Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελληνοφρένεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελληνοφρένεια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2024

Ημέρες ραδιοφώνου

Θα είμαι ειλικρινής. Αν έπρεπε να γράψω κάτι αγαπησιάρικο, λόγω της ημέρας, θα ήταν μάλλον ένα κείμενο για τον μπασκετικό Άρη, με συνειρμούς που είναι η ουσία της τέχνης, που με τη σειρά της είναι η ουσία του έρωτα, το περιττό που είναι αναγκαίο κι ομορφαίνει τη ζωή μας. Αλλά αυτό θα αφορούσε ελάχιστους και θα ενοχλούσε -δικαιολογημένα- περισσότερους, ερωτευμένους και μη με την ομάδα τους, δηλαδή μια ανώτερη εταιρεία που κατά κανόνα λειτουργεί ως πλυντήριο μαύρου χρήματος.

Ίσως η καλύτερη απόδειξη της καψούρας αυτής είναι οι χαμένες εργατοώρες μπροστά από ένα ραδιοφωνάκι, πολεμώντας με παράσιτα (ντόπια και κορεάτικα), τα βραχέα και βραχύσωμους φονιάδες σαν τον Κορωνιό, για να μάθεις την εξέλιξη ενός αγώνα. Ο οποίος μπορεί να μην έκρινε τίποτα, εφόσον η πάλη των τάξεων παρέμενε ιστορικά αδικαίωτη, αλλά σήμαινε πολλά για τον ψυχισμό παιδιών που μετρούσαν τα άστρα στις φανέλες των ομάδων, γιατί κανένα σχολικό βιβλίο δεν τους έμαθε νωρίτερα τον Λουντέμη.

Κι αυτός είναι ένας χρήσιμος μεταβατικός κρίκος για να φτάσουμε τον στρατηγικό μας στόχο, δηλαδή την παγκόσμια ημέρα ραδιοφώνου, που είναι μακράν το πιο αγαπησιάρικο μέσο. Και δε χρειάζεται να ακούς «ράδιο Καψούρα» (πολύ κωλόπαιδο ο Κυριάκος, ήδη από τα χρόνια της Αλλαγής) ή να είσαι η Μπέτυ που αφιερώνει στον Πάνο Carried Away, για να το ξέρεις αυτό.


Κι είναι τυχαίο άραγε που η μέρα του ραδιοφώνου είναι μια μέρα πριν τη γιορτή των ερωτευμένων; Ναι, εντελώς. Όσο τυχαίο είναι ότι η πρώτη είναι κολλητά, μια μέρα μετά την επέτειο της Βάρκιζας. Τουλάχιστον δεν παραδώσαμε ποτέ το όπλο της κριτικής, σύντροφοι. Αλλά το κλείσιμο του 902 ήταν επώδυνο σαν αφοπλισμός, με δάκρυα στα μάτια που κυλούσαν σε απαρηγόρητα μάγουλα με αντάρτικες γενειάδες, και με τη σκέψη πως η τηλεόραση ήταν πολύ ακριβό σπορ, πολύ μακριά από τα κυβικά μας, αλλά τη ραδιοφωνική συχνότητα δεν έπρεπε να την (παρα)δώσουμε και ήταν μεγάλη απώλεια.

Και ας ήταν το όνομά της κατάλοιπο μιας άλλης εποχής και μιας σχηματικής αντίληψης, σαν μπάντα των FM, που άφηνε όμως αριστερά μας πέντε-έξι σταθμούς, σαν εξωκοινοβούλιο των ερτζιανών, και ορισμένα ερωτήματα. Είναι άραγε ανάγκη των καιρών ένα ραδιοφωνικό αριστερόμετρο; Και ποιος να το έλεγε πως θα ερχόταν τελικά εκείνη η μέρα που η Ελληνοφρένεια θα έπαιζε (σχεδόν) στη σωστή συχνότητα αλλά σε λάθος εποχή και με λάθος ιδιοκτησιακό καθεστώς (ιδιωτικής ιδιοκτησίας, αντί να είναι σοσιαλιστική κολεκτίβα);

Ραδιόφωνο λοιπόν. Όπου εν αρχή είναι ο λόγος. Λόγος μεστός, προφορικός, δομημένος, συγκροτημένος. Που αναδεικνύει ρήτορες και μεθοδικά μυαλά, που ξέρουν τι θέλουν να πουν και δε χρειάζονται σκονάκια με σημειώσεις για να τα πούνε από μέσα. Λόγος μελοποιημένος, μουσικός, μια ιδιαίτερη γλώσσα ενός άλλου αλφαβήτου που αποδίδεται με νότες σε πεντάγραμμο, χωρίς να είναι ποτέ γραμμικός και μονότονος -εξαιρούνται τα μεγάλα σου μάτια και τα απλοϊκά σουξέ κάθε εποχής.

Λόγος που απευθύνεται σε έλλογα όντα, ακροατές με κριτική ικανότητα και όχι αποβλακωμένους τηλεθεατές με ευνουχισμένη σκέψη. Αλλά θα βρίσκονται πάντα κεκράκτες τύπου Τράγκα, με άναρθρες κραυγές και το υπνωτισμένο κοινό τους, να σου χαλάν έναν ωραίο συλλογισμό και να διαλύουν το συννεφάκι της εξιδανίκευσης.

Εν αρχή βασικά είναι η μαγεία που παράγει ο έλλογος λόγος του ραδιοφώνου, η οποία θυμίζει κάτι από Βαλεντίνο. Σε κανένα άλλο μέσο δεν μπορείς να βρεις τη μαγική ερωτική χημεία μεταξύ παραγωγού και ακροατών, τις προσωπικές -αλλά απρόσωπες- σχέσεις που αναπτύσσονται, τη δέσμευση και την αφοσίωση κοινού και συντελεστή, το πάθος και το μεράκι του ερασιτέχνη που κάποτε ξεχείλιζε απ’ τους πειρατικούς σταθμούς, με την ιδιαίτερη γοητεία που έχει κάθε κουρσάρος, και ιδίως αυτός του Βασίλη (και του Λάκη), που σου παγώνει το αίμα στην κορύφωση: Φί-ιιιιιιι-λεεεεεε... (να-να-να, να-να).

Εν πολλοίς η μαγεία οφείλεται στην έλλειψη εικόνας που εξάπτει τη φαντασία και όλες τις υπόλοιπες αισθήσεις για να γεμίσουν τα κενά. Και δε σου δένει τα μάτια αλλά σου επιτρέπει να τα κλείσεις νοερά για να ονειρευτείς ξύπνιος και να ταξιδέψεις.

Εν παρόδω, τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης είχαν μια πολύ πιο ραδιοφωνική ηχώ και ποπ κουλτούρα, έναν πιο «ηχητικό πολιτισμό» που έδινε βάρος στον προσεγμένο καλαίσθητο ήχο και την ακουστική απόλαυση, κάτι που μεταφερόταν ως γενικός νόμος και στην τηλεόραση, επηρεάζοντας και τους δικούς της ρυθμούς-ήχους. Σήμερα αντιθέτως, επικρατεί η δικτατορία της εικόνας, της καταιγιστικής εναλλαγής και της ταχύτατης κατανάλωσής της, οπότε σχεδόν κανείς δε νοιάζεται για καλαισθησία και ηχητική απόλαυση -ούτε καν στο ραδιόφωνο.

(Ελπίζω να γίνεται κατανοητό τι θέλω να πω και ας το εκφράζω αδόκιμα και αδύναμα. Νομίζω όμως ότι η διαφορά γίνεται εύκολα αντιληπτή σε παλιές αθλητικές μεταδόσεις ή σε ένα δελτίο ειδήσεων και τις πολιτικές συζητήσεις της εποχής. Ακόμα και σε ψυχαγωγικά σόου, που σήμερα δεν ενδιαφέρονται τόσο για βαθιές ερωτικές φωνές και καλλιεργημένους παρουσιαστές, αλλά για εντυπωσιακές γλάστρες που γεμίζουν το ντεκόρ).

Η ραδιοφωνική μαγεία δε χάνεται ούτε στα πιο ευτελή προγράμματα των αθλητικών ραδιοφώνων. Είναι πολύ δύσκολο να περιγράψεις το καρδιοχτύπι και την αγωνία ενός οπαδού ακροατή, όταν ακούει φωνές για γκολ από κάποιο ανοιχτό μικρόφωνο και προσπαθεί να μαντέψει σε ποιο γήπεδο μπήκε και ποιος το έβαλε, μέχρι να γίνει η σύνδεση και να έρθει η καρδιά του στη θέση της, να φύγει στην Κούλουρη ή στον ουρανό. Τίποτα δε συγκρίνεται με τον ιερό χαβαλέ του ραδιοφωνικού Fight-Club, μιας εκπομπής-φαινόμενο που μεγάλωσε γενιές και επέστρεψε στα ερτζιανά για να καλύψει το σύνδρομο στέρησης του κοινού της -και των συντελεστών της. Ή με το ρίγος που μπορεί να προκαλέσει μια μουσική ανάμνηση, ακόμα και ένα απλό ποπ θέμα του Μισέλ Κρετού, που ανοίγει ακόμα και σήμερα το «Μικρόφωνο στα γήπεδα» στην ΕΡΑ-ΣΠΟΡ.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι πολλές αθλητικές αναμνήσεις τις ντύνουν στο μυαλό μας ραδιοφωνικές μεταδόσεις, που είναι ανώτερες από τις τηλεοπτικές, ακόμα και αν είναι το πειρατικό του «αριστερού» έμπορα Χελάκη -που δεν έχει σχέση με τους αγνούς πειρατές των FM, τον καιρό που ήταν στην ΚΝΕ.

Το ραδιόφωνο είναι μακράν το πιο δημοκρατικό μέσο, με τη μεγαλύτερη διαδραστικότητα. Η ταυτότητα ενός σταθμού δεν είναι τίποτα άλλο από το κοινό του. Και το απόλυτο μέτρο για την επιτυχία του είναι τα μηνύματα και οι κλήσεις που λαμβάνει εντός και εκτός αέρα. Ποτέ οι ακροατές δεν είναι απλώς παθητικοί δέκτες -ούτε καν όταν πιάνουν την κεραία, μπας και βρούνε καλύτερο σήμα. Κανένα άλλο μέσο δεν αφήνει τόσο ζωτικό χώρο στο κοινό του, που μπορεί να γίνει πομπός και... δημιουργός περιεχομένου, όπως το λένε στις μέρες μας. Και δύσκολο θα βρεις άλλα μέσα όπου το κοινό περιμένει τι θα πει ο λαός, από τα πιο σοβαρά σχόλια ως τη χειρότερη καζούρα.

Το ραδιόφωνο σου αφήνει μια μεγάλη γκάμα επιλογών. Μπορείς να ακούσεις πχ την αγαπημένη σου εκπομπή κονσέρβα σε άλλη μέρα και ώρα, για να γλιτώσεις και τις διακοπές για διαφημίσεις, που μπορεί να σου σπάσουν τα νεύρα κάθε Δεκέμβρη. Τίποτα δεν υποκαθιστά όμως τη ζωντανή εμπειρία. Και μπορεί να αγνοώ την πραγματικότητα και να είμαι πίσω από την εποχή μου, αλλά νομίζω πως γι’ αυτό το Web Radio και τα διάφορα podcast έχουν περιορισμένη διάδοση, σε σχέση με τη χρυσή εποχή του ραδιοφώνου -ή και τις λιγότερο ένδοξες μέρες του.

Το ραδιόφωνο είναι μαγικό γιατί είναι συνώνυμο της ελευθερίας -η οποία όμως περιλαμβάνει την ελεύθερη δέσμευση και την αφοσίωση. Έχει ως περιορισμό την απουσία οπτικής επαφής, αλλά σου αφήνει το ελεύθερο να κάνεις και κάτι άλλο παράλληλα -από οδήγηση και μαγειρική, μέχρι γυμναστική και διάβασμα ή να σερφάρεις στο διαδίκτυο. Ποτέ άλλοτε ένας περιορισμός δε σήμαινε τόσο ελευθερία.

Το οποίο έχει όμως και αντίστροφη ανάγνωση, για το «άνοιγμα» των συχνοτήτων, καθώς ποτέ άλλοτε μια «απελευθέρωση» δεν έφερε τέτοια σκλαβιά, με τόσο καταθλιπτικά αποτελέσματα. Επαναδιατύπωση. Πρέπει να πάμε στο ’44 με τους Βρετανούς για να δούμε κάτι παρόμοιο και τόση σκλαβιά με μορφή ελευθερίας.

Η περιβόητη «απελευθέρωση» των συχνοτήτων δεν τις απέδωσε τους ερασιτέχνες πειρατές των ερτζιανών και τους μερακλήδες παραγωγούς που τις λιμπίζονταν, αλλά τις παρέδωσε στην «ελεύθερη αγορά» των μονοπωλίων. Κι αυτό σε βάθος χρόνου, αντί για ποικιλία έφερε μια αφόρητη τυποποίηση. Τη δικτατορία των play-list με τις επαναλαμβανόμενες (μέχρι πλύσης εγκεφάλου) επιλογές των δισκογραφικών. Τους μυαλοπώληδες ακροατές που παρεμβαίνουν για να παπαγαλίσουν τη γνώμη που ακούν κάθε μέρα. Τους ψεύτικους, χαζοχαρούμενους παρουσιαστές, που όχι μόνο δεν έχουν κάτι να πουν αλλά επιβάλλεται (άνωθεν) να μην έχουν άποψη και να μη λένε τίποτα (ουσιώδες) πέρα από ανούσιο, ανάλαφρο και αφόρητα αβάσταχτο infotainment.

Ακόμα και έτσι όμως, το ραδιόφωνο είναι ίσως ο καλύτερος καθρέφτης της κοινωνίας -σε όλες της τις πτυχές, καλές και στραβές. Μια σχεδόν εναλλακτική ανάμνηση του παρελθόντος, που δεν προσφέρεται για χίπστερ. Και (όλο) αργοπεθαίνει, αλλά συνεχώς αντιστέκεται, με τη φωνή του, σαν αυτούς που δεν έχουν φωνή παρά μόνο όταν συντονιστούν στην ίδια ταξική συχνότητα.

Το ραδιόφωνο «αγαπά» τους κλέφτες (συχνοτήτων) αλλά πρωτίστως τους ερασιτέχνες με μεράκι, που γουστάρουν αυτό που κάνουν -όπως θα κάνουμε όλοι στην κοινωνία του μέλλοντος. Και ίσως ακουστεί λίγο μελό ή νοσταλγικό. Αλλά το ραδιόφωνο συνδέεται -όχι μόνο ημερολογιακά- με τον έρωτα, που έχει άμεση σχέση με την επανάσταση. Και -αν χρειάζεται απόδειξη για αυτό- πολύ λίγες στιγμές μπορούν να προκαλέσουν την ανατριχίλα της εκπομπής του ερασιτεχνικού (προφανώς) σταθμού των ελεύθερων (ασφαλώς) αγωνιζόμενων φοιτητών που μισό αιώνα πριν φώναζαν: Εδώ Πολυτεχνείο...

Η ανάρτηση αυτή γράφεται με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου (στις 13 Φλεβάρη) και τη μέρα του Βαλεντίνου, μια μέρα αργότερα. Και αν άργησε λίγο, είναι γιατί -ως γνωστόν- οι συνθήκες αργούν να ωριμάσουν. Που πάει να πει (πάντα και μόνο) πως αργούμε εμείς ως υποκείμενα να σταθούμε στο ύψος τους. Γιατί οι συνθήκες έχουν ωριμάσει καιρό τώρα και βασικά κινδυνεύουν να σαπίσουν, μαζί με τον γέρικο κόσμο της εκμετάλλευσης.

Κιτς/καλτ υστερόγραφα, για να μην το βαρύνουμε...


Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2017

Με ποιον είμαστε

Η κε του μπλοκ παίρνει πάσα από τα σχόλια -δημόσια και κατ' ιδίαν- των σφων αναγνωστών κι επιχειρεί να απαντήσει στο προαιώνιο λαϊκοστρωματικό ερώτημα του τίτλου (με ποιον είμαστε), συνεχίζοντας τις μεταμοντέρνα θρυμματισμένες αναρτήσεις, που κατακερματίζουν και τερματίζουν τις μεγάλες αφηγήσεις.

Ελληνοφρένεια-Αντισεξισμός
Γενικά είμαστε με τη συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης (που είναι η καρδιά του μαρξισμού). Αν κάναμε αφαίρεση από το συγκεκριμένο περιβάλλον της συζήτησης, θα μπορούσα να σου πω ότι δε γελάω ιδιαίτερα με την τηλεοπτική Ελληνοφρένεια, αλλά δεν το λέω ως μομφή, γιατί θεωρώ πολύ δύσκολο το ρόλο του ψυχαγωγού-διασκεδαστή, σε καθημερινή βάση, όπως για άλλους είναι εξαιρετικά δύσκολο να διατηρήσουν μια στοιχειώδη σοβαρότητα και το αποδεικνύουν συνεχώς στην πράξη. Συνεπώς παραμονεύει παντού ο κίνδυνος της γελοιότητας.

Και θα μπορούσα να προσθέσω πως δε γελάω -ακόμα περισσότερο- με τα σεξουαλικά αστειάκια -όχι από φόβο να μην τα επιβραβεύσω, αλλά γιατί δε μου φαίνονται καθόλου αστεία, ακόμα κι αν ο άλλος τα κάνει χωρίς κακή πρόθεση, ασυνείδητα -το οποίο ελέγχεται. Και ναι, ο τσολιάς ολισθαίνει συχνά-πυκνά σε τέτοιες χοντράδες.

Επειδή όμως μιλάμε συγκεκριμένα, δε γίνεται να μη δεις πίσω από τις γραμμές τις ελάχιστα συγκαλυμμένες προεκτάσεις της αντισεξιστικής κριτικής που γίνεται στον τσολιά, επιχειρώντας είτε να απαξιώσει την Ελληνοφρένεια συνολικά, είτε εμμέσως την πολιτική της ένταξη (πάντα δίπλα στα κινήματα, ή πιο ειδικά στηρίζοντας κριτικά το ΚΚΕ).

Σε κάθε περίπτωση, η Ελληνοφρένεια παραμένει όαση στο άνυδρο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο (που ξεκαθάρισε ο Σύριζα). Και στην τελική, το ζητούμενο δεν είναι ακριβώς να αρέσει σε εμάς ή όποιον θεωρεί τον εαυτό του πεισμένο, αλλά σε ευρύτερα ακροατήρια και να τα επηρεάζει προς μια αγωνιστική κατεύθυνση.

Αίγυπτος-Μπουρκίνα Φάσο (ημιτελικός Κόπα Άφρικα)
Η Μπουρκίνα Φάσο είναι μια χώρα που αποκλείεται να μην τραβούσε την προσοχή ενός παιδιού της γενιάς μου που άρχιζε να ασχολείται με τη γεωγραφία. Αφενός την έλεγαν Άνω Βόλτα (χωρίς ποτέ να μάθουμε την τύχη της Κάτω Βόλτας), αφετέρου είχε (κι έχει) για πρωτεύουσα την Ουαγκαντούγκου, που μπορεί να στάθηκε πηγή έμπνευσης για ένα γνωστό στίχο του Χάρρυ Κλυνν.

Από την άλλη, οι Αιγύπτιοι έχον τον αρχαίο πολιτισμό, ιστορικούς ηγέτες σαν την Κλεοπάτρα και το Νάσερ -sic- το όνομα που παραπέμπει στους γύφτους-gipsy, την ελληνική παροικία με τον Καβάφη και τη σεναριογράφο των Απαράδεκτων. Και τη δική τους παροικία στην Αθήνα, που μαζεύτηκε χτες στα αιγυπτιακά καφέ του κέντρου με τους ναργιλέδες, που μαζεύουν όλες τις αφροασιατικές φυλές, για να δει τον αγώνα και να πανηγυρίσει έξαλλα την πρόκριση στο μεγάλο τελικό, κλείνοντας για λίγη ώρα το ένα ρεύμα της Αχαρνών στη γειτονιά μου. Που μέχρι να καταλάβει τι-ποιος παίζει και ποιος σκοράρει, είχαμε φτάσει στα πέναλτι και την κορύφωση.

Δεν έχω ιδέα με ποιον θα παίξουν στον τελικό και ποιος θα είναι ο άλλος ημιτελικός, αλλά καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα υπάρξει κάποιο ειδικό κείμενο για το Κόπα Άφρικα μες στη βδομάδα.η

Βασιλακόπουλος-εκσυγχρονισμός

Μένουμε στην ίδια κατηγορία (αθλητικά), καθώς τα τελε,υταία χρόνια υπάρχει μια κόντρα στο χώρο του μπάσκετ, που θυμίζει τον παλιό, κακό δικομματισμό.
Από τη μια η Ομοσπονδία, με το αναπτυξιακό σχέδιο της Πολιτείας, που θέλει να ελέγχει πλήρως το χώρο και τα καταφέρνει υπό την ηγεσία του παπανδρεϊκού "πατερούλη" Βασιλακόπουλου. Και από την άλλη οι "εκσυγχρονιστές" που θέλουν νέα πρόσωπα και ιδέες, και ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια -όπως στο Αμερική- χωρίς να βλέπουν ή να τους ενοχλεί πχ ότι οι μανατζαρέοι είναι μία από τις μεγαλύτερες πληγές του χώρου -ιδίως στις μικρότερες ηλικίες. Από την άλλη η ΕΟΚ (έτσι για τη σημειολογία του πράγματος), σαν παλιά, καλή Πασοκάρα, βάζει στο στόχαστρο τους παίκτες, όταν αυτοί προσπαθούν να συνδικαλιστούν και να κινητοποιηθούν σοβαρά για τα ζητήματά τους -όπως είχε γίνει επί της προεδρίας του Λάζαρου Παπαδόπουλου, που τον είχε πιάσει η κάμερα να τραγουδά ρυθμικά το σύνθημα "πούστη Βασι- πούστη Βασιλακόπουλε" -κι ευτυχώς δε βρέθηκε κανείς τότε να τον πει σεξιστή.

Τα λέω όλα αυτά με αφορμή μια περίεργη και κατακριτέα δήλωση του Σωλήνα για πιθανή εμπλοκή της μουσουλμανικής μειονότητας της Θράκης, εφόσον γινόταν ο τελικός του Κυπέλλου στην Ξάνθη -για να την ξεσκαρτάρει από πιθανή έδρα και να δρομολογήσει τη διεξαγωγή του στο ΟΑΚΑ. Αλλά και την πληρωμένη απάντηση του αρχηγού της Εθνικής ποδοσφαίρου, Βασίλη Τοροσίδη, που έγραψε στο προφίλ του πως: «Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, την Ξάνθη, δεν ξεχωρίζουμε τους ανθρώπους με το θρήσκευμα, αλλά με την αξία».

Ομολογώ πως δεν του το 'χα, όπως δεν έχω γενικά ικανούς τους ποδοσφαιριστές για πολλά-πολλά, σε σύγκριση με το -σαφώς καλύτερο- επίπεδο του μέσου μπασκετμπολίστα. Σε κάθε περίπτωση βέβαια, σημασία δεν έχει τι πίστευα εγώ, αλλά αυτό που είπε ο άνθρωπος, κι ας ήταν το αυτονόητο. Πολλά μπράβο του.

Έκδοση
Δεν έχω παρακολουθήσει διεξοδικά το θέμα, γι' αυτό το αναφέρω συνοπτικά. Τι προάλλες ο Άρειος Πάγος αποφάσισε να μην εκδώσει τους Τούρκους αξιωματικούς που πήραν μέρος στο πραξικόπημα και βρήκαν καταφύγιο στη χώρα μας. Το ΚΚΕ υποστήριξε αυτήν την απόφαση, προτάσσοντας ως ζήτημα το πολιτικό άσυλο.

Αυτό που δεν έχω καταλάβει είναι ποια ήταν η στάση-επιδίωξη της κυβέρνησης και των κυρίαρχων ΜΜΕ. Κι αν ο Άρειος Πάγος ακολούθησε τη δική τους "γραμμή" ή "αυτονομήθηκε", παίρνοντας μια διαφορετική απόφαση (κι αν ναι, για ποιο λόγο;).

Ευρώ ή δραχμή
Προφανώς δεν μπαίνει έτσι το δίλημμα, κι ας είναι εξίσου προφανές πως δεν πρόκειται να υπάρξει επαναστατική εξουσία και σοσιαλιστική οικοδόμηση εντός της ΕΕ και της ευρωζώνης -σε ένα είδος παράξενου "ευρωκομμουνισμού".

Από την άλλη, όταν διατυπώνεται το επιχείρημα πως δεν πρέπει να εμπλακούμε σε μια ενδοαστική διαμάχη για το νόμισμα και τα δίχτυα του αστικού "ευρωσκεπτικισμού", μπαίνει συχνά ο αντίλογος και το ερώτημα αν υπάρχει όντως τέτοια διαμάχη στις γραμμές της ελληνικής αστικής τάξης. Ποια είναι τέλος πάντων αυτή η περιβόητη μερίδα (ή έστω ένα τεμάχιο) που θέλει, σκέφτεται, φλερτάρει με το GRexit;

Ας δούμε κωδικοποιημένα μερικά σημεία, που είναι γνωστά, αλλά καλό είναι να επαναλαμβάνονται κάθε τόσο.
-Μια πρώτη σκέψη είναι πως όσο πιο ψηλά βρίσκεται μια χώρα στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, τόσο μεγαλύτερη ευχέρεια κινήσεων και δυνατότητα αυτονόμησης έχει η αστική τάξη της. Έτσι πχ το βρετανικό κεφάλαιο προχωρά (;) στην ολοκλήρωση του BRexit, ενώ αντιθέτως στην Ελλάδα, όλες οι αντικρουόμενες μερίδες της συντάσσονται στον ευρωμονόδρομο, που είναι στρατηγική επιλογή για την ύπαρξη και τη διαιώνιση της εξουσίας τους.

Ναι, αλλά τα πράγματα δεν είναι στατικά.
Αφενός υπάρχει ο διαχωρισμός κι η σύγκρουση συμφερόντων (πχ των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, του τουρισμού, των εφοπλιστών) που δεν είναι αμελητέα κι έχει δώσει και κατά το παρελθόν μερικά σημαντικά αποτελέσματα (πχ στην αντίθεση για τον προσανατολισμό του ελληνικού καπιταλισμού, κατά τη δεκαετία του 60' που οδήγησε στην επιβολή του πραξικοπήματος).

Αφετέρου, αυτό δεν εμποδίζει την αστική τάξη να σκέφτεται ακόμα και ενιαία διάφορα ενδεχόμενα και να προετοιμάζεται κατάλληλα για την αντιμετώπισή τους. Αυτό δείχνουν μεταξύ άλλων κινήσεις όπως το σχέδιο Β' του Αλαβάνου -εφόσον το σχέδιο Α' δεν προχωράει- του οποίου την ποιητική πλην αταξική ανάλυση μπορείτε να διαβάσετε και να θαυμάσετε ακολουθώντας το σύνδεσμο (στο βουνό).

Ασφαλώς σε αυτήν την κατεύθυνση στοχεύει κι η επαναφορά του ζητήματος από τον Ξυδάκη -που δεν είναι ανόητος, για να πετάει μια βόμβα, χωρίς να υπάρχει λόγος. Κι ίσως όλα αυτά να μην είναι άσχετα από τη στρατηγική στροφή των ΗΠΑ και την όξυνση των αντιθέσεών τους με τη Γερμανία, που κλιμακώνεται μετά την εκλογή του Τραμπ στο Λευκό Οίκο.

Ιταλία
Στην Ιταλία όμως -αφού είπαμε ευρωκομμουνισμός- με ποιον είμαστε; Αν εννοείς στο δημοψήφισμα, με κανέναν.
Αν εννοείς για αδελφό κόμμα, το Ιταλικό ΚΚ μας τέλειωσε κι έγινε ΠαΣοΚ, Ελιά ή κάτι παρόμοιο, η Κομμουνιστική Επανίδρυση ακολούθησε με διαφορά φάσης, το ΚΚ Ιταλίας πρέπει να είναι ελεύθερο ως τίτλος-domain. Κι εμείς έχουμε σχέση, με το "ΚΚ στην Ιταλία" (ή ΚΚ, Ιταλία) αν κατάλαβα καλά από το φύλλο του Ρίζου, στην επέτειο του θανάτου του Λένιν (όπου δίπλα στο επετειακό σημείωμα για το Βλαδίμηρο ήταν ένα άλλο με τον κλασικό κι αγαπημένο τίτλο: "κουβάρι αντιθέσεων").

Παρεμπιπτόντως, δε θα έπρεπε να γίνει κάτι μεγάλο και κεντρικό για τα 100 χρόνια από τον Κόκκινο Οκτώβρη; Πχ ένα συνέδριο, σαν αυτά που γίνονται στον Περισσό για τους μεγάλους στρατευμένους καλλιτέχνες; Ή κάτι αντίστοιχο, όπου το τιμώμενο πρόσωπο θα είναι ο Λένιν -λέω εγώ τώρα;

ΚΚΕ-ΚΚΕ εσ.
Παρεμπιπτόντως, και χωρίς να αλλάξουμε κατηγορία (ευρωκομμουνισμός), πέθανε στα εκατό του χρόνια, ο Πάνος Δημητρίου, από την ηγετική ομάδα των αναθεωρητών, που πρωταγωνίστησαν στη διάσπαση του ΚΚΕ το 68', έγραψε ένα δίτομο βιβλίο (με ενδιαφέροντα ντοκουμέντα για αυτήν) ενώ είχε πρωταγωνιστικό ρόλο και στα επεισόδια της Τασκένδης, όπου οι Ζαχαριαδικοί με επικεφαλής το Βλαντά, του δάγκωσαν το αυτί, καθώς υπεράσπιζαν τα γραφεία της ΚΟΤ από την έφοδο των άλλων. Εμείς είμαστε οι άλλοι, που λέει και το ανέκδοτο. Μόνο που δεν τίθεται προφανώς ζήτημα με ποια πλευρά είμαστε στη διάσπαση.

Αυτό που μπορούμε να πούμε λοιπόν είναι ότι ο Δημητρίου πρόλαβε να δε τα πάντα και βασικά την πρακτική εφαρμογή -και κατάληξη- των "ανανεωτικών" ιδεών του, τις τελικές πολιτικές συνέπειες του ευρωκομμουνισμού, τόσο με το ρόλο της ΔΗΜΑΡ ως μνημονιακής, κυβερνητικής τσόντας, όσο και με την πορεία του Σύριζα -που ήταν παράλληλες, σαν πρόγευση και κυρίως πιάτο.

Μόνο που τα συμπεράσματα από την πείρα είναι ο μεγαλύτερος φόβος-εχθρός για έναν οπορτουνιστή. Κι αυτό δεν πάει μόνο ή κυρίως στο Δημητρίου, καθώς -ανεξαρτήτως εντιμότητας- είναι δύσκολο για ένα γέρικο σκυλί να μάθε καινούρια κόλπα. Άλλο αν κάποιοι έχασαν τα πολιτικά τους λογικά στα γεράματα και τα στερνά τους δεν τίμησαν τα πρώτα...

Ανάπτυξη-Οικολογία
Δε με παίρνει ο χρόνος να το αναπτύξω, αλλά όσοι αριστεροχωριανοί πιπιλούσαν την καραμέλα για το ΚΚΕ που συντάσσεται με τα συμφέροντα της Ελληνικός Χρυσός (τη στιγμή που έχει μέλος του να τρέχει στα δικαστήρια για τη δράση του) μπορούν να διαβάσουν, μεταξύ άλλων, αυτήν την είδηση.

Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2017

Δυο χρόνια Σύριζα - Αγάπη μόνο

Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν η Πρώτη Φορά Αριστερά (ΠΦΑ), που προτού γίνει δεύτερη (ΔΦΑ) κι αυξήσει το ΦΠΑ, ψήφισε τρίτη φορά Μνημόνιο (ΤΦΜ). Κι η ιστορία συνεχίζει να επαναλαμβάνεται σα φάρσα και τραγωδία, όχι μία αλλά πολλές φορές, όσο ο λαός δεν απαγκιστρώνεται από τις φρούδες ελπίδες του για τους σωτήρες και την κυβέρνηση που θα τον απαγκιστρώσει τάχα από τα μνημόνια. Κι όσο συνεχίζει ακάθεκτος στην ίδια ρότα, γιατί... τις χειρότερες αυταπάτες μας δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα...

Ο καθένας γνωρίζει μικρές, καθημερινές περιπτώσεις ψηφοφόρων της ΠΦΑ με μεγάλες προσδοκίες (ακόμα κι αν φαίνονταν μικρές, πχ "έστω και ένα να κάνει") που γνώρισαν με ιδιαίτερα πρωτότυπο τρόπο την περιβόητη "αριστερή μελαγχολία", όχι εξαιτίας κάποιας ήττας της "αριστεράς", αλλά λόγω του εκλογικού της θριάμβου.

Του Τάσου Αναστασίου
Ένας σφος μου έλεγε για μια γνωστή του, που την πρώτη μετεκλογική βδομάδα, δεν μπορούσε να βάλει κώλο κάτω από τη χαρά της, κι είτε ήταν στο σπίτι της είτε στο γραφείο, σηκωνόταν κάθε λίγο, μονολογώντας: τι χαρά δεν μπορώ να το πιστέψω...
Πίστευε και μη ερεύνα...
Δεν ξέρω όμως τη συνέχεια της ιστορίας. Αν σήμερα δηλαδή μπορεί να καθίσει, κι αν κράτησε τουλάχιστον όρθιο το φρόνημα και το ηθικό της ή βυθίστηκε απογοητευμένη στον καναπέ της, περνώντας τα διάφορα στάδια του πένθους...

Ένας ξάδελφός μου, που δεν είχε ποτέ ιδιαίτερες πολιτικές ανησυχίες, και σπούδασε φαρμακευτική στο εξωτερικό για να πάρει το φαρμακείο των γονιών του (έτοιμη, στρωμένη δουλειά), είδε τα ζόρια στο χώρο, ψήφισε Σύριζα συνειδητά, με τα τσαρούχια, έφαγε την κρυάδα και γύρισε στην πρότερη κατάσταση, βλέποντας σήμερα το δικό του να είναι το μόνο φαρμακείο στην ευρύτερη περιοχή, που μένει κλειστό τα Σαββατοκύριακα, τις αργίες, κτλ.

Μοιάζει λίγο με την ιστορία από τα Ξυπνήματα (την ταινία με τον ντε Νίρο και το Ρ. Γουίλιαμς), με τους ασθενείς που ξύπνησαν ξαφνικά από τον αιώνιο λήθαργό τους, έζησαν για λίγο καιρό (αλλά σε συμπυκνωμένο πολιτικό χρόνο) σαν άνθρωποι, κι επέστρεψαν εξίσου απότομα και με οδυνηρό τρόπο στο (πολιτικό τους) "κώμα", την αφωνία και την ακινησία τους. Ενώ ο Σύριζα είναι το φάρμακο, το Ελ-Ντόπα, το όπιο του λαού, που τον κινητοποίησε προσωρινά και τον ξαναέστειλε γρήγορα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, να βρει ένα Μητσοτάκη ως "εναλλακτική".

Αλλά θα μου πεις, εδώ την πάτησε (;) κοτζάμ φαραμακοβιομήχανος σαν τον Τράκη, που ένιωθε μετά προδομένος... Πόσο μάλλον η πλέμπα.

Ένας θείος μου (από το ίδιο σόι), μεγαλογιατρός, δεξιός από κούνια, με Ελεύθερο Τύπο (την εφημερίδα, όχι τις αναρχικές εκδόσεις) και ΑΝΤ-1 (προτιμούσε τους "Μεν και Δεν" του Ρώμα από τις σειρές του Μέγκα), που είχε ένα όροφο μόνο για το κανίς του (που έμοιαζε λίγο στο Τερεζουλίνι) έκανε την επανάστασή του το 12' κι έγινε ξαφνικά Σύριζα, προτρέποντας και εμάς μάλιστα -όχι με πολύ ευγενικό τρόπο- να τον ψηφίσουμε!

Ναι, δεν τον ψηφίσαμε τελικά. Κι ομολογώ πως δεν έμαθα τι συνέχεια είχε το δικό του ειδύλλιο με την ΠΦΑ, αλλά αυτός σίγουρα δικαιολογείται για τις όποιες ελπίδες έτρεφε, και μπορεί το ταξικό του ένστικτο να μην τον ξεγέλασε. Εδώ την πάτησε εξάλλου σύσσωμο σχεδόν το αριστεροχώρι, άτομα -υποτίθεται- διαβασμένα και υποψιασμένα. Και συνέχισαν το δικό τους ειδύλλιο, περπατώντας μαζί στο ηλιοβασίλεμα (του νέου πράσινου ήλιου) μέχρι το δημοψήφισμα τουλάχιστον.

Άλλες κωμικοτραγικές περιπτώσεις Συριζαίων ψηφοφόρων μπορεί να αλιεύσει κανείς πχ στο χτεσινό επεισόδιο της τηλεοπτικής Ελληνοφρένειας. Και βασικά στο δικό του περιβάλλον, όπου ακούγονταν με αβάσταχτη μονοτονία οι ίδιες ελαφρές φράσεις.
Έστω κι ένα να κάνει...
Έστω και τα μισά να κάνει απ' όσα λέει...

Πρέπει να διαχωρίσουμε όμως τους κλασικούς σκληροπυρηνικούς Συριζαίους, που είναι σκυλιά του (ταξικού) πολέμου, χρεωμένα στην άλλη (ταξική) μπάντα, και λένε -ή μπορεί και να πιστεύουν- τις ίδιες μπαρούφες, ακόμα και σήμερα,
από τον απλό κόσμο, που πέρασε τα διάφορα στάδια του πένθους, για να φτάσει σήμερα σε αυτό της αποδοχής του γεγονότος, όπως δείχνει κι η μετέπειτα στάση του -εκλογική και μη.

Σε αυτήν την απογοήτευση συμπυκνώνεται ο πιο βρώμικος ρόλος κι η μεγαλύτερη ζημιά του Σύριζα (και κάθε σοσιαλδημοκρατικού μορφώματος), αντικειμενικά κι ανεξάρτητα από τις όποιες προθέσεις του (που κάθε άλλο παρά αγαθές τις θεωρώ): στην εμπέδωση του αστικού αξιώματος ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική, και στο ανώδυνο (για το σύστημα) κλείσιμο του όποιου ρήγματος εκείνης της περιόδου, πριν καν μπορέσει να ξεδιπλωθεί και να αναδείξει τη δυναμική του (αν είχε).

Μπαίνουν δύο κρίσιμα σχετικά ζητήματα: το πρώτο είναι το δύσκολο καθήκον να μεταπειστεί αυτός ο κόσμος και να δει κριτικά τις επιλογές του, να βγάλει συμπεράσματα, να μη βουλιάξει στην απάθεια και την ιδιώτευση.
Εδώ ελλοχεύει βέβαια ο κίνδυνος να γίνει κανείς σας-τα-λεγάκιας, κι απωθητικός, όπως δηλ ο καθένας που έχει δίκιο ή μας θυμίζει τα λάθη μας. Χρειάζεται λοιπόν προσοχή και τακτική ευελιξία για να μη σκεπαστεί η ουσία από καβγάδες και τραυματικά βιώματα, που θα πεισμώσουν τον άλλο και θα τον εμποδίζουν να κάνει πίσω και να παραδεχτεί ένα λάθος του, για να μη ρίξει τα μούτρα του.
Και δεν εννοώ απαραίτητα (με την ευελιξία) την τακτική της Ελληνοφρένειας πχ, που το πήγαινε λάου-λάου, για να μην έρθει σε ρήξη με το κοινό της, κι έκανε τον Μπαλούρδο Συριζαίο μόλις την επόμενη χρονιά, μετά το δημοψήφισμα.

Το δεύτερο σημείο είναι να αναγνωρίσουμε πως πέρα από το στρατηγικό στόχο για τη δημιουργία του Σύριζα ως νέο ΠαΣοΚ και τη συνειδητή, υπόγεια δράση μηχανισμών για την ανάδειξή του (ή κι ως αποτέλεσμα όλων αυτών) υπήρξε ένα ευρύ κοινωνικό ρεύμα, που η ΠΦΑ πέτυχε να εγκλωβίσει και να το εισπράξει εκλογικά. Ένα ρεύμα που αγκάλιασε πολύ κόσμο, απολιτίκ ψήφους και πολλές αφυπνισμένες συνειδήσεις, που έφεραν εμφανή τα σημάδια του μακροχρόνιου λήθαργου (όπως τα σημάδια του μαξιλαριού στο μάγουλο του αγουροξυπνημένου) αλλά δεν ήταν προδικασμένο πως θα νανουρίζονταν ξανά (όπως το όχι αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά του ναι).

Το ζητούμενο λοιπόν δεν ήταν αν το ΚΚΕ θα μπορούσε να παίξει αυτό το ρόλο μιλώντας για μια "αριστερή κυβέρνηση", γιατί τότε δε θα ήταν ΚΚΕ, αλλά κάτι διαφορετικό, που ίσως τότε κάποιοι να το επικροτούσαν.
Το ζητούμενο είναι ποιες/πόσες από αυτές τις συνειδήσεις μπορούσαν να κερδηθούν ή τέλος πάντων να προσεγγιστούν. Το ζητούμενο γενικά είναι η συγκέντρωση δυνάμεων μέσα από κάθε κρίσιμη, κινηματική καμπή. Να κερδίζονται ολοένα περισσότερες συνειδήσεις, να χτίζονται ολοένα και πιο ισχυροί δεσμοί.

Τη διετία 10-12 δεν τέθηκε ασφαλώς ποτέ ζήτημα εξουσίας. Υπήρχε όμως ένα ρευστό σκηνικό, που οδήγησε σε γενικότερες ανακατατάξεις/αναδιαμορφώσεις. Κι ένας κόσμος που ψαχνόταν, βγήκε στο δρόμο αρκετές φορές και δεν ήταν δοσμένο εξ αρχής πως θα γυρνούσε σπίτι του και ότι θα κατέληγε στο όπιο του Σύριζα. Όχι στο σύνολό του, τουλάχιστον.

Αυτή η ικανότητα λοιπόν, να μπορεί να κερδίζει τις μάζες και να εξουδετερώνει μπανανόφλουδες κι αυταπάτες τύπου Σύριζα είναι από τα κύρια καθήκοντα που πρέπει να απασχολήσει, κατά τη γνώμη μου, ένα κομμουνιστικό κόμμα παντός καιρού.