Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ειρηνική συνύπαρξη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ειρηνική συνύπαρξη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 16 Μαρτίου 2017

Ειρήνη κι ειρηνική συνύπαρξη

Η λέξη ειρήνη [мир] στα ρώσικα σημαίνει κόσμος. Μιρ όμως λέγονταν κι οι μικρές αγροτικές κοινότητες, στις οποίες πίστευαν πως μπορούν να βασιστούν οι ναρόντνικοι επαναστάτες του 19ου αιώνα, και να τις καταστήσουν κύτταρο της σοσιαλιστικής κοινωνίας που οραματίζονταν. Για τους αγρότες αυτά τα δύο мир ταυτίζονταν και με μια άλλη έννοια, καθώς ο κάμπος ήταν όλος ο κόσμος τους, όλη η ζωή τους. Κι ο πολιτικός, επαναστατικός τους ορίζοντας καθοριζόταν απ' τις παραστάσεις του ρώσου μουζίκου, που δεν είχε φύγει ποτέ από το χωριό του κι είχε αντικρίσει μόνο ό,τι χωρούσε στον ορίζοντα του χωραφιού του. Καθοριζόταν δηλ από τη μονότονη επανάληψη που διακρίνει την ύπαιθρο και την αγροτική ζωή κι έκανε ένα ναρόντνικο να λέει πως "η ιστορία κινείται πολύ αργά" και "πρέπει να την επιταχύνουμε". Σε τελική ανάλυση καθορίζεται από τον περιορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα της αγροτικής παραγωγής, που παραμένει ως πρόβλημα προς επίλυση στη σοσιαλιστική κοινωνία.

Αυτό δείχνει γιατί η ρωσική επανάσταση μπορούσε να θριαμβεύσει μόνο ως εργατική επανάσταση. Μόνο το εργατικό κίνημα μπορούσε να βρεθεί στη θέση της επαναστατικής πρωτοπορίας, θέτοντας ως στρατηγικό στόχο την ανατροπή του καπιταλισμού και την αλλαγή των παραγωγικών σχέσεων. Το ότι αυτό έγινε σε μια κατεξοχήν αγροτική χώρα, καθυστερημένη κι ημιφεουδαρχική, και το ότι οι μπολσεβίκοι αναγκάστηκαν να χτίσουν τη δικτατορία του προλεταριάτου, με τα πρωτοπόρα στοιχεία της εργατικής τάξης αποδεκατισμένα από τις συνεχείς μάχες, και με μια εργατική τάξη με έντονο το σημάδι της αγροτικής της καταγωγής, είναι μερικές κρίσιμες ιδιαιτερότητες που καθόρισαν σημαντικά τις δυσκολίες και τα επαναστατικά καθήκοντα των μπολσεβίκων.

мир όμως σημαίνει και ειρήνη, δημιουργώντας έτσι ένα πολύ όμορφο ζευγάρι και μια αισιόδοξη οπτική, που δεν ανταποκρίνεται, ωστόσο, συχνά στην πραγματικότητα ενός κόσμου που διέπεται από αντιθέσεις και συγκρούσεις και όπου ο πόλεμος είναι πατέρας των πάντων, όπως λέει ο Ηράκλειτος. Η ταύτιση αυτή καταδεικνύει όμως τα καλύτερα στοιχεία και τις προοπτικές του ανθρώπινου γένους (όταν αποτινάξει τα κατάλοιπα της προϊστορίας του κι αρχίζει να δημιουργεί συνειδητά την ιστορία του).

Πολύ όμορφη είναι κι η ταύτιση που πετυχαίνει στα ελληνικά η λέξη "κόσμος", συνδέοντας ιδανικά τα πράγματα γύρω μας και το περιβάλλον, με τους ανθρώπους που ζουν και δρουν σε αυτό. Μπορείς να επισκεφτείς πχ ένα μέρος και να σε εντυπωσιάσει με τα αξιοθέατα, τη γοητεία και την αύρα που αποπνέει. Δεν μπορείς όμως να αγαπήσεις πραγματικά έναν τόπο, αν δε γνωρίσεις τους ανθρώπους του και την ιστορία τους, αν δε δεθείς μαζί τους, με τη νοοτροπία και τον τρόπο ζωής τους. Κι είναι προφανές πως δε γίνεται να αλλάξουμε τον κόσμο, χωρίς τη μαζική συμμετοχή του κόσμου, που θα πάρει την τύχη στα χέρια του. Ούτε (γίνεται) όμως να περιμένουμε πχ να αλλάξει η συνείδηση του κόσμου, προτού καταπιαστούμε με την αλλαγή του κόσμου, αφού αυτά τα δύο είναι αλληλένδετα.

Οι Σοβιετικοί χρησιμοποίησαν την ελληνική λέξη "κόσμος" για τους δικούς τους κοσμοναύτες, που κατακτούσαν ένα γενναίο, νέο κόσμο: το διάστημα. Κι ονόμασαν συμβολικά мир το διαστημικό τους σταθμό, όπου είχε μείνει το 91' ένας κοσμοναύτης, και όταν επέστρεφε στη Γη, βρήκε τη Σοβιετική Ένωση διαλυμένη, κι έπρεπε να επιλέξει την καινούρια του εθνικότητα. Εγώ στη θέση του μπορεί να διάλεγα να μείνω εκεί που είμαι, ως υποκατάστατο της επουράνιας εφόδου, που προσγειώθηκε λίγο απότομα, και ψάχναμε το μαύρο κουτί, που θα μας δείξει τα αίτια της πτώσης.

Οι Σοβιετικοί δεν ήταν οι μόνοι που έβαζαν τόσο ψηλά το мир με τις δυο του έννοιες. Στα χρόνια της μεταπολίτευσης, πολλοί σφοι γονείς διάλεγαν να βαφτίσουν τα κορίτσια τους Ειρήνη, περιέχοντας κι ένα σαφή πολιτικό συμβολισμό στην επιλογή τους. Τον ίδιο που είχε δηλ το ΣΕΦ (Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας -άλλο αν στην πράξη συνδέθηκε με τελείως διαφορετικές έννοιες), σε μια εποχή που δεν ήταν απλώς καλύτερη (αυτό είναι το μόνο εύκολο συγκριτικά με σήμερα) αλλά κρατούσε ζωντανή και την προοπτική -κι ίσως για αυτό ακριβώς ήταν καλύτερη.

Θυμάμαι επίσης στις ταξιδιωτικές εντυπώσεις του Βάσου Γεωργίου από την Αλβανία του Χότζα, το 1980, το συγγραφέα να ρωτάει τους Αλβανούς γιατί δεν έχουν πουθενά κάποιο σύνθημα υπέρ της ειρήνης, κάτι που γινόταν συστηματικά στις άλλες σοσιαλιστικές χώρες.
Το πρώτο σκέλος της απάντησης θα ήταν πως η απομονωμένη Αλβανία ένιωθε σαν πολιορκημένο φρούριο, που απαγορευόταν να χαλαρώσει την επιφυλακή της, γιατί εξαρτούσε από αυτό το κομμάτι την επιβίωσή της. Το δεύτερο σκέλος είναι πως έβλεπαν με καχυποψία τους ρεβιζιονιστές (εντός ή εκτός εισαγωγικών) και τα συνθήματα του ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό και της ειρηνικής συνύπαρξης των δύο συστημάτων, σοσιαλιστικού και καπιταλιστικού, σε παγκόσμια κλίμακα.

Την τελευταία βέβαια δεν την ανακάλυψαν οι ρεβιζιονιστές, καθώς αναφέρεται ήδη στο Λένιν, τονίζοντας την "ανακωχή" που χρειαζόταν η Σοβιετική Ρωσία για να σταθεί στα πόδια της, να αναπτυχθεί και να ξεδιπλώσει τις παραγωγικές της δυνατότητες. Μια ιδιαίτερη μορφή αυτής της συνύπαρξης ήταν εξάλλου κι η υπογραφή του Συμφώνου μη επίθεσης Μολότοφ-Ρίμπεντροπ, προκειμένου να κερδίσουν οι σοβιετικοί χρόνο και να προετοιμάσουν καλύτερα την άμυνά τους.

Το σύνθημα της ειρηνικής συνύπαρξης δεν προέκυπτε ως ιδεοληψία ενός λαού που ταυτίζει λεκτικά τον κόσμο με την ειρήνη, αλλά ως αναγκαιότητα για ένα λαό που έχτιζε το σοσιαλισμό. Που ακόμα κι όταν πάτησε πιο γερά στα πόδια του, κι αντιμετώπιζε από καλύτερες θέσεις το διεθνή συσχετισμό -που παρέμενε αρνητικός- αιμορραγούσε οικονομικά, για να ακολουθήσει το ιμπεριαλιστικό μπλοκ στην κούρσα των εξοπλισμών, χάνοντας πολύτιμους πόρους που θα μπορούσα να αξιοποιηθούν επωφελώς σε άλλους, ζωτικούς τομείς (σε αντίθεση με τους καπιταλιστές και το λεγόμενο στρατιωτικο-βιομηχανικό μπλοκ, που έστηνε μια κερδοφόρα μπίζνα με τους εξοπλισμούς κι ενίσχυε τη θέση του, αποδυναμώνοντας το αντίπαλο δέος).

Η συνύπαρξη αυτή δεν ήταν ασφαλώς ειρηνική, αλλά μια "ισορροπία τρόμου" που βαφτίστηκε μεταπολεμικά ψυχρός πόλεμος, αλλά απέτρεψε μια σειρά θερμές συγκρούσεις και ματοκυλίσματα, βάζοντας εμπόδια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς. Και δεν εξασφάλιζε προφανώς συνθήκες εργαστηρίου για το προτσές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ούτε κάποια περίοδο συμφιλίωσης με τους ιμπεριαλιστές -που εξακολουθούσαν να ασκούν στο ακέραιο την πίεσή τους- συνδεόταν όμως με την αντιιμπεριαλιστική πάλη των λαών του κόσμου, πετυχαίνοντας ως ένα βαθμό τη συσπείρωσή τους σε προοδευτική κατεύθυνση.

Το πρόβλημα ήταν ότι σταδιακά η ειρηνική συνύπαρξη έπαψε να θεωρείται ως ειδική μορφή συνέχισης της ταξικής πάλης, κάτι που διακηρύχθηκε επίσημα το 90' από το Σεβαρντνάτζε, που ήταν υπουργός εξωτερικών της ΕΣΣΔ, ως διαβεβαίωση στο καπιταλιστικό μπλοκ ότι ο δρόμος-κατήφορος της Περεστρόικα ήταν χωρίς επιστροφή.

Το πρόβλημα επίσης ήταν ότι η ειρήνη ταυτίστηκε λανθασμένα με την κοινωνική ειρήνη και το λεγόμενο πασιφισμό, που ακύρωνε στην πράξη την ταξική πάλη, στο όνομα μιας δημοκρατικής μετάβασης, χωρίς επαναστάσεις, αίματα και μίση. Κάτι που διαψεύστηκε πανηγυρικά στην πράξη, αλλά θα το δούμε αναλυτικά σε προσεχή ανάρτηση.

Τετάρτη 1 Απριλίου 2015

Περί ειρηνικής συνύπαρξης

Αναδημοσίευση από το περιοδικό Ατέχνως


Ο Λένιν εισήγαγε στην πολιτική ορολογία την έννοια της ειρηνικής συνύπαρξης, ως ειδικής μορφής ταξικής πάλης των δύο αντικρουόμενων συστημάτων, σοσιαλισμού και καπιταλισμού, σε παγκόσμια κλίμακα. Το βασικό σκεπτικό ήταν πως η σοβιετική Ρωσία, που είχε ρημαχτεί απ’ τις πολύχρονες πολεμικές συγκρούσεις, και το νεαρό σοσιαλιστικό κράτος χρειάζονταν μια «ανακωχή» και μια ειρηνική περίοδο, για να επουλώσουν τις πληγές τους, να αναπτυχθούν απρόσκοπτα και να πατήσουν σε γερές βάσεις, χωρίς να εγκαταλείπουν το στρατηγικό στόχο της παγκόσμιας επικράτησης του σοσιαλισμού.

Το φαινομενικά παράδοξο είναι ότι η ανάλυση του Λένιν ξεχάστηκε ως ένα βαθμό από τους σοβιετικούς, που ταύτισαν μεταπολεμικά την τακτική της ειρηνικής συνύπαρξης με τη δυνατότητα ειρηνικού, κοινοβουλευτικού περάσματος στο σοσιαλισμό (και ας βοούσε περί του αντιθέτου η πραγματικότητα, πχ στη Χιλή του Αγιέντε) και με τη διαπλοκή του ταξικού στοιχείου με τις οικουμενικές αξίες. Ενώ ακολουθήθηκε πιστά από το αντίπαλο στρατόπεδο, που διδάχτηκε στο δεύτερο παγκόσμιο πως δεν είναι εύκολο να νικήσει σε μια κατά μέτωπο επίθεση με τα όπλα τους σοβιετικούς και προέταξε άλλες μεθόδους, χωρίς προφανώς να εγκαταλείψει το πεδίο των πολεμικών συγκρούσεων, που είναι σύμφυτο φαινόμενο με τον ιμπεριαλισμό. Αντιστρέφοντας μια γνωστή φράση του φον Κλαούζεβιτς, θα λέγαμε πως η ιμπεριαλιστική πολιτική και ειρήνη ήταν συνέχεια του ιμπεριαλιστικού πολέμου με άλλα μέσα (ή ακόμα και με τα ίδια, αλλά συγκαλυμμένα και σε δεύτερο πλάνο).

Η αντικειμενική συνύπαρξη των δύο συστημάτων επέφερε αναπόφευκτα μια μεταξύ τους αλληλεπίδραση, την οποία όμως δεν ερμηνεύουν όλοι με τον ίδιο τρόπο.
Οι κατακτήσεις της σοσιαλιστικής κοινωνίας και τα δικαιώματα που απολάμβαναν οι σοβιετικοί πολίτες φώτιζαν, με τη διεθνή τους ακτινοβολία, το δρόμο και τους αγώνες κι άλλων λαών, υποχρεώνοντας τις αστικές κυβερνήσεις πολλών καπιταλιστικών χωρών να κάνουν ευρύτατες παραχωρήσεις, που τις ονομάζουμε κωδικοποιημένα «κοινωνικό κράτος». Και οι οποίες δεν οφείλονται απλά στην ύπαρξη ενός αντίπαλου δέους γενικά και αόριστα. Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί των ΗΠΑ και της ΕΕ με τη σημερινή Ρωσία και τον ανερχόμενο κινέζικο καπιταλισμό, κάθε άλλο παρά δίνουν ώθηση στις κατακτήσεις και το βιοτικό επίπεδο των λαών –ας μην ξεχνάμε τι σημαίνει ο όρος «κινεζοποίηση» για τα μεροκάματα και τους… «ανταγωνιστικούς μισθούς» των 300 και 400 ευρώ. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως το ξήλωμα του πουλόβερ για το κοινωνικό κράτος άρχισε πριν από τρεις δεκαετίες, συμπίπτοντας χρονικά με την τελική εκδήλωση της αντεπανάστασης στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού, για να φτάσει στην κορύφωσή του με το ξέσπασμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης. Ας θυμηθούμε επίσης το παράδειγμα του ασφαλιστικού στην χώρα μας και τους πρώτους αντεργατικούς νόμους που θεσπίστηκαν τη διετία 90-92’.

Το ζήτημα είναι πως κάποιοι νοσταλγούν αυτή τη μεταπολεμική κατάσταση ισορροπίας και τα δικαιώματα που εξασφάλιζε στους εργαζόμενους, κάνοντας λόγο για μεταβατικούς στόχους ανάκτησής τους, αλλά αγνοούν τους παράγοντες και το διεθνή συσχετισμό που καθόριζε αυτή την ισορροπία, ή –ακόμα χειρότερα- απορρίπτουν συλλήβδην την προσφορά της ΕΣΣΔ και την πείρα του σοσιαλισμού που γνωρίσαμε, ως αρνητική.

Ένα ακόμα σχετικό παράδειγμα, είναι η υιοθέτηση υπολογιστικών μεθόδων προγραμματισμού από τις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, που οδήγησε κάποιους αναλυτές στην επεξεργασία της θεωρίας της σύγκλισης των δύο συστημάτων και της τελικής τους εξομοίωσης. Μια θεωρία που υποτιμούσε σκόπιμα την ειδοποιό διαφορά στους σκοπούς και τα μέσα των δύο παραγωγικών μοντέλων, καθώς κι ότι ο σχεδιασμός μεγάλης κλίμακας στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις και η συγκέντρωση των μονοπωλίων, δε σημαίνει τίποτα άλλο από την περαιτέρω όξυνση του μεταξύ τους ανταγωνισμού σε δυσθεώρητα ύψη.

Από την άλλη πλευρά, ούτε ο σοσιαλιστικός σχηματισμός παρέμεινε ανεπηρέαστος από αυτή την παράλληλη συνύπαρξη με το καπιταλιστικό μπλοκ. Αναγκάστηκε πχ να σπαταλήσει πολλούς πόρους για στρατιωτικές δαπάνες (ακριβώς γιατί η συνύπαρξη τελικά δεν ήταν, εκ των πραγμάτων, και τόσο ειρηνική), που τους στερήθηκε από άλλα πεδία ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξή του. Υποχρεώθηκε επίσης σε κάποιες περιπτώσεις να τηρήσει αμυντική στάση και να «κλειστεί στο καβούκι του» -όπως πχ με την κατασκευή του τείχους του Βερολίνου- για να υπερασπιστεί τα κεκτημένα και να σταματήσει την αφαίμαξη των πόρων του από την καπιταλιστική δύση.

Αυτού του είδους ο ανταγωνισμός δε λειτουργούσε ευεργετικά με όρους άμιλλας, αλλά επιβαρυντικά για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, που χρειάστηκε να μεταχειριστεί σε αρκετές περιπτώσεις μέσα και μεθόδους από το οπλοστάσιο του αντιπάλου του. Κι αυτό συνέβη για τον ίδιο ακριβώς λόγο που ο «ελεύθερος ανταγωνισμός» δημόσιου κι ιδιωτικού τομέα σε μια καπιταλιστική οικονομία δεν οδηγεί στη βελτίωση και των δύο, αλλά στην υιοθέτηση ιδιωτικο-οικονομικών κριτηρίων της αγοράς και από τους οργανισμούς του δημοσίου, προκειμένου να φανούν «ανταγωνιστικοί».

Ερχόμαστε λοιπόν στο δια ταύτα. Οι λαοί του πλανήτη έχουν ζήσει τη συνύπαρξη που αναλύσαμε (κι έχει περάσει στην ορολογία του δυτικού κόσμου ως ψυχρός πόλεμος) αλλά και τη «γλύκα» της τελευταίας 25ετίας, μετά το «τέλος της ιστορίας» και τη σχεδόν καθολική επικράτηση των αστικών δυνάμεων, που τη συνοψίζει εύγλωττα αυτή η αφίσα με το Λένιν να ρωτά στα ρωσικά: «λοιπόν, πώς τα περνάτε στον καπιταλισμό»; Με άλλα λόγια έχουμε πάρει γεύση από καπιταλισμό απέναντι σε σοσιαλισμό, με τις απαραίτητες φιλολαϊκές προσαρμογές, κι από καπιταλισμό σκέτο, χωρίς ζάχαρη για τα υποζύγια και τους κυρ-Μέντιους, που τραβάνε το κάρο, χωρίς δηλαδή «ανθρώπινο πρόσωπο» και λοιπά προσωπεία. Τίθεται λοιπόν εύλογα ένα ερώτημα (συμπληρωματικό προς αυτό που θέτει η αφίσα με το Βλαδίμηρο).

Δεν έχουμε άραγε περιέργεια να δοκιμάσουμε και την τρίτη επιλογή που μας μένει;

Τρίτη 12 Αυγούστου 2014

Δύο δικοί μας λευκοφρουροί

Πριν από κάνα μήνα (και κάτι παραπάνω), που η κε του μπλοκ βρισκόταν μακριά από τη βάση της, το αρχείο της και τη δυνατότητα να σχολιάσει άμεσα τα γεγονότα, συνέπεσαν την ίδια ακριβώς μέρα οι θάνατοι δύο ανδρών, που κάποτε τους νομίζαμε για δικούς μας, αλλά αποδείχτηκε τελικά ότι ήταν λευκοφρουροί. Ο λόγος για τους αλφρέντο ντι στέφανο και έντβαρντ (ή έντουαρντ) σεβαρντνάτζε.

Ο αργεντίνος ποδοσφαιριστής συνέδεσε το όνομά του με τρεις διαφορετικές εθνικές ομάδες (φορώντας τα χρώματα της κολομβίας και της ισπανίας εκτός από τη φανέλα της χώρας του) και με τη μεταγραφή που καθόρισε την ιστορία του κυπέλλου πρωταθλητριών, δίνοντας στη ρεάλ πέντε τίτλους σε ισάριθμες χρονιές στα πρώτα βήματα της διοργάνωσης. Μια μεταγραφή που πέρασε από σαράντα κύματα για να ολοκληρωθεί και μια σολομώντεια λύση που επιχείρησε να κόψει τον παίκτη στη μέση για να το μοιράσει, εναλλάξ ανά μία χρονιά, στις δύο ομάδες που τον διεκδικούσαν: τη ρεάλ (όπου κι έπαιξε τελικά) και την μπαρτσελόνα, που τον είχε κλείσει πρώτη κι αρνήθηκε να δεχτεί το συμβιβασμό και το μοντέλο μιας σύγχρονης περσεφόνης (έξι μήνες στον πάνω κι άλλους έξι στον κάτω κόσμο), οπότε παραιτήθηκε περήφανα των δικαιωμάτων της. Ενώ κατά μια άλλη εκδοχή, που ίσως να απηχεί πιο πιστά την πραγματικότητα (γιατί κανείς μύθος δεν παίρνει τα αληθινά γεγονότα τοις μετρητοίς, παρά μόνο ως βάση για να χτίσει την ιστορία του), η διοίκηση των μπλαουγκράνα ήρθε έναντι ανταλλαγμάτων σε συνδιαλλαγή με το φρανκικό καθεστώς, για να συναινέσει στην τελική λύση. Ο ντι στέφανο έφυγε πλήρης ημερών, λίγες μόλις μέρες μετά την κατάκτηση της δέκατης μεγάλης ευρωπαϊκής κούπας για τη ρεάλ –που οι μερένχες την κυνηγούσαν εμμονικά σαν το ιερό δισκοπότηρο- λες και είχε βάλει τάμα να δει αυτό το όνειρο να εκπληρώνεται, προτού κλείσει τα μάτια του και φύγει γεμάτος κι ευτυχισμένος.


 Ο σεβαρντνάτζε αντιθέτως ήταν γκεσέμι του γκορμπατσόφ και της περεστρόικα και δεν χρειάστηκε να περιμένει τόσο πολύ για να εκπληρώνεται το δικό του έργο ζωής: η διάλυση της εσσδ και η καπιταλιστική παλινόρθωση. Διάδοχος του γηραιού γκρομίκο στο υπουργείο εξωτερικών, έγινε ίσως ο πρώτος σοβιετικός πολιτικός που αποκήρυξε ανοιχτά και όχι υπόγεια και συγκαλυμμένα την αρχή της ειρηνικής συνύπαρξης (όχι γενικά, αλλά) ως ειδική μορφή ταξικής πάλης. Θέση που υπήρχε στις αναλύσεις των μπολσεβίκων από τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια, για να διαστρεβλωθεί σταδιακά μεταπολεμικά και μετά από την οπορτουνιστική στροφή στο 20ό συνέδριο του κκσε. Και είναι μια τραγική ειρωνεία της τύχης και των ιστορικών συγκυριών που αυτή η βασική αρχή ξεθεμελιώθηκε με τον πλέον επίσημο κι εκκωφαντικό τρόπο –σε μια γενική συνέλευση του οηε, αν θυμάμαι καλά- από ένα συμπατριώτη του γεωργιανού συντρόφου με το μουστάκι, ο οποίος (σεβαρντνάτζε) διακήρυσσε τη «νέα σκέψη» και την «αποϊδεολογικοποίηση» των διεθνών σχέσεων, τονίζοντας την προτεραιότητα των «οικουμενικών πανανθρώπινων αξιών» έναντι των «στενών» ταξικών συμφερόντων.

Το 91’, λίγο μετά από την παραίτησή του από το αξίωμα του υπουργού και λίγο πριν από την τελική εκδήλωση της αντεπανάστασης, με τη διάλυση της σοβιετικής ένωσης, εκδόθηκε (μεταξύ άλλων και στα ελληνικά από τις εκδόσεις international aquarius) το βιβλίο του σεβαρντνάτζε «το μέλλον ανήκει στην ελευθερία», που είναι ένα σύντομο, ενδιαφέρον και αρκετά αποκαλυπτικό χρονικό για κάποια αποφασιστικά βήματα προώθησης της περεστρόικα και της ταξικής της ουσίας. Ο σεβαρντνάτζε λέει πχ (κι έχει απόλυτο δίκιο) πως η ομόφωνα ψηφισμένη εισήγηση για το 27ο συνέδριο (που ξεκίνησε ακριβώς τριάντα χρόνια μετά το εικοστό και τη μυστική έκθεση του χρουτσόφ) είχε σαφές πολιτικό στίγμα, για να μην καταλαβαίνουν τι ψηφίζουν αυτοί που διαμαρτύρονταν κι εναντιώθηκαν στην πορεία των πραγμάτων.
Μα είναι δυνατόν να μη συνειδητοποιούσαν ότι οι ιδέες της εισήγησης συνεπάγονταν την αποσυναρμολόγηση του συστήματος; Τείνω μάλλον να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι πολλοί χειροκροτούσαν εκ βαθέων, συνεπαρμένοι από την επιθυμία των αλλαγών, χωρίς ωστόσο να συνειδητοποιούν ότι οι αλλαγές αυτές θα υπονόμευαν και τη θέση τους.


Ο σεβαρντνάτζε καρφώνει τη στάση των στελεχών και των συνέδρων που επιδοκίμαζαν και συμφωνούσαν εθιμοτυπικά με τις θέσεις της εισήγησης, αλλά αποκρύπτει επιμελώς το δισάκι με τις δικές του πολιτικές αντιφάσεις και την ανέλιξή του κατά τη διαβόητη μπρεζνιεφική «περίοδο της στασιμότητας» που στοχοποιήθηκε στα χρόνια της περεστρόικα. Αναγκάζεται ωστόσο να αναφερθεί ακροθιγώς στα γεγονότα, δίνοντας κάποια άκρως αποκαλυπτικά για τη στάση του στοιχεία.

Την ημέρα που παραιτήθηκα από το υπουργείο Εξωτερικών στα παρασκήνια του Κογκρέσου των Λαϊκών Αντιπροσώπων κυκλοφόρησαν τυπωμένα αποσπάσματα από ομιλίες μου για τον Μπρέζνιεφ.
Επειδή ο σεβαρντνάτζε δε μας λέει περισσότερα, μπορούμε να πάρουμε μια γεύση αυτών των ομιλιών από το γεγκόρ κουζμίτς λιγκατσόφ (επικεφαλής της «ύστερης μπρεζνιεφικής αντιπολίτευσης» στην πολιτική περεστρόικα, για να το πούμε έτσι σχηματικά, που σήμερα παραμένει, παρά τα χρόνια του, πολιτικά ακμαίος, ασκώντας κριτική «εξ αριστερών» στο σύγχρονο κκρο) κι ένα απόσπασμα από το βιβλίο του «το αίνιγμα γκορμπατσόφ», που αναφέρεται σε έναν τέτοιο λόγο του σεβαρντνάτζε από το μάρτη του 81’.

«Με την εισήγηση του σ. Μπρέζνιεφ ξεδιπλώθηκε μπροστά σε ολόκληρο τον κόσμο το πανόραμα της προόδου που σημειώνει η χώρα μας στους τομείς της οικονομίας, της επιστήμης και του πολιτισμού. Ήταν η ενσάρκωση όλης της δύναμης του Κόμματος, της ενότητάς του, της συσπείρωσής του. Με την εισήγηση αυτή εκφράστηκε η σιγουριά για τη θριαμβευτική πορεία της μεγάλης μας πατρίδας στο μέλλον, προς τις φωτεινές κορυφές του κομμουνισμού… Η κάθε θέση και το κάθε συμπέρασμα της εισήγησης του Λεονίντ Ιλίτς, η κάθε λέξη της εκπέμπει λενινιστική ενεργητικότητα, λενινιστική προσήλωση στο στόχο, λενινιστική αντικειμενικότητα, πνεύμα αυτοκριτικής, αυθεντικά λενινιστική, βαθιά επιστημονική προσέγγιση στην ανάλυση της σύγχρονης εποχής. Στο βήμα στεκόταν ο Λεονίντ Ιλίτς Μπρέζνιεφ, ο τόσο οικείος κι αγαπητός σε όλους μας. Και ο καθένας μας έβλεπε, ένιωθε με όλη τη δύναμη της καρδιάς του ό,τι εκείνος σκεφτόταν και έπραττε στο Συνέδριο».

Ο σεβαρντνάτζε περιορίζεται σε μια επιβεβαίωση των παραπάνω λέγοντας πως «θα μπορούσαν να έχουν συμπεριλάβει βέβαια κι άλλα σημεία, όπου του έλεγα πολλά δυσάρεστα πράγματα» και πως «αυλοκόλακες διέθετε στο περιβάλλον του [ο μπρέζνιεφ] και χωρίς εμένα». Για να ομολογήσει λίγο παραπάνω πως «δε μου έμενε κανένα άλλο όπλο από το να αξιοποιήσω τους ίδιους τους κανόνες λειτουργίας του συστήματος και, συγκεκριμένα, να πετύχω την υποστήριξη των χωροδεσποτών».

Θα σταθούμε ενδεικτικά σε δύο ακόμα σημεία. Το ένα έχει να κάνει με τη διαχείριση του πρώτου πολεμικού επεισοδίου στην κρίση του κόλπου και την πλήρη χρεοκοπία της εξωτερικής πολιτικής της περεστρόικα, με τη συναίνεση της εσσδ στα σχέδια των ηπα για στρατιωτική επέμβαση στο ιράκ. Είναι ενδιαφέρον να συγκρίνει κανείς αυτή τη στάση με τη θέση του συνασπισμένου χ. κεφαλή που είδαμε στην προτελευταία ανάρτηση (σωστά επενέβησαν, αλλά έπρεπε να ρίξουν και το σαντάμ στα πλαίσια του εκδημοκρατισμού) και να θαυμάσει την ταύτιση απόψεων με τη νέα τάξη πραγμάτων. Είναι επίσης εντυπωσιακό πως ο νεοταξίτης σεβαρντνάτζε κάνει λόγο για εισβολή του ιράκ στο κουβέιτ και (σε ένα παρεμφερές θέμα) εισβολή των σοβιετικών στρατευμάτων στο αφγανιστάν (που τερματίστηκε επί των ημερών του) αλλά αποφεύγει συνειδητά και συστηματικά να χρησιμοποιήσει παρόμοιες φράσεις και χαρακτηρισμούς για την αμερικανική επίθεση στο ιράκ.


 Το δεύτερο σημείο αφορά το μίσος του σεβαρντνάτζε απέναντι στη σοβιετική εξουσία. Στα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου του αναφέρεται στην «φεουδαρχική καθετοποίηση» της και τις διώξεις της δεκαετίας του 30’, που θύμιζαν τις πρακτικές της ιεράς εξέτασης (οπότε τοποθετούμαστε χρονικά στο μεσαίωνα). Αλλά πιο πριν έχει κάνει λόγο για «ιμπεριαλιστική εξουσία» (…) «που βασίζεται στο πολιτικό μονοπώλιο» (γιατί ως γνωστόν στον πυρήνα της εμφάνισης του ιμπεριαλισμού βρίσκονται τα μονοπώλια). Προς επίρρωση των παραπάνω, σε μια συνομιλία του με τον γκορμπατσόφ (πριν ακόμα ο τελευταίος γίνει γγ του κκσε) παρουσιάζει την κατάσταση στη σοβιετία περίπου ως… σοσιαλισμό που σαπίζει. (Σάπισαν όλα. Πρέπει να αλλάξουν άρδην τα πράγματα).

Παρόλα αυτά, ακόμα κι αυτός ο ορκισμένος εχθρός της επανάστασης είναι υποχρεωμένος να αναγνωρίσει κάποιες στοιχειώδεις αλήθειες, που σήμερα ωστόσο, με την εδραίωση και το περαιτέρω ξεδίπλωμα της αντεπανάστασης, μπαίνουν στο στόχαστρο της ιστορικής αναθεώρησης.

Οι κριτικοί του συστήματος δίνουν έμφαση στο στοιχείο των διώξεων και της βίας και αποσιωπούν παντελώς το ζωντανό «σώμα της ψυχής» που ενέπνεε τις μάζες για την οικοδόμηση της κοινωνίας, την αντίσταση κατά του εισβολέα και την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης χώρας.
Όπως και να είχε η κατάσταση, το αναθεματιζόμενο σήμερα από πολλούς διοικητικό-αυταρχικό σύστημα κατάφερε να κινητοποιήσει εκείνη την τεράστια εφεδρεία και θα ήταν απλώς παράλογο να υποστηρίξει κανείς ότι το μοναδικό του έρεισμα ήταν η βία.


Σταματάμε προσωρινά εδώ την καταγραφή, με την υποσημείωση μιας πιθανής επιστροφής στο ίδιο θέμα, με άλλα σημεία του βιβλίου, στο απώτερο μέλλον.

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Τρελή προβοκάτσια

Είναι που λες κάποια πράγματα που μόνο ξύλινα μπορώ να στα πω. Το μόνο εναλλακτικό που μπορώ να σκεφτώ είναι να βάλω από μπροστά έναν χαρακτηρισμό σαν το τρελή. Ή να σου πω να δεις στα αθλητικά πρωτοσέλιδα τον τίτλο της ώρας.
Δε μπορεί, κάποιος σύντροφος το ‘γραψε. Ίσως ο ίδιος που έβαλε τίτλο ειρηνική συνύπαρξη και ξεσκέπασε τον τιτικό προδότη μπάγεβιτς που κάρφωσε πισώπλατα το στιλέτο του στην ομάδα και πήγε να δουλέψει στον πράκτορα της στάζι.

1.http://www.contra.gr/pops/news_large.aspx?date=today&paper=ora
2.http://sfyrodrepano.blogspot.com/2008/11/blog-post_21.html

Ήθελα κανονικά να σου πω άλλα. Για τον σύντροφο περο-πομ-Πέρρο και το σύνθημα που έριξε στις μάζες: όλοι για έναν κι όλοι για όλους. Κολλάς λίγο, το σκέφτεσαι και λες, λάθος θα έκανε.
Ή μήπως όχι; Κι αν αυτό ακριβώς ήθελε να πει ο ποιητής; Ότι δεν υπάρχουν μοναχικοί αγώνες και καβαλάρηδες που θα μας σώσουν;

Στο καπάκι βλέπω δυο παππούδες, σκαστούς από τη δίπλα συγκέντρωση και το μπαλκόνι του μάπετ σόου, να κόβουν κίνηση φορώντας καπελάκι γσεε, πράσινο ο ένας, μπλε ο άλλος. Τι σου είναι η σημειολογία. Απ’ ό,τι είδα τελικά το είχαν και σε άλλα χρώματα, κόκκινο και πορτοκαλί.

Καπέλα υπάρχουν πολλά, σεκ όμως ένα. Οι ειδικοί του είδους μοιράζαν πλακάτ που καλούσαν σε απεργιακή ανταρσία. Κομάντο απεργιακής εντροπίας με στόχο τις εκλογές, το β’ γύρο και τους αντάρτες του πασοκ.

Θα σου ‘λεγα για την εργατική, λαϊκή αθήνα που ενώθηκε με την εναλλακτική και πλημμύρισε τους δρόμους. Και για τις συντρόφισσες που τις έχει πιάσει η άνοιξη (ή μήπως εμένα;) κι είναι πιο όμορφες αυτές τις μέρες. Κι αν ζηλεύει η μπρέζνιεβα, ας έρχεται στις δικές μας πορεία να με ελέγχει.

Για το σύνθημα που φώναζε μια συντρόφισσα στο μεγάφωνο. Ταξικά τα μέτρα, ταξική κι η πάλη, δίνουμε υπόσχεση για ανατροπή και πάλη. Ρίμα δηλαδή έκανε η πάλη με την πάλη. Μόνο η φάνη έλειπε. Η φαντασία στην εξουσία. Κι η σφισσα εκεί, να το φωνάζει πάλι και πάλι. Είχα και μια ανάλυση για τα συνθήματα, αλλά δεν είναι της ώρας.

Για το σκριν στη γσεε που κόλλησε πίσω μας και κάτι ανυπόμονους που έπαιξαν πικ εν ρολ και βρεθήκαμε όλοι μαζί ανάκατοι στον άγνωστο στρατιώτη.
–Εδώ δεν είναι η αλυσίδα του πάμε;
-Μα όχι. –Μα ναι
.
Ρωμαϊκός ελιγμός αλά γκοσινύ. Το ενιαίο εργατικό μέτωπο έγινε πράξη από τα κάτω.

Τώρα αυτά όμως δεν έχουν καμιά σημασία. Θάνατος είναι οι μπάτσοι που χτυπιούνται με μαύρους στόκους μέσα στην πορεία.
Ο εχθρός είναι στις τράπεζες και στα υπουργεία κι έχει αντιπρόσωπους και μέσα στην πορεία. Ο εσωτερικός εχθρός. Τα αυθόρμητα μπάχαλα που έχουν φέρει βαριοπούλες και φτυάρια απ’ το σπίτι τους και ζουν ζωή χαρισάμενη με τον κόσμο που τους χαρίσαμε.
Τρεις νεκροί κι ένα κίνημα παράπλευρες απώλειες ενός μικροαστικού ξεσπάσματος που παίζει τον πυροσβεστικό του ρόλο δια της ομοιοπαθητικής, με φωτιές, πέτρες και μολότοφ. Αν δεν κάψω εγώ, αν δεν καεί το ράιχσταγκ, πώς θα γενεί το φως η νύχτα των κρυστάλλων;

Αυτοί που διαβάζουν γκυ ντεμπώρ αντί για μαρξ λειτουργούν κατ’ εξοχήν με όρους κοινωνίας του θεάματος. Αυτοί που σκέφτονται και δρουν σα μικροαστοί εγκαλούν το μικροαστό που μένει σπίτι του και κάνουν ό,τι μπορούν για να τον κρατήσουν εκεί. Και σιγοντάρουν αυτούς που αρπάνε το φαΐ από το τραπέζι και κηρύσσουν στο λαό τη λιτότητα.

Λέγαμε τις προάλλες με το ένα έβδομο για τη μάστιγα των πολιτικά άστεγων και την ιδιώτευση που έχει χίλια πρόσωπα και μπορεί να σου έρθει σα ζουζουλίνι που θέλει χρόνο και βόλτα κάθε σάββατο στο mall της περιοχής. Κι άντε να πεις όχι.

Κάποιοι την ιδιώτευση την κουβαλάν στο κίνημα. Γράφουν τους συσχετισμούς στην κουκούλα τους, ζητάν να ζήσουν τη φάση, το μύθο του ζορό, του μασκοφόρου εκδικητή. Τα παιδία παίζει κρυφτοκυνηγητό σαν ερωτευμένα. Ψάχνουν να βρουν το μπατσουλίνι τους, να εκφράσουν στην πράξη τα φλογερά τους αισθήματα σε κάθε κρίσιμο ραντεβουδάκι. Ο έρωτας τους τυφλώνει και δε βλέπουν πέρα απ’ τη μύτη του μπάτσου ποια τάξη προστατεύει το όργανο που έχει απέναντι.

Το θέμα είναι πως το βλέπαμε να έρχεται και το περιμέναμε.
Και πώς να μην έρθει; Όταν μετά το δεκέμβρη όλα τα συλλαλητήρια καταλήγουν αντι-μπατσικά; Όταν η σύγκρουση έχει καταντήσει φετίχ εν είδει ιεροτελεστίας. Όταν η περιφρούρηση θεωρείται σταλινικό κουσούρι και μένει σε κάτι ε-ε-ε, παραφωνίες στα παπάκια που ακούν άσιμο. Όταν το αυθόρμητο μένει στην χαρά της καταστροφής του μπακούνιν και κανείς δεν το διαπαιδαγωγεί διαφορετικά. Όταν ηγεμονεύουν ιδεολογικά ο αναρχοσυνδικαλισμός κι η αμεσοδημοκρατία. Όταν μπαίνει εκβιαστικά το δίλημμα ή με τις κουκούλες ή με τις γραβάτες κι επικρατεί η λογική να μη γίνει κριτική στους συντρόφους του χώρου εν μέσω κινήματος. Λες κι έγινε ποτέ κατόπιν εορτής.

Μα αυτό δεν είναι κομμάτι του κινήματος. Αντικειμενικά το χαντακώνουν. Αντικειμενικά κάνουν τη δουλειά για την άλλη πλευρά. Γι’ αυτό μικρή σημασία έχει αν είναι βαλτοί ή ηλίθιοι. Πάντα θα υπάρχουν χρήσιμοι ηλίθιοι και δίπλα οι βαλτοί που τους αξιοποιούν.

Όποιος το καταλαβαίνει ας σηκώσει όση ευθύνη του αναλογεί για να κοπεί ο ομφάλιος λώρος. Αν υπάρχει κάτι θετικό που μπορεί να βγει άμεσα από μια τόσο στριμόκωλη συγκυρία είναι αυτό. Όποιος δεν θέλει να τον κόψει, πάει να πει πως έχει δεσμούς βαθύτερους, πολιτικούς. Ώρα καλή στην τάση του κι αέρα στα πανιά, τα δικά του και της αντίδρασης. Τόσο απλά κι αφοριστικά.
Έξω απ’ την πορεία η αστυνομία κι όσοι κατεβαίνουν να τη συναντήσουν.

Φταίμε κι εμείς σε ένα βαθμό. Που δε βγήκαμε επιθετικά ενάντια στην καθημερινή βία και τη βαρβαρότητα αυτού του συστήματος. Που δεν υπερασπιστήκαμε ανοιχτά την επαναστατική βία και το ρόλο της. Που δεν κλιμακώσαμε με τόσο κόσμο στο δρόμο να διεκδικεί το δίκιο της τάξης του και του αγώνα της. Που έχουμε ακόμα τόσο αδύναμη παρέμβαση. Που δεν έχουμε πολύ καλή σχέση με το αυθόρμητο. Που δε δώσαμε διέξοδο στην αγανάκτηση του κόσμου και την χαρίσαμε σε αδιέξοδες μικροαστικές εκτονώσεις. Που δεν είμαστε ακόμα στο ύψος των περιστάσεων. Αλλά παίρνουμε μπόι μέρα με τη μέρα.

Με ρωτάς γιατί το έκαναν τώρα. Γιατί δε μπορούν να ξεπεράσουν την κρίση τους όπως πριν και μας φοβούνται. Βάζουν το λαό να την πληρώσει και παίζουν το κεφάλι τους κορόνα-γράμματα.

Με ρωτάς αν μπορεί να πεθάνει ο καπιταλισμός. Από μόνος του όχι.
Είναι σάπιος κι αναχρονιστικός, αλλά χρειάζεται ευθανασία. Όσο δεν του την κάνουμε θα μας πίνει το αίμα και θα ξανανιώνει. Ο βρικόλακας της νεκρής εργασίας συσσωρεύεται σε κεφάλαιο, κυριαρχεί επί της ζωντανής και ρουφάει την υπεραξία της. Σαν γέρικη αμοιβάδα που παίρνει ζωή από τις πιο νέες και πιστεύει πως είναι αιώνιος.

Με ρωτάς αν μπορεί να πεθάνει μόνο σε μια χώρα. Σκέψου τον καλύτερα σαν έναν οργανισμό. Οργανικό όλο που λέει κι ο βαζιούλιν. Αν του σπάσουμε τον αδύναμο κρίκο δε σημαίνει πως τον σκοτώσαμε. Είναι σα να του βγάζουμε ένα μάτι –το όνομα του έχει βγει προ πολλού. Από κάπου πρέπει να ξεκινήσει η μόλυνση. Αρκεί το κομμουνιστικό μικρόβιο να κάνει μετάσταση.

Όμως ο καπιταλισμός είχε καλό ανοσοποιητικό και βρήκε αντισώματα στη συνήθεια και στα ταξικά κατάλοιπα. Κι έτσι μείναμε με τη μονόφθαλμη σοβιετία να βασιλεύει μέσα στους τυφλούς. Ώσπου ήρθε ο κανένας με το νόμο της αξίας και την αποτελείωσε. Και κρύφτηκε κάτω από την προβιά του κομμουνιστή για να μην τον καταλάβουμε.

Με ρωτάς και για το ρίζο. Λες τώρα να βγάλει κι άλλο διήγημα; Το λάθος τηλεφώνημα ενός μπάχαλου που μετάνιωσε;
Τι να σου πω ρε συ. Δεν έχω απάντηση σε όλα.

Παρασκευή 23 Ιανουαρίου 2009

Σονάτα για έναν καλό άνθρωπο

Αφιερωμένη στον πράκτορα της στάζι Η/Υ (κι ένας τριψήφιος που δεν θυμάμαι) που απεβίωσε στις αρχές του μήνα.

Ο παλιός μου υπολογιστής ήταν καλός άνθρωπος.

Καταρχήν ήταν άνθρωπος, με κουσούρια κι αδυναμίες, κατ' εικόνα και ομοίωσι του ιδιοκτήτη του. Πεισματάρης, αντιδραστικός, όχι ιδιαίτερα συνεργάσιμος.
Κι εμένα στην οργάνωση, οι συνεργασίες ήταν το χειρότερό μου. Για μένα αλλά και για αυτόν που τις καλούσε. Φροντίζαμε κι οι δυο γι' αυτό.

Πέρα από αυτό ήταν καλός άνθρωπος. Κι ας μη μιλούσαμε τόσο τα πρώτα χρόνια.
Και τι να λέγαμε δηλ; Μηδέν, ένα και πάλι μηδέν. Άντε και δέκα στο τσακίρ κέφι. Κάπου εκεί μέναμε από θέματα κι ο γάμος σχολούσε.

Ούτε να τον ποτίσω, ούτε να τον ταΐσω μπορούσα. Τον άφηνα στην ησυχία του.
Κι αυτός είχε χίλια δύο εξαρτήματα, αλλά κανένα δεν κουνιόταν σαν ουρά, να δείξει πως χαίρεται που με βλέπει, μια ανταπόκριση τέλος πάντων.
Μου έβγαζε μόνο κάτι ακατανόητα παραθυράκια κάθε τρεις και λίγο, γεμάτα κόκκινα απαγορευτικά, που με ενημέρωναν ότι έφερνα την καταστροφή του κόσμου και με γέμιζαν ενοχές κι απορίες.
Και νεύρα μαζί, οπότε τον έβγαζα απ' την πρίζα και κάναμε μέρες μετά να μιλήσουμε.

Είχαμε αναπτύξει μια αμφίδρομη μη επικοινωνία κι απλώς συνυπήρχαμε ειρηνικά μες στο δωμάτιο, ο καθένας στον χώρο του. Κατά μία έννοια, αλληλοαποκλειόμασταν αγνοώντας αμοιβαία ο ένας τον άλλον.
Δεν έχω καταλάβει πολύ καλά τι είναι η αρνητική (ή αντίστροφη) διαλεκτική του αντόρνο καραμπάχ (όπως τον λέμε με έναν φίλο), αλλά η μαρξίζουσα διαίσθησή μου (sic) μου λέει ότι αν υπάρχει ένα παράδειγμα που να την αποδεικνύει, είναι αυτό με τον υπολογιστή μου και τη μη σχέση που είχαμε.

Τα πράγματα όμως άλλαξαν. Μετα από επτά χρόνια φαγούρας και τυπικών σχέσεων, η σχέση μας αναθερμάνθηκε. Οι πάγοι σιγά-σιγά έσπαγαν, ο δρόμος άρχισε να χαράζεται.
Μπήκε το ίντερνετ στη ζωή μου (και η ζωή μου στο ίντερνετ) και κατάφερε να με κάνει αυτό που χλεύαζα, δηλ γενιά των μπλόκερ. Ένιωσα να μεταλλάσσομαι, ό,τι δεν πέτυχαν τόσα χρόνια εχθροί και φίλοι επαναθεμελιωτές.

Με τον καιρό αναπτύξαμε κώδικες επικοινωνίας, μάθαμε ο ένας τα χούγια του άλλου. Συνήθισα την υπεριώδη ακτινοβολία του με τα ανάστροφα μηνύματα που εξέπεμπε. Άκουγα τον ήχο του σα νανούρισμα γεμάτο μητρική κάρτα και στοργή. Κι όταν συχνά-πυκνά μούγκριζε σα λάντα στην ανηφόρα, με έλουζαν ρίγη συμπάθειας, συγκινημένος από την προσπάθεια που κατέβαλε.
Που ήταν το μόνο που μετρούσε ούτως ή άλλως. Αποτελέσματα σπάνια βλέπαμε.

Ο η/υ είχε πνεύμα πρωτοπόρου κομσομόλου, ανακάλυπτε πάντα πρώτες φορές κι απάτητες κορφές.
Ιδίως σαν έρχονταν διάφοροι ειδικοί να διεκπεραιώσουν μια δουλειά ρουτίνας, που ήταν πολύ εύκολη και μπορούσα να τη μάθω κι εγώ, πριν καταλήξουν με τη γνωστή ατάκα: πρώτη φορά μου συμβαίνει.
Και μετά, καφές και λόγια παρηγοριάς, να τους πείσω ότι δε φταίνε αυτοί, δεν είναι σεξουαλικά ανίκανοι, είναι ο η/υ που δεν πέφτει εύκολα.

Ήθελε πάντα ειδική μεταχείριση. Να τον πιάσει το γλυκύ του που έλεγε η παγώνα για τον θερμοσίφουνα.
Αλλιώς έκανε μια μέρα να κατεβάσει κάτι. Κι εγώ έκανα υπομονή, λόγω της ημέρας σαν αντωνάκης (πάει και το μου).
Πού θα πάει δεν θα ξημερώσει;

Το γλυκύ του όμως ερχόταν μέρα παραμέρα (μη συνηθίζουμε και γίνει ρουτίνα). Κι έλειπε πάντα τις κρίσιμες στιγμές. Τον χαλούσε η ζέστη, τα λόγια του παπά...
Πάνω που σώζαμε πχ εργασία που ήταν για παράδοση αυθημερόν, του η/υ του σωζόταν το λάδι στο καντήλι. Αρνούνταν να εκτυπώσει, έκανε πως ψυχορραγούσε και μας άφηνε να προσευχόμαστε για σωτηρία (τη δική του, τη δική μας και του αρχείου).

Ήταν δυσκίνητος σα σοβιετία, δεν έπαιρνε από μεταρρυθμίσεις.
Την αναβάθμιση που πήγα να του κάνω τη διάβασε σαν περεστρόικα και δεν τη σήκωσε. Άνοιξαν οι ασκοί της αντεπανάστασης και κατέρρευσε εν μια νυκτί (κοιμήθηκε η/υ και ξύπνησε παλιοσίδερο για τα σκουπίδια).

Ήταν γεννημένος γραφειοκράτης, τυπικό δείγμα νομενκλατούρας που δήλωνε διανοούμενος. Δεν του άρεσαν οι αλλαγές, αρνούνταν να προσαρμοστεί, σχεδόν φοβόταν το καινούριο. Ζητούσε πιο αργούς ρυθμούς, αλλά κατά βάθος δεν ήθελε καθόλου μεταρρυθμίσεις και περεστρόικα.
Κλασικό μπρεζνιεφικό απολίθωμα που αποκοιμήθηκε κι έχασε το τρένο της επιστημονικοτεχνικής επανάστασης (οι φίλοι μας λένε ετε).

Φταίω κι εγώ όμως. Με πνεύμα αγράμματου μουζίκου που φοβόταν όταν έβλεπε τα τρένα, αλλά τον εκτόπισαν με το στανιό (βάση κεντρικού σχεδιασμού) στην πόλη να γίνει εργατική τάξη για να κακομεταχειρίζεται τις μηχανές και να τις καταστρέφει.
Άφηνα αναμμένα οθόνη και ηχεία να καίνε, το ποντίκι μες στη σκόνη μέχρι να πιάσει πραγματικά ποντίκια, τον έσβηνα από κάτω κάθε φορά που με νευρίαζε κοκ. Εκτός απ' τη νοοτροπία μουζίκου, με έπιανε λίγο και το λουδίτικό μου σε τέτοιες φάσεις.

Λουδίτης όμως μου βγήκε κι αυτός. Κατέστρεφε κάθε καινούρια τεχνολογία που ένιωθε να απειλεί τη θέση του.
Χάλασε ένα καινούριο σι-ντι ρεκόρντερ, μάσησε σαν κουταλιανός πολλές δισκέτες, αποδέχτηκε απρόθυμα την ευρυζωνικότητα. Κολλούσε με αργούς ρυθμούς μουζίκου σε οτιδήποτε ήταν σύνθετο και περίπλοκο γι' αυτόν. Ύστερα και στα απλά από κεκτημένη ταχύτητα.
Στο τέλος κάηκε από αυτά που τον έβαζα να γράφει και να σηκώνει στο μπλοκ. Κι έψαχνε απλώς μια αφορμή.

Τη βρήκε στον 320άρη δίσκο που πήγα να του ενσωματώσω. Διάβασε όμως μπιτσάκη και διάλεξε τη ρήξη απ' την ενσωμάτωση.
Είχε μια μεγάλη αγκαλιά που χωρούσε κάθε καμένη σκέψη που ζητούσε φιλοξενία, αλλά τα 320 γίγα του φάνηκαν άβυσσος. Προτίμησε να τη διαβεί όπως νόμιζε ο ίδιος καλύτερα.
Έδωσε τέλος με μια επίθεση αυτοκτονίας τραγουδώντας πάριο, 220 βολτ νιώθω μέσα μου να με χτυπούν, (μπορεί και βατ, μικρή σημασία έχει).
Ο ηλεκτρονικός του τράχηλος δεν υπόμενε ζυγό.

Τελευταία του επιθυμία ήταν να διασκορπιστούν τα τσιπάκια του στο αιγαίο και να παραμείνει άταφος για να εμπνέει με την αποσύνθεση και τη σαπίλα του.
Του αξίζει να πάει στην παράδεισο, ό,τι κι αν έχει εκεί για τους η/υ της κατηγορίας του. Τεμπελιά και στασιμότητα (μπρεζνιεφική) βασικά, θα του ταίριαζε πιο πολύ απ' όλα. Και μια καλή θηλυκιά να ζευγαρώσει και να κάνει απογόνους (με σοβαρό κίνδυνο να βγουν καθυστερημένοι αν πάρουν τα δικά του γονίδια. Απολιθώματα νέας γενιάς).

Αν είχε υπ' όψιν του ο μαρξ τον η/υ δεν θα είχε γράψει ποτέ τα γκρουντρίσε. Εκεί δηλ που μιλάει για την πνευματική εργασία, την ανάδειξη της γενικής διάνοιας σε βασική παραγωγική δύναμη.
Θεωρητικά οι υπολογιστές είναι πρόδρομοι της αυτοματοποίησης, οι αγγελιοφόροι του κομμουνιστικού μέλλοντος της εργασίας. Αλλά ο δικός μου με κούραζε περισσότερο κι από χειρωνακτική εργασία. Μάλλον απόδειξη του υποδουλωτικού καταμερισμού εργασίας ήταν παρά οτιδήποτε άλλο.
Έχει μια θέση μαζί με το κράτος και τα άλλα παλιοπράγματα στο χρονοντούλαπο με τις αναμνήσεις των ταξικών κοινωνιών.

Αν ήταν στο χέρι μου δεν θα άφηνα να τερματιστεί τόσο νωρίς κι άδοξα η σχέση μας. Κι ας είχε τόσα προβλήματα.
Σαν τη σχέση μου με την οργάνωση ένα πράγμα. Και βασικά όλες λίγο-πολύ, τώρα που το σκέφτομαι. Ποτέ δε διάλεξα τη διαγραφή, άφηνα τους άλλους να το κάνουν.
Ούτε εμένα μου αρέσουν οι αλλαγές κι οι προσαρμογές.

Τώρα με άφησε ορφανό σαν χρόνη μίσσιο, να του διηγούμαι όλα όσα ακολουθούν και να του γράφω τη συνέχεια του καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς.

Καλή αντάμωση η/υ.

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2008

Γροθιά στο κατεστημένο

Μια εικόνα δέκα εισηγήσεις λεν οι κινέζοι κομμουνιστές (που είναι άλλο πράγμα από τα μέλη του ΚΚΚ. Το οποίο εν παρόδω έχει τα αρχικά της κου κλουξ κλαν. Και της παρένθεσης του ακελ επίσης).
Οπότε φαντάζεστε πόσες λέξεις. Για να μην πω για ιδεογράμματα.

Ακολουθεί σε συνέχειες ένας δεκάλογος με εικόνες που έχουν πολλά να πουν, με προχωρημένους συνειρμούς που είναι κι η πεμπτουσία της τέχνης άλλωστε.
Ένα ποτ πουρί με τις καλύτερες σκηνές, όχι απλώς του καλτ διαμαντιού Rocky IV, αλλά του παγκόσμιου κινηματογράφου εν γένει και του ρεύματος του σοσιαλιστικού σουρεαλισμού ειδικότερα.

Εικόνα υπ' αριθμόν 1

Έναρξη, πρώτη σκηνή.
Η αδρεναλίνη και οι τρίχες των χεριών υπακούουν στο πρόσταγμα για εγερτήριο που δίνεται υπό τους κορυφαίους ήχους της αρχής του eye of the tiger.
Δυο γάντια πυγμαχίας περιστρέφονται κι ευθυγραμμίζονται για να έρθουν σε θέση μάχης το ένα απέναντι από το άλλο. Σιγά-σιγά το σχέδιο πάνω τους αποκαλύπτεται.

Το γάντι από τα δυτικά (η λήψη του πλάνου γίνεται νοτιόθεν) έχει τη γελοία φανταχτερή τριχρωμία με την αστερόεσσα.
Το άλλο εξ ανατολών, σε πορφυρό φόντο αλά βυζάντιο, φέρει το αστροσφυροδρέπανο, το ένδοξο έμβλημα της τρισένδοξης σοβιετικής αυτοκρατορίας.
Τα δυο γάντια έρχονται τετ α τετ κι εκτοξεύονται με φόρα (έλα με φόρα που λένε). Ακολουθεί η μοιραία σύγκρουση και το πλάνο χάνεται μες στον καπνό.
Τρόμος...

Αυτή είναι, μακράν της δεύτερης, η απόλυτη κινηματογραφική απεικόνιση του ψυχρού πολέμου.
Αν ξέρετε κάποια καλύτερη εγώ κατεβάζω πάραυτα το μπλοκ (να έχουν και κάτι να ασχολούνται μερικοί που το ονειρεύονται).
Βλέποντας αυτή τη σκηνή ξεχνάς και χαμηλούς τόνους και τη γραμμή για ειρηνική συνύπαρξη και τα πάντα. Η ψυχολογία ανεβαίνει σε επίπεδο γιούργια να πάρουμε την πόλη.

Κάπου πιο κάτω ακούγεται η κομματάρα Burning Heat που δημιουργεί σκηνικό γουέστερν. Μονομαχία ένας εναντίον ενός. Κι όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας.
"Can any nation stand along?" αναρωτιέται o στίχος.

Έλα ντε;
Μόνο ο παπανδρέου του τρίτου δρόμου και της κίνησης των αδέσμευτων θα μπορούσε να απαντήσει θετικά σε αυτή την ερώτηση. Που ως γνωστός παπατζής τα είχε καλά με όλους. Κι οι σοβιετικοί στέλναν τον πονομαριόφ στην ελλάδα και στήριζαν πασοκ στα πλαίσια του μπλοκ της αλλαγής και του ειρηνικού περάσματος στο σοσιαλισμό.
Κούνια που μας κούναγε...

Το τραγούδι βέβαια θέτει σε γεωγραφική βάση το όλο ζήτημα. East vs West κτλ λες και είναι ολ σταρ γκέιμ.
Βέβαια, πέρα από την όποια προπαγάνδα, η φράση "βασική αντίθεση μεταξύ ιμπεριαλιστικού και σοσιαλιστικού συστήματος" είναι αντικειμενικά δύσκολο να χωρέσει σε στίχο και να ταιριάξει στο μέτρο. Ακόμα και στα αγγλικά όπου τα πάντα γίνονται.
Ωστόσο η συνταγή αυτή είναι δοκιμασμένη και διόλου τυχαία.

Λειτούργησε στην εντέλεια στην περίπτωση των δύο γερμανιών. Ο πολύς κόσμος στενοχωριόταν απλώς επειδή ήταν χωρισμένες σε ανατολική και δυτική. Σα να ήταν κράμερ εναντίον κράμερ στο σινεμά. Το λαοκρατική στο ΛΔΓ ήταν πάνω από τρεις συλλαβές και τον δυσκόλευε σαν έννοια.
Η ένωση των γερμανιών βέβαια μπορούσε να γίνει μόνο με ήττα της μιας. Όπως κι έγινε τελικά. Ουσιαστικά με όρους προσάρτησης, όχι επανένωσης.

Το ΕΣΣΔ-ΗΠΑ, ήταν ο υπέρτατος αγώνας πυγμαχίας.
Κατηγορία βαρέων βαρών και μέχρι τελικής πτώσης.
Το απόλυτο ντέρμπι μαζί με το μπάρτσα-ρεάλ μαδρίδ.
Αλλά όπως όλα τα μεγάλα γεγονότα ελαφρώς σικέ.

Εμείς από ένα σημείο και μετά τους δίναμε απλώς χαστουκάκια γιατί βασικά μας ενδιέφερε να κάνουμε εμπόριο.
Κι αυτοί μας δίναν μόνο πισώπλατα χτυπήματα κι ακολουθούσαν την τακτική του ώριμου φρούτου. Μας έδιναν δάνεια, μετά κόντρα δάνεια για να ξεπληρώσουμε τα προηγούμενα δάνεια και περίμεναν να πέσουμε από μόνοι μας κάτω από το βάρος των χρεών και της στάσιμης σαν έλος οικονομίας.
Το ίδιο ακριβώς κάνουν κι εντός των τειχών, όπου κάθε μέσος αμερικάνος που σέβεται τον εαυτό του και τις αξίες της πατρίδας του είναι χρεωμένος στις τράπεζες σε χρονικό βάθος τριών γενεών.

Για να μην απογοητευθεί το κομματικό κοινό και για να κρατηθούν τα προσχήματα η επίσημη εκδοχή λέει άλλα.
Πάνω που κερδίζαμε στα σημεία και είχαμε τον θείο σαμ ζαλισμένο στα σχοινιά κι ετοιμόρροπο λόγω βιετνάμ και πετρελαϊκής κρίσης, ήρθε ο πολυμήχανος πράκτορας γκόρμπι και μας έριξε νοκ άουτ με το δούρειο ίππο της περεστρόικα.

Στο Rocky IV όμως πέφτουν οι μάσκες.
Ο γκόρμπι στο τέλος χειροκροτάει όρθιος τον δεκάρικο λόγο του ρόκι μπαλμπόα περί αλλαγής (του έκλεισε συνωμοτικά και το μάτι, αλλά αυτό κόπηκε στο μοντάζ).
Ο ρόκι έκανε το διπλό μέσα στη μόσχα παίρνοντας ρεβάνς για το διπλό του ιβάν ντράγκο στις ηπα επί του απόλο κριντ. Οι δυο έδρες έσπασαν, οι μπουκ κονόμησαν και όλοι έζησαν καλύτερα.
Η διεθνής ομοσπονδία μάλιστα πήρε πρέφα την υπόθεση κι έβγαλε την ουρά της εκτός. Βρήκε ένα αστείο πρόσχημα κι αρνήθηκε να αναγνωρίσει το παιχνίδι. Όποιο και να 'ταν δηλ το αποτέλεσμα ο ρόκι θα κρατούσε τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή.
Βρώμα η δουλειά...

Ας μη βιαστούμε όμως να κατηγορήσουμε τους σοβιετικούς για στήσιμο. Η εσσδ χρειαζόταν απεγνωσμένα "ζεστό" συνάλλαγμα. Και η ταξική πάλη μπορεί να πάρει απρόβλεπτες μορφές όσο (ο)ξύνεται η παγκόσμια διαμάχη ιμπεριαλισμού-σοσιαλισμού.

Σε όλα αυτά υπάρχει κι η εκτίμηση-τομή του ΚΟ του κκε μ-λ, δηλ ομόφωνη απόφαση του βασίλη σαμαρά.
Ο αγώνας πυγμαχίας έγινε για τα μάτια του κόσμου.
Αλλά η ρεβιζιονιστική ηγεσία του κκσε είχε και κρυφό σκοπό. Να αγαπήσει τον ρόκι και τις ηπα ο σοβιετικός λαός για να κάνει αυτή πιο άνετα μπίζνες και άνοιγμα προς τη δύση...

(Συνεχίζεται...)