Το πρωί στις 18 του οχτώβρη 1944, όπως έγραψε αργότερα κι ο ίδιος ο παπανδρέου, «ο πρόεδρος της κυβερνήσεως γ. παπανδρέου και ο στρατηγός σκόμπυ επιβαίνουν της πρώτης ανοικτής αμάξης… συμφώνως προς το πρόγραμμα ανήλθον πρώτον εις την ακρόπολιν, όπου ο πρωθυπουργός της απελευθερώσεως !!! (σσ: τα θαυμαστικά είναι του χατζή) ύψωσε την ελληνικήν σημαίαν, ζητωκραυγάσας υπέρ της αιωνίας ελλάδος».
Από την ακρόπολη όλοι οι επίσημοι κατευθύνθηκαν στη μητρόπολη. Έγινε δοξολογία, εκφωνήθηκαν λόγοι και μετά, σύμφωνα με το πρόγραμμα, περνώντας ανάμεσα σε ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων, πήγαν στην πλατεία συντάγματος, όπου θα εκφωνούσε ο παπανδρέου τον πανηγυρικό της απελευθέρωσης και θα ανέπτυσσε την πολιτική της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Ο πρωθυπουργός πρόσωπο με πρόσωπο με το λαό
Ο παπανδρέου αρχίζει το λόγο του με μεγαλόστομες φράσεις.
Ασπαζόμεθα την ιεράν γην της ελεύθερης πατρίδας μας… Οι βάρβαροι αφού εβεβήλωσαν, επυρπόλησαν και εδήωσαν, επί τρία και ήμισυ έτη, πιεζόμενοι πλέον από την γενικήν συμμαχικήν νίκην και την εθνικήν μας αντίστασιν, τρέπονται εις φυγήν. Και η κυανόλευκος κυματίζει μόνη εις την ακρόπολιν… από τα βάθη της ιστορίας οι ελληνικοί αιώνες πανηγυρίζουν την επάνοδον της ελευθερίας εις την αρχαίαν πατρίδαν της… από την εποχή του λιβάνου διακηρύξαμε ότι κύριος σκοπός της κυβερνήσεως είναι η εθνική απελευθέρωσις και αποκατάστασις.
Το συμβόλαιο του λιβάνου, το οποίον έχουν συνυπογράψει όλα τα κόμματα, ορίζει ως περιεχόμενον του εθνικού μας προγράμματος «την πλήρη ασφάλεια των νέων συνόρων μας…» Οφείλομεν να αποβλέπωμεν δια το μέλλον εις την σοβαρά αύξησιν του εθνικού μας εισοδήματος και ταυτοχρόνως εις την δικαίαν διανομήν του. το ιδεώδες μας είναι να πραγματοποιήσεωμεν συγχρόνως και την οικονομικήν ευημερίαν και την κοινωνικήν δικαιοσύνην…»
Ο λαός τον διακόπτει. Φωνάζει «λαοκρατία»! «Eθνική νέμεση»! «Οι εθνοπροδότες στο λαό».
Ανήσυχος ο παπανδρέου, σκουπίζοντας το ιδρωμένο πρόσωπό του, γυρίζει ικετευτικά προς το μέρος του ζεύγου και του ιωαννίδη. Ο ζεύγος κάνει χειρονομίες στο λαό και απαιτεί ησυχία για να συνεχίσει τον προγραμματικό του λόγο ο πρωθυπουργός. Επικρατεί ησυχία, για λίγο όμως. Και πάλι ο λαός ζητάει λαοκρατία. Αντηχεί το τραγούδι: τόχουμε γράψει βαθιά μες στην καρδιά μας, λαοκρατία κι όχι βασιλιά. Τα χωνιά, οι τηλεβόες της κατοχής, διακόπτουν συνεχώς τον παπανδρέου. Ο σκόμπυ δείχνει φανερό εκνευρισμό και τότε ακούστηκε να λέει στον επιτελάρχη του: -πρέπει να τελειώνουμε με αυτόν τον όχλο.
Ο παπανδρέου κατάλαβε πως η λαοθάλασσα στην πλατεία συντάγματος δεν ήταν μία από τις γνωστές προεκλογικές συγκεντρώσεις της προπολεμικής εποχής. Εδώ είχαν συγκεντρωθεί λαϊκές μάζες πολιτικά ανεβασμένες, οργανωμένες, που είχαν συνείδηση του έργου που είχαν επιτελέσει και κατοχύρωση των κατακτήσεών τους και λαοκρατικό καθεστώς.
Ο παπανδρέου όμως δεν ήταν από κείνους που τα χάνουν εύκολα, αλλά ούτε είχε τα θάρρος να έρθει αντιμέτωπος με τη θέληση του λαού. Έπρεπε να κρατηθεί στην κυβέρνηση με κάθε τρόπο. Δε διστάζει λοιπόν, να υποσχεθεί τα πάντα, για να καθησυχάσει τα πνεύματα. Ο λαός ζητούσε λαοκρατία. Θα κάμωμεν και λαοκρατίαν απάντησε ο πρωθυπουργός της νίκης. Θύελλα χειροκροτημάτων και επευφημίες υπέρ της κυβέρνησης της εθνικής ενότητας.
Ο παπανδρέου που γοητεύεται από τα παλαμάκια, προχωρεί ακόμα παραπέρα: πιστεύομεν εις την λαοκρατίαν… Είναι πλέον καιρός, έπειτα από την μακράν περίοδον της δουλείας, όπως ο ελληνικός λαός, απηλλαγμένος πάσης και υλικής και ψυχολογικής βίας, αποφασίσει κυριάρχως και διά το πολίτευμα και διά το κοινωνικόν καθεστώς και διά την κυβέρνησιν της αρεσκείας του, καθώς επίσης και διά τους δημοτικούς και κοινοτικούς άρχοντας του.
Δεν ημπορούμε να προχωρούμε με τα τεκμήρια του παλαιού παρελθόντος, το οποίον ευλόγως τίθεται υπό αμφισβήτησιν… Το έθνος χρειάζεται οριστικόν πολίτευμα και λαοπρόβλητον κυβέρνησιν, ώστε να αναληφθή μετά σταθερότητος η προσπάθεια της μεγάλης δημιουργίας του μέλλοντος…
Θύελλα χειροκροτημάτων και επιδοκιμασιών, κάλυψαν τα τελευταία λόγια του «πρωθυπουργού της απελευθέρωσης», όπως ο ίδιος ανύψωσε τον εαυτό του. Στην πλατεία συντάγματος κέρδισε μια μάχη ο παπανδρέου υπέρ της αντίδρασης και των άγγλων. Ο ίδιος όμως πέρασε στιγμές δύσκολες, που επέδρασαν στην ψυχολογία του και κυριαρχήθηκε από μια φοβία μπροστά στο λαό που θα εκδηλωθεί στην πρακτική του με τη μορφή της διστακτικότητας, που προκαλούσε ανησυχίες τόσο στην αντίδραση όσο και στους άγγλους.
.
Την ίδια μέρα, 37 χρόνια μετά, η ιστορία επαναλαμβανόταν ως φάρσα κι ο γιος του παπατζή υποσχόταν περίπου τα ίδια κοροιδεύοντας τον κοσμάκη με συνθήματα για λαϊκή κυριαρχία.
Κι η τραγωδία είναι ότι και σε αυτόν εμείς τον στρώσαμε λίγο-πολύ το δρόμο. Αλλαγή χωρίς το κουκουέ δε γίνεται. Εκτός απ' το μανωλιό που αλλάζει ρούχα, μπλε και πράσινα.
Πάμε όμως σε κάτι λιγότερο ψυχοπλακωτικό (απ’ το βιβλίο του χατζή πάλι).
Κυριακή 19 του νοέμβρη.
Την αυγή, κείνη τη μέρα όλες οι καμπάνες των εκκλησιών χτύπησαν χαρμόσυνα. Καλούσαν τον αθηναϊκό λαό να γιορτάσει την 26η επέτειο του κομμουνιστικού κόμματος (…) που έγινε η τιμή και η συνείδηση του εργαζόμενου και αγωνιζόμενου ελληνικού λαού.
Λίγα χρόνια πριν μπορεί να στράβωνα με αυτή την παράγραφο. Τώρα έχω διαβάσει αρκετό ρίτσο κι έχω μάθει να μου αρέσουν κάτι τέτοια λαϊκοπατριωτικά. Ας κάνουμε εμείς την επανάσταση κι ας μας ζωγραφίζουν και σαν άι γιώργηδες καβάλα στο άλογο, όπως έκαναν στη ρωσία με τον τρότσκι. Δε μπαίνει θέμα.

Κι ένα τελευταίο απόσπασμα για τον ηρωικό δεκέμβρη. Ο χατζής σχολιάζει ότι οι άγγλοι εξαπατήθηκαν απ’ τους στρατιωτικούς και τον παπανδρέου που τους διαβεβαίωναν ότι μπορούν να νικήσουν τον ελας χωρίς τη δική τους συνδρομή.
Πίστεψαν στις επανειλημμένες δηλώσεις του παπανδρέου ότι ο λαός είναι πιστός κι αφοσιωμένος σύμμαχος των άγγλων κι ότι «φθάνει επ’ ολίγας ημέρας το συμμαχικόν ραδιόφωνο να καταγγείλη μιαν οργάνωσιν ως απειθούσα εις τας εντολάς του συμμαχικού στρατηγείου και ως υπεύθυνον βλάβης του συμμαχικού αγώνος, φθάνει το συμμαχικόν στρατηγείον να επαναλάβη την κατηγορίαν εις προκηρύξεις του ριπτομένας εις την ύπαιθρον, διά να παραλύση αμέσως η καταγγελομένη οργάνωσις και να διαλυθή υπό τας αράς του ελληνικού λαού».
Δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτά τας αράς, αλλά μοιάζουν με ομάδες κρούσης της εποχής που διαλύουν τους αντιφρονούντες. Κάτι σαν τον οπλα δηλ. Οι άγγλοι δε μπορούσαν να ξέρουν βέβαια πως ο άρης ήταν κομμουνισταράς και μόνος του θα πλάκωνε όλη την αράς.
Έτσι όμως ρίχνουμε κατακόρυφα το επίπεδο προς τους συναγωνιστές της αρας. Οι οποίοι στην τελική ξέρουν να αυτοσαρκάζονται μόνοι τους με πολύ εύστοχο τρόπο. Κι οι φήμες λένε ότι στα πάρτι τους τραγουδάνε:
Γιατί δε με θες κυρά μου, επειδή είμαι αράς…