Ένα κείμενο για τη
μάργκαρετ θάτσερ
Ας
μιλήσουμε για ερπετά λοιπόν. Τώρα που τη μάργκαρετ έχουν αρχίσει να την τρώνε
τα σκουλήκια, παρουσιάζοντας ίσως κανιβαλικές τάσεις προς το είδος τους, είναι
ευκαιρία να γράψουμε κάποια πράγματα για το μιχαήλ γκορμπατσόφ.
-Μα για στάσου, πάλι
για τον γκορμπατσόφ; Πώς διάολο κολλάει ο γκόρμπι σε μια ανάρτηση για τη
θάτσερ;
θα αναρωτηθούν κάποιοι. Κι ίσως θυμηθούν εκείνο το ανέκδοτο με τα σκουλήκια
(που τώρα τρώνε τη θάτσερ) και τον τοτό, που είχε γράψει μια άριστη έκθεση με
όλες τις λεπτομέρειες για το ζώο σκουλήκι, αλλά αυτό ήταν το μόνο που ήξερε
θέμα να αναπτύξει. Και στην επόμενη έκθεση που είχε ως θέμα το μήλο, αυτός το
ξαναγύρισε στα σκουλήκια, τα οποία τρώνε
το μήλο, και τα οποία…
Κι
έγραψε τα ίδια ακριβώς από την αρχή.
Ας
μιλήσουμε λοιπόν για τη θάτσερ, που ήταν μια αστή πολιτικός με σπουδαίες
ικανότητες –προς όφελος της τάξης της- κι αυτό το απέδειξε, μεταξύ άλλων, όταν
είχε πει για το γκόρμπι, πριν καν αυτός γγ, ότι είναι ένας άνθρωπος με τον
οποίο μπορούν επιτέλους να κάνουν μπίζνες –χωρίς να φαντάζεται μάλλον πόσο
μακριά θα πήγαιναν αυτές οι δουλειές που θα άνοιγαν και τι επιτυχία θα είχαν.
Σε
πλήρη αντίθεση πχ με έναν αμερικανό αξιωματούχο που είχε προειδοποιήσει ότι ο
γκόρμπι δε μεταρρυθμίζει τον κομμουνισμό για να τον ανατρέψει αλλά για να τον
ενισχύσει –κι έπεσε διάνα! Εκτός και αν εννοούσε με αυτό τη μετασοβιετική ρωσία
ως ανταγωνιστή στην ενδοϊμπεριαλιστική σκακιέρα, γι’ αυτό κι οι αμερικάνοι
ευνόησαν την άνοδο του γέλτσιν που ήταν αχυράνθρωπός τους κι επικύρωσαν την
αλλαγή σκυτάλης με μια κοινή συνέντευξη των δυο τους στο σι εν εν νομίζω το
σεπτέμβρη του 91’, μετά το πραξικόπημα-παρωδία του αυγούστου.
![]() |
Η έφοδος για τον ουρανό από εδώ είναι; |
Η
θάτσερ λοιπόν ήταν πρωθυπουργός της αγγλίας κατά την επίσκεψη του γκόρμπι στο
λονδίνο, το οργουελικό 1984, πριν ακόμα γίνει γραμματέας, όπου είχε πάει ως το
νούμερο δύο του κόμματος για να κάνει τη γενική πρόβα και να πάρει παράσταση
νίκης από το εξωτερικό με τις εντυπώσεις που θα κέρδιζε. Γιατί ο γκορμπατσόφ
ήταν ο πρώτος σοβιετικός ηγέτης δυτικής τεχνοτροπίας που τους επισκεπτόταν.
Τουριστικός, τηλεοπτικός, φιλικός προς τους δημοσιογράφους.
Σύμφωνα
με τα λεγόμενα ενός γερμανού ανταποκριτή στη σοβιετία, όπως τα διαβάζουμε στο
βιβλίο του για τον γκορμπατσόφ «ο δρόμος προς την εξουσία» (από τις εκδόσεις ι.
φλώρος) ήταν πραγματικά κάτι διαφορετικό,
ντυμένος κομψά, άνετος και χαλαρωμένος, όπως οποιοσδήποτε δυτικοευρωπαίος
κοινοβουλευτικός κι εντελώς διαφορετικός από τον απόμακρο απαράτσικ. Δεν
ήταν δηλαδή απλώς ένας ακόμη βλοσυρός γραφειοκράτης,
μια νεότερη εκδοχή των γέρων που κυβερνούσαν τη σοβιετική ένωση τις δυο
προηγούμενες δεκαετίες. (…) Δεν έκανε καμία από τις θεατρικές χειρονομίες στις
οποίες διακρινόταν ο μπρέζνιεφ, τίποτα σαν τη συνήθεια του γκρομίκο να
εναλλάσσει ένα ανέκφραστο πρόσωπο με το στριφογύρισμα των ματιών του. Δεν
έδειχνε δημόσια ερειστικός, όπως έκανε ο γκρομίκο το 1977 σπάζοντας μολύβια
καθώς άκουγε τις προτάσεις του προέδρου κάρτερ για τον αφοπλισμό.(!!)
Αντιθέτως
όταν στη σοβιετική αντιπροσωπεία έτυχαν δύο απρόοπτα περιστατικά (μια ομάδα 40
διαδηλωτών που φώναζαν ρυθμικά «γκόρμπι πού είναι ο σαχάροφ;», αναφερόμενοι
στον εξόριστο αντιφρονούντα επιστήμονα, και δύο εμιγκρέδες ακτιβιστές που φώναξαν
«λευτεριά στην ουκρανία», το χαμόγελο δεν έφυγε ποτέ από το πρόσωπό του. Σήμερα
βέβαια είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τους ακριβείς λόγους αυτής της αντίδρασης.
Πιθανότατα συμφωνούσε μαζί τους και χαιρόταν κρυφά από μέσα του.
Τα
μικροεπεισόδια αυτά έλαβαν χώρα στο βρετανικό μουσείο, όπου φυλασσόταν η πρώτη
έκδοση του κομμουνιστικού μανιφέστου, μια δεύτερη έκδοση του κεφαλαίου και το
γραφείου όπου έγραψε το βιβλίο ο μαρξ. Γι’ αυτό κι ο γκορμπατσόφ δήλωσε
αστειευόμενος πως αν ο κόσμος δε συμπαθεί
το μαρξισμό θα πρέπει να κατηγορήσει το βρετανικό μουσείο. Χωρίς ωστόσο να
εξηγήσει για ποιο λόγο δεν τον συμπαθούσε ο ίδιος –δεν είχε έρθει ακόμα ο
καιρός να εκδηλωθεί ανοιχτά. Ενώ όταν ρωτήθηκε από έναν τόρη πολιτικό για την
παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων για την παραβίαση των πολιτικών
δικαιωμάτων στη σοβιετία, έδωσε μια δική του εκδοχή της ειρηνικής συνύπαρξης. Στο ηνωμένο βασίλειο καταδιώκετε ολόκληρες
κοινότητες, εθνότητες –υπαινιγμός για τη βόρεια ιρλανδία- έχετε 2,3 εκατομμύρια
άνεργους. Κυβερνήστε την κοινωνία σας κι αφήστε μας να κυβερνήσουμε τη δική
μας. Όπως παρατηρεί όμως και ο συγγραφέας η απάντησή του ήταν γενναιόδωρη
προς τη βρετανία, που είχε πάνω από 3,2 εκατομμύρια άνεργους εκείνη την εποχή.
Και
το κεφάλαιο συνεχίζει με αναφορές στη δημόσια εικόνα του γκόρμπι που κέρδιζε
τις εντυπώσεις κι έγραφε στον τηλεοπτικό φακό. Στο γεύμα που παρέθεσε προς
τιμήν του ένας άγγλος ευγενής, ο γκόρμπι, σα
να έπαιζε σε τηλεοπτική διαφήμιση, καθυστέρησε την πρόποσή του κάνοντας μια
σύντομη αναφορά στον υπέροχο καφέ πριν δώσει τους πραγματικούς πολιτικούς σκοπούς
του ταξιδιού του.
Υπ’
όψιν πως το βιβλίο είναι γραμμένο στα πρώτα χρόνια της περεστρόικα, αρκετά
χρόνια πριν τη στροφή στην καριέρα του γκόρμπι προς τη διαφήμιση και το σποτάκι
της πίτσας χατ και επομένως μπορεί να χαρακτηριστεί προφητικό. Αλλά υπάρχει και
συνέχεια.
Ο
συγγραφέας λέει ότι ο γκόρμπι έδειξε στη βρετανία πως μπορούσε να προκαλέσει τον αμερικανό πρόεδρο με το ίδιο όπλο του
ρήγκαν: την ικανότητα του ηθοποιού. Κανείς προκάτοχός του δεν είχε διαλέξει μια
τέτοια πορεία. Να καλοπιάνει τα μέσα ενημέρωσης, να φλερτάρει με τη δημοσιότητα
σε στιλ δυτικού πολιτικού, να κάνει επίδειξη γοητείας, να προβάλλει την εικόνα
του οικογενειάρχη, να αφήνει τα μέσα ενημέρωσης να ρίχνουν ματιές στην ιδιωτική
του ζωή –όλα αυτά ήταν καινοτομίες για ένα σοβιετικό ηγέτη, που τις
εκμεταλλεύτηκε ακόμα περισσότερο στη διάρκεια του ταξιδιού του στο παρίσι και
τη διάσκεψη κορυφής της γενεύης το φθινόπωρο του 85’.
Σε
μια προγενέστερη επίσκεψή του στον καναδά το μάη του 83’ είχε δώσει μια διαφορετικού είδους παράσταση. Σε ένα ράντσο στην
αλμπέρτα ποζάρισε με καπέλο καουμπόη κι έφαγε σε μπάρμπεκιου. Επίσης φόρεσε ένα
ψηλό καπέλο με την επιγραφή Heinz και φωτογραφήθηκε με τον κατασκευαστή κέτσαπ (σσ: σε αυτήν ανήκει
λοιπόν η πρωτιά κι όχι στην πίτσα χατ). Κατά
το newsweek έμοιαζε
με αμερικανό προεδρικό υποψήφιο ανάμεσα στους οπαδούς του στο νιου χαμσάιρ.
Η
εικόνα αυτή συμπληρώνεται από τη σύζυγό του ραΐσα, που περιγράφεται περίπου σαν
την καρέζη στην εντυπωσιακή της εμφάνιση στην ταινία τζένη-τζένη στο πλευρό του
υπουργού μαντά -μπάρκουλη {τον φάγαμε τον γκόρτσο, αλλά μας έμεινε ο γκόρμπι}.
Είχε βαμμένα (καστανο)κόκκινα μαλλιά, μιλούσε
για κουλτούρα ή υψηλή ραπτική και με λογοπαίγνια (σε κάποιο σημείο ξάφνιασε
τους οικοδεσπότες της λέγοντας see you aligator)! Ο
λαϊκός τύπος την αγάπησε και κουτσομπόλευε τα ρούχα της, τις συνήθειές στα
ψώνια της, ακόμα και τα σκουλαρίκια της. Ενώ ο άντρας της έλεγε αστειευόμενος
«αυτή η γυναίκα δε μου κοστίζει μόνο πολλά νεύρα, αλλά και πολλά χρήματα».
Παράλληλα
αξιοποιούσε τηλεοπτικά και την εγγονή του οκσάνα, βάζοντας το κοριτσάκι να ρίξει
το ψηφοδέλτιο του παππού της στην κάλπη για τις ήσσονος σημασίας περιφερειακές
εκλογές. Πού ‘σαι ανδρέα για να δεις,
άνεμους της αλλαγής –που τραγουδούσαν και οι σκόρπιονς.
Έτσι
εφοδίασε τα τηλεοπτικά και φωτογραφικά αρχεία με πλούσιο υλικό για να δείξουν.
Και οι δυτικοί είχαν να κάνουν επιτέλους με έναν άνθρωπο πρόθυμο και ικανό να
φερθεί με έναν τρόπο που καταλάβαιναν, αντίθετα με τους όλο και πιο ανιαρούς γραφειοκράτες του κόμματος κατά το πρόσφατο
παρελθόν: το μπρέζνιεφ, που το μοναδικό
του προσόν φαινόταν να είναι τα φιλικά χτυπήματα στην πλάτη. Το μονόχνοτο
αντρόποφ, που έβαζε τους προπαγανδιστές του στη δύση να ψιθυρίζουν σχετικά με
την αναμφισβήτητη εξυπνάδα του και το ενδιαφέρον του για τη λογοτεχνία. Και τον
τσερνιένκο που δεν ήταν ποτέ τίποτα περισσότερο από μια γκρίζα σκιά στις οθόνες
της τηλεόρασης.
Να
μην ξεχάσουμε και το γκρομίκο που έσπαγε τα μολύβια του.
Όλα
αυτά λοιπόν ήταν λογικό να κερδίσουν το θαυμασμό της δύσης. Ο (αντιπρόεδρος
τότε) μπους τον χαρακτήρισε «εντυπωσιακό πλασιέ ιδεών». Οι Sunday
times του λονδίνου έγραψαν στον τίτλο τους «ένας
ερυθρός αστέρας ανατέλλει». Ενώ ο υπεξ των εργατικών στη βρετανία ήταν
ποιητικός: τα αισθήματα λαμπυρίζουν πάνω
σε ένα ασυνήθιστα ευαίσθητο πρόσωπο, σαν καλοκαιρινές αύρες σε λιμνούλα.
Αν
όλα αυτά γράφονταν για το μπρέζνιεφ βέβαια θα μιλούσαμε για την ανυπόφορη
αισθητική του σοσιαλιστικού ρεαλισμού και τα γλυκερά ηθικοπλαστικά του
μηνύματα. Αλλά τώρα…
Νομίζω
όμως πως είδαμε αρκετά και μπορούμε πλέον να βγάλουμε πολιτικά συμπεράσματα. Η
σύνδεση των παραπάνω με τη θάτσερ είναι φανερή και στον τίτλο του κειμένου. Από
τους πολιτικούς πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής, ο κολ είναι σε αναπηρικό
καροτσάκι, ο μπους κυκλοφορεί υποβασταζόμενος στο μπαστούνι του, η ραΐσα μας
άφησε προ πολλού, η μάργκαρετ πάλι πρόσφατα… Εμπρός λοιπόν γκόρμπι, τι
περιμένεις για να μας δώσεις κι εμάς μια χαρά, την ύστατη έστω ώρα, όπως η μάργκαρετ;
Εάν
θέλαμε να έχουμε ένα σοβαρό κλείσιμο βέβαια θα έπρεπε να επιστήσουμε την προσοχή
των σφων αναγνωστών στο ότι οι κομμουνιστές δεν περιμένουν χαιρέκακες εκδικήσεις
με το θάνατο του πολιτικού τους αντιπάλου, αλλά να τον νικήσουν πολιτικά όσο είναι
εν ζωή. Και αυτόν, αλλά και όσους τον βοήθησαν αντικειμενικά να έρθει στα πράγματα
(η πολιτική των εργατικών στην αγγλία, ο ανερχόμενος ρεβιζιονισμός στη σοβιετία,
γενικώς οι αυταπάτες διαχρονικά).
Αλλά
η κε του μπλοκ δεν είναι τέτοια. Πιστεύει ακράδαντα στο δικαίωμα του συντρόφου
στην καφρίλα –ως ξέσπασμα από το καθημερινό τρέξιμο. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς
το πάρτι που έστησαν οι αστοί με το θάνατο του ούγκο τσάβες και τις νέες ελπίδες
του καπρίλες να πάρει την εκλογική ρεβάνς.
Οπότε
το πραγματικό δίλημμα της εποχής μας, τίθεται επιτακτικά ως εξής.
Ή με τις καφρίλες, ή
με τον καπρίλες.
Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει.