουμε αρκετές εναλλακτικές (πχ το σκολαρίκο). Δεν είναι ή αυτή ή εγώ.
Δε γίνεται να λες όμως ότι το 4ο συνέδριο της κομιντέρν έγινε το 28’. Να σε ρωτάνε πότε αποκηρύξαμε τη θεωρία των σταδίων και να μη λες τίποτα για τη μεταπολίτευση και το πρώτο αντιμονοπωλιακό στάδιο του ενιαίου επαναστατικού προτσές. Ή να σε ρωτάνε αν υπήρχαν διαφωνίες κι άλλες απόψεις στελεχών μες στο κόμμα για τη γραμμή και να μην αναφέρεις τουλάχιστον το βελουχιώτη, ή τη «σύγκρουση» μεταξύ σιάντου-ιωαννίδη. Και δεν λέω ότι τα απέκρυψε επίτηδες, αλλά ότι δεν τα ήξερε. Ή στην καλύτερη αγχώθηκε και δεν πήγε καν εκεί το μυαλό της.

Αντιθέτως, το κοινό από κάτω στάθηκε στο ύψος της περίστασης. Καλή προαίρεση, πνεύμα ανήσυχο (πολύ δύσκολος συνδυασμός), αυτοκριτική διάθεση κι ερωτήσεις που έπιαναν ένα ευρύ φάσμα από τα αίτια της ήττας μέχρι τον πρόσφατο δεκέμβρη και την απαραίτητη σύγκριση.
Ένας ασπρομάλλης κύριος είπε ότι πρώτη φορά άκουσε στοιχεία αυτοκριτικής (έστω και διακριτικής) από το κόμμα. Αλλά ήταν ο μόνος ασπρομάλλης κι από τους υπόλοιπους οι πιο πολλοί ήταν μαθητές (αυτό κι αν ήταν ελπιδοφόρο).

Τι μπορεί όμως να πει κανείς για τα αίτια; Ας κάνουμε μια σύντομη παρέκβαση για να εξετάσουμε το ρόλο της ανθρώπινης βλακείας στην ιστορία. Υπάρχει νομίζω κι ένα παλιό δοκίμιο σχετικά που το συνιστούσε συχνά κι ο ραφαηλίδης στην προτεινόμενη βιβλιογραφία του και το οποίο εξηγούσε την καταλυτική της χρησιμότητα σε ορισμένες περιπτώσεις.

Είναι δύσκολο βέβαια -κι αντιεπιστημονικό επίσης- να αποδεχτούμε τη βλακεία ως καθοριστικό παράγοντα στην ερμηνεία της ιστορικής εξέλιξης, γιατί έτσι θα χάναμε την ουσία των γεγονότων κι η ηλιθιότητα μάλλον εμάς θα χαρακτήριζε παρά τους πρωταγωνιστές τους.

Πίσω από τον «παραλογισμό» του πολέμου για παράδειγμα, υπάρχει ο λογικός πυρήνας του καπιταλισμού που οδηγείται ως τις τελικές του συνέπειες. Πίσω από τον «παράφρονα» χίτλερ, τον «παρανοϊκό» δικτάτορα που αιματοκύλησε τους λαούς, υπάρχει η τετράγωνη λογική του γερμανικού ιμπεριαλισμού και η πολιτική του κατευνασμού στο μόναχο που ήθελε να στρέψει τους ναζί προς τη σοβιετική ένωση.

Τι υπάρχει όμως πίσω από την ανεπάρκεια και το θεωρητικό έλλειμμα μιας ηγεσίας; Ή αυτό που είπε με άλλα λόγια ο μπιτσάκης σε μια περσινή εκδήλωση για τον εμφύλιο (τόσο ήξεραν, τόσο μπόρεσαν); Μετά την έπεσε και μια μου-λου στους ναρίτες επειδή δανείστηκαν τον αστικό όρο «εμφύλιος» για τον τίτλο της εκδήλωσης, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Οι πιο πολλοί σύντροφοι έχουμε την τάση πίσω από κάθε ανεπάρκεια να βλέπουμε οπορτουνισμό και ταξική προδοσία. Δεν είναι τόσο απλό όμως. Καταρχήν ένας οπορτουνιστής δεν είναι απαραίτητο να είναι προδότης. Μπορεί να εμπίπτει στην κατηγορία του τίμιου οπορτουνιστή (καλή ώρα ο γράφων) που είναι σύμφωνα με τους κλασικούς κι η πιο επικίνδυνη.

Ας κάνουμε μία ακόμα παρέκβαση κι ας πάρουμε το παράδειγμα του νικήτα –του σοβιετικού ηγέτη που έκανε χρουτς-χρουτς και χτυπούσε το παπούτσι του πάνω στα έδρανα του οηε. Αν πάρουμε την περίπτωση του τίμιου οπορτουνιστή, έχουμε να κάνουμε με κάποιον που ήθελε να διορθώσει λάθη κι υπερβολές του προηγούμενου γραμματέα, αλλά στράβωσε το κλαδί από την ανάποδη μέχρι που το έσπασε.

Οι σοβιετικοί είχαν να αντιμετωπίσουν πρωτόγνωρα προβλήματα, όπως το ζήτημα της απόδοσης της εργασίας και του περάσματος από την εκτατική στην εντατική ανάπτυξη (που τελικά μας οδήγησε απλώς στην εντατική κι από εκεί στο θάνατο). Βάδισαν σε απάτητα μονοπάτια, μέσα από λαιστρυγόνες και κύκλωπες, αλλά έχασαν την ιθάκη γιατί λάσκαρε η πυξίδα τους κι έδειχνε τη δύση, την αγορά και τις εμπορευματικές σχέσεις.

Παρόλα αυτά, η αποσταλινοποίηση, ο τρόπος με τον οποίο έγινε και η εξαγωγή της στις αδελφές λδ και το κουκουέ, δε δείχνουν πολλή τιμιότητα. Το εικοστό συνέδριο κι η μυστική έκθεση ήταν μια προδοσία. Αλλά η προδοσία στην ιστορία είναι σαν τη βλακεία κι έχει περιορισμένη ερμηνευτική ικανότητα. Το βασικό είναι να βρούμε ποια ήταν τα κίνητρα του ιούδα, ποιες κοινωνικές δυνάμεις τον ανέδειξαν και ποιοι του έδωσαν τα 30 αργύρια. Αλλιώς δε φτάνουμε στην ουσία του πράγματος.

Οι αιτίες βρίσκονται πάντα στην οικονομία κι εκεί πρωτίστως πρέπει να τις αναζητούμε. Αν επικεντρωθούμε στο κομμάτι της πολιτικής και ψάχνουμε για οπορτουνιστές καθαρά σε επίπεδο ιδεών, τότε η προσέγγισή μας ολισθαίνει στον καθαρό ιδεαλισμό. Αν ακολουθήσουμε την αντίστροφη λογική θα πρέπει να αναζητήσουμε μια τάξη που να αναδεικνύεται σε κοινωνικό επίπεδο και να αντανακλά τις αλλαγές (οπορτουνιστική στροφή) στο πολιτικό.
Αυτή για εμάς είναι η εκκολαπτόμενη –ακόμα την εποχή του χρουτσόφ- αστική τάξη, για τα μουλού η νέα αστική τάξη –ήδη υπάρχουσα στα χρόνια του νικήτα, αλλά μη ολοκληρωμένη- και για τους τροτσκιστές και όλους τους υπόλοιπους η γραφειοκρατία που (στην πραγματικότητα δεν ήταν καν τάξη, αλλά) είχε επιβάλει από τη δεκαετία του 30’ την ταξική/στρωματική της κυριαρχία.
Όλα αυτά σηκώνουν συζήτηση, αλλά δεν είναι της παρούσης.

Πού οδηγεί αυτή η λογική στο ελληνικό παράδειγμα; Στο συμπέρασμα ότι το εαμ δεν είχε ταξική ομοιογένεια κι αυτό έκανε το κόμμα ευάλωτο στις μικροαστικές πιέσεις, τις αναστολές και τις αυταπάτες ηγετικών στελεχών σαν τον σβώλο και τον τσιριμώκο, θόλωνε το πολιτικό του κριτήριο και το στρατηγικό του στόχο. Αλλά αν την πάρουμε μέχρι τις τελικές της συνέπειες μπορεί να προσεγγίσουμε την τροτσκιστική προσέγγιση. Το κουκουέ τελούσε υπό μικροαστική ηγεμονία κι έθετε ως στόχο στη συγκυρία το πρώτο στάδιο της αστικοδημοκρατικής επανάστασης, γιατί ως εκεί έφτανε ο ταξικός του ορίζοντας.
Κι έτσι φτάνουμε στην άλλη άκρη της τσουλήθρας. Τον –ενίοτε και χυδαίο- ταξικό αναγωγισμό.

Ιδεαλισμός και ταξικός αναγωγισμός (ως μια εκδοχή του υλικού ντετερμινισμού) είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, τα δύο άκρα ενός φάσματος που κλείνει εντός του κάθε είδος ιστορικής ερμηνείας. Γίνονται έτσι φάρμακο για πάσα νόσο και χρήσιμα επιχειρήματα για μια ιδεολογική διαμάχη, όπου μπορείς κατά το δοκούν να κατατάξεις τον συνομιλητή σου σε ένα απ’ τα δύο άκρα, ανάλογα με το σκεπτικό του. Αρκεί να μη χρειαστεί να εξετάσεις και τους δικούς σου συλλογισμούς υπό το ίδιο πρίσμα.

Ποιες άλλες παραμέτρους μας μένει να εξετάσουμε; Καταρχήν, το ρόλο των σοβιετικών. Τη θεωρία για το ραβασάκι του τσώρτσιλ, τις σφαίρες επιρροής, το ξεπούλημα του ελληνικού αντάρτικού. Ή σε ένα δεύτερο –πιο σοβαρό από τα χαρτάκια- επίπεδο, τη στρατηγική της κομιντέρν και τις συνέπειες της διάλυσής της.

Οποιαδήποτε σχετικά νηφάλια κι αμερόληπτη ερμηνεία θα βρει το ρόλο των σοβιετικών μάλλον δευτερεύοντα σε σχέση με τα εσωτερικά λάθη και τις ευθύνες της δικής μας ηγεσίας. Οι γιούγκοι εξάλλου έδρασαν κάτω από λίγο-πολύ παρόμοιες συνθήκες, αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να φτάσουν τον αγώνα τους ως το τέλος.
Ειρήσθω εν παρόδω, ο εγγονός του τίτο ίδρυσε λέει πρόσφατα νέο κομμουνιστικό κόμμα στη σερβία (αν κι ο τίτο ήταν κροάτης) κι ανάμεσα στα άλλα, είπε πως όταν ήμασταν σύντροφοι ζούσαμε σαν κύριοι και τώρα είμαστε κύριοι που η ζωή μας δεν έχει καμία αξία. Μάλιστα. Εμείς με ποιον είμαστε;

Αυτό που δε μου κολλάει με την κομιντέρν είναι πως διαλύθηκε με το σκεπτικό ότι τα κομμουνιστικά κόμματα ήταν πλέον ώριμα και δεν χρειαζόταν να παίρνουν γραμμή από ένα παγκόσμιο καθοδηγητικό κέντρο. Σκέψου και να μην ήμασταν ώριμοι πόσα λάθη θα κάναμε. Και μη χειρότερα..

Τον παράγοντα της προδοσίας τον αποκλείουμε χωρίς δεύτερη σκέψη. Εξάλλου όπως είπε κι η συντρόφισσα εισηγήτρια δεν προκύπτει από πουθενά. Σωστά. Μόνο από κάτι κομματικά ντοκουμέντα που έβγαζαν χαφιέ το σιάντο.
Καλά, εσύ γιώργη, μας άφησες νωρίς. Και φορτώσαμε στην καμπούρα σου, ό,τι υπήρχε και δεν υπήρχε από ευθύνες και λάθη. Αλλά η ρετσινιά του προδότη είναι δηλητήριο που δεν καταπίνεται.

Πού καταλήγουμε λοιπόν; Το κόμμα δε μπόρεσε να διαμορφώσει στρατηγική… κτλ, κτλ. Ναι, αλλά γιατί; Τι διδάγματα θα βγάλουμε αν μείνουμε μόνο στις διαπιστώσεις; Ότι σήμερα έχουμε μεγαλύτερη εμπειρία, δεν θα επαναλάβουμε… Κτλ, κτλ.

Και το πράγμα μπλέκει ακόμα περισσότερο αν σκεφτείς ότι τα περισσότερα στελέχη είχαν πολύ καθαρό τι ήταν η αγγλία και τι ρόλο θα έπαιζε μεταπολεμικά. Παρόλα αυτά...

Ίσως να έφταιγε κι ο εφησυχασμός πάνω στην κρίσιμη συγκυρία. Παλιά μας έσφαζαν γιατί ήμασταν λίγοι κι ανίσχυροι, ενώ τώρα που έχουμε τον ελας αποκλείται να το τολμήσουν. Μας το ανέφερε μεταξύ άλλων κι ο σκολαρίκος, αλλά αυτός είναι από άλλη εκδήλωση που αφορά μια ανάρτηση του -άμεσου- μέλλοντος.

Πώς να κρυφτείς από τη βάση; Έτσι κι αλλιώς τα ξέρει όλα. Ακόμη κι οι μικροί μαθητές που δεν μαθαίνουν τίποτα για όλα αυτά στο σχολείο. Αλλά η οργάνωση είναι το καλύτερο απ' όλα, εδώ θα τα μάθουν όλα. Κι ας μην έχουμε έτοιμες απαντήσεις στα ερωτήματα της σφίγγας όπως αυτά που πιάσαμε εδώ.

Κι όσα περισσότερα μάθουν, τόσο καλύτερα. Δεν χρειάζεται να φοβόμαστε να κάνουμε δύσκολες ερωτήσεις κι αιχμηρές τοποθετήσεις, για να μην πελαγώσουν κι απογοητευτούν πριν καλά-καλά αρχίσουν.
Αυτό είναι το πιο βασικό που κέρδισα εγώ από την εκδήλωση.

Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

Για την αλλαγή της ώρας

Είχε, είχε... Είχε τέτοιες φιλοδοξίες, ήταν τέτοιος. Αν και ήταν στενοκέφαλος μέχρι εκεί που δεν παίρνει. Να σου πω ένα άλλο επεισόδιο για να δεις τη στενοκεφαλιά. Αυτά όλα τα λέω για να μη βγαίνει το εύκολο συμπέρασμα ότι ο σιάντος ήτανε πράκτορας και τα ρέστα. Ένας που θα πάρει έτσι ξερά, χωρίς να ξέρει ανθρώπους και ψυχολογία, θα τον βγάλει χαφιέ, όπως και τον έβγαλε ο ζαχαριάδης.

Λόγια που αναφέρονται στο γιώργη σιάντο κι ανήκουν στον γιάννη ιωαννίδη. Μαζί οι δυο τους είχαν την καθοδηγητική ευθύνη του κκε, για όσο καιρό έλειπε ο ζαχαριάδης στο νταχάου.

Πολύ αργότερα, εξόριστος στη ρουμανία, ο γιάννης ιωαννίδης, μίλησε στον αλ. παπαναγιώτου, που μαγνητοφώνησε τη μακρά συνομιλία τους για όλα τα προβλήματα του κόμματος και την εξέδωσε στα τέλη της δεκαετίας του 70 σε βιβλίο από τις εκδόσεις θεμέλιο (κάτι που μας δείχνει ότι κατά πάσα πιθανότητα είχε πάει με τους εσωτερικάκηδες).

Ας δούμε τι λέει στη συνέχεια ο ιωαννίδης. Η αφήγηση έχει κάποια χάσματα, αλλά με τα πολλά βγαίνει νόημα. Σημειωτέον, η δόμνα που αναφέρεται στο κείμενο είναι η γυναίκα του ιωαανίδη.

Το 1942, όταν άλλαξε από τους γερμανούς η θερινή ώρα, κοίτα τι μας συνέβη. Εμείς από τα προηγούμενα είχαμε καθορίσει συνάντηση με το σιάντο. Το ραντεβού το κανόνισε η δόμνα με τη γυναίκα του σιάντου, τη βαγγελιώ, ας πούμε για τις 6 η ώρα το βράδυ. Στο μεταξύ δυο τρεις μέρες πριν από το καθορισμένο ραντεβού είχε αλλάξει η ώρα. Συνεπώς θα έπρεπε να πας με την ώρα που είχε το κράτος. Αυτό ήταν κοντά στο νου κι η γνώση.

Πάει η δόμνα στο ραντεβού, βαγγελιώ δεν υπάρχει. Κάνει βόλτες εδώ κι εκεί, περνάει μισή ώρα. Κι έχει εντολή παραπάνω από ένα τέταρτο να μην καθίσει. Τα ραντεβού έτσι γινόντουσαν. Έρχεται η δόμνα. Ποιος ξέρει τι συνέβη. Εγώ ανησυχώ. Ανησυχεί φυσικά κι αυτός. Σου λέει τι νάγινε ο γιάννης...

Τη δεύτερη μέρα ξαnαπάνε στη ρεζέρβα (εναλλακτικό τόπο συνάντησης) και πάλι δεν ανταμώνουν. Η δόμνα πηγαίνει με την καινούρια ώρα, η βαγγελιώ πηγαίνει με την παλιά ώρα. Μια ώρα διαφορά είναι αυτή. Δε μπορούνε να ανταμώσουνε. Μετά εγώ κάθισα και σκέφτηκα. Μπας και πηγαίνει με την παλιά ώρα; Γιατί δεν ακούστηκε να έπαθε τίποτα. Λέω λοιπόν της δόμνας, πήγαινε με το παλιό, πήγαινε και με το καινούριο και να δούμε. Έτσι έγινε η σύνδεσή μας.

Και τότε που θα συνδεόμασταν, θα κάναμε συνεδρίαση του πολιτικού γραφείου. Η συνεδρίαση αυτή ματαιώνεται και πρέπει να ξαναειδοποιηθούν όλοι για τη νέα ημέρα. Στο δρόμο ο γιώργης μου λέει:
-Μα τι είναι αυτά; Δεν είπαμε στις 6 η ώρα;
-Ναι, αλλά τώρα η ώρα έξι είναι, πέντε, ή επτά δε θυμάμαι.
-Βρε, με τη φασιστική ώρα θα πάμε εμείς;

Είναι χαρακτηριστικό αυτό το πράγμα. Αφού ήρθε η δόμνα και μου είπε πως η βαγγελιώ όταν βρέθηκαν της είπε: με τη φασιστική ώρα θα πηγαίνουμε τώρα και μεις; Δεν έδωσα τότε και τόση σημασία. Ε, λέω, τόσο της κόβει της βαγγελιώς, άστηνε... Δε νόμιζα ότι κι ο σιάντος μπορεί να ήταν τόσο... ή αυτό που εξέφραζε η γυναίκα του σιάντου ήταν γνώμη του ίδιου του σιάντου.

Λοιπόν πηγαίνοντας για το μέρος που θα γινόταν η δουλειά, άρχιζε να μου λέει αυτό και κείνο, οπότε του λέω: μη φωνάζεις τώρα γιώργη, έχεις άδικο και πάμε στο πολιτικό γραφείο να λύσουμε κι αυτό το ζήτημα. Τέτοια ζητήματα είναι ανόητα, αλλά θα πάμε εκεί και θα δούμε. Μία είναι η ώρα, αυτή που έχει το κράτος. Δε μπορούμε να έχουμε κομμουνιστική ώρα και φασιστική ώρα.

Πήγαμε στη συνεδρίαση του πολιτικού γραφείου. Στο μεταξύ ο σιάντος το σκεφτόταν αυτό. Γιατί μόλις μπήκε ρώτησε τους άλλους: Ε, τι γίνεται, θα την αλλάξουμε τώρα κι εμείς την ώρα; Όλοι απάντησαν με ένα στόμα: Φυσικά θα την αλλάξουμε. Ναι, λέει ο σιάντος. Αυτό πρέπει να κάνουμε. Να την αλλάξουμε και μεις. Ούτε συζήτηση, ούτε τίποτα... Στενοκεφαλιά, ε;
Δεν μπορώ να πω ότι ήταν χαφιές και ήθελε να τα μπερδέψει. Πρόκειται για στενοκεφαλιά, για καθαρή περίπτωση στενοκεφαλιάς. Και ποιος τον ξέρει καλά τον γιώργη... ο άνθρωπος τόσο μπορούσε... με τη φασιστική ώρα σου λέει... Τι φασιστική, αυτή ήταν η ώρα του κράτους. Γι' αυτό σου τα λέω και αυτά. Και το ζήτημα της άρνησής του με την εγχείρισή μου για την οποία προηγούμενα είχε συμφωνήσει και τα άλλα και αυτό τώρα.

Αυτά δεν πρέπει να τα βλέπουμε με το πρίσμα του ύποπτου. Φυσικά όχι να μην το δίνουμε σημσία και αυτό. Αλλά αν ξέρουμε τον άνθρωπο μπορούμε να δώσουμε εξήγηση. Μπορεί να μην τον δικαιώσουμε σε αυτό που έκανε, αλλά όχι και να τον... Έτσι σκεφτόταν αυτός.


Το είχα διαβάσει και στο ραφαηλίδη, αλλά δεν του είχα δώσει πολλή βάση.
Σε κάθε περίπτωση σύντροφοι, φροντίστε να είστε συνεπείς αύριο στο ραντεβού για την επανάσταση. Μία ώρα πριν νωρίς, μία ώρα μετά αργά.
Ούτε δυο-τρεις ώρες μετά, με λογική σιγά μην ξεκινήσει στην ώρα του.
Κι εμείς με εαακίτικη ώρα θα πηγαίνουμε;

Υστερόγραφο: τα παραπάνω στοιχεία τα βρήκα στο βιβλίο σβαρνούτ, το προδομένο αντάρτικο του ν. ι. μέρτζου, διευθυντή τότε (το 1980) του ελληνικού βορρά, που πήρε έτοιμο υλικό από μαρτυρίες κι απομνημονεύματα κι έκανε μια συνέντευξη και με το βαφειάδη.

Σβαρνούτ σημαίνει κάτι σαν αναδίπλωση και κατά λέξη, τυλίξτε πίσω το χαλί, (δηλαδή, αναδιπλώστε το αντάρτικο). Φέρεται να την είπε ο σύντροφος με το μουστάκι στις 10 φλεβάρη του 48 (κοντά στην επέτειο της βάρκιζας) στον ζαχαριάδη εν είδει εντολής να μαζέψει το αντάρτικο.

Ιστορίες για αγρίους με (σοβιετικές) αρκούδες, θα πει κανείς, αλλά υπάρχουν πολλά ντοκουμέντα και μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τα γεγονότα από πρώτο χέρι και σε αυτά βασίζεται κυρίως.
Οι πρώην έχουν πολύ μεγάλη γλώσσα, όπως γνωρίζουν πολύ καλά οι αναγνώστες του μπλοκ.