Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2013

Έχουμε πόλεμο δικέ μου

Ξεκινάμε με ένα σύντομο ιστορικό.
Πρωί στα γραφεία του υπουργείου εργασίας στη σταδίου (το κυρίως κτίριο βρίσκεται στην πειραιώς). Συγκεντρώνονται αντιπρόσωποι από ομοσπονδίες, πρωτοβάθμια σωματεία, ενώσεις συνταξιούχων και πραγματοποιούν μαζική παράσταση διαμαρτυρίας για τις προκλητικές δηλώσεις του βρούτση πως το ασφαλιστικό (δηλαδη το δικαίωμα στη σύνταξη) έχει βασιστεί στις πελατειακές σχέσεις. Σύνολο μερικές δεκάδες άνθρωποι. Ζητάνε συνάντηση με τον υπουργό, που έχει προλάβει να φύγει και αποφασίζουν να τον περιμένουν στο γραφείο του. Ωστόσο, η κυβερνητική εκδοχή των πραγμάτων λέει ότι απειλήθηκε ο βρούτσης, ο οποίος δε βρισκόταν καν στον χώρο.

Λίγο πιο πέρα έχει έρθει μια επιτροπή εργαζομένων από τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας –με αναφορά στον αυτόνομο χώρο- και στην κλαυθμώνος συγκεντρώνονται γονείς, μαθητές κι εκπαιδευτικοί από τα μουσικά σχολεία.

Φτάνει μια διμοιρία ματ και περνάει αμέσως στην επίθεση. Χωρίς να υπάρχουν φθορές, αντεγκλήσεις, προκλήσεις και γενικά κάποιο πρόσχημα. Τότε γιατί; Για τη μαγκιά. Γιατί μπορούσαν. Και για τη μνήμη του ντερτιλή, που κάπως έπρεπε να την τιμήσουν. Περικυκλώνουν τον συγκεντρωμένο κόσμο, έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με την περιφρούρηση και την ψεκάζουν από απόσταση εκατοστών. Οι σύντροφοι αντιστέκονται πέντε λεπτά, αλλά αναγκάζονται να υποχωρήσουν. Όσοι μένουν στο κτίριο κατεβάζουν τα ρολά και μένουν μέσα, ενώ η αστυνομία λέει πως όλοι οι έγκλειστοι θα προσαχθούν στην ασφάλεια.

Η διμοιρία μοιράζεται σε δύο μέτωπα, στην περιφρούρηση που ανασυγκροτείται και στην επιτροπή από την κοινωφελή εργασία. Οι αυτόνομοι μας κάνουν νόηματα, ότι με ένα ντου τους έχουμε, σύντομα όμως έρχονται ενισχύσεις.
Στο μεταξύ, κάποιος δικός μας φωνάζει τρελαμένος σε έναν με πηλίκιο, που πρέπει να ήταν ο επικεφαλής αξιωματικός:
-Ξέρεις τι κάνεις; Με το παμε τα έβαλες. Τελείωνε.
Ενώ οι αυτόνομοι έπιασαν τον τύπο στο ψιλό:
-Δηλαδή εσύ τώρα χάρηκες; Εσύ τους έβαλες να τα ρίξουν, ε;
-Ποιος, εγώ; Όχι..!
-Και τότε μόνοι τους βαράνε;

Μεσολαβεί ένα διάστημα ανασύνταξης, που ήταν η ηρεμία πριν την καταιγίδα, και αρχίζει ο δεύτερος γύρος, με μουσική υπόκρουση από τη διπλανή συγκέντρωση των μουσικών. Οι δικοί μας επιχειρούν να προσεγγίσουν το κτίριο κι οι ματάδες βαράνε αδιακρίτως και στο ψαχνό. Ανοίγουν κεφάλια, σημαδεύουν στα γεννητικά όργανα, τρώνε αδέσποτες οι περαστικοί που θέλουν να πάνε απέναντι. Ένας σύντροφος δε μπορεί να πατήσει το πόδι του και φεύγει υποβασταζόμενος, ένας άλλος, που ‘χε χτυπηθεί και πέρσι στις 20 οκτώβρη από τους μπάχαλους, είναι σοβαρά τραυματίας και τον παίρνει το ασθενοφόρο. Αργότερα μαθαίνουμε ότι πήγαν στο νοσοκομείο ασφαλίτες με πολιτικά και ζητούσαν τα στοιχεία των τραυματιών.

Οι ματάδες ανοίγουν την είσοδο του κτιρίου και κατεβάζουν κάτω τους δικούς μας για να τους πάνε στο λεωφορείο για προσαγωγή. Όλοι έμπειροι συνδικαλιστές, πρόεδροι σωματείων και μέλη δσ, ένας κι ένας. Βγαίνουν συγκροτημένα με αλυσίδες κι ο κόσμος, που όσο περνά η ώρα ολοένα και αυξάνεται, κυκλώνει το λεωφορείο και σχηματίζει κλοιό γύρω του, για να μην το αφήσει να φύγει. Εκεί αρχίζει ο τρίτος γύρος που είναι σύντομος και σφοδρός. Ένας μεσήλικας χάνει τις αισθήσεις του και ξαπλώνει στην άσφαλτο.

Απ’ την άλλη κατεύθυνση φεύγει το λεωφορείο με τους προσαχθέντες, που έχουν υψωμένες γροθιές. Ακούς τριγύρω πηγαδάκια και συνομιλίες: ήταν η γυναίκα μου στη συγκέντρωση με τους μουσικούς και με παίρνει τηλέφωνο να μου πει πως της έκαναν προσαγωγή. Πρέπει να πάω...
Αρχίζουν οι συνεννοήσεις. Κώστα θα βάλετε συγκέντρωση; Ναι μωρέ, όλοι τώρα στη γαδα.
Στο κτίριο δε μπαίνει κανείς, μέχρι να δώσουν μυστική παράσταση οι ματάδες και να πετάξουν με στιλ θεοχάρη δυο φακέλους και μια καρέκλα στο πάτωμα, για να έχουν να δείχνουν μετά βανδαλισμούς του παμε στα κανάλια.

Φεύγουμε για τη γαδα, στο δρόμο η πορεία έτρεχε και φώναζε ξέπνοη ενωτικά συνθήματα, χωρίς εσένα..., και η τρομοκρατία δε θα περάσει... Στρίβουμε στην αλεξάνδρας, περνάμε απ’ το γήπεδο και βλέπουμε ψηλά επίκαιρες σκηνές από το ουέμπλεϊ επί χούντας, που επιστρέφει δριμύτερη. Κυκλώνουμε τη γαδα, καμιά πεντακοσαριά άτομα, που αυξάνονται και πληθύνονται με γοργούς ρυθμούς. Φωνάζουμε τα συνθήματα, φτιάχνουμε πηγαδάκια και συζητάμε τα ενδεχόμενα. Θα τους αφήσουν ελεύθερους ή μήπως θέλουν να τους δικάσουν με τον τρομονόμο για κατάληψη δημοσίου χώρου; Και γιατί αργούν να τους απαγγείλουν κατηγορίες; Ζυγίζουν να δούνε τι τους παίρνει να βγάλουν, ή μας κάνουν πόλεμο νεύρων και περιμένουν να σπάσει ο κόσμος;

Έρχεται εσπευσμένα κι η αλέκα απ’ την λάρισα, και συναντιέται με τον αττικάρχη. Λες να την κρατήσουν κι αυτή μέσα, επειδή δεν πληρώσαμε το χαράτσι για την κοα και τον περισσό;
Ο κεδίκογλου κάνει το άσπρο μαύρο και κάνει λόγο για εξτρεμισμούς του παμε. Και έρχεται αυθόρμητα ο συνειρμός με την παλιότερη δήλωση του αλέξη για εξαλλοσύνες, πριν καν γίνει επίδοξος πρωθυπουργός και αρχίσει να τα στρογγυλεύει.
Κάποιοι μαύροι χτενίζονται κυριολεκτικά και πετάνε τρικάκια για τις καταλήψεις των ελεύθερων χώρων, μες στην επικαιρότητα.

Τα κανάλια δίνουν γραμμή ότι το κουκουέ, ούτε λίγο ούτε πολύ, έχει κεντρική πολιτική γραμμή να κάνει τζέρτζελα για να ενισχύσει τη θέση του –χωρίς να διαφέρει θεαματικά η ακριβής τους διατύπωση- και δε λένε κουβέντα για τον πρωτοφανή τσαμπουκά και το νταηλίκι της κυβέρνησης.
Ένας αγρότης στα μπλόκα δίνει την ατάκα της ημέρας: δε θέλετε να κάνουμε καταλήψεις, δε θέλετε να κλείνουμε τους δρόμους, να απεργούμε. Δηλαδή πώς θέλετε να αντιδράσει ο λαός, παίζοντας πρέφα;
Οι προσαγωγές γίνοναι συλλήψεις με κατηγορίες για διατάραξη κοινής ειρήνης και διακεκριμένες φθορές δημόσιας περιουσίας. Θα κρατηθούν τη νύχτα και η δίκη θα γίνει το πρωί, με διαδικασία αυτόφωρου.

Σήμερα έχουμε χρέος να διαταράξουμε ξανά την κοινωνική τους ειρήνη, που την επιβάλλουν με τη σιδερένια φτέρνα του συστήματος. Η ανακωχή και οι αυταπάτες τελείωσαν. Το αστικό κράτος κάνει επίδειξη δύναμης, αλλά μπορεί να έχει κάνει και το μοιραίο λάθος, γιατί μέχρι τώρα κέρδιζε χωρίς αντίπαλο κι έγινε υπεροπτικό, πιστεύοντας ότι έχει έρθει η ώρα να βάλει στο χέρι και τους κομμουνιστές.

Ίσως αν δεν είχε μεσολαβήσει το 4,5% του ιουνίου, να μας υπολόγιζαν περισσότερο και να φοβούνταν να κάνουν τα ίδια. Ίσως πάλι να τα έκαναν ούτως ή άλλως, γιατί δεν έχουν πια περιθώρια ανοχής κι ελιγμών. Όπως και να έχει μπαίνουμε σε μια καινούρια φάση, όπου το πράγμα χοντραίνει επικίνδυνα.
Έχουμε πόλεμο σύντροφε...

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

Απολογισμός μιας ημιτελούς μάχης

Γράφοντας για την απεργία στο μετρό η κε του μπλοκ τοποθετείται ως απλός εξωτερικός παρατηρητής, για να καταθέσει κάποιες σκέψεις, χωρίς να διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας ή κάποιας φοβερής ανάλυσης για αυτό το σημείωμα.

Κάνω λόγο για ημιτελή μάχη, γιατί ο αγώνας αυτός σταμάτησε πριν καλά-καλά κλιμακωθεί κι οδηγηθεί στην αποφασιστική σύγκρουση. Όπως φάνηκε δυστυχώς δεν υπήρχε η παραμικρή προετοιμασία για μια απεργιακή μάχη διαρκείας –ούτε καν για γάλα διαρκείας, όπως είπε στη σαββατιάτικη συγκέντρωση κι ο κιούσης από το παμε συγκοινωνιών. Και ενώ απέναντι υπήρχε ένας έτοιμος κρατικός μηχανισμός, χωρίς καμία διάθεση για ανακωχή, που πήρε αμαχητί μία ακόμα επιμέρους νίκη, άνευ αγώνα, με (καλώς τα τα παιδιά, τα) τρία-μηδέν.

Κάποτε όμως πρέπει να δοθεί αυτή η μάχη, σε πανεργατική κλίμακα πια. Κι αν θέλουμε να μιλήσουμε ουσιαστικά, στρατηγική σημαίνει να καθορίζεις τους συσχετισμούς και τους όρους αυτής της σύγκρουσης και τακτική είναι η προετοιμασία που θα φέρει την κατάλληλη στιγμή αυτούς τους όρους.

Στην πορεία αυτή λοιπόν μπαίνουν μια σειρά ζητήματα. Με πρώτο και κυρίαρχο τη στάση του κόσμου, που έχουμε συνηθίσει κακώς να αποκαλούμε κοινή γνώμη. Ακόμα και τα πλήρως ελεγχόμενα ρεπορτάζ των καθεστωτικών μμε, δε μπόρεσαν να βρουν σε καθαρή μορφή την εικόνα του αγανακτισμένου πολίτη, για να την περάσουν στο κοινό τους και να ενεργοποιήσουν αντανακλαστικά κοινωνικού αυτοματισμού, απέναντι στους απεργούς, όπως δείχνει η πολύ εύστοχη γελοιογραφία του πάνου ζάχαρη.


Παρόλα αυτά οι διχασμένες γνώμες, και πρωτίστως η απάθεια που παίρνει τη μορφή ευμενούς ουδετερότητας απέναντι στην κυρίαρχη πολιτική, δείχνουν και κάποια όρια στις διαθέσεις του κόσμου. Αφενός δηλ ότι ένα μεγάλο ποσοστό μένει θλιβερά προσκολλημένο στη λογική «να ψοφήσει και η κατσίκα του γείτονα», είτε αυτός λέγεται δημόσιος υπάλληλος, είτε λέγεται εργαζόμενος στο μετρό, χαλυβουργός, είτε, είτε... Το πολύ να κατέβουμε μια κυριακή στο σύνταγμα να μουντζώσουμε τους τρiακόσιους και να φωνάξουμε «έξω οι (κατσικο)κλέφτες». Αφετέρου ότι ένα εξίσου μεγάλο ποσοστό δεν έχει καταλάβει τι σημαίνει πρακτικά το μέτρο της επίταξης, ποιες είναι οι άμεσες συνέπειές του κι η βαθύτερη προοπτική του (της στρατιωτικοποίησης της εργασίας).

Πολύ περισσότερο δεν έχει συνειδητοποιήσει, παρά το στρατιωτικό όρο επίταξη, πως βρισκόμαστε εν μέσω ενός σκληρού ταξικού πολέμου, με τη σιδερένια φτέρνα του συστήματος να εξαπολύει επίθεση σε όλα τα μέτωπα και να επιβάλλει το νόμο της, κρατώντας σε καθεστώς αιχμαλωσίας έναν ολόκληρο λαό, αλλά τσακίζοντας χωρίς αιχμαλώτους, όσους τολμήσουν να προβάλλουν αντίσταση (αγρότες, κινήσεις κατοίκων ενάντια στα διόδια, κτλ).

Κι εδώ το δίλημμα μπαίνει ξεκάθαρα στον καθένα. Εσύ ποιο στρατόπεδο θα διαλέξεις; Με ποια πλευρά θα (επι)ταχθείς; Με τον αγώνα της τάξης σου ή με τη μπότα της επίταξης στο λαιμό σου; Θα αναπτύξεις αγωνιστική ταξική συνείδηση ή θα τηρήσεις στάση (επι)ταξικής υποταγής;

(Στα παραπάνω χωράει παρενθετικά και μια υποσημείωση για τον «κόσμο του κινήματος» κι ειδικά για μια πτέρυγά του, που κατέβηκε μαζικά στο δρόμο για τις καταλήψεις εγκαταλειμμένων χώρων και για τη βίλα αμαλίας, αλλά δεν επέδειξε φυσικά ίδια αντανακλαστικά κι ευαισθησία για την επίταξη των απεργών, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά τι αξιολογεί ως σημαντικό και πώς ιεραρχεί τις προτεραιότητές της).

Ένα δεύτερο ζήτημα είναι το κλασικό ερώτημα που μας βασανίζει σε αυτές τις περιπτώσεις: τι παραπάνω θα μπορούσε να γίνει, προκειμένου να μην ηττηθούν οι εργαζόμενοι και να έχει διαφορετική έκβαση ο αγώνας τους; Θα μπορούσαν πχ οι απεργοί να απαιτήσουν επιτακτικά δωρεάν μετακινήσεις ή μειωμένο εισιτήριο για το επιβατικό κοινό –εφόσον οι συγκοινωνίες ανήκουν στο λαό, όπως είπε προκλητικά κι ο σαμαράς- για ν’ απλώσουν τη βάση του αγώνα τους και να κερδίσουν τη μαζική υποστήριξη του κόσμου. Μπορούσαν ίσως να αντέξουν και να κρατήσουν λίγες μέρες ακόμα, μέχρι να μπουν και οι άλλοι κλάδοι των μεταφορών στο απεργιακό μέτωπο, προκειμένου να συντονίσουν από κοινού κι από καλύτερες θέσεις το επόμενο βήμα τους. Κι ίσως να πρέπει συνολικά το εργατικό κίνημα να συσπειρωθεί γύρω από δυο-τρεις κλάδους, που είναι αποφασισμένοι να προχωρήσουν σε κινητοποιήσεις διαρκείας και να γίνουν η αιχμή του δόρατος μιας αντεπίθεσης, που θα πετύχει μερικές νίκες και κατακτήσεις.

Όλα αυτά θίγουν διάφορες πτυχές, που καθεμιά από αυτές πιάνει με το δικό της τρόπο το βασικό ζήτημα: με τι στρατηγούς και τι συσχετισμούς θα δώσουμε αυτή τη μάχη. Λέμε για στρατηγούς γιατί αν η συνδικαλιστική ηγεσία του αγώνα είναι πιασμένη από τον αντίπαλο ή λιπόψυχη κι έτοιμη να λυγίσει και να παραδοθεί πριν καν μπει στη μάχη, τότε είμαστε χαμένοι από χέρι. Και λέμε για συσχετισμούς, γιατί το θέμα δεν είναι να έχουμε κάποιους στρατηγούς να τους χαιρόμαστε χωρίς στρατό να τους ακολουθεί –πόσο μάλλον όταν στο ευρύτερο κίνημα περισσεύουν οι διάφοροι επίδοξοι ναπολέοντες, χωρίς γείωση στον κόσμο των γνωστικών.

Υπάρχει πχ η πτυχή του συντονισμού, που είναι μια πονεμένη ιστορία, με αποκορύφωμα το μέτωπο της παιδείας και το 06-07, όπου μες σε μια ακαδημαϊκή χρονιά είχαμε: απεργία διαρκείας των δασκάλων το φθινόπωρο, μαθητικές καταλήψεις πριν τα χριστούγεννα και νέο γύρο καταλήψεων στα πανεπιστήμια τον φλεβάρτη, χωρίς να συμπέσουν ποτέ χρονικά και να ασκήσουν συντονισμένη πίεση. Συν τοις άλλοις οι κρατούντες γνωρίζουν πολύ καλά το παιχνίδι και προωθούν τις αναδιαρθρώσεις σε φέτες, με την τακτική της σαλαμοποίησης και τη στοχοποίηση του εκάστοτε κλάδου που πλήττεται ως συντεχνία.
Κάτι που μας φέρνει στην επόμενη πτυχή, της συντεχνιακής λογικής. Όχι φυσικά με την έννοια που την χρησιμοποιεί η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της, αλλά με την έννοια του «συλλογικού εγωισμού», ως επέκταση της πεπατημένης της ατομικής λύσης, που δεν είναι ποτέ η σωστή απάντηση στα συλλογικά προβλήματα. Και που εμφιλοχωρεί σε όσα σωματεία βάζουν ως ορίζοντα την εξαίρεση του δικού τους κλάδου κι όχι συνολικά την ανατροπή της επίθεσης που σαρώνει τα εργατικά δικαιώματα.

Αυτές οι τάσεις βρίσκουν την αντανάκλασή τους με αντιφατικό τρόπο στη συνείδηση των εργαζομένων, που μπορεί κάποτε να «βολεύτηκαν» με την ατομική λύση του μέσου, αλλά σταδιακά αφυπνίζοναι και αντιδρούν. Όπως και στη στάση πχ του πρώην πασκίτη προέδρου σταματόπουλου, που πρωτοστάτησε στις κινητοποιήσεις, κατέβηκε στις εκλογές με την ανταρσύα και το σάββατο στην πορεία του παμε, αλλά λίγο νωρίτερα είχε βγει στον αυτιά κι ευχαριστούσε το σκάι για τη στήριξη της απεργίας!!

Οι ταξικές δυνάμεις σε αυτούς τους χώρους πρέπει να μάθουν να δουλεύουν με αυτά τα δεδομένα, προσπαθώντας να τα αλλάξουν. Πόσο μάλλον που οι εργαζόμενοι στις μεταφορές μπορεί να μην είναι το κλασικό προλεταριάτο στις βιομηχανίες αλλά δουλεύουν σ’ ένα νευραλγικό τομέα στρατηγικής σημασίας για τη δύναμη του εργατικού κινήματος και την πίεση που μπορεί να ασκήσει.

Όπως λέει κι ο σκιαδιώτης σε μια συνέντευξη στον κυριακάτικο ρίζο, αυτό που απαιτεί η σημερινή κατάσταση δεν είναι απλά περισσότερους αγώνες, αλλά συνδικαλιστικό κίνημα με άλλους συσχετισμούς και γενική γραμμή. Η πείρα δε λείπει σήμερα από το εργατικό κίνημα. Το ζητούμενο είναι να βγουν από αυτήν τα απαραίτητα διδάγματα κι αυτά να μπορέσουν να γίνουν υλική δύναμη –όπως έλεγαν οι κλασικοί για τις ιδέες που κατακτούν τις μάζες.

Κι εδώ βρίσκεται ο κόμπος του ζητήματος και της τέχνης της πολιτικής. Γιατί η πείρα γεννιέται μέσα από τα λάθη, που μας κάνουν σοφότερους, αλλά σκορπίζουν κι απογοήτευση. Οι συσχετισμοί αλλάζουν μέσα στο κίνημα και τους αγώνες του, όπου γεννιούνται ριζοσπαστικές συνειδήσεις, αλλά είναι και το προαπαιτούμενο για την επιτυχία τους. Κι οι μεγάλες αλλαγές χρειάζονται μικρές νίκες στο σήμερα ως ένεση ηθικού, για να τονώσουν την αυτοπεποίθηση του κόσμου. Αλλά κάθε μικρή κατάκτηση είναι επισφαλής και πρόσκαιρη αν δε συνδυάζεται με ριζικές αλλαγές και μεγάλες νίκες που να τις εδραιώνουν.

Κι έτσι κάπου πρέπει να σπάσει ο φαύλος κύκλος για να ξετυλιχτεί το νήμα της εξέλιξης..

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2013

Ερωτήσεις πάνω στις θέσεις

Ένα μεγάλο κομμάτι των τοποθετήσεων στον προσυνεδριακό θίγει ζητήματα που απασχολούν γενικά κι ανεξάρτητα απ’ το περιεχόμενο των θέσεων τους συμμετέχοντες, που απλώς περίμεναν την ευκαιρία να τα πούνε, χωρίς αυτό να αφαιρεί κάτι από την αξία των επιστολών τους –πόσο μάλλον σε ένα προγραμματικό συνέδριο, όπου αναλύονται με συγκεκριμένο τρόπο τα λεγόμενα διαχρονικά ζητήματα.

Αν παρόλα αυτά σφε αναγνώστη δεν έχεις ένα έτοιμο θέμα από πριν, που να σε τρώει και να θες να το βγάλεις στον προσυνεδριακό, ούτε έτοιμα συμπεράσματα, –τα οποία πάντα βρίσκουν από κάπου να πιαστούν και να αυτοεπιβεβαιωθούν- θα συμφωνείς ότι είναι αρκετά δύσκολη υπόθεση να διαβάσεις ένα κείμενο θέσεων, να το χωνέψεις και να συμβάλεις συγκεκριμένα, με ερωτήσεις, παρατηρήσεις και μια γενική τοποθέτηση επί της ουσίας και του περιεχομένου τους. Και για να είμαστε σε θέση να το κάνουμε αυτό, πρέπει πρώτα να καταπιαστούμε με μια σειρά ζητημάτων, για κάποια εκ των οποίων ομολογώ πως δεν έχω κάποια ολοκληρωμένη απάντηση υπ’ όψιν μου.

Γιατί πχ σε παλιότερα συνέδρια του κόμματος υπήρχε καταμερισμός στο πολιτικό γραφείο και πολλές θεματικές εισηγήσεις από διάφορα μέλη του; Τι επιδιώκουμε με ένα συνέδριο; Και γιατί δε γίνονται συχνότερα, όπως τα συνέδρια του κόμματος των μπολσεβίκων; Αυτά τα ερωτήματα απαιτούν εμπεριστατωμένη απάντηση, κι όχι ευλογοφανείς υποθέσεις, περί κόπωσης, κορεσμού και λέσχης συζητήσεων, που θυμίζουν κάπως τη συζήτηση για το μουντιάλ, το ευρωμπάσκετ και το πόσο συχνά πρέπει να διεξάγονται. Και δεν υπονοώ πως δεν έχουν δοθεί τέτοιες απαντήσεις, αλλά ότι πρέπει να απασχολούν το σύνολο των μελών και των φίλων που θέλουν να συμμετέχουν και να συμβάλουν στην επιτυχία του συνεδρίου.

Πολλές φορές το πιο χρήσιμο αλλά και το πιο δύσκολο, είναι να θέσουμε τα σωστά ερωτήματα. Παρακάτω η κε του μπλοκ καταθέτει τη δική της απόπειρα δημιουργικής συμβολής σε αυτό το πεδίο.

Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ μετώπου και συμμαχίας; Με ποιο σκεπτικό εγκαταλείπεται η μία μορφή και προτιμάται η άλλη; Ποιες δυσκολίες και μειονεκτήματα (θα) αντιμετωπίζαμε στη δουλειά μας με το ααδ μέτωπο, που επέβαλαν ως ανάγκη την αλλαγή του; Αυτή η αλλαγή έχει να κάνει με τις ιστορικές υποδηλώσεις του όρου «μέτωπο» ή είναι κάτι πιο βαθύ κι ουσιαστικό;

Σχετικά με την αντιμονωπολιακή- αντικαπιταλιστική κατεύθυνση της λαϊκής συμμαχίας.
Πρώτο σημείο: εάν η λαϊκή συμμαχία θεωρείται μια μορφή μετεξέλιξης-ωρίμανσης του ααδμ, γιατί φεύγει από τα χαρακτηριστικά της ο όρος «αντιιμπεριαλιστικός –ή –ο»; Επεξήγηση του σκεπτικού της ερώτησης. Οι θέσεις της κε λένε αφενός ότι σ’ όλες τις χώρες ο καπιταλισμός έχει μπει στο ιμπεριαλιστικό στάδιο της ανάπτυξής του, και με αυτή την έννοια όλα τα κράτη είναι ενταγμένα, με διαφορετική θέση ισχύος, στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Παράλληλα όμως κάνουν λόγο για ισχυρές εξαρτήσεις της ελλάδας από ηπα κι εε και προτάσσουν την πάλη ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Συνεπώς, δε συμπεριλαμβάνεται το αντι-ιμπεριαλιστικό στοιχείο στον χαρακτήρα της συμμαχίας και το περιεχόμενο πάλης της;

Δεύτερο σημείο, ως συνέχεια και του προηγούμενου: θεωρούμε ότι η αντιιμπεριαλιστική πάλη είναι λανθασμένη και αναντίστοιχη με τις απαιτήσεις των καιρών ή ότι εμπεριέχεται ως έννοια και περιεχόμενο στην αντικαπιταλιστική κατεύθυνση της συμμαχίας; (Συναφές και παρεμφερές ερώτημα: η ανάλυση περί εξάρτησης είναι λανθασμένη και αναντίστοιχη της συγκυρίας ή μήπως εμπεριέχεται με τη σειρά της στην έννοια της ανισότιμης αλληλεξάρτησης;)
Με το ίδιο σκεπτικό όμως και τα αντιμονοπωλιακά χαρακτηριστικά δεν εμπεριέχονται στον όρο αντικαπιταλιστικό; Και από την άλλη: αν το «αντιμονοπωλιακό» μπαίνει για να πιάσει τους εβε και την πάλη τους ενάντια στα μονοπώλια, δεν έρχεται σε μερική αντίφαση με το «αντικαπιταλιστικό»; Είναι συμβατοί αυτοί οι όροι; Και είναι ώριμοι οι μικροιδιοκτήτες για μια συμμαχία σε τόσο προωθημένη βάση, και μια συνεπή πάλη για την ανατροπή του καπιταλισμού;

Εν κατακλείδι, αν ο ιμπεριαλισμός είναι το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού, εδώ έχουμε και τους τρεις όρους που μας απασχολούν, καθώς και τα αντίθετά τους (αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό, αντικαπιταλιστικό) τα οποία και συγκροτούν διάφορες συμμαχίες και μέτωπα. Οι όροι αυτοί εμπεριέχονται ο ένας στον άλλον αλλά δεν ταυτίζονται. Επομένως -και για να μην παίζουμε με τις λέξεις και τις έννοιες-, με ποια κριτήρια επιλέγεται ή απορρίπτεται ένας όρος εφόσον όλοι δηλώνουν λίγο-πολύ συνώνυμα (αλλά όχι ταυτόσημα) πράγματα και καταστάσεις;

Δεύτερη ομάδα ερωτημάτων σχετικά με τη λαϊκή συμμαχία.
Γιατί δεν αναλύεται ο χαρακτήρας της λαϊκής συμμαχίας στο δεύτερο μέρος των θέσεων- όπου αναφέρεται μόνο στη θέση 77 ως πρόπλασμα του επαναστατικού μετώπου; Δεν είναι ζήτημα στρατηγικής σημασίας το οποίο πρέπει να περιλαμβάνεται στο σχέδιο προγράμματος και στο κείμενο του προγράμματος που θα ψηφιστεί;
Παρεμπιπτόντως: γιατί δε συζητιούνται αυτοτελώς τα δύο μέρη (θέσεις της κε και σχέδιο προγράμματος); Προφανώς υπάρχει οργανική σύνδεση μεταξύ των δύο, αλλά αυτό δεν αναιρεί την σχετική αυτοτέλειά τους – ιδίως του σχεδίου προγράμματος. Μήπως αυτό αποβαίνει εις βάρος του πλούτου και της ποιότητας του προσυνεδριακού διαλόγου;

Παρακάτω. Η λαϊκή συμμαχία παλεύει για τα άμεσα ζητήματα αλλά παράλληλα θέτει ως στόχο την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, που στην οικονομική της ουσία ταυτίζεται με το στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού. Αυτός ο στόχος τίθεται ως προαπαιτούμενο στο κίνημα, για τη συμμετοχή κάποιου στους φορείς της λαϊκής συμμαχίας ή για τη διεξαγωγή ενός εργατικού αγώνα (ουχί διαδικτυακού), πχ μιας απεργίας; Ή ο στόχος που ζυμώνεται μέσα από τους αγώνες για τις άμεσες διεκδικήσεις και ωριμάζει σε μια προοπτική; Αν θεωρείται βασική προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη λαϊκή συμμαχία, γιατί τα άτομα που αποδέχονται αυτόν τον όρο και έχουν τόσο υψηλό επίπεδο στρατηγικής συμφωνίας με τους κομμουνιστές, να μην εντάσσονται κατευθείαν στο κόμμα;

Επιπλέον. Η λαϊκή συμμαχία είναι τα φύτρα και το πρόπλασμα των θεσμών της δυαδικής εξουσίας, μακριά από κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Αν όμως υπάρχει μια κοινωνική συμμαχία στην οποία συμμετέχουν άλλες μικροαστικές δυνάμεις που ενδέχεται να προκύψουν μελλοντικά, όπως αναγνωρίζουν οι θέσεις της κε, δεν μπορεί αυτή να αποκτήσει και πολιτική έκφραση, ώστε να συμμετέχει κατά συνέπεια και στις εκλογές; Το ενδεχόμενο αυτό απορρίπτεται, για να μην καλλιεργηθούν κοινοβουλευτικές αυταπάτες για το ρόλο της συμμαχίας ή για άλλους λόγους;

Άλλα επιμέρους ζητήματα.
Εφόσον γίνεται ειδική αναφορά στο κυπριακό ζήτημα, δεν είναι σκόπιμο να γίνει μια πρώτη κριτική στην πολιτική του ακελ; Με τον ίδιο τρόπο που δημοσιεύτηκε στις στήλες του ρίζου η κριτική του κόμματος και σε άλλα συνεργαζόμενα κκ, όπως αυτό των ηπα και της ισπανίας. Πόσο μάλλον όταν α. το κυπριακό παράδειγμα και η αρνητική πείρα από την κυβερνητική θητεία του ακελ επιβεβαιώνουν πλήρως τις θέσεις του κκε για τον «αριστερό» κυβερνητισμό και τα περιθώρια φιλολαϊκής διακυβέρνησης ενός κκ με κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Και β. τα αντιμνημονιακά δάκρυα του χριστόφια είναι εικόνα από τα προσεχώς και από μια πιθανή ελληνική εκδοχή αριστερής κυβέρνησης, που θα τεθεί αντιμέτωπη με το ίδιο ακριβώς ζήτημα.

Υπάρχουν λόγοι τακτικής ή και ουσίας, που μας κάνουν να είμαστε επιφυλακτικοί στην κριτική μας απέναντι στο ακελ; Μήπως από την άλλη πρέπει να παραδειγματιστούμε από την αρνητική πείρα αυτού του ζητήματος (άκριτη αποδοχή των εξελίξεων στην εσσδ, καθυστερημένη κριτική στην καπιταλιστική μετάλλαξη της κίνας); Εξάλλου η συντρόφική κριτική δε συνιστά απαραίτητα πολεμική αντιμετώπιση, ούτε όμως πρέπει να στρογγυλεύει τις αιχμές της και την ουσία της.

-Οι θέσεις δίνουν βάρος στο ενδεχόμενο ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου, ως συνέπεια της όξυνσης της κρίσης και των αντιθέσεων, και στη δουλειά των κομμουνιστών για τη μετατροπή του σε επαναστατική κατάσταση. Αυτό δεν απαιτεί ειδική δουλειά μες στο στράτευμα; Υπάρχει σχετική προεργασία σε επίπεδο αξιωματικών, πέρα από την κεθα; Δε θα συνέβαλλε σε αυτή την κατεύθυνση και η δουλειά στους φαντάρους, η πίεση για τη νομιμοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης τους; Δεν πρέπει να δούμε με διαφορετικούς όρους απ’ ό,τι πριν αυτά τα καθήκοντα;

-Θα υπάρξει απόδοση ευθυνών για την υπόθεση της τυποεκδοτικής –έστω και σε ειδική απόφαση το περιεχόμενο της οποίας δε θα ανακοινωθεί δημόσια; Τι συμπεράσματα βγάζουμε από την κατάληξη αυτής της υπόθεσης σχετικά με την «επιχειρηματική δραστηριότητα» του κόμματος;

-Με ποιο σκεπτικό ακριβώς απορρίπτουμε τη συγκρότηση ενός αντιφασιστικού μετώπου με τα χαρακτηριστικά που πρότεινε η κομιντέρν κι η εισήγηση του ντιμιτρόφ για το 7ο συνέδριό της; Ποια είναι η δική μας θεωρητική ανάλυση για τη σύγχρονη φασιστική απειλή, από την οποία απορρέουν προφανώς και τα πρακτικά καθήκοντα; Και πώς αξιολογούμε εκείνη τη θεωρητική συμβολή της κομιντέρν στην εποχή της, αλλά και σε πιο διαχρονική κλίμακα;

Αυτή είναι μια ενδεικτική σταχυολόγηση, που προφανώς δεν εξαντλεί τα ζητήματα που θίγουν οι θέσεις. Το πιο σημαντικό στα παραπάνω ερωτήματα, αλλά και σε όλες τις ερωτήσεις κατά τη γνώμη μου είναι να μην αντιμετωπιστούν ως «ερωτήσεις ολικής άγνοιας» που επιδέχονται απλών στερεότυπων απαντήσεων «ναι ή όχι», αλλά ως προβληματισμοί που πρέπει να αναλυθούν και να εξηγηθούν με επαρκή και πειστική τεκμηρίωση.

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Η Αριστερά του Κυρίου

Αν κάποιος έχει παιχνιδιάρικη διάθεση κι ασχοληθεί με τη σημειολογία θα βρει τόσες (επιφανειακές) ομοιότητες μεταξύ εκκλησίας κι αριστεράς (και σε ένα άλλο επίπεδο μεταξύ χριστιανισμού και κομμουνισμού), που μπορεί να στηρίξει ολόκληρη θεωρία.

Μπορεί να ξεκινήσει πχ από τον χριστό, που ήταν ο πρώτος κομμουνιστής και την (αγία) τριάδα των κλασικών του μαρξισμού (μαρξ, ένγκελς, λένιν) για να θυμηθούμε και τον τραμπάκουλα, που άναβε κεράκια στο εικονοστάσι του βλαδίμηρου –καλός άνθρωπος ήτανε, θεός σχωρέστον.
Να ψάξει για τον ιούδα του κινήματος, για τον οποίο υπάρχουν πολλές υποψηφιότητες, με επικρατέστερο φαβορί, μακράν του δεύτερου, τον πολυαγαπημένο γκόρμπι, με τα τριάντα αργύρια που πήρε για τη διαφήμιση της πίτσας χατ. Εκεί που κάποιος απ’ τους ρώσους θαμώνες της πιτσαρίας λέει σε κάποια φάση: because of him we have opportunities –χάρη σε αυτόν έχουμε ευκαιρίες. Και μάλλον μπέρδεψε τις λέξεις, που είναι κι ομόρριζες, γιατί κατά πάσα πιθανότητα ήθελε να πει: because of him, we had opportunism, δηλ εξαιτίας του είχαμε οπορτουνισμό –κι αυτό είναι το μόνο βέβαιο.

Μπορεί ακόμα να αναπαράγει τη γνωστή αστική κριτική για τη μεσσιανική τάχα αντίληψη που διέπει το μαρξισμό για το προλεταριάτο, το οποίο είναι η περιούσιος κοινωνική τάξη –αλλά χωρίς καμία απολύτως περιουσία- κι ο εκλεκτός του λαού για να λυτρώσει όχι μόνο τον εαυτό του αλλά ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ή για το παπικό αλάθητο των ηγεσιών, τα κομματικά ιερατεία και το ποίμνιο που τα ακολουθεί. Με την ειδοποιό διαφορά ότι αυτό το «ποίμνιο» δεν είναι ένα άτακτο κοπάδι που πορεύεται μπουλουκηδόν, αλλά οργανώνει συνειδητά την πάλη του ενάντια στους λύκους που το περιστοιχίζουν και δεν πάει ως πρόβατο επί σφαγή.

Μπορεί επίσης να μιλήσει για την κομμουνιστική ορθοδοξία και τις διάφορες αιρέσεις που διασπάστηκαν από το κυρίως σώμα της. Καθώς και για το σινοσοβιετικό σχίσμα με την κινέζικη εκκλησία για το φιλιόκβε και κάτι συνοριακές διαφορές. Ή για τους αναθεωρητές που πιστεύουν στην επανάσταση με το κρίνο, χωρίς σεξ και βία και θεωρούν δογματικούς όσους τους κριτικάρουν. Αλλά αν θεωρείς δόγμα το μαρξισμό –εξ ου και δογματικοί οι οπαδοί του- πιθανότατα δεν τον έχεις καταλάβει κι είναι εντελώς αμφίβολο αν είχες ποτέ οποιαδήποτε σχέση μαζί του.

Μπορείς να θυμηθείς τους κληρικούς που εντάχθηκαν στο εαμ και τους γενειοφόρους αντάρτες στο βουνό, που έμοιαζαν με ένοπλους ιεραπόστολους της λαοκρατίας και του κομμουνισμού. Ή αυτό που διάβασες κάπου ότι η βίβλος και το κομμουνιστικό μανιφέστο είναι τα δυο βιβλία που έχουν επηρεάσει τις μάζες και την ιστορική εξέλιξη, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο.

Μπορείς εν τέλει να συγκρίνεις την εκκλησία με την αμεσοδημοκρατία στην εκκλησία του δήμου και τις εκκλησιάζουσες του αριστοφάνη. Ή τη βασιλεία των ουρανών με την έφοδο της εργατικής τάξης στον ουρανό, και το βασίλειο της ελευθερίας, όπως το ονόμασαν οι κλασικοί, που θα αντικαταστήσει το βασίλειο της αναγκαιότητας –με την έννοια του καταναγκασμού.

Εάν είσαι λοιπόν συριζαίος εν χριστώ αδελφέ, και θέλεις να δικαιολογήσεις κάπως το φλερτ του χώρου σου με την εκκλησιαστική ηγεσία, έχεις μπροστά σου πεδίο δόξης λαμπρό, με πλούσια και ευφάνταστα επιχειρήματα για κάθε χρήση. Πόσο μάλλον όταν έχεις πάρει φόρα τελευταία και έχεις αρχίσει να δικαιολογείς τα πάντα, όπως τα ραντεβού του αλέξη στις ενωμένες πολιτείες. Όσο να πεις είναι κάπως διασκεδαστικό, συν τοις άλλοις.

Όμως πέρα από την πλάκα και το βλαδιβοστόκ –που τώρα πια είναι κι εκεί πατρίδα με χριστιανισμό- πιστεύω πως σε ό,τι έχει να κάνει με το σύριζα, αυτή η σχέση και η σημειολογία της είναι πολύ εύστοχη και ταιριαστή. Κι είναι πολύ λογικό, εφόσον ο κλήρος πέφτει στο σύριζα για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης, να σταματήσει να την πέφτει ο σύριζα στον κλήρο και την ηγεσία του, προκειμένου να εξασφαλίσει ότι θα γίνει όντως κυβέρνηση.

Είναι λογικό γιατί η εκκλησία της ελλάδος κι ο σύριζα είναι δυο φιλόπτωχα ιδρύματα, που θέλουν να ανακουφίσουν και να προστατέψουν τους φτωχούς απ’ τις συνέπειες της κρίσης, χωρίς να πολεμήσουν το σύστημα που γεννά τη φτώχια και την αδικία, όπως το σύννεφο τη βροχή. Τη στιγμή που ο λαός ξανασταυρώνεται κι ανεβαίνει αγόγγυστα το γολγοθά του, αυτοί του αλείφουν μύρο στις πληγές, για να μην τσούζει, αλλά κάνουν τον πόντιο πιλάτο και δεν του λένε ότι πρέπει να σταματήσει να θυσιάζεται για σκοπούς ξένους προς του συμφέρον της τάξης του. Κι ο σύριζα της εποχής (και της ακοα) πχ, μπορεί να έδειχνε αμέριστη συμπάθεια στον πρωτόγονο κομμουνισμό των χριστιανικών κοινοτήτων –γιατί, και στην κοινοκτημοσύνη πιστεύομεν! Αλλά δε θα έκανε το παραμικρό για να τους γλιτώσει από το λάκκο των λεόντων και την αρένα της ενωμένης ευρώπης.

Είναι ταιριαστή η σχέση γιατί οι προγραμματικές διακηρύξεις του σύριζα θυμίζουν γλυκανάλατα κηρύγματα και την παπαδίστικη μεταφυσική, που θα αλλάξει την καπιταλιστική βαρβαρότητα μεταρρυθμίζοντάς της, με προσευχές και διαπραγμάτευση, χωρίς να πειράξουν τα ιερά και τα όσια της αστικής εξουσίας, που τα πάντα εν σοφία κι ελευθερία εποίησε, μέσα σε αυτό το δημοκρατικό σύστημα. Κι όταν μιλάει για το σοσιαλισμό, σαν τη δευτέρα παρουσία, στην ουσία δεν κάνει τίποτα άλλο από το να διακηρύσσει με τον τρόπο του, ότι αυτό το σύστημα είναι αιώνιο, κι αυτό που πρέπει να δούμε είναι πώς θα το βελτιώσουμε.

Κι έτσι φτάνουμε στο βασικό κοινό παρονομαστή των δύο φιλάνθρωπων φορέων. Τη μεταφυσική. Και συγκεκριμένα τη μεταφυσική ενός ανθρώπινου καπιταλισμού, καλού και φιλεύσπλαχνου, που θα βάζει τον άνθρωπο πάνω από τα κέρδη χωρίς να τα καταργεί, θα έχει φιλολαϊκές τράπεζες και φορολογική επανάσταση, ευρώ χωρίς μνημόνιο, ομελέτα χωρίς αυγά. Και θα γίνει το θάμα των βρυξελλών, ή μια αναπαράσταση του θαύματος στην έρημο, που πολλαπλασιάστηκαν τα ψάρια και τα καρβέλια, κι ο σύριζα θα χορτάσει τον πεινασμένο μας λαό, χωρίς να βάλει χέρι στα μονοπώλια και τη μεγάλη καπιταλιστική ιδιοκτησία.

Κι αυτό με τη σειρά του μας οδηγεί σε ένα ακόμα κοινό γνώρισμα. Την υποκρισία. Γιατί κι οι δυο γνωρίζουν πολύ καλά, ότι αυτή η γη της επαγγελίας είναι ψεύτικη. Κι ότι όσα ευαγγελίζονται δε μπορούν να πραγματοποιηθούν, αλλά ηχούν ευχάριστα και ναρκώνουν τη μέση λαϊκή συνείδηση.
Γιατί όμως χάφτει ο λαός τις παραβολές και τα παραμυθάκια που του σερβίρουν; Γιατί το σοσιαλδημοκρατικό και το θρησκευτικό αφιόνι είναι η απελπισία που μεταμφιέζεται σε ελπίδα και περιμένει απεγνωσμένα ένα σωτήρα να μεσολαβήσει για την επίτευξη του ονείρου της, λειτουργώντας ως αντίβαρο για τη δική της παραίτηση και τη λογική της ανάθεσης. Σώσον κύριε το λαό σου, και ευλόγησον την απραξία του.

Και δε μιλάμε για την πνευματική καθυστέρηση ενός αγροτικού λαού, που ζούσε πρακτικά για αιώνες στο μεσαίωνα, κι έβλεπε τον τρότσκι σαν τον άι γιώργη με το δόρυ, και προσευχόταν στα θεία στο μεγάλο πατριωτικό πόλεμο κατά των ναζί, αλλά την ίδια στιγμή πάλευε με το όπλο στο χέρι για το δίκιο του –γιατί δεν είναι πολύ σοφό να τα περιμένεις όλα από τη θεά της σοφίας, χωρίς να κινήσεις κι εσύ λίγο το χεράκι σου.
Αν καλλιεργείς εσύ στο λαουτζίκο το αφιόνι και τις αυταπάτες μιλάμε για μια διαφορετική ποιότητα φαινομένου.

Σε τελική ανάλυση η σχέση αυτή είναι αγαστή, γιατί τα ράσα δεν κάνουν τον παπά, ούτε και τον καλό χριστιανό. Όπως οι φραστικές διακηρύξεις δεν κάνουν τον κομμουνιστή, ούτε και τον αριστερό –έτσι γενικά και αόριστα. Πόσο μάλλον όταν ακόμα και σε καθαρά διακηρυκτικό επίπεδο, ο σύριζα έχει βάλει μπόλικο νερό στο κρασί του και μετατοπίζεται συνεχώς προς τα δεξιά.

Το αποτέλεσμα θα είναι ότι ο σύριζα θα χάσει και το τελευταίο φύλλο συκής και του ψευδεπίγραφου ριζοσπαστισμού του, ακόμα και με τα αστικά κριτήρια για το τι είναι προοδευτικό και τι όχι. Γιατί θα κάνει πίσω στο θέμα του διαχωρισμού εκκλησίας-κράτους, όπου μέχρι τώρα κέρδιζε ανέξοδες δάφνες προοδευτισμού, ξιφουλκώντας με άσφαιρα πυρά εναντίον του κλήρου.

Αυτή είναι η αριστερά του κυρίου που εκφράζει ο σύριζα. Κι αν αυτή η ιστορία βοηθήσει να πέσουν τα καφάσια από τα μάτια ενός κόσμου, για να γλιτώσει από τις αυταπάτες του μια ώρα αρχύτερα, τόσο το καλύτερο. Γιατί η καμπάνα δεν χτυπά χαρμόσυνα για την κυβέρνηση της αριστεράς που έρχεται, ούτε πένθιμα για την επίπλαστη ευημερία που χάσαμε εξαιτίας της κρίσης. Αλλά χτυπά σαν καμπανάκι κινδύνου, για να καταλάβουμε πως
Θεοί αρχόντοι βασιλιάδες, με πλάνα λόγια μας γελούν
Της γης οι δούλοι κι οι ραγιάδες μοναχοί τους θα σωθούν

Και να πάρουμε επιτέλους την κατάσταση στα χέρια μας..

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

To millenium του περιοδικού της νεολαίας

Αυτό το μήνα ο οδηγητής συμπληρώνει χίλια νόμιμα φύλλα και η κε του μπλοκ θυμήθηκε συνειρμικά κάτι που ‘χε διαβάσει πρόσφατα σε ένα βιβλίο του λεονάρδο παδούρα. Ο παδούρα είναι ένας κουβανός συγγραφέας που έγινε κυρίως γνωστός από τα αστυνομικά του μυθιστορήματα, έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει βραβευτεί μεταξύ άλλων και από την ίδια την κούβα. Διαβάζοντας ωστόσο το βιβλίο του «ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά» δε μπορώ να πω ότι μου έγιναν ιδιαίτερα κατανοητοί οι λόγοι αυτής της βράβευσης.

Το βιβλίο περιγράφει την ιστορική πορεία του τρότσκι μετά την εξορία και την εγκατάστασή του στην πρίγκηπο (πιάνοντας το νήμα από εκεί που σταματά η αυτοβιογραφία του λέοντα) παράλληλα με την διαδρομή του δολοφόνου του, ραμόν μερκαντέρ, και τη ζωή ενός τρίτου –μάλλον αυτοβιογραφικού- χαρακτήρα, που ζει και εργάζεται στην κούβα, πριν και μετά τις ανατροπές της διετίας 89-91’. Μέσα σε επτακόσιες σχεδόν σελίδες, ο παδούρα αναπαράγει αρκετά γνωστά στερεότυπα, για τους αδίστακτους σταλινικούς και το μηχανισμό εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων, για την ουτοπία που απέτυχε, και την γραφειοκρατία στην κούβα, που αφυδατώνει τους χυμούς της ζωής και τις προσωπικές φιλοδοξίες του καθενός. Παρόλα αυτά διατηρεί μια –περισσότερο ιστορική και λογοτεχνική- αξία, για όποιον τυχόν ενδιαφέρεται για τα γεγονότα, τα πρόσωπα και το πολιτικό κλίμα της περιόδου (ισπανικός εμφύλιος, μεσοπόλεμος και μετεπαναστατική κούβα).

Ενδεικτικό είναι ένα απόσπασμα, στο οποίο ο συγγραφέας κριτικάρει την κουβανική ηγεσία και την απόφασή της  να μεταθέσει για λόγους ακριβείας κατά μία χρονιά (δηλ για το 2001) τους εορτασμούς για την είσοδο της νέας χιλιετίας, το περιβόητο μιλένιουμ, επειδή λέει στέρησαν έτσι την ευκαιρία από τους κουβανούς να γιορτάσουν και να χαρούν κάτι από κοινού με τον υπόλοιπο κόσμο, που γιόρτασε το μιλένιουμ την πρωτοχρονιά του 2000.

Θυμήθηκα αυτή την ιστορία με αφορμή το μιλένιουμ του οδηγητή και την ομιλία του χιώνη, που είπε: μιλάμε για το χιλιοστό φύλλο, αλλά στην πραγματικότητα υπάρχουν άλλα 44...
Το συμπέρασμα είναι εύλογο: τέτοιοι είναι οι κομμουνιστές, απανταχού της γης, και η μοναδική τους έγνοια είναι να κόβουν την χαρά και το χαμόγελο του κόσμου. Πού να βρεθεί εδώ όμως ένας παδούρα να τα πει για το βραβεύσουμε τον χρυσόστομο; Εδώ υπάρχει παμε (δεν είναι ιρλανδία) και είμαστε η τελευταία σοβιετική χώρα της ευρώπης, αν όχι και όλου του κόσμου –τώρα που και οι κουβανοί ακόμα αναγκάζονται σε τακτική αναδίπλωση κι υποχωρήσεις.

Με αφορμή λοιπόν το στρογγύλεμα –το οποίο αφορά τον αριθμό των φύλλων και ουδόλως του περιεχόμενό τους- τις προηγούμενες μέρες λειτουργούσε στο θησείο, στο κτίριο μελίνα μερκούρη, μια έκθεση με ιστορικά φύλλα, πρωτοσέλιδα και διάφορες στιγμές από τα πρώτα βήματα του οδηγητή μέχρι σήμερα. Εδώ μπορείτε να διαβάσετε και ένα σύντομο ρεπορτάζ-ξενάγηση του ρίζου , που είναι αρκετά κατατοπιστικό και εν μέρει καλύπτει το κενό σε όσους δεν μπόρεσαν να την παρακολουθήσουν (έχουν πάντως άλλη μία ευκαιρία, μαζί με σφους και φίλους από τη λδ βορρά, καθώς η έκθεση μεταφέρεται στη θεσσαλονίκη τις επόμενες μέρες). Η δική μου ανταπόκριση παίρνει ως δεδομένα τα παραπάνω και έρχεται να συμπληρώσει διάφορα επιμέρους σημεία, που μου τράβηξαν την προσοχή.

Καταρχάς η κε του μπλοκ έτυχε να επισκεφτεί την έξθεση την ίδια μέρα που έγινε στα γειτονικά πετράλωνα συγκέντρωση με αφορμή τη ρατσιστική δολοφονία του πακιστανού μετανάστη. Η πορεία που ακολούθησε, πέρασε δίπλα από το κτίριο όπου φιλοξενούνταν η έκθεση, είχε πολύ καλό παλμό και κόσμο, για τα δεδομένα μιας «τοπικής κινητοποίησης» και της απεργίας των μέσων μεταφοράς, και φώναζε διαρκώς το σύνθημα: «φασίστες, χίτες, χρυσαυγίτες», που περιμέναμε πολύ μάλλον να το πούμε «επίσημα» σε κάποια πορεία, κι έβγαινε με περίσσειο πάθος από τα χείλη όλων.

Η δεύτερη ιδιαιτερότητα ήταν ότι συμπέσαμε χρονικά με την επίσκεψη ενός γκρουπ γιαπωνέζων, που είχαν όλο τον εξοπλισμό και την τυπική συμπεριφορά του μέσου γιαπωνέζου τουρίστα, ξεναγήθηκαν με διερμηνέα στους χώρους της έκθεσης και φωτογράφισαν τα πάντα. Αλλά πού διάολο ξετρύπωσαν το κτίριο, δε μπορεί να ήρθαν τυχαία. Κι όντως τα παιδιά που βρίσκονταν εκεί, μας είπαν πως μάλλον ήρθαν συστημένοι. Πιθανότατα σύσσωμο το κκ ιαπωνίας, απαρτία και τα δέκα μέλη του. Αν κι όποιος διαβάζει το «σύντροφο δελαστίκ», θα καταλάβει τι ριζοσπαστικό πολιτικό κλίμα επικρατεί στην χώρα του ανατέλλοντος ηλίου –που δεν είναι πράσινος, αλλά παρδαλός και σε διάφορες παραλλαγές.

Τι άλλο έκανε εντύπωση στην κε του μπλοκ; Οι οδηγίες χρήσης προς... ναυτιλλομένους, για το πώς να αντιμετωπίζουμε την ανάκριση, σε ένα από τα φύλλα της παρανομίας. Το ειδικό τεύχος αφιερωμένο στη θεσσαλονίκη, καθώς και μια σειρά οδοιπορικά σε διάφορες γωνίες της ελλάδας. Τη συνέντευξη με έναν εργάτη στα ναυπηγεία σκαραμαγκά, που αγόραζε οδηγητή για να νιώθει ένα μπόι ψηλότερος και να τον βοηθάει στο τσούγκρισμα με το νιάρχο. Ένα πανό από τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης με σύνθημα να φύγει η δεξιά, που έγινε πρωτοσέλιδο. Τις εκδόσεις του οδηγητή με πολλά κι ενδιαφέροντα βιβλία (περασμένα μεγαλεία..). Το εκπαιδευτικό ρεπορτάζ για τα σχολεία της δυτικής αθήνας που ‘χαν την πρωτιά σε ψείρες και ηπατίτιδα. Το καλτ θεματικό αφιέρωμα «περεστρόικα και πολιτισμός». Την αρίθμηση των φύλλων που είχαν υπερβεί τα 700 μέχρι το 90’, αλλά μετά έκαναν άλλα είκοσι χρόνια να τα χιλιάσουν –κι ευτυχώς που δε σταμάτησε η αρίθμηση στο επτακόσια τόσα, να λέμε. Κι ένα ιστορικό φύλλο από τα χρόνια της μαύρης μαυρίλας (91’), που δε βγήκε ως όργανο του κσ της κνε, αλλά με την ευθύνη της επιτροπής προσυνεδριακού διαλόγου!



Δυστυχώς δε βρήκα πουθενά ένα άλλο ιστορικό πρωτοσέλιδο από τα τέλη της χρυσής δεκαετίας του 80’, με το φανωμένο μήλο της apple, για το οποίο ο προλεταριακός μύθος μας διηγείται ότι είχε βγει κι αυτοτελώς σε ξεχωριστή αφίσα, με αντίστοιχο περιεχόμενο.

Πέρα από αυτές τις εντυπώσεις, υπάρχουν και φωτογραφικά ντοκουμέντα, τα οποία μπορεί να μην είναι πολύ καλά από τεχνική άποψη, αλλά έχουν την ουσία και την αγάπη του ερασιτέχνη –η οποία προκύπτει κι από την ετυμολογική ανάλυση της λέξης (= ο εραστής της τέχνης). Παρακάτω λοιπόν θα δείτε τις εξής εικόνες:

Δύο πρωτοσέλιδα από το μαθητικό κίνημα επί αρσένη.



Κι από τη θεματική ενότητα του σοσιαλισμού.




Κινηματογραφική εικόνα από τη στήλη για το στρατό.



Τα «αναρχικής αισθητικής» πρωτοσέλιδα της δεκαετίς του 80’, για το εργατικό κίνημα και τις βάσεις του θαΝΑΤΟυ.




Η προαναγγελία του ειδικού τεύχους του οδηγητή για τους ολυμπιακούς της μόσχας του 80’.



Ένα φύλλο της νέας γενιάς της επόν, πλάι σε άλλα παλιότερα έντυπα κομμουνιστικών νεολαιών.



Αφίσα από τα πρώτα φεστιβάλ της οργάνωσης.



Κι άλλη μία από παλιότερο φεστιβάλ στη θεσσαλονίκη.



Ένα αφιέρωμα του οδηγητή στην κούβα, το νησί της επανάστασης.



Φωτογραφία από το πρώτο αντι-ιμπεριαλιστικό διήμερο το 92’, με το σοφιανό ως γραμματέα της κνε, να έχει από τότε ήδη γκρίζα μαλλιά –και πιθανότατα ανέκαθεν, από μικρό παιδί.



Πρωτοσέλιδο του οδηγητή για το ρίτσο –από την καλλιτεχνική ειδική ενότητα- η τιμή σου, τιμή μας,  ποιητή.


Για το τέλος κρατήσαμε το καλύτερο. Συνέντευξη με τον πρωταθλητή του οδηγητή, που έσπαγε τη μία νόρμα μετά την άλλη, με σταχανοφικό ζήλο, είχε μέσο όρο διακίνησης τριάντα φύλλα την εβδομάδα, και προσωπικό ρεκόρ τα 180! Ενώ στη συνέντευξή του εξηγούσε το μυστικό της επιτυχίας, που ήταν η καλή προετοιμασία –μεταξύ άλλων. Μοναδικές προλεκάλτ στιγμές.



Παράλληλα υπήρχαν κάποια άλλα ρεπορτάζ, πχ για ένα σχολείο όπου η οργάνωση διακίνησε στους 400 συνολικά μαθητές 200 φύλλα (!!) που τα διαβάζεις και σε πιάνει μελαγχολία.

Σήμερα όμως τι μέλλει γενέσθαι; Το περιεχόμενο έχει βελτιωθεί, η μορφή έχει αλλάξει, αλλάζουν όμως κι οι μορφές με τις οποίες μπορεί να προσεγγίσει κανείς τη νεολαία. Σε κάθε περίπτωση το πιο σημαντικό είναι να μπαίνει μεράκι στο φύλλο του οδηγητή, που θα το εισπράττει και ο αναγνώστης, (όπως στο χιουμοριστικό σαλόνι στις πρώτες σελίδες) και συλλογική δουλειά που θα αξιοποιεί τη μεγάλη δύναμη του οδηγητή: τους αναγνώστες του, που είναι δυνάμει ανταποκριτές του.




Αλλά αυτό είναι το θέμα μιας άλλης ανάρτησης και συζήτησης, που έχουμε καιρό να την κάνουμε, μέχρι το επόμενο στρογγύλεμα..

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Το προφίλ ενός επαναστάτη

Σε κάποια αποστροφή της εισήγησής του στην εκδήλωση του φεστιβάλ της οργάνωσης για το διαδίκτυο, ο λιονής αν θυμάμαι καλά είχε πει: φανταστείτε να ‘χαν λογαριασμό στο facebook οι μπολσεβίκοι, πόσο εύκολη λεία θα ήταν στα νύχια της οχράνα. Δεν ήταν αυτολεξεί τα ακριβή του λόγια, αλλά αυτή ήταν η ουσία. Σήμερα βέβαια μπορεί να μην έχουμε τσάρο και τη μυστική του αστυνομία, αλλά αν ποτέ έβγαινε εκτός νόμου η ευρύτερη (με την ευρεία έννοια) αριστερά και γίνονταν μαζικές συλλήψεις, η ασφάλεια θα είχε στο πιάτο της μια πλήρη λίστα με ηλεκτρονικές διευθύνσεις και ονόματα ή καλλιτεχνικά ψευδώνυμα, από τα μέλη, την ηγεσία, τους οπαδούς και συμπαθούντες όλων των χώρων –πλην ίσως λακεδαιμονίων.

Το βασικό αντεπιχείρημα είναι ότι η ασφάλεια ούτως ή άλλως μας έχει όλους φακελωμένους κανονικά και με το νόμο, και δε θα αλλάξει τίποτα με ένα διαδικτυακό προφίλ. Άλλοι πάλι το βλέπουν ως μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για ζύμωση και χαρτογράφηση –και η αλήθεια είναι πως υπάρχουν κάποιοι σύλλογοι, πχ απόφοιτων, τελειόφοιτων, μεταπτυχιακών, ου μην και συναδέλφων στη δουλειά, όπου αν δεν είσαι στο FB πρακτικά δεν έχεις πολλά περιθώρια ουσιαστικής παρέμβασης.

Το χειρότερο πάντως, που μου έχει κολλήσει συνειρμικά τις τελευταίες μέρες είναι ότι το facebook κι οι χώροι κοινωνικής δικτύωσης, ακόμα κι αυτό το μπλοκ στην πραγματικότητα, εκτός από πιθανά εργαλεία κατασκοπίας, όπου δίνεις εκούσια πληροφορίες για τον εαυτό σου, βασικά είναι ηλεκτρονικό καταφύγιο τύπου βίλας αμαλίας, όπου σε ωθούν για να παίζεις ακίνδυνα και μπορούν να σε βγάλουν σε οποιαδήποτε στιγμή το θελήσουν.

Πέρα από αυτό όμως η σκέψη ενός προφίλ μπολσεβίκου στο facebook είναι πολύ ιντριγκαδόρικη για να περάσει απαρατήρητη. Και σήμερα που συμπληρώνονται παρά ένα ενενήντα χρόνια από το θάνατο του βλαδίμηρου, η κε του μπλοκ δράττεται της ευκαιρίας να φιλοτεχνήσει ένα υποθετικό προφίλ του ρώσου επαναστάτη. Ομολογώ πως μια απεικόνιση υψηλής ευκρίνειας με τη σελίδα του υποτιθέμενου προφίλ θα έδινε πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα από οπτική άποψη, αλλά αυτά τα ειδικά εφέ κοστίζουν πολύ ακριβά για κάποιον που έχει χάσει το τρένο της ετε και δεν ξέρει πώς να την αξιοποιήσει, όπως η κε του μπλοκ. Οπότε θα περιοριστούμε σε μια λιτή πλην περιεκτική γραπτή παρουσίαση.

Εν αρχή ην το όνομα. Ένας πραγματικός επαναστάτης είναι αναγκασμένος να κυκλοφορεί πολλές φορές υπό καθεστώς  ημι-παρανομίας, θα επέλεγε φυσικά κάποιο ψευδώνυμο για να ρίξει στάχτη στα μάτια της ασφάλειας και κάθε πιθανού διώκτη του και να διατηρήσει μυστική την ταυτότητά του. Και ποιο θα ήταν αυτό; Για παράδειγμα το βλαντίμιρ λέγειν. Το οποίο παραπέμπει στη γνωστή παρανόηση όσων παιδιών έχουν μεγαλώσει σε φιλοκομμουνιστικό περιβάλλον, και δεν κινεί την παραμικρή υποψία της ασφάλειας και του μέσου χρήστη.

Ακολούθως πρέπει να συμπληρώσουμε το status του λέγειν. Αν εννοούμε με αυτό την κατάσταση στην οποία βρίσκεται, οι επικρατέστερες εκδοχές είναι δύο: α. μούμια και β. μαρμαρωμένος βασιλιάς, για να διατηρεί το λαϊκό μύθο ότι την ώρα της (καπιταλιστικής) κρίσης θα ξυπνήσει, θα σηκωθεί και θα ηγηθεί μιας νέας επανάστασης και της δευτέρας παρουσίας του σοσιαλισμού.

Κι ως προς τα ερωτικά; Αν μας αρέσει η ίντριγκα και δώσουμε βάση στα κουτσομπολιά της εποχής για το πλατωνικό φλερτ του λένιν με την ινές αρμάντ –παράλληλα με τη συζυγική του σχέση- μπορούμε να χαρακτηρίσουμε το ερωτικό status του complicated, δηλ περίπλοκο. Αλλιώς μπορούμε να γράψουμε κάτι πιο απλό, όπως: αφοσιωμένος στην κρούπσκαγια ή ακόμα καλύτερα στην επανάσταση και την οργάνωση που ήταν οι αληθινά μεγάλοι του έρωτες –όπως για το μέσι πχ είναι η μπάλα.

Προχωράμε στην ερώτηση: τι βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο μυαλό σου; Επειδή δυστυχώς μετά από τα αλλεπάλληλα εγκεφαλικά, ο βλαδίμηρος δεν είχε τίποτα στο μυαλό του τους τελευταίους μήνες της ζωής του, μπορούμε να συμπληρώσουμε την πιθανή τελευταία σκέψη του, όσο ήταν ακόμα πνευματικά υγιής. Πχ να προλάβω να μιλήσω στο επόμενο συνέδριο, ή να πνίξουμε το θηρίο της γραφειοκρατίας που μας απειλεί. Και αν δεχόμασταν την ιστορία περί «διαθήκης του λένιν» -λες και στα κομμουνιστικά κόμματα αφήνουν κάποιο δαχτυλίδι στο διάδοχό τους, όπως οι αστοί πολιτικοί ηγέτες- θα μπορούσε να μπει κάτι σαν: να θυμηθώ να αλλάξω τη διαθήκη μου. Αν και στην πραγματικότητα αυτή ήταν σοφά γραμμένη, με σκοπό να διαφυλάξει την ενότητα και το βλαδίμηρο να λέει σαν τον αλέξανδρο: ο καλύτερος και να ασκεί –σκληρή αλλά συντροφική- κριτική σε όλα τα μέλη του πολίτ μπιρό.

Ο χάρτης του προφίλ του λέγειν θα είχε οπωσδήποτε τη πετρούπολη, με την παλιά ονομασία, που δεν άλλαξε ποτέ στις καρδιές μας: λένινγκραντ. Είναι πολύ πιθανό όμως να μη συμφωνούσε ο βλαδίμηρος με τη μετονομασία κι αυτή τη μορφή λατρείας προς το πρόσωπό του και να το ξανάκανε πέτρογκραντ αλλά χωρίς το συνθετικό «αγία» μπροστά.

Τι μουσική θα άκουγε όμως ο λένιν; Ασφαλώς σοστακόβιτς και την ορχήστρα του κόκκινου στρατού (αν το πάρουμε με σχήμα πρωθύστερο). Ίσως και leningrand cowboys σε στιγμές χαλάρωσης. Πάντως όχι σκα κι άλλα τέτοια νεοτερίζοντα είδη –καθώς προτιμούσε τις πιο κλασικές μορφές. Και ποιες θα ήταν οι αγαπημένες του ταινίες; Ο οκτώβρης του αϊζενστάιν και το goodbye lenin το οποίο αποχαιρετά με τρυφερή και νοσταλγική ματιά τη ddr και το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε.

Τα αγαπημένα του βιβλία θα ήταν τα δικά του άπαντα, ίσως τα ζητήματα λενινισμού του συντρόφου με το μουστάκι –αφού πρώτα έγραφε έναν τόμο με δικές του κριτικές παρατηρήσεις και συμπληρώσεις. Ενώ από την ελληνική βιβλιογραφία θα σταθούμε στο κεφάλαιο ζητείται λένιν από το τελευταίο μπεστ σέλερ του μπογιόπουλου, και τις λενινιστικές αλήθειες του θ. λιακόπουλου (απλή συνεπωνυμία) από τη θρυλική δεκαετία με τις βάτες που έχει συγκεντρωμένα όλα τα τσιτάτα του για κάθε ζήτημα ξεχωριστά.

Το αγαπημένο ηλεκτρονικό παιχνίδι του θα ‘ταν το icarian, όπου στρατηγικός στόχος του παίκτη είναι η παγκόσμια κυριαρχία, κι από τα επιτραπέζια το risk και το stratego με παρόμοιο σκεπτικό. Παράλληλα ο λέγειν θα λάμβανε στο λογαριασμό του μια πρόσκληση από τον ιωσήφ τζουγκασβίλι για να δοκιμάσει το πολύ δυνατό παιχνίδι που είχε βγάλει οδονητής, με την εύγλωττη ονομασία: Run Trotsky Run.

Ο βλαδίμηρος λέγειν θα ανεβάζει στο προφίλ του διάφορες φωτογραφίες που θα τις μοιράζεται με τους φίλους του κι αυτοί θα τις σχολιάζουν. Για παράδειγμα:
η νάντια κρούπσκαγια κι ο μαλινόφσκι σχολίασαν μια φωτογραφία σας.


Νάντια: σου πάει έτσι το μαλλί βαλόντια! Να το κρατήσεις..
Μαλινόφσκι: Βλαδίμηρε! Εσύ είσαι ρε θηρίο; Τρόμαξα να σε γνωρίσω! Αποκλείεται να σε καταλάβουν οι πράκτορες της οχράνα, αυτό στο εγγυώμαι.
(*για την ιστορική ακρίβεια αυτή η φωτογραφία είναι τραβηγμένη το καλοκαίρι προς φθινόπωρο του 17’, ενώ ο βρώμικος ρόλος του μαλινόφσκι –που ως πράκτορας της οχράνα είχε καταφέρει να διεισδύσει στα ηγετικά κλιμάκια των μπολεσεβίκων- είχε αποκαλυφθεί λίγα χρόνια νωρίτερα).

Ή εναλλακτικά: ο ιωσήφ τζουγκασβίλι σχολίασε.


Πολύ καλή αλλά θέλει λίγο ξύσιμο, μια ιδέα, δίπλα στο βήμα.

Παράλληλα ο λέγειν θα ανακοινώνει στο λογαριασμό του την παρουσία του σε διάφορα λεγόμενα events κι επετειακές εκδηλώσεις για την οκτωβριανή επανάσταση. Θα απορρίπτει τα διαρκή αιτήματα φιλίας και τις ενωτικές επιθέσεις αγάπης της ίσκρα του λαφαζάνη. Θα μπορεί να ενημερώνεται για όσα συμβαίνουν στο προφίλ άλλων φίλων του –για παράδειγμα: ramon mercader just poked leon Trotsky with a piolet (που είναι ένα ορειβατικό εργαλείο σαν την αξίνα). Θα είναι μέλος στα γκρουπ των οπαδών του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, της δημοκρατικής διχτατορίας, της ζενίτ λένινγκραντ, και των δημοτικιστάδων που γράφουν τη δικτατορία του προλεταριάτου με «χτ». Καθώς επίσης στο γκρουπ των θαυμαστών της στήλης του εργατικού αγώνα «το διαδίκτυο έχει κέφια» και σε αυτό των νοσταλγών της στήλης του τηλέπαθου στο ριζοσπάστη.

Θα βλέπει επίσης πόσοι χρήστες δηλώνουν ότι τους άρεσαν διάσημες φράσεις κι αποφθέγματά του. Πχ ο αντώνης σαμαράς έκανε like σε ένα τσιτάτο σας.
του Πάνου Ζάχαρη

Αν υπήρχε η κατάλληλη τεχνολογία στην εποχή του, θα μπορούσε να καταγράφει τα καλύτερα στο τούιτερ και να έβλεπε χιλιάδες χρήστες να τα αναπαράγουν με ρι-τουίτ, που για τις ανάγκες της περίστασης θα μπορούσε να λέγετεαι ρι-τσίτ, ή μάλλον ρι-τσιτάρισμα –εκ του τσιτάτου.

Κλείνοντας αυτήν την περιγραφή, η κε του μπλοκ δεν τρέφει καμία οπορτουνιστική αυταπάτη πως έχει εξαντλήσει το θέμα, και περιμένει τις προτάσεις και τις αντιρρήσεις της βάσης του μπλοκ για να κάνει τις απαραίτητες προσθήκες.

-Υστερόγραφο με νεότερες προσθήκες: το κείμενο αυτό όδευε ήδη προς το τυπογραφείο, όταν τελικά καρποφόρησε μια προσπάθεια συνεργάτη της κε του μπλοκ, που κουτσο-κατάφερε να υλοποιήσει αυτή την ιδέα και να δημιουργήσει ένα προφίλ με τα χαρακτηριστικά που περιγράφονται και παραπάνω. Όσοι σφοι αναγνώστες διαθέτουν προσωπικό λογαριασμό στο facebook μπορούν να πατήσουν σε αυτόν τον σύνδεσμο και να το δουν εδώ. Οι υπόλοιποι θα αρκεστούν με όσα φαίνονται από την εικόνα του print-screen.
Δώστε τη δέουσα προσοχή στις πιπεράτες λεπτομέρειες:


-Υστερόγραφο δεύτερο και τελικό. Η κε του μπλοκ, έχοντας σχεδόν παντελή άγνοια περί του facebook, αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για όσα σημεία είναι άστοχα ή μη συμβατά με τη σημερινή μορφή της ιστοσελίδας. Και παρεμπιπτόντως αναζητά έκτακτη ειδική συνεργασία με σφο αναγνώστη από τη λδ του βορρά, που θα παρευρεθεί σε αυτό και θα δώσει μια σύντομη ανταπόκριση.

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Τροτσκόμετρο

Μετά την επιτυχία και την παλλαϊκή αποδοχή της οποίας έτυχε το αριστερόμετρο του φιλολαϊκού, και δεδομένου ότι το λαϊκό στρώμα κοροϊδεύει την κοινωνία και πολύ δύσκολα θα νικήσει τη βαρεμάρα του για να γράψει κάτι μες στο 13... η κε του μπλοκ αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας ένα ακόμα δύσκολο και πολυσύνθετο καθήκουν, γύρω από ένα θέμα που φοριέται πολύ το τελευταίο διάστημα: τον τρότσκι, τους τροτσκιστές, την τροτσκιστική στροφή όλου του πολιτικού φάσματος της ευρύτερης (με την πολύ ευρεία έννοια) αριστεράς και την τροτσκιστική ιδεολογική (σχεδόν) ηγεμονία μες στο κίνημα.



Ποιος είναι όμως ο πιο τροτσκιστής απ’ όλους; Και τι θα έβγαινε αν βάζαμε κάτω τους τροτσκισμούς μας και τους μετρούσαμε; Με αυτό το πρόβλημα έρχεται να καταπιαστεί η κε του μπλοκ και να συμβάλει το δικό της λιθαράκι στην κατεύθυνση της επίλυσής του.

Εν αρχή λοιπόν η μέθοδος. Μπορεί η διαλεκτική να μην χωράει σε γραμμικά σχήματα ή σε έναν πίνακα συντεταγμένων, αλλά εμείς χρειαζόμαστε μια απλή γραφική παράσταση για να εκφράσουμε την πολιτική αλληλουχία και θα φροντίσουμε να εντάξουμε στη συνέχεια τη διαλεκτική στο σκεπτικό μας. Η αρχική σκέψη ήταν να οριστούν δύο κάθετοι άξονες, πχ τροτσκιστική πρακτική και τροτσκιστική ιδεολογία, κι η ένδειξη στο τροτσκόμετρο να προκύπτει από το γινόμενο των δυο συντεταγμένων ώστε να έχουμε άμεσα συγκρίσιμα αποτελέσματα.

Αυτός ο τύπος διαγραμμάτων άλλωστε ήταν πολύ δημοφιλής προεκλογικά, βοηθώντας πχ διάφορους αναποφάσιστους να ψηφίσουν σύριζα –ενώ για να βγει η ψήφος σου στο κουκουέ, έπρεπε να ‘σαι και λίγο φασιστάκος, οπαδός του ολοκληρωτισμού, και πολιτικός γείτονας της χρυσής αυγής –καθώς στο μυαλό του μέσου αστού πολιτικού «επιστήμονα» όσοι παλεύουν για τη δικτατορία του προλεταριάτου είναι στην ίδια μπάντα με τους νοσταλγούς της επταετίας, και τους άλλους εχθρούς του αστικού κοινοβουλευτισμού.

Παρόλα αυτά η κε του μπλοκ προτίμησε την εύκολη λύση ενός απλού γραμμικού σχήματος, για να καταδείξει μεταξύ άλλων τον αντιδιαλεκτικό, χαβαλέ χαρακτήρα του όλου εγχειρήματος.
(Εξάλλου είναι εντελώς αμφίβολο αν αυτές οι έννοιες και οι –ισμοί μπορούν να εγείρουν σοβαρά κάποια επιστημονική αξίωση. Σε τι συνίσταται πχ συνολικά ο τροτσκισμός ως ολοκληρωμένη ιδεολογία; Αρκούν δυο ιδέες (παγκόσμια και διαρκής επανάσταση) οι οποίες δεν είναι καν πρωτότυπες ακριβώς, για να γίνει λόγος για ένα διακριτό φιλοσοφικό σύστημα –δηλ για έναν –ισμό; Αλλά αυτό παρενθετικά και μόνο).

Χρειαζόμαστε λοιπόν δυο άκρα για να ορίσουμε τον άξονά μας και να τοποθετήσουμε τα πολιτικά μας μεγέθη και την τιμή κάθε τίμιου τροτσκιστή –και μη. Η προφανής επιλογή θα ήταν να βάζαμε στο ένα άκρο το λέοντα και στο αντίθετό του το σύντροφο με το μουστάκι ή το ραμόν μερκαντέρ, σημειώνοντας όλες τις ενδιάμεσες πολιτικές αποχρώσεις του κόκκινου στο σύγχρονο πολιτικό φάσμα. Ωστόσο η λύση αυτή απορρίφθηκε για λόγους που θα εξηγηθούν παρακάτω.

Αντ’ αυτού η κε του μπλοκ προτίμησε ένα πιο δυναμικό μοντέλο, τοποθεώντας στο ένα άκρο του άξονα τον τρότσκι και στο αντίθετό του τους επιγόνους του τροτσκιστές και τα διάφορα παρακλάδια τους με τις ποικιλώνυμες πολιτικές διαδρομές και τον κοινό παρονομαστή της (σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό) απομάκρυνσης από το δάσκαλό τους.
Μια ομάδα αμερικανών τροτσκιστών πχ είχε συγκρουστεί με την τέταρτη διεθνή και τον τρότσκι, όσο  αυτός ήταν ακόμα εν ζωή, γιατί ήθελαν μια ανοιχτή πολεμική ενάντια στην εσσδ και τον κοινωνικό της χαρακτήρα (που σύμφωνα με τον τρότσκι παρέμενε σοσιαλιστικός, παρά τον γραφειοκρατικό εκφυλισμό του εργατικού κράτους). Κάποιοι εξ αυτών, όπως ο μπάρναμ (συγγραφέας του βιβλίου «η επανάσταση των διευθυντών», όπου ανέλυε το νέο στάδιο προς το οποίο συνέκλιναν τα δυο κοινωνικά συστήματα, με νέα άρχουσα τάξη τους διευθυντές –κι όχι τους ιδιοκτήτες- των επιχειρήσεων) εγκατέλειψαν πλήρως τον μαρξισμό (εκτός από τις ιδέες του τρότσκι), περνώντας ανοιχτά στην αντίπερα όχθη. Κι απέδειξαν έτσι πόσο μεγάλη είναι η απορροφητική δύναμη του καπιταλισμού, που ενσωμάτωσε πολύ εύκολα –όχι απλά τους αποστάτες του τροτσκισμού, αλλά- όλα εκείνα τα μαρξίζοντα ρεύματα και τις αναλύσεις τους για τη μετα-βιομηχανική, μετα-καπιταλιστική κοινωνία (της γνώσης, της πληροφορίας, κτλ) που προέβλεπαν το τέλος αυτού ακριβώς του συστήματος που τις απορρόφησε.

Ένα άλλο ρεύμα διαφωνώντας στο ίδιο θέμα (για την κοινωνική φύση της σοβιετίας) ασπάστηκε τη θεωρία του τόνι κλιφ περί κρατικού καπιταλισμού (που υποτίθεται ότι πραγματοποιούσε την υπεραξία στο στρατιωτικό τομέα κι εκτός των συνόρων της). Πρόκειται για εκείνο το διεθνές ρεύμα στο οποίο ανήκουν το σεκ κι η δεα που προέκυψε από τη διάσπαση του τελευταίου.
Τα υπόλοιπα τμήματα που κράτησαν κάποια αναφορά στην τέταρτη διεθνή δεν ξέφυγαν από τον κανόνα της πολυδιάσπασης και των εκατέρωθεν κατηγοριών για αποστασία από την πραγματική ουσία του τροτσκισμού. Κι αν πάρει κανείς ως κριτήριο την άποψη του ενός για τον άλλο, τότε έχουμε να κάνουμε με άθλιους αποστάτες του τροτσκισμού, που τοποθετούνται αυτοδικαίως στο αντίθετο άκρο του τρότσκι, όχι μόνο ως αποστάτες, αλλά και ως το κατοπτρικό του αντίθετο.

Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ο σάββας μιχαήλ. Αφενός γιατί είναι sui generis και δεν χωρά σε καλούπια. Ααφετέτου γιατί παρουσιάζει αρκετά κοινά ως προσωπικότητα με το λέοντα, που δε μπορεί να περάσουν απαρατήρητα: εβραϊκή φυλετική καταγωγή, μεσοαστική ταξική καταγωγή, ρητορική δεινότητα, φλογερό επαναστατισμό, αλλά κάκιστο πολιτικό κριτήριο. Συνεπώς κερδίζει μια θέση στον άξονα πολύ κοντά στο λέοντα –κι ίσως να του άξιζε να έχει εκτός ανταγωνισμού το δικό του προσωπικό άξονα που δεν τέμνεται με κανένα άλλο.

Αφού ξεπεράσαμε αυτό το μεθοδολογικό σκόπελο, η βασική δουλειά που έχουμε μπροστά μας είναι να τοποθετήσουμε στον άξονά μας το κόμμα. Αν πιστέψουμε τα μίντια, τους τροτσκιστές και τον κυρίαρχο δημόσιο λόγο, το κκε είναι ακραιφνώς σταλινικό κι αμετανόητο, στα χνάρια της τρίτης περιόδου και της θεωρίας του σοσιαλφασισμού. Αν πάλι πιστέψουμε το μ-λ ρεύμα, τον εργατικό αγώνα και τον κυρίαρχο «αντιπολιτευτικό» κριτικό λόγο, το κουκουέ έχει κάνει προδοτική, τροτσκιστική στροφή, απαρνούμενο την πάλη για εθνική ανεξαρτησία. Και εφόσον υπάρχει τέτοια διχογνωμία μες στη γενική αντικομματική σύμπνοια και διαλεκτική ενότητα των αντιθέτων, η κε του μπλοκ επέλεξε να τοποθετήσει το κουκουέ στο κέντρο του άξονα, ώστε να βάλλεται πανταχόθεν.

Κάπου κοντά στο κουκουέ, προς το κέντρο θα βάλουμε το σύντροφο με το μουστάκι, αλλά μία ιδέα πιο κοντά προς την πλευρά του τρότσκι, γιατί παρά τις βαθιές διαφωνίες και συγκρούσεις τους (οι οποίες δεν είναι ιστορικά ξεπερασμένες, όπως λένε αφελώς κάποιοι) υπήρχε ένας κοινός λογικός πυρήνας, ο οποίος αποδόθηκε αλληγορικά στη φάρμα των ζώων με τον πολύ εύστοχο συμβολισμό του μύλου –αν θυμάμαι καλά- που ήταν ιδέα του χιονάτου αλλά την οικειοποιήθηκε ο ναπολέων και την παρουσίασε ως δική του. Ο μύλος αυτός δε συμβολίζει κάποια χιμαιρική ουτοπία, σαν τους ανεμόμυλους του δον κιχώτη, αλλά το προτσές της εκβιομηχάνισης της ρωσίας και της κολεκτιβοποίησης της ρωσικής υπαίθρου. Κι εκτός από την ιδέα αυτή καθαυτή, έχει μεγάλη σημασία η χρονική στιγμή κι ο τρόπος με τον οποίο θα εφαρμοστεί. Αλλά αυτό θα ήταν το αντικείμενο μιας άλλης ανάρτησης.

Μεταξύ του συντρόφου με το μουστάκι και του λέοντα με την αξίνα θα τοποθετήσουμε το γιώργο ρούση, ο οποίος κερδίζει επάξια μια θέση κοντά στον δεύτερο με τον χυδαίο όσο και ρηχό αντισταλινισμό του. Αλλά βγάζει τον χειρότερο «σταλινικό» εαυτό του όταν κάποιος επιχειρήσει να αντιπαρατεθεί μαζί του, και συμπεριφέρεται σα μικρό παιδί, κρατώντας δυστυχώς μόνο αυτό το χαρακτηριστικό από την παιδική αρρώστια του «αριστερισμού της νιότης του».

Στην άλλη πλευρά του άξονα θα βρούμε δυο άλλες περιπτώσεις.
Το ναρ που δανείζεται στοιχεία από την θεωρία του κρατικού καπιταλισμού για την εσσδ και διάφορες τροτσκιστικές αναλύσεις για το εργατικό κίνημα και τη θεώρηση της σύγχρονης πραγματικότητας. Ενώ έχει παράδοση μετωπικών συμμαχιών με διάφορες τροτσκιστικές ομάδες (εεκ κι όκδε παλιότερα, όκδε σπάρτακος και σεκ σήμερα) καταφέρνοντας να τις συμβιβάζει με τους μαϊκούς του εκκε στα πλαίσια μιας υποδειγματικής ειρηνικής συνύπαρξης.

Και τον εργατικό αγώνα που ξιφουλκεί με κάθε ευκαιρία εναντίον του τρότσκι και του πουλιόπουλου, αλλά επί του πρακτέου ταυτίζεται με τις θέσεις των τροτσκιστών για το μεταβατικό πρόγραμμα και το ενιαίο εργατικό μέτωπο με δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας.

Η κατηγοριοποίηση αυτή είναι ενδεικτική και σε καμία περίπτωση εξαντλητική. Κι η κε του μπλοκ είναι ανοιχτή στις προτάσεις των σφων αναγνωστών για τον εμπλουτισμό της, την υπερψήφιση και τον τελικό καταρτισμό της του τροτσκόμετρου μέσα από τις συνήθεις συλλογικές, δημοκρατικές διαδικασίες.

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

Συντελεστής κομματικής οικο-δόμησης

Ο ένγκελς σημείωνε κάπου ότι πέρα από τον κόσμο των αφαιρέσεων, ο πραγματικός κόσμος δεν είναι τόσο απλός κι η αλλαγή της κοινωνίας δεν αντιστοιχεί σε μια αλεγβρική εξίσωση πρώτου βαθμού, αλλά σε ανώτερα μαθηματικά. Αλλιώς –λέω εγώ- η σκέψη μας κινδυνεύει να καταλήξει ταξικό ναυάγιο και να πέσει στην ξέρα των ουτοπικών φαντασιοπληξιών και των φανταστικών αριθμών. Αν λοιπόν το στοιχείο στον τίτλο της ανάρτησης είναι ο άγνωστος χι μιας εξίσωσης ανώτερου βαθμού, τότε συναντιόμαστε με τα μεγάλα ερωτήματα της ζωής.

Ποια είναι η σωστή αναλογία στο δίπολο δημοκρατίας-συγκεντρωτισμού, που συνθέτουν από κοινού την βασική καταστατική αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού; Ποιος είναι ο ενδεδειγμένος συντελεστής κομματικής (οικο)δόμησης; Χρειαζόμαστε ένα μαζικό κι ευρύ κόμμα ή ένα κόμμα με αυστηρά κριτήρια στρατολόγησης αλλά πλατιές συσπειρώσεις κι ευρύτερες συμμαχίες; Μπορεί η δομή να επηρεάσει θετικά ή αρνητικά τη λειτουργία ενός κόμματος ή συνολικά μιας κοινωνίας; Μπορούμε εμείς με τη σειρά μας να της αποδώσουμε πρωταρχική σημασία και να ψάξουμε εκεί την αιτία ενός κοινωνικού φαινομένου; Ή είναι ένα κομμάτι του εποικοδομήματος με δευτερεύοντα ρόλο που αντανακλά τις διεργασίες της οικονομικής βάσης; Υπάρχει δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο πόλων; Μπορούμε να την παραλληλίσουμε με την σχέση μορφής-περιεχομένου; Πόσο δευτερεύουσα είναι όμως η πρώτη σε σχέση με το δεύτερο; Και τι συνιστά πρωτοπόρα μορφή που αναδεικνύει ως φόρμα το περιεχόμενο και προωθεί την ανάπτυξή του;
Αυτά τα ερωτήματα οριοθετούν ένα γενικό περίγραμμα της συζήτησης, που δεν είναι καν εξαντλητικό.

Ας ξεκινήσουμε με ορισμένες βασικές παραδοχές. Η δομή προκύπτει ως το λογικό αποτέλεσμα κάποιων διεργασιών κι αναγκαιότητα που υπαγορεύεται από βαθύτερα αίτια. Σε άλλα κοινωνικά συμφραζόμενα η ίδια μορφή δομής (πχ το κράτος) έχει διαφορετική λειτουργία. Συνεπώς η δομή δεν αποτελεί το βασικό κριτήριο για την αξιολόγηση της ουσίας. Ούτε αρκεί από μόνη της για να αλλάξει ριζικά το περιεχόμενο –το κλειδί της υπέρβασης του καπιταλισμού δε βρίσκεται στα δημοψηφίσματα της άμεσης δημοκρατίας, αλλά στην παραγωγή και εκεί είναι το πραγματικό μέτρο της δημοκρατίας, το οποίο με τη σειρά του δεν έχει καμία σχέση με τον συλλογικό εγωισμό της αυτοδιαχείρισης σε κάθε ξεχωριστή επιχείρηση αλλά με τον κεντρικό σχεδιασμό και την ουσιαστική συμμετοχή των εργατικών ενώσεων στον καταρτισμό και την εφαρμογή του. Επόμενα το ζητούμενο δεν είναι μια απογειωμένη δομή, ούτε μια παθητική αντανάκλαση των κοινωνικών τάσεων, αλλά εκείνη η μορφή που θα εξυπηρετεί τον άμεσο στόχο και θα προωθήσει την ωρίμανση του στρατηγικού στόχου.

Η δομή ενός κομμουνιστικού κόμματος (και της σοσιαλιστικής κοινωνίας σε ένα άλλο επίπεδο) διέπεται από μια βασική αντίθεση. Αφενός αντανακλά κάποια κατάλοιπα κι αντικειμενικούς περιορισμούς από το περιβάλλον στο οποίο συγκροτείται κι αναπτύσσεται, όπως την ιεραρχία, τη διάκριση μεταξύ χειρώνακτα και διανοούμενου ή αλλιώς μεταξύ διευθυντικής και εκτελεστικής εργασίας, καθώς και τον υποδουλωτικό καταμερισμό εργασίας –που αναφέρεται περίπου στο ίδιο πράγμα. Ενώ αφετέρου δημιουργεί τους όρους για την υπέρβαση αυτών των χαρακτηριστικών κι (οφείλει να) λειτουργεί ως εικόνα από τα προσεχώς του σινεμά, ως μια προαπεικόνιση της κοινωνίας του μέλλοντος ενσωματώνοντας βασικά της γνωρίσματα στη λειτουργία του –όπως τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη, την αυτοθυσία, τους δημοκρατικούς κανόνες, την ισότητα στα δικαιώματα, τον έλεγχο της ηγεσίας, κι άλλα στοιχεία που συμβάλλουν στη διαμόρφωση πραγματικά κομμουνιστικών συνειδήσεων.

Κάποια αρνητικά στοιχεία αποτελούν αναγκαίο κακό ως ένα βαθμό. Ο συγκεντρωτισμός πχ υπαγορεύεται εν μέρει από την ανάγκη να αντιπαρατάξουμε στο αστικό κράτος και τους συγκεντρωτικούς μηχανισμούς του αντιπάλου, ένα εξίσου συμπαγές σύνολο με συγκεντρωμένες δυνάμεις, που δε θα είναι τυπικά ενιαίες με διαλυτικές τάσεις, αλλά μια ενωμένη γροθιά που θα τσακίσει τη σιδερένια φτέρνα του συστήματος. Κι απέναντι στη λογική της ατομικής λύσης και του «ένας αλλά λέων και όλοι εσείς τυριά», θα αντιπαρατάξει ένα ενιαίο σύνολο που θα παλεύει σα λιοντάρι και θα σκέφτεται σαν αλεπού, όπως έλεγε κι ο γκράμσι στη μελέτη του για τον ηγεμόνα του μακιαβέλι.

Αντιθέτως, κάποια άλλα χαρακτηριστικά είναι απλώς αναγκαία, όπως η χαμαλοδουλειά, η αποκαλούμενη και δουλειά μυρμηγκιού, που είναι απαραίτητη για να βγάλουν φτερά τα μυρμήγκια και να πετάξουν στην έφοδό τους προς τον ουρανό. Οι ανάγκες για πρακτική δουλειά είναι αντιστρόφως ανάλογες του αριθμού των συντρόφων, αυξάνονται εκθετικά, εγείρουν συνεχώς καινούριες απαιτήσεις, καταπίνουν σα μολώχ τον προσωπικό χρόνο του συντρόφου, που τρέχει καθημερινά σαν τον ωκύποδα αχιλλέα, άλλο αν η υπόθεση προχωρά με ρυθμούς χελώνας και είναι πάντα ένα βήμα πίσω από τις ανάγκες, μέχρι να τα φτύσει ο σφος από την κούραση, να φωνάξει περιχαρής νενικήκαμεν και να πέσει ξέπνοος.

Για να γίνει πιο κατανοητό αυτό το τελευταίο, θα πάρουμε το παράδειγμα με τη γνωστή φράση του μαρξ για τον άνθρωπο της κοινωνίας του μέλλοντος που το πρωί μπορεί να κυνηγάει, το απόγευμα να ψαρεύει και μετά το δείπνο να φιλοσοφεί, χωρίς να γίνεται τίποτα απ’ όλα αυτά στο τέλος της ημέρας (φιλόσοφος, κυνηγός ή ψαράς). Στο σήμερα πάλι ένας μέσος σφος πηγαίνει το πρωί για εξόρμηση με προκηρύξεις, το μεσημέρι γίνεται ρήτορας στο διάλειμμα της δουλειάς ή σε κάποιο αμφιθέατρο, το απόγευμα φιλοσοφεί στη συνέλευση της (κ)όβας του, χωρίς να είναι αγκιτάτορας, ρήτορας, φιλόσοφος ή οικονομολόγος. Και στο τέλος της ημέρας είναι απλώς ένα κινούμενο πτώμα, που πρέπει να φροντίσει συν τοις άλλοις για την οικογένεια, τους φίλους, τη γειτονιά, την προσωπική του αυτομόρφωση, και τη συνολική καλλιέργεια της προσωπικότητάς του. Και εφόσον οι προλετάριοι δεν έχουνε πατρίδα, θεωρεί σπίτι του όλον τον κόσμο, και τρέχει να τον αλλάξει –και με αυτήν την έννοια και μόνο μπορεί να γίνει λόγος για νοικοκύρηδες.

Εδώ λοιπόν υπάρχει η κατάργηση του καταμερισμού, γιατί ο σύντροφος είναι όλα σε ένα και συμφέρει, χωρίς να αίρεται ακριβώς ο υποδουλωτικός του χαρακτήρας. Υπάρχει όμως και το διαλεκτικά αντίθετο μοντέλο οργάνωσης, που καταργεί την υποδούλωση εδώ και τώρα, με άκρως θεαματικά αποτελέσματα. Κάθε μέλος ασχολείται πρακτικά με τα πάντα: με την κρίση, με υψηλή πολιτική, μαρξιστική φιλοσοφία, θεωρία, ανάλυση, αποκτώντας έτσι μια φοβερή πολυπραγμοσύνη, χωρίς να εντρυφεί όμως σε κανένα από αυτά τα αντικείμενα. Κι όλα αυτά στην προαιρετική βάση της ελεύθερης επιλογής.

Έτσι όμως κανείς δεν επιλέγει να γίνει κυνηγός, ψαράς, χαμάλης και όλα τα απαραίτητα προς το πολιτικό ζην της οργάνωσης, που είναι στο όριο της επιβίωσης. Κι η οργάνωση δεν είναι απλώς μια πρωθύστερη μικρογραφία του κομμουνισμού, αλλά τον ενσαρκώνει άμεσα, σε τέτοιο απόλυτο βαθμό, που όλα γίνονται αυθόρμητα και δεν χρειάζονται γραφειοκρατικές ηγεσίες, πρόγραμμα, καταμερισμός, συνεννόηση, ελεγκτικά όργανα, κι άλλες τέτοιες καταπιεστικές δομές, αφού ως γνωστόν στον κομμουνισμό καταργείται η πολιτική και κάθε έννοια οργάνωσης και κόμματος. Επιλέγουν λοιπόν όλοι σχεδόν να αμπελοφιλοσοφήσουν ανάλογα με τις ανάγκες των αναζητήσεών τους, οι οποίες αναπτύσσονται με γεωμετρική πρόοδο. Και μένουν να τρέχουν κάτι λίγοι με ζήλο σταχανοβίτη και γνήσια κομμουνιστική συνείδηση, που δεν την περιορίζουν σε κάποιο αφηρημένο επίπεδο, αλλά φροντίζουν να την γειώνουν στην πραγματικότητα.

Υπάρχει εναλλακτικά κι η πρακτική συμβουλή του βλαδίμηρου για το λεγόμενο ροτέισον: να γίνουν όλοι με τη σειρά γραφειοκράτες, ο καθένας από λίγο, για να μην υπάρχει στο τέλος κανείς γραφειοκράτης. Κι υπάρχουν και διάφοροι τρόποι να επιχειρήσεις να το εφαρμόσεις. Μπορείς να το κάνεις με τέτοιο τρόπο, που να μείνεις στο πρώτο σκέλος και ένα μεγάλο μέρος του χώρου σου να σκέφτεται γραφειοκρατικά, με βασική αρχή το φορμαλισμό και την τυπολατρία.
Αλλά μπορείς να το κάνεις και με τέτοιο τρόπο, ώστε να μην χάνεται το πολύτιμο στοιχείο της εμπειρίας που έχουν κάποια στελέχη, οι ιδιαίτερες κλίσεις κι οι ικανότητες κάποιων συντρόφων. Και παράλληλα με τρόπο που να καταπολεμάει τη μονομέρεια, να τραβήξει τη βάση στο τιμόνι της καθοδήγησης, να φέρει τα ιδεολογικά στελέχη σε επαφή με την πράξη και τα επαγγελματικά σε επαφή με την παραγωγή.

Τελειώσαμε λοιπόν με αυτό; Όχι. Γιατί πέρα από τις γενικές αρχές, το ζήτημα μπαίνει ιστορικά και στη συγκεκριμένη εφαρμογή τους σε κάθε χρονική συγκυρία. Κι έτσι επιστρέφουμε σε κάποια απ’ τα αρχικά ερωτήματα. Κι εφόσον όλα αυτά αφορούν τις οργανωτικές αρχές και κατά μία έννοια εφάπτονται με τον προσυνεδριακό διάλογο που έχει ανοίξει στο ρίζο, η κε του μπλοκ κρίνει σκόπιμο να παραπέμψει σε μια παλιότερη συνέντευξη του σήφη κωτσαντή στο όργανο, σχετικά με το καταστατικό που ψηφίστηκε στο 15ο συνέδριο και τις αλλαγές που προτείνονταν. Περιττό να σημειώσω –πέρα από κάποια ζητήματα που μπήκαν κι εδώ- ότι αν γινόντουσαν σήμερα πχ αυτές οι αλλαγές, οι υστερικές κραυγές για τη στροφή του κκε και τον αντιδημοκρατικό του κατήφορο (βλέπε πχ κατάργηση δημοψηφισμάτων και ορίων εκλογής στελεχών) θα έδιναν και θα 'παιρναν από πολλούς όψιμους εραστές εκείνου του συνεδρίου. Αλλά αυτό είναι άλλου παπά βαγγέλιο..