Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γκεβάρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γκεβάρα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2016

Το τικ-τακ του ρολογιού

Με αφορμή τη σημερινή επέτειο της εκτέλεσης του Τσε στη Βολιβία, από μια δράκα δειλά καθάρματα, που φοβήθηκαν να τον κρατήσουν ζωντανό για να τον δικάσουν, ας δούμε ένα τελείως δευτερεύον ζήτημα, που έχει όμως κάποιες γουστόζικες προεκτάσεις.

Καταρχάς ένα μικρό απόσπασμα από τη βιογραφία του Τσε (Πάκο Ιγνάσιο Ταΐμπο, Ερνέστο Γκεβάρα, γνωστός κι ως Τσε) που θα μας δώσει το υλικό για τα υπόλοιπα.

Στις 8 Οκτωβρίου 1966 ο κομαντάντε Γκεβάρα είχε πάνω του δύο ρολόγια Ρόλεξ, το δικό του και του βοηθού του, που είχε παραδοθεί στον Τσε με το θάνατο του Κοέγιο. Οι στρατιώτες του τα έβγαλαν και τα δύο με το που τον έπιασαν. Στην πρώτη του συζήτηση με τον Γκάρι Πράδο μέσα στο σχολείο της Ιγέρα, ο Τσε του το είχε πει κι εκείνος είχε φωνάξει τότε τους στρατιώτες και είχε πάρει πίσω τα δυο ρολόγια Ρόλεξ oster perpetual.
-Ορίστε τα ρολόγια σας, κρατήστε τα, κανείς δε θα σας τα πάρει.
Ο Τσε απαντάει ότι θα προτιμούσε να του τα φυλάξει εκείνος και αν του συμβεί κάτι να φροντίσει "να φτάσουν στους δικούς μου". Ο Πράδο του ζητάει να ξεχωρίσει το δικό του και ο Τσε το σημαδεύει χαράζοντάς του ένα Χ στην ανάποδη πλευρά με μια πέτρα. Ο Πράδο κρατάει το ρολόι του Τσε και δίνει στον ταγματάρχη Αγιορόα το ρολόι του Κοέγιο.
Έτσι συνέβησαν τα πράγματα σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, αλλά ο τηλεγραφητής της Ιγέρα, ο Κορτές, είδε το συνταγματάρχη Σέλιτς να παίρνει από τον Τσε το ρολόι του, εκμεταλλευόμενος το γεγονός ότι ήταν δεμένος. Και ο πράκτορας της CIA Φέλιξ Ροδρίγκες διηγείται πώς βρέθηκε στα χέρια του το ρολόι του Τσε όταν κατάφερε να κοροϊδέψει ένα στρατιώτη που του το είχε πάρει και πώς το είχε φορέσει στον καρπό του όταν ανέβηκε στο ελικόπτερο με το οποίο εγκατέλειψε τον οικισμό της Ιγέρα. Στην πορεία της αφήγησης το ρολόι Ρόλεξ oster perpetual γίνεται ένα Ρόλεξ GT master. Αλλά ο Ισπανο-μεξικανός δημοσιογράφος Λουίς Σουάρες διαβεβαίωνε ότι το Ρόλεξ του Τσε είχε καταλήξει στα χέρια του λοχία Μπερναρδίνο Ουάνκα, ο οποίος το είχε πάρει από το πτώμα.
Άλλες εκδοχές της ιστορίας θέλουν ιδιοκτήτη του ρολογιού το στρατηγό Οβάνδο και μια άλλη, πιο ευφάνταστη, βάζει το ρολόι να ταξιδεύει χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά: Από το πτώμα στο γιατρό που έκανε νεκροψία και από το γιατρό στο γιο του, ο οποίος το έδωσε για να πληρώσει ένα χρέος σε μια καντίνα της μεξικάνικης πόλης της Πουέμπλα.

Μήπως σου θυμίζουν κάτι όλα αυτά, σφε αναγνώστη; Δεν μπορεί, για θυμήσου καλά. Κάπου, κάπως, κάποτε, θα το έχεις ξανακούσει.
Οι κομμουνιστές δε φορούν ρόλεξ! Απαγορεύεται λέμε! Το γράφει στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο και στο καταστατικό.
Ή μήπως όχι;


Ασφαλώς θα θυμάστε οι περισσότεροι τον κακό χαμό που είχαν σηκώσει διάφορες χρυσαυγίτικες (επίσημες και συγκαλυμμένες) σελίδες για την απομίμηση Ρόλεξ, που φοράει στο αριστερό του χέρι ο Κουτσούμπας. Ενώ ο καημένος ο Παττακός πχ, που απελευθερώθηκε το 90' για ανήκεστο βλάβη, λόγους υγείας, κτλ, για να ζήσει ελεύθερος τα τελευταία 26 χρόνια της ζωής του, πέθανε στην ψάθα, με μια Ουκρανή υπηρέτρια (μα γιατί όχι Ελληνίδα;), κτλ...


Όπως βλέπεις μάλιστα, ένας περήφανος βλαξ με περικεφαλαία του διαδικτύου το διατύπωσε με πιο πομπώδη τρόπο.
Άραγε φορούσαν Ρόλεξ οι Μαρξ, Λένιν, Στάλιν, Μάο, Φιντέλ, Τσε, κλπ;
Έλα ντε, τι λες κι εσύ, σφε αναγνώστη;


Κοίτα να δεις που χτυπήσαμε λαβράκι. Να δεις τελικά που μέχρι το τέλος της ανάρτησης, θα βγει η παγκόσμια επανάσταση καρπό της διεθνούς συνωμοσίας των πανίσχυρων μονοπωλίων στο χώρο της ωρολογοποιίας, που κινεί από το παρασκήνιο όλα τα νήματα. Κάμερα σε μένα!
Ή μάλλον όχι, κάμερα σε αυτόν.

Μα τον Τουτάτι, δε θα αντέξω κι άλλες βλακείες...
Τώρα μαθαίνουμε πως δεν είναι μόνο ο αρχηγός του γαλατικού χωριού της Καραϊβικής (που είναι λογικό να εκφράζει κατά καιρούς μια πνευματική κόπωση με όσα ακούγονται) αλλά και ο Τσε, που κατά τα άλλα δεν ανεχόταν τη χλιδή και κάθε είδους ειδική μεταχείριση προς το πρόσωπό του. Αλλά βρέθηκε κι αυτός με Ρόλεξ και μάλιστα να φοράει δύο ρολόγια, όπως, όπως...

Α, ναι. Μη μου πεις ότι το είχες ξεχάσει. Ότι δεν έχεις ξανακούσει ποτέ για αυτό. Αυτούς που ίσως στο πιο συγκλονιστικό στιγμιότυπο του εικοστού αιώνα κοιτούν το δάχτυλο αντί για το φεγγάρι. Και τα δύο ρολόγια στο χέρι του αξιωματικού, αντί για το στρατιώτη που βάζει την κόκκινη σημαία στο Ράιχσταγκ, να κυματίζει συμβολίζοντας τη συντριβή του ναζισμού.


Φαντάσου δηλ να ήταν σε θέση να διαβάσουν τις χίλιες και βάλε σελίδες της βιογραφίας, όπου μεταξύ άλλων θα ανακάλυπταν πως ο Τσε δεν είχε και την καλύτερη σχέση με το μπάνιο, ή μάλλον δεν ήταν προτεραιότητά του, ιδίως όταν βρισκόταν σε αντάρτικο ή εξορμήσεις. Και μετά από μια εκστρατεία του με την αγαπημένη του Ποδερόσα, νομίζω, είχε κερδίσει ένα στοίχημα από κάποιους φίλους του, που δεν πίστευαν πως το (ακαθόριστου χρώματος) εσώρουχό του μπορούσε να σταθεί από μόνο του όρθιο, μετά από τόσες μέρες πάνω του. Αλλά αυτή είναι μια άλλη ιστορία.

Και στην τελική, όπως λέει ο Ζαραλίκος -για τους χρυσαυγίτες και τη σχέση τους με την ιστορία και την αλήθεια- με φωνή τέσσερα.
-Έχεις βίντεο; Βίντεο έχεις; Αποδείξεις...
Άμα δεν έχεις, τι το συζητάμε...
Και πώς ξέρουμε ότι τον σκότωσαν στην τελική...

Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

Τα 13 πρόσωπα του Κουφοντίνα - Μέρος β'

Πιάνουμε το νήμα από εκεί που το είχαμε αφήσει στο πρώτο μέρος, για να δούμε ορισμένες ακόμα χαρακτηριστικές κατηγορίες. Μία κατηγορία μόνος του πχ είναι ο δημοσιογράφος Τάσος Παππάς, το εναλλακτικό πασοκοπαπαγαλάκι, με το ύφος χιλίων μπαρουτοκαπνισμένων οπλαρχηγών και το φοβερό βάθος της πολιτικής του ανάλυσης. Ας δούμε μερικά χαρακτηριστικά σημεία.

Ο μπαρουτοκαπνισμένος Παππάς

Έχουν γραφτεί και ειπωθεί πολλά. Τα περισσότερα όταν η 17 Νοέμβρη ήταν εν ενεργεία. Μύθοι για την προέλευσή της, φληναφήματα για το ρόλο της, στερεότυπα για τη δράση της: Από τις γνωστές αμήχανες θεωρίες της παραδοσιακής Αριστεράς ότι ήταν δημιούργημα των μυστικών υπηρεσιών των δυτικών χωρών, μέχρι τις βιτριολικές κατασκευές της Δεξιάς και των ελληνικών διωκτικών αρχών, που έγιναν βεβαιότητα για τους Αμερικανούς, ότι είχε βάλει το χεράκι του το ΠΑΣΟΚ. Όσοι έλεγαν ότι η 17 Νοέμβρη ήταν αυτό που δήλωνε, δηλαδή μια οργάνωση της Άκρας Αριστεράς που επέλεξε το δρόμο της ένοπλης ανυπακοής, όπως και πολλές οργανώσεις το ίδιο διάστημα στην Ευρώπη, χαρακτηρίζονταν ύποπτοι ή στην καλύτερη περίπτωση, αφελείς.

Η θεωρία των άκρων για αρχάριους. Και το ΠαΣοΚ της καρδιάς του να βγαίνει πάλι στον αφρό, με κάποιο μαγικό τρόπο. Το είχαν στο στόχαστρό τους κι οι αμερικάνοι. Οι οποίοι κακοπερνούσαν γενικά στα χρόνια της Αλλαγής, τους είχαν διώξει και τις βάσεις, θυμάμαι. Όχι;

Σε μια συνεδρίαση, όπως αναφέρεις στο βιβλίο, ένας σύντροφός σου ρώτησε: "πολεμάμε πέντε χρόνια, ως πότε ακόμη;". Εσύ του απάντησες: "πέντε και δέκα χρόνια, όσο χρειαστεί".
Μου θυμίζει τη γνωστή ιστορία με τον κομμουνιστή πολιτικό κρατούμενο την εποχή της παρανομίας του ΚΚΕ. Αφού άκουσε την εισήγηση της καθοδήγησης με όλα τα αισιόδοξα επιχειρήματα για το επερχόμενο τέλος του καπιταλισμού και την αναπόφευκτη νίκη του προλεταριάτου, αναρωτήθηκε: "Δεν καταλαβαίνω ρε σύντροφοι. Οι αντικειμενικές προϋποθέσεις είναι καλές, οι υποκειμενικές αμόμη καλύτερες, και ο Μήτσος πάντα στην Ακροναυπλία".
Αγώνας, αγώνας, αγώνας, θυσίες, θυσίες, θυσίες, υπομονή, υπομονή, υπομονή, αλλά φως στο βάθος του τούνελ δε φαίνεται.
Και λίγο παρακάτω, έρχεται το καλύτερο.

Αντί για το βασίλειο της ελευθερίας είχαμε αυταρχικά και ανελεύθερα καθεστώτα που δυσφήμησαν το ιδεώδες του σοσιαλισμού. Αντί για σοβιέτ είχαμε γκουλάγκ. Τελικώς μου φαίνεται ότι είχαν δίκιο ο "αποστάτης Κάουτσκι" και ο "πάπας του ρεφορμισμού" Μπέρνσταϊν και όχι ο Λένιν και ο Τρότσκι.

Όλα μαζί σε ένα τσουβάλι, μαζί με μια αλαφιασμένη γάτα, κι όποιον πάρουν τα νύχια της.
Κι όχι πως καλλιεργεί τη λογική πως "τίποτα δε γίνεται", επομένως όλοι Σύριζα. Αλλά το κάνει, όσο να πεις...
Δεν είναι όμως κάτι ευκαιριακό, όπως δεν είναι και το μίσος του απέναντι στο σοσιαλισμό που γνωρίσαμε.

Υποστηρίζεις ότι η λαϊκή δημοκρατία (δικτατορία του προλεταριάτου) υπερέχει της αστικής δημοκρατίας. Στην πράξη πάντως αυτό που συνέβη ήταν πολύ διαφορετικό. Τα καθεστώτα που υποστήριζαν ότι ήταν εργατικά (χρησιμοποιώ τον όρο για τη συνεννόηση γιατί δεν πιστεύω ότι ήταν) αμαύρωσαν κάθε έννοια ελευθερίας και δημοκρατίας. Τα πολιτικά συστήματα της αστικής τάξης επιτρέπουν στους αντιπάλους τους να υπάρχουν, να λειτουργούν και να διεκδικούν την κυβερνητική εξουσία, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι σέβονται τους νόμους και το Σύνταγμα. Δεν εξοντώνουν (δεν αφαιρούν τη ζωή αφού έχει καταργηθεί η ποινή του θανάτου) ούτε και αυτούς που αμφισβητούν με τα όπλα το σύστημα. Τους τιμωρούν αυστηρά, αλλά κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις τους απελευθερώνουν.
Να σου υπενθυμίζω την τύχη που είχαν όλα τα μέλη της πρώτης ηγετικής ομάδας των μπολσεβίκων, αλλά και πώς φέρθηκαν οι μπολσεβίκοι, με το Λένιν εν ενεργεία, στα υπόλοιπα κόμματα. Δεν έθεσαν εκτός νόμου μόνο τα αστικά και μοναρχικά κόμματα, αλλά και τους σοσιαλεπαναστάτες, τους μενσεβίκους, τους αναρχικούς, δηλαδή αυτούς που πήραν μέρος μαζί τους στην επανάσταση. Το επιχείρημα ότι η χώρα ήταν περικυκλωμένη από εχθρούς και ο εμφύλιος μαινόταν είναι κατά τη γνώμη μου μαχητό γιατί όταν οι συνθήκες άλλαξαν και το καθεστώς σταθεροποιήθηκε δεν επετράπη σε κανένα άλλο κόμμα να υπάρξει. Απ' όλα αυτά και από πολλά άλλα, καταλήγω στην άποψη ότι η προλεταριακή δημοκρατία, όπως τη γνωρίσαμε, όχι μόνο δεν ήταν ένα ιδανικό μοντέλο, αλλά συνιστά παράδειγμα προς αποφυγή. Και πριν από το 20ό συνέδριο και μετά.
Αυτός τουλάχιστον είναι ειλικρινής. Όχι Στάλιν, Θερμιδώρ και ιστορίες. Από το Λένιν ακόμα, το και το.

Και μας έχει το καλύτερο για το τέλος. Να μαθαίνετε τι δεν είναι επαναστατικό (η σοβιετία πχ) αλλά και τι είναι: πχ η αραβική άνοιξη. Άλλο που ηττήθηκε...

Τα αυθόρμητα κινήματα που αναπτύχθηκαν τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης, είτε φυλλορρόησαν είτε ενσωματώθηκαν σε μια λογική διαχείρισης είτε συνετρίβησαν -η περίπτωση της Αραβικής Άνοιξης.

Τουλάχιστον αναφέρει και κάτι ενδιαφέρον, από το Ρενάτο Κούρτσιο, που δίνει τροφή για σκέψη:

Η αξία των αποτυχημένων επαναστάσεων έγκειται στο ότι δεν παρουσιάζουν τα μειονεκτήματα των αντίστοιχων νικηφόρων: σε κάποιο βαθμό όλες οι νικηφόρες επαναστάσεις πρόδωσαν τις υποσχέσεις τους, ενώ οι αποτυχημένες μονάχα τις αρχικές αναλύσεις που τις έθεσαν σε κίνηση μπορούν να προδώσουν. Ένα σφάλμα λιγότερο σοβαρό, συγκρίνοντάς τα.

Ενώ στη διαλεκτική σκοπού-μέσου, καθαρίζει με Καμί:
Ο Καμί στο θέμα αυτό δίνει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα απάντηση: Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα; Πολύ πιθανό. Ποιος όμως θα αγιάσει το σκοπό; Σε τούτη την ερώτηση που η ιστορική σκέψη την αφήνει μετέωρη, η εξέγερση απαντά: τα μέσα.

Ο λογοτέχνης Κουφοντίνας

Μπορώ να καταλάβω την ανάγκη ενός κρατούμενου να εκφραστεί με διαφορετικό τρόπο, να ξεφύγει από τη ρουτίνα της φυλακής, κοκ. Αλλά η αλήθεια είναι πως σε κάποια σημεία ξεχνάς σε τι ακριβώς απαντάει ο Κουφοντίνας, ποια ήταν η αρχική ερώτηση. Και επίσης, λογοτεχνικά κρίνοντας, νομίζω πως ούτε καν τους φιλικά προσκείμενους προς αυτόν δεν καταφέρνει να συγκινήσει ο... ποιητής (το οποίο το αναφέρει πλαγίως και ο προλογίζων). Ας δούμε δύο τέτοια χαρακτηριστικά σημεία, όπου το ωραίο της υπόθεσης είναι πως ακολουθούν αμέσως μετά την ερώτηση (που δεν έχει καμία σχέση).

"Γέμισε η νύχτα το κελί απ' το μικρό φεγγίτη", ούτε που το κατάλαβα ότι έπεσε το σκοτάδι, μόνο όταν κοίταξα θολό το χαρτί και θαμπά τα γράμματα. Είπα "έπεσε το σκοτάδι", συνήθεια της γλώσσας, στη φυλακή ποτέ δεν πέφτει το σκοτάδι, πάντα γκρίζο είναι, πάντα νοθευμένο από λάμπα ή προβολέα. Ποτέ δεν πέφτει, αλλά και ποτέ δεν "χιμάει" το σκοτάδι, ποτέ δεν ένιωσα την απειλή αυτής της έκφρασης από παλιά, φίλος ήταν πάντα το σκοτάδι, οι παιδικές νύχτες ήταν υπόσχεση των άστρων ή παιχνίδισμα του φεγγαριού με τα σύννεφα. Σαν φίλος ερχόταν, απαλά στην αυλή, κύματα μέσα από τα καπνοχώραφα στον κάμπο, ή στο βουνό μέσα από τα δέντρα και τους θάμνους, πίσω από τα βράχια, όπως ανάσαιναν τα φυτά και άρχιζε το πανηγύρι των γρύλων, άρχιζαν να σαλεύουν τα ζούδια και τα χαμοδράκια. Και αργότερα οι παράνομοι.
Και λίγο παρακάτω.
Πήρε να σουρουπώνει. Σήμερα, μια στιγμή γραφειοκρατικής αδράνειας ή αβελτηρίας, καθυστέρησε λίγο το άναμμα του μεγάλου προβολέα στο προαύλιο, μας έκανε δώρο ανεκτίμητο μια στιγμή σούρουπου και άνοιξης. Τέτοιες στιγμές σταματά το νευρικό περπάτημα στο προαύλιο, γυρνά ψηλά το κεφάλι, στο τετράγωνο του ουρανού που αυλακώνουν οι μακριές κουλούρες της ατσάλινης σερπαντίνας, χάνεται το βλέμμα στο αχνό κόκκινο που εξατμίζεται στα αραιά σύννεφα. Τέτοιες στιγμές ανοίγουν χώρους στη νοσταλγία, στη μελαγχολία -οι άνθρωποι από σίδερο υπάρχουν μόνο στις παλιές ταινίες μας- ωστόσο γρήγορα κλείνουμε τις ρωγμές πριν πλημμυρίσει το κελί απλωμένο κάμπους με το πανηγύρι της παπαρούνας, κυανές φωνές, άγγιχτα χέρια αγαπημένα, γιατί θα χαθούμε ξανά μέσα στο ίδιο όνειρο που έρχεται κι επανέρχεται, για το "κόκκινο σπίτι σε αυλή με πηγάδι, και μια δράνα γεμάτη με τσαμπιά κεχριμπάρι". Εμείς άλλο όνειρο διαλέξαμε, να 'χουν όλοι πραγματικό αυτό το όνειρο, κι αυτό που διαλέξαμε το ακολουθούμε μέχρι το τέλος.

Ο αυτοκριτικός Κουφοντίνας

Δεν μπορώ να πω πως είναι πολλά ή ουσιαστικά αυτά τα σημεία. Αλλά είναι μάλλον από τα πιο ενδιαφέροντα στο βιβλίο.

Οι γραμμές αυτές επιχειρούν μια συμβολή στη συζήτηση που διεξάγεται στα άπειρα μέρη όπου οι επαναστάτες βάζουν το ίδιο παλιό ερώτημα: πώς η δράση μπορεί, όσο γίνεται περισσότερο, να δημιουργήσει συνείδηση, πώς θα συντελέσουν οι ίδιοι στην ωρίμανση των υποκειμενικών συνθηκών. Μπορεί αυτές οι γραμμές που μιλούν για τους παλιούς κύκλους και λαχταρούν τους καινούριους, να βρουν λίγο χώρο, να πάρουν λίγο χρόνο σε αυτές τις συζητήσεις. γιατί όσα έγιναν στο παρελθόν βαραίνουν στο παρόν και επηρεάζουν το μέλλον, γιατί τίποτα δεν ξεκινά πρώτη φορά με εμάς, αυτά που γίνονται μπορεί να έχουν ξαναγίνει.
Μιλώντας για τους παλιούς κύκλους, θέλω να καταθέσω εμπειρία για τα λάθη, που μας παραμόνεψαν και τα κωδικοποιήσαμε ως αριστερισμό-μιλιταρισμό, λάθη που δεν απέφυγε λίγο-πολύ το παγκόσμιο κίνημα του αντάρτικου που ξεκίνησε μετά τη δεκαετία του 1960, ύστερα από την έκρηξη της κουβανικής επανάστασης το 1959.

Ας δούμε πώς αναλύονται και πώς ορίζονται αυτά τα λάθη

Πώς γίνεται όμως αυτά να είναι τα σημεία αφετηρίας και αναφοράς μας και η πράξη να είναι διαφορετική από τις διακηρύξεις; Πώς γίνεται το κίνημα του αντάρτικου πόλης να αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο της φοκιστικής εκτροπής, της μονόπλευρης (στρατιωτικής) ανάπτυξης και τελικά να μην τον αποφεύγει; Πώς γίνεται και οι ίδιοι οι σύντροφοι που συμμετείχαν στη σύνταξη των ιδρυτικών κειμένων να πράττουν τελικά εντελώς διαφορετικά; Πώς γίνεται και εγώ ο ίδιος να λειτουργώ διαφορετικά με όσα πίστεψα, διδάχτηκα και βίωσα;
Δεν είναι ελληνική μόνο αυτή η εξέλιξη, συμβαίνει και στις καλύτερες επαναστατικές οργανώσεις. Σε όλο εκείνο το κίνημα των αντάρτικων που αναδύθηκαν σε όλο τον κόσμο, από τη δεκαετία του 1960. Οι Τουπαμάρος έγκαιρα είχαν κωδικοποιήσει τους κινδύνους εκτροπής που διατρέχουν οι ένοπλες οργανώσεις, με το όνομα "μιλιταρισμός| και "αριστερισμός" -ακριβώς δηλ τις εκτροπές τις οποίες κι οι ίδιοι τελικά δεν απέφυγαν.
Μιλιταρισμό ορίζουμε την υπεροχή, μέσα στην πολιτικοστρατιωτική οργάνωση, που αποκτά το στρατιωτικό πάνω στο πολιτικό. Εκδηλώνεται ως "απαρατισμός" (από το aparato = μηχανισμός), ως υπέρμετρη φροντίδα για την ανάπτυξη του στρατιωτικού μηχανισμού, που συνοδεύεται από την υποβάθμιση του πολιτικού, έτσι που τελικά να μπαίνουμε εμείς στην υπηρεσία του μηχανισμού και όχι το αντίστροφο.
Ο αριστερισμός περιγράφει την πεποίθηση ότι το άπαν, το ύψιστο στη δράση μιας οργάνωσης, είναι οι μεγάλες και εντυπωσιακές ενέργειες. Είναι η τάση να σχεδιάζονται οποιαδήποτε στιγμή, σε αναλογία μόνο με τις υλικές δυνατότητες της οργάνωσης και ανεξάρτητα από τις εκάστοτε συνθήκες και από την ιδιαίτερη κάθε φορά συγκυρία, οι ανώτερες δυνατές και πιο εντυπωσιακές ενέργειες, υποβαθμίζοντας τις επιπτώσεις πουη μπορεί να έχουν αυτές οι ενέργειες, ιδιαίτερα πάνω στο μαζικό κίνημα.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο μορφών εκτροπής μπορεί να οδηγήσει στην υποτίμηση κάθε μορφής αγώνα που δεν είναι ένοπλη, αλλά και κάθε άλλης ένοπλης ομάδας που δεν πραγματοποιεί την ανώτερη δυνατή ενέργεια.
Και συνεχίζει σε άλλο σημείο
Ο Τσε Γκεβάρα θεωρητικοποίησε αυτό το εξεγερτικό σχήμα, διατυπώνοντας σαφέστατα ότι δεν περιμένουμε να έχουν συγκεντρωθεί όλες οι συνθήκες, ότι η επαναστατική εστία μπορεί να τις δημιουργήσει. Υπογραμμίζω το "όλες", που σημαίνει ότι απαιτείται να υπάρχουν κάποιες ευνοϊκές συνθήκες για τον ανταρτοπόλεμο.
Τα μετέπειτα αντάρτικα, όμως, υποβαθμίζουν αυτό το "όλες" και κωδικοποιούν την τακτική τους στη φράση-κλειδί "Η ένοπλη δράση γεννά συνείδηση και οργάνωση". Με τον τρόπο αυτόν αποδίδαμε ιδιαίτερη μεγάλη σημασία στην ένοπλη δράση ως δημιουργό συνείδησης, περισσότερη ίσως από όση της αντιστοιχούσε και με την αντίληψη αυτή δημιουργείται ο κίνδυνος να μπούμε στον πειρασμό να συμπεράνουμε ότι "περισσότερη" ένοπλη δράση μπορεί να δημιουργήσει "περισσότερη" συνείδηση. Όταν υπάρχει αυτή η "ανυπομονησία" χωρίς να σταθμίζεται με τις ανάγκες και το επίπεδο ανάπτυξης του κινήματος, όπως και με τις ιδιαίτερες συνθήκες, τις επαναστατικές παραδόσεις, τη λαϊκή κουλτούρα κ.ά., παραμονεύει πάντα ο κίνδυνος των εκτροπών που προανέφερα.
Η ένοπλη οργάνωση δεν είναι ο πρωταγωνιστής και η δράση της, αν δε συμπληρώνεται από τη λαϊκή πάλη, μπορεί να λειτουργήσει ακόμα κι ανασταλτικά στην αποδόμηση της συνείδησης που οικοδομεί η καθεστωτική προπαγάνδα. Αν δεν υπάρχει λαϊκή οπισθοφυλακή, τότε τίνος πράγματος εμπροσθοφυλακή θα είναι η ένοπλη οργάνωση; Αυτές οι σκέψεις είναι ο καρπός της εμπειρίας μας, όπως προκύπτουν από τον αναστοχασμό παλιών γκεβαρικών και αυτές κατατίθενται στη σημερινή συζήτηση.

Αλλά αυτή η αρνητική εξέλιξη και τα λάθη δεν είναι αναπόφευκτα.
Όμως, αν ο κίνδυνος της στρατιωτικοποίησης "ενυπάρχει", είναι "εγγεγραμμένος" στην πρωταρχική στρατηγική μας σύλληψη, αυτό σημαίνει ότι είναι αναπόφευκτος ο απαρατισμός, η στροφή προς τα μέσα, η υπερίσχυση των αναγκών της οργάνωσης απέναντι στις λαϊκές ανάγκες και τις ανάγκες του κινήματος; Επομένως, δεν υπάρχει οδός διαφυγής και η στρατιωτικοποίηση θα μας επιβληθεί με τη σιδερένια ισχύ ενός νόμου ανάπτυξης της ένοπλης οργάνωσης;
Όχι, κατηγορηματικά όχι. Δεν είναι αυτή μια αναπόφευκτη μοίρα.
Να και το κλασικό σταλινικό φραστικό σχήμα, του αρνητικού ρητορικού ερωτήματος: Μήπως σφοι..; Όχι σφοι, δεν μπορούμε να το πούμε αυτό.

Ο Κουφοντίνας σημειώνει επίσης τις δυσκολίες που παρουσιάζει μια αυτοκριτική στάση και τοποθέτηση.

Ξέρω τη δυσκολία να θίγεις τόσο ευαίσθητα θέματα, θυμάμαι τη σχετική "πρωταρχική εμπειρία", τραυματική για μένα, τη θύελλα που σήκωσε ο Κοσμάς, εκεί γύρω στα 1978, όταν είχα μιλήσει τότε για τον κίνδυνο να επικρατήσει το στρατιωτικό πάνω στο πολιτικό μέσα την οργάνωση. Πώς είχε αγριέψει το μάτι του, σαρωτικός σα μπουλντόζα είχε πάρει σβάρνα ό,τι επιχείρημα πήγαινα να υψώσω: "Είμαστε τρομοκρατες ρε, έχουμε όπλα και βαράμε, τι μου τσαμπουνάς για μιλιταρισμούς, όχι θα πάμε με το σας και με το σεις...". Άντε να μιλήσεις ψύχραιμα για αυτό το θέμα, όταν έχεις απέναντι όλο σχεδόν το φάσμα της αριστεράς και μεγάλο κομμάτι της αντιεξουσίας να σου κοπανάνε διαρκώς για "μιλιταρισμούς" και "φετιχισμούς των όπλων" και να ξέρεις ότι συνήθως εκτοξεύουν άκοπα και άδικα αυτήν την καραμέλα, όχι για να αναζητήσουν τουης σωστούς τρόπους δυναμικής πράξης αλλά ζητώντας να δικαιολογήσουν την απραξία τους στο πεδίο της δυναμικής δράσης, συνήθως μόνο ως πρόφαση για να μην κάνουν τίποτα σοβαρό, όχι μόνο "ένοπλο" αλλά και "άοπλο", δυναμικό και μαζικό.

Παρόλα όσα όμως, καταλήγει ότι "η λαϊκή δημοκρατία είτε θα είναι ένοπλη είτε δε θα υπάρχει" και θεωρεί τις συλλήψεις αλάνθαστο κριτήριο για τον επαναστατικό ή το ρεφορμιστικό χαρακτήρα ενός χώρου.

Ακόμα και μετά τη μεταπολίτευση, όταν η επίσημη Αριστερά έπαψε να "παράγει" πολιτικούς κρατούμενους -αυτό το αλάνθαστο κριτήριο επαναστατικότητας ενός πολιτικού χώρου- (...)
Οι διώξεις του αστικού κράτους προς δεκάδες κομμουνιστές ή απλούς συνδικαλιστές προφανώς δεν μπαίνει στο ζύγι, γιατί δε βολεύει στο τελικό συμπέρασμα, που έχει παρθεί εξ αρχής.

Κλείνουμε με δύο ακόμα αποσπάσματα. Το πρώτο, όπου διηγείται την κατάντια ενός από τα μέλη της οργάνωσης που έσπασαν (τα οποία είναι και η πλειοψηφία, αν έχω καταλάβει καλά) και τη χτυπητή αντίθεση με έναν από αυτούς που κράτησαν.

Θυμάμαι το 2002, το πρώτο πρωινό στη φυλακή. Μικρό το κελί νο 16, η υγρασία του υπόγειου είχε πετύχει ήδη την πρώτη νίκη της απέναντι στο βιαστικό βάψιμο, το καγκελόφραχτο παράθυρο έδινε μια μερική άποψη του περίκλειστου προαύλιου, που ήταν σκοτεινό από το πυκνό δίχτυ ψηλά, στα δέκα μέτρα ύψος που έφταναν οι σιδερένιοι τοίχοι. Έβγαλαν τον πρώτο κρατούμενο να περπατήσει. Μία ώρα, και μετά ξανά τις υπόλοιπες 23 κλείδωμα στο κελί. Ήταν από τους λίγους που δε μίλησαν. Μου χαμογέλασε λοξά, συνωμότης από τη φύση του, κουρασμένο το ανέκφραστο πρόσωπο, το βάδισμα όμως κρατούσε τη σταθερότητα της περηφάνιας.
Ύστερα έβγαλαν έναν από αυτούς που είχε μιλήσει πολύ, είχε σηκώσει το δάχτυλο, έδειξε συντρόφους, καταδίκασε την οργάνωση, απαρνήθηκε 1013 τον παλιό εαυτό του, ζήτησε επιείκεια "επειδή συνεργάστηκε". Στο δεύτερο κύκλο που έκανε, με πολλή αστάθεια στο βήμα, με είδε πίσω από τα κάγκελα, σαν να κεραυνοβολήθηκε, γονάτισε, έπιασε τα κάγκελα του παραθύρου, γοερά τα κλάματα, μέσα στα αναφιλητά μόνο "Συγνώμη Μήτσο, συγνώμη Μήτσο", είδε κι έπαθε να τον ξεκολλήσει ο φύλακας, απαγορευόταν να μιλάμε μεταξύ μας, αφοπλιστική τόση συντριβή, είπα να σωθεί ό,τι γινόταν ακόμα να σωθεί. Χώθηκε γρήγορα στο κελί του, ξαναβγήκε, μου πέταξε ένα χιλιοδιπλωμένο χαρτάκι, μια σελίδα όλη κι όλη, έφριξα, πώς χωρούσε τόση αθλιότητα σε τόσο λίγες αράδες, τι "μετανοώ ειλικρινά", τι "καταδικάζω την εγκληματική οργάνωση", τι "αυτιστικοί δολοφόνοι", στο πνεύμα βέβαια της εφιαλτικής ομολογίας του, πασπαλισμένο όμως με τις διανοουμενίστικες φιοριτούρες των δικηγόρων του. Που θα το έδιναν την άλλη μέρα κιόλας στη δημοσιότητα. Έσκισα το χαρτάκι, του είπα τι να κάνει με τους δικηγόρους του, να βρει άλλους, προκόψαμε -αργότερα- και από εκεί, του έφτιαξα στα γρήγορα καινούρια υπερασπιστική γραμμή.

Και ένα ακόμα, που θα μπορούσε να χωρέσει ίσως και στη μετωπική λογική της ΔιΕΕξόδου.

Από την άλλη, όσο αφορά το ελάχιστο πρόγραμμα κοινωνικής σωτηρίας, χρειάζεται να επισημάνουμε ότι η κατάσταση σήμερα είναι τόσο οριακή, ώστε ακόμα και ο αγώνας για μερικά ψίχουλα και οριακές βελτιώσεις -για να μη μιλήσουμε για τα αυτονόητα ουσιαστικά δικαιώματα, τη στήριξη του λαϊκού εισοδήματος και την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής- αυτές οι ελάχιστες διεκδικήσεις αναπόφευκτα οδηγούν σε σύγκρουση με το εγχώριο και το ξένο κεφάλαιο.
Έτσι, εκ των πραγμάτων, δύο είναι οι επιλογές μας: είτε θα υποταχθούμε στη μοίρα που μας ετοίμασαν, περιμένοντας την αναπότρεπτη τότε εθνική και κοινωνική καταστροφή. Είτε θα βγούμε από τα μνημόνια με άμεση έξοδο από την Ευρωζώνη και τη γερμανική Ευρώπη. Τρίτος δρόμος δε χωρεί. Ενα μέτωπο ενιαίας πολύμορφης πάλης, που δε θα συναρτά άμεσα το ζήτημα της ανεξαρτησίας, της ενδογενούς ανάπτυξης και του γεωπολιτικού ανασχεδιασμού, με τη διαγραφή του παράνομου και απεχθούς χρέους και την έξοδο από τη φυλακή της γερμανικής Ευρώπης, θα είναι εξ αρχής υπονομευμένο και υπονομευτικό ως προς τη διαδικασία δημιουργίας (ωρίμανσης) των υποκειμενικών συνθηκών και ιδιαίτερα της ανάπτυξης της λαϊκής συνειδητότητας.

Δε χρειάζεται νομίζω κάποιος επίλογος με τελικά συμπεράσματα. Θα μπορούσε να προβληματιστεί πάντως κανείς κατά πόσο η πολιτική σκέψη που φλερτάρει (και σε πολλά σημεία ερωτοτροπεί ανοιχτά) με το ΠαΣοΚ έρχεται σε αντίφαση με την τρομοκρατική, ένοπλη δράση και τα αντίστοιχα μικροαστικά ξεσπάσματα ή αποτελεί αναγκαίο συμπλήρωμά της.

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Η επανάσταση

Α. η επανάσταση θα έρθει πιθανότατα από θεωρητικούς ανθρώπους. Όχι μόνο γιατί χωρίς επαναστατική θεωρία δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα, όπως λέει ο βλαδίμηρος, αλλά κυρίως με την έννοια ανθρώπων προσανατολισμένων προς τις θεωρητικές επιστήμες. Δεν είναι τυχαίο ότι στην εσσδ υπήρχε το ¼ σχεδόν του παγκόσμιου επιστημονικού δυναμικού σε αυτούς τους τομείς, ενώ ο καπιταλισμός ρίχνει στο πυρ το εξώτερον τις κοινωνικές ανθρωπιστικές επιστήμες, γιατί δεν έχουν να του προσφέρουν άμεσα κέρδη παρά μόνο ίσως ανήσυχους και μορφωμένους ανθρώπους, ως πρόβλημα (αν κι έχει βρει αρκετούς διαύλους για να τους ενσωματώνει, να ελέγχει και να κατευθύνει τη μόρφωση και τις ανησυχίες τους). Δεν είναι τυχαίο επίσης ότι ο λένιν είχε σπουδάσει νομικά (έχοντας ευρύτατη μόρφωση κι όντας εν μέρει αυτοδίδακτος σε χωράφια που ξέφευγαν από το αντικείμενό του) ενώ ο μαρξ ήταν φιλόσοφος-δημοσιογράφος, με ακόμα ευρύτερη μόρφωση και αντίληψη, που τον καθιστούσε σχεδόν πανεπιστήμονα για την εποχή του, όπως άλλωστε και τον ένγκελς.

Η επανάσταση χρειάζεται φιλοσόφους, ανθρώπους με στοιχειώδη αφαιρετική ικανότητα, φλογερούς ρήτορες που θα συνεπάρουν τα πλήθη, φανατισμένους ρομαντικούς με έλλογη πίστη, ανήσυχα πνεύματα με συνείδηση. Ποιητές, γιατί η επανάσταση είναι η ποίηση του μέλλοντος, συγγραφικές φλέβες που θα γράψουν από κοινού με τις μάζες την ιστορία της επανάστασης, καλλιτέχνες γιατί η επανάσταση είναι μια μορφή πολιτικής τέχνης, σαν τις πολεμικές τέχνες, αφού ο πόλεμος έρχεται ως συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα. Παιδαγωγούς που να διδάσκουν αλλά να μαθαίνουν και οι ίδιοι από το λαό, φιλολόγους που να καλλιεργούν και να αναπτύσσουν το λόγο, ως μέσο έκφρασης αλλά και με την έννοια της σκέψης, δημοσιογράφους που θα υπερνικάνε τις πέντε δυσκολίες, που σημειώνει ο μπρεχτ, για να πει κανείς την αλήθεια και θα κατέχουν την τέχνη να την καθιστούν απλή, κατανοητή και ευπρόσιτη στο λαό, νομικούς που θα εφαρμόσουν το νόμο με βάση το δίκιο του εργάτη και θα έχουν την έγνοια να εξαλείψουν βαθμιαία και το δικό τους ρόλο στην κοινωνία του μέλλοντος μαζί με το κράτος, αντί να διαιωνίσουν την αρχή, την εξουσία τους.

Χρειάζονται άνθρωποι ευαίσθητοι, καλλιεργημένοι, να χωρέσουν μέσα τους και τη σκοπιά του άλλου, την εικόνα όλου του κόσμου, που να καταλαβαίνουν και να αφομοιώνουν τη διαλεκτική, να έχουν τόλμη, φαντασία, να μπορούν να διατυπώσουν πρωτότυπες ιδέες, ένα όραμα, να εκφράσουν το πνεύμα των καιρών, να κάνουν τις ιδέες υλική δύναμη, να είναι πρόπλασμα του νέου τύπου ανθρώπου της καινούριας εποχής, να έχουν τη ζωή πάρα πολύ αγαπήσει και γι’ αυτό να είναι έτοιμοι να θυσιάσουν τη δική τους στην επαναστατική υπόθεση.

Β. (θα μπορούσε δηλ και -α)
Καμία επανάσταση δεν μπορεί να πετύχει με φλυαρίες και λογοκοπίες (δες πόση έκταση έπιασε πχ μόνο το πρώτο μέρος), χωρίς σκληρούς, πρακτικούς ανθρώπους, που να βλέπουν συγκεκριμένα τον κόσμο στην κίνησή του, να παρεμβαίνουν για να τον αλλάξουν κι όχι απλά να τον ερμηνεύουν, όπως έλεγε κι ο κάρολος. Ο οποίος άφησε πίσω του τα μαθηματικά χειρόγραφα, τα grundrisse κι όλη την προπαρασκευαστική δουλειά που οδήγησε στους πρώτους τόμους του κεφαλαίου –που έμεινε ωστόσο ημιτελές, σαν όλα τα μεγάλα έργα. Ενώ ο λένιν άφησε πλούσια παρακαταθήκη με την οικονομική μελέτη του για τον ιμπεριαλισμό και την μπροσούρα του για τον υλισμό και τον εμπειροκριτικισμό, όπου καταπιάνεται με ζητήματα προχωρημένης φυσικής κι ασκεί πολεμική στο μαχισμό. Χώρια η δουλειά του ένγκελς στη διαλεκτική της φύσης, που κάποια επιστημονικά δεδομένα της ξεπεράστηκαν γρήγορα αλλά τα συμπεράσματά της παραμένουν διαχρονικά.

Η επανάσταση βασίζεται στην (επιστημονική) μέθοδο, το (αρχιτεκτονικό) σχέδιο, την καλή χημεία μεταξύ της πρωτοπορίας και του αυθόρμητου, του μαζικού κινήματος. Χρειάζεται σταχανοβίτες της πράξης, που είναι το απόλυτο κριτήριο κάθε θεωρίας, προγραμματιστές με άσους και μηδενικά (όπου χωρίς τη μονάδα της εξουσίας και του κοινωνικού πλαισίου στην αρχή, τα άλλα χάνουν κάθε νόημα) και με πρωτοποριακές υπολογιστικές μεθόδους σαν του γκλουτσκόφ. Μηχανικούς που ξέρουν να λύνουν σύνθετα προβλήματα σε πρωτότυπες καταστάσεις. Αρχιτέκτονες να χτίσουν άπαρτα κάστρα και σπίτια για την εργατική τάξη, καλλιτέχνες (που είναι οι αρχιτέκτονες της ψυχής). Οικονομολόγους και γιατρούς σαν τον κόκαλη και τον γκεβάρα, που δε γιάτρευαν μόνο τους ανθρώπους, αλλά νοιάστηκαν για τις πληγές και τις αρρώστιες της κοινωνίας συνολικά, τις αιτίες που τις προκαλούν και τη θεραπεία που θα τις καταπολεμήσει. Και ο τσε, όπως λέει ο μη αστικός μύθος, είχε γίνει υπουργός οικονομικών στην κούβα, γιατί σε ένα συμβούλιο είχε ρωτήσει ο φιντέλ αν υπάρχει κανείς οικονομολόγος (economista) και αυτός σήκωσε το χέρι του, γιταί είχε (παρ)ακούσει, αν υπάρχει κανείς κομμουνιστής (comunista).

Η επαναστατική υπόθεση δεν είναι μια απλή εξίσωση, για να λυθεί εύκολα αλλά ανώτερα μαθηματικά, που απαιτούν συστηματική μαθηματική σκέψη. Κι οι θετικές επιστήμες είναι που έστειλαν τον άνθρωπο στο διάστημα, που αλλάζουν συνεχώς τα όρια του κόσμου του, επαναστατικοποιούν τις παραγωγικές δυνάμεις κι υποτάσσουν τις τυφλές δυνάμεις της φύσης στη συνειδητή, στοχοκατευθυνόμενη ανθρώπινη δραστηριότητα, καθιστώντας την κομμουνιστική προοπτική εφικτή κι επίκαιρη.

Γ. η επανάσταση δεν χρειάζεται μονοδιάστατους ανθρώπους. Νεραϊδοπαρμένους ρομαντικούς που απογειώνονται μακριά από τον κόσμο, αλαφροΐσκιωτους ιδεαλιστές που ενατενίζουν θεωρητικά αφ’ υψηλού την πραγματικότητα, φλύαρους φιλόλογους που (βάσει και ετυμολογίας) αγαπούν τα λόγια αλλά μισούν τις πράξεις, αφαιρέσεις που στεγνώνουν κι αφυδατώνουν τον πραγματικό κόσμο από τους χυμούς του, για να τον στριμώξουν στα καλούπια τους. Η επανάσταση δεν χρειάζεται ούτε στείρους εμπειρικούς πρακτικιστές, χωρίς θεωρητική σκέψη, που ψάχνουν τσιτάτα κι έτοιμες φόρμουλες για να καλύψουν τη γύμνια τους· νεοθετικιστές που ψάχνουν για όλα μαθηματικές αποδείξεις κι η διαλεκτική τους ξεπερνά, άτομα χωρίς δημιουργική φαντασία (αλλά ούτε και φαντασιόπληκτα βέβαια) που τρέχουν πάνω σε ένα σκουπόξυλο κι ονειρεύονται πως είναι πάνω σε ένα σκουπόξυλο και τρέχουν (όπως λέει ο αρκάς στις χαμηλές πτήσεις) κι όταν έχουν να αντιμετωπίσουν κάτι που ξεφεύγει από τις συνηθισμένες γνώσεις τους, ο μόνος τρόπος για να το κάνουν, είναι να πουν «έστω πως [το λύσαμε]..» φανερώνοντας, μεταξύ άλλων, και το μεγάλο εκφραστικό τους πλούτο.

Η επανάσταση απαιτεί το κούμπωμα της πράξης με τη θεωρία. Κι οι δύο μεγαλύτερες επαναστατικές μορφές, ο μαρξ και ο λένιν, ξεχώρισαν ακριβώς γιατί πέτυχαν στο μέγιστο βαθμό αυτή τη σύνδεση και βασικά.. την τερμάτισαν! Η επανάσταση θα άρει διαλεκτικά το διαχωρισμό της θεωρίας με την πράξη σε όλα τα επίπεδα· θα πάρει τα καλύτερα στοιχεία από τον καθένα μας και θα τα αναδείξει, καλλιεργώντας ολοκληρωμένες προσωπικότητες. Η επανάσταση θα ‘ρθει από τέτοιους ολοκληρωμένους ανθρώπους και θα δώσει ακόμα περισσότερους στις επόμενες γενιές, μετά την επικράτησή της.

Η επανάσταση θα ‘ρθει με τρααγούδια, όπλα και σπαθιά. Αλλά αν έχουμε ήδη όπλα τι τα χρειαζόμαστε τα σπαθιά; Μα και τα τραγούδια μας είναι κι αυτά όπλα, εργαλεία με αιχμηρούς στίχους. Κι εμείς πρέπει να τα καταφέρουμε με το σπαθί μας και να το κρεμάσουμε μετά στους τοίχους (ή μήπως στους στίχους) για λόγους αισθητικής, που στην κοινωνία του μέλλοντος θα είναι σαν μια αυθόρμητη μορφή συνείδησης, μαζί με την ηθική.


Και βασικά η επανάσταση δε θα ‘ρθει να μας βρει, αν δεν πάμε εμείς να τη βρούμε, όπως το βουνό το μωάμεθ, κινώντας όρη και βουνά με την έλλογη πίστη και τη συνειδητή μας δράση

Δευτέρα 16 Ιουνίου 2014

Δύο σημειώσεις

Α. οι συμπτώσεις της ιστορίας το ‘φεραν έτσι που η επέτειος της γέννησης του τσε και του θανάτου του άρη να είναι κολλητά η μία κοντά στην άλλη, για να τους θυμόμαστε και να τους τιμούμε μαζί, σα ζευγάρι αχώριστο με βίους σχεδόν παράλληλους: από τη μεσοαστική τους καταγωγή στο ολόψυχο δόσιμο στους λαϊκούς αγώνες· και από το ένοπλο αντάρτικο μέχρι το τραγικό αλλά ένδοξο τέλος τους. Ακόμα κι η προσπάθεια εμπορευματοποίησης του τσε, για να τον εκφυλίσουν και να τον καταστήσουν ακίνδυνο ως ιστορικό παράδειγμα, βρίσκει το ελληνικό της αντίστοιχο στην πολιτική υπεραξία που θέλησε να βγάλει το πασοκ της μεταπολίτευσης από τα κάδρα και τις φωτογραφίες του άρη στα τοπικά του γραφεία, ως κάποιο πρώιμο σύμβολο τάχα της τρίτης σεπτέμβρη.

Υποψιάζομαι πάντως ότι για κάποιο κόσμο η σύνδεση που κάνει μεταξύ των δύο κι οι τιμές που τους αποδίδει έχουν πολύ διαφορετική αφετηρία. Νομίζω δηλ πως αυτό που βλέπουν και θαυμάζουν κάποιοι στον γκεβάρα και το βελουχιώτη είναι εκείνα τα στοιχεία που φτιάχνουν ένα ψεύτικο είδωλο, σαν ιστορική οφθαλμαπάτη. Δεν τιμούν τους ένοπλους συλλογικούς αγώνες των οποίων ηγήθηκαν ο καπετάνιος και ο κομαντάντε, αλλά την.. ηρωική μοναχική τους πορεία, που δεν χώρεσε σε έτοιμα, οργανωτικά καλούπια. Δεν τιμούν τη σταθερά πορεία τους μέσα απ’ τις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος αλλά εκείνες τις στιγμές που τάχα συγκρούστηκαν με αυτό ή τουλάχιστον με την επίσημη, οργανωμένη έκφρασή του (εσσδ, κκε) και τις επιλογές τους. Σε τελική ανάλυση δεν τους τιμούν για τους νικηφόρους σταθμούς του συλλογικού αγώνα τους, αλλά για την ήττα τους και το.. ρομαντικό, μοναχικό τους τέλος. Τους τιμούν δηλ γιατί έχασαν κι έφυγαν νωρίς, για να θάψουν τους ζωντανούς που εκφυλίστηκαν δήθεν και βολεύτηκαν.

Στην πραγματικότητα βέβαια ο βελουχιώτης δεν ήταν ο «αρχηγός των ατάκτων» ή κάποιου μπουλουκιού, αλλά αρχηγός του ένοπλου οργανωμένου λαού και των τάξεων που πολεμούσαν για λευτεριά και λαοκρατία. Και ο τσε γκεβάρα δεν ήταν πραγματικός επαναστάτης, επειδή άφησε τη βολή και την καρέκλα του υπουργού σε διάκριση κι αντιπαράθεση με αυτούς που έμειναν πίσω και επαναπαύτηκαν στις επαναστατικές δάφνες ή γραφειοκρατικοποιήθηκαν, αλλά γιατί υπηρέτησε πιστά μέχρι τέλους την επαναστατική υπόθεση, όπως ακριβώς έκαναν απ’ τη δική τους σκοπιά οι κουβανοί, οικοδομώντας στην πατρίδα τους την κοινωνία του μέλλοντος και βοηθώντας έμπρακτα, στο μέτρο των δυνατοτήτων τους, διάφορα επαναστατικά κινήματα ανά τον κόσμο.

Αυτό που προκύπτει λοιπόν ως φαινομενικά παράδοξο είναι πως τα διάφορα ακροδεξιά φασισταριά με τη μηδενική νοημοσύνη, που βρίζουν χυδαία τον κομμουνιστή βελουχιώτη και τον κομμουνιστή τσε γκεβάρα, από αλλεργία σε οτιδήποτε επαναστατικό και προοδευτικό, καταλαβαίνουν τελικά τη σύνδεση αυτών των δύο με τους κομμουνιστές και τους λαϊκούς αγώνες, πολύ καλύτερα από λογής-λογής ψαγμένους υμνητές και θαυμαστές τους. Γιατί αυτοί οι τελευταίοι τους θαυμάζουν για (τους) λάθος λόγους, ενώ οι πρώτοι τους μισούν θανάσιμα και τους καθυβρίζουν για τους σωστούς λόγους και προπαντός για αυτό που ήταν: κομμουνιστές.

Β. οι ομαδικές απολύσεις στην χαλυβουργία έρχονται να ανοίξουν τους ασκούς του αιόλου και να διαψεύσουν για πολλοστή φορά τις αυταπάτες του φιλήσυχου νοικοκυραίου που όταν βλέπει απεργία, λουφάζει στα αυγά του, για να μην μπλέξει και βαυκαλίζεται πως το αφεντικό θα του είναι ευγνώμων και θα προφυλάξει ειδικά αυτόν, ως αντάλλαγμα για την υπάκουη στάση του. Αλλά στα συλλογικά προβλήματα δεν υπάρχουν ατομικές λύσεις –παρά μόνο ως εξαίρεση στον κανόνα, αλλά και αυτό ξεφτίζει σιγά-σιγά. Στην ουσία επιβεβαιώνεται η προειδοποίηση του μπρεχτ: όποιος δεν έχει τον αγώνα μας μοιραστεί, θα μοιραστεί την ήττα μας. Σε αντίθεση με άλλες εποχές, που κάποιοι είχαν μάθει να λουφάζουν στους αγώνες και τις απεργίες, για να μοιραστούν εκ του ασφαλούς τις νίκες και τις κατακτήσεις τους, σήμερα οι εργαζόμενοι είναι καταδικασμένοι να χάσουν ή να νικήσουν όλοι μαζί, σαν τάξη κι όχι σα μονάδες.

Οι απολύσεις των χαλυβουργών έρχονται ως κορύφωση σε μια σειρά εξελίξεις που τρέχουν και δεν προλαβαίνει να τις καταγράψει καλά-καλά κανείς. Οι καθαρίστριες του υπουργείου οικονομικών έχουν μπει στο στόχαστρο της κυβέρνησης, της κρατικής καταστολής, της αδέκαστης δικαιοσύνης και της τηλεοπτικής προπαγάνδας, που βαράνε όλες μαζί σα σφυριά, συντονισμένα κι «ανεξάρτητα», στην ίδια κατεύθυνση. Στους διοικητικούς υπαλλήλους των πανεπιστημίων λήγει η περίοδος της διαθεσιμότητάς τους και μαζί η εκεχειρία κι ο προσωρινός συμβιβασμός που είχαν πετύχει με τον πολύμηνο αγώνα τους το περασμένο εξάμηνο. Στο πολυτεχνείο κρήτης ψηφίστηκε ο αντιδραστικός εσωτερικός κανονισμός σε κλειστή συνεδρίαση της συγκλήτου· κι όταν οι φοιτητές προχώρησαν σε κατάληψη, ο πρύτανης απάντησε με ένα ιδιότυπο «λοκ-άουτ» και το κλείσιμο της λέσχης, για να τους εκβιάσει! Στην ερτ ένας σεκιουριτάς χτύπησε με φαλτσέτα ένα συνδικαλιστή. Κι όλα αυτά απλώς ως καταγραφή όσων συνέβησαν μες στην τελευταία εβδομάδα.

Το αστικό κράτος κι οι μηχανισμοί του εκδικούνται τους πρωτοπόρους μαχητικούς κλάδους και γενικώς οποιονδήποτε τολμήσει να αντιδράσει με κάθε μέσο που έχει στη διάθεσή του: δεν ξεχνά, δε συγχωρεί. Η διαφορά είναι πως εμείς από την πλευρά μας δεν έχουμε κανένα περιθώριο αυτάρεσκης επιβεβαίωσης (εμείς σας τα λέγαμε, σας είχαμε προειδοποιήσει) ή εκδικητικής χαιρεκακίας απέναντι στις φενακισμένες εργατικές συνειδήσεις ή ακόμα και την υστερική απεργοσπάστρια της χαλυβουργίας, που είχε πιάσει στασίδι στα κανάλια τον καιρό της απεργίας. Γιατί; Γιατί είμαστε καταδικασμένοι να χάσουμε ή να νικήσουμε όλοι μαζί, ως τάξη.

Κι ένα υστερόγραφο:

Το διήμερο 20-21/6 το Μουσικό Εργαστήρι του Παμμικρασιατικού Συνδέσμου στην Πάτρα, με έδρα τα Προσφυγικά, θα παρουσιάσει την δουλειά που ετοιμάζει μήνες τώρα, με δύο συναυλίες και τιμώμενα πρόσωπα τον Κώστα Καζάκο και τη μεγάλη απούσα Μαρία Δημητριάδη. Όσοι πιστοί προσέλθετε και πατήστε την παρακάτω εικόνα, για να μάθετε λεπτομέρειες.


Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

Επανάσταση με μια μπάλα

Μετά από την αναφορά στη χτεσινή αθλητική επέτειο, στο σημερινό ιστορικό-αθλητικό ένθετο η κε του μπλοκ αντιγράφει κι αναδημοσιεύει από το χτεσινό «φως των σπορ» και τη στήλη της όλγας νικολαΐδου ένα πολύ ενδιαφέρον κομμάτι για τον ερνέστο τσε γκεβάρα, που γεννήθηκε σαν χτες, πριν από 86 χρόνια, και τη σχέση του με το ποδόσφαιρο. Καλή ανάγνωση.


«Το ποδόσφαιρο δεν είναι ένα ακόμη άθλημα, αλλά ένα όπλο της επανάστασης». Η φράση ανήκει στον άνθρωπο-σύμβολο της επανάστασης, τον Τσε Γκεβάρα, που κατά μία εκδοχή γεννήθηκε σα σήμερα το 1928. Και λέμε κατά μία εκδοχή, γιατί αν και στο πιστοποιητικό γέννησής του αυτή η ημερομηνία αναγράφεται, κατά τους βιογράφους του υπάρχει μια μαρτυρία της μητέρας του, σύμφωνα με την οποία ο γιος της ήταν «παιδί του Μάη». Αυτό για το οποίο είμαστε σίγουροι είναι η ημερομηνία του θανάτου του: ήταν στις 9/10/1967, όταν ο μεγάλος αυτός άνδρας έπεφτε νεκρός από το όπλο του Βολιβιανού υπαξιωματικού Μάριο Τεράν, κατόπιν εντολής του πράκτορα της CIA Φέλιξ Ροντρίγκες. «Πυροβόλησέ με, δειλέ, θα σκοτώσεις απλά έναν άνθρωπο», λέγεται ότι ήταν οι τελευταίες λέξεις που ξεστόμισε ο Ερνέστο, όπως ήταν το όνομά του. (Το «Τσε» που στην πραγματικότητα είναι τύπος προσφώνησης –κάτι σαν «ε, φίλε»- του το «κόλλησαν» οι συναγωνιστές του στην Κούβα, επειδή ξεχνώντας τα ονόματά τους, τους περισσότερους τους φώναζε έτσι). Όπως και να έχει, το βέβαιο είναι ότι ο θάνατός του σηματοδότησε τη γέννηση ενός από τους μεγαλύτερους θρύλους. Σχεδόν 50 χρόνια μετά, ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα παραμένει ένα ίνδαλμα, ένας μύθος που αντιπροσωπεύει την πιο άφθαρτη και πιο όμορφη εκδοχή του αγώνα για ένα καλύτερο αύριο. Άλλωστε όπως έλεγε κι ο ίδιος, «ο άνθρωπος κατάγεται από το όνειρο». Η ζωή του αργεντινού από το Ροζάριο (έχει κοινό τόπο καταγωγής με τον Λιονέλ Μέσι) έχει χωρέσει σε πολλά βιβλία και σε ταινίες. Εμείς σήμερα θα αρκεστούμε σε μία μόνο από τις πτυχές της συναρπαστικής ζωής του, στη σχέση του με το ποδόσφαιρο.

Από μικρό παιδί υπέφερε από άσθμα και πάλευε με αυτήν την αδυναμία του. Έτσι, εκτός από το διάβασμα στο οποίο αφιέρωνε πολλές ώρες, δοκίμαζε συνέχεια τις αντοχές της αναπνοής του παίρνοντας μέρος σε αθλήματα. Έκανε ιππασία, ποδήλατο, ενώ έπαιζε πινγκ-πονγκ, ράγκμπι και φυσικά ποδόσφαιρο.

Το Δεκέμβριο του 1951, εποχή που ήταν φοιτητής της ιατρικής, μαζί με το φίλο του Αλμπέρτο Γρανάδο καβάλησαν μια μηχανή «Νόρτον» 500 κυβικών με σκοπό να γνωρίσουν τη Λατινική Αμερική. Επισκέφτηκαν την Χιλή, το Περού, τη Βενεζουέλα, τη Βολιβία, τον Ισημερινό, τον Παναμά. Όσο βρίσκονταν στο Περού, οι δυο φίλοι εργάστηκαν σε λεπροκομείο προσφέροντας τις υπηρεσίες τους στους ασθενείς. «Προσπαθήσαμε να εφαρμόσουμε την ψυχοθεραπεία και ψυχαγωγούσαμε τους λεπρούς. Φτιάξαμε με τους αρρώστους ποδοσφαιρική ομάδα και διοργανώσαμε αγώνες. Η προσοχή μας κι η συντροφική συμπεριφορά μας σε αυτά τα δυστυχισμένα πλάσματα ανέβασαν κατακόρυφα τη διάθεσή τους», θυμάται ο Αλμπέρτο.

Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Τσε, ως υπουργός της Κούβας πλέον, υποδέχεται τη Μαντουρέιρα, τη βραζιλιάνικη ομάδα (τρίτης κατηγορίας) που τη δεκαετία του 60’, στο πλαίσιο περιοδείας της, βρίσκεται κάποια στιγμή στην χώρα του Φιντέλ Κάστρο. Ο Ερνέστο εκτός από το ότι επισκέφτηκε την αποστολή στο ξενοδοχείο, ως καλός οπαδός, ήταν κοντά στους ποδοσφαιριστές καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στην Κούβα, ενώ παρευρέθηκε και στο τελευταίο τους ματς. Οι άνθρωποι της Μαντουρέιρα κυκλοφόρησαν στιγμιότυπα από εκείνη την περιοδεία, ενώ πέρσι έβγαλαν μια συλλεκτική φανέλα, στην οποία αποτύπωσαν τη μορφή του μεγάλου επαναστάτη. Και φυσικά, η εν λόγω φανέλα πούλησε τρελά.




Για να ξαναγυρίσουμε στο 1967, μετά τη δολοφονία του Τσε Γκεβάρα, ξέσπασαν σφοδρές ταραχές στο Μπουένος Άιρες. Στο διάστημα εκείνο αρκετοί ποδοσφαιρικοί αγώνες διακόπηκαν από το στρατό και την αστυνομία, καθώς φίλαθλοι της Ιντεπεντιέντε, της Φεροκαρίλ Οέστε, της Μπόκα Τζούνιορς και της Τσακαρίτα ούρλιαζαν στις κερκίδες «Τσε! Τσε!». Το μετέπειτα διάστημα παίκτες και θεατές με συμβολικές πράξεις, θα εκδήλωναν την αλληλεγγύη τους σε οικογένειες αγνοουμένων και δολοφονημένων από τα στρατιωτικά καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής. Ευτυχώς, τα ποδοσφαιρικά γήπεδα δεν είναι μόνο χώρος εκτόνωσης, αλλά και χώρος όπου πάντα υπάρχει δυνατότητα να εκφράζονται συλλογικά αξίες. Και κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, τα λόγια του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα επιβεβαιώνονται: «Το ποδόσφαιρο δεν είναι ένα ακόμη άθλημα, αλλά ένα όπλο της επανάστασης».

Για τη φανέλα ρε γαμώτο...

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2011

Εδώ θα μείνουν για πάντα

Η συγκυρία κι η ζωή τα έφεραν έτσι που η σημερινή αποκατάσταση του άρη βελουχιώτη από το κόμμα να συμπέσει χρονικά με την επέτειο της δολοφονίας του ερνέστο γκεβάρα στη βολιβία. Άκρως σατανική σύμπτωση, για να περάσει απαρατήρητη.

Οι συνειρμοί είναι αναπόφευκτοι κι οι βίοι -των αγίων του κομμουνιστικού κινήματος- σχεδόν παράλληλοι. Οι σπουδές κι η μικροαστική ζωή που άφησαν κατά μέρος για να ζήσουν επικίνδυνα. Το ανήσυχο πνεύμα τους που συνάντησε τους κομμουνιστές κι απέκτησε στόχο ζωής και περιεχόμενο. Η γενειάδα που ξύριζαν και γίνονταν αγνώριστοι, όταν μεταμφιέζονταν. Ο θρυλικός μπερές του τσε με το αστέρι, και το καπέλο που έγινε σήμα κατατεθέν των μαυροσκούφηδων του άρη. Το ψευδώνυμο του γιου του πολέμου, κι η προσφώνηση «Τσε» -κάτι αντίστοιχο με το δικό μας ρε- για να δείχνει την αργεντίνικη εθνικότητα. Τα γενέθλια του ερνέστο που πέφτουν σχεδόν μαζί με την αυτοκτονία του άρη (14 και 15 ιούνη). Κι η πολιτική αποκατάσταση του τελευταίου τη μέρα της εκτέλεσης του τσε.

Ο ένδοξος θάνατος που τους βρήκε στο βουνό, μαχόμενους με το όπλο στο χέρι. Η μάταια προσπάθεια των εχθρών τους να τους ταπεινώσουν μετά θάνατον και να αφαιρέσουν κάτι από την αίγλη τους. Κι οι θρύλοι των χωρικών που τους έζησαν από κοντά και πιστεύουν πως είναι ακόμα ζωντανοί.


Η επαφή με το λαό που τους λάτρεψε. Η τέχνη του αντάρτικου που απογείωσε τον πολιτικό αγώνα. Η επιλογή να μην επαναπαυτούν στις δόξες τους και βολευτούν, αλλά να πολεμήσουν ξανά στο βουνό. Και ο τραγικός επίλογος μιας θριαμβευτικής πορείας, που τα κκ τον είδαν από απόσταση.

Ίσως αυτός να είναι κι ο λόγος που ο βελουχιώτης κι ο γκεβάρα είναι οι μόνες παραδοσιακές μορφές που ερωτεύεται σφοδρά η παιδική αρρώστια του κομμουνισμού. Ανίκητοι στις μάχες, σαν τον έρωτα, ξενυχτούν στα κόκκινα, παθιασμένα μάγουλα των αριστεριστών και στις αφίσες πάνω απ’ το κρεβάτι τους, όπου ονειρεύονται ξύπνιοι και πλάθουν καινούριους κόσμους με το μυαλό τους.

Σαν εκείνη την αφίσα της σοβαρής συνιστώσας, με τον άρη καβάλα στο άλογο, που σου πάγωνε το αίμα με τα παράταιρα που συνέδεε. Και την πήρε για το δωμάτιό του ο κοντόχοντρος, αλλά έκοψε πρώτα με ψαλίδι την κεφαλίδα του ναρ, πριν την κρεμάσει στο φανοστάτη του τοίχου του. Όπως κάνουν περίπου απ’ την ανάποδη στον χώρο του με τις ηρωικές μορφές, που τις εξυμνούν και τις καθαγιάζουν, αφού κόψουν πρώτα την κεφαλίδα του κουκουέ από το ιστορικό πλαίσιο που τις ανέδειξε, για να μην τους χαλάει την πολιτική τους αισθητική.

Αλλά φροντίζουν να ξεχνάνε τον πατριωτικό λόγο του άρη στη λαμία.
Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει να βρει κέρδη σε όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Ενώ εμείς το μόνο που έχουμε είναι οι καλύβες και τα πεζούλια μας. Ποιος μπορεί λοιπόν να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του;
Όπως και το patria o muerte (πατρίδα ή θάνατος) με το οποίο έκλεινε όλες τις επιστολές του ο γκεβάρα.


Στην ίδια λογική κι η προβολή του άρη, ως αρχηγού των ατάκτων. Ενώ ο άρης μπήκε επικεφαλής των τάξεων του εργαζόμενου λαού που τoν ανέδειξε, γέννημα-θρέμμα των αγώνων του, με τακτική ευφυΐα και διορατικότητα που δεν εισακούστηκε έγκαιρα. Οι ήρωες δεν έχουν ανάγκη από τέτοιους φόρους τιμής. Η προσωπολατρία τους παρουσιάζει σχεδόν ψεύτικους και καταλήγει να βλάπτει την υστεροφημία τους.

Οι αστοί στολίζουν με φωτοστέφανο τους επαναστάτες μετά θάνατον, για να τους αφαιρέσουν κάθε επαναστατικό περιεχόμενο. Κάνουν τη μορφή του ερνέστο γκεβάρα εμπόριο με μπλουζάκια για να την ενσωματώσουν, ως ενθύμιο από ένα μακρινό κόσμο, που ανήκει στο ηρωικό παρελθόν. Πονηρές αλεπούδες που μιλάνε για την κολοβή αποκατάσταση του άρη και τους έπιασε ο πόνος για τη στάση του κόμματος. Που είπε ούτε γη ούτε νερό στο μιζέρια, ίσως γιατί το ‘χε δώσει όλο στις συμφωνίες που υπέγραψε, και δεν του περίσσευε.

Ο άρης δεν έχει ανάγκη από μια απόφαση του κόμματος για να είναι κομμουνιστής στη συνείδηση του κόσμου. Η πολιτική αποκατάσταση που έγινε σήμερα στην πλατεία του λαού –που τον ανέδειξε μέσα απ’ τα σπλάχνα του- δεν είναι μισή, ούτε ασήμαντη. Με σκοτεινό, βαρύ ουρανό κι ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, όπως ταίριαζε στην περίπτωση. Και μια βροχή, για να ξεπλύνει τα λάθη του παρελθόντος, και κυρίως την πολιτική μας αυτοκτονία, που έφερε ως επακόλουθο κι αυτήν του άρη.

Εδώ θα μείνει για πάντα, το ζεστό το πέρασμά του...

Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2010

Σα βγω από αυτή τη φυλακή

Κανείς δε θα σε περιμένει. Εκτός από τα προβλήματά σου που θα έχουν μείνει ακριβώς εκεί που τα είχες αφήσει. Μιζέρια, μοναξιά, ανεργία, δντ.

Ημερολόγια κατασκήνωσης – ημέρα δέκατη και τελευταία

Οι διοργανωτές μοιράζουν ερωτηματολόγια, αλλά τα αφήνω ασυμπλήρωτα. Έχω κακή εμπειρία από τότε που συμπλήρωνα πληρεξούσια στην οργάνωση ως αντιπρόσωπος.
Προέρχεσαι από εργατική οικογένεια;
Κοίτα να δεις. Ο άβερελ είναι οικοδόμος, αλλά δε συμμετέχει στα του σωματείου, γιατί έχει συνεργείο και δε θέλει να κάνει τα ίδια –λέει- με τους κουκουέδες υπεργολάβους. Μάλλον όμως θεωρητικοποιεί την τεμπελιά του. Κι η μάνα μου είναι καθηγήτρια αλλά τις προάλλες μίλησα με έναν μουλά και μου είπε πως δεν παράγει υπεραξία.
Οπότε και ναι και όχι.

Τώρα ο άβερελ είναι άνεργος, ο θηλυκός γονιός βγήκε στη σύνταξη κι εγώ αυτά τα ‘χω λυμένα. Αλλά τότε μου την είπανε και με πείραξε. Μετά ο γραμματέας μας είπε πως ό,τι είναι να ειπωθεί πρέπει να ειπώνεται και τουλάχιστον σιγουρεύτηκα για τη δική του ταξική καταγωγή.

Μας διάβασαν το τελικό κείμενο της διακήρυξης κι η συνέλευση διαλύθηκε εγκρίνοντας. Εάν τα έκανε αυτά το κόμμα στην ελλάδα, θα ήταν πρώτο θέμα συζήτησης τα επόμενα δέκα χρόνια. Αλλά εδώ τα κατάπιαμε αμάσητα και φουσκώσαμε με διεθνιστικό ενθουσιασμό.

Έξω φωνάζουνε όλοι σα σκύλοι και στα μπαλκόνια σιωπούν οι φίλοι
Κι εγώ που θέλω να κλείσω μάτι, έχω μείνει χωρίς κρεβάτι.

Οι τουρκογερμανοί παρέμειναν απάλευτοι μέχρι τέλους. Το τελευταίο βράδυ άνοιγαν στην ψύχρα σκηνές στο γιουνάν μαχαλά και ξυπνούσαν τον κόσμο για να πουν: brothers, we need alkohol. -Όχι αρκαντάς, δε χρειάζεσαι. Κι έτσι λιώμα είσαι.
Κι άντε εμάς μας έβρισκαν μέσα και μας ξυπνούσαν. Άμα δε βρίσκαν κανένα, τι ακριβώς έκαναν;

Φεύγοντας αφήσαμε πίσω ένα απέραντο σκουπιδαριό, δείγμα πολιτισμού κι αυτό-οργάνωσης. Καθώς κι ένα σωρό κεντροφόρες μέλισσες αντί αξίνας, αιχμή –συμβολική- για τους τροτσκιστές που θα έπαιρναν μετά από εμάς τον χώρο.
Η ελληνική αποστολή ήταν λαμπρή εξαίρεση στον κανόνα. Αφήσαμε μόνο κάτι σκηνές, αλλά πήραμε μαζί μας όλα τα έμψυχα, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά. Γενικά θα μπορούσε να γίνει ένα παζάρι μόνο με αυτά που έμειναν πίσω άκλαυτα, από μαξιλάρια μέχρι ρακέτες.

Στο πούλμαν για τον τσεσμέ, αρχίσαμε με τον κοντόχοντρο τα αποφθέγματα.
Αν τρέμεις από φόβο, όταν πέφτουν δακρυγόνα.
Αν τρέμεις από οργή κι αγανάκτηση όταν πέφτουν τα δακρυγόνα κι αντί για σένα, τα τρων οι μπάχαλοι κι οι αριστεριστές.
Αν τρέμεις από οργή κι αδικία όταν πέφτουν δακρυγόνα και τα τρως εσύ, αντί να τα φαν οι μπάχαλοι.

Τότε είμαστε όλοι σύντροφοι. Τα λέει κι ο γκεβάρα, μία σελίδα πριν το απόφθεγμα με τις κουκούλες.
Κι αν κάποιες φορές τρέμουμε τον ίσκιο μας, κατά βάθος ξέρουμε πως θέλει αρετή και τόλμη η συνείδηση της αναγκαιότητας. Δηλ η ελευθερία.

Επινοήσαμε από κοινού και την έννοια του ηθικού σωσία για συμπεριφορές και χαρακτήρες. Και βρήκαμε ότι ένα σωρό κόσμος είναι φτυστός ο κάουτσκι, που πρώτα ήταν λεβέντης, μαρξιστής αλλά ύστερα έγινε λακές και δε συμμαζεύεται.
Και η πίτσα στέκει μακριά κι αδιάφορη. Όχι για μένα. Αλλά για το αλάνθαστο πολιτικό κριτήριο του κοντόχοντρου, που μου ‘βαλε την ιδέα.

Στο πλοίο της επιστροφής παίξαμε κρυφτούλι με τους υπαλλήλους που κυνηγούσαν όποιον ήθελε να ξαπλώσει και δεν είχε πληρώσει για καμπίνα. Εντάξει αρχηγέ με βρήκες. Σειρά σου να κρυφτείς τώρα.
Κι άντε να του εξηγήσω τι είπε ο λένιν, όταν τον ρώτησαν γιατί ταξίδευε πρώτη θέση. Εμείς σύντροφε την τρίτη θέση θέλουμε να καταργήσουμε, όχι την πρώτη.
Κι εμείς να φανταστείς ρε βλαδίμηρε ούτε καν πρώτη δεν πήγαμε. Στη δεύτερη παρεισφρήσαμε μπας και βολευτούμε, αλλά δε μας αφήσανε.

Στο τελωνείο της χίου σταμάτησαν μερικούς δικούς μας, βρήκαν τις κούτες απ’ τα duty free κι είπαν να βγάλουν εύκολο κέρδος, γιατί κανονικά το αφορολόγητο όριο είναι δύο πακέτα!
Όσοι είχαμε μείνει πίσω μαζευτήκαμε κι έγινε ένας μικρός χαμός σα συντονιστικό. Αλλά η συνδικαλιά που κέρδισε τη συνέλευση ήταν ότι δέκα μέρες στην τουρκία δεν είχαμε κανένα πρόβλημα και ύστερα αναρωτιόμαστε γιατί μας παίρνουν τον τουρισμό οι τούρκοι. Λίγο μπροστά με διαφορά στήθους από το είμαι πολίτης και πρέπει να με υπηρετείτε που ‘πε ο ρασκόλνικοφ σε ένα λιμενομπάτσο και το επιχείρημα της άγνοιας, γιατί τώρα με το δντ, δεν ξέρουμε τι φορολογείται και τι όχι.
Τελικά το λύσαμε με όρους κινήματος, γιατί ερχόταν κι άλλο καράβι και μας άφησαν για να αρμέξουνε τους επόμενους.

Νου-κου-α αφορολόγητα/ κι όνειρα ανομολόγητα (στο ρυθμό του συνθήματος νΚα χωρίς πουκάμισα)

Βγαίνω μια βόλτα στην αθήνα και σκοντάφτω σε κάθε τετράγωνο στα ίδια πρόσωπα. Δέκα άτομα που ξεμείναμε 15αύγουστο στην αθήνα μαζί με τα κορόιδα και τους μπάτσους και έπρεπε να αποφασίσουμε σε ποια απ’ τις δυο κατηγορίες ανήκαμε.

Εμείς ανήκουμε στον homo ομιλίτικους, είδος άκρως ομιλητικό, που μες στο κατακαλόκαιρο είχε κάτι σαν ολομέλεια στα γραφεία του βιβλίου-χάρτου που είναι γεμάτα με αναρχικά βιβλία κι αφίσες. Ποιος είπε ότι οι αναρχικοί δεν κάνουν πολιτική δουλειά;

Μπαλόνια με ήλιο που ξεμακραίνουν, χάνουν επαφή με τα εγκόσμια και μπερδεύουν την εποπτεία με την αφ’ υψηλού θεώρηση. Περνάν τα πάντα από κόσκινο, αλλά δε θέλουν να ζυμώσουν στις πλατειές μάζες. Κι απλώς απλώνουν την κουβέντα σαν τραχανά, σαν αυτόν που έφερε μαζί το παπαγαλάκι του κρεμλίνου. Φοβερή σημειολογία.

Κι ένας γιατρός γκασταρμπάιτερ να μας λέει για τους σουηδούς που επέμεναν να κάνει το εμβόλιο για τη γρίπη. Μέχρι που τους είπε ότι δε θέλει να το κάνει για πολιτικούς λόγους κι αυτοί πήγαν πάσο. Γιατί στη σουηδία το πολιτικό είναι προσωπικό. Και στην κοινωνία του μέλλοντος η πολιτική θα απονεκρωθεί μαζί με το κράτος.

Κι η επόμενη μέρα; Οπορτουνιστικές αγαπούλες με τη μπρέζνιεβα. Πολλή ιταλοντίσκο για να συνέλθουν τα αυτιά. Κουβέντα για τις πυρκαγιές στη μόσχα και την τοποθέτηση της οακκε. Κι απόηχος με τον πατριώτη κομάντο, μια τραμπούκο νΚαπελεύθερη με αδύναμους κρίκους και την κλασική ερώτηση: πώς πέρασες;

Τι απαντάς τώρα; Περίμενε να τα διαβάσεις στο μπλοκ;
Η πρώτη λέξη που σου ‘ρχεται στο μυαλό είναι περίεργα. Και μετά προσθέτεις, πολύ ωραία. Το περίεργα όμως υπερέχει. Πρώτα μπαίνει αυτό και μετά όλα τα άλλα.

Μια δεύτερη απάντηση που με κάλυψε είναι το κάπως συγκλονιστικά. Οι δέκα μέρες που ψιλοσυγκλόνισαν τον κόσμο. Εμπειρία μοναδική κι αναντικατάστατη, αλλά φτάνει τόσο. Ήταν απλώς συμπαθητικά και με αρκετές στιγμές βαρεμάρας. Στη νάξο προσωπικά πέρασα καλύτερα. Αλλά τη νάξο τη ξαναβρίσκεις. Ενώ αυτό το πανηγύρι λαών πολύ δύσκολα. Ειδικά στη γειτονιά σου.

Έφτιαξαν κι ένα βιντεάκι με τις εντυπώσεις των μελών της ελληνικής αποστολής. Ζήτησαν κι από μένα, αλλά τι να τους έλεγα; Για την πάλη των τάξεων και την επαναθεμελίωση που μένει ιστορικά αδικαίωτη;
Ή μήπως το άλλο το ποίημα που λέει ο κοντόχοντρος; Στάλιν εσύ που ανθίζεις στα σπαρτά... Κι αν το καλοσκεφτείς ποιοι συμμετείχαν στο κάμπινγκ ταιριάζει κιόλας.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι τούρκοι δεν είναι οι καλύτεροι διοργανωτές. Μην κοιτάς τους ναρίτες που εντυπωσιάστηκαν. Είναι σαν την ινδή απ’ τον φιλέα φογκ που δεν είχε ξαναδεί χιόνι. Και με μια νιφάδα θα είχε ενθουσιαστεί.
Κι όχι τίποτα άλλο, αλλά ανέλαβαν και το μουντομπάσκετ (όχι οι ναρίτες, οι τούρκοι).

Κι αυτό που θα μου λείψει περισσότερο είναι η ελληνική αποστολή. Ο καψιμιτζής που παίζει να είναι και μέλος του εμεπ. Ο τολιάτι που ως είδος τελεί υπό εξαφάνιση –όχι ως αρανίτης, αλλά ως μπασκετικός οπαδός του παοκ. Ο φρανκ ριμπερί, ο παπακαλιάτης με τα ανοιχτά πουκάμισα που χαλούσε την πιάτσα και το σύνθημα, ο σύντεκνος οβελίξ με τη φράμπαλα που είναι οικονομική και δεν τρώει πολύ, τα δυο κοριτσάκια που έλεγαν τον κοντόχοντρο κύριε χρήστο κι αυτός είναι επαρκής λόγος για να αφήσουμε το ένα από τα δύο να ζήσει. Το τασάκι που αψήφησε την ιδεολογική μοναξιά κι ήρθε μαζί μας. Και πιο πολύ αυτοί που δεν ανέφερα καν.
Με αυτούς ζήσαμε πράγματα και δεθήκαμε περισσότερο. Οι άλλοι σε ένα μήνα από τώρα θα είναι απλά ένα όνομα στο χαρτι με ένα μέιλ ή ένα φέις μπουκ που δεν έχω.

Κλείνω τα ημερολόγια με ένα ιντριγκαδόρικο κουίζ της κατηγορίας σωστό-λάθος.
-στη σμύρνη ένας αριστοκράτης νΚαπελεύθερος έβαλε έναν λουστράκο να του καθαρίσει έναντι αμοιβής τα παπούτσια του.
-το ναρ κι η νΚα –ως υπεύθυνοι για την αποστολή της σμύρνης- ειδοποίησαν από τις άλλες οργανώσεις μόνο τη νεολαία αράν.
-στο καράβι της επιστροφής, γνωστός ναρίτης που ανήκει στην πλειοψηφία, εθεάθη να διαβάζει με ζήλο το βιβλίο του χόλογουέι, πώς να αλλάξουμε τον κόσμο χωρίς να πάρουμε την εξουσία.
-κατά την παραμονή της στην τουρκία το μόνο είδος μπάνιου που έκανε η κε του μπλοκ ήταν με νεράκι της θάλασσας.
-η αγαπημένη τούρκικη τράπεζα των μελών της αποστολής ήταν η ΑΚ ΒΑΝΚ.
-κανένα μέλος από την ελληνική αποστολή δεν έκανε διεθνιστικές επαφές στενού τύπου με μέλη άλλων αποστολών.

Σε όλα τα παραπάνω υπάρχουν το πολύ δύο λάθη. Εκ των οποίων το ένα είναι μάλλον προφανές. Καλή τύχη.

Πέμπτη 4 Μαρτίου 2010

Ω γλυκιά μου εαρ...

…κι εσύ λεωνίδα κύρκο.

Κι εσύ λαϊκέ ηγέτη μιχάλη γκορμπατσώφ, που τα χτεσινά σου γενέθλια τα σκέπασε η συνωμοσία της σιωπής των μμε που δεν ξέρουν να εκτιμούν τις στυμμένες λεμονόκουπες του συστήματος. Στα 79 όταν θα είσαι γιαγιά, θα περιφέρεις την ασημαντότητά σου στα πάρτι των αστών για το μνημόσυνο της ιστορίας που έλαβε τέλος και θα λες ότι το όνειρο της ζωής σου ήταν ο εφιάλτης της ανθρωπότητας.
Την περεστρόικα πολλοί αγάπησαν, τον γκορμπατσόφ κανένας.

Μία εβδομάδα μετά την επέτειο του εικοστού συνεδρίου –κι ενώ όλοι κινούμαστε στον απόηχο αυτού της νΚα και τη συγκρότηση του χαριτάκη σε τάση δι’ εαυτήν- είναι η επέτειος του θανάτου του συντρόφου με το μουστάκι. Οι πάγοι λιώνουν και φέρνουν την άνοιξη των ρεβιζιονιστών της μόσχας και του μεταμοντέρνου.

Μεσοβδόμαδα είναι τα γενέθλια του γκόρμπι και μία εβδομάδα μετά η ανάδειξή του σε ηγέτη της σοβιετίας ένα τέταρτο του αιώνα πριν που γύρισε τον κόσμο έναν αιώνα πίσω. Ο 21ος αιώνας στο κατώφλι του μεσαίωνα.

Αυτά εισαγωγικά ως προς τη συγκυρία σε μια κατά τα άλλα μεταμοντέρνα ανάρτηση. Τι σημαίνει όμως μεταμοντέρνο;
Σε ένα βιβλίο του ο παπακωνσταντίνου (όχι ο βασίλης) (ούτε ο θανάσης) το ορίζει ως ολοφοβία. Είναι ενάντια στις μεγάλες διηγήσεις, στη δυνατότητα να γνωρίσουμε πώς κινείται ο κόσμος, στο μαρξισμό και τη νομοτέλεια.
Που ακόμα κι αν υπήρχε, θα έπρεπε να την αγνοήσουμε.

Το μεταμοντέρνο είναι ψηφιδωτό από πετραδάκια που κάποτε ήταν βράχος, μικρά θραύσματα από το γυαλί που ράγισε, η κατακερματισμένη σοβιετία που διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη, τα δύο κρατικά κανάλια που έγιναν εκατό και το νόημα χάνεται στο ζάπινγκ.
Με αυτή τη δεύτερη έννοια είναι που προσεγγίζει το μεταμοντέρνο η σημερινή ανάρτηση.

Τα σώματά μας δυο μάζες λίπους που έρχονται σε συνουσία. Τα τριγλυκερίδιά μου αποζητούν φλογισμένα την χοληστερίνη σου. Τα χέρια μου γλιστράν πάνω στην κυτταρίτιδά σου. Μην σε πειράζει καλή μου. Άλλοι αποθηκεύουν το λίπος στον εγκέφαλο. Εμείς το κάνουμε καμπύλες κι ομορφιά γεμάτη κύτταρα.

Τα κύτταρα της οργάνωσης είναι οι όβες, αλλά υπάρχουν διάφορες μορφές κομματικής ζωής, από τις μονοκύτταρες (οβ εργαζομένων, οβ ξάνθης, ναρ ευρώπης, νοτίου ημισφαιρίου κτλ) μέχρι τις πιο εξελιγμένες που είναι πολυκύτταρες. Υπάρχουν και χώροι που παραμένουν μονοκύτταροι από άποψη κι οικοδομούν φαντασιακά κομμουνισμό σε ένα μόνο κύτταρο (όβα, κατάληψη κλπ) που παύει να υπάρχει μόλις περάσουμε τα γυάλινα όρια της νησίδας, ή της θερμοκοιτίδας μας.

Οι πολυκύτταροι οργανισμοί αναπτύσσουν ιστούς και αχτίδες κι εκλέγουν εγκέφαλο ο οποίος αναλαμβάνει την κεντρική διεύθυνση. Η καλή ποιότητα της τελευταίας συνδέεται άμεσα με τη (διαλεκτική) σχέση του εγκέφαλο με τη βάση που ελέγχει τα νευρικά κύτταρα της οργάνωσης.
Αν αυτή υπολειτουργεί κρίνει εξ ιδίων το κίνημα και το θεωρεί άνευρο κι άμαζο πριν καν αυτό εκδηλωθεί. Έτσι ο εγκέφαλος παίρνει λανθασμένη εικόνα και χάνει την επαφή με τις αγωνιστικές διαθέσεις του κόσμου.

Κάποιοι πυρήνες, με αριστερό όριο αυτούς της φωτιάς και δεξί τους πυρήνες του σεκ, κάνουν ανταρσία ενάντια στα φαιά κύτταρα και τη γραφειοκρατία του εγκεφάλου. Ζήτημα που είχε απασχολήσει και τους κινέζους που στα πλαίσια της πολιτιστικής επανάστασης είχαν προκρίνει τους ερυθροφρουρούς και τα ερυθρά αιμοσφαίρια ενάντια στα λευκά και στη δικτατορία των ειδικών.

Εξίσου επίμαχο είναι το ζήτημα της κυτταρικής μεμβράνης και της περιφρούρησης. Το οποίο είναι πρωτίστως πολιτικό, αλλά είναι πολύ εύκολο να το μπερδέψει κανείς με την πολιτική περιχαράκωση και να αποκλείσει μαζί με τους ξενιστές και ουσίες που τρέφουν το κίνημα.

Οι αντικαπιταλιστικοί πυρήνες θεωρούν τα αντισώματα σταλινικούς που καίνε αδιακρίτως τα χλωρά μαζί με τα ξερά.
Φονιάδες των ιών σταλινικοί.
Αντιπροτείνουν αντιθεσμούς αντί για αντισώματα, στα πλαίσια της απονέκρωσης (εδώ και τώρα) του ανοσοποιητικού συστήματος και τελικά του ίδιου του οργανισμού.
Η βία είναι το θηλυκό του βίου κι η λία βίσση κάνει εμφανίσεις στο κύτταρο. Αλλά κι η οργάνωση είναι το θηλυκό του οργανισμού. Χωρίς αυτήν καταντάμε ανόργανα, ασπόνδυλα χωρίς ζωή, με χυδαίο εμπειρισμό αντί για οργανικούς διανοούμενους.

Η αρχή γίνεται με τα καρκινογόνα κύτταρα που εξελίσσονται σε μεταμοντέρνοι όγκοι. Τόσα χρόνια τους νόμιζαν για καλοήθεις και τώρα που εκδηλώθηκαν είναι αργά για να σπάσει το απόστημα. Εξάλλου το πιθανότερο είναι να έχει κάνει μετάσταση ο ιός.

Οι διχοτομήσεις κι οι διασπάσεις προχωράνε με ρυθμούς αμοιβάδας. Με κάθε καινούρια έχουμε δύο κκ, τρία κκ, τέσσερα και πάει λέγοντας. Κατά το δύο, τρία, πολλά βιετνάμ του γκεβάρα. Και το δύο μορμόληδες, τρεις μορμόληδες του γιάννη σπανού απ’ την ομώνυμη κασέτα (ζητούνται σύντροφοι με το ίδιο παιδικό κόλλημα για να συγκινηθούμε παρέα).

Οι φυγόκεντρες δυνάμεις στέλνουν σπίτι τους πολλούς συντρόφους που γίνονται φαντάσματα και πλανώνται πάνω από την οργάνωση. Χαμένα ηλεκτρόνια που βγαίνουν εκτός τροχιάς και ηλιακού συστήματος. Σαν τον πλούτωνα που διαγράφτηκε κι έμεινε μακριά από την έφοδο στον ουρανό.

Ο σοσιαλιστικός ήλιος που μας (δια)φώτιζε έσβησε με το θάνατο του λεονίντ ιλίτς κι άφησε πίσω του τον ανατέλλοντα να βασιλεύει και το νεφέλωμα των αναθεωρητών να του ασκεί προγραμματική αντιπολίτευση και να ενσωματώνει οργανώσεις δορυφόρους και πολιτικούς διάττοντες αστέρες που τους κατάπιε η μαύρη τρύπα των δημοσκοπήσεων.
Κι όσοι πίστεψαν ψυχή τε και σώματι στον ουτοπικό σοσιαλισμό του ευτύχη, είδαν αμήχανοι το (ουράνιο) σώμα του ρεύματος να ψηφίζει τη ρήξη με το σάββα και την ενσωμάτωση του σεκ.
Κι έτσι επιστρέψαμε στα σώματα, στο σημείο απ’ το οποίο ξεκινήσαμε, αλλά σε ανώτερο επίπεδο.

Μην είστε όμως πολύ σίγουροι ότι το κύτταρο είναι η απλούστερη σχέση της βιολογίας, λέει ο σκληρός διαλεκτικός. Κι έτσι έκοψε τα φτερά του γιούρι κακάριν που ήταν σχεδόν σίγουρος.
Και ποια είναι δηλ; Το πολιτ-μπιρό;

-Σε κάθε περίπτωση ζούμε μεγάλες στιγμές.
Τα μαντρόσκυλα του συστήματος αλυχτάνε, ο κυρίαρχος των οκτώ ουρλιάζει για τις ντάτσες, το πρωτοσέλιδο της αυγής λέει ότι τα μέτρα διχάζουν το πασοκ, η αλέκα μπουκάρει στο λογιστήριο, ο κόσμος απ’ έξω τρέπει τους μπάτσους σε φυγή, το παπαγαλάκι του κρεμλίνου ενσαρκώνει το ηρωικό πνεύμα των ναυτών της κροστάνδης, ο περο-πομ-πέρρος ανακοινώνει απ’ τις ντουντούκες την απεργία της παρασκευής τη μέρα που πέθανε ο στάλιν κι οι σύντροφοι τρέχουν και δε φτάνουν γιατί κάθε μέρα είναι πολύτιμη και σήμερα έχει συλλαλητήριο.

Αγάντα και τους έχουμε…

Κυριακή 1 Φεβρουαρίου 2009

Συνομιλίες με την κρούπσκαγια

(Από το ομώνυμο ανέκδοτο βιβλίο του μίλοβαν τζίλας
στο κεφάλαιο το σωστό τηλεφώνημα μιας τηλε-φόνισσας)

Όσοι έχουν δώσει την παιδιατρική μπορούν να καταλάβουν τι έχω περάσει (ως μάθημα κι ως κατάσταση).
Από χτες άρχισα να αποκτώ ξανά επαφή με τα πράγματα και να γίνομαι πολιτικό ζωάκι κι όχι σκέτο ζώο.

Πριν πάμε στην εκδήλωση του κμε για την κρίση, συντροφοπλακωνόμασταν με έναν σφο απ' το κόμμα για την τακτική μας στην ιατρική.
Απ' αυτό εμπνεύστηκε κι ο βλαντιμίρ ιλίτς το βιβλίο του δύο τακτικές της σοσιαλδημοκρατίας στην ιατρική, όπου αναπτύσσει την περίφημη θέση του για δημοκρατική δικτατορία του πρεκαριάτου και της φοιτητιάς, που αντικειμενικά είναι η μόνη λύση.
Κι ας ψαχνόμαστε ακόμα να βρούμε τι εννοούσε με αυτό. Ως γυναίκα του έχω πιστεύω ένα λόγο παραπάνω στην ερμηνεία του.

Η ιατρική είναι ταξική σχολή (με την κακή έννοια). Οι μισοί είναι γόνοι μεγαλογιατρών και δεν έχουν ταξικό συμφέρον να μας ακούσουν.
Ο τυπικός δαπίτης έρχεται στη σχολή του με τη μερσεντές. Οι εαακίτες είναι εναλλακτικοί κι έρχονται με τσερόκι.
Εγώ με το ποδήλατό μου νιώθω σαν μαοϊκό απολίθωμα της πολιτιστικής επανάστασης.

Έχοντας το πρόβλημα επιβίωσης βασικά λυμένο, η σχολή έχει αναπτύξει έναν σούι γκένερις γκεβαρισμό σε στιλ ημερολόγια μοτοσικλέτας. Αλτρουισμός, γιατροί χωρίς σύνορα, να βοηθήσουμε τους φτωχούς. Το τσερόκι παίρνει τη θέση της ποδερόσα και οι γκεβαρίστας τη θέση των μκο και της γιούνισεφ.

Άντε να αναπτύξεις ταξική συνείδηση σε τέτοια σχολή. Απ' τους συντρόφους τα 'χουν καταφέρει οι μισοί περίπου. Κι απ' τους εαακίτες της ιατρικής είναι ζήτημα αν χωράνε οι πέντε απ' τους πενήντα στο μέτωπο που θέλουμε.


(Σ.σ. μπ.απ.: σε αυτό το σημείο της επισήμανα την εκπληκτική ομοιότητα με τις νόρμες τύπου ένας στους δέκα που έβγαζε από τα κεντρικά ο σύντροφος με το μουστάκι για τις εκκαθαρίσεις. Κι οι επιτροπές περιοχής ξεχύνονταν μετά με σταχανοβίτικο ζήλο να υπερκαλύψουν το πλάνο.

Η ίδια σκέψη μου ήρθε κι αργότερα που μου έλεγε για έναν πουλημένο συνδικαλιστή πόσο ξύλο ήθελε (είχε συμφωνήσει για απλήρωτες κυριακάτικες υπερωρίες για το καλό της επιχείρησης). Ονόματα δε λέμε, παρατάξεις δε θίγουμε, αλλά συνασπισμένος ήτανε.
-Μα αν είναι έτσι, που διαφωνείς με τα γκούλαγκ για τους κουλάκους; τη ρώτησα.
Αλλά η ναντιέζντα ήταν υπέρμαχος της απογκουλαγκοποίησης.
-Όχι αυτό θα ήταν υπερβολή, μου είπε. Και μου θύμισε συνειρμικά τη σφοδρή κριτική του κόμματος για τα λάθη, τις υπερβολές και τις παραλείψεις επί στάλιν.
Μπορεί να τρώνε τα μουστάκια τους με το σύντροφο με το μουστάκι, αλλά κατά βάθος η ναντιέζντα είναι ό,τι ο μπρέζνιεφ για το ραφαηλίδη: στάλιν χωρίς αίμα. Τυπικό απολίθωμα δηλ κι αυτή. Όπως όλοι μας άλλωστε).

Στην ιατρική λοιπόν, πρέπει να ανοίγουμε μέτωπο ενάντια και στα εαακ, όχι μόνο στη δαπ. Όπως κάνουμε δηλ και στο πολυτεχνείο, όπου η αντιπαράθεση με τους αριστεριστές είναι επιπέδου και γι' αυτό βγάζουμε τα καλύτερα στελέχη.
Οι εαακίτες της ιατρικής δεν είναι σύντροφοί μας. Δεν τρέμουν από οργή για την αδικία, αλλά στη σκέψη του κρύου της σιβηρίας που τους περιμένει.

Η αίθουσα της εκδήλωσης ήταν φίσκα
(σ.σ μπ.απ: από απολυμένα γκόλντεν μπόις και μη μονοπωλιακή αστική τάξη όπου κι απευθυνόμαστε πλατιά με την πρότασή μας για έξοδο απ' την κρίση).

Ο τρίτος ομιλητής από το κόμμα ήταν πολύ καλός, ο λόγος του χοροπηδούσε!
Αλλά ο πρώτος το έριξε στη βαριά κουλτούρα με αποσπάσματα από το κεφάλαιο και τον έχασα. Ούτε σημειώσεις δεν κράτησα, ήταν μάταιο. Ευτυχώς θα βγουν οι εισηγήσεις στην κομεπ, να τις δω ήσυχα κι απλά.

Έπιασα μόνο το σημείο που έλεγε για τη βασική αντίφαση του καπιταλισμού (κοινωνικός χαρακτήρας παραγωγής, αλλά ατομική ιδιοποίηση των καρπών της) και χάρηκα.
Ο κόσμος γενικά χαίρεται όταν του λένε κάτι που καταλαβαίνει. Σχεδόν κολακεύεται. Ίσως γι' αυτό να μη μας συμπαθεί τόσο. Σε αντίθεση με τους λαϊκιστές κάθε απόχρωσης.

Γιατί όμως τέτοια εμμονή με την οικονομία; Καμιά φορά καταντάει μονόπλευρο. Όπως στις θέσεις μας για τη σοβιετία.
Γιατί καθορίζει τόσο πολλά ο νόμος της αξίας; Μόνο τα οικονομικά μετρούσαν; Τι ήταν η σοβιετία μας, μια απέραντη εταιρεία;

(Τον ειρμό της σκέψης της έκοψαν άγρια κάτι βάρβαρες, γεωργιανές φωνές, που σκέπαζαν τη δική της.
-Πρέπει να κλείσω. Φωνάζει πάλι ότι κουράζω τον βλαντιμίρ ιλίτς περισσότερο απ' όσο επιτρέπουν οι γιατροί. Θα σε πάρω εγώ αργότερα.
Το αργότερα δεν ήρθε ποτέ...)

(της ανταποκρίτριας του σφυροδρέπανου στην αθήνα, ναντιέζντας κονσταντίνοβα
για την αντιγραφή και μεταφορά των σκέψεών της, μπρεσνιεφικό απολίθωμα)

Υγ: μια φαρμακόγλωσσα, αλλά έμπιστη πηγή μου είπε πως διασταυρωμένα ο λένιν είχε γκόμενα, αλλά δεν το πολυλέμε παραέξω για να μην χαλάσει το προφίλ του. Του το είπε ο πατέρας του που ήταν παλιά μουλάς.
Δίστασα, σκέφτηκα να της το πω. Αλλά όχι, δεν θα παίξουμε το παιχνίδι των σταλινικών, να αναπαράγουμε τα ψέματά τους. Είναι γνωστό πόσο μισούν τη ναντιέζντα κι ότι λεν διάφορα για να την πληγώσουν.

Επιμύθιο

Αυτό που γίνεται με την ανάλυση της κρίσης είναι σκέτος παραλογισμός.
Οι ναρίτες έχουν βαλθεί να αποδείξουν ότι δεν είναι μια τυπική κυκλική κρίση, αλλά κρίση με ένα σωρό καινούρια ποιοτικά χαρακτηριστικά. Πιστεύοντας έτσι ότι αποδεικνύουν την θεωρία τους για το νέο, ολοκληρωτικό στάδιο του καπιταλισμού. Απόδειξη δηλ του νέου σταδίου δια της κρίσης. Την οποία υποθέτω πως μπορούμε να ονομάσουμε ολοκληρωτική. Πριν μας έρθει στο καπάκι η νευρική.

Τι μπορεί να είναι όμως μια καπιταλιστική κρίση εάν δεν είναι κυκλική;
Μήπως η τελική κρίση του καπιταλισμού; Επιθανάτιος ρόγχος; Μόρταλ κόμπακτ; Φάιναλ κάουντ-ντάουν; Θανάσιμη αγωνία; Κατάρρευση;
Το δικό μου φτωχό, δογματικό μυαλό δε φτάνει να σκεφτεί κάτι άλλο.

Απ' την άλλη το κόμμα έχει τη λογική του λίνεκερ για το ποδόσφαιρο.
Η ζωή είναι ένα παιχνίδι με 6 δισεκατομμύρια παίκτες, όπου παίζουν διάφορες αντίπαλες τάξεις και στο τέλος δικαιώνεται ο μαρξισμός κι οι εκτιμήσεις του κόμματος.
Ύφεση ο καπιταλισμός; Δικαίωση εμείς.
Κρίση του συστήματος; Το καλύτερό μας.
Άνοδος της οικονομίας; Δεν αλλάζει κάτι. Δικαίωση είναι κι αυτό.
Ό,τι γίνεται, συμβαίνει κατά τας γραφάς και βασικά το είχαμε προβλέψει.

Δε λέω, βασικά έτσι είναι και το δίκιο είναι με το μέρος μας.
Όμως πρέπει να βλέπουμε το καινούριο, πέρα από τη συνεχή δικαίωση του ότι ένα κι ένα κάνουν δύο. Που ακόμα κι αυτό αμφισβητείται στις μέρες μας (ειδικά αν σε έχει βαρέσει ο μεταμοντερνισμός κατακούτελα).
Το βασικό είναι να δούμε πώς θ' αφήσουμε τις θέσεις άμυνας για να κάνουμε την οικονομική κρίση συνολική κρίση του συστήματος. Σε αυτό χωλαίνουμε ακόμα.

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2008

Κομμουνισμός&θρησκεία

Δύο φαινόμενα σταθμός στην ιστορία του ανθρώπου.
Από τη μια η θρησκεία, κυρίαρχη μορφή συνείδησης για μια χιλιετηρίδα και πλέον, όταν ακόμα και η ταξική πάλη λάμβανε υποχρεωτικά τέτοιες συγκαλυμμένες μορφές κι εκδηλωνόταν υπό θρησκευτικό πέπλο.
Και από την άλλη ο κομμουνισμός, η "θρησκεία του 20ού αιώνα", στον οποίο άφησε ανεξίτηλο στίγμα και τον πέρασε στην ιστορία ως τον αιώνα των επαναστάσεων.

(Σ.Σ: ναι ρε, ανεξίτηλο. Κι ας προσπαθούν τόσα χρόνια με μπλάνκο και χλωρίνη γκόρμπι, γέλτσιν, αστοί και σία να σβήσουν το πέρασμά του. Λες και ήταν λεκές στην ομαλή και άσπιλη αστική εξέλιξη της ιστορίας. Που για να συνεχίσει να εξελίσσεται πρέπει να τη γεμίσουμε με τέτοιους, όμοιους λεκέδες, αν δε θέλουμε να γυρίσουμε στη βαρβαρότητα. Και να αφήσουμε οριστικά πίσω ιστορίες περί κάθαρσης και αγρίων. Ας είναι ξεκάθαρο αυτό).

Δυο ιδεολογίες με εκατομμύρια πιστούς ανά τον κόσμο, έτοιμους για κάθε είδος πάλης. Ταξικής, ιδεολογικής, ακόμα και τζιχάντ με κοντόξυλα αν οξυνθεί η κατάσταση.
Ο δικός μας κόσμος βέβαια, μετά το 90 φυλλορρόησε μαζικά κι αποστρατεύτηκε στον καναπέ του. Ενώ αυτοί άρχισαν να αυξάνονται και να πληθύνονται σαν ψωμιά και ψάρια σε σικέ θαύμα.

Το πράγμα λειτουργεί όπως τα συγκοινωνούντα δοχεία. Ό,τι χάνει το ένα μαγαζί, πηγαίνει στο άλλο. Κι είναι λογικό να συμβαίνει αυτό.
Το δικό τους μαγαζί βασίζεται στην απελπισία και τη μετά θάνατον δικαίωση. Το δικό μας στην ελπίδα για αλλαγή εδώ και τώρα, αλλά σε λιγότερο πασοκ εκδοχή.
Η θρησκεία κυριαρχεί σε περιόδους ανορθολογισμού. Ο κομμουνισμός είναι ο θρίαμβος του συνειδητού που γίνεται (επίγεια) πράξη.

Ποια είναι λοιπόν η σχέση μεταξύ των δύο;
Σύμπλεξη, τάυτιση, διάζευξη ή παράλληλη συνύπαρξη (ου μην και ειρηνική); Με άλλα λόγια τι μπαίνει ανάμεσα στα δύο; Συμπλεκτικό "και", το ίσον της αριθμητικής (=), το διαζευκτικό "ή", ή απλώς κόμμα; (σ.σ: ένα είναι το κόμμα).
Θα ρωτήσω τη λιάνα σε καμιά εκδήλωση να πάρω γραμμή...

Ο πολύς κόσμος κάνει χοντροκομμένες συνδέσεις τύπου φάντης με ρετσινόλαδο. Ας δούμε ένα ποτ πουρί με τις πλέον συνηθισμένες.

Ο χριστός ήταν ο πρώτος κομμουνιστής.
Η θεωρία αυτή θα βόλευε αν ψάχναμε για χριστιανική πελατεία. Έλα όμως που οι σοβιετικοί επιστήμονες αμφισβητούν την ύπαρξη του ιησού!
Προσέξτε: δε μιλάνε για μη ύπαρξη χριστού, υιού του θεού κτλ που αυτονόητα δε στέκουν. Αμφισβητούν την ύπαρξη του ιησού ως ιστορική προσωπικότητα.
Και μάλλον έχουν δίκιο.

Οι γνήσιοι (sic) κομμουνιστές πρέπει να ζουν ασκητικά. Να μην είναι πλούσιοι και να μοιράζουν τα υπάρχοντά τους. Αλλιώς δεν είναι συνεπείς στα ιδανικά τους.
Αυτό μου θυμίζει συνειρμικά την ιστορία με τον σύζυγο της κρούπσκαγια που ταξίδευε πάντα πρώτη θέση στο τρένο. Όταν τον ρώτησαν γιατί το κάνει αυτό, απάντησε ότι στόχος των μπολσεβίκων ήταν να καταργήσουν την τρίτη θέση, όχι την πρώτη.

Ο πειρασμός να σχολιάσω είναι σα μήλο του αδάμ. Γιατί κι η τρίτη θέση να καταργηθεί, παραμένει η δεύτερη. Κι είναι μεγάλο θέμα τι γίνεται όσο η πρώτη θέση αδυνατεί να τους χωρέσει όλους και πώς το αντιμετώπισαν στη σοβιετία.
Θα αγνοήσω όμως τον όφη τον κολοβό και θα περιοριστώ να πω ότι ο γκεβάρα πχ, αν και υπουργός βιομηχανίας, αρνούνταν να δεχτεί τέτοια προνόμια και διακρίσεις για το πρόσωπό του. Και στα τρένα της κούβας (αν τους περίσσευε πετρέλαιο να τα κινούν, γιατί τότε δεν υπήρχε και τσάβες να δίνει τζάμπα τη βενζίνη) θα ταξίδευε τρίτη θέση μαζί με το λαό για να δίνει το παράδειγμα.

Οι κομμουνιστές κι οι παπάδες αφήνουν μαλλιά και μούσια.
Αυτό θα το διηγηθώ σε πρώτο πρόσωπο γιατί έχω προσωπική εμπειρία.
Αφήνεις μούσι για να γίνεις παπάς;
Μέχρι να αφήσω (και) το μαλλί να μακρύνει αντιμετώπιζα συχνά τέτοιες ηλίθιες ερωτήσεις στις οποίες δεν απαντούσα πάντα με ψυχραιμία. Ειδικά αν ο άλλος έκανε πλάκα (το τι γέλια κάναμε κάθε φορά...) και πίστευε ότι μου την έλεγε.

Σε δεύτερη σκέψη πάντως, η ανεργία θερίζει, οι παπάδες καλοπερνάνε (παίρνοντας στην χειρότερη σίγουρο μισθό από το δημόσιο) κι εγώ θα μπορούσα να το 'χα δει καλύτερα.
Στο κάτω-κάτω το σινάφι μου ούτε πιο ηθικό είναι, ούτε κερδίζει σε χρήμα αυτό που χάνει σε αξιοπρέπεια (εξαιρούνται οι εξαιρέσεις).

Ο κομμουνισμός και ο χριστιανισμός κηρύσσουν κοινοκτημοσύνη και κοινωνική δικαιοσύνη. Είναι η πίστη κι η ιδεολογία των φτωχών.
Καταρχήν ο κομμουνσιμός δεν κηρύσσει εξ αποκαλύψεως. Είναι η φυσική ροή των πραγμάτων.
Ούτε αρκείται στο κήρυγμα. Απαιτεί προσωπική συμμετοχή.
Την οποία υποτίθεται ότι στον χριστιανισμό την έφερε ο προτεσταντισμός, αλλά με τελείως διαφορετικό πλαίσιο και περιεχόμενο.

Στην πραγματικότητα, παρά την κάποιας μορφής κοινοκτημοσύνη στις πρωτόγονες χριστιανικές κοινότητες, ο χριστιανισμός ουδέποτε αμφισβήτησε το θεσμό της ιδιοκτησίας. Στηλίτευσε μόνο τον υπέρμετρο πλούτο και τις κοινωνικές ανισότητες. Για αυτό και η φιλανθρωπία κατέχει υψηλή θέση στο αξιακό του σύστημα.
Με άλλα λόγια, ενώ ο χριστιανισμός ήταν πράγματι (αρχικά) η θρησκεία των φτωχών και καταφρονεμένων, των κολασμένων της γης, στην ουσία ήταν κάτι σαν ρεφορμισμός της εποχής.
Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπήρχε η δυνατότητα για διαφορετική (κομμουνιστική) διέξοδο σε εκείνα τα χρόνια.

Όπως και να 'χει, τέτοιου είδους συνδέσεις είναι επικίνδυνες και παραπλανητικές. Και στην ουσία τους λαϊκίστικες, όχι λαϊκές.
Όταν δεν είναι συνειδητά πρόστυχες, είναι στην καλύτερη περίπτωση αφελείς.

Κι όμως υπάρχουν βαθύτερες ομοιότητες του κομμουνισμού με τη θρησκεία. Μια σειρά σατανικές συμπτώσεις που και κολασμένους (της γης) κολάζουν.
Αυτές ακριβώς θα εξετάσουμε στα σημειώματα που θα ακολουθήσουν...

(Συνεχίζεται...)