Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σκουριές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα σκουριές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

Σκουριές

Τις προάλλες ο Κουτσούμπας είχε πάει στο Βήμα FM, σε μια εκπομπή, όπου μεταξύ άλλων διάλεγε και τα τραγούδια. Στο τέλος έμεινε με το παιδικό παράπονο πως δεν του έβαλαν λίγο Μίκη –γιατί τέτοιος είναι, κι αυτός κι η γενιά του- αλλά στο ενδιάμεσο είχε διαλέξει, σχεδόν νομοτελειακά, το Which side are you on boy, και διηγήθηκε στον αέρα την ιστορία του τραγουδιού, απ’ την απεργία των αμερικάνων μεταλλωρύχων το 30’, χωρίς όμως να πει και τον τίτλο του, όπως περίμεναν όσοι τον είχαν λατρέψει από τη γνήσια, στερεοελλαδίτικη προφορά του New Deal και του Take it or leave it. Οι δημοσιογράφοι του συγκροτήματος άκουσαν με προσποιητή προσοχή όσα τους είπε και βρήκαν την ευκαιρία να πάνε το θέμα στις Σκουριές, για να τον ρωτήσουν σχετικά και να αναπτύξει τη θέση του κόμματος. Μία μέρα μετά, κάποια εναλλακτικά (εντός ή εκτός εισαγωγικών) μέσα έπιασαν την «είδηση», την ανέδειξαν ως το βασικό σημείο της συνέντευξης και πυροδότησαν ένα γύρο συντονισμένης επίθεσης με πάθος (για τη λευτεριά) από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα λεγόμενα social media, που κάποιοι μπορεί να τα θεωρούν κάτι σαν κατώφλι του κομμουνισμού ή της αμεσοδημοκρατίας, συγχέοντας τα social media με τα κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής.

Η κε του μπλοκ δεν έχει παρακολουθήσει στενά την εξέλιξη του θέματος των Σκουριών και του κινήματος ενάντια στην εξόρυξη, ούτε διεκδικεί δάφνες ειδικού για τις τεχνικές πτυχές του ζητήματος. Αντιλαμβάνεται συνεπώς πολύ καλά τις ελλείψεις και τις αδυναμίες της για να το αντιμετωπίσει σφαιρικά κι ολοκληρωμένα, και απλώς καταγράφει κάποια βασικά δεδομένα, όπως τα καταλαβαίνει τουλάχιστον.

Ο χρυσός καταρχάς είναι ένα πολύτιμο σπάνιο μέταλλο, που έχει πολλές ωφέλιμες χρήσεις –πέρα δηλ από το να συμβολίζει το χρήμα και τις αμύθητες περιουσίες των πλούσιων- που εκτείνονται σε μια σειρά τομείς (πχ ακτινογραφίες). Συνεπώς η εξόρυξή του είναι σκόπιμη και απαραίτητη, κάθε φορά που το συναντάμε στο υπέδαφος –δεν είναι λογικό δηλ να το αφήσουμε αναξιοποίητο, γιατί μας είναι περιττό, δεν το χρειαζόμαστε πραγματικά, κτλ. Το ζήτημα είναι με ποιον τρόπο θα το εξορύξουμε.

Η μέθοδος που χρησιμοποιεί η «ελληνικός χρυσός» πιθανότατα δε διαφέρει σε τίποτα πχ από αυτές των χρυσωρύχων του Κλοντάικ, τον 19ο αιώνα, κατά τη διάρκεια του «κίτρινου πυρετού» στο Φαρ-Ουέστ και όσα διαβάζαμε μικροί στις ιστορίες του Λούκι Λουκ ή τις περιπέτειες του νεαρού Σκρουτζ Μακ Ντακ. Η επιχείρηση χρησιμοποιεί για τον καθαρισμό του χρυσού κυάνιο, που χύνεται στο νερό, μολύνοντας τον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής και δηλητηριάζοντας σχεδόν κάθε τι ζωντανό πάνω της, με συνέπεια να τη νεκρώσει σταδιακά.

Ήδη αυτό συμβαίνει ως ένα βαθμό στο δάσος των Σκουριών, προβάλλοντας σαν εικόνα από το μέλλον, τι «αναπτυξιακή προοπτική» υπάρχει ώστε αυτός ο όμορφος τόπος να γίνει κρανίου τόπος, όπου τα κρανία γίνονται κύπελλα για τη σαμπάνια των καπιταλιστών που γιορτάζουν για τα κέρδη τους και τις χρυσές δουλειές που κάνουν. Αλλά μερικές θέσεις εργασίας δεν αρκούν να χρυσώσουν το χάπι για τους κατοίκους της περιοχής, παρά μόνο σαν το άγγιμα του Μίδα, που σκότωνε και κατέστρεφε τα πάντα γύρω του, με τη δίψα του για χρυσάφι.

Χώρια που οι χρυσωρύχοι δεν είναι ίσως η τυπική εξαπατημένη εργατική τάξη, που δε συνειδητοποιεί τα ιδιαίτερα ταξικά της συμφέροντα και τα συνδέει μ’ αυτό του εχθρού της, που τον αντιμετωπίζει σαν ευεργέτη. Αλλά εντάσσεται σε άλλη ποιότητα, σε ανώτερη βαθμίδα εκμαυλισμού συνειδήσεων, αλλοτρίωσης κι εκφασισμένων λογικών, τραμπούκικων πρακτικών του υπόκοσμου, κτλ. Αλλά αν ο φασισμός βρίσκει έδαφος στα λαϊκά στρώματα και τους εργαζόμενους, αυτό δεν αναιρεί την ταξική τους ένταξη. Κι είναι πολύ σοβαρό και σύνθετο ζήτημα πώς θα καταστεί εφικτό να αποσπαστούν από την επιρροή του και να αποκτήσουν πραγματική, ταξική συνείδηση.

Το ζήτημα εν κατακλείδι δεν εξαντλείται στο δίλημμα «επιστροφή στη φύση» ή «ανάπτυξη» (για ποιον;) πάση θυσία και με κάθε μέσο (που μόνο ο Ραφαηλίδης θα μπορούσε να τα υποστηρίξει από τη δική μας σκοπιά, κι αυτό επειδή έγραφε κάπως χοντροκομμένα και σατιρικά). Ούτε μπορεί να εγκλωβιστεί στις συμπληγάδες πιθανών αντιθέσεων μεταξύ επιχειρηματικών συμφερόντων (της Ελ Ντοράδο και τουριστικών επιχειρήσεων, που αντιδρούν για τους δικούς τους λόγους, βλέποντας την «επένδυσή» τους να κινδυνεύει.

Το ζητούμενο είναι να γίνει η εξόρυξη με όλες τα αναγκαία μέτρα και τις ασφαλιστικές δικλείδες ενάντια στην καταστροφή του περιβάλλοντος και την υποβάθμιση της γύρω περιοχής και της ζωής των ίδιων των κατοίκων, σε τελική ανάλυση. Κανένας ιδιώτης, κανένα μονοπώλιο, καμία επιχείρηση που λειτουργεί με ανταγωνιστικούς όρους, βάση του κόστους και του κέρδους που αποκομίζει, δεν μπορεί προφανώς να ακολουθήσει στοιχειωδώς αυτούς τους κανόνες, αν θέλει να παραμείνει ανταγωνιστική. Η μοναδική συνθήκη που μπορεί να διασφαλίσει τους παραπάνω όρους, να πραγματοποιήσει την εξόρυξη με τρόπο φιλικό για το περιβάλλον, με γνώμονα τις κοινωνικές ανάγκες κι όχι το κέρδος, είναι μια διαφορετική κοινωνία, που θα έχει στην κατοχή της όλα τα μέσα που παράγουν πλούτο, θα σχεδιάζει και θα ελέγχει την παραγωγική δραστηριότητα, θα αποκαταστήσει τη διαταραγμένη σχέση του ανθρώπου με το φυσικό περιβάλλον του.

Κι αυτό καθιστά τον αγώνα για κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, επιτακτικό καθήκον κι όχι ζήτημα που αφορά την άλλη ζωή κι ένα σοσιαλιστικό επέκεινα.
Μπορείτε να δείτε σχετικά κι εδώ τη δήλωση του Ζαριανόπουλου, μετά από τη συνάντησή του με τους εργαζόμενους που έχουν καταλάβει τα μεταλλεία, με αίτημα να αρθούν οι διαθεσιμότητές τους.

Οτιδήποτε άλλο περί... υγιούς επιχειρηματικότητας, ή μιας τοπικής ή κυβερνητικής αρχής, που θα θέσει κανόνες, θα διατηρήσει ανέπαφα τα αίτια, απαλύνοντας τάχα τις συνέπειες, οποιεσδήποτε μεσοβέζικες «λύσεις», δεν είναι παρά επιζήμιες αυταπάτες για τον αγώνα των κατοίκων, που αντιστέκονται στα σχέδια της επιχείρησης, φτηνή κοροϊδία, που αναπαράγει τις παμπάλαιες, σοσιαλδημοκρατικές Σκουριές, με το ίδιο ακριβώς (ούτε καν νέο) περιτύλιγμα, που είχαν πάντα.

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2015

Κάτω από ξένη σημαία

Δυο στιγμιότυπα από την επικαιρότητα της τελευταίας εβδομάδας πιστοποίησαν με τον πιο εμφατικό τρόπο τις υποδείξεις των κλασικών του μαρξισμού για τη σημασία της ταξικής συνειδητοποίησης των προλετάριων όλου του κόσμου, της αυτοτέλειας της πάλης τους και των συμφερόντων τους, και για την αναγκαία προϋπόθεση να σταματήσουν να αγωνίζονται κάτω από ξένες σημαίες.

Οι Σύριοι πρόσφυγες στην Κεντρική Ευρώπη, ξεκίνησαν πεζοί μια μεγαλη πορεία από τη Βουδαπέστη στη Βιέννη, στην οποία κάποιοι εξ αυτών φαίνονταν να κρατάνε ένα λάβαρο της ΕΕ. Τη σημαία μια Ένωσης δηλαδή που, στην καλύτερη περίπτωση, νίπτει τας χείρας της σαν Πόντιος Πιλάτος για την ιμπεριαλιστική επέμβαση και το ματοκύλισμα στη χώρα τους, βλέποντας τους πρόσφυγες σαν «βόμβα» που δεν πρέπει να σκάσει στα χέρια της και προτιμά να απασφαλιστεί μεσοπέλαγα, για να καταλήξει αθόρυβα στο βυθό της θάλασσας –αρκεί να μην ξεβράζεται κάποιο ενοχλητικό πτώμα, για να χαλάει τη βιτρίνα και να θυμίζει την τραγωδία των 20 χιλιάδων ψυχών, που δεν κατάφεραν ποτέ να διασχίσουν τη Μεσόγειο.

Αυτοί που μπόρεσαν να διασωθούν και να περάσουν στην άλλη όχθη, από το θάνατο στη ζωή, ή μάλλον από ένα βίαιο, ακαριαίο τέλος σε έναν αργό, καθημερινό θάνατο, που μοιάζει με το μαρτύριο της σταγόνας, μας εκλιπαρούν για στήριξη και βοήθεια. Προσέρχονται με σύμβολα και σημαίες που μπορεί να κατευνάσουν και να εξευμενίσουν τους κυβερνώντες των χωρών, που τους «φιλοξενούν» -γιατί μόνο σε εισαγωγικά μπορεί να μπει η φιλοξενία, σε αυτή την περίπτωση. Κι είναι κάπως σαν τους αιχμάλωτους –γιατί μόνο η αιχμαλωσία περιγράφει πιστά αυτό που βιώνουν- που σηκώνουν λευκή σημαία, για να παραδοθούν, ζητώντας από τον κατακτητή να τους χαρίσει τουλάχιστον τη ζωή, τους ελάχιστους όρους για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους, ακόμα και αν είναι σε στρατόπεδο συγκέντρωσης.

Ας μην ξεχνάμε εξάλλου πως η πρώτη σύλληψη κι εφαρμογή της μεγάλης ευρωπαϊκής ιδέας, με μεσαιωνικούς όρους υποδούλωσης των λαών και των εργαζόμενων, έλαβε χώρα κάτω από την μπότα του χιτλερικού ναζισμού –όπως σημειώνει ο ιστορικός Γιώργος Μαργαρίτης. Και το πιο εκπληκτικό (πιο μυστηριακό και πιο μεγάλο) σε αυτή την περίπτωση, δεν είναι η σύμπτωση της γερμανικής παρουσίας στο επίκεντρο του εγχειρήματος –για όσους ψοφάνε για ρηχά, θολά, αντιμνημονιακά μέτωπα- αλλά ότι κανείς σχεδόν (πλην Λακεδαιμονίων και των αδελφών κομμάτων) δε μιλά ενάντια στη μεγάλη ιδέα αυτού του εγχειρήματος και τους συγκεκριμένους όρους του, θεωρώντας το από ευλογία και μονόδρομο, μέχρι αντικειμενική πραγματικότητα που δεν μπορεί να αλλάξει κι είναι προτιμότερο να την αποδεχτούμε.

Στην ταξική πάλη όμως δεν υπάρχει καμία ταξική ανακωχή. Η λευκή σημαία (πόσο μάλλον η γαλάζια με τα αστεράκια της ΕΕ) σημαίνει άνευ όρων παράδοση κι υποταγή στο σφαγείο των λαών, ντόπιων και προσφύγων (και όσο περισσότερο στρέφονται οι μεν εναντίον των δε, τόσο το καλύτερο για τους σφαγείς).

Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα, οι εργάτες του χρυσωρυχείου στις Σκουριές διαδήλωναν ουσιαστικά για τα συμφέροντα της εταιρίας τους, που τα συνέδεσαν με το δικό τους. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερο «χρυσωρυχείο» για τους καπιταλιστές από αυτήν την εθελοδουλία κάποιων εργατών, από την αδυναμία τους να ξεχωρίσουν ποιον έχουν απέναντί τους και για ποιο σκοπό πρέπει να παλέψουν.
Γι’ αυτό οι εργάτες της Ελντοράδο στοχοποίησαν την (ένα-δύο-τρία, γ...ται η) Ετ-3, χωρίς να καταλαβαίνουν πως η σημερινή της μορφή και τα χαρακτηριστικά που της έδωσε η «πρώτη φορά Αριστερά», δεν έχουν άμεση σχέση με την «αυτοδιαχειριζόμενη Ετ3», που κι αυτή δικό της μαγαζί ήταν (ή Syriza friendly τουλάχιστον), αλλά είχε κι ένα κινηματικό άλλοθι και κάλυπτε διαφορετικά το θέμα των Σκουριών.
Γι’ αυτό στοχοποιούν και το κίνημα κατοίκων και αλληλέγγυων που αντιτίθεται στην εξόρυξη, ενώ κάποιες μαρτυρίες (που πέρασαν όμως σε δεύτερο πλάνο) λένε πως στο περιθώριο της κινητοποίησης στη Δεθ, επιτέθηκαν και χτύπησαν με τραμπούκικο τρόπο στέλεχος του Ναρ, που τον ξεχώρισαν προφανώς ως πιο αναγνωρίσιμο.

Την άλλη βδομάδα παρεμπιπτόντως έχουμε τις κάλπες των εθνικών εκλογών, όπου τα πέντε μνημονιακά κόμματα (παλιά και νέα, γιατί υπάρχει κι αυτή η «διαφοροποίηση», που επιχειρείται να αναχθεί σε κυρίαρχη αντίθεση της πολιτικής σκηνής και να παρουσιαστεί ως το διακύβευμα των εκλογών) αναμένεται να συγκεντρώσουν το 70% του εκλογικού σώματος, αντιστρέφοντας πλήρως τους συσχετισμούς του 62% του Όχι στο δημοψήφισμα, με το όποιο, αντιφατικό, ταξικό του μήνυμα. Περίπου επτά στους δέκα δηλ, θα εμπιστευτούν πιθανότατα κόμματα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο προωθούν την πιο βάρβαρη, αντιλαϊκή πολιτική, και τη βαφτίζουν «μονόδρομο χωρίς εναλλακτική», όπως έκαναν και τόσα χρόνια με τον... ευρωμουνόδρομο, όπως τον λέει κι ο Μπούτας.

Η εργατική τάξη λοιπόν πρέπει να σταματήσει να μπαίνει κάτω από ξένες σημαίες, εθνικά νομίσματα, αταξικά σχήματα, να γίνει τάξη δια εαυτήν, τάξη για τον εαυτό της και τα δικά της συμφέροντα. Και για αυτό δε φτάνει να μην εγκλωβιστεί στις κάλπες, δε φτάνει να κατεβάσει απλώς την οργή της στους δρόμους, αλλά να ξέρει τι θα την κάνει και πώς θα τη μετατρέψει σε υλική δύναμη, που θα αλλάξει τον κόσμο.

Σάββατο 18 Απριλίου 2015

Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη

Αναδημοσίευση από Ατέχνως

Ich bin ein Berliner
, έλεγε κάποτε πονόψυχα ο Κένεντι μπροστά στο τείχος του Βερολίνου, κρατώντας με κόπο τα κροκοδείλια δάκρυά του γι’ «αυτήν την πόλη που στα δυο έχει σχιστεί».

Αν και η δική του υποκρισία δεν έπιανε μία μπρος στους σύγχρονους αστούς πολιτικούς και την άφατη στενοχώρια τους για τη διαίρεση «αυτής της κοινωνίας που σε τάξεις έχει σχιστεί». Πολιτικούς εθνικής εμβέλειας, που υπερβαίνουν τα στενά, ταξικά τείχη και γίνονται, ανάλογα με τις ανάγκες της περίστασης, ένας από εμάς, απλοί καθημερινοί άνθρωποι ή «Charlie» -για να μην ξεχνιόμαστε- και στο τσακίρ κέφι εργάτες και μεταλλωρύχοι από τις Σκουριές. Καλή ώρα σαν τον μπαρουτοκαπνισμένο προλετάριο της φωτογραφίας, που δούλευε, λέει, από τα 18 του. Κάθε βουλευτής που σέβεται την παράδοση του τόπου του, έχει να διηγηθεί για τον εαυτό του ένα παρόμοιο σαξές στόρι αυτοδημιούργητου, για να τονίζει πόσο λαϊκός και καπάτσος ταυτόχρονα είναι.


Τον φαντάζεσαι λοιπόν να φωνάζει μαζί με άλλους… «συναδέλφους» του «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» και πίσω του να έχει μουσική υπόκρουση το «πάγωσε η τσιμινιέρα» και το «μη βροντοχτυπάς τις χάντρες (η Βουλή κάνει τους άντρες, ρωτήστε και το Σαμαρά που είναι της αντρικής σχολής)». Να καταγγέλλει στις κάμερες την αντεργατική πολιτική της κυβέρνησης και την αυθαιρεσία των ΜΑΤ –που επέλεξαν πάντως, όλως τυχαίως, να χτυπήσουν την αντισυγκέντρωση. Να οργανώνει την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων και το ταξικό ραντεβού της Πρωτομαγιάς.

Ποιον; Αυτόν που τσίριζε για το εμπορικό κέντρο της Αθήνας, ότι μαραζώνει από τις συνεχείς διαδηλώσεις, και γι’ αυτό δεν μπορούν να σταυρώσουν πελάτη οι μαγαζάτορες. Αυτόν που είχε αλλεργία σε κάθε εργατική διεκδίκηση. Και τους φιλελέδες ομοίους του, που φρίττουν μόλις ακούνε το σύνθημα «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη» να απειλεί, έστω και φραστικά, τα δικά τους ιερά και όσια, το νόμο του κέρδους και της απαραβίαστης, καπιταλιστικής ιδιοκτησίας. Αυτόν που δεν ήταν ποτέ στους δρόμους, γιατί είχε πιάσει στασίδι στα κανάλια. Τα οποία βρήκαν, όλως τυχαίως και αυτά, μπόλικο χρόνο για την εκτενή κάλυψη του θέματος· όσο δεν είχαν αφιερώσει ποτέ για καμία απεργία ή πχ για τον αγώνα των ηρωικών χαλυβουργών –όπου και πάλι, έδιναν τον πρώτο και τελευταίο τηλεοπτικό λόγο στη γνωστή, υστερική απεργοσπάστρια.
Ποιος θα τολμήσει λοιπόν να αμφισβητήσει μετά από αυτά, τις ευαισθησίες τους και τα φιλεργατικά τους αισθήματα; Μπόμπολας και εργατιά, ενωμένοι, μια γροθιά. Γροθιά στο κατεστημένο και τα μεγάλα συμφέροντα που χτυπάνε το Σταύρο Θεοδωράκη –άσχετο, αλλά ο Ποτάμης κολλάει παντού.

Κι αν όλα αυτά δεν είναι παρά μια τρολιά της κακιάς ώρας, που κακώς της δίνουμε περισσότερη σημασία απ’ όση έχει –και μάλιστα όταν εμπλέκεται ένα από τα πλέον έμπειρα τρολ της ελληνικής βουλής, που τρέφεται από τέτοιες στιγμές, για να παραμένει στη δημοσιότητα; Μήπως πρέπει να τους πληρώσουμε και εμείς με το ίδιο νόμισμα; Πόλεμος στον πόλεμο και τρολάρισμα στις τρολιές των κυρίαρχων; Να γράφουμε πχ στο διαδίκτυο «Θέλω να ψωνίσω και με εμποδίζει ο διαδηλωτής Άδωνις. Διαδώστε». Να γκρινιάζουμε για το μποτιλιάρισμα που προκλήθηκε στο κέντρο της πρωτεύουσας από μια θορυβώδη μειοψηφία. Ή να (αν)αρχίσουμε τα οπαδικά-αναρχικά συνθήματα για «πτηνά με κράνη» που.. «τι να καταλάβουνε από λευτεριά;». Είναι κι αυτή μια κάποια λύσις…

Μακάρι βέβαια να ήταν τόσο απλό το πρόβλημα, που να συμπυκνωνόταν σε αυτό το σχετικά ακίνδυνο κομμάτι. Το βασικό πρόβλημα όμως, και το νέο, επικίνδυνο, ποιοτικό στοιχείο, που προκύπτει από την υπόθεση, είναι πως αντί να αγωνιστούν οι εργάτες να κάνουν νόμο το δικό τους δίκιο, παλεύουν κάτω από ξένες σημαίες. Και δεν εννοώ μόνο τη συνύπαρξή τους με το φαιδρό, κρανοφόρο, κεκράκτη τηλεπωλητή –που κι αυτή από μόνη της, θα έπρεπε να τους υποψιάσει και να τους προβληματίσει για το αν βαδίζουν στο σωστό δρόμο. Ούτε και τις ροζ αυταπάτες μιας άλλης μερίδας της τάξης μας για φιλολαϊκές ομελέτες, χωρίς να σπάσουν αυγά, ή για τον πραγματικό ρόλο του αστικού κράτους, που είναι σε κάθε περίπτωση, παντού και πάντα, εναντίον μας, όποια και αν είναι η μορφή διαχείρισής του.

Το πιο προβληματικό είναι πως βλέπουμε εργάτες με πλήρως αλλοτριωμένη συνείδηση, σε βαθμό που να ταυτίζουν τα δικά τους συμφέροντα με αυτά της εργοδότριας εταιρίας και να παλεύουν να τα προασπίσουν πάση θυσία. Ακόμα κι αν οι Σκουριές γίνουν τελικά κρανίου τόπος από τη… ζωοφόρο επένδυση, και μείνουν να χτυπάν τα κράνη τους στον τοίχο και τα ταξικά τείχη, που ποτέ δεν πέφτουν μόνα τους, σε αυτή την εκ-μεταλλευτική κοινωνία. Κι αν δεν ήταν τόσο τραγικό ως γεγονός, θα μπορούσε συνειρμικά να θυμίζει εκείνη την κωμική σκηνή από τον Αστερίξ (στις δάφνες του Καίσαρα), όπου προσπαθεί να πουληθεί σε ένα σκλαβοπάζαρο, για να βρει τρόπο να εισχωρήσει στο παλάτι. Και σε ένα σημείο λέει: δεν πάμε πουθενά! Κι αν χρειαστεί, θα παλέψουμε για τη σκλαβιά μας…