Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα θεοχαράτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα θεοχαράτος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2013

Εισαγωγή στον τρίτο τόμο του δοκιμίου

Πρέπει να το είχα αναφέρει και σε μια παλιότερη ανάρτηση πως η καλύτερη εισαγωγή για το θέμα και την περίοδο που εξετάζει ο τρίτος τόμος του δοκιμίου ιστορίας του κόμματος είναι το δεύτερο μέρος της βιογραφίας του χαρίλαου από το θεοχαράτο· το οποίο πιάνει χοντρικά την ίδια περίοδο, από το 73’ ως το 93’, που ο φλωράκης έπαψε να είναι βουλευτής, και αποτελεί κατά τον χαρίλαο τη μεγαλύτερη πολιτική ομιλία του. Ένα πολιτικό μανιφέστο, το οποίο κατά μείζονα λόγο δεν αποτελεί ιστορία –αν και έχει και τέτοιο χαρακτήρα- καταλήγοντας έτσι να έχει (κι αυτό) μορφή δοκιμίου, όπως σημειώνει ο θεοχαράτος. Ο οποίος στον πρόλογό του συμπληρώνει ότι φέρει αποκλειστικά την ευθύνη για τα σημεία όπου δεν είναι ικανοποιητική η προσέγγιση, ενώ για όσα κατορθώνει να πει τα πράγματα με το όνομά τους, η εύφημη μνεία ανήκει στον φλωράκη.



Ήδη από την εισαγωγή πάντως, ο αναγνώστης σκοντάφτει σε κάποια σημεία, όπου καλείται να μαντέψει αν αποτυπώνουν την πολιτική σκέψη του χαρίλαου ή απηχούν τις απόψεις του συγγραφέα. Γράφει κάπου πχ ο θεοχαράτος πως ούτε η μεταπολίτευση του 74’ ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες του ελληνικού λαού, ούτε η μεταπολίτευση της μεταπολίτευσης του 81’ έφερε την αλλαγή, δηλ την εθνική κυριαρχία και τη διεύρυνση της πολιτικής δημοκρατίας προς την κοινωνία και την οικονομία. Κάτι χειρότερο: η μεταπολίτευσης της μεταπολίτευσης δυσφήμησε τις έννοιες και του σοσιαλισμού και της αλλαγής.
Και σε ένα άλλο σημείο εκτιμά πως θα ήταν αυτοκτονία για το κκε να πάει ενάντια στο ρεύμα και να μη συμπορευτεί με το πασόκ.

Υπ’ όψιν πως ο θεοχαράτος δεν ήταν κάποιος (έντιμος έστω, καλός) πασόκος αλλά σταθερός οπαδός του κουκουέ, με τις δικές του ιδέες και τις αντιφάσεις του, που καταγγέλλει τον εγχώριο δικομματισμό ως κατ’ ουσίαν μονοκομματισμό και την πολιτική μετάλλαξη του πασόκ. Αναφέρει μάλιστα και ένα διάλογο που είχε ο φλωράκης με τον παπανδρέου το βράδυ των εκλογών του 81’, όταν τηλεφώνησε ο χαρίλαος στον ανδρέα να τον συγχαρεί για το αποτέλεσμα και αυτός του απάντησε πως θα τον φώναζε την επομένη να μιλήσουν για την κυβέρνηση. Τελικά η επόμενή τους επαφή ήρθε μόλις έξι μήνες αργότερα, με τον παπανδρέου να καλεί ενοχλημένος το φλωράκη για μια δήλωση που έκανε στη θεσσαλονίκη, όπου στην ερώτηση (πρασινοφρουρού) δημοσιογράφου για το αν βλέπει αλλαγή, του απάντησε χωρίς περιστροφές: αλλαγές βλέπω, αλλαγή δε βλέπω

Κι έτσι να τη πάλι μπροστά μας η αλλαγή. Που βρισκόταν και στον προγραμματικό λόγο του κκε της εποχής, ως πραγματική αλλαγή ή αλλαγή με κατεύθυνση το σοσιαλισμό και πιο πριν στον πολιτικό λόγο της εδα, ως εθνική δημοκρατική αλλαγή κι ως εναλλακτική πιθανή ανάλυση του αρκτικόλεξου στον τίτλο της.
Τα ερωτήματα λοιπόν παραμένουν. Διερμηνεύει σωστά την πολιτική σκέψη του χαρίλαου στο σύνολό της ο συγγραφέας; Η αλλαγή ήταν τακτικό σύνθημα που απευθυνόταν στις μάζες η πολιτικός στόχος του κόμματος; Και το πασόκ την πρόδωσε ή μήπως τελικά εξέφρασε την ουσία και τα όριά της;

Μπορούμε να θέσουμε τον ίδιο προβληματισμό και σε διαφορετική ιστορική κλίμακα, για να γίνουν κάποιοι παραλληλισμοί. Αν το πασόκ λεηλάτησε τη βάση και τα συνθήματα της αριστεράς, και κατά βάση τους παλιούς εαμίτες, βάζοντας τέλος στην κυριαρχία της δεξιάς και του παρακράτους, δηλ των νικητών του εμφυλίου, μπορούμε να ισχυριστούμε πως εξέφρασε ως ένα βαθμό και την πολιτική του εαμ; Πως η αλλαγή ήταν η επικαιροποίηση και μεταφορά του εαμικού συνθήματος της λαοκρατίας στα δεδομένα της δεκαετίας με τις βάτες; Κι ότι ο εκφυλισμός της ήταν μια εκ των υστέρων κρίση της ιστορίας για τους κινδύνος και τις αντιφάσεις που υπήρχαν στην πολιτική και τη στρατηγική του εαμ;

Για να προλάβω τυχόν αντιδράσεις, τα παραπάνω ερωτήματα δεν υπονοούν ότι το πασόκ αποτέλεσε την ιστορική συνέχεια του εαμ –όπως θέλησαν να το παρουσιάσουν οι πασόκοι, προσπαθώντας να το καπηλευτούν και να δανειστούν τη λάμψη του- ή αντιστρόφως πως το εαμ κατά βάθος ήταν και λίγο πασόκ, επειδή είχε ρεφορμιστικές αυταπάτες. Τα αναφέρω κυρίως για να δείξω πόσο πιο έμπειρο και ώριμο ήταν το αστικό μπλοκ για να σπεκουλάρει και να αξιοποιήσει τις δικές μας αντιφάσεις.

Το 45’ οι αστοί νίκησαν με τη δύναμη των όπλων, με φωτιά και τσεκούρι όπως γράφει κι ο αβέρωφ, μόνο που ήταν αγγλοσαξονικής προέλευσης. Οι άγγλοι κι ο παλιός πολιτικός κόσμος παρουσιάστηκαν ως σύμμαχοι στο πλαίσιο της εθνικής ενότητας και της διεθνούς, αντιφασιστικής συμμαχίας και όχι επειδή προέκυπτε κάτι τέτοιο από τις πράξεις τους και την πολιτική τους. Και ο παπανδρέου ο παπατζής (ο α’) μόλις που σκέπαζε την ανοιχτά εχθρική στάση τους προς το εαμ, για να τεθεί επικεφαλής της κυβέρνησης και να αφοπλίσει τον ελας και το λαϊκό κίνημα –χρειάστηκε να μεσολαβήσει βέβαια κι η σύγκρουση του δεκέμβρη. Και τη μέρα της άφιξής του στην ελλάδα το 44’, αναγκάστηκε κάτω από την πίεση του πλήθους να πει υποκριτικά το περίφημο «και εις τη λαοκρατίαν πιστεύουμε…», χωρίς να πείσει κανένα για την ειλικρίνειά του και τις πραγματικές του προθέσεις.

Στη δεκαετία με τις βάτες αντιθέτως, οι αστοί νίκησαν με τη σοσιαλδημοκρατία και τη δύναμη της λαϊκής ενσωμάτωσης, ενώ το κίνημα αφοπλίστηκε μόνο του ιδεολογικά και πολιτικά χωρίς να χρειαστεί καν να μεσολαβήσει κάποια σύγκρουση. Το πασόκ θεωρήθηκε σύμμαχος στη λογική του αθροίσματος των δημοκρατικών δυνάμεων εναντίον της δεξιάς αντίδρασης κι όχι στα πλαίσια κάποιου εθνικού αντιφασιστικού αγώνα. Κι ο παπαναδρέου ο β’ διακήρυξε αυτοβούλως μια δική του σύγχρονη 'πίστη' στη λαοκρατία ως ιδανικό, παραπλανώντας όσους πίστεψαν πως το πίστευε ειλικρινά. Παράλληλα, αυτός ο παπατζής κατάφερε να παίξει άριστα το φιλοσοβιετικό χαρτί, έχοντας βέβαια να αντιμετωπίσει και μια διαφορετική σοβιετική ένωση, που ευνοούσε ανοιχτά τις σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις στη δύση.

Είναι πολύ αποκαλυπτική σχετικά με αυτό μια αποστροφή του ανδρέα που μεταφέρει ο θεοχαράτος στην εισαγωγή του βιβλίου του, από μια επίσκεψη του τελευταίου στο σπίτι αθηναίου εκδότη και τη συνομιλία του με κάποιους δημοσιογράφους:
«Στην Ελλάδα υπάρχει μια παραδοσιακή Δεξιά που έχει σχέσεις με τη Δύση και ειδικά με την Ουάσιγκτον και μια παραδοσιακή Αριστερά που έχει σχέσεις με την Ανατολική Ευρώπη και ειδικά με τη Μόσχα. Οποιοδήποτε νέο κόμμα, λοιπόν, φιλοδοξεί να κατακτήσει και να διατηρήσει την «εξουσία», οφείλει να υπερκεράσει τη Δεξιά μέσω της Ουάσιγκτον και την Αριστερά μέσω της Μόσχας»

Είναι εντυπωσιακό πάντως, σε κάθε περίπτωση, πώς κατάφερε να παρουσιαστεί ως φιλοσοβιετικός και οπαδός του κινήματος των αδεσμεύτων ένας αμερικανοτραφής πολιτικός της πλήρους εμπιστοσύνης της ουάσιγκτον· και ως συνεχιστής του εαμ ένας «άκαπνος» πολιτικός, που βρισκόταν στο εξωτερικό την εποχή του μεγάλου έπους της αντίστασης και της ηρωικής δεκαετίας του 40’.

Αν θέλουμε βέβαια να συνεχίσουμε τον παραλληλισμό, θα μπορούσαμε να προεκτείνουμε τους ιντριγκαδόρικους συνειρμούς στις διαπραγματεύσεις για την οικουμενική και την κυβέρνηση εθνικής ενότητας αντιστοίχως. Κι αν το εύκολο και προφανές συμπέρασμα είναι πως πρόκειται για κακές συμφωνίες, όπου πιθανότατα δεν έπρεπε καν να μπλέξουμε σε διαπραγμάτευση, υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος που λέει πως ούτως ή άλλως μας την είχαν στημένη και στις δυο περιπτώσεις. Σαφώς και ήθελαν να μας στριμώξουν στην εκάστοτε κυβέρνηση με τους δικούς τους όρους, αλλά θα είχαν ανοιχτό μέτωπο εναντίον μας, ανεξαρτήτως κατάληξης.

Το θέμα λοιπόν δεν είναι ούτε οι παπατζήδες, ούτε η στάση των σοβιετικών, αλλά οι δικές μας ευθύνες κι αδυναμίες. Αυτήν ακριβώς την έννοια έχει η κριτική εξέταση της εποχής και ο όρος «αποκατάσταση του επαναστατικού χαρακτήρα του κόμματος», που είχε δεχτεί καίρια πλήγματα τα προηγούμενα χρόνια, πριν αναλάβει δηλ γραμματέας ο –κρατούμενος στις φυλακές- φλωράκης. Ο οποίος μάλιστα είχε σημαντική πολιτική συμβολή σε αυτή την αποκατάσταση. Όπως σημείωνε και η αλέκα στον πρόλογο του βιβλίου του θεοχαράτου, ο καπετάνιος (γιώτης) στις φουρτούνες φάνηκε. Ο φλωράκης είχε σχεδόν προβλέψει μάλιστα, με το γνωστό θυμόσοφο πνεύμα του, το θόρυβο και τους όψιμους πολιτικούς θαυμαστές του, που εξανίστανται για την «αποκαθήλωσή» του απ’ το σύγχρονο κουκουέ, όταν έλεγε: παινεύουν τους νεκρούς κομμουνιστές, για να θάψουν τους ζωντανούς… Αυτούς που ξέχασαν να πεθάνουν, για να θυμηθούμε και το ριζοσπάστη διανοητή ζίζεκ.

Υπάρχει μία ακόμα τελευταία παράμετρος που θα ήθελα να συμπεριλάβω σε αυτή την εισαγωγή. Σε κάποιες παλιότερες συνεντεύξεις της ως γγ η αλέκα είχε αφήσει να εννοηθεί πως η συγγραφή του γ’ τόμου θα καθυστερούσε κάπως, γιατί πρέπει να την αναλάβουν οι επόμενες γενιές, που δε θα έχουν ζήσει τα γεγονότα από πρώτο χέρι και θα τα εξετάσουν με την απαραίτητη αποσταασιοποίηση.

Από την άλλη ωστόσο είναι πολύ σημαντικό –και θα αναλύσουμε και σε επόμενες αναρτήσεις τους λόγους- να καταγραφούν οι μαρτυρίες στελεχών και μελών που διαδραμάτισαν πρωταγωνιστικό ρόλο στα γεγονότα της περιόδου, στο πλαίσιο της προετοιμασίας της συγγραφής του τόμου και ως βοηθητικό, προπαρασκευαστικό υλικό για τη σχετική συζήτηση. Πρέπει δηλαδή να γράψουν κείμενα, μαρτυρίες, βιβλία και μάλιστα πολλά, για φωτίσουν πτυχές, να δώσουν τροφή για σκέψη και προβληματισμό, προτού καταλήξει συλλογικά το κόμμα στην επεξεργασία και την τελική μορφή του τόμου. Και αυτό αφορά πρωτίστως κορυφαία στελέχη, όπως η ίδια η αλέκα κι άλλα στελέχη της γενιάς της.


Με αυτή την παρατήρηση κλείνω την εισαγωγή, κρατώντας κάβα κάποιες σκέψεις για τα επόμενα κείμενα.

Κυριακή 24 Νοεμβρίου 2013

Σταλινικοί και μενσεβίκοι

…η γη αυτή δε σας ανήκει

Ανασκόπηση της εβδομάδας

Παίρνοντας σκυτάλη από τη νέα στήλη του κυριακάτικου ρίζου με την ανασκόπηση των γεγονότων, συνεχίζουμε από εκεί που το άφησε, με μια ενδεικτική σταχυολόγηση χαρακτηριστικών στιγμών της εβδομάδας που φτάνει στο τέλος της.

Υπάρχει μια άποψη πως το κκε είναι σαν την ήβη και το σλόγκαν της διαφήμισης: ο καθένας κρύβει λίγο μέσα του. Κατά βάθος δηλ πολύς κόσμος είναι κουκουέ χωρίς να το ξέρει κι είναι απλώς θέμα χρόνου να το ανακαλύψει. Ως τότε φαίνεται μόνο σε κάποια πράγματα που λέει ή κάνει ασυνείδητα, με μια ιδιότυπη πρωτοπόρα ασυνειδησία. Πώς αλλιώς να εξηγήσεις πως υπάρχουν τόσοι σταλινικοί γύρω μας το τελευταίο διάστημα να κυριαρχούν στα κοινά και την πολιτική ζωή της χώρας;
Από την κουμουνδούρου ως την παιανία όλη η αττική γη μια σοβιετία.

Υπάρχει όμως και η αντίθετη άποψη που κάνει λόγο για ιδεολογική ηγεμονία του τροτσκισμού στο δημόσιο λόγο -πέρα από το κκε (που ως γνωστόν κάνει τροτσκιστική στροφή στην καριέρα του, ενώ πριν έκανε νέο-σταλινική στροφή και τώρα ετοιμάζεται να μπει στην παραμπόλικα της μόντζα για να ‘ρθει το τέλος). Μόνο οι τροτσκιστές έχουν το χάρισμα να ανακαλύπτουν παντού σταλινικό δάχτυλο.

Σταλινικό έλεγαν το νικήτα (δεν ξεγελιούνται αυτοί με το εικοστό συνέδριο), σταλινικό καθεστώς τη σοβιετία επί μπρέζνιεφ, σταλινικοί ήταν και όσοι διαφωνούσαν με τους ρυθμούς της περεστρόικα και εμπόδιζαν την «αντιγραφειοκρατική επανάσταση ενάντια στο σταλινικό θερμιδώρ» όπως είχαν γράψει κάποια φωτεινά τροτσκιστικά μυαλά εκείνη την εποχή. Τόσους σταλινικούς από τη γκλάσνοστ είχαμε να δούμε…

Συν τοις άλλοις οι τροτσκιστές έχουν ένα ακόμα συγκριτικό πλεονέκτημα, γιατί πιάνονταν από το παλιό σύνθημα «οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μία χώρα» -στο οποίο βάζουν πονηρά το «μόνο» [μία], σα να μιλάμε για μια (φρ)ουτοπία. Και εγώ με τη σειρά μου προσθέτω πως δε μιλάμε για μια τυχαία, οποιαδήποτε χώρα, αλλά για τη ρωσία που καταλάμβανε το ένα έκτο της υφηλίου και είχε πλούσιο υπέδαφος. (Μόνο) μία αλλά λέων –όχι όμως τρότσκι.

Οι τροτσκιστές λοιπόν πιάνονταν από αυτό το σύνθημα, για να εξισώσουν τους σταλινικούς με τους μενσεβίκους (τρέχα γύρευε πώς, αλλά ας μείνουμε με αυτό το κρατούμενο της ταύτισης). Με τον ίδιο περίπου τρόπο (από την ανάποδη) που εξισώνουν τα νέα πχ τους σύγχρονους μενσεβίκους με το σφο με το μουστάκι.
Έχει δηλ ο αλέξης τις ικανότητες και το εκτόπισμα του στάλιν; Πολύ θα το ‘θελε… Έχει όμως το λαφαζάνη για «αριστερή αντιπολίτευση» της εποχής μας. Με την ιστορία να επαναλαμβάνεται ως φάρσα και τραγωδία μαζί.

Εκ πρώτης όψεως φαίνεται πως το συγκρότημα λαμπράκη βάζει στο στόχαστρο τον αλέξη και τον τσουβαλιάζει με το στάλιν, για να του πλήξει το προφίλ του ηγέτη της δημοκρατικής παράταξης, που γίνεται βορά στις «νεοσταλινικές ύαινες» που τον περιστοιχίζουν στο κόμμα του.
Στην πραγματικότητα η σκοπιμότητα της ταύτισης έχει τον ακριβώς αντίθετο στόχο. Να ταυτίσει στις συνειδήσεις μας το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε και την κομμουνιστική προοπτική γενικότερα με τις κωλοτούμπες και το νερόβραστο πολιτικό λόγο του σύριζα, για να έχει μια σοσιαλδημοκρατική εφεδρεία ενσωμάτωσης της διογκούμενης λαϊκής δυσαρέσκειας.

Το ρεπορτάζ του δολ συνεχίζει λέγοντας πως ο αλέξης τρέφει μεγάλη εκτίμηση μεταξύ άλλων για τη σκέψη του μάο, το λένιν, τον τσε (πριν μας προσγειώσει με ρούζβελτ). Εντάξει αυτός μπορεί να έχει όποια άποψη θέλει, σα να διαλέγει απ’ τον μπουφέ της ιστορίας το αγαπημένο του ποτό ή ξέρω 'γω μια μάρκα απορρυπαντικού. Το θέμα είναι τι άποψη θα είχαν αυτοί για τον αλέξη, αν μπορούσαν υποθετικά να το γνωρίσουν, κι αν θα ήταν αμοιβαία αυτή η εκτίμηση.
Κι ο τσώρτσιλ εξάλλου θαύμαζε το σύντροφο με το μουστάκι και τις ικανότητές του, αλλά δύσκολα θα τον κατατάσσαμε στους σταλινικούς για αυτό το λόγο.

Δηλ εμείς αποδεχόμαστε τον όρο; Όχι ακριβώς, γιατί το θεωρούμε κάπως αντι-επιστημονικό. Σε τι συνίσταται δηλ ο σταλινισμός ως έννοια, για να ορίσουμε αντίστοιχα και το σταλινικό; Είναι τιμή μας όμως να μας αποκαλεί έτσι ο αντίπαλος και να μας το απευθύνει σα ρετσινιά, γιατί υπερασπιζόμαστε την προσφορά του στάλιν, που στοιχειώνει ακόμα τον ύπνο της αστικής τάξης.

Θυμάμαι επίσης μια φράση του πετρόπουλου, που ήταν καλεσμένος της ελληνοφρένειας να μιλήσει για το ζαχαριάδη και είπε πως εκείνα τα χρόνια όλοι ήταν (ή όλοι θα ήμασταν) σταλινικοί.
Και όλοι ήταν –ή τουλάχιστον δήλωναν- κομμουνιστές. Ακόμα κι ο νικήτας.

Σήμερα που τα κόζια έχουν αλλάξει κι επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία, οι κόκκινες προβιές είναι περιττές και όλοι είναι αντικομμουνιστές ως το μεδούλι –και για αυτό ακριβώς αντισταλινικοί. Σήμερα «ρετσινιά» δεν είναι μόνο να είσαι σταλινικός, αλλά και (κολλημένος, παρωχημένος) κομμουνιστής. Κι οι πιο πολλοί εξ αυτών έχουν γίνει ιδρυτικά μέλη σε αυτό ακριβώς το κλαμπ που λέει πως ήθελε να αποφύγει ο παύλος χρήμας: των πρώην κομμουνιστών που έγιναν κομμουνιστές.

Αυτοί συνήθως γίνονται κι οι χειρότεροι αντικομμουνιστές. Κι είναι σαφώς περισσότεροι από όσους πέρασαν αντίστροφα το ρουβίκωνα κι ήρθαν στο δικό μας στρατόπεδο, ιδίως αφότου ερρίφθη ο κύβος και το τείχος του βερολίνου. (Τώρα πλέον η μόνη θεαματική απόδραση είναι κάθε τόσο, όταν περνάει κάποιος το τείχος της αστικής σκέψης και συστρατεύεται με τους κομμουνιστές).

Τέτοια πρέπει να ήταν κι η περίπτωση του δημοσιογράφου χρήστου θεοχαράτου, που έφυγε μες στη βδομάδα και είχε κατέβει υποψήφιος –μία και μοναδική φορά αν δεν κάνω λάθος- με το κόμμα στις εκλογές του 93’, την πιο δύσκολη κατά τη γνώμη μου εκλογική αναμέτρηση από τη μεταπολίτευση, όπου μετρούσαμε το ποσοστό και τους πραγματικούς φίλους στα δάχτυλα του ενός χεριού, μετά την κρίση του 91’. Εκεί που επιβεβαιώθηκε και η λαϊκή θυμοσοφία: άμα έχεις τέτοιους (πρώην) συντρόφους, τι να τους κάνεις τους εχθρούς…

Ο θεοχαράτος άφησε πίσω του παρακαταθήκη τη δίτομη βιογραφία του χαρίλαου, που μπορεί να τη βρει κανείς πια σε πολύ προσιτή τιμή κι αποτελεί ένα πολύτιμο βοήθημα εν όψει και της διαδικασίας συγγραφής του τρίτου τόμου του δοκιμίου για την περίοδο από το 68’ ως το 91’. Ιδίως τώρα που οι κουρήδες και ο δολ, που χυδαιολογούσαν για τα κότερα του χαρίλαου, θυμήθηκαν να τους πιάσει ο πόνος για… την αποκαθήλωση του φλωράκη από τον περισσό. Παινεύουν αυτούς που πέθαναν, για να θάψουν τους ζωντανούς, όπως είχε πει κάποτε κι ο καπετάν-γιώτης.

Τη ίδια στιγμή η αεκ ετοιμάζεται να αποκτήσει ξανά δικό της γήπεδο, με το μελισσανίδη να χτίζει την επιχειρηματική του εξόρμηση πάνω στην αγιά-σοφιά και τα όνειρα των αεκτζήδων. Γι’ αυτό και οι κολαούζοι του τίγρη θέλουν να παρουσιάσουν μια εικόνα παλλαϊκού ενθουσιασμού κι ομοψυχίας σε όλο το δημοτικό συμβούλιο της πόλης, χωρίς λακεδαιμόνιους να την χαλάνε.

Σε όλο; Όχι. Γιατί μια ηρωική δημοτική παράταξη, περιστοιχισμένη από νενέκους και κερκόπορτες, συνεχίζει να αντιστέκεται και να τους χαλά τη μανέστρα, με τα ενοχλητικά ερωτήματα που βάζει για το γήπεδο –έχοντας υπόψη και το αρνητικό προηγούμενο με το καραϊσκάκη. Και γίνεται στόχος του δημοσιογραφικού εσμού και μιας χυδαίας επίθεσης, με ελεεινά κείμενα σε αθλητικές ιστοσελίδες και μμε –σαν αυτό, καλή ώρα, που εύχεται ολόψυχα τη διάλυση του κόμματος.

Αν όλα αυτά γίνονταν στη σοβιετία βέβαια, η ομοψυχία –πλην λακεδαιμονίων- θα βαφτιζόταν «σταλινικά ποσοστά συμφωνίας». Η αεκ θα ήταν η ομάδα του οπαπ, κατ’ αντιστοιχία της τσεσεκά, που είναι η ομάδα του στρατού –αν και ο παλιός κρατικός οπαπ είχε αναλάβει εν είδει αγαθοεργίας, την χρηματοδότηση όλων των ποδοσφαιρικών ανώνυμων εταιριών. Και το λειτούργημα της πληρωμένης δημοσιογραφίας, με κείμενα κατά παραγγελία, θα πνίγονταν στη λογοκρισία των κομματικών οργάνων.

Χαίρε ω χαίρε ελεύθερε κόσμε, οι μελλοθάνατοι κομμουνιστές σε χαιρετούν, πριν πέσουν «στην πυρά, στην πυρά» για τις διαφωνίες τους και διαλυθούν ησύχως.

Σήμερα η εβδομάδα ολοκληρώνεται με τις εκλογές στο τεε, όπου ο σύριζα θέλει να… ανατρέψει το δικομματικό σκηνικό στους μηχανικούς. Γι’ αυτό εγκολπώνει πχ ανανήψαντες μετανοημένους πρώην πασόκους, ενώ παλιότερα είχε αναδείξει πρόεδρο του τεε τον αδερφό του αριστερού αλαβάνου, με τη στήριξη της παράταξης των νεοδημοκρατών.
Τέτοια ανατροπή από τη δευτέρα στον πρετεντέρη είχαμε να δούμε…

Μπόνους για τους απαιτητικούς αναγνώστες μια παραπομπή στο ιστολόγιο του χαρίδημου, για την ενότητα του εξωκοινοβουλίου στο τεε. Αν δεν τον έχουν λιντσάρει και αυτόν δηλαδή στο ενδιάμεσο, για τις όποιες διαφωνίες του στα του γηπέδου της αεκ.

Υγ: μετά από το νότη και την αντίφα δέσποινα, το σουξέ σύνθημα για την ενότητα της (παν)αριστεράς είναι ένα και γηπεδικό.
Όλοι μαζί, το βράδυ στη βανδή...